ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ...

321
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Δήμητρα Π. Αγγελοπούλου Το γορτυνιακό ιδίωμα και η χρήση του στην εκπαίδευση ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΑΘΗΝΑ 2010

Transcript of ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ...

Page 1: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ∆ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ

ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ

∆ήµητρα Π. Αγγελοπούλου

Το γορτυνιακό ιδίωµα

και η χρήση του στην εκπαίδευση

∆Ι∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ

ΑΘΗΝΑ 2010

Page 2: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ∆ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ

ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ

∆ήµητρα Π. Αγγελοπούλου

Το γορτυνιακό ιδίωµα

και η χρήση του στην εκπαίδευση

∆Ι∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ

ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ∆ιονύσιος Γούτσος

ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ:

∆ιονύσιος Γούτσος

Νικόλαος Παντελίδης

Χριστόφορος Χαραλαµπάκης

ΑΘΗΝΑ 2010

Page 3: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

Σε όλους τους ΓορτΣε όλους τους ΓορτΣε όλους τους ΓορτΣε όλους τους Γορτύύύύνιουςνιουςνιουςνιους που ήρθαν, πέρασαν,που ήρθαν, πέρασαν,που ήρθαν, πέρασαν,που ήρθαν, πέρασαν,

θα ’ρθουν και θα περάσουν…θα ’ρθουν και θα περάσουν…θα ’ρθουν και θα περάσουν…θα ’ρθουν και θα περάσουν…

Page 4: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

I

Περίληψη

Η παρούσα διδακτορική διατριβή έχει ως αντικείµενο µελέτης το γορτυνιακό ιδίωµα,

όπως οµιλείται στην περιοχή αυτή της Αρκαδίας. Αρχικά, µε την αναλυτική περιγραφή

του ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα της γλώσσας (φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό,

υφολογικό, λεξιλογικό-σηµασιολογικό) επισηµαίνεται η συστηµατική διαφοροποίησή

του από τη Νεοελληνική Κοινή, γεγονός που επιτρέπει την ένταξή του στο πλαίσιο των

νεοελληνικών ιδιωµάτων. Η περιγραφή των διαλεκτικών φαινοµένων ακολουθεί τη

διάκριση που προτείνεται σε τάσεις και πραγµατώσεις. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η

κοινωνιογλωσσική κατάσταση του ιδιώµατος µέσα από τη σύγκριση του λόγου σε τρεις

προτεινόµενες κατηγορίες οµιλητών, τους επαρκείς, τους ενδιάµεσους και τους τελικούς.

Ιδιαίτερα ελέγχεται ο παράγοντας της ηλικίας και του κοινωνικού και µορφωτικού

επιπέδου. Με αυτόν τον τρόπο η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία σχετίζεται µε

συγκεκριµένα κοινωνικά χαρακτηριστικά. Στην κατηγορία των τελικών οµιλητών

εντάσσονται και οι µαθητές της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Η συγχρονική αυτή

θεώρηση του γορτυνιακού ιδιώµατος επαληθεύει τη βασική υπόθεση της διατριβής ότι

το ιδίωµα βρίσκεται σε στάδιο υποχώρησης (Κεφάλαιο 2).

Ακολούθως µελετάται ο στιγµατισµός της διαλεκτικής ποικιλίας στο χώρο της

εκπαίδευσης ως µια από τις βασικές αιτίες απόρριψης και συνακόλουθης συρρίκνωσης

των νεοελληνικών ιδιωµάτων, αλλά και της εκπαιδευτικής µειονεξίας των

διαλεκτόφωνων µαθητών. Από την εξέταση της θέσης του γορτυνιακού ιδιώµατος στο

πλαίσιο της εκπαιδευτικής πραγµατικότητας προκύπτει η ανάγκη διατύπωσης

διδακτικών προτάσεων µε στόχο τη µελέτη και τη διάσωση του ιδιωµατικού λόγου

(Κεφάλαιο 3). Συγκεκριµένα, προτείνεται ο ανασχεδιασµός του γλωσσικού µαθήµατος

στη δευτεροβάθµια εκπαίδευση, ώστε να προβλέπεται η συµπερίληψη των διαλέκτων

στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και δευτερευόντως η αξιοποίηση των

λογοτεχνικών κειµένων, καθώς και η υλοποίηση ποικίλων διαθεµατικών

δραστηριοτήτων (Κεφάλαιο 4).

Για την επίτευξη των στόχων της διατριβής, παράλληλα µε τη µελέτη της

σχετικής βιβλιογραφίας, συλλέχθηκε ερευνητικό υλικό από την τοπική κοινωνία της

Γορτυνίας και τα σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης που λειτουργούν σε αυτήν,

σύµφωνα µε τις αρχές της σύγχρονης διαλεκτολογίας. Έτσι, η συγκεκριµένη µελέτη

Page 5: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

II

αποτελεί συµβολή στη νεοελληνική διαλεκτολογία, στην κοινωνιογλωσσολογία και στη

διδακτική του γλωσσικού µαθήµατος στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο.

Summary

The subject of this doctoral dissertation is the dialect of Gortynia, as spoken in this

particular area of Arcadia in Greece. The thorough description of the dialect at all

language levels (phonological, morphological, syntactical, stylistic, lexical-semantic)

suggests its systematic differentiation from Standard Modern Greek, something which

allows us to include it among Modern Greek dialects. The description of dialect

phenomena follows the distinction proposed in the thesis between trends and

realizations. The presentation of the sociolinguistic situation of the dialect is achieved

through comparing the discourse of three categories of speakers, the adequate,

intermediate and terminal speakers. Age, social status and education are particularly

examined so that this geographical language variety is related to certain social

characteristics. The category of terminal speakers also includes students of secondary

education. The synchronic view of the Gortynian dialect substantiates the basic

suggestion of the dissertation that it has moved on to a decline stage (Chapter 2).

Furthermore, the dissertation studies the stigmatization of language varieties in

the educational field, which is one of the main causes for the rejection and subsequent

dwindling of Modern Greek dialects, as well as the educational inferiority of dialect-

speaking students. Though examining the position of the Gortynian dialect in the

context of educational realities the need for formulating specific suggestions arises, with

a view to study and preserve dialectal discourse (Chapter 3). In particular, it is proposed

that language classes in secondary education can be redesigned in order to provide for

the inclusion of dialects in Greek language teaching. A further proposal concerns taking

advantage of literary texts, as well as implementing several cross-curricular activities

(Chapter 4).

To meet these goals, parallel to the study of the relevant literature, research

material from the local language community of Gortynia and its secondary schools was

collected, according to the principles of modern dialectology. Thus, the present study

constitutes a contribution to Modern Greek dialectology, to sociolinguistics as well as

language teaching in the contemporary Greek school.

Page 6: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

III

Ευχαριστίες

Κάθε προσπάθεια που επιτυγχάνεται, και ιδιαίτερα στον πνευµατικό τοµέα, είναι

αποτέλεσµα της συµβολής πολλών ανθρώπων που µε τον τρόπο και την ιδιότητά του ο

καθένας βοηθά, ενισχύει και εµπνέει. Έτσι, και η πραγµατοποίηση της παρούσας

διδακτορικής διατριβής είναι προϊόν συνεργασίας και αγάπης.

Γι’ αυτήν την υπέροχη συνεργασία, που µετέτρεψε όλη την πορεία εκπόνησης

της διατριβής σε ευχάριστη διαδροµή, θα ήθελα πρωτίστως να πω ένα µεγάλο

ευχαριστώ στον επιβλέποντα καθηγητή κ. ∆ιονύσιο Γούτσο, τον αληθινό δάσκαλο, µε

άριστη επιστηµονική κατάρτιση, µεράκι και υποµονή.

Θα ήθελα ακόµα να ευχαριστήσω τα υπόλοιπα µέλη της επταµελούς επιτροπής,

τον κ. Χριστόφορο Χαραλαµπάκη, τον κ. Νικόλαο Παντελίδη, την κ. Αικατερίνη

Μπακάκου-Ορφανού, την κ. Μαρία Κακριδή-Φερράρι, την κ Μαρία Ιακώβου και την

κ. Σπυριδούλα Μπέλλα για τις πολύτιµες συµβουλές τους, που συχνά αποτέλεσαν πηγή

έµπνευσης, και την υποστήριξή τους.

Για τη σηµαντική βοήθεια και κυρίως για την ηθική τους συµπαράσταση

ευχαριστώ πολύ τη βιβλιοθηκονόµο Νίκη Χατζηπαναγιώτου και τη γραµµατέα του

τοµέα Γλωσσολογίας Μαρία ∆ηµοπούλου. Ευχαριστώ, επίσης, όλο το προσωπικό του

Σπουδαστηρίου Λαογραφίας, καθώς και όλους όσους προσέφεραν τις υπηρεσίες τους

στο χώρο του Πανεπιστηµίου Αθηνών.

Βέβαια, η παρούσα διδακτορική διατριβή δεν θα µπορούσε να πραγµατοποιηθεί

χωρίς την προθυµία και τη φιλόξενη διάθεση των κατοίκων της Γορτυνίας που

αποτέλεσαν τα υποκείµενα αυτής της έρευνας, αλλά και της εκπαιδευτικής κοινότητας

της περιοχής. Ευχαριστώ, ιδιαίτερα, όλους αυτούς τους συντοπίτες µου και τους

εκπαιδευτικούς και µαθητές των σχολείων δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης ∆ηµητσάνας,

Τροπαίων, Λαγκαδίων, Βυτίνας και Κοντοβάζαινας.

Ένα µεγάλο ευχαριστώ ανήκει στην οικογένειά µου και σε όλο το φιλικό µου

περιβάλλον για την αγάπη, την υποµονή και τις θυσίες τους.

Τέλος, η ψυχή αυτής της διδακτορικής διατριβής υπήρξε ο Γορτύνιος

πνευµατικός άνθρωπος π. Ανανίας Κουστένης, τον οποίο ευχαριστώ από καρδιάς για

την πνευµατική καθοδήγηση, ενθάρρυνση κι αγάπη του.

Page 7: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή……………………..……...……………..…………………………….5

1.1. Η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία……………..………………………………………...……….5

1.2. Η ελληνική γλωσσική πραγµατικότητα……………….………...……………….……………11

1.2.1.Σύντοµη θεώρηση των νεοελληνικών ιδιωµάτων …………………….…...…………....12

1.2.2. Συρρίκνωση και τάση εξαφάνισης των νεοελληνικών ιδιωµάτων.…………….18

1.2.3. Η επαρχία Γορτυνίας………………………………………………………....……………............…………21

1.2.4. Η περίπτωση του γορτυνιακού ιδιώµατος…………………………………………………21

1.3. Στόχοι και δεδοµένα της διατριβής……………………………………………………………..27

1.4. ∆οµή της διατριβής…………………………………………………………………………………….29

Κεφάλαιο 2: Περιγραφή του γορτυνιακού ιδιώµατος…………. ……………...32

2.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία………………………………………………………………………….32

2.2. Περιορισµοί και αρχές της έρευνας………….………………………………………………….35

2.3. Ανάλυση πλήρους ιδιώµατος……………..……………………………………….……………….38

2.3.1. Φωνολογικό Επίπεδο……………………..……………………………………………...…………38

2.3.1.1. Φωνολογικές τάσεις…..………………………………………………………………..…………..38

2.3.1.2. Φωνολογικές πραγµατώσεις…………………..…………………………………………..…….40

2.3.2. Μορφολογικό Επίπεδο……………………………………………………………………………..44

2.3.2.1. Μορφολογία ρήµατος…………………………………………………………….………………..44

2.3.2.2. Μορφολογία ονόµατος………………………………………………………….…………………48

2.3.3. Συντακτικό Επίπεδο……………………………………………………………………..………….50

2.3.3.1. Πρόταση………………………………………………………………………………..………………50

2.3.3.2. Ρηµατική φράση……………………………………………………………….…………………….51

2.3.3.3. Τροπικότητα…………………………………………………………………........................52

2.3.3.4. Ονοµατική φράση…………………………………………………….…………………………….53

2.3.3.5. Επιρρηµατικά στοιχεία…………………………………………………….……………………...54

2.3.3.6. Προθετικές φράσεις…………………………………………………….………………………….55

2.3.4. Υφολογικό επίπεδο…………………………………………………………………………………..55

2.3.4.1. Κύριες υφολογικές τάσεις……………………………………………………….……………….56

Page 8: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

3

2.3.4.2. Χρήση συνδέσµων………………………………………………………………………………….57

2.3.5. Λεξιλογικό-σηµασιολογικό Επίπεδο……………………………………………….…………59

2.3.5.1. Γραµµατικές λεξιλογικές µονάδες……………………………………………….……………59

2.3.5.2. Παραγωγή…………………………………………………………………………………...…………61

2.3.5.3. Σύνθεση…………………………………………………………………………………………..…….62

2.3.5.4. Φρασεολογικές µονάδες……………………………………………….………………….………63

2.3.5.5. Ιδιωµατικές χρήσεις………………………………………………….……………………….…….63

2.3.6. Σύνοψη……………………………………………………………………………………………………64

2.4. Συγχρονική κατάσταση του γορτυνιακού ιδιώµατος……………………………………68

2.4.1. Κατηγορίες οµιλητών: επαρκείς, ενδιάµεσοι, τελικοί…………….………….…..……68

2.4.2. Οι παράγοντες της ηλικίας και του κοινωνικο-µορφωτικού επιπέδου…...…...70

2.4.3. Σύγκριση οµιλητών της ίδιας οικογένειας……………………………………….………..73

2.5. Το ιδίωµα στο λόγο των µαθητών……………………………………………………………….76

2.5.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία …………………………..……….………………………………77

2.5.2. Ανάλυση δεδοµένων γραπτού λόγου…………………………………………………………78

2.5.3. Ανάλυση δεδοµένων προφορικού λόγου εντός της σχολικής αίθουσας…….….79

2.5.4. Ανάλυση δεδοµένων προφορικού λόγου εκτός σχολικής τάξης…………………..79

2.5.5. Συζήτηση………………………………………………………………………………………….……..80

2.6. Συµπεράσµατα…………………………………………………………………………………..……….83

Κεφάλαιο 3: Γορτυνιακό ιδίωµα και εκπαίδευση………………………...….……..86

3.1. ∆ιάλεκτοι και ιδιώµατα στην εκπαίδευση…………………………………………………....87

3.1.1. Βιβλιογραφική επισκόπηση …………………………………………………………………..…87

3.1.2. Το παράδειγµα της Κύπρου……………………………………………………………………...99

3.2. Η ελληνική πραγµατικότητα………………………………………………………………….….108

3.2.1. Η θέση των διαλέκτων στα σχολικά εγχειρίδια Νεοελληνικής Γλώσσας

της ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης….....…………………………………………………………...109

3.2.1.1. Η µεταρρύθµιση του 1976…...……………………………………………………...………….109

3.2.1.2. Οι δεκαετίες του 1980 και 1990……………………………………………………….……..111

3.2.1.3. Η δεκαετία του 2000……………………………………………………………………………..117

3.2.1.4. Αξιολόγηση των σχολικών εγχειριδίων…………………………………………...………123

3.2.2. Ρυθµιστικές τάσεις και στερεότυπα κατά τη γλωσσική αγωγή………………...126

Page 9: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

4

3.2.3. Το σχολείο ως φορέας κοινωνικών προκαταλήψεων………………………………..135

3.3. Γλωσσικές στάσεις στα σχολεία ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης

της Γορτυνίας..…………………………………………………...…………….……….……………….……142

3.3.1. Στάσεις και απόψεις των εκπαιδευτικών……………………………………...…………142

3.3.1.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία.……………………………………………………………...…….143

3.3.1.2. Ευρήµατα……..………………………………………..……………………... ..………………144

3.3.1.3. Συζήτηση…………………………………………………………………………………….……….154

3.3.2. Στάσεις και απόψεις µαθητών………………………………………………………...………154

3.3.2.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία.………………………………………………………...………….155

3.3.2.2. Ευρήµατα …………………………………………………………………………………...……….156

3.3.2.3. Συζήτηση……………………………………………………………………………………………..162

3.4. Συµπεράσµατα…………………………………………………….………………………………...…163

Κεφάλαιο 4: Εκπαίδευση σε ένα φθίνον ιδίωµα…………………………………....165

4.1. Κατευθυντήριες αρχές…………………………………………………………………………..…..166

4.2. Προτάσεις εκπαιδευτικής παρέµβασης…………………………………………………..….170

4.2.1. Σχεδιασµός γλωσσικού µαθήµατος ……………………………………………………...…170

4.2.2. Αξιοποίηση λογοτεχνικών κειµένων……………………………………………….……….176

4.2.3. ∆ιαθεµατικές δραστηριότητες………………………………………………………….……..182

4.3. Συµπεράσµατα………………..…………………………………………..………………....…......191

Κεφάλαιο 5: Συµπεράσµατα…………………………….……………………..………..………192

Βιβλιογραφία……………………………………………………………………...……………………….206

Χειρόγραφα……………………………………………………………………………………………...….230

Παραρτήµατα…………………………………………………………………………………….……….231

Παράρτηµα 1: Χάρτης της Γορτυνίας …………………………...…………………………...……231

Παράρτηµα 2: Παραδείγµατα διαλεκτικών φαινοµένων…….………………….…….…...232

Παράρτηµα 3: Ιδιωµατικές λέξεις και φράσεις…………………………………...……………282

Παράρτηµα 4: Ερωτηµατολόγια έρευνας ...........…………………………………………………313

Page 10: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

5

Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή

Στη σύγχρονη ελληνική πραγµατικότητα, παράλληλα µε τη Νεοελληνική Κοινή,

δηλαδή την επίσηµη γλώσσα του κράτους και της εκπαίδευσης που καθιερώθηκε µε

νοµοθετική ρύθµιση το 1976, διαπιστώνεται µια πληθώρα νεοελληνικών ιδιωµάτων,

που απαντούν κυρίως στην ελληνική επαρχία και αποτελούν στοιχείο της ιδιαίτερης

ταυτότητας κάθε τόπου. Καθώς η σχέση της Νεοελληνικής Κοινής και των

νεοελληνικών ιδιωµάτων είναι συµπληρωµατική, η γνώση των τελευταίων είναι

απαραίτητη για το σχηµατισµό ολοκληρωµένης εικόνας για την Ελληνική.

