ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο...

45
Ὁ ξεπεσμένος Δερβίσης

Transcript of ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο...

Page 1: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Ὁ ξεπεσμένος Δερβίσης

Page 2: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 3: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗὉ ξεπεσμένος Δερβίσης

Διήγημα

Μὲ 15 ζωγραφιὲς τοῦ Δημήτρη Μοράρου

Ἐπιλογικὸ σημείωμα Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλου

Θεσσαλονίκη 2004Ἐκδόσεις Μυγδονία

Page 4: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

– Ἔ! καὶ ποῦ, σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο;– Μποὺ ντουνιᾶ τσὰρκ φιλέκ.– Ἂσκ ὀλσοῦν ... ὑπεψιθύρισεν ὁ σαλεπτσῆς.

6

Page 5: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 6: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Νάϊ, νάϊ.Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸΝαί, ὁποὺ εἶπεν ὁ Χριστός.Τὸ Ναὶ τὸ ἥμερον, τὸ ταπεινόν, τὸ πρᾷον, τὸΝαὶ τὸ φιλάνθρωπον.

8

Page 7: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 8: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 9: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Δύο, τρεῖς, πέντε, δέκα σταλαγμοί.Ὅμοιοι μὲ τὸ μονότονον βῆμα τοῦ ἀγρύπνου

ναύτου φρουροῦ εἰς τὴν κουβέρταν. Πλέει εἰςμαῦρα πέλαγα καὶ βλέπει οὐρανὸν καὶ θάλασ-σαν ἀγρίως χορεύουσαν, καὶ τυλιγμένος εἰς τὴνκαπόταν του διασχίζει ἀκαριαίως τὸ σκότος μὲτὴν ἐξανάπτουσαν καὶ ὑποσβύνουσαν λαμπυ-ρίδα τοῦ τσιγάρου του.Οἱ πετεινοὶ δὲν εἶχαν λαλήσει τὸ τρίτον

λάλημα. Ἴσως εἶχαν τρομάξει ἀπὸ τὴν βαθεῖαν,θρηνώδη φωνὴν τοῦ σαλεπτσῆ, ὅστις εἶχενἀρχίσει τὸ φθινόπωρον, νύκτα, βαθιά, νὰ κράζῃ.Ἦτο ὡς κρωγμὸς ἀγνώστου ὀρνέου, τὸ ὁποῖονεἶχε χάσει τὸν ἀέρα του, καὶ εἶχεν ἐνσκήψει μέσαεἰς τὴν πόλιν, κ’ ἐζήτει ἁρπάγματα νὰ σπαράξῃ.– Ζεστό! Βράζει!...Ἔβραζεν, ἔβραζε, νύκτα, βαθιά. Ζεστὸν τὸ

σαλέπι, πολὺ ζεστότερον τὸ στρῶμα. Μόνον ἡφωνὴ τοῦ σαλεπτσῆ ἐτρόμαζε τοὺς πετεινούς.Εἶχε βρέξει ὀλίγον, εἶτα ᾐθρίασε. Σταλαγμοί,

σταλαγμοὶ ἔπεφταν ἀργά-ἀργά, ἀπὸ τὴνὑδρορρόην ἐντὸς τῆς αὐλῆς.

11

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 10: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

– Ἔ! καὶ ποῦ, σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο;Ἡ ἐπιφώνησις ἠκούσθη εἰς τὸ σκότος ἀπὸ τὸ

στόμα τοῦ σαλεπτσῆ.Τὸ παράθυρον ἔτριξε, κράκ! ἀπὸ τὸ χαμηλὸν

δωμάτιον τὸ βλέπον πρὸς τὸν δρόμον. Ἄνθρωποςπροέκυψε τυλιγμένος μὲ σάλι. Ἔτεινε μέγανκύαθον πρὸς τὸν σαλεπτσῆν, ἀλλ’ οὗτοςἠργοπόρει.Ὁ ἄνθρωπος ἔκυψε νὰ ἰδῇ.Ὑψηλὴ μορφή, μὲ λευκὸν σαρίκι, μὲ μαύρην

χλαῖναν καὶ χιτῶνα χρωματιστόν, εἶχε σταθῆἐνώπιον τοῦ σαλεπτσῆ.– Ποῦ, σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο;– Μποὺ ντουνιᾶ τσὰρκ φιλέκ.– Ἂσκ ὀλσοῦν ... ὑπεψιθύρισεν ὁ σαλεπτσῆς.Δὲν εἶχε γνωρίσει τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὸ

ἔνδυμα. Κάθε ἄλλος θὰ τὸν ἐξελάμβανεν ὡςφάντασμα. Ἀλλ’ αὐτὸς δὲν ἐπτοήθη. Ἦτο ἀπ’ἐκεῖνα τὰ χώματα.

* * *

12

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 11: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 12: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Εἶχεν ἀναφανῆ. Πότε; Πρὸ ἡμερῶν, πρὸἑβδομάδων. Πόθεν; Ἀπὸ τὴν Ρούμελην, ἀπὸ τὴνἈνατολήν, ἀπὸ τὴν Σταμπούλ. Πῶς; Ἐκ ποίαςἀφορμῆς; Ποῖος;Ἦτον Δερβίσης; Ἦτον βεκτασῆς, χόντζας, ἰμά-

μης; Ἦτον οὐλεμᾶς, διαβασμένος; Ὑψηλός, με-λαψός, συμπαθής, γλυκύς, ἄγριος. Μὲ τὸ σαρίκιτου, μὲ τὸν τσουμπέν του, μὲ τὸν δουλαμᾶν του.Ἦτο εἰς εὔνοιαν, εἰς δυσμένειαν; Εἶχεν ἀκ-

μάσει, εἶχεν ἐκπέσει, εἶχεν ἐξορισθῆ; Μποὺ ντου-νιᾶ τσὰρκ φιλέκ. Αὐτὸς ὁ κόσμος εἶναι σφαῖρακαὶ γυρίζει.Ἐκείνην τὴν βραδειὰν τὸν εἶχε προσκαλέσει

