αρχιτεκτονική

19
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΕΛ ΑΞΙΟΥΠΟΛΗΣ ΟΜΑΔΑ 2012-2013 Γεωργίτσαρου Αναστασία Βογιατζή Ματίνα Σαμαρά Μαρία Ντένα Μιχάλης Α’ ΛΥΚΕΙΟΥ 1

Transcript of αρχιτεκτονική

Page 1: αρχιτεκτονική

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΓΕΛ ΑΞΙΟΥΠΟΛΗΣ ΟΜΑΔΑ

2012-2013 Γεωργίτσαρου Αναστασία

Βογιατζή Ματίνα

Σαμαρά Μαρία

Ντένα Μιχάλης

Α’ ΛΥΚΕΙΟΥ

1

Page 2: αρχιτεκτονική

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

• 1) Από ποιά υλικά δομής κατασκευάζονταν τα αρχαία οικοδομήματα. – Πως γινόταν η εξόρυξη και η μεταφορά του μαρμάρου.

• 2) Πως χτίζονταν ένα κτήριο και ένας ναός.

• 3) Πως γίνονταν η ανύψωση των λίθων.

• 4) Ποιες ειδικότητες συμμετείχαν στα έργα και πως γίνονταν ο σχεδιασμός του αρχιτεκτονικού οικοδομήματος.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Κατά την διάρκεια του πρώτου τετράμηνου της σχολικής περιόδου 2012-2013 η υποομάδα μας με το όνομα “ΤΑ ΤΟΥΜΠΑΝΑ” αποφάσισε να ασχοληθεί και να εργαστεί με την κ.Μπιτσάκη και τον κ.Μπακλαβά πάνω στο θέμα «Αρχιτεκτονική στην Αρχαία Ελλάδα» Ο λόγος που επιλέξαμε το συγκεκριμένο θέμα ήταν η επιθυμία μας να γνωρίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα για τον τρόπο που κατασκευάζονταν τα αρχαία κτίρια και κυρίως οι ναοί στην αρχαία Ελλάδα.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

• Συνεργασία, διάλογος, πρόταση ιδεών.

• Συλλογή και επεξεργασία όλων των δεόμενων με την χρήση Η/Υ.

• Συλλογή πληροφοριών μέσο διαδικτύου και βιβλίων.

• Μελετητή των πηγών για την απάντηση των ερωτημάτων.

1)Από την πρώιμη εποχή ο άνθρωπος στήριξε την οικοδομική του δραστηριότητα σε υλικά διαθέσιμα στο φυσικό του περιβάλλον, όπως το χώμα, το ξύλο και η πέτρα.* Τα βασικά υλικά της αρχιτεκτονικής μέχρι τον 7ο

2

Page 3: αρχιτεκτονική

αιώνα ήταν το ξύλο και ο πηλός. Η παράδοση μάλιστα η οποία δημιουργήθηκε από τη χρήση των ξύλων στην αρχιτεκτονική, διατηρήθηκε στις μορφολογικές λεπτομέρειες των μεταγενέστερων λίθινων οικημάτων. Την πρώιμη εποχή υπάρχουν πολλές πληροφορίες σχετικά με τη χρήση του ξύλου, χωρίς όμως αντίστοιχο πλήθος σχετικών υλικών καταλοίπων, καθώς το ξύλο είναι ένα υλικό που αποσυντίθενται με τα χρόνια και έτσι οι πληροφορίες που έχουμε σε σχέση με τα ξύλινα αρχιτεκτονήματα από τις ανασκαφές είναι περιορισμένες. Από τα στοιχεία πάντως που υπάρχουν είτε από τις πηγές, είτε από τις ανασκαφές, συμπεραίνεται πως μέχρι τον 7ο αιώνα το ξύλο χρησιμοποιούνταν οπωσδήποτε για την παραγωγή διαφόρων αρχιτεκτονικών μελών, όπως για κίονες, δοκούς, στέγες, επενδύσεις παραστάδων κτλ. Κατά τη γεωμετρική περίοδο για τη διαμόρφωση των τοίχων παράλληλα με τα ωμά πλιθιά χρησιμοποιούνταν και ξυλοδεσιές, ενώ το κάτω μέρος των τοίχων γινόταν κυρίως από λίθους (λιθολόγημα) για λόγους καταπολέμησης της υγρασίας. Παράλληλα, σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρούνται και τοίχοι εξ΄ ολοκλήρου κατασκευασμένοι από λίθους. Το πεύκο και το έλατο χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή οροφών και πατωμάτων, ενώ από κέδρο κατασκευάζονταν οροφές, σκάλες και πατώματα. Από αυτά ο Βιτρούβιος (βιβλίο ΙΙ, κεφ. IX) αναφέρει για το έλατο ότι «περιέχει ως δέντρο ελάχιστη υγρασία, είναι από τη φύση του δύσκαμπτο και διατηρεί την ευθύτητά του όταν χρησιμοποιείται σε σκελετούς. Από τον κορμό του ελάτου το ψηλό μέρος που διακρίνεται για τη σκληρότητά του, ονομάζεται δεσμόξυλο, ενώ το κατώτερο σημείο, το καθαρό απόθεμα, διαχωρίζεται σε τέσσερα μέρη και ετοιμάζεται για τις ενώσεις». Οι ξυλουργοί, τέκτονες, χρησιμοποιούσαν ένα σύνολο εργαλείων όχι και πολύ διαφορετικά από τα σημερινά. Ορισμένα από τα βασικά εργαλεία των ξυλουργών ήταν ο πέλεκυς, το καμπύλον, σκέπαρνον, ο πρίων, το τρύπανον ή τέρετρον, ο τόρνος και η ρυκάνη (πλάνη), ενώ ως βοηθητικά όργανα χρησιμοποιούνταν η κάθετος ή σταφυλή (νήμα στάθμης), το προσαγωγείον (γωνιά), ο διαβήτης και ο κανών .Μεγάλη εφαρμογή κατά την αρχαϊκή περίοδο είχε ο ψημένος πηλός, καθώς χρησιμοποιούνταν όχι μόνο σε κεραμίδια, αλλά και σε στοιχεία επενδύσεως των ξύλινων μερών, σε μετόπες, επίκρανα παραστάδων κτλ. Στα κλασικά χρόνια συνεχιζόταν η ευρεία χρήση του οπτού πηλού σε κεραμίδια, υδρορροές, πηλοσωλήνες, ανθέμια, καθώς και σε αλλά ευπαθή στην υγρασία αρχιτεκτονικά μέλη.

