Το τραγούδι του νεκρού αδελφού στα βαλκάνια

40
«Το ποιητικό σύστημα του λαού είναι μια αυτοβιογραφία. Μια αυτοβιογραφία, όμως, εκατομμυρίων ανθρώπων.» Ismail Kadare «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» στα Βαλκάνια

Transcript of Το τραγούδι του νεκρού αδελφού στα βαλκάνια

Page 1: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

«Το ποιητικό σύστημα του λαού είναι μια αυτοβιογραφία. Μια αυτοβιογραφία,

όμως, εκατομμυρίων ανθρώπων.» I smai l Kadare

«Το τραγούδι του νεκρού αδελφού» στα Βαλκάνια

Page 2: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Ελλάδα

Page 3: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Ελλάδα

Μάνα με τους εννιά σου γιους και με τη μια σου κόρη,την κόρη τη μονάκριβη την πολυαγαπημένη,την είχες δώδεκα χρονώ κι ήλιος δε σου την είδε!Στα σκοτεινά την έλουζε, στ' άφεγγα τη χτενίζει,στ' άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της. Προξενητάδες ήρθανε από τη Βαβυλώνα,να πάρουνε την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα.Οι οχτώ αδερφοί δε θέλουνε κι ο Κωσταντίνος θέλει. «Μάνα μου, κι ας τη δώσομε την Αρετή στα ξένα,στα ξένα κει που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω,αν πάμ' εμείς στην ξενιτιά, ξένοι να μην περνούμε.- Φρόνιμος είσαι, Κωσταντή, μ' άσκημα απιλογήθης.Κι α μόρτει, γιε μου, θάνατος, κι α μόρτει, γιε μου, αρρώστια, κι αν τύχει πίκρα γή χαρά, ποιος πάει να μου τη φέρει;- Βάλλω τον ουρανό κριτή και τους αγιούς μαρτύρους,αν τύχει κι έρτει θάνατος, αν τύχει κι έρτει αρρώστια, αν τύχει πίκρα γή χαρά, εγώ να σου τη φέρω».

Page 4: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα,κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και μήνες οργισμένοικι έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν, βρέθηκε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο. Σ' όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ' όλα μοιρολογιόταν, στου Κωσταντίνου το μνημειό ανέσπα τα μαλλιά της. «Ανάθεμά σε, Κωσταντή, και μυριανάθεμά σε, οπού μου την εξόριζες την Αρετή στα ξένα!το τάξιμο που μου 'ταξες, πότε θα μου το κάμεις; Τον ουρανό 'βαλες κριτή και τους αγιούς μαρτύρους, αν τύχει πίκρα γή χαρά, να πας να μου τη φέρεις». Από το μυριανάθεμα και τη βαριά κατάρα,η γης αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε. Κάνει το σύγνεφο άλογο και τ' άστρο χαλινάρι, και το φεγγάρι συντροφιά και πάει να της τη φέρει.

Page 5: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Παίρνει τα όρη πίσω του και τα βουνά μπροστά του. Βρίσκει την κι εχτενίζουνταν όξου στο φεγγαράκι.Από μακριά τη χαιρετά κι από κοντά της λέγει:«Άιντε, αδερφή, να φύγομε, στη μάνα μας να πάμε.- Αλίμονο, αδερφάκι μου, και τι είναι τούτη η ώρα;Αν ίσως κι είναι για χαρά, να στολιστώ και να 'ρθω,κι αν είναι πίκρα, πες μου το, να βάλω μαύρα να 'ρθω.- Έλα, Αρετή, στο σπίτι μας, κι ας είσαι όπως και αν είσαι».- Κοντολυγίζει τ' άλογο και πίσω την καθίζει.  Στη στράτα που διαβαίνανε πουλάκια κιλαηδούσαν,δεν κιλαηδούσαν σαν πουλιά, μήτε σαν χελιδόνια,μόν' κιλαηδούσαν κι έλεγαν ανθρωπινή ομιλία:

Page 6: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

«Ποιος είδε κόρην όμορφη να σέρνει ο πεθαμένος!- Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;- Πουλάκια είναι κι ας κιλαηδούν, πουλάκια είναι κι ας λένε». Και παρεκεί που πάγαιναν κι άλλα πουλιά τούς λένε:«Δεν είναι κρίμα κι άδικο, παράξενο μεγάλο,να περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους!- Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;πως περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους.- Απρίλης είναι και λαλούν και Μάης και φωλεύουν.- Φοβούμαι σ', αδερφάκι μου, και λιβανιές μυρίζεις.- Εχτές βραδίς επήγαμε πέρα στον Αί-Γιάννη,κι εθύμιασέ μας ο παπάς με περισσό λιβάνι».Και παρεμπρός που πήγανε, κι άλλα πουλιά τούς λένε:«Για ιδές θάμα κι αντίθαμα που γίνεται στον κόσμο,τέτοια πανώρια λυγερή να σέρνει ο πεθαμένος!»Τ' άκουσε πάλι η Αρετή κι εράγισε η καρδιά της.«Άκουσες, Κωσταντάκη μου, τι λένε τα πουλάκια;- Άφησ', Αρέτω, τα πουλιά κι ό,τι κι α θέλ' ας λέγουν.- Πες μου, πού είναι τα κάλλη σου, και πού είν' η λεβεντιά σου, και τα ξανθά σου τα μαλλιά και τ' όμορφο μουστάκι;- Έχω καιρό π' αρρώστησα και πέσαν τα μαλλιά μου». 