μία παρέα. Ἑπτὰ ἢ ὀκτὼ φίλοι ἀχώριστοι. Ἀγα-ποῦσαν τὴν ζωήν, τὰ νιᾶτα. Ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτοὺςἔβαλλε γιουβέτσι κάθε βράδυ. Οἱ ἄλλοι ἔτρωγαν.Ἦτον λοταρτζῆς κ’ ἐκέρδιζε δέκα ἢ δεκα-

πέντε δραχμὰς τὴν ἡμέραν. Τί νὰ τὰς κάμῃ; Τοὺςἔβαλλε γιουβέτσι καὶ τοὺς ἐφίλευε. Ἦσαν λοτο-φάγοι, μὲ ὀμικρὸν καὶ μὲ ὠμέγα.Ἀγαποῦσαν τὰ τραγούδια, τὰ ὄργανα. Ὁ

Δερβίσης δὲν ἔπινε κρασί, ἔπινε μαστίχαν. Δερβι-

14

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 13: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 14: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

σάδες ἦσαν κι αὐτοί. Τοῦ εἶπαν νὰ τραγουδήσῃ.Ἐτραγούδησε. Τοῦ εἶπαν νὰ παίξῃ τὸ νάϊ.Ἔπαιξε.Δὲν τοὺς ἤρεσε. Ὤ, αὐτὸς δὲν ἦτον ἀμανές.Δὲν ἦτον, ὅπως τὸν ἤξευραν αὐτοί. Ἀλλ’ ὁ

Δερβίσης τοὺς ἔλεγε τὸν καθ’ αὐτὸ ἀμανέν.

* * *Ἐπανῆλθεν εἰς τὸ καφενεῖον. Τὸ καφενεῖον

ἀντικρὺ τοῦ Θησείου. Ἡ ταβέρνα δίπλα εἰς τὸκαφενεῖον. Καὶ τὰ δύο ἀντικρὺ τοῦ παλαιοῦσταθμοῦ Α.Π. Παραπέρα ἀπὸ τὸ καφενεῖον, ἡσῆραγξ ἐσκάπτετο, εἶχε σκαφῆ. Φθινόπωρον τῆςχρονιᾶς ἐκείνης.Ὁ Δερβίσης ἐκάθητο ἐκεῖ κ’ ἔπινε μαστίχαν,

ὅποιος τὸν ἐκερνοῦσε. Μὲ τὸ σαρίκι του, μὲ τὰκατσαρὰ ψαρὰ γένεια του, μὲ τὸ τσιμπούκι του.Ἄνω τῶν 50 ἐτῶν ἡλικίας.

* * *Ἐκεῖ διενυκτέρευεν ἀπὸ ἡμερῶν. Ἄστεγος,

ἀνέστιος, φερέοικος. Τὸ μικρὸν καφενεῖον εἶχε

16

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 15: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 16: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

τὴν ἄδειαν νὰ μένῃ ἀνοικτὸν ὅλην τὴν νύκτα.Ἤρχοντο ἀπὸ τοὺς τζόγους, ἀπὸ τὰ θέατρα,

θαμῶνες. Ἤρχοντο ἀπὸ τὸ λαχανοπάζαρον.Ἔπιναν ρούμι καὶ φασκόμηλον.Ὁ Δερβίσης ἔπαιζε κάποτε τὸ νάϊ. Ὁ κλήτωρ

ὁ ἀστυνομικὸς διεσκέδαζεν. Ἀγαποῦσε ν’ ἀκούῃ.Καλὸς ἄνθρωπος. Πρὸ ἐτῶν, ὅταν πρωτοδιω-

ρίσθη, ἦτον γεμᾶτος ζῆλον.Ἅμα εἶδε καυγᾶν, ἔτρεξεν ἀμέσως νὰ τοὺς

χωρίσῃ. Εἷς παλαιὸς συνάδελφός του τὸνᾤκτειρεν.– Ὅταν βλέπῃς καυγᾶ, νὰ τρέχῃς ἀπὸ τὸ

πλαγινὸ σοκάκι, ν’ ἀργοπορῇς, ὣς ποὺ νὰ περά-σῃ ἡ φούρια, καὶ τότε νὰ παρουσιάζεσαι.Καὶ ἄλλην συμβουλὴν τοῦ ἔδωκε:– Στὸν καυγᾶ, πάντοτε νὰ βλέπῃς ποιὸς εἶναι

δυνατώτερος καὶ νὰ φυλάγεσαι. Νὰ μαλώνῃς τὸνπιὸ ἀδύνατον, νὰ τοῦ τραβᾷς κ’ ἕνα χαστούκι,καὶ νὰ ἐπαναφέρῃς τὴν τάξιν. Ἔτσι θὰ βγαίνῃςλάδι.Καὶ ἀκόμη:– Κάθε καινούργιος ἀνώτερος ποὺ διορίζεται,

18

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 17: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 18: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

τὴν πρώτη μέρα εἶναι γεμᾶτος αὐστηρότητα. Τὸκάνει γιὰ νὰ τοὺς πάρῃ τὸν ἀέρα. Τὴν δεύτερημέρα κρυώνει, καὶ τὴν τρίτη μέρα παραδίνεται.Ἐσὺ νὰ συμμορφώνεσαι σύμφωνα μὲ τὸνπροϊστάμενον, καὶ νὰ παραπανίζῃς μάλιστα,αὐτὲς τὲς τρεῖς μέρες.Πολύτιμοι ὑποθῆκαι.

