2
Ταυτότητα
∆ιεύθυνση:
Αιµιλία Ιωαννίδου, Νοµικός, Συντονίστρια Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α
Αρχισυνταξία:
Χαράλαµπος Καραµπέλης, τελειόφοιτος Νοµικής Σχολής Αθηνών
Ανδρέας Φούρκας, Νοµικός.
Σε αυτό το τεύχος συνεργάσθηκαν οι:
Αντώνης Αντωνόπουλος, Νοµικός
Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, Νοµικός
∆ήµητρα-Αγγελική Αρώνη, Νοµικός
Ήρα Βαλσαµάκη, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
Αικατερίνη Βασιλείου, απόφοιτος τµήµατος ΜΜΕ Πανεπιστηµίου
Αθηνών
Ισαβέλλα Βασιλογεώργη, φοιτήτρια Νοµικής Σχολής Αθηνών
Τριαντάφυλλος Γκούβας, Νοµικός
Ελένη ∆ηµάκου, φοιτήτρια Νοµικής Σχολής Αθηνών
Χριστίνα-Σωτηρία ∆ηµοπούλου, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
Σπύρος ∆ρόσος, τελειόφοιτος Νοµικής Σχολής Αθηνών
Στάθης Ευσταθίου, Νοµικός
Σπυριδούλα Ζάχαρη, φοιτήτρια τµήµατος Πολιτικής Επιστήµης ΕΚΠΑ
Αιµιλία Ιωαννίδου, Νοµικός
Χαράλαµπος Καραµπέλης, τελειόφοιτος Νοµικής Σχολής Αθηνών
Ηλίας Κουβαράς, Νοµικός
Γεωργία Κουτσούκου, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
3
Άννη Κρητικού, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
Ευγενία Λαδά, φοιτήτρια Νοµικής Σχολής Αθηνών
Ελένη-Ναυσικά Μαυρίδου, φοιτήτρια Νοµικής Σχολής Αθηνών
Μαρία Νηφάκου, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
Μαρίζα Πλέσσα-Παπαδάκη, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
Ζωή Σακελλιάδου, φοιτήτρια Νοµικής Σχολής Αθηνών
Αθηνά Σαµαρά, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
∆ήµητρα Σουλελέ, φοιτήτρια Νοµικής Σχολής Αθηνών
Παυλίνα Σπανού, Νοµικός
Γεώργιος Σταµαδιάνος, τελειόφοιτος Νοµικής Σχολής Αθηνών
Κυριακή Σταµαδιάνου, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών
Ειρήνη Ταµβάκη, φοιτήτρια Νοµικής Σχολής Αθηνών
Ανδρέας Φούρκας, Νοµικός
4
Περιεχόµενα
1. Χαιρετισµός της Προέδρου του ΙΜ∆Α, Οµ. Καθηγήτριας κας Αλ.
Γιωτοπούλου Μαραγκοπούλου…………………………………………8
2. Μήνυµα της Συντονίστριας της Οµάδας Νέων, Αιµιλίας
Ιωαννίδου………………………………………………………………10
3. Editorial……………………………………………………………...12
4. Ειδήσεις από την Οµάδα Νέων……………………………………..14
4.1. 30. 5. 2007: Παρουσίαση του πρώτου βιβλίου της σειράς της
Οµάδας Νέων, υπό τον τίτλο: «Η παιδική πορνογραφία στο
διαδίκτυο»……………………………………………………………...14
4.2. 27. 3. 2007: Εκδήλωση ΙΜ∆Α στη µνήµη του Γιάννη Ε.
∆ιακογιάννη…………………………………………………………….17
4.3. 8. 6. 2007: Κύκλοι συζητήσεων: «Το Κοσσυφοπέδιο στη δίνη των
διεθνών γεωπολιτικών εξελίξεων»……………………………………19
4.4. 4. 5. 2007: Κύκλοι συζητήσεων: «Η εργασία και τα δικαιώµατα
του Ανθρώπου»………………………………………………………...23
4.5. 2. 3. 2007: Κύκλοι συζητήσεων: «Τα παιδιά-στρατιώτες»…….27
4.6. 1. 12. 2006: Κύκλοι συζητήσεων: «Οι τάσεις νοµιµοποίησης των
βασανιστηρίων στα πλαίσια των τρεχουσών «αντιτροµοκρατικών»
πρακτικών»…………………………………………………………….29
5
4.7. 9. 3. 2007: Παρουσίαση διεθνών θεσµών προστατευτικών των
δικαιωµάτων του ανθρώπου: Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο
∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου…………………………………………33
5. Οµιλίες……………………………………………………………….37
5.1. Παρουσίαση του πρώτου βιβλίου της σειράς της Ο. Ν., υπό τον
τίτλο: «Η παιδική πορνογραφία στο διαδίκτυο»…………………….37
5.1.1. Αιµιλία Ιωαννίδου, Νοµικός, Συντονίστρια Ο. Ν. ΙΜ∆Α…….37
5.1.2. Τριαντάφυλλος Γκούβας, Νοµικός, µέλος Ο. Ν. ΙΜ∆Α………47
5.1.3. Χριστίνα-Σωτηρία ∆ηµοπούλου, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής
Αθηνών, µέλος Ο. Ν. ΙΜ∆Α…………………………………………...58
5.2. Εκδήλωση στη µνήµη του Γιάννη Ε. ∆ιακογιάννη, 27. 3. 2007.
∆ηµόσια συζήτηση: «Κυπριακό: Εµπόδια και προοπτικές»………..63
5.2.1. Αιµιλία Ιωαννίδου, Νοµικός, Συντονίστρια Ο. Ν. ΙΜ∆Α…….63
6. Αρθρογραφία………………………………………………………...73
6.1. «Η δίκη και η εκτέλεση του Σαντάµ Χουσεϊν», της Γεωργίας
Κουτσούκου…………………………………………………………….73
6.2. «Η κατάσταση που επικρατεί στις φυλακές του Γκουαντάναµο»,
της Γεωργίας Κουτσούκου…………………………………………....98
6..3. «Η Έκθεση του πρώην Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα
∆ικαιώµατα του Συµβουλίου της Ευρώπης Alvaro Gil-Robles για την
Ελλάδα. Μια περίληψη», του Ανδρέα Φούρκα…………………….108
6.4. «Η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγµατος· Το µέλλον
των ανωτάτων σπουδών στην Ελλάδα», του Χαράλαµπου
Καραµπέλη……………………………………………………………115
6.5. «Το ακαδηµαϊκό άσυλο: σύγχρονες προκλήσεις σε ένα
διαχρονικό ζήτηµα», της Ισαβέλλας Μ. Γ. Βασιλογεώργη………...133
6
6.6. «Μάρτιος 2006: Ένας µήνας που συγκλόνισε τη Γαλλία», του
Στάθη Ευσταθίου……………………………………………………..147
6.7. «Κάµερες στους δρόµους της Αττικής», του Γεωργίου
Σταµαδιάνου…………………………………………………………..154
6.8. «Το απόρρητο των τηλεπικοινωνιών στην υπόθεση των
υποκλοπών», του Ανδρέα Φούρκα…………………………………..164
7. Νοµολογία…………………………………………………………..175
7.1. Περίληψη απόφασης της 24. 5. 2007 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Ζελίλοφ
εναντίον Ελλάδος, της Ισαβέλλας Βασιλογεώργη…………………..175
7.2. Περίληψη απόφασης της 02. 11. 06 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Παύλου
Σερίφη κατά της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας, της Ευγενίας Λαδά…..180
7.3. Περίληψη απόφασης της 19. 09. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Kabasakal
και Atar κατά Τουρκικής ∆ηµοκρατίας, του Γεωργίου
Σταµαδιάνου…………………………………………………………..183
7.4. Περίληψη αποφάσεων της 10. 8. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί των υποθέσεων
Ντόµπρεφ εναντίον Βουλγαρίας (Dobrev v. Bulgaria) και Ιορντάνοφ
εναντίον Βουλγαρίας (Yordanov v. Bulgaria), του Κωνσταντίνου
Αντωνόπουλου………………………………………………………...186
7.5. Περίληψη απόφασης της 27. 07. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Kaja κατά
Ελλάδος, της Άννης Κρητικού………………………………………190
7.6. Περίληψη απόφασης της 7. 3. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Evans
7
εναντίον Ηνωµένου Βασιλείου, της Ισαβέλλας Μ. Γ.
Βασιλογεώργη………………………………………………………...192
8. Σκέψεις……………………………………………………………..197
8.1. «Σκέψεις µε αφορµή µια οµιλία», της Χριστίνας-Σωτηρίας
∆ηµοπούλου…………………………………………………………...197
9. Παράρτηµα………………………………………..………………..201
9.1. Ψήφισµα κατά των προληπτικών
πολέµων………………………………………………….……............201
9.2. Ψήφισµα κατά των βασανιστηρίων στο πλαίσιο των τρεχουσών
αντιτροµοκρατικών πρακτικών……………………………………..205
9.3. Ψήφισµα για την προστασία των δικαιωµάτων της
ελληνορθόδοξης µειονότητας της Κωνσταντινούπολης, της Ίµβρου
και της Τενέδου, εξ αφορµής της απόφασης του Ε∆∆Α στην υπόθεση
της Μεγάλης του Γένους Σχολής κατά
Τουρκίας………………………………………………………………211
9.4. Ψήφισµα για το
περιβάλλον…………………………………………………………….216
Ψήφισµα κατά της παράνοµης αστυνοµικής βίας………………….220
9.5. Η τραγωδία των πυρκαγιών… -Ψήφισµα µε προτάσεις για την
αντιµετώπισή τους……………………………………………………224
8
Χαιρετισµός της Προέδρου του ΙΜ∆Α, Οµ. Καθηγήτριας
Εγκληµατολογίας, κας Αλίκης Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου.
Καλή αρχή εύχοµαι εγκάρδια στο ηλεκτρονικό περιοδικό της Οµάδας Νέων του Ιδρύµατός µας!
Πρόκειται για µια σηµαντική προσπάθεια της Οµάδας που έχει ξεκινήσει
το 2003 και εξελίσσεται µε επιτυχία τόσο από άποψη επιστηµονική όσο
και από αγωνιστική. Και τα δύο αυτά το Ίδρυµά µας θεωρεί απαραίτητο
να συνδυάζονται.
Ο δύσκολος αγώνας για την επικράτηση των Αρχών και Κανόνων των
∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου (∆Α) απαιτούν στις µέρες µας αυξηµένη
προσπάθεια, λόγω της κρίσης που διέρχονται τα ∆Α και της
συστηµατικής αποδυνάµωσης των µεγάλων διεθνών οργανισµών που
έχουν ταχθεί για την προώθηση και προστασία τους.
Αυτή η κατάσταση αφ’ ενός απαιτεί την πύκνωση των τάξεων των
οπαδών και µαχητών των ∆Α, αφ’ ετέρου την επιστηµονική γνώση
(κοινωνιολογική, πολιτική και νοµική) των σχετικών προβληµάτων, των
λόγων της κρίσης, των πραγµατικών στόχων και των µεθόδων των
πολεµίων τους. Αλλά και της σωστής αντίκρουσής τους.
Μέχρι τώρα οι νέοι επιστήµονες της οµάδας έδειξαν ζήλο και επίδοση
αξιοζήλευτη σ’ αυτό το έργο. Ελπίζω µε το ηλεκτρονικό περιοδικό τους
να διευρύνουν συνεχώς τον κύκλο, των ειλικρινών συναγωνιστών στον
καλό αγώνα προστασίας των ∆Α. Πάντως και η χώρα µας αλλά και ο
Κόσµος διψάει για διάδοση και εµπέδωση των ∆Α. Αυτά αποτελούν το
minimum ιδεολογικών αρχών και ρυθµιστικών κανόνων που εν τούτοις
9
είναι επαρκές για να µπορέσουν οι άνθρωποι να ζήσουν µια ζωή ειρηνική
και δικαιότερη για όλους. Ανέχεται κάθε ιδεολογική απόκλιση, πολιτική,
θρησκευτική, πολιτιστική, αρκεί αυτή να σέβεται την αξία του
Ανθρώπου, του κάθε Ανθρώπου, χωρίς διακρίσεις. Και απαιτεί την από
όλους ίση απόλαυση όλων των δικαιωµάτων –ατοµικών, κοινωνικών,
συλλογικών– που δίνουν νόηµα στη ζωή µας, µια ζωή πραγµατικά άξια
του Ανθρώπου.
Η σχιζοφρενική κοινωνία µας υποφέρει γιατί έχει παραµερίσει αυτές τις
αρχές και αυτούς τους κανόνες, που τους πολλαπλασιάζει στο χαρτί και
τους καταργεί στην πράξη.
Εύχοµαι εσείς οι σηµερινοί νέοι να παραδώσετε µια κοινωνία σ’ αυτούς
που θα σας διαδεχθούν καλύτερη από αυτήν που σας παραδίνουµε εµείς.
Το περιοδικό σας πιστεύω ότι θα τοποθετεί συστηµατικά και ακούραστα
µερικά µικρά αλλά γερά λιθαράκια για την ανοικοδόµηση αυτού του
καλύτερου κόσµου.
Αθήνα, Ιούλιος 2007
10
Μήνυµα της Συντονίστριας της Οµάδας Νέων, Αιµιλίας Ιωαννίδου,
Νοµικού
Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια από την ίδρυση της Οµάδας Νέων του
ΙΜ∆Α, και στο πέρασµά τους, ο µικρός αρχικός πυρήνας έχει πια δώσει
τη θέση του σε µία ευρύτατη οµάδα ανήσυχων νέων ανθρώπων, που
µέσα στη σκοτεινιά µιας εποχής κυριαρχούµενης από τον ατοµισµό, την
εγωπάθεια, την ιδιοτέλεια, την έκπτωση αρχών και αξιών και την
έλλειψη κοινωνικής αλληλεγγύης, µιας εποχής που βλέπει την αξία του
ανθρώπου να καταβαραθρώνεται ξανά µετά από αιώνες και βρήκε
συνάµα τους λαούς ανήµπορους ν’αντιδράσουν, ανήµπορους
ν’αντισταθούν στη λαίλαπα την καταστροφική που σαρώνει εδώ και
δεκαετίες ανθρώπους και φύση, είδαν ως επιτακτική αναγκαιότητα το
σεβασµό και την προστασία των δικαιωµάτων του ανθρώπου, κι ένιωσαν
την ανάγκη να υψώσουν τη φωνή τους, κραυγή αγωνίας κι οργής,
απέναντι σε κάθε τι που αναγκάζει τη συνείδηση όλων µας να σκύβει
ταπεινωµένη το κεφάλι.
Και όσο ο καιρός περνά, διαρκώς αναζητούµε νέους τρόπους έκφρασης
και κοινωνικής παρέµβασης. Οι δραστηριότητές µας σταδιακά
διευρύνθηκαν (και εξακολουθούν να διευρύνονται) και η προσπάθειά
µας, µέσα και από αντιξοότητες, απέδωσε καρπούς, που ελπίζουµε ότι
αποτελούν µιαν ελάχιστη, ψηγµατική συνεισφορά στην υπόθεση των
ανθρωπίνων δικαιωµάτων.
Το περιοδικό µας είναι ένας από αυτούς τους καρπούς, αποτέλεσµα
συστηµατικής, εργώδους προσπάθειας, που φιλοδοξεί να παρουσιάσει
µέσα από τις σελίδες του επίκαιρα αλλά και διαχρονικά θέµατα
δικαιωµάτων του ανθρώπου, όπως τα βλέπουν προβληµατιζόµενοι νέοι.
11
Στόχος µας είναι τόσο η απλή ενηµέρωση σχετικά µε ζητήµατα
δικαιωµάτων του ανθρώπου, όσο και η επιστηµονική πραγµάτευσή τους,
ώστε να προωθηθεί ο όσο το δυνατόν πιο σύµφωνος µε τις αρχές των
δικαιωµάτων του ανθρώπου χειρισµός των πολιτικοκοινωνικών
προβληµάτων. Παράλληλα, παρουσιάζονται και οι δραστηριότητες της
Οµάδας Νέων στο εκάστοτε συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα
διαµόρφωσης του κάθε τεύχους. Οι προπαρουσιασθέντες, τέλος, αυτοί
στόχοι αλληλοσυνδέονται στα πλαίσια του περιοδικού µας, ώστε να
προκύπτει ένα ενιαίο σύνολο, κατά το δυνατόν αρτιότερο, χρηστικότερο
και λειτουργικότερο.
Κλείνοντας, θα θέλαµε να ευχαριστήσουµε ιδιαίτερα την Πρόεδρο του
ΙΜ∆Α, Οµότιµη Καθηγήτρια κα Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου,
που στηρίζει και εµπνέει την προσπάθειά µας και µας εµφύσησε το πάθος
και τη θέληση να υπηρετήσουµε την υπόθεση των δικαιωµάτων του
ανθρώπου.
Ελπίζουµε ότι αυτή µας η προσπάθεια θα αποβεί ουσιαστική και γόνιµη!
Αιµιλία Ιωαννίδου
12
Editorial
Η Οµάδα Νέων του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου για τα ∆ικαιώµατα του
Ανθρώπου, βαθύτατα προβληµατιζόµενη γύρω από τις συνεχείς και
απροκάλυπτες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωµάτων ανά την
υφήλιο, αποφάσισε, µεταξύ των υπολοίπων δραστηριοτήτων της, να
προβεί στην έκδοση εντύπου ώστε να συνεισφέρει και µέσω αυτού στην
αφύπνιση γύρω από φλέγοντα και επίκαιρα, αλλά και διαχρονικά
ζητήµατα, ενδεικτικά της προαναφερθείσας κατάστασης.
Στο πρώτο σκέλος του τεύχους αυτού, το ενηµερωτικό, παρουσιάζονται
οι υπόλοιπες, πέραν του ιδίου του εντύπου, δραστηριότητες της Οµάδας
Νέων κατά µία δεδοµένη χρονική περίοδο. Οι δραστηριότητες αυτές
περιλαµβάνουν ενδεικτικά την έκδοση και παρουσίαση του πρώτου
βιβλίου της Οµάδας µας µε θέµα την παιδική πορνογραφία των ανηλίκων
στο διαδίκτυο, οργάνωση εκδηλώσεων-δηµοσίων συζητήσεων, σύνταξη
ψηφισµάτων κλπ.
Το δεύτερο σκέλος είναι αυτό της αρθρογραφίας. Προς την κατεύθυνση
αυτή, το παρόν τεύχος ασχολείται κατ’ αρχάς µε ζητήµατα του διεθνούς
δικαίου τα οποία είτε ανεφύησαν το τελευταίο χρονικό διάστηµα στο
διεθνές πεδίο, όπως το ζήτηµα της δίκης και της εκτέλεσης του Σαντάµ
Χουσεϊν, είτε αποτελούν διαχρονικά φαινόµενα προς προβληµατισµό,
όπως αυτό της απάνθρωπης µεταχείρισης των κρατουµένων στο
Γκουαντάναµο.
Από την άλλη πλευρά, σε εθνικό επίπεδο, µας απασχόλησαν οι πλέον
πρόσφατες εξελίξεις γύρω από την ακαδηµαϊκή ελευθερία και την
ελευθερία της παιδείας, όπως αυτές της προβληµατικής σχετικά το
13
ακαδηµαϊκό άσυλο, αλλά και της ενδεχόµενης αναθεώρησης του άρθρου
16 του Συντάγµατος. Εξίσου σηµαντικό θεωρήσαµε το ζήτηµα του
απαραβιάστου της ιδιωτικής ζωής και του απορρήτου των επικοινωνιών
εξ' αφορµής αφενός νοµοθετικών µεταρρυθµίσεων που
πραγµατοποιήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και αφετέρου ανησυχητικών
παραβιάσεων των ως άνω δικαιωµάτων σε εθνικό επίπεδο (υποκλοπές-
τοποθέτηση καµερών στην Αττική).
Ακολουθεί η παρουσίαση διαγραµµατικών περιλήψεων προσφάτων
αποφάσεων του Ευρωπαϊκού ∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων,
µε στόχο την ενηµέρωση των αναγνωστών µας για την έκδοσή τους και
την συνακόλουθη ευχερέστερη πρόσβαση σε αυτές.
Κλείνοντας, ας ελπίσουµε πως το πρώτο αυτό τεύχος του εντύπου µας,
θα αποτελέσει εφαλτήριο, τόσο για περαιτέρω προβληµατισµό γύρω από
τα θιγόµενα θέµατα, όσο και για συνέχιση των αναζητήσεών µας γύρω
από τις θεµελιώδεις ελευθερίες του ατόµου.
Οι Αρχισυντάκτες
Καραµπέλης Χαράλαµπος
Φούρκας Ανδρέας
14
4. Ειδήσεις από την Οµάδα Νέων
4.1. 30. 5. 2007: Παρουσίαση του πρώτου βιβλίου της σειράς της
Οµάδας Νέων, υπό τον τίτλο: «Η παιδική πορνογραφία στο
διαδίκτυο».
Στις 30 Μαϊου 2007, πραγµατοποιήθηκε στην αίθουσα «Ευρώπη» της
Νοµικής Βιβλιοθήκης η παρουσίαση του πρώτου βιβλίου της σειράς της
Οµάδας Νέων, υπό τον τίτλο: «Η παιδική πορνογραφία στο διαδίκτυο».
Η µελέτη αυτή αποτελεί µιαν απόπειρα προσέγγισης του φαινοµένου της
παιδικής πορνογραφίας στο διαδίκτυο, ενός φαινοµένου που διαρκώς
αποκτά µεγαλύτερες διαστάσεις, πλήττοντας βάναυσα τα θεµέλια της
κοινωνίας µας, τιτρώσκοντας ανεπανόρθωτα τις παιδικές ψυχές, και
συνεπώς διαµορφώνοντας νέες προκλήσεις για τον επιστήµονα, το
νοµοθέτη, το κοινωνικό σύνολο. Η Οµάδα Νέων του Ιδρύµατος
Μαραγκοπούλου για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου, συναισθανόµενη την
αναγκαιότητα της ευστοχότερης επιστηµονικής και κοινωνικής αντίδρασης
στις σύγχρονες εξελίξεις, επιδιώκει µε το εν λόγω πόνηµα να φωτίσει τις
διάφορες πτυχές του προβλήµατος της παιδικής πορνογραφίας στο
διαδίκτυο, τόσο από φαινοµενολογική άποψη (εκφάνσεις του φαινοµένου,
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, προφίλ δράστη και θύµατος, οικονοµική
διάσταση κ.ο.κ), όσο και από νοµική (διεθνές και ευρωπαϊκό νοµικό
πλαίσιο, η ελληνική εθνική ρύθµιση, εθνικές ρυθµίσεις τρίτων κρατών
καθώς και σχετικοί προβληµατισµοί), µε στόχο να καταστήσει ευρύτερα
γνωστές τις διαστάσεις του προβλήµατος και να συµβάλει στο σχετικό
επιστηµονικό διάλογο, καθώς και στις προσπάθειες αποτελεσµατικής
αντιµετώπισης του φαινοµένου από τους αρµοδίους φορείς.
15
Το βιβλίο παρουσίασαν οι:
Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου
Οµ. Καθηγήτρια Εγκληµατολογίας, Πρόεδρος ΙΜ∆Α
∆ιονύσης Σπινέλλης
Οµ. Καθηγητής Ποινικού ∆ικαίου, Πανεπιστήµιο Αθηνών, Τµήµα Νοµικής
Αγλαΐα Τσήτσουρα
Οµ. Καθηγήτρια, τ. ∆ιευθύντρια της ∆ιεύθυνσης Εγκληµατολογικών
Προβληµάτων του Συµβουλίου της Ευρώπης
∆ηµήτρης Κιούπης
Λέκτορας Ποινικού ∆ικαίου, Πανεπιστήµιο Αθηνών, Τµήµα Νοµικής
Αιµιλία Ιωαννίδου
Νοµικός, Συντονίστρια Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α
Τριαντάφυλλος Γκούβας
Νοµικός, Μέλος Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α
Χριστίνα ∆ηµοπούλου
Τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής Αθηνών, Μέλος Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α
Για τα πλήρη κείµενα των οµιλιών της Συντονίστριας της Οµάδας, Αιµιλίας
Ιωαννίδου, καθώς και των µελών της Οµάδας Τριαντάφυλλου Γκούβα και
Χριστίνας ∆ηµοπούλου, δείτε την ενότητα «Οµιλίες», σελ. 37 επ..
16
17
4.2. 27. 3. 2007: Εκδήλωση του ΙΜ∆Α στη µνήµη του Γιάννη Ε.
∆ιακογιάννη:
Στις 27 Μαρτίου 2007, το Ίδρυµα Μαραγκοπούλου για τα ∆ικαιώµατα του
Ανθρώπου πραγµατοποίησε εκδήλωση στη µνήµη του αειµνήστου µαχητή
της δηµοκρατίας, δηµοσιογράφου Γιάννη Ε. ∆ιακογιάννη. Η Οµάδα Νέων
του ΙΜ∆Α εκπροσωπήθηκε στην εκδήλωση µε οµιλία της Συντονίστριας,
Αιµιλίας Ιωαννίδου, στα πλαίσια της δηµόσιας συζήτησης υπό τον τίτλο:
«Κυπριακό: Εµπόδια και προοπτικές». Για το πλήρες κείµενο αυτής, δείτε
ενότητα «Οµιλίες», σελ. 63 επ..
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΕΚ∆ΗΛΩΣΗΣ
I. Γιάννης Ε. ∆ιακογιάννης, µαχητής της ∆ηµοκρατίας 09:30 Εισαγωγικά: Καθηγ. Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, Πρόεδρος ΙΜ∆Α 09:40 Η προσωπικότητα και το έργο του Γιάννη Ε. ∆ιακογιάννη Οµιλήτρια: Ντόρα Νταϊλιάνα, ∆ηµοσιογράφος 10:00 Ο Γιάννης Ε. ∆ιακογιάννης στο µυαλό και στην καρδιά µας Οµιλήτρια: Νάντια Βαλαβάνη, Συγγραφέας
ΙΙ. Προκήρυξη Βραβείων 10:20 Προκήρυξη βραβείων του ΙΜ∆Α από την Πρόεδρό του Καθηγ. Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου
ΙΙΙ. ∆ηµόσια Συζήτηση ΚΥΠΡΙΑΚΟ: ΕΜΠΟ∆ΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Πρωϊνή Συνεδρίαση
Προεδρία: Σωτήρης Μουσούρης, Αντιπρόεδρος ΙΜ∆Α, τ. Επίκουρος Γ. Γραµµατέας του ΟΗΕ
18
Εισηγήσεις:
10:30 Λουκής Λουκαΐδης, ∆ικαστής Ε∆∆Α 10:50-11:15 Καφές-διάλειµµα 11:15 Βάσος Λυσσαρίδης, τ. Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας, Πρόεδρος της Ε∆ΕΚ ε. τ. 11:40 Γεράσιµος Αρσένης, Βουλευτής, τ. Υπουργός 12:10 Συζήτηση 13:30 Λήξη της πρωινής συνεδρίασης
Απογευµατινή Συνεδρίαση Προεδρία: Γιώργος Σταυρόπουλος, µέλος του ∆.Σ του ΙΜ∆Α, Αντιπρόεδρος του Σ.τ.Ε. Εισηγήσεις:
18:30 Αναστάσιος Πεπονής, τ. Υπουργός 18:50 Περικλής Νεάρχου, ∆ιεθνολόγος, τ. σύµβουλος επί θεµάτων εξωτερικής πολιτικής του Ανδρέα Παπανδρέου 19:15 Παναγιώτης Λαφαζάνης, µέλος της Πολιτικής Γραµµατείας του Συνασπισµού, τ. Βουλευτής 19:35 Αιµιλία Ιωαννίδου, Νοµικός, Συντονίστρια της Οµάδας Νέων του ΙΜ∆Α 19:45 Συζήτηση 20:45 Συµπεράσµατα
19
4.3. Κύκλοι συζητήσεων
4.3.1. 8. 6. 2007: «Το Κοσσυφοπέδιο στη δίνη των διεθνών
γεωπολιτικών εξελίξεων»
Στις 8 Ιουνίου 2007, πραγµατοποιήθηκε συζήτηση µε θέµα την τρέχουσα
κατάσταση στο Κόσοβο. Το ζήτηµα του Κοσόβου αποτελεί ένα από τα
σηµαντικότερα από ιστορικής, διεθνολογικής και πολιτικής απόψεως
σύγχρονα παγκόσµια θέµατα που χρήζουν µελέτης και εµβάθυνσης. Οι
εισηγητές και παρεµβαίνοντες, µε γνώµονα την ανάγκη αυτή,
παρουσίασαν την εξέλιξη του ζητήµατος και τη σηµερινή κατάσταση µε
κριτική διάθεση.
Εισηγητές: Ζάχαρη Σπυριδούλα, Βασιλείου Κατερίνα, ∆ρόσος Σπύρος,
Πλέσσα-Παπαδάκη Μαρίζα.
Παρεµβαίνοντες: Μαυρίδου Ελένη-Ναυσικά, Πουρναρά Σεµέλη.
Υπεύθυνη υποοµάδας: ∆ηµοπούλου Χριστίνα-Σωτηρία.
Συντονισµός: Ιωαννίδου Αιµιλία
Περιλήψεις Εισηγήσεων
∆ρόσος Σπύρος -Εισαγωγή, ιστορικά στοιχεία και οριοθέτηση µε
βάση γεωγραφικά και ανθρωπογεωγραφικά στοιχεία, αναφορά σε
ιστορικά στοιχεία και στο σύστηµα διακυβέρνησης
Παρουσίαση του ιστορικού πλαισίου της κρίσης στο Κόσοβο µε πλέον
χαρακτηριστικά ορόσηµα την εµφάνιση του Απελευθερωτικού
Στρατού του Κοσόβου, τις επιθέσεις αυτού κατά σερβικών στόχων και
την αντίδραση του σερβικού στρατού και της αστυνοµίας.
20
Παρά τη µεσολάβηση τρίτων κρατών, οι µάχες µεταξύ των δύο πλευρών
εξακολουθούν να µαίνονται µε δεκάδες θυµάτων εκατέρωθεν. Η
αποτυχία των συνοµιλιών του Rambouillet και η αδυναµία εξεύρεσης
λύσης αποδεκτής και από τα δύο µέρη οδηγεί στο βοµβαρδισµό της
Γιουγκοσλαβίας από τις νατοϊκές δυνάµεις στις 24 Μαρτίου 1999 , ο
οποίος διαρκεί έως τις 11 Ιουνίου. Οκτώ χρόνια µετά, το ζήτηµα του
Κοσόβου παραµένει χαίνουσα πληγή των Βαλκανίων, ενώ η «λύση» που
διαφαίνεται, µετά την κατάθεση του σχεδίου Αχτισάαρι, συνίσταται
στην κήρυξη του Κοσόβου ως κράτους ανεξάρτητου.
Ζάχαρη Σπυριδούλα -Η στάση της ΕΕ και του ΟΗΕ απέναντι στο
θέµα του Κοσόβου κατά τη διάρκεια της ΝΑΤΟϊκής επίθεσης κατά
της Γιουγκοσλαβίας και η χρησιµοποίηση των µειονοτήτων ως
οχηµάτων για την επίτευξη πολιτικών στόχων.
Η εµπλοκή του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών και του Συµβουλίου
Ασφαλείας, ως κατ’ εξοχήν αρµοδίου οργάνου για τη διατήρηση της
διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, στο Κόσοβο ήταν αναπόφευκτη.
Εµπόδια ωστόσο που αναδύονται από το εσωτερικό του Συµβουλίου,
όπως το δικαίωµα της αρνησικυρίας, συνέβαλαν στο να περιοριστεί η
συµβολή του σε Ψηφίσµατα, τα οποία όµως δεν αποτελούσαν δραστικά
µέτρα για τον περιορισµό των εχθροπραξιών. Η συµβολή της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την άλλη πλευρά, δεν υπήρξε πιο
αποτελεσµατική από εκείνη του Ο.Η.Ε., αφού φάνηκε πιο διστακτική στη
λήψη µέτρων επί της κατάστασης.
21
Βασιλείου Κατερίνα -Αναφορά στα σηµαντικότερα γεγονότα που
στοιχειοθετούν την κρίση, δοσµένα µε χρονολογική σειρά, κείµενο µε
αριθµητικά στοιχεία που αφορούν στους πρόσφυγες, καθώς και η
στάση της κοινής γνώµης χωρών µελών του ΝΑΤΟ.
Η κρίση του Κοσόβου υπήρξε ένα σηµαίνον γεγονός στην νεότερη
ευρωπαϊκή ιστορία και ειδικότερα, τη βαλκανική. Έτσι, λοιπόν, κρίνεται
απαραίτητο για όλους όσους ζούµε και ευηµερούµε µέσα σε αυτή τη
µικρή πλην όµως, κοµβική σηµασίας «γειτονιά» να γνωρίζουµε την
ιστορική εξέλιξη της κρίσης και την χρονολογική σειρά των πιο
σηµαντικών γεγονότων που οδήγησαν στην πολεµική σύγκρουση µεταξύ
των αντιπαλων µερών. Άλλωστε, δεν µπορούµε να µιλάµε, να
ερευνούµε και να αναλύουµε την ιστορία, αν πρώτα δεν την γνωρίζουµε
αντικειµενικά και αµερόληπτα.
Πλέσσα-Παπαδάκη Μαρίζα -Σηµερινό καθεστώς, πολιτικές
προοπτικές
Ο σηµερινός πληθυσµός στο Κόσσοβο αποτελείται από αλβανόφωνους
κατοίκους και µία σερβική µειονότητα. Στο 92% των κατοίκων
υπολογίζονται οι Αλβανοί και στο 8% οι Σέρβοι. ∆ιπλωµάτες στις
επίσηµες εκθέσεις τους χαρακτηρίζουν την ευρύτερη περιοχή
"εύφλεκτη". Ο ειδικός απεσταλµένος του ΟΗΕ κ.Αχτισαάρι συνέταξε µία
πρόταση προς εξεύρεση λύσης στην περιοχή. Βάσει της συγκεκριµένης
πρότασης το Κόσσυφοπέδιο θα έχει τη δική του σηµαία, εθνικό ύµνο,
σύνταγµα, εκτελεστική, νοµοθετική και δικαστική εξουσία, ένοπλες
δυνάµεις του ΝΑΤΟ για τη φύλαξη των συνόρων και δικαίωµα ένταξης
στους διεθνείς οργανισµούς, όµως, το όλο εγχείρηµα τίθεται υπό την
22
εποπτεία µιας "διεθνούς οµάδας καθοδήγησης", ώσπου να εφαρµοστεί
πλήρως η συµφωνία για το τελικό καθεστώς, ενώ διατηρείται
επ'αόριστον η παρουσία της νατοϊκής δύναµης. Την πρόταση αυτή
επεξεργάστηκαν Αλβανόφωνοι Κοσσοβάροι και Σέρβοι και στη συνέχεια
κατετέθηκε στο Συµβούλιο Ασφαλείας προς ψήφιση. Πάντως, θα
µπορούσαµε να πούµε ότι ουσιαστικά η πρόταση αυτή θα οδηγήσει σε
ανεξαρτησία υπό διεθνή επιτήρηση.
23
4.3.2. 4. 5. 2007: «Η Εργασία και τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου.»
Την Παρασκευή 4η Μαΐου, οι κύκλοι των συζητήσεων γνώρισαν την
τρίτη τους αναφορά ~πέντε εισηγήσεις, και τρεις κατοπινές παρεµβάσεις,
της γενικής θεµατικής «Η Εργασία και τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου»,
προσέφεραν την σκιαγράφηση της τελευταίας, και την οικείωση της
Οµάδας, προς το πλέγµα των διατάξεων της νοµοθεσίας in corporο, a
fortiori ωστόσο, προς την πληµµέλεια, την έλλειψη την εντελή κάποτε,
της εφαρµογής της. Μία εισαγωγή γενική ~την περιγραφή των
δικαιωµάτων stricto sensu, ως των δικαιωµάτων περίπου του δικαίου του
εργατικού~, ακολούθησε η αποτίµηση της πραγµάτωσης in concreto της
διακήρυξης της ισότητας των φύλων ~των προβλέψεων de lege lata, της
εφαρµογής αυτών in factum. Η αναγκαιότητα της διασφάλισης των
δεδοµένων των προσωπικών του εργαζοµένου, η πολυµορφία έπειτα της
αγνόησής της, απασχόλησαν έτερη εισήγηση, την οποία διαδέχθηκε η
επισκόπηση της εργασίας της παιδικής ~της απαγόρευσής της de lege
lata, της φαινοµενολογίας κυριότερα της παραβίασης της απαγόρευσης
αυτής. Η εργασία κατόπιν οµάδων πληθυσµιακών ειδικών, ο µετανάστης
εργαζόµενος ιδία και inter alia, στοιχειοθέτησαν την τελική εισήγηση,
και τον λόγο διαδέχθηκαν οι παρεµβάσεις, ευστοχίας αµείωτης, η οποία
επέτεινε την κατανόηση του πλάτους των προβληµατικών.
Εισηγητές: Σουλελέ ∆ήµητρα, ∆ηµάκου Ελένη, Σπανού Παυλίνα,
Βαλσαµάκη Ήρα, Αρώνη Αγγελική-∆ήµητρα,
Παρεµβαίνοντες: Καζατζή Ελένη, Κόκκορη Φωτεινή, Τσαβδάρη Ελπίδα
Υπεύθυνη υποοµάδας: Νηφάκου Μαρία
Συντονισµός: Ιωαννίδου Αιµιλία
24
Περιλήψεις εισηγήσεων
Σουλελέ ∆ήµητρα -Εισαγωγική προσέγγιση -Τα δικαιώµατα του
εργαζοµένου από την οπτική του εργατικού δικαίου.
Στην εισήγηση γίνεται αναφορά στην ιστορική εξέλιξη του εργατικού
δικαίου. Εξετάζεται το εθνικό νοµικό πλαίσιο υπό την επιρροή του
ευρωπαϊκού δικαίου και των κυρωµένων από την Ελλάδα διεθνών
συνθηκών. Γίνεται αναφορά στα κατοχυρωµένα εργατικά δικαιώµατα
καθώς και στους οργανισµούς και οργανώσεις που δρουν σε εθνικό και
υπερεθνικό επίπεδο, και δη στη ∆ΟΕ, µε παράλληλη παράθεση
στατιστικών στοιχείων. Τέλος γίνεται αναφορά στην Εθνική Στρατηγική
για την Απασχόληση και την Πράσινη Βίβλο.
∆ηµάκου Ελένη -Η εργασία και η ισότητα των φύλων.
Η ισότητα των δύο φύλων στον εργασιακό χώρο, κατά τις τρεις
τελευταίες δεκαετίες, έχει γίνει αντικείµενο πολλών συζητήσεων και
νοµοθετήσεων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσµιο επίπεδο,
αποσκοπώντας στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και στην ίση
απόδοση ευκαιριών για όλους.
Από τη µία πλευρά, κύρια αιτήµατα των γυναικών είναι η ισάριθµη και
ισάξια απόδοση θέσεων εργασίας ~καθώς καταλαµβάνουν τα
µεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας~, η απόδοση ίσων µισθών για την ίδια
εργασία ~και όχι µικρότερων~ και τέλος η ουσιαστική αντιµετώπιση της
σεξουαλικής παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο.
Από την άλλη πλευρά, οι άνδρες απαιτούν την απόδοση αδειών
πατρότητας σε όλους ~καθώς προβλέπεται µόνο για δηµόσιους
25
υπάλληλους~ και την µη εκτέλεση στρατιωτικής θητείας ~εφόσον οι
γυναίκες δεν επωµίζονται κάτι ανάλογο.
Ωστόσο, σπουδαία βήµατα πραγµατοποιούνται σε εθνικό και δη σε
ευρωπαϊκό επίπεδο για την καταπολέµηση αυτής της ανισότητας. Τα
πλέον πρόσφατα εξ αυτών είναι η νέα κοινοτική Οδηγία 2006 που
προβλέπει την επαγγελµατική κατάρτιση και πρόσβαση των γυναικών
και οι τοµείς προτεραιότητας για τα έτη 2006 ~2010 που τέθηκαν από
την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων σε συζήτηση
για τον "Χάρτη Πορείας για την Ισότητα Ανδρών και Γυναικών". Τέλος,
σε εθνικό επίπεδο, αξιοσηµείωτος είναι ο Νόµος του 2002 περί "Ίσης
Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών στην Απασχόληση και
επαγγελµατική Εκπαίδευση" που απαγορεύει και καθιστά ποινικό
αδίκηµα σεξουαλική παρενόχληση που εκφράζεται "λόγω ή έργω" και το
"Πρόγραµµα ∆ράσης για την Ισότητα 2004 ~2008" για την αντιµετώπιση
των διακρίσεων εις βάρος των γυναικών στον τοµέα εργασίας.
Σπανού Παυλίνα -Η εργασία και το καθεστώς διασφάλισης των
προσωπικών δεδοµένων του εργαζοµένου.
Το δικαίωµα του πληροφοριακού αυτοκαθορισµού αποκτά βαρύνουσα
σηµασία στο πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων λόγω της ιδιαιτερότητας
της σχέσης εργοδότη~εργαζοµένου, η οποία θέτει σε αµφισβήτηση την
ελευθερία της οποιασδήποτε συναίνεσης του εργαζοµένου για
επεξεργασία προσωπικών του δεδοµένων. Ενόψει αυτού, η Αρχή
Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα εξέδωσε την υπ' αριθµ.
115 /2001 Οδηγία για την Προστασία των Προσωπικών ∆εδοµένων στο
πεδίο των εργασιακών σχέσεων. Η οδηγία καθορίζει τα ακραία όρια
εντός των οποίων ο εργοδότης~προϊστάµενος, ασκώντας το διευθυντικό
του δικαίωµα και δικαίωµα οργάνωσης της επιχείρησης, δικαιούται, κατά
26
την κείµενη νοµοθεσία, να επεξεργάζεται τα προσωπικά δεδοµένα των
εργαζοµένων. Ακόµη, η οδηγία εξειδικεύει τις γενικές αρχές του Νόµου
2472 /1997 σε συγκεκριµένες πρακτικές επεξεργασίας προσωπικών
δεδοµένων που απαντώνται σε εργασιακούς χώρους.
Βαλσαµάκη Ήρα -Η παιδική εργασία
Παρά τις προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο για την αντιµετώπιση και τον
περιορισµό της παιδικής εργασίας, το φαινόµενο εξακολουθεί να πλήττει
εκατοµµύρια παιδιών τόσο στις αναπτυσσόµενες όσο και στις
αναπτυγµένες χώρες. Οι διεθνείς συµβάσεις δεν εφαρµόζονται, µε
αποτέλεσµα ανήλικοι από 4 ετών να απασχολούνται σε απάνθρωπες και
επικίνδυνες συνθήκες. Στοιχεία του ∆ιεθνούς Οργανισµού Εργασίας
δείχνουν ενθαρρυντική µείωση των ποσοστών, ωστόσο σύµφωνα µε τη
Unicef 218000000 ανήλικοι παραµένουν παγιδευµένοι σε διάφορες
µορφές εργασίας
Αρώνη Αγγελική-∆ήµητρα -Ο εργαζόµενος µετανάστης και άλλες
ειδικές πληθυσµιακές οµάδες
Στην εισήγησή µου αναφέροµαι στις εθνικές πληθυσµιακές οµάδες και
ιδίως στην εργασία των κρατουµένων και στις µορφές επιβολής εργασίας
στους τελευταίους. Στη συνέχεια παρουσιάζω µια γενική εικόνα για την
παραβίαση των δικαιωµάτων των µεταναστών, παραθέτοντας σχετικές
ρυθµίσεις του εθνικού και κοινοτικού δικαίου καθώς και ορισµένες
διεθνείς συµβάσεις.
27
4.3.3. 2. 3. 2007: «Τα παιδιά-στρατιώτες»
Στις 2 Μαρτίου 2007, πραγµατοποιήθηκε στο Ίδρυµα Μαραγκοπούλου
για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου συζήτηση µε θέµα τα "παιδιά
στρατιώτες". Τα "παιδιά στρατιώτες" αποτελούν ένα κοινωνικό
φαινόµενο και, ταυτόχρονα, µία µορφή παιδικής κακοποίησης. Στόχος
των εισηγήσεων και των παρεµβάσεων ήταν η µελέτη των αιτίων και των
συνεπειών του φαινοµένου, η καταγραφή περιστατικών, η κριτική
έκθεση των απόψεων που έχουν διατυπωθεί αναφορικά µε το θέµα,
η παρουσίαση του νοµικού καθεστώτος που διέπει τα παιδιά-στρατιώτες
και η πρόταση λύσεων και πολιτικών δράσης.
Εισηγητές: Μαυρίδου Ελένη-Ναυσικά, Αντωνόπουλος Κωνσταντίνος,
Αντωνόπουλος Αντώνης, Κουβαράς Ηλίας.
Παρεµβαίνοντες: Αγγελή Μαρία, Κωτσιοπούλου Κατερίνα, Σκιαδοπούλου
Ευδοκία.
Υπεύθυνος υποοµάδας: Καραµπέλης Χαράλαµπος
Συντονισµός: Ιωαννίδου Αιµιλία
Περιλήψεις Εισηγήσεων
Μαυρίδου Ελένη-Ναυσικά -Η τρέχουσα κατάσταση και τα αίτια του
φαινοµένου
Η εισήγησή µου για τα παιδιά-στρατιώτες είχε να κάνει µε το ότι το
φαινόµενο είναι ανεπτυγµένο σχεδόν σε όλες τις ηπείρους του κόσµου
και όχι µόνο στις λεγόµενες υποανάπτυκτες. Τα παιδιά κατατάσσονται
είτε εθελοντικά, είτε µε το ζόρι. Οι λόγοι που συµβαίνει το πρώτο είναι
κυρίως η φτώχεια, η έλλειψη παιδείας και η αντίληψη ότι δεν υπάρχουν
28
εναλλακτικές επιλογές. Οι λόγοι που συµβαίνει το δεύτερο είναι βασικά
το ότι τα παιδιά αυτά είναι υπάκουα, δεν παραπονιούνται και δεν κρίνουν
αυτά που τους ζητούν να κάνουν, δεν έχουν συνήθως συνείδηση της
σοβαρότητας των πράξεών τους.
Αντωνόπουλος Κωνσταντίνος-Παιδιά-στρατιώτες, το νοµικό πλαίσιο
(α;)
Αντωνόπουλος Αντώνης -Παιδιά-στρατιώτες, το νοµικό πλαίσιο (β’)
Στην παρουσίαση µου πραγµατεύτηκα τις ρυθµίσεις των πρόσθετων
πρωτοκόλλων στη Σύµβαση της Γενεύης για τα παιδιά στρατιώτες
καθώς και την προβληµατική της κατώτερης ηλικίας στράτευσης, η
οποία σύµφωνα µε τη Σύµβαση για τα δικαιώµατα του Παιδιού είναι
πλέον τα 18 χρόνια, παρά τις αντίθετες ρυθµίσεις των πρωτοκόλλων.
Επιπλέον αναλύθηκε η προβληµατική των παιδιών στρατιωτών υπό το
πρίσµα του Καταστατικού του ∆ιεθνούς Ποινικού ∆ικαστηρίου, που
ορίζει την στρατολόγηση παιδιών κάτω των 15 χρόνων ως έγκληµα
πολέµου καθώς και την ποινική ευθύνη των ίδιων των παιδιών
στρατιωτών σε περίπτωση διάπραξης από αυτά εγκληµάτων που
υπάγονται στην rationae materiae δικαιοδοσία του δικαστηρίου.
Κουβαράς Ηλίας -Συνέπειες και πολιτικές προτάσεις
Τα παιδιά που βίωσαν την εµπειρία των εχθροπραξιών, παρουσιάζουν
στη συνέχεια απόλυτη αδυναµία να επανενταχθούν σε µια ειρηνική
κοινωνία. Αισθήµατα ανησυχίας, ψυχολογικές κρίσεις αποτυπώνονται σε
µια ολοκληρωτική συντριβή της αντίληψης περί ηθικής. Σε πολλές
29
περιπτώσεις δε οι ίδιοι τους οι γονείς αρνούνται να τα υποδεχτούν πίσω
υπό το φόβο της αντεκδίκησης απ’τους συγγενείς θυµάτων.
Η αντιµετώπιση του προβλήµατος ανάγεται σαφώς σε ζήτηµα πολιτικό,
οι δε επιµέρους τρόποι οφείλουν να σέβονται τις πολιτισµικές
ιδιαιτερότητες των πληθυσµών που αναµείχθηκαν στις συγκρούσεις.
4.3.4. 1. 12. 2006: «Οι τάσεις νοµιµοποίησης των βασανιστηρίων στα
πλαίσια των τρεχουσών «αντιτροµοκρατικών» πρακτικών».
Την 1η ∆εκεµβρίου 2006, πραγµατοποιήθηκε συζήτηση µε θέµα την
τάση νοµιµοποίησης των βασανιστηρίων στα πλαίσια των τρεχουσών
αντιτροµοκρατικών πρακτικών. Κατά τη συζήτηση αυτή παρουσιάστηκε
η τρέχουσα κατάσταση του φαινοµένου, το πλαίσιο απαγόρευσης χρήσης
βασανιστηρίων, τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές
πλαίσιο, ενώ παράλληλα πραγµατοποιήθηκε µια συγκριτική επισκόπηση
των εθνικών δικαίων πάνω στο ζήτηµα αυτό. Συµπερασµατικά,
καταλήξαµε πως θεωρείται αυτονόητη η ανεξαίρετη και καθολική
συµµόρφωση µε την αρχή της απαγόρευσης κάθε είδους βασανιστηρίων
και σκληρής, απάνθρωπης και εξευτελιστικής µεταχείρισης, όπως
άλλωστε προκύπτει και από το κείµενο σχετικού ψηφίσµατός µας.
Εισηγητές: Σταµαδιάνου Κυριακή, Σακελλιάδου Ζωή, Ταµβάκη Ειρήνη,
Σαµαρά Αθηνά.
Παρεµβαίνοντες: Λυρούδης Γεώργιος, Νικήτα Αλίν.
Υπεύθυνος υποοµάδας: ∆ηµοπούλου Χριστίνα-Σωτηρία
Συντονισµός: Ιωαννίδου Αιµιλία
30
Περιλήψεις Εισηγήσεων
Σταµαδιάνου Κυριακή -Η τρέχουσα κατάσταση (φαινοµενολογία): Ο
Νόµος των ΗΠΑ και γενικότερα η χρήση βασανιστηρίων, απαγωγών
και εξευτελιστικής µεταχείρισης ως µέσο για την καταπολέµηση της
τροµοκρατίας.
Η χρησιµοποίηση βασανιστηρίων δεν ειναι κάτι νέο. Το καινούργιο είναι
η νοµιµοποίησή τους που επιχειρείται µε το νέο νόµο των ΗΠΑ "Military
Commissions Act of 2006", ο οποίος δίνει στον Κύριο Μπους το
ελεύθερο να παραβιάζει τις διεθνείς συνθήκες για τη µεταχείριση των
κρατουµένων και νοµιµοποιεί κατ' ουσίαν τα βασανιστήρια ως µέθοδο
ανάκρισης.
Τα βασανιστήρια ως µέθοδος ανάκρισης λαµβάνουν χώρα µεταξύ
πλήθους άλλων χωρών σε Ρωσία, Κίνα, Ιαπωνία, Β.Κορέα, στη ναυτική
βάση των ΗΠΑ στο Γκουαντάναµο, αλλά και στην Ευρώπη.
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν το καθεστώς τροµοφοβίας που έχει
καταλάβει τον πλανήτη, ειδικά µετά το χτύπηµα της 11ης Σεπτεµβρίου,
και ότι οδηγούµαστε στη βαθµιαία αλλά σταθερά προϊούσα κατάργηση
των ανθρωπίνων δικαιωµάτων.
Σακελλιάδου Ζωή -Το ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο απαγόρευσης
χρήσης βασανιστηρίων.
Θέµα της εν λόγω εισήγησης ήταν το ∆ιεθνές και Ευρωπαϊκό νοµικό
πλαίσιο κατά των βασανιστηρίων. Η εισήγηση αρθρώθηκε σε τρία
τµήµατα. Το πρώτο τµήµα αφορούσε σε µία γενική εισαγωγή στην
προβληµατική της σύνολης σχετικής νοµικής αρχιτεκτονικής και των
σύγχρονων τάσεων. Στο δεύτερο τµήµα παρουσιάστηκε το διεθνές
31
νοµικό και πολιτικό πλαίσιο µε ιδιαίτερη αναφορά στο ∆ιεθνές Σύµφωνο
για τα Ατοµικά και Πολιτικά δικαιώµατα (άρθρο 7), στην Οικουµενική
∆ιακήρυξη ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου (άρθρο 5) και τέλος, Σύµβαση
των Ηνωµένων Εθνών κατά των βασανιστηρίων και άλλης σκληρής,
απάνθρωπης και ταπεινωτικής µεταχείρισης ή τιµωρίας (1984).Στο τρίτο
τµήµα αναλύθηκε η ευρωπαϊκή διάσταση µε µνεία στην Ευρωπαϊκή
Σύµβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή
ταπεινωτικής µεταχείρισης (1987) και στο Άρθρο 3 περί Απαγόρευσης
των Βασανιστηρίων της ΕΣ∆Α. Σε επίπεδο ΕΕ αναλύθηκε η σχετική
πολιτική της ΕΕ απέναντι στη χρήση βασανιστηρίων και
παρουσιάστηκαν κάποια νοµικά του εν λόγω πλαισίου. Παραλλήλως,
παρουσιάστηκαν διάφορες Επιτροπές και Ειδικοί Εισηγητές,
επιφορτισµένοι µε τον έλεγχο της απαγόρευσης της χρήσης
βασανιστηρίων (Committee against Torture, European Committee for
the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading Treatment or
Punishment, Special Rapporteur on torture, Special Rapporteur on the
promotion and protection of human rights and fundamental freedoms
while countering terrorism).
Ταµβάκη Ειρήνη -Το εθνικό νοµοθετικό πλαίσιο κατά των
βασανιστηρίων
Το εθνικό δίκαιο µε διατάξεις συνταγµατικού επιπέδου και κοινού νόµου
δηµιουργεί ένα ικανοποιητικό προστατευτικό πλέγµα κατά των
βασανιστηρίων. Το αρ. 7 παρ. 2Σ προβλέπει την απόλυτη απαγόρευσή
τους τόσο ως µέθοδο όσο και ως περιεχόµενο της ποινικής καταστολής.
Η συνταγµατική αυτή επιταγή υλοποιείται από τον κοινό νοµοθέτη µε
τα άρθρα 137Α –∆ ΠΚ, τα οποία ρυθµίζουν το τιµωρητό των παραβατών
και µε πλέγµα άρθρων του ΚΠ∆ και του ΣωφρΚ.
32
Επίσης η Ελλάδα έχει κυρώσει σειρά διεθνών συνθηκών (Σύµβαση ΟΗΕ
κατά των βασανιστηρίων, Ευρωπαϊκή Σύµβαση για την πρόληψη των
βασανιστηρίων, ∆ΣΑΠ∆, ΕΣ∆Α) οι ρυθµίσεις των οποίων σύµφωνα µε
αρ. 28 παρ. 1Σ έχουν υπερνοµοθετική ισχύ και από την ενσωµάτωσή
τους ενισχύουν το προστατευτικό πλαίσιο σε εθνικό επίπεδο.
Σαµαρά Αθηνά -Συγκριτική επισκόπηση των εθνικών δικαίων -
Συµπεράσµατα -Κριτική.
∆ιεθνές και Ευρωπαϊκό ∆ίκαιο καταδικάζουν απόλυτα τα βασανιστήρια.
Τα εθνικά δίκαια στην ίδια κατεύθυνση πλέον και αυτά. Μαρτυρίες
απλών πολιτών, όµως, καθώς κι επίσηµες εκθέσεις διαψεύδουν τους
ισχυρισµούς σχετικά µε την ύπαρξη πλαισίου ουσιαστικής προστασίας
του ανθρώπου από τα βασανιστήρια. Στα πλαίσια δε των
αντιτροµοκρατικών πρακτικών τα βασανιστήρια αποτελούν πλέον νόµιµο
µέσο στα χέρια εκείνων που ισχυρίζονται πως τηρούν υψηλά πρότυπα στ’
ανθρώπινα δικαιώµατα! Η ∆ύση ισχυρίζεται πως βρίσκεται σε πόλεµο,
κατά της τροµοκρατίας, και πολεµάει τον τρόµο µε τρόµο.
33
4.7. Παρουσίαση διεθνών θεσµών προστατευτικών των ανθρωπίνων
δικαιωµάτων
9.3.2007: Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου.
Την Παρασκευή 9η Μαρτίου, πραγµατοποιήθηκε η σκιαγράφηση των
πυλώνων του Ε∆∆Α, ως του οργάνου του ελέγχου της εφαρµογής της
ΕΣ∆Α, και θεσµού φύλαξης δικαιωµάτων και ελευθεριών, και η
αποτίµησή του, ως τέτοιου. Μία εισαγωγή γενική ~η ΕΣ∆Α, και τα
Πρωτόκολλά της, τα στοιχεία των διαδικασιών της παραποµπής, και της
προσφυγής, οι όροι του παραδεκτού τους, τα προστατευόµενα πρόσωπα,
η χωρική εφαρµογή της Σύµβασης, η αµοιβαιότητα~, ακολούθησε η
επισκόπηση του δικαιοδοτικού αντικειµένου, και της µεθοδολογίας του
∆ικαστηρίου ~τα εργαλεία της ερµηνείας της ΕΣ∆Α in abstracto, η
αναλογικότητα των δικαιωµάτων, και η αδυναµία κάποτε της αποδοχής
της~, η περιγραφή έπειτα της υποχρέωσης της συµµόρφωσης προς
απόφαση καταδικαστική. Η προσέγγιση κατόπιν της «Ευρωπαϊκής
δηµόσιας Τάξης των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου», όπως το Ε∆∆Α την
αποκαλεί ~id est η εντόπιση in factum των επιλογών της ερµηνείας~, και
η αναφορά αποφάσεων του ∆ικαστηρίου ενδιαφέροντος εθνικού, ή
νοµολογίας σηµαίνουσας αυτού παγίου, ενίσχυσαν την κατανόηση της
στοχοθεσίας του τελευταίου, και προσέφεραν το εφαλτήριο της
περαιτέρω συζήτησης της εισφοράς του.
Εισηγητές: Σαµαρά Αθηνά, Γκούβας Τριαντάφυλλος, Αντωνόπουλος
Κωνσταντίνος, Κουβαράς Ηλίας.
Υπεύθυνη υποοµάδας: Νηφάκου Μαρία
Συντονισµός: Ιωαννίδου Αιµιλία
34
Σαµαρά Αθηνά -Εισαγωγική προσέγγιση· η ΕΣ∆Α, διακρατική και
ατοµική προσφυγή προς το Ε∆∆Α και στοιχεία δικαιοδοσίας.
Κείµενο θεµελιώδες για την προστασία των δικαιωµάτων του ανθρώπου
η ΕΣ∆Α δεσµεύει τα κράτη µέλη που την υπέγραψαν και την κύρωσαν
(µεταξύ αυτών και η Ελλάδα) παρέχοντας δικαίωµα τόσο διακρατικής
όσο και ατοµικής προσφυγής κατά του κράτους που παραβιάζει τις
διατάξεις της. Προστατεύει κάθε άνθρωπο που βρίσκεται στη
δικαιοδοσία οποιουδήποτε κράτους µέλους και κατά συνέπεια η εµβέλειά
της υπερβαίνει το έδαφος των κρατών µελών της δίχως ταυτόχρονα τα
αναγνωριζόµενα δικαιώµατα να τελούν υπό τον όρο της αµοιβαιότητας.
Οι δε αποφάσεις του ∆ικαστηρίου του Στρασβούργου είναι δεσµευτικές
για τα κράτη µέλη και εκτελούνται υποχρεωτικά από αυτά.
Γκούβας Τριαντάφυλλος -Τα εργαλεία του ερµηνευτή της ΕΣ∆Α
Η Ευρωπαϊκή Σύµβαση για την Προστασία των ∆ικαιωµάτων του
Ανθρώπου και των Θεµελιωδών Ελευθεριών συνιστά ένα corpus
δικαιωµάτων και αξιολογικών εννοιών το οποίο καθιστά το ερµηνευτικό
έργο του ∆ικαστή του Στρασβούργου εξαιρετικά ενδιαφέρον αλλά και
κοπιώδες. Η ερµηνευτέα ύλη της Σύµβασης µπορεί grosso modo να
επιµερισθεί σε τρεις ευρείες κατηγορίες, την ερµηνεία των περιορισµών
των δικαιωµάτων τύπου status negativus, την ερµηνεία των θετικών
υποχρεώσεων των Συµβαλλοµένων Κρατών (status positivus) και την
ερµηνεία των αυτόνοµων εννοιών (autonomous concepts). Οι
ερµηνευτέοι περιορισµοί µπορούν µε τη σειρά τους να κατανεµηθούν σε
τέσσερις τύπους, ήτοι πρώτον τους γενικούς περιορισµούς που
εφαρµόζονται σε όλα τα ουσιαστικά δικαιώµατα του πρώτου µέρους της
Σύµβασης (α. 2-14) καθώς και στα πρόσθετα πρωτόκολλα που θεσπίζουν
35
δικαιώµατα, δεύτερον τους ειδικούς περιορισµούς των άρθρων 6§1, 5§1
και 8-11 της ΕΣ∆Α , του άρθρου 2 του 4ου Πρωτοκόλλου, του άρθρου 1
του 1ου Πρωτοκόλλου και τα άρθρα 1 και 2 του 7ου Πρωτοκόλλου, τρίτον
τους περιορισµούς-προσδιορισµούς του πεδίου προστασίας ορισµένων
δικαιωµάτων και τέταρτον τους εγγενείς (inherent) και τους υπόρρητους
(implied) περιορισµούς. Στην ερµηνευτική αποστολή του ∆ικαστή του
Ε∆∆Α ρόλο οδοδείκτη επιτελούν αρχές ως επί το πλείστον νοµολογιακά
διαπλασµένες. Μεταξύ αυτών πρωταρχικής σηµασίας είναι δύο
αντίρροπες αρχές, αυτή της αναλογικότητας και του περιθωρίου
εκτίµησης, µε την πρώτη να υπερθεµατίζει υπέρ της περιφρούρησης των
δικαιωµάτων και ελευθεριών έναντι των περιοριστικών µέτρων που
λαµβάνουν τα Συµβαλλόµενα Κράτη, και τη δεύτερη να θεωρεί τα
τελευταία ως τα πλέον αρµόδια να κρίνουν περί της αναγκαιότητας ενός
µέτρου. Το ερµηνευτικό οπλοστάσιο του Ε∆∆Α περιλάµβανει και άλλες
αρχές, όπως η επικουρικότητα, η δηµοκρατική κοινωνία, η ασφάλεια
δικαίου, η έννοια της Σύµβασης ως «ζωντανού οργανισµού» (living
instrument) και η έννοια των πρακτικών και αποτελεσµατικών
δικαιωµάτων.
Κουβαράς Ηλίας -Η ευρωπαϊκή δηµόσια τάξη των δικαιωµάτων του
ανθρώπου -ενδεικτική νοµολογία
Ως σηµαντικότερα σηµεία στη Νοµολογία του Ε∆∆Α, προβάλλουν στην
περίπτωση της απαγορεύσης των βασανιστηρίων (άρθρ.3) ότι το εύρος
της προστασίας είναι τέτοιο ώστε συµβαλλόµενο κράτος καταδικάζεται
ακόµα και στην περίπτωση που µε τις ενέργειές του(απέλαση, έκδοση
κ.α) εκθέτει πρόσωπο σε κίνδυνό να καταστεί θύµα τέτοιας µεταχείρισης
(απόφαση Soering v. UK, 1989), τα δε προσωρινά µέτρα που µπορεί να
36
διατάξει προς αποτροπή το ∆ικαστήριο έχουν δεσµευτικό
χαρακτήρα(απόφαση Mamatkulov v Turkey, 2005).
Σχετικά µε τα άρθρα 8-11 Η ΕΣ∆Α επιτρέπει στον εθνικό νοµοθέτη
επεµβάσεις, µε βάση όµως την αρχή της αναλογικότητας και εφόσον ο
περιορισµός είναι αναγκαίος σε µια δηµοκρατική κοινωνία.
Συγκεκριµένα ως προς το δικαίωµα στη θρησκευτική ελευθερία, η χώρα
µας παρουσιάζει σωρεία καταδικών σε µια σειρά υποθέσεις, (ενδεικτικά
παρουσιάσθηκε η Kokkinakis v. Greece- 1993, αλλά και πλήθος άλλων).
37
5. Οµιλίες
5.1. ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΤΗΣ
ΟΜΑ∆ΑΣ ΝΕΩΝ ΥΠΟ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ: «Η ΠΑΙ∆ΙΚΗ ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΤΟ ∆ΙΑ∆ΙΚΤΥΟ», 30. 05. 2007
5.1.1. Αιµιλία Ιωαννίδου, Νοµικός, Συντονίστρια Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α.
Κυρίες και κύριοι,
Θα ήθελα κατ’αρχάς, να σας ευχαριστήσω εκ µέρους της Οµάδας
Νέων του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου
για την παρουσία σας στην αποψινή µας εκδήλωση. Το πόνηµα που
παρουσιάζεται σήµερα, αποτελεί τον καρπό της συστηµατικής, επίπονης
και δηµιουργικής προσπάθειας µιας οµάδας νέων ανθρώπων να
προσεγγίσουν επιστηµονικά ένα φλέγον κοινωνικό ζήτηµα. Το
εγκληµατικό φαινόµενο που τυγχάνει πραγµάτευσης στο βιβλίο µας,
αποτελεί τη σύγχρονη έκφανση µιας κοινωνικής παθογένειας που απειλεί
άµεσα τη συνοχή του κοινωνικού ιστού, και θέτει στο προσκήνιο νέες,
επιτακτικές αναγκαιότητες αντιµετώπισής του, που βεβαίως αποτελούν
πρόκληση για τον επιστήµονα, το νοµοθέτη και τις αρµόδιες αρχές. Με
το έργο µας, φιλοδοξούµε να συµβάλουµε στο σχετικό επιστηµονικό
διάλογο, καθώς και στις προσπάθειες αντιµετώπισης του φαινοµένου από
τους αρµόδιους φορείς.
∆εδοµένης δε της ολόπλευρης παρουσίασης του θέµατος από τους
διακεκριµένους οµιλητές µας που προηγήθηκαν, τους οποίους θα ήθελα
να ευχαριστήσω εκ βαθέων για την τιµή που µας έκαναν, θα ήθελα να
αναφερθώ σύντοµα κυρίως στο περιεχόµενο και τη λειτουργική
διάρθρωση του βιβλίου, καθώς και, επιλεκτικά, σε ορισµένα σηµεία που
38
µας εντυπωσίασαν ιδιαιτέρως κατά την εκπόνησή του. Τα δύο µέλη της
Οµάδας που ακολουθούν θα προβούν σε σύντοµη έκθεση επιµέρους
συµπερασµάτων των ειδικοτέρων ενοτήτων του βιβλίου.
∆ιαγραµµατικά, το βιβλίο διαρθρώνεται σε τρεις επιµέρους
βασικούς άξονες, που συνιστούν και τους τρεις διακριτούς αλλά
αλληλένδετους πυλώνες έρευνας και µελέτης. Πρόκειται για το τµήµα
της φαινοµενολογίας, το νοµικό σκέλος και τα συµπεράσµατα. Ο
σχεδιασµός αυτός αποσκοπεί στο να διευκολύνει τον αναγνώστη, το
µελετητή, να κατανοήσει κατ’αρχάς το ίδιο το φαινόµενο: τις εκφάνσεις
του, την έκτασή του, τα χαρακτηριστικά του, ώστε να µπορεί εν συνεχεία
να αντιµετωπίσει εξ’αρχής κριτικά την εκάστοτε νοµική ρύθµιση του
θέµατος, την οποία εκθέτουµε, αναλύουµε και σχολιάζουµε στο δεύτερο
µέρος, είτε πρόκειται για τη ρύθµιση σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο,
είτε για την ελληνική εθνική ρύθµιση, ή την εθνική ρύθµιση τρίτων
κρατών, όπως επίσης και για τη γενικότερη κριτική προσέγγιση νοµικών
ζητηµάτων που ανακύπτουν. Πρόκειται δηλαδή για έναν διανυσµατικό
σχεδιασµό της πορείας µελέτης του αναγνώστη, ώστε να διευκολυνθεί
στην προσέγγιση τόσο του φαινοµένου όσο και των νοµικών ζητηµάτων
που ανακύπτουν. Τα συµπεράσµατα, που αποτελούν τον τρίτο άξονα του
βιβλίου, αποτελούν µία σύνθεση σκέψεων όπως αυτή προέκυψε από τη
µελέτη του φαινοµένου και των νοµικών του απολήξεων, είναι η φυσική
κατάληξη της έρευνας, συγκεφαλαιώνουν τα διάφορα επιµέρους
συµπεράσµατα των κεφαλαίων, και αποτελούν µια πρόταση κατανόησης
και αντιµετώπισης του προβλήµατος, όπως αυτό έγινε αντιληπτό από την
ερευνητική οµάδα.