Μάρμαρο Ήδη από τον 6ο αιώνα είχε αρχίσει να χρησιμοποιείται το μάρμαρο αλλά σε περιορισμένο βαθμό, κυρίως σε συνδυασμό με τον πωρόλιθο σε σημεία των κτιρίων που θα δέχονταν γλυπτική ή ζωγραφική διακόσμηση ή και σε σημεία που θα ήταν περισσότερο εκτεθειμένα στην υγρασία. Στην κλασική περίοδο η χρήση του μαρμάρου αυξήθηκε σημαντικά, με αποτέλεσμα το υλικό να κυριαρχήσει τελικά στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική. Κατά την περίοδο

3

Page 4: αρχιτεκτονική

αυτή, το μάρμαρο ονομαζόταν λίθος λευκός ή λίθος πεντελικός, υμέτερος ή πάριος, ενώ πέρα από τα λατομεία Πάρου και Νάξου που ήταν ήδη γνωστά από την αρχαϊκή εποχή, στην κλασική περίοδο ξεκίνησε η εκμετάλλευση και του λατομείου της Πεντέλης. Άλλα γνωστά λατομεία της αρχαιότητας ήταν αυτό της Ελευσίνας, της Τριπόλεως, του Άργους, του Σελινούντα, των Συρακουσών, της Σκύρου, της Βραυρώνος, αλλά και διάφορων άλλων περιοχών. Το μάρμαρο της κάθε περιοχής είχε τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το μάρμαρο της Πεντέλης για παράδειγμα ήταν μάρμαρο λευκό, λεπτόκοκκο και σχετικά διαφανές, με ελάχιστες προσμίξεις σιδήρου, το οποίο σε επαφή με την ατμόσφαιρα έπαιρνε μια ερυθρωπή απόχρωση, σε αντίθεση για παράδειγμα με το μάρμαρο της Τριπόλεως ή του Άργους που ήταν σκοτεινού τόνου. Το μάρμαρο της Πάρου, πάλλευκο, χονδρόκοκκο, εξαιρετικής ποιότητας και εύκολο στη λάξευση, ήταν γνωστό ως λυχνίτης, γιατί η εξόρυξή του γινόταν μέσα σε βαθιές υπόγειες στοές που φωτίζονταν με λύχνους.[8] Το μάρμαρο της Νάξου, επίσης λευκό και χονδρόκοκκο, αλλά όχι τόσο άριστης ποιότητας όσο το παριανό, χρησιμοποιούνταν όπως και το παριανό τόσο στη γλυπτική, όσο και στην αρχιτεκτονική. Λευκό επίσης αλλά δύσκολο στη λάξευση μάρμαρο παρήγαγε και η Θάσος, το οποίο μάλιστα εξαγόταν στις ακτές της Θράκης και της Μικράς Ασίας.

Άλλα πετρώματα

Σε άλλα πάλι αφανή μέρη των ναών, κυρίως στα θεμέλια αλλά και στα αντιθήματα (γεμίσματα τοίχων) χρησιμοποιούνταν πετρώματα λιγότερο πολυτελή και δαπανηρά, όπως για παράδειγμα ο αρουραίος λίθος, κροκαλοπαγές ψαθυρό κοκκινωπό πέτρωμα ή ο ακρυλικός ή ο ακτίτης, είδη ασβεστόλιθου. Παράλληλα, υπήρχαν και διάφορα είδη τοπικών πετρωμάτων, όπως ο γνεύσιος τον οποίο χρησιμοποιούσαν στη Δήλο, τη Θάσο και τη Μίλητο για θεμέλια και απλή λιθοδομή. Άλλα πετρώματα ήταν ο γρανίτης ο οποίος χρησιμοποιούνταν μόνο σε ορισμένες περιοχές της Μακεδονίας, της Μυσίας, στη Δήλο και τη Νάξο, ο ανδεσίτης στη ΒΔ Μικρά Ασία και την Κύπρο, ο γυψόλιθος στην Πελοπόννησο, ο ψαμμιτικός ασβεστόλιθος στην Ολυμπία και ο αμμόλιθος στη Σαμοθράκη και την Καλυδώνα. Τα μέταλλα είχαν κι αυτά περιορισμένη χρήση στην αρχαία οικοδομική. Χρησιμοποιούνταν κυρίως για την κατασκευή σιδερένιων συνδέσμων και γόμφων για τη σύνδεση των λίθων των αρχιτεκτονημάτων, ενώ πάντοτε οι σύνδεσμοι αυτοί

2)Πως χτιζόταν ένα κτίριο στην Αρχαία Ελλάδα;

Πρώτα οριζόταν η ακριβής θέση του οικοδομήματος στο επιλεγμένο και προετοιμασμένο αναλόγως οικόπεδο. Μετά τον καθορισμό του

4

Page 5: αρχιτεκτονική

προσανατολισμού και της ακριβούς θέσης του κτιρίου χαράσσονταν με άσπρο χρώμα, κιμωλία ή ασβέστη οι τάφροι των θεμελίων. Μετά τη χάραξη του κυρίου άξονα με πέτρες και πασσάλους στο έδαφος, στηνόταν ένα κάπως μόνιμο σύστημα νημάτων το οποίο στερεωνόταν συνήθως σε πασσάλους και σανίδια. Έπειτα ακολουθούσε η εκσκαφή των θεμελίων ή στην περίπτωση του βραχώδους εδάφους η ισοπέδωση της επιφάνειας του βράχου και στη συνέχεια η τοποθέτηση των στρώσεων των θεμελίων. Για το από πού ξεκινούσαν το κτίσιμο δεν υπήρχε κανόνας, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις ξεκινούσαν από το σηκό (Πίσω από το εξωτερικό πτερό του ναού διαμορφώνονταν το εσωτερικό του ναού, ο σηκός) και σε άλλες από την περίσταση. Από τη στιγμή που με την τοποθέτηση των θεμελίων ήταν περίπου προσδιορισμένος ο χώρος του κτιρίου, ακολουθούσε η πραγματική πια χάραξη για την ανωδομή επάνω στην ανώτερη στρώση των θεμελίων, στη λεγόμενη ευθυντηρία (πάνω από τα θεμέλια το διαμορφωμένο δάπεδο με τις μεγάλες πλάκες χωρίς ιδιαίτερη υποδομή ονομάζεται στερεοβάτης. Οι λίθοι του στερεοβάτη συνήθως τοποθετημένοι με τη μεγαλύτερη διάσταση τους κατά πλάτος καταλήγουν σε μία ανώτατη επιφάνεια με περισσότερο επιμελημένη κατασκευή, την ευθυντηρία) , η οποία χρησιμοποιούνταν ως επίπεδο χάραξης για την περαιτέρω σχεδίαση. Όλες οι σημάνσεις και οι χαράξεις που ήταν προσδιοριστικές για την κάτοψη του οικοδομήματος, μεταβάλλονταν με την πάροδο των εργασιών, παράλληλα με μία σειρά σχεδίων τα οποία περιλάμβαναν λεπτομέρειες συγκεκριμένων αρχιτεκτονικών μελών με τις οποίες γινόταν η μετατροπή των παραδειγμάτων, σχεδίων ή δεδομένων από δειγματολόγια στην κλίμακα του πρωτοτύπου. Στο φως έχουν έρθει ευρήματα από το ναό του Απόλλωνα στα Δίδυμα, από την Αίγινα, τις Σάρδεις και την Πριήνη τα οποία αποδεικνύουν την ύπαρξη οικοδομικών σχεδίων σε μεγάλη κλίμακα.