Η παρούσα διδακτορική διατριβή έχει ως αντικείµενο µελέτης το γορτυνιακό

ιδίωµα όπως οµιλείται στην περιοχή αυτή της Αρκαδίας. Η µελέτη του γορτυνιακού

ιδιώµατος συνδέεται µε την αναγκαιότητα έρευνας και διάσωσης του νεοελληνικού

ιδιωµατικού λόγου, που σταδιακά αφοµοιώνεται από την κοινή και αντιµετωπίζεται

απαξιωτικά τόσο στην ευρύτερη ελληνική κοινωνία όσο και στο χώρο της εκπαίδευσης.

Στο εισαγωγικό κεφάλαιο ύστερα από τη διευκρίνιση βασικών εννοιών που

σχετίζονται µε τη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία (διάλεκτος, ιδίωµα, ισόγλωσσο,

κοινή), επιχειρείται η σύντοµη παρουσίαση της συνολικής εικόνας των νεοελληνικών

ιδιωµάτων µέσα από τις βασικές ερευνητικές µελέτες και τις σπουδαιότερες

προσπάθειες ταξινόµησής τους. Ακολούθως, εξετάζεται το στάδιο εξέλιξής τους στη

σύγχρονη πραγµατικότητα, σε σχέση µε την κυρίαρχη θέση που κατέχει η Νεοελληνική

Κοινή. Με βάση αυτές τις θεωρητικές επισηµάνσεις διατυπώνεται το κύριο ερευνητικό

ερώτηµα για τη θέση του γορτυνιακού ιδιώµατος στο πλαίσιο των νεοελληνικών

ιδιωµάτων. Έτσι, στη συνέχεια καθορίζονται οι βασικοί στόχοι της διδακτορικής

διατριβής και τα ερευνητικά δεδοµένα που αξιοποιήθηκαν. Τέλος, παρουσιάζεται η

δοµή της διατριβής µε συνοπτική αναφορά στα περιεχόµενα των επιµέρους κεφαλαίων.

1.1. Η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία

Κάθε φυσική ζωντανή γλώσσα από τη στιγµή που διαθέτει ιστορία και µιλιέται σε µια

διαστρωµατωµένη κοινωνία παρουσιάζει ένα βαθµό πολυµορφίας και πολυτυπίας. Η

διαφοροποίηση µιας γλώσσας αποτελεί αντικείµενο της σύγχρονης γλωσσολογίας, που

ασχολείται µε τη µελέτη των γλωσσικών ποικιλιών, µιας έννοιας που θεωρείται ότι

αποδίδει καλύτερα την ανοµοιογένεια της γλωσσικής πραγµατικότητας απ’ ό,τι η

παλαιότερη αντίληψη που αντιµετώπιζε τη γλώσσα ως ένα οµοιογενές σύστηµα

Page 11: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

6

σηµείων. Έτσι, οι γλωσσικές ποικιλίες που µιλιούνται σε µια γλωσσική κοινότητα

συνίστανται σε εκδοχές της γλώσσας που αντανακλούν (και συγχρόνως αναπαράγουν)

διαχωρισµούς κοινωνικών οµάδων ή δραστηριοτήτων της κοινότητας. Μπορεί να είναι

γεωγραφικές, όταν σχετίζονται µε τη γεωγραφική ταυτότητα του οµιλητή (διάλεκτοι),

κοινωνικές, όταν συνδέονται µε κοινωνικά χαρακτηριστικά του (κοινωνιόλεκτοι) ή να

οφείλονται σε διαφορετικές περιστάσεις της κοινωνικής ζωής και τις επικοινωνιακές

τους ανάγκες, οπότε µιλάµε συνήθως για λειτουργικές ποικιλίες, επίπεδα ύφους ή

καταστασιακά ιδιώµατα, τα οποία σχετίζονται µε συγκεκριµένες επικοινωνιακές πράξεις

των οµιλητών (Γεωργακοπούλου & Γούτσος 1999, Κακριδή 2006γ, ∆ελβερούδη 2008).

Αυτή η εικόνα της πολυµορφίας µιας γλώσσας αφορά τόσο τις σύγχρονες όσο και τις

παλαιότερες εποχές.

Στην παρούσα διατριβή το ενδιαφέρον εστιάζεται στις γεωγραφικές

διαφοροποιήσεις της γλώσσας, που αφορούν σε όλα τα επίπεδα (φωνολογικό,

µορφολογικό, συντακτικό, λεξιλογικό) και έχουν µελετηθεί µε βάση τις αρχές της

διαλεκτολογίας και εν µέρει της κοινωνιογλωσσολογίας. Η διαλεκτολογία, που

ασχολείται παραδοσιακά µε τη µελέτη των γεωγραφικών ποικιλιών, υπήρξε ο πρώτος

κλάδος συγχρονικής περιγραφής της γλώσσας, ο οποίος αναπτύχθηκε στους κόλπους

της ιστορικοσυγκριτικής γλωσσολογίας (στα τέλη του19ου αιώνα και στις αρχές του

20ου

), διατηρώντας, όπως ήταν φυσικό, τα θεωρητικά εργαλεία και τους στόχους της

τελευταίας και στοχεύοντας στην αναζήτηση, περιγραφή και ενδεχόµενη σύγκριση των

διαλεκτικών διαφοροποιήσεων µιας γλώσσας (Κακριδή 2006γ). Ο ιδιαίτερος αυτός

τρόπος ανάπτυξης της διαλεκτολογίας είναι υπεύθυνος για την πολλαπλότητα των όρων

που έχουν χρησιµοποιηθεί για τις βασικές έννοιές της.

Στη διαλεκτολογική βιβλιογραφία η κατανοµή των διαφορών στα γλωσσικά

επίπεδα διακρίνει έτσι τους όρους διάλεκτος, ιδίωµα και τοπική προφορά. Οι διάλεκτοι

θεωρείται συµβατικά ότι διαφοροποιούνται µεταξύ τους στα περισσότερα γλωσσικά

επίπεδα, αποτελούν δηλαδή επιµέρους συστήµατα ποικιλιών, και διαφέρουν έτσι

σηµαντικά από την κοινή. Τα ιδιώµατα εµφανίζουν λιγότερες συστηµατικές διαφορές,

αποτελώντας έτσι τοπικές παραλλαγές χωρίς µεγάλη διαφοροποίηση από την κοινή ή

από κάποια υπερκείµενη διάλεκτο, στην οποία πολλές φορές θεωρούνται ότι ανήκουν

ως υποδιαιρέσεις της, καθώς θεωρείται ότι υπάρχει αλληλοκατανόηση ανάµεσα στους

οµιλητές της. Μία από τις τοπικές παραλλαγές που ορίζουν τα ιδιώµατα µπορεί να

Page 12: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

7

αφορά ειδικότερα το φωνολογικό σύστηµα. Έτσι, µια υπερκείµενη ποικιλία, όπως π.χ. η

κοινή ή µια ευρύτερη διαδεδοµένη διάλεκτος, µπορεί να προφέρεται µε την τοπική

προφορά του οµιλητή (Κακριδή 2006γ).

Θα πρέπει να τονιστεί καταρχάς ότι η διαφορά ανάµεσα στη διάλεκτο και το

ιδίωµα αποτελεί µια ελληνική ιδιαιτερότητα και δεν διαθέτει παράλληλα στη µελέτη

άλλων γλωσσών. Η απουσία σαφώς διατυπωµένων και κοινά συµφωνηµένων κριτηρίων

για τη διάκριση των όρων αυτών έχει οδηγήσει στη βαθµιαία αποδυνάµωση των

διαφορών τους. Έτσι, κατά τον Χαραλαµπάκη (2001: 192), τα επίθετα διαλεκτικός και

ιδιωµατικός τείνουν να θεωρηθούν συνώνυµα και µε αυτή τη σηµασία

χρησιµοποιούνται και στην παρούσα µελέτη. Επίσης, η περιοχή στην οποία µιλιέται µια

διάλεκτος ή ένα ιδίωµα ορίζεται βιβλιογραφικά (βλ. Τζιτζιλής 2000, Trudgill 2003) ως

διαλεκτόφωνη και ο πληθυσµός της αντίστοιχα ονοµάζεται διαλεκτόφωνος.

Επιπλέον, η βιβλιογραφία υπογραµµίζει ότι οι διαχωρισµοί µεταξύ των βασικών

εννοιών της διαλεκτολογίας είναι αρκετά συµβατικοί και δεν διαφοροποιούν απόλυτα

διακριτές κατηγορίες παραλλαγών (Κακριδή 2006γ). Η αµοιβαία κατανόηση αποτελεί,

ωστόσο, ένα σύνηθες κριτήριο: για παράδειγµα, όταν τα γλωσσικά ιδιώµατα

διαφοροποιούνται τόσο πολύ µεταξύ τους, ώστε οι χρήστες ενός ιδιώµατος να µην

κατανοούν τους χρήστες ενός άλλου, τότε συνήθως µπορούµε να κάνουµε λόγο για τη

δηµιουργία δυο διαφορετικών γλωσσών (βλ. Hudson 1980: 35-37, Petyt 1980: 13).

Κλασικό παράδειγµα αποτελούν οι λατινογενείς γλώσσες, οι οποίες µπορούν να

αντιπαρατεθούν στα ελληνικά ιδιώµατα και διαλέκτους, τόσο τα αρχαία όσο και τα

νεότερα. Τα τελευταία δεν διαφοροποιήθηκαν τόσο πολύ ώστε να µη γίνονται

κατανοητά από ελληνόφωνους και εποµένως δεν οδήγησαν σε ελληνογενείς γλώσσες

(Μπασλής 2006: 17-18). Βέβαια, η τσακωνική, η νοτιοϊταλική και η ποντιακή

θεωρούνται διάλεκτοι της νέας ελληνικής και όχι ξεχωριστές γλώσσες, παρόλο που για

τους οµιλητές τους δεν ισχύει ο όρος της αµοιβαίας κατανόησης (∆ελβερούδη 2008).

Βασική αιτία ανάπτυξης των γεωγραφικών γλωσσικών ιδιωµάτων ή διαλέκτων

είναι τα γεωγραφικά εµπόδια και η απόσταση, που δυσκολεύουν τη δυνατότητα

επικοινωνίας µεταξύ των οµιλητών µιας γλωσσικής κοινότητας. Όσο µεγαλύτερη είναι

η γεωγραφική απόσταση µεταξύ δυο γλωσσικών ιδιωµάτων τόσο µεγαλύτερη είναι και

η γλωσσική τους ανοµοιότητα. Στον κυριότερο κλάδο της διαλεκτολογίας, τη

γλωσσογεωγραφία, οι διαλεκτικές διαφοροποιήσεις καταγράφονται σε χάρτες, τους

Page 13: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

8

γλωσσικούς άτλαντες, µε τη βοήθεια ισογλώσσων (Κακριδή 2006γ). Το ισόγλωσσο (ή

ισόγλωσση γραµµή) αποτελεί ουσιαστικά µια νοητή γραµµή στο χάρτη που διακρίνει τα

όρια της διαφορετικής πραγµάτωσης ενός γλωσσικού στοιχείου (φωνολογικού,

µορφολογικού, λεξιλογικού κ.λπ.). Τα ισόγλωσσα εξυπηρετούν τη διαφοροποίηση

περιοχών στις οποίες απαντά ένα συγκεκριµένο γλωσσικό χαρακτηριστικό από

γειτονικές περιοχές, στις οποίες αυτό το χαρακτηριστικό δεν έχει καταγραφεί ή

εµφανίζεται µόνο κατ’ εξαίρεση ή µαζί µε ένα άλλο. Τα ισόγλωσσα αποτελούν

συµβατικά όρια διαχωρισµού, γιατί στην πράξη οι διαφοροποιήσεις έχουν βαθµιαίο

χαρακτήρα. ∆εδοµένου ότι τα ισόγλωσσα αναφέρονται σε ένα µόνο γλωσσικό στοιχείο

κάθε φορά, θεωρείται ότι διακρίνουν ευρύτερες διαλεκτικές περιοχές µόνο όταν σε

αυτές συµπίπτει µια ολόκληρη δέσµη ισογλώσσων. Η σύγκριση των ισογλώσσων για τα

διάφορα γλωσσικά φαινόµενα που συγκεντρώνονται στον ίδιο γλωσσογεωγραφικό

χάρτη δίνει µια εικόνα της κατανοµής των διαλεκτικών φαινοµένων µέσα στον ίδιο

τόπο (Mesthrie et al. 2000: 52, Κακριδή 2006γ). Πάντως, η κατανοµή των γεωγραφικών

στοιχείων χαρακτηρίζεται από σχετικότητα λόγω της γεωγραφικής κινητικότητας.

Καθώς µετακινούνται οι άνθρωποι από περιοχή σε περιοχή, παίρνουν µαζί τους και το

γεωγραφικό γλωσσικό τους ιδίωµα, το οποίο και τροποποιούν για να το προσαρµόσουν

στο καινούργιο τους γλωσσικό περιβάλλον (Μπασλής 2006: 29-30).

Πέρα όµως από αυτές τις διαφοροποιήσεις, η ανάγκη συνεννόησης µεταξύ

οµάδων γεωγραφικά διασκορπισµένων και κοινωνικά διαφοροποιηµένων οδηγεί στη

διαµόρφωση µιας µορφής γλώσσας που να λειτουργεί στο επίπεδο ολόκληρης της

κοινωνίας που απαρτίζεται από τις επιµέρους οµάδες. ∆ιαµορφώνεται έτσι µια γλώσσα

κοινής συνεννόησης (Χαραλαµπόπουλος & Χατζησαββίδης 1997: 38, Κακριδή 2006γ),

που εκλαµβάνεται ως γνώµονας της γλωσσικής διαφοροποίησης. Η κοινή αυτή γλώσσα

είναι µια διάλεκτος, η οποία, ενώ, όπως όλες οι διάλεκτοι, ήταν αρχικά οροθετηµένη

γεωγραφικά, για διάφορους λόγους (ιστορικούς, πολιτιστικούς, πολιτικούς, εµπορικούς

κ.λπ.) γνώρισε ευρύτερη διάδοση και άρχισε να χρησιµοποιείται από πολύ µεγαλύτερο

από τον αρχικό της πληθυσµό και σε κοινότητες µε διαφορετικές τοπικές διαλέκτους,

πολλές φορές παράλληλα µε αυτές.

Η κοινή διάλεκτος συνήθως συµπίπτει µε αυτό που αποκαλείται επίσηµη

γλώσσα, πρότυπη ή τυπική ποικιλία, νόρµα, στάνταρ ή και απλώς γλώσσα. Η επίσηµη

αυτή γλώσσα λειτουργεί και ως µια πολύ ισχυρή ενοποιητική δύναµη για ένα έθνος, ως

Page 14: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

9

σύµβολο ανεξαρτησίας και χαρακτηριστικό διαφοροποίησης από τα άλλα κράτη

(Αρχάκης & Κονδύλη 2002: 59, Μπασλής 2006: 17-18). Με αυτό τον τρόπο,

αποκαλούµε συνήθως γλώσσα µια ποικιλία η οποία περιγράφεται ως πρότυπη σε

γραµµατικές και λεξικά, επιτελεί δηµόσιες λειτουργίες και διδάσκεται στην

εκπαίδευση, ενώ ο όρος διάλεκτος χρησιµοποιείται για ποικιλίες που δεν έχουν

παγιωµένη γραπτή µορφή ή παράδοση, δεν επιτελούν δηµόσιες και επίσηµες

λειτουργίες και δεν διδάσκονται στην εκπαίδευση. Το κριτήριο της λειτουργικής

διαφοροποίησης είναι εποµένως ιδιαίτερα σηµαντικό στη διάκριση αυτή. Από τη στιγµή

που µια ποικιλία επιλέγεται ως πρότυπη και τυποποιείται έτσι ώστε να εξυπηρετεί

πολλές και σηµαντικές υπερδιαλεκτικές λειτουργίες, είναι αναµενόµενο να

εµπλουτίζεται µε νέα εκφραστικά µέσα, τα οποία ενισχύουν περαιτέρω το κύρος και

την υπεροχή της (Hudson 1980: 32-34, Κακριδή 2006β).

Μέσα από αυτό το πρίσµα, οι ποικιλίες γενικότερα και οι διάλεκτοι ειδικότερα

προϋποθέτουν µια ιεραρχικά υπερκείµενη και αυτόνοµη γλωσσική οντότητα, τη

γλώσσα, στην οποία θεωρείται ότι ανήκουν ως υποδιαιρέσεις της. Οι µορφικές

οµοιότητες που παρουσιάζουν µεταξύ τους οι διάλεκτοι στα διάφορα επίπεδά τους

(φωνολογικό, µορφοσυντακτικό, λεξιλογικό) αποτελούν το κοινό στοιχείο που τις

συνδέει µε την υπερκείµενη γλώσσα, ενώ οι διαφορές τους δηλώνουν τη

διαφοροποίηση που επιφέρει η γεωγραφική τους κατανοµή πάνω στο χάρτη. Η

πραγµατική υπόσταση όµως της γλώσσας που θεωρείται υπερκείµενη µπορεί να είναι

διαφορετική κατά περίπτωση ή κατά εποχή (Κακριδή 2006γ) και εποµένως δεν πρέπει

να προϋποθέτουµε µια ενιαία και αδιαφοροποίητη ποικιλία διαχρονικά και διατοπικά

ως κοινή γλώσσα.

Στις σύγχρονες κοινωνίες ως βάση του γραπτού οργάνου συνηθέστερα

προκρίνεται η γλώσσα των ανθρώπων της ανώτερης µεσαίας τάξης. Έτσι, ιδιαίτερα

µετά τη βιοµηχανική επανάσταση και την ανάπτυξη των εθνικών κρατών, οι διάλεκτοι,

συνήθως, αντιµετωπίζονται ως ετερόνοµα συστήµατα και έχουν µικρότερο κοινωνικό

κύρος: αφενός η χρήση τους περιορίζεται στο ιδιωτικό επίπεδο, διότι οι σηµαντικές

δηµόσιες λειτουργίες εξυπηρετούνται από την πρότυπη γλώσσα, αφετέρου δεν έχουν

συνήθως µακρόχρονη ή σηµαντική γραπτή παράδοση. Κατά συνέπεια, η χρήση τους

σήµερα συνδέεται συνήθως µε οµιλητές αγροτικών περιοχών ή µη µορφωµένων

Page 15: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

10

κοινωνικών οµάδων (Καραντζόλα 2001: 85, Κακριδή 2006γ, Κουρδής 2007: 52,

∆ελβερούδη 2008).