* * *

Τὰς ἡμέρας ἐκείνας εἶχε διορισθῆ νέοςἀστυνόμος.Διὰ νὰ δείξῃ τὸν ζῆλόν του, διέταξε νὰ κλείσῃ

τὸ καφενεῖον, τὴν νύκτα ἐκείνην.Αὔριον ἢ μεθαύριον θὰ ἐπέτρεπε πάλιν νὰ

μένῃ ἀνοικτόν. Ἀλλ’ ἡ νὺξ ἐκείνη εἶχε πέσει εἰςτὸν λαχνόν, ἦτο πεπρωμένη νύξ.Ὁ καλὸς κλήτωρ, ἐνθυμεῖτο τὰς συμβουλὰς

τοῦ συναδέλφου του. Ἀνάγκη νὰ βιάσῃ τὸν κα-φετζῆν νὰ κλείσῃ. Δὲν ἐπετράπη εἰς τὸν βοηθὸννὰ μείνῃ ἐντός, διὰ νὰ μὴ σηκωθῇ καὶ ἀνοίξῃ εἰςὅσους ἦτο πιθανὸν νὰ ἔλθουν νὰ κρούσωσι τὴν

20

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 19: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 20: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

θύραν. Δὲν ἐπετράπη εἰς τὸν Δερβίσην, τὸν ἀνέ-στιον, τὸν πλάνητα, νὰ μείνῃ, ἐπὶ τῇ προφάσειὅτι ἔπαιζε τὸ νάϊ, κ’ ἐμάζωνε κόσμον, καὶ δὲνἄφηνε τοὺς γείτονας νὰ κοιμηθοῦν. Ὁ Δερβίσηςμὲ τὸ σαρίκι του, μὲ τὸν τσουμπέν του, μὲ τὸνδουλαμᾶν του, ἐπῆρε τὸ τσιμπούκι του, τὸ νάϊτου, κ’ ἔφυγε.Ποῦ νὰ ὑπάγῃ;Ἔκαμεν ὀλίγα βήματα ἀσκόπως, πέριξ τοῦ

καφενείου.Παρέκει ἦτο ἡ σῆραγξ. Ἐσκάπτετο, ἦτο σκαμ-

μένη.Ἔκαμνε ψύχραν, νυκτερινὸν ἀπόγειον. Μία

μετὰ τὰ μεσάνυκτα.Ὁ κλήτωρ ὁ σκοπὸς περιεφέρετο ὑποκάτω εἰς

τὸ κιόσκι, τὸ τσιγκοσκεπές, τῶν ἐκεῖ μαγαζείων.Ὁ Δερβίσης ὁ πλάνης κατῆλθεν εἰς τὸ βάθος

τῆς σήραγγος. Ἴσως ἤλπιζε νὰ εὕρῃ περισσότε-ρον ἀπάγκειο ἐκεῖ.Ἐκάθισεν, ἀκούμβησεν.Ἐσκέπτετο τὸ ἄστατον τῶν ἀνθρωπίνων

πραγμάτων. Ἂσκ ὀλσοῦν τσιβιρινέκ. Χαρὰ σ’

22

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 21: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 22: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

ἐκεῖνον ποὺ ξέρει νὰ τὸν γυρίζῃ, τὸν κόσμοναὐτόν.

* * *

Παρῆλθεν ὥρα. Ὁ κλήτωρ, ὅστις ἐπεριπάτειἐκεῖ τριγύρω, ἐσκέπτετο τί νὰ εἶχε γίνει ὁΔερβίσης, τὸν ὁποῖον εἶχε ἰδεῖ νὰ καταβαίνῃ εἰςτὴν σήραγγα.Ποῦ νὰ εἶναι;Εἰς τὴν ἐρώτησιν αὐτὴν τὴν ἄφωνον ἀπήντησε

φωνή, ἦχος, μέλος γλυκύ.Ὁ ξένος μουσουλμάνος εἶχε παγώσει ἐκεῖ

ὅπου ἐκάθητο κ’ ἐνύσταζε. Διὰ νὰ ζεσταθῇ,ἔβγαλε τὸ νάϊ του καὶ ἤρχισε νὰ παίζῃ τὸν τυ-χόντα ἦχον, ὅστις τοῦ ἦλθε κατ’ ἐπιφορὰν εἰς τὴνμνήμην.Νάϊ, νάϊ, γλυκύ.Νάζι - κατὰ ἓν ζῆτα ἐλαττοῦται.Αὔρα, οὐρανός, ᾆσμα γλυκερόν, μελιχρόν,

ἁβρόν, μεθυστικόν.

24

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 23: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 24: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Νάϊ, νάϊ.Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ

Ναί, ὁποὺ εἶπεν ὁ Χριστός.Τὸ Ναὶ τὸ ἥμερον, τὸ ταπεινόν, τὸ πρᾷον, τὸ

Ναὶ τὸ φιλάνθρωπον.Κάτω εἰς τὸ βάθος, εἰς τὸν λάκκον, εἰς τὸ

βάραθρον, ὡς κελάρυσμα ρύακος εἰς τὸ ρεῦμα,φωνὴ ἐκ βαθέων ἀναβαίνουσα, ὡς μύρον, ὡςἄχνη, ὡς ἀτμός, θρῆνος, πάθος, μελῳδία, ἀνερ-χομένη ἐπὶ πτίλων αὔρας νυκτερινῆς, αἰρομένημετάρσιος, πραεῖα, μειλιχία, ἄδολος, ψίθυρος,λιγεῖα, ἀναρριχωμένη εἰς τὰς ριπάς, χορδίζουσατοὺς ἀέρας, χαιρετίζουσα τὸ ἀχανές, ἱκετεύουσατὸ ἄπειρον, παιδική, ἄκακος, ἑλισσομένη, φωνὴπαρθένου μοιρολογούσης, μινύρισμα πτηνοῦχειμαζομένου, λαχταροῦντος τὴν ἐπάνοδον τοῦἔαρος.Τὰ βαρέα τείχη καὶ οἱ ὀγκώδεις κίονες τοῦ

Θησείου, ἡ στέγη ἡ μεγαλοβριθής, δὲν ἐξεπλά-γησαν πρὸς τὴν φωνήν, πρὸς τὸ μέλος ἐκεῖνο.Τὴν ἐνθυμοῦντο, τὴν ἀνεγνώριζον. Καὶ ἄλλοτε

26

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 25: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 26: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

τὴν εἶχον ἀκούσει. Καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῆςδουλείας καὶ εἰς τοὺς χρόνους τῆς ἀκμῆς.Ἡ μουσικὴ ἐκείνη δὲν ἦτο τόσον βάρβαρος,

ὅσον ὑποτίθεται ὅτι εἶναι τὰ ἀσιατικὰ φῦλα.Εἶχε στενὴν συγγένειαν μὲ τὰς ἀρχαίας ἁρ-μονίας, τὰς φρυγιστὶ καὶ λυδιστί.