Οι επιφάνειες των τοίχων χρησιμοποιούνταν επίσης ως ¨σχεδιαστήρια¨ (παράδειγμα ναού Απόλλωνα στα Δίδυμα) για σχέδια με λεπτή βελόνα, ενώ ακόμη και στα μπάζα των κτιρίων έχουν σωθεί προσχέδια με μολύβια, όπως για παράδειγμα στο ναό της Αφαίας στην Αίγινα.

Παράλληλα για σπουδαία μέλη, όπως κιονόκρανα, τρίγλυφα και άλλα κατασκευάζονταν συχνά παραδείγματα στο μέγεθος των πρωτοτύπων, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθούν αργότερα στο κτίριο δίπλα στα κομμάτια που δημιουργούνταν κατά το παράδειγμά τους.

Τα θεμέλια

Για τα θεμέλια μεμονωμένων κτιρίων προτιμούνταν ο φυσικός βράχος ο οποίος και προετοιμάζονταν ανάλογα για την τοποθέτηση των λιθοπλίνθων. Τα είδη θεμελίωσης σε περίπτωση έλλειψης μιας φυσικής πλατφόρμας ήταν οι συμπαγείς πλάκες θεμελίων, η θεμελίωση σε λωρίδες ή επιμέρους σημεία

5

Page 6: αρχιτεκτονική

και τα θεμέλια σε μορφή εσχάρας. Πάντως θεμέλια από συμπαγείς στρώσεις δεν ήταν και πάρα πολύ συχνά. Κατά περίπτωση ισοπέδωναν τα ακανόνιστα επίπεδα που σχημάτιζε ο βράχος σε συμπαγή, λίθινη επίστρωση.

Γενικά η εκτέλεση των λεπτομερειών ως προς τα θεμέλια εξαρτόνταν από τη σημασία του κτιρίου. Υπήρχαν κτίρια με θεμέλια συναρμολογημένα με λιθόπλινθους ή και κτίρια από απλή ακανόνιστη λιθοδομή με αργιλόχωμα. Οι τοίχοι είχαν βέβαια θεμέλια σε συνεχείς λωρίδες, ενώ οι κιονοστοιχίες πατούσαν συνήθως σε συνεχή θεμέλια και σπανιότερα σε επιμέρους. Στα θεμέλια χρησιμοποιούσαν συχνά και spolia από προηγούμενα κτίρια, ενώ σύνδεσμοι απαντούν σπάνια. Οι αρμοί επαφής τους δεν ήταν πάντα εφαρμοστοί, αλλά συχνά υπήρχε ως λιθόδεμα αργιλόχωμα σε μορφή λάσπης. Γενικά οι θεμελιώσεις των μεγάλων κτιρίων ήταν προσεκτικά εκτελεσμένες και σε μεγάλο βάθος, σε αντίθεση με αυτές των ιδιωτικών κατοικιών και των μικρότερων κτισμάτων που ήταν μέτριας ποιότητας και μικρού βάθους.

Οι τοίχοι

Τα επόμενα βασικότερα στοιχεία της διαμόρφωσης ενός χώρου ήταν οι τοίχοι και οι κιονοστοιχίες, δύο στοιχεία ανεξάρτητα, αλλά και συγχρόνως αλληλοσυμπλεκόμενα.

Στην πρώιμη εποχή οι μορφές τοίχων ήταν απλές, από ξύλο ή με συνδυασμό ξύλου, πέτρας και αργιλοχώματος.

Οι απλούστεροι τοίχοι ήταν αυτοί που αποτελούνταν από κάθετους ξύλινους πασσάλους και μία ελαφριά κατασκευή πλέγματος με ή χωρίς επίχρισμα λάσπης για στεγανοποίηση. Τέτοιοι σκελετοί συναντώνται στους επάνω ορόφους καθώς επίσης και στους εσωτερικούς διαχωριστικούς τοίχους ιδιωτικών κατοικιών της ελληνιστικής εποχής. Το ξύλο χρησιμοποιείται για ενίσχυση σε τοίχους από ωμές πλίνθους ή ως ξυλοδεσιά σε τοίχους από ακατέργαστες πέτρες, αργιλόχωμα κτλ.

Τοίχοι από ωμές πλίνθους ήρθαν στο φως σε πολλές περιπτώσεις. Οι ωμόπλινθοι χτίζονταν με πηλοκονίαμα - συχνά επάνω σε βάση ακατέργαστων λίθων και πιο σπάνια σε βάση λιθοπλίνθων. Οι τοίχοι αυτοί έπρεπε σε κάθε περίπτωση να προστατεύονται καλά από τη βροχή και να έχουν διαρκή περιποίηση.

Η καλύτερη ποιότητα στην κατασκευή τοίχων εμφανίζεται με τη λιθοδομή από τον 7ο αιώνα διαμέσου της επαφής με την Αίγυπτο. Οι λίθοι γενικά ανθεκτικοί και ενιαίοι χρησιμοποιούνταν είτε σε στρώσεις που καταλάμβαναν όλο το πάχος των τοίχων στη λεγόμενη τεχνική με δύο παρειές, είτε ακολουθώντας μία μικτή τεχνική.

Η σύνδεση των λίθων

6

Page 7: αρχιτεκτονική

Για την εξασφάλιση της ακινησίας μετά την οριστική τοποθέτησή τους, οι λίθοι συνδέονταν μεταξύ τους είτε μέσω της απλής εφαρμογής ή συνηθέστερα με τη χρήση μεταλλικών συνδέσμων. Για να τοποθετηθεί ένας λίθος σταθερά επάνω σε έναν άλλο χρειαζόταν καλά διαμορφωμένες επιφάνειες εδράσεως, με απόλυτη λείανση των αρμών εδράσεως στην επάνω και κάτω επιφάνεια με την οδοντωτή σμίλη. Η συναρμογή των λίθων με την απλή επαφή επιτυγχάνονταν με δύο τρόπους: με την επαφή των δύο εσωτερικών επιφανειών μόνο κατά την εξωτερική ορατή ακμή τους ή με τη βοήθεια της λεγόμενης αναθύρωσης βάσει της οποίας διαμορφωνόταν μία επίπεδη περιμετρική ταινία η οποία λειαίνονταν με την οδοντωτή σμίλη ανάλογα με την επιθυμητή πυκνότητα του αρμού, ενώ στο εσωτερικό της ταινίας αυτής η επιφάνεια παρέμενε αδρή.