Page 7: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Αυτού σιμά, αυτού κοντά στην εκκλησιά πρoφτάνoυν. Βαριά χτυπά τ' αλόγου του κι απ' εμπροστά της χάθη. Κι ακούει την πλάκα και βροντά, το χώμα και βοΐζει.Κινάει και πάει η Αρετή στο σπίτι μοναχή της.Βλέπει τους κήπους της γυμνούς, τα δέντρα μαραμένα βλέπει το μπάλσαμο ξερό, το καρυοφύλλι μαύρο, βλέπει μπροστά στην πόρτα της χορτάρια φυτρωμένα. Βρίσκει την πόρτα σφαλιστή και τα κλειδιά παρμένα, και τα σπιτοπαράθυρα σφιχτά μανταλωμένα.Κτυπά την πόρτα δυνατά, τα παραθύρια τρίζουν.«Αν είσαι φίλος διάβαινε, κι αν είσαι εχτρός μου φύγε, κι αν είσαι ο Πικροχάροντας, άλλα παιδιά δεν έχω,κι η δόλια η Αρετούλα μου λείπει μακριά στα ξένα.- Σήκω, μανούλα μου, άνοιξε, σήκω, γλυκιά μου μάνα. - Ποιος είν' αυτός που μου χτυπάει και με φωνάζει μάνα; - Άνοιξε, μάνα μου, άνοιξε κι εγώ είμαι η Αρετή σου». Κατέβηκε, αγκαλιάστηκαν κι απέθαναν κι οι δύο.

Page 8: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Βουλγαρία

Λαζάρ και Πετκάνα

Ελένη Κόκκαλη (Α2)

Page 9: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Λαζάρ και Πετκάνα

Πού το ‘δαν και π’ ακούστηκε

γυναίκα να γεννάει

γιους τριδυμάρια τρεις φορές,

να κάμει εννιά αδέλφια,

εννιά αδέλφια τρίδυμα,

μια κόρη, την Πετκάνα.

Κι η μάνα όλα τα πάντρεψε

και νοικοκύρεψε τα

μόν’ η Πετκάνα έμεινε κι

ήρθαν να τη γυρέψουν,

για την Πετκάνα έρχονται,

δέκα χωριά απ’ αλάργα.

Μα την Πετκάνα η μάνα της

μακριά πολύ δε δίνει.[...]

Κι ο Λάζαρ ο τρανός της γιος

της μάνας του της λέγει:

—Για δώσ’ την μάνα, δώσ’ τηνα

κι είμαστε εννιά αδέλφια

κι αν μια φορά ο καθένας μας

Page 10: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

σε πάει στην Πετκάνα,

εννιά φορές θε να τη δεις

κι εννιά φορές θα γίνει. [...]

Σαν βγήκε η Πέτκα απ’ την αυλή

μαύρη πανούκλα μπήκε.

Τους σκότωσε, τα ξέκανε

και τα εννιά αδέλφια

κι εννιά νυφάδες, όλες νιες—

αφήκ’ εννιά αγγόνια.

Σαν ήρθε ψυχοσάββατο

χύν’ το κρασί η μάνα, [...]

στου Λάζαρου τα χώματα

κρασί δε χύν’ η μάνα,

δε χύν’ η μάνα το κρασί,

δέν τονε μνημονεύει,

βαριά πολύ η μάνα του

τον Λάζαρ καταριόταν. [...]

Πήγαιναν όπου πήγαιναν,

περνούν πράσινο δάσος

κι ένα πουλάκι λάλησε:

—Θεούλη μ’, Κύριε Ύψιστε,

Page 11: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

πού το ‘δαν και π’ ακούστηκε

να περπατεί αντάμα

ο ζωντανός ο άνθρωπος

με τον αποθαμένο! [...]

Πήγ’ η Πετκάνα σπίτι τους,

κλαίγαν εννιά εγγόνια,

η μάνα της τα ‘σύχαζε

κι η Πέτκα τής φωνάζει:

—Σήκω, μανούλα, κι άνοιξε. [...]

Κι οι δυο αντάμα κλαίγανε

ώσπου κι οι δυο απόθαναν.

(μτφρ. Δημήτρης Άλλος,)

 

Page 12: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Το ελληνικό ποίημα

Στην πρώτη ενότητα που αποτελεί ένα είδος εισαγωγής, μας δίνεται η εικόνα της αρμονικής ζωής μιας πολυμελούς οικογένειας που αριθμεί εκτός από τη μητέρα, εννιά γιους και μια κόρη. Ο γιός ο μεγαλύτερος ονομάζεται Κωνσταντής, η κόρη Αρετή ενώ για τα υπόλοιπα πρόσωπα δεν δίνονται περισσότερες πληροφορίες.

Στη δεύτερη ενότητα ξεκινάει η πλοκή του μύθου. Έρχεται προξενιό από τα ξένα και παρά τις αντιρρήσεις της μάνας παντρεύεται η Αρετή μακριά από τον τόπο της. Ο όρκος του Κωνσταντή την πείθει να πει το ναι ηρεμώντας τους φόβους της.