* * *

Ἔφυγαν αἱ βαθεῖαι ὧραι, καὶ νὺξ ἦτο ἀκόμη,πεπρωμένη νύξ.Ἀκόμη ἥπλωνεν αὕτη τὰ σκότη της, καὶ ὁ

σαλεπτσῆς ἔκρωζε διὰ νὰ πωλήσῃ τὸ ἐμπόρευμάτου, καὶ οἱ πετεινοὶ ἐζάρωναν εἰς τὸν ὀρνιθῶνα.Τὸ μικρὸν παράθυρον ἔτριζε, καὶ ὁ σαλεπτσῆςἐξηκολούθει τουρκιστὶ τὸν διάλογόν του μὲ τὸνΔερβίσην, τὸν ἄστεγον, τὸν ὑπερόριον.Πρὸ ὥρας ἤδη εἶχε σιγήσει τὸ ᾆσμα τὸ

μυστηριῶδες καὶ μελιχρόν, τὸ νάϊ εἶχε πέσει ἀπὸτὴν χεῖρα. Ὁ οὐρανός, συννεφώδης, εἶχεν ἀρχίσεινὰ βρέχῃ, ἔβρεξεν ἐπ’ ὀλίγα λεπτά, εἶτα ἔπαυ-σεν. Ὁ κλήτωρ εἶχε γίνει ἄφαντος. Αἱμωδιασμέ-

28

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 27: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 28: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

νος, βρεγμένος, κρυωμένος, ὁ Δερβίσης ἀνέβη εἰςτὸν ἐπάνω κόσμον.Ἐπῆρεν ἕνα δρομίσκον, κατέμπροσθεν τοῦ

ἱεροῦ βήματος τῶν Ἁγίων Ἀσωμάτων. Δρομίσκοντὸν ὁποῖον ἡ σεβαστὴ ἐπιτροπὴ εἶχεν ὀνοματίσει,δηλαδὴ εἶχε γράψει ἐπὶ πινακίδος ὅτι εἶναι ὁδὸςΛεπενιώτου.Ὁ ἴδιος ὁ Λεπενιώτης ὁ λεοντόκαρδος, ὅσον

καὶ ἂν ἔτρεφε φιλέκδικον πάθος διὰ τὸν φόνοντοῦ μεγάλου ἥρωος, τοῦ ἀδελφοῦ του, ἀνίσως τὸπνεῦμά του περιεφοίτα ἐκεῖ, καὶ ἠδύνατο νὰ δῃτὸν ἄμοιρον Δερβίσην, διωγμένον, ἐξωρισμένον,ἀνέστιον, ριγοῦντα ἀνὰ τὴν στενωπόν, ἕρπονταἀναμέσον δύο σειρῶν παλαιῶν οἰκίσκων, θὰ τὸνἐσπλαγχνίζετο.Καὶ ὁ σαλεπτσῆς τὸν ἐλυπήθη, καὶ ἀντὶ πε-

νταλέπτου τοῦ ἔδωκε νὰ πίῃ σαλέπι διπλοῦν,μισὸ κουλούρι νὰ βουτήξῃ, καὶ ἄφησε τὸν γείτο-να μὲ τὸ σάλι, τὸν σηκωθέντα πρὸ μικροῦ ἀπὸτὴν ζεστὴν κλίνην, νὰ κρυώνῃ περιμένων εἰς τὸμικρὸν παράθυρον.

30

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 29: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 30: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

– Ἔλα, σαλεπτσῆ, ποὺ νὰ πάρῃ ...– Μποὺ ντουνιᾶ ...

* * *

Τὴν πρωίαν ἐκείνην ἔπιεν ὁ Δερβίσης σαλέπι,ἔφαγε καὶ κουλούρι. Ὅλην τὴν ἡμέραν τὸνἔπαιρνεν ὁ ὕπνος ὅπου ἐτύχαινε νὰ καθίσῃ.Τὰς ἄλλας ἡμέρας, ἐξενυχτοῦσεν ἀκόμη εἰς τὸ

ὁλονύκτιον καφενεῖον, διὰ τὸ ὁποῖον εἶχεπεράσει ἡ πεπρωμένη νύξ. Ἔπινε μαστίχαν κ’ἐκάπνιζε τὸ τσιμπούκι του. Πότε-πότε ἔπαιζενἀκόμη τὸ νάϊ.Ὕστερον, μετ’ ὀλίγας ἡμέρας, ἔγινεν ἄφαντος

καὶ δὲν τὸν εἶδε πλέον κανείς. Ζῇ, ἀπέθανε,περιπλανᾶται εἰς ἄλλα μέρη, ἀνεκλήθη ἀπὸ τῆςἐξορίας, ἐπανέκαμψεν εἰς τὸν τόπον του;Κανεὶς δὲν ἠξεύρει.Ἴσως τὴν ὥραν ταύτην ν’ ἀνέκτησε τὴν εὔ-

νοιαν τοῦ ἰσχυροῦ Παδισάχ, ἴσως νὰ εἶναι μέγαςκαὶ πολὺς μεταξὺ τῶν Οὐλεμάδων τῆς Στα-

32

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 31: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 32: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

μπούλ, ἴσως νὰ διαπρέπῃ ὡς ἰμάμης εἰς κανὲνἐξακουστὸν τζαμίον.Ἴσως νὰ εἶναι εὐνοούμενος τοῦ Χαλίφη,

ἀρχιουλεμᾶς, σεϊχουλισλάμης.Μποὺ ντουνιᾶ τσὰρκ φιλέκ.