Πως χτιζόταν ένας ναός στην Αρχαία Ελλάδα;

Κάτω τμήμα

Επάνω από τα θεμέλια το διαμορφωμένο δάπεδο με τις μεγάλες πλάκες χωρίς ιδιαίτερη υποδομή ονομάζεται στερεοβάτης. Οι λίθοι του στερεοβάτη συνήθως τοποθετημένοι με τη μεγαλύτερη διάσταση τους κατά πλάτος καταλήγουν σε μία ανώτατη επιφάνεια με περισσότερο επιμελημένη κατασκευή, την ευθυντηρία. Επάνω από την ευθυντηρία και τελείως ορατή, δηλαδή επάνω από τη γραμμή του εδάφους σχηματίζεται η κρηπίδα, η βάση δηλαδή του κτιρίου με τη μορφή βαθμίδων. Οι βαθμίδες της κρηπίδας μπορούσαν να είναι από μία μέχρι τέσσερις, ενώ η ανώτερη από αυτές αποτελεί το στυλοβάτη, την επιφάνεια δηλαδή επάνω στην οποία πατούν οι κίονες. Η κρηπίδα στους ναούς και τα άλλα αντίστοιχα κτίρια δεν είχε χρηστική σκοπιμότητα, δεν χρησιμοποιούνταν δηλαδή για να ανεβαίνει κανείς από αυτή στο κτίριο, αλλά καθαρά για λόγους προβολής του κτιρίου και τονισμού της μνημειακότητάς του. Η άνοδος στο κτίριο αντίθετα γινόταν με ιδιαίτερα σκαλοπάτια, τους αναβαθμούς, μπροστά στην είσοδο ή μέσω ενός κεκλιμένου επιπέδου, της αναβάθρας.[1] Η κρηπίδα των κτιρίων κατασκευαζόταν κατά το ισόδομο σύστημα, οι αρμοί δηλαδή κάθε σειράς χώριζαν στη μέση το μήκος των υποκειμένων. Οι κίονες του στυλοβάτη πατούσαν συνήθως σε ολόκληρο λίθο και σπανιότερα σε δύο λίθους συγχρόνως. Χαρακτηριστικό στοιχείο της κρηπίδας ήταν η καμπυλότητά της, με τις επιφάνειες των αναβαθμών να παρουσιάζουν κυρτότητα στο μέσον περίπου της κάθε πλευράς.

Κιονοστοιχία

Επάνω στο στυλοβάτη των ναών, σε καθορισμένες θέσεις, στήνονται οι κίονες. Οι κίονες αποτελούνται από τρία μέρη: τη βάση, τον κορμό και το κιονόκρανο. Βασική διαφορά μεταξύ των δύο ρυθμών είναι ότι ο ιωνικός κίονας έχει βάση, ενώ ο δωρικός δεν έχει με αποτέλεσμα να πατά κατευθείαν

7

Page 8: αρχιτεκτονική

επάνω στο στυλοβάτη. Ο κορμός του κίονα υπάρχει περίπτωση να είναι μονολιθικός ή να αποτελείται από πολλά επιμέρους κομμάτια, τους σφονδύλους. Οι σφόνδυλοι προσαρμόζονταν προσεκτικά ο ένας επάνω στον άλλο με τη χρήση της λείανσης και της αναθύρωσης, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η απόλυτη σταθερότητά τους, παράλληλα με τη χρήση γόμφων, με πόλο και εμπόλιο. Οι σφόνδυλοι τοποθετούνταν επάνω στον κίονα σε ημιτελή κατάσταση μαζί με τους αγκώνες, ενώ όταν έπρεπε να ραβδωθούν, οι ραβδώσεις παράγονταν στον κατώτερο σφόνδυλο και στο υποτραχύλιο του κιονοκράνου ώστε να μπορέσει με βάση αυτό να γίνει διαδοχικά η περαιτέρω επεξεργασία του κορμού.[2] Χαρακτηριστικό στοιχείο του κορμού του κίονα ήταν η μείωση, η ελάττωση δηλαδή της διαμέτρου του από κάτω προς τα πάνω και η ένταση, η ελαφρά δηλαδή εξόγκωσή του ώστε οι γενέτειρές του να γίνονται ελαφρά κυρτές. Οι ραβδώσεις είναι κοίλης τομής. Στο δωρικό ρυθμό σχηματίζουν μεταξύ τους οξείες ακμές, ενώ στο δωρικό επίπεδες. Στους δωρικούς κίονες είναι συνήθως 20, ενώ η σημασία τους από μορφολογικής άποψης είναι σημαντικότατη, καθώς τονίζει το κυκλικό σχήμα του κίονα και δημιουργεί διαδοχικές φωτοσκιάσεις στα φέροντα μέλη.

Το κιονόκρανο του κίονα, το στοιχείο αυτό που μεταβιβάζει τα υπερκείμενα φορτία στον κατακόρυφο κορμό, στους δωρικούς ναούς αποτελείται από τον άβακα, μία πλάκα τετράγωνη στο άνω μέρος, τον εχίνο σε σχήμα στερεού εκ περιστροφής με χαρακτηριστική καμπύλη διατομή και χαμηλότερα το υποτραχήλιο το οποίο χωρίζεται από τον κορμό του κίονα με τους δακτυλίους. Μεταξύ εχίνου και υποτραχηλίου βρίσκονται οι ιμάντες, από δύο μέχρι τέσσερις στον αριθμό. Αντίστοιχα στον ιωνικό ρυθμό έχουμε στους κίονες βάση και στα κιονόκρανα εχίνο, έλικες και άβακα, ενώ συχνά διαμορφώνεται και υποτραχήλιο. Οι πλάγιες πλευρές των ελίκων διαμορφώνονται με προσκεφάλαια. Τα κιονόκρανα γομφώνονται με τους κορμούς των κιόνων με τον τρόπο που συναρμόζονται και οι σφόνδυλοι. Σε αντίθεση με τους σφονδύλους τα κιονόκρανα κατά κύριο λόγο ήταν εντελώς επεξεργασμένα κατά την τοποθέτησή τους.

Ανωδομή

Επάνω από τους κίονες των κτιρίων αναπτύσσεται το επιστύλιο. Το αρχιτεκτονικό αυτό μέλος του κτιρίου δεχόταν το μεγαλύτερο βάρος και έμενε αδιακόσμητο. Για τη μείωση του βάρους τους, τα επιστύλια διαμορφώνονται με παράλληλα τοποθετημένες δοκούς κατά πλάτος με πλαϊνές μεταξύ τους αναθυρώσεις. Στις γωνίες οι άκρες των επιστυλίων συνάπτονται με συνδέσμους. Στους δωρικούς ναούς στο επάνω μέρος των επιστυλίων διαμορφώνεται μία συνεχής προς τα έξω ταινία, συνήθως με διακόσμηση γραπτού μαιάνδρου, ενώ κατά διαστήματα κάτω από την ταινία αναπτύσσονται μικρά ευθύγραμμα στοιχεία, οι κανόνες οι οποίοι έχουν πλάτος όσο και τα τρίγλυφα, ενώ κάτω από τους κανόνες κρέμονται έξι κουλουροκωνικά μικρότερα στοιχεία, οι σταγόνες. Η δωρική ζωφόρος που