Στην τρίτη ενότητα ξεκινάει η εξέλιξη της ιστορίας με τον θάνατο όλων των γιων και το ανακάλεσμα του Κωνσταντή από τη μάνα.

Στην τέταρτη ενότητα πραγματοποιείται η νεκρανάσταση του Κωνσταντή και το ταξίδι του προς τον τόπο εγκατάστασης της Αρετής.

Στην πέμπτη ενότητα παρακολουθούμε το διάλογο που διαμείβεται ανάμεσα στα δυο αδέλφια μετά τη η συνάντηση τους.

Page 13: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Στην έκτη ενότητα έχουμε το ταξίδι της επιστροφής στο πατρικό σπίτι των δύο ηρώων του έργου πλαισιωμένο από συζητήσεις των πουλιών αλλά και διαλόγους, ανάμεσα σ’αυτά αφενός και στον Κωνσταντή και την Αρετή αφετέρου.

Στην έβδομη ενότητα βλέπουμε να έχει επιτευχθεί με τη μεσολάβηση του Κωνσταντή η επάνοδος της Αρετής, έτσι ώστε να καταστεί δυνατό τελικά ο νεκρός αδελφός να ξεπληρώσει τον όρκο που έδωσε στη μητέρα του.

Στην τελευταία ενότητα έχουμε την κορύφωση της δράσης με τη σκηνή της αναγνώρισης: η Αρετή συναντιέται με τη μάνα και πεθαίνουν και οι δυο.

Page 14: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Το βουλγάρικο ποίημα

Στην πρώτη ενότητα μας δίνεται η εικόνα της αρμονικής ζωής μιας πολυμελούς οικογένειας και η περιγραφή της γέννας των παιδιών (γιούς τριδυμάρια τρείς φορές να κάνει εννιά αδέλφια). Αριθμεί εκτός από τη μητέρα, εννιά γιους και μια κόρη. Ο γιός ο μεγαλύτερος ονομάζεται Λάζαρ η κόρη Πετκάνα ενώ για τα υπόλοιπα πρόσωπα δεν δίνονται περισσότερες πληροφορίες.

Στη δεύτερη ενότητα η μάνα δεν θέλει να δώσει την κόρη της που την ζητάνε από πολλά χωριά αλλά παρ ‘όλα αυτά ο Λάζαρ την πείθει.

Στην τρίτη ενότητα ξεκινάει η εξέλιξη της ιστορίας με τον θάνατο όλων των γιων και αναφέρεται στις νύφες και στα εγγόνια που θρηνούν τον χαμό των νέων. Στη συνέχεια ακολουθεί η κατάρα της μάνας στον γιό της τον Λάζαρ.

Στην τέταρτη ενότητα πραγματοποιείται η νεκρανάσταση του Λάζαρ και το ταξίδι του προς το άγνωστο.(Δεν αναφέρεται προς το που κατευθύνεται)

Στην πέμπτη ενότητα τα δύο αδέλφια δεν μιλούν κατά την διάρκεια της επιστροφής της Πετκάνας. Επικρατεί απόλυτη σιγή.

Στην έκτη ενότητα έχουμε τη συζήτηση των πουλιών (αριθμητικά μία ).Στην έβδομη ενότητα βλέπουμε τα εγγόνια να κλαίνε και η μάνα να τα

καθησυχάζει.Στην τελευταία ενότητα η Πετκάνα συναντάει την μητέρα της ώσπου πεθαίνουν

και οι δύο από το κλάμα

Page 15: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Ομοιότητες

Η γλώσσα του δημοτικού τραγουδιού Του νεκρού αδελφού βρίσκεται πολύ κοντά στον προφορικό λόγο (όπως και όλων των δημοτικών τραγουδιών), είναι δηλαδή απλή. Κυριαρχεί η ρηματική φράση ενώ η σύνδεση των προτάσεων είναι κυρίως παρατακτική

Στο τραγούδι χρησιμοποιείται πυκνά το πρώτο και το δεύτερο πρόσωπο, μέσα από την χρήση των οποίων ο αφηγητής δίνει τον λόγο στους ήρωες του, δηλαδή χρησιμοποιεί ευθύ λόγο και διάλογο.

Page 16: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Σερβία

Γιοβάν και Γελίτσα

Κωνσταντίνα Μαλάμου (Α2)

Page 17: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Του Γιοβάν και της Γελίτσας

Μια φορά ανθούσαν μιας μάναςπολυαγαπημένα εννιά αγόρια,κι ύστερη και μονάκριβη η Γελίτσα।Τους ανάστησ' όλους, και οι γιοί της ΄έφθασαν σε γάμου ηλικία,κι ήρθε κι η κόρη στον καιρό της,και πολλοί γαμπροί τηνε γυρεύαν।Ένας ήταν Μπάνος και αφέντης, ένας άλλος ήταν καπετάνιος,και ο τρίτος ήταν χωριανός των।Ήθελεν η μάνα το χωριάτη,μα τον Μπάνο οι γιοί της προτιμούσαν,που μακριά από ξένη ήρθε χώρα।

-Σύρε, λένε, της καλαδελφής των,σύρε με τον Μπάνο, αδελφούλα,πέρα εις τον ξένο τόπο σύρε।Θα ῤχονται τ' αδέλφια να σε βλέπουν,θα 'ρχονται στο χρόνο ένα φεγγάρι,και μια βδομάδα στο φεγγάρι।