Ειδικότερα, στο σκέλος της φαινοµενολογίας, πραγµατευόµαστε
αρχικά τις εκφάνσεις και τις µορφές εκδήλωσης της παιδικής
πορνογραφίας στο διαδίκτυο, όπου πραγµατοποιείται µία σύντοµη
ιστορική αναδροµή, παρατίθενται ενδεικτικά στοιχεία διεθνών ερευνών
39
που καταγράφουν την έκταση του προβλήµατος, περιγράφονται και
αναλύονται οι διάφορες εκφάνσεις της εγκληµατικής αυτής
δραστηριότητας, εξηγείται ο ρόλος του διαδικτύου και της ανάπτυξής του
στη διαµόρφωση ενός ξεχωριστού τύπου εγκληµατικής δραστηριότητας,
ενώ αναλύεται και η οικονοµική διάσταση του φαινοµένου, που αποτελεί
και τον καταλύτη της ανάπτυξής του, προσδίδοντάς του ακόµη
µεγαλύτερη κοινωνικοηθική απαξία. Γιατί η παιδική πορνογραφία, ειδικά
στην περίπτωση που το σχετικό υλικό διακινείται µέσω διαδικτύου,
αποτελεί πλέον µία επικερδέστατη οικονοµική δραστηριότητα, στην
οποία «επιδίδονται» ισχυρότατα οργανωµένα κυκλώµατα, που
εκµεταλλεύονται τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης πλήθους ανθρώπων ανά
την υφήλιο, την έλλειψη παιδείας και τους διαβρωµένους κοινωνικούς
ιστούς και θεσµούς, για να αποκοµίσουν κέρδος από τη διακίνηση και
την εκµετάλλευση των πλέον ανυπεράσπιστων υπάρξεων.
Ακολουθεί η αναλυτική πραγµάτευση της επίδρασης των
ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών του διαδικτύου: Παρατίθενται και
αναλύονται οι λόγοι που καθιστούν το διαδίκτυο το βασικό πόλο
διακίνησης υλικού παιδικής πορνογραφίας (ανωνυµία, ταχύτητα, χαµηλό
κόστος, πρόσβαση από οπουδήποτε κλπ), διαµορφώνοντας έναν οιονεί
«παράδεισο» τόσο για τους παράγοντες της βιοµηχανίας της παιδικής
πορνογραφίας, όσο και για τους παιδόφιλους, ενώ εξηγούνται οι ποικίλοι
τρόποι µε τους οποίους οι προαναφερθέντες χρησιµοποιούν το διαδίκτυο
για την επίτευξη των στόχων τους.
Η παρουσίαση και ανάλυση του προφίλ του δράστη που
ακολουθεί, αποσκοπεί στο να φωτίσει το σκοτεινό κόσµο των δραστών
και του ψυχισµού τους, όπως αυτός προκύπτει από τη διεθνή
βιβλιογραφία, οδηγώντας σε µία καταγραφή και ενδεικτική οµαδοποίηση
χαρακτηριστικών, ενώ στα πλαίσια του εν λόγω κεφαλαίου
παρουσιάζεται και µία ενδεικτική τυποποίηση κατηγοριών δραστών. Η
40
ανάλυση του προφίλ του δράστη γίνεται κυρίως από ψυχολογικής
επόψεως, όπως και εκείνη του ακολούθου κεφαλαίου, του
παρουσιάζοντος το προφίλ του θύµατος. Στα πλαίσια αυτού του
τελευταίου, παρουσιάζονται οι λόγοι που µπορούν να καταστήσουν ένα
παιδί θύµα της συγκεκριµένης εγκληµατικής δραστηριότητας, τα target
groups της βιοµηχανίας της παιδικής πορνογραφίας και των παιδοφίλων
–σηµειωτέον ότι ο κίνδυνος αφορά τόσο, και κυρίως, τα ευάλωτα παιδιά
τα προερχόµενα από φτωχές χώρες, όπου η οικονοµική ανάγκη των
γονέων συχνά, αλλά όχι πάντα, σε συνδυασµό µε τις ελπίδες τους για µια
καλύτερη τύχη των παιδιών τους (ή βέβαια και το γεγονός ότι
ενδεχοµένως δεν υπάρχει καν η γονική προστασία) τα οδηγεί στα χέρια
των εκπροσώπων του οργανωµένου εγκλήµατος της διακίνησης, της
σεξουαλικής εκµετάλλευσης και της πορνογραφίας, όσο και, και µάλιστα
µε αυξανόµενη συχνότητα, παιδιά προερχόµενα από τις ανεπτυγµένες
λεγόµενες χώρες, παραπλανηµένα συνήθως από πρόσωπα του
συγγενικού ή φιλικού περιβάλλοντος-, τα χαρακτηριστικά που συνήθως
φέρουν τα θύµατα και τα καθιστούν πλέον ευάλωτα, οι συνέπειες στον
ψυχισµό των παιδιών κ.ο.κ.
Εν συνεχεία, ακολουθεί η πραγµάτευση ενός εξειδικευµένου
ζητήµατος, στασιαζοµένου στη θεωρία, του ζητήµατος του ποινικού
κολασµού του απλού κατόχου υλικού παιδικής πορνογραφίας στα
πλαίσια της ειδικής ρύθµισης, σε κάθε περίπτωση, και όχι µόνον όταν
συντρέχει ο κερδοσκοπικός σκοπός. Το κεφάλαιο αυτό, εισάγοντας ήδη
και αρκετά νοµικά στοιχεία, κλείνει το φαινοµενολογικό σκέλος, και
προετοιµάζει τη συνέχεια.
Το νοµικό σκέλος ξεκινά µε µία συνοπτική παρουσίαση του
νοµικού πλαισίου, όπου καταγράφονται τα σχετικά νοµικά κείµενα σε
διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, δεσµευτικά και µη, αµέσως και
εµµέσως σχετιζόµενα µε το θέµα. Στόχος η διευκόλυνση του αναγνώστη
41
στη συνέχεια και η σύνοψη του νοµικού πλαισίου. Στη συνέχεια βεβαίως
αναλύονται τα ευθέως σχετιζόµενα µε το θέµα κείµενα.
Εν συνεχεία, καταγράφονται και αναλύονται τα κείµενα που
ρυθµίζουν το ζήτηµα σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, στο πλαίσιο του
Ο.Η.Ε, του Συµβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ
παρατίθεται και αναπτύσσονται τα κοινοτικά προγράµµατα δράσης.
Το επόµενο κεφάλαιο ασχολείται µε τα ζητήµατα ορισµών που
ανακύπτουν σε διεθνή και ευρωπαϊκά κείµενα, αφού ο προσδιορισµός
των εννοιών είναι κεφαλαιώδους σηµασίας προκειµένου να εξετασθεί αν
µια συµπεριφορά είναι ή όχι τιµωρητέα, και η συγκριτική ουσιαστικά
παράθεσή τους µας επιτρέπει να εντοπίσουµε τις διεθνείς τάσεις στην
προσπάθεια αντιµετώπισης του ζητήµατος, καθώς και τις τυχόν
ασυµβατότητες των διαφόρων κειµένων, αφού η ίδια η φύση της
εγκληµατικής αυτής δραστηριότητας, καθιστά επιτακτική αναγκαιότητα
τη συστράτευση σύνολης της παγκόσµιας κοινότητας για την
αντιµετώπισή της.
Ακολουθεί ένα ευρύτατο κεφάλαιο που αφορά την ελληνική
εθνική ρύθµιση, και συγκεκριµένα το άρθρο 348Α ΠΚ, το οποίο
αναλύεται ενδελεχώς, ενώ καταδεικνύονται και ειδικά ζητήµατα που
αναφύονται από την ίδια τη νοµοτεχνική του διαµόρφωση, αλλά και από
την εφαρµογή του.
Μετά από µια εισαγωγική, σύντοµη παρουσίαση του
προστατευοµένου από τη διάταξη εννόµου αγαθού, ακολουθεί η ανάλυση
των τρόπων εγκληµατικής δράσης όπως αυτοί προβλέπονται στο άρθρο
348Α Π.Κ, η εξέταση ζητηµάτων ορισµών όπως αυτά ανακύπτουν στα
πλαίσια της ελληνικής εθνικής ρύθµισης, ενώ αναλύεται και η έννοια της
εκµετάλλευσης της ανάγκης, της πνευµατικής αδυναµίας, της
κουφότητας ή της απειρίας ανηλίκου, περίσταση που, εφόσον συντρέχει,
θεµελιώνει διακεκριµένη παραλλαγή του βασικού εγκλήµατος.
42
Εν συνεχεία, καταγράφεται ο προβληµατισµός της Οµάδας επί του
ζητήµατος της θεώρησης της κερδοσκοπίας ως προαπαιτουµένου της
τιµώρησης στα πλαίσια του 348Α Π.Κ, όπου καταλήγουµε στην άποψη
ότι η θεώρηση της κερδοσκοπίας ως προαπαιτουµένου της τιµώρησης
είναι ένα νοµοτεχνικό και ουσιαστικό σφάλµα, που παρεµποδίζει τελικά
το έργο της δικαιοσύνης, λαµβανοµένων υπόψιν και των δεδοµένων του
κυβερνοχώρου, αφού προκύπτουν συχνά τεράστιες αποδεικτικές
δυσχέρειες στο ηλεκτρονικό πεδίο, µε αποτέλεσµα την «κάλυψη» ακόµη
και κερδοσκοπικής φύσης πορνογραφίας ανηλίκων, αλλά κυρίως,
καθιστά ατιµώρητη από το 348Α την παιδική πορνογραφία σε µία
πλειάδα περιπτώσεων, µη λαµβάνοντας όµως υπόψιν ότι το ανήλικο
θύµα της σεξουαλικής κακοποίησης δεν προσβάλλεται λιγότερο στην
περίπτωση που ο δράστης δεν αποσκοπούσε στο κέρδος αλλά στην
προσωπική του ικανοποίηση, ή και σε αυτή των φίλων του. Η όντως
ιδιάζουσα κοινωνικοηθική απαξία της εν λόγω δραστηριότητας όταν
αυτή τελείται από κερδοσκοπία, δεν µπορεί να συνεπάγεται τέτοιου
είδους διάκριση, στο επίπεδο δηλαδή της προστασίας όταν λείπει το
παραπάνω κίνητρο, –παρά µόνον κατά τη γνώµη µας σε επίπεδο
διακεκριµένης παραλλαγής του βασικού εγκλήµατος-, δεδοµένου του
γεγονότος ότι η προσβολή των εννόµων αγαθών του ανηλίκου είναι η
ίδια και στις δύο περιπτώσεις. Προς τη σωστή κατεύθυνση πιστεύουµε
ότι κινείται και το νέο σχέδιο νόµου της ειδικής νοµοπαρασκευαστικής
επιτροπής, το δελτίο τύπου του Υπουργείου ∆ικαιοσύνης σχετικά µε το
οποίο, βρίσκεται στο παράρτηµα του βιβλίου. Σε αυτό το νοµοσχέδιο θα
γίνει ειδικότερη αναφορά στη συνέχεια.
Το εκτενές αυτό κεφάλαιο, κλείνει µε την ανάπτυξη και τη
συνακόλουθη παράθεση σχετικών προβληµατισµών επί των
προβλεποµένων ποινών και επί της σχέσεως του 348Α Π.Κ, µε το άρθρο
187 Π.Κ, σχετικά µε το οργανωµένο έγκληµα.
43
Στη συνέχεια τυγχάνει πραγµάτευσης το ειδικότερο ζήτηµα του
εικονικού ανηλίκου, του κατά πόσον θα πρέπει δηλαδή να είναι ποινικά
κολάσιµη η παιδική πορνογραφία που δεν απεικονίζει πραγµατικά, αλλά
εικονικά πρόσωπα, ζήτηµα επίσης στασιαζόµενο στη θεωρία (εν
προκειµένω η Οµάδα καταλήγει, όπως και ο έλληνας νοµοθέτης, υπέρ
της τιµώρησης για µία σειρά από λόγους), ενώ στη συνέχεια
αναπτύσσονται διεξοδικά τα εγειρόµενα ζητήµατα δηµοσίου δικαίου
(πρόκειται δηλαδή για την πραγµάτευση του ζητήµατος υπό την έποψη
των επιταγών του ελληνικού συντάγµατος).
Το νοµικό σκέλος κλείνει µε ένα εκτενέστατο κεφάλαιο
αφιερωµένο στην καταγραφή και την ανάλυση των εθνικών νοµοθεσιών
τρίτων κρατών σχετικά µε το θέµα, κεφάλαιο που συµπεριλαµβάνει και
µία παραστατική καταγραφή των αναλυοµένων νοµοθεσιών σε πίνακες.
Στη διαµορφωση του κεφαλαίου αυτού συνέβαλε καταλυτικά η παροχή
εκ µέρους πλήθους διπλωµατικων αντιπροσωπειών σχετικών στοιχείων.
Θα ήθελα να τις ευχαριστήσω και από τη θέση αυτή. Τα υπόλοιπα
στοιχεία σχετικά µε τις νοµοθεσίες προέρχονται από τις βάσεις
δεδοµένων και τις σχετικές εκθέσεις της Interpol και της Europol. Το
κεφάλαιο αυτό αποσκοπεί στη συγκριτική επισκόπηση ξένων εθνικών
νοµοθεσιών, ώστε να διαµορφώσει ο αναγνώστης µία συνολική
εντύπωση για την αντιµετώπιση του προβλήµατος σε διάφορες έννοµες
τάξεις, και να συνάγει ασφαλώς τα σχετικά συµπεράσµατα, που συχνά
είναι εντυπωσιακά. Θα πρέπει για παράδειγµα να σηµειωθεί ότι στοιχεία
όπως οι παραδόσεις, η τοπική κουλτούρα, η πολιτική ιδεολογία, η
επικρατούσα θρησκεία κλπ. συχνά επηρεάζουν έντονα τη διαµόρφωση
της αντίδρασης της εθνικής έννοµης τάξης έναντι της εν λόγω
εγκληµατικής δραστηριότητας. Συχνά επίσης διαπιστώνουµε ότι δεν
υπάρχει ειδική ρύθµιση για την παιδική πορνογραφία, και εξετάζουµε
κατά πόσον αυτή «καλύπτεται» νοµοθετικά από γενικότερες διατάξεις.
44
Εν συνεχεία, το κεφάλαιο των γενικών συµπερασµάτων, που
κλείνει όπως είδαµε τη βασική δοµή του βιβλίου, αποτελεί τη
συνισταµένη των επιµέρους τµηµάτων (της φαινοµενολογίας και του
νοµικού σκέλους), συγκεφαλαιώνει τα παρουσιασθέντα και κωδικοποιεί
συγκεντρωτικά τα επιµέρους συµπεράσµατα, ενώ παρουσιάζει, επίσης
συγκεντρωτικά, και τις προτάσεις της Οµάδας για τα πλέον σηµαντικά
κατά την κρίση µας από τα πραγµατευθέντα ζητήµατα. Επιγραµµατικά,
θα µπορούσαµε να πούµε ότι η Οµάδα θεωρεί απόλυτη αναγκαιότητα τη
συστράτευση της παγκόσµιας κοινότητας, δεδοµένης της φύσης της εν
λόγω εγκληµατικής δραστηριότητας, για την αντιµετώπισή της, σε
επίπεδο νοµοθετικό αλλά και διωκτικό. Η εγκληµατική αυτή
δραστηριότητα, µία από τις επικερδέστερες του διαδικτύου, διευρύνεται
διαρκώς και αποκτά ολοένα και πιο τροµακτικές διαστάσεις. Οι
προσπάθειες αντιµετώπισης σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο είναι
σηµαντικές και αποτέλεσµα κατά τη γνώµη µας σωστού
αντεγκληµατικού σχεδιασµού.
Η ελληνική εθνική νοµοθεσία επίσης, κινείται προς τη σωστή κατά
τη γνώµη µας κατεύθυνση, ήδη µε το υπάρχον, αλλά και πολύ νέο άρθρο
348Α Π.Κ, αλλά µένουν ακόµη να γίνουν πολλά, ώστε να αντιµετωπισθεί
καίρια το πρόβληµα. Το νέο νοµοσχέδιο του Υπουργείου ∆ικαιοσύνης
που ενσωµατώνει στο εσωτερικό δίκαιο το Προαιρετικό Πρωτόκολλο για
την Εµπορία Παιδιών, την Παιδική Πορνεία και την Παιδική
Πορνογραφία (το προσαρτώµενο στη ∆ιεθνή Σύµβαση για τα
∆ικαιώµατα του Παιδιού, στα πλαίσια του Ο.Η.Ε), κινείται κατά τη
γνώµη µας στη σωστή κατεύθυνση, διευρύνοντας το τιµωρητικό πλαίσιο
του 348Α Π.Κ ώστε να συµπεριλάβει και την παιδική πορνογραφία την
τελούµενη άνευ σκοπού κέρδους, (αφού, πρώτον, τα προστατευόµενα
από την προαναφερθείσα διάταξη έννοµα αγαθά του ανηλίκου θίγονται
εξίσου σε αµφότερες τις περιπτώσεις, ενώ παράλληλα, από τη σκοπιά της
45
αντεγκληµατικής πολιτικής, αν το κέρδος είναι ο στόχος των
οργανωµένων κυκλωµάτων της παιδικής πορνογραφίας, αυτό που
θεµελιώνει τις πιθανότητες κέρδους είναι η ζήτηση από έναν τελικό
καταναλωτή, που δεν αποσκοπεί στο κέρδος, αλλά στην προσωπική του
ικανοποίηση.), και γενικότερα, εισάγει µία σειρά από µέτρα που
τροποποιούν επί το αυστηρότερον την υπάρχουσα ρύθµιση, ενισχύοντας
τη γενικοπροληπτική και ειδικοπροληπτική λειτουργία της εν λόγω
διάταξης. Η ρύθµιση θα πρέπει κατά τη γνώµη µας να λαµβάνει υπόψιν
τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εγκλήµατος και να προσαρµόζεται σε
αυτά, ώστε µέσω της σωστής στάθµισης των διαµορφωτικών της
εκάστοτε εγκληµατικής βούλησης παραγόντων, να πλήττεται το κακό
στη ρίζα του.
Τέλος, το παράρτηµα του βιβλίου περιέχει κείµενα µνηµονευόµενα
στο σώµα του (ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση στα σχετικά µε το
θέµα κείµενα), περιλαµβάνει το δελτίο τύπου του Υπουργείου
∆ικαιοσύνης σχετικά µε το νέο νοµοσχέδιο, επίσης ενδεικτικά ένα
βούλευµα του Αρείου Πάγου επί υποθέσεως παιδικής πορνογραφίας, ενώ
ιδιαιτέρως χρήσιµη και διαφωτιστική κρίνεται κατά τη γνώµη µας η
συνέντευξη που µας παραχώρησε ο κος Μάνος Σφακιανάκης,
Προϊστάµενος του πολυβραβευµένου Τµήµατος ∆ίωξης Ηλεκτρονικού
Εγκλήµατος της Ασφάλειας Αττικής, στην οποία παρουσιάζεται
ανάγλυφα η τρέχουσα κατάσταση σε επίπεδο φαινοµενολογίας, όπως την
αντιµετωπίζουν καθηµερινά, άµεσα, οι διωκτικές αρχές.
Κυρίες και κύριοι, κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω την, κατά τη
γνώµη µας, επιτακτική αναγκαιότητα η επιστήµη να υπηρετεί την
κοινωνία, να µην αφίσταται των κοινωνικών προβληµάτων, αλλά
αντίθετα, να αποτελεί έναν από τους κύριους µοχλούς επίλυσής τους. Θα
ήθελα επίσης από αυτή τη θέση να ευχαριστήσω όλους εκείνους που
συνέβαλαν, µε οιονδήποτε τρόπο, και σε οιανδήποτε φάση, στη
46
διαµόρφωση του πονήµατος που παρουσιάζεται σήµερα. Και τέλος, θα
ήθελα να ευχαριστήσω εκ βαθέων την Οµότιµη Καθηγήτρια και Πρόεδρο
του ΙΜ∆Α, κα Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, που µας εµφύσησε
το πάθος για επιστηµονική ερευνητική δραστηριότητα, και τη θέληση να
υπηρετήσουµε την υπόθεση των ανθρωπίνων δικαιωµάτων.
Σας ευχαριστώ
47
5.1.2. Τριαντάφυλλος Γκούβας, Νοµικός, µέλος της Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α
Συµπεράσµατα φαινοµενολογίας.
Η τεχνολογία του διαδικτύου αποτελεί αναµφισβήτητα το
επιφανέστερο δοµικό γνώρισµα της ραγδαία εξελισσόµενης και
µεταλλασσόµενης Κοινωνίας της Πληροφορίας. Αν και το ίδιο το
internet ως περιεχόµενο αποτελεί µια ουδέτερη πλατφόρµα πολλαπλής
εκµετάλλευσης, οι επιµέρους χρήσεις του εµφανίζουν µια εντυπωσιακή
αξιακή και ποιοτική διαβάθµιση. Οι υπηρεσίες που προσφέρει το
διαδίκτυο µπορούν να διατεθούν για την προώθηση των πιο
φιλοπρόοδων εγχειρηµάτων της ανθρώπινης διάνοιας αλλά και των πιο
ακραίων πρακτικών, οι οποίες συναπαρτίζουν µια νέα οικογένεια
αντικειµενικών υποστάσεων εγκληµατικών πράξεων, γνωστή και ως
κυβερνοέγκληµα.
Μεταξύ αυτών, η παραγωγή, διακίνηση και χρήση υλικού παιδικής
πορνογραφίας αποτελούν προσφιλή ενασχόληση, κερδοσκοπική ή µη,
µιας ευρείας και µάλλον ανοµοιογενούς οµάδας θαµώνων των
ηλεκτρονικών υπερλεωφόρων.
Αν και υλικό παιδικής πορνογραφίας µπορεί να βρεθεί και στη
συµβατική µορφή µιας βιντεοκασέτας ή ενός εντύπου, το διαδίκτυο
παρέχει µια απείρως ευχερέστερη, πρακτικά δυσεξιχνίαστη και ενίοτε
χωρίς καµία οικονοµική επιβάρυνση πρόσβαση σε τέτοιου είδους υλικό.
Η βιοµηχανία του πορνογραφικού θεάµατος στο διαδίκτυο είναι
µια χρυσοτόκος όρνις, αν µάλιστα ληφθεί υπόψη ότι στις Ηνωµένες
Πολιτείες ήδη από το 1999 οι συνδροµές σε πορνογραφικού
περιεχοµένου ιστοσελίδες καταλαµβάνουν το µεγαλύτερο κοµµάτι της
πίτας του ηλεκτρονικού εµπορίου στη χώρα, ενώ αντιπροσωπεύουν το
50% της οικονοµικής της ανάπτυξης για την περασµένη δεκαετία.
48
Ειδικότερα, ο τζίρος της παιδικής πορνογραφίας στο διαδίκτυο
υπολογίζεται ότι κυµαίνεται από 200 εκατοµµύρια µέχρι και 1
δισεκατοµµύριο δολάρια ετησίως.
Η τεχνολογία του διαδικτύου έχει παραλληλισθεί από πολλούς µε
την ιστορική Μηχανή Τριπλής ∆ιαστολής ( Τriple Expansion Engine) και
αυτό γιατί παρέχει ταυτόχρονα τις εξής ευχέρειες, πρώτον 24ωρη
πρόσβαση, δεύτερον εξοικονόµηση χρηµάτων ιδίως για πεπειραµένους
χρήστες οι οποίοι µπορούν να αποκτήσουν υλικό της επιλογής τους χωρίς
καµία χρέωση και τρίτον ανωνυµία, µε αποτέλεσµα να εντείνεται η
αίσθηση ελευθερίας του χρήστη, η επιθυµία για πειραµατισµό και η
διάθεση να µιλήσει ανοιχτά για τις προτιµήσεις και τα ενδιαφέροντά του.
Η χρήση του διαδικτύου κατά τρόπο που προσβάλλει τη γενετήσια
ελευθερία ανηλίκων µπορεί να λάβει τέσσερις µορφές:
(α) Ο χρήστης χρησιµοποιεί το διαδίκτυο για να διακινήσει υλικό
παιδικής πορνογραφίας
(β) Ο χρήστης εισέρχεται στο διαδίκτυο για να εντοπίσει
ανήλικους χρήστες µε σκοπό την τέλεση σεξουαλικών πράξεων σε
πραγµατικό χώρο και χρόνο
(γ) Ο χρήστης έρχεται σε σεξουαλικής θεµατολογίας επικοινωνία
µε ανήλικους χρήστες
(δ) Ο χρήστης συνοµιλεί µε άλλους ενήλικες διακινητές υλικού
παιδικής πορνογραφίας ή/και παιδόφιλους.
Ο όρος διαδικτυακός παραβάτης (internet offender) θα µπορούσε
να χρησιµοποιηθεί για όλες τις παραπάνω κατηγορίες, οι οποίες άλλωστε
δύναται να συρρεύσουν στο πρόσωπο ενός και µόνο χρήστη.
Ειδικότερα, η τεχνολογία του διαδικτύου µπορεί να αποβεί
εξαιρετικά χρηστική για την διάδοση υλικού παιδικής πορνογραφίας για
τους ακόλουθους λόγους:
49
Πρώτον, οι υπηρεσίες σύστασης on-line κοινοτήτων ή
ηλεκτρονικών ιστολογίων (γνωστών και ως blogs) ευνοούν την ανάπτυξη
του φαινοµένου της δυναµικής της οµάδας, όπου οι κοινωνοί µιας
παιδοφιλικής διαδικτυακής κοινότητας καλλιεργούν µια ιδιότυπη
αλληλεγγύη µεταξύ τους αλλά και την τάση επίδειξης ενώπιον των
άλλων χρηστών των ικανοτήτων τους στην ανεύρεση νέου υλικού.
Παράλληλα, το αίσθηµα κοινότητας ενδιαφερόντων λειτουργεί
απενοχοποιητικά για τους χρήστες, συντελεί σε µία in vitro
κοινωνικοποίησή τους και µειώνει τις αντιστάσεις τους σε ορµές που
ειδάλλως θα απωθούνταν στο µυχό του υποσυνείδητου ή του
φαντασιακού.
∆εύτερον, η ανωνυµία που προσφέρει το διαδίκτυο ευνοεί την
αβίαστη εκφόρτιση των σεξουαλικών φαντασιώσεων του χρήστη, ενώ
ταυτόχρονα µεγιστοποιεί το αίσθηµα ικανοποίησής του µέσω της
συµβολικής δυνατότητας να υποδυθεί διαφορετικούς ρόλους.
Τρίτον, οι συνεχώς εξελισσόµενες διαδικτυακές υπηρεσίες
διευκολύνουν την αποχαλίνωση των χρηστών καθώς προσφέρουν µια
πληθώρα επιλογών πρόσβασης και περιεχοµένου. Έτσι η χρήση
webcameras καθιστά εφικτή την ζωντανή σεξουαλική έκθεση ενός
παιδιού είτε µόνου του είτε σε σκηνές µε συµπρωταγωνιστές άλλους
ενήλικες. Οι νέες τεχνολογίες διευκολύνουν επίσης και τη διολίσθηση
από τη χρήση στην παραγωγή παιδικής πορνογραφίας, καθότι µε απλά
µέσα ψηφιακής επεξεργασίας µπορεί κάποιος να δηµιουργήσει τις
λεγόµενες ψευδοφωτογραφίες, διαγράφοντας από µια πραγµατική
φωτογραφία ενός ανηλίκου τα ενδύµατά του ή µέσω προηγµένου
φωτοµοντάζ προσδίδοντας σεξουαλική διάσταση στο περιεχόµενο της
εικόνας. Εξάλλου µέσω της πληθώρας συνδέσµων που αναρτούν οι
διάφορες πορνογραφικές ιστοσελίδες πολλαπλασιάζεται εκθετικά η
επισκεψιµότητα ιστοτόπων παιδοφιλικού περιεχοµένου.
50
Παράµετροι χρήσης διαδικτύου
Όσον αφορά στους ανήλικους χρήστες του διαδικτύου, οι
πιθανότητες έκθεσής τους στον κίνδυνο της γενετήσιας εκµετάλλευσης
έχουν αυξηθεί εκθετικά. Ανήλικοι έρχονται σε καθηµερινή επαφή µε
ακατάλληλο οπτικοακουστικό ψηφιακό υλικό, όπως ιστοσελίδες µε
αυτοκτονικό, εγκληµατικό ή πορνογραφικό περιεχόµενο. Μία πρόσφατη
έρευνα του Αυστραλιανού Ινστιτούτου κατέδειξε ότι ο αριθµός των
ανηλίκων αρρένων που εν γνώσει τους χρησιµοποιούν το Internet
προκειµένου να κατεβάσουν υλικό µε ακραίες σεξουαλικές απεικονίσεις
βίαιου και ακραίου περιεχοµένου µεταξύ µη συναινούντων προσώπων
όπως βιασµοί, έχει αυξηθεί δραµατικά τα τελευταία χρόνια. Εξάλλου, η
προσοχή των ανηλίκων µπορεί να εκτραπεί προς ιστοσελίδες µε
πορνογραφικό υλικό µέσω spam. Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ότι το
84% των αγοριών και το 60% των κοριτσιών περιηγήθηκαν τυχαία σε
σεξουαλικού περιεχοµένου ιστοσελίδες µέσω ανεπιθύµητων spams ή
άλλοτε µέσω αναδυόµενων διαφηµιστικών παραθύρων (pop-up
windows), Peer to Peer ανταλλαγής αρχείων και οµάδων συζητήσεων.
Μια άλλη έρευνα που διεξήχθη από τη µη κυβερνητική οργάνωση
Against Child Abuse στο Χονγκ Κονγκ ανέφερε ότι το 55% επί συνόλου
1716 ερωτηθέντων παιδιών είχαν διαδικτυακή επαφή µε αγνώστους
ενήλικες, ενώ το 39.5% εξ αυτών είχε προχωρήσει σε ζωντανή γνωριµία
µαζί τους και διατηρούσε ακόµη επαφή.
Όσον αφορά τώρα στους ενήλικες χρήστες υλικού παιδικής
πορνογραφίας, η προσφιλέστερη οδός είναι η εγγραφή σε συνδροµητικές
ιστοσελίδες, οι οποίες περιλαµβάνουν galleries µε πλούσιο φωτογραφικό
υλικό, ιστορίες σεξουαλικού περιεχοµένου µε ανήλικους πρωταγωνιστές
αλλά και συνδέσµους µε ηλεκτρονικά περιοδικά παιδοφιλικού
περιεχοµένου, δίκτυα συζητήσεων και ηλεκτρονικές διευθύνσεις, όπου
ενθαρρύνεται η προσωπική επικοινωνία. Ακριβώς επειδή η ανωνυµία των
51
χρηστών δεν είναι πλήρως εγγυηµένη, η πλειονότητα του σκληρού
παιδοφιλικού υλικού εντοπίζεται αποθηκευµένη στα λεγόµενα
“newsgroups” και στις σεξουαλικές βιβλιοθήκες (sex-stories libraries),
ενώ η µεταφορά αρχείων καθίσταται δυσεξιχνίαστη µε τη χρήση των
Remailer services. Όπως και για τους λοιπούς χρήστες του διαδικτύου, οι
παιδόφιλοι αξιοποιούν τις αυξηµένες δυνατότητες αποθήκευσης αρχείων
καθώς και τεχνολογίες διαδραστικής επικοινωνίας όπως τα Internet Relay
Chats (IRC), το ICQ, τα Usenet Networks, τα Bulletin Board Systems
καθώς και τα δίκτυα Peer to Peer.
Η προσέλκυση των ανήλικων χρηστών, όσο και αν φαντάζει
εξωφρενικό, γίνεται µε την ίδια την επίδειξη εικόνων σεξουαλικού
περιεχοµένου µε πρωταγωνιστές συνοµηλίκους τους, καθώς είναι
ψυχιατρικά αποδεδειγµένο ότι µια τέτοια πρακτική ευνοεί την
απευαισθητοποίηση του ανηλίκου. Μειώνει τις αναστολές του και τον
καθιστά πιο ευάλωτο σε σεξουαλική συναναστροφή, εικονική ή και
πραγµατική, µε ενήλικες. Οι εικόνες χρησιµοποιούνται από τους
κατόχους τους για να πείσουν τους ανήλικους αποδέκτες ότι οι
απεικονιζόµενες δραστηριότητες είναι καθ’ όλα αποδεκτές µε τους
συνοµήλικους πρωταγωνιστές να παρουσιάζονται ως κοινωνοί µιας
παιγνιώδους και διασκεδαστικής εµπειρίας. Τέτοιες εικόνες µπορούν να
προωθηθούν εκτός των συνόρων της λαθρόβιας παιδοφιλικής κοινότητας
µε την αποστολή ανώνυµων ηλεκτρονικών µηνυµάτων σε µεγάλα δίκτυα
συζητήσεων µε µη σεξουαλικό περιεχόµενο, µε τη χρήση δωµατίων
συζητήσεων (chat rooms) και ιδίως µε την εγγραφή σε Peer to Peer
δίκτυα όπου τα παιδιά περνούν πολλές ώρες ανταλλάσσοντας αρχεία
µουσικής ή κινηµατογραφικών ταινιών.
52
Προφίλ των δραστών
Πρέπει να διευκρινισθεί ευθύς εξ αρχής ότι ακριβώς επειδή οι
εικόνες µε παιδοφιλική θεµατολογία, όπως και κάθε εικόνα, υπόκεινται
σε πολυάριθµες νοηµατοδοτήσεις από τους αποδέκτες τους, οιαδήποτε
απόπειρα χαρακτηρολογικής συγχώνευσης των χρηστών τέτοιου υλικού
είναι επιστηµονικά επισφαλής. Στους συλλέκτες και διαχειριστές
παιδικού πορνογραφικού υλικού στο διαδίκτυο συγκαταλέγονται άτοµα
µε ψυχοσεξουαλικές διαταραχές και κυρίως παιδοφιλία, άτοµα που
αναζητούν ανορθόδοξες σεξουαλικές εµπειρίες αλλά και κερδοσκόποι οι
οποίοι παράγουν, αναπαράγουν και διακινούν πορνογραφικό υλικό.
Ειδικότερα, στο φάσµα από την απλή οπτική επαφή µε υλικό παιδικής
πορνογραφίας µέχρι και την άµεση σεξουαλική επαφή µε ανήλικο
µεσολαβεί πληθώρα συµπεριφορικών σταδίων που κυµαίνονται από την
ιδιωτική συλλογή φωτογραφιών χωρίς πρόθεση ανταλλαγής τους µε
άλλους χρήστες, την αλίευση πορνογραφικού υλικού ευρείας
θεµατολογίας χωρίς εστίαση σε ανήλικα πρόσωπα, την χρήση του
διαδικτύου ως µέσου για ανάπτυξη σχέσης, εικονικής ή και φυσικής, µε
ανηλίκους (σε αυτή την περίπτωση – γνωστή ως grooming- το
πορνογραφικό υλικό χρησιµοποιείται δολωµατικά), µέχρι και την τέλεση
σεξουαλικών εγκληµάτων (περίπτωση στην οποία το υλικό απλώς
πλαισιώνει τη δράση) αλλά και την παραγωγή του υλικού είτε µέσω τη
σκηνοθεσίας της σεξουαλικής κακοποίησης του παιδιού είτε µέσω
παρότρυνσής του να διαθέσει το ίδιο φωτογραφίες του και τέλος την
διακίνηση υλικού µε αποκλειστικό σκοπό το κέρδος.
Χαρακτηριστικά είναι εξάλλου ευρήµατα σύµφωνα µε τα οποία η
συλλογή υλικού παιδικής πορνογραφίας δε συνδεόταν απόλυτα µε την
ερωτική διέγερση και ικανοποίηση του συλλέκτη, αλλά αποσκοπούσε
απλώς στη θεµατολογική διεύρυνση της πορνογραφικής συλλογής του
χρήστη, ο οποίος και αντιµετώπιζε το νεοαποκτώµενο υλικό ως τρόπαιο
53
(σύνδροµο του συλλέκτη, γεγονός που αναδεικνύει και την εν γένει
εθιστική επενέργεια του διαδικτύου), αποστασιοποιούµενος ψυχολογικά
από το απεικονιζόµενο περιεχόµενο. Εξίσου ενδιαφέρουσες είναι και οι
γνωστικές διαστρεβλώσεις που µετέρχονται πολλοί χρήστες, όπως
εκλογικεύσεις του τύπου «η παιδική πορνογραφία σε κάποιες χώρες είναι
νόµιµη», «εγώ απλώς είµαι συλλέκτης», «η σεξουαλική επαφή µε
ενήλικες δεν βλάπτει τα παιδιά» ή ακόµη και ότι οι απεικονιζόµενοι
ανήλικοι απλώς «διασκεδάζουν» επικαλούµενοι τα χαµογελαστά τους
πρόσωπα.
Αν και πρέπει ευθύς εξ αρχής να τονισθεί ότι η χρήση υλικού
παιδικής πορνογραφίας δεν συνιστά µια πράξη άνευ θύµατος καθότι η
παραγωγή τέτοιων εικόνων προϋποθέτει τη σεξουαλική κακοποίηση
ανηλίκων, ο αιτιώδης σύνδεσµος µεταξύ των παραβατών του διαδικτύου
(internet offenders) και των τελούντων εγκληµατικές πράξεις µε θύµατα
ανηλίκους παραµένει δυσαπόδεικτος. Έχει υποστηριχθεί ότι αν και δεν
υφίσταται άµεσος σύνδεσµος µεταξύ της θέασης πορνογραφικού υλικού
και της διάπραξης σεξουαλικών εγκληµάτων, σε κάθε περίπτωση η
οπτική επαφή µπορεί να λειτουργήσει ως εκλυτικό (και όχι γενεσιουργό)
αίτιο επιταχύνοντας λανθάνουσες ψυχοπαθολογικές διεργασίες. Άλλοι
ερευνητές έχουν διατυπώσει την άποψη ότι η παιδική πορνογραφία είναι
ένα υποπροϊόν εξ επαφής εγκληµατικών πράξεων µε σκοπό την
προσέλκυση των ανήλικων θυµάτων. Ειδικότερα, έχει υποστηριχθεί ότι η
χρήση πορνογραφικού υλικού υποδαυλίζει ευθέως την τέλεση
γενετήσιων εγκληµατικών πράξεων και µεταφέρει µηνύµατα που
εµποιούν στο δράστη προ-εγκληµατικές διαθέσεις (pro-offending
attitudes). Έτσι, η επαφή µε το επίµαχο υλικό ενδέχεται να ενδυναµώσει
τόσο την έλξη προς ανηλίκους όσο και τις γνωστικές διαστρεβλώσεις του
χρήστη µε ιδέες όπως ότι το παιδί είναι συνεργάσιµο ή ακόµη και
ενθουσιώδες µε την πράξη, ότι θαυµάζει τον ενήλικα ή ότι ο ενήλικας
54
έχει τον απόλυτο έλεγχο. Από την άλλη πλευρά, έχουν καταγραφεί και
περιπτώσεις όπου η θέαση υλικού παιδικής πορνογραφίας λειτούργησε
αναχαιτιστικά για τον χρήστη αποτρέποντάς τον να µετουσιώσει σε
πράξη τις εικονικές του περιηγήσεις.
Ως εκ τούτου, υπάρχει µια τάση στη θεωρία να
επαναπροσδιορισθεί η πορνογραφία ως εργαλειακά και όχι αποκλειστικά
αιτιωδώς συνδεδεµένη µε την τέλεση σεξουαλικών εγκληµάτων, κυρίως
λόγω της διαδραστικής φύσης της διαδικτυακής επικοινωνίας. Μία
πρόσφατη πάντως µελέτη περιπτώσεων υποτροπής χρηστών υλικού
παιδικής πορνογραφίας κατέδειξε ότι όσοι εξ αυτών είχαν ήδη προβεί σε
ασελγείς πράξεις εις βάρος ανηλίκων, είχαν περισσότερες πιθανότητες να
ξανακυλίσουν ύστερα από την επαφή µε το υλικό, ωστόσο µόνο το 27%
των εξετασθέντων είχαν στο παρελθόν καταδίκες µόνο για κατοχή
υλικού παιδικής πορνογραφίας.
Οι παραβάτες του διαδικτύου συχνά συνοµαδώνονται µε τους
ενεργούς σεξουαλικά παιδόφιλους για ψυχοδιαγνωστικούς και
θεραπευτικούς σκοπούς, ενώ θεωρίες σχετικά µε την σεξουαλική
κακοποίηση ανηλίκων αποδεικνύονται συχνά αποτελεσµατικές στην
εξήγηση της συµπεριφοράς ατόµων που χρησιµοποιούν, διακινούν και
παράγουν παιδική πορνογραφία. Παρόλα αυτά αυτός ο σύνδεσµος
φαίνεται να βασίζεται µάλλον στην επίκληση ως υπόθεση εργασίας παρά
στην εφαρµογή εµπεριστατωµένων θεωρητικών µοντέλων σεξουαλικής
κακοποίησης ανηλίκων. Η βασικότερη δυσχέρεια που παρουσιάζεται
κατά την εξέταση της σχέσης παιδικής πορνογραφίας και εγκληµατικής
συµπεριφοράς είναι µεθοδολογικής υφής. Τα εργαστηριακά πειράµατα
προσφέρουν αναγκαστικά σχετικά σύντοµη έκθεση σε τέτοια
ερεθίσµατα, τη στιγµή που οι συλλέκτες πορνογραφικού υλικού περνούν
πολλές ώρες περιηγούµενοι τη συλλογή τους. Επίσης, κάτι που αγνοείται
σε πολλές έρευνες, είναι ότι πολλοί παιδόφιλοι είναι εξαιρετικά
55
επιλεκτικοί αναφορικά µε το υλικό της αρεσκείας τους, καθότι δεν είναι
τόσο το εξόφθαλµο του περιεχοµένου όσο η πρόσληψή του από τον
χρήστη µέσα από δυσδιάγνωστες σεναριακού τύπου σεξουαλικές
φαντασιώσεις που παράγει τη διέγερση.
Σε µια πρόσφατη έρευνα, επιχειρήθηκε για πρώτη φορά η
εφαρµογή του πλέον σύγχρονου διαγνωστικού µοντέλου για την
σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων (Ward and Siegert’s Pathways Model)
ειδικά στην περίπτωση των παραβατών του διαδικτύου και σε
συσχετισµό µε άλλες κατηγορίες, όπως οι τελούντες ασελγείς πράξεις εις
βάρος ανηλίκων και οι βιαστές ανηλίκων. Το εν λόγω µοντέλο υιοθετεί
διάφορες αιτιώδεις ατραπούς (pathways) που οδηγούν στη σεξουαλική
κακοποίηση, οι οποίες σχετίζονται µε µια σειρά βασικών ψυχολογικών
µηχανισµών που λειτουργούν ως αδυναµίες (vulnerabilities) που όταν
συρρεύσουν, µπορούν να οδηγήσουν σε σεξουαλική κακοποίηση.
Πρόκειται για περιπτώσεις ελλειµµατικής ικανότητας προς το
σχετίζεσθαι και γενικότερα την κοινωνικοποίηση (intimacy and social
skill deficits), διαστρεβλωµένα σεξουαλικά σενάρια (distorted sexual
scripts), συναισθηµατικές δυσλειτουργίες (emotional dysregulation) και
αντικοινωνικοί ιδεασµοί (anti-social cognitions). Έτσι, ειδικότερα για
τους χρήστες υλικού παιδικής πορνογραφίας διαπιστώθηκε ότι η οι
περισσότεροι παρουσίαζαν ελλείψεις του πρώτου τύπου, δηλαδή
προβλήµατα οικειότητας, υψηλά επίπεδα συναισθηµατικής αποµόνωσης
και χαµηλή αυτοεκτίµηση. Έτσι οι περισσότεροι από τους εν λόγω
χρήστες παρουσίαζαν αδυναµία σύναψης στενών σχέσεων µε ενήλικες
και κατέφευγαν στο διαδίκτυο σε περιόδους έντονης αποµόνωσης,
οδηγούµενοι σε µια δυσπροσαρµοστική δηµιουργία σχέσεων µε
ανηλίκους ελπίζοντας σε µια άνευ όρων αποδοχή. Η δεύτερη µεγαλύτερη
οµάδα παρουσίαζε δυσχέρειες του τρίτου τύπου. Τα µέλη της οµάδας
αυτής εµφανίζουν αδυναµία ελέγχου των αρνητικών συναισθηµάτων
56
τους και µε τη συνδροµή ψυχοπιεστικών καταστάσεων µπορούν να
αποχαλινωθούν χρησιµοποιώντας το σεξ ως µέσο αγχόλυσης. Οι
περισσότεροι εξ αυτών επικαλούνται την απώλεια του ελέγχου για να
δικαιολογήσουν τις πράξεις τους και αρνούνται τη συνειδητότητα της
επιλογής τους. Λιγότεροι ήταν εκείνοι που ενέπιπταν στην δεύτερη
τυπολογία, όπου µέσα από αυθαίρετους φαντασιωτικούς συνειρµούς
αποπροσωποποιούν τη σεξουαλική πράξη και αντιµετωπίζουν τις σχέσεις
αµιγώς υπό το πρίσµα της ερωτικής συνεύρεσης. Ελάχιστοι τέλος,
παρουσιάζουν συµπτώµατα του τέταρτου τύπου µε προεξάρχον το
συναίσθηµα υπεροχής έναντι του ανηλίκου, χωρίς ωστόσο να εµφανίζουν
υψηλά ποσοστά ενεργού σεξουαλικής δραστηριότητας µε ανηλίκους.
Αντίθετα από την ετερογένεια που χαρακτηρίζει τους ενήλικες
χρήστες υλικού παιδικής πορνογραφίας, στην περίπτωση των παιδιών
θυµάτων υπάρχει ένα σαφές δεδοµένο: καµία πραγµατική εικόνα παιδιού
πρωταγωνιστή σεξουαλικών πράξεων δεν έχει παραχθεί χωρίς το παιδί να
έχει υποστεί σωµατικό ή ψυχικό πόνο ή γενικότερα χωρίς να έχει
αποτελέσει αντικείµενο εκµετάλλευσης. Αν και η παιδική πορνογραφία
καλύπτει όλο το ηλικιακό φάσµα, τα τελευταία χρόνια η πλειονότητα του
υλικού έλκει την καταγωγή της από χώρες της Νοτίου Αµερικής και της
Ανατολικής Ευρώπης. Τα παιδιά αυτά είναι µέλη οικογενειών που ζουν
κατά κανόνα κάτω από τα όρια της φτώχειας, συνήθως έφηβοι, είτε µε τη
συναίνεση των γονέων τους πωλούνται είτε απάγονται και
εξαναγκάζονται να εργαστούν στην βιοµηχανία της παιδικής
πορνογραφίας. Ειδικότερες έρευνες έχουν δείξει ότι οι ανήλικοι χρήστες
του διαδικτύου και εν δυνάµει ή εν τοις πράγµασι θύµατα σεξουαλικής
εκµετάλλευσης έχουν σχεδόν ανύπαρκτη επικοινωνία µε τους γονείς
τους, ακανόνιστο ωράριο ύπνου, προτιµούν να αποκτούν διαδικτυακές
φιλίες και γενικότερα επιδεικνύουν µία αντικοινωνική συµπεριφορά.
57
Όσον αφορά στις συνέπειες της έκθεσης ανηλίκων στο διαδίκτυο ή
πολλώ µάλλον στη σύναψη πραγµατικών σεξουαλικών σχέσεων µε
ενηλίκους, ο κατάλογος είναι µακρός και περιλαµβάνει σειρά
ψυχοσεξουαλικών διαταραχών, αυτοθυµατοποίηση µε εκούσια
επαναδιακίνηση φωτογραφιών από τον ίδιο, ποικίλες ψυχοσωµατικές
ενοχλήσεις (δυσυπνίες, διατροφικές διαταραχές), αγχώδεις και
συναισθηµατικές διαταραχές, αυτοκαταστροφική συµπεριφορά και ενίοτε
αυτοκτονικό ιδεασµό. Σε σωµατικό επίπεδο, οι κακώσεις, οι
ανεπιθύµητες εγκυµοσύνες και τα σεξουαλικώς µεταδιδόµενα νοσήµατα
αποτελούν συχνούς δείκτες κακοποίησης. Ειδικότερα δε, όσον αφορά
στα παιδιά – θύµατα πορνογραφικής απεικόνισης στο διαδίκτυο η
θυµατοποίηση εκτείνεται στο διηνεκές καθότι το επίµαχο υλικό
καθίσταται προσβάσιµο σε ένα συνεχώς διευρυνόµενο κοινό, ενώ µπορεί
να αποτελέσει µέσο εκβιασµού του ανηλίκου και πολύ αργότερα από την
περίοδο της σεξουαλικής του εκµετάλλευσης.
Σας ευχαριστώ.
58
5.1.3. Χριστίνα-Σωτηρία ∆ηµοπούλου, τελειόφοιτη Νοµικής Σχολής
Αθηνών, µέλος Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α.
Συµπεράσµατα νοµικού σκέλους
Καλησπέρα σας,
Μετά από όσα αναφέρθηκαν, ιδιαίτερη σηµασία έχει να
παρουσιάσουµε τις νοµικές ρυθµίσεις για την παιδική πορνογραφία στο
διαδίκτυο σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Στο διεθνή και
ευρωπαϊκό στίβο παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια έντονες
προσπάθειες αποτελεσµατικής ρύθµισης του φαινοµένου µε γνώµονα
την επίτευξη της µεγαλύτερης δυνατής προστασίας των θυµάτων, των
παιδιών, αλλά και της τιµωρίας των ενόχων. Σηµαντικότερο διεθνές
κείµενο για την παιδική πορνογραφία αποτελεί η Σύµβαση της 20ης
Νοεµβρίου 1989 του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών περί των
∆ικαιωµάτων του Παιδιού, το οποίο ρητά στο άρθρο 34 υποχρεώνει τα
κράτη να λάβουν τα κατάλληλα µέτρα για την προστασία του παιδιού
από κάθε µορφή σεξουαλικής εκµετάλλευσης και σεξουαλικής βίας. Ως
υποπερίπτωση στο εν λόγω άρθρο προβλέπεται η εκµετάλλευση των
παιδιών για την παραγωγή υλικού πορνογραφικού χαρακτήρα. Στο
πλαίσιο της ίδιας Σύµβασης υιοθετήθηκε το Προαιρετικό Πρωτόκολλο
της 25ης Μαϊου 2000 περί της πώλησης παιδιών, της παιδικής πορνείας
και της παιδικής πορνογραφίας. Σε επίπεδο ευρωπαϊκού δικαίου σειρά
συµβάσεων, κοινών δράσεων, αποφάσεων, δηλώσεων και ψηφισµάτων
συνιστούν εκδήλωση της ειλικρινούς πρόθεσης συνεργασίας των κρατών
µελών για την καταπολέµηση του υπό εξέταση εγκλήµατος.
Οι ρυθµίσεις του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου για την παιδική
πορνογραφία στο διαδίκτυο έχουν θυµατοκεντρικό χαρακτήρα.
59
Αποβλέπουν στην ευρύτερη δυνατή προστασία των παιδιών µε τη µέθοδο
της πληρέστερης και ειδικότερης παρουσίασης των εγκληµάτων που τα
αφορούν, επιδιώκοντας την καταπολέµηση του εγκλήµατος στα
σπάργανά του, πριν από την εκδήλωσή του. Οι ρυθµίσεις θέλουν να
αποτρέψουν τη χρησιµοποίηση και εκµετάλλευσή των παιδιών -ο στόχος
της τιµώρησης των δραστών είναι βασικός, δεν αναιρεί, όµως την
επιθυµία για προληπτική λειτουργία του κοινοτικού και διεθνούς δικαίου,
ως ένδειξη ευθύνης του νοµοθέτη, αλλά και της κοινωνίας, για την
καταστολή του φαινοµένου-. Η ευθύνη αυτή είναι παγκόσµια, σύµφυτη
µε το διασυνοριακό χαρακτήρα του εγκλήµατος και τα στοιχεία
αλλοδαπότητας, που σχεδόν παντα παρουσιάζει, απορρέουσα στην ουσία
της από την ευαισθησία έναντι του θύµατος. Ο διεθνής και κοινοτικός
νοµοθέτης αντιλαµβάνεται τον παγκόσµιο χαρακτήρα του εγκλήµατος
και επιβάλλει στο µεν διεθνές επίπεδο την άµεση εφαρµογή των
υιοθετουµένων ρυθµίσεων, στο δε κοινοτικό τη λήψη των αναγκαίων και
κατάλληλων εθνικών µέτρων, µε την παράλληλη εκδήλωση της
πρόθεσης ενοποίησης των ρυθµίσεων για την παιδική πορνογραφία στα
κράτη µέλη και την ενίσχυση της αστυνοµικής και δικαστικής
συνεργασίας τους. Άξια αναφοράς είναι η επιλογή προστασίας των
παιδιών καθεαυτών, προς όλες τις πιθανές αναφορές κακοποίησής τους.
Ειδικά νοµικά µέτρα και κείµενα για την παιδική πορνογραφία στο
διαδίκτυο δεν λείπουν, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, όµως, οι
ρυθµίσεις προβάλλουν τον απόλυτο χαρακτήρα του προστατευόµενου
έννοµου αγαθού και δίνουν υπόσταση στις παραβιάσεις του, την παιδική
πορνεία, την απαγωγή παιδιών, την παιδική εργασία, κάθε µορφής
εκµετάλλευση και κακοποίησή τους και, φυσικά, την παιδική
πορνογραφία. Προς επίρρωση των ανωτέρω, η παιδική πορνογραφία
θεωρείται στη Σύµβαση της ∆ιεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (Νούµερο
182) του 1999 ως µορφή παιδικής εργασίας.
60
Σε εθνικό επίπεδο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι επιλογές του
Έλληνα νοµοθέτη, ο οποίος µε το νόµο 3064/2002 εισήγαγε το άρθρο
348Α στον ποινικό κώδικα, θεσπίζοντας ειδική ρύθµιση για την παιδική
πορνογραφία. Προστατευόµενο έννοµο αγαθό είναι η γενετήσια
ελευθερία υπό ευρεία έννοια και η παιδική ηλικία. Με την τιµώρηση,
µεταξύ άλλων, της εικονικής αποτύπωσης του σώµατος ανηλίκου και την
αναφορά ως αξιόποινης της εικονικής ασελγούς πράξης φαίνεται να
υπάρχει µία απόκλιση, για λόγους µεγαλύτερης προστασίας των
ανηλίκων, από το προστατευόµενο έννοµο αγαθό της διάταξης, αφού
αυτό µόνο εµµέσως µπορεί να παραβιαστεί σε αυτές τις περιπτώσεις. Η
απόκλιση αυτή εντάσσεται στο γενικότερο ζήτηµα του εικονικού
ανηλίκου, ένα από τα πλέον αµφισβητούµενα διεθνώς ποινικά ζητήµατα
για το έγκληµα της παιδικής πορνογραφίας.
Μεγαλα ερωτηµατικά προκαλεί η επιλογή του Έλληνα νοµοθέτη
να εξαρτήσει την τιµώρηση της παιδικής πορνογραφίας από το σκοπό
κέρδους του δράστη, περιορίζοντας το αξιόποινο, αφήνοντας ατιµώρητα
άτοµα που , για παράδειγµα, παράγουν ή κατέχουν πορνογραφικό υλικό
ανηλίκων για την ικανοποίηση ατοµικών παθών και ιδιαίτερων αναγκών
τους, αγνοώντας (ο νοµοθέτης) τόσο την κοινωνική και ψυχολογική
πτυχή του εγκλήµατος όσο και την ταυτότητα της προσβολής της
σωµατικής και ψυχικής υγείας του θύµατος, είτε στην περίπτωση
ύπαρξης σκοπού κέρδους είτε στην περίπτωση απουσίας του.
Παράλληλα, το στοιχείο της κερδοσκοπίας ( δηλ.το αθέµιτο περιουσιακό
όφελος) προσδίδει οικονοµικό χαρακτήρα στο έγκληµα, αν και το
προστατευόµενο έννοµο αγαθό είναι λογικά ανεξάρτητο από τετοιες
αξιολογήσεις. Άλλωστε, αντίθετη στην κοινωνική ηθική και ποινικά
αξιόποινη είναι (και οφείλει να είναι) η σεξουαλική εκµετάλλευση
ανηλίκων καθεαυτή.
61
Σε επίπεδο εθνικών νοµοθεσιών, δυνατός είναι ο διαχωρισµός των
κρατικών ρυθµίσεων µε βάση την ύπαρξη ή µη ειδικού εγκλήµατος για
την παιδική πορνογραφία στο διαδίκτυο. Με αυτό το κριτήριο
διαµορφώνονται δύο κατηγορίες εθνικών νοµοθεσιών. Η πρώτη
κατηγορία αφορά σε εθνικές νοµοθεσίες που δεν περιέχουν ειδική
ρύθµιση για την παιδική πορνογραφία, εντάσσοντας την παραγωγή,
διακίνηση ή κατοχή πορνογραφικού υλικού στους νόµους περί άσεµνου
υλικού, µε συνέπεια η προστασία των ανηλίκων να είναι µηδαµινή, αν
όχι ανύπαρκτη. Να προσθέσω µία βασική παράµετρο: κατά κανόνα οι
χώρες µε αυτό το νοµικό πλαίσιο είναι οι χώρες προέλευσης των
ανήλικων θυµάτων. Αντιθέτως, αρκετές είναι οι χώρες που υιοθετούν
την ξεχωριστή νοµική ρύθµιση της παιδικής πορνογραφίας είτε
εντάσσοντας ως υποπερίπτωση τη διακίνηση του υλικού µέσω
διαδικτύου είτε έχοντας ανάλογο προσανατολισµό, χωρίς αναφορά στο
διαδίκτυο. Οι χώρες µε ειδικό νοµικό πλαίσιο για την παιδική
πορνογραφία στο διαδίκτυο ανταποκρίνονται σε µεγάλο βαθµό στην
αναγκαιότητα προστασίας του θύµατος και τιµωρίας του δράστη.
Προβλήµατα όλες οι νοµοθεσίες παρουσιάζουν. Εντούτοις ενθαρρυντική
είναι η διαφαινόµενη ενίσχυση του γόνιµου νοµικού διαλόγου στις χώρες
αυτές, η σταδιακή προσπέλαση νοµικών ζητηµάτων που στο παρελθόν
έθεταν εµπόδια στην κατάφαση του αξιοποίνου -όπως η επαρκής νοµική
θεµελίωση της ποινικοποίησης της κατοχής του παράνοµου υλικού και
των περιπτώσεων «εικονικού ανηλίκου»- και η ανάδειξη της τιµώρησης
της παιδικής πορνογραφίας στο διαδίκτυο σε βασική προτεραιότητα του
εκάστοτε νοµοθέτη.
Τέλος, θα ήθελα να µου επιτρέψετε µια προσωπική παρατήρηση.
Μελετώντας το νοµικό πλαίσιο, κατέληξα στο συµπέρασµα οτι η µείζων
ηθικοκοινωνική απαξία του εγκλήµατος της παιδικής πορνογραφίας στο
διαδίκτυο µετέβαλε τη συνήθη, δογµατικά εξεταζόµενη, εκκίνηση του
62
νοµοθέτη: εκκίνηση δεν είναι το ερώτηµα ποιο είναι το υλικό παιδικής
πορνογραφίας, τι περιλαµβάνει αυτό υπό νοµική έποψη, -κατά το
αντίστοιχο, για παράδειγµα, στο έγκληµα της κλοπής ερώτηµα «τι είναι
κλοπή;»-, αλλά µία κατάφαση: η επιθυµία της µεγαλύτερης δυνατής
προστασίας των παιδιών. Ο νοµοθέτης θέλει να προστατεύσει τα ανήλικα
θύµατα και βάσει του βουλητικού αυτού στοιχείου διαµορφώνει την
ειδική υπόσταση του εγκλήµατος. Η µεγαλύτερη πρόκληση για αυτόν
είναι να θέσει στέρεο νοµικό υπόβαθρο στις επιδιώξεις του και να
προλάβει την εξέλιξη του φαινοµένου, την οποία, µέχρι στιγµής,
αντιµετωπίζει, κυρίως, κατασταλτικά. Στην κατεύθυνση αυτή βασικό
ρόλο πρέπει να παίξει η ευαισθητοποίηση όλων και η ανάπτυξη δράσης
ώστε η παιδική πορνογραφία στο διαδίκτυο να αντιµετωπίζεται µονο ως
έγκληµα κι όχι ως στοιχείο του σύγχρονου πολιτισµού µας, το οποίο
παθητικά ατενίζουµε.
Σας ευχαριστώ
63
5.2. Ι∆ΡΥΜΑ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ
ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΕΚ∆ΗΛΩΣΗ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ Ε. ∆ΙΑΚΟΓΙΑΝΝΗ, 27. 3.
2007
∆ΗΜΟΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ: ΚΥΠΡΙΑΚΟ: ΕΜΠΟ∆ΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
5.2.1. Αιµιλία Ιωαννίδου, Νοµικός, Συντονίστρια Οµάδας Νέων ΙΜ∆Α
Κυρίες και κύριοι,
Το Κυπριακό ζήτηµα αποτελεί δυστυχώς µία διαχρονική
επιβεβαίωση της, εγγενούς µάλλον, δοθείσης και της ίδιας της φύσης της
διεθνούς δικαιοταξίας, αδυναµίας και αναποτελεσµατικότητας συχνά του
διεθνούς δικαίου ως δικαιικού συστήµατος έναντι της ενδοσυστηµικής
αλλά και εξωσυστηµικής πίεσης των πολιτικοοικονοµικών συµφερόντων
των εκάστοτε ισχυρών κρατών. Οι πρόσφατες ωστόσο εξελίξεις τού
προσδίδουν και νέα χαρακτηριστικά, διαµορφώνοντας νέες προοπτικές
προσέγγισης και ενδεχοµένως επίλυσής του.
Ως καταλύτης των εν λόγω προσφάτων εξελίξεων λειτούργησε η
ευρωπαϊκή πορεία της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας, που κατέληξε στην
ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαϊου 2004. Το ενδεχόµενο
να καταστεί η Κύπρος µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς
απαραιτήτως να έχει επιλυθεί το κυπριακό, πυροδότησε, ήδη διαρκουσών
των ενταξιακών διαπραγµατεύσεών της, την έναρξη ενός νέου γύρου
συνοµιλιών στα πλαίσια του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών. Οι
συνοµιλίες αυτές, στις οποίες ενεπλάκησαν ευθέως και κράτη όπως οι
Η.Π.Α και το Ηνωµένο Βασίλειο, είχαν ως διακηρυγµένο στόχο «την
επανένωση της Κύπρου την εποχή της ένταξής της στην Ε.Ε». Ο
Οργανισµός δηλαδή εστίασε την νέα προσπάθεια σε µία ηµεροµηνία, και
64
στις συνεπακόλουθες συνέπειές της, προσπαθώντας ουσιαστικά να τις
«προλάβει», και όχι σε αυτή καθαυτή τη δίκαιη και βιώσιµη λύση, που
αποτελούσε τον πάγιο στόχο όπως προκύπτει και από τη διαχρονική
µελέτη των σχετικών ψηφισµάτων και αποφάσεων των οργάνων του.
∆εδοµένου άλλωστε ότι και ο Ο.Η.Ε είναι ένας πολιτικός οργανισµός,
που αντανακλά τους εκάστοτε πολιτικούς συσχετισµούς, η στάση του εν
προκειµένω είναι µεν ευεξήγητη, αν και ασφαλώς απορριπτέα: Η ένταξη
της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να έχει επιλυθεί το πολιτικό
πρόβληµα θα έθετε ενδεχοµένως προ ιδιαιτέρως δυσαρέστων δεδοµένων
την επίσης επιδιώκουσα την ένταξή της στην Ένωση Τουρκία, η οποία θα
έπρεπε να αποσπάσει και την υπογραφή της Κυπριακης ∆ηµοκρατίας
προκειµένου να επιτύχει αυτό της το στόχο, ενώ παράλληλα, το
Κυπριακό ζήτηµα θα αποκτούσε µία νέα, ευρωπαϊκή διάσταση, που θα
καθιστούσε σαφώς δυσχερέστερη την προσπάθεια της Τουρκίας να
επιτύχει τους στόχους της στην περιοχή, αφού αυτοί αντιστρατεύονται
ευθέως όχι µόνο το διεθνές δίκαιο αλλά και πολλές από τις αρχές που
συνδιαµορφώνουν το λεγόµενο «ευρωπαϊκό κεκτηµένο», τόσο γενικές
αρχές, όσο και κανονιστικές επιταγές του πρωτογενούς και παραγώγου
κοινοτικού δικαίου. Η κατάσταση αυτή περαιτέρω, θα προκαλούσε
δυσχέρειες στους πολιτικούς σχεδιασµούς των Η.Π.Α (αλλά και του
Ηνωµένου Βασιλείου) σχετικά τόσο µε την Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο και
µε την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, αφού µία Ε.Ε που θα
περιελάµβανε στους κόλπους της την Τουρκία θα καθίστατο
αποδυναµωµένη και συνεπώς οικονοµικά και πολιτικά πλέον
καθυποτάξιµη, η δε ισχυροποίηση του ρόλου της Τουρκίας στη Μέση
ανατολή θα διευκόλυνε τον αποτελεσµατικότερο έλεγχο της
κεφαλαιώδους γι’αυτούς γεωπολιτικής σηµασίας περιοχής αυτής. Ο
Ο.Η.Ε, δυστυχώς, απλά υπέκυψε στη γεωπολιτική συγκυρία και τις
συνακόλουθες πιέσεις, παρουσιάζοντας τις πολλαπλές εκδοχές ενός
65
σχεδίου δήθεν λύσης, του περιωνύµου «Σχεδίου Ανάν». Οι προβλέψεις
του απαραδέκτου από κάθε άποψη αυτού κειµένου αποτελούσαν στο
µεγαλύτερο µέρος τους προσβολή της διεθνούς νοµιµότητας και
ουσιαστικά νοµιµοποιούσαν την εισβολή και τα αποτελέσµατά της.
Ενδεικτικά, το νέο σχέδιο παγίωνε και νοµιµοποιούσε ουσιαστικά την
πολιτική και εδαφική διχοτόµηση και την εθνοκάθαρση, παρέχοντας
οιονεί εκ των υστέρων νοµιµοποίηση και στο ίδιο το ψευδοκράτος, ενώ
βάσει των προβλέψεών του παραβιαζόταν η δηµοκρατική αρχή, η αρχή
της ισότητας και η αρχή της απαγόρευσης των φυλετικών διακρίσεων
(ποσοστώσεις στους θεσµούς του κράτους κλπ), επιτρεπόταν η παραµονή
µεγάλου µέρους των τούρκων εποίκων, παραβλεποµένου του γεγονότος
ότι ο εποικισµός αποτελεί διεθνές έγκληµα (49 παρ. 6 Τέταρτης
Σύµβασης Γενεύης) και καταδικάζεται από πληθώρα διεθνών κειµένων
νοµικά δεσµευτικών και µη, ενώ παράλληλα δεν επιτρεπόταν η
επιστροφή του µεγαλυτέρου µέρους των προσφύγων, παραβιαζόταν το
δικαίωµα στην ιδιοκτησία ενώ το ίδιο το κράτος αποκτούσε
χαρακτηριστικά προτεκτοράτου, αφού, µεταξύ άλλων, το Ανώτατο
∆ικαστήριο, που εκτελούσε και χρέη θεσµού αναπλήρωσης της
εκτελεστικής και νοµοθετικής λειτουργίας, καλούνταν να αποφασίζει σε
περίπτωση εµφάνισης αδιεξόδου σε κάποιον από τους θεσµικούς φορείς
του οµοσπονδιακού κράτους. ∆ιαµορφωνόταν δηλαδή ένα κράτος
δικαστών (και µάλιστα αλλοδαπών δικαστών, αφού µπορούσε να
προκύψει ισοψηφία µεταξύ των ε/κ και των τ/κ δικαστών) κατά
παράβασιν της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, της λαϊκής κυριαρχίας
(αφού για τις υποθέσεις του κράτους καλούνται να αποφασίζουν µη
εκλεγµένα πρόσωπα) και τελικά πληττόταν η ουσιαστική ανεξαρτησία
του κράτους. Αυτές, καθώς και χιλιάδες άλλες προβληµατικές
ρυθµιστικές προτάσεις του σχεδίου, οδήγησαν στην ιστορική απόρριψή
του (συγκεκριµένα, της πέµπτης εκδοχής του) από την ε/κ πλειοψηφία
66
(µε ποσοστό 76%), παρά τις ιδιαίτερης έντασης προσπάθειες εκφοβισµού
του λαού από ποικίλες πηγές και µε αντιστοίχως ποικίλους τρόπους. (∆εν
θα πρέπει να λησµονούµε ότι Αµερικανοί και Βρεττανοί αξιωµατούχοι,
υπάλληλοι του Ο.Η.Ε, ορισµένοι αξιωµατούχοι της Ε.Ε και, το
δυστυχέστερο, ορισµένοι Έλληνες και Κύπριοι πολιτικοί, δηµοσιογράφοι
και διανοούµενοι, οιονεί συστρατεύθηκαν σε µία προσπάθεια
δαιµονοποίησης της απόρριψης του σχεδίου. Όπως επίσης δεν θα πρέπει
να λησµονείται η χρηµατοδότηση πολλών εξ’ αυτών των τελευταίων από
διάφορες πηγές, ώστε να υποστηριχθεί το «ναι».)