8

Page 9: αρχιτεκτονική

περιτρέχει όλο το κτίσμα επάνω από το επιστύλιο, αποτελείται από δύο εναλλασσόμενα μεταξύ τους μέλη, τα τρίγλυφα και τις μετόπες. Τα τρίγλυφα αποτελούνται από τρία κάθετα στοιχεία, τους μηρούς που χωρίζονται από δύο γλυφές, ενώ δύο ημιγλυφές σχηματίζονται στις άκρες δεξιά και αριστερά. Στο επάνω μέρος κάθε τριγλύφου αναπτύσσεται μία ταινία που εξέχει ελάχιστα, η κεφαλή. Οι μετόπες είναι αυτόνομες πλάκες με ανάγλυφη διακόσμηση και φέρουν επίσης ταινία που λέγεται κεφαλή. Το γείσο προεξέχει σημαντικά επάνω από τη ζωφόρο για να προστατεύει τα υποκείμενα μέλη και έχει συνολικό ύψος περίπου το μισό του ύψους της ζωφόρου. Η άνω επιφάνεια του γείσου στις μακρές πλευρές παίρνει ενίοτε την κλίση της στέγης. Το γείσο αποτελείται από ένα συνεχές κατακόρυφο μέτωπο και στην κάτω επιφάνεια φέρει κεκλιμένες πλάκες, σχήματος ορθογωνίου, τις προμόχθους, οι οποίες φέρουν επίσης σταγόνες. Οι πρόμοχθοι έχουν πλάτος όσο και τα τρίγλυφα, ενώ μία πρόμοχθος αντιστοιχεί σε κάθε τρίγλυφο και κάθε μετόπη. Ο αριθμός των σταγόνων σε κάθε πρόμοχθο φτάνει τις 18, από 6 προμόχθους σε 3 σειρές. Στο βάθος πίσω από τις προμόχθους αναπτύσσεται κυμάτιο ιωνικό ή λέσβιο. Αυτά τα στοιχεία της ανωδομής, το επιστύλιο, η ζωφόρος και το γείσο αποτελούν το λεγόμενο θριγκό του κτιρίου.

Το ιωνικό επιστύλιο επίσης διαμορφώνεται με τρεις οριζόντιες ταινίες. Ακολουθεί η ζωφόρος η οποία είναι συνεχής και διακοσμείται με γλυπτά. Το γείσο, απλούστερο δε φέρει προμόχθους και σταγόνες αλλά κατά περίπτωση διακοσμείται με σειρά οδόντων.

Πάνω από το οριζόντιο γείσο των προσόψεων διαμορφώνονται τα δύο τριγωνικά αετώματα, το βάθος των οποίων αποτελεί το λεγόμενο τύμπανο, ενώ οι κεκλιμένες πλευρές τους διαμορφώνονται με τα καταέτια γείσα, λίγο ψηλότερα από τα οποία βρίσκεται η σίμη η οποία εμποδίζει τα νερά της στέγης να υπερχειλίζουν προς την πλευρά των αετωμάτων. Τα αετώματα στο εσωτερικό τους φέρουν γλυπτικές συνθέσεις, ενώ στις τρεις γωνίες τους στολίζονται με τα ακρωτήρια.[3]

Μερικά εργαστήρια διακοσμούσαν τους λίθους μετά την τοποθέτησή τους - insitu - ενώ κάποια άλλα τους τοποθετούσαν στην εντέλεια δουλεμένους. Εκτός πάντως από τις έδρες και τις επιφάνειες επαφής, τελείως επεξεργασμένες ήταν εκείνες οι επιφάνειες ή εκείνα τα τμήματα των οποίων η κατάλληλη επεξεργασία δεν μπορούσε να γίνει μετά την τοποθέτηση, όπως για παράδειγμα τα προφίλ των βάσεων. Αυτά λοιπόν τα τμήματα τοποθετούνταν τελειωμένα επάνω στο οικοδόμημα και περιτειχίζονταν με ωμόπλινθους ή επενδύονταν με ξύλο, ώστε να διασφαλίζονται από τα πιθανά χτυπήματα κατά τη διάρκεια των εργασιών της οικοδόμησης.[4] Η τελική επεξεργασία των μεγάλων επιφανειών γινόταν με τη λεπτή, οδοντωτή σμίλη, ενώ σε κτίρια κλασικής εποχής ξέρουμε ότι οι επιφάνειες λειαίνονταν με μία λεπτή ράσπα ή σμιρίδα από μία ειδική ομάδα εργασίας. Σ' αυτή τη φάση γινόταν και η τελική αρχιτεκτονική διακόσμηση. Σε περίπτωση ατυχήματος ή

9

Page 10: αρχιτεκτονική

αποκάλυψης κάποιου ελαττώματος, στο σημείο φθοράς τοποθετούνταν ένθετα κομμάτια με μικρούς γόμφους ή λεπτό ασβεστοκονίαμα.

Σηκός

Πίσω από το εξωτερικό πτερό του ναού διαμορφώνονταν το εσωτερικό του ναού, ο σηκός. Οι τοίχοι του σηκού έχουν και αυτοί υποθεμελιώσεις που καταλήγουν και αυτοί σε ευθυντηρία επάνω στην οποία πατά ο τοιχοβάτης, ισχυρή στρώση ανάλογη με τον στυλοβάτη, επάνω στον οποίο ανυψώνεται ο τοίχος. Στο κατώτερο μέρος των τοίχων των κλασικών χρόνων έχουμε τους ορθοστάτες, δύο μεγάλους λίθους λίγα χιλιοστά παχύτερους από τον κυρίως τοίχο. Οι τοίχοι διαμορφώνονται με βάση το ισόδομο σύστημα με παρεμβολή διατόνων λίθων που πιάνουν όλο το πάχος του τοίχου. Στα άκρα των τοίχων του σηκού διαμορφώνονται οι παραστάδες, μικρές διαπλατύνσεις των τοίχων προς το εσωτερικό, που επιστέφονται στο ύψος των κιονοκράνων με τα επίκρανα. Οι παραστάδες έχουν κορμό που ακολουθεί τη διαίρεση των δόμων των τοίχων, ενώ το επίκρανό τους δεν έχει σταθερή μορφή και διακοσμείται πάντα με κυμάτια.

Για τη διαμόρφωση της οροφής του περιμετρικού πτερού όταν το άνοιγμα ήταν μικρό, απλές μονοκόμματες πλάκες εδραζόμενες στους θράνους γεφύρωναν το κενό και στέγαζαν το πτερό. Όταν όμως το άνοιγμα ήταν μεγαλύτερο παρεμβάλλονταν μαρμάρινες δοκοί οι οποίες πατούσαν επίσης στο θράνο και τα μεταξύ τους διαστήματα γεφυρώνονταν με τις πλάκες καλύψεως, τα λεγόμενα φατνώματα. Η στέγη των αρχαίων ναών ήταν κατά κύριο λόγο ξύλινη, με κεραμίδια πήλινα ή σε πιο ακριβές κατασκευές μαρμάρινα.