Ωστόσο, οι διαφορετικές αυτές αξιολογικές στάσεις απέναντι στις γλώσσες από

τη µια πλευρά και τις διαλέκτους από την άλλη οφείλονται σε ιστορικοκοινωνικά και

όχι ενδογενώς γλωσσολογικά κριτήρια. Κι αυτό γιατί καµία από τις διαστάσεις µε βάση

τις οποίες διαχωρίζονται στην καθηµερινή πρακτική οι γλώσσες από τις διαλέκτους δεν

είναι από µόνη της επαρκές κριτήριο γι’ αυτό το διαχωρισµό, µε την έννοια ότι δεν έχει

σχέση µε εγγενείς γλωσσικές ιδιότητες ή θεωρούµενα πλεονεκτήµατα του ενός ή του

άλλου είδους ποικιλίας (Mesthrie et al. 2000: 45, Κακριδή 2006γ).

Όπως εύστοχα παρατηρεί η Παυλίδου (1996: 27-29), η γλώσσα, οι γλωσσικές

ποικιλίες, η γλωσσική διεπίδραση και οι γλωσσικές πρακτικές είναι οντότητες που

µπορούν να δεχτούν προσδιορισµούς ισχύος µε κριτήρια ποσοτικά (πόσοι

χρησιµοποιούν µια γλωσσική ποικιλία), ποιοτικά (ποιες κοινωνικές οµάδες τις µιλούν),

λειτουργικά (περιστάσεις χρήσης µιας ποικιλίας) και υποκειµενικά (θετική και

αρνητική στάση απέναντι στις ποικιλίες). Η εικόνα που προκύπτει είναι αυτή του

συσχετισµού γλωσσικών ποικιλιών µε βάση τη σχετική εξουσία και ισχύ καθεµιάς από

αυτές επάνω στις άλλες και αυτό εκφράζει διαγραµµατικά η αποστροφή του Weinreich

ότι γλώσσα είναι µια διάλεκτος που διαθέτει στρατό και στόλο (1945, στο Κοντός

2007: 398-399).

Στην παρούσα διατριβή ο όρος διάλεκτος έχει ευρύτερη σηµασία και

περιλαµβάνει τον όρο ιδίωµα, ενώ τα επίθετα διαλεκτικός/ιδιωµατικός

χρησιµοποιούνται, όπως ήδη αναφέρθηκε, µε συνώνυµη σηµασία. Σε κάθε περίπτωση,

τα άτοµα που µιλούν ένα ιδίωµα ή διάλεκτο ονοµάζονται διαλεκτόφωνα. Ειδικά, για

την περιγραφή της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας της Γορτυνίας χρησιµοποιείται ο

όρος ιδίωµα (γορτυνιακό ιδίωµα), θεωρώντας ότι αποτελεί τοπική παραλλαγή µε

συστηµατικές, αλλά όχι µεγάλες διαφοροποιήσεις από την επίσηµη γλώσσα, τη

Νεοελληνική Κοινή. Τέλος, εισάγεται ο όρος διατοπικότητα για τη δήλωση της

συγχρονικής γλωσσικής διαφοροποίησης από τόπο σε τόπο. Αντίστοιχα,

χρησιµοποιείται και το επίθετο διατοπικός.

Page 16: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

11

1.2. Η ελληνική γλωσσική πραγµατικότητα

Από την αρχαία εποχή η ελληνική γλώσσα διακρινόταν σε τοπικές διαλέκτους, τις

οποίες οι γλωσσολόγοι έχουν κατατάξει σε τέσσερις οµάδες, την αρκαδοκυπριακή, την

ιωνική (µε κύριο κλάδο της την αττική διάλεκτο), την αιολική και τη δωρική (βλ.

Χατζιδάκις 1915, Μπαµπινιώτης 1986, Hodot 2000, Χριστίδης 2006, µεταξύ άλλων).

Οι διαλεκτικές διαφορές της αρχαίας ελληνικής ατόνησαν στα αλεξανδρινά χρόνια,

όταν η γλώσσα αυτή είχε γίνει παγκόσµιο (µε τα τότε µέτρα) όργανο επικοινωνίας, ενώ

συνάµα είχε πολύ απλουστευθεί. Η αλεξανδρινή ή ελληνιστική κοινή είναι η µορφή της

ελληνικής στην οποία είναι γραµµένα τα κείµενα των Ευαγγελίων, που έγινε σιγά-σιγά

η καθηµερινή γλώσσα όλων των ελληνόφωνων πληθυσµών, εκτοπίζοντας τις τοπικές

διαλέκτους, από τις οποίες ελάχιστα µόνο ίχνη σώθηκαν ως σήµερα (Μπαµπινιώτης

1986, Κοντοσόπουλος 2001).

Με το πέρασµα των αιώνων η φυσική εξέλιξη της γλώσσας και διάφορες

άλλες εξωτερικές αιτίες οδήγησαν ώστε αυτή η κοινή, η πανελλήνια γλωσσική µορφή,

να διασπαστεί και πάλι σε τοπικά ιδιώµατα. Έτσι, δηµιουργήθηκαν διάλεκτοι της νέας

ελληνικής, που οι πρώτες µαρτυρίες τους ανάγονται χρονικά από τον 12ο ως το 15

ο

αιώνα, σύµφωνα µε τους περισσότερους µελετητές (π.χ. Αναγνωστόπουλος,

Χατζιδάκις, Browning, Heisenberg, Mellier κ.ά. στο Τζιτζιλής 2000: 16). Στην εποχή

της Αναγέννησης και κάτω από φραγκική κυριαρχία η κρητική, η κυπριακή και η

ροδίτικη διάλεκτος διακρίθηκαν για τα γραπτά φιλολογικά µνηµεία που καλλιέργησαν,

ενώ όλα τα άλλα ιδιώµατα µεταβιβάζονται προφορικά από γενιά σε γενιά

(Κοντοσόπουλος 2001: 1-2, Τζιτζιλής 2000: 16).

Η σύντοµη αυτή αναφορά στη διάσπαση της γλώσσας προσφέρει το πλαίσιο για

τη συγχρονική κατανόηση των σηµερινών ιδιωµάτων. Στην ενότητα που ακολουθεί

αναφέρονται οι σηµαντικότερες διαλεκτολογικές µελέτες και προτάσεις ταξινόµησης

των νεοελληνικών ιδιωµάτων. Στη συνέχεια διερευνώνται τα αίτια της φθίνουσας

πορείας που ακολουθούν στην πλειονότητά τους, µε χαρακτηριστικό το παράδειγµα του

γορτυνιακού ιδιώµατος, που αποτελεί το αντικείµενο της παρούσας µελέτης. Το

τελευταίο δεν περιλαµβάνεται µέχρι σήµερα στις ταξινοµήσεις των νεοελληνικών

ιδιωµάτων, παρά το γεγονός ότι εµφανίζει χαρακτηριστικά γνωρίσµατα αρκετών

ισογλώσσων της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας του ελλαδικού χώρου.

Page 17: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

12

1.2.1. Σύντοµη θεώρηση των νεοελληνικών ιδιωµάτων

Η µελέτη των νεοελληνικών διαλέκτων άρχισε να ενδιαφέρει σοβαρά τους

ασχολούµενους µε την ελληνική γλώσσα από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου

αιώνα.

Πρώτος συστηµατικός µελετητής των τοπικών ιδιωµάτων είναι ο θεµελιωτής της

γλωσσικής επιστήµης στην Ελλάδα Γεώργιος Χατζιδάκις. Ο στόχος των ερευνών του

στις νεοελληνικές διαλέκτους εντάσσεται στην προσπάθεια να αποδειχθεί ότι η

ελληνική γλώσσα µε τη µακραίωνη και αδιάσπαστη συνέχειά της και µε την ποικιλία

των τοπικών µορφών της µπορεί να προσφέρει πολύτιµα στοιχεία για τη µελέτη της

ιστορίας των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών (Κοντοσόπουλος 2001:XVI).

Με βάση το θεωρητικό πλαίσιο των διαλεκτικών ερευνών στη νέα ελληνική,

µπορούµε να διακρίνουµε τρεις κατηγορίες ερευνών στη µελέτη των νεοελληνικών

διαλέκτων, οι οποίες συµπίπτουν αλλά δεν ταυτίζονται µε διαδοχικές περιόδους της

νεοελληνικής διαλεκτολογίας. Έτσι, οι πρώτες επιστηµονικές προσεγγίσεις των

νεοελληνικών διαλέκτων στις αρχές και στα µέσα περίπου του προηγούµενου αιώνα

ήταν ιστορικά προσανατολισµένες. Το ενδιαφέρον για τις επιµέρους διαλέκτους την

εποχή αυτή είναι άνισο και καθορίζεται από την υπαρκτή ή αναµενόµενη αρχαϊκότητά

τους. Στην οµάδα αυτή εντάσσονται και µεταγενέστερες έρευνες που ακολουθούν την

ίδια προσέγγιση, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι ορισµένες διάλεκτοι εξακολουθούν να

προσελκύουν προνοµιακά το ενδιαφέρον των ερευνών, ενώ η έρευνα άλλων

παρουσιάζει σηµαντικά κενά.1

Οι περισσότερες παραδοσιακές διαλεκτολογικές µελέτες περιέχουν και

γλωσσάρια διαλεκτικών λέξεων. Σηµαντικός είναι άλλωστε ο αριθµός λεξικών

επιµέρους διαλέκτων ή ιδιωµάτων, τα οποία διακρίνονται και αυτά από έµφαση στην

ετυµολογία, στην ιστορική δηλαδή διάσταση των διαλέκτων.2 Η τάση αυτή συνοψίζεται

στο Ιστορικόν λεξικόν της τε κοινώς οµιλουµένης και των ιδιωµάτων της Ακαδηµίας

1 Μερικά από τα πιο σηµαντικά έργα της οµάδας αυτής αφορούν την τσακωνική (Anagnostopoulos 1926,

Pernot 1934, Kωστάκης 1951) και την ποντιακή (Oekonomides 1888, Παπαδόπουλος 1955). Σηµαντικό

είναι και το έργο του Dawkins (1916) για την Καππαδοκική (πρβλ. Ανδριώτης 1948). Άλλες κλασικές διαλεκτολογικές έρευνες αφορούν τα Ελληνικά της Κάτω Ιταλίας (Rohlfs 1950), της Μακεδονίας (Μπουντώνας, 1892), της Θράκης (Ψάλτης 1905), της Ηπείρου (Heg 1925-1926), της Θεσσαλίας (Τζάρτζανος 1909), της Ρόδου (Tsopanakis 1940), της Λέσβου (Kretshmer 1905) και της Χίου (Pernot

1907-1946).

2 Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µια σειρά από σηµαντικά λεξικά, όπως Παπαδόπουλος (1958-1961),

Κωστάκης (1986-1987) και Rohlfs (1964). Ξεχωριστή θέση εξαιτίας της ποιότητας και της φύσης του

κατέχει ο Ανδριώτης (1976).

Page 18: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

13

Αθηνών, που φιλοδοξεί να συµπεριλάβει το σύνολο του διαλεκτικού πλούτου των

νεοελληνικών ιδιωµάτων, αλλά από το οποίο σήµερα έχουν εκδοθεί µόνο πέντε τόµοι

(Α-δαχτυλωτός) (Τζιτζιλής 2000: 19).

Στη δεκαετία του 1980 εµφανίζονται µια σειρά από διατριβές που κινούνται στο

πλαίσιο της δοµικής διαλεκτολογίας, έτσι όπως διαµορφώνεται στις εργασίες του

Martinet. Σε αυτά τα έργα το κέντρο βάρους πέφτει στη φωνολογία, ενώ άλλα επίπεδα

του γλωσσικού συστήµατος αναλύονται λιγότερο. Σε αντίθεση µε την πρώτη οµάδα

ερευνών το ενδιαφέρον στρέφεται στη συγχρονική ανάλυση των διαλέκτων µε καθαρά

δοµικούς όρους.3

Η τρίτη οµάδα εκπροσωπείται κυρίως από το έργο του Newton (1972), που

εισάγει το θεωρητικό µοντέλο της γενετικής διαλεκτολογίας (πρβλ. Κοντός 1997). Η

έµφαση αυτή σε θεωρητικά πρότυπα ανάλυσης οδήγησε σε µια νέα προσέγγιση στις

νεοελληνικές διαλέκτους, µε αποτέλεσµα µια σειρά άρθρων που εξετάζουν επιµέρους

προβλήµατα και διαστάσεις των νεοελληνικών διαλέκτων.4

Όπως φαίνεται από την παραπάνω ταξινόµηση των νεοελληνικών διαλεκτικών

ερευνών, η χρονική τοποθέτηση του έργου αποτελεί ενδεικτική αλλά όχι επαρκή

συνθήκη για την προσέγγιση που ακολουθείται. Έτσι δεν µπορούµε να κάνουµε λόγο

για πέρασµα από την παραδοσιακή-ιστορική στη δοµική ή τη γενετική προσέγγιση,

αλλά και οι τρεις µέθοδοι εξακολουθούν να ακολουθούνται από ερευνητές των

νεοελληνικών διαλέκτων. Επιπλέον, κάθε προσέγγιση συνεπάγεται διαφορετική

έµφαση στην περιγραφή των επιπέδων της γλώσσας. Έτσι, ικανοποιητική, αν και

σπάνια πλήρης, είναι η περιγραφή του µορφολογικού συστήµατος των διαλέκτων και

ιδιωµάτων στις παραδοσιακές διαλεκτολογικές µελέτες, ενώ η σύνταξη περιορίζεται σε

ολιγοσέλιδη παρουσία και αφορά γνωστές συντακτικές ιδιαιτερότητες (θέση του

άκλιτου τύπου της προσωπικής αντωνυµίας κ.λπ.). Η κυριότερη έµφαση δίνεται στις

φωνολογικές ιδιαιτερότητες της διαλέκτου και την καταγραφή του λεξιλογίου της.5

3 Πρόκειται για τις µονογραφίες των Χαραλαµπόπουλου (1980), Μαργαρίτη-Ρόγκα (1985) και Χατζησαββίδη (1985), που ακολουθούνται µερικά χρόνια αργότερα από τους Κατσάνη (1996) και Ντίνα

(2005), στις οποίες γίνεται παράλληλη χρήση του παραδοσιακού και του δοµικού µοντέλου.

4 Για παράδειγµα, Μαλικούτη-Drachman (1993), Παντελίδης (2000), ∆ελβερούδη (2000), Αλεξάκης

(2005) κ.ά.

5 Αυτή η έµφαση διακρίνεται και στις ακόλουθες νεότερες διαλεκτολογικές µελέτες: Τσοπανάκης (1948),

Μαυροχαλυβίδης & Κεσίσογλου (1960), Γεωργίου (1962), Κουτσιλιέρης (1963), Τοµπαΐδης (1967),

Κοµνηνός (1970), ∆ώριζας (1973), Κάσσης (1982), Πάγκαλος (1983), Χυτήρης (1987), Ανδριώτης

Page 19: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

14

Επιπλέον, οι µελετητές των ιδιωµάτων, κυρίως στις ιστορικά

προσανατολισµένες µελέτες, σπάνια περιγράφουν τον τρόπο εργασίας και τη βάση

δεδοµένων και ακόµα πιο σπάνια αναφέρουν ρητά ότι δεν περιγράφουν το

συγκεκριµένο ιδίωµα, αλλά την αρχαϊκή µορφή του ιδιώµατος. Ο στόχος αυτός

καθορίζει και την επιλογή των πληροφορητών: πρόκειται για ηλικιωµένους, κυρίως

γυναίκες, που δεν έχουν έλθει σε επαφή µε άλλες γλωσσικές ποικιλίες (κοινή

νεοελληνική, άλλα ιδιώµατα), έτσι που να διατηρούν µια εξιδανικευµένη µορφή του

ιδιώµατος. Η πραγµάτωση του στόχου παίρνει συχνά τη µορφή επίµονης προσπάθειας

επαναδραστηριοποίησης γλωσσικών στοιχείων που η οικονοµική και κοινωνική

πραγµατικότητα έχει καταδικάσει σε αχρησία. Αυτό αφορά συνήθως και κατά κύριο

λόγο λεξιλογικά στοιχεία που ανήκουν σε πεδία όπως η γεωργία, η ένδυση κ.λπ., δεν

είναι όµως εντελώς άγνωστα και σε άλλα γλωσσικά επίπεδα (Τζιτζιλής 2000: 18-20).

Ένα βασικό ζήτηµα που απασχόλησε τη νεοελληνική διαλεκτολογία υπήρξε η

ταξινόµηση των νεοελληνικών διαλεκτικών ποικιλιών. Οι προτάσεις ταξινόµησης που

έχουν γίνει, αν και δεν είναι ιδιαίτερα πολλές, έχουν συζητηθεί διεξοδικά για λόγους όχι

µόνο µεθοδολογικούς, αλλά και θεωρητικούς, που αφορούν λ.χ. την επιλογή κριτηρίων

ή τη δυνατότητα προσέγγισης µιας ιδεατής µορφής της διαλεκτικής ποικιλίας. Έτσι, η

γενική ταξινόµηση των νεοελληνικών διαλεκτικών ποικιλιών εξακολουθεί να είναι

δυσεπίλυτο πρόβληµα (Μπασέα-Μπεζαντάκου 2008: 267).

Στις βασικότερες προτάσεις ταξινόµησης εντάσσεται αυτή του Χατζιδάκι, που

είναι η παλιότερη και πιο γνωστή και στηρίζεται σε φωνολογικά κριτήρια. Ο

Χατζιδάκις (1892: 342) διακρίνει τα νεοελληνικά ιδιώµατα σε βόρεια και σε νότια, µε

κύριο κριτήριο τις φωνολογικές µεταβολές των φωνηέντων. Έτσι, στα πρώτα τα άτονα

/o/ και /e/ τρέπονται σε /u/ και /i/ (κώφωση) και τα άτονα /i/ και /u/ κατά κανόνα

αποβάλλονται, ενώ στα δεύτερα τα φωνήεντα µένουν ανέπαφα. Η διαχωριστική γραµµή

είναι η 38η παράλληλος βόρειου πλάτους. Στα νότια ιδιώµατα περιλαµβάνονται οι

γλωσσικές ποικιλίες της Πελοποννήσου, του Ιονίου, της Κρήτης, των Κυκλάδων, της

∆ωδεκανήσου και της Κύπρου, ενώ στα βόρεια οι ποικιλίες που έχουν αναπτυχθεί στη

Στερεά Ελλάδα, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Θράκη, στα νησιά

(1989), Κοντονάτσιου (1989), Κοντός (1989, 1997), Θωµόπουλος (1992), Γατανάς (1993), Τσουκνίδας (1994), Χατζιάρας (1995), Ζαφειρίου (1995), Κουσαθανάς (1996), Κατσάνης (1996), Λιάπης (1996),

Κοσµά (1997), Ξανθινάκης (2000), Πασχαλούδης (2000), Κοντοµίχης (2001), Παντέλης (2002),

Γιαννιτάκη (2003), Μηνάς (2004, 2006), Ντίνας (2005), Τζαβάρας (2005), ∆ούγα-Παπαδοπούλου &

Τζιτζιλής (2006).