Τ'άκουσεν αυτά η αδερφή των,πέρα με τον Μπάνο πάει στα ξένα।Μα μεγάλο θαύμα γίνη τότες।Ήρθε μαύρη του θεού πανούκλα,τα εννιά τ' αδέρφια τα θερίζει,κι έρημη, μονάχη μένει η μάνα।

Page 18: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Έτσι επεράσαν τρία χρόνια,θλιβερά στενάζ' η Γελίτσα।-"Ουρανέ μου, τι μαγάλο θάμα!Τι κακό στ'αδέρφια μ' έχω κάμει,που ποτέ δεν ήρθαν να με ιδούνε"Και οι συννυφάδες τη μαλώναν।-Άκληρη! δε θέλουν να σε ξέρουν,και γι'αυτό να σε ιδούν δεν κινάνε!

Θλιβερά στενάζει η Γελίτσα,θλιβερά στενάζει μέρα νύχτα,ως π' ο θεός ψηλά την ελυπήθηκαι σε δυό αγγέλους του φωνάζει:-Σύρτε, άγγελοί μου, σύρτε κάτω,εις το άσπρο μνήμα του Γιαννάκη,του Γιαννάκη του μικρού αδερφού

της।Βάλτε του ψυχή απ' την ψυχή σας,φτιάστε του άλογο την άσπρη πλάκα,και χαρίσματα το σάβανό του,για να πάει να ιδεί τη Γελίτσα।Τρέξαν οι άγγελοι του Κυρίου,εις το άσπρο μνήμα του Γιαννάκη।Απ'την πλάκα φτιάνουν το άλογό του,βάνουν και ψυχή στο παλικάρι,απ' της γης το χώμα άρτους πλάθουν,κι απ' το σάβανό του τα κανίσκια,για να πάει να ιδεί τη Γελίτσα।

Page 19: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Τρέχει γρήγορα το παλικάρι ,κι ως το σπίτι είδε, αγναντεύειαπό μακρια την αδερφή του।Πριν να φθάσει, εχύθη η Γελίτσαγια να τον δεχτεί τον αδερφό της।Τον σφιχταγκαλιάζει και στενάζει,και με πόνο κλαίει και του λέει।-Γιάννη μου, το λόγο δε θυμάσαι,που μου δίνατ', όταν ήμουν κόρη,που μου δίνατ' όλα μου τα αδέρφια,πως συχνά θα ῤχόσαστε στη Γελίτσα,θα ῤχεστε στο χρόνο ένα φεγγάρι,και μια βδομάδα στο φεγγάρι;Τώρα επεράσαν τρία χρόνιακαι κανείς δεν ήρθε να με ιδεί।

Και του λέει πάλι η Γελίτσα।

-Πές μου, πώς εγίνης τόσο μαύρος,σα να βγήκες μέσα 'πο το μνήμα;Το παιδί ο Γιάννης λέει τότε।

Μη μου λες, Γελίτσα, τέτοια λόγια,τι κακό μεγάλο με βρήκε।Οι οχτώ αδερφοί μας παντρευτήκαν,και οχτώ νυφάδες συγυριούσα,κι εννιά άσπρα σπίτια χτίσαμ' όλοι,και γι' αυτό με βλέπεις τόσο μαύρο।

Page 20: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Τρεις ημέρες άσπρες επεράσαν,για ταξίδι η κόρη ετοιμαζόταν,πλούσια χαρίσματα ετοιμάζει,για τους αδερφούς και τις νυφάδες।Για τους ακριβούς τους αδερφούς της,φορεσιές 'τοιμάζει από μετάξι,βέρες, δαχτυλίδια, για τις νύφες।Την εμποδίζ΄ όμως ο Γιαννάκης।-Μην ερθείς μαζί μου, αδερφούλα,μείνε και λιγάκι ανάμεινέ μας,να 'ῤθουν οι αδερφοί μας να σε ιδούνε।Δεν τον άκουσ' όμως η Γελίτσα,τα χαρίσματά της έφτιασ' όλα।

Το λοιπόν ο Γιάννης ξεκινάεικαι μ' αυτόν η δόλια η Γελίτσα।Πριν κοντοζυγώσουν εις το σπίτι,φτάνουν μπρος σ' έν' άσπρο ρημοκλήσι।-Μια στιγμή καρτέρει, αδερφούλα,ως να πάου στ΄ άσπρο ρημοκλήσι,το χρυσό δαχτύλι να ΄βρω μέσα,το χρυσό δαχτύλι, που μου χάθηστ΄αδερφού τους γάμους του μεσαίου।Και στο μνήμα πάει ο Γιαννάκης,και καιρό στεκόταν η Γελίτσα,και τον αδερφό της καρτερούσε।

Page 21: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Καρτερούσε κι ύστερα μονάχη,το παιδί το Γιάννη πάει να 'βρει।Μπρος στην εκκλησία βλέπει τάφους,έγκαιρα σκαμμένους ένα πλήθος,και στον ταφ' απάνω τ΄ αδερφού τηςπόνος κοφτερός τηνε θερίζει।