Στέγαση

Η κάλυψη των αρχαίων ναών ήταν ένα ενδιαφέρον κεφάλαιο. Οι οροφές ήταν αρχικά από ξύλο με δοκούς ορατές από κάτω επάνω στις οποίες καρφώνονταν σανίδες ή μικρότερες δοκίδες που άφηναν μεταξύ τους ορθογώνια κενά, τα οποία καλύπτονταν με σανίδες διαμορφώνοντας ορθογώνιες εσοχές, τα φατνώματα. Τα αρμοκάλυπτρα που τοποθετούνταν στη συμβολή δοκών και επικείμενων σανίδων πήραν τη μορφή ιωνικών κυματίων. Έτσι προέκυψε η μορφή της οροφής με δοκούς και φατνωματικές πλάκες που είναι ιδιαίτερα γνωστή από τις μαρμάρινες οροφές στα πτερώματα των ναών.

Η κεράμωση των ναών είχε ως βασικό στόχο της την προστασία του κτιρίου από τα νερά της βροχής. Ήταν πάντοτε προσαρμοσμένη στο σχήμα της κάτοψης του κτιρίου και στις ανάγκες απορροής του νερού.

10

Page 11: αρχιτεκτονική

Η στέγη των αρχαίων ναών ήταν πάντοτε απλή δίρριχτη η οποία καλύπτονταν με ένα απλό σύστημα κεραμίδων στρωτήρων - καλυπτήρων χωρίς ειδικά προβλήματα.

3) Ανυψωτική μηχανή Ήρωνος (μονόκωλος /δίκωλος)

Η μονόκωλος ανυψωτική μηχανή του Ήρωνος αποτελείται απο κατακόρυφο στύλο από ξύλο και με τη βοήθεια μιας τροχαλίας δίνει την δυνατότητα ανύψωσης δομικών υλικών οικοδομημάτων.Η δίκωλος ανυψωτική μηχανή ανυψώνει δομικά υλικά κάτω από ξύλινη γέφυρα σχήματος Π με τη βοήθεια δύο τροχαλίων μια σταθερής και μιας κινητής. Δίνει επίσης την δυνατότητα οριζοντιών μετακινήσεων όταν αυτή τοποθετηθεί πάνω σε κατρακύλια.

Τρίκωλη ανυψωτική μηχανή

Αποτελείται από τρία συγκλίνοντα ξύλα τα οποία στερεώνονται στο σημείο σύγκλισης των κορυφών τους όπου στερεώνεται και η τροχαλία της οποίας το άλλο μέρος στερεώνεται στο φορτίο. Τη στιγμή που τραβιούνται τα σκοινιά της τροχαλίας, ανυψώνεται το βάρος. Η κατασκευή αυτή αν και σταθερή, διευκολύνει μόνο όταν το φορτίο προς ανύψωση είναι στο μέσον του μηχανήματος.

Τετράκωλη ανυψωτική μηχανή

Η χρήση της προϋποθέτει πολύ μεγάλα βάρη. Απαρτίζεται από τέσσερις ξύλινους στύλους με τη μορφή τετράγωνου περιφράγματος με παράλληλες πλευρές και μεταξύ τους απόσταση ώστε ο λίθος να μπορεί μέσα σ' αυτά τα όρια να κινείται και να ανυψώνεται με ευκολία. Στα άκρα των στηριγμάτων τοποθετούνται τεμάχια ξύλων τα οποία συνδέονται μεταξύ τους στερεά. Διαγώνια προς αυτά τοποθετούνται άλλα ώστε τα στηρίγματα να είναι ενωμένα. Εκεί επάνω στερεώνεται η τροχαλία στο σημείο ένωσης των ξύλων.

Ανυψωτική μηχανή νερού Περαχώρας

Η μηχανή αυτή αποτελείται από ξύλινη σταθερή βάση πάνω από υδατοδεξαμενή (φρεάτιο στάσιμων υδάτων) εφοδιασμένη με περιστρεφόμενο τροχό που φέρει οκτώ δοχεία στην περιφέρεια του.Επιπλέον συνδέεται με σύστημα διαφορετικών τροχών έτσι ώστε να μπορεί να παίρνει κίνηση από ζώα που κινούνται στο οριζόντιο επίπεδο.

Ανυψωτική μηχανή ανθρώπινου κλώβου

Χρησιμοποιούνταν για την ανύψωση πολύ μεγάλων φορτίων και ο ιστός της αποτελούνταν από δύο μεγάλα ξύλα σε σχήμα Λ. Η άρθρωσή της εξασφαλιζόταν από δύο βαθουλώματα στο έδαφος. Η σταθεροποίησή της σε διάφορες κλίσεις επιτυγχανόταν από δύο σχοινία που τανύονταν με

11

Page 12: αρχιτεκτονική

πολύσπαστα και βαρούλκα. Το φορτίο ανυψωνόταν ή καταβιβαζόταν με τη βοήθεια δύο σχοινιών έλξης, ενός τρίσπαστου με διπλούς τροχίλους κάθε αξονίσκο και ενός οριζόντιου άξονα εδραζόμενου επί χελωνίων που περιστρεφόταν από το βάρος ενός ή περισσότερων ανδρών που βάδιζαν εντός ενός ενσωματωμένου ακτινωτού τροχού.

12

Page 13: αρχιτεκτονική

13

Page 14: αρχιτεκτονική

Μέθοδοι και εργαλεία• Πολύσπαστα-Αποτελούνταν από συνδυασμό μιας σταθερής και μιας

ελεύθερης τροχαλίας σε ένα αλληλοεξαρτώμενο σύστημα μέσω του σχοινιού ανύψωσης. Στην ξύλινη ή μεταλλική θήκη κάθε τροχαλίας προσαρμόζονταν ένας ή περισσότεροι άξονες και γύρω από τον καθένα τους περιστρέφονταν ένας ή περισσότεροι τροχίλοι. Τρίσπαστο ονομαζόταν το σύστημα με τρεις τροχίσκους (δύο στην πάνω τροχαλία και έναν στην κάτω). Τετράσπαστο ονομαζόταν το σύστημα με τέσσερεις τροχίσκους (από δύο στην κάθε τροχαλία), κ.ο.κ.

• Βαρούλκα-Αποτελούνταν κατά βάση από ένα μεγάλο άξονα όπου

τυλιγόταν το σχοινί έλξης του φορτίου και είτε σταθερά προσαρμοσμένους στον άξονα ακτινωτούς τροχούς, είτε κινητούς μοχλοβραχίονες σε ειδικές υποδοχές του, για να εφαρμόζεται η απαιτούμενη ελκτική δύναμη από τους χειριστές. Πολλές φορές έφεραν τροχαλίες και σπανιότερα οδοντωτούς τροχούς ή και ατέρμονα κοχλία για επιπλέον αύξηση της παραγωγικότητάς τους.

Τα βαρούλκα εδάφους για την έλξη του σχοινιού ανύψωσης και την τάνυση των επιτόνων προσδένονταν σε έναν ισχυρά πακτωμένο κατακόρυφο πάσσαλο ενώ τα βαρούλκα των ικριωμάτων τοποθετούνταν με κατρακύλια πάνω σε οριζοντιωμένες δοκούς για την ευχερή οριζόντια μετατόπισή τους.