(Τὸ κείμενο τοῦ διηγήματος κατὰ τὸἈπάνθισμα Διηγημάτων Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη,

Ἐκδόσεις «Δόμος» 2001)

34

Ὁ ξ ε π ε σ μ έ ν ο ς Δ ε ρ β ί σ η ς

Page 33: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 34: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 35: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Σύντομο αὐτοβιογραφικὸ σημείωματοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη

«Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ τῇ 4 Μαρτίου 1851.Ἐβγῆκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχ(ολεῖον) εἰς τὰ1863, ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸΓυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α΄ καὶ Β΄τάξιν. Τὴν Γ΄ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἶτα διέ-κοψα τὰς σπουδάς μου, κ’ ἔμεινα εἰς τὴνπατρίδα. Κατὰ Ἰούλιον τοῦ 1872 ὑπῆγα εἰς τὸἍγιον Ὄρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμειναὀλίγους μῆνας. Τῷ 1873 ἦλθα εἰς Ἀθήνας κ’ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ΄ τοῦ Βαρβακείου. Τῷ 1874ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολήν, ὅπουἤκουα κατ’ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολο-γικά, κατ’ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰς ξέναςγλώσσας.Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους, εἶτα ἔγραφα

στίχους, κ’ ἐδοκίμαζα νὰ συντάξω κωμῳδίας. Τῷ1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ1879 ἐδημοσιεύθη ἡ “Μετανάστις” ἔργον μου εἰςτὸν “Νεολόγον” Κ/πόλεως. Τῷ 1881 ἓν θρη-

37

Page 36: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

σκευτικὸν ποιημάτιον εἰς τὸ περιοδικὸν “Σωτῆ-ρα”. Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθη “Οἱ ἔμποροι τῶνἘθνῶν” εἰς τὸ “Μὴ χάνεσαι”. Ἀργότερα ἔγραψαπερὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰςδιάφορα περιοδικὰ κ’ ἐφημερίδας».

Ἐφ. Πολιτεία 13.9.1925

Ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ στὴν Σκιάθο στὶς3 Ἰανουαρίου 1911.

Page 37: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

««ΤΤὰὰ��ἀἀγγεεννῆῆ��κκααὶὶ��ττὰὰ��ἐἐξξοουυθθεεννηημμέένναα»»

«Ὁ�ξεπεσμένος�Δερβίσης»,�ἀθηναϊκὸ�διήγηματοῦ�Παπαδιαμάντη,�δημοσιευμένο�τὸν�Ἰανουάριοτοῦ� 1896,� χρονιᾶς� τῶν� πρώτων� Ὀλυμπιακῶνἀγώνων,� δὲν� εἶναι,� ἀκόμα� καὶ� σήμερα,� δυσα�-νάγνωστο.� Ὡστόσο� θὰ� ἔβγαινε� κερδισμένος� ὁἀναγνώστης,�ἂν�διάβαζε�μαζὶ�μὲ�τὸ�διήγημα�καὶτὸ� ἰδιότυπο� παπαδιαμαντικὸ� δοκίμιο� «ΑἱἈθῆναι� ὡς� ἀνατολικὴ� πόλις»,� γραμμένο,� ὅπωςφαί�νεται,� κοντὰ� κοντὰ� μὲ� τὸν� «ΞεπεσμένοΔερβίση»� καὶ� δημοσιευμένο� τὸν� διο� χρόνο� στὸμεγάλο� λεύκωμα� Ἡ� Ἑλλὰς� κατὰ� τοὺς� Ὀλυ�-μπιακοὺς�Ἀγῶνας�τοῦ�1896,�ποὺ�ἐξέδωσε�ὁ��Βλ.Γαβριηλίδης.Ἡ� παράλληλη� συνανάγνωση� τῶν� δυὸ� ἀλλη-

λοπεριχωρούμενων� κειμένων� βοηθεῖ� νὰ� ἐννοή�-σουμε�καθαρότερα�τί�λογῆς�ἀνατολικός�-γιὰ�τὴνἀκρίβεια:�Μεγάλος�Ἀνατολικός-�ἦταν�ὁ�συγγρα�-φέας� τους,� γιὰ� ποιάν� Ἀνατολὴ� τραγουδάειμελαγχολικὸς�καὶ�πῶς�τὴν�ἐκδέχεται,�αὐτὸς�ποὺκατάτρωγε� τὰ� μεγάλα� περιοδικὰ� καὶ� τὶςἐφημερίδες�τῆς�Εὐρώπης.Ἀντιγράφω�τὴν�ἀρχὴ�τοῦ�δευτέρου�κειμένου:Συνέπεσε μίαν ἑσπέραν, ὥρᾳ καθ’ ἣν

ἤναπτον τοὺς φανούς, νὰ διέλθω πλησίον τοῦπαλαιοῦ Τζαμίου, παρὰ τὰς ποινικὰς φυλακάς.Ἐκεῖ, ἔξω εἰς τὸν πρόδομον, ἄνωθεν τῆςπλατείας μαρμαρίνης κλίμακος, εἶδον μορφὴνγυναικὸς μὲ μακροὺς λευκοὺς πέπλους, νὰἵσταται ἀκίνητος ἔξωθεν τῆς θύρας, ἐπὶ τοῦπροδόμου. Εἶπα: «Ἰδοὺ βγαίνουν ἀκόμη φα -ντά σματα!» καὶ ᾐσθάνθην κρυφὴν χαράν.