Η ένταξη της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας στην Ε.Ε προσέδωσε στο
κυπριακό ζήτηµα µία νέα διάσταση, και επιτρέπει πλέον στην Κυπριακή
∆ηµοκρατία να επικαλείται στα πλαίσια των διαπραγµατεύσεων εκτός
από τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, και αυτές του «κοινοτικού
κεκτηµένου», ενώ η διεθνής θέση της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας
ενισχύθηκε σηµαντικά. Η αδιαµφισβήτητη αυτή ωστόσο επιτυχία της
κυπριακής διπλωµατίας, σε συνδυασµό µε την περιφανή νίκη του
κυπριακού λαού που µε την απόρριψη του σχεδίου Ανάν διασφάλισε την
ανεξαρτησία του και απέτρεψε την εκ των υστέρων νοµιµοποίηση των
παρανόµων τετελεσµένων της τουρκικής εισβολής και κατοχής, δεν
εξάλειψε και όλα τα εµπόδια στην πορεία προς την επίλυση του
κυπριακού και τη διασφάλιση της διεθνούς νοµιµότητας.
Στα πλαίσια της Ε.Ε γίνεται από ορισµένα κράτη –µε πρωτοστάτη
φυσικά το Ηνωµένο Βασίλειο- προσπάθεια για έκδοση Κανονισµού ο
οποίος θα επιτρέπει το απευθείας εµπόριο κρατών-µελών της Ε.Ε µε τα
κατεχόµενα, στα πλαίσια της γενικότερης παραφιλολογίας περί «άρσης
της αποµόνωσης των τ/κ» που πυροδοτείται τόσο από ορισµένα κράτη
της Ε.Ε, όσο και από φορείς του Ο.Η.Ε και, κυρίως, από τις Η.Π.Α., που
ενέχει την ενδεχόµενη προοπτική µίας de factο, αρχικά τουλάχιστον,
πολιτικής αναγνώρισης του τ/κ ψευδοκράτους. Εν συνεχεία, το
67
∆εκέµβριο του 2006 το Συµβούλιο της Ε.Ε, και παρά την εκ µέρους της
Τουρκίας µη εφαρµογή του πρωτοκόλλου τελωνειακής ένωσης µε τα
δέκα νέα κράτη-µέλη στην περίπτωση της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας,
αποφάσισε το πάγωµα µόνο οκτώ κεφαλαίων διαπραγµάτευσης,
απόφαση που σίγουρα αποτελεί προϊόν συµβιβασµού που δεν τιµά την Ε.
Ε και γενικότερα τον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισµό, δεδοµένου ότι
ουσιαστικά εµφανίζεται ανεκτική έναντι της παράλογης απαίτησης
υποψηφίου κράτους να ενταχθεί σε έναν όµιλο κρατών µη
αναγνωρίζοντας ένα από αυτά, από την ψήφο των οποίων εξαρτάται και
η έκβαση του αιτήµατός της!
Στα πλαίσια του Ο.Η.Ε, και παρά την κινδυνολογική παρουσίαση
από πολλούς του σχεδίου Ανάν ως της «τελευταίας ευκαιρίας για λύση»,
νέες συνοµιλίες µετά το δηµοψήφισµα κατέληξαν στη συµφωνία της 8ης
Ιουλίου 2006, που προβλέπει συνοµιλίες επί θεµάτων καθηµερινότητας
αλλά και επί της ουσίας του κυπριακού, ωστόσο και πάλι, η τουρκική και
τ/κ πλευρά παρεµποδίζει την οµαλή εξέλιξή τους και την γενικότερη
εφαρµογή και προώθηση των σχετικών συνοµιλιών, (παρά τις θετικές
κινήσεις τις προερχόµενες από την πλευρά της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας,
όπως η κατεδάφιση του οδοφράγµατος της οδού Λήδρας στη Λευκωσία),
µε απώτερο µεταξύ άλλων σκοπό και την διατήρηση της στασιµότητας
στο πολιτικό ζήτηµα, ώστε να ευνοηθεί περαιτέρω η προσπάθεια για
θεσµική εκ µέρους της Ε.Ε αποδοχή του απ’ευθείας εµπορίου µε τα
κατεχόµενα.
Στην παρελκυστική αυτή τακτική της Τουρκίας και των αρχών του
ψευδοκράτους θα πρέπει να προστεθεί η θρασύτατη και παραβιάζουσα
ευθέως το διεθνές δίκαιο εκ µέρους της πρώτης απειλή εναντίον της
Κυπριακής ∆ηµοκρατίας, της Αιγύπτου και του Λιβάνου, ώστε να µην
εφαρµοστεί η µεταξύ των τελευταίων κρατών συµφωνία περί
οριοθέτησης αποκλειστικών οικονοµικών ζωνών για την εκµετάλλευση
68
κοιτασµάτων υδρογονανθράκων και φυσικού αερίου. Έναντι της νόµιµης
άσκησης των κυριαρχικών δικαιωµάτων ενός κράτους, συµφώνως προς
τις επιταγές του δικαίου της θάλασσας όπως αυτό αποκρυσταλλώθηκε
στη σχετική συνθήκη, η Τουρκία αντιτάσσει την απειλή της
απαγορευµένης από τον Χάρτη των Η.Ε χρήσης βίας, επικαλούµενη την
εκ µέρους της ιδίας µη υπογραφή της σχετικής συνθήκης καθώς και
κάποια ακαθόριστη µορφή “lebensraum” της στην Ανατολική Μεσόγειο.
(Θα πρέπει βεβαίως, ειδικά ως προς την µη υπογραφή της συνθήκης περί
του δικαίου της θάλασσας εκ µέρους της Τουρκίας να διευκρινισθεί ότι η
εν λόγω συνθήκη αποκρυσταλλώνει διεθνές έθιµο, και συνεπώς, το
περιεχόµενό της µπορεί να αντιταχθεί και έναντι µη υπογράψασας τη
συνθήκη χώρας.).
Στα πλαίσια της καταγραφής της τρέχουσας κατάστασης θα πρέπει
να γίνει αναφορά και στην πρόσφατη απόφαση του Ε∆∆Α επί της
προσφυγής της ε/κ πρόσφυγος Μύρας Ξενίδη-Αρέστη κατά της Τουρκίας
για την απώλεια της περιουσίας της στην περιοχή της κατεχοµένης
Αµµοχώστου, που προκάλεσε ευρύτατο προβληµατισµό στην ε/κ πλευρά,
αφού το ∆ικαστήριο διαφοροποιεί σε κάποιο βαθµό τη στάση του όπως
αυτή είχε διατυπωθεί στην απόφασή του επί της υπόθεσης Λοϊζίδου. Το
βασικό ζήτηµα συνίσταται στο κατά πόσον το ∆ικαστήριο αναγνωρίζει
την καλούµενη «επιτροπή αποζηµιώσεων» που έχει ιδρυθεί στα
κατεχόµενα ως αποτελεσµατικό και πρόσφορο ένδικο βοήθηµα, ενώπιον
του οποίου θα πρέπει να απευθύνεται κάθε αίτηµα ε/κ πρόσφυγος προτού
παρουσιασθεί ως προσφυγή στο Ε∆∆Α (βάσει του άρθρου 35 ΕΣ∆Α),
και κατά πόσον, επιπλέον και συνεπακολούθως, µία τέτοια αναγνώριση
συνεπάγεται και αναγνώριση, έστω και de facto, του ψευδοκράτους. Από
το κείµενο της απόφασης βεβαίως, δεν φαίνεται να προκύπτει απόκλιση
από τη ειδικότερη θέση του ∆ικαστηρίου στην υπόθεση Λοϊζίδου,
σύµφωνα µε την οποία κάθε καλούµενη «αρχή» και «θεσµός» του
69
ψευδοκράτους θεωρείται ενεργούµενο της Τουρκίας και συνεπώς όργανό
της, ωστόσο πλήθος νοµικών ερωτηµάτων εγείρονται, και σίγουρα η εν
λόγω απόφαση αποτελεί νοµολογιακή στροφή δυσµενή για τους ε/κ. Θα
πρέπει να τονισθεί ότι στην Ξενίδη-Αρέστη επιδικάστηκε µεν δίκαιη
ικανοποίηση, χωρίς να αναπαραπεµφθεί στην προαναφερθείσα
«επιτροπή», ωστόσο µόνο και µόνο δεδοµένου του προχωρηµένου
σταδίου εκδίκασης της υπόθεσης.
Συγκεφαλαιωτικά, η γενικότερη κατάσταση έχει ως εξής: Τα
ανθρώπινα δικαιώµατα και το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο
εξακολουθούν να παραβιάζονται στην Κύπρο. Οι διεθνείς πολιτικοί
οργανισµοί που εµπλέκονται στο ζήτηµα, υφιστάµενοι πιέσεις ή και
ολοκληρωτικά χειραγωγούµενοι από ισχυρά κράτη µε συµφέροντα στην
περιοχή συχνά αποκλίνουν από τις ίδιες τους τις αρχές, προσπαθώντας να
συµβιβάσουν τα ασυµβίβαστα, τη νοµιµότητα µε την παρανοµία, το
δίκαιο µε το άδικο, εξισώνοντας το θύµα µε το θύτη .
Η κρίση του Ο.Η.Ε, ο οποίος συµπεριφέρεται ως να έχει καταστεί
ενεργούµενο των εκάστοτε ισχυρών δυνάµεων, έχει ασφαλώς τις
επιπτώσεις της και στην περίπτωση της Κύπρου, αφού η πρόσφατη
στάση του στο θέµα, τόσο µε την ίδια την πρόταση του σχεδίου Ανάν,
όσο και µε τη στάση του έναντι της ετυµηγορίας του κυπριακού λαού στα
πλαίσια του δηµοψηφίσµατος, καταδεικνύει την ασυνέπεια των οργάνων
του έναντι των ιδίων των διακηρυγµένων αρχών και κανόνων του, όπως
αυτές έχουν διατυπωθεί στα κείµενα πρωτογενούς και παραγώγου
δικαίου του, δηλαδή στον Χάρτη του ΟΗΕ, καθώς και στις αποφάσεις
των οργάνων του επί του κυπριακού ζητήµατος, καθώς επίσης και έναντι
των διατυπουµένων στα µη νοµικά δεσµευτικά έναντι των κρατών-µελών
του κείµενα αρχών. (Θα πρέπει δε εδώ να τονισθεί ότι η έλλειψη
δεσµευτικής ισχύος των τελευταίων ισχύει µόνον έναντι των κρατών,
αλλά όχι έναντι των οργάνων του Οργανισµού). Οι αρχές της εθνικής
70
αυτοδιάθεσης, της εθνικής κυριαρχίας, της ισότητας και της
απαγόρευσης των φυλετικών διακρίσεων, η δηµοκρατική αρχή, και
πλήθος άλλων, παραγνωρίζονται και καταπατούνται από τις ενέργειες
του ίδιου του φορέα που θα ώφειλε να τις προασπίζεται.
Από την πλευρά της, η Ε.Ε µοιάζει να αποδέχεται την παραβίαση
των αρχών του «κοινοτικού κεκτηµένου» σε τµήµα του εδάφους της,
αλλά ιδίως, και προπαντός, την κατοχή αυτού του τµήµατος από
υποψήφιο κράτος-µέλος της. Η Ενωση, υπο την πίεση κρατών-µελών της
που σε συνεργασία µε άλλα κράτη, µη µέλη, επιδιώκουν την
αποδυνάµωσή της και την αποτροπή της ανάδειξής της σε Ε.Ε των λαών,
σε ένα ισχυρό εξισορροπητικό πόλο θεµελιωµένο στη δηµοκρατία και το
σεβασµό των ανθρωπίνων δικαιωµάτων σε όλες τους τις διαστάσεις στην
παγκόσµια πολιτική σκηνή, εµφανίζεται αδύναµη να επιδιώξει την άρση
της αδιανόητης κατάστασης που επικρατεί σε τµήµα του εδάφους της. Το
αγγλοσαξωνικής προέλευσης ιδεολόγηµα περί «άρσης της αποµόνωσης
των τ/κ», ο κανονισµός απευθείας εµπορίου µε τα κατεχόµενα, το
ψήφισµα του ευρωπαϊκου κοινοβουλίου περί αγνοουµένων που ενώ
αναγνωρίζει το ανθρωπιστικό σκέλος της κρίσης αρνείται να εµπλακεί
στο πολιτικό που το έχει προκαλέσει, είναι απλά συµπτώµατα της
σύγχρονης παθολογίας της Ε.Ε, που διάγει περίοδο άνυδρη ιδεολογικά
και πολιτικά, διεπόµενη από στασιµότητα όσον αφορά στην προσπάθεια
επίτευξης του εγχειρήµατος της πολιτικής ένωσης και ατολµία σε επίπεδο
οραµάτων, αρκούµενη στη γραφειοκρατική διαχείριση ζητηµάτων
αγοράς.
Από την άλλη πλευρά, το Ε∆∆Α, µε την πρόσφατη απόφασή του
στην υπόθεση Ξενίδη-Αρέστη, µοιάζει επίσης να διαφοροποιεί κατά τι τη
στάση του, πειθόµενο ίσως τοις ρήµασι ξένων προς την υπόθεση των
ανθρωπίνων δικαιωµάτων φορέων.
71
Στην Κυπριακή βεβαίως ∆ηµοκρατία διανοίγονται πλέον, µετά την
απόρριψη του Σχεδίου Ανάν και την ένταξή της στην Ε.Ε νέες
προοπτικές, καθώς ενισχύεται η διεθνής της θέση, αποκτά τα
πλεονεκτήµατα του νέου καθεστώτος της ως κράτους-µέλους και
διευκολύνεται πλέον στην απαίτηση µίας λύσης του πολιτικού
προβλήµατος στα πλαίσια των αρχών του «κοινοτικού κεκτηµένου». Η
απόρριψη του Σχεδίου Ανάν µάλιστα κατέδειξε την πρόθεση του
κυπριακού λαού να διεκδικήσει τα δίκαιά του παρά τις όποιες επιδιώξεις
των ισχυρών, και όχι µόνο οδήγησε στη συσπείρωση του ίδιου του
κυπριακού λαού γύρω από την εθνική του υπόθεση, αλλά κατέδειξε και
την αναγκαιότητα για αγώνα κατά κάθε παραβίασης του διεθνούς δικαίου
και των ανθρωπίνων δικαιωµάτων, για αντίσταση σε κάθε προσπάθεια
έξωθεν επιβολής.
Η Ελλάδα από την πλευρά της, εγκλωβισµένη στη λογική του
εξευµενισµού ενός µαξιµαλιστικά επεκτατικού και επιθετικού γειτονικού
κράτους, το οποίο διαθέτει, διαχρονικά, «περγαµηνές» γενοκτονιών,
διωγµών, εθνοκαθάρσεων, και γενικότερα κάθε µορφής παραβίασης των
ανθρωπίνων δικαιωµάτων σε επίπεδο τόσο εσωτερικό, κατά του ιδίου
του λαού του, όσο και εξωτερικό, όπως επίσης και του διεθνούς δικαίου,
εξακολουθεί να µην διεκδικεί µαχητικά ως θα ώφειλε, τα δίκαιά της, το
σεβασµό των ανθρωπίνων δικαιωµάτων και του διεθνούς δικαίου. Παρά
κάποιες επιµέρους προσπάθειες για συµβολή στη θεµελίωση της
ασφάλειας της Κύπρου, όπως π.χ µέσω του Ενιαίου Αµυντικού
∆όγµατος, και γενικότερα για υποστήριξή της, εξακολουθεί να υστερεί
στην ενεργό στήριξη της Κύπρου στο δύσκολο αγώνα της, όπως ακριβώς
έπραξε και πράττει και στην περίπτωση του Ελληνισµού της Πόλης, της
Ίµβρου και της Τενέδου, είτε στα πλαίσια κάποιου ευήθους πολιτικού
σχεδιασµού, είτε εξ’αιτίας αδιαφορίας, είτε, το χειρότερο, εξ’αιτίας
υποταγής σε έξωθεν επιταγές. ∆υστυχώς, µε την, τουλάχιστον
72
λανθασµένη, αυτή στάση της ελληνικής πολιτείας, συντάσσεται και
µερίδα διανοουµένων και δηµοσιογράφων που, είτε κατευθυνόµενοι, είτε
όχι, αποπειρώνται να διαµορφώσουν συνειδήσεις µοιρολατρικές αν όχι
οσφυοκαµπτικές έναντι των επιταγών των εκάστοτε αλλοτρίων
συµφερόντων.
∆εδοµένων των προαναφερθέντων, θα ήθελα ως συντονίστρια της
Οµάδας Νέων του ΙΜ∆Α και ως νέα νοµικός να εκφράσω την οργή µου
για την συντελούµενη περιφρόνηση των κανόνων του διεθνούς δικαίου,
και για την αδιαφορία για τα δικαιώµατα του ανθρώπου, όχι µόνο από
κάποια κράτη, αλλά και από τους ίδιους τους φορείς που θα ώφειλαν να
διασφαλίζουν την εφαρµογή τους, και να διατυπώσω την ελπίδα µου για
µία δίκαιη λύση του κυπριακού ζητήµατος, που δεν θα εξισώνει το θύµα
µε το θύτη, αλλά θα καταστεί µνηµείο διακηρυκτικό της πανανθρώπινης
ισχύος των θεµελιωδών επιταγών του σεβασµού των δικαιωµάτων του
ανθρώπου.
Σας ευχαριστώ.
73
6. Αρθρογραφία
6.1. Η ∆ΙΚΗ ΚΑΙ Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ SADDAM HUSSEIN.
Της Γεωργίας Κουτσούκου, τελειόφοιτης Νοµικής Σχολής Αθηνών.
H στρατιωτική επέµβαση των Ηνωµένων Πολιτειών Αµερικής
στην επικράτεια του Ιράκ τον Μάρτιο του 2003, έκφανση της
εγκαινιασθείσας µετά το τροµοκρατικό χτύπηµα της 11ης Σεπτεµβρίου
2001 λογικής του προληπτικού πολέµου, δήθεν αποσκοπούσα στον
πυρηνικό αφοπλισµό του Ιράκ και κατά συνέπεια στην αποτροπή του
εκπορευόµενου από το απολυταρχικό καθεστώς του Saddam Hussein
κινδύνου για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια καθώς και στον
εκδηµοκρατισµό του εν λόγω κράτους δια της αποτινάξεως του
υφιστάµενου επί τρεις και πλέον δεκαετίες σκληρού και απάνθρωπου
δικτατορικού καθεστώτος και στη διάρρηξη των –κατά τους επί σαθρού
ερεισµατος βασιζόµενους ισχυρισµούς της αµερικανικής κυβέρνησης-
στενών δεσµών του ιρακινού πολιτικού καθεστώτος µε την
φονταµενταλιστιστική τροµοκρατική οργανωση Αl-Qaeda1, περατώθηκε
τυπικά την πρώτη Μαϊου 2003 µε την επικρατηση των αµερικανικών
δυνάµεων και των συµµάχων τους2. Η εξέλιξη αυτή, συνεπαγόµενη την
κατάρρευση του καθεστώτος του Saddam Hussein, συνοδεύτηκε από την
απόφαση 1483 του Συµβουλίου Ασφαλείας της 22ης Μαϊου 20033(SC
1 Jonathan Weisman, Iraq's Alleged Al-Qaeda Ties Were Disputed Before War, Washington Post,
Saturday, September 9, 2006, διαθεσιµο στο link: http://www.washingtonpost.com/wp-
dyn/content/article/2006/09/08/AR2006090800777.html
2 Text Of Bush Speech, cbs news, διαθεσιµο στο link http:/www.cbsnews.com/stories/2003/05/01/iraq/
main551946.shtml
3 Το κείµενο της απόφασης είναι διαθέσιµο στο ακόλουθο link: http://daccessdds.un.org/doc/UNDOC/
EN/N03/368/53/PDF/N0336853.pdf?OpenElement
74
Res. 1483, 22 May 2003), σύµφωνα µε την οποία το σύνολο των
πολιτειακών λειτουργιών του Ιράκ θα περιερχόταν στην Coalition
Provisional Authority (CPA), η οποία εκπροσωπούσε ουσιαστικά τις
δυνάµεις κατοχής (Ηνωµένες Πολιτείες Αµερικής, Ηνωµένο Βασίλειο
και τις περισσότερες από 20 συµµαχικές προς αυτές χώρες),
χαρακτηριζόταν από προσωρινότητα, αποτελούσα ουσιαστικά προστάδιο
της αποκατάστασης της νόµιµης κυρίαρχης εξουσίας και ασκούσε τα
δικαιώµατα που απορρέουν από τους διέποντες τον πόλεµο κανόνες
(νοµικούς και εθιµικούς) επωµιζόµενη συγχρόνως και τις νοµικές
υποχρεώσεις που συνεφέλκεται η κατοχή ξένου εδάφους4. Η ανάθεση της
προσωρινής άσκησης εξουσίας στην CPA έγινε υπό τον όρο της πλήρους
συµµορφώσεως των συµµαχικών δυνάµεων κατοχής προς τις
απορρέουσες από το διεθνές δίκαιο υποχρεώσεις τους και ειδικότερα από
τις Συνθήκες της Γενεύης του 1949 και τους Κανονισµούς της Χάγης του
19075 ενώ τονίστηκε η ανάγκη άσκησης της εν λόγω εξουσίας κατά
τρόπο σύµφωνο προς το Χάρτη των Ηνωµένων Εθνών και αποβλέποντα
στην προώθηση της ευηµερίας του ιρακινού πληθυσµού δια της
αποτελεσµατικής διοικήσεως της επικράτειας6. Είναι άξιος ιδιαίτερης
µνείας ο περιλαµβανόµενος στην εν λόγω απόφαση του Συµβουλίου
Ασφαλείας τονισµός της αναγκαιότητας εγκαθιδρύσεως µηχανισµού
αποδόσεως ευθυνών για τα εγκλήµατα και την ωµότητα της προτέρας
ιρακινης διοικήσεως7, πρόβλεψη η οποία προµήνυε τη σύσταση του
Ειδικού Ιρακινού ∆ικαστηρίου (Iraqi Special Tribunal), ενώπιον του
οποίου επρόκειτο να διεξαχθεί η δίκη του Saddam Houssein και των
4 Michael A. Newton, The Iraqi High Criminal Court: controversy and contributions, International
Review of Red Cross, Volume 88, number 862, June 2006
5 SC Res. 1483, 22 May 2003, para. 5
6 SC Res. 1483, 22 May 2003, para. 4
7 SC Res. 1483, 22 May 2003, para.5
75
συγκατηγορουµένων του για τη διάπραξη ειδεχθών εγκληµατων σε βάρος
του ιρακινού πληθυσµού.
Το επιτακτικό αίτηµα περί διακριβώσεως της βασιµότητας των
κατηγοριών των σχετιζοµένων προς τη διάπραξη ειδεχθών εγκληµάτων
και την κατάφωρη παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωµάτων εκ µέρους των
µελών του κόµµατος Baath και απoδόσεως τυχόν διαπιστωθησοµένων
ευθυνών8 οδήγησε -κατά παραβίαση της θεµελιώδους αρχής του
νόµιµου δικαστή στη σύσταση εκτάκτου δικαστηρίου επιφορτισµένου µε
την εκδίκαση των ως άνω υποθέσεων παραβίασης, προκειµένου να
αποκατασταθεί η τρωθείσα νοµιµότητα9, να παγιωθεί η κοινωνική
ειρήνη10 δια της εγκαθιδρύσεως ατοµικής ποινικής ευθύνης και της
εξασφαλίσεως δίκαιης ικανοποίησης για τα θύµατα- αποδέκτες των εν
λόγω πρακτικών και να καταστεί το έδαφος πρόσφορο για την ανάπτυξη
της σύµφυτης προς την απονοµή της ποινικής δικαιοσύνης αποτρεπτικής
της λειτουργίας προς τέλεση ανάλογων εγκληµάτων στο µέλλον11.
∆εδοµένης της µη επικυρώσεως του Καταστατικού (Rome Statute) του
∆ιεθνούς Ποινικού ∆ικαστηρίου (International Criminal Court) από τις
Ηνωµένες Πολιτείες Αµερικής και το Ιράκ και της απροθυµίας του
Συµβουλίου Ασφαλείας να προσδώσει σε αυτό δικαιοδοσία λόγω της
επαίσχυντης, υπονοµευτικής εναντι του ΙCC στάσεως των Ηνωµένων
Πολιτειών Αµερικής, απέµενε ως δυνατότητα, είτε η τιµώρηση από
οποιoδήποτε κράτος, ανεξαρτήτως τόπου τελέσεως του εγκλήµατος και
της ιθαγενείας των εµπλεκοµένων θυµάτων και δραστών, των πράξεων
των εµπιπτουσών στην κατηγορία των εγκληµάτων κατά της
8 Iraq: Only justice can serve the future of Iraq, AMNESTY INTERNATIONAL PRESS RELEASE,
15 December 2003, διαθεσιµο στο link: http://web.amnesty.org/library/Index/ENGMDE141832003
9 όπ.π., βλ. υποσηµ. 4, p. 399
10 Michael Scharf and Paul Williams,The functions of justice in the peace-building process, Case
Western Reserve Journal of International Law 2003, p. 161
11 όπ.π, βλ. υποσηµ. 10, p. 170-177
76
ανθρωπότητας, των εγκληµάτων πολέµου, της γενοκτονίας, της
εξωδικαστικής εκτέλεσης και εξαφάνισης, είτε η σύσταση
περιφερειακού ή εγχώριου ποινικού δικαστηρίου12, ερειδόµενης επί του
δικαιώµατος κάθε κυρίαρχου κράτους να τιµωρεί τους υπηκόους του για
παραβιάσεις των κανόνων του διεθνούς δικαίου13. Το “κυβερνητικό
συµβούλιο του Ιράκ” (Iraqi Government Council), προέκρινε δια της
υιοθετήσεως την 10η ∆εκεµβρίου 2003 του Tribunal Statute14, προϊόντος
µακρών συζητήσεων µεταξύ Αµερικανών και Βρετανών νοµοµαθών, τη
σύσταση εθνικού µηχανισµού αποδόσεως ευθυνών, του Iraqi Special
Tribunal (IST), επιφορτισµένου µε την εκδίκαση των υποθέσεων
παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωµάτων από µέλη του καθεστώτος Baath,
λαµβάνοντας υπόψη ότι ο ιρακινός πληθυσµός ήταν ο αµέσως ζηµιωθείς
από τις αυθαιρεσίες και τη στυγνή πολιτική πρακτική του και ως εκ
τούτου οι ιρακινές δικαστικές αρχές, ως παρουσιάζουσες εγγύτερο
σύνδεσµο προς την υπόθεση, και ως έχουσες µεγαλύτερο συµφέρον στη
δίωξη και τιµώρηση των υπαιτίων των εις βάρος του δεινών, διατηρούν
επιπροσθέτως προβάδισµα έναντι αλλοδαπού ή διεθνούς δικαστηρίου, το
οποίο σύµφωνα µε την αρχή της επικουρικότητας θα µπορούσαν να
επιληφθούν µόνο αν τα εγχώρια δικαστήρια ήταν ανίκανα ή απρόθυµα να
αποδώσουν τυχόν αποδεικνυόµενες ατοµικές ευθύνες15. Τίθεται,
ωστόσο, το ερώτηµα, εάν η CPA, ως εκπρόσωπος των δυνάµεων κατοχής
είχε την εξουσία να συστήσει το ΙST στο άδαφος του Ιράκ.
Αδιαµφισβήτητα, όταν εκδόθηκε το Statute Tribunal, το Ιράκ
διατελούσε υπό καθεστώς κατοχής από τις αµερικανοβρετανικές
12 Iraq: Ensuring justice for human rights abuses, p. 6-8, διαθέσιµο στο link: http://news.amnesty.org/
library/pdf/ MDE140802003ENGLISH/$File/MDE1408003.pdf
13 όπ.π., βλ. υποσηµ. 4, p. 407
14 Iraq: Iraqi Special Tribunal-Fair trials not guaranteed, p. 4, διαθεσιµο στο link: http://web.amnesty.
org/ library/pdf/MDE140072005ENGLISH/$File/MDE1400705.pdf
15 όπ.π., βλ. υποσηµ.4, p. 402
77
δυνάµεις δεδοµένης της αδυναµίας των υπαρχουσών κυβερνητικών
δοµών να ασκήσουν κανονικώς την εξουσία που διέθεταν και της
δυνατότητας των διακατεχόντων την εδαφική επικράτεια του εν λόγω
κράτους να διεκπεραιώνουν οιονεί κυβερνητικές λειτουργίες16.
∆εδοµένου του εκτοπισµού της προτέρας κυβερνήσεως από τις κατοχικές
δυνάµεις, η νέα διοίκηση του Ιράκ, η CPA, οφείλει, σύµφωνα µε το
άρθρο 43 του Κανονισµου της Χάγης του 190717(Hague Convention IV-
Convention Respecting the Laws and Customs of War on Land), να λάβει
όλα τα απαραίτητα µέτρα για την αποκατάσταση και τη διασφάλιση, σε
όση έκταση είναι αυτό δυνατό, της δηµόσιας τάξεως και ασφαλείας, στα
πλαίσια των οποίων θα µπορούσε να ενταχθεί, νοµιµοποιούµενη
τοιουτοτρόπως, και η ίδρυση του Iraqi Special Tribunal. Επιπλέον, οι
επελθούσες δια της εκδόσεως του Statute Tribunal στο ιρακινό
ουσιαστικό και δικονοµικό ποινικό δίκαιο µεταβολές, θα µπορούσαν να
δικαιολογηθούν µε την επίκληση του άρθρου 64 της Τέταρτης Συνθήκης
της Γενεύης του 1949 σύµφωνα µε το οποίο, «οι ποινικοί νόµοι της υπό
κατοχήν επικράτειας παραµένουν σε ισχύ, µε εξαίρεση τη δυνατότητα
ακυρώσεως ή αναστολής της ισχύος τους από τις δυνάµεις κατοχής σε
περιπτώσεις συνιστώσες κίνδυνο για την ασφάλεια τους ή εµπόδιο για
την εφαρµογή της παρούσας συµβάσεως. Υποκείµενα στους τελευταίους
παράγοντες και στην αναγκαιότητα της διασφαλίσεως της
αποτελεσµατικής διοικήσεως της δικαιοσύνης, τα δικαστήρια της
κατεχόµενης επικράτειας θα συνεχίσουν να λειτουργούν αναφορικά µε
όλα τα καλυπτόµενα από τους ανωτέρω νόµους. Η κατοχική δύναµη
µπορεί, ωστόσο, να υποβάλει τον πληθυσµό του κατεχόµενου εδάφους σε
16 The Manual of the Law of Armed Conflict, UK Ministry of Defence, Oxford University Press,
Oxford, 2004, p. 275, para. 11.3.
17 Το σχετικό κείµενο διαθέσιµο στο ακόλουθο link: http://net.lib.byu.edu/~rdh7/wwi/hague hague5.
html
78
προβλέψεις, οι οποίες είναι ουσιώδεις στο να επιτρέψουν στις κατοχικές
δυνάµεις να εκπληρώσουν τις υπό την παρούσα σύµβαση υποχρεώσεις
τους, να διατηρήσουν την εύρυθµη διακυβέρνηση της χώρας και να
διασφαλίσουν την ασφάλεια της κατοχικής δυνάµεως, των µελών και της
περιουσίας του κατοχικού στρατού ή της διοικήσεως και οµοίως των
εγκαταστάσεων και τηλεπικοινωνιακών διαύλων που χρησιµοποιούνται
από αυτές18».
H σύλληψη του Saddam Houssein και άλλων σηµαινουσών
προσωπικοτήτων του καθεστώτος Baath και η διατύπωση κατηγοριών
για τα από την έποψη διεθνούς δικαίου εγκλήµατα τα οποία φέρεται να
διέπραξε το καθεστώς Baath θα µπορούσε να αποτελέσει σηµαντικό
βήµα για την απονοµή δικαιοσύνης και την ικανοποίηση των θυµάτων
των αποτρόπαιων αυτών εγκληµάτων (πολιτικές δολοφονίες,
συστηµατική καταφυγή σε πρακτικες εµπίπτουσες στην έννοια των
βασανιστηρίων, πολυάριθµες εξαφανίσεις, πρόβλεψη θανατικής
καταδίκης και επιβολή αυτής σε ευρύ φάσµα ποινικών και πολιτικών
αδικηµάτων19). Ωστόσο, παρά την ύψιστη σηµασία της συλλήψεως του
Saddam και της υπαγωγής του σε δίκη, αρκετές από τις εµπεριεχόµενες
στο Statute Tribunal ρυθµίσεις προµήνυαν τη δυνατότητα καταχρήσεων
και παραβιάσεως θεµελιωδών δικονοµικών δικαιωµάτων των
κατηγορουµένων, σε τέτοιο βαθµό ώστε να επιτρέπει την έγερση
αµφιβολιών ως προς το αν οι κατηγορούµενοι, πρώην επιφανή µέλη του
καθεστώτος των Baath, θα απήλαυον του δικαιώµατος σε δίκαιη δίκη και
προδιέγραφε τη διεξαγωγή µιας δίκης-παρωδίας.
Συγκεκριµένα, το Tribunal Statute προβλέπει στο άρθρο 17 ότι «Οι
γενικές αρχές του ποινικού δικαίου που είναι εφαρµοστέες σχετικά µε τη
18 ∆ιαθέσιµο στο link: http://www.unhchr.ch/html/menu3/b/92.htm
19 Decades of human rights abuse in Iraq, διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/pages/irq-
article_3-eng
79
δίωξη και την εκδίκαση κάθε κατηγορουµένου προσώπου είναι οι
εµπεριεχόµενες i) Στον ιρακινό Ποινικό Νόµο της 17ης Ιουλίου 1968 για
τα διαπραχθέντα µεταξύ 17 Ιουλίου 1968 και 14 ∆εκεµβρίου 1969
εγκλήµατα ii)Στον υπ’ αριθµόν 111 νόµο του 1969(ιρακινός Ποινικός
Κώδικας) χωρίς αναφορά στις επακολουθήσασες τροποποιήσεις του, για
τα αδικήµατα που διαπράχθηκαν µεταξύ 15ης ∆εκεµβρίου 1969 και 1ης
Μαϊου 2003 και iii)Στον υπ’αριθµόν 23 νόµο του 1971(ιρακινός
Κώδικας Ποινικής ∆ικονοµίας)» χωρίς να γίνεται οποιαδήποτε µνεία των
διεθνών υποχρεώσεων του Ιράκ εκ διεθνών συνθηκών αφορωσών την
κατοχύρωση και προστασία ανθρωπίνων δικαιωµάτων, ιδιαίτερα του
∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα
(International Covenant on Civil and Political Rights – ICCPR), το οποίο
εξακολουθεί να δεσµεύει το Ιρακ ως συµβαλλόµενο κράτος, παρά την
συντελεσθείσα κυβερνητική ανατροπή20. Επιπλέον, θα πρέπει να
τονιστεί ότι ο Saddam και οι συγκατηγορούµενοι του, ως πρώην
κυβερνώντες το Ιρακ και συλληφθέντες από τις κατοχικές δυνάµεις, θα
έπρεπε να θεωρηθούν αιχµάλωτοι πολέµου21 και να τύχουν της
µεταχειρίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 3, το οποίο είναι κοινό και
στις τέσσερις συµβάσεις της Γενεύης του 1949 και από το διέπον τις µη
διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις εθιµικό δίκαιο22.
Επίσης, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η προβλεπόµενη από το
Tribunal Statute διαδικασία διορισµού των δικαστών και ανακριτών δεν
παρέχει εχέγγυα αµεροληψίας και ανεξάρτητης λειτουργίας της
δικαιοσύνης. Είναι γεγονός ότι σύµφωνα µε τη ρύθµιση του άρθρου 5(a)
20 Human Rights Committee: General Comment No. 26: Continuity of obligations (CCPR/C/21/
Rev.1/Add.8/Rev.1) 8 December 1997, para. 4.
21 Iraq: Only justice can serve the future of Iraq, AMNESTY INTERNATIONAL PRESS RELEASE,
διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/library/Index/ENGMDE141832003?open&of=ENG-332
22 Iraq post 28 June 2004: protecting persons deprived of freedom remains a priority, διαθέσιµο στο
link: http://www.icrc.org/web/eng/siteeng0.nsf/html/63KKJ8
80
και 7(d) του Tribunal Statute οι µόνιµοι και αναπληρωµατικοί δικαστές
πρέπει να είναι «προσωπικότητες υψηλού ήθους, αµεροληψίας και
ακεραιότητας διαθέτουσες τις απαιτούµενες ικανότητες διορισµού στα
ανώτατα δικαστικά αξιώµατα», ότι «Κατά τη διαδικασία επιλογής των
ανακριτών, θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η εµπειρία των δικαστών στο
ποινικό δίκαιο και την εκδίκαση ποινικών υποθέσεων» ενώ οι υποψήφιοι
για την πλήρωση θέσεων µόνιµων και αναπληρωτών δικαστικών
λειτουργών δε χρειάζεται να είναι εν ενεργεία δικαστές αλλα µπορούν να
είναι επίσης δικηγόροι και νοµικοί διαθέτοντες την αναγκαία εµπειρία
και ικανότητες (άρθρο 5(b)). Παρά το θετικό προσανατολισµό αυτών των
ρυθµίσεων, θα ήταν σκόπιµο να γίνει υπόµνηση του γεγονότος ότι ότι το
άρθρο 4(d) προβλέπει τη δυνατότητα διορισµού ως δικαστων µη-
Ιρακινών χωρίς να ορίζεται ως προαπαιτούµενο η ύπαρξη εµπειρίας στα
νοµικά ζητήµατα, µε τα οποία θα έρθουν αντιµέτωποι σε περίπτωση
επιλογής τους προς στελέχωση του δικαστηρίου ενώ γενικότερα θα
µπορούσε να παρατηρηθεί ότι το πλαίσιο επιλογής και αποµακρύνσεως
των δικαστικών λειτουργών δε συµβαδίζει προς τα διεθνή πρότυπα ως
παρέχον ελλιπείς εγγυήσεις23(θα µπορούσε να αναφερθεί η αντίστοιχη
ρύθµιση του άρθρου 36(a) του Rome Statute του ICC σύµφωνα µε την
οποία η επιλογή των δικαστών γίνεται µεταξύ προσώπων µε υψηλό ήθος,
αµεροληψία και ακεραιότητα, τα οποία διαθέτουν τις απαιτούµενες
ικανότητες στα αντίστοιχα κράτη για το διορισµό στα ανώτατα
δικαστικά αξιώµατα ενώ θα πρέπει «i)να έχουν αναπτύξει ικανότητα στο
ποινικό δίκαιο και τη δικονοµία και να εχουν αποκτήσει αντίστοιχη
εµπειρία είτε ως δικαστές, εισαγγελείς, δικηγόροι ή σε άλλη συναφή
δραστηριότητα στα ποινικά δικαστήρια ή ii) έχουν αναπτύξει ικανότητα
σε σχετικούς τοµείς του διεθνούς δικαίου, όπως το διεθνές ανθρωπιστικό
23 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p. 14
81
δίκαιο και το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωµάτων και έχουν εκτεταµένη
εµπειρία σε νοµικές υποθέσεις συναφείς προς το δικαστικό έργο του
δικαστηρίου). Επίσης, εν συνεχεία, θα ήταν αναγκαίο να επισηµανθεί ότι
προϋπόθεση διορισµού καποιου ως δικαστή είναι η ιρακινή ιθαγενεια µε
δυνατότητα επιλογής ξένων υπηκόων µόνο κατόπιν εγκρίσεως του
«ιρακινού κυβερνητικού συµβουλίου»24. Επιπροσθέτως, εµφανίζεται
ιδιαίτερα προβληµατικός, ο αποκλεισµός από τη σύνθεση του
δικαστηρίου προσώπων που έχουν διατελέσει µέλη του κόµµατος Βaath,
δεδοµένου ότι η απλή ιδιότητα του µέλους δεν προδικάζει τη
µεροληπτική στάση συγκεκριµένου δικαστικού λειτουργού ενώ δεν
παρίσταται εύλογο να αποκλείεται µέρος του ιρακινού δικαστικού
σώµατος µε κριτήριο την πολιτική τοποθέτηση και να δικάζεται ένας
ηττηµένος ηγέτης αποκλειστικά από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Μάλιστα, θα ήταν σκόπιµο να προβλέπονται εγγυήσεις όντως
διασφαλίζουσες την ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας έναντι
οποιουδήποτε πολιτικού οργανισµου ή κυβερνήσεως και όχι απλά έναντι
της έως της αµερικανικής εισβολής κρατούσας παράταξης των Baath25.
Θα ήταν αναγκαίο να επισηµανθεί επίσης ότι το Tribunal Statute
προβλέπει απλώς ότι «οι δικαστές θα πρέπει να δρουν ανεξάρτητα και δε
θα πρέπει να υποβάλλονται ή να ανταποκρίνονται στις προερχόµενες από
τον πρόεδρο της δηµοκρατίας ή την κυβέρνηση ή οποιαδήποτε
κυβερνητική υπηρεσία οδηγίες ή τις κατευθυντήριες υποδείξεις»
(Κανόνας 11) χωρίς να περιέχει ρητή µνεία της υποχρεώσεως των
δικαστών να κρίνουν αµερόληπτα, αποφαινόµενοι εφαρµόζοντας
νοµικούς κανόνες επί τη βάσει πραγµατικών περιστατικών εξαχθέντων
κατά νόµιµο τρόπο, υποχρέωση ρητά κατοχυρωµένη στη δεύτερη αρχή
24 Saddam Houssein’s Trial, Bringing Justice for human rights Crimes in Iraq’s past, διαθέσιµο στο
link: http://www.hrw.org/english/docs/2003/12/19/iraq6770.htm
25 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p. 15
82
των «Βασικών Αρχών για την Ανεξαρτησία της ∆ικαιοσύνης»26(«οι
δικαστές πρέπει να αποφασίζουν επί των υποθέσεων που φέρονται
ενώπιον τους επί τη βάσει των πραγµατικών περιστατικών και σε
συµφωνία προς το νόµο»).
Επιπροσθέτως, ιδιαίτερη προβληµατική παρουσιάζει η παράλειψη
ή η προς το διεθνές δίκαιο ασυµβατότητα του ορισµού των εµπιπτόντων
στην αρµοδιότητα του Iraqi Special Tribunal εγκληµάτων (το άρθρο 10
του Tribunal Statute προβλέπει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου για τα
ακόλουθα εγκλήµατα i) γενοκτονία ii) εγκλήµατα κατά της
ανθρωπότητας iii) εγκλήµατα πολέµου iv) παραβίαση συγκεκριµένων
ιρακινών νόµων) , δεδοµένης της αρχής της νοµιµότητας της επιβολής
ποινής και της ανυπαρξίας προβλέψεως των εν λόγω αδικηµάτων στον
ιρακινό ποινικο νόµο, ανυπαρξία υποθάλουσα τη δυνατότητα αυθαίρετης
ερµηνείας των εν λόγω ποινικών διατάξεων27.
Ιδιαιτέρας µνείας θα ήταν σκόπιµο να τύχουν ορισµένες ρυθµίσεις
του Tribunal Statute, δεδοµένης της ενδεχόµενης προσβολής του
δικαιώµατος του κατηγορουµένου σε δίκαιη δίκη(right to fair trial). Κατ’
αρχήν, το Tribunal Statute δεν απαγορεύει τη χρησιµοποίηση
βασανιστηρίων, εξαναγκασµού, πιέσεως ή απειλής ή κάθε άλλης µορφής
σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής µεταχείρησης κατά το στάδιο της
προδικασίας28. O κανόνας 79 (1) προβλέπει ότι το Ιraqi Special Tribunal
εφαρµόζει τους κανόνες αποδείξεως που εκτίθενται στον ιρακινό Κώδικα
Ποινικής ∆ικονοµίας ενώ το άρθρο 127 του ιρακινού Κώδικα Ποινικής
26Basic Principles on the Independence of the Judiciary, adopted by the Seventh United Nations
Congress on the Prevention of Crime and the Treatment of Offenders held at Milan from 26 August to
6 September 1985 and endorsed by General Assembly resolutions 40/32 of 29 November 1985 and
40/146 of 13 December 1985, διαθέσιµο στο ακόλουθο link: http://www.unhchr.ch/html/menu3/b/
h_comp50.htm
27 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p. 22
28 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p. 27
83
∆ικονοµίας απαγορεύει τη χρησιµοποίηση «οποιασδήποτε παράνοµης
µεθόδου προς επηρεασµό του κατηγορουµένου και απόσπαση οµολογίας
από αυτόν. Κακοµεταχείριση, απειλές, τραυµατισµοί, δελεασµός,
υποσχέσεις, ψυχολογική επιρροή ή χρήση ναρκωτικών ή
οινοπνευµατωδών ποτών απαγορεύεται». Η ρύθµιση αυτή εµφανίζεται
προβληµατική, δεδοµένου ότι το ιρακινό ποινικό δίκαιο δεν απαγορεύει
ρητά την προσφυγή σε βασανιστήρια, παράλειψη συνεπαγόµενη την
αντίθεση της ιρακινής νοµοθεσίας προς το διεθνές δίκαιο και
συκεκριµένα προς το άρθρο 7 του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά
και Πολιτικά ∆ικαιώµατα(ICCPR)29. Eπιπλέον, το Tribunal Statute (σε
αντίθεση προς το Rome Statute του ICC, το οποίο στο άρθρο 69 (7)
προβλέπει ότι «αποδεικτικά µέσα που αποκτήθηκαν µε µέσα που
αντιτιθέµενα στο καταστατικό του ∆ικαστηρίου ή παραβιάζοντα τα
διεθνώς αναγνωρισµένα ανθρώπινα δικαιώµατα δε θα γίνονται αποδεκτα
αν η παραβίαση επιτρέπει την έγερση αµφιβολιών ως προς την
αξιοπιστία τους ή αν η αποδοχή τους θα ήταν αντίθετη και ικανή να
καταφέρει σοβαρό πλήγµα στην ακεραιότητα της διαδικασίας») δεν
απαγορεύει ρητώς την αποδοχή αποδεικτικών µέσων αποσπασθέντων
δια βασανιστηρίων (παρά τις σαφείς ενδείξεις συστηµατικής
χρησιµοποιήσεως βασανιστηρίων από την ιρακινές αστυνοµικές αρχές
και τις δυνάµεις κατοχής), αρκούµενο στην πρόβλεψη ότι ο ανακριτής θα
πρέπει να εκτιµήσει τις πληροφορίες που έλαβε και να αποφασίσει αν
αποτελούν επαρκή βάση για την πρόοδο της διαδικασίας(άρθρο 18(a))
ενώ το άρθρο 213 του ιρακινού Κώδικα Ποινικής ∆ικονοµίας αναφέρει
ότι το δικαστήριο µπορεί να δεχθεί µία οµολογία αν το ικανοποιεί και δεν
υπάρχει κανένα στοιχείο αποδεικνύον ότι είναι ψευδής, αλλά δεν
αποκλείει ρητώς τη λήψη υπόψη οµολογίας κτηθείσας δια
29 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p. 28
84
βασανιστηρίων ενώ το άρθρο 218 του ίδιου κώδικα επιτρέπει την
αποδοχή οµολογίας-προϊόντος φυσικού καταναγκασµού αν δεν υπάρχει
αιτιώδης σύνδεσµος µεταξύ οµολογίας και εξαναγκασµού ή εάν η
οµολογία δύναται να συσχετισθεί µε άλλα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία
πείθουν το δικαστήριο ότι είναι αληθής30.
Στο ίδιο πλαίσιο, θα ήταν αναγκαίο να επισηµανθεί ότι το
Tribunal Statute, ως προς τη δυνατότητα διορισµού νοµικού παραστάτη
προβλέπει στο άρθρο 18(c): «Σε περίπτωση ανακρισης από ανακριτή-
δικαστή, ο ύποπτος έχει δικαίωµα να παρασταθεί µε σύµβουλο της
επιλογής του, συµπεριλαµβανοµένου του δικαιώµατος να του παρασχεθεί
νοµική βοήθεια χωρίς δική του οικονοµική επιβάρυνση, σε περίπτωση
που δε διαθέτει επαρκή οικονοµικά µέσα για να καλύψει τη σχετική
δαπάνη». Οι ενστάσεις κατά της εν λόγω διατάξεως εστιάζονται στην
πρόβλεψη δυνατότητας παραστάσεως µετά νοµικού συµβούλου µόνο
κατά την ανακριτική διαδικασία ενώπιον ανακριτή-δικαστή κι όχι και
κατά τη διαδικασία ενώπιον αστυνοµικών ή εισαγγελικών αρχών και
κατά συνέπεια καθίσταται αµφίβολη η αναγνώριση του εν λόγω
δικαιώµατος σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας ενώ δεν
κατοχυρώνεται το δικαίωµα ενηµερώσεως του υπόπτου ως προς τα
σχετικά δικαιώµατα του, ώστε να δυναται να τα ασκήσει
αποτελεσµατικά31.
Eπιπροσθέτως, το εν λόγω καταστατικό του Ιρακινού Ειδικού
∆ικαστηρίου κατοχυρώνει στο άρθρο 20(d) το δικαίωµα σιωπής κάθε
προσώπου που συλλαµβάνεται, ενώ ο κανόνας 46(c) προσνέµει το αυτό
δικαίωµα και κατά τη διάρκεια της ανακρίσεως ενώπιον ανακριτή-
δικαστή, χωρίς, ωστόσο, να αναγνωρίζει ρητά το εν λόγω δικαίωµα από
το χρονικό σηµείο κατά το οποίο υφίστανται βάσιµες ενδείξεις τελέσεως
30 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p. 28
31 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p. 29
85
του εγκλήµατος από ορισµένο πρόσωπο και πρόκειται το τελευταίο να
κληθεί προκειµένου να του υποβληθούν ερωτήσεις.
Tέλος, είναι αναγκαίο να επισηµανθεί ότι το τρέχον ιρακινό
ποινικοδικαιικό πλαίσιο δεν απαιτεί για την καταδίκη των
κατηγορουµένων την απόδειξη πέρα από κάθε ευλογη αµφιβολία της
ενοχής του κατηγορουµένου32. Συγκεκριµένα, ο κανόνας 79 (1) του
Tribunal Statute προβλέπει ότι το δικαστήριο θα πρέπει να εφαρµόσει
τους κανόνες αποδείξεως που ορίζονται στο ίδιο το Τribunal Statute και
στον ιρακινό κώδικα ποινικής δικονοµίας, του οποίου το άρθρο 182
προβλέπει ότι: «εάν η δίκη έχει διεξαχθεί σύµφωνα µε το νόµο και το
δικαστήριο είναι πεπεισµένο ότι ο κατηγορούµενος διέπραξε το αδίκηµα,
απαγγέλλει την ετυµηγορία περί ενοχής του και διατάζει να εκτελεσθεί η
επιβληθείσα ποινή33». Η ρύθµιση αυτή αυτή θα µπορύσε να
αντιπαρατεθεί προς την προβλεπόµενη αντιστοιχα στο άρθρο 66 του
Rome Statute του ICC, το οποίο ρητά απαιτεί για την κατάφαση της
ενοχής την απόδειξή της πέρα από κάθε εύλογη αµφιβολία (proof beyond
reasonable doubt), προκειµένου να καταδειχθεί η ανεπαρκής αφοµοίωση
και κατοχύρωση θεµελιωδών αρχών της ποινικής δικαιοσύνης από το
ιρακινό δίκαιο.
Από τα ανωτέρω εκτεθέντα προκύπτει ότι το νοµικό πλαίσιο εντός
του οποίου διεξήχθη η πρώτη δίκη του Saddam Houssein και των επτά
συγκατηγορουµένων του για τη εκτέλεση 148 Σιιτών στην πόλη al-
Dujail το 198234 ήταν ανίκανο να διασφαλίσει σε επαρκή βαθµό
θεµελιώδη δικονοµικά δικαιώµατα των κατηγορουµένων και να
λειτουργήσει ως τροχοπέδη έναντι ενδεχοµένων αποπειρών αυθαιρεσίας 32 όπ.π., βλ. υποσηµ. 24
33 όπ.π., βλ. υποσηµ. 14, p.31
34 Iraq: Flaws in the first trial before the Supreme Iraqi Criminal Tribunal should not be repeated,
AMNESTY INTERNATIONAL, Public Statement, διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/
library/index/ENGMDE140312006
86
ενώ συγχρόνως απετέλεσε πρόσφορο έδαφος ώστε να λάβουν χώρα
ποικίλες παραβιάσεις κανόνων του διεθνούς δικαίου.
Κατ’ αρχήν, θα πρέπει να τονιστεί η κατάφωρη παραβίαση της
αρχης της ανεξαρτησίας της δικαστικής λειτουργίας έναντι της
εκτελεστικής. Ενδεικτική των ανεπίτρεπτων και απαράδεκτων πολιτικών
παρεµβάσεων κατά την εκδίκαση της υποθέσεως από το Ειδικό Ιρακινό
∆ικαστήριο είναι η παραίτηση του προεδρεύοντος δικαστή Rizgar
Muhammad Amin µετά τη δηµόσια κριτική που ασκήθηκε στο πρόσωπό
του από κυβερνητικούς αξιωµατούχους για τον τρόπο µε τον οποίο
επέλεξε να χειριστεί την υπόθεση35 και επανειληµµένες διαµαρτυρίες
του για απόπειρα αναµίξεως στο έργο του από τις κυβερνητικές αρχές και
άσκηση πιέσεως προκειµένου να µεταχειριστεί τους κατηγορουµένους µε
πιο δυναµικό τρόπο36. Σύγχρόνως, η παραίτησή του συνοδεύτηκε από την
απόρριψη της υποψηφιότητας του δικαστή al-Hammashi για την
πλήρωση της κενωθείσας θέσεως του προέδρου του δικαστηρίου, µε την
επικληση του επιχείρηµατος της συµµετοχής του στην παράταξη Baath.
∆εδοµένου ότι η εφαρµογή της απαγορευτικής του διορισµού σε θέση
δικαστικού λειτουργού µέλους του κόµµατος Baath προβλέψεως του
άρθρου 33 του Tribunal Statute (η οποία είναι καταδικαστέα δεδοµένου
ότι αποκλείει πληρούντα τις νόµιµες προϋποθέσεις µέλη του δικαστικού
σώµατος από τη συµµετοχή στη δίκη µε µοναδικό κριτήριο τις πολιτικές
τους πεποιθήσεις) είχε εν τοις πράγµασι ατονήσει37, θα µπορούσε να
αποδοθεί στη συγκεκριµένη πολιτική πρακτική η µοµφή της απόπειρας
αναµίξεως στη λειτουργία της δικαιοσύνης και κατά συνέπεια
υπονοµεύσεως της δικαστικής ανεξαρτησίας και αµεροληψίας. Οι
35 Iraq: Saddam Hussein Trial At Risk - Government Undermines Independence of Judges, διαθέσιµο
στο link: http://hrw.org/english/docs/2006/01/27/iraq12541.htm
36 όπ.π., βλ. υποσηµ. 34
37 όπ.π., βλ. υποσηµ. 35
87
πολιτικές αυτές πρακτικές απάδουν τόσο προς τις ρυθµίσεις του
∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα(ICCPR,
άρθρο 14 παρ. 1 «Κάθε πρόσωπo έχει τo δικαίωµα η υπόθεσή τoυ vα
δικασθεί από […] αρµόδιo, αvεξάρτητo και αµερόληπτo δικαστήριo, πoυ
έχει συσταθεί µε vόµo […]») όσο και προς την πρώτη αρχή των
«Βασικών αρχών σχετικά µε την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης», κείµενο
υιοθετηθέν από τη Γενική Συνέλευση του οργανισµού Ηνωµένων Εθνών
την 29η Νοεµβρίου του 1985 («Η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης πρέπει να
τελεί υπό την εγγύηση του Κράτους και διαφυλάσσεται από το Σύνταγµα
ή από το νόµο του κράτους. Είναι υποχρέωση όλων των κρατικών και
άλλων θεσµών να σέβονται και να επιβλέπουν την ανεξαρησία της
δικαιοσύνης») ενώ θα ήταν σκόπιµο να αναφερθεί η ρύθµιση της
Ευρωπαϊκής Συµβάσεως για την Προστασία των ∆ικαιωµάτων του
Ανθρώπου και των Θεµελιωδών Ελευθεριών, σύµφωνα µε το άρθρο 6
παρ. 1 της οποίας: «Παν πρόσωπον έχει δικαίωµα όπως η υπόθεσις του
δικασθεί […] υπό ανεξαρτήτου και αµερολήπτου δικαστηρίου, νοµίµως
λειτουργούντος, το οποίον θα αποφασίσει […] επί του βασίµου πάσης
εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως[…]».
Θα ήταν αναγκαίο να γίνει υπόµνηση της ανικανότητας του
δικαστηρίου να διασφαλίσει την ασφάλεια των µετεχόντων στη δίκη
προσώπων, περίτρανη απόδειξη της οποίας αποτελεί η εκτόξευση
απειλών εναντίον συνηγόρων υπερασπίσεως και η δολοφονία τριών από
αυτούς από τον Οκτώβριο του 2005 έως τον Ιούνιο του 2006. Συγχρόνως,
θα πρέπει να τονιστεί η δολοφονία ενός µάρτυρα υπερασπίσεως και η
παράλειψη του δικαστηρίου προς λήψη µέτρων προστασίας των
µαρτύρων και των οικογενειών τους από οποιαδήποτε απόπειρα
εκδικήσεως ή εκφοβισµού τους, παράλειψη ικανή να λειτουργήσει ως
88
ανασταλτικός παράγοντας συµµετοχής τους στη δίκη και κατά συνέπεια
να πλήξει την αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας38
Επιπλέον, θα πρέπει να επισηµανθεί ότι ο Saddam Houssein, η
σύλληψη του οποίου έλαβε χώρα το ∆εκέµβριο του 2003, δεν είχε
πρόσβαση σε νοµική αρωγή έως την 16η ∆εκεµβρίου 2004 ενώ το
δικαστήριο σε πολλές περιπτώσεις επέβαλε στους κατηγορουµένους την
έκπροσώπηση από νοµικούς συµβούλους τους οποίους δεν είχαν οι ίδιοι
επιλέξει39. Μια τέτοια αντιµετώπιση των κατηγορουµένων έδει να
αποκρουσθεί ως αντικείµενη τόσο προς την πρόβλεψη του Tribunal
Statute (άρθρο 18(c): «Σε περίπτωση ανακρισης από ανακριτή-δικαστή, ο
ύποπτος έχει δικαίωµα να παρασταθεί µε σύµβουλο της επιλογής του,
συµπεριλαµβανοµένου του δικαιώµατος να του παρασχεθεί νοµική
βοήθεια χωρίς δική του οικονοµική επιβάρυνση, σε περίπτωση που δε
διαθέτει επαρκή οικονοµικά µέσα για να καλύψει τη σχετική δαπάνη»)
όσο και προς το άρθρο 14 παρ. 3δ του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα
Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα, σύµφωνα µε το οποίο «Κάθε
πρόσωπo πoυ κατηγoρείται για πoιvικό αδίκηµα απoλαύει, σε πλήρη
ισότητα, τις ακόλoυθες τoυλάχιστov εγγυήσεις: […] δ. vα παρίσταται στη
δίκη και vα υπερασπισθεί τov εαυτό τoυ αυτoπρoσώπως ή µε τη βoήθεια
τoυ συvηγόρoυ της επιλoγής τoυ. Εάv δεv έχει συvήγoρo, vα εvηµερωθεί
για τo δικαίωµά τoυ αυτό και vα διoρισθεί συvήγoρoς αυτεπαγγέλτως σε
κάθε περίπτωση πoυ αυτό απαιτείται για τo συµφέρov της δικαισύvης,
χωρίς o κατηγoρoύµεvoς vα βαρύvεται µε τηv αµoιβή τoυ, εάv δεv έχει
τηv oικovoµική δυvατότητα vα τov πληρώσει». Συγχρόνως, θα πρέπει να
τονιστεί ότι οι κατηγορούµενοι και οι συνήγοροί τους δεν είχαν επαρκή
πρόσβαση στη σχηµατισθείσα εις βάρος τους δικογραφία και στα εις
βάρος τους συλλεγέντα αποδεικτικά στοιχεία, ενώ πολλάκις στερήθηκε
38 όπ.π., βλ. υποσηµ. 34
39 όπ.π., βλ. υποσηµ. 34
89
στους συνηγόρους υπερασπίσεως το δικαίωµα υποβολής ερωτήσεων
στους µάρτυρες κατηγορίας40, πρακτικές προδήλως αντιβαίνουσες στο
άρθρο 14 παρ. 3 του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά και Πολιτικά
∆ικαιώµατα(«Κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκηµα
απολαύει, σε πλήρη ισότητα, τις ακόλουθες τουλάχιστον εγγυήσεις: α. vα
πληρoφoρηθεί, τo συvτoµότερo δυvατό, σε γλώσσα πoυ καταvoεί και
λεπτoµερώς, τη φύση και τoυς λόγoυς της κατηγoρίας εvαvτίov τoυ […]
ε. vα εξετάσει ή vα ζητήσει τηv εξέταση τωv µαρτύρωv κατηγoρίας και
vα εξασφαλίσει τηv παρoυσία και τηv εξέταση τωv µαρτύρωv
υπεράσπισης µε τoυς ίδιoυς όρoυς πoυ ισχύoυv για τoυς µάρτυρες
κατηγoρίας».)
Τέλος, αξιοσηµείωτη είναι η παράλειψη του Iraqi High Criminal
Court (µετονοµασία του Iraqui Special Tribunal από την ιρακινή
κυβέρνηση) να εξετάσει τους περί παραβιάσεως θεµελιωδών
δικονοµικών δικαιωµάτων των κατηγορουµένων ισχυρισµούς καθώς και
τις περί καταφυγής των ιρακινών αρχών σε πρακτικές συνιστώσες
βασανιστήρια ή απάνθρωπη και εξευτελιστική µεταχείρηση, ισχυρισµοί,
οι οποίοι επαληθευόµενοι θα ήταν ικανοί να θεµελιώσουν αντίθεση τόσο
προς τα άρθρα 7 και 10 του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά και
Πολιτικά ∆ικαιώµατα, το οποίο συνήφθη το 1966 στα πλαίσια του
Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών, τα οποία ορίζουν ότι «Καvείς δεv
υπoβάλλεται σε βασαvιστήρια oύτε σε πoιvές ή µεταχειρίσεις σκληρές,
απάvθρωπες ή εξευτελιστικές. Ειδικότερα, απαγoρεύεται η υπoβoλή
πρoσώπoυ, χωρίς τηv ελεύθερη συγκατάθεσή τoυ, σε ιατρικό ή
επιστηµovικό πείραµα»(άρθρο 7) και «Κάθε πρόσωπo πoυ στερείται της
ελευθερίας τoυ αvτιµετωπίζεται µε αvθρωπισµό και σεβασµό της
εγγεvoύς αvθρώπιvης αξιoπρέπειας» (άρθρο 10 παρ.1) και το άρθρο 13
40 Iraq: Saddam Hussein Put to Death, Hanging After Flawed Trial Undermines Rule of Law,
διαθέσιµο στο link: http://hrw.org/english/docs/2006/12/30/iraq14950.htm
90
της Τρίτης Σύµβασης της Γενεύης, σύµφωνα µε το οποίο «οι αιχµαλωτοι
πολέµου πρέπει να απολαµβάνουν ανθρώπινη µεταχείριση και ότι οι
δυνάµεις κατακράτησης θα πρέπει να παραλείπουν κάθε ενέργεια ικανή
να επιφέρει το θάνατο ή να θέσει σε διακινδύνευση τη ζωή του
αιχµαλώτου», δεδοµένης της ιδιότητας των κατηγορουµένων ως
αιχµαλώτων πολέµου, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω όσο και προς το
άρθρο 2 παρ.1 της Σύµβασης του ΟΗΕ του 1984 κατά των
βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης και
ταπεινωτικής µεταχείρισης ή τιµωρίας, στο οποίο προβλέπεται η
υποχρέωση κάθε µετέχοντος στη σύµβαση κράτους να λάβει
αποτελεσµατικά νοµοθετικά, διοικητικά ή δικαστικά µέτρα για να
αποτραπούν πράξεις συνιστώσες βασανιστήρια στο έδαφός του υπό την
δικαιοδοσία του ενώ η παράγραφος 2 του ιδίου άρθρου ορίζει ότι «∆εν
µπορεί να γίνει επίκληση καµίας εξαιρετικής περίστασης είτε πρόκειται
για πόλεµο ή απειλή πολέµου είτε για εσωτερική πολιτική αστάθεια,
προκειµένου να δικαιολογηθούν πράξεις βασανιστηρίων».
Επιστέγασµα του πληµµελούς για την προστασία των δικαιωµάτων
των κατηγορουµένων διαδικαστικού πλαισίου, το οποίο εγείρει σοβαρές
αµφισβητήσεις ως προς το σεβασµό του δικαιώµατος σε δίκαιη δίκη
αποτέλεσε η προδιαγεγραµµένη καταδίκη του Saddam Houssein σε
θάνατο από το Iraqi High Criminal Court την 5η Νοεµβρίου 2006,
καταδίκη επικυρωθείσα από το Εφετείο την 26η ∆εκεµβρίου 2006 και
εκτελεσθείσα την 30η ∆εκεµβρίου 200641. Ο Λευκός Οίκος επικρότησε
την εκτέλεση του Saddam Houssein ως πράξη αποδόσεως δικαιοσύνης
µετά τηρήσεως της προσήκουσας διαδικασίας, θεωρώντας ότι παρά την
ανικανότητά της να διασφαλίσει τον τερµατισµό του κύκλου του αίµατος
41 Iraq: Execution of Saddam Hussein aides is a further slide into errors of the past, AMNESTY
INTERNATIONAL PRESS RELEASE, διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/library/ Index/
ENGMDE140022007?open&of=ENG-392
91
στο Ιράκ, θα µπορούσε να αποτελέσει λυδία λίθο της αποκαταστάσεως
και παγιώσεως της δηµοκρατίας στο Ιρακ και συµπήξεως κοινού
µετώπου µε τις ΗΠΑ στον «πόλεµο κατά της τροµοκρατίας»42. Ωστόσο,
η πλειοψηφία των Κρατών και µη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως η
∆ιεθνής Αµνηστεία, εξέφρασαν σοβαρές επιφυλάξεις για το αν ο Saddam
Houssein απήλαυσε εν τοις πράγµασι του δικαιώµατος σε δίκαιη δίκη και
έκαναν έκκληση προς αποτροπή της εκτελέσεως του.
Είναι γεγονός ότι παγκοσµίως εγείρονται σοβαρές αντιρρήσεις
έναντι της σκοπιµότητας και αναγκαιότητας επιβολής της θανατικής
ποινής. Κατ’αρχήν, γίνεται επίκληση του απολύτου χαρακτήρα του
δικαιώµατος στη ζωή, κατά συνεπή εφαρµογή του οποίου δεν είναι νοητή
η ύπαρξη συνθηκών υπό τις οποίες η θανάτωση κάποιου προσώπου θα
καθίστατο δικαιολογηµένη43. Επιπλέον, η θανατική ποινή συνιστά
ακραία περίπτωση απάνθρωπης και εξευτελιστικής µεταχειρήσεως,
δεδοµένης της ανικανότητας οποιασδήποτε κυβερνήσεως να εξασφαλίσει
την ανώδυνη θανάτωση των κατδικασθέντων στην εσχάτη των ποινών, οι
οποίοι υφίστανται, επιπλέον, τροµερή ψυχική δοκιµασία κατά το
χρονικό διάστηµα πριν την εκτέλεση τους44. Είναι αδιαµφισβήτητο ότι η
τελεσθείσα και υποθετικώς «δικαιολογούσα» την δια θανάτου τιµώρησή
του δράστη άδικη πράξη συνιστά ηθικώς ανάξια πράξη ενός
µεµονωµένου ατόµου ενώ η αφαίρεση της ζωής του δράστη ακόµη και
ενός ειδεχθέστατου εγκλήµατος απονέµει στη συντεταγµένη Πολιτεία το
ρόλο του θύτη και προσδίδει ακόµη µεγαλύτερη αναξιότητα στην εν
λόγω πραξη της, δεδοµένου ότι κατά παραγνώριση της ηθικοποιητικής
αποστολής της και των ενδεχόµενων ευθυνών της κατά τη διαδικασία 42 President Bush’s Statement on execution of Saddam Houssein, διαθέσιµο στο link:
http://www.whitehouse.gov/news/releases/2006/12/20061229-15.html
43 Ανδρουλάκης, Ποινικόν ∆ίκαιον, Ειδικόν Μέρος, σ. 19
44 10 reasons to abolish the death penalty, διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/library/pdf/
AFR010132004ENGLISH/$File/AFR0101304.pdf
92
αναπαραγωγής του εγκληµατικού φαινοµένου, δολοφονεί εν ψυχρώ ένα
πρόσωπο, µε σκοπό τον παραδειγµατισµό του κοινωνικού συνόλου. Κατ’
αυτόν τον τρόπο ο δράστης του εγκλήµατος υποβιβάζεται στο επίπεδο
του αντικειµένου-µέσου προς επιδίωξη σκοπιµοτήτων αναγοµένων στον
πυρήνα της ασκήσεως αντεγκληµατικής πολιτικής45.