Πάει στ' άσπρο σπίτι της τρεχάτηκαι να κράζει κούκος μέσα ακούει।κείνο λάλημα δεν ήταν κούκου,μον' της μάνας ήταν μοιρολόγι।Έσυρ' απ' τον άσπρο το λαιμό της,έσυρε στριγκή φωνήν η κόρη।

-Άνοιξε τη θύρα, δόλια μάνα।Κι αποκρίθ' η μάνα από μέσα।-Πήγαινε Πανούκλα του Κυρίου!Όλοι οι εννιά μου γιοί πεθάναν,ήρθες και τη γριά να πάρεις μάνα;Και της αποκρίνετ΄ η Γελίτσα।-Άνοιξε τη θύρα, δόλια μάνα,δεν είν΄ η Πανούκλα του Κυρίου,μον΄η ακριβή σου είναι κόρη।

Τρέχει και τη θύρα ανοίγ΄ η μἀνα,δέρνεται, στενάζει σαν τον κούκο,σφιχταγκαλιάζονται κι οι δύο,και νεκρές κι οι δύο πέφτουν χάμω. 

Page 22: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Διαφορές

Στο ελληνικό ποίημααναφέρεται σε ένα κορίτσι την Αρετή .Η μητέρα της θέλει να την δώσει στα ξένα ενώ τα άλλα της

αδέρφια δεν θέλουν να δώσουν την μονάκριβη αδερφή τους.Ο μικρότερος γιος είναι ονομαζόμενος με το όνομα Κωνσταντής

είναι πολύ αρνητικός με αυτήν την απόφαση της μητέρας του. Στο σέρβικο ποίημα κάνει αναφορά στην μονάκριβη Γελίτσα.Η μητέρα της προτιμάει να την δώσει σε έναν χωριάτη ενώ τα

αδέρφια της θέλουν να την πάρει κάποιος ξένος από άλλη χώρα.

Τον μικρό της αδερφό τον λένε Γιαννάκη ο οποίος όταν την συναντάει μετά από πολύ καιρό της προτείνει να μην γυρίσει πίσω μαζί του, ενώ στο ελληνικό δεν γίνεται τέτοια αναφορά.

Page 23: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Ομοιότητες

Και στα δύο τα αποσπάσματα γίνεται αναφορά σε εννιά γιους και μία κόρη. Η κόρη πηγαίνει στα ξένα παρά την αντίδραση των αδερφών της .Όλα της τα αδέρφια πεθαίνουν και η μητέρα μένει μόνη της . Ο μικρότερος της αδερφός εμφανίζεται μπροστά της και την πηγαίνει στο σπιτικό της . Εκεί συναντά την μητέρα της μετά από πολύ καιρό και αφού αγκαλιάζονται πεθαίνουν μαζί

Page 24: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Η κόρη και τ’ αδέρφια της(μια ακόμη σέρβικη παραλλαγή

Μάνα με τους εννιά τους γιους και με τη μια την κόρη

την κόρη τη μονάκριβη, την πολυαγαπημένη

τους τάιζεν και τους πότιζεν, ώσπου να μεγαλώσουν.

Φτάσαν οι γιοι της για γαμπροί κι η κόρη της για νύφη,

κι ήρθαν να τη γυρέψουνε οι τρεις προξενητάδες. [...]

Στο κοιμητήρι είδεν εννιά και νιόσκαφτους τους τάφους

και το μαντάτο το πικρό δαγκάει τα σωθικά της,

που ο Γιόβαν πάει στου Χάροντα, με τ’ άλλα της τ’ αδέρφια.

Ευθύς κι αμέσως κίνησε στο σπίτι της να φτάσει,

κι έφτασε μόνη κι έρημη στη θύρα την κλεισμένη

κι ακούει κοράκους κρώζουνε, κοράκους και θρηνούνε.

Page 25: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Κι ουδέ κοράκοι κρώζουνε, κοράκοι ουδέ θρηνούνε

μόν’ είναι ο θρήνος ο γοερός της γερασμένης μάνας. [...]

«Σήκω, μανούλα μου, άνοιξε, σήκω γλυκιά μου μάνα,

δεν είμαι ο πικροχάροντας, η θυγατέρα σου είμαι

κι ήρθα κοντά σου, η Γέλιτσα, από τους ξένους τόπους. [...]

Κατέβηκεν η μάνα της, την πόρτα της ανοίγει [...]

κι οι δυο στη γης επέσανε, κι οι δυο ξεψυχισμένες.

(μτφρ. Ηλίας Λάγιος – Ισμήνη Ραντούλοβιτς )

Page 26: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΝΑ

Ευγενία Μπαλαούρα (Α2)

Αλβανία

Page 27: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Κωνσταντής και Δοκίνα

Ανήμερα το Μέγα Πάσχα

σφάξαν βόδι στο χωριό,

πήγα πήρα μιαν οκά

το’ ριξα στον τέντζερη.

Βγήκα μέχρι την αυλή,

για να φέρω κούτσουρα,

να σου, ήρθε ένα στοιχειό

κι έπεσε στον τέντζερη

και φαρμάκωσε τους γιους μου,

εννιά γιους κι εννιά νυφάδες

κι εννιά με τα μωρά τους.

Μου αδειάσαν εννιά κούνιες,

μου καήκαν εννιά προίκες,

εννιά όπλα βουβαθήκαν.