Page 38: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Δὲν ἠρώτησα ἂν εἶχον προορίσει τὸ Τζαμίονὡς κατάλυμα διὰ γυναικόπαιδα, πρόσφυγαςἀτυχεῖς, ἀποδιωγμένους ἀπὸ τὴν ἀνατολικὴνἀνεμοζάλην, θύματα τοῦ μίσους καὶ τοῦφανατισμοῦ. Ὅταν ἀπεμακρύνθην μόνον ἐπα -ρουσιάσθη ἡ ἐξήγησις, ἡ εἰκασία αὕτη, εἰς τὸπνεῦμά μου.

Ὑπῆρχον ἀνέκαθεν, ἐκτὸς τοῦ Τζαμίουτούτου, δύο ἄλλα, ἴσως μικρότερα. Τὸ ἓν εἶχεχρησιμεύσει ὡς φυλακή, ἂν καλῶς ἐνθυμοῦμαι,τὸ ἄλλο ὡς στρατιωτικὸς φοῦρνος. Ἐκεῖνο,περὶ οὗ ἐν ἀρχῇ ὁ λόγος, ἐχρησίμευεν ὡςστρατὼν τῶν ἀνδρῶν τῆς μουσικῆς. Τὸν χορὸντῶν ὀρχουμένων δερβισῶν διεδέχθη χορὸςμουσικῶν Ἑλλήνων.

Ὅταν ἐτύχαινε νὰ περάσῃς κάπου ἐκεῖ σιμά,κατ’ ἐκείνους τοὺς χρόνους, ἤκουες τὸν εὐά -ρεστον καὶ παράξενον ἦχον τῶν χορδιζομένωνὀργά νων καὶ τῶν συλλαβιζομένων ἢ παραλ -λαγιζομένων μελῳδιῶν. Καὶ διετίθεσο τότεεὐθύ μως, καὶ ἐνόεις τί θά πῇ νὰ εἶναί τις δερ -βίσης.Ἄν,�ὅπως�ὅλα�δείχνουν,�δημοσιεύτηκε�πρῶτα

«Ὁ� ξεπεσμένος� Δερβίσης»,� τότε� ἡ� φράση� τοῦἄλλου�κειμένου�«καὶ�ἐνόεις�τί�θὰ�πῇ�νὰ�εἶναί�τιςδερβίσης»� πιθανότατα� εἶναι� μιὰ� πλάγιαἀπάντηση� σὲ� ἀναγνῶ�στες� τοῦ� διηγήματος,� ποὺδὲν� εἶχαν� ἐννοήσει� καὶ� σως� ἀναρωτιοῦνταν� τίτσα�μπουνάει� πάλι� μὲ� τὰ� νάγια� του� ὁ� Παπα�-διαμάντης� σὲ� μιὰ�πόλη�ποὺ�πάει� ν’� ἀναστήσειἔνδοξους�καιρούς.�Τί�δουλειὰ�εἶχαν�οἱ�ἀνέστιοιδερβίσηδες� ἐδῶ;� Δὲν� τοῦ� ἔφταναν� τόσοι� ζαβοὶ

Page 39: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

καὶ�λοξοί,�ὁ�Καλούμπας,�ὁ�Ζάχος,�ὁ�Ταπόης,�ὁΚακόμης�-�καὶ�βάλε!�-,�τὸν�ἔπιασε�καὶ�ὁ�καημὸςγιὰ�τὸν�«ξένον�μουσουλμάνον»;Ἐκεῖνος� ὅμως� ἐννοοῦσε� νὰ� μένει� πάντοτε

φίλος�τῶν�ἐκστατικῶν.

Φίλος�συνάμα�καὶ� τοῦ�Φιλάρετου,� τοῦ�ἀδελ�-φοῦ� τῆς� Κρατήρας,� περιπαθοῦς� βιολιτζῆ,� ποὺχαλνιόταν�καὶ�κατακοβόταν�μὲ�τὸ�βιολί�του�καὶπέθανε� στηθικός.� Δὲς� τὸ� διήγημα� «Ὁ� πανδρο�-λόγος»,�ὅπου�καὶ�οἱ�δυὸ�μνημειώδεις�ἀράδες�γιὰτὴν�περιπάθεια�τοῦ�Φιλάρετου,�ὅταν�ἔπαιζε�γιὰτὸν� ἑαυτό� του� καὶ� μόνο:� «Δὲν� ἐπρόκειτο� ἐδῶπερὶ� χορδίσματος� βιολίου� ἢ� παντὸς� ὀργάνουἁπλῶς·� ἐπρόκειτο�περὶ� χορδίσματος�ἀνθρώπου,τὸ�ὁποῖον�εἶναι�ὅλως�διάφορον�πρᾶγμα».Τὸ� βλέπει� μὲ� τὸ� πρῶτο� κανείς:� δὲν� εἶναι

λιγότερη�ἡ�περιπάθεια�τοῦ�Παπαδιαμάντη�ὅτανμιλάει� γιὰ� μουσικούς,� εἴτε� χορδισμένους� βιο�-λιτζῆδες� εἴτε� «παρδαλοὺς� συρικτάς».� Φυσικό,λοιπόν,�εἶναι�νὰ�συμμερίζεται�τὸ�παράπονο�μιᾶςτάξης�πολιτῶν�κατὰ�τοῦ�ἀστυνόμου,�ποὺ�«ἤθελενὰ�ἐμποδίσῃ�τὰ�βιολιὰ�καὶ�τὰ�τραγούδια,�κατὰτὰς� ἑσπέρας� τῶν� Κυριακῶν� καὶ� ἑορτῶν»� («ΑἱἈθῆναι� ὡς� ἀνατολικὴ� πόλις»).� Πρόκειται� γιὰπολίτες�ἐκείνου�τοῦ�μέρους�τῆς�Ἀθήνας,�ὅπου�ὁσαλεπτσὴς�συναντᾶ�τὸν�φερέοικο�δερβίση�-�καὶὁ� ἀστυνόμος� δὲν� εἶναι� ἄλλος� ἀπὸ� ἐκεῖνον� τῆςπεπρωμένης�νυκτός.Στὸν�ἴδιο�τόπο�βρισκόταν�καὶ�τὸ�ναΰδριο�τοῦ