Στο πεδίο των επιδιωκόµενων δια του µηχανισµού της ποινικής
καταστολής σκοπών, θα ήταν σκόπιµο να παρατηρηθεί ότι σύµφωνα
προς διεξαχθείσες εγκληµατολογικές έρευνες46, η θανατική ποινή δεν
ασκεί αποτελεσµατικότερα έναντι της ισόβιας καθείρξεως την
αποτρεπτική (γενικοπροληπτική) λειτουργία, τη συνιστάµενη στον
εκφοβισµό των µελλόντων να επιδείξουν κάποιου είδους εγκληµατική
συµπεριφορά47 και κατά συνέπεια στην ανάσχεση τυχόν εγκληµατικών
τάσεων, δεδοµένου του πρωτεύοντος ρόλου που διαδραµατίζει στο πεδίο
του εγκλήµατος η προσωπικότητα του δράστη στυγερών και ειδεχθών
εγκληµάτων επισυρόντων την ποινή του θανάτου48(διάπραξη
εγκληµάτων υπό καθεστώς ελαττωµένης ή και ελλείπουσας ικανότητας
προς καταλογισµό ή µε συναισθηµατική ψυχρότητα και επαγγελµατική
νοοτροπία και τεχνική). Επιπλέον, κρίνεται αναγκαίο να επισηµανθεί ότι
σύγχρονες εγκληµατολογικές µελέτες παρέχουν ενδείξεις ότι ενδεχόµενη
κατάργηση της θανατικής ποινής δε θα οδηγήσει κατά αδήριτη
45 Κουράκης, Ποινική Καταστολή, σ. 275
46 Η πιο πρόσφατη επισκόπηση των ερευνητικών πορισµάτων για τη σχέση µεταξύ θανατικής ποινής
και ποσοστού ανθρωποκτονιών που διενεργήθηκε για λογαριασµό των Ηνωµένων Εθνών το 1988 και
ανανεώθηκε το 2002 συµπέρανε: « ∆εν είναι σώφρον να δεχτούµε την υπόθεση ότι η θανατική ποινή
αποτρέπει το φόνο σε οριακά µεγαλύτερο βαθµό απ’ ο,τι η απειλή και εφαρµογή της υποτιθέµενα
ελαφρύτερης ποινής της ισόβιας καθείρξεως, Roger Hood, The Death Penalty: A World-wide
Perspective, Oxford, Clarendon Press, 2002, p. 230
47 Αδρουλάκης, Γενικό Ποινικό ∆ίκαιο, σ. 43
48 Κουράκης, Ποινική Καταστολή, σ. 273
93
αναγκαιότητα στην αύξηση των ποσοστών εγκληµατικότητας49. Θα
πρέπει να παρατηρηθεί ότι η επιβολή θανατικής ποινής ακυρώνει τη
βελτιωτική επίδραση που δύναται γενικά η ποινή να ασκήσει επί της
προσωπικότητας του εγκληµατία και τη δυνατότητα κοινωνικής
επανεντάξεως του, αφού συνεπάγεται το τέλος της φυσικής του
υποστάσεως50.
Τέλος, αξίζει να επισηµανθεί ότι εγγενές στοιχείο της θανατικής
ποινής συνιστά ο ανελαστικός της χαρακτήρας καθώς και η αδυναµία
επανορθώσεως, η οποία είναι ασυµβίβαστη προς την ιδιότητα κάθε
δικαστικής κρίσεως ως έργου ανθρώπων και ως εκ τούτου υποκειµένης
σε σφάλµατα. Συνιστά κοινοτοπία η επισήµανση ότι το ενδεχόµενο
δικαστικής πλάνης και κατά συνέπεια καταδίκης στην εσχάτη των ποινών
δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί51.
Οι ανωτέρω διατυπωθείσες εναντίον τις θανατικής ποινής αιτιάσεις
οδήγησαν στην υιοθέτηση διεθνών συνθηκών εµπεριεχουσών την
υποχρέωση των συµβαλλοµένων κρατών να καταργήσουν τη θανατική
ποινή. Θα µπορόυσαν ενδεικτικά να αναφερθούν οι προβλέψεις του
∆εύτερου Προαιρετικού Πρωτοκόλλου του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα
Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα (Second Optional Protocol to the
International Covenant on Civil and Political Rights, aiming at the
abolition of the death penalty, Adopted and proclaimed by General
Assembly resolution 44/128 of 15 December 1989, Article 1, para 2.
49 Facts and figures on the death penalty, διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/pages/
deathpenalty-facts-eng. Σύµφωνα µε µελέτη που διενεργήθηκε για λογαριασµό των Ηνωµένων Εθνών
το 1988 και ανανεώθηκε το 2002: «Το γεγονός ότι τα στατιστικά στοιχεία συνεχιζουν να δείχνουν
προς την ίδια κατεύθυνση αποτελεί πειστική απόδειξη ότι τα κράτη ότι τα κράτη δε χρειάζεται να
φοβούνται ξαφνικές και σοβαρές αλλαγές στην καµπύλη εγκληµατικότητας σε περίπτωση που
ελαττώσουν την εξάρτηση τους από τη θανατική ποινή», Roger Hood, The Death Penalty: A World-
wide Perspective, Oxford, Clarendon Press, 2002, p. 214
50 όπ.π., βλ. υποσηµ. 44
51 Μαργαρίτη-Παρασκευόπουλου, Ποινολογία, σ.74
94
“Each State Party shall take all necessary measures to abolish the death
penalty within its jurisdiction”)52, του Πρωτοκόλλου για την κατάργηση
της Θανατικής Ποινής, της Αµερικανικής Σύµβασης Ανθρωπίνων
∆ικαιωµάτων (Protocol to the American Convention on Human Rights to
abolish the Death Penalty , adopted at Asunción, Paraguay, on June 8,
1990, at the twentieth regular session of the General Assembly, Article 1
“The States Parties to this Protocol shall not apply the death penalty in
their territory to any person subject to their jurisdiction”), του Έκτου
(Protocol No. 6 to the 1950 European Convention for the Protection of
Human Rights and Fundamental Freedoms, E.T.S. 114, entered into force
March 1, 1985, article 1: “The death penalty shall be abolished. No one
shall be condemned to such penalty or executed”) και του ∆έκατου
Τρίτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συµβάσεως για την Προστασία
των Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων και των Θεµελιωδών Ελευθεριών.
∆εδοµένων των διεθνώς εγειροµένων επιφυλάξεων εναντίον της
δυνατότητας επιβολής θανατικής ποινής και της αντικείµενης προς το
δικαίωµα σε δίκαιη δίκη διασικασίας που ακολουθήθηκε καθ’ ολη τη
διάρκεια της εις βάρος του Saddam Houssein δίκης53, θα ήταν σκόπιµο
να αποδοκιµαστεί η θανατική καταδίκη του τέως κραταιού άνδρα του
Ιράκ, η οποία απετέλεσε την ατυχή απόληξη µιας απόπειρας απονοµής
δικαιοσύνης και ηθικής ικανοποιήσεως των θυµάτων των αποτρόπαιων
εγκληµάτων που φέρεται να διαπράχθηκαν υπό το καθεστώς Baath. H
θανατική καταδίκη του Saddam Houssein συνιστά, συγχρόνως, ενέργεια
πολιτικώς άστοχη δεδοµένου ότι κατέληξε ουσιαστικά σε εξιλέωση και
µαρτυροποίηση ενός δικτάτορα και κατόρθωσε να πυροδοτήσει το
52 ∆ιαθέσιµο στο link: http://www.unhchr.ch/html/menu3/b/a_opt2.htm
53 Amnesty International condemns Iraqi Appeal Court verdict against Saddam Hussein and co-
accused, AMNESTY INTERNATIONAL PUBLIC STATEMENT, 28 December 2006, διαθέσιµο στο
link: http://web.amnesty.org/pages/irq-281206-statement-eng
95
υποφώσκον στο Ιρακ κλίµα εµφύλιου διχασµού, ενώ µας υποµιµνήσκει
τη φράση του Hermann Göring κατά τη διάρκεια της ∆ίκης της
Νυρεµβέργης «Ο νικητής θα είναι πάντα ο δικαστής και ο ηττηµένος ο
κατηγορούµενος».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. 10 reasons to abolish the death penalty, διαθέσιµο στο link:
http://web.amnesty.org/library/pdf/AFR010132004ENGLISH/$File/A
FR0101304.pdf
2. Amnesty International condemns Iraqi Appeal Court verdict against
Saddam Hussein and co-accused, AMNESTY INTERNATIONAL
PUBLIC STATEMENT, 28 December 2006, διαθέσιµο στο link:
http://web.amnesty.org/pages/irq-281206-statement-eng
3. Decades of human rights abuse in Iraq, διαθέσιµο στο link:
http://web.amnesty.org/pages/irq-article_3-eng
4. Iraq: Execution of Saddam Hussein aides is a further slide into errors
of the past, AMNESTY INTERNATIONAL PRESS RELEASE,
διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/library/ Index/
ENGMDE140022007?open&of=ENG-392
5. Iraq: Flaws in the first trial before the Supreme Iraqi Criminal
Tribunal should not be repeated, AMNESTY INTERNATIONAL,
Public Statement, διαθέσιµο στο link: http://web.amnesty.org/
library/index/ENGMDE140312006
6. Iraq: Iraqi Special Tribunal-Fair trials not guaranteed, p. 4, διαθεσιµο
στο link:
http://web.amnesty.org/library/pdf/MDE140072005ENGLISH/$File/
MDE1400705.pdf
96
7. Iraq: Only justice can serve the future of Iraq, AMNESTY
INTERNATIONAL PRESS RELEASE, διαθέσιµο στο link:
http://web.amnesty.org/library/
ndex/ENGMDE141832003?open&of=ENG-332
8. Iraq post 28 June 2004: protecting persons deprived of freedom
remains a priority, διαθέσιµο στο link:
http://www.icrc.org/web/eng/siteeng0.nsf/html/63KKJ8
9. Iraq: Saddam Hussein Put to Death, Hanging After Flawed Trial
Undermines Rule of Law, διαθέσιµο στο link:
http://hrw.org/english/docs/2006/12/30/iraq14950.htm
10. Iraq: Saddam Hussein Trial At Risk - Government Undermines
Independence of Judges, διαθέσιµο στο link:
http://hrw.org/english/docs/2006/01/27/iraq12541.htm
11. President Bush’s Statement on execution of Saddam Houssein,
διαθέσιµο στο link:
http://www.whitehouse.gov/news/releases/2006/12/20061229-15.html
12. Saddam Houssein’s Trial, Bringing Justice for human rights Crimes
in Iraq’s past, διαθέσιµο στο link:
http://www.hrw.org/english/docs/2003/12/19/iraq6770.htm
13. Roger Hood, The Death Penalty: A World-wide Perspective, Oxford,
Clarendon Press, 2002
14. Michael A. Newton, The Iraqi High Criminal Court: controversy and
contributions, International Review of Red Cross, Volume 88, number
862, June 2006
15. Michael Scharf and Paul Williams,The functions of justice in the
peace-building process, Case Western Reserve Journal of International
Law 2003, p. 161
16. Jonathan Weisman, Iraq's Alleged Al-Qaeda Ties Were Disputed
Before War, Washington Post, Saturday, September 9, 2006,
97
διαθεσιµο στο link: http://www.washingtonpost.com/wp-
dyn/content/article/2006/09/08/AR2006090800777.html
17. Αδρουλάκης, Γενικό Ποινικό ∆ίκαιο, Εκδόσεις Π. Ν. Σάκκουλα,
2000
18. Ανδρουλάκης, Ποινικόν ∆ίκαιον, Ειδικόν Μέρος, Εκδόσεις Αντ. Ν.
Σάκκουλα, 1974
19. Κουράκης, Ποινική Καταστολή, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα
1997
20. Μαργαρίτης-Παρασκευόπουλος, Ποινολογία, Εκδόσεις Σάκκουλα,
Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2000
98
6.2. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΥ
ΓΚΟΥΑΝΤΑΝΑΜΟ.
Της Γεωργίας Κουτσούκου, τελειόφοιτης της Νοµικής Σχολής Αθηνών.
Η εικόνα της κατάρρευσης των δίδυµων πύργων στο ∆ιεθνές
Κέντρο Εµπορίου την 11η Σεπτεµβρίου 2001 παραµένει ανεξίτηλα
χαραγµένη στη µνήµη ολόκληρης της ανθρωπότητας. Η υπερδύναµη
υφίσταται καίριο εσωτερικό πλήγµα από µία οµάδα τροµοκρατών, τα
σύννεφα της ανασφάλειας και του τρόµου αρχίζουν να καλύπτουν την
Αµερική, µε τάση επέκτασεώς τους σε όλες τις αναπτυγµένες δυτικές
χωρές. Mε έµβληµα την πάλη κατά της τροµοκρατίας και το δικαίωµα
στην αυτοάµυνα, η λαβωµένη υπερδύναµη οργανώνει την αντεπίθεσή
της: σε ένα πρώτο επίπεδο εισβάλλει αρχικώς στο Αφγανιστάν µε σκοπό
την κατάλυση του υποθάλποντος την αιµοδιψή Al-Qaeda καθεστώτος
των Τaleban και στη συνέχεια καταφεύγει στη λογική του προληπτικού
πολέµου µε τη στρατιωτική επέµβαση κατά του Ιρακ ενώ σε ένα δεύτερο
επίπεδο δηµιουργεί στρατόπεδα συγκεντρώσεως και οργανώνει σύστηµα
προληπτικής κρατήσεως υπόπτων για συµµετοχή σε τροµοκρατικές
δραστηριότητες.
Ένα από αυτά είναι το περιώνυµο Guantanamo, αµερικανική
ναυτική βάση στην Κούβα εκτεινόµενη σε 12 χιλιάδες στρέµµατα
κουβανικής γης54, όπου κρατούνται µυστικώς55 φυλακισµένοι
επ’αόριστον, και χωρίς νόµιµη απαγγελία κατηγορίας56 περίπου 550
54 Γιώργος Μπίστης, «Στον κοσµο του Γκουαντάναµο», από το www.voanews.com 55 ∆ελτίο τύπου, «Το κογκρέσο ακριτα επικυρώνει τα βασανιστήρια και τις λοιπές καταπατήσεις», www.amnesty.org/gr 56 United States of America, Military Commissions Act of 2006-Turning bad policy into bad law, www.amnesty.org , Press release, “Εnd Human rights scandal in Guantanamo and other places”, από το www.amnesty.org
99
άνθρωποι περισσότερων από 30 εθνικοτήτων57 ως ύποπτοι για
τροµοκρατική δράση58. Παρά το γεγονός ότι το Ανώτατο ∆ικαστήριο των
Η.Π.Α. αποφάνθηκε ότι τα οµοσπονδιακά δικαστήρια δύνανται να
εκδικάζουν προσφυγές κρατουµένων στο Guantanamo, η κυβέρνηση
των Η.Π.Α. επιθυµεί να αποστερήσει από αυτούς το δικαίωµα
πρόσβασης στα οµοσπονδικά δικαστήρια, όπως και το δικαίωµα σε
δίκαιη δίκη59. Για το σκοπό αυτό αναθέτει σε στρατιωτικές επιτροπές, τις
Επιτροπές Εξέτασης της Ιδιότητας του Μαχητή (Combatant Status
Review Tribunal, CSRT) την επιβεβαίωση ή την απόρριψη της ιδιότητας
κάθε κρατουµένου ως µαχητή του εχθρού και σε περίπτωση
επιβεβαιώσεως της ιδιότητας αυτής προβλεπεται η ετήσια επανεξέταση
της υποθέσεώς του από Επιτροπή ∆ιοικητικής
Επανεξετάσεως(Administrative Review Board) για να εκτιµηθεί κατά
πόσον ο κρατούµενος αυτός εξακολουθεί να αποτελεί απειλή για τις
Ηνωµένες Πολιτείες Αµερικής και τους συµµάχους τους ή αν συντρέχουν
αποχρώντες λόγοι επιβάλλοντες τη συνέχιση της κρατήσεως60. Οι
επιτροπές αυτές στερούνται παντελώς ανεξαρτησίας έναντι της
εκτελεστικής εξουσίας και είναι προσανατολισµένες στην επίτευξη
καταδικών ερειδοµένων σε ανεπαρκή και εκµαιευθέντα κατά τρόπο που
απάδει προς την ανθρώπινη αξία και αξιοπρέπεια αποδεικτικά στοιχεία61.
Είναι αξιο ιδιαίτερης µνείας ότι κατά τη διάρκεια των διαδικασιών αυτών
οι κρατούµενοι δεν έχουν καµία απολύτως πρόσβαση σε δικηγόρους ή σε
οποιαδήποτε µορφή νοµικής αρωγής και ότι στερούνται του δικαιώµατος
να λάβουν γνώση των εις βάρος τους συλλεγέντων αποδεικτικών
57 «Ηνωµένες Πολιτείες Αµερικής; Γκουαντάναµο-Σύµβολο ανοµίας», από το www.amnesty.org/gr 58 ∆ελτίο τύπου 11-01-06, «Τέσσερα χρόνια µετά την έναρξη λειτουργίας του το Γκουανταναµο πρέπει να κλεισει», από το www.amnesty.org.gr 59 όπ.π., βλ. υποσηµ. 4 60 όπ.π., βλ. υποσηµ. 4 61 όπ.π., βλ. υποσηµ. 4
100
στοιχείων62. Επιπλέον, η Military Comissions Act του Σεπτεµβρίου του
2006 περιορίζει δραστικά το δικαίωµα πρόσβασης των κρατουµένων στο
Guantanamo στα αµερικανικά δικαστήρια και τη δυνατότητα επικλήσεως
από αυτούς των περιεχοµένων στις Συνθήκες της Γενεύης ευµενών
ρυθµίσεων, παρέχει στις στρατιωτικές επιτροπές τη δυνατότητα να
δικάζουν και να επιβάλουν ακόµη και την εσχάτη των ποινών σε ξένους
υπηκόους µε πενιχρές διαδικαστικές εγγυήσεις και ουσιαστικά καθιστά
εσωτερικό δίκαιο την αντίθετη προς το διεθνές εθιµικό και συµβατικό
δίκαιο υιοθετούµενη από τα εκτελεστικά όργανα πρακτική63.
Πέρα από την παραβίαση βασικών διαδικαστικών δικαιωµάτων
των κρατουµένων στη ναυτική βάση του Guantanamo, αντικρύζουν το
φως της δηµοσιότητας συνεντεύξεις κρατουµένων στο Guantanamo
περιέχουσες καταγγελίες για ευθεία χρησιµοποίηση βασανιστηρίων και
σκληρή, απάνθρωπη, ταπεινωτική ή εξευτελιστική µεταχείρισή τους
κατά τη διάρκεια της κρατήσεως ή της ανακρίσεώς τους. Oι κρατούµενοι
συχνά στερούνται του δικαιώµατος επικοινωνίας µε τους οικείους τους,
οι οποιοι αγνοούν την τύχη τους64, και βιώνουν µακρά χρονικά
διαστήµατα αυστηρής αποµονώσεως65 και περιορισµού (τα οποία σε
αρκετές περιπτώσεις αγγίζουν τους 3-4 µήνες66) ή υφίστανται σωµατικές
καταπονήσεις λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης (λ.χ. είναι
αναγκασµένοι να ξαπλώνουν σε µεταλλικά κρεβάτια67) και της
πληµµελούς ιατρικής περιθάλψεως. Επιπλέον, οι χρησιµοποιούµενες
ανακριτικές µέθοδοι υπερακοντίζουν σε απαξία τον επιδιωκόµενο σκοπό
της ανευρέσεως της αλήθειας και της προασπίσεως της εθνικής και
62 όπ.π., βλ. υποσηµ. 4 63 όπ.π., βλ. υποσηµ. 3 64 USA: Amnesty International’s concerns regarding post September 11 detentions in the USA, από το www.amnesty.org 65 Urgent action, “US: Further information on legal concern/health concern/torture, από το www.amnesty.org 66 όπ.π., βλ. υποσηµ. 11 67 Urgent Action: “US, Further information on: incommunicado detention/detention without charge/legal concern, Ali-Saleh Kahlah al-Marri” από το www.amnesty.org
101
εσωτερικής ασφαλείας της χώρας. Οι ανακριτικές αρχές συχνά
µετέρχονται µεθόδους απάνθρωπες και εξευτελιστικές, αποτελούσες
βασανιστήρια, προκειµένου να καµφθεί η αντίσταση των αρνούµενων να
παράσχουν τις ζητούµενες πληροφορίες68. Ενδεικτικά, θα µπορούσε να
αναφερθεί η απογύµνωση των κρατουµένων69, η χρήση κουκούλας, η
σκληρή και παρατεταµένη χρήση σιδηρών δεσµών, ο εξαναγκασµός σε
πολύωρη παραµονή στο πάτωµα σε εµβρυική στάση ή να παραµένουν
όρθιοι, γυµνοί, σιδηροδέσµιοι για περισσότερες από 40 ώρες,
στερούµενοι ύπνου70, η αισθητηριακή αποµόνωση, η χρήση
εκκωφαντικής µουσικής από µεγάφωνα και δυνατών στροβοσκοπικών
φώτων71, τα ηλεκτροσόκ, η απογύµνωση και η υποβολή σε ακραίες
κλιµατολογικές συνθήκες(υπερβολικό κρύο ή ζέστη)72, η σωµατική
κακοποίηση και χειροδικία73, εγαυµατικές επιθίξεις από τσιγάρα74, το
λεγόµενο water boarding, δηλ. το δέσιµο του κρατουµένου σε µια
επικλινή σανίδα και µε τα πόδια υψωµένα και το κεφάλι λίγο κάτω από
αυτά µε ταυτόχρονη περίδεση του κεφαλιού µε σελοφαν και επίχυση
υγρού, η οποία δηµιουργεί την ψευδαίσθηση πνιγµού75, εκφοβισµός και
απειλές µεταφοράς των κρατουµένων σε τρίτη χώρα όπου είναι ιδιαίτερα
πιθανός ο βασανισµός ή η φόνευσή του76, αποµάκρυνση θρησκευτικών
βιβλίων ή αντικειµένων που προορίζονται για την πραγµατοποίηση
λατρευτικών εκδηλώσεων77, εκµετάλλευση προβληµάτων υγείας µε τη
68 Υπόθεση Estrella κατά Uruguay στο πλαίσιο της πρώην Επιτροπής ∆ΣΑΠ 69 Bασανιστήρια εις βάρος κρατουµένων στο Γκουαντάναµο καταγγέλλουν oι New York Times, από το www.in.gr 70 Brian Ross & Richard Esposito, “CIA’s harsh interrogation technics”, από το www.abcnews.go.com 71 ∆ελτίο τύπου: «Τρία χρόνια Γκουαντάναµο ενώ συσσωρεύονται οι ισχυρισµοί για βασανιστήρια», από το www.amnesty.com 72 Bασανιστήρια εις βάρος κρατουµένων στο Γκουαντάναµο καταγγέλλουν oι New York Times, από το www.in.gr 73 όπ.π., βλ. υποσηµ 16 74 ‘‘USA: The continuing pursuit of unchecked executive power”, από το www.amnesty.org 75 όπ.π., βλ. υποσηµ. 17 76 ‘‘USA: Human dignity denied: Torture and accountability in the war of terror”, από το www.amnesty.org 77 όπ.π., βλ. υποσηµ. 23
102
συνδροµή των ιατρών καθώς και φοβικών αντιδράσεων έναντι σκύλων78,
λεκτική εξύβριση, σελουαλική παρενόχληση και ταπείνωση79.
Η εµµονή της αµερικανικής κυβερνήσεως στη στείρα διακήρυξη
της προσηλώσεως της στις αρχές του κράτους δικαίου και του σεβασµού
των θεµελιωδών ελευθεριών (των αδιαπραγµάτευτων ανθρώπινων
δικαιωµάτων) διαψεύδεται από την κατάφωρα παραβιάζουσα τις αρχές
αυτές και το διεθνές δίκαιο καθηµερινή πρακτική της80. Η µεταχείριση
των κρατουµένων στη ναυτική βάση του Guantanamo έρχεται σε
αντίθεση µε το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο του 1977 των συµβάσεων
της Γενεύης του 1949 που προβλέπει στο άρθρο 45§2 ότι «αν ένα
πρόσωπο που έχει περιέλθει στα χερια του εχθρού δεν κρατείται ως
αιχµάλωτος πολέµου και πρόκειται να δικασθεί από αυτόν για αδίκηµα
απορρέον από τις εχθροπραξίες, θα πρέπει να του απονεµηθεί η
δυνατότητα να επιβεβαιώσει την ιδιότητα του ως αιχµαλώτου πολέµου
ενώπιον δικαστικού σχηµατισµού» και την Τρίτη σύµβαση της Γενεύης
στο άρθρο 5§2 της οποίας ορίζεται ότι ο κρατούµενος έχει την ιδιότητα
του αιχµαλώτου πολέµου µέχρι της αποδειξεως του εναντίου81, ενώ στο
άρθρο 13 της ως άνω συµβάσεως προβλέπεται ότι οι αιχµαλωτοι πολέµου
πρέπει να απολαµβάνουν ανθρώπινη µεταχείριση και ότι οι δυνάµεις
κατακράτησης θα πρέπει να παραλείπουν κάθε ενέργεια ικανή να
επιφέρει το θάνατο ή να θέσει σε διακινδύνευση τη ζωή του αιχµαλώτου.
Oι προβλεπόµενες από το αµερικανικό δίκαιο ρυθµίσεις δεν
ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της συµβάσεως της Γενεύης ούτε ως
προς τη νόµιµη συγκρότηση των επιτροπών αυτών ούτε ως προς την
ακολουθούµενη διαδικασία και την εγγύηση της αµερόληπτης και
78 όπ.π., βλ. υποσηµ. 23 79 όπ.π., βλ. υποσηµ. 21, υπόθεση Gilboa κατά Uruguay στο πλαίσιο της πρώην Επιτροπης ∆ΣΑΠ 80 όπ.π., βλ. υποσηµ. 18 81 www.icrc.org
103
δίκαιης κρίσεώς τους82 ούτε ως προς την απαγόρευση απάνθρωπης και
εξευτελιστικής µεταχείρισης των αιχµαλώτων. Οι ΗΠΑ αντιτείνουν ότι
η Συνθήκη της Γενεύης δεν ισχύει για τους τροµοκράτες της Αλ Κάιντα,
η οποία αποτελεί µια διεθνή τροµοκρατική οργάνωση, όχι κράτος, και
συνεπώς δεν είναι συµβαλλόµενο µέρος της Συνθήκης.
Επιπλέον,τονίζουν ότι η ίδια η Αλ Κάιντα ούτε αναγνωρίζει τη Συνθήκη
ούτε ακολουθεί τα κριτήρια συµπεριφοράς που προβλέπονται από αυτή
πραγµατοποιώντας τις επιχειρήσεις της κατά τρόπο παραβιάζοντα
κατάφωρα τους νόµους καθώς και τις εθιµικές πρακτικές του πολέµου,
αφού, µεταξύ άλλων, πραγµατοποιεί επιθέσεις κατά αθώων πολιτών.
Παρ’ όλα αυτά, ισχυρίζονται ότι µεταχειρίζονται τους κρατούµενους
αυτούς µε ανθρώπινη συµπεριφορά και ότι τους παρέχουν πολλούς από
τους προστατευτικούς όρους που προβλέπουν οι συµφωνίες της Τρίτης
Συνθήκης83. Είναι, ωστόσο, αδιανόητο κάποιος να αρνείται µε
οποιοδήποτε τεχνικής φύσεως επιχείρηµα την ανθρώπινη µεταχείριση σε
οποιονδήποτε κρατούµενο, αφού τοιουτοτρόπως του αρνείται ουσιαστικά
την ιδιότητα του ως ανθρώπινου όντος. Η λογική της επιλεκτικής
αρνήσεως εφαρµογής των συνθηκών της Γενεύης επί τη βάσει της αρχής
της αµοιβαιότητας δεν µπορει να δικαιολογηθεί τόσο γιατί σε ζητήµατα
σεβασµού των ανθρωπίνων δικαιωµάτων δεν έχει ισχύ η εν λόγω αρχή
όσο γιατί η αρχή της απαγόρευσης των βασανιστηρίων είναι
κεφαλαιώδους σηµασίας στο πεδίο του διεθνούς ανθρωπιστικού
δικαίου84.
Επιπλέον, µια τέτοια πρακτική θα µπορούσε να θεωρηθεί
αντικείµενη στη Σύµβαση του ΟΗΕ του 1984 κατά των βασανιστηρίων
και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής µεταχείρισης
82 Yasmin Naqvi, “Doubtful prisoners of war”, από το www.icrc.org 83 «Η αλήθεια για το Γκουαντάναµο: Οι ΗΠΑ αντίθετες στα Βασανιστήρια», από τον Πρέσβη των ΗΠΑ Charles Ries από το athens.usembassy.gov 84 όπ.π., βλ. υποσηµ. 23
104
ή τιµωρίας. Η εν λόγω σύµβαση στο πρώτο άρθρο της προβαίνει σε
ορισµό της έννοιας των βασανιστηρίων: «Για τους σκοπούς της
παρούσας σύµβασης, µε τον όρο «βασανιστήρια» νοείται κάθε πράξη, η
οποία µε έντονο πόνο ή δοκιµασία, είτε φυσική είτε ψυχολογική,
επιβάλλεται σε κάποιον εσκεµµένα για σκοπούς όπως η αποσπαση από
αυτόν ή τρίτο πληροφορίας ή οµολογίας, η τιµώρηση για µία πράξη την
οποία διέπραξε ή υποτίθεται ότι διέπραξε αυτός ή κάποιο τρίτο πρόσωπο,
είτε εκφοβισµός είτε εξαναγκασµός αυτού ή τρίτου προσώπου ή
διακρίσεις κάθε είδους για οποιαδήποτε αιτία, όταν τέτοιος πόνος ή
δοκιµασία επιβάλλεται από δηµόσιο λειτουργό ή από άλλο φορέα
δηµόσιας εξουσίας ή µε υποκίνησή του ή µε συναίνεση του ή µε έγκρισή
του. ∆εν περιλαµβάνει πόνο ή δοκιµασία εγγενή προς σύννοµη
ενέργεια». Στο άρθρο 2 παρ.1 της ιδίας συµβάσεως προβλέπεται η
υποχρέωση κάθε µετέχοντος στη σύµβαση κράτους να λάβει
αποτελεσµατικά νοµοθετικά, διοικητικά ή δικαστικά µέτρα για να
αποτραπούν πράξεις συνιστώσες βασανιστήρια στο έδαφός του υπό την
δικαιοδοσία του ενώ η παράγραφος 2 του ιδίου άρθρου ορίζει ότι «∆εν
µπορεί να γίνει επίκληση καµίας εξαιρετικής περίστασης είτε πρόκειται
για πόλεµο ή απειλή πολέµου είτε για εσωτερική πολιτική αστάθεια,
προκειµένου να δικαιολογηθούν πράξεις βασανιστηρίων». Παρά τους
αντίθετους ισχυρισµούς των ΗΠΑ, που τη θεωρούν εφαρµόσιµη µόνο
στην αµερικανική επικράτεια, η εν λόγω σύµβαση εφαρµόζεται τόσο σε
καιρό ειρήνης όσο και σε καιρό πολέµου σε οποιοδήποτε µέρος της
υφηλίου και αν οι αµερικανικές δυναµεις βρίσκονται και ενεργούν- κατά
συνέπεια και στη βάση του Guantanamo στην Κούβα.
Επιπροσθέτως, κρίνεται σκόπιµο να γίνει µνεία της αντιθέσεως
των υιοθετούµενων από τις ΗΠΑ πρακτικών στη ναυτική βάση του
Guantanamo στα άρθρα 7 και 10 του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα
Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα, το οποίο συνήφθη το 1966 στα
105
πλαίσια του Οργανισµού Ηνωµένων Εθνών, τα οποία ορίζουν ότι
«Καvείς δεv υπoβάλλεται σε βασαvιστήρια oύτε σε πoιvές ή
µεταχειρίσεις σκληρές, απάvθρωπες ή εξευτελιστικές. Ειδικότερα,
απαγoρεύεται η υπoβoλή πρoσώπoυ, χωρίς τηv ελεύθερη συγκατάθεσή
τoυ, σε ιατρικό ή επιστηµovικό πείραµα»(άρθρο 7) και «Κάθε πρόσωπo
πoυ στερείται της ελευθερίας τoυ αvτιµετωπίζεται µε αvθρωπισµό και
σεβασµό της εγγεvoύς αvθρώπιvης αξιoπρέπειας»(άρθρο 10 παρ.1) και
στο εθιµικό διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο85.
Οι αφορώσες την απανθρωπη µεταχείριση των κρατουµένων στο
Guantanamo καταγγελίες καθιστούν αναγκαία την παροχή δυνατότητας
πλήρους πρόσβασης στους εµπειρογνώµονες του Οργανισµού Ηνωµένων
Εθνών προκειµένου να διακριβωθούν οι συνθήκες κράτησης86. Μήπως,
µετά από τέσσερα χρόνια παρατεταµένης κράτησης θα έπρεπε οι
κρατούµενοι επιτέλους να απελευθερωθούν ή να οδηγηθούν σε δίκαιη
δίκη;
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. «Bασανιστήρια εις βάρος κρατουµένων στο Γκουαντάναµο
καταγγέλλουν oι New York Times», από το www.in.gr
2. «Η αλήθεια για το Γκουαντάναµο: Οι ΗΠΑ αντίθετες στα
Βασανιστήρια», από τον Πρέσβη των ΗΠΑ Charles Ries από το
athens.usembassy.gov
3. «Ηνωµένες Πολιτείες Αµερικής: Γκουαντάναµο-Σύµβολο ανοµίας»,
από το www.amnesty.org/gr
85 “USA: Memorandum to the US government on the report of the UN Committee Against Torture and the question of closing Guantanamo”, από το www.amnesty.org 86 Press release, “USA: UN scrutiny essential in preventing torture and ill treatment”, από το www.amnesty.org
106
4. «Στον κοσµο του Γκουαντάναµο», Γιώργος Μπίστης από το
www.voanews.com
5. «Τέσσερα χρόνια µετά την έναρξη λειτουργίας του το Γκουανταναµο
πρέπει να κλεισει», από το www.amnesty.org.gr
6. «Το κογκρέσο άκριτα επικυρώνει τα βασανιστήρια και τις λοιπές
καταπατήσεις», www.amnesty.org/gr
7. «Τρία χρόνια Γκουαντάναµο ενώ συσσωρεύονται οι ισχυρισµοί για
βασανιστήρια», από το www.amnesty.com
8. “CIA’s harsh interrogation technics”, Brian Ross & Richard Esposito,
από το www.abcnews.go.com
9. “Doubtful prisoners of war”, Yasmin Naqvi, από το www.icrc.org
10. “Εnd Human rights scandal in Guantanamo and other places”, από το
www.amnesty.org
11. ‘‘United States of America, Military Commissions Act of 2006-
Turning bad policy into bad law’’, www.amnesty.org
12. USA: Amnesty International’s concerns regarding post September 11
detentions in the USA, από το www.amnesty.org
13. “US, Further information on: incommunicado detention/detention
without charge/legal concern, Ali-Saleh Kahlah al-Marri” από το
www.amnesty.org
14. ‘‘USA: Human dignity denied: Torture and accountability in the war
of terror”, από το www.amnesty.org
15. “USA: Memorandum to the US government on the report of the UN
Committee Against Torture and the question of closing Guantanamo”,
από το www.amnesty.org
16. ‘‘USA: The continuing pursuit of unchecked executive power”, από
το www.amnesty.org
17. “USA: UN scrutiny essential in preventing torture and ill treatment”,
από το www.amnesty.org
107
18. “US: Further information on legal concern/health concern/torture”,
από το www.amnesty.org
108
6.3. Η EΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΓΙΑ ΤΑ
ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ
ΕΥΡΩΠΗΣ ALVARO GIL-ROBLES ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α. ΜΙΑ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ.
Του Ανδρέα Φούρκα, νοµικού.
Γεννηµένος στις 9 Σεπτεµβρίου του 1944 στη Λισσαβόνα της
Πορτογαλίας, ο ισπανικής εθνικότητας Alvaro Gil-Robles, ήταν ο πρώτος
κατά σειρά που διετέλεσε Επίτροπος των Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων στο
Συµβούλιο της Ευρώπης. Κατείχε το προαναφερθέν αξίωµα από τις 15
Οκτωβρίου του 1999 έως και τις 31 Μαρτίου του 2006. Στις 29 Μαρτίου
του 2006, λίγες µέρες πριν τον διαδεχθεί ο Σουηδός Thomas
Hammarberg, ανακοίνωσε από το Στρασβούργο έκθεσή του για την
προστασία των Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων στην Ελλάδα.
Τον Ιούνιο του 2002 (από 2-6-2002 έως 5-6-2002) ο Επίτροπος
είχε επισκεφθεί την Ελλάδα µετά από πρόσκλησή του από την τότε
ελληνική κυβέρνηση. Κατά την επίσκεψή του ήρθε σε επαφή µε κρατικές
αρχές και µη κρατικούς φορείς και συµπέρανε ότι υπήρχαν σε
ορισµένους τοµείς σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Στη
συνέχεια παρουσίασε µία έκθεση, η οποία περιείχε συστάσεις για την
αποτελεσµατικότερη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωµάτων στην
Ελλάδα. Η πρόσφατη έκθεση του τέως Επιτρόπου έχει το χαρακτήρα
απολογισµού σχετικά µε την εκπλήρωση ή µη των υποδείξεων της
προηγούµενης έκθεσής του.
Οι εκθέσεις του επιτρόπου κινήθηκαν γύρω από 4 βασικούς
άξονες: α) σύστηµα απονοµής της δικαιοσύνης και κατάσταση των
ελληνικών φυλακών, β) ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της
109
θρησκείας, γ) µειονότητες στην Ελλάδα και δ) κατάσταση αλλοδαπών
(πρόσφυγες, αναζητούντες άσυλο και µετανάστες).
Στον τοµέα της δικαιοσύνης, µε απώτερο στόχο την
αποτελεσµατική λειτουργία του δικαιοδοτικού συστήµατος, ο Επίτροπος
θεώρησε ότι υπήρχε αισθητό πρόβληµα σε δύο σηµεία: στη µη
συµµόρφωση των νοµικών προσώπων του ευρύτερου δηµοσίου τοµέα
στις δικαστικές αποφάσεις αφενός και στην κωλυσιεργία των
δικαστηρίων ως προς την ταχεία απονοµή της δικαιοσύνης αφετέρου.
Με βάση τον τελικό απολογισµό του, από το 2002 έως σήµερα,
έχουν ληφθεί σηµαντικά νοµοθετικά και πρακτικά µέτρα, χωρίς ωστόσο
αυτά να συνεπάγονται την οριστική επίλυση του προβλήµατος.
Συγκεκριµένα, αναφέρθηκε στο νόµο 3068/2002 και στο προεδρικό
διάταγµα 61/2004 µε τα οποία επετράπη η επιβολή προστίµων και
πράξεων αναγκαστικής εκτελέσεως κατά των δηµοσίων αρχών που δεν
συµµορφώνονται µε τις αποφάσεις των δικαστηρίων. Βελτίωση υπήρξε
και στο βαθµό που αυξήθηκε ο αριθµός των δικαστικών υπαλλήλων και
των δικαστών, κατ’ εξοχήν των διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και
όσον αφορά την κατασκευή νέων κτιρίων (µεταφέρθηκαν σε καινούρια
κτίρια τα διοικητικά δικαστήρια της Αθήνας και το Εφετείο
Θεσσαλονίκης, ενώ προβλέπεται η µεταφορά σε νέα κτίρια των
δικαστηρίων των Τρικάλων και της Ορεστιάδας). Αντιθέτως, κανένα νέο
κτίριο φυλακών – από τα 17 που είχε υποσχεθεί το Υπουργείο
∆ικαιοσύνης - δεν δηµιουργήθηκε.
Ο Επίτροπος του Συµβουλίου της Ευρώπης έκρινε απαράδεκτη την
κατάσταση των ελληνικών φυλακών, οι οποίες κατακλύζονται σε
ποσοστό άνω του 40% από µετανάστες. Έκρινε µη συµβατές προς την
προστασία των ανθρωπίνων δικαιωµάτων τις συνθήκες κράτησης στις
ελληνικές φυλακές, ιδίως λόγω της περιορισµένης χωρητικότητάς τους
(κατά το Υπουργείο ∆ικαιοσύνης προορίζονται για 5.300 άτοµα ενώ
110
αυτή τη στιγµή υπάρχουν περίπου 10.000 τρόφιµοι). Οι ισχυρισµοί της
ελληνικής κυβέρνησης (ότι προς αντιµετώπιση του προβλήµατος,
επετράπη σε 860 φυλακισµένους να εκτίσουν εναλλακτικές ποινές και
350 άτοµα απαλλάχθηκαν λόγω της αποποινικοποίησης ορισµένων
εγκληµάτων, ενώ απέβη ατελέσφορη η προσπάθεια µεταφοράς Αλβανών
στις αλβανικές φυλακές) δεν στάθηκαν επαρκείς για να πείσουν τον
Επίτροπο, ο οποίος θεωρεί ότι ο αριθµός των φυλακών στην Ελλάδα
είναι αρκετά περιορισµένος- ιδίως αν ληφθεί υπ’ όψη ο αυξανόµενος
αριθµός των καταδίκων- και οι συνθήκες κράτησης εξακολουθούν να
είναι ακατάλληλες για τη διασφάλιση της αξιοπρέπειας των
κρατουµένων.
Αναφερόµενος στην ελευθερία της σκέψης και της θρησκείας, ο A.
Gil-Robles δήλωσε απογοητευµένος για τη µη λήψη κανενός µέτρου,
παρά τις υποδείξεις του, σε δύο βασικά ζητήµατα.
Πρώτον, δεν έχει ακόµα καταργηθεί η απαρχαιωµένη
συνταγµατική διάταξη για την απαγόρευση του προσηλυτισµού (άρθρο
13 §2 εδ.3 του ελληνικού Συντάγµατος). Αν και πρόκειται για έναν νεκρό
νόµο, κατά την εκτίµηση του Επιτρόπου αποτελεί τροχοπέδη για οµάδες
αλλόθρησκων που επιθυµούν να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους
καθήκοντα µε ειρηνικές µεθόδους.
∆εύτερον, το ζήτηµα των χώρων λατρείας διαφόρων θρησκειών.
∆εν έγινε καµία αλλαγή στο προηγούµενο καθεστώς: η έγκριση για τη
χρησιµοποίηση ενός χώρου ως τόπου λατρείας εξακολουθεί να
παραχωρείται από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευµάτων, το οποίο
µε τη σειρά του συµβουλεύεται την οικεία Ορθόδοξη Επισκοπή.
Θεώρησε ότι η παραχώρηση της χρήσης ενός χώρου για θρησκευτικούς
σκοπούς πρέπει να ανήκει στην αποκλειστική αρµοδιότητα του Γενικού
Γραµµατέα Θρησκευτικών Ζητηµάτων.
111
Ειδικότερα, αναφέρθηκε στην έλλειψη κατάλληλων χώρων
λατρείας για τους µουσουλµάνους που ζουν στην Αθήνα και στην
έλλειψη ειδικού νεκροταφείου για αυτούς. Η δηµιουργία τζαµιού στην
Παιανία είναι ένα θετικό βήµα που δεν έχει υλοποιηθεί ακόµα. Ωστόσο,
ο A. Gil-Robles έκρινε ότι δεν είναι εύκολα προσπελάσιµο από όλους
τους αλλοδαπούς µουσουλµάνους της Αθήνας, καθώς βρίσκεται πολύ
µακριά από το κέντρο της πόλης. Θετική ήταν η πρόσφατη απόφαση της
Ιεράς Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος για την
παραχώρηση στο Σχιστό Αττικής ενός χώρου για τη δηµιουργία
µουσουλµανικού νεκροταφείου.
Από την άλλη πλευρά, σηµαντικές βελτιώσεις επήλθαν µε σχετική
νοµοθεσία του 2004, κατά τον πρώην Επίτροπο, ως προς µία άλλη πτυχή
της ελευθερίας της σκέψης και της θρησκείας: τους αντιρρησίες
συνείδησης. Το πρόβληµα εµφανιζόταν ιδίως κατά τη διάρκεια της
στρατιωτικής θητείας. Πλέον επιτρέπεται η άοπλη–εναλλακτική θητεία
στο στρατό (είτε µε τη δυνατότητα 18µηνης άοπλης στρατιωτικής
θητείας εντός στρατοπέδου, είτε µε τη δυνατότητα προσφοράς
κοινωνικής υπηρεσίας, η οποία διαρκεί 23 µήνες). Ο Επίτροπος στην
έκθεσή του φάνηκε ικανοποιηµένος από τα νέα µέτρα, αν και τόνισε ότι η
εναλλακτική θητεία θα έπρεπε να διαρκεί λιγότερο και η έγκρισή της να
ανήκει στην αρµοδιότητα ανεξάρτητης πολιτικής αρχής (όχι στο
Υπουργείο Εθνικής Άµυνας).
Η µοναδική επίσηµα αναγνωρισµένη µειονότητα στην Ελλάδα
είναι οι µουσουλµάνοι της Θράκης. Από την επίσκεψή του ο A. Gil-
Robles, θεώρησε ικανοποιητική την κατάσταση και τον τρόπο
µεταχείρισής τους. Επεσήµανε ότι είναι απαραίτητη η επικύρωση από το
ελληνικό κράτος της Σύµβασης–Πλαισίου του Συµβουλίου της Ευρώπης
υπέρ των Μειονοτήτων καθώς και η υπογραφή και επικύρωση του
Ευρωπαϊκού Χάρτη των Περιφερειακών και Μειονοτικών Γλωσσών.
112
Απαράδεκτες για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, κατά τον A. Gil-
Robles, είναι οι συνθήκες διαµονής, εκπαίδευσης, υγείας και γενικότερα
διαβίωσης των Ροµά. Σηµαντικά κονδύλια, προερχόµενα από την
Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και από το Ελληνικό Κράτος, παραχωρήθηκαν
για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους, ωστόσο τα
αποτελέσµατα δεν ήταν τόσο ενθαρρυντικά, ιδίως λόγω της αντίστασης
των τοπικών αρχών.
Ως προς τα ζητήµατα των αλλοδαπών και των προσφύγων, ο
Επίτροπος µνηµόνευσε στην έκθεσή του τον νόµο 3386/2005 για τη
νοµιµοποίηση µεταναστών και την άδεια παραµονής αυτών στην
Ελλάδα. Τον χαρακτήρισε ως θετική νοµοθετική προσπάθεια. Εντούτοις,
διαπίστωσε την έλλειψη µίας συντονισµένης πολιτικής ενσωµάτωσης των
µεταναστών.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε εκτενώς στην υποχρέωση
παρεµπόδισης της χρήσης βίας κατά των αλλοδαπών από τις αστυνοµικές
αρχές. Συγκεκριµένα υποστήριξε ότι ακραίες πράξεις ρατσισµού και
ξενοφοβίας χρήζουν παραδειγµατικής τιµώρησης. Φάνηκε
απογοητευµένος από το ότι συνεχίζουν να υπάρχουν αρκετές καταγγελίες
για την κακοµεταχείριση αλλοδαπών κρατουµένων από τις αστυνοµικές
αρχές κατά τη σύλληψη και κράτησή τους. Αξιόλογη αλλά δυστυχώς
ακόµη περιορισµένης εµβέλειας και συχνότητας είναι η προσπάθεια
οδήγησης οργάνων των αρχών στην δικαιοσύνη για χρήση βίας προς τους
πολίτες και ιδίως τους αλλοδαπούς.
Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, στην Ελλάδα εισέρχεται πλήθος
προσφύγων και προσώπων που αναζητούν πολιτικό άσυλο. Ωστόσο, σε
σύγκριση µε τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι αρκετά χαµηλός ο
αριθµός αυτών που επίσηµα αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες.
Ο Επίτροπος είχε προτείνει τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης
των αλλοδαπών των οποίων επίκειται η απέλαση. Έκρινε θετικό το ότι
113
δεν κρατούνται πλέον Γενικό Αστυνοµικό Τµήµα Αττικής, στο οποίο
παρατηρούνται απαράδεκτες συνθήκες κράτησης. Θεώρησε το κέντρο
κράτησης της οδού Πέτρου Ράλλη απολύτως ακατάλληλο για κράτηση
άνω των 2 ηµερών. Μετά την επέκταση του κτιρίου κράτησης στα
Ανώγεια της Κρήτης και τη δηµιουργία νέου κέντρου υποδοχής για
µετανάστες και αναζητούντες άσυλο στη Θεσσαλονίκη, διαπιστώνεται
βελτίωση. Εντούτοις, οι µη κυβερνητικές οργανώσεις εξακολουθούν να
υποστηρίζουν ότι δεν πληρούνται τα ελάχιστα όρια ιατρικής φροντίδας
και εκπαίδευσης στα κέντρα υποδοχής των προσφύγων. Ο Επίτροπος του
Συµβουλίου της Ευρώπης επεσήµανε πως πρέπει να συνεργάζονται
περισσότερο οι αρχές µε τις µη κυβερνητικές οργανώσεις και να τους
επιτρέπουν να επισκέπτονται τους χώρους κράτησης των αλλοδαπών.
Τέλος θεώρησε ότι, παρά τις προσπάθειες των ελληνικών αρχών,
αποβαίνει ακόµη ατελέσφορη κάθε προσπάθεια πρόσβασης προσφύγων
και µεταναστών σε νοµική βοήθεια. Οι µηχανισµοί νοµικής προστασίας
που παρέχονται στους αναζητούντες πολιτικό άσυλο και στους αιτούντες
να υπαχθούν στο καθεστώς του πρόσφυγα κρίθηκαν από τον Επίτροπο
ως ανεπαρκείς, η δε διαδικασία από την υποβολή της αίτησης µέχρι τη
λήψη οριστικής αποφάσεως χρονοβόρα, µε αποτέλεσµα την παράταση
του χρονικού διαστήµατος της κρατήσεώς τους. Αρµόδιο για την εν λόγω
απόφαση είναι το Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης. Σε περίπτωση ωστόσο
που ο αιτών θελήσει να προσβάλλει την ως άνω απόφαση πρέπει και πάλι
να απευθυνθεί ενώπιον/ στο Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης, ενώ κατά τον
Επίτροπο και τις µη κυβερνητικές οργανώσεις, θα έπρεπε να κρίνεται σε
δεύτερο βαθµό από ανεξάρτητη αρχή, αφού η διαδικαστική- τελική κρίση
του Συµβουλίου της Επικρατείας επί των εν λόγω ζητηµάτων δεν
επεκτείνεται και επί της ουσίας.
114
https://wcd.coe.int/ViewDoc.jsp?id=984125&BackColorInternet=99B5A
D&BackColorIntranet=FABF45&BackColorLogged=FFC679
115
6.4. Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 16 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α.
Του Χαράλαµπου Καραµπέλη, τελειόφοιτου της Νοµικής Σχολής
Αθηνών.
«Η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται» (άρθρο
16 παρ. 8 εδ. β΄ Σ). Το άρθρο αυτό σε συνδυασµό µε το άρθρο 16 παρ. 5
Σ, το οποίο ορίζει πως “η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά
από ιδρύµατα που αποτελούν νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου µε
πλήρη αυτοδιοίκηση και τα οποία τελούν υπό την εποπτεία του κράτους,
έχουν δικαίωµα να ενισχύονται προνοµιακά από αυτό και να λειτουργούν
σύµφωνα µε τους νόµους που αφορούν τους οργανισµούς τους”, έχει
αποτελέσει το µήλον της έριδος τον τελευταίο καιρό εν όψει των
συζητήσεων γύρω από µιαν ενδεχόµενη αναθεώρησή του.
Ειδικά την ανώτατη εκπαίδευση αφορούν οι παρ.5 και 6 του
άρθρου 16 Συντ. Από το εδ. α΄ της πρώτης από αυτές, σε συνδυασµό και
προς το εδ.β΄της παρ.8 του ίδιου άρθρου, καθίσταται σαφές ότι η
ανώτατη εκπαίδευση όχι µόνο αποτελεί, κατά το Σύνταγµα, δηµόσια
υπηρεσία87, αλλά και αποκλείεται η έστω και µερική παραχώρησή της σε
ιδιώτες. Η νοµολογία εξάλλου ερµηνεύει µε ιδιαίτερη αυστηρότητα τις
παραπάνω διατάξεις. Κρίθηκε έτσι ότι η λειτουργία από ιδιωτικό φορέα
(αστική εταιρία) στο ελληνικό έδαφος και σε συνεργασία µε ευρωπαϊκό
πανεπιστήµιο «πανεπιστηµιακού προγράµµατος αντίκειται προδήλως
στον κατεξοχήν δηµόσιας τάξης κανόνα που είναι διατυπωµένος στα
µνηµονευόµενα άρθρα του Συντάγµατος»88. Ακόµη από το άρθρο 16
87 Βλ. Θ. ΑΛΑΜΑΝΗ, Η ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα, 1989, σελ.61
88 Κώστας Χ. Χρυσόγονος, Ατοµικά και Κοινωνικά ∆ικαιώµατα, Τρίτη αναθεωρηµένη έκδοση,
Νοµική Βιβλιοθήκη, έκδοση 2006,σελ.341,ΕΑ ΣτΕ 31/1988 (αδηµ.)
116
Συντ. συνάγεται ότι δεν είναι επιτρεπτή η αναγνώριση ως χρόνου
διανυθέντος σε οµοταγές προς ηµεδαπό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυµα
του χρόνου σπουδών που διανύθηκε σε τµήµα ή παράρτηµα αλλοδαπού
Α.Ε.Ι., το οποίο λειτουργεί στην Ελλάδα µε τη µορφή ιδιωτικού
φροντιστηρίου ή κέντρου ελεύθερων σπουδών89. Γίνεται εξάλλου δεκτό
ότι δεν επιτρέπεται η αναγνώριση µεταπτυχιακού διπλώµατος από
αλλοδαπό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυµα, εφόσον αυτό έχει ως
προϋπόθεση τίτλο σπουδών (πτυχίο) ιδιωτικής σχολής, η οποία
λειτουργεί στην Ελλάδα, για κύκλο σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης90.
Γενικότερα τίτλοι σπουδών αποκτηµένοι από ιδιωτικές σχολές στην
Ελλάδα δεν µπορούν σε καµία περίπτωση να αναγνωρισθούν ως ισότιµοι
µε τίτλους σπουδών αποκτηµένους από νοµίµως συνεστηµένα Α.Ε.Ι.91.
Eάν πάντως δεν τίθεται θέµα καταστρατήγησης των παρ.5 και 8 του
άρθρου 16 Συντ., τότε η βραχύτερη διάρκεια σπουδών σε ίδρυµα της
αλλοδαπής δεν επαρκεί για τη µη αναγνώριση της ισοτιµίας του προς
τους τίτλους των ελληνικών Α.Ε.Ι., αλλά απαιτείται να συνεκτιµηθεί
αιτιολογηµένα το ουσιαστικό επίπεδο των σπουδών92.
Ωστόσο, η κοινοτική κατεύθυνση παρουσιάζεται συγκεκριµένη.
Χαρακτηριστικές είναι οι οδηγίες:
1) 89/48/ΕΟΚ93, του Συµβουλίου της 21ης ∆εκεµβρίου 1988
σχετικά µε ένα γενικό σύστηµα αναγνώρισης των
διπλωµάτων Τριτοβάθµιας Εκπαίδευσης που πιστοποιούν
επαγγελµατική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας 3 ετών.
89 ΣτΕ 3457/1998, Ολ., ΤοΣ 1998, 961.
90 ΣτΕ 2274/1990, Ολ., ΤοΣ 1990, 617.
91 ΣτΕ 626/1994, ΤοΣ 1994, 848.
92 ΣτΕ 1680/1999, Ελλ∆νη 2000, 1130.
93 http://europa.eu.int/smartapi/cgi/sga_doc?smartapi!celexapoi!prod!CELEX
numdoc&numdoc=31989L0048&model=guichett&lg=wl
117
2) 92/51/ΕΟΚ94, του Συµβουλίου της 18ης Ιουνίου 1992
σχετικά µε ένα δεύτερο γενικό σύστηµα αναγνώρισης της
επαγγελµατικής εκπαίδευσης, το οποίο συµπληρώνει την
οδηγία 89/48/ΕΟΚ.
3) 2001/19/ΕΚ95 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συµβουλίου της 14ης Μαίου 2001, που τροποποιεί τις
οδηγίες 89/48/ΕΟΚ και 92/51/ΕΟΚ του Συµβουλίου
σχετικά µε ένα γενικό σύστηµα αναγνώρισης των
επαγγελµατικών προσόντων καθώς και τις οδηγίες
77/452/ΕΟΚ, 77/453/ΕΟΚ, 78/686/ΕΟΚ, 78/687/ΕΟΚ,
78/1026/ΕΟΚ, 78/1027/ΕΟΚ, 80/154/ΕΟΚ, 80/155/ΕΟΚ,
85/3845/ΕΟΚ, 85/432/ΕΟΚ, 85/493/ΕΟΚ και 93/16/ΕΟΚ
του Συµβουλίου που αφορούν το επάγγελµα του νοσηλευτού
υπεύθυνου για γενικές φροντίδες, του οδοντιάτρου, του
κτηνιάτρου, της µαίας, του αρχιτέκτονα, του φαρµακοποιού
και του ιατρού.
4) 2005/36/ΕΚ96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συµβουλίου της 7ης Σεπτεµβρίου 2005, σχετικά µε την
αναγνώριση των επαγγελµατικών προσόντων.
Ενδεικτικές, ερµηνευτικές της κοινοτικής κατεύθυνσης, αποφάσεις
αποτελούν η απόφαση Gravier 293/83, η απόφαση Blaizot 24/86, και η
απόφαση ΠΕΚ Παναγιωτοπούλου κατά Ελλάδας της 11ης Φεβρουαρίου
94 http://eur-lex.europa.eu/smartapi/cgi/sga_doc?smartapi!celexapi!prod!CELEX
numdoc&numdoc=31992L0051&model=guichett&lg=el
95 http://europa.eu.int/smartapi/cgi/sga_doc?smartapi!celexapi!prod!CELEX
numdoc&numdoc=32001L0019&model=guichett&lg=el
96 http://eur-lex.europa.eg/smartapi/cgi/sga_doc?smartapi!celexplus!prod!
DocNumber&lg=el&type_doc=Directive&an_doc=2005&nu_doc=36
118
1992 (Υπόθεση Τ-16/90)97. Ειδικά, άξια µνείας, ως µνηµονευόµενη και
στην τελευταία, η απόφαση Επιτροπή κατά Ελλάδος της 15ης Μαρτίου
1988 (υπόθεση 147/86) σύµφωνα µε την οποία δεν στοιχειοθετείται
παραβίαση της ελευθερίας εγκατάστασης (άρθρο 43 Συνθήκης) εφόσον η
απαγόρευση του άρθρου 16 δεν καταλαµβάνει µόνο τους κοινοτικούς
υπηκόους, ενώ αντιθέτως η απόφαση C-153/02, Valentina Neri κατά
European School of Economics – ESE Insight World Education System
Ltd της 13ης Νοεµβρίου 2003, όπου η ελευθερία εγκατάστασης κρίνεται
παραβιαζόµενη δεδοµένης της διαφοροποιουµένης νοµοθετικής
µεταχείρισης ιταλών και λοιπών κοινοτικών υπηκόων, σε αντίθεση µε
την ελληνική περίπτωση όπου τέτοια διάκριση δεν υφίσταται .
Στη χώρα µας, το ζήτηµα της αναγνώρισης τίτλων σπουδών από
Πανεπιστήµια του εξωτερικού έχει λάβει διαστάσεις, τόσο αναφορικά µε
την κυκλοφορία και εγκατάσταση των αλλοδαπών, όσο µε τη θέση των
Ελλήνων υπηκόων, που σπουδάζουν σε χώρες εκτός Ελλάδας και
επιστρέφουν στη χώρα είτε για να συνεχίσουν τις σπουδές τους είτε για
να εργασθούν. Ειδικότερα, το πρόβληµα, εντοπίζεται στην αντίφαση που
δηµιουργείται τα τελευταία χρόνια από την ύπαρξη και λειτουργία των
ιδιωτικών κέντρων ελευθέρων σπουδών, που παρέχουν «πανεπιστηµιακή
εκπαίδευση», βάσει συµφωνιών που έχουν συνάψει µε Πανεπιστήµια του
εξωτερικού, τα οποία τελικά και απονέµουν τους υπό αναγνώριση
97 Ενώ, επιλέγοντας διαφορετική ερµηνεία, η ΣτΕ 3457/98, προέταξε την εθνική αρµοδιότητα στην
αναγνώριση του τίτλου σπουδών της προσφεύγουσας και την υπεροχή του Συντάγµατος, και
αρνούµενη την αποστολή προδικαστικού ερωτήµατος στο ∆ΕΚ, στηρίχτηκε στο άρθρο 149 της
Συνθήκης που ορίζει ρητά πως η Κοινότητα συµβάλλει στην ανάπτυξη παιδείας υψηλού επιπέδου
, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία µεταξύ κρατών µελών και, αν αυτό απαιτείται, υποστηρίζοντας
και συµπληρώνοντας τη δράση τους, σεβόµενη ταυτόχρονα πλήρως την αρµοδιότητα των κρατών
µελών για το περιεχόµενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήµατος,
καθώς και την πολιτιστική και γλωσσική τους πολυµορφία.
119
τίτλους σπουδών98, και τη σύγχρονη άρνηση της Πολιτείας να τους
αναγνωρίσει, επειδή ένα µέρος των σπουδών πραγµατοποιήθηκε στα
παραπάνω ιδιωτικά ιδρύµατα και το άρθρο 16 του ελληνικού
Συντάγµατος ορίζει ότι η ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα παρέχεται
αποκλειστικά από ιδρύµατα που αποτελούν νοµικά πρόσωπα δηµοσίου
δικαίου και απαγορεύει τη σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες99.
Όσον αφορά στο εθνικό επίπεδο, σκόπιµο κρίνεται αρχικά να
παρουσιαστούν οι δύο αντιτιθέµενες απόψεις γύρω από τα πιθανά
πλεονεκτήµατα και µειονεκτήµατα που θα παρουσίαζε η ίδρυση
ιδιωτικών – µη κερδοσκοπικών ΑΕΙ στη χώρα µας και στη συνέχεια να
τεθεί ο προβληµατισµός γύρω από το επίπεδο των ανωτάτων σπουδών
στη χώρα µας υπό µιαν άλλη σκοπιά.
Από τη µια πλευρά, όσοι τοποθετούνται υπέρ της αναθεώρησης
του άρθρου 16 αφενός τονίζουν τα προβλήµατα της τωρινής διατύπωσης
των §§ 5, 8 εδ. β΄ του εν λόγω άρθρου και αφετέρου παρουσιάζουν
ορισµένα πλεονεκτήµατα που θα έχει η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ στη χώρα
µας. Τα προβλήµατα που δηµιουργούνται από τον χαρακτηρισµό από το
ίδιο το Σύνταγµα των Πανεπιστηµίων µας ως ΝΠ∆∆, χαρακτηρισµός που
από µερίδα συνταγµατολόγων έχει χαρακτηρισθεί ως ολέθριος,100 είναι
κατά την εν λόγω άποψη αρκετά και σηµαντικά. Ο συγκεκριµένος
χαρακτηρισµός παρουσιάζει κατά την προαναφερθείσα άποψη ως
δυσάρεστες επιπτώσεις
i) την υπαγωγή των πανεπιστηµίων µας στο δηµόσιο λογιστικό µε
περαιτέρω συνέπειες τις καθυστερήσεις στην κατασκευή
εγκαταστάσεων και στις προµήθειες κάθε είδους, καθώς 98 Μεταξία Ι. Κουσουνά, Εφαρµογές ∆ιεθνούς και Ευρωπαϊκού ∆ικαίου, ΙΙΙ Αναγνώριση Τίτλων
Σπουδών Πανεπιστηµιακής εκπαίδευσης, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2003, σελ.95
99 Μεταξία Ι. Κουσουνά, ό.π., σελ.96
100 Ν. Κ. Αλιβιζάτος, ΑΕΙ: Η σκοτεινή πλευρά του νόµου· Ένας ακόµα λόγος για να αναθεωρηθεί το
άρθρο 16 του Συντάγµατος, τα ΝΕΑ, 31.10.2006.
120
αποκλείεται η εφαρµογή της ελευθερίας των συµβάσεων,
δηλαδή η τόσο αναγκαία σε ένα ακαδηµαϊκό περιβάλλον
πρωτοβουλία και αυτενέργεια,
ii) την οµοιογενή ρύθµιση της πανεπιστηµιακής σταδιοδροµίας µε
ένα πλέγµα άκαµπτων και λεπτοµερειακών ρυθµίσεων που
ισχύουν για κάθε πανεπιστήµιο της χώρας µας. Έτσι, θέµατα
όπως τα προσόντα των υποψηφίων, τα χρόνια υπηρεσίας που
θα έχουν συµπληρώσει, ο ελάχιστος αριθµός δηµοσιεύσεων και
η διαβόητη συνάφεια των αντικειµένων, ενώ θα έπρεπε να
διέπονται από τους γραπτούς και τους άγραφους κανόνες της
ακαδηµαϊκής δεοντολογίας, ρυθµίζονται από το νόµο, και
iii) την επικράτηση ενός εξισωτισµού όσον αφορά όχι µόνο το
πεδίο των ρυθµίσεων, αλλά και την πανεπιστηµιακή καριέρα µε
συνέπεια να µην παρουσιάζεται καµία δυνατότητα
εξατοµίκευσης και επιβράβευσης του καλύτερου.101
Υπάρχουν υποστηρικτές της αναθεώρησης που παρουσιάζουν µια
πληθώρα επιχειρηµάτων υπέρ της ίδρυσης των ιδιωτικών – µη
κερδοσκοπικών ΑΕΙ. Υποστηρίζεται πως το γεγονός του «µη –
κερδοσκοπικού» χαρακτήρα των Ιδιωτικών Πανεπιστηµίων αποτελεί
είδος κοινωνικής εξασφάλισης102, πως η ίδρυση Ιδιωτικών
Πανεπιστηµίων θα προωθήσει τον ανταγωνισµό και θα αναγκάσει τα
∆ηµόσια να «ξυπνήσουν» από την ασφάλεια της µονιµότητας κι έτσι θα
επιδοτηθεί η µεγάλη υπόθεση της παιδείας, θα παύσουν µε την ίδρυσή
τους χιλιάδες ελληνικές οικογένειες να στέλνουν τα παιδιά τους στο
εξωτερικό για ανώτατες σπουδές και έτσι θα κερδίσει η χώρα µε τον 101 Ν. Κ. Αλιβιζάτος, ΑΕΙ: Η σκοτεινή πλευρά του νόµου· Ένας ακόµα λόγος για να αναθεωρηθεί το
άρθρο 16 του Συντάγµατος, τα ΝΕΑ, 31.10.2006.
102 Ιωάννης Καζαντζάκης, τακτικός Καθηγητής στο ΤΕΙ – Πειραιά, Παρουσίαση των αποτελεσµάτων
µιας µελέτης σχετικής µε την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγµατος και την ίδρυση «µη –
κρατικών» πανεπιστηµίων.
121
τρόπο αυτό πολύτιµο συνάλλαγµα. Επιπροσθέτως, έχει διατυπωθεί το
επιχείρηµα της δυνατότητας να ιδρύουν Ιδιωτικά Πανεπιστήµια, εν είδει
«θυγατρικών», τα ΑΕΙ, παραδείγµατος χάριν της Βόρειας Ελλάδας,
γεγονός που θα επιτρέψει στα πρώτα, δεδοµένου όντος ότι θα είναι
ξενόγλωσσα, να προσελκύσουν µεσοπρόθεσµα 8000-15000 φοιτητές απ’
τα Βαλκάνια το χρόνο, µαζί µε συνάλλαγµα που θα ξεπερνά τα 300
εκατοµµύρια ευρώ και έτσι αυτά θα «επιβιώσουν» (τα ανάλογα ισχύουν
για τα ΑΕΙ του Νότου µε φοιτητές από τα Αραβικά Κράτη κ.λ.π.).
Πρόκειται για το σύστηµα της «ηµι-κρατικής» - «µη-κερδοσκοπικής» -
«ιδιωτικής ανώτατης εκπαίδευσης»103.
Από την άλλη πλευρά, σηµαντική µερίδα της πανεπιστηµιακής
κοινότητας, καταγγέλλει εγκατάλειψη των ∆ηµοσίων Πανεπιστηµίων
στην τύχη τους, και θεωρεί πως πίσω από τις όποιες µεταρρυθµίσεις δεν
βρίσκεται κανένα στρατηγικός σχεδιασµός, παρά µόνο η αναζήτηση
πολιτικού και οικονοµικού οφέλους. Ενδεικτική είναι η άποψη του κου
Ανδρέα Γ. Ανδρεόπουλου, πρύτανη του Εθνικού Μετσόβιου
Πολυτεχνείου, που υποστηρίζει πως η ίδρυση ιδιωτικών ή µη κρατικών
Πανεπιστηµίων, εκτός της ασυµβατότητάς της προς το Ελληνικό
Σύνταγµα, συναντά και την αντίθεση της ακαδηµαϊκής κοινότητας. «Ο
αντίλογος βασίζεται στο γεγονός ότι η επικέντρωση του ενδιαφέροντος της
πολιτείας σε έναν τέτοιο στόχο συνεπάγεται µοιραία την περαιτέρω
αποµάκρυνση της κρατικής µέριµνας από την απαράγραπτη υποχρέωσή της
να στηρίζει τη δηµόσια παιδεία ως δωρεάν αγαθό, ισότιµα προσιτό σε
όλους τους πολίτες. Τα πανεπιστήµια διαµαρτύρονται σήµερα απεγνωσµένα
για την εγκατάλειψη και ειδικότερα για τις χρηµατοδοτήσεις, που είναι
γενικά ανεπαρκείς αλλά και κάθε χρόνο γίνονται µικρότερες. Είναι σαφές
103 Ιωάννης Καζαντζάκης, τακτικός Καθηγητής στο ΤΕΙ – Πειραιά, Παρουσίαση των αποτελεσµάτων
µιας µελέτης σχετικής µε την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγµατος και την ίδρυση «µη –
κρατικών» πανεπιστηµίων.