• Σύνδεσμοι, γόμφοι και εμπόλια-Για την ασφαλή οριζόντια συναρμογή των γειτονικών λίθων χρησιμοποιούνταν ορειχάλκινοι ή σιδερένιοι σύνδεσμοι συνήθως σχήματος I που τοποθετούνταν σε αντίστοιχες λαξευμένες υποδοχές των λίθων και σταθεροποιούνταν και προστατεύονταν με τη χύτευση μολύβδου. Για τη σταθερή κατακόρυφη συναρμογή τους χρησιμοποιούνταν οι «γόμφοι» δηλ. ορειχάλκινα ή σιδερένια ελάσματα που τοποθετούνταν με παρόμοιο τρόπο. Για την ασφαλή σύνδεση των σπονδύλων των κιόνων χρησιμοποιούνταν τα εμπόλια δηλ. ξύλινα στοιχεία τετραγωνικής διατομής που τοποθετούνταν σε αντίστοιχες τετραγωνικές εγκοπές στο κέντρο των σπονδύλων. Τα εμπόλια έφεραν οπές στο κέντρο τους και συνδέονταν μεταξύ τους με τον πόλο έναν κατακόρυφο ξύλινο συνήθως αξονίσκο που επέτρεπε την ελεύθερη περιστροφή των σπονδύλων.

Τρόποι ανάρτησης των λιθώνΓια την ανύψωσή τους οι λίθοι περιβάλλονταν συνήθως με χοντρά σχοινιά (με τη χρήση ξύλων για την προστασία των ακμών τους) που προσδένονταν στην αρπάγη του γερανού. Λόγω όμως της δυσχερούς απομάκρυνσης των σχοινιών σε αρκετές περιπτώσεις (που θα πλακώνονταν από τον υπερκείμενο λίθο μετά την τοποθέτησή του επινοήθηκαν διάφορα άλλα ευφυή συστήματα πρόσδεσης των λίθων όπως:

14

Page 15: αρχιτεκτονική

Α) Σύστημα πρόσδεσης των λίθων μέσω οπών σχήματος U που λαξεύονταν στην επάνω επιφάνεια και εσωτερικά του λίθου (π.χ. Ολυμπία, Δελφοί, Αφαία, κ.α.).

Β) Σύστημα πρόσδεσης των λίθων μέσω λαξευμένων προεξοχών («αγκώνες») στις επιμήκεις πλαϊνές επιφάνειες των λίθων που αργότερα συνήθως αφαιρούνταν (π.χ. Παρθενών, Προπύλαια, κ.α.).

Γ) Σύστημα πρόσδεσης των λίθων μέσω λαξευμένων εγκάρσιων αυλάκων στο κάτω μέρος και στα πλάγια (μερικές φορές) του λίθου (π.χ. Σελινούς, κ.α.).

Δ) Σύστημα πρόσδεσης των λίθων μέσω λαξευμένων αυλάκων σχήματος U στις εγκάρσιες πλαϊνές επιφάνειες του λίθου (π.χ. Ακράγας, Αφαία, κ.α.).

Ε) Σύστημα πρόσδεσης των λίθων με τη βοήθεια ζεύγους λαβών («άγκυρες» και «αρπάγες») αγκιστρωμένων σε τόρμους, εντορμίες και κατάλληλα λαξευμένες οπές του λίθου (π.χ. Ακρόπολη, Ολυμπία, Δελφοί, Επίδαυρος, κ.α.).

ΣΤ) Σύστημα πρόσδεσης των λίθων με τη βοήθεια του «καρκίνου», μιας ψαλιδόσχημης αρθρωτής λαβίδας που τα κάτω άκρα της αγκιστρώνονταν σε κατάλληλες υποδοχές στο επάνω μέρος ή στα πλάγια του λίθου και περισφίγγονταν αυτόματα με την ανύψωσή του (π.χ. Σούνιο, κ.α.).

Ζ) Σύστημα πρόσδεσης των λίθων με τη βοήθεια του «λύκου», ενός συστήματος δύο μεταλλικών ή (σπανιότερα) ξύλινων στελεχών (το ένα ορθογωνικής και το άλλο τραπεζοειδούς διατομής με τη μία μόνο πλευρά κεκλιμένη) που εφαρμόζονταν σε αντίστοιχα λαξευμένες τραπεζοειδείς υποδοχές του λίθου (λοξές στη μία πλευρά) ώστε να σφηνώσουν αυτόματα κατά την ανύψωση (π.χ. Θησείο, κ.α.). Η ανάρτηση γινόταν είτε από μία οπή, είτε από το διαμορφωμένο άγκιστρο του τραπεζοειδούς στελέχους. Κατά την υστεροελληνιστική εποχή χρησιμοποιήθηκε «λύκος» με τρία στελέχη, τα δύο εκ των οποίων τραπεζοειδούς διατομής με αντίθετες κλίσεις («καμπάνα»).

Ανυψωτική μηχανή μεσαίων φορτίων

Ο ιστός της αποτελούνταν από δύο γιγάντια ξύλα σε σχήμα Λ. Η άρθρωσή της εξασφαλιζόταν από δύο βαθουλώματα στο έδαφος. Η σταθεροποίησή της σε διάφορες κλίσεις επιτυγχανόταν από δύο επίτονους (σχοινιά) που τανύονταν με πολύσπαστα και χειροκίνητα βαρούλκα έλξης.Το φορτίο ανυψωνόταν ή καταβιβαζόταν με τη βοήθεια «τρίσπαστου» και ενός οριζόντιου άξονα, του πηνίου, (όπου τυλιγόταν το σχοινί ανύψωσης του φορτίου) και περιστρεφόταν με τη βοήθεια κινητών μοχλοβραχιόνων (γύρω από ειδικά έδρανα, τα χελώνια που προσαρμόζονταν πάνω στις δοκούς του ιστού). Για την μείωση των τριβών ο άξονας έφερε εκατέρωθεν μικρούς αξονίσκους που εδράζονταν στα χελώνια.

15

Page 16: αρχιτεκτονική

Χρησιμοποιούνταν για την ανύψωση μεγάλων φορτίων και ο «ιστός» της αποτελούνταν από δύο γιγάντια ξύλα σε σχήμα Λ. Η άρθρωσή της εξασφαλιζόταν από δύο βαθουλώματα στο έδαφος. Η σταθεροποίησή της σε διάφορες κλίσεις επιτυγχανόταν από δύο επίτονους (σχοινιά) που τανύονταν με πολύσπαστα και βαρούλκα.

Το φορτίο ανυψωνόταν με τη βοήθεια τρίσπαστου με διπλούς τροχίλους σε κάθε αξονίσκο. Αντί για πηνίο διέθετε έναν άξονα εκατέρωθεν του οποίου τυλίγονταν τα σχοινιά έλξης του φορτίου και στο μέσον του έφερε ένα μεγάλο τύμπανο (αμφήρην), που περιστρεφόταν με τη βοήθεια ενός μεγάλου χειροκίνητου βαρούλκου.