Ἁγίου� Ἐλισσαίου,� ἐκεῖ� δίπλα� στὸ� τζαμί,� ὅπουὀρχοῦνταν�ἕναν�καιρὸ�οἱ�δερβίσηδες.�Οἱ�σύγχρο�-

Page 40: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

νοι�τοῦ�Παπαδιαμάντη�μαρτυροῦν�ὅτι�κι�ἐκεῖνοςχόρευε�καθὼς�ἔψελνε.Ἀναφιώτικα,� Τζαμί,� Ἅγιος� Ἐλισσαῖος� -

Ἀνατολικὴ� πόλις.� Ἐκεῖ� «Ἤκουες� μειλιχίουςψιθυ�ρισμοὺς� ν’� ἀναμειγνύωνται� μὲ� τὴν� νυ�κτε�-ρινὴν� αὔραν,� καὶ� ὅλα� αὐτά,� ἡ� μελῳδία� τῶνᾀσμάτων,�τῆς�κιθάρας�οἱ�φθόγγοι,�τὸ�φύσημα�τῆςαὔρας,� οἱ� ψιθυρισμοὶ� εἰς� τὸ� σκότος,� καὶ� τῶνἀνθέων� τὸ� ἄρωμα,� ἀπετέλουν� κρᾶμά� τιἡδυπαθές,� ἀπερίγραπτον,� ἄρρητον,� τὸ� ὁποῖονμόνον� ἡ� τουρκικὴ� λέξις� γκιουζὲλ� θὰ� ἠδύνατοκατὰ� προσέγγισιν� νὰ� ἐκφράσῃ».� («Αἱ� Ἀθῆναι...»).Καθὼς� ἀντιγράφω� τὸ� κομμάτι� συλλογιέμαι

πὼς� ἡ� ἄρρητη� αὐτὴ� ἐντύπωση� ἀπὸ� τὰἈναφιώτικα� ὑπῆρχε� στὴν� ψυχὴ� τοῦ� Παπα�-διαμάντη� προτοῦ� γραφτεῖ� «Ὁ� ξεπεσμένοςΔερβίσης».�Εἶναι�τὸ�χόρδισμα�ἢ�προανάκρουσμαἤ,� ἔστω,� τὸ� περίλειμμα� τῆς� θαυμαστῆς� μετα�-στοιχείωσης� τοῦ� μέλους� σὲ� λόγο,� μεταστοι�-χείωσης� ποὺ� ἐπιτελεῖται� στὴν� ἀκόλουθηπαράγραφο�τοῦ�διηγήματος:

Κάτω� εἰς� τὸ� βάθος,� εἰς� τὸν� λάκκον,� εἰς� τὸβάραθρον,�ὡς�κελάρυσμα�ρύακος�εἰς�τὸ�ρεῦμα,φωνὴ� ἐκ� βαθέων� ἀναβαίνουσα,� ὡς� μύρον,� ὡςἄχνη,�ὡς�ἀτμός,� θρῆνος,� πάθος,� μελῳδία,� ἀνερ�-χομένη� ἐπὶ� πτίλων� αὔρας� νυκτερινῆς,� αἰρομένημετάρσιος,� πραεῖα,� μειλιχία,� ἄδολος,� ψίθυρος,λιγεῖα,�ἀναρριχωμένη�εἰς�τὰς�ριπάς,�χορδίζουσατοὺς�ἀέρας,�χαιρετίζουσα�τὸ�ἀχανές,�ἱκετεύουσατὸ�ἄπειρον,�παιδική,�ἄκακος,� ἑλισσομένη,�φωνὴ

Page 41: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

παρθένου� μοιρολογούσης,� μινύρισμα� πτηνοῦχειμαζομένου,� λαχταροῦντος� τὴν� ἐπάνοδον� τοῦἔαρος.Τέτοια�ἡ�μουσικὴ�τοῦ�Σκιαθίτη�ψάλτη�καὶ�τοῦ

Τούρκου�δερβίση,�ξεπεσμένων�στὴν�Ἀθήνα,�ἀλλὰεὐτυχῶς�σὲ�τόπο�της�παραμυθητικό,�ἀκόμα�καὶστὶς� μέρες� μας.� Μακριὰ� «τὰ� μάρμαρα� καὶ� οἱφωταψίες»� (Σεφέρης)� τοῦ� 1896:� ὁ� Παπα�δια�-μάντης� γράφει� σὲ� λεύκωμα� ἀφιερωμένο� στοὺςὈλυμπιακοὺς� Ἀγῶνες,� φαίνεται� ὅμως� νὰ� τοὺςξεχνάει�ἐντελῶς.Ἀναφιώτικα,�Τζαμί,�Ἅγιος�Ἐλισσαῖος� -�Ἀνα�-

τολική,�μουσικὴ�καὶ�ὀρχηστική,�πόλις.�Ἐκεῖ�ὅπουὁ� Λεπενιώτης,� ἂν� ζοῦσε,� θὰ� σπλαχνιζόταν� τὸνπαγωμένο�δερβίση,� ἐκεῖ� ὅπου�ὁ�σαλεπτσὴς� τὸνἐλεήθηκε�καὶ�τοῦ�ἔδωσε,�γιὰ�μιὰ�πεντάρα,�διπλὸσαλέπι�καὶ�μισὸ�κουλούρι.(Ὁ�δερβίσης� μπαρμπα-Γκαλίπ,� ποὺ� μάθαινε