122
ότι στον σηµερινό χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσής µας το επιχειρηµατικό
πανεπιστήµιο δεν µπορεί να προσφέρει, διότι δεν θα είναι σε θέση να
καλύψει κανένα κενό».104 Στο ίδιο σκεπτικό κινείται και η άποψη του
κυρίου Μιχάλη Π. Σταθόπουλου, καθηγητή του Αστικού ∆ικαίου και
πρώην υπουργού ∆ικαιοσύνης, ο οποίος ενδεικτικά αναφέρει πως «Η
ίδρυση ιδιωτικών θα υποβαθµίσει τα δηµόσια πανεπιστήµια. Γιατί όχι
µόνο δεν υπάρχει καµία σοβαρή κοινωνική ανάγκη για την ίδρυση
ιδιωτικών πανεπιστηµίων, αλλά η τυχόν ίδρυσή τους θα υποβαθµίσει τη
δηµόσια εκπαίδευση. Αυτοί που θα κάνουν χρήση της δυνατότητας ίδρυσης
ιδιωτικών πανεπιστηµίων θα είναι ιδιώτες που θα αποβλέπουν στην
εξυπηρέτηση των δικών τους συµφερόντων και όχι του γενικού
συµφέροντος, όπως εκείνοι που, π.χ., έχοντας κατακτήσει τον χώρο των
ΜΜΕ ή των µεγάλων δηµόσιων έργων και προµηθειών και εισέρχονται
ακόµη και στον χώρο του αθλητισµού ή του πολιτισµού, θα θέλουν να
επεκτείνουν την εξουσία τους και στην ανώτατη εκπαίδευση. Θα ιδρύσουν
πανεπιστήµια ελίτ για τους λίγους και θα αδιαφορούν για την τύχη του
δηµόσιου πανεπιστηµίου. Θα αντλούν κονδύλια και από το κράτος και από
την Ε.Ε. στερώντας τα από τα δηµόσια πανεπιστήµια. Θα ιδρυθούν επίσης
ξένα πανεπιστήµια µε σκοπό την πολιτιστική και µέσω αυτής την πολιτική
διείσδυση στον ελληνικό χώρο. Αν οι κρατούσες πολιτικές δυνάµεις δεν
αντιληφθούν ότι µε τα ιδιωτικά ΑΕΙ, ενώ δεν κερδίζουµε τίποτε το
σηµαντικό, αντίθετα η ανώτατη εκπαίδευση θα υποστεί πλήγµα, θα ρίχνουν
λάδι στη φωτιά για αναστάτωση – και θα υπάρχουν πράγµατι σοβαροί
λόγοι για την αναστάτωση αυτή»105.106
104 Ανδρέας Γ. Ανδρεόπουλος, δηµοσίευση στο άρθρο της Μάρνυ Παπαµατθαίου, Ποιοι επιθυµούν
τα µη Κρατικά ΑΕΙ (Τι ετοιµάζει η Κυβέρνηση, Τι υποστηρίζει η Επιστηµονική Κοινότητα), το
ΒΗΜΑ, 15.01.2006.
105 Μιχάλης Π .Σταθόπουλος, Το προσχέδιο ανοίγει τον δρόµο για τα ιδιωτικά ΑΕΙ, η ΑΥΓΗ,
25.06.2006.
106 Σχετικά µε το ζήτηµα και τα παρακάτω άρθρα:
123
Χαρακτηριστική είναι και η άποψη του κου Γιώργου
Μπαµπινιώτη, πρώην πρύτανη του Πανεπιστηµίου Αθηνών, που
υποστηρίζει ότι θα πρέπει να εξασφαλιστεί στην πράξη ότι πρόκειται για
πραγµατικά Πανεπιστήµια, και όχι για κάποια µεµονωµένα κτίρια ή
µεµονωµένες σχολές που γίνονται για να χορηγούν πτυχία.107 Και πως
ό,τι και αν γίνει µε την ίδρυση των ιδιωτικών Πανεπιστηµίων, αυτό που
προέχει είναι η στήριξη και η εκλογίκευση εκ µέρους της πολιτείας της
λειτουργίας των ∆ηµοσίων Πανεπιστηµίων της χώρας, εξασφαλίζοντάς
τους θεσµική και οικονοµική αυτοτέλεια. Προς αυτή την κατεύθυνση,
υποστηρίζει πως το κοµβικό σηµείο για µια ριζική αναδιάρθρωση της
Ελληνικής Ανώτατης Παιδείας είναι να αποκτήσει πλήρη αυτοδιοίκηση
(ακαδηµαϊκή, οικονοµική, διοικητική), όπως άλλωστε προβλέπεται και
από το Σύνταγµα. «Αυτό σηµαίνει να δοθεί στο δηµόσιο Πανεπιστήµιο η
ευθύνη, µέσα σ’ ένα γενικό νοµοθετικό πλαίσιο – πραγµατικά πλαίσιο –
που θα καθορίσει η ίδια η Πολιτεία, να διαχειριστεί τα θέµατά του
(ακαδηµαϊκά, οικονοµικά, διοικητικά) µε κριτήριο τις πραγµατικές
ανάγκες, το πρόγραµµα ανάπτυξής του και την επιστηµονική άµιλλα µε τα
άλλα Πανεπιστήµια, ελληνικά και ξένα. Έτσι µόνο µπορούν να
διαµορφώσουν τη δική τους φυσιογνωµία τα δηµόσια Πανεπιστήµια, να
αναλάβουν τις ευθύνες τους, να αξιολογούνται για τις αποφάσεις και τα
αποτελέσµατα της λειτουργίας τους και να αναδειχθούν. Με το άτεγκτο
γραφειοκρατικό συγκεντρωτικό σύστηµα που διέπει σήµερα τα ελληνικά
Πανεπιστήµια, σύστηµα µοναδικό στον κόσµο (!)108,τίποτε δεν πρόκειται
στην ουσία να αλλάξει και αν ακόµα υιοθετηθούν όλες οι προτεινόµενες
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14315&m=A40&aa=1 και
http://www.ntua.gr/posdep/MME/Jan_2004/2004-01-13_eleftherotypia.htm
107 Γιώργος Μπαµπινιώτης, δηµοσίευση στο άρθρο της Μάρνυ Παπαµατθαίου, Ποιοι επιθυµούν τα
µη Κρατικά ΑΕΙ (Τι ετοιµάζει η Κυβέρνηση, Τι υποστηρίζει η Επιστηµονική Κοινότητα), το
ΒΗΜΑ, 15.01.2006.
108 Η υπογράµµιση ανήκει στον κύριο Γ. Μπαµπινιώτη
124
ρυθµίσεις».109 Την ίδια άποψη ενστερνίζεται και ο πρύτανης του
Πανεπιστηµίου Αθηνών κος Χρ. Κίττας.110
Οι αντιδράσεις δεν περιορίζονται στην ακαδηµαϊκή κοινότητα,
αντίστοιχα παρουσιάζονται επιχειρήµατα και από άλλους χώρους όσον
αφορά τα µειονεκτήµατα που θα έχει µια τέτοια κίνηση. Υποστηρίζεται
πως η αναθεώρηση του 16 στην πράξη θα σηµάνει:
i) Μείωση της ήδη ισχνής κρατικής χρηµατοδότησης στα
περισσότερα δηµόσια πανεπιστήµια
ii) Αύξηση του κόστους των ανωτάτων σπουδών για τη λαϊκή
οικογένεια που ήδη υφίσταται τεράστια οικονοµική αιµορραγία
µε επιβολή διδάκτρων, κατάργηση των δωρεάν συγγραµµάτων,
της όποιας φοιτητικής µέριµνας, ακόµα και των υποτροφιών,
που ήδη έχουν αρχίσει να αντικαθίστανται από ανταποδοτικά
βοηθήµατα έναντι εργασίας των φοιτητών και τον τραπεζικό
δανεισµό
iii) Υποβάθµιση των ανώτατων σπουδών για τα παιδιά της
εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωµάτων,
στην κατεύθυνση της αντικατάστασης της βασικής
ακαδηµαϊκής αρχής για όµοια κατά επιστηµονικό αντικείµενο
προγράµµατα σπουδών µε τη σύγχρονη επιχειρηµατική
κατεύθυνση για ευέλικτη και διαφοροποιηµένη «παραγωγή»
πτυχίων και αποφοίτων µιας χρήσης
iv) ∆ραµατική συρρίκνωση εργασιακών δικαιωµάτων και µισθών
από τα κάθε λογής κολέγια. ∆ηλαδή οι απόφοιτοι των
κολεγίων θα λειτουργούν ως η φθηνή εναλλακτική του
εργοδότη, αναγκάζοντας τον απόφοιτο του Πανεπιστηµίου να
109 Γ. Μπαµπινιώτης, Πώς µπορούν να αρθούν τα αδιέξοδα στην Παιδεία, Το ΒΗΜΑ, 05.11.2006.
110 Χρ. Κίττας, «Η Πολιτεία να διασφαλίσει τη δηµόσια και δωρεάν παιδεία», Το ΒΗΜΑ,
14.05.2006.
125
προσαρµόζεται στα δεδοµένα που επιτάσσει η κατάσταση για
να µη µείνει άνεργος. Το ίδιο και σχετικά µε τα δικαιώµατα. Η
σηµαντικότερη συνέπεια µιας τέτοιας εξέλιξης θα είναι η
ολοσχερής αναίρεση του κοινωνικού ρόλου των πανεπιστηµίων
και της επιστήµης.111 Επίσης το ερώτηµα που παραµένει
αναπάντητο είναι γύρω από το ποιος θα διαθέσει τα τεράστια
κεφάλαια που απαιτούνται για την ίδρυση, τη στέγαση, τον
εξοπλισµό, τη στελέχωση και τη λειτουργία ενός πανεπιστηµίου
στοιχειωδώς σοβαρού, όταν το µόνο που προσφέρεται στον
υποψήφιο επενδυτή είναι η βεβαιότητα ότι τα κεφάλαιά του δεν
θα είναι κερδοφόρα, αφού εξ ορισµού προβλέπεται ότι τα
ιδιωτικά πανεπιστήµια πρέπει να είναι «µη κερδοσκοπικά».112
Στο σηµείο αυτό σηµειώνεται πως σύσσωµη η εκπαιδευτική
κοινότητα απάντησε µε δυναµικές κινητοποιήσεις στην έναρξη στη
Βουλή της συζήτησης για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του
Συντάγµατος. Χιλιάδες άτοµα, πανεπιστηµιακοί, φοιτητές, εκπαιδευτικοί
όλων των βαθµίδων, µαθητές, εκπρόσωποι κοινωνικών οργανώσεων και
φορέων, συµµετείχαν στο πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο που
διοργανώθηκε την ηµέρα εκείνη στο κέντρο της Αθήνας και στις
υπόλοιπες εκδηλώσεις διαµαρτυρίας.
∆ε µπορεί σε καµία περίπτωση λοιπόν να παραβλεφθεί και το
γεγονός της εµπορευµατοποίησης της παιδείας και της ανακατεύθυνσής
της από τον αρχικό της στόχο στο να αποσκοπεί κυρίως στην κάλυψη
των αναγκών της εκάστοτε επιχείρησης, µε συνακόλουθο αποτέλεσµα
την εγκατάλειψη αντικειµένων σπουδών που εκ φύσεως δεν ικανοποιούν
111 Β.Γ., Αναθεώρηση άρθρου 16, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 05.11.2006.
112 Και πάλι για την Ανώτατη Παιδεία, Άρθρο του Γεωργίου Κουµάντου, οµότιµου καθηγητή της
Νοµικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών, αναδηµοσίευση από την εφηµερίδα «Η
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 02.04.2006.
126
τέτοιες ανάγκες. Τα ιδιωτικά πανεπιστήµια θα αποτελέσουν
καταπληκτική «ρελάνς» από µέρους µας στις γνωστές πιέσεις των
ενωσιακών εταίρων για ιδιωτικοποιήσεις113.Ο Γιάνης Μαϊστρος,
γραµµατέας της Πανελλήνιας Οµοσπονδίας ∆ιδακτικού και Ερευνητικού
Προσωπικού, αναφέρει παραστατικά πως η ανώτατη εκπαίδευση
εκποιείται. «Οι αρχιτέκτονες των σαρωτικών αλλαγών στην Ελλάδα και
την Ευρώπη δεν µιλάνε για αξίες ή ποιότητα, για δηµοκρατία, ισότητα ή
δικαιώµατα, για άµιλλα ή καταπολέµηση ασθενειών και φτώχειας.
Μιλάνε για ανταγωνισµό και «απασχολησιµότητα», για οικονοµία,
απόδοση και αποτελεσµατικότητα, για τυποποίηση, πιστοποίηση και για
σήµατα ποιότητας. Προετοιµάζεται το πανεπιστήµιο της αγοράς,
«απελευθερωµένο» απ' το ∆ηµόσιο και ετοιµοπαράδοτο στις πολυεθνικές
επιχειρήσεις υπηρεσιών κατάρτισης της διεθνούς αγοράς, µε ρυθµιστές
τον Παγκόσµιο Οργανισµό Εµπορίου (GATS), τον ΟΟΣΑ και τη ∆ιεθνή
Τράπεζα. Θα µπει «στο ράφι» σε «πακέτα», και τα πανεπιστήµια θα τα
προβάλλουν σαν πραµάτεια, θα τα διαφηµίζουν, ανταγωνιστικά µεταξύ
τους, διεκδικώντας µερίδιο στην «αγορά παροχής υπηρεσιών», µιας και
θα έχουν µειωθεί ή µηδενιστεί οι κρατικές χρηµατοδοτήσεις. Ο πελάτης-
φοιτητής, θα ψωνίζει «δεξιότητες» από τα διάφορα σουπερµάρκετ
κατάρτισης (ΑΕΙ, ΤΕΙ, ιδιωτικά κολέγια και ΚΕΣ, ΙΕΚ, ΚΕΚ, Ινστιτούτα
∆ιά Βίου Μάθησης, και λοιπά διδακτήρια), επιλέγοντας όποιες απ' αυτές
νοµίζει πως θα τον φέρουν σε πλεονεκτικότερη θέση στην αγορά
εργασίας. Θα γίνει «απασχολήσιµος» µε δική του ευθύνη, και φυσικά δεν
θα καλύπτεται από «συλλογική» σύµβαση εργασίας. Αµα χάσουν την
επικαιρότητά τους οι ικανότητές του αυτές, θα ξανακάνει µια βόλτα στις
υπεραγορές για να ξαναγοράσει νέες ή άλλες δεξιότητες, ώστε να
επανακαταρτιστεί και να ξαναγίνει απασχολήσιµος! Οι δεξιότητες και οι
113 ∆. Κ. Ψυχογιός, Ιδιωτικά Πανεπιστήµια, ΤΟ ΒΗΜΑ, 17.05.1998.
127
ικανότητες αυτές θα αποτελούν κλάσµατα των «γνωστικών
αντικειµένων» που προσφέρει το σηµερινό πανεπιστήµιο. Θα φέρουν
«σήµα ποιότητας» ώστε να εξασφαλίζει ο πελάτης-φοιτητής ότι τα
προϊόντα θα είναι πάντα τα ίδια, ακριβώς ίδια µ' αυτά που ψωνίζει και ο
ανταγωνιστής του (άλλος απασχολήσιµος). Ούτε λόγος για «ποιότητα» -
δεν χρειάζεται στη σύγκριση προσόντων, στην ανταγωνιστικότητα, στην
εµπορία υπηρεσιών!»114.Συνεχίζοντας, δε διστάζει να προτείνει λύσεις
αντίστασης στην εµπορευµατοποίηση της γνώσης: «Ας θέσουµε στη
διάθεση της κοινότητας που φιλοξενεί ένα πανεπιστήµιο τις τεχνικές και
άλλες γνώσεις των πανεπιστηµιακών του ώστε να καλυτερεύσει η
ποιότητα ζωής της ευρύτερης περιοχής, χωρίς αµοιβή! Μπορούµε να
αρνηθούµε τις πατέντες στα προϊόντα της δουλειάς µας; Τότε µόνο δεν
θα αποτελούν αντικείµενο πώλησης και δεν θα αναπτυχθεί κίνητρο
κέρδους! Με δυο λόγια, ας κάνουµε αφιλόξενο το πανεπιστήµιο στους
εµπόρους και τους µεταπράτες»115.
Όπως όµως προαναφέραµε, το δίληµµα «ιδιωτική ή δηµόσια
εκπαίδευση» είναι απατηλό. Γιατί; ∆ιότι το κοινωνικό µας σύστηµα
επιτάσσει πρώτα τη στήριξη της δηµόσιας εκπαίδευσης, προτού
προχωρήσουµε στην όποια τυχόν συζήτηση για το κατά πόσον είναι ή όχι
επιθυµητή κάποια υπό προϋποθέσεις ενδεχόµενη διεύρυνσή της. Βέβαια
εδώ θα τεθεί το ερώτηµα που θα βρεθούν οι πόροι για τη στήριξη και την
αναβάθµιση αυτή; Μα, ασφαλώς στην αναθεώρηση των προτεραιοτήτων
του προϋπολογισµού του Κράτους και, δευτερευόντως βέβαια στην
άντληση όσων πόρων προσφέρονται ακόµη από την Ευρωπαϊκή Ένωση,
πόρων που είµαστε συχνά ανίκανοι να απορροφήσουµε και να
114 Γιάννης Μαϊστρος, Η Ανώτατη εκπαίδευση εκποιείται, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 12.06.2005.
115 Γιάννης Μαϊστρος, Η Ανώτατη εκπαίδευση εκποιείται, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 12.06.2005.
128
αξιοποιήσουµε εγκαίρως. 116Αναµφισβήτητα υπάρχουν προβλήµατα στην
παρεχόµενη σήµερα ∆ηµόσια Τριτοβάθµια Εκπαίδευση. Αναµφισβήτητα
το γεγονός ότι η αναθεώρηση του άρθρου 16 έχει αναδειχθεί σε ζήτηµα
µείζονος πολιτικής σηµασίας δεν είναι καθόλου τυχαίο. Στην υπόθεση
του άρθρου 16 συµπυκνώνεται ο προβληµατισµός για τον χαρακτήρα του
δηµόσιου πανεπιστηµίου και γενικότερα της δηµόσιας εκπαίδευσης, για
τη σχέση δηµοσίου και ιδιωτικού στην εκπαίδευση, για το πώς
αντιλαµβανόµαστε το πανεπιστήµιο ως εκπαιδευτικό και ερευνητικό
κέντρο, αλλά και ως ιδεολογικό µηχανισµό και ως θεσµό κοινωνικής
ένταξης. Η συζήτηση για την αναθεώρηση του άρθρου 16 είναι συνεπώς
συζήτηση για το ευρύτερο κοινωνικό, αναπτυξιακό και ιδεολογικό ρόλο
του πανεπιστηµίου. Η διαπίστωση ότι το ελληνικό πανεπιστήµιο
χρειάζεται ριζικές αλλαγές είναι ευρύτατα αποδεκτή. Το ποιες
συγκεκριµένα όµως θα είναι και πώς συναρθρώνονται οι αλλαγές αυτές,
είναι ερώτηµα που επιδέχεται πολλές και διαφορετικές απαντήσεις,
ανάλογα µε την πολιτική οπτική γωνία. Το Σύνταγµα δεν υπαγορεύει
ούτε την εκπαιδευτική πολιτική, ούτε το µοντέλο ανάπτυξης, ούτε την
οικονοµική και κοινωνική πολιτική. Πρέπει όµως να εγγυάται τους
θεσµούς που είναι κρίσιµοι για την κοινωνική αναπαραγωγή και εν
προκειµένω τους θεσµούς που είναι κρίσιµοι για την ελεύθερη και ίση
πρόσβαση στην τριτοβάθµια εκπαίδευση.117
Το ότι η εκπαίδευσή µας όλων των βαθµών είναι ήδη από πολλά
χρόνια σε άθλια κατάσταση είναι αναµφισβήτητο. Το επίπεδο µάθησης και
ουσιαστικής µόρφωσης διαρκώς κατεβαίνει. Αντίθετα, τα φροντιστήρια
και γενικά η παραπαιδεία και τα ιδιωτικά σχολεία – που γίνονται διαρκώς
116 Ανώτατη Εκπαίδευση: ∆ηµόσια και Ιδιωτική, αναδηµοσίευση κεντρικού άρθρου του εκδότη της
εφηµερίδας το ΒΗΜΑ, δηµοσιογράφου κ. Στ. Π. Ψυχάρη, 25.03.2006.
117 Ευάγγελος Βενιζέλος, Γιατί είναι τόσο κρίσιµη η αναθεώρηση του άρθρου 16;, Προσωπικό
Ιστολόγιο Ευαγ. Βενιζέλου, 01.11.2006.
129
περισσότερα και πολυτελέστερα – εξαπλώθηκαν και έχουν καταργήσει de
facto την συνταγµατική επιταγή της δωρεάν παιδείας και της ισότητας
ευκαιριών εκπαίδευσης για όλα τα ελληνόπουλα.
Οι εύλογες διαµαρτυρίες των σπουδαστών, αλλά και οι βίαιες
αναταραχές και καταστροφές κάθε είδους, είναι καθηµερινό θέαµα και η
λειτουργία πολλών ΑΕΙ έχει σταµατήσει. Είναι βέβαιο ότι επείγουν
απολύτως µερικές ρυθµίσεις ανασχετικές της κατάργησης, δυστυχώς, στην
πράξη του ασύλου και της µη σύλληψης και τιµώρησης κουκουλοφόρων
που προβαίνουν στις χειρότερης µορφής πράξεις εντός αλλά και εκτός των
Πανεπιστηµίων.
Κι ενώ κατά των παραπάνω φαινοµένων, που παρεµποδίζουν και
κάθε πρόοδο διαλόγου επί των ουσιαστικών προβληµάτων της παιδείας,
δεν λαβαίνονται άµεσα µέτρα αντιµετώπισης, το θέµα για το οποίο η
Πολιτεία έχει κηρύξει τον άµεσο «υπέρτατο αγώνα» είναι η ίδρυση
ιδιωτικών Πανεπιστηµίων.
Σοβαρά συζητείται, µάλιστα, η εγκατάλειψη κάθε µεταρρύθµισης αν
δεν εγκριθεί ο sine qua non όρος της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστηµίων!
Επιπλέον, η πρόταση µεταρρύθµισης, προφανώς για καθησύχαση της
ανησυχητικής αυτής απορίας µας, πρόσθεσε το επίθετο «µη κερδοσκοπικά»
στα ιδιωτικά πανεπιστήµια των οποίων επιδιώκεται η έγκριση ίδρυσης.
Σήµερα τα πάντα µετατρέπονται σε επιχειρηµατική δραστηριότητα. Και
στην παιδεία. ∆εν έχουµε, άλλωστε, παρά να ρίξουµε µία µατιά στην
στοιχειώδη και µέση εκπαίδευση όπου η εµπορευµατοποίηση, µε την
παραπαιδεία και τα νέα εξεζητηµένα ιδιωτικά σχολεία για τα παιδιά των
νεόπλουτων προκαλούν την κοινή συνείδηση που τα συνείδηση που τα
συγκρίνει µε το τι προσφέρεται στα παιδιά του λαού!
∆εν πρέπει εξ΄ άλλου να µας διαφεύγει και το ότι ζούµε εποχή
δυσχερή από εθνική άποψη και ότι µπορεί πίσω από τους ιδιοκτήτες αυτών
130
των «ιδιωτικών» πανεπιστηµίων να κρύβονται αντεθνικά δρώντες
αλλοδαποί θεσµοί.
Ωστόσο, παρ΄όλα αυτά προτείνεται επίµονα η τροποποίηση του
άρθρου 16 και µάλιστα ως όρος – προϋπόθεση της όλης εκπαιδευτικής
µεταρρύθµισης. Ακούστηκε ακόµη και ο λόγος επίσπευσης των εκλογών αν
δεν περάσει το νέο άρθρο 16!
Και ενώ το ερώτηµα «ποιοι είναι οι τόσο ισχυροί που πιέζουν από
πίσω» εκκρεµεί, αυτή ακριβώς η σκέψη έχει δηµιουργήσει τόση ανησυχία,
ώστε αδίστακτα παίρνουµε αρνητική στάση στην τροποποίηση του άρθρου
16. Και νοµίζουµε ότι κάθε ελεύθερα και υπεράνω κοµµατικών
κατευθύνσεων σκεπτόµενος Έλληνας δεν µπορεί παρά να συµµεριστεί µία
τέτοια ανησυχία και, συνεπώς, να υιοθετήσει αρνητική στάση στην
προτεινόµενη µεταρρύθµιση του άρθρου 16.118
Ας ελπίσουµε πως το ζήτηµα θα λυθεί προς µια κατεύθυνση που
θα εξασφαλίζει πρωταρχικά την αναβάθµιση των ανωτάτων σπουδών
στην Ελλάδα. Αν το κράτος δεν αποφασίσει τώρα να δώσει την
αναγκαία προτεραιότητα στην εκπαίδευση, θα είναι σαν να αναζητά
θεραπείες ξένες προς την πληγή που πυορροεί.
118 ∆είτε το πλήρες κείµενο της θέσης του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου επί του ζητήµατος, εξ’ου και το
παραπάνω απόσπασµα, στον εξής σύνδεσµο:
http://www.mfhr.gr/notices.asp?ln=0&cm=viewarticle&id=230&pg=2
131
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Θ. Αλαµάνης, Η ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης στην
Ελλάδα, 1989, σελ.61
Μεταξία Ι. Κουσκουνά, Εφαρµογές ∆ιεθνούς και Ευρωπαϊκού
∆ικαίου, ΙΙΙ Αναγνώριση Τίτλων Σπουδών Πανεπιστηµιακής
εκπαίδευσης, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2003, σελ.95-96
Κώστας Χ. Χρυσόγονος, Ατοµικά και Κοινωνικά ∆ικαιώµατα,
Τρίτη αναθεωρηµένη έκδοση, Νοµική Βιβλιοθήκη, έκδοση 2006,
ΕΑ ΣτΕ 31/1988 (αδηµ.)
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
Ανδρέας Γ. Ανδρεόπουλος, δηµοσίευση στο άρθρο της Μάρνυ
Παπαµατθαίου, Ποιοι επιθυµούν τα µη Κρατικά ΑΕΙ (Τι
ετοιµάζει η Κυβέρνηση, Τι υποστηρίζει η Επιστηµονική
Κοινότητα), το ΒΗΜΑ, 15.01.2006.
Ν. Κ. Αλιβιζάτος, ΑΕΙ: Η σκοτεινή πλευρά του νόµου· Ένας ακόµα
λόγος για να αναθεωρηθεί το άρθρο 16 του Συντάγµατος, τα
ΝΕΑ, 31.10.2006.
Β.Γ., Αναθεώρηση άρθρου 16, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 05.11.2006.
- Ευάγγελος Βενιζέλος, Γιατί είναι τόσο κρίσιµη η αναθεώρηση
του άρθρου 16, Προσωπικό Ιστολόγιο Ευαγ. Βενιζέλου,
01.11.2006.
Ιωάννης Καζαντζάκης, τακτικός Καθηγητής στο ΤΕΙ – Πειραιά,
Παρουσίαση των αποτελεσµάτων µιας µελέτης σχετικής µε την
αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγµατος και την ίδρυση
«µη – κρατικών» πανεπιστηµίων.
132
Χρ. Κίττας, «Η Πολιτεία να διασφαλίσει τη δηµόσια και δωρεάν
παιδεία», Το ΒΗΜΑ, 14.05.2006.
Γεώργιος Κουµάντος, οµότιµος καθηγητής της Νοµικής Σχολής του
Πανεπιστηµίου Αθηνών, Και πάλι για την Ανώτατη Παιδεία,
Άρθρο, αναδηµοσίευση από την εφηµερίδα «Η
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 02.04.2006.
Γιώργος Μπαµπινιώτης, δηµοσίευση στο άρθρο της Μάρνυ
Παπαµατθαίου, Ποιοι επιθυµούν τα µη Κρατικά ΑΕΙ (Τι
ετοιµάζει η Κυβέρνηση, Τι υποστηρίζει η Επιστηµονική
Κοινότητα), το ΒΗΜΑ, 15.01.2006.
Γιώργος Μπαµπινιώτης, Πώς µπορούν να αρθούν τα αδιέξοδα στην
Παιδεία, Το ΒΗΜΑ, 05.11.2006.
Γιάννης Μαϊστρος, Η Ανώτατη εκπαίδευση εκποιείται,
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 12.06.2005.
Μιχάλης Π .Σταθόπουλος, Το προσχέδιο ανοίγει τον δρόµο για τα
ιδιωτικά ΑΕΙ, η ΑΥΓΗ, 25.06.2006.
Στ. Π. Ψυχάρης, Ανώτατη Εκπαίδευση: ∆ηµόσια και Ιδιωτική,
αναδηµοσίευση κεντρικού άρθρου του εκδότη της εφηµερίδας το
ΒΗΜΑ, 25.03.2006.
∆. Κ. Ψυχογιός, Ιδιωτικά Πανεπιστήµια, ΤΟ ΒΗΜΑ, 17.05.1998.
133
6.5. ΤΟ ΑΚΑ∆ΗΜΑΪΚΟ ΑΣΥΛΟ: ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
ΣΕ ΕΝΑ ∆ΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ.
Της Ισαβέλλας Μ.Γ. Βασιλογεώργη, φοιτήτριας Νοµικής Σχολής
Αθηνών.
Στις αρχές του Νοεµβρίου, ο Προϊστάµενος της Εισαγγελίας
Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, ενόψει των τότε επικείµενων εορταστικών
εκδηλώσεων µνήµης για την εξέγερση του Πολυτεχνείου, απέστειλε στις
αστυνοµικές αρχές της πόλης έγγραφο119 σχετικό µε την είσοδό τους σε
πανεπιστηµιακούς χώρους, εφόσον διαπράττονταν αυτόφωρα
κακουργήµατα. Η εν λόγω ενέργεια στάθηκε αφορµή για να ανακινηθεί
εκ νέου η – προσωρινά παγωµένη – συζήτηση περί του ακαδηµαϊκού
ασύλου στους ακαδηµαϊκούς, πολιτικούς και δηµοσιογραφικούς κύκλους
της Χώρας. Η χρονική συγκυρία αλλά και το περιεχόµενο του εγγράφου
προκαλεί ποικίλες εντυπώσεις120, στον απόηχο των µεγάλων φοιτητικών
κινητοποιήσεων του διαστήµατος Μαΐου – Ιουλίου, σχετικά µε το
νοµοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας για τα ΑΕΙ.
Τελικώς, η φετινή επέτειος του Πολυτεχνείου δεν αµαυρώθηκε
ευτυχώς από στοιχεία ξένα προς το πανεπιστήµιο, που συνήθως
καπηλεύονται το άσυλο (προκαλώντας µε αυτόν τον τρόπο συζητήσεις
για την περιστολή του). Η πανεπιστηµιακή κοινότητα, αντιµέτωπη µε µια
119 Συγκεκριµένα, το εν λόγω έγγραφο του κ. Βασίλη Φλωρίδη µε παραλήπτη τον γενικό αστυνοµικό διευθυντή Θεσσαλονίκης κ. Μπάµιατζη ανέφερε µεταξύ άλλων: «…η Γενική Αστυνοµική ∆ιεύθυνση θα πρέπει να έχει καταρτίσει εγκαίρως επιχειρησιακό σχέδιο που θα καταστήσει ευχερή και κατά το δυνατόν ανώδυνη την είσοδο των αστυνοµικών µέσα στο χώρο του Πανεπιστηµίου, χωρίς την άδεια του τριµελούς οργάνου για το άσυλο ή της Συγκλήτου». Βλ σχετικώς το δηµοσίευµα της εφηµερίδος «Ελευθεροτυπία» της 6ης Νοεµβρίου 2006 µε τίτλο «Ασυλο: Ζητούν σχέδιο εισβολής στο ΑΠΘ» όπως δηµοσιεύεται στην ιστοσελίδα http://www.enet.gr/online/online_hprint?q=%C5%C3%C3%D1%C1%D6%CF&a=&id=7593612 120 Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί το ψήφισµα του ∆ΣΘ, µε το οποίο τονίζεται ότι η επίκληση στον επίµαχο νόµο δηµιουργεί την εντύπωση ότι καλεί την αστυνοµία για ευθεία παραβίαση του ακαδηµαϊκού ασύλου, χωρίς την άδεια των πανεπιστηµιακών αρχών. Βλ εφηµερίδα «Καθηµερινή», 13/11/06. Βλ επίσης και το άρθρο του καθηγητή του Α.Π.Θ κ. Μυλόπουλου Ιωάννη µε τίτλο «Παρεξηγήσεις για το πανεπιστηµιακό άσυλο», εφηµερίδα «Έθνος» 21/11/2006.
134
δύσκολη γι αυτήν συγκυρία, προστάτεψε το άσυλο µε επιτυχία.
Εντυπωσιακό ήταν το παράδειγµα που έδωσαν οι πρυτανικές αρχές και η
ευρύτερη πανεπιστηµιακή κοινότητα του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου
Θεσσαλονίκης, που µε διαλλακτικότητα και συγκαταβατικότητα
κατάφεραν να αποµακρύνουν τους ταραξίες από τον εξωτερικό χώρο του
πανεπιστηµιακού συγκροτήµατος πριν υπάρξουν εκτεταµένες
καταστροφές.
Ωστόσο, το ακαδηµαϊκό άσυλο υπήρξε πάντα ένα φλέγον ζήτηµα,
ιδίως για την ελληνική κοινωνία, στο χρονικό διάστηµα µετά την
επταετία. Πρέπει όµως να καταστεί σαφές, ότι το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν
είναι παγκόσµια ελληνική πρωτοτυπία, και σε καµία περίπτωση ένας
νεωτερισµός µετά τις σκοτεινές µνήµες του στρατιωτικού καθεστώτος.
Αντιθέτως, το ακαδηµαϊκό άσυλο, ως αναγκαίο συστατικό της
ακαδηµαϊκής ελευθερίας121, αναγνωρίζεται σε όλα τα κράτη του
σύγχρονου δυτικού κόσµου, είτε µε ρητή νοµοθετική ρύθµιση122, είτε
εµµέσως, συναγόµενο από άλλες νοµοθετικές διατάξεις123.
Αν επιχειρούσε κανείς µια σύντοµη ιστορική αναδροµή, θα
συναντούσε τις ρίζες της ακαδηµαϊκής ελευθερίας, και κατά συνέπεια και
του ασύλου, στην ίδια τη γέννηση του Πανεπιστηµίου ως Θεσµού. Η
γέννηση αυτή τοποθετείται ιστορικά κατά τον µεσαίωνα, µε τη
διαµόρφωση του σε αυτόνοµη κοινωνία µαθητών και διδασκάλων. Με
αυτήν τη ιδιότητα λειτούργησε για τους επόµενους αιώνες, µέχρι να
φτάσουµε στην πρώτη νοµοθετική ρύθµιση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας,
121 Η ελευθερία των µελών της ακαδηµαϊκής κοινότητας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Περιλαµβάνει την ελευθερία της επιστήµης και την ελευθερία της τέχνης, την αυτοτέλεια των ΑΕΙ και το ακαδηµαϊκό άσυλο. 122 Στον ευρωπαϊκό χώρο, η ακαδηµαϊκή ελευθερία αναγνωρίζεται συνταγµατικά ως εξής: στον Θεµελιώδη Νόµο της Βόννης (γερµανικό Σύνταγµα) του 1949, στο ιταλικό Σύνταγµα του 1947/67, στο ισπανικό Σύνταγµα του 1978, καθώς και στο ελληνικό Σύνταγµα του 1975/86/2001, στο άρθρο 16. 123 Σε όσες χώρες δεν υπάρχει ρητή νοµοθετική ρύθµιση, γίνεται καθολικά αποδεκτό ότι η ακαδηµαϊκή ελευθερία και οι περιεχόµενες σε αυτήν ειδικότερες εκφάνσεις της αποτελούν συνταγµατικά κατοχυρωµένο δικαίωµα της πανεπιστηµιακής κοινότητας, το οποίο απορρέει από πλειάδα λοιπών διατάξεων και ειδικότερα από την ελευθερία έκφρασης και διάδοσης των στοχασµών.
135
και µάλιστα σε συνταγµατικό επίπεδο. Αυτή πραγµατοποιήθηκε το 1849,
όταν στο Σύνταγµα της Φρανκφούρτης διασφαλίζεται η ελευθερία της
διδασκαλίας και της επιστήµης, προϊόν έντονου αγώνα µεταξύ του
πανεπιστηµίου και του τότε αστυνοµικού κράτους124. Στη συνέχεια και το
Σύνταγµα της Βαϊµάρης του 1919 κατοχυρώνει την ελευθερία της τέχνης,
της διδασκαλίας και της επιστήµης, από όπου πέρασε και στο ελληνικό
Σύνταγµα του 1927, κατόπιν σχετικής πρότασης του Αλέξάνδρου
Παπαναστασίου.
Η πιο βάναυση περιστολή και καταπάτηση του ακαδηµαϊκού
ασύλου στη σύγχρονη ελληνική ιστορία επήλθε φυσικά µε την επιβολή
του στρατιωτικού καθεστώτος το 1967. Περιορίστηκε σηµαντικά η
αυτοτέλεια των ΑΕΙ125 και φυσικά καταργήθηκε πλήρως το ακαδηµαϊκό
άσυλο. Το πιο κραυγαλέο παράδειγµα αυτής της κατάργησης είναι η
είσοδος του άρµατος µάχης τη νύχτα της 17ης Νοεµβρίου 1973 στο
Πολυτεχνείο.
Με την αποκατάσταση της ∆ηµοκρατίας και την ψήφιση του
Συντάγµατος του 1975 αποκαταστάθηκε η ακαδηµαϊκή ελευθερία και οι
διάφορες εκφάνσεις της, ενώ στα πλαίσια του άρθρου 16 ψηφίστηκε και
ο σχετικός νόµος πλαίσιο για τα ΑΕΙ, που ρυθµίζει και τα ζητήµατα
ακαδηµαϊκού ασύλου126.
124 Αξιοσηµείωτο είναι δε πως παρόµοιες διατάξεις περιλαµβάνονται και σε άλλα σύγχρονα συντάγµατα γερµανικών κρατιδίων της εποχής, όπως στο σύνταγµα του Βερολίνου του 1850, καθώς επίσης και στους εσωτερικούς κανονισµούς λειτουργίας πολλών πανεπιστηµίων, όπως του Βερολίνου, της Βέρνης, της Ζυρίχης και άλλων. 125 Ενδεικτικά είναι τα Συντάγµατα της επταετίας, όπου στα οικεία άρθρα αναφέρεται: «Αρθρο 17. "Η παιδεία τελεί υπό την ανωτάτην εποπτείαν του Κράτους, παρέχεται δαπάναις αυτού, σκοπεί δε και εις την ηθικήν και πνευµατικήν αγωγήν και την ανάπτυξιν της εθνικής συνειδήσεως των νέων επί τη βάσει των αξιών του ελληνικού και του χριστιανικού πολιτισµού. […]Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύµατα είναι αυτοδιοικούµενα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου, λειτουργούν υπό την εποπτείαν του Κράτους και ενισχύονται οικονοµικώς υπ' αυτού. Οι καθηγηταί των είναι δηµόσιοι υπάλληλοι. Αι αρχαί των εκλέγονται παρά των τακτικών καθηγητών αυτών. Την κρατικήν εποπτείαν επί των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυµατων ασκεί ο Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων δια Κυβερνητικού Επιτρόπου, ως νόµος ορίζει.» 126 Πρόκειται για το νόµο 1268/1982, του οποίου το περιεχόµενο ως προς το ζήτηµα του ασύλου θα αναλύθεί στη συνέχεια.
136
Τα τελευταία χρόνια βέβαια υπήρξαν πολλά περιστατικά
προκαλούµενα από πρόσωπα, τα οποία εκµεταλλευόµενα το θεσµό του
ακαδηµαϊκού ασύλου προέβησαν σε καταστροφές και λεηλασίες
πανεπιστηµιακών κτηρίων, κυρίως µε αφορµή τον εορτασµό της
φοιτητικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου κατά της δικτατορίας των
συνταγµαταρχών το 1973. Κτήρια όπως το Πολυτεχνείο, το Κεντρικό
κτήριο του πανεπιστηµίου Αθηνών, η Ακαδηµία, το κτήριο της Νοµικής
Σχολής Αθηνών και άλλοι πανεπιστηµιακοί χώροι στο κέντρο της
Αθήνας, αλλά και κτήρια που ανήκουν στο συγκρότηµα του
Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου στη Θεσσαλονίκη, έχουν συχνά
αποτελέσει στόχους επιθέσεων, µε αποτέλεσµα την πρόκληση σε αρκετές
περιπτώσεις εκτεταµένων καταστροφών στην υλικοτεχνική υποδοµή του
εκάστοτε Ιδρύµατος Άλλοτε πάλι τα ίδια κτήρια χρησιµοποιήθηκαν
προκειµένου να εκφραστούν ιδέες ξένες προς το χαρακτήρα του
Πανεπιστηµίου ως Θεσµού και του ∆ηµοκρατικού πολιτεύµατος.
Ενδεικτικά αναφέρονται η έκρηξη αυτοσχέδιου εκρηκτικού µηχανισµού
στο χώρο του Πολυτεχνείου το 1996127 λίγες ηµέρες πριν τον εορτασµό
της επετείου, η πρόσφατη κατάληψη (5/10/2006) του κεντρικού κτηρίου
του Πανεπιστηµίου Αθηνών από άτοµα που αιτούνταν την αποφυλάκιση
του καταδικασθέντος σε πρώτο βαθµό (τότε) για συµµετοχή στην
οργάνωση 17 Νοέµβρη Σάββα Ξηρού128, η πυρπόληση και καταστροφή
περίπου 40 αυτοκινήτων στον προαύλιο χώρο του Αριστοτελείου
Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης από οµάδα «νεαρών», µε κίνδυνο
εξάπλωσης της πυρκαγιάς στην Πανεπιστηµιούπολη, στις 9/09/2006129.
127 ∆. Νικολακόπουλος, «Πολυτεχνείο ’96: το άσυλο στο προσκήνιο», το Βήµα 17/11/1996, σελ Α52. 128 Βλ εφηµερίδα «Η Καθηµερινή», 10/10/2006, όπου δηµοσιεύεται ψήφισµα του Τοµέα ∆ηµοσίου ∆ικαίου της Νοµικής Σχολής Αθηνών µε τίτλο «Εξευτελισµός του ασύλου…», καταδικαστικό της εν λόγω ενέργειας. 129 Βλ εφηµερίδα «Το Βήµα», 17/09/2006, σελ Β53, Αν. Μάνθος «Να µπει κανείς ή να µην µπει;».
137
Η ύπαρξη τέτοιων προβληµάτων καπήλευσης από
εξωπανεπιστηµιακούς φορείς του ασύλου έχει ανά καιρούς τροφοδοτήσει
έντονες συζητήσεις για τη µεταρρύθµιση του υπάρχοντος ρυθµιστικού
πλαισίου, και συγκεκριµένα για την τροποποίηση των σχετικών άρθρων
του νόµου 1268/1982. Πιο συγκεκριµένα, οι κρίσιµες διατάξεις είναι οι
ακόλουθες:
«Άρθρο 2: Ακαδηµαϊκές ελευθερίες και Πανεπιστηµιακό Άσυλο.
1. Η ακαδηµαϊκή ελευθερία στη διδασκαλία και την έρευνα καθώς και η
ελεύθερη διακίνηση των ιδεών κατοχυρώνεται στα Α.Ε.Ι. […]
4. Για την κατοχύρωση της ακαδηµαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης
επιστηµονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών,
αναγνωρίζεται το Πανεπιστηµιακό Άσυλο. 5. Το Πανεπιστηµιακό Άσυλο
καλύπτει όλους τους χώρους των Α.Ε.Ι. και συνίσταται στην απαγόρευση
επέµβασης της δηµοσίας δύναµης στους χώρους αυτούς χωρίς την
πρόσκληση ή άδεια του αρµοδίου οργάνου του Α.Ε.Ι., όπως αναφέρεται
στη συνέχεια. 6. (α) Το όργανο αυτό είναι τριµελές και αποτελείται από
τον Πρύτανη ή το νόµιµο αναπληρωτή του και ανά ένα εκπρόσωπο του
∆ιδακτικού - Ερευνητικού Προσωπικού (∆.Ε.Π.) και των φοιτητών. (β) Ο
εκπρόσωπος του ∆.Ε.Π., µαζί µε έναν αναπληρωτή είναι µέλη της
Συγκλήτου και εκλέγονται από το σύνολο των συγκλητικών µελών του
∆.Ε.Π. Ο εκπρόσωπος των φοιτητών µαζί µε τον αναπληρωτή του είναι
µέλη της Συγκλήτου και εκλέγονται από το σύνολο των φοιτητών
συγκλητικών. (γ) Το όργανο αυτό αποφασίζει µόνο µε οµοφωνία όλων
των µελών του. Σε περίπτωση διαφωνίας συγκαλείται έκτακτα η
Σύγκλητος του Α.Ε.Ι. την ίδια µέρα προκειµένου να αποφασίσει σχετικά.
Η τελική απόφαση παίρνεται µε πλειοψηφία των 2/3 του συνόλου των
παρόντων. 7. Επέµβαση δηµόσιας δύναµης χωρίς την άδεια του αρµόδιου
οργάνου του Α.Ε.Ι., επιτρέπεται µόνον εφ' όσον διαπράττονται αυτόφωρα
κακουργήµατα ή αυτόφωρα εγκλήµατα κατά της ζωής. 8. Οι παραβάτες
138
των διατάξεων της παρ. 5 Για το Πανεπιστηµιακό Άσυλο τιµωρούνται µε
φυλάκιση τουλάχιστον 6 µηνών µετά από έγκληση του οργάνου της παρ.
6 ή της Συγκλήτου.»
Επί των παρουσών διατάξεων έχουν τεθεί διάφορα ζητήµατα
ερµηνείας, κυρίως από άτοµα εκτός της πανεπιστηµιακής κοινότητας130.
Κρίνεται αναγκαίο να αποσαφηνιστεί το αληθές νόηµα των σχετικών
διατάξεων, αποσαφήνιση η οποία θα συµβάλει στην ορθή µελέτη του
θεσµού του Ασύλου. Αναλυτικότερα:
i. Το πρώτο ζήτηµα που ανακύπτει κατά την ανάγνωση των ανωτέρω
διατάξεων είναι ένα από αυτά που κατά κανόνα µονοπωλούν τις
σχετικές συζητήσεις. Ποιοι χώροι καλύπτονται από το άσυλο;
Όπως ρητά προκύπτει από την παράγραφο 5, το άσυλο καλύπτει
όλους τους χώρους των πανεπιστηµίων, τόσο εσωτερικούς όσο και
εξωτερικούς. Σε αυτούς λοιπόν τους χώρους η διακίνηση των
ιδεών και η ανάπτυξη της επιστηµονικής διδασκαλίας και έρευνας
είναι ελεύθερες και προστατευµένες από την κρατική παρέµβαση.
Πολλοί έχουν όµως αναρωτηθεί αν ισχύει το άσυλο στους
εξωτερικούς χώρους των Ιδρυµάτων, όπως είναι παραδείγµατος
χάριν ο χώρος έξω από το κεντρικό κτήριο του Πανεπιστηµίου
Αθηνών ή οι προαύλιοι περιφραγµένοι χώροι των λοιπών σχολών.
Ίσως λόγω της ιστορικής µνήµης τέτοιο ζήτηµα δεν τίθεται µόνο
για τον αντίστοιχο χώρο του Πολυτεχνείου, αν και είναι αυτονόητο
ότι οποιαδήποτε ρύθµιση οφείλει να είναι ενιαία για όλους τους
130 Βλ ενδεικτικά: ∆. Νικολακόπουλος, «Πολυτεχνείο ’96: το άσυλο στο προσκήνιο», το Βήµα 17/11/1996, σελ Α52, Ιωάννης Μ. Βαρβιτσιώτης «Άσυλο ή Ασυδοσία;» εφηµερίδα «Το Βήµα», 22/11/1998, σελ Α30, Λακασάς Απ. «Αναγκαίος ο νέος νόµος περί ασύλου», εφηµερίδα «Καθηµερινή» 24/10/2006, Αν. Τριπολίτης «Οι «θεσµοί» και η προστασία του «ασύλου»», εφηµερίδα «Το Βήµα», 12/2/2006, σελ Β63, Κ. Χρυσόγονος «Να ιδρυθεί πανεπιστηµιακή αστυνοµία», εφηµερίδα «Το Βήµα» 17/9/2006, σελ Β54, Ονισένκο Κ., «∆εν χρειάζεται πανεπιστηµιακό άσυλο», εφηµερίδα «Καθηµερινή» 16/11/2006 καθώς και Βερέµης Θ και Γραµµατικάκης Γ. «Ήρθε η ώρα να το ξανασυζητήσουµε», εφηµερίδα «Καθηµερινή» 16/11/2006. Αντίστοιχες απόψεις διατυπώθηκαν και από προσκεκληµένους οµιλητές σε διάφορα δελτία ειδήσεων, τόσο της κρατικής όσο και της ιδιωτικής τηλεόρασης.
139
πανεπιστηµιακούς χώρους, ασχέτως ιστορικής και
συναισθηµατικής φόρτισης. Στα πλαίσια αυτής της προβληµατικής
η Σύγκλητος του ΑΠΘ εξέδωσε το 1998 απόφαση σύµφωνα µε την
οποία το ακαδηµαϊκό άσυλο δεν καλύπτει τους ανοιχτούς χώρους
του Πανεπιστηµίου κατά τις νυχτερινές ώρες, όταν σε αυτούς δεν
συντελούνται δραστηριότητες σχετικές µε το ακαδηµαϊκό έργο (πχ
συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις ή άλλες ανάλογες
δραστηριότητες)131.
ii. Το δεύτερο φλέγον ζήτηµα έχει να κάνει µε αυτήν την ίδια τη
φύση του Ασύλου, όσον αφορά δηλαδή το ίδιο το περιεχόµενο της
έννοιας. Όπως σαφώς προκύπτει από τη διατύπωση του νόµου, το
άσυλο συνίσταται στην απαγόρευση επέµβασης δηµόσιας
κατασταλτικής δύναµης χωρίς τη σχετική άδεια του αρµόδιου
οργάνου. Η απαγόρευση αυτή δεν είναι απόλυτη, αντιθέτως
κάµπτεται από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 7. Ωστόσο, ο
ορισµός µε ακρίβεια της φύσης του ασύλου είναι αυτός που µας
καταδεικνύει εντέλει και ποιοι δύνανται να το παραβιάσουν. Εν
προκειµένω, από νοµικής απόψεως, ως αποκλειστικά και µόνον
δυνάµενες να παραβιάσουν το ακαδηµαϊκό άσυλο αναγνωρίζονται
οι δηµόσιες δυνάµεις, εφόσον επέµβουν χωρίς σχετική άδεια της
Επιτροπής Ασύλου. Άρα, όταν στη διάταξη της παραγράφου 8
αναφέρεται ο όρος «παραβάτες» αυτός υποδηλώνει εκείνα τα µέλη
των δηµοσίων δυνάµεων (αστυνοµίας, στρατού, πυροσβεστικής)
που θα επέµβουν εντός πανεπιστηµιακών χώρων αυθαίρετα.
iii. Πολλές διαφωνίες έχουν ανακύψει και σχετικά µε τη σύνθεση και
την αποτελεσµατικότητα της Επιτροπής Ασύλου. Η επιτροπή,
απαρτιζόµενη από τα µέλη που αναφέρει ο νόµος αποφασίζει µε
οµοφωνία, ενώ αν αυτή δεν προκύψει, τότε συγκαλείται εκτάκτως
131 Βλ Ιωάννης Μ. Βαρβιτσιώτης «Άσυλο ή Ασυδοσία;» εφηµερίδα «Το Βήµα», 22/11/1998, σελ Α30.
140
η Σύγκλητος αυθηµερόν, προκειµένου να αποφασίσει µε
πλειοψηφία 2/3 του συνόλου των παρόντων. Κριτική έχει ασκηθεί
από ακαδηµαϊκούς και δηµοσιογράφους132ως προς την αδυναµία
λήψης απόφασης από την επιτροπή σε πρώτο βαθµό και ως προς
την αδυναµία έκτακτης συνέλευσης της Συγκλήτου. Ωστόσο, όπως
σαφώς προκύπτει από το νόµο, δεν είναι υποχρεωτικό να είναι
παρόντα όλα τα µέλη της Συγκλήτου προκειµένου να ληφθεί
απόφαση άρσης του ασύλου, αρκεί να προσέλθουν αρκετά ώστε να
µπορεί να ληφθεί απόφαση από τα 2/3 αυτών.
iv. Το σηµαντικότερο όµως ζήτηµα από όλα τα παραπάνω, και αυτό
που απασχολεί περισσότερο την κοινωνία µας έχει να κάνει µε την
αυτεπάγγελτη επέµβαση των δηµοσίων δυνάµεων στους
πανεπιστηµιακούς χώρους. Οι περιπτώσεις αυτεπάγγελτης
παρέµβασης ορίζονται ρητά και περιοριστικά στο νόµο: πρόκειται
για τη διάπραξη αυτόφωρων κακουργηµάτων ή αυτόφωρων
εγκληµάτων κατά της ζωής. Όπως αναφέρει και ο οµότιµος
καθηγητής Ποινικού ∆ικαίου του Α.Π.Θ κος Ιωάννης
Μανωλεδάκης133: «Με βάση τον Ποινικό Κώδικα και τους
ειδικούς ποινικούς νόµους, κακουργήµατα είναι µεταξύ άλλων και
η διακίνηση ναρκωτικών, η κατασκευή, απόκρυψη, µεταφορά
εκρηκτικών υλών, η πρόκληση εκρήξεων. Ο εµπρησµός, αν µπορεί
να προκαλέσει κίνδυνο για ανθρώπους, η ανθρωποκτονία και η
απόπειρά της, ο βιασµός και η απόπειρά του, η σκοπούµενη βαριά
σωµατική βλάβη κ.ά. Πληµµέληµα κατά της ζωής είναι η έκθεση
κάποιου σε κίνδυνο (αρ. 306 Ποινικού Κώδικα), αλλά και η
παράλειψη βοήθειας σε κάποιον αν κινδυνεύει (αρ. 307 Π.Κ.)».
132 Βλ υποσηµείωση #12. 133 Βλ Ι. Μανωλεδάκης, «Άσυλο ή άλλοθι. Ο νόµος προβλέπει αυτεπάγγελτη επέµβαση» εφηµερίδα «Το Βήµα», 17/09/2006, σελ Β55,.
141
Είναι λοιπόν προφανές ότι αυτό από το οποίο πάσχει κυρίως το
ακαδηµαϊκό άσυλο, ως έχουν τα πράγµατα τώρα, είναι η ορθή εφαρµογή
των προβλέψεων του νόµου, και µάλιστα όχι από την πλευρά της
ακαδηµαϊκής κοινότητας, αλλά από την πλευρά κυρίως της αστυνοµίας.
Το υπάρχον νοµικό πλαίσιο είναι υπεραρκετό ώστε να προληφθούν ή να
κατασταλούν πράξεις που αµαυρώνουν τον χαρακτήρα του ασύλου. Το
µείζον ζήτηµα είναι κατά πόσον η αστυνοµία διατίθεται να επιτελέσει
ορθά και σύννοµα το καθήκον της. Όταν υποπέσει στην αντίληψή της η
τέλεση κάποιου τέτοιου εγκλήµατος και αντί να το προλαµβάνει ή να
συλλαµβάνει τους δράστες, παραµένει αµέτοχος θεατής, τότε δεν τίθεται
ζήτηµα ανεπάρκειας ή αποτυχίας του ασύλου ή της Επιτροπής ασύλου
του εκάστοτε ΑΕΙ, αλλά ζήτηµα απροθυµίας και παραµέλησης
καθήκοντος από αυτούς που είναι εξουσιοδοτηµένοι να το
προστατεύσουν. Φυσικά, η ευθύνη δεν βαραίνει µόνο τις αστυνοµικές
αρχές. Σηµαντικό µερίδιο ευθύνης έχει και η εκάστοτε πολιτική ηγεσία
της αστυνοµίας, καθώς δεν καταβάλει τις δέουσες προσπάθειες και δεν
προβαίνει στις δέουσες ενέργειες προάσπισης του ασύλου, προβάλλοντας
ως άλλοθι την ύπαρξη αυτού του τελευταίου.
Σε µια προσπάθεια αναβάθµισης του θεσµού του ∆ηµοσίου
Πανεπιστηµίου και αντιµετώπισης των υπαρχόντων προβληµάτων του,
εισήχθη προς συζήτηση ένα νέο προσχέδιο νόµου την περασµένη άνοιξη.
Από τις διατάξεις που διέρρευσαν στον τύπο και προκάλεσαν έντονα
σχόλια ήταν και αυτές που αφορούσαν στο ακαδηµαϊκό άσυλο. Οι
αλλαγές που προτάθηκαν από του Υπουργείο Παιδείας συνάντησαν την
έντονη αντίδραση µεγάλου µέρους της πανεπιστηµιακής κοινότητας, που
δεν δίστασε να µιλήσει ακόµα και για περιστολή της ακαδηµαϊκής
142
ελευθερίας και προσπάθεια φίµωσης των φοιτητών και των
συνδικαλιστών134. Μεταξύ άλλων, το προσχέδιο προβλέπει:
1. Κατάργηση τεσσάρων εκ των οχτώ παραγράφων του άρθρου 2 του
Ν.1268/1982, µεταξύ των οποίων και η παράγραφός 4, στην οποία
κατοχυρώνεται ως θεσµός το ακαδηµαϊκό άσυλο.
2. Αναδιατυπώνεται ο ορισµός του ακαδηµαϊκού ασύλου, µε
αποτέλεσµα οι δυνάµενοι να το παραβιάσουν να µην είναι µόνο
µέλη δηµοσίων δυνάµεων, αλλά οποιοσδήποτε παρακωλύει το
δικαίωµα στη γνώση και τη µάθηση135. Σε αυτούς πλέον µπορεί να
περιλαµβάνονται καταληψίες φοιτητές στα πλαίσια φοιτητικών
κινητοποιήσεων και συνδικαλιστές εργαζόµενοι στα πανεπιστήµια.
3. Εκτός από την άδεια της Επιτροπής Ασύλου, η επέµβαση δηµόσιας
δύναµης θα γίνεται µόνο κατόπιν της παρουσίας της δικαστικής
αρχής, κατά πάσα πιθανότητα δηλαδή µε την παρουσία
Εισαγγελέως.
4. Αλλάζει η σύνθεση της Επιτροπής Ασύλου, η εξουσία της οποίας
περνάει πλέον στο Πρυτανικό Συµβούλιο του εκάστοτε Ιδρύµατος.
Η σύγκληση του γίνεται άµεσα, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν σχετικής
καταγγελίας, οι δε αποφάσεις λαµβάνονται κατά πλειοψηφία και
σε συνάρτηση µε τον εσωτερικό κανονισµό και τον Κώδικα
∆ιοικητικής ∆ιαδικασίας.
134 Βλ Αν. Ανδρεόπουλος «Το άσυλο γίνεται φόβητρο», δήλωση στην εφηµερίδα Ελευθεροτυπία 22/06/2006, όπου µεταξύ άλλων αναφέρεται: «Η βασική του φιλοσοφία κινείται προς τον περιορισµό της δηµοκρατίας και του δηµοσίου χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Κορυφαίο δείγµα αυτής της κατεύθυνσης, οι ρυθµίσεις για το άσυλο, του οποίου αλλάζουν τη νοµική έννοια, ώστε αντί να αποτελεί ασπίδα για την Αστυνοµία γίνεται φόβητρο για τις φοιτητικές κινητοποιήσεις.» 135 Όπως αναφέρει και η εφηµερίδα «Έθνος» σε δηµοσίευση της 22/6/2006 µε τίτλο «Θα αποφασίζει το πρυτανικό συµβούλιο, ευκολότερη η άρση του ασύλου» αναφορικά µε τον νέο ορισµό: «H έννοια του πανεπιστηµιακού ασύλου αποκτά άλλη διάσταση µε το χτεσινό προσχέδιο νόµου, όπου αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «το ακαδηµαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει για την κατοχύρωση των ακαδηµαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώµατος στη γνώση, τη µάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των µελών των AEI». H αλλαγή της συγκεκριµένης διάταξης, σύµφωνα µε νοµικούς και ακαδηµαϊκούς, ερµηνεύεται πως θα δίνεται στο µέλλον η δυνατότητα - αν κρίνεται ότι παρεµποδίζεται κάποιο µέλος της πανεπιστηµιακής κοινότητας στην εργασία του - ποινικοποίησης απεργιών και καταλήψεων».
143
Το συγκεκριµένο προσχέδιο στο σύνολο του ξεσήκωσε θύελλα
αντιδράσεων και κινητοποιήσεων, τόσο από την µεριά των φοιτητικών
συλλόγων, όσο και από την πλευρά των συνδικαλιστών εργαζοµένων στα
πανεπιστήµια. Μεγάλη µερίδα των ακαδηµαϊκών το καταδίκασε
απερίφραστα και ζήτησε εκ νέου διάλογο για τα θέµατα της ανώτατης
παιδείας από µηδενική βάση, ενώ υπήρξαν και φωνές στήριξης των
προτεινόµενων αλλαγών. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει η πρόταση 70 µελών
του διδακτικού προσωπικού του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών, οι
οποίοι υπέγραψαν κείµενο µε το οποίο τονίζουν πως «Πρέπει να
λειτουργεί η επιτροπή ασύλου έχοντας τη δυνατότητα να λαµβάνει
απόφαση κατά πλειοψηφία» και πως «ο θεσµός τού ασύλου, όπως
εφαρµόζεται σήµερα, έχει αποτύχει και πρέπει να τροποποιηθεί άµεσα,
έτσι ώστε να προστατεύονται τα µέλη της πανεπιστηµιακής κοινότητας
και η περιουσία του πανεπιστηµίου. […] οι αλλαγές αυτές είναι
απαραίτητες όχι µόνο για να µπορεί το πανεπιστήµιο να επιτελεί τον
σκοπό του, αλλά ακόµη και για την επιβίωσή του. Είναι επίσης
απαραίτητες για την διατήρηση του ασύλου ως θεσµού… »136. Επιπλέον
υποστήριξη στο υπό συζήτηση προσχέδιο νόµου αναφορικά µε το άσυλο
έδωσαν και ορισµένοι έλληνες ακαδηµαϊκοί του εξωτερικού σε
συνάντησή τους µε την Υπουργό Παιδείας, κα Γιαννάκου, προτείνοντας
τη λήψη µέτρων και θέτοντας προς συζήτηση την πιθανότητα φύλαξης
των πανεπιστηµιακών ιδρυµάτων από ιδιωτικές εταιρίες φύλαξης137, ή
από ειδικά συσταθείσα πανεπιστηµιακή αστυνοµία138.
Στον αντίποδα αυτών των απόψεων βρίσκεται η πλειοψηφία των
ακαδηµαϊκών της χώρας, η οποία διαβλέπει διάθεση συστηµατικού
περιορισµού των ελευθεριών της από το προτεινόµενο προσχέδιο νόµου.
136 Βλ Λακασάς Απ. «Αναγκαίος ο νέος νόµος περί ασύλου», εφηµερίδα «Καθηµερινή» 24/10/2006. 137 Βλ Χ. Καληµέρη «Τέσσερις αλλαγές στα πανεπιστήµια», εφηµερίδα «Ηµερισία», 21/11/2006. 138 Βλ Αν. Τριπολίτης «Οι «θεσµοί» και η προστασία του «ασύλου»», εφηµερίδα «Το Βήµα», 12/2/2006, σελ Β63, καθώς και Κ. Χρυσόγονος «Να ιδρυθεί πανεπιστηµιακή αστυνοµία», εφηµερίδα «Το Βήµα» 17/9/2006, σελ Β54.
144
Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του κ. Ανδρέα Ανδρεόπουλου,
πρύτανη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνίου139, του κ. Ιωάννη
Μανωλεδάκη, οµότιµου καθηγητή ποινικού δικαίου του Αριστοτελείου
Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης140, του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου,
ακαδηµαϊκού, βουλευτή και πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ141 και του
πρύτανη του Πανεπιστηµίου Αθηνών, καθηγητή κ. Χρήστου Κίττα: «Η
εµπειρία των τελευταίων ετών µας έχει διδάξει ότι η επίλυση των
προβληµάτων που προκύπτουν από τη διαστρέβλωση της έννοιας του
ασύλου - µια διαστρέβλωση που µερικές φορές οδηγεί σε βίαια γεγονότα,
τα οποία παρακολουθεί αµήχανη και προβληµατισµένη η κοινωνία - δεν
µπορεί να επιτευχθεί µε διοικητικές ρυθµίσεις όσο καλοπροαίρετες και
αν είναι αυτές. Τη διαφύλαξη και την υπεράσπιση του πανεπιστηµιακού
ασύλου µπορεί να την εγγυηθεί µόνο η πανεπιστηµιακή κοινότητα,
ενστερνιζόµενη τη διαχρονικά καταξιωµένη έννοιά του.»142
Καταλήγοντας, πιστεύουµε ακράδαντα πως το ακαδηµαϊκό άσυλο
είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της δηµοκρατικής και
ελεύθερης λειτουργίας του Πανεπιστηµίου. Είναι η εγγύηση ότι το
ελληνικό Πανεπιστήµιο δεν θα περάσει ποτέ ξανά σε εποχές
σκοταδισµού και φόβου, όπως αυτές του εµφυλίου και πολύ περισσότερο
της επταετίας. Αποτελεί επιτακτική υποχρέωση της ακαδηµαϊκής
κοινότητας στο σύνολό της να το προασπίσει και να εµποδίσει ενέργειες
καταστρατήγησης του, γιατί µε αυτόν τον τρόπο διαφυλάσσονται και
τιµώνται οι αξίες και τα δικαιώµατα που αποκτήθηκαν τόσα χρόνια πριν
µε τόσο σκληρούς αγώνες. Τέλος, δεν µπορούµε παρά να µην
139 Βλ παραπάνω υποσηµείωση #16. 140 Βλ παραπάνω υποσηµείωση #15. 141 Βλ Ε. Βενιζέλος, συνέντευξη στην εφηµερίδα «Ο Επενδυτής» της 21/5/2005 στον δηµοσιογράφο Λάµπρο Καλαρρύτη: «…το κατά νοµική ακριβολογία πανεπιστηµιακό άσυλο δεν έχει καµία σχέση µε αυτό που οι περισσότεροι νοµίζουν ότι είναι το άσυλο. Ασφαλιστικές ρήτρες, εξαιρέσεις υπάρχουν στο νόµο, αλλά δεν υπάρχουν οι κοινωνικές και επικοινωνιακές προϋποθέσεις για την εφαρµογή του στην πράξη, γιατί το πανεπιστηµιακό άσυλο υπάρχει για να προστατεύει την ακαδηµαϊκή ελευθερία και την πανεπιστηµιακή κοινότητα». 142 Βλ Χρ. Κίττας, «Εγγύηση η πανεπιστηµιακή κοινότητα», εφηµερίδα «Το Βήµα», 17/9/2006, σελ Β5
145
αναλογιστούµε τι σηµαίνει το άσυλο για το ενεργότερο κοµµάτι της
ακαδηµαϊκής κοινότητας, τους φοιτητές. Όπως πολύ γλαφυρά έχει
παρατηρήσει ο τ. Πρύτανης του Πανεπιστηµίου Αθηνών κ.
Κωνσταντίνος Α. ∆ηµόπουλος143: «Στη χώρα µας, ιδιαίτερα µετά τα
ψυχικά τραύµατα που δηµιούργησε η δικτατορία, το πανεπιστηµιακό
άσυλο κατοχυρώθηκε νοµοθετικά ως µέσο προστασίας της ελεύθερης
σκέψης και έκφρασης. Με το πανεπιστηµιακό άσυλο διασφαλίζεται η
ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, η δηµοκρατική λειτουργία των
Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυµάτων, η ελευθερία της επιστηµονικής
έρευνας. Και επειδή σε µια κοινωνία το πιο ζωντανό, ανήσυχο, αλλά και
ριζοσπαστικά σκεπτόµενο κοµµάτι της είναι οι φοιτητές, το
πανεπιστηµιακό άσυλο συνδέθηκε κυρίως µε την ελευθερία έκφρασης
και δράσης των φοιτητών.