Κωσταντή, κακό ν’ ακούσεις

που την πάντρεψες στα ξένα

τη Δοκίνα μας, αλάργα

πέρα από τρία βουνά.

Ανήμερα το Μέγα Πάσχα

η Δοκίνα χόρευε.

Ο Κωσταντής βγήκε απ’ τον τάφο,

άλογο του έγιν’ η πέτρα,

και το χώμα σέλα του,

τρέχοντας πάει στη Δοκίνα.

—Καλώς ήρθες, αδερφέ μου.

Αν μου ήρθες για καλό,

να ντυθώ σαν γερακίνα,

κι αν μου ήρθες για κακό,

να ντυθώ σαν καλογριά.

Page 28: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

—Έλα, αδερφή, ως είσαι.

Στ’ άλογο την ανεβάζει,

τα πουλιά στο δρόμο λέγαν:

— Τσιλιβίου, βίου, βίου

τη Δοκίνα μας, αλάργα

ίσως να ‘ναι ο αγέρας.

—Είδατε; Δεν είδατε;

Περπατάει λευκή πουλάδα

η ζωντανή με τον νεκρό.

Φτάσανε στην εκκλησία:

—Πήγαινε εσύ, Δοκίνα,

εγώ πάω στο άγιο βήμα,

το ‘χω εκεί το σπίτι μου.

Πήγε χτύπησε την πόρτα:

—Ποιος να είναι που χτυπάει;

Μήπως μια κακιά γυναίκα,

μήπως η ίδια η χολέρα,

που μου πήρε τα παιδιά μου;

—Μάνα, άνοιξε την πόρτα,

η μοναχοκόρη σου είμαι.

—Και ποιος σ’ έφερε, Δοκίνα;

—Μ’ έφερε ο Κωνσταντίνος.

—Τι μου λες, ο Κωνσταντίνος,

τρία χρόνια μες στο χώμα

και δεν έλιωσε ακόμα;

Στο κατώφλι η μια κι η άλλη

σπάσαν σαν κρασιού φιάλη.

(μτφρ. Ανδρέας Ζαρμπαλάς, σελ. 111-112)

Page 29: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Ομοιότητες

Απουσία πατέρα, μια μάνα, εννιά γιοι, μια μοναχοκόρη.

Κεντρικός ήρωας → Κωνσταντής Κατάρα μάνας στο γιο και επιθυμία του

Κωνσταντή να σώσει την αδερφή του(αν και νεκρός) εκπληρώνοντας την υπόσχεσή του.

Σχετικά απλό και κατανοητό λεξιλόγιο. Και τα δύο κείμενα κλείνουν με την εικόνα

θανάτου μάνας και κόρης στην πόρτα του σπιτιού τους.

Page 30: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Διαφορές

ελληνικό κείμενο(1) - αλβανικό κείμενο(2) Διαφορετικά ονόματα πρωταγωνιστών: Κωνσταντής και

Αρετή(1), Κωνσταντής και Δοκίνα(2). Στο κείμενο (2) γίνεται αναφορά σε νύφες και εγγόνια ενώ στο

(1) παρουσιάζει μόνο εννιά γιους(και την μοναχοκόρη). Τα σχόλια των πουλιών στο (2) κείμενο είναι συνοπτικά και

ελάχιστα ενώ στο (1) οι παρατηρήσεις τους(των πουλιών) είναι πιο έντονες και αναλυτικές.

Ακριβής χρόνος στο (2) κείμενο: περίοδος του Πάσχα, αντίθετα με το (1) που δεν γνωρίζουμε ακριβώς τη χρονική περίοδο που γίνονται τα γεγονότα.

Το κείμενο (1) παρουσιάζει τα γεγονότα πιο αναλυτικά και περιγράφει με περισσότερες λεπτομέρειες την ιστορία. Από την άλλη το κείμενο (2) είναι σύντομο και ελλειπτικό. Περιγράφει τα γεγονότα περιληπτικά και με συνοπτικότητα.

Page 31: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

ΜΑΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΝΝΙΑ ΤΟΥΣ ΓΙΟΥΣ

Άννα Μπατσίλα (Α2)

Β. Ήπειρος

Page 32: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Β. Ήπειρος

Μάνα με τους εννιά τους γιους και τις εννιά νυφάδες,είχε και την Αρετώ της μοναχοθυγατέρα,την κόρη τη μονάκριβη, την πολυαγαπημένητην είχε δώδεκα χρονών και ο ήλιος δεν την είδε.

Στα σκοτεινά την έλλουζε, στα άφεγγα τη χτενίζειστ’ άστρι και τον αυγερινό έπλεκε τα μαλλιά της.Νύφη την εζητήσανε πολύ μακριά στα ξένα.Οι οχτώ αδερφοί δε θέλανε κι η μάνα της  δε θέλει.Ο Κώστας ο μικρότερος θέλει για να τη δώσει.

-Μάνα μου κι ας τη δώσομε την Αρετή στα ξένα,στα ξένα εκεί που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω,να χω κι εγώ παρηγοριά, να χω κι εγώ κονάκι,κι αν πάμε εμείς στην ξενιτιά ξένοι να μην περνούμε.-Φρόνιμος είσαι Κωνσταντή, μα άσχημα απεκρίθης!