γράμματα�στὸν�Ἀσὶζ�Νεσίν,� χόρταινε�τὴν�πείνατου�τὸ�μεσημέρι�μ’�ἕνα�κουλούρι�κι�ἕνα�φλιτζάνιτσάι,� φοροῦσε� καφετιὰ� πατατούκα� καὶ� ἤξερε,κοντὰ� στὰ� ἄλλα,� Πλάτωνα� καὶ� Ἀριστοτέλη� καὶγαλλικὰ� καὶ� μαθηματικά.� Ὁ� ξεπεσμένος� ἀνώ�-νυμος�δερβίσης�εἶναι�ἄγνωστο�τί�ἤξερε�πέρα�ἀπὸτὸ�νάϊ�του.�Ἡ�κόψη�του�πάντως,�ὅπως�τὸν�βλέπωστὴ� ζωγραφιὰ� τοῦ� Δημήτρη� Μοράρου,� παπα�-διαμαντοφέρνει.� Δὲν� ξέρω� ἂν� ἄρεσαν� τὰκουλούρια,� τὸ� τσάι� καὶ� τὸ� σαλέπι� στὸν�Παπα�-διαμάντη� -ἀλλὰ� γιατί� νὰ� μὴν� τοῦ� ἄρεσαν;-γαλλικὰ�ὅμως�ἤξερε�κι�αὐτός,�καὶ�ἑλληνικά,�καί,ἐπιπλέον,� μποροῦσε� νὰ� διακρίνει� τὸν� καθαυτὸἀμανέ,�πράγμα�σπουδαῖο).

Page 42: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

-� Εἶδες,� μοῦ� εἶπε� ἡ� φίλη� παιδίατρος� καὶπρεσβυτέρα,�στὴν�ἀρχὴ�σφίγγεται�ἡ�ψυχή�σου�μὲτὰ� βάσανα� τοῦ� δερβίση,� κι� ὅσο� ἡ� ἀφήγησηπροχωράει� τόσο� τὸ� σφίξιμο� δυναμώνει,� ὥσπουκάποτε� ἀκούγεται� ἀπὸ� τὴ� σήραγγα� τὸ� νάϊ� καὶπαίρνει�μακριά�ὅλη�τὴ�λύπη...-�Ναί,�τῆς�ἀποκρίθηκα,�καὶ�ὕστερα�ὁ�νοῦς�μου

πέταξε� στὸ� Λάμπρο� Καμπερίδη� καὶ� τὸ� βιβλίοτου�«Τὸ�νάϊ�τὸ�γλυκὺ�...�τὸ�πρᾶον»,�τὸ�λυπημέναχαροποιό,� ποὺ� δὲ� γίνεται� νὰ� μὴν� τὸ� διαβάσει,ὅποιος�ἀγαπάει�τοὺς�μουσικοὺς�δερβίσηδες�καὶτοὺς� παπαδιαμαντικοὺς� αὐλητές.� Ἡ� ἐνθύμησητοῦ�βιβλίου�μ’�ἔκανε�νὰ�εὐχηθῶ:

Στοῦ�ξεπεσμένουδερβίση,�Θέ�μου,�φύσατὸ�νάϊ�πρύμα

Ὥσπου�ν’�ἀράξειμὲς�στὰ�μυριστικά�Σουμινυρισμένος.

Χαλκίδα,�Νοέμβριος�2003 Ν.�Δ.�Τριανταφυλλόπουλος

Page 43: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 44: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν
Page 45: ὉξεπεσμένοςΔερβίσης · 2008-12-05 · Νάϊ, νάϊ. Κατὰ δύο κοκκίδας, διαφέρει διὰ νὰ εἶναι τὸ Ναί, ὁποὺ εἶπεν

Βιογραφικὸ�Δημήτρη�Μοράρου

Ὁ� Δημήτρης� Μοράρος� εἶναι� ἀπὸ� τὸ� Βόλο.Γεννήθηκε�τὸ�1957.Σπούδασε�στὴν�Ἀθήνα�Ἐφαρμοσμένες�Τέχνες

μὲ�τὴν�Χ.�Μυταρὰ�καὶ�Ζωγραφικὴ�ὡς�βοηθὸς�καὶμαθητὴς�τοῦ�Γιάννη�Τσαρούχη�στὸ�Μαρούσι�καὶτὸ�Παρίσι� (1975-1978).�Μελέτησε� τὴ� ΒυζαντινὴΖωγραφικὴ� στὶς� Καρυὲς� τοῦ� Ἁγίου�Ὄρους� μὲτὸν�Ἱερομόναχο�Γεράσιμο.Ἐργάζεται� ὡς� ζωγράφος,� χαράκτης� καὶ

καλλιτεχνικὸς�ἐπιμελητὴς�ἐκδόσεων.Ἀπὸ�τὸ�1991�ζεῖ�στὴ�Θεσσαλονίκη.Ἔχει� συμμετάσχει� σὲ� 25� ὁμαδικὲς� καὶ� ἔχει

κάνει�15�ἀτομικὲς�ἐκθέσεις.Ἔχει�εἰκονογραφήσει�16�βιβλία.«Ὁ� ξεπεσμένος� Δερβίσης»� εἶναι� τὸ� δεύτερο

πόνημα� στὴ� σειρὰ� «Εἰκαστικὴ� Σπουδὴ� στὸνΠαπαδιαμάντη»,� μὲ� πρῶτο� τὸν� «Ἔρωτα� στὰχιό�νια»� μὲ� 15� ζωγραφιὲς� καὶ� 6� χαρακτικὰ(ὀξυγραφίες),� ποὺ� ἐκδόθηκε� ἀπὸ� τὶς� ἐκδόσεις«Μυγδονία»� τὸ� 2001.� Θὰ� ἀκολουθήσει� κάποιοἄλλο� διήγημα� τοῦ� Ἀλεξάνδρου� Παπαδιαμάντη,ὥστε�νὰ�συμπληρωθεῖ�ἡ�τριλογία.