Πράγµατι, ο χώρος του πανεπιστηµίου δεν πρέπει να είναι, δεν
µπορεί να είναι, ένα απέραντο νεκροταφείο ή ένα µεγαλοπρεπές
µοναστήρι. Πρέπει να είναι ένας χώρος κινητικότητας, ένας χώρος
θέσεων, αντιθέσεων και συνθέσεων, ένας χώρος αµφισβήτησης αλλά και
διαλόγου, ένας χώρος παραγωγής νέων ιδεών. Μόνο µέσα από αυτές τις
διαδικασίες, αποτέλεσµα σκέψης σπινθηροβόλων πνευµάτων,
δηµιουργικών και ελεύθερων µυαλών, παράγονται νέες θέσεις,
χαράσσονται νέοι δρόµοι και ανοίγονται νέοι ορίζοντες. Αυτή η
δραστηριότητα των νέων φοιτητών, αλλά και των επιστηµόνων, αποτελεί
προοπτική και ελπίδα, αισιοδοξία για το µέλλον. Ελάχιστα µπορεί να
περιµένει κανείς από άτοµα µακάρια, µοιρολατρικά, νωχελικά,
συµβιβασµένα. Γι' αυτό ο πανεπιστηµιακός χώρος πρέπει να είναι ένας
χώρος ο οποίος όχι µόνο δεν πρέπει να παρεµποδίζει, αλλά αντίθετα να
143 Βλ Κ.Α. ∆ηµόπουλος, «Τι άσυλο χρειαζόµαστε στα ΑΕΙ», εφηµερίδα «Το Βήµα», 10/1/1999, σελ Α15.
146
ευνοεί, να τονώνει και να καλλιεργεί αυτό το πνεύµα της αµφιβολίας και
του διαλόγου.
Στον πανεπιστηµιακό χώρο δεν µπορεί ούτε πρέπει να γίνεται
προσπάθεια επιβολής προκαθορισµένων και «κονσερβοποιηµένων»
απόψεων και θέσεων, ούτε απόλυτα κωδικοποιηµένων και παγιωµένων
προτύπων συµπεριφοράς. Στους φοιτητές πρέπει να αναγνωρίζουµε όχι
µόνο τη διάθεση της µαχητικότητας, αλλά και το ελαφρυντικό του
άγχους και της αβεβαιότητας που τους διακατέχει για το µέλλον και την
επαγγελµατική τους αποκατάσταση. Για όλους αυτούς τους λόγους
πιστεύω απόλυτα στην αναγκαιότητα και στη χρησιµότητα του θεσµού
του πανεπιστηµιακού ασύλου.».
Γενική βιβλιογραφία:
Κόρσος ∆ηµήτριος, «Η ελευθερία της τέχνης, της επιστηµονικής ερεύνης
και της διδασκαλίας κατά το σχέδιον νόµου του νέου Συντάγµατος»,
Επιθεώρηση ∆ηµοσίου ∆ικαίου και ∆ιοικητικού ∆ικαίου, τοµ ΙΗ’ (1975),
σελ 117 κ.επ.
Μάνεσης Αριστόβουλος, «Η συνταγµατική προστασία της ακαδηµαϊκής
ελευθερίας», περιοδικό «Ο πολίτης», 1977
Στασινόπουλος Μιχαήλ, «Η ελευθερία γνώµης των καθηγητών των
ανωτάτων σχολών (Η ακαδηµαϊκή ελευθερία)», Επιθεώρηση ∆ηµοσίου
∆ικαίου και ∆ιοικητικού ∆ικαίου, τοµ Α’ (1957) σελ 337 κ.επ.
Στασινόπουλος Μιχαήλ, «Η ακαδηµαϊκή ελευθερία κατά το Σύνταγµα»
(οµιλία στην Ακαδηµία Αθηνών στις 28/12/1978, ανάτυπο από τα
«Πρακτικά της Ακαδηµίας Αθηνών», τόµος 53 (1978)
Χουβαρδάς Γεώργιος, «Η ελευθερία της διδασκαλίας, της τέχνης και της
επιστήµης και η συµµετοχή των φοιτητών εις την διοίκησιν του
Πανεπιστηµίου», Αθήναι 1977.
147
6.6. ΜΑΡΤΙΟΣ 2006: EΝΑΣ ΜΗΝΑΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΕ ΤΗ
ΓΑΛΛΙΑ.
Του Στάθη Ευσταθίου, νοµικού, µεταπτυχιακού φοιτητή ΠΜΣ
Ποινικού ∆ικαίου της Νοµικής Σχολής Αθηνών.
Ήταν γύρω στις 02.30 της 9ης Μαρτίου 2006 όταν στη γαλλική
Βουλή 51 χέρια σηκώνονταν για να υπερψηφίσουν το νόµο για το
Συµβόλαιο της Πρώτης Πρόσληψης ( Contrat Première Embauche ή CPE
όπως έγινε ευρύτερα γνωστό ). Ένα µήνα αργότερα, στις 10 Απριλίου, ο
πρωθυπουργός της Γαλλίας Ντοµινίκ Ντε Βιλπέν αποσύρει τον επίµαχο
νόµο. Τι µεσολάβησε όµως για µια τέτοια εξέλιξη; Ας δούµε τα
πράγµατα από την αρχή...
Η Γαλλία είναι µια χώρα που αντιµετωπίζει έντονο πρόβληµα
ανεργίας το οποίο σταδιακά διογκώνεται. Τα ποσοστό ανεργίας είναι
γύρω στο 10 % ενώ σε ηλικίες κάτω των 26 αγγίζει το 25 % για να
εκτιναχθεί στο 50% στις περιοχές µε έντονη συγκέντρωση
µεταναστών.144Με το Συµβόλαιο Πρώτης Πρόσληψης (CPE)
επιχειρήθηκε ,κατά τις δηλώσεις της γαλλικής κυβέρνησης, να
αντιµετωπιστεί το πρόβληµα της ανεργίας των νέων. Το CPE προέβλεπε
ότι οι εργοδότες θα έχουν τη δυνατότητα να προσλαµβάνουν νέους 18
έως 26 ετών για µια δοκιµαστική περίοδο δύο ετών εντός της οποίας θα
είχαν την ευχέρεια να τους απολύουν χωρίς καµία αιτιολογία. Όπως
διατείνονται οι υποστηρικτές του, το συγκεκριµένο εργοδοτικό προνόµιο
θα διευκόλυνε την πρόσληψη νέων καθώς θα καθιστούσε τον εργαζόµενο
περισσότερο «ελαστικό» και «ευέλικτο» και κατ’ επέκταση λιγότερο
δαπανηρό για τον εργοδότη145 .Ωστόσο η γαλλική κοινωνία είχε
144 Βλ. Στ. Παγαρτάνη , Ελευθεροτυπία 18/03/06 , Αντι-στίξεις –«Απολύστε τον Βιλπέν». 145 πχ ο εργοδότης δε θα ήταν υποχρεωµένος να καταβάλει αποζηµίωση σε περίπτωσης απόλυσης εντός των δύο χρόνων ούτε να αιτιολογήσει την απόλυση.
148
διαφορετική άποψη η οποία δεν περιορίστηκε σε απλές θεωρητικές
συζητήσεις και ατοµικές ανησυχίες αλλά πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε
ένα δυναµικό και διεκδικητικό κίνηµα µε πρωταγωνιστές τους φοιτητές
και τους µαθητές.
Εκατοµµύρια νέοι κατεβαίνουν στους δρόµους, διαδηλώσεις
συγκλονίζουν όλες τις πόλεις της Γαλλίας ,η πλειοψηφία των
πανεπιστηµίων τελεί υπό κατάληψη µε πρώτο απ’ όλα το ιστορικό
πανεπιστήµιο της Σορβόννης146. Η γαλλική κυβέρνηση αιφνιδιάζεται από
τις αντιδράσεις και επιλέγει αµήχανα µία στάση αναµονής µε την
πεποίθηση ότι µε την πάροδο του χρόνου τα πνεύµατα θα ηρεµήσουν και
οι αντιδράσεις θα περιοριστούν. Η γαλλική νεολαία όµως δεν σκοπεύει
να εγκαταλείψει τη µάχη τόσο εύκολα. Με τη συµπαράσταση των
συνδικάτων και µε την στήριξη της πλειοψηφίας του γαλλικού λαού το
φοιτητικό κίνηµα ενδυναµώνεται και εντείνει τις αντιδράσεις του. Η
πίεση που ασκείται είναι πρωτοφανής και οδηγεί τον Γάλλο
πρωθυπουργό σε επανεκτίµηση της κατάστασης και τελικά στη
απόσυρση του νοµοθετήµατος. Η νίκη του φοιτητικού κινήµατος είναι
πλέον γεγονός και θέτει νέα δεδοµένα στην προστασία και διεκδίκηση
των εργασιακών και επαγγελµατικών δικαιωµάτων που στις µέρες µας
υφίστανται έντονες πιέσεις µε στόχο τη συρρίκνωση και τον περιορισµό
τους.
Η γαλλική κοινωνία επιδεικνύει τον τελευταίο καιρό µιαν έντονη
τάση αµφισβήτησης και µια κινητικότητα πρωτοφανή. ∆ιεκδικεί
περισσότερα και αγωνίζεται για ένα καλύτερο µέλλον. Εξάλλου όλα
συνδέονται µεταξύ τους: η καταψήφιση του Ευρωσυντάγµατος, η
εξέγερση των «Αθλίων» των προαστίων και στη συνέχεια η αντίδραση σε
146Βλ.αρ. της liberation “Le pari reussi de la mobilisation” και “mobilisation et blocage à tous les
étages” www.liberation.fr/page.php?Article=372316, www.liberation.fr/page.php?Article=373190
149
ένα νοµοθέτηµα που το µόνο που µπορεί να εγγυηθεί είναι η διαµόρφωση
µιας αβέβαιης και ανασφαλούς εργασιακής πραγµατικότητας για τους
νέους.
Το CPE ψηφίστηκε αιφνιδιαστικά χωρίς να προηγηθεί διάλογος µε
τους εµπλεκόµενους φορείς. Στην πράξη καθιστά το νέο εργαζόµενο
έρµαιο στα χέρια του εργοδότη ο οποίος ανά πάσα στιγµή στο διάστηµα
των δύο ετών από την πρόσληψη είναι σε θέση να τον απολύσει χωρίς
καµία αιτιολογία. Ο νέος στην µέγκενη που συνθέτουν από την µία
πλευρά τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και από την άλλη η προσφορά µίας
θέσης εργασίας που δεν έχει καµία κατοχύρωση και το µόνο που
συντηρεί είναι ένα καθεστώς αβεβαιότητας και ανασφάλειας, θα
«επιλέξει» να εργάζεται µε τον καθηµερινό φόβο της αναιτιολόγητης
απόλυσης. Από την άλλη πλευρά οι εργοδότες θα έχουν στη διάθεση τους
ένα εργατικό δυναµικό που ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους για
ελαστικότητα και προσαρµοστικότητα και το οποίο θα µπορούν να
απολύουν-χωρίς δεύτερη σκέψη, αιτιολογία και «δυσάρεστες»
οικονοµικές επιβαρύνσεις -ακόµα και µια µέρα πριν τη συµπλήρωση της
δοκιµαστικής περιόδου των δύο ετών αποφεύγοντας έτσι την
µονιµοποίησή του µε µια σύµβαση αορίστου χρόνου.
Το CPE δεν αποτελεί τίποτα άλλο από την, πριµοδοτούµενη από
την παγκοσµιοποίηση, µεταφορά στη γαλλική πραγµατικότητα της
διεθνούς τάσης συρρίκνωσης των δικαιωµάτων των εργαζοµένων και
είναι βέβαιο πώς δεν προσφέρει το παραµικρό στην καταπολέµηση της
ανεργίας. Η ανεργία δεν µπορεί να αντιµετωπισθεί µε τη δηµιουργία
εργασιακής ανασφάλειας και την ενίσχυση των εργοδοτικών
προνοµίων147 που οδηγούν τελικά σε εκµετάλλευση των νέων αλλά µε
την ανάπτυξη της οικονοµίας και την δηµιουργία νέων θέσεων εργασίας
που σέβονται τα εργασιακά δικαιώµατα και εξασφαλίζουν τη
147 Βλ. Θ.Τεγόπουλος, «Το µήνυµα του γαλλικού Μάρτη», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 26/03/06
150
σταθερότητα. Ο σεβασµός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας δεν πρόκειται
για µια τυπική διακήρυξη µε συνταγµατική περιβολή που τίθεται απλά
για να «υπάρχει», αλλά αποτελεί τον ύπατο σκοπό κάθε ευνοµούµενης
Πολιτείας. Η «εξασφάλιση» στους νέους µιας ελαστικής εργασίας,
εύθραυστης όσο ποτέ, χωρίς την παραµικρή κατοχύρωση εργασιακών και
επαγγελµατικών δικαιωµάτων δεν εναρµονίζεται σε καµία περίπτωση µε
τις επιταγές ενός σύγχρονου Κράτους ∆ικαίου. Η ανθρώπινη αξία και
αξιοπρέπεια καθορίζει τη µορφή και το περιεχόµενο του δικαιώµατος
στην εργασία και κατ’ επέκταση προσδιορίζει τις συνθήκες και τους
όρους του. Το νέο πλαίσιο εργασιακών σχέσεων, όπως αυτό
διαµορφώνεται από το CPE, αγνοεί πλήρως την έννοια του σεβασµού
της ανθρώπινης αξίας αφού χρησιµοποιεί τον άνθρωπο ως µέσο για την
επίτευξη σκοπιµοτήτων (δηµιουργία µιας «δεξαµενής» ευέλικτου
εργατικού δυναµικού για την επίτευξη εύκολου κέρδους) και δεν απέχει
πολύ από το να χαρακτηριστεί ως µια σύγχρονη µορφή «δουλείας» για
τους νέους εργαζόµενους. Οι συµπληγάδες πέτρες της ανεργίας από τη
µια πλευρά και της σύγχρονης «δουλείας» από την άλλη απειλούν να
συνθλίψουν το εργασιακό µέλλον των νέων οι οποίοι µην έχοντας το
χρόνο για αναζήτηση «ιπτάµενων λύσεων» αποφασίζουν να πράξουν
κάτι πιο ουσιαστικό: τη δυναµική διεκδίκηση των δικαιωµάτων µέσα από
ένα οργανωµένο και µαχητικό φοιτητικό κίνηµα. Το αποτέλεσµα είναι
γνωστό σε όλους. Οι γαλέρες της σύγχρονης, ευέλικτης και χωρίς
κατοχύρωση εργασίας για τους νέους, σαπίζουν εδώ και καιρό σε κάποιο
γαλλικό λιµάνι…
Πολλοί προσπάθησαν να παροµοιάσουν το φοιτητικό κίνηµα του
Μάρτη του 2006 µε εκείνο του Μάη του 1968. Ένα είναι σίγουρο: το
Μάη του ‘68 οι νέοι δεν αντιµετώπιζαν τα ίδια προβλήµατα και
επεδίωκαν, µε µια διάθεση που θα µπορούσε να χαρακτηρισθεί
151
«ροµαντική», «να αλλάξουν τον κόσµο»148.Οι διεκδικήσεις του
φοιτητικού κινήµατος της Γαλλίας δεν έχουν πλέον επιθετικό χαρακτήρα
αλλά κατά κύριο λόγο αµυντικό, αφού µε τις πρόσφατες κινητοποιήσεις
τους οι φοιτητές δεν επεδίωξαν να επεκτείνουν, αλλά αντίθετα να
διατηρήσουν τα κεκτηµένα δικαιώµατά τους και να προστατεύσουν το
εργασιακό τους µέλλον. Στην εποχή µας τα δικαιώµατα του ανθρώπου
γενικά, και ειδικότερα στη συγκεκριµένη περίπτωση τα δικαιώµατα των
εργαζοµένων, υφίστανται έντονες πιέσεις, ενώ η φαλκίδευση και η
καταπάτησή τους γίνεται πλέον απροσχηµάτιστα και προκλητικά . Η
κοινωνία µας έχει γίνει περισσότερο ανεκτική σε παραβιάσεις και
περιορισµούς των θεµελιωδών δικαιωµάτων. Χαρακτηριστικό
παράδειγµα της πιο πάνω διαπίστωσης αποτελεί σε παγκόσµιο πλέον
επίπεδο, η λήψη αντιτροµοκρατικών µέτρων για την εξυπηρέτηση µιας
νεφελώδους έννοιας της ασφάλειας. Αντιτροµοκρατικοί νόµοι
διαµορφώνουν ένα νέο κλίµα τροµοϋστερίας149 µε το συνεχώς
αυξανόµενο περιορισµό των ελευθεριών και των δικαιωµάτων και τη
δηµιουργία ενός αισθήµατος φόβου και ανασφάλειας που να δικαιολογεί
τις συγκεκριµένες παραχωρήσεις. Η κοινωνία της διακινδύνευσης όπως
πολύ εύστοχα έχει χαρακτηριστεί η σύγχρονη κοινωνία, έχει ως
πρωτεύοντα στόχο την εξουδετέρωση των κινδύνων και την επίτευξη της
απόλυτης ασφάλειας150. Ωστόσο αδιαφορεί πλήρως για την προσβολή
των ατοµικών ελευθεριών των πολιτών, ως αποτέλεσµα µιας τέτοιας
«κατασκευασµένης» επιδίωξης. Οι πολίτες όµως µε τη δράση τους, έχουν
τη δύναµη να περιφρουρήσουν τα κατοχυρωµένα δικαιώµατα τους και να
σταµατήσουν τις πολύπλευρες προσβολές των ελευθεριών τους. Αρκεί να
148 βλ. µ.α. και άρθρο «Άλλο το 1968 ,άλλο το 2006» στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 02/04/2006 , 149 Που διαµορφώθηκε και ενδυναµώθηκε κυρίως και εξ’ αφορµής του χτυπήµατος της 11ης Σεπτεµβρίου 2001 στους «∆ίδυµους Πύργους» 150 Για µία εµπεριστατωµένη ανάλυση της έννοιας της κοινωνίας της διακινδύνευσης και της προβληµατικής των νέων αντιτροµοκρατικών νόµων σε σχέση µε τη συρρίκνωση των ατοµικών ελευθεριών βλ. µ.α. το συλλογικό έργο σε επιµέλεια Χ. Ανθόπουλου, Ξ. Κοντιάδη, Θ. Παπαθεοδώρου « Ασφάλεια και δικαιώµατα στην κοινωνία της διακινδύνευσης», εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα , 2005
152
το συνειδητοποιήσουν και να εµπνευστούν από τα γεγονότα του
περασµένου Μάρτη στη Γαλλία.
Το φοιτητικό κίνηµα στη Γαλλία µε τη µαχητικότητα και τη
δυναµική του ήρθε να αφυπνίσει µια κοινωνία που από καιρό βρίσκεται
σε χειµερία νάρκη. Ίσως κάπου εδώ να βρίσκεται και το µήνυµα των
γεγονότων στη Γαλλία. Η εξέλιξη και η επιτυχία του φοιτητικού
κινήµατος είναι η απόδειξη ότι η συλλογική διεκδίκηση καλύτερων
συνθηκών διαβίωσης και η δυναµική αντίδραση σε κάθε είδους
προσβολή των κατοχυρωµένων δικαιωµάτων έχει αποτελέσµατα.
Αντίθετα η παθητική ενατένιση του µέλλοντος και η ανοχή των
περιορισµών των κεκτηµένων δικαιωµάτων προλειαίνει το έδαφος για
νέες παραβιάσεις και περιορισµούς. Οι κινητοποιήσεις στη Γαλλία και η
νίκη του φοιτητικού κινήµατος θα αποκτήσουν µεγαλύτερη σηµασία αν
δεν παραµείνουν απλά ένα ιστορικό γεγονός αλλά αν, αντίθετα,
αποτελέσουν την αφορµή και την έµπνευση για παρόµοιες διεκδικήσεις.
Η ελληνική πραγµατικότητα των εργασιακών σχέσεων τον
τελευταίο καιρό χαρακτηρίζεται από τάσεις ανατροπής των εργατικών
κατακτήσεων, των κοινωνικών και επαγγελµατικών δικαιωµάτων. Η
εφαρµογή του «ελαστικού οκταώρου», η µείωση του κόστους των
υπερωριών και η διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των
καταστηµάτων είναι οι πρώτες κινήσεις προς τη δηµιουργία ενός
εργαζόµενου «ευέλικτου» µε λιγότερες απαιτήσεις και δικαιώµατα. Το
γαλλικό παράδειγµα θα πρέπει να αφυπνίσει την ελληνική κοινωνία ώστε
να διεκδικήσει µε τη σειρά της καλύτερους όρους και συνθήκες εργασίας
και να θωρακίσει τα κεκτηµένα δικαιώµατά της µε συλλογική συνείδηση.
Η παγκόσµια διάσταση του προβλήµατος είναι δεδοµένη. Οι
Γάλλοι έκαναν το πρώτο ουσιαστικό βήµα, διεκδικώντας ένα µέλλον
αξιοπρεπές χωρίς εργασιακή ανασφάλεια. Απέδειξαν ότι η συλλογικοί
αγώνες έχουν αποτέλεσµα. Η γαλλική κυβέρνηση ήθελε τη δηµιουργία
153
µιας γενιάς εργαζοµένων τύπου Kleenex151.Οι νέοι είχαν διαφορετική
άποψη. Το φοιτητικό κίνηµα επέστρεψε τα…χαρτοµάντιλα στην
Κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό Βιλπέν οι οποίοι µετά τη
συντριπτική ήττα τους µάλλον θα τα έχουν περισσότερο ανάγκη...
Βιβλιογραφία
- Στ. Παγαρτάνη , Ελευθεροτυπία 18/03/06 , Αντι-στίξεις –
«Απολύστε τον Βιλπέν».
- Άρθρα. της liberation “Le pari reussi de la mobilization” και
“Mobilisation et blocage a tous les etages”
www.liberation.fr/page.php?Article=372316,
www.liberation.fr/page.php?Article=373190
- -Θ.Τεγόπουλος, «Το µήνυµα του γαλλικού Μάρτη», Κυριακάτικη
Ελευθεροτυπία 26/03/06
- «Άλλο το 1968 ,άλλο το 2006» στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία
02/04/2006
- -Χ. Ανθόπουλου, Ξ. Κοντιάδη, Θ. Παπαθεοδώρου (επιµέλεια) «
Ασφάλεια και δικαιώµατα στην κοινωνία της διακινδύνευσης»,
εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα , 2005
- http://www.lexpress.fr/info/quotidien/actu.asp?id=2428
- http://www.humanite.fr/journal/2006-03-27/2006-03-27-827094
151Στη Γαλλία χρησιµοποιήθηκε µε αφορµή το CPE ο όρος generation-kleenex για να παροµοιάσει το νέο εργαζόµενο που διατρέχει τον κίνδυνο να απολυθεί ανά πάσα στιγµή από έναν εργοδότη που δεν τον χρειάζεται πλέον, µε τα χαρτοµάντιλα µιας χρήσης! Βλ. µ.α. http://www.lexpress.fr/info/quotidien/actu.asp?id=2428 http://www.humanite.fr/journal/2006-03-27/2006-03-27-827094
154
6.7. ΚΑΜΕΡΕΣ ΣΤΟΥΣ ∆ΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ
Του Γεωργίου Σταµαδιάνου, τελειόφοιτου της Νοµικής Σχολής
Αθηνών.
Η χρήση καµερών εκ µέρους πολιτειακών φορέων για την
παρακολούθηση δηµόσιων χώρων µέσω συστηµάτων κλειστού
κυκλώµατος τηλεόρασης (c.c.tv) αποτελεί, βέβαια, για τη χώρα µας ένα
φαινόµενο σχετικά καινούργιο, αλλά για άλλα κράτη του σύγχρονου
δυτικού κόσµου συνιστά συνήθη πρακτική εδώ και αρκετά χρόνια.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγµα της Μεγ. Βρετανίας, όπου
σύµφωνα µε µετριοπαθείς υπολογισµούς είναι εγκατεστηµένες και έχουν
τεθεί σε λειτουργία 4,2 εκατοµµύρια κάµερες τέτοιου είδους, γεγονός
που σηµαίνει ότι ο µέσος Βρετανός καταγράφεται από αυτές περίπου 300
φορές την ηµέρα152. Η αρχική καθιέρωση του εν λόγω συστήµατος
παρακολούθησης προβλήθηκε ως απάντηση και µέτρο πρόληψης τόσο
των τροµοκρατικών ενεργειών του IRA όσο και του φαινοµένου του
χουλιγκανισµού, το οποίο τότε, στις αρχές δηλαδή της δεκαετίας του ’90,
είχε λάβει τροµακτικές διαστάσεις στη συγκεκριµένη χώρα.153 Έτσι, η
λειτουργία του δε συνάντησε αντιδράσεις από την κοινή γνώµη και µόλις
τα τελευταία χρόνια έχουν διαµορφωθεί ορισµένοι πόλοι αµφισβήτησης
της νοµιµότητας και αποτελεσµατικότητάς του. Η χρήση αντιστοίχων
συστηµάτων στις ΗΠΑ, αν και λιγότερο συνήθης, διευρύνεται διαρκώς
ιδίως µετά το τροµοκρατικό χτύπηµα της 11ης Σεπτεµβρίου 2001, αλλά
152 Βλ. news.in.gr, µε πληροφορίες από ΑΠΕ/Reuters, http://news.independent.co.uk/uk/ transport/article334686.ece και http://online.wsj.com/public/article/SB112077340647880052-cKyZgAb0T3asU4UDFVNPWrOAqCY_20060708.html 153 Βλ. http://news.bbc.co.uk/1/hi/uk/6110866.stm
155
εξακολουθεί να συναντά έντονες αντιδράσεις από µέρος της κοινής
γνώµης και µη κυβερνητικούς φορείς.154
Στη χώρα µας η χρήση του συστήµατος εγκαινιάστηκε το 2004
στην Αττική στο πλαίσιο των αναγκών ασφαλείας που δηµιουργούσε η
τέλεση των Ολυµπιακών και Παραολυµπιακών Αγώνων του 2004. Ο
προβληµατισµός της κοινής γνώµης, ωστόσο, σχετικά µε τη σκοπιµότητα
και τη νοµιµότητα της λειτουργίας του ανωτέρω συστήµατος ενόψει των
κινδύνων που αυτή ενέχει για θεµελιώδη έννοµα αγαθά του ατόµου
παραµένει σχεδόν τρία χρόνια µετά την εγκατάσταση του συστήµατος
και τη θέση του σε λειτουργία, ιδιαίτερα έντονος. Ο προβληµατισµός
αυτός καθώς και το αγωνιώδες ενδιαφέρον των πολιτών για τη
διασφάλιση και την προστασία των ατοµικών ελευθεριών έναντι των
ενδεχόµενων προσβολών από τη λειτουργία του συστήµατος,
αντικατοπτρίζονται τόσο στις σχετικές διεργασίες και αποφάσεις στο
πλαίσιο της λειτουργίας πολιτειακών οργάνων όσο και στο πλήθος των
σχετικών δηµοσιευµάτων στον εγχώριο τύπο, αλλά και στις διάφορες
εκδηλώσεις που συχνά λαµβάνουν χώρα µε πρωτοβουλία µη
κυβερνητικών κυρίως φορέων.
Παρότι σε άλλες χώρες του δυτικού κόσµου οι κάµερες
αξιοποιούνται µεταξύ άλλων και προς το σκοπό της πρόληψης και
καταστολής του εγκλήµατος, στη χώρα µας, τουλάχιστον βάσει των
αποφάσεων των αρµόδιων κρατικών αρχών155, αυτές λειτουργούν πλέον
µόνο χάριν εξυπηρέτησης και διευκόλυνσης της κυκλοφορίας. Το
γεγονός αυτό καταδεικνύει την έντονη δυσπιστία, που ευρέως επικρατεί,
ως προς µια τέτοιας έκτασης διεύρυνση των επιδιωκόµενων µέσω των
καµερών στόχων ενόψει ιδίως του κινδύνου προσβολής και περιορισµού
154 Βλ. ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.wired.com/news/privacy/0,1848,48664,00.html , http://www.epic.org/privacy/surveillance/, http://www.washingtonpost.com/ac2/wp-dyn/A25506-2002Nov7?language=printer, http://www.usatoday.com/news/opinion/2002-07-22-ncguest11_x.htm 155 Βλ. ενδεικτικά αποφάσεις υπ’ αριθµούς 63/2004 και 58/2005 της ΑΠ∆ΠΧ.
156
των δικαιωµάτων στην προσωπικότητα (άρθρο 5 παρ.1 του
Συντάγµατος), στο απαραβίαστο της κατοικίας (άρθρο 9 παρ. 1 εδ. α΄ του
Συντάγµατος), στη διασφάλιση των προσωπικών δεδοµένων (άρθρο 9Α
του Συντάγµατος), στο απόρρητο των επικοινωνιών (άρθρο 19 του
Συντάγµατος) καθώς και στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή (άρθρα 9
παρ. 1 εδ. β΄ του Συντάγµατος και 8 της ΕΣ∆Α )156.157 Εύλογα, άλλωστε,
η δυσπιστία της κοινής γνώµης εντείνεται περαιτέρω, δεδοµένου ότι η
αποτελεσµατικότητα της µεθόδου αυτής ως προς την πρόληψη και
καταστολή του εγκλήµατος αµφισβητείται έντονα ακόµη και από
πολιτειακούς φορείς των κρατών στα οποία αυτή χρησιµοποιείται.158
Μια επισκόπηση των αποφάσεων της αρµόδιας για το ζήτηµα
ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα,
που έχουν κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων χρόνων εκδοθεί,
κρίνεται σκόπιµη για την κατάδειξη της εξέλιξης του σχετικού
προβληµατισµού στον ελλαδικό χώρο καθώς και για την πληρέστερη
παρουσίαση των αντικρουόµενων θέσεων απέναντι στο ζήτηµα.
Συνολικά από τις 1.229 κάµερες που βρίσκονταν σε πλήρη
λειτουργία µέχρι το πρωί της 5ης Οκτωβρίου 2004 για τους Ολυµπιακούς
και τους Παραολυµπιακούς Αγώνες της Αθήνας159, οι 293 επιτηρούσαν
το οδικό δίκτυο της Αττικής σύµφωνα µε την υπ’ αριθµό 28/2004
απόφαση160 της Αρχής Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα
(στο εξής «ΑΠ∆ΠΧ»), η οποία επέτρεψε τη χρήση τους για το διάστηµα
156 ∆αγτόγλου Π. ∆., Συνταγµατικό ∆ίκαιο – Ατοµικά ∆ικαιώµατα, εκδ. Αντ.Ν. Σάκκουλα 1991 σελ. 317-358 και 1142-1150. 157 Σχετικές και οι διατάξεις των άρθρων 1 και 5 της Σύµβασης του Συµβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία Φυσικών Προσώπων σε σχέση µε την Αυτόµατη Επεξεργασία Προσωπικών ∆εδοµένων, άρθρων 7 και 8 του Χάρτη Θεµελιωδών ∆ικαιωµάτων της Ευρώπης, Οδηγία 95/46/ΕΚ, αρ. 4 και 5 ν. 2472/97 για την προστασία από την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα και αρ. 17 του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα. 158 Βλ. Home Office Research study 292, Martin Gill, Angela Spriggs, Assessing the impact of CCTV,
Φεβρουάριος 2005, η οποία εκπονήθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών της Μεγ. Βρετανίας (Home
Office). 159 ΣΙΛΑ ΑΛΕΞΙΟΥ - ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΡΑ∆ΕΛΗΣ , Παράνοµες οι κάµερες, ΤΑ ΝΕΑ , 03/06/2005. 160 Στην ιστοσελίδα της ΑΠ∆ΠΧ στη διεύθυνση http://www.dpa.gr/decs.htm
157
από 1/7/04 έως 4/10/04. Η εν λόγω απόφαση επέτρεψε την εγκατάσταση
και λειτουργία των καµερών επικαλούµενη την ανάγκη ασφαλούς και
επιτυχούς τέλεσης των Ολυµπιακών Αγώνων, δεδοµένου και του τότε
αναµενόµενου µεγάλου αριθµού επισκεπτών, θεωρώντας ότι η
εξυπηρέτηση των αναγκών της κυκλοφορίας καθώς και η εξασφάλιση
«της προστασίας των προσώπων» κατά τη διάρκεια των Ολυµπιακών και
Παραολυµπιακών Αγώνων 2004 αποτελούσαν προτεραιότητα υπό τους
όρους ότι δε θα γινόταν λήψη και καταγραφή εικόνων της εισόδου ή του
εσωτερικού των κατοικιών, δε θα ήταν δυνατή η λήψη και ακρόαση
συνοµιλιών περιοίκων και περαστικών κι ότι πριν να εισέλθει το άτοµο
στην εµβέλεια της βιντεοκάµερας θα ενηµερωνόταν µε τρόπο πρόσφορο
και σαφή ότι εισερχόταν σε χώρο ο οποίος τελούσε υπό βιντεοσκόπηση,
καθώς επίσης και για το σκοπό αυτής. Επιπρόσθετα, θα έπρεπε να
τηρούνται απαρεγκλίτως τα µέτρα ασφάλειας του συστήµατος
επεξεργασίας και αποθήκευσης των δεδοµένων, ενώ η διατήρηση των
δεδοµένων δεν θα υπερέβαινε το χρονικό διάστηµα επτά (7) ηµερών.
Ακολούθησε η απόφαση161 υπ’ αριθµό 63/2004 της ΑΠ∆ΠΧ, η
οποία χορήγησε παράταση στη λειτουργία του συστήµατος κλειστού
κυκλώµατος τηλεόρασης για χρονικό διάστηµα 6 µηνών, ήτοι από την
25/11/2004 έως την 24/5/2005, για τον σκοπό της διαχείρισης της
κυκλοφορίας θέτοντας µια σειρά από αυστηρές προϋποθέσεις162.
161 Στην ιστοσελίδα της ΑΠ∆ΠΧ στη διεύθυνση http://www.dpa.gr/decs.htm 162 Οι προϋποθέσεις ήταν οι εξής: οι κάµερες θα χρησιµοποιούνταν αποκλειστικά και µόνο για το σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας των οχηµάτων και µόνο εκείνες οι οποίες ήταν εγκατεστηµένες σε οδικούς άξονες µεγάλης κυκλοφορίας. Επίσης θα έπρεπε είτε να είναι σταθερές ή να επιτρέπεται η προβολή ορισµένων περιοχών µέσω καταλλήλων περιορισµών της οπτικής γωνίας, κλίσης και ζουµ καθώς και χωρίς παροχή δυνατότητας να διαπιστώνουν παραβατικές συµπεριφορές, άλλες από αυτές, που σχετίζονται µε την διαχείριση της κυκλοφορίας. Περαιτέρω απαγορευόταν να λαµβάνουν και να καταγράφουν ήχο ή της εισόδου ή του εσωτερικού των κατοικιών, να λειτουργούν σε δρόµους περιορισµένης κυκλοφορίας, πλατείες, πάρκα, πεζόδροµους, και χώρους συνάθροισης πολιτών (π.χ. εισόδους θεάτρων). Ως απαγορευµένη οριζόταν και η λειτουργία εκείνων των καµερών που ήταν εγκατεστηµένες σε διασταυρώσεις ή οδικούς άξονες όταν σε αυτούς είχε διακοπεί η κυκλοφορία των οχηµάτων, π.χ. κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων, διαδηλώσεων, κ.λπ. Τέλος, προέβλεπε ότι τα δεδοµένα θα τηρούνταν το πολύ για επτά ηµέρες, µετά την παρέλευση των οποίων θα έπρεπε να διαγράφονται.
158
Με τη λήξη της ανωτέρω άδειας λειτουργίας το Υπ. ∆ηµ. Τάξης
(στο εξής «Υ∆Τ») επανήλθε µε νέο αίτηµα για παράταση της λειτουργίας
του συστήµατος προς την Αρχή ζητώντας, παράλληλα, διεύρυνση του
σκοπού της επεξεργασίας δεδοµένων των καµερών πέραν της ρύθµισης
της κυκλοφορίας, ώστε να περιλάβει και την προστασία προσώπων και
αγαθών. Η ΑΠ∆ΠΧ µε την απόφαση163 58/2005 δέχθηκε το σκέλος του
αιτήµατος αναφορικά µε την εξυπηρέτηση των κυκλοφοριακών αναγκών
και επέτρεψε τη λειτουργία έως την 24/5/06 επαναλαµβάνοντας τους
όρους και προϋποθέσεις, που έτασσε η απόφαση 63/2004, απέρριψε όµως
το σκέλος εκείνο αναφορικά µε την προστασία προσώπων και αγαθών,
διότι από την εξέταση του φακέλου που προσήγαγε το Υ∆Τ δεν
µπορούσαν να συναχθούν στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η
αποτελεσµατικότητα της λειτουργίας κλειστών κυκλωµάτων τηλεόρασης
σε δηµόσιους χώρους σε σχέση µε την πρόληψη ή την καταστολή
πράξεων που βλάπτουν τη δηµόσια ασφάλεια. Ενδεικτική των παραπάνω
είναι η ειδική επιστηµονική µελέτη που εκπονήθηκε από το Υπουργείο
Εσωτερικών του Ηνωµένου Βασιλείου (Home Office) [Home Office
Research study 292, Martin Gill, Angela Spriggs, Assessing the impact of
CCTV, Φεβρουάριος 2005]164, τα αποτελέσµατα της οποίας είναι
ιδιαιτέρως αποθαρρυντικά για την αποτελεσµατικότητα των κλειστών
κυκλωµάτων τηλεόρασης σε σχέση µε την ασφάλεια των πολιτών.
Συγκεκριµένα, η µελέτη έδειξε ότι στις περισσότερες περιοχές όπου
υπήρχε εγκατεστηµένο ηλεκτρονικό σύστηµα παρακολούθησης, η
εγκληµατικότητα δεν µειώθηκε και ότι, όπου µειώθηκε, αυτό δεν είναι
βέβαιο ότι οφειλόταν στην παρουσία καµερών. Επιπλέον, στο σκεπτικό
της ανωτέρω απόφασης γίνεται επίκληση της απόφασης υπ’ αριθµόν
163 Στην ιστοσελίδα της ΑΠ∆ΠΧ στη διεύθυνση http://www.dpa.gr/decs.htm 164 Το πλήρες κείµενο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.homeoffice.gov.uk/rds/pdfs05/hors292.pdf
159
2765/2005 του ΜονΠρωτΠατρών165, η οποία δέχεται ότι «η λειτουργία
των επίµαχων καµερών συνιστά ανεπίτρεπτη προσβολή των
συνταγµατικά κατοχυρωµένων δικαιωµάτων της ελεύθερης ανάπτυξης
της προσωπικότητας του ατόµου (άρθρο 5 § 1 Σ), της ιδιωτικής ζωής
(άρθρο 9 Σ) και της προστασίας του ατόµου από τη συλλογή,
επεξεργασία και χρήση των προσωπικών του δεδοµένων (άρθρο 9Α Σ)».
Ακολούθησε στις 6.7.2006 η απόφαση υπ’ αριθµόν 39/2006166 της
ΑΠ∆ΠΧ, η οποία παρέτεινε µέχρι την 24.5.2007 και για τον σκοπό µόνο
της διαχείρισης της κυκλοφορίας τη λειτουργία του συστήµατος κλειστού
κυκλώµατος τηλεόρασης που αποτελείται από 293 µηχανήµατα λήψης
εικόνας και ήχου που λειτουργούν στο πλαίσιο του συστήµατος C4I167
και 49 µηχανήµατα που προϋπήρχαν της εγκατάστασης του συστήµατος
αυτού, επαναλαµβάνοντας τους όρους και προϋποθέσεις λειτουργίας που
είχε θέσει η απόφαση υπ’ αριθµόν 58/2005.
Παρά την ανωτέρω απόφαση της ΑΠ∆ΠΧ, αλλά και τις
διαβεβαιώσεις εκ µέρους του Υ∆Τ ότι τηρούνται οι όροι και οι
προϋποθέσεις για τη λειτουργία του συστήµατος, υπήρχαν στην
πραγµατικότητα κάµερες τοποθετηµένες σε σηµεία πέραν των κεντρικών
αξόνων οδικής κυκλοφορίας, οι οποίες είχαν τη δυνατότητα καταγραφής
ήχου και δεν είχαν εγκατεστηµένο λογισµικό απόκρυψης εικόνων κατά
παράβαση των όρων και προϋποθέσεων που είχε θέσει η υπ’ αριθµόν
58/2005 απόφαση της ΑΠ∆ΠΧ. ∆ιαπιστώνοντας τις προαναφερθείσες
παραβάσεις κατόπιν σχετικού ελέγχου που διενήργησε η ίδια η ΑΠ∆ΠΧ
165 Το πλήρες κείµενο της απόφασης στην ιστοσελίδα του ∆ΣΑ στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomologia/mppatr2765_05.htm, αλλά και τµήµατα του σκεπτικού αυτής παρατίθενται στο κείµενο της υπ’ αριθµό 58/2005 απόφασης της ΑΠ∆ΠΧ. 166 Στην ιστοσελίδα της ΑΠ∆ΠΧ στη διεύθυνση http://www.dpa.gr/decs.htm 167 C4 I ονοµάζεται ο συγκεκριµένος τύπος κλειστού κυκλώµατος τηλεόρασης (CCTV) που εγκαταστάθηκε στην Αττική ενόψει των Ολυµπιακών Αγώνων του 2004.
160
επέβαλε πρόστιµο στην Ελληνική Αστυνοµία (ΕΛ.ΑΣ.), υπεύθυνη
διαχείρισης του συστήµατος, µε την απόφαση168 υπ’ αριθµόν 57/2006.
Η υπόθεση είναι ακόµη εκκρεµής, διότι η ΕΛ.ΑΣ. προσέφυγε
ενώπιον του ΣτΕ ζητώντας την ακύρωση τόσο της επιβάλλουσας το
πρόστιµο απόφασης της ΑΠ∆ΠΧ όσο και των αποφάσεων της ίδιας
αρχής, µε τις οποίες επετράπη από το 2004 έως τις 24/5/2007 η παράταση
λειτουργίας των 293 καµερών (του συστήµατος C4I) και των 49 (που
προϋπήρχαν του συστήµατος αυτού) µόνο για διευκόλυνση και έλεγχο
της κυκλοφορίας των οχηµάτων. Η Ολοµέλεια του ΣτΕ επιφυλάχθηκε να
εκδώσει την απόφασή της επί των ανωτέρω αιτήσεων ακύρωσης της
ΕΛ.ΑΣ. Ωστόσο, η εισηγήτρια σύµβουλος Επικρατείας Ειρήνη Σαρπ
υποστήριξε ότι η ΕΛ.ΑΣ., σύµφωνα µε το νοµοθετικό πλαίσιο που
καθορίζει τις αρµοδιότητές της, µπορεί να χρησιµοποιεί τις κάµερες µόνο
για τη διαχείριση της κυκλοφορίας και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι οι
κάµερες δεν θα καταγράφουν δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα. Ακόµη,
εισηγήθηκε να καταργηθεί η δίκη ως προς το σκέλος που αφορά τις
αιτήσεις για την προηγούµενη παράταση λειτουργίας των καµερών πριν
την τελευταία, που έγινε στις 6/7/2006 και ίσχυσε µέχρι τις 24/5/2007 και
να απορριφθεί η αίτηση ακυρώσεως της ΕΛ.ΑΣ. Επιπλέον, πρότεινε να
απορριφθεί η αίτηση της ΕΛ.ΑΣ. που ζητάει να ακυρωθεί το πρόστιµο
των 3.000 ευρώ που της έχει επιβληθεί από την ΑΠ∆ΠΧ, µετά τη
διαπίστωση ότι λειτουργούσαν οι κάµερες που ήταν τοποθετηµένες σε
πλατείες και χώρους συγκεντρώσεων. 169
Κατά τη συζήτηση στο ΣτΕ ο νοµικός εκπρόσωπος του υπουργείου
∆ηµόσιας Τάξης συνέδεσε την αναγκαιότητα λειτουργίας των καµερών
µε την επίθεση στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα. Το γεγονός αυτό
σε συνδυασµό µε την επίσης πρόσφατη δήλωση του προέδρου της
168Στην ιστοσελίδα της ΑΠ∆ΠΧ στη διεύθυνση http://www.dpa.gr/decs.htm 169 Πηγή: news.in.gr, µε πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
161
ΑΠ∆ΠΧ, µε την οποία άφησε ανοιχτό το ενδεχόµενο να λειτουργήσουν
υπό προϋποθέσεις οι κάµερες στους δρόµους της Αθήνας για λόγους
ασφαλείας προσθέτοντας ωστόσο ότι «πρέπει να γίνει στάθµιση της
ασφάλειας και της προστασίας των προσωπικών δεδοµένων. ∆εν
σηµαίνει ότι κάτω από συνθήκες υπερβολικού φόβου, πρέπει να
καταργηθούν τα δικαιώµατα»170 προκαλούν εύλογη αγωνία για τις
µελλοντικές εξελίξεις επί του θέµατος. Η αγωνία αυτή εντείνεται αν
αναλογιστεί κανείς την κατάσταση που επικρατεί πλέον σε άλλες δυτικές
δηµοκρατίες, όπου µε πρόσχηµα την πάταξη της τροµοκρατίας τα κέντρα
εξουσίας κηρύσσουν τις κοινωνίες σε «κατάσταση έκτακτης ανάγκης»
και επιχειρούν τη µεταβολή τους σε κοινωνίες υπό διαρκή «επιτήρηση»
και αστυνόµευση. Άλλωστε, οι κάµερες τύπου CCTV είναι ένας µόνο
κρίκος στη µακρά αλυσίδα τεχνολογιών παρακολούθησης, που
εξαπλώνονται ταχύτατα τα τελευταία χρόνια και αγγίζουν κάθε πτυχή της
ζωής µας. Οι κινήσεις εντός και εκτός συνόρων, οι επικοινωνίες,
ηλεκτρονικές και µη, οι συναλλαγές, οι καταναλωτικές συνήθειες, η κάθε
είδους οικονοµική δραστηριότητα, αλλά και γενικότερα κάθε πτυχή της
δραστηριότητας του σηµερινού ανθρώπου καταγράφεται µερικώς ή
ολικώς µε εµφανή τη δυνατότητα για συνδυασµό όλων αυτών των
ξεχωριστών αρχείων πληροφοριών προς τον σκοπό της δηµιουργίας
ατοµικών προφίλ κάθε πολίτη.
Εξάλλου, και αν ακόµη δε γίνει δεκτή στη χώρα µας η διεύρυνση
του σκοπού χρήσης του συστήµατος CCTV, η υφιστάµενη λειτουργία
του στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης κυκλοφοριακών αναγκών
συνεπάγεται περιορισµούς µιας σειράς δικαιωµάτων και ελευθεριών του
πολίτη, οι οποίοι είναι αµφίβολο αν δικαιολογούνται υπό το πρίσµα της
θεµελιώδους για το δηµόσιο δίκαιο αρχής της αναλογικότητας. Η εν
170 Πηγή: Ιστοσελίδα τηλεοπτικού σταθµού ALPHA στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.alphatv.gr/index.asp?a_id=90&news_id=21163
162
λόγω αρχή αναλύεται στις επιµέρους αρχές της προσφορότητας, της
αναγκαιότητας και της αναλογικότητας stricto sensu. Σύµφωνα, λοιπόν,
µε την αρχή της αναγκαιότητας, η οποία είναι η κρίσιµη στην προκείµενη
περίπτωση, ένας περιορισµός δικαιώµατος, για να είναι δικαιολογηµένος,
πρέπει να µην είναι επαχθέστερος σε ένταση, έκταση ή διάρκεια από το
αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόµενου αποτελέσµατος µέτρο.171
Εν προκειµένω, ωστόσο, ύστερα από τρία σχεδόν χρόνια λειτουργίας του
συστήµατος δεν υπάρχει ούτε µία συγκοινωνιολογική µελέτη, από την
οποία να προκύπτει ότι η χρήση του συστήµατος είναι απολύτως
επιβεβληµένη ενόψει των αναγκών που εξυπηρετεί και ως εκ τούτου
σύµφωνη µε την ανωτέρω αρχή. Εξάλλου, θεωρούµε ότι η επίτευξη του
στόχου, που το σύστηµα CCTV υπηρετεί, θα ήταν εφικτή µε ευάριθµα
και λιγότερο περιοριστικά για τα ανθρώπινα δικαιώµατα µέσα172 και για
το λόγο αυτό προσδοκούµε ότι οι αρµόδιοι πολιτειακοί φορείς σύντοµα
θα λάβουν τις δέουσες αποφάσεις.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
∆αγτόγλου Π. ∆., Συνταγµατικό ∆ίκαιο – Ατοµικά ∆ικαιώµατα, Εκδόσεις
Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1991.
ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
Σίλα Αλεξίου – Στέλιος Βραδέλης, Παράνοµες οι κάµερες, ΤΑ ΝΕΑ,
03.06.2005.
171∆αγτόγλου Π. ∆., Συνταγµατικό ∆ίκαιο – Ατοµικά ∆ικαιώµατα, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1991, σελ. 308 επ. 172 όπως παραδείγµατος χάριν µε αρτιότερες συγκοινωνιακές υποδοµές
163
∆ΙΑ∆ΙΚΤΥΟ
http://www.alphatv.gr
http://news.bbc.co.uk/
http://www.dpa.gr
http://www.dsanet.gr
http://www.epic.org/
www.homeoffice.gov.uk
http://news.independent.co.uk/uk/
http://www.usatoday.com/news/
http://online.wsj.com/public/
http://www.washingtonpost.com/
http://www.wired.com/news/
164
6.8. ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΤΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΣΤΗΝ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΩΝ ΥΠΟΚΛΟΠΩΝ.
Του Ανδρέα Φούρκα, νοµικού.
Μία από τις θεµελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου, η προστασία
της ιδιωτικής ζωής και ειδικότερα το απόρρητο της επικοινωνίας,
αποτελεί αντικείµενο ολοένα και ευρύτερου αριθµού προσβολών. Η
έννοια του κράτους δικαίου συνεπάγεται αυτοδικαίως την προστασία των
πολιτών απέναντι σε οποιαδήποτε προσπάθεια παραβίασης των
ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Το κράτος δικαίου είναι υποχρεωµένο να
αποκαλύπτει και όχι να συγκαλύπτει τέτοια φαινόµενα. Με το σκάνδαλο
των υποκλοπών, που αποκαλύφθηκε το Φεβρουάριο του 2006, επλήγη
για µία ακόµη φορά κατάφωρα το απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου.
Οι υποκλοπές φαίνεται ότι οργανώθηκαν πριν από την περίοδο των
Ολυµπιακών Αγώνων, όταν η Αθήνα κατεκλύζετο από µυστικούς
πράκτορες, ειδικούς σε θέµατα τροµοκρατίας173, και η χώρα είχε τεθεί
υπό «πολυεθνική επιτήρηση» µε κατάλυση των διαδικασιών προστασίας
του απορρήτου των επικοινωνιών. Η επιχείρηση κατασκοπείας και
υποκλοπών προετοιµάσθηκε σε στάδια. Από τον Ιούνιο του 2004 άρχισε
η επιχείρηση ενεργοποίησης και ο συντονισµός των 14 «καρτοκινητών –
σκιών» και ακολούθησε η εµφύτευση του παράνοµου λογισµικού σε
τέσσερα συνολικά ψηφιακά κέντρα της Vodafone. Tο λογισµικό - κοριός
τοποθετήθηκε στις 10 Αυγούστου 2004,
Οι πρώτες αποκαλύψεις ήρθαν στο φως το Μάρτιο του 2005 ενώ η
υπόθεση των υποκλοπών δηµοσιοποιήθηκε πλήρως το Φεβρουάριο του
2006. Στη διερεύνηση της υπόθεσης ενεπλάκησαν η EΛ.AΣ., η E.Y.Π.
173 βλ. αναλυτικότερα: Aριστέα Mπουγάτσου, «∆εκατέσσερα ερωτήµατα που ζητούν απάντηση», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 5-2-2006 και Χρήστος Ζερβας, «2.500 νόµιµες υποκλοπές», ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 19-2-2006.
165
και η A.∆.A.E., η συνδροµή της οποίας υπήρξε καθοριστική.
Η Α.∆.Α.Ε. είναι ανεξάρτητη αρχή που συστάθηκε ύστερα από τη
συνταγµατική αναθεώρηση του 2001 και την αντίστοιχη προσθήκη της
παραγράφου 2 στο άρθρο 19 του Συντάγµατος, η οποία αναφέρει:
«Νόµος ορίζει τα σχετικά µε τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις
αρµοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της
παραγράφου 1». Σε εκτέλεση αυτής της διάταξης εκδόθηκε ο υπ’ αριθµόν
3115/2003 νόµος, ο οποίος ρυθµίζει τις αρµοδιότητες και το νοµικό
καθεστώς που διέπει την Αρχή ∆ιασφάλισης του Απορρήτου των
Επικοινωνιών (Α.∆.Α.Ε.). Σκοπός της είναι η προστασία του απορρήτου
των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας µε
οποιονδήποτε άλλο τρόπο174. Στην έννοια της προστασίας του απορρήτου
των επικοινωνιών περιλαµβάνεται και ο έλεγχος της τήρησης των όρων
και της διαδικασίας άρσης του απορρήτου175.
Πρόκειται για ανεξάρτητη αρχή, που απολαµβάνει διοικητικής
αυτοτέλειας και υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο. Κατά το άρθρο 2
του Ν.3115/2003 η Α.∆.Α.Ε. συγκροτείται από τον Πρόεδρο, τον
Αντιπρόεδρο και άλλα πέντε µέλη, ενώ η θητεία του Προέδρου και των
µελών της είναι τετραετής. Οι αρµοδιότητες της Α.∆.Α.Ε.
απαριθµούνται αναλυτικά στο άρθρο 6 του Ν.3115/2003, το οποίο
µεταξύ άλλων αναφέρει και τα εξής: «1. Η Α.∆.Α.Ε., για την εκπλήρωση
της αποστολής της, έχει τις ακόλουθες αρµοδιότητες:
α) ∆ιενεργεί, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν καταγγελίας, τακτικούς και
έκτακτους ελέγχους, σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισµό, αρχεία,
τράπεζες δεδοµένων και έγγραφο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών
(Ε.Y.Π.), άλλων δηµοσίων υπηρεσιών, οργανισµών, επιχειρήσεων του
ευρύτερου δηµόσιου τοµέα, καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων που
174 Άρθρo 1 §.1 εδ. α Ν.3115/2003. 175 Άρθρo 1 §.1 εδ. β Ν.3115/2003.
166
ασχολούνται µε ταχυδροµικές, τηλεπικοινωνιακές ή άλλες υπηρεσίες
σχετικές µε την ανταπόκριση και την επικοινωνία. Τον έλεγχο διενεργεί
µέλος ή µέλη της Α.∆.Α.Ε., συµµετέχει δε και υπάλληλός της, ειδικά προς
τούτο εντεταλµένος από τον πρόεδρό της για γραµµατειακή υποστήριξη της
διαδικασίας του ελέγχου. Κατά τον έλεγχο αρχείων που τηρούνται για
λόγους εθνικής ασφάλειας παρίσταται αυτοπροσώπως ο Πρόεδρος της
Α.∆.Α.Ε. (…)
δ) Προβαίνει στην κατάσχεση µέσων παραβίασης του απορρήτου, που
υποπίπτουν στην αντίληψή της κατά την ενάσκηση του έργου της και
ορίζεται µεσεγγυούχος αυτών µέχρι να αποφανθούν τα αρµόδια
δικαστήρια. Προβαίνει στην καταστροφή πληροφοριών ή στοιχείων ή
δεδοµένων, τα οποία αποκτήθηκαν µε παράνοµη παραβίαση του
απορρήτου των επικοινωνιών.
ε) Εξετάζει καταγγελίες σχετικά µε την προστασία των δικαιωµάτων των
αιτούντων, όταν θίγονται από τον τρόπο και τη διαδικασία άρσης του
απορρήτου (…)
ι) Γνωµοδοτεί και απευθύνει συστάσεις και υποδείξεις για τη λήψη µέτρων
διασφάλισης του απορρήτου των επικοινωνιών, καθώς και για τη
διαδικασία άρσης αυτού (…)
3. Η Α.∆.Α.Ε. µπορεί µε απόφασή της να συγκροτεί µόνιµες και έκτακτες
επιτροπές και οµάδες εργασίας για την εξέταση και έρευνα επί θεµάτων
ειδικού ενδιαφέροντος που σχετίζονται µε θέµατα των αρµοδιοτήτων της.
Στις επιτροπές και οµάδες εργασίας µπορούν να συµµετέχουν και πρόσωπα
που δεν αποτελούν µέλη ή προσωπικό της Α.∆.Α.Ε. Το έργο των επιτροπών
ή των οµάδων εργασίας κατευθύνεται από µέλη της Α.∆.Α.Ε. Οι εισηγήσεις
και οι γνωµοδοτήσεις των επιτροπών και οµάδων εργασίας υποβάλλονται
στα αρµόδια όργανα της Α.∆.Α.Ε., που αποφασίζουν για την τυχόν
δηµοσιοποίηση των πορισµάτων».
Η Α.∆.Α.Ε. έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει διοικητικές
167
κυρώσεις176. Κατά των εκτελεστών αποφάσεων της Α.∆.Α.Ε. µπορεί να
ασκηθεί αίτηση ακυρώσεως στο Συµβούλιο της Επικρατείας. Εξάλλου
στο Ν.3115/2003 προβλέπονται και ποινικές κυρώσεις177 σε περιπτώσεις
παράβασης του απορρήτου των επικοινωνιών, συµπληρωµατικές των
εγκληµάτων για την παραβίαση του απορρήτου των επιστολών και των
τηλεφωνηµάτων των άρθρων 370 και 370Α του Ποινικού Κώδικα.
Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο των υποκλοπών η Α.∆.Α.Ε. κλήθηκε
να διενεργήσει έλεγχο και ύστερα από τετράµηνη έρευνα εξέδωσε αρχικά
πόρισµα ογδόντα τριών σελίδων. Παρά την εκτίµησή της ότι η
∆ικαιοσύνη µπορούσε να καταλήξει σε φυσικούς και ηθικούς
αυτουργούς, η Α.∆.Α.Ε, σε ένα άκρως απόρρητο έγγραφό της, που δεν
επισυνάφθηκε στο αρχικό της πόρισµα και το οποίο βρέθηκε στα χέρια
του αρµόδιου ανακριτή, γνωστοποίησε τα πιο σηµαντικά ευρήµατα178.
Συγκεκριµένα, µνηµόνευσε τους 82 συνολικά ύποπτους αριθµούς
συνδροµητών του OTE και των τεσσάρων εταιρειών κινητής τηλεφωνίας
(Vodafone, Cosmote, TIM και Q-Telecom) που επικοινώνησαν µε τα
«καρτοκινητά – σκιές» αλλά και µεταξύ τους, εκ των οποίων δέκα
ενεφάνισαν ένα εξαιρετικά βεβαρηµένο ιστορικό διασύνδεσής τους µε το
επιτελείο των υποκλοπέων. Επίσης, επεσήµανε τα 33 ονόµατα των
176 Άρθρo 11 Ν.3115/2003, το οποίο αναφέρει: «Σε περίπτωση παραβάσεως της κείµενης νοµοθεσίας, σε σχέση µε το απόρρητο των επικοινωνιών ή τους όρους και τις διαδικασίες άρσης αυτού, η Α.∆.Α. Ε.
δύναται, µε ειδικά αιτιολογηµένη απόφασή της και ύστερα από προηγούµενη κλήση για παροχή
εξηγήσεων των ενδιαφεροµένων, να επιβάλει στο υπαίτιο νοµικό ή φυσικό πρόσωπο µία ή περισσότερες
από τις παρακάτω κυρώσεις:
α. σύσταση για συµµόρφωση σε συγκεκριµένη διάταξη της νοµοθεσίας µε προειδοποίηση επιβολής
κυρώσεων σε περίπτωση υποτροπής,
β. πρόστιµο από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ έως ένα εκατοµµύριο πεντακόσιες χιλιάδες
(1.500.000) ευρώ». 177 Άρθρο 10 Ν.3115/2003 § 1: «Όποιος παραβιάζει µε οποιονδήποτε τρόπο το απόρρητο των επικοινωνιών ή τους όρους και τη διαδικασία άρσης αυτού, τιµωρείται µε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον
ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) έως εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ,
εφόσον δεν προβλέπονται βαρύτερες ποινές από άλλες ισχύουσες διατάξεις. Σε περίπτωση που ο
παραβάτης της παρούσας διάταξης ανήκει στο προσωπικό υπηρεσίας, οργανισµού, νοµικού προσώπου ή
επιχείρησης των αναφερόµενων στην περ. α της παρ. 1 του άρθρου 6 του παρόντος, η επιβαλλόµενη
ποινή φυλάκισης είναι τουλάχιστον δύο (2) ετών και η χρηµατική ποινή τουλάχιστον τριάντα χιλιάδες
(30.000) ευρώ». 178 βλ. αναλυτικότερα: Aριστέα Mπουγάτσου, «Ακτινογραφία του µηχανισµού υποκλοπών. Το πόρισµα της Α∆ΑΕ αποκαλύπτει 10 ύποπτα τηλέφωνα που επικοινωνούσαν συστηµατικά µε τα καρτοκινητά-σκιές και µεταξύ τους», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 30-6-2006.
168
χρηστών - υπαλλήλων της Vodafone που είχαν δικαίωµα απευθείας
πρόσβασης στο λογισµικό της, αλλά και τους παραλήπτες του
υποσυστήµατος νόµιµων συνακροάσεων καθώς και τα ονόµατα ενός
υπαλλήλου της Vodafone και ενός της Ericsson που ενεπλάκησαν χωρίς
εξουσιοδότηση τον Φεβρουάριο του 2005 σε εφαρµογές λογισµικού στο
ψηφιακό κέντρο της Παιανίας179.
Η Α.∆.Α.Ε. κατηγόρησε τη Vodafone για τα παρακάτω οκτώ
παραπτώµατα180: 1) Παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών, µέσω
της εισαγωγής στο δίκτυό της παρείσακτου λογισµικού, µε την πιθανή
συνδροµή και δικών της ανθρώπων που µπορεί να είχαν ή όχι
εξουσιοδοτηµένη πρόσβαση στα ψηφιακά κέντρα, 2) Παραλείψεις στη
διασφάλιση του απορρήτου, 3) Έλλειψη επαρκών µέτρων ασφαλείας,
παρότι από τον ∆εκέµβριο του 2002 το ενδεχόµενο χρήσης του ειδικού
λογισµικού (lawful interception) ήταν γνωστή µετά την εγκατάσταση της
δυνατότητας «νόµιµων συνακροάσεων», 4) ∆υσχέρανση του έργου
έρευνας της Α.∆.Α.Ε., κατηγορία που επιβαρύνει περαιτέρω το
διοικητικό πρόστιµο και που περιγράφεται σε πολλά σηµεία του σχετικού
πορίσµατος, 5) Αυθαίρετη αποσύνδεση του παράνοµου λογισµικού των
υποκλοπών µε συνέπεια την απώλεια, κρίσιµων τεκµηρίων από τα οποία
θα µπορούσαν να εντοπιστούν εµπλεκόµενα φυσικά πρόσωπα, 6)
Αποσιώπηση των υποκλοπών από τους πελάτες της που η Vodafone
όφειλε να ενηµερώσει ότι έπεσαν θύµατα υποκλοπών, 7) Απόκρυψη των
υποκλοπών από την Α.∆.Α.Ε. για έναν περίπου χρόνο από την
αποκάλυψή τους και 8) Παράνοµη διαδικασία οργανωµένης
αρχειοθέτησης των παρακολουθούµενων δίχως την έκδοση εισαγγελικής
διάταξης.
179 βλ. αναλυτικότερα: Aριστέα Mπουγάτσου, ό.π. υποσηµείωση 6. 180 βλ. Aριστέα Mπουγάτσου, «Οκτώ κατηγορίες κατά Vodafone. Η Α∆ΑΕ καταλογίζει µεταξύ άλλων παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών και απόκρυψη στοιχείων», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 18-7-2006.
169
Η Vodafone κλήθηκε σε απολογία ενώπιον της Α.∆.Α.Ε. Προς
αντίκρουση της βασιµότητας των κατηγοριών που της αποδόθηκαν, η
Vodafone επικαλέστηκε νοµικές ασάφειες και τεχνικές αδυναµίες181.
Τελικά, η Α.∆.Α.Ε. επέβαλε στη Vodafone το ∆εκέµβριο του 2006
πρόστιµο συνολικού ύψους 76 εκατοµµυρίων ευρώ.
Ως προς την Ericsson, στις 30-1-2007 και εν συνεχεία στις 21-2-
2007 κλήθηκε να παραστεί ενώπιον της Ολοµέλειας της Α.∆.Α.Ε., η
οποία της προσήψε τρεις βασικές κατηγορίες182, αφενός για παραβίαση
του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών (παραβίαση του απορρήτου
εξαιτίας ενός περιστατικού ασφαλείας που αποκαλύφθηκε µετά τη
γνωστοποίηση των υποκλοπών και παραβίαση του απορρήτου µέσω της
παράνοµης εισαγωγής παρείσακτου λογισµικού) και αφετέρου για
δυσχέρανση του έργου της Α∆ΑΕ. Κατά τα άλλα, διεξάγεται έρευνα για
την όλη υπόθεση των υποκλοπών από ειδικό εφέτη ανακριτή ενώ 106
«πολίτες-θύµατα» των υποκλοπών έχουν προβεί σε νοµικές ενέργειες
κατά των δύο εταιρειών.
Κατά το ισχύον νοµοθετικό καθεστώς, το απόρρητο των
επικοινωνιών είναι απόλυτα απαραβίαστο, µε µοναδική εξαίρεση τον
περιορισµό που θέτει το Σύνταγµα στο άρθρο 19 §.1 εδ.β. («Νόµος ορίζει
τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσµεύεται από το
απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα
σοβαρών εγκληµάτων.»). Σε εκτέλεση της προαναφερθείσας
συνταγµατικής διάταξης, ο Ν. 2225/1994183 προβλέπει ειδική διαδικασία
181 Βλ. Χρήστος Ζερβας, «Η απολογία της Vodafone», ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 15-10-2006. 182 βλ. Aριστέα Mπουγάτσου, «‘’Κατηγορώ’’ Α∆ΑΕ κατά της Ericsson. Σε απολογία η εταιρεία για το θέµα των υποκλοπών», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 18-1-2007. 183 Αξίζει να αναφερθεί βέβαια και η άποψη ότι η συνταγµατική διάταξη του άρθρου 19 και ο Ν. 2225/1994 προστατεύουν το περιεχόµενο της επικοινωνίας, δηλαδή πληροφορίες που ανταλλάσσονται ή διαβιβάζονται µεταξύ ενός πεπερασµένου αριθµού µερών, και όχι τα λεγόµενα «εξωτερικά στοιχεία» της επικοινωνίας (λ.χ. στοιχεία καλούντων, αριθµοί τηλεφώνων) τα οποία τυγχάνουν προστασίας ως δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα µε βάση το νοµοθετικό πλαίσιο του Ν. 2472/1997 και Ν. 2774/1999. Συνεπώς, αρµόδια να κρίνει γι’ αυτά τα ζητήµατα είναι η Αρχή Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού
170
άρσης του απορρήτου για εγκλήµατα που απαριθµούνται περιοριστικά
στον ως άνω νόµο, ύστερα από βούλευµα του Συµβουλίου
Πληµµελειοδικών ή Εφετών και κατόπιν αιτήσεως του αρµοδίου
εισαγγελέα184. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να πρόκειται για λόγους
εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκληµάτων185.
Το χρονικό διάστηµα της άρσης του απορρήτου δεν δύναται να
υπερβαίνει τους δύο µήνες, µπορεί ωστόσο να παραταθεί εάν υφίστανται
οι λόγοι επιβολής της µε την ίδια διαδικασία έως και 10 µήνες συνολικά
186.
Το πρόσφατο σκάνδαλο των υποκλοπών διαφοροποιείται από όλες
τις περιπτώσεις παραβίασης του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών που
στο παρελθόν είχαν απασχολήσει τα ελληνικά δικαστήρια. Έως τώρα, τα
ελληνικά δικαστήρια έχουν έρθει αντιµέτωπα µε τηλεφωνικές υποκλοπές
που έχουν χρησιµοποιηθεί παρανόµως ως αποδεικτικά µέσα στην ποινική
διαδικασία. Τέτοια αποδεικτικά µέσα, κατά το άρθρο 177 Κ.Π.∆. §.2, δεν
µπορούν να ληφθούν υπ’ όψιν για την κήρυξη της ενοχής ή την επιβολή
ποινής, εκτός αν έχει προηγηθεί ειδικά αιτιολογηµένη απόφαση του
δικαστηρίου σε περιπτώσεις κακουργηµάτων που απειλούνται µε ποινή
ισόβιας κάθειρξης. Επιπροσθέτως, στο άρθρο 370Α Π.Κ. προβλέπεται ο
ποινικός κολασµός της χρήσης πληροφοριών που αποκτήθηκαν µε
παρέµβαση σε τηλεφωνική σύνδεση ή µε µαγνητοφώνηση τηλεφωνικής
συνδιάλεξης, εκτός αν έγινε ενώπιον δικαστηρίου για τη διαφύλαξη
δικαιολογηµένου συµφέροντος που δεν µπορούσε να διαφυλαχθεί
διαφορετικά187. Κατά την ερµηνεία που αποδίδεται από τη θεωρία188 στην
Χαρακτήρα και όχι η Αρχή ∆ιασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, βλ. αναλυτικότερα Αναφ.Eις.ΠρωτΘεσ. της 19.3.2005, Ποιν.∆/νη 2005, 850. 184 Περαιτέρω προϋπόθεση είναι η διαπίστωση του δικαστικού συµβουλίου ότι η διερεύνηση της υπόθεσης ή η εξακρίβωση του τόπου διαµονής του κατηγορουµένου είναι αδύνατη ή δυσχερής χωρίς την άρση του απορρήτου. 185 Άρθρα 3 και 4 Ν.2225/1994. 186 Βλ. ∆ιατΕισΠληµΠειρ 6/2002, Ποιν.∆ικ. 2002, 390. 187 Βλ. και ΑΠ 2383/2003, Ποιν.∆/νη 2004, 389. 188 Βλ. Νικ. Ανδρουλάκης, Θεµελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, σελ. 179-183.