Κι αν μο ρθει γιε μου θάνατος, κι αν μο ρθει γιε μ’ αρρώστιαΚι αν τύχει πίκρα ή χαρά, ποιος πάει να μου τη φέρει;-Βάνω τον ουρανό κριτή και τους άγιους μαρτύρους,αν τύχει πίκρα ή χαρά εγώ θα σου τη φέρω,το καλοκαίρι τρεις φορές και το χειμώνα πέντε!

Και δώσανε την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα.Και σαν την επαντρέψανε την Αρετή στα ξένα,Ήρθανε χρόνοι δίσεχτοι, πικροί, φαρμακωμένοι,Ήρθανε μήνες οι κακοί κι εβδομάδες μαύρεςΑπέθαναν οι εννιά οι γιοι και οι εννιά νυφάδες.

Page 33: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

‘Έμεινε η μάνα μοναχή σαν καλαμιά στον κάμπο.Σ’ όλα τα μνήματα έκλαιγε, σ’ όλα μοιρολογούσε,στου Κωνσταντίνου το μνημείο τραβούσε τα μαλλιά της:-Ανάθεμα σε, Κωνσταντή, και τρισανάθεμά σε,που μο ‘δωκες την Αρετή πολύ μακριά στα ξένα,

το τάξιμο που μο ‘δωσες πότε θα το πληρώσεις;Τον ουρανό ‘βαλες κριτή και τους αγίους μαρτύρους,Αν τύχει πίκρα ή χαρά να πας να μου τη φέρεις.Από τα τρισανάθεμά κι απ τη βαριά κατάρα,η γη ανατινάχτηκε κι ο Κωνσταντίνος βγήκε.

Ρίχνει την πέτρα σε μεριά, το χώμα από την άλλη,Κάνει το σύννεφο άλογο και το άστρο χαλινάρικαι το φεγγάρι συντροφιά να πάει να τη φέρει.Παίρνει τα όροι πίσω του και τα βουνά μπροστά τουπολλά ποτάμια πέρασε και κάμπους με λουλούδια.

Στο δρόμο όπου πήγαινε, στο δρόμο που πηγαίνειπαρακαλούσε κι έλεγε, παρακαλεί και λέγει:Να έβρισκα την Αρετή εκεί που να χορεύει,τρεις δίπλες να ναι ο χορός κι η Αρετή στη μέση.Κι όπως επαρακάλεσε έτσι και πάει την ήβρε:

Page 34: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Τρεις δίπλες ήταν ο χορός κι η Αρετή στη μέση.Από μακριά τη χαιρετά και από κοντά της λεει:-Άιντε αδερφή να φύγομε στη μάνα μας να πάμε!-Αλίμονο αδερφάκι μου και τ είναι τούτη ώρα;Κώστα μ αν ήρθες για καλό, να έρθω όπως είμαι,

αν ήρθες για παρηγοριά, τα μαύρα να φορέσω-Έλα, Αρετή να φύγομε κι ας είσαι όπως είσαι.Κοντολυγίζει το άλογο στα κάπουλα τη βάνει.Βέργα δίνει στο άλογο κι αυτό το δρόμο παίρνει.Στο δρόμο που πηγαίνανε πουλάκια κελαηδούσαν,

δεν κελαηδούσαν σαν πουλιά κι ούδε σα χελιδόνια,μωρ κελαηδούσαν κι έλεγαν ανθρώπινη κουβέντα:-Για ιδείτε εκεί τι γίνεται, παράξενο μεγάλο,πως περπατούν οι ζωντανοί με του απεθαμένους!Κι η Αρετή σαν τ άκουσε πολύ παραξενεύτη.

-Άκουσε, Κωνσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;-Πουλάκια ειν΄ και κελαηδούν, πουλάκια ειν΄κι ας λένε!Παρέκει που πηγαίνανε κι άλλα πουλιά τους λένε:-Ποιος είδε κόρη όμορφη να σέρνει ο πεθαμένος;-Παρέκει όπου διάβαιναν κι άλλα πουλιά τους λένε:

-Δεν είναι κρίμα και άδικο, παράξενο μεγάλονα περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους;-Άκουσες Κωνσταντίνε μου τι λένε τα πουλάκια;Πως περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους;-Απρίλης είναι και λαλούν και Μάης και φωλιάζουν.

Page 35: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

-Κώστα μου μυρίζεις γη, μυρίζεις χωματέλες.Φοβάμαι αδερφάκι μου, τις λιβανιές μυρίζεις.-Εχτές βράδυ επήγαμε πέρα στον Αι-Γιάννηκαι μας θυμιάτισε ο παπάς με περισσό λιβάνι.Και παρεμπρός που πήγαιναν κι άλλα πουλιά τους λένε:

-Για δες θάμα-πανάθεμα που γίνεται στον κόσμο,τέτοια πανώρια λυγερή να σέρνει ο πεθαμένος!Το άκουσε πάλι η Αρετή και ρίγησε η καρδιά της .-Άκουσες Κωνσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;-Άσε Αρέτω τα πουλιά και ας λένε ότι θέλουν.