4)Ο αρχιτέκτονας είναι ειδικευμένος τεχνίτης που έχει ευρεία μόρφωση

16

Ανυψωτική μηχανή μεγάλων φορτίων

Page 17: αρχιτεκτονική

ασχολείται με την επιστήμη της οικοδομικής.Γενικα οι αρχαίοι Έλληνες φημίζονται κυρίως για τα μεγάλα για εκείνη τη εποχή επιτεύγματα τους,όπως: μεγάλοι ναοί,μεγάλα θέατρα και αγάλματα για παράδειγμα ένας μεγάλος ναός είναι ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο και το πιο γνωστό σε όλους μας είναι ο Παρθενώνας που τον έχτισαν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης.

Οι αρχιτέκτονες για εκείνη την εποχή ήταν σπάνιο επάγγελμα και αυτό όχι γιατί ήταν δύσκολο να δουλεψουν,αλλά γιατί ήταν λίγοι οι αρχιτέκτονες εκείνη την εποχή.

Σκοπός του αρχιτέκτονα είναι να διακοσμεί τον χώρο από μέσα και από έξω,κυριός από έξω,γιατί η αρχιτεκτονική έχει να κάνει κυρίως με το κτίριο .

Στη συνέχεια θα αναφερθούμε σε πιο βαθιά παραδείγματα όπως για το πως χτίζετε ένα κτίριο, ως πως μεταφέρουν τις πέτρες και το μάρμαρο.

Τώρα θα κάνουμε μία πιο γενική εικόνα για τον ρόλο του αρχιτέκτονα και για τον σχεδιασμό του οικοδομήματος. ο αρχιτέκτονας όπως είπαμε και πριν είναι ειδικευμένος τεχνίτης που έχει ευρέα μόρφωση .Ο αρχιτέκτονας δεν δούλευε μόνος του ,χρειαζόταν και άλλοι εργάτες όπως λιθοξόοι για την επεξεργασία του λίθου(πέτρας),ξυλουργοί για την επεξεργασία του ξύλου ένα υλικό που είναι απαραίτητο όπως και το μάρμαρο επίσης υπήρχαν γλύπτες, λατόμοι,λευκουργοί και επίσης διάφοροι εργάτες που έκανα διάφορες δουλείες. Το μάρμαρο είναι το πιο δύσκολο από όλα τα υλικά γιατί εκτός από την επεξεργασία πρέπει και να το μεταφέρουν από την Πεντέλη και μετά γίνεται η επεξεργασία του μαρμάρου.Εκτός από το ξύλο και το μάρμαρο είχαν την λάσπη και την πέτρα(δεν είχαν ανακαλύψει ακόμα το τσιμέντο). Οι αρχιτέκτονες δεν έφτιαχναν μόνο ναούς, έφτιαχναν και τα σπίτια τον ανθρώπων της αρχαίας Ελλάδας και αυτό το έκαναν χρησιμοποιώντας μόνο λάσπη και πέτρα. Επίσης χρησιμοποιούσαν στα σπίτια μέσα διάφορα φυτά για κλιματισμό το καλοκαίρι.

Όμως για τα μεγάλα κτίριο και τους ναούς δεν ήταν έτσι τα πράγματα, για χτιστεί ένας μεγάλος ναός ήταν εντελώς διαφορετικά. Στη φάση του σχεδιασμού πραγματοποιούνταν διάφορες συζητήσεις στην εκκλησία του δήμου ή σε άλλες αρμόδιες επιτροπές, για τα σχετικά θέματα όπως για παράδειγμα για τη θέση του κτιρίου. Τα αποτελέσματα των συσκέψεων της εκκλησίας του δήμου αποκτούσαν ισχύ νόμου με την έγκρισή τους και γι αυτό καταγράφονταν και ως επιγραφές. Ήδη δηλαδή πολλά τεχνικά, οικονομικά και άλλα ζητήματα καθορίζονταν από την επιτροπή και από τη βουλή οι οποίες επέλεγαν επίσης και τον αρχιτέκτονα ο οποίος αποτελούσε τη βάση για τον τεχνικό σχεδιασμό του έργου, τη συγγραφή. Σ΄ αυτό το χρονικό διάστημα ο αρχιτέκτονας στον οποίον ανέθεταν το έργο σχεδίαζε τη δομή και τη μορφή του οικοδομήματος του οποίου η λειτουργία και οι διαστάσεις είχαν καθοριστεί κατά το μεγαλύτερο μέρος. Πότε άρχισε στην ελληνική αρχιτεκτονική να χρησιμοποιείται συνειδητά το σχέδιο δεν μας είναι γνωστό. Μετά το

17

Page 18: αρχιτεκτονική

οικοδομικό ψήφισμα και τις συγγραφές, πραγματοποιούνταν η ανάθεση των οικοδομικών εργασιών στους τεχνίτες. Στο τελικό στάδιο μετά από όλα αυτά το έργο πρέπει να βαφτεί και είναι έτοιμο.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Συμπερασματικά μπορούμε να επισημάνουμε ότι ήταν ωραίο που εργαστήκαμε σε ομάδες γιατί μπορέσαμε να αναπτύξουμε το διάλογο και να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο όπου διαπιστώναμε ότι υπήρχε πρόβλημα. Παράλληλα εξοικειωθήκαμε με την χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Επίσης μάθαμε τι σημαίνει έρευνα καθώς για τη συγκέντρωση των πληροφοριών έπρεπε να αναζητήσουμε τα στοιχεία από το διαδίκτυο και να εμπιστευτούμε εκείνες μόνο τις πηγές που είχαν επιστημονική βάση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

http://www.tmth.edu.gr/aet/thematic_areas/p221.html

http://www.kotsanas.com/

http://www.google.com/intl/en/jobs/youtube/

http://www.google.gr/

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CF%8D%CE%BB%CE%B7:%CE%9A%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%B1

18

Page 19: αρχιτεκτονική

οικοδομικό ψήφισμα και τις συγγραφές, πραγματοποιούνταν η ανάθεση των οικοδομικών εργασιών στους τεχνίτες. Στο τελικό στάδιο μετά από όλα αυτά το έργο πρέπει να βαφτεί και είναι έτοιμο.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Συμπερασματικά μπορούμε να επισημάνουμε ότι ήταν ωραίο που εργαστήκαμε σε ομάδες γιατί μπορέσαμε να αναπτύξουμε το διάλογο και να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο όπου διαπιστώναμε ότι υπήρχε πρόβλημα. Παράλληλα εξοικειωθήκαμε με την χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Επίσης μάθαμε τι σημαίνει έρευνα καθώς για τη συγκέντρωση των πληροφοριών έπρεπε να αναζητήσουμε τα στοιχεία από το διαδίκτυο και να εμπιστευτούμε εκείνες μόνο τις πηγές που είχαν επιστημονική βάση.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

http://www.tmth.edu.gr/aet/thematic_areas/p221.html

http://www.kotsanas.com/

http://www.google.com/intl/en/jobs/youtube/

http://www.google.gr/

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CF%8D%CE%BB%CE%B7:%CE%9A%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%B1

18