171
προβλεπόµενη από το Κ.Π.∆. 177 §.2 αρχή της ηθικής αποδείξεως, η
παράνοµη απόκτηση αποδεικτικού υλικού δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη
και την απαγόρευση αποδεικτικής αξιοποίησής του, εκτός αν η εν λόγω
αξιοποίηση συνεπάγεται διατήρηση της προηγηθείσας προσβολής - ή
νέα προσβολή - κατά εννόµου αγαθού. Το τελευταίο συµβαίνει και στην
περίπτωση που ληφθεί υπ’ όψιν από το δικαστήριο µία υφαρπαγείσα
συνοµιλία του κατηγορουµένου ύστερα από άρση του απορρήτου των
τηλεπικοινωνιών189. Κατά τη νοµολογία190, στοιχειοθετείται παραβίαση
όταν η πρόσβαση στο περιεχόµενο της επικοινωνίας γίνεται εναντίον της
θελήσεως και των δύο προσώπων µεταξύ των οποίων διεξάγεται η
συνοµιλία και όχι όταν το γνωρίζουν και υπάρχει συγκατάθεσή τους.
Οµοίως, διεθνή και ευρωπαϊκά νοµοθετικά κείµενα µόνο κατ’
εξαίρεση επιτρέπουν αποκλίσεις από την προστασία της επικοινωνίας. Το
άρθρο 8 §.2 της ΕΣ∆Α επιτρέπει νοµοθετικό περιορισµό του εν λόγω
δικαιώµατος µόνο όταν αποτελεί µέτρο «αναγκαίο για την εθνική
ασφάλεια, τη δηµόσια ασφάλεια, την οικονοµική ευηµερία της χώρας, την
προάσπιση της τάξεως και την πρόληψη ποινικών παραβάσεων, την
προστασία της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασία των δικαιωµάτων και
ελευθεριών άλλων». Ερµηνεύοντας αυτή τη διάταξη το Ε∆∆Α έκρινε ότι
οι εξαιρέσεις πρέπει να οριοθετούνται µε σαφήνεια και
«προβλεψιµότητα»191 και ότι επεµβάσεις επιτρέπονται µέσα σε αυστηρά
πλαίσια και υπό την επιτήρηση ανεξάρτητου και αδιάβλητου οργάνου192.
Οι πιο πρόσφατες οδηγίες 2002/58 και 2006/24 του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου θέτουν λιγότερο αυστηρές προϋποθέσεις για τη
διατήρηση δεδοµένων που αφορούν το περιεχόµενο των
189 Κατ’ εξαίρεση, για την πάταξη των οργανωµένων εγκληµατικών οργανώσεων (Π.Κ. 187: Σύσταση και συµµορία) στο Κ.Π.∆. 253Α §.1 γ΄ προβλέπει την άρση του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 4 και 5 του Ν. 2225/1994. Βλ. αναλυτικότερα Θεοχάρη Ι. ∆αλακούρα, «Οι ειδικές ανακριτικές πράξεις του άρθρ. 6 του Ν. 2928/2001», Ποιν.Χρ.2001, 1022-1029. 190 Εισαγγελία Α.Π. 336/1996, Ποιν.Χρ.1996, 429 και Α.Π. 1411/2003, Ποιν.Λογ.2003,1561. 191 Υπόθεση Kruslin και Huvig κατά Γαλλίας, 24-4-1990. 192 Υπόθεση Klass κατά Γερµανίας, 6-9-1978.
172
τηλεπικοινωνιών.
Η πραγµατική κατάσταση εντούτοις, προκαλεί απογοήτευση. Η
τάση παραβίασης της προσωπικής ζωής µέσω νοµοθετικών
παρεµβάσεων, από νόµιµα εκλεγµένες κυβερνήσεις δηµοκρατικών
χωρών, είναι πλέον παγκόσµια. Χαρακτηριστικό παράδειγµα στη χώρα
µας αλλά και στην Κύπρο είναι οι κάµερες φωτοεπισήµανσης για τους
οδηγούς που παραβιάζουν τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας193.
Αντίστοιχο παράδειγµα και από την Ιταλία, όπου πριν λίγους µήνες
συνελήφθησαν είκοσι άτοµα- µεταξύ των οποίων κι ένα πρώην στέλεχος
της Τelecom Italia καθώς και κρατικοί αξιωµατούχοι, περιλαµβανοµένων
και αξιωµατικών της αστυνοµίας και των διωκτικών αρχών ευρύτερα-
επειδή θεωρήθηκαν ύποπτοι για συµµετοχή σε κύκλωµα τηλεφωνικών
υποκλοπών194. Στην Ιρλανδία ψηφίζονται νέοι νόµοι για µαζική
παρακολούθηση των πολιτών. Κατά παραδειγµατικό τρόπο η Digital
Rights Ireland (µια ιρλανδική οµάδα για την προστασία των ανθρωπίνων
δικαιωµάτων) προσέφυγε στο Ανώτατο ∆ικαστήριο της χώρας.
Η πλέον γνωστή παγκόσµια κατασκοπευτική υπηρεσία είναι η
National Security Agency στις Η.Π.Α., η οποία παρακολουθεί τις
τηλεφωνικές συνοµιλίες και τα e-mails εκατοµµυρίων Αµερικανών
πολιτών αλλά και ξένων διπλωµατών και πολιτών σε κάθε σηµείο του
πλανήτη, µε σκοπό την πάταξη της τροµοκρατίας195. Ωστόσο, ο νόµος
FISA του 1978 προβλέπει ότι για τις παρακολουθήσεις εντός των Η.Π.Α.
απαιτείται ένταλµα. Το οµοσπονδιακό δικαστήριο των Η.Π.Α. διέταξε
193 Συγκεκριµένα στην Ελλάδα, µε τις υπ’ αριθµούς 28/2004, 63/2004 και 58/2005 αποφάσεις της Αρχής Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα, επετράπη υπό όρους η τοποθέτηση καµερών σε κεντρικούς οδικούς άξονες της Αττικής µε σκοπό την ασφαλή τέλεση των Ολυµπιακών και Παραολυµπιακών Αγώνων, αρχικά, αλλά και για την εξυπηρέτηση κυκλοφοριακών αναγκών. Πρόσφατα διαπιστώθηκαν παραβάσεις των προϋποθέσεων που είχε θέσει η υπ’ αριθµόν 58/2005 απόφαση της ΑΠ∆ΠΧ και µε τη νεότερη υπ’ αιρθµόν 57/2006 απόφαση της ΑΠ∆ΠΧ επεβλήθη πρόστιµο κατά του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης. Βλ. αναλυτικότερα: http://www.dpa.gr/decs.htm. 194 Βλ. «∆ικαστική έρευνα για το µεγάλο σκάνδαλο της Τέλεκοµ Ιτάλια. Υποκλοπές: Πρόντο, λέει ο Πρόντι!», ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 22-9-2006. 195 βλ. αναλυτικότερα «Nέο σκάνδαλο παρακολουθήσεων στην Oυάσιγκτον», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 12-5-2006 και «Στο Λόρελ του Μέριλαντ η έδρα της πανίσχυρης NSA», ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 5-5-2006.
173
την άµεση διακοπή των υποκλοπών κρίνοντάς την αντισυνταγµατική.
Η κοινοτική και εθνική πολυνοµία καταλήγει πολλές φορές σε
ανοµία. Κανένας νόµος δεν µπορεί να είναι πλήρως αποτελεσµατικός
όταν παρατηρούνται ανεπάρκειες του κρατικού µηχανισµού. Οι νέες
τεχνολογίες και η παγκοσµιοποίηση των αγορών φέρνουν τις αρχές σε
ένα αδιέξοδο καθώς δεν έχουν τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης. Η
τεχνολογία, σήµερα, κινείται µε τέτοιους ρυθµούς ώστε κατ’ αποτέλεσµα
βρίσκεται πάντα ένα βήµα µπροστά από τους νόµους που θέτει η
πολιτεία. Ως αποτέλεσµα, η πολιτεία προβαίνει σε µία ακατάπαυστη
ψήφιση νόµων προς αποφυγή νοµοθετικών κενών, θεωρώντας πως αυτό
αποτελεί το πραγµατικό πρόβληµα.
Σε κάθε περίπτωση, επίκεντρο του νοµοθέτη πρέπει να είναι τα
ατοµικά δικαιώµατα όλων των πολιτών. Η πάταξη της τροµοκρατίας- και
κατ’ επέκταση η δηµιουργία αισθήµατος ασφάλειας στους πολίτες- δεν
µπορεί σε καµµία περίπτωση να αποτελέσει νοµιµοποιητική βάση για την
όποια κατάλυση των ανθρωπίνων δικαιωµάτων που µετά από αγώνες
αιώνων κατοχυρώθηκαν από τα σύγχρονα Συντάγµατα196. Οι θεµελιώδεις
δηµοκρατικές αρχές του κράτους δικαίου διακηρύσσουν πως η
προστασία των θεµελιωδών ελευθεριών είναι εκείνη που εµπνέει το
αίσθηµα ασφάλειας στους πολίτες, σε αντίθεση µε πιο συντηρητικές-
απολυταρχικές προσεγγίσεις που θέτουν ως αναγκαία συνθήκη για την
ελευθερία, την εµπέδωση της ασφάλειας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ - ΠΗΓΕΣ:
∆ΑΓΤΟΓΛΟΥ Π.∆., Ατοµικά ∆ικαιώµατα, Α’ Τόµος, εκδ. ΑΝΤ. Ν.
ΣΑΚΚΟΥΛΑ, Αθήνα – Κοµοτηνή, 1991.
196 Βλ. Κωστής Χατζηδάκης, «Η ασφάλεια κόρη της ελευθερίας», ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 19-2-2006.
174
ΡΟΥΚΟΥΝΑΣ Εµµ., ∆ιεθνής Προστασία Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων,
Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 1995.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ Α., «Υπέρ του αξιοποίνου των υποκλοπών»,
Ποινικός Λόγος, 1/2002, σελ. 383 επ.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ Α., «Το αξιόποινο των υποκλοπών και η
δικονοµική µεταχείριση του προϊόντος τους», Νοµικό Βήµα, 2002, σελ.
69 επ.
ΧΡΥΣΟΓΟΝΟΣ Κ., «Ατοµικά και Κοινωνικά ∆ικαιώµατα», Εκδόσεις
ΑΝΤ. Ν. ΣΑΚΚΟΥΛΑ, Αθήνα –Κοµοτηνή, 2002.
Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΗΝ
ΕΥΡΩΠΗ µε βάση τη νοµολογία του ∆ικαστηρίου του Στρασβούργου,
∆ικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, Αθήνα, 2006.
www.enet.gr
www.in.gr
www.kathimerini.gr
www.lawnet.gr
175
7. Νοµολογία
7.1. Περίληψη απόφασης της 24. 5. 2007 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Ζελίλοφ
εναντίον Ελλάδος.
Της Ισαβέλλας Μ.Γ. Βασιλογεώργη, φοιτήτριας της Νοµικής Σχολής
Αθηνών.
Ι. Τα πραγµατικά περιστατικά
Το ∆εκέµβριο του 2001, κατά τη διάρκεια ελέγχου εξακρίβωσης
στοιχείων από αστυνοµικούς σε επιβαίνοντες οχήµατος στην περιοχή της
Άνω Τούµπας Θεσσαλονίκης, ο προσφεύγων, Ρωσοπόντιος στην
καταγωγή, ο οποίος διατηρούσε φιλικές σχέσεις µε τους τελούντες υπό
έλεγχο, πλησίασε τους αστυνοµικούς προκειµένου να ενηµερωθεί περί
της καταστάσεως. Κατόπιν της απαίτησης των αστυνοµικών να
παρουσιάσει την αστυνοµική του ταυτότητα, την οποία ωστόσο δεν
έφερε µαζί του, ο προσφεύγων δέχτηκε σπρωξίµατα και χτυπήµατα από
τους αστυνοµικούς, µε αποτέλεσµα να τραυµατιστεί. Οι τελούντες υπό
έλεγχο, καθώς και οι θαµώνες παρακείµενου αναψυκτηρίου, επίσης
γνωστοί των τελευταίων, προσπάθησαν να σταµατήσουν την αστυνοµική
βία και να βοηθήσουν τον προσφεύγοντα να αποµακρυνθεί από το
σηµείο, µε αποτέλεσµα ένας εκ των αστυνοµικών να προχωρήσει σε
προειδοποιητικούς πυροβολισµούς στον αέρα. Στη συνέχεια, τόσο ο
προσφεύγων, όσο και οι τελούντες υπό έλεγχο µετεφέρθησαν στο Α.Τ.
Τούµπας, για εξακρίβωση στοιχείων, όπου σύµφωνα µε καταγγελία του
προσφεύγοντος, υπέστησαν περαιτέρω βίαιη συµπεριφορά, ενώ κατά τη
µεταγωγή τους οι αστυνοµικοί φέρονται να τους εξύβρισαν,
176
χρησιµοποιώντας ιδιαιτέρως σκληρές εκφράσεις, ορισµένες εκ των
οποίων ρατσιστικού περιεχοµένου. Εν συνεχεία, τόσο ο προσφεύγων όσο
και οι αστυνοµικοί µετεφέρθησαν σε νοσοκοµείο, όπου διαπιστώθηκαν
οι τραυµατισµοί τους και δέχτηκαν την ανάλογη θεραπεία: ο
προσφεύγων νοσηλεύτηκε για χρονικό διάστηµα 5 ηµερών, ενώ οι
αστυνοµικοί πήραν εξιτήριο την εποµένη της εισαγωγής τους. Τον
Ιανουάριο του 2002, ο προσφεύγων, κατόπιν εισαγγελικής εντολής
εξετάστηκε από ιατροδικαστή, ο οποίος επίσης διαπίστωσε σοβαρούς
τραυµατισµούς197.
Από τη Γενική Αστυνοµική ∆ιεύθυνση Θεσσαλονίκης διατάχθηκε Ε∆Ε,
η οποία κατέληξε ότι οι αστυνοµικοί ορθώς έδρασαν κατά τον τρόπο που
έδρασαν, καθώς ήταν αντιµέτωποι µε έναν όχλο περί των 15 ατόµων, ενώ
δέχονταν απρόκλητα επίθεση. Το πόρισµα της Ε∆Ε έκανε ιδιαίτερη µνεία
για την ανάγκη των αστυνοµικών να δράσουν κατά τέτοιον τρόπο, ώστε
αφενός να προστατεύσουν τη σωµατική τους ακεραιότητα, αφετέρου να
εµποδίσουν τυχόν αρπαγή των υπηρεσιακών τους όπλων από τον
εξαγριωµένο όχλο. Παράλληλα, απέρριψε όλους τους ισχυρισµούς των
συλληφθέντων ως ψευδείς ή ως στοχεύοντες στη δηµιουργία
ελαφρυντικών, προς διευκόλυνση της υπεράσπισής τους.
Κατά του προσφεύγοντος ασκήθηκαν ποινικές διώξεις για αντίσταση
κατά της αρχής, παρεµπόδιση σύλληψης και για πρόκληση σωµατικής
βλάβης. Ο ανακριτής όρισε εγγύηση ύψους 587ευρώ, ενώ πρωτόδικα ο
προσφεύγων καταδικάστηκε σε 14 µήνες φυλάκιση198. Ο προσφεύγων
άσκησε µήνυση εναντίον των αστυνοµικών ενώπιον του Εισαγγελέως
Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, για την φερόµενη βάναυση συµπεριφορά
197 Όπως ακριβώς δηλαδή είχε διαπιστώσει και το ιατρικό προσωπικό του νοσοκοµείου όπου νοσηλεύτηκε αρχικά ο προσφεύγων. 198 Η ποινική διαδικασία είναι ακόµη εκκρεµής ενώπιον των δικαστηρίων.
177
κατά τη διάρκεια της σύλληψης και παραµονής του στο Α.Τ Τούµπας199.
Η µήνυση απορρίφθηκε ως νόµω αβάσιµη200, ενώ δεν έγιναν περαιτέρω
εξετάσεις µαρτύρων. Ο προσφεύγων άσκησε έφεση, η οποία
απορρίφθηκε ως απαράδεκτη. Νέα έφεση του προσφεύγοντος τον
Νοέµβριο 2002 απορρίφθηκε ως νόµω αβάσιµη201.
ΙΙ. Οι ισχυρισµοί των διαδίκων και το σκεπτικό του ∆ικαστηρίου.
Ο προσφεύγων υποστήριξε πως κατά τη διάρκεια της συµπλοκής του µε
τους αστυνοµικούς, οπότε και έλαβαν χώρα οι προειδοποιητικοί
πυροβολισµοί προκλήθηκε θανάσιµος κίνδυνος για τη ζωή του. Επιπλέον
υποστήριξε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 ΕΣ∆Α, εξαιτίας της
βίαιης και εξευτελιστικής συµπεριφοράς των αστυνοµικών σε βάρος του,
σε συνδυασµό µε το άρθρο 13 ΕΣ∆Α. Περαιτέρω, υποστήριξε την
ύπαρξη παραβίασης του άρθρου 6 ΕΣ∆Α περί δίκαιης δίκης και του
άρθρου 14 ΕΣ∆Α περί συµπεριφοράς διακριτικής βάσει καταγωγής. Η
Κυβέρνηση απάντησε πως όλοι οι ισχυρισµοί του προσφεύγοντος είναι
αβάσιµοι. Το ∆ικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισµό περί παραβίασης του
άρθρου 2, καθώς θεώρησε ότι δεν υπήρξε θανάσιµος κίνδυνος για τον
προσφεύγοντα από τις προειδοποιητικές βολές του αστυνοµικού.
∆έχτηκε τον ισχυρισµό για το άρθρο 3, αναγνωρίζοντας ότι η
συµπεριφορά των αστυνοµικών οργάνων δεν ήταν η δέουσα, παρά το
γεγονός ότι αναγνώρισε την δύσκολη κατάσταση στην οποία αιφνιδίως
βρέθηκαν. Έκρινε ωστόσο ότι η συµπεριφορά αυτή έλαβε χώρα µόνο
κατά τη διαδικασία ελέγχου στοιχείων και σύλληψης του προσφεύγοντος
199 Επιπλέον, στη µηνυτήριο αναφορά του ο προσφεύγων υποστήριξε ότι, ενώ ο αντίδικός του αστυνοµικός µπόρεσε να προσκοµίσει στον ανακριτή το ποινικό του µητρώο, προκειµένου να δηµιουργήσει δυσµενείς εντυπώσεις σε βάρος του, στον ίδιο δεν δόθηκε η ίδια δυνατότητα κατά του αντιδίκου του, καθώς η ΓΑ∆Θ αρνήθηκε να του παραχωρήσει αντίγραφο ποινικού µητρώου του αντιδίκου αστυνοµικού, το οποίο χαρακτηρίστηκε απόρρητο. 200 Απόφ. 30/2002 201 Απόφ. 246/2002, η οποία επιβεβαιώνει την 30/2002.
178
και των γνωστών του, όχι όµως και κατά την παραµονή των τελευταίων
στο Α.Τ Τούµπας, καθώς οι αντικρουόµενες µαρτυρίες επ’ αυτού δεν
οδήγησαν στην εξαγωγή ασφαλούς συµπεράσµατος. Παράλληλα, το
∆ικαστήριο αναγνώρισε, ότι µε δεδοµένο τον τρόπο διεξαγωγής της
έρευνας (πειθαρχικής και δικαστικής) περί το περιστατικό, η υπόθεση
του δεν έχαιρε αποτελεσµατικής έρευνας, γεγονός που συνιστά
παραβίαση του διαδικαστικού σκέλους του άρθρου 3. Λαµβάνοντας υπ’
όψιν τα αποφασισθέντα για το άρθρο 3, το ∆ικαστήριο έκρινε ότι δεν
χρειάζεται ξεχωριστή εξέταση του ισχυρισµού περί παραβίασης του
άρθρου 13. Ως προς τον ισχυρισµό σχετικά µε το άρθρο 6, δεδοµένης της
µη τελεσιδικίας της υπόθεσης ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, το
∆ικαστήριο κρίνει αυτόν απαράδεκτο. Τέλος, σχετικά µε την υπό του
προσφεύγοντος προβαλλόµενη παραβίαση του άρθρου 14, το ∆ικαστήριο
έκρινε ότι η συµπεριφορά των αστυνοµικών, καίτοι χρήζουσα σοβαρής
κριτικής, δεν υποκινήθηκε από ρατσιστικές διαθέσεις και συνεπώς δεν
υπήρξε παραβίαση του άρθρου 14.
ΙΙΙ. Η απόφαση του ∆ικαστηρίου.
Το ∆ικαστήριο, κατόπιν όλων των ανωτέρω, έκρινε οµόφωνα202 τα
κάτωθι: ότι πρέπει να γίνει αποδεκτή η προσφυγή του Ζελίλοφ ως προς
την παραβίαση των άρθρων 3 και 13 ΕΣ∆Α. Ότι υπήρξε πράγµατι
παραβίαση του άρθρου 3, τόσο εξαιτίας της βίαιης συµπεριφοράς των
202 Σε αυτό το σηµείο πρέπει να παρουσιαστεί η εν µέρει διαφορετική άποψη του ∆ικαστή κ. Λουκαΐδη, την οποία συµµερίστηκε και ο ∆ικαστής κ. Malinverni. Συγκεκριµένα, ο κ. Λουκαΐδης διαφωνεί µε την άποψη των υπολοίπων µελών του ∆ικαστηρίου ότι, εξαιτίας αντικρουόµενων απόψεων δεν µπορεί να συναχθεί ασφαλές συµπέρασµα ως προς το αν ο προσφεύγων υπέστη βία και κατά την παραµονή του στο Α.Τ Τούµπας. Τόσο τα στοιχεία του νοσοκοµείου, όσο και η ιατροδικαστική έκθεση δεν µπορούν να προσδιορίσουν µε ακρίβεια το χρόνο των κακώσεών του, ενώ η σφοδρότητά τους προκαλεί βάσιµες υπόνοιες ότι κάποιες από αυτές θα εδύναντο να προκληθούν και τότε. Ο ∆ικαστής πιστεύει ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, το ∆ικαστήριο οφείλει να αναζητεί την αλήθεια πέρα από τα στοιχεία της αστυνοµίας ή τις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων και θεωρεί ότι οι ισχυρισµοί του προσφεύγοντος περί κακοµεταχείρισης του στο Α.Τ. είναι βάσιµοι και ότι πράγµατι υπήρξε µια τέτοιου είδους κακοµεταχείριση.
179
αστυνοµικών εναντίον του προσφεύγοντος, όσο και εξαιτίας της
ανεπαρκούς και αναποτελεσµατικής έρευνας (πειθαρχικής και
δικαστικής) για την εν λόγω υπόθεση. Κρίνει περαιτέρω ότι δεν
χρειάζεται ξεχωριστή εξέταση των περιστατικών σχετικά µε τυχόν
παραβίαση του άρθρου 13. Καταδικάζει το καθ’ ου η προσφυγή Κράτος
στην καταβολή χρηµατικού προστίµου ύψους 19.900 ευρώ203 πλέον
τυχόν φόρων, καταβλητέων εντός τριµήνου, ενώ ορίζει τον τόκο
υπερηµερίας σε ύψος αντίστοιχο του περιθωρίου δανεισµού της ΕΚΤ,
προσαυξηµένο κατά 3 ποσοστιαίες µονάδες επί τοις εκατό. Τέλος,
απορρίπτει τα υπόλοιπα αιτήµατα του προσφεύγοντος για δίκαιη
αποζηµίωση.
203 Έξοδα νοσηλείας, ηθική βλάβη, και δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος.
180
7.2. Περίληψη απόφασης της 02. 11. 06 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Παύλου
Σερίφη κατά της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας.
Της Ευγενίας Λαδά, φοιτήτριας της Νοµικής Σχολής Αθηνών.
Στοιχεία και βάση της προσφυγής: Ο Παύλος Σερίφης, επικαλούµενος το
δικαίωµα που του αναγνωρίζεται στο άρθρο 34 της Ευρωπαϊκής
Σύµβασης των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου, άσκησε την ατοµική
προσφυγή υπ’ αριθµό 27695/03 (στις 28 Αυγούστου 2003) κατά της
Ελληνικής ∆ηµοκρατίας. Ο προσφεύγων επικαλέστηκε παραβίαση των
άρθρων 3 και 5 παράγραφος 4 της ΕΣ∆Α, ισχυριζόµενος, πρώτον, ότι οι
ελληνικές αρχές δεν σεβάστηκαν τα προβλήµατα υγείας που
αντιµετώπιζε κατά την διάρκεια της προφυλακίσεως και φυλακίσεώς του
µε την κατηγορία της συµµετοχής στην τροµοκρατική οργάνωση µε την
ονοµασία «17Ν» και, δεύτερον, ότι απέρριψαν την αίτησή του για
αποφυλάκιση λόγω παράνοµης κράτησης.
Πραγµατικά περιστατικά: Στις 24/07/02 ο προσφεύγων συλλαµβάνεται
από την Ελληνική Αστυνοµία µε την κατηγορία της συµµετοχής σε
τροµοκρατική οργάνωση, και συγκεκριµένα για συµµετοχή στην «17
Νοέµβρη», η οποία είχε αναλάβει την ευθύνη τροµοκρατικών ενεργειών
και προφυλακίζεται στο σωφρονιστικό κατάστηµα του Κορυδαλλού. Στις
9/12/02 ζητά την αποφυλάκισή του και την µεταφορά του σε
νευρολογική κλινική επικαλούµενος ότι πάσχει από σκλήρυνση κατά
πλάκας, µια ασθένεια φλεγµονωδώς εξελικτική που απαιτεί ιδιαίτερη
ιατρική φροντίδα. Τα αιτήµατα του απορρίπτονται στις 6/02/2003 από τα
ελληνικά δικαστήρια µε την αιτιολογία ότι ο κατηγορούµενος είναι
ιδιαιτέρως επικίνδυνος και ενδέχεται να διαφύγει, καθώς και ότι του
προσφέρεται ήδη η απαραίτητη νοσηλεία από τους ιατρούς των
181
φυλακών. Στις 17/12/2003 ο κατηγορούµενος κηρύσσεται ένοχος και του
απαγγέλλεται η κατηγορία της συµµετοχής σε τροµοκρατική οργάνωση
µε ποινή κάθειρξης οκτώ ετών (απόφαση 3244-3395/2003). Στο
διάστηµα µεταξύ 24/02/03 και 30/01/05 ο προσφεύγων υποβάλλεται σε
εξετάσεις και ηµερήσιες µεταφορές σε νοσοκοµεία εξαιτίας της
επιδείνωσης της υγείας του και στις 6/12/04 καταθέτει νέα αίτηση
αποφυλακίσεως. Η νέα αίτηση γίνεται δεκτή από το δικαστήριο και ο Π.
Σερίφης αφήνεται ελεύθερος µε εγγύηση στις 8/02/05 και τίθεται υπό
δικαστικό έλεγχο.
Απόφαση: Στην βάση των αιτηµάτων του προσφεύγοντος (απαίτησε να
καταδικαστεί η Ελληνική ∆ηµοκρατία στην αποκατάσταση της ηθικής
του βλάβης λόγω παράνοµης κράτησης σε συνδυασµό µε την απώλεια
της εργασίας του λόγω αυτής και να υποχρεωθεί να του καταβάλλει την
δικαστική δαπάνη) και των εκατέρωθεν προβαλλόµενων ισχυρισµών, το
Ε∆Α∆ έκρινε ότι στην επίδικη υπόθεση υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3
της ΕΣ∆Α, διότι καθυστερηµένα ελήφθη υπόψιν η κρισιµότητα της
καταστάσεως του κατηγορουµένου, ενώ από την αρχή της κρατήσεώς
του ο τρόπος µε τον οποίο αντιµετωπίστηκε δεν ήταν ο προβλεπόµενος.
Σύµφωνα µε το Ε∆Α∆ η µεταχείριση των κρατουµένων από το κράτος
πρέπει να είναι ανάλογη του φύλου τους, της καταστάσεως της υγείας
τους και άλλων παραµέτρων που διασφαλίζουν την ανθρώπινη και
αξιοπρεπή τους µεταχείριση και σκοπός του άρθρου 3 είναι η προστασία
της σωµατικής ακεραιότητάς τους, ιδίως όσων πάσχουν από κάποιο
πρόβληµα υγείας. Τέλος, όσον αφορά στο άρθρο 5 παρ. 4 της ΕΣ∆Α, το
Ε∆Α∆ έκρινε ότι αποτελεί παραβίασή του η απόρριψη της πρώτης
αιτήσεως αποφυλακίσεώς του προσφεύγοντος µε το σκεπτικό ότι οι
ελληνικές αρχές απορρίπτοντας την αίτηση θα έπρεπε να είναι ικανές να
παρέχουν στον ίδιο διαµονή ανάλογη µε τις ανάγκες του, κάτι που
ωστόσο δεν συνέβει. Άλλωστε, το τελευταίο αυτό ζήτηµα έχει κριθεί από
182
το Ε∆Α∆ στο παρελθόν επί των υποθέσεων Kotsaridis c. Grece, no
71498/01, 23 septembre 2004 και Kampanis c. Grece, 13 juillet 1995,
serie A no 318-B.
183
7.3. Περίληψη απόφασης της 19. 09. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Kabasakal
και Atar κατά Τουρκικής ∆ηµοκρατίας.
Του Γεωργίου Σταµαδιάνου, τελειοφοίτου της Νοµικής Σχολής
Αθηνών.
Στοιχεία και βάση της προσφυγής: Οι προσφυγές υπ’ αριθµούς 70084/01
and 70085/01 ασκήθηκαν από τους Τούρκους υπήκοους Selim Kabasakal
και Hasan Atar αντίστοιχα κατά της Τουρκικής ∆ηµοκρατίας. Οι
προσφεύγοντες επικαλέστηκαν παραβίαση των διατάξεων των
παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 6 της ΕΣ∆Α ισχυριζόµενοι ότι
στερήθηκαν το δικαίωµα δίκαιης δίκης, διότι στη σύνθεση του κρατικού
δικαστηρίου ασφαλείας (Devlet Gϋvenlik Mahkemeleri) του Erzurum, το
οποίο τους έκρινε ενόχους για συµµετοχή σε παράνοµη οργάνωση,
συµµετείχε στρατιωτικός δικαστής και επιπλέον διότι δεν τους
κοινοποιήθηκε εγκαίρως η έγγραφη εισήγηση του εισαγγελέα του
Ακυρωτικού ∆ικαστηρίου επί της αναίρεσης που άσκησαν κατά της
καταδικαστικής απόφασης.
Πραγµατικά περιστατικά: Στις 11.11.1998 οι προσφεύγοντες
συνελήφθησαν από αστυνοµικούς υπαλλήλους της αντιτροµοκρατικής
υπηρεσίας µε την υποψία της συµµετοχής στην παράνοµη οργάνωση
TDP. Στις 31.12.1998 ο αρµόδιος εισαγγελέας παρέπεµψε τους
προσφεύγοντες µε την κατηγορία της συµµετοχής σε παράνοµη
οργάνωση κατ’ άρθρο 168 § 2 του τουρκικού Ποινικού Κώδικα στο
ακροατήριο του State Security Court του Erzurum. Το εν λόγω
δικαστήριο, στη σύνθεση του οποίου συµµετείχε στρατιωτικός δικαστής
που αντικαταστάθηκε από τακτικό κατά τη διάρκεια της ακροαµατικής
184
διαδικασίας, δέχθηκε την ενοχή των κατηγορουµένων και στις
26.10.1999 εξέδωσε καταδικαστική απόφαση µε την οποία επιβλήθηκε
στους προσφεύγοντες ποινή κάθειρξης 12 ετών και έξι µηνών.
Ακολούθως οι καταδικασθέντες προσέβαλαν την ως άνω απόφαση µε
αναίρεση, η οποία απορρίφθηκε από το Ακυρωτικό ∆ικαστήριο. Η
έγγραφη εισήγηση του εισαγγελέα του Ακυρωτικού ∆ικαστηρίου επί της
αναίρεσης δεν κοινοποιήθηκε στους προσφεύγοντες πριν από τη
διαδικασία στο ακροατήριο του ανωτέρω δικαστηρίου, οπότε οι
τελευταίοι έλαβαν τελικά γνώση του περιεχοµένου της.
Απόφαση: Στη βάση των αιτηµάτων των προσφευγόντων και των
εκατέρωθεν προβαλλόµενων ισχυρισµών το Ε∆Α∆ έκρινε ότι στην
επίδικη υπόθεση η αντικατάσταση στο µέσο της εκκρεµούς
ακροαµατικής διαδικασίας του στρατιωτικού δικαστή από τακτικό και η
µη επανάληψη των ήδη πριν από την αντικατάσταση αυτή
διενεργηθεισών δικονοµικών πράξεων δε συνιστούν παραβίαση του
άρθρου 6 παρ.1 της ΕΣ∆Α σχετικά µε το δικαίωµα δίκαιης δίκης, διότι
ενόσω ο στρατιωτικός δικαστής ήταν παρών στη σύνθεση του
δικαστηρίου εξετάστηκε µόνο ένας µάρτυρας, η κατάθεση του οποίου
δεν άσκησε ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, και γενικά
διενεργήθηκαν δικονοµικές πράξεις ήσσονος σηµασίας, ιδίως σε σχέση
µε το δικαίωµα υπεράσπισης των προσφευγόντων. Το Ε∆Α∆ έκρινε
πάντως ότι αποτελεί παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣ∆Α η µη
κοινοποίηση πριν από την ακροαµατική διαδικασία στους
κατηγορουµένους της έγγραφης εισήγησης του εισαγγελέα του
Ακυρωτικού ∆ικαστηρίου επί της αναίρεσης, διότι έτσι δεν είχαν τον
αναγκαίο χρόνο για την προετοιµασία της υπεράσπισής τους. Άλλωστε,
το τελευταίο αυτό ζήτηµα έχει κριθεί από το Ε∆Α∆ στο παρελθόν επί
των υποθέσεων Abdullah Aydın v. Turkey (no. 2), no. 63739/00, 10
185
November 2005 και Ayçoban and Others v. Turkey, nos. 42208/02,
43491/02 and 43495/02, 22 December 2005.
186
7.4. Περίληψη αποφάσεων της 10. 8. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί των υποθέσεων
Ντόµπρεφ εναντίον Βουλγαρίας (Dobrev v. Bulgaria) και Ιορντάνοφ
εναντίον Βουλγαρίας (Yordanov v. Bulgaria)204.
Του Κωνσταντίνου Αντωνόπουλου, νοµικού.
Θιγόµενα ∆ικαιώµατα-Έννοµα Αγαθά
1.1. (Και στις δύο υποθέσεις) Απαγόρευση των βασανιστηρίων (άρθρ. 3
ΕΣ∆Α), δικαίωµα προσωπικής ελευθερίας και ασφαλείας (άρθρ. 5 παρ. 1
ΕΣ∆Α), και στα πλάισια αυτού, δικαίωµα του κάθε προσώπου όπως
παρασταθεί ενώπιον του φυσικού του (νοµίµου) δικαστή και δικασθεί
εντός ευλόγου προθεσµίας, άλλως απολυθεί κατά τη διαδικασία (άρθρ. 5
παρ. 3 ΕΣ∆Α), σεβασµός της ιδιωτικής ζωής και άσυλο της κατοικίας
(άρθρ. 8 ΕΣ∆Α)
1.2. (Στην υπόθεση Ντόµπρεφ) ∆ικαίωµα προσωπικής ελευθερίας και
ασφαλείας (άρθρ. 5 παρ. 1 ΕΣ∆Α), και στα πλάισια αυτού, δικαίωµα
προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, το οποίο υποχρεούται όπως
αποφασίσει έντος βραχείας προθεσµίας επί του νοµίµου της κρατήσεως
(άρθρ. 5 παρ. 4 ΕΣ∆Α), δικαίωµα αποζηµιώσεως παρανόµως
συλληφθέντος ή κρατηθέντος (άρθρ. 5 παρ. 5 ΕΣ∆Α)
∆ικονοµικά
2. Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου (Ε∆∆Α)
επελήφθη των υποθέσεων κατόπιν αιτήσεως του Ράντοσλαβ Ντόµπρεφ
(κατοίκου Βάρνας, αριθµός αιτήσεως 55389/ 2000) στις 03.12.1999 και
204 Ας σηµειωθεί ότι οι δύο υποθέσεις εξετάζονται έντος του ιδίου πλαισίου, τόσο λόγω της συναφείας των πραγµατικών περιστατικών που παρούσιάζουν όσο και εξ αιτίας των σχεδόν κοινών παραδοχών της µείζονος εν τη δικαστική διαγνώσει αυτών από το ∆ικαστήριο. ∆ιαφοροποιήσεις, όπου είναι εφικτό, καταγράφονται.
187
του Νικολάι Ιορντάνοφ (κατοίκου Παζαρτζίκ, αριθµός 56856/ 2000) στις
04.01.2000.
Ιστορικό
3.1. Κατά την διαδικάσια ενώπιον του ∆ικαστηρίου εγένοντο δεκτά, ως
αληθή, τα ακολόυθα πραγµατικά περιστατικά: στις 26.08.1999 διεξήχθη
έρευνα στην οικία του Ρ. Ντόµπρεφ στα πλαίσια ανακριτικών πράξεων
για ληστεία στα πλαίσια της οποίας είχε κλαπεί, µεταξύ άλλων,
ηλεκτρονικός εξοπλισµός. Οµοίως και στην οικία του Ν. Ιορντάνοφ
ακολόυθησε έρευνα για κατοχή ναρκωτικών ουσιών στις 29.12.1999,
βάσει πληροφοριών παρασχεθεισών στις αστυνοµικές άρχες, από
χρήστες. Πράγµατι, στις οικίες αµφοτέρων αποκαλύφθηκαν τα εν λόγω
ευρήµατα, ήτοι οι ναρκωτικές ουσίες και ο ηλεκτρονικός εξοπλισµός.. Οι
καθ’ ων οι ανακριτικές πράξεις (και νυν αιτούντες) δεν παρίσταντο στις
έρευνες. Αντ’ αυτών σε εκάστη των περιπτώσεων δύο µάρτυρες ήταν
παρόντες, κανένας όµως εξ αυτών δεν είχε την ιδιότητα του
συνοικούντος ή του εκπροσώπου της δηµοτικής αρχής, όπως απαιτείται
από τη Βουλγαρική έννοµη τάξη εφόσον ο καθ’ ου η έρευνα είναι απών.
3.2. Και οι δύο αιτούντες συνελήφθησαν, κατα τη διάρκεια της ηµέρας
διεξαγωγής των ερευνών στις οικίες αυτών. Αρχικώς κρατήθηκαν στα
αστυνοµικά τµήµατα περισσότερο από εικοσιτέσσερις ώρες χωρίς να έχει
προχωρήσει η ανακριτική διαδικασία. Συνακολούθως, και οι δύο µε
σύµφωνη γνώµη Ανακριτή και Εισαγγελέα κρίθηκαν προσωρινώς
κρατούµενοι. Κατά της διατάξεως αυτής της Εισαγγελικής Αρχής και οι
δύο άσκησαν τις προβλεπόµενες προσφυγές, οι οποίες όµως δεν
ευδοκίµησαν.
3.3. Η διάρκεια της κρατήσεως του Ρ. Ντόµπρεφ ήταν περίπου δίµηνη,
ενώ του Ν. Ιορντάνοφ περίπου τρίµηνη, και των δύο δε στην Τοπική
Ανακριτική Μονάδα του Παζαρτζίκ. Οι ίδιοι περιέγραψαν τα κελιά τους
188
ως µικρά, υπόγεια, µε µεγάλο συνωστισµό κρατουµένων και χωρίς
φυσικό φώς και επαρκή εξαερισµό. Επιπροσθέτως ως µη απεντοµωµένα
και χωρίς δυνατότητα αξιοπρεπούς χρήσης αποχωρητηρίου και µπάνιου.
Τέλος ισχυρίστηκαν ότι δεν µπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε
εφηµερίδες και βιβλία, καθώς και ότι η σίτισή τους ήταν ανεπαρκής. Ας
σηµειωθεί ότι ο Ράντοσλαβ Ντόµπρεφ µετεφέρθη στο σωφρονιστικό
κατάστηµα του Παζαρτζίκ, όπου παρέµεινε κρατούµενος για
τουλάχιστον επτά µήνες. Ισχυρίστηκε ότι όι συνθήκες κράτησης ήταν
παρόµοιες, αν όχι ελαφρώς µόνον βελτιωµένες.
Απόφαση του ∆ικαστηρίου
4.1.1. (και στις δύο υποθέσεις) Ως πρός την ύπαρξη απάνθρωπης
συµπεριφοράς, ταπεινωτικής, η οποία να θίγει την ανθρώπινη
αξιοπρέπεια, κατά τη διάρκεια της προσωρινής κρατήσεως των
αιτούντων, το ∆ικαστήριο µε µία σύνθετη σκέψη αποσυνδέει την, εκ
µέρους της πολιτειακής εξουσίας, πρόθεση προς τέτοιου είδους
µεταχείριση όσο και το αν κατ’ αποτέλεσµα οι πρακτικές αυτές είχαν
δυσµενή επίπτωση στη σωµατική και πνευµατική (ηθική) υπόσταση των
αιτούντων, από την επέλευση της ευθύνης του Κράτους. Εµµένοντας
ορθώς στη σκέψη ότι και µόνη η ύπαρξη αθλίων, όπως έγιναν δεκτές ως
αληθείς, συνθηκών κράτησης, πρόσφορων δε να θεωρηθούν ως θίγουσες
την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, υπερβαίνουσες δε το minimum αναγκαίας
προσβολής που υφίσταται ένας κρατούµενος, τις εντάσσει στο
κανονιστικό περίγραµµα του άρθρ. 3 της ΕΣ∆Α. Πρόκειται λοιπόν για
την κατάφαση µίας ευθύνης αντικειµενικής, ανεξάρτητης από πταίσµα
του Κράτους προς πρόκληση απάνθρωπης και εξευτελιστικής
συµπεριφοράς.
4.1.2. Συνακολούθως, εκρίθη ότι η στάση του Ανακριτή και του
Εσαγγελέα δεν ήταν αρκούντως ανεξάρτητη και αµερόληπτη, κυρίως
189
ενόψει του νευραλγικού ρόλου του πρώτου στην προδικασία και του
δευτέρου στην προοπτική της συµµετοχής του στην κυρία διαδικασία,
ενώπιον του ακροατηρίου, µε αποτέλεσµα την παραβίαση του άρθρ. 5
παρ. 3 της ΕΣ∆Α.
4.1.3. Τέλος οι διεξαχθείσες προδικαστικές έρευνες στις οικίες των
αιτούντων, αφ’ ης στιγµής δεν πληρούσαν τους όρους του νόµου,
συνιστούν παραβίαση του ασύλου της κατοικίας και της ιδιωτικότητας
και συνεπως του άρθρ. 8 της ΕΣ∆Α.
4.2.1. (στην υπόθεση Ντόµπρεφ) Από τη αποδεικτική διαδικασία
προέκυψε ότι πρίν από τη διάταξη προσωρινής κράτησης του Ράντοσλαβ
Ντόµπρεφ, ο ίδιος κρατήθηκε παρανόµως στο Αστυνοµικό Τµήµα πέραν
του ανώτατου επιτρεπτού από το νόµο (υπό το κράτος τόσο της
Βουλγαρικής εννόµου τάξεως όσο και της Συνθήκης) ορίου των
εικοσιτεσσάρων ωρών. Κάτα τούτο και υπήρξε παραβίαση του άρθρ. 5
παρ. 1 της ΕΣ∆Α.
4.2.2. Το ∆ικαστήριο έκρινε ότι το χρονικό διάστηµα πλέον των τριών
µηνών που µεσολάβησε από την έναρξή της προσωρινής κρατήσεως
µέχρι και την κρίση της προσφυγής, που έβαλε κατ’ αύτης, στην
περίπτωση του Ράντοσλαβ Ντόµπρεφ, εξέφευγε του ευλόγου και µε αυτό
τον τρόπο οι Βουλγαρικές Αρχές παρέβησαν το άρθρ. 5 παρ. 4 της
ΕΣ∆Α.
4.2.3. Συµπληρωµατικώς εκρίθη ότι ο αιτών είχε, ένεκα των παραπάνω,
δικαίωµα αποζηµιώσεως για τις παράνοµες πράξεις του ∆ηµοσίου,
πράγµα που του είχε αρνηθεί η Βουλγαρική Αρχή, µε νόµιµο λόγο
ευθύνης το άρθρ. 5 παρ. 5 ΕΣ∆Α.
4.2.4. Πάντως το ∆ικαστήριο µη θέλοντας να εισέλθει στην ουσία της
απόφασης της Βουλγαρικής ∆ικαιοσύνης απέρριψε τα αιτήµατα για
παράβαση της αρχής της δίκαιης δίκης (άρθρ. 6 της ΕΣ∆Α) και του
δικαιώµατος για πραγµατική προσφυγή (άρθρ. 13 ΕΣ∆Α) ως απαράδεκτα.
190
7.5. Περίληψη απόφασης της 27. 07. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Kaja κατά
Ελλάδος.
Της Άννης Κρητικού, τελειόφοιτης της Νοµικής Σχολής Αθηνών.
1. Βάση της προσφυγής
Ο προσφεύγων, Sokrat Kaja, Αλβανός πολίτης, µε την υπ’ αριθµό
32927/03 προσφυγή του, επικαλέσθηκε παραβίαση του άρθρου 3 της
Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα, που απαγορεύει
την απάνθρωπη και εξευτελιστική µεταχείριση, παραπονούµενος για τις
συνθήκες κράτησης στα αστυνοµικά κρατητήρια Λάρισας.
2. Πραγµατικά περιστατικά
Τον Φεβρουάριο του 2002 ο αιτών καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια
φυλάκιση για παραβιάσεις του νόµου περί ναρκωτικών, άσκησε έφεση
κατά της απόφασης και αφέθηκε ελεύθερος. Τον Ιανουάριο του 2003 το
Εφετείο Θεσσαλονίκης καταδίκασε τον αιτούντα σε τριετή φυλάκιση και
διέταξε την απέλαση του, άµα τη ολοκληρώσει της εκτίσεως της ποινής
του. Ο αιτών κρατήθηκε στις φυλακές της Λάρισας.
Στις 14 Ιουλίου 2003 το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Λάρισας διέταξε
την αποφυλάκιση του προσφεύγοντος, που είχε εκτίσει τα τρία πέµπτα
της ποινής του, υπό τον όρο ότι θα εγκατέλειπε την Ελλάδα. Ο αιτών
αφέθηκε ελεύθερος την ίδια µέρα και µεταφέρθηκε αµέσως στα
αστυνοµικά κρατητήρια της Λάρισας, µε σκοπό την απέλαση του, όπου
και κρατήθηκε µέχρι τις 10 Οκτωβρίου του 2003, οπότε και µεταφέρθηκε
191
εκ νέου στις φυλακές Λάρισας. Στο διάστηµα αυτό, αποπειράθηκε µία
τουλάχιστον φορά να αυτοκτονήσει ( δύο φορές κατά τον αιτούντα ).
Στις 18 Φεβρουαρίου 2004, ο κρατούµενος αποφυλακίστηκε, µε τον όρο
ότι θα εγκατέλειπε την Ελλάδα και δε θα επέστρεφε πριν από την πάροδο
τριών ετών.
3. Απόφαση
Το δικαστήριο, λαµβάνοντας υπόψη του τους ισχυρισµούς του
προσφεύγοντος καθώς και τις παρατηρήσεις αντιπροσωπείας που
επισκέφθηκε τα κρατητήρια Λάρισας την άνοιξη του 2006 και
πραγµατοποίησε έρευνα, έκρινε ότι το αστυνοµικό κρατητήριο δεν
πληρούσε τις προϋποθέσεις κράτησης µεγάλης χρονικής διάρκειας, όπως
συνέβη στην περίπτωση του αιτούντος.
Όπως χαρακτηριστικά σηµειώνεται, οι συνθήκες κράτησης ήταν
ικανές να δηµιουργήσουν αισθήµατα αποµόνωσης στους κρατουµένους,
αφού δεν υπήρχε εξωτερικός χώρος για την άσκηση τους , εσωτερικές
εγκαταστάσεις εστίασης(στους κρατουµένους δεν παρείχετο τροφή, αλλά
ήταν οι ίδιοι υποχρεωµένοι να την εξασφαλίζουν καθηµερινά µε δικά
τους έξοδα) καθώς και τηλεόραση ή ραδιόφωνο, προκειµένου να
διατηρείται η επαφή τους µε τον έξω κόσµο, ενώ δεν τηρούνταν οι
προβλεπόµενοι κανονισµοί υγιεινής και καθαριότητας. Συνεπώς, ενώ το
κρατητήριο παρείχε συνθήκες που ήταν ανεκτές (acceptable) για
κράτηση µικρής διάρκειας , δεν ενεδείκνυτο για µακράς διάρκειας
κράτηση.
Βάσει των παραπάνω δεδοµένων , το ∆ικαστήριο έκρινε ότι η τρίµηνη
παραµονή του αιτούντος στο αστυνοµικό κρατητήριο Λάρισας αποτελεί
εξευτελιστική µεταχείριση και, συνεπώς, παραβιάζεται το άρθρο 3 της
ΕΣ∆Α.
192
7.6. Περίληψη απόφασης της 7. 3. 2006 του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επί της υπόθεσης Evans
εναντίον Ηνωµένου Βασιλείου.
Της Ισαβέλλας Μ. Γ. Βασιλογεώργη, φοιτήτριας της Νοµικής Σχολής
Αθηνών.
Τα πραγµατικά περιστατικά – η διαδικασία πριν το Ε∆∆Α.
Η προσφεύγουσα, Νάταλι Έβανς, από κοινού µε τον σύντροφό της,
ξεκίνησε τις διαδικασίες για να υποβληθεί σε τεχνητή γονιµοποίηση. Η
ενάγουσα δεν µπορούσε να τεκνοποιήσει διαφορετικά, καθώς είχε
διαγνωστεί µε καρκίνο στις ωοθήκες, τις οποίες είχε αφαιρέσει
αµφότερες. Έτσι, πριν την εγχείρηση αφαίρεσης των ωοθηκών, και
κατόπιν συνεννόησης µε το σύντροφό της, έξι ωάρια αποσπάστηκαν,
γονιµοποιήθηκαν, καταψύχθηκαν και φυλάχθηκαν από ιδιωτική κλινική.
Προϊόντος του χρόνου, το ζευγάρι χώρισε.
Η προσφεύγουσα ωστόσο, και παρά τον χωρισµό, επιθυµούσε ακόµα να
χρησιµοποιήσει τα έµβρυα που είχαν δηµιουργηθεί in vitro, προκειµένου
να αποκτήσει οικογένεια. Ο πρώην σύντροφός της όµως είχε ήδη
δηλώσει στην κλινική πως δεν συναινούσε πλέον στη χρήση των
εµβρύων και πως συνεπώς αυτά όφειλαν να καταστραφούν. Αυτή η
εντολή αποτέλεσε και την αφετηρία πολλαπλών δικαστικών διαµαχών
µεταξύ της Έβανς και του πρώην συντρόφου της σε εθνικό επίπεδο.
Αρχικά η Έβανς απευθύνθηκε στο τµήµα οικογενειακών υποθέσεων του
Ανωτάτου ∆ικαστηρίου, προκειµένου να της αναγνωριστεί το δικαίωµα
να χρησιµοποιήσει τα γονιµοποιηµένα έµβρυα, παρά το γεγονός της
ανάκλησης της συναίνεσης του πρώην συντρόφου της. Το δικαστήριο
193
ωστόσο απέκρουσε το επιχείρηµά της ότι ο πρώην σύντροφός της δεν
µπορούσε, αφ’ ης στιγµής είχε δώσει τη συναίνεση του, να την
ανακαλέσει.
Το Εφετείο, στο οποίο προσέφυγε στη συνέχεια η Έβανς, απέκρουσε εκ
νέου τα επιχειρήµατα της, δικαιώνοντας τον πρώην σύντοφο. Η
περίπτωση Έβανς έφτασε µέχρι και τη Βουλή των Λόρδων, η οποία
ωστόσο αρνήθηκε να ασχοληθεί µε την εν λόγω υπόθεση, θεωρώντας
επαρκείς τις προηγούµενες αποφάσεις.
Μετά και από αυτήν την εξέλιξη η Έβανς κατέφυγε στο Ε∆∆Α,
προκειµένου να κατορθώσει εκεί αυτό που δεν κατάφερε στα εθνικά
δικαστήρια: να της αναγνωριστεί το δικαίωµα να χρησιµοποιήσει τα
έµβρυα, ασχέτως της ύπαρξης ή µη συναίνεσης του (πρώην) συντρόφου
της, καθώς µια τέτοια άρνηση θα συνιστούσε – σύµφωνα µε τα
επιχειρήµατά της- παραβίαση των δικαιωµάτων που της αναγνωρίζονται
από την ΕΣ∆Α, στα άρθρα 8 και 14, καθώς και το δικαίωµα στη ζωή των
εµβρύων, σύµφωνα µε το άρθρο 2 της ΕΣ∆Α. Σε κάθε περίπτωση,
οριστική λύση έπρεπε να δοθεί στην υπόθεση Έβανς πριν τον Οκτώβριο
2006, οπότε και λήγει η πενταετής προθεσµία φύλαξης των
γονιµοποιηµένων εµβρύων από την ιδιωτική κλινική.
Η διαδικασία στο Ε∆∆Α
Το δικαστήριο, µε επταµελή σύνθεση, έδωσε προτεραιότητα στην
υπόθεση λόγω της ιδιάζουσας φύσης της. Η ακροαµατική διαδικασία
έλαβε χώρα το Σεπτέµβρη 2005 στο Στρασβούργο, και το δικαστήριο
διέκρινε και επικεντρώθηκε στις εξής δύο προβληµατικές:
Α. Συνιστά η απαίτηση της εθνικής νοµοθεσίας για συναίνεση του
πατέρα στη φύλαξη και εµφύτευση των εµβρύων παραβίαση του
194
δικαιώµατος της ενάγουσας για σεβασµό της ιδιωτικής και οικογενειακής
της ζωής σύµφωνα µε το άρθρο 8 της Σύµβασης;
Β. Έχει η εν λόγω απαίτηση οδηγήσει στο να υποστεί η ενάγουσα
δυσµενή διάκριση, σύµφωνα µε το άρθρο 14 της Σύµβασης σε
συνδυασµό µε το άρθρο 8, εν συγκρίσει µε µια γυναίκα µε άθικτες
ωοθήκες, η οποία αφενός µπορεί να συλλάβει χωρίς ιατρική βοήθεια και
αφετέρου µπορεί να παράγει επαρκή αριθµό εµβρύων για
επαναλαµβανόµενες απόπειρες τεχνητής γονιµοποίησης;
Η απόφαση του ∆ικαστηρίου
Το δικαστήριο µελέτησε προσεκτικά τις προηγούµενες εθνικές
αποφάσεις. Επιπλέον, έκανε συγκριτική µελέτη των νοµοθεσιών και
νοµολογιών άλλων κρατών του Συµβουλίου της Ευρώπης, καθώς και σε
άλλα, εκτός Συµβουλίου κράτη, όπως οι ΗΠΑ. Με βάση όλα τα
παραπάνω, συµπεριλαµβανοµένης και προγενέστερης νοµολογίας τους,
το Ε∆∆Α αποφάσισε ότι:
i. Ως προς το ζήτηµα του σεβασµού του δικαιώµατος στη ζωή των
εµβρύων και της παραβίασής του από την εθνική νοµοθεσία
σχετικά µε την ιατρικώς υποβοηθούµενη γονιµοποίηση, το
δικαστήριο έκρινε ότι το ζήτηµα του ορισµού του χρονικού
σηµείου της έναρξης της ζωής του ανθρώπου εµπίπτει στη σφαίρα
προσδιορισµού κάθε κράτους χωριστά. Έτσι, εφόσον στο
Ηνωµένο Βασίλειο δεν αναγνωρίζονται ξεχωριστά και αγώγιµα
δικαιώµατα στο έµβρυο, δεν τίθεται θέµα παραβίασης του άρθρου
2 της ΕΣ∆Α.
ii. Ως προς το ζήτηµα του σεβασµού της οικογενειακής και
ιδιωτικής ζωής της ενάγουσας, το δικαστήριο έκρινε ότι η εθνική
νοµοθεσία, µε το να απαιτεί την αµφίπλευρη και συνεχή
195
συναίνεση των µερών, καταφέρνει να ισορροπήσει σωστά τα
συµφέροντα των ενδιαφεροµένων µερών γενικότερα. Στην
ειδικότερη αυτή περίπτωση, αν και το δικαστήριο νιώθει
συµπάθεια για την δύσκολη περίπτωση της ενάγουσας, θεωρεί
πως το Ηνωµένο Βασίλειο δεν ξεπέρασε τα όρια της ευχέρειας
που του αναγνωρίζεται να καθορίσει το πλαίσιο λειτουργίας της
τεχνητής γονιµοποίησης εντός της επικράτειάς του και ότι
επιπλέον δεν ανέτρεψε την ισορροπία των δικαιωµάτων των
µερών, που απαιτείται για να γίνει επίκληση στο άρθρο 8 της
ΕΣ∆Α. Με αυτό το σκεπτικό, δεν υπήρξε σχετική παραβίαση.
iii. Ως προς το ζήτηµα της δυσµενούς διάκρισης, η ενάγουσα
υποστήριξε πως µια γυναίκα σε αντίστοιχη µε εκείνη περίπτωση
ως προς το θέµα της συναίνεσης, αλλά µε άθικτες τις ωοθήκες
της, θα είχε τη δυνατότητα είτε να συλλάβει φυσιολογικά είτε να
προσπαθήσει εκ νέου τεχνητή γονιµοποίηση µε κάποιον άλλον
σύντροφο. Ωστόσο, αυτές οι εναλλακτικές λύσεις δεν µπορούν να
εφαρµοστούν στην περίπτωσή της, λόγω της αφαίρεσης των
ωοθηκών της, και κατά συνέπεια η τυχόν επιβαλλόµενη
καταστροφή των εµβρύων συνιστά µορφή δυσµενούς διάκρισης
εναντίον της, καθώς ουσιαστικά της απαγορεύεται να γίνει
µητέρα βιολογικά δικού της παιδιού. Η ενάγουσα υποστήριξε ότι
το Ηνωµένο Βασίλειο, υιοθετώντας τη συγκεκριµένη εθνική
νοµοθεσία, δεν αφήνει περιθώριο εκτίµησης και διαφορετικής
αντιµετώπισης παρόµοιων, όχι όµως ίδιων περιπτώσεων,
προκαλώντας έτσι δυσµενείς διακρίσεις. Το δικαστήριο έκρινε,
όπως και τα εθνικά δικαστήρια, ότι οι λόγοι που συνηγορούν στη
µη ύπαρξη παραβίασης του άρθρου 8 της ΕΣ∆Α επαρκούν ώστε
να κριθεί πως δεν υπάρχει και παραβίαση του άρθρου 14 της
ΕΣ∆Α.
196
iv. Το ∆ικαστήριο αναγνωρίζει ότι, σύµφωνα µε το άρθρο 44§2 της
Σύµβασης, η απόφασή του δεν γίνεται οριστική παρά µόνον αν
δεν εισαχθεί στην Ολοµέλεια από κάποιο από τα µέρη, αν δεν
υπάρχει αναφορά της στην Ολοµέλεια εντός τριών µηνών από την
έκδοσή της ή αν η Ολοµέλεια αρνηθεί να επανεξετάσει την
υπόθεση. Σε αυτά τα πλαίσια, το ∆ικαστήριο ζητά από την
Κυβέρνηση του Ηνωµένου Βασιλείου να συνεχίσει να λαµβάνει
τα κατάλληλα µέτρα για τη διατήρηση των εµβρύων µέχρι το
πέρας της διαδικασίας, προκειµένου αυτή να διεξαχθεί και να
ολοκληρωθεί σωστά205.
205 Τη στιγµή συγγραφής του παρόντος, η υπόθεση Έβανς εναντίον Ηνωµένου Βασιλείου ήταν ακόµα εκκρεµής ενώπιον της Ολοµέλειας του Ε∆∆Α, ως «Evans v. the United Kingdom (Application no. 6339/05)». Η κλινική υποχρεώθηκε να παρατείνει το χρονικό διάστηµα φύλαξης των εµβρύων µέχρι το πέρας της διαδικασίας στην Ολοµέλεια.
197
8. Σκέψεις
8.1. Σκέψεις µε αφορµή µια οµιλία…
Της Χριστίνας-Σωτηρίας ∆ηµοπούλου, τελειόφοιτης της Νοµικής
Σχολής Αθηνών.
…Με αφορµή την οµιλία του Βρετανού υπουργού Άµυνας, Τζον
Ριντ, στο Βασιλικό Ινστιτούτο Υπηρεσιών στις αρχές Απριλίου, στην
οποία επισηµάνθηκε η αναγκαιότητα αλλαγής της ισχύουσας νοµοθεσίας
διεθνούς δικαίου ώστε να «λυθεί η ανωµαλία του Γκουαντάναµο» και να
αποφευχθεί ο κίνδυνος να βρεθεί η διεθνής κοινότητα «µπλεγµένη σε µια
σύγκρουση του 21ου αιώνα µε τους κανόνες του 20ου»206
Το τελευταίο χρονικό διάστηµα πληθαίνουν οι φωνές πολιτικών
που υποστηρίζουν την αναγκαιότητα µιας ριζοσπαστικής µεταρρύθµισης
του «απαρχαιωµένου» διεθνούς δικαίου ώστε αυτό να εναρµονιστεί µε
τις διαρκώς µεταβαλλόµενες διεθνείς εξελίξεις και τη νέα διεθνή
πραγµατικότητα. Το αίτηµα αυτό, που εκφράζεται, κυρίως, από
αµερικανούς και βρετανούς αξιωµατούχους, έχει ως στόχο τη
µεταρρύθµιση του διεθνούς δικαίου και, πρωτίστως, της συνθήκης της
Γενεύης αναφορικά κυρίως προς τους άξονες της αντιµετώπισης των
κρατουµένων, της νοµιµοποίησης των προληπτικών επιθέσεων καθώς και
των στρατιωτικών επεµβάσεων για «επίλυση ανθρωπιστικών κρίσεων».
Στόχος, κατά τα λεγόµενά τους, είναι η αντιµετώπιση της νέας µορφής
τροµοκρατίας που στρέφεται µεν εναντίον κρατικών πολιτικών και
οικονοµικών συστηµάτων αλλά πλήττει αθώους πολίτες διαφόρων
206 πηγή: εφηµερίδα «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία»,άρθρο της κα.Ιωάννας Νιαώτη, 9/4/2006
198
κρατών, συνήθως στο όνοµα θρησκειών, γεννώντας κλίµα φόβου στη
διεθνή κοινότητα.
Πιθανή αλλαγή του διεθνούς δικαίου προς την κατεύθυνση που
επιθυµούν όσοι εκφράζουν αυτό το αίτηµα θα έχει κατά τη γνώµη µας
δυσµενείς επιπτώσεις στη διεθνή κοινότητα σε επιµέρους τοµείς της αλλά
και στην ίδια την ουσία της ύπαρξής της.
Αρχικά, είναι αναγκαία η επισήµανση ότι το αίτηµα
µεταρρύθµισης του διεθνούς δικαίου γίνεται µε σκοπό την αντιµετώπιση
συγκεκριµένων πραγµατικών περιπτώσεων- που µάλιστα, µέχρι στιγµής,
αφορούν συγκεκριµένα κράτη-, συνιστώντας πρόσχηµα για την
ικανοποίηση πολιτικών σκοπιµοτήτων, και δεν διατυπώνεται µε την
ειλικρινή πρόθεση της βελτίωσης των νοµικών ρυθµίσεων και της
επίτευξης µεγαλύτερης και αποτελεσµατικότερης προστασίας των
ανθρώπινων δικαιωµάτων. Αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός της
προσχηµατικής καταφυγής στο διεθνές δίκαιο αντίκειται στον σκοπό και
τη φύση του διεθνούς δικαίου ως δικαίου οικουµενικού, στον πυρήνα του
ανθρωποκεντρικού, καθώς το µετατρέπει σε χώρο επιβολής του
«δικαίου» του ισχυρότερου, ο οποίος επιθυµεί να νοµιµοποιήσει τις
παράνοµες πράξεις του και, ουσιαστικά, να αποδυναµώσει το ίδιο το
νοµιµοποιητικό του µέσο, το διεθνές δίκαιο.
Πιθανή µεταρρύθµιση του διεθνούς δικαίου στους άξονες της
αντιµετώπισης των κρατουµένων, των προληπτικών επιθέσεων και της
στρατιωτικής επέµβασης για «επίλυση ανθρωπιστικών κρίσεων», προς
την κατεύθυνση που διαφαίνεται σήµερα, δύναται να οδηγήσει σε
ολοκληρωτική δικαιική ανυπαρξία και σε κατάφωρη, τυπικά πάντως
νοµιµοποιηµένη, παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωµάτων.
Αναφορικά µε τους κρατουµένους, ενδεχόµενη εφαρµογή της
αµερικανικής άποψης που τους θέλει µη υποκείµενους στο διεθνές δίκαιο
199
και προτάσσει την αναρµοδιότητα των διεθνών δικαστηρίων207, θα
οδηγούσε σε παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωµάτων τους και θα
συνιστούσε µία νέα έκφανση αυθαίρετης κρατικής εξουσίας,
στερούµενης εγγυήσεων, µη περιορίσιµης ούτε βάσει του διεθνούς
δικαίου και ως εκ τούτου εδραζόµενης αποκλειστικά στην διευρυνόµενη-
καθώς θα περικλείει και εξουσίες πάνω σε αλλοδαπά φυσικά πρόσωπα-
έννοια της κρατικής κυριαρχίας. Η στέρηση των θεµελιωδέστερων
ανθρώπινων δικαιωµάτων από συγκεκριµένα πρόσωπα και η βάναυση
µεταχείρισή τους αντίκειται σε µεγάλο αριθµό διεθνών συνθηκών και
στις µη τροποποιήσιµες εθιµικές γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου και
δεν δύναται να εφαρµοστεί ούτε ως τιµωρία «τροµοκρατών», όπως κι αν
ορίζεται η τροµοκρατία, ούτε ως αναγκαίο µέτρο για την αντιµετώπιση
της τροµοκρατίας. Η εξαίρεση κατηγορίας ανθρώπων, των
χαρακτηριζόµενων ως τροµοκρατών, από το πεδίο εφαρµογής του
207 Άποψης που δυστυχώς εκφράζεται και από δικαστικούς λειτουργούς. Πρόσφατο ατυχές παράδειγµα
στην πρόσφατη απόφαση-ορόσηµο της υπόθεσης Χαµντάν-Ράµσφελντ, όπου το Ανώτατο ∆ικαστήριο
θεώρησε πως ο ενάγων, υπήκοος Υεµένης που συνελήφθη στο Αφγανιστάν και κρατήθηκε στο
Γκουαντάναµο, δικαιούνταν, τόσο από τη νοµοθεσία της χώρας όσο και από το διεθνές δίκαιο, τις
ελάχιστες προϋποθέσεις µιας δίκαιης δίκης, κάτι που δεν προέβλεπαν τα διατάγµατα για τη σύσταση
στρατιωτικών επιτροπών, η διαφωνία του δικαστή Κλάρενς Τόµας συνοψιζόµενη στο ότι «οι
κανονισµοί που ισχύουν στο πλαίσιο ενός συµβατικού πολέµου» ήταν πλέον ανεφάρµοστοι, διότι -
σύµφωνα µε τα λόγια του προέδρου Μπους- «ο πόλεµος κατά της τροµοκρατίας εισάγει ένα καινούριο
πρότυπο» και «αυτό το πρότυπο απαιτεί καινούριες απόψεις για το δίκαιο του πολέµου». Εφόσον, «δεν
έχουµε εµπλακεί σε µια παραδοσιακή µάχη µε ένα έθνος-κράτος» συνέχιζε, η απόφαση του
δικαστηρίου «θα παρεµπόδιζε σοβαρά την ικανότητα του προέδρου να αντιµετωπίσει και να νικήσει
έναν καινούριο, θανάσιµο εχθρό». Από την ακαδηµαϊκή αµερικανική κοινότητα βασικός εκφραστής
της ανάγκης µεταρρύθµισης του διεθνούς δικαίου αλλά και της νοµιµοποίησης των προληπτικών
επιθέσεων - µε διαρκές συγγραφικό έργο για τη νοµιµοποίηση της επιθετικότητας του Ισραήλ- είναι ο
καθηγητής ∆ικαίου στο Χάρβαρντ Alan Dershowitz, ο οποίος υποστηρίζει ότι «το διεθνές δίκαιο και
όσοι το εφαρµόζουν πρέπει να καταλάβουν ότι οι παλιοί κανόνες» δε βρίσκουν εφαρµογή σε αυτό τον
καινοφανή πόλεµο ενάντια σε έναν αδίστακτο και φανατικό αντίπαλο και ότι «οι νόµοι του πολέµου
και οι κανόνες της ηθικής πρέπει να προσαρµοστούν σε αυτή τη (νέα) πραγµατικότητα». Πηγή
παρατηρήσεων: www.hridanos.gr , άρθρο του Norman Finkelstein (σε µετάφραση Σπύρου Τσούγκου)
µε τίτλο «Πτώση στην ηθική βαρβαρότητα - η θλιβερή περίπτωση του Αλαν Ντέρσοβιτσ»
200
διεθνούς δικαίου δεν αποκλείει µελλοντική διεύρυνση της ούτως ή άλλως
ασαφούς και µηδέποτε οριζοµένης έννοιας του τροµοκράτη ή υπαγωγή
και άλλων κατηγοριών «επικίνδυνων» για τα ισχυρά κράτη ατόµων στις
εν λόγω υποθετικές διατάξεις, µε συνέπεια την περαιτέρω
καταστρατήγηση του διεθνούς δικαίου.