-Πες μου που είν τα κάλλη σου, που ειν η λεβεντιά σου,και τα ξανθά σου τα μαλλιά και το όμορφο μουστάκι;-Έχω καιρό που αρρώστησα και πέσαν τα μαλλιά μου.Εκεί κοντά εκεί σιμά στην εκκλησία ζυγώνουν.Γυρίζει τότε ο Κωνσταντής και λεει της αδερφής του:

-Ξέχασα το μαντήλι μου πίσω στο Άγιο-Βήμα.Σείρε Αρέτω μ’, αμπροστά κι εγώ έρχομαι πίσω!Βαριά χτυπάει τ άλογο κι από μπροστά τις εχάθει.Κι ακούει την πλάκα να βροντά, το χώμα να βουίζει.Κινάει και πάει η Αρετή στο σπίτι μοναχή της.

Page 36: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Βλέπει του κήπους της γυμνούς, τα δέντρα μαραμένα,βρίσκει μπροστά στην πόρτα της χορτάρια φυτρωμένα,βλέπει το βάλσαμο ξερό, το καριοφίλι μαύρο,βλέπει και το βασιλικό πολύ μαραγκιασμένο,βρίσκει την πόρτα σφαλιστή και τα κλειδιά παρμένακαι τα σπιτοπαράθυρα βαριά μανταλωμένα.

Χτυπά την πόρτα δυνατά, τα παραθύρια τρίζουν,Τη μάνα της εφώναξε, τη μάνα της φωνάζει.-Ποιος είσαι εσύ που μου χτυπάς και μου φωνάζεις μάνα;Αν είσαι φίλη διάβαινε κι αν είσαι εχθρός μου φύγε.Κι αν είσαι ο πικροχάροντας άλλα παιδία δεν έχω.

Κι η δόλια η Αρετούλα μου είναι μακριά στα ξένα.-Σήκου, μανούλα, μ άνοιξε, σύκου, γλυκιά μου μάνα.-Ποιος είναι αυτός που μου χτυπά και μου φωνάζει μάνα;-Άνοιξε μάνα μου γλυκιά κι εγώ είμαι η Αρετή σου.-Αρετώ μου ποιος σε έφερε και ποιος θα λα σε πάρει;- Ο Κώστας, όπου μ έφερε αυτός θα λα με πάει!- Ο Κώστας μου απέθανε και γυρισμό δεν έχει.Ο Κώστας μου απέθανε και τα παιδιά μου όλα,αυτά τα πήρε ο χάροντας μαζί με τις νυφάδες……Κατέβηκε αγκαλιάστηκαν κι απέθαναν κι οι δυο.

 

Page 37: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Ομοιότητες

Κεντρικός ήρωας είναι ο Κωνσταντής. Η μάνα έχει εννιά γιους. Η πολυαγαπημένη κόρη είναι η Αρετή. Η Αρετή παντρεύεται στα ξένα. Ο Κωνσταντής δίνει όρκο στη μάνα ότι θα φέρει πίσω την

Αρετή σε περίπτωση που συμβεί κάτι δυσάρεστο. Μετά την παντρειά της Αρετής ακολουθούν δύσκολα χρόνια, τα

υπόλοιπα παιδιά της μάνας πεθαίνουν και αυτή μένει μόνη. Ο Κωνσταντής εκπληρώνει την υπόσχεση που έδωσε και φέρνει

πίσω την Αρετούλα. Τα πουλάκια βρίσκουν λαλιά και απορούν με το παράδοξο

γεγονός ενός πεθαμένου να βαδίζει πλάι σε μια ζωντανή. Μάνα και κόρη μόλις συναντιούνται αγκαλιάζονται και

πεθαίνουν μαζί.

Page 38: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Διαφορές

Στην παραλογή της Β.Ηπείρου η μάνα έχει και εννιά νύφες.Στην παραλογή του βιβλίου ο Κωνσταντής φαίνεται να

είναι ο μεγαλύτερος, ενώ σε αυτή της Β.Ηπείρου είναι ο μικρότερος από τους γιους.

Στην παραλογή της Β.Ηπείρου ο Κωνσταντής βρίσκει την Αρετή στη μέση του χορού, ενώ σε αυτή του βιβλίου την βρίσκει να χτενίζεται έξω στο φεγγάρι.

Στην παραλογή του βιβλίου ο Κωνσταντής μόλις φτάνουν στην εκκλησία χάνεται από μπροστά της, ενώ σε αυτή της Β.Ηπείρου της λέει ότι ξέχασε το μαντήλι του μέσα στο Άγιο Βήμα, γι’ αυτό την παροτρύνει να πάρει αυτήν πρώτα τον δρόμο για το πατρικό τους και έπειτα θα πάει κι αυτός.

Page 39: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Πηγές

https://ohifront.wordpress.com/2013/11/09/t%CE%BF-%CF%84%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BF%CF%8D%CE%B4%CE%B9-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BD%CE%B5%CE%BA%CF%81%CE%BF%CF%8D-%CE%B1%CE%B4%CE%B5%CE%BB%CF%86%CE%BF%CF%8D/

http://arcadia.ceid.upatras.gr/arkadia/culture/topics/ac01.htm

Page 40: Το τραγούδι του νεκρού αδελφού  στα βαλκάνια

Η εργασία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο πολιστιστικού προγράμματος στο ΓΕΛ Κ. Μηλιάς Πιερίας.

Τίτλος προγράμματος

«Κοινά πολιτιστικά στοιχεία των λαών των Βαλκανίων στην τέχνη και τον πολιτισμό»

(2014-2015)