Page 20: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

15

του Βορείου Αιγαίου, στις Βόρειες Σποράδες και στη Βόρειο Εύβοια. Πολλοί

γλωσσολόγοι διακρίνουν και την κατηγορία των ηµιβορείων ιδιωµάτων, τα οποία

παρουσιάζουν µόνο το ένα από τα δυο φαινόµενα του ισογλώσσου, δηλαδή µόνο την

κώφωση (βλ. π.χ. Ανδριώτης 1944: 148).

Ο Τριανταφυλλίδης (1938: 62 κ.εξ.) παραθέτει µια ανασκόπηση άλλων

ταξινοµήσεων που έχουν προταθεί κατά καιρούς. Η πολλαπλότητα αυτή είναι

ενδεικτική της ανυπαρξίας αφενός σταθερών διαχωριστικών ορίων (ισογλώσσων) λόγω

των αλλεπάλληλων εσωτερικών µεταναστεύσεων και αφετέρου έγκυρων

διαλεκτολογικών µελετών, συµπεριλαµβανοµένης της απουσίας γλωσσογεωγραφικού

άτλαντα.

Εξίσου σηµαντική ήταν η συµβολή του Newton (1972: 13-15), ο οποίος

διακρίνει πέντε µεγάλες οµάδες: την πελοποννησιακή-ιονική, τη βορειοελλαδική, την

παλαιά αθηναϊκή, την κρητική και τη νοτιοανατολική (Χίου-∆ωδεκανήσου-Κύπρου).

Με βάση τις έρευνες Τριανταφυλλίδη (1938) και Newton (1972), τα ισόγλωσσα που

κυρίως προτείνονται για την κατάταξη των νεοελληνικών ιδιωµάτων είναι τα εξής:

• η απορρίνωση των ρινικών συµπλεγµάτων mb, ng, nd: [ku'bi] - [ku'mbi]

• η τροπή του [ç] σε [∫]: ['çeri] >['∫eri]

• η διατήρηση της λεγόµενης χρονικής αύξησης: [e'δenete]-[ 'δenate]

• η χρήση της αιτιατικής ενικού των προσωπικών αντωνυµιών: [se 'leo]-[su 'leo]

• η επίταξη των άτονων τύπων της προσωπικής αντωνυµίας: ['δini mu] –[mu

'δini]

• η διατήρηση του τελικού n στα ονόµατα: ['stoman], [ti'rin]

• η ανάπτυξη του λεγοµένου αλόγου γ: ['kleγo], [δu'levγο]

• η διαφοροποίηση κατά την προφορά του οι και του υ από το i: [ksu'rizo]

• τo ασυνίζητο των φωνηεντικών συµπλεγµάτων -'ea και -'ia.

Εξίσου σηµαντική είναι η πρόταση του Κοντοσόπουλου (1983/84), ο οποίος

στηριζόµενος στον τύπο της ερωτηµατικής αντωνυµίας κάνει λόγο για Ελλάδα του τι

(ηπειρωτική Ελλάδα και Ιόνια νησιά) και Ελλάδα του είντα. Αυτή είναι η µοναδική

προσπάθεια κατάταξης που δεν στηρίζεται αποκλειστικά σε ένα γνώρισµα, αλλά σε µια

δέσµη φωνητικών, λεξιλογικών ακόµη και πολιτιστικών ισογλώσσων (Τζιτζιλής 2000:

17). Σύµφωνα µε τον Κοντοσόπουλο (1994: 2-3), διάλεκτοι µε την αυστηρή έννοια του

όρου είναι η τσακώνικη, που θα µπορούσε να πάρει µορφή ξεχωριστής ελληνογενούς

Page 21: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

16

γλώσσας, αν είχε καλλιεργηθεί λογοτεχνικά και αναγνωριστεί επίσηµα σαν γραπτή

γλωσσική µορφή που να διδάσκεται στα σχολεία, και οι τρεις «περιφερειακές», δηλ. η

ποντιακή, η καππαδοκική και τα ελληνικά της νότιας Ιταλίας. Καταχρηστικά

ονοµάζονται διάλεκτοι η κυπριακή και η κρητική µορφή της νεοελληνικής. Για όλες τις

άλλες τοπικές µορφές της γλώσσας, σύµφωνα µε τον Κοντοσόπουλο, ταιριάζει

επιστηµονικά ο χαρακτηρισµός τους µε τον όρο ιδίωµα, γιατί είναι σε µεγάλο βαθµό

κατανοητές από όλους τους οµιλητές.

Τέλος, η πιο πρόσφατη πρόταση του Trudgill (2003) στηρίζεται σε µικρό

αριθµό φωνολογικών κριτηρίων και στοχεύει σε µια πρώτη απόπειρα λεπτοµερέστερης

ταξινόµησης των νεοελληνικών διαλέκτων, µε κύρια χαρακτηριστικά την αποβολή των

άτονων i, u, τη διαφοροποίηση κατά την προφορά του οι και του υ από το i, την

ουράνωση των υπερωικών, τον τσιτακισµό, τη διατήρηση των διπλών συµφώνων και τη

διατήρηση του τελικού n (πρβλ. Μπασέα-Μπεζαντάκου 2008: 268). Με βάση τα

χαρακτηριστικά αυτά ο ενιαίος διαλεκτόφωνος ελληνικός χώρος χωρίζεται σε

δεκατέσσερις περιοχές (Trudgill 2003): την κεντρική, τη βόρεια, τη νότια, τη

νοτιοανατολική, την ανατολική, τη Μάνη, την τσακωνική, την παλαιά αθηναϊκή, την

Κύµη, τη Σµύρνη, τις κεντρικές Κυκλάδες, τις ∆υτικές Κυκλάδες, τη Μύκονο και τις

βόρειες Κυκλάδες.

Γίνεται, λοιπόν, εµφανές ότι η ταξινόµηση των νεοελληνικών διαλέκτων είναι

ένα δύσκολο εγχείρηµα που διέπεται από πολλές παραµέτρους. Όπως επισηµαίνει ο

Trudgill (2003: 46-48), ο γεωφυσικός χαρακτήρας του ελλαδικού χώρου δηµιουργεί

µεγάλες και συχνά ανυπέρβλητες δυσκολίες στην απόπειρα ακριβούς οριοθέτησης µιας

διαλεκτικής ποικιλίας. Σε συνάρτηση µάλιστα µε την εκτεταµένη κατανοµή

διαλεκτικών ποικιλιών της Ελληνικής σε περιοχές εκτός του ελλαδικού χώρου (λ.χ.

Κορσική, Μικρά Ασία κ.λπ.) καθώς και µε τις πληθυσµιακές ανακατατάξεις που έχουν

γίνει για ιστορικούς λόγους (εισροή προσφύγων), η δυνατότητα ακριβούς διαλεκτικής

χωρογράφησης της ελληνικής καθίσταται αµφισβητήσιµη. Επιπλέον οι ίδιοι λόγοι

καθιστούν αµφίβολη την ορθότητα της χάραξης ισογλώσσων σε αρκετές περιπτώσεις

(βλ. Χαραλαµπάκης 1988/89: 283, Trudgill 2003: 46).

Εξίσου σηµαντικό πρόβληµα είναι η έλλειψη συστηµατικής

γλωσσογεωγραφικής έρευνας και χαρτογράφησης. Αναµφισβήτητα, στην περίπτωση

της στοχοθεσίας µιας γενικής ταξινόµησης των διαλεκτικών ποικιλιών, αυτό το κενό

Page 22: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

17

δεν µπορεί εύκολα να καλυφθεί, δεδοµένης της σηµερινής κατάστασης των

νεοελληνικών διαλεκτικών ποικιλιών, που κυµαίνεται από τη φάση της συρρίκνωσης

µέχρι την πλήρη αφάνιση. Ένα επιπλέον πρόβληµα είναι η υποτίµηση του ρόλου των

ενδοδιαλεκτικών διαφοροποιήσεων στις παλαιότερες διαλεκτολογικές µελέτες.

Θεωρητικά, η ταξινόµηση των νεοελληνικών διαλέκτων δεν µπορεί παρά να

στηρίζεται σε παλαιότερη µορφή των διαλεκτικών ποικιλιών, σε φάση δηλαδή κατά την

οποία µπορεί αφαιρετικά να καθορισθεί µια καθαρότερη µορφή τους. Μια τέτοια

προσέγγιση των διαλεκτικών ποικιλιών σήµερα µόνο ιστορικά µπορεί να γίνει και

σαφώς γίνονται αντιληπτά τα προβλήµατα που προκύπτουν. Σε αυτά περιλαµβάνονται

η πληµµελής διάθεση πηγών, το αναξιόπιστο υλικό και η αδυναµία ελέγχου του, η

δυσκολία επιλογής των κριτηρίων ταξινόµησης και κυρίως η αδυναµία να καθοριστεί

ως προς την καθαρότητά της η βάση θεώρησης της διαλεκτικής ποικιλίας, δηλαδή να

οριοθετηθεί χρονικά και σε συγκεκριµένο χωροταξικό πλαίσιο, ανεξάρτητα από τη

σηµερινή κατάσταση της διαλεκτικής ποικιλίας.

Ωστόσο, παράγοντες όπως κοινωνιογλωσσικές διαφοροποιήσεις, γλωσσικές

επαφές κ.ά. δεν µπορούν να αγνοηθούν, έστω και σε µια επιλεκτικά ιδεατή θεώρηση

της διαλεκτικής ποικιλίας. Η γλωσσική πραγµατικότητα αποκλείει την καθαρότητα της

διαλεκτικής ποικιλίας, εκτός από τους ήδη αναφερθέντες λόγους, και για καθαρά

ενδογλωσσικούς, που συνοπτικά προσδιορίζονται στο πλαίσιο της φυσικής

µεταβλητότητας και εξέλιξης της γλώσσας. Οι διαλεκτικές ποικιλίες δεν οριοθετούνται

σαφώς, αλλά αναµειγνύονται και επικαλύπτονται στη γλωσσική πρακτική. Οι

ενδογλωσσικές διαφοροποιήσεις ανακόπτουν οριοθετικές γραµµές ισογλώσσων και

καθιστούν ανέφικτη την ακριβή οριοθέτηση συστηµατικής πραγµάτωσης βασικών

χαρακτηριστικών που οµογενοποιούν απόλυτα µια διαλεκτική ποικιλία και τη

διαφοροποιούν από άλλες (Μπασέα-Μπεζαντάκου 2008: 268-269).

Ένα από τα ζητούµενα, λοιπόν, που έχουν επείγοντα χαρακτήρα είναι η

χαρτογράφηση των ελληνικών διαλέκτων, καθώς προς το παρόν διαθέτουµε µόνο το

γλωσσικό άτλαντα της Κρήτης (Κοντοσόπουλος 1988). Αναµφίβολα, απαιτείται η

συνέχιση της επιτόπιας έρευνας σε περιοχές που δεν έχουν ερευνηθεί και µάλιστα η

συγκριτική µελέτη όχι µόνο του γλωσσικού ιδιώµατος δυο τόπων που απέχουν ο ένας

από τον άλλο (π.χ. Κρήτη και Θεσσαλία), αλλά και της γλώσσας δυο γειτονικών

χωριών που συχνά εµφανίζεται διαφοροποιηµένη (βλ. Chambers & Trudgill 1998: 138).

Page 23: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

18

Ακόµα, χρειάζεται να πραγµατοποιηθούν εργασίες που θα καλύπτουν µε πληρότητα

όλα τα επίπεδα ανάλυσης των διαλέκτων (πρβλ. Asprey κ.ά. 2006: 432), ενώ

ταυτόχρονα είναι αναγκαία η σύνταξη ενός λεξικού των νεοελληνικών διαλέκτων

(Τζιτζιλής 2000: 21). Εποµένως, η νεοελληνική διαλεκτολογία έχει να επιλύσει ποικίλα

µεθοδολογικά προβλήµατα και να εµπλουτίσει τα ερευνητικά δεδοµένα, ώστε να

καλυφθεί το γεωγραφικό εύρος της Ελλάδας και να αναλυθούν ισοδύναµα όλα τα

επίπεδα του λόγου (φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό, λεξιλογικό).

1.2.2. Συρρίκνωση και τάση εξαφάνισης των νεοελληνικών ιδιωµάτων

Η µελέτη των γλωσσικών ποικιλιών παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη σύγχρονη

εποχή, στην οποία παρατηρείται ραγδαία υποχώρηση των διαλεκτικών διαφορών λόγω

της µεγάλης επίδρασης που ασκεί η Νεοελληνική Κοινή στις διαλεκτικές περιοχές.

Μια γλωσσική µορφή συρρικνώνεται και απειλείται µε εξαφάνιση όταν χαρακτηρίζεται

από φαινόµενα όπως η απλοποίηση του συστήµατος σε όλους τους τοµείς της

γραµµατικής και η αύξηση γλωσσικών εναλλαγών (Μαλικούτη 1997: 533), ενώ οι

χρήστες της είναι κυρίως άτοµα µεγάλης ηλικίας και ελάχιστοι ή καθόλου νέοι (Crystal

2000: 20).

Η συρρίκνωση αυτή, που αποκτά µόνιµο χαρακτήρα και επιταχύνεται

σηµαντικά τα τελευταία χρόνια, είναι αποτέλεσµα κυρίως της αλλαγής στον τρόπο ζωής

και των κοινωνικών µεταβολών που επήλθαν κατά τη µεταπολεµική περίοδο. Η µαζική

εξάπλωση της εκπαίδευσης, η εσωτερική και εξωτερική µετανάστευση, η νέα αντίληψη

για τον κόσµο, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, η τεχνολογική εξέλιξη, η ανάπτυξη των

µεταφορών και επικοινωνιών µε τη συνακόλουθη ελαχιστοποίηση των αποστάσεων

είναι κάποιοι από τους παράγοντες που συµβάλλουν στην υποχώρηση των τοπικών

διαλέκτων (Κακριδή 2006γ, Κουρδής 2007: 52).

Ουσιαστικά, η γλωσσική συρρίκνωση αποτελεί ένα βαθύτατα

κοινωνικοπολιτισµικό φαινόµενο, διότι συνιστά ιστορικά τη διαδοχή µιας ισότιµης και

δηµοκρατικής συνύπαρξης γλωσσών από µια διαστρωµατωµένη συνύπαρξη, όπου η

γλώσσα µε την ισχυρότερη συµβολική κυριαρχία ωθεί την κοινωνικά ασθενέστερη σε

βαθµιαία εξασθένηση και πιθανή τελική εξαφάνιση (πρβλ. Gal 1979). Έτσι, επικρατεί η

γλώσσα που µιλάει η ισχυρότερη κοινωνικο-οικονοµικά κοινότητα, χωρίς κάτι τέτοιο

να παραπέµπει σε εγγενείς δοµικές ατέλειες της συρρικνούµενης γλώσσας (Τσιτσιπής

Page 24: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

19

2001β: 78). Αυτή η γλωσσική ιδεολογία που καθορίζει την κυριαρχία ή µη των

γλωσσικών µορφών έχει έντονη παράδοση στην Ελλάδα, όπως αποδεικνύει και η

εξέλιξη του γλωσσικού ζητήµατος που δεν άφησε ανεπηρέαστη και την πορεία των

νεοελληνικών διαλέκτων (Χαραλαµπάκης 2001α: 169). Η υποτίµηση των διαλέκτων

από πνευµατικούς ανθρώπους της εποχής (λογίους, καθαρευουσιάνους) και η

δηµιουργία µιας αντίληψης βασισµένης στην ανωτερότητα και κατωτερότητα της

γλωσσικής χρήσης, όπως η πρακτική της εξοµάλυνσης διαλεκτικών τύπων σε έργα

όπως τα Αποµνηµονεύµατα του Μακρυγιάννη από το Βλαχογιάννη (Χαραλαµπάκης

2001α: 255), είχε ως αποτέλεσµα όχι µόνο να χαθούν σηµαντικές διαλεκτικές δοµές και

λέξεις, αλλά και να διαµορφωθούν αρνητικές στάσεις για τη γεωγραφική γλωσσική

ποικιλία.

Κατά συνέπεια, ένας από τους κυριότερους παράγοντες απώλειας των

ιδιωµάτων είναι η ίδια η στάση των οµιλητών, αφού καµία γλώσσα δεν πεθαίνει αν δεν

σταµατήσει να χρησιµοποιείται από τους οµιλητές της. Μέσα από τα µεταγλωσσικά

σχόλια και τις κρίσεις τους οι οµιλητές αντανακλούν µε µεγάλη σαφήνεια τις νέες

κοινωνικές και εκφραστικές ανάγκες και πιέσεις, οι οποίες πολλές φορές οδηγούν στην

εγκατάλειψη των γλωσσικών τους συνηθειών και την υιοθέτηση άλλων. Αυτό σηµαίνει

πως η προσπάθεια για γλωσσική µεταστροφή και προσαρµογή στη νόρµα οδηγεί στη

γλωσσική υποχώρηση (McMahon 2003: 402). Οι λανθάνουσες αξιολογήσεις που

συνδέονται µε κάθε ποικιλία καθιστούν δυνατή τη λειτουργική διαφοροποίηση των

ποικιλιών, µε αποτέλεσµα η κοινή να αποτελεί την υψηλή ποικιλία που περιβάλλεται µε

το κύρος της τυποποιηµένης γλώσσας, ενώ το ιδίωµα τη χαµηλή.

Ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες διαπιστώνεται πως κοινή και ιδίωµα δεν

βρίσκονται µόνο σε συµπληρωµατική σχέση, αλλά πως η κοινή οδηγεί τη γλωσσική

κοινότητα σε αντίθεση προς το ιδίωµα, η οποία αίρει την αρχική συµπληρωµατικότητα.

Η άρση της συµπληρωµατικότητας των δυο ποικιλιών σηµατοδοτεί την υποχώρηση της

διπλογλωσσικής κατάστασης (Πλαδή 2001: 619-627). Έτσι, τα µέλη των τοπικών

κοινωνιών συχνά θεωρούν το γλωσσικό τους ιδίωµα κατώτερο από την κοινή,

επηρεασµένοι πολλές φορές και από ποικίλα κοινωνικά στερεότυπα, που προσδίδουν

κοινωνικό νόηµα σε ορισµένα γεωγραφικά διαλεκτικά στοιχεία χαρακτηρίζοντας

αρνητικά τους οµιλητές τους στα µάτια της κοινότητας (Κακριδή 2006β). Οι λόγοι

Page 25: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

20

αυτής της χαµηλής γλωσσικής αυτοεκτίµησης οδηγούν στη συνειδητή εγκατάλειψη του

ιδιώµατος και στη συνακόλουθη περιθωριοποίησή του (Κοντός 2007: 402).

Την αρνητική στάση απέναντι στη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία, που µάλιστα

λαµβάνει συχνά τη µορφή αδιαφορίας, ενισχύει και η σύγχρονη εκπαιδευτική πολιτική,

η οποία άλλωστε συµβάλλει σηµαντικά στη γλωσσική εξέλιξη της χώρας. Αποτελεί

οπωσδήποτε ειρωνεία ότι ένα από τα χωρίς αµφιβολία σπουδαιότερα επιτεύγµατα του

20ου

αιώνα, η διεύρυνση της σχολικής εκπαίδευσης σε όλα τα στρώµατα του

πληθυσµού και στις πλέον αποµακρυσµένες περιοχές, συντελεί µοιραία στην απώλεια

ενός µέρους της γλωσσικής κληρονοµιάς, αφού η εκπαίδευση αποβλέπει στο

γραµµατισµό, ενώ τα ιδιώµατα έχουν κατά κανόνα µόνο προφορική υπόσταση (Κοντός

2007: 398). Εξίσου αντιφατικό είναι το γεγονός ότι ο προσανατολισµός της

εκπαίδευσης στην πολυπολιτισµικότητα, λόγω των συνθηκών του σύγχρονου κόσµου,

αγνοεί συστηµατικά τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες των οµιλητών της επαρχίας,

συµβάλλοντας στη συρρίκνωση ή εξαφάνιση των τοπικών ποικιλιών (Ladefoged 1992:

809-811, Κοντός 2007: 398).

Αποτελεί, εποµένως, πραγµατικότητα ότι οι διάλεκτοι και τα ιδιώµατα

υποχωρούν µε ταχύ ρυθµό και µαζί χάνεται ένα µεγάλο µέρος της ζωντανής γλώσσας

των ανθρώπων της υπαίθρου (Χαραλαµπάκης 2001α: 191), γεγονός που σηµαίνει ότι

εξαφανίζεται µια πηγή ανεκτίµητων πληροφοριών για τη γλώσσα και τους οµιλητές της

(Crystal 2000: 55). Η διαπίστωση αυτή επαναπροσδιορίζει τη στοχοθεσία της

νεοελληνικής διαλεκτολογίας. Κύρια προτεραιότητα αποτελεί µε αυτόν τον τρόπο η

συλλογή πληροφοριών, µε στόχο την τόνωση του κύρους της γλωσσικής ποικιλίας στην

κυρίαρχη κοινότητα (Crystal 2000: 92). Για το λόγο αυτό οι µέθοδοι διεξαγωγής

διαλεκτολογικών µελετών είναι αναγκαίο να εµπλουτιστούν µε τις µεθόδους και τα

αναλυτικά εργαλεία των σύγχρονων κλάδων που µελετούν τις γλωσσικές ποικιλίες και

κυρίως µε αυτά της κοινωνιογλωσσολογίας: χρειάζεται τεχνολογικά ενηµερωµένος

τρόπος συλλογής αυθεντικών δεδοµένων οµιλίας από όλο το φάσµα του

διαλεκτόφωνου πληθυσµού, σε όλα τα επίπεδα ύφους (βλ. 1.2.1.), ενώ η επεξεργασία

αυτών των δεδοµένων πρέπει να γίνεται χωρίς αποκλεισµό µη γεωγραφικών

παραµέτρων που πιθανόν να σχετίζονται µε αυτά (π.χ. κοινωνικών) και µε τη χρήση για

την ερµηνεία τους όλων των διαθέσιµων θεωρητικών και αναλυτικών εργαλείων της

σύγχρονης γλωσσολογίας (Κακριδή 2006γ).

Page 26: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

21

Η υλοποίηση τέτοιων εργασιών αποτελεί το πρώτο βήµα για τη διάσωση των

νεοελληνικών ιδιωµάτων, ώστε να επαληθευτεί η αισιόδοξη άποψη του Τσιτσιπή

(2001: 82) ότι η κοινωνιογλωσσική δυναµική της γλωσσικής συρρίκνωσης δεν

αποκλείει και σε τεχνικό επίπεδο, δηλαδή την καθαυτό γλωσσική διάσταση, και σε

κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, δηλαδή τις συγκυρίες και τη βούληση των κοινοτήτων, τη

δυνατότητα γλωσσικής αναβίωσης. Εξάλλου, µια ενδεχόµενη κοινωνιολογική αλλαγή,

όπως η αποκέντρωση, µπορεί να φέρει γλωσσική αλλαγή και να επηρεάσει τη χρήση

των τοπικών ιδιωµάτων (βλ. Blanchet & Armstrong 2006: 259). Το αν αυτά θα

οδηγηθούν σε θάνατο εξαιτίας της αφοµοίωσής τους από την κοινή ή θα αναβιώσουν

χάρη στο ενδιαφέρον των οµιλητών είναι αποτέλεσµα κυρίως της στάσης που θα

επιδείξει η συγκεκριµένη κοινότητα.

1.2.3. Η επαρχία Γορτυνίας

Η Γορτυνία βρίσκεται στο κέντρο της Πελοποννήσου και είναι µια από τις επαρχίες του

νοµού Αρκαδίας στο Β∆ µέρος της (βλ. Παράρτηµα 1). Αποτελείται από εννέα δήµους

(Γόρτυνος, ∆ηµητσάνας, Τρικολώνων, Ηραίας, Τροπαίων, Κοντοβάζαινας, Κλείτορος,

Λαγκαδίων και Βυτίνας) και έχει πρωτεύουσα τη ∆ηµητσάνα. Έχει µακραίωνη

ιστορική πορεία και δέχτηκε γλωσσικές επιρροές από διάφορους λαούς, κυρίως από

Σλάβους, Ενετούς και Τούρκους. Το ορεινό έδαφος της περιοχής, η µεγάλη απόσταση

από τα αστικά κέντρα και η αστυφιλία που σηµειώθηκε κατά τον εικοστό αιώνα είναι οι

σπουδαιότεροι παράγοντες που συντελούν στην αποµόνωση και εγκατάλειψη της

Γορτυνίας µε τις αναµενόµενες συνέπειες στη γλωσσική εξέλιξη της περιοχής.

1.2.4. Η περίπτωση του γορτυνιακού ιδιώµατος

Η παρούσα µελέτη του γλωσσικού ιδιώµατος της Γορτυνίας εντάσσεται στο πλαίσιο

του προβληµατισµού για την αξία και διάσωση των νεοελληνικών ιδιωµάτων.

Αποτελεί ένα από τα παράδοξα της νεοελληνικής διαλεκτολογίας ότι η

Πελοπόννησος είναι µια από τις πιο αδικηµένες περιοχές της έρευνας, καθώς έχει

θεωρηθεί ότι αποτελεί τη βάση της Νεοελληνικής Κοινής. Η αντίληψη αυτή, που πλέον

αµφισβητείται (βλ. λ.χ. Παντελίδης 2000: 553), είχε ως αποτέλεσµα τα πελοποννησιακά

ιδιώµατα να µην απασχολήσουν συστηµατικά τη γλωσσική έρευνα και για το λόγο αυτό

να µην υπάρχει ολοκληρωµένη περιγραφή τους. Αυτό υποδεικνύει, άλλωστε, και η

Page 27: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

22

επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας που προηγήθηκε και περιλαµβάνει µελέτες για

τα βόρεια και νησιωτικά κυρίως ιδιώµατα, ενώ απουσιάζει η αναφορά στον ιδιωµατικό

λόγο της Πελοποννήσου γενικά και ειδικά της Αρκαδίας.

Όπως ήδη αναφέρθηκε (1.2.1.), η κατάταξη των νεοελληνικών ιδιωµάτων σε

βόρεια και νότια από τον Χατζιδάκη (1892: 342) είναι πολύ γενική, ενώ

µεταγενέστερες προσπάθειες (π.χ. Τριανταφυλλίδης 1938, Κοντοσόπουλος 1983/4)

είναι σηµαντικές, αλλά δεν προσφέρουν µια λεπτοµερή και σαφή περιγραφή των

γνωρισµάτων που δηµιουργούν ισόγλωσσα και δεν λαµβάνουν υπόψη κοινά

χαρακτηριστικά ιδιωµάτων από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. Η διαλεκτική

συγγένεια περιοχών που δεν ανήκουν στο ίδιο ισόγλωσσο καθιστά επιτακτική την

ανάγκη για εκτεταµένη έρευνα και µελέτη των γλωσσικών διαφοροποιήσεων στην

ελληνική επικράτεια.

Έτσι, το γορτυνιακό ιδίωµα δεν αναφέρεται στην απαρίθµηση των

γνωρισµάτων που µπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την κατάταξη των

νεοελληνικών ιδιωµάτων, παρόλο που σε αυτά εντάσσονται φαινόµενα και µεταβολές

που απαντούν και στο γορτυνιακό λόγο. Ενδεικτικά, ο Κοντός (1997: 22) θεωρεί ως

φαινόµενο µε διαφοροποιητική λειτουργία τον τσιτακισµό, µε χαρακτηριστικά τα

ιδιώµατα Κρήτης, Κυκλάδων και ∆ωδεκανήσου, χωρίς αναφορά στην Πελοπόννησο

(πρβλ. Κοντοσόπουλος 2001). Επιπλέον, τόσο ο Κοντός (1997: 23) όσο και ο Μηνάς

(2004: 34) δεν περιλαµβάνουν την Πελοπόννησο στις περιοχές όπου παρατηρείται

διαφοροποίηση κατά την προφορά της αρχαίας διφθόγγου οι και του φωνήεντος υ από

το [i], µε το οποίο οι δυο αυτοί φθόγγοι έχουν συµπέσει στην Νεοελληνική Κοινή.

Μάλιστα, ο Κοντοσόπουλος κάνει λόγο γενικά για ιδιώµατα (βόρεια, ηµιβόρεια,

επτανησιακά, κυκλαδίτικα, δωδεκανησιακά), αλλά για «ελληνικά της Πελοποννήσου»

και σηµειώνει ότι «η γλώσσα του πελοποννησιακού χώρου (πλην της Τσακωνιάς και

της Μάνης) έχει πολύ µικρές αποκλίσεις από την αθηναϊκή κοινή […] Ο λόγος των

χωρικών της Πελοποννήσου µπορεί να χαρακτηριστεί απλώς σαν ‘επαρχιακή

ελληνική’» (2001: 74). Με άλλα λόγια ο ιδιωµατικός λόγος της Πελοποννήσου, και

εποµένως της Αρκαδίας, ακόµα και για φαινόµενα που αλλού χαρακτηρίζονται ως

διαλεκτικά, δεν αντιµετωπίζεται ως διαλεκτικός στη βιβλιογραφία.

Ωστόσο, είναι δυνατόν να δείξουµε ότι στο ιδίωµα της Γορτυνίας απαντούν

φαινόµενα σε όλα τα επίπεδα του λόγου που παρουσιάζουν αναλογίες µε φαινόµενα

Page 28: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

23

άλλων ιδιωµάτων, ακόµα και βορείων. Οι πίνακες που ακολουθούν βασίζονται στην

κατηγοριοποίηση των νεοελληνικών ιδιωµάτων από τον Κοντοσόπουλο, και

παρουσιάζουν ενδεικτικά ορισµένα από αυτά τα φαινόµενα στα διάφορα επίπεδα της

γλώσσας. Η παρουσίαση του γορτυνιακού ιδιώµατος βασίζεται στα δεδοµένα της

παρούσας µελέτης. Βέβαια, είναι δύσκολο να οριστούν µε ακρίβεια τα όρια του

ιδιώµατος, εφόσον ελλείπουν οι σχετικές µελέτες, αλλά επισηµαίνεται ότι τα στοιχεία

που διακρίνονται εδώ µπορούν να διαχωρίσουν το γορτυνιακό ιδίωµα από αυτό των

άλλων επαρχιών της Αρκαδίας, στα οποία µπορεί να υπάρχουν κάποια από αυτά τα

γνωρίσµατα αλλά όχι όλα.

Τα δεδοµένα από τα επτανησιακά ιδιώµατα προέρχονται από τους

Κοντοσόπουλο (2001: 67-72, 69, 163, 165) και Αλεξάκη (2005: 20-26, 27), για τα

δωδεκανησιακά ιδιώµατα από τους Κοντοσόπουλο (2001: 41-48) και Μηνά (2004: 243-

250), για τα κυκλαδίτικα ιδιώµατα από τους Κοντοσόπουλο (2001: 57-64) και Τζαβάρα

(2005: 136-140, 146, 149, 155, 171, 174, 181, 183), για τα βόρεια ιδιώµατα από τους

Κοντοσόπουλο (2001: 95, 99, 100, 102, 176, 177), Κοντό (1995: 96, 135), Ζαφειρίου

(1995: 32, 39, 41, 55, 60, 67, 70, 49, 69, 87-114, 125, 127), Κατσάνη (1996: 44) και

Ντίνα (2005: 47, 55, 72, 75, 84, 114-130, 133, 220), για τα ηµιβόρεια ιδιώµατα από τον

Κοντοσόπουλο (2001: 111) και για το κρητικό ιδίωµα από τους Κοντοσόπουλο (2001:

31-32, 150, 152) και Μηνά (2004: 438, 443, 445).

Page 29: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

24

Πίνακας 1: Σύγκριση γορτυνιακού µε άλλα ιδιώµατα στο φωνολογικό επίπεδο

Γορτυνιακό ιδίωµα Επτανησιακά

ιδιώµατα

∆ωδεκανησιακά

ιδιώµατα

Κυκλαδίτικα

ιδιώµατα

Βόρεια

ιδιώµατα

Ηµιβόρεια

ιδιώµατα

Κρητικό

ιδίωµα

τονε, των παιδιώνε, τρίω χρονώ

των ανθρώπωνε, µηνώ

τονε, Χριστουγέννωνε τω σπαθιώ

χτε, πιε χτε, πιε

ποτές, τότενες, επειδής

κάποτες, δηλαδής

τότενες, επειδής δηλαδής

πάλε πάλε

βαθιµός, θα πινιγείς βαθιµός πίν’γα

συφωνία, υφαµένο

συφωνία αθός, συβολαιογράφος

ξαθή άθρωπος, σβηµένος

πόναι, σόχω πόχει σόπισι

γιοµάτος, όξω,

Οβραίος γιοµάτος, γιοφύρι

Οβριός

όξω

τρούπα, ξουράφι, άχιουρα

τρουπώνω

τρούπα, άχιουρα

τρουπώνω,

ξουράφι

µουσκάρι, ούλος

µούσκαρος, ούλος

σκέδιο, αίστηµα,

εισπράχτορας σκέδιο,αστένεια,

αίστηµα

σκολαρίκι σκολαρίκι

άχερο,πλερώνω,µάγερας, ψένω, ντένω

άχερο, µάγερας γεναίκα

ψένου, ντένου

λαιϊµός λαιϊµός

άκ’λουθο ακ’λουθάω

’πιδέξιος ’πιδέξιος

απαράτηκα αµάχη απαρατώ

πααίνω, Παναΐα,

παΐδα

πηαίνω πηάδι, µαερεύgω πααίνου, παΐδα

νευτού νύπνος νώµους

γλήγορα, πλεµόνι γλήορις οινόπλιµα

µοιρασά, κορίτσα,

τρακόσα

µοιρασά

διακόσα

γυναίτσες, τσοιλιά,

παιδάτσι, ετσείνο

ευτσή

τσοιλιά, τσέρατο

παιδάτσι, τσαι

ετσείνο

ξυώ, φτυώ, κλειώ ξυώ, φτυώ σβηώ κλειώ κλειώ,

λυώ

χινόπωρο χνόπωρου

γλέπω γλέπου

σκέβουµαι, διάζουµαι

σκέβουµι, διάζουµαι

δυχατέρα δυχατέρα

Τετράδη Τιτράδη

φκιάνω φκιάνου

Page 30: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

25

Πίνακας 2: Σύγκριση γορτυνιακού µε άλλα ιδιώµατα στο µορφολογικό επίπεδο

Γορτυνιακό ιδίωµα Επτανησιακά

ιδιώµατα

∆ωδεκανησιακά

ιδιώµατα

Κυκλαδίτικα

ιδιώµατα

Βόρεια

ιδιώµατα

Κρητικό

ιδίωµα

είνιαι

είνιαι

ελέγανε, εσυγυριστήκανε

εκάµαµε, επήγαµε

εστενοχωρηθήκαµε

ηφέρανε, ήπρεπε

ήφερε, ήπρεπε

ήκουσα,

ηφέρνανε ηχύσαµε, ηθέλαµε

ήφιρα

ήφερα

συνηθάω, καθεράω,

σκορπάω

συνηθώ

καθαρνώ,

σκρουπώ

εµάζωξα εµάζωξα

περπατείς, κρατείς, βαρείς

βαρείς

έδωκα, άφηκα

έδωκα, άφηκα

έδουκα,

απόλυκα

θα τραγουδήξω εσπούδαξα ηρώτηξα θα ρωτήξω

πάου, λέου,

αµποδάου

αγαπάου,

καίου, λέου,

αµποδάου

γίνουµαι, γίνουνται χαίρουµαι κάθουνται

πλένουµαι, πλένουνται

γινόνται, κοιµώνται αγαπιώνται

τραγουδώντα χοροπηδώντα πέφτουντα

τση κόρης, τσι αρρεβώνες

τση

Ζάκυνθος, τσι γυναίκες

τση χαράς, τσι γυναίτσες

τση /τσι

η σουλήνα, η

Αγιασωτήρα η σουλήνα,

η Σουτήρα

αρχόντοι, γερόντοι αρχόντοι

γερόντοι γιρόντ’, αρχόντοι

αθρώποι, δασκάλοι αγγέλοι δασκάλοι

γονιοί,µηνού µηνού γουνιοί

νοικοκυραίοι, φουρνιαραίοι

φουρναραίοι

αφεντάδες, ραφτάδες

αφεντάδες

αδερφάδες, νυφάδες αδερφάδες

περίστασες, εξέτασες

περίστασες

εθίµατα ιθίµατα

στήθια, πάχια πάχια

βαριό, ελαφριό,

παχιό

ελαφριό

ενού, κανενού,

ευτούνου, εκεινώνε, µιανής, έντηνε, πούντηνε, τέσσεροι

ενού, µιανής, καποιανού,

εκεινώνε, πούντηνε, τέσσεροι

εκεινού

κ’νού,

ευτούνου

Page 31: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

26

Πίνακας 3: Σύγκριση γορτυνιακού µε άλλα ιδιώµατα στο συντακτικό επίπεδο

Γορτυνιακό ιδίωµα Επτανησιακά

ιδιώµατα

Βόρεια

ιδιώµατα

Κρητικό ιδίωµα

έχω ιδωµένο, τα ’χω

φυλαµένα,

ήµουνα παγαιµένος

έχου

τσακουµένου,

τα ’χα φ’λαµένα

ήσασι παγαιµένοι

θέλει γενεί, ήθελε πάνε θέλεις ιδεί

του παιδιώνε, του Φωτώνε

του µπαιδιώνε

Πίνακας 4: Σύγκριση γορτυνιακού µε άλλα ιδιώµατα στο λεξιλογικό επίπεδο

Γορτυνιακό

ιδίωµα

Επτανησιακά

ιδιώµατα

∆ωδεκανη

σιακά

ιδιώµατα

Κυκλαδίτικα

ιδιώµατα

Βόρεια ιδιώµατα Κρητικό

ιδίωµα

Κι απέ του λέει… Κι απόι του

ψιθύριζε.. σιαπάν’, τότενες, ’δωπά,

δωπανάδας, ολούθε, πα

πάνουθε, απά

κειδανά

όντενες

σαπάν’, τότινι

κάνε κάνε καν’

πυτιάζω, θηκιάζω πυτιαστούνε

κλειδοστοµιάζω,

αρνοκάτσικα κλειδουστουµνιάζου,

αρνουκάτσ’κα

παιδούλι, λιγούλι

παιδούλ’

µπονόρα, ταχιά,

βολά βολά

µπονόρα ταχιά

τηράω, ντηριέµαι, αστράχα,

αµακατζής, λάχανα,

το ζωνάρι της καλογριάς, µπλαστρώνω,

σκουτιά,

κατσουλάω,

κλειδωνιά,

αδερφοµοίρια,

λαδικό,

πηλαλάω,

ποδέθηκα,

κουτσούνες, δεργάτης, κουβέλι

τηράω,

λάχανα,

κουβέλι, τση καλογρίας το ζωνάρι, βεργάτης, σκουτιά,

να ποδεθώ

κατσουλώνω

ντηριέµαι, κουτσούνα,

αδερφοµοίρι, κλειδωνιά,

λαδικό,

µπλαστρώνω

αµακατζής, αστρέχα,

π’λαλώ

.

Page 32: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

27

Όπως µπορούµε να δούµε στον Πίνακα 1 φαινόµενα φωνολογικά, όπως ο

τσιτακισµός (παιδάτσι, ετσείνο), η κράση (πόναι, σόχει) αλλά ακόµα και η κώφωση

(µουσκάρι) µπορεί να εµφανίζονται και στο γορτυνιακό ιδίωµα. Αλλά και στα άλλα

επίπεδα του λόγου απαντούν αντιστοιχίες, όπως στην περίπτωση της ρηµατικής

αύξησης µε η- (ήφερα), στο κλιτικό σύστηµα του ονόµατος (αφεντάδες, γερόντοι,

περίστασες, εθίµατα, ευτούνοι, ενού) ή σε ρηµατικές καταλήξεις (συνηθάω, πάου,

γίνουνται, κοιµώνται) (Πίνακας 2). Επίσης, ο σχηµατισµός του παρακειµένου µε χρήση

της µεσοπαθητικής µετοχής (έχω ιδωµένο, έχω φυλαµένα) ή η έκφραση της

τροπικότητας µε την περίφραση θέλει /ήθελε + ρήµα (ήθελε πάνε) είναι από τα κύρια

γνωρίσµατα του γορτυνιακού ιδιώµατος (Πίνακας 3). Τέλος, παρατηρούνται κοινές

καταλήξεις επιρρηµάτων (-θε, -νε, ολούθε, τότενε), σύνθετες και σηµασιολογικά

συγγενείς λέξεις (κλειδοστοµιάζω <κλείνω/κλειδώνω+στόµα, ταχιά <αύριο>,

κουτσούνα <κούκλα>) κ.λπ. στο λεξιλογικό επίπεδο (Πίνακας 4). Η διαφορά έγκειται

βέβαια στην ένταση και στο βαθµό συστηµατικότητας κάθε φαινοµένου και στη

γενικευµένη ή όχι ισχύ του.

Είναι εµφανές από τους παραπάνω πίνακες ότι οι περισσότερες οµοιότητες του

γορτυνιακού ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα του λόγου σηµειώνονται σε σύγκριση µε τα

επτανησιακά ιδιώµατα, ενώ προξενούν εντύπωση τα κοινά διαλεκτικά στοιχεία µε τα

βόρεια ιδιώµατα, ιδίως σε επίπεδο φωνολογικό και µορφολογικό. Ανάµεσα στα άλλα, η

συγκριτική θεώρηση των πινάκων αυτών αποκαλύπτει τις αναλογίες που υπάρχουν

µεταξύ πολλών νεοελληνικών ιδιωµάτων και προβάλλει την αναγκαιότητα της

εκτενέστερης περιγραφής τους. Ειδικότερα, προσδιορίζει και τον πρωταρχικό σκοπό

της διδακτορικής αυτής διατριβής που είναι η περιγραφή του γορτυνιακού ιδιώµατος

και η ακόλουθη ένταξή του στο πλαίσιο των νεοελληνικών ιδιωµάτων.

1.3. Στόχοι και δεδοµένα της διατριβής

Κύριος στόχος της διδακτορικής αυτής διατριβής είναι η αναλυτική περιγραφή του

γορτυνιακού ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα της γλώσσας, ώστε να αποδειχθεί η

συστηµατική διαφοροποίησή του από τη Νεοελληνική Κοινή και έτσι να ενταχθεί στο

πλαίσιο των νεοελληνικών ιδιωµάτων. Στη συνέχεια, επιδιώκεται να παρουσιαστεί η

κοινωνιογλωσσική του κατάσταση, ώστε να επαληθευτεί η βασική υπόθεση της

διατριβής ότι το γορτυνιακό ιδίωµα σήµερα βρίσκεται σε στάδιο υποχώρησης. Συναφής

Page 33: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

28

είναι η κατάταξη των οµιλητών σε κατηγορίες ανάλογα µε το βαθµό χρήσης του

ιδιώµατος, ώστε να συσχετιστεί η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία µε συγκεκριµένα

κοινωνικά χαρακτηριστικά.

Συµπληρωµατικός στόχος της διατριβής είναι να µελετήσει το στιγµατισµό της

διαλεκτικής ποικιλίας στο χώρο της εκπαίδευσης, που αποτελεί µια από τις βασικές

αιτίες απόρριψης και συνακόλουθης συρρίκνωσης των νεοελληνικών ιδιωµάτων, αλλά

και εκπαιδευτικής µειονεξίας των διαλεκτόφωνων µαθητών. Ο στιγµατισµός αυτός

σχετίζεται µε την άγνοια και την έλλειψη ενηµέρωσης των Νεοελλήνων απέναντι στη

φύση και την αξία των τοπικών ποικιλιών, αλλά και την αγνόησή τους από το υπάρχον

εκπαιδευτικό σύστηµα στο πλαίσιο κυρίως του γλωσσικού µαθήµατος. Από τη µελέτη

της κατάστασης του γορτυνιακού ιδιώµατος στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής

πραγµατικότητας προκύπτει η ανάγκη διατύπωσης συγκεκριµένων προτάσεων για τη

συµπερίληψη της διαλέκτου στη γλωσσική διδασκαλία της δευτεροβάθµιας

εκπαίδευσης µε γνώµονα τα πιθανά οφέλη που θα προκύψουν τόσο για τους µαθητές

των επαρχιακών σχολείων όσο και αυτούς των αστικών κέντρων.

Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων, παράλληλα µε τη µελέτη της σχετικής

βιβλιογραφίας, συλλέχθηκε ερευνητικό υλικό από την τοπική κοινωνία της Γορτυνίας

και τα σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης που λειτουργούν σε αυτήν. Έτσι, αρχικά

πραγµατοποιήθηκε επιτόπια έρευνα κατά το σχολικό έτος 2007-2008 για τη συλλογή

αυθόρµητου προφορικού λόγου, στην οποία να µπορεί να βασιστεί τόσο η πλήρης

ανάλυση του ιδιώµατος όσο και η εξελικτική του πορεία. Για το λόγο αυτό επιλέχθηκαν

πληροφορητές από τρεις ηλικιακές οµάδες και των δυο φύλων και από όλα τα

κοινωνικά και µορφωτικά επίπεδα. Για την ακριβέστερη περιγραφή του γορτυνιακού

ιδιώµατος χρησιµοποιήθηκαν συγκριτικά τα δεδοµένα επιτόπιας έρευνας που είχε

διεξαχθεί στην περιοχή κατά το έτος 1997-1998 µε περιορισµένο εύρος. Επιπλέον,

αξιοποιήθηκε αντίστοιχο ερευνητικό υλικό, του οποίου η συλλογή πραγµατοποιήθηκε

κατά τα πρώτα έτη της γλωσσικής µεταρρύθµισης και περιλαµβάνεται στο Αρχείο του

Λαογραφικού Σπουδαστηρίου του Πανεπιστηµίου Αθηνών. Για τον έλεγχο των

κοινωνικών παραγόντων που επηρεάζουν τη χρήση και εξέλιξη του ιδιώµατος

ερευνήθηκε ο λόγος σε τρεις γενιές οµιλητών της ίδιας οικογένειας, ενώ για το στάδιο

εξέλιξής του πραγµατοποιήθηκε συµπληρωµατική έρευνα στα σχολεία δευτεροβάθµιας

εκπαίδευσης της Γορτυνίας, απ’ όπου συγκεντρώθηκε προφορικό και γραπτό δείγµα

Page 34: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

29

λόγου από τους µαθητές όλων των τάξεων. Στη συνέχεια, πραγµατοποιήθηκε νέα

εκπαιδευτική έρευνα στα ίδια σχολεία, στην οποία έγινε προσπάθεια να διαπιστωθούν,

µε τη χρήση ερωτηµατολογίων, οι στάσεις εκπαιδευτικών και µαθητών που αποτελούν

µέλη της διαλεκτόφωνης αυτής κοινότητας απέναντι στον ιδιωµατικό λόγο.

Φιλοδοξία της διατριβής αυτής είναι να εµπλουτίσει θεωρητικά και πρακτικά τη

νεοελληνική διαλεκτολογία και κοινωνιογλωσσολογία, αλλά και να επιστρέψει τα

δεδοµένα της έρευνας στη γλωσσική κοινότητα από την οποία προήλθαν, µέσω των

προτάσεων για εκσυγχρονισµό του γλωσσικού µαθήµατος και άρση των γλωσσικών

προκαταλήψεων για τις διαλέκτους και τα ιδιώµατα.

1.4. ∆οµή της διατριβής

Η δοµή της διδακτορικής αυτής διατριβής ακολουθεί το διπλό ερευνητικό της άξονα,

δηλαδή από τη µια την παρουσίαση του γορτυνιακού ιδιώµατος στο πλαίσιο της

τοπικής κοινότητας που ανήκει και από την άλλη τη µελέτη του τρόπου αντιµετώπισής

του στην εκπαιδευτική κοινότητα της συγκεκριµένης περιοχής.

Το παρόν κεφάλαιο που έχει εισαγωγικό χαρακτήρα και αφορά την έννοια της

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας, τη σύντοµη θεώρηση των νεοελληνικών ιδιωµάτων

και τη διατύπωση των ζητουµένων για το γορτυνιακό ιδίωµα, ακολουθείται από το

Κεφάλαιο 2, στο οποίο περιγράφεται η µορφή και η συγχρονική κατάσταση του

γορτυνιακού ιδιώµατος. Σε αυτό παρουσιάζονται αναλυτικά τα δεδοµένα της επιτόπιας

έρευνας που διεξήχθη, αιτιολογούνται οι µεθοδολογικές επιλογές και αναλύεται πλήρως

το ιδίωµα σε όλα τα επίπεδα της γλώσσας (φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό,

υφολογικό και λεξιλογικό-σηµασιολογικό). Η περιγραφή των διαλεκτικών φαινοµένων

ακολουθεί τη διάκριση που προτείνεται σε τάσεις και πραγµατώσεις. Στη συνέχεια του

κεφαλαίου παρουσιάζεται η κοινωνιογλωσσική κατάσταση του ιδιώµατος µέσα από τη

σύγκριση του λόγου στις τρεις προτεινόµενες κατηγορίες οµιλητών, τους επαρκείς, τους

ενδιάµεσους και τους τελικούς (πρβλ. Dorian 1973, 1980). Ιδιαίτερα ελέγχεται ο

παράγοντας της ηλικίας και του κοινωνικοµορφωτικού επιπέδου στη χρήση του

ιδιώµατος. Συµπληρωµατικά παρατίθενται και τα δεδοµένα µεµονωµένης µελέτης του

λόγου σε τρεις γενιές οµιλητών της ίδιας οικογένειας. Το κεφάλαιο αυτό

ολοκληρώνεται µε την εξέταση της χρήσης του ιδιώµατος από τους µαθητές που

φοιτούν στα σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της Γορτυνίας.

Page 35: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

30

Στο Κεφάλαιο 3 το ενδιαφέρον εστιάζεται αποκλειστικά στο χώρο της

εκπαίδευσης και µελετάται η θέση των διαλέκτων σε αυτόν. Το κεφάλαιο αρχικά

περιλαµβάνει µια βιβλιογραφική επισκόπηση των κυριοτέρων ερευνών για τη θέση των

διαλέκτων στην εκπαίδευση και τους παράγοντες που την επηρεάζουν σε σχέση µε τη

σχολική επίδοση των διαλεκτόφωνων µαθητών. Ιδιαίτερη ενότητα αφιερώνεται στην

παρουσίαση της γλωσσικής εκπαίδευσης της Κύπρου λόγω της κυρίαρχης παρουσίας

που έχει η διάλεκτος στη συγκεκριµένη ελληνική γλωσσική κοινότητα. Ακολουθεί η

εξέταση της ελληνικής πραγµατικότητας σε τρία µέρη. Αρχικά ερευνάται η θέση του

νεοελληνικού ιδιωµατικού λόγου στα σχολικά εγχειρίδια της δευτεροβάθµιας

εκπαίδευσης από τη µεταρρύθµιση του 1976 ως σήµερα µέσα από τη συγκριτική

µελέτη των συγκεκριµένων βιβλίων και των αντίστοιχων Αναλυτικών Προγραµµάτων

που συνοδεύουν τις τρεις µεταρρυθµιστικές προσπάθειες της συγκεκριµένης περιόδου.

Στη συνέχεια ελέγχεται γενικά ο ρυθµιστικός χαρακτήρας της γλωσσικής αγωγής και τα

στερεότυπα που επηρεάζουν την εκπαιδευτική κοινότητα µέσα από τις κύριες

ερευνητικές µελέτες που περιλαµβάνει η ελληνική βιβλιογραφία. Επιπλέον,

αναφέρονται αντίστοιχες µελέτες σχετικά µε τις αξιολογικές αντιδράσεις των

Νεοελλήνων απέναντι στη χρήση της διαλεκτικής ποικιλίας και τα πρότυπα που

προβάλλονται δηµοσίως και επηρεάζουν τη µαθητική κοινότητα. Το κεφάλαιο κλείνει

µε την παρουσίαση της εκπαιδευτικής έρευνας που πραγµατοποιήθηκε στα σχολεία της

Γορτυνίας για τον έλεγχο των στάσεων τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των µαθητών

απέναντι στο ιδίωµα.

Στο Κεφάλαιο 4 διατυπώνονται διδακτικές προτάσεις για την αξιοποίηση της

διαλεκτικής ποικιλίας στο γλωσσικό µάθηµα της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης.

Προηγουµένως ορίζονται οι κατευθυντήριες αρχές που πρέπει να τηρηθούν για να

έχουν πρακτική εφαρµογή οι προτάσεις αυτές. Συγκεκριµένα, προτείνεται ο

ανασχεδιασµός του γλωσσικού µαθήµατος, ώστε να προβλέπεται η συµπερίληψη των

διαλέκτων στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και δευτερευόντως η αξιοποίηση

των λογοτεχνικών κειµένων για το σκοπό αυτό, καθώς και η υλοποίηση ποικίλων

διαθεµατικών δραστηριοτήτων. Όλες αυτές οι προτάσεις έχουν µαθητοκεντρικό

προσανατολισµό και στοχεύουν στη µελέτη και διάσωση των νεοελληνικών ιδιωµάτων.

Τα συµπεράσµατα της διατριβής συνοψίζονται στο Κεφάλαιο 5, ενώ η πληθώρα

των παραδειγµάτων στα οποία διαπιστώνονται διαλεκτικά φαινόµενα, καθώς και το

Page 36: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

31

σύνολο των ιδιωµατικών λέξεων και φράσεων που προέκυψαν από την έρευνα του

γορτυνιακού ιδιώµατος, παρατίθενται, µαζί µε άλλα στοιχεία, στα Παραρτήµατα του

τέλους.

Page 37: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

32

Κεφάλαιο 2: Περιγραφή του γορτυνιακού ιδιώµατος

Η απουσία ερευνητικών µελετών για τη γεωγραφική ποικιλία του αρκαδικού λόγου,

αλλά και η ανεπαρκής αντιµετώπιση σχετικών µεθοδολογικών ζητηµάτων υπαγορεύει

το βασικό κίνητρο της παρούσας έρευνας, που επιδιώκει την ένταξη του γορτυνιακού

ιδιώµατος στο πλαίσιο των νεοελληνικών ιδιωµάτων µε βάση την πληρέστερη δυνατή

περιγραφή του. Έτσι, µετά τον ορισµό των δεδοµένων και της µεθοδολογίας που

ακολουθείται, η οποία λαµβάνει υπόψη τις βασικές αρχές της σύγχρονης

διαλεκτολογίας και κοινωνιογλωσσολογίας (2.1., 2.2.), παρουσιάζεται η ανάλυση του

ιδιώµατος στο φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό, υφολογικό και λεξιλογικό-

σηµασιολογικό επίπεδο (2.3.). Η ανάλυση έχει επαγωγικό χαρακτήρα, έτσι ώστε να

διατυπώνονται οι κανονικότητες των διαλεκτικών φαινοµένων µε βάση τα

παραδείγµατα που προκύπτουν από τα δεδοµένα της έρευνας. ∆εδοµένης της ελλιπούς

ελληνικής βιβλιογραφίας σε διαλεκτολογικά ζητήµατα στο κεφάλαιο αυτό προτείνεται

η κατηγοριοποίηση των φαινοµένων σε τάσεις και πραγµατώσεις.

Μετά την περιγραφή του γορτυνιακού λόγου σε όλα τα επίπεδα της γλώσσας

παρουσιάζεται το στάδιο εξέλιξής του µέσα από τη συγκριτική θεώρηση του λόγου των

οµιλητών, για τους οποίους προτείνεται η διάκριση σε επαρκείς, ενδιάµεσους και

τελικούς, σε σχέση µε τη µεταβλητή της ηλικίας και του κοινωνικοµορφωτικού

επιπέδου (2.4.). Στο πλαίσιο αυτό ελέγχεται ακόµα και η γλωσσική διαφοροποίηση σε

τρεις γενιές οµιλητών της ίδιας οικογένειας. Ιδιαίτερα σηµαντικός για τη µελέτη της

εξέλιξης του ιδιώµατος είναι ο έλεγχος του λόγου στους µαθητές δευτεροβάθµιας

εκπαίδευσης των σχολείων της Γορτυνίας (2.5.), που βασίζεται στη συλλογή δείγµατος

προφορικού και γραπτού λόγου των µαθητών που φοιτούν στα συγκεκριµένα σχολεία

κατά το σχολικό έτος 2007-2008.

2.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία

Ο στόχος της παρούσας έρευνας είναι διπλός: α) η συγχρονική θεώρηση του

γορτυνιακού ιδιώµατος µε βάση την περιγραφή των χαρακτηριστικών του σε όλα τα

επίπεδα της γλώσσας (φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό, υφολογικό, λεξιλογικό-

σηµασιολογικό), όπως παρουσιάζονται στο λόγο των οµιλητών του µε βάση επιτόπια

έρευνα κατά τη διάρκεια των ετών 2007-2008 και σε συνδυασµό µε προηγούµενες

περιγραφές του ιδιώµατος και β) η µελέτη της κοινωνιογλωσσικής κατάστασης του

Page 38: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

33

ιδιώµατος µέσα από τη σύγκριση του λόγου των πληροφορητών της έρευνας µε

κριτήρια όχι µόνο γλωσσικά αλλά και κοινωνικά.

Ο στόχος αυτός καθορίζει συγκεκριµένες µεθοδολογικές επιλογές. Έτσι, τα

δεδοµένα της έρευνας προέρχονται από δύο κύριες πηγές:

α) την επιτόπια έρευνα σε φαινοµενικό χρόνο (βλ. Αρχάκης 2002: 90), για την

εξέταση της συγχρονικής ποικιλίας. Η έρευνα έγινε το 2007-2008 και κάλυψε το εύρος

της γεωγραφικής περιοχής, συλλέγοντας δεδοµένα από όλη την επαρχία Γορτυνίας

(∆ήµος Τροπαίων, Κοντοβάζαινας, Λαγκαδίων, Βυτίνας, ∆ηµητσάνας, Ηραίας,

Κλείτορος, Τρικολώνων και Γόρτυνος). Μάλιστα, ακολουθώντας τις αρχές της

σύγχρονης διαλεκτολογίας, που για τη µελέτη τοπικής ποικιλίας αναζητά και την

εξέταση της ηλικιακής οµάδας, του φύλου και της κοινωνικής τάξης (βλ. Asprey et. al.

2006: 432), επιδιώχθηκε η συσχέτιση γλωσσικών και κοινωνικών µεταβλητών. Για το

σκοπό αυτό, η έρευνα περιλαµβάνει 73 πληροφορητές από τρεις ηλικιακές οµάδες και

των δυο φύλων που ανήκουν σε διαφορετικό κοινωνικοµορφωτικό επίπεδο. Αναλυτικά,

η τρίτη ηλικιακή οµάδα, στην οποία κυρίως βασίζεται η αναλυτική περιγραφή του

ιδιώµατος, περιλαµβάνει 38 άτοµα, ηλικίας από 60 ετών και άνω. Πρόκειται για 23

γυναίκες και 15 άντρες. Μόνο 2 υποκείµενα είχαν λάβει ανώτατη µόρφωση, ενώ στην

πλειονότητά τους (29 πληροφορητές) ανήκουν σε κατώτερο κοινωνικοµορφωτικό

επίπεδο. Στη δεύτερη ηλικιακή οµάδα (30 ως 60 ετών) ανήκουν συνολικά 27

υποκείµενα, 17 γυναίκες και 10 άντρες. Από αυτούς οι 18 είναι χαµηλού

µορφωτικοκοινωνικού επιπέδου, 4 έχουν λάβει ανώτατη µόρφωση, ενώ 5 έχουν µέση

µόρφωση και ανήκουν σε ανώτερη κοινωνική τάξη. Στην τελευταία ηλικιακή οµάδα

(ως 30 ετών) ανήκουν οι µαθητές της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης των σχολείων

Γορτυνίας (βλ. 2.5.) και 8 υποκείµενα µε ισάριθµη κατανοµή φύλου, ηλικίας 20-30

ετών. Οι πληροφορητές είναι µόνιµοι κάτοικοι Γορτυνίας, µε εξαίρεση τρεις

περιπτώσεις που απουσίασαν για ένα χρονικό διάστηµα (κυρίως για σπουδές) και δυο

άτοµα που δεν ζουν µόνιµα στην περιοχή, αλλά µεγάλωσαν εκεί και την επισκέπτονται

συχνά. Όπου έγινε εφικτό, επιλέχθηκαν τρεις γενιές από την ίδια οικογένεια.

Page 39: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

34

Τα στοιχεία των πληροφορητών αυτών συνοψίζονται στον ακόλουθο Πίνακα 1:

Φύλο Κοινωνικό-Μορφωτικό επίπεδο Ηλικία Συνολικός

αριθµός

Άντρες Γυναίκες Ανώτερο Μεσαίο Χαµηλό

Άνω των 60 38 15 23 2 7 29

30-60 27 10 17 4 5 18

20-30 8 4 4 4 2 2

73 29 44 10 14 49

Πίνακας 1: Στοιχεία 73 πληροφορητών της έρευνας 2007-2008

β) τη συγκριτική θεώρηση της επιτόπιας έρευνας µε ερευνητικό υλικό από τις

ίδιες περιοχές κατά τα πρώτα έτη της γλωσσικής µεταρρύθµισης του 1976. Το υλικό

προέρχεται από το γραπτό Αρχείο του Σπουδαστηρίου Λαογραφίας του Πανεπιστηµίου

Αθηνών και περιλαµβάνει τα έτη 1976 (έξι χειρόγραφα), 1977 (πέντε χειρόγραφα),

1978 (τέσσερα χειρόγραφα), 1980 (ένα χειρόγραφο), 1984 (ένα χειρόγραφο).

Συµπληρωµατικά, για έλεγχο της ενδιάµεσης περιόδου, χρησιµοποιήθηκαν

δεδοµένα επιτόπιας έρευνας από το λόγο 34 οµιλητών που πραγµατοποιήθηκε το 1997-

1998 µε περιορισµένο γεωγραφικό εύρος (∆ήµοι ∆ηµητσάνας, Λαγκαδίων και

Τρικολώνων) και σε άτοµα κυρίως µεγάλης ηλικίας. Η έρευνα αυτή αποσκοπεί στη

σύγκριση γλωσσικών µορφών που ανήκουν σε διαφορετικές συγχρονίες (έρευνα σε

πραγµατικό χρόνο, βλ. Αρχάκης όπ.π.), έτσι ώστε να ελέγξει τις υποθέσεις που γίνονται

βάσει του φαινοµενικού χρόνου. Επιπλέον, χρησιµοποιήθηκε ένα χειρόγραφο του έτους

1993-1994.

Τόσο στην κυρίως έρευνα του 2007-2008 όσο και στην προγενέστερη του 1997-

1998 επιδιώχθηκε η συλλογή αυθόρµητου γλωσσικού υλικού σε συνθήκες:

α) ελεύθερης συζήτησης µε την ερευνήτρια ενός ή περισσοτέρων

πληροφορητών, αφού η παρουσία περισσότερων ατόµων µειώνει την τυπικότητα (βλ.

Asprey et. al. 2006: 434), και

β) κατευθυνόµενης συνέντευξης µε στόχο τη χρησιµοποίηση από τους οµιλητές

των υπό διερεύνηση γλωσσικών στοιχείων (κυρίως λεξιλογικών και συντακτικών), που

ήδη έχουν παρατηρηθεί από την ερευνήτρια.

Καθώς η άµεση παρατήρηση στη γλωσσική κοινότητα θεωρείται προτιµητέα,

εφόσον παρέχει τα εχέγγυα για τον ακριβέστερο προσδιορισµό των πληροφορητών, των

κοινωνικών τους σχέσεων και του γλωσσικού υλικού που παράγουν (Αρχάκης &

Page 40: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

35

Κονδύλη 2002: 195), κρίνεται σηµαντικό το γεγονός ότι η ερευνήτρια αποτελεί µέλος

της εν λόγω γλωσσικής κοινότητας, κατάγεται και ανατράφηκε στην περιοχή (πρβλ.

Κοντός 1997, Μηνάς 2004 κ.ο.κ.).

Τέλος, η ανάλυση βασίζεται στον ποσοτικό προσδιορισµό των δεδοµένων µε

στόχο την πλήρη περιγραφή του ιδιώµατος (βλ. Chambers & Trudgill 1998: 137). Τα

διαλεκτικά φαινόµενα που διαπιστώθηκαν στο γορτυνιακό ιδίωµα διακρίνονται σε:

α) τάσεις, δηλαδή φαινόµενα που χαρακτηρίζουν συνολικά τη χρήση του λόγου

των οµιλητών, και

β) πραγµατώσεις, φαινόµενα που εντοπίζονται σε συγκεκριµένους τύπους και

εκφορές σε συγκεκριµένα περιβάλλοντα.

Η διάκριση αυτή δεν αναφέρεται σε ιστορική προέλευση των στοιχείων, αλλά είναι µια

ποσοτική αποτίµηση. Αποτελεί ένα µέτρο απόκλισης από τη Νεοελληνική Κοινή και

δεν αναφέρεται σε πόσες φορές απαντά ένα φαινόµενο σε µια λέξη, αλλά στο πεδίο

εφαρµογής του φαινοµένου, Έτσι, δεν µπορεί να υπάρξει στατιστική ακρίβεια, γιατί

κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε µια διαφορετικού είδους µελέτη. Με βάση όµως την έρευνα

που πραγµατοποιήθηκε µπορούν να διακριθούν στοιχεία που συνδέονται µεταξύ τους

και εποµένως συµβάλλουν στη διαµόρφωση µιας γενικότερης τάσης στο ιδίωµα (π.χ.

τάση ουρανικοποίησης <τζιάµι, γυναίτσιες>, τάση για σχηµατισµό ρηµάτων β΄συζυγίας

αντί ρηµάτων α΄ της Νεοελληνικής Κοινής <καθαράω> κ.ο.κ. ) από άλλα που, για

διάφορους λόγους, απαντούν σε µεµονωµένους τύπους και δεν επεκτείνονται (π.χ.

πραγµάτωση του άτονου [ο] ως [u] < απουπάνου>, του ρήµατος είναι ως έναι κ.ο.κ.).

Τονίζεται ότι δεν επιδιώκεται η ερµηνεία των φαινοµένων, αλλά µόνο η

περιγραφή τους µε βάση τη διαφοροποίησή τους από τα αντίστοιχα της Νεοελληνικής

Κοινής.

Τέλος, η περιγραφή των φαινοµένων ακολουθεί τις αρχές της επαγωγικής

µεθόδου, µε βάση συγκεκριµένα παραδείγµατα χρήσης του λόγου, όπως προέκυψαν

από τη συλλογή των δεδοµένων.

2.2. Περιορισµοί και αρχές της έρευνας

Ένα από τα κύρια µεθοδολογικά ζητήµατα κάθε γλωσσολογικής έρευνας σχετίζεται µε

την αντιπροσωπευτικότητα και εγκυρότητα του δείγµατος. Στην παρούσα µελέτη,

παράλληλα µε τα πρωτότυπα ερευνητικά δεδοµένα των ετών 1997-1998 και 2007-2008,

Page 41: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

36

αξιοποιήθηκε και το γλωσσικό υλικό των χειρογράφων (Αρχείο Σπουδαστηρίου

Λαογραφίας του Πανεπιστηµίου Αθηνών). Οι γραπτές αυτές πηγές αποτελούν προϊόν

επιτόπιας έρευνας φοιτητών στην περιοχή της Γορτυνίας κατά τα πρώτα έτη της

γλωσσικής µεταρρύθµισης (1976 κ.εξ.) και χρησιµοποιήθηκαν για να καλύψουν την

έλλειψη άλλου διαλεκτικού υλικού για την περιοχή, βασισµένου σε εκτενή και

εµπεριστατωµένη έρευνα. Η αξιοπιστία των πηγών αυτών ελέγχεται αφενός σε σχέση

µε την ακρίβεια της αποµαγνητοφώνησης και αφετέρου σε σχέση µε το πλαίσιο, τη

µεθοδολογία και το στόχο της συλλογής δεδοµένων. Γι’ αυτό το λόγο οι γραπτές

µαρτυρίες αξιοποιούνται στη διατριβή µόνο σε σύγκριση µε τα αντίστοιχα γλωσσικά

στοιχεία των µετέπειτα ερευνών.

Ένα άλλο ζήτηµα είναι αυτό της επίδρασης του ερευνητή στη γλωσσική

συµπεριφορά των ερευνωµένων, φαινοµένου που ο Labov (1972α) χαρακτήρισε µε τον

όρο παράδοξο του παρατηρητή. Ειδικότερα, ενώ ο ερευνητής επιδιώκει να παρατηρήσει

την αβίαστη γλωσσική συµπεριφορά των ατόµων, η παρουσία τόσο του ίδιου όσο και

του µαγνητοφώνου αλλοιώνει τη φυσικότητα της συµπεριφοράς αυτής, αυξάνοντας το

βαθµό επισηµότητας της περίστασης και της συνακόλουθης προσοχής µε την οποία

µιλά ο πληροφορητής. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έρευνα του 2007-2008

αυθόρµητη παραγωγή λόγου παρατηρείται κυρίως στα άτοµα µεγάλης ηλικίας µε

χαµηλό µορφωτικό επίπεδο, που οµιλούν µε φυσικότητα και χωρίς να µετατοπίζονται

από το διαλεκτικό στον επίσηµο λόγο. Αντίθετα, τα άτοµα µε υψηλότερο µορφωτικό

επίπεδο και στην πλειονότητά τους τα άτοµα νεαρής ηλικίας προσπαθούν να

παραγάγουν πιο προσεγµένο λόγο και δείχνουν να επηρεάζονται από την παρουσία του

µαγνητοφώνου.

Είναι επίσης αξιοσηµείωτο ότι σε συνθήκες ελεύθερης συζήτησης

χρησιµοποιούνται περισσότερα διαλεκτικά στοιχεία σε σύγκριση µε τις συνθήκες

συνέντευξης. Το φαινόµενο αυτό περιορίζεται στην περίπτωση που υπάρχει κλίµα

φιλίας ή οικειότητας µε τα συγκεκριµένα υποκείµενα, γεγονός που επισηµαίνει τη

σηµασία που έχει η κοινή καταγωγή και τα βιώµατα µεταξύ ερευνητή και ερευνωµένων

για την εγκυρότητα της έρευνας. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις το παράδοξο του

παρατηρητή αντιµετωπίζεται µε τη συγκέντρωση αυθεντικού υλικού εν αγνοία των

οµιλητών, είτε κατά τη συνοµιλία µε τρίτους (παιδιά, φίλους, συγγενικά πρόσωπα) κατά

τη διάρκεια της συνέντευξης είτε κατά την οµιλία έξω από την κύρια συνέντευξη όπου

Page 42: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

37

το µαγνητόφωνο παραµένει ανοιχτό (Αρχάκης & Κονδύλη 2002: 198). Πρέπει να

σηµειωθεί ότι το παράδοξο του παρατηρητή δεν εξαλείφεται πλήρως και τα ευρήµατα

πρέπει να γίνουν κατανοητά υπό το πρίσµα αυτού του περιορισµού.

Τέλος, ένα επιπλέον ζήτηµα που προκύπτει στη διαλεκτική έρευνα είναι αυτό

της µεταγλώσσας, καθώς δεν υπάρχει κοινά καθορισµένος τρόπος ανάλυσης των

νεοελληνικών διαλέκτων. Έτσι, στην πλειονότητα της υπάρχουσας βιβλιογραφίας

ακολουθούνται κυρίως παραδοσιακά πρότυπα που επικεντρώνουν στην περιγραφή

µεµονωµένων φαινοµένων. Επίσης, η ελλιπής βιβλιογραφία της νεοελληνικής

διαλεκτολογίας δεν επιτρέπει τον έλεγχο των δεδοµένων σε σχέση µε την κοινή

γλώσσα, καθώς τα υπάρχοντα λεξικά της Νεοελληνικής δηµιουργούν σύγχυση ως προς

το χαρακτηρισµό των διαλεκτικών στοιχείων. Για παράδειγµα, στοιχεία που

χαρακτηρίζονται ως διαλεκτικά σε µελέτες νεοελληνικών ιδιωµάτων (Κοντοσόπουλος

2001, Ζαφειρίου 1995, Κατσάνης 1996, Κοντός 1997, Μηνάς 2004, Αλεξάκης 2005,

Ντίνας 2005, Τζαβάρας 2005 κ.ά.) χαρακτηρίζονται ως λαϊκά (περ’σότεροι, ποτές,

’γούµενος, χάµου, µυρουδιά, ψένω, άχερα, φκιάνω, γιοµάτος, όξω), λαϊκότερα (οχτρός,

παγαίνει), λογοτεχνικά (γιόµα), λαϊκά και λογοτεχνικά (γλήγορα, αλησµονώ), λαϊκά και

διαλεκτικά (ούλος) στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Μπαµπινιώτης 1998). Σε

άλλες περιπτώσεις στο ίδιο Λεξικό, το ίδιο φαινόµενο δέχεται διαφορετικό

χαρακτηρισµό από λήµµα σε λήµµα (λ.χ. χτήµα: 2ος

τύπος, ταχτοποιώ: καθηµερινό,

αποχτήσουνε: λαϊκότερο). Η σύγχυση αυτή φανερώνει την απουσία σταθερών

κριτηρίων στη νεοελληνική λεξικογραφία για τη διάκριση µεταξύ διαλεκτικών

στοιχείων και άλλων υφολογικών παραλλαγών. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο

Χαραλαµπάκης (1985: 421), στο ερώτηµα µε ποια κριτήρια διακρίνουµε την κοινή από

την ιδιωµατική λέξη δεν µπορεί να δοθεί εύκολα ικανοποιητική απάντηση για το λόγο

ότι δεν έχει µελετηθεί συστηµατικά η Νεοελληνική Κοινή (γραπτή και προφορική).

Κατά συνέπεια, χρειάζεται περισσότερη έρευνα σε σχέση µε τα στοιχεία

προφορικότητας. Οι υπάρχουσες µελέτες για τα Ελληνικά δε βοηθούν να διακριθεί τι

είναι λαϊκό, ιδιωµατικό, προφορικό και αυτό επηρεάζει και την εκπαιδευτική πράξη, για

την οποία δεν υπάρχουν κατευθυντήριες αρχές.

Στην παρούσα εργασία ο εντοπισµός των διαλεκτικών στοιχείων βασίζεται

κυρίως στη µελέτη της ελληνικής διαλεκτολογικής βιβλιογραφίας και όχι σε ένα

συγκεκριµένο βιβλίο αναφοράς, ενώ ο χαρακτηρισµός των φαινοµένων βασίζεται στην

Page 43: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

38

περιγραφή των γραµµατικών (Holton κ.ά,. Κλαίρη & Μπαµπινιώτη, Τζάρτζανου,

Τριανταφυλλίδη, Τσοπανάκη).

2.3. Ανάλυση πλήρους ιδιώµατος

Στις ενότητες που ακολουθούν παρουσιάζονται τα διαλεκτικά φαινόµενα που

χαρακτηρίζουν το γορτυνιακό ιδίωµα στα διάφορα γλωσσικά επίπεδα (φωνολογικό,

µορφολογικό, συντακτικό, υφολογικό, λεξιλογικό-σηµασιολογικό).

Η παρουσίαση των διαλεκτικών φαινοµένων υποστηρίζεται από ενδεικτικά

παραδείγµατα, ενώ περισσότερα δεδοµένα παρατίθενται στο Παράρτηµα 2. Επίσης,

ιδιωµατικές λέξεις και φράσεις περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα 3. Στα παραδείγµατα

που ακολουθούν µε Π∆ δηλώνονται ως πηγή τα κύρια προφορικά δεδοµένα της

έρευνας των ετών 2007-2008, µε Π∆ 1997-98 τα συµπληρωµατικά δεδοµένα της

έρευνας των ετών 1997-1998 και µε ΧΦ τα χειρόγραφα του Λαογραφικού

Σπουδαστηρίου των ετών 1976 κ.εξ. µε αναφορά στο συγκεκριµένο έτος του

χειρογράφου. Σε κάθε περίπτωση δηλώνεται το χωριό απ’ όπου προέρχονται τα

δεδοµένα. Σε γωνιώδεις αγκύλες (< >) περιλαµβάνεται µε όρθια στοιχεία ο αντίστοιχος

τύπος της Νεοελληνικής Κοινής, όπου κρίνεται απαραίτητο για την κατανόηση.

2.3.1. Φωνολογικό Επίπεδο

Σύµφωνα µε τη βασική αρχή της έρευνας στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται τάσεις

και πραγµατώσεις που χαρακτηρίζουν τη φωνητική και φωνολογική λειτουργία του

λόγου στο γορτυνιακό ιδίωµα. Περιγράφονται οι συστηµατικές διαφοροποιήσεις των

φθόγγων σε σχέση µε την Νεοελληνική Κοινή σε συγκεκριµένο περιβάλλον και τα

σπουδαιότερα φωνολογικά φαινόµενα, όπως εντοπίστηκαν στα δεδοµένα της έρευνας.

2.3.1.1. Φωνολογικές τάσεις

Οι κυριότερες φωνολογικές τάσεις που εντοπίζονται στο γορτυνιακό ιδίωµα είναι η

τάση για ουρανικοποίηση, απουράνωση του καταληκτικού συριστικού, ανοιχτή

συλλαβή, αποφυγή χασµωδίας, αποφυγή συµφωνικών συµπλεγµάτων, διφθογγοποίηση,

ηχηροποίηση και αποβολή συµφώνου µεταξύ φωνηέντων. Πιο συγκεκριµένα, η τάση

ουρανικοποίησης εµφανίζεται µε τους ακόλουθους τρόπους:

Page 44: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

39

α) ανάπτυξη [j] µετά από σύµφωνο: τσιοπάνης, Βάσιω, πατσιές, τρύψιαλα, τζιάµι

(∆ηµητσάνα Π∆, Ζυγοβίστι Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ 1977),

β) ουρανική (ουρανοφατνιακή) προφορά των τριβόµενων [s], [z] και [l], [n] µε

πληθώρα παραδειγµάτων σε όλη την περιοχή,

γ) έντονα ουρανική προφορά του [k] και σπάνια [g] ως [ts] και [dz] πριν από [i]

και [e] (τσιτακισµός): τσιεραµίδια, ετσεί, τσι από ’τσει, γυναίτσιες, κατσίτσι (Βυζίκι Π∆,

Βαλτεσινίκο Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77).

Αντίθετη είναι η τάση απουράνωσης του συριστικού, που εµφανίζεται σε

παραδείγµατα όπως: µπρίτσα <µπρίκια>, διακόσα, κορίτσα, αλλαξές (Βαλτεσινίκο Π∆,

Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Ελληνικό ΧΦ 1977).

Ακολούθως, η τάση για ανοιχτή συλλαβή εµφανίζεται, σύµφωνα µε τα δεδοµένα

στην αιτιατική ενικού και γενική πληθυντικού ως εξής: Θεός συχωρέστονε, δυο/πολλώνε

λογιώνε, τριώ χρονώ και αναλογικά τ’ Αγιοφιλίππου-νε (∆ηµητσάνα Π∆, Καρύταινα

Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77).

Η τάση για αποφυγή χασµωδίας εντοπίζεται στα ακόλουθα φαινόµενα:

α) συµπροφορά γειτονικών φωνηέντων ή µη εφαρµογή της έκκρουσης στη

συνάντηση (τελικού) φωνήεντος (εκτός από το [i]) µε το [i] στη Νεοελληνική Κοινή:

νάηξερε, σαραντάηµερο, τάειχαµε, πούησαντε, στόειπα, αφούητανε (Λαγκάδια Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Ελληνικό ΧΦ 1977),

β) συνίζηση, σε όλες τις περιπτώσεις, ακόµα και εκεί που στη Νεοελληνική

Κοινή η µη συνίζηση λειτουργεί διαφοροποιητικά ως προς τη σηµασία (π.χ. η άδεια/τα

άδεια). Η συνίζηση παρατηρείται και στην αποβολή συµφώνου ή µετάθεση τόνου:

ανοιώ <ανοίγω>, κλειώ, λυώ, σειέται, µαγερειό, σκολειό, θεια, νια, αδειά, βέβια, Τρόπια,

αριά, κριας, άχρειαστα, οικογένεια, παρούσιαζε <παρουσίαζε> τ’ Αγιαντριός, τ’

Αγιοδηµητριού, τ’ Αγιωργιού, τ’ Αγιοβασιλειού, τ’ Αγιοθανασιού (σε όλες τις περιοχές),

γ) κράση του [u] σε γραµµατικά στοιχεία (που, µου, σου, του) µε το [e] ή [i] σε

[ο] αντί [u] της Νεοελληνικής Κοινής: πόµενε <που έµενε>, πόλεγε, σόφχοµαι <σου

εύχοµαι>, µόλεγε, πόναι <που έναι> (σε όλες τις περιοχές),

δ) ανάπτυξη µεταξύ φωνηέντων του συµφώνου [γ]: πετρέλαιγο, κουραµπιγιέδες,

πιγιέτες, (Βυζίκι Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ 1977) ή του ηµιφώνου [j],

του [γ] και του [n]: ναιώνια, γούλια, άµαν είχε (Βυτίνα Π∆, Παλαιοχώρι Π∆ 1997-98,

Λαγκάδια ΧΦ 1976-77),

Page 45: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

40

ε) αποβολή αρκτικού άτονου φωνήεντος πριν από φωνήεν και αναλογικά: ήτανε

’ποχρεωµένος, ’φχαριστήθηκε, ’δεκεί, ’µετός, ’ποδέθηκα, ’φτούνο ’φτου (∆ηµητσάνα

Π∆, Καρκαλού Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Βυζίκι ΧΦ 1976).

Ακολούθως, η τάση του γορτυνιακού ιδιώµατος για αποφυγή συµφωνικών

συµπλεγµάτων εµφανίζεται µε τους εξής τρόπους:

α) απλοποίηση: παλιαθρώποι, θάµαζε, συφωνάγανε, λευκαθούν (Ζυγοβίστι Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ 1977),

β) επένθεση του φωνήεντος [i] και σπάνια [u]: καπινός, πινίγει, χέρισο,

σταθιµός, βαθιµούς, τσουκουνίδες (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Ελληνικό

ΧΦ 1977).

Η τάση για διφθογγοποίηση απαντά στην ανάπτυξη φωνήεντος [i] µετά από

φωνήεν: λεϊµονιά, χαϊσοµερίσανε, κλάιµα, λαιϊµός (Ζάτουνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-

98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977).

Η τάση ηχηροποίησης εµφανίζεται σε παραδείγµατα όπως: πρόγκες,

πλέγαµε/ξεπλέγαµε, λιγνάγαµε, µπακέτο (Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα Π∆

1997-98, Ελληνικό ΧΦ 1977).

Τέλος, η τάση αποβολής συµφώνου µεταξύ φωνηέντων εµφανίζεται ως

αποβολή του [γ] όταν ακολουθεί [i] και το [e] της κατάληξης: πλακοπαΐδες, Παναΐτσα,

φαητό και αναλογικά στάει (Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98,

Σέρβου ΧΦ 1977).

2.3.1.2. Φωνολογικές πραγµατώσεις

Μια σειρά από µεµονωµένες πραγµατώσεις φθόγγων µπορούν να κατηγοριοποιηθούν

στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) πραγµάτωση του άτονου [o] ως [u] σε ορισµένες περιπτώσεις. Παρατηρείται

στα επιρρήµατα χάµω, κάτω, πάνω, που πραγµατώνονται και ως χαµ’, κατ’, παν’ και

κάτου, χάµου, πάνου, απάνου, αποκάτου, απουπάνου, παραπάνου (σε όλη την περιοχή),

στην πρόθεση από σε παράγωγα λ.χ. απουπανινός, απουκατινός, απουκάτου, απουκά,

απουπάνου (σε όλη την περιοχή) και σε µεµονωµένες λέξεις, όπως: µυρουδιά,

µουσκάρι/µουσχάρι, λουρίδα, ζουνάρι, τιµουράει/τιµουρείται, παρηγουράνε,

σουλήνα/σουληνίτσα, αγριοφάσουλα, σουβάς, σκουροτρώει, τρουµπέτα, ντουρβά,

τσίνουρα (∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ

Page 46: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

41

1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1976, Ελληνικό ΧΦ

1977, Μαυριά ΧΦ 1977),

β) πραγµάτωση του τονισµένου [ο] ως [u]. Εµφανίζεται σε µεµονωµένες

περιπτώσεις: ούλα/ούλη/ούλια/ούλο (σε όλη την περιοχή), πούµα (Ζυγοβίστι Π∆,

Βαλτεσινίκο Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77),

γ) πραγµάτωση του άτονου [e] ως [i]. Εµφανίζεται στα ακόλουθα

παραδείγµατα: µισάντρα, ξιφορτώνω/ξιφορτώναµε, σιλάχι, ξιφτέρι (∆ηµητσάνα Π∆,

Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ 1977, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77),

δ) πραγµάτωση του [u] ως [o]. Εµφανίζεται στις λέξεις: λοκάνικο, µποκέτο,

κοτσοµπολιό, Κοτσόγιαννης (Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98,

Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977),

ε) πραγµάτωση του [i] ως [u]. Εµφανίζεται κυρίως σε περιπτώσεις λέξεων που

στη Νεοελληνική Κοινή γράφονται µε υ ή οι. Συχνή είναι και η ανάπτυξη ηµιφώνου:

άχιουρα, τρούπιος, κιουλιά/τσουλιά, να χιουθεί, σγούφτω (Λαγκάδια Π∆, Στεµνίτσα Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ

1977),

στ) τροπή του [e] ως [o]. Πρόκειται για στρογγύλωση (χείλωση) στις ακόλουθες

περιπτώσεις: γιοµάτο/γιοµισµένα γιοµατάρι/ γιόµα/ απόγιοµα/γιοµίζουνε/γιόµιση,

γιοφύρι, Οβραίοι, ορµηνεύω/ορµηνεύανε/ ορµήνειες (Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆,

Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1976,

Μαυριά ΧΦ 1977),

ζ) πραγµάτωση φωνηέντων σε ένρινο και υγρό περιβάλλον. Ενδιαφέρον έχει η

πραγµάτωση των ενρινόληκτων σε [-eno] αντί [-ino], των υγρόληκτων σε [-eso] αντί

[-iso], του [i] ως [e] σε περιβάλλον ένρινο ή υγρό ή άλλου φωνήεντος ως [e] σε

περιβάλλον υγρό ή ένρινο σε συγκεκριµένες περιπτώσεις: πλερώναµε, ψένω, ντένανε,

στένανε, υπερετεί (∆ηµητσάνα Π∆, Καρκαλού Π∆, Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98,

Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Βυτίνα ΧΦ 1976).

Παρατηρείται ακόµα η αποβολή των φωνηέντων, κυρίως του [i], σε περιβάλλον

υγρό ή ένρινο, µε µετάθεση του τόνου σε ορισµένες περιπτώσεις: για τ’ρα <για τήρα>,

περ’βόλι, συγ’κέσιο <συνοικέσιο>, Κόρ’θο <Κόρινθο> (Λαγκάδια Π∆, Βαλτεσινίκο

Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977) και στις

περισσότερες καταλήξεις σε –ουλος π.χ. Μαθιόπ’λος (σε όλη την περιοχή).

Page 47: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

42

η) ανοµοιωτική πραγµάτωση. Εµφανίζεται σε συµπλέγµατα κλειστών

συµφώνων: χτήµα/χτήµατα (σε όλη την περιοχή), προφυλαχτικά (∆ηµητσάνα Π∆,

Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ 1977). Επίσης απαντά και σε τριβόµενα σύµφωνα:

ευκή, σκέδιο, µουσκάρι, πασκίζανε, αιστάνεται (Καρκαλού Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-98,

Σέρβου ΧΦ 1977, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77), αλλά και στην περίπτωση τροπής του [r],

[n] σε [l]: γλήγορα/γληγορότερα/Γληγόρης, πλεµόνι/-ια, πλεµονία/πλεµονάρα (σε όλη την

περιοχή), κλόσια (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977).

θ) πραγµάτωση µε προσάρτηση αρκτκού [s] και [ks] σε µεµονωµένες λέξεις:

στρίποδα, στριφτιάδες, σκάλτσες (Βυτίνα Π∆, Καρκαλού Π∆, Παλαιοχώρι Π∆ 1997-98,

Σέρβου ΧΦ 1977, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Μαυριά ΧΦ 1977) και αναλογικά

ξανασπάζουµαι, ξαλλάζει (∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ 1977),

ι) πραγµάτωση µε ανάπτυξη προθετικού φωνήεντος: αλησµονήκανε, απαλάµη,

ογλήγορα, του εδικού του (Ζάτουνα Π∆, Βυτίνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98,

Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77). Συναφής είναι και η ανάπτυξη του [e] σε επιρρήµατα:

ετώρα, εσήµερα, εχτέ/εχτές, ετότενες (∆ηµητσάνα Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-98, Ελληνικό

ΧΦ 1977),

ια) πραγµάτωση µε την προσάρτηση τελικού [s]. Σε µεµονωµένες άκλιτες λέξεις

όπως: δηλαδής, ποτές, τίποτες, τότες, τότενες, επειδής/’πειδής, κάποτες (σε όλη την

περιοχή), αντίς (Στεµνίτσα Π∆, Ελληνικό ΧΦ 1977),

ιβ) πραγµάτωση µε αποβολή του τελικού [s]: εκτό/εχτό, χτε/εχτέ, κιόλα

(Λαγκάδια Π∆, Στεµνίτσα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77),

ιγ) πραγµάτωση µε σίγηση του τελικού –ν στα άρθρα αιτιατικής ενικού: στη

Κατοχή, το τραχανά, τη Πέφτη (Ζυγοβίστι Π∆, Βυζίκι ΧΦ 1976, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-

77),

ιδ) πραγµάτωση µε απλοποίηση δυο όµοιων ή διαφορετικών φωνηέντων στη

λέξη: το ζο, του ζου, τα ζα, των ζώνε (σε όλη την περιοχή).

ιε) Τέλος, διακρίνονται οι εξής µεµονωµένες περιπτώσεις:

(i) µεταθέσεις και αντιµεταθέσεις συµφώνων και συµπλεγµάτων:

λειτρουγιές/λειτρουγιόµαστε (Λαγκάδια Π∆, Σέρβου ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977),

Τετράδη/Τετράδες (∆ηµητσάνα Π∆, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977),

βολύµι <µολύβι>, γιαργούτι (Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77), τράφο

Page 48: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

43

<τάφρο> (Σέρβου ΧΦ 1977), βουρκολακιάζει (Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ

1977),

(i i ) µεµονωµένων λέξεων µε τροπή/αλλαγή συµφώνων/συµπλεγµάτων:

- [γρ] → [xρ]: χρουσούζη/χρουσούζηδες/χουρσούζηδες (Βυτίνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆

1997 -98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Βυτίνα ΧΦ 1976)

- [δ] → [t] / [θ]: ταντέλες <δαντέλες> (Ράδου Π∆, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77), συνείθηση

(