Παράλληλα, η πρόβλεψη δυνατότητας προληπτικής επίθεσης ή
επέµβασης δήθεν για την επίλυση ανθρωπιστικής κρίσης ενός κράτους,
πέρα από το ότι αδρανοποιεί τους διεθνείς οργανισµούς, θα προκαλούσε
αλυσιδωτές κρατικές συγκρούσεις, χωρίς νόµιµα εχέγγυα, υποκινούµενες
από εθνικά συµφέροντα, θα οδηγούσε σε αναπαραγωγή βίας από τον
«πολιτισµένο δηµοκρατικό κόσµο», ανοίγοντας τους ασκούς του Αιόλου
και αποµακρύνοντας την ανθρωπότητα από τις αρχές του ανθρωπισµού,
πάνω στις οποίες οικοδοµήθηκε µετά την Αναγέννηση.
Οι συζητήσεις για µεταρρύθµιση του διεθνούς δικαίου βρίσκονται
σε εµβρυακή κατάσταση, δεδοµένων, όµως, των οικουµενικών
συνεπειών που θα έχουν στην προστασία των ανθρώπινων δικαιωµάτων
και του ενδεχόµενου να ωθήσουν στην αυτοκατάργηση του διεθνούς
δικαίου και στην επικράτηση µιας νοµιµοφανούς τυπικής, µα όχι
ουσιαστικής, δικαιοσύνης, οφείλουν να γίνουν µε περίσκεψη, µε
γνώµονα το συµφέρον του ανθρώπου, µε βαθιά γνώση της ιστορίας του
διεθνούς δικαίου και µε τη συναίσθηση ότι οι νέες συνθήκες θα
αποτελέσουν µελλοντική παρακαταθήκη.
201
9. Παράρτηµα
ΨΗΦΙΣΜΑ
KΑΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ.
Η Οµάδα Νέων του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου για τα Ανθρώπινα
∆ικαιώµατα,
Α. ∆ιαπιστώνοντας µε έντονη ανησυχία ότι 5 χρόνια µετά το πολυαίµακτο
χτύπηµα της 11ης Σεπτεµβρίου του 2001, µε την επίκληση της
εξουδετέρωσης τροµοκρατικών απειλών, διευρύνεται η καταστρατήγηση
των ανθρωπίνων δικαιωµάτων σε παγκόσµια κλίµακα.
Β. Παρατηρώντας ότι η διάχυση φόβου έναντι των τροµοκρατικών
επιθέσεων χρησιµοποιείται ως προσχηµατική αιτία για την κήρυξη
΄΄προληπτικών΄΄ πολέµων.
Γ. Εκτιµώντας ότι πολεµικές επεµβάσεις ΄΄προληπτικού΄΄ χαρακτήρα δεν
είναι δυνατόν να ταυτισθούν σε καµία περίπτωση µε πράξεις νόµιµης
αυτοάµυνας.
∆. Έντονα θορυβηµένοι από το γεγονός ότι η στρατιωτική επέµβαση στο
Αφγανιστάν, ως πρώτο ιστορικό παράδειγµα προληπτικής επίθεσης,
ξεπέρασε σε καταστροφικό εύρος τον 23ετή εµφύλιο πόλεµο, έχοντας
αφανίσει µέχρι σήµερα το σύνολο της υλικοτεχνικής υποδοµής της χώρας
και, το σηµαντικότερο, χιλιάδες ζωές αµάχων πολιτών.
202
Ε. Λαµβάνοντας υπόψη την ηχηρή (ex post δυστυχώς) διάψευση στην
περίπτωση του Ιράκ της ίδιας της προβληθείσας αιτιολογίας των
προληπτικών επεµβάσεων, ύστερα από τη δηµόσια παραδοχή των
εµπνευστών του πολέµου ότι τελικά η κυβέρνηση Χουσεϊν δεν διέθετε όπλα
ικανά να επιφέρουν µαζικό πλήγµα.
ΣΤ. Ενστερνιζόµενοι την παγκόσµια αγανάκτηση για την καθαίµαξη του
αµάχου πληθυσµού µιας ολόκληρης χώρας, του Λιβάνου µε το δυσανάλογο
πρόσχηµα της απαγωγής των δύο Ισραηλινών στρατιωτών από τη
Χεζµπολάχ.
Ζ. ∆ιαισθανόµενοι τον κίνδυνο ένταξης στο σχέδιο προληπτικών επιθέσεων
των Η.Π.Α. , χωρών όπως το Ιράν, η Συρία και η Βόρειος Κορέα.
Η. Εκφράζοντας ανησυχία για το γεγονός ότι προληπτικές επιθέσεις µε την
πρόφαση της αποτροπής χρήσης πυρηνικών όπλων µπορεί να αποτελέσουν
θρυαλλίδα για την αναβίωση του πυρηνικού εφιάλτη.
Θ. Συντασσόµενοι µε την εκτίµηση ότι η εφαρµοζόµενη αντιτροµοκρατική
πολιτική οδηγεί σταδιακά σε στρατοπεδοποίηση της Χριστιανο-εβραϊκής
∆ύσης έναντι της Αραβο-µουσουλµανικής Ανατολής, καθώς και σε
εµφύλιες συρράξεις µε αφορµή θρησκευτικές ή δογµατικές διαφορές ακόµα
και µεταξύ µελών της ίδιας εθνότητας.
Προβάλλουµε ως κύριο αίτηµα: Να σταµατήσουν αµέσως οι
΄΄προληπτικοί αντιτροµοκρατικοί πόλεµοι΄΄.
Και ειδικότερα:
203
1. Καταδικάζουµε τη χρήση ένοπλης βίας ως µέσου πάταξης της
τροµοκρατίας.
2. Καλούµε ∆ιεθνείς και Περιφερειακούς Οργανισµούς (ΟΗΕ, ΕΕ) να
εντείνουν τις πιέσεις για άµεση εφαρµογή των διεθνών συµβατικών
και διακηρυκτικών κειµένων προστασίας των δικαιωµάτων του
ανθρώπου (Οικουµενική ∆ιακήρυξη ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου,
ΕΣ∆Α, Σύµβαση Η.Ε. για τα δικαιώµατα του παιδιού, Σύµβαση κατά
των βασανιστηρίων και κάθε σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής
µεταχειρίσεως ή τιµωρίας, ∆ιεθνές Σύµφωνο για τα ατοµικά και
πολιτικά δικαιώµατα κλπ).
3. Ζητούµε την εφαρµογή του άρθρου 51 του Χάρτη των Ηνωµένων
Εθνών περί καταφυγής στην ένοπλη αυτοάµυνα µόνον εφόσον έχει
προηγηθεί ένοπλη επίθεση κατά ενός κράτους και µόνον ως
προσωρινό µέτρο.
4. Κρίνουµε απαραίτητη την επαγρύπνηση και ευαισθητοποίηση των
πολιτών και τους προσκαλούµε σε χρήση των δικαιωµάτων τους
ενώπιον όλων των οργάνων προστασίας των δικαιωµάτων του
ανθρώπου.
5. Ζητούµε την απαρέγκλιτη εφαρµογή των αρχών της αναγκαιότητας,
της αναλογικότητας και της αποτελεσµατικότητας στην άµυνα κατά
της τροµοκρατίας.
204
6. Απαιτούµε τον ανεξαίρετο σεβασµό των δικαιωµάτων του ανθρώπου,
ιδίως της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της ζωής, που αποτελούν τα
πρώτα θύµατα των εγκληµάτων πολέµου και των εγκληµάτων κατά
της ανθρωπότητας.
7. Αντιτιθέµεθα µε σφοδρότητα σε κάθε µορφή πυρηνικών δοκιµών και
χρήσης πυρηνικών όπλων από αναγνωρισµένες ή µη αναγνωρισµένες
πυρηνικές δυνάµεις και ζητάµε την επικύρωση της Συνθήκης για την
πλήρη απαγόρευση των Πυρηνικών ∆οκιµών από όλα τα κράτη.
205
ΨΗΦΙΣΜΑ
ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ
ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ «ΑΝΤΙΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ» ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ.
Η Οµάδα Νέων του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου για τα ∆ικαιώµατα
του Ανθρώπου (O. N. IΜ∆Α),
Α. ∆ιαπιστώνοντας µε έντονη ανησυχία την αυξανόµενη χρήση
βασανιστηρίων και άλλων µεθόδων σκληρής, απάνθρωπης ή
εξευτελιστικής µεταχείρισης ως µέσο καταπολέµησης της τροµοκρατικής
απειλής.
Β. Αντιδρώντας στις απόπειρες ηθικής και νοµικής δικαιολόγησης
οιασδήποτε µορφής βασανισµού.
Γ. Επισηµαίνοντας ότι η απαγόρευση των βασανιστηρίων, όπως αυτή
έχει ενσωµατωθεί σε πλειάδα διεθνών συµβατικών κειµένων (ενδεικτικά
α. 5 Οικουµενικής ∆ιακήρυξης των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου, ά. 3
και 7 Σύµβασης ΗΕ κατά των Βασανιστηρίων, α. 7 του ∆ιεθνούς
Συµφώνου για τα Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα, α. 3 ΕΣ∆Α, το
ταυτόσηµο άρθρο 3 των Συµβάσεων της Γενεύης και ειδικότερα τα
άρθρα 17 της Τρίτης και 32 της Τέταρτης) συνιστά κανόνα αναγκαστικού
δικαίου (ius cogens).
∆. Υπενθυµίζοντας ότι βάσει του Καταστατικού του ∆ιεθνούς Ποινικού
∆ικαστηρίου η τέλεση βασανιστηρίων και λοιπών εξευτελιστικών
πρακτικών συνιστά υπό προϋποθέσεις έγκληµα πολέµου ή/και έγκληµα
κατά της ανθρωπότητας.
206
Ε. Λαµβάνοντας υπ’ όψιν ότι οι υπ’ αριθµ. 1456/2003 και 1624/2005
Αποφάσεις του Συµβουλίου Ασφαλείας καθώς και τα υπ’ αριθµ. 57/129,
58/187, 59/191 Ψηφίσµατα της ΓΣ του ΟΗΕ, ενώ αναγνωρίζουν την
αναγκαιότητα της πάταξης της τροµοκρατίας, καλούν τα κράτη να
µεριµνήσουν ούτως ώστε τα οιαδήποτε αντιτροµοκρατικά µέτρα να µην
αντίκεινται στις δεσµεύσεις που απορρέουν από το διεθνές εθιµικό και
συµβατικό δίκαιο και ειδικότερα το δίκαιο προστασίας των δικαιωµάτων
του ανθρώπου, το δίκαιο προστασίας των προσφύγων καθώς και το
διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.
ΣΤ. Τονίζοντας ότι από της εγκαθιδρύσεως των νέων «κυβερνήσεων»
στο Αφγανιστάν (2002) και στο Ιράκ (2004) έχει εκλείψει ο διεθνής,
κατά το δίκαιο των Συµβάσεων της Γενεύης, χαρακτήρας της ένοπλης
σύγκρουσης (international armed conflict) και συνεπώς οι ΗΠΑ
στερούνται πλέον και του δικαιώµατος επίκλησης των ειδικών
αποκλινουσών ρυθµίσεών τους οι οποίες επιτρέπουν µεταξύ άλλων την
προσωπική κράτηση των συλλαµβανοµένων αιχµαλώτων πολέµου (άρθρ.
118 της Τρίτης Σύµβασης της Γενεύης ) και αµάχων πολιτών (άρθρ. 133
παρ. 1 Τέταρτης Σύµβασης της Γενεύης) χωρίς δικαστικό έλεγχο µέχρι
του πέρατος των εχθροπραξιών.
Ζ. ∆ιασαφηνίζοντας ότι οι συνεχιζόµενες εχθροπραξίες σε Ιράκ και
Αφγανιστάν υπάγονται πλέον στο καθεστώς της µη διεθνούς ένοπλης
σύγκρουσης (non international armed conflict) όπως αυτό ρυθµίζεται από
το κοινής διατύπωσης άρθρο 3 της Τρίτης και Τέταρτης Σύµβασης της
Γενεύης καθώς και το ∆εύτερο Πρόσθετο Πρωτόκολλο, τα οποία και
επιτάσσουν την ανθρώπινη µεταχείριση των κρατουµένων και
διασφαλίζουν το δικαίωµα προσφυγής κατά της κράτησής τους.
207
Η. Σηµειώνοντας ότι το δικαίωµα προσφυγής κατά της προσωπικής
κράτησης (right to habeas corpus) δεν επιδέχεται αποκλίσεις (non
derogable right) σύµφωνα µε τη νοµολογία διεθνών και περιφερειακών
δικαιοδοτικών οργάνων προστασίας των δικαιωµάτων του ανθρώπου.
Θ. Υπογραµµίζοντας ότι η αναγνώριση από την Επιτροπή Ανθρωπίνων
∆ικαιωµάτων και το ∆ιεθνές ∆ικαστήριο της Χάγης σε κάθε Κράτος
δικαιοδοσίας και εκτός εδαφικής επικράτειάς του εφόσον ασκείται επί
προσώπων εξουσία ή κυριαρχικός έλεγχος, καθιστά νοµικά αστήρικτη
την άρνηση των ΗΠΑ να συµµορφωθούν µε τις διεθνείς τους
υποχρεώσεις αναφορικά µε τη µεταχείριση των κρατουµένων στη βάση
του Guantánamo ή σε οποιαδήποτε άλλη στρατιωτική βάση ή
εγκατάσταση εκτός αµερικανικού εδάφους,
Ι. Αποδοκιµάζοντας την υιοθέτηση από το Αµερικανικό Κογκρέσο του
Νόµου περί Ίδρυσης Στρατιωτικών Επιτροπών (Military Commissions
Act), ο οποίος µεταξύ άλλων:
(α) Καταργεί το δικαίωµα επίκλησης των Συνθηκών της Γενεύης ως
πηγής δικαιωµάτων.
(β) Στερεί τους κρατουµένους του δικαιώµατος προσφυγής ενώπιον της
Τακτικής ∆ικαιοσύνης κατά της νοµιµότητας της κράτησής τους.
(γ) Περιορίζει το πεδίο εφαρµογής του Νόµου περί Εγκληµάτων
Πολέµου (War Crimes Act) µε τον να µην ποινικοποιεί ευθέως πράξεις
που συνιστούν σκληρή, απάνθρωπη ή εξευτελιστική µεταχείριση.
208
ΙΑ. Έντονα θορυβηµένοι από το γεγονός ότι ο αµερικανικός Νόµος περί
Μεταχείρισης των Κρατουµένων (Detainee Treatment Act) επιτρέπει τη
χρήση αποδεικτικών µέσων τα οποία αποτελούν προϊόν πειθαναγκασµού
(coercion), εφόσον κατά την κρίση των Στρατιωτικών Επιτροπών
διαθέτουν αποδεικτική αξία.
Θεωρεί απαραίτητη την άµεση λήψη των ακόλουθων µέτρων:
1. Απαιτούµε την ανεξαίρετη και καθολική συµµόρφωση µε την αρχή της
απαγόρευσης κάθε είδους βασανιστηρίων και σκληρής, απάνθρωπης ή
εξευτελιστικής µεταχείρισης.
2. Ζητούµε την άµεση άρση από µέρους των ΗΠΑ των επιφυλάξεων που
έχουν διατυπώσει ως προς τον ορισµό των βασανιστηρίων τόσο στη
Σύµβαση ΗΕ κατά των Βασανιστηρίων όσο και στο ∆ιεθνές Σύµφωνο
για τα Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα και ταυτόχρονα τις καλούµε να
κυρώσουν τα δύο Πρόσθετα Πρωτόκολλα των Συµβάσεων της Γενεύης.
3. Καλούµε το Ανώτατο ∆ικαστήριο των ΗΠΑ να εµµείνει στη
νοµολογιακά επικυρωµένη (απόφαση Hamdan vs. Rumsfeld της
29/06/06) θέση του, σύµφωνα µε την οποία η ίδρυση, µε πράξη µάλιστα
της εκτελεστικής εξουσίας, στρατιωτικών επιτροπών χωρίς εγγυήσεις
διεξαγωγής µιας δίκαιης δίκης παραβιάζει τόσο το αµερικανικό δίκαιο
(και συγκεκριµένα στον Ενοποιηµένο Κώδικα Στρατιωτικής ∆ικαιοσύνης
/ Uniform Code of Military Justice) όσο και τις Συνθήκες της Γενεύης,
πολλώ µάλλον όταν η κυβέρνηση Μπους, καταστρατηγώντας την
θεµελιώδη δηµοκρατική αρχή της διάκρισης των εξουσιών, επανέρχεται
εκδίδοντας νόµο (Military Commissions Act) µε περιεχόµενο ίδιο µε
εκείνο της Στρατιωτικής ∆ιάταξης της 13ης Νοεµβρίου 2001 (Military
209
Order of November 13, 2001 on the Detention, Treatment, and Trial of
Certain Non-Citizens in the War Against Terrorism), την οποία και
ακύρωσε το Ανώτατο ∆ικαστήριο µε την ανωτέρω απόφασή του.
4. Θεωρούµε απαράδεκτη τη συνέχιση της λειτουργίας, υπό το παρόν
νοµικό καθεστώς, χώρων κράτησης εκτός αµερικανικού εδάφους
(Guantánamo στην Κούβα, αεροπορική βάση Bagram στο Αφγανιστάν,
φυλακές του Abu Ghraib στο Ιράκ) και ειδικότερα εφιστούµε την
προσοχή στην ανάγκη άµεσης κατάργησης των µυστικών φυλακών της
CIA στην ηπειρωτική Ευρώπη και τη Μεγάλη Βρετανία.
5. Προβάλλουµε ως επιβεβληµένη την άµεση διακοπή της πρακτικής των
µυστικών µεταγωγών (renditions) και κρατήσεων υπόπτων
τροµοκρατίας.
6. Θέτουµε ως απόλυτη προτεραιότητα την αναγνώριση των
δικαιωµάτων της δικαστικής ακρόασης και προστασίας σε κρατουµένους
οι οποίοι θεωρούνται ύποπτοι ή κατηγορούνται για τέλεση
τροµοκρατικών πράξεων.
7. Θεωρούµε ως άµεση απόρροια της απαγόρευσης των βασανιστηρίων
τον απόλυτο σεβασµό των ακόλουθων αρχών:
(α) Μη επαναπροώθηση κρατουµένου όταν υπάρχουν βάσιµες υπόνοιες
ότι κινδυνεύει να υποστεί βασανισµό στο Κράτος προορισµού.
(β) Άµεση προσαγωγή ενώπιον της Ποινικής ∆ικαιοσύνης προσώπων
κάθε αξιώµατος ή λειτουργήµατος τα οποία φέρονται να έχουν τελέσει,
συµµετάσχει ή συνεργήσει σε βασανισµούς κρατουµένων.
210
(γ) Απαγόρευση της κράτησης για αόριστο χρονικό διάστηµα ή/και σε
καθεστώς πλήρους αποµόνωσης (incommunicado detention).
(δ) Απαγόρευση της χρήσης στο πλαίσιο οιασδήποτε διαδικασίας
αποδεικτικών µέσων τα οποία έχουν αποκτηθεί µέσω βασανιστηρίων και
λοιπών απάνθρωπων ή εξευτελιστικών πρακτικών.
8. Ζητούµε την άµεση ταυτοποίηση των απαχθέντων και κρατουµένων σε
µυστικές τοποθεσίες (γνωστές και ως black sites) καθώς και την σχετική
ενηµέρωση των οικείων τους, των νοµικών τους εκπροσώπων και της
∆ιεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού.
9. Αναφορικά µε πρόσωπα που έχουν αφεθεί ελεύθερα ύστερα από
παράνοµη κράτηση ως µέτρο αντιτροµοκρατικής πολιτικής, κρίνουµε
επιτακτικά τα ακόλουθα:
(α) Την εξασφάλιση του επαναπατρισµού τους, εφόσον δεν διατρέχουν
εκ νέου κίνδυνο αυθαίρετης κράτησης, βασανιστηρίων, µη δίκαιης δίκης
ή επιβολής της θανατικής ποινής.
(β) Την παροχή σε όσους το επιθυµούν του δικαιώµατος αίτησης ασύλου.
(γ) Την άµεση καταβολή δίκαιων αποζηµιώσεων για την ηθική και υλική
βλάβη που έχουν υποστεί.
211
ΨΗΦΙΣΜΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ
ΕΛΛΗΝΟΡΘΟ∆ΟΞΗΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ, ΤΗΣ ΙΜΒΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΝΕ∆ΟΥ,
ΕΞ ΑΦΟΡΜΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ Ε∆∆Α ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ
ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΣΧΟΛΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΡΚΙΑΣ.
Η Οµάδα Νέων του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου για τα ∆ικαιώµατα
του Ανθρώπου,
EΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ την προστασία που παρέχουν στην
ελληνορθόδοξη µειονότητα της Κωνσταντινούπολης ειδικά τα άρθρα 37 -
44 της Συνθήκης της Λωζάννης καθώς και γενικότερα το άρθρο 27 του
∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά και Πολιτικά ∆ικαιώµατα, όπως
αυτό ερµηνεύεται από το Γενικό Σχόλιο υπ’αριθµόν 23 -General
Comment No. 23 της 8ης Απριλίου 1994, CCPR/C/21/Rev.1/Add.5-, η
Οικουµενική ∆ιακήρυξη των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου καθώς και η
∆ιακήρυξη της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωµένων Εθνών για τις
Εθνικές ή Εθνοτικές, Θρησκευτικές και Γλωσσικές Μειονότητες της 18ης
∆εκεµβρίου 1992 -Α/RES/47/135 , όπου, κατά την διάταξη της
παραγράφου 1 του άρθρου 4 ιδίως, «States shall take measures where
required to ensure that persons belonging to minorities may exercise fully
and effectively all their human rights and fundamental freedoms without
any discrimination and in full equality before the law.»,
ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ ότι η Ευρωπαϊκή Σύµβαση των ∆ικαιωµάτων του
Ανθρώπου απαγορεύει κάθε διάκριση για οποιοδήποτε λόγο και ρητά δε
τις διακρίσεις για λόγους αναφερόµενους στη θρησκεία, στη γλώσσα ή
στην εθνική καταγωγή. (ά. 14 ΕΣ∆Α),
212
ΚΑΤΑΘΕΤΟΝΤΑΣ την αδιαµφισβήτητη αλήθεια των αριθµών: η
Ελληνική µειονότητα της Κωνσταντινούπολης, της Ίµβρου και της
Τενέδου, η προστατευόµενη από τη Συνθήκη της Λωζάννης, των 130
χιλιάδων (1923) , δεν αριθµεί πλέον, περισσότερους των 3 χιλιάδων, όταν
η έτερη από τη Συνθήκη της Λωζάννης προστατευόµενη µειονότητα,
αυτή των µουσουλµάνων της ∆υτικής Θράκης, των 86 χιλιάδων (1923),
εγγίζει σήµερα τις 120 χιλιάδες, ευηµερεί, και απολαµβάνει καθεστώτος
ισονοµίας, και ισοπολιτείας, όπως άλλωστε δικαιούται,
ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ πως, η από του 1974 απόφαση του Yargıtay -
Ανωτάτου Ακυρωτικού ∆ικαστηρίου της Τουρκίας-, η οποία έχει
επιτρέψει την, αναδροµική µάλιστα, αρπαγή του µεγαλυτέρου µέρους της
ακίνητης περιουσίας των µειονοτικών ιδρυµάτων, της κτηθείσης από το
1936, τελεί εν ισχύι και εξακολουθεί να αποτελεί βάση αρπαγής εκ
µέρους του τουρκικού ∆ηµοσίου των µειονοτικών ιδρυµατικών
περιουσιών,
ΤΟΝΙΖΟΝΤΑΣ το εύρος της έννοιας και, συνακόλουθα, της προστασίας
της ιδιοκτησίας όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 1 του Πρώτου
Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣ∆Α («Every natural or legal person is
entitled to the peaceful enjoyment of his possessions.»),
ΧΑΙΡΕΤΙΖΟΥΜΕ την απόφαση της 9ης Ιανουαρίου 2007 του Ε∆∆A
στην υπόθεση Fener Rum Erkek Lisesi Vakfı (Μεγάλη του Γένους
Σχολή) κατά Τουρκίας, σχετικά µε ακίνητο της πρώτης που
απαλλοτριώθηκε παράνοµα, και την επιδίκαση της υποχρέωσης της
επιστροφής αυτού εντός προθεσµίας τριών µηνών, άλλως, της
καταβολής αποζηµίωσης ύψους 890 χιλιάδων ευρώ,
213
ΑΞΙΩΝΟΥΜΕ την πλήρη και άµεση συµµόρφωση της Τουρκίας προς
την απόφαση,
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ την πραγµατική συµµόρφωση αυτής µε τις διατάξεις της
ΕΣ∆Α όπως αυτές ερµηνεύονται στην απόφαση, δια της οποίας, τα
οµογενειακά ιδρύµατα της ελληνορθόδοξης µειονότητας της
Κωνσταντινούπολης, της Ίµβρου και της Τενέδου, αναγνωρίζονται ως οι
µόνοι νόµιµοι κύριοι σύνολης της ακίνητης περιουσίας, την οποία, το
τουρκικό κράτος έχει χαρακτηρίσει «κατειληµµένα» και οικειοποιηθεί
παράνοµα,
ΑΞΙΩΝΟΥΜΕ από την Τουρκία να σεβαστεί εν γένει τα δικαιώµατα της
ελληνορθόδοξης µειονότητας, ιδίως την θρησκευτική ελευθερία (άρθρο 9
ΕΣ∆Α) και το δικαίωµα στην οµογενειακή εκπαίδευση (άρθρο 41 Συνθ.
Λωζάννης, όπως αυτό ενίσχυσαν η Μορφωτική Συµφωνία του 1951 και
το Μορφωτικό Πρωτόκολλο του 1968, και άρθρο 4§3 ∆ιακήρυξης
Γενικής Συνέλευσης Ηνωµένων Εθνών του 1992 για τις Μειονότητες),
ΚΑΛΟΥΜΕ την Τουρκία να αναγνωρίσει την Οικουµενικότητα του
Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, ως της πνευµατικής κεφαλής 200
εκατοµµυρίων ορθοδόξων ανά την υφήλιο, καθώς και την νοµική
υπόστασή του, την αρµόζουσα στο διεθνή χαρακτήρα του, όπως επίσης
και να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία του θεσµού και το
σεβασµό όλων των δικαιωµάτων του,
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ να διασφαλίσει την επαναλειτουργία της Θεολογικής
Σχολής της Χάλκης καθώς και κάθε εκπαιδευτικού ιδρύµατος της
ελληνορθόδοξης µειονότητας,
214
ΑΞΙΩΝΟΥΜΕ την παύση του εποικισµού των αφελληνιζόµενων Ίµβρου
και Τενέδου, όπου, οι οµογενείς κάτοικοι υπολείπονται πλέον του
αριθµού των 500, την αποµάκρυνση των εποίκων, την εφαρµογή του
άρθρου 14 της Συνθήκης της Λωζάννης και την άρση της απαγόρευσης
της διδασκαλίας εκεί της ελληνικής γλώσσας,
ΖΗΤΟΥΜΕ την άµεση συµµόρφωση της Τουρκίας προς την υποχρέωσή
της προς παροχή πραγµατικής και αποτελεσµατικής προστασίας σε κάθε
δικαιούµενο ενώπιον των αρχών της, δικαστικών και λοιπών (άρ. 13
ΕΣ∆Α),
ΖΗΤΟΥΜΕ από τα θεσµικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη µη
αποδοχή της Τουρκίας ως κράτους-µέλους της Ένωσης αν δεν
πληρωθούν εκ µέρους της τα τρία κριτήρια προσχώρησης όπως αυτά
διατυπώθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο στην Κοπεγχάγη (1993) και
ενισχύθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο στη Μαδρίτη (1995), ιδίως το
πολιτικό κριτήριο που απαιτεί σταθερότητα θεσµών που εγγυώνται τη
δηµοκρατία, το κράτος δικαίου, τα δικαιώµατα του ανθρώπου και το
σεβασµό και την προστασία των µειονοτήτων. Καταδικάζουµε συνεπώς
την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου για έναρξη των ενταξιακών
διαπραγµατεύσεων της Τουρκίας µε την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να
πληρούται το παραπάνω κριτήριο. Τέλος τονίζουµε ότι η συµµόρφωση
της Τουρκίας προς τις διεθνείς της υποχρεώσεις και το κοινοτικό
κεκτηµένο, καθώς και ο σεβασµός των δικαιωµάτων του ανθρώπου δεν
αποτελεί εκ µέρους της παραχώρηση, αλλά στοιχειώδη, αυτονόητη
υποχρέωσή της .
ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ από την Ελληνική Πολιτεία να υποστηρίξει και
διεκδικήσει επιτέλους µε κάθε νόµιµο τρόπο, και ενώπιον οιασδήποτε
215
αρχής, Τουρκικής και διεθνούς, άπαντα τα δικαιώµατα της
ελληνορθόδοξης µειονότητας της Κωνσταντινούπολης, της Ίµβρου και
της Τενέδου.
216
ΨΗΦΙΣΜΑ
ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ.
Η Οµάδα Νέων του ΙΜ∆Α,
Α. ∆ιαπιστώνοντας µε ανησυχία ότι η κλιµατική αλλαγή αποτελεί πλέον
αναντίρρητη πραγµατικότητα, δεδοµένου ότι
(α) στη διάρκεια του 20ού αιώνα, η µέση θερµοκρασία του πλανήτη έχει
αυξηθεί κατά 0,6°C, ενώ σε παγκόσµια κλίµακα, τα 10 θερµότερα έτη
όλων των εποχών έχουν καταγραφεί µετά το 1991
(β) Οι συγκεντρώσεις αερίων του θερµοκηπίου είναι σήµερα οι
υψηλότερες των τελευταίων 450 000 ετών και προβλέπεται ότι θα
συνεχίσουν να αυξάνονται
Β. Επισηµαίνοντας ότι οι προερχόµενες από ανθρώπινες δραστηριότητες
κλιµακούµενες εκποµπές διοξειδίου του άνθρακα, µεθανίου, οξειδίου του
νατρίου, όζοντος και βιοµηχανικών αερίων προκαλούν το λεγόµενο
«ενισχυµένο φαινόµενο του θερµοκηπίου» (enhanced greenhouse effect),
µε αποτέλεσµα έως το 2100:
(α) οι µέσες θερµοκρασίες να αυξηθούν (σε σύγκριση µε τις
θερµοκρασίες του 1990) κατά 1,4 έως 5,8 °C σε ολόκληρο τον πλανήτη
(β) η µέση στάθµη της θάλασσας να ανέβει από 9 µέχρι 88 εκατοστά
κυρίως εξαιτίας της θερµικής επέκτασης των ανωτέρων στρωµάτων των
ωκεανών και εν µέρει λόγω της σταδιακής τήξης των πάγων
217
(γ) να πολλαπλασιαστούν κρούσµατα ακραίων καιρικών φαινοµένων,
όπως καταστροφικές βροχοπτώσεις, παρατεταµένοι καύσωνες και µακρές
περίοδοι ξηρασίας
Γ. Έντονα θορυβηµένοι από το γεγονός ότι ήδη 1.7 δισεκατοµµύρια
άνθρωποι (ήτοι το ένα τρίτο του παγκόσµιου πληθυσµού) ζουν σε
περιοχές που πλήττονται από λειψυδρία, ενώ µέχρι το 2025 προβλέπεται
ο πληττόµενος πληθυσµός να ανέλθει στα 5 δισεκατοµµύρια.
∆. Επισηµαίνοντας ότι το θαλάσσιο περιβάλλον υποβαθµίζεται σε δύο
επίπεδα:
(α) σε επίπεδο ζωικών και φυτικών πληθυσµών, εξαιτίας µολύνσεων,
ευτροφισµού, απόληψης υλικών σε µεγάλη κλίµακα και εισαγωγής
παθογόνων ουσιών
(β) σε επίπεδο των θέσεων όπου αναπτύσσονται οι πληθυσµοί αυτοί,
εξαιτίας κυρίως κατασκευών και τεχνικής διάβρωσης του εδάφους
(αγκυροβόληµα ή ναυσιπλοΐα)
Ε. Λαµβάνοντας υπ’ όψιν ότι σύµφωνα µε ευρήµατα του Millennium
Ecosystem Assessment, περίπου τα δύο τρίτα των υπηρεσιών που
παρέχουν τα οικοσυστήµατα σε παγκόσµιο επίπεδο υποβαθµίζονται,
λόγω της υπέρµετρης εκµετάλλευσης, της δηµογραφικής αύξησης και της
αύξησης της κατά κεφαλήν κατανάλωσης µε συνέπειες όπως:
(α) τη ραγδαία συρρίκνωση των αλιευτικών αποθεµάτων, την ευρύτατα
διαδεδοµένη απώλεια της γονιµότητας του εδάφους και τη µειωµένη
ικανότητα κατακράτησης των πληµµυρικών υδάτων
(β) την πρόκληση δυσαναπλήρωτων απωλειών σε διάφορα
οικοσυστήµατα, όπως τα τροπικά δάση, οι υγρότοποι, οι ξηρότοποι, τα
218
οικοσυστήµατα των νήσων, τα εύκρατα δασικά οικοσυστήµατα, τα
οικοσυστήµατα της µακρόβιας βλάστησης και τα κοραλλιογενή
φράγµατα.
(γ) την καταγραφή ρυθµών εξαφάνισης των ειδών περίπου εκατό φορές
υψηλότερων, µε αποτέλεσµα να υπάρχει κίνδυνος να σηµειωθεί ένα νέο
φαινόµενο «µαζικής εξαφάνισης ειδών» που µέχρι σήµερα δεν έχει
παρατηρηθεί από την εποχή των δεινοσαύρων.
ΣΤ. Τονίζοντας ότι η απροθυµία ορθής διαχείρισης των αποβλήτων
πάσης φύσεως αυξάνει εκθετικά τους κινδύνους για τη δηµόσια υγεία και
προκαλεί ανεπανόρθωτη επιβάρυνση του φυσικού περιβάλλοντος.
Η. ∆ιευκρινίζοντας ότι η ατµοσφαιρική ρύπανση κυρίως µέσω ρύπων
όπως το τροποσφαιρικό όζον και τα σωµατίδια, αποτελούν τοπικό αλλά
και διασυνοριακό πρόβληµα, µε άµεσες επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία,
την χλωρίδα και πανίδα και τις γεωργικές καλλιέργειες.
Για τους λόγους αυτούς,
1. Κρίνουµε επιτακτικό τον καθολικό σεβασµό του δικαιώµατος στο
περιβάλλον.
2. Ζητούµε την αποτελεσµατική εφαρµογή από τα συµβαλλόµενα
µέρη της περιφερειακής Σύµβασης του Άαρχους «για την
πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συµµετοχή του κοινού στη λήψη
αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά
θέµατα» και προτείνουµε τη σύναψη σύµβασης µε ανάλογο
περιεχόµενο σε διεθνές επίπεδο.
219
3. Θεωρούµε ότι η επιβαλλόµενη από το Πρωτόκολλο του Κιότο
υποχρέωση µείωσης των εκποµπών αερίων του θερµοκηπίου κατά
5% την περίοδο 2008-2012 αποτελεί το minimum της οφειλόµενης
συµβολής των συµβαλλοµένων κρατών στον περιορισµό των
επικίνδυνων ανθρωπογενών επιδράσεων στο κλιµατικό σύστηµα
και κρίνουµε προσχηµατική την για οιουσδήποτε λόγους άρνηση
κυρώσεώς του.
4. Θέτουµε ως ζήτηµα ζωτικής προτεραιότητας την ευρύτερη
αξιοποίηση των ανανεώσιµων πηγών ενέργειας και την περαίτερω
ανάπτυξη και εφαρµογή των τεχνολογιών εκµετάλλευσής τους.
5. Κρίνουµε αναγκαία τη χάραξη µιας συντονισµένης και θαρραλέας
πολιτικής στον τοµέα του αστικού περιβάλλοντος, µε στοχευµένες
ενέργειες σε ζητήµατα όπως:
(α) το σχεδιασµό ενός βιώσιµου συστήµατος αστικών µεταφορών,
(β) τη δόµηση που προάγει την ενεργειακή αποδοτικότητα,
(γ) την πρόληψη της διάδοσης και την ανακύκλωση των
αποβλήτων και λοιπών απορριµµάτων.
220
ΨΗΦΙΣΜΑ
ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΒΙΑΣ.
Η Οµάδα Νέων του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου για τα ∆ικαιώµατα
του Ανθρώπου (O. N. IΜ∆Α),
Εξαιρετικά θορυβηµένη από τις πρόσφατες εκδηλώσεις αστυνοµικής βίας
και κατάλυσης θεµελιωδών συνταγµατικών δικαιωµάτων που είδαν το
φως της δηµοσιότητας, σε συνδυασµό και µε προηγούµενες υποθέσεις
εξευτελιστικής µεταχείρισης και χρήσης παράνοµης βίας από αστυνοµικά
όργανα. (Ενδεικτικά αναφέρονται η χωρίς προηγούµενο βάναυση
µεταχείριση των δύο κρατουµένων στο Αστυνοµικό Τµήµα Οµονοίας,
του 19χρονου φοιτητή της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ και του
24χρονου Κύπριου φοιτητή στη Θεσσαλονίκη).
∆ιαπιστώνοντας πως οι πρακτικές που χρησιµοποιήθηκαν από το
Αστυνοµικό Τµήµα Οµονοίας, οι οποίες και δεν αποτελούν µεµονωµένο
φαινόµενο όπως διαπιστώνεται σε σχετικές Εκθέσεις ∆ιεθνών
Οργανισµών, αποτελούν βασανιστήρια, απάνθρωπη και εξευτελιστική
µεταχείριση, πρακτικές που απαγορεύονται ρητά και κατηγορηµατικά
από το διεθνές νοµικό πλαίσιο (ενδεικτικά α. 5 Οικουµενικής
∆ιακήρυξης των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου, α. 3 και 7 Σύµβασης ΟΗΕ
κατά των Βασανιστηρίων, α. 7 του ∆ιεθνούς Συµφώνου για τα Ατοµικά
και Πολιτικά ∆ικαιώµατα, α. 3 ΕΣ∆Α), που δεσµεύει την Ελλάδα µε
αυξηµένη τυπική ισχύ βάσει του α.28 Σ αλλά και από το σχετικό εθνικό
δικαιικό πλαίσιο (α. 7 παρ. 2 Σ, 278 παρ.2 ΚΠ∆, άρθρα 1, 3,7 Κώδικα
∆εοντολογίας του Αστυνοµικού).
221
Επισηµαίνοντας την συχνά ρατσιστική συµπεριφορά οργάνων των
διωκτικών αρχών απέναντι σε οικονοµικούς µετανάστες, πρόσφυγες και
αιτούντες άσυλο κατά τρόπο που συνιστά κατάφωρη προσβολή της
αξιοπρέπειας και της προσωπικότητας του ανθρώπου και επιπροσθέτως
απαγορευµένη διακριτική µεταχείριση ( α.14 ΕΣ∆Α και α.5 παρ.2 Σ).
Υπογραµµίζοντας πως υποχρέωση των Αστυνοµικών Αρχών είναι η
διασφάλιση της προστασίας των πολιτών και η διατήρηση της
ειρήνευσης των εννόµων αγαθών ασκούµενη πάντοτε στα πλαίσια της
αρχής της νοµιµότητας και της αναλογικότητας, βασικών συνιστωσών
του νοµικού µας πολιτισµού. (Ως εκ τούτου, δεδοµένης και της αρχής in
dubio pro reo δεν νοείται τα αστυνοµικά όργανα να υπερβαίνουν τα όρια
της άσκησης των νοµίµων αρµοδιοτήτων τους (α.17 ΕΣ∆Α κατάχρηση
δικαιώµατος, α. 25 παρ.1 Σ) σε βαθµό µάλιστα που να προσβάλλουν τα
διεθνώς και εθνικά κατοχυρωµένα δικαιώµατα του κάθε υπόπτου και όχι
µόνο του κατηγορουµένου, ώστε οι ενέργειες αυτές να συνιστούν
κατάχρηση της αστυνοµικής εξουσίας).
Επισηµαίνοντας την παραβίαση του α. 5 ΕΣ∆Α για την προσωπική
ελευθερία και ασφάλεια λόγω της µη τήρησης της νόµιµης διαδικασίας
σύλληψης και προσωρινής κράτησης, φαινόµενο που τείνει να καταστεί
επικίνδυνο στα πλαίσια της αυθαιρεσίας των δυνάµεων καταστολής. Η
κατάσταση αυτή εκτραχύνεται, καθώς από µέτρο που επιβάλλεται σε
όλως εξαιρετικές περιπτώσεις έχει µετατραπεί σε «προκαταβολική έκτιση
ποινής» κατά απόλυτη παραβίαση του τεκµηρίου αθωότητας.
Σηµειώνοντας τις καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού
∆ικαστηρίου ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου Zelilof v. Greece, της
24/5/2007, Dougoz v. Greece, της 06/06/2006, Bekos and Koutropoulos
222
v. Greece, της 13/12/2005 σχετικά µε παραβιάσεις του α. 3 ΕΣ∆Α
(απαγόρευση βασανιστηρίων και απάνθρωπης και εξευτελιστικής
µεταχείρισης), καθώς και της Έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για
την Απαγόρευση των Βασανιστηρίων, Απάνθρωπης και Εξευτελιστικής
Μεταχείρισης της 20/12/2006.)
Αντιδρώντας στις απόπειρες ηθικής και νοµικής δικαιολόγησης, αλλά και
συγκάλυψης οιασδήποτε µορφής βασανισµού και παράνοµης βίας.
Ψέγοντας τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης ανά την ελληνική
επικράτεια.
Καταδικάζοντας απερίφραστα την πρόσφατη αντισυνταγµατική,
ρατσιστική και παραβιάζουσα τα δικαιώµατα του ανθρώπου πρακτική
της Ελληνικής Αστυνοµίας που αποτελεί στίγµα για την ελληνική
πολιτεία και την ελληνική δικαιοσύνη
Θεωρεί απαραίτητη την άµεση λήψη των ακόλουθων µέτρων:
1. ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ την ανεξαίρετη και καθολική συµµόρφωση µε την
αρχή της απόλυτης απαγόρευσης κάθε είδους βασανιστηρίων και
σκληρής, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής µεταχείρισης και χρήσης
παράνοµης βίας.
2. ΠΡΟΒΑΛΛΟΥΜΕ ως επιβεβληµένη την άµεση απόταξη όλων των
εµπλεκοµένων και ανεξαρτήτως βαθµού από το Σώµα της Ελληνικής
Αστυνοµίας, θεωρώντας αυτονόητη την εξάντληση της αυστηρότητας
στα πρόσωπά τους,
223
3. ΖΗΤΟΥΜΕ την διενέργεια αµερόληπτων και ουσιαστικών –και όχι
εικονικών- ενόρκων διοικητικών εξετάσεων και την άµεση και χωρίς
χρονοτριβές προσαγωγή των εµπλεκοµένων ενώπιον της ελληνικής
ποινικής δικαιοσύνης,
4. ΖΗΤΟΥΜΕ την άµεση καταβολή δίκαιων αποζηµιώσεων για την
ηθική βλάβη, προσµετρωµένου και του νεαρού της ηλικίας των θυµάτων,
αλλά και για την υλική βλάβη που έχουν υποστεί τα θύµατα των
παρανόµων, παράτυπων και απάνθρωπων ενεργειών.
224
Η τραγωδία των πυρκαγιών…
Ψήφισµα µε προτάσεις για την αντιµετώπισή τους.
Εµείς, η Οµάδα Νέων του Ιδρύµατος Μαραγκοπούλου για τα
∆ικαιώµατα του Ανθρώπου, βλέποντας την πρωτοφανή καταστροφή που
χτύπησε τον τόπο µας, τους συνανθρώπους µας να χάνονται, τα δάση της
πατρίδας µας να καταστρέφονται, τη χώρα µας να σβήνει µέσα στις
φλόγες, και την ψυχή µας να καίγεται µαζί της, προβληµατιζόµενοι για
τις αιτίες της συµφοράς, βέβαιοι για τις επιτακτικές αναγκαιότητες του
µέλλοντος, εκφράζουµε την απέραντη θλίψη µας και την ασυγκράτητη
οργή µας, και απαιτούµε:
Α. Την άµεση διερεύνηση και τον εντοπισµό των αιτίων και των
δραστών:
Μία καταστροφή τέτοιου εύρους, και µε τέτοια χαρακτηριστικά
(ταυτόχρονη εκδήλωση τεραστίου πλήθους πυρκαϊών, συχνότατα
µάλιστα, µεταξύ άλλων, σε περιοχές όπου βρίσκονται υποδοµές
ενέργειας, κοµβικής σηµασίας για τη χώρα –Αλιβέρι, Μεγαλόπολη,
∆οµοκός-, περιοχές ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, περιοχές-αντικείµενα –
γνωστών στους παροικούντας την Ιερουσαλήµ- βλέψεων τουριστικής και
λοιπών ειδών «αξιοποίησης» αλλά και περιοχές υψηλού συµβολισµού
και ιστορικής σηµασίας –Ολυµπία, ναός Επικουρείου Απόλλωνος,
Ανδρίτσαινα κ.ά-, χρονική περίσταση κατάλληλη για επηρεασµό
κρισίµων για τη χώρα καταστάσεων –εκλογές- κ.ά ), δεν φαίνεται να
είναι τυχαία. ∆εν υπάρχει βεβαίως αµφιβολία ότι και η συγκυρία των
ισχυρών ανέµων και των υψηλών θερµοκρασιών συνέβαλε στη
διαµόρφωση της κατάστασης ως τελικά είχε. Ωστόσο τα χαρακτηριστικά
της καταστροφής καθιστούν πιθανότερο από κάθε άλλο το ενδεχόµενο να
225
πρόκειται για αποτέλεσµα οργανωµένου σχεδίου κατά της χώρας µας,
από όπου κι αν αυτό εκπορεύθηκε. Σε κάθε περίπτωση, τα
εξυπηρετούµενα από την καταστροφή συµφέροντα, είτε εντόπια είτε
ξένα είτε συνδυασµός των προαναφερθέντων, µπορούν να µας
βοηθήσουν να κατευθυνθούµε, µετά από επισταµένες έρευνες, προς
συγκεκριµένες απαντήσεις (οι οποίες αποτελούν προϋπόθεση για να τεθεί
ένα τέλος στην ενθαρρυντική για τους εµπρηστές ατιµωρησία). Η
έλλειψη, τέλος, οργάνωσης τόσο –και κυρίως- σε επίπεδο πρόληψης, όσο
και σε επίπεδο πυρόσβεσης, κατέλυσε το βασικό ανασχετικό της
καταστροφής µέσο. Η απάντηση στα ερωτηµατικά που έχουν
διαµορφωθεί στη σκέψη του κάθε πολίτη, που ακούστηκαν σε όλες τις
συζητήσεις των ηµερών, αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας ενώ επίσης
καταδεικνύει και το βαθµό της ανεξαρτησίας της τόσο από αθέµιτα
κίνητρα όσο και από έξωθεν επεµβάσεις.
Με βάση τις παραπάνω σκέψεις, ζητούµε:
Ι. την άµεση διερεύνηση των αιτίων της καταστροφής, και τον εντοπισµό
των ενόχων, ηθικών και φυσικών αυτουργών και συνεργών.
ΙΙ. την παραδειγµατική τιµωρία των ενόχων µε τον τρόπο που
προβλέπεται για τον καθένα στα πλαίσια της ελληνικής έννοµης τάξης
(και ενδεχοµένως στο πλαίσιο των ειδικοτέρων προβλέψεων του
Ποινικού Κώδικα για το οργανωµένο έγκληµα εφόσον αποδειχθεί ότι
πληρούνται οι προϋποθέσεις του), αλλά και στο πλαίσιο της διεθνούς
δικαιοταξίας, σε περίπτωση πλήρωσης των προϋποθέσεων που αυτή
ορίζει.
226
ΙΙΙ. Την αντιµετώπιση τυχόν νοµοτεχνικών και ουσιαστικών ατελειών και
την εν συνεχεία απαρέγκλιτη εφαρµογή των διατάξεων των άρθρων 264
~267 του Ποινικού µας Κώδικα.
Ενδεικτικά παραθέτουµε προβληµατισµούς µας επί του άρθρου 265ΠΚ:
Στα πλαίσιά του προβλέπεται διαφοροποίηση στην τιµώρηση µεταξύ της
περίπτωσης εµπρησµού που έχει ως αποτέλεσµα την επέκταση της
φωτιάς σε µεγάλη έκταση, από την περίπτωση του εµπρησµού που έχει
τελεσθεί από ιδιοτέλεια ή κακοβουλία ή που έχει ως αποτέλεσµα την
καταστροφή ιδιαίτερα µεγάλης έκτασης.
Κατ’αρχήν πιστεύουµε ότι η χρήση των εννοιών µεγάλη έκταση» και
«ιδιαίτερα µεγάλη έκταση», διαµορφώνει πεδίο αοριστίας στα πλαίσια
της διάταξης. Τί χαρακτηρίζεται ως µεγάλη έκταση και πώς
διαφοροποιείται από την ιδιαίτερα µεγάλη έκταση; Εδώ σκόπιµο θα ήταν
είτε να προσδιορισθεί ακριβέστερα το περιεχόµενο των
προαναφερθεισών εννοιών –µε τρόπο πάντως ώστε να αποφεύγονται οι
κίνδυνοι που πηγάζουν από τυχόν αποκλειστικά αριθµητικό
προσδιορισµό-, είτε ίσως να καταργηθεί η διάκριση αυτή. Σε κάθε
περίπτωση πάντως, πιστεύουµε ότι θα πρέπει να προσδιορισθούν µε
περισσότερη ακρίβεια, τα κριτήρια βάσει των οποίων θα
πραγµατοποιείται ο προσδιορισµός της βαρύτητας της ευθύνης του
δράστη, λαµβανοµένων υπόψη όλων των πραγµατικών δεδοµένων που
είναι δυνατόν να την διαφοροποιούν στην εκάστοτε συγκεκριµένη
περίπτωση. Παραδείγµατος χάριν, πέρα από το ίδιο το κριτήριο της
καταστραφείσας έκτασης, σηµασία έχει και η µέθοδος που υιοθέτησε ο
δράστης, ο αριθµός και η απόσταση µεταξύ των διαφορετικών εστιών
που δηµιούργησε, το κατά πόσον µε τον τρόπο που σχεδίασε τον
εµπρησµό απείλησε ανθρώπινες ζωές κ.ά.
Eπίσης ο διαχωρισµός µεταξύ τέλεσης µε απλή πρόθεση ή µε πρόθεση
συνοδευόµενη από τα κίνητρα ιδιοτέλειας ή κακοβουλίας είναι εν
227
προκειµένω κατά τη γνώµη µας περιττός, καθώς εάν αποδειχθεί πρόθεση
στον εµπρησµό δάσους θα υπάρχει κατά κανόνα και κίνητρο
κακοβουλίας ή ιδιοτέλειας!
Επιπροσθέτως, η χρηµατική ποινή που ορίζεται στο ά. 264 ΠΚ (1 ~10
εκατοµµύρια δραχµές) θα πρέπει τουλάχιστον να διπλασιασθεί ούτως
ώστε να εκπροσωπεί την σοβαρότητα των αναγκών που προκύπτουν από
τους εµπρησµούς. Επιπλέον θα ήταν χρήσιµο, να παρεχόταν το σύνολο
αυτών των χρηµατικών ποινών στις αρµόδιες αρχές για την αναδάσωση
των καταστρεφοµένων δασικών εκτάσεων, ούτως ώστε να
αντιµετωπίζονται άµεσα οι συνέπειες των εµπρησµών.
ΙV. την άµεση σύλληψη και τιµωρία οιωνδήποτε µελλοντικών
καταπατητών των καµένων δασικών εκτάσεων, βάζοντας τέλος στο όργιο
παρανοµίας που ακολουθεί τον εµπρησµό τους, µε σκοπό την
ανοικοδόµηση τους.
V. την ανάλογη αντιµετώπιση των υπαιτίων κρατικών και µη οργάνων
για την ανοικοδόµηση τέτοιων εκτάσεων -συµβολαιογράφων,
υποθηκοφυλάκων, δασικών υπαλλήλων, αστυνοµικών, υπαλλήλων
πολεοδοµικών γραφείων, υπαλλήλων ∆ΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥ∆ΑΠ, µηχανικών,
αρχιτεκτόνων, υπαλλήλων ΟΤΑ κ. ά.-, όταν συµµετέχουν στην
προαναφερόµενη εγκληµατική δραστηριότητα.
VI. την παραδειγµατική τιµωρία των ιθυνόντων για την προστασία των
δασών και του φυσικού περιβάλλοντος, όταν καταδεικνύουν
εγκληµατική αδράνεια, ολιγωρία και ανευθυνότητα κατά την εκτέλεση
του έργου τους.
228
Β. Τη διαµόρφωση, επιτέλους, οργανωµένου συστήµατος πρόληψης
πυρκαϊών σε όλη την επικράτεια.
Ζητούµε συγκεκριµένα:
Ι. τη θέσπιση αρµοδιότητας των ∆ήµων και Νοµαρχιών προς
συγκρότηση, επάνδρωση βάσει των πραγµατικών αναγκών και
αποτελεσµατικό εξοπλισµό µε τα πλέον σύγχρονα µέσα, Σώµατος
∆ασοφυλάκων, υπευθύνων της δασοπροστασίας κατά τα όρια του
εδάφους του Νοµού τους.
Ειδικότερες αναγκαιότητες:
1. η εξειδικευµένη, πλήρης και διαρκής εκπαίδευση των µελών του
Σώµατος,
2. η εγκατάσταση δοµών επιτήρησης των δασικών εκτάσεων,
3. η συστράτευση του όποιου σύγχρονου τεχνικού µέσου εντοπισµού
υλικών ή µηχανισµών εµπρηστικών, ή απόπειρας εµπρησµού,
4. η απόκτηση υλικού ενδοεπικοινωνίας στα πλαίσια του
προπεριγραφέντος συστήµατος, ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα
άµεσης κινητοποίησης,
Επίσης απαιτούνται:
1. διαρκείς περιπολίες στις δασικές εκτάσεις,
2. διάνοιξη δασικών οδών, µονοπατιών και γυµνών ζωνών
πυρασφαλείας
229
3. διαµόρφωση σταθµών ανεφοδιασµού ύδατος,
4. ενέργειες συντήρησης των υποδοµών της πυροπροστασίας και
πυρόσβεσης,
6. συστηµατικός καθαρισµός του δάσους, αποµάκρυνση χόρτων,
χαµοκλάδων, ή λοιπών ευφλέκτων αποβλήτων προς αποσόβηση
της πιθανότητας ανάφλεξής τους και την ανάληψη εργασιών
προληπτικής δασοκοµίας, µε στόχο τη µείωση του κινδύνου
πυρκαγιάς.
ΙΙ. την αξιοποίηση και ενίσχυση των δυνάµεων της ∆ασικής Υπηρεσίας,
της οποίας η αδρανοποίηση συνυπονόµευσε την ασφάλεια των δασών,
ώστε να συµβάλει και αυτή στη διαδικασία πρόληψης των πυρκαϊών.
ΙΙΙ. την διασφάλιση του συνεχούς αξιοµάχου των υπαρχόντων µέσων
πυρόσβεσης και την άµεση ενίσχυση του δυναµικού τους.
ΙV. την µελετηµένη και στοχευµένη αξιοποίηση των εθελοντικών
δυνάµεων, την διαρθρωτική σύνθεσή τους ανά περιοχή και σκοπιµότητα
συνδροµής τους και την προώθηση τού στα σπάργανά του ήδη
ευρισκοµένου περιβαλλοντικού εθελοντισµού. (Η συστηµατικά
οργανωµένη και σταθερή, µόνιµη δραστηριοποίηση των εθελοντικών
δυνάµεων για την φύλαξη και την άµυνα των δασικών περιοχών κατά το
παράδειγµα άλλων χωρών θα µπορούσε να διασφαλίσει θετικότατα
αποτελέσµατα).
V. την λελογισµένη και βασισµένη σε σύγχρονες, επιστηµονικά
εγκεκριµένες µεθόδους διαχείριση των αστικών απορριµµάτων. Τόσο η
230
πρόχειρη (ουδέν βεβαίως µονιµότερον του προσωρινού) συγκέντρωσή
του σε παράνοµες χωµατερές όσο και η επίσηµη πλέον ουσιαστική
καταδίκη εκτάσεων ως χωµατερών, υπονοµεύει βάναυσα την ασφάλεια
των παρακειµένων δασικών εκτάσεων και δασών, καθώς και γενικότερα
το περιβάλλον της οικείας περιοχής.
VI. την εκπόνηση ειδικών µελετών και την ενθάρρυνση σχεδίων δοκιµών
και επίδειξης νέων µεθόδων, τεχνικών και τεχνολογιών, οι οποίες
στοχεύουν στην βελτίωση της αποτελεσµατικότητας της δράσης, όπως
άλλωστε Κανονισµοί και κοινοτικές Κοινές ∆ράσεις έχουν inter alia
προβλέψει από ετών ~βλ. π.χ τον Κανονισµό 2158 /1992 ΕΟΚ του
Συµβουλίου της 23ης Ιουλίου 1992, ΕΕ L 217, σελ. 3.
VII. την –για τις περιπτώσεις εσχάτου κινδύνου- εξαντλητική
κατάστρωση λεπτοµερούς σχεδίου εκκένωσης των πληττοµένων
οικισµών και ασφαλούς διαφυγής των κατοίκων τους. Τα Σώµατα της
Αστυνοµίας και της Τροχαίας θα συνεπικουρούν τις εργασίες αυτές,
εκπαιδευόµενα ειδικά προς τούτο.
VIII. την διαρκή επιβεβαίωση της ετοιµότητας του ΕΚΑΒ και του ΕΣΥ
για την ιατροφαρµακευτική υποστήριξη των πληγέντων, την ετοιµότητα
έπειτα λοιπών αρµοδίων προς φρούρηση της δηµόσιας υγείας και
αποφυγή περαιτέρω διακινδύνευσής της.
IX. την τακτική επιµόρφωση των εµπλεκοµένων φορέων.
X. την εξέταση της σκοπιµότητας θέσπισης κανονισµών ελεγκτικών της
εισόδου στα δάση προς ενίσχυση του πλαισίου της προστασίας τους.
231
XI. την δροµολόγηση εκστρατειών ενηµέρωσης και ευαισθητοποίησης.
XII. την πρόβλεψη της ενεργοποίησης υπό την Γενική Γραµµατεία της
Πολιτικής Προστασίας και τον Υπουργό των Εσωτερικών, κατά τον
κρίσιµο χρόνο κατά τον οποίο λαµβάνεται η πληροφορία της πυρκαγιάς,
επιχειρησιακού κέντρου, πλήρως εξοπλισµένου τεχνολογικά, όπου η
παρουσία εκπροσώπων παντός αξιοποιήσιµου φορέως, θα προωθεί
άµεσα τον συντονισµό των δυνάµεων και την στόχευση έγκαιρα της
δράσης τους.
ΧΙΙΙ. την άµεση δηµιουργία Υπουργείου Περιβάλλοντος, µε αυξηµένες
αρµοδιότητες, κατά το πρότυπο της πλειονότητας των κρατών µελών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γ. την αναδάσωση άµεσα των καµένων δασών και δασικών εκτάσεων.
Ι. Λαµβάνοντας υπ’ όψιν την ύπαρξη 2.000.000 περίπου καµένων
στρεµµάτων ως αποτέλεσµα των προσφάτων καταστροφικών πυρκαγιών
και το γεγονός ότι αποτελεί τακτική των τελευταίων χρόνων στα 10
καµένα στρέµµατα να αναδασώνεται το ένα.
ΙΙ. Βασιζόµενοι στην αυξηµένη προστασία που παρέχει το Σύνταγµα και
οι νόµοι ~άρθρα 24 και 117Σ και Ν 998 /79~ στα δηµόσια ή ιδιωτικά
δάση και τις δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται
από πυρκαγιά ή που µε άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται, τα
οποία δεν αποβάλλουν εξ αιτίας αυτού του λόγου το χαρακτήρα που
είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέα και
αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισµό.
232
ΙΙΙ. Κρίνοντας αναγκαίο τον προσεκτικό σχεδιασµό της αναδάσωσης,
ώστε να καταστεί αποτελεσµατική,
1. απαιτούµε τον άµεσο προγραµµατισµό υποχρεωτικής αναδάσωσης
όλων των καµένων εκτάσεων κατ’ εφαρµογή της ρητής σχετικής
διάταξης του Ελληνικού Συντάγµατος (ά. 117Σ).
2. θεωρούµε επιβεβληµένη την άµεση συγκρότηση διεπιστηµονικής
επιτροπής απαρτιζόµενης από εδαφολόγους και δασολόγους που θα έχει
ως στόχο:
α. τη διασφάλιση του ορθότερου και αποτελεσµατικότερου τρόπου
αναδάσωσης των καµένων εκτάσεων,
β. την λήψη µέτρων για την αποφυγή της διάβρωσης και της απερήµωσης
του εδάφους, ενόψει και του χειµώνα,
γ. τον διαρκή έλεγχο για την µη οικοπεδοποίηση και οικοδόµηση ιδίως
των περιοχών που βρίσκονται στα όρια µεταξύ σχεδίου πόλεως και
δασών,
δ. την σταδιακή αποκατάσταση και όχι µόνο τη µερική αναπλήρωση του
τοπίου, µε τη λήψη κατάλληλων µέτρων και την φύτευση αρχικά
«πρόδροµων ειδών».
∆. την αποσαφήνιση και απόλυτη διακρίβωση του νοµικού πλαισίου
διαχείρισης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος δασών και δασικών
εκτάσεων.
Ζητούµε
233
Ι. την υποχρεωτική κήρυξη κάθε αποψιλούµενης δασικής έκτασης ως
αναδασωτέας µε µόνη την αντικειµενική διαπίστωση της συνδροµής των
σχετικών νόµιµων προϋποθέσεων, σε ευθεία γραµµή προς την πρόσφατη
νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας ~Ε΄ Τµήµα, 1104 /06~,
ΙΙ. την αυστηροποίηση του νοµικού πλαισίου σχετικά µε την εκτός
σχεδίου δόµηση και τα αυθαίρετα κτίσµατα πλησίον ή εντός δασικών
εκτάσεων παράλληλα προς την απάλειψη των σχετικών ειδικών
προνοµίων δόµησης που υφίστανται σε περιπτώσεις όπως η «παρόδια
δόµηση».
Κατ’ αποτέλεσµα,
1. την απόλυτη απαγόρευση ανοικοδόµησης σε δασικές εκτάσεις και την
άνευ ετέρου άµεση κατεδάφιση –µε έξοδα του ιδιοκτήτη- των
αυθαιρέτων κτισµάτων ως µόνη κύρωση σε περίπτωση σχετικής
παραβίασης (χωρίς δηλαδή την πρόβλεψη, διαζευκτικά, της επιβολής
προστίµου),
2. την απάλειψη της πρακτικής νοµιµοποίησης αυθαιρέτων κτισµάτων ή
µεταγενέστερης ένταξής τους σε «σχέδια πόλεως» προς άγραν ψήφων,
3. την ταχύτατη σύνταξη δασολογίου επί τη βάσει του δασικού χάρτη της
δεκαετίας του ‘70 και κατά τρόπο απαρέγκλιτο από αυτόν.
Ε. την αποζηµίωση άµεσα, ολικά και πραγµατικά των πληγέντων και
την πλήρη αποκατάσταση των συνθηκών οµαλής και παραγωγικής
διαβίωσής τους.
Ζητούµε:
234
Ι. την διασφάλιση αυτονόητα της προσωρινής ανεκτής στέγασης και της
σίτισης, της ιατροφαρµακευτικής και ψυχολογικής στήριξης απάντων
των παθόντων.
ΙΙ. την περαιτέρω ενίσχυση των εκτάκτων βοηθηµάτων και επιδοµάτων
και την δίκαιη καταβολή τους άµεσα. Οιαδήποτε γραφειοκρατική
αγκύλωση δεν χωρεί.
ΙΙΙ. την άµεση, πλήρη και αληθή καταγραφή των µη υφισταµένων πλέον,
µερικά έστω, κατοικιών, αγροικιών, καταστηµάτων και επιχειρήσεων,
καλλιεργειών, του πυρποληµένου γεωργικού κεφαλαίου, φυτικού και
ζωικού, των αποσυσταθέντων αγροτικών υποδοµών. Θα αναµένουµε
έπειτα αποζηµιώσεις ισοσταθµίζουσες ολικά τις απώλειες.
ΙV. την εξέταση οπωσδήποτε της δυνατότητας απαλλαγής των παθόντων,
της µερικής έστω, από της υποχρέωσης συµµόρφωσης προς
ασφαλιστικές, φορολογικές, ή δανειοληπτικές υποχρεώσεις έως τέλους
του έτους τουλάχιστον, και πάντως της δυνατότητας παράτασης της
σχετικής εξαγγελθείσης αναστολής πέραν του εξαµήνου.
V. την ενίσχυση ειδικά των πληγέντων αγροτών, µέσω της
µακροχρόνιας, βάσει συγκεκριµένου σχεδιασµού επιδότησης της
αγροτικής δραστηριότητας.
VΙ. την κατάστρωση, δροµολόγηση και υλοποίηση άµεσα προγραµµάτων
αποκατάστασης και ανοικοδόµησης των πληγέντων οικισµών.
235
VIΙ. την προώθηση έγκαιρα τεχνικών εργασιών πρόληψης και
περιορισµού των παρενεργειών της ερηµοποίησης, προς αποφυγήν της
διεύρυνσης της καταστροφής, περαιτέρω, από τις πληµµύρες.
VΙII. την διασφάλιση αυτονόητα της στοχευµένης, αναλογικής και
έντιµης διαχείρισης των διατιθέµενων πόρων, ώστε να αποτραπεί η
διασπάθισή τους εξαιτίας της δραστηριοποίησης επιτηδείων.
ΙΧ. την ανάληψη ενδελεχούς µακρόχρονης στρατηγικής και παντός
συστρατευσίµου µέτρου προς υποστήριξη, ενδυνάµωση και
ανασυγκρότηση των πυρόπληκτων περιοχών. Η επανασύσταση των
υποδοµών, η αποκατάσταση του παραγωγικού ιστού, η αναδόµηση του
οικονοµικού κεφαλαίου των δοκιµαζόµενων συµπολιτών µας και των
περιοχών τους βαρύνουν ανυποχώρητα την Πολιτεία και τους φορείς της,
ώστε να αποτραπεί η ενίσχυση του υδροκεφαλισµού της χώρας, του
φαινοµένου της εσωτερικής ή εξωτερικής µετανάστευσης, και της
απερήµωσης της υπαίθρου.
ΤΕΛΟΣ, πιστεύουµε ότι, µε αφορµή την καταστροφή αυτή, θα πρέπει
όλοι να συνειδητοποιήσουµε ότι ήλθε πλέον η ώρα να ψάξουµε βαθιά
κάτω από τα στρώµατα του ατοµισµού και της εγωπάθειας που µας
πνίγουν, κάτω από το χρώµα του χρήµατος και τη λάµψη της όποιας
εφήµερης ευηµερίας, το χαµένο µας πρόσωπο, την Ελλάδα της
παράδοσης του σεβασµού της φύσης, της συνεργατικότητας, του
πολιτισµού, της κοινωνικής αλληλεγγύης. Γι’ αυτό, πρέπει να
πολεµήσουµε τον αυτοκαταστροφικό µας εαυτό. Να αποδιώξουµε αυτά
που µας στοιχειώνουν. Για να ξαναβρούµε αυτά που χάσαµε…
Ακούστε τη φωνή µας! Είναι η φωνή της συνείδησής σας!
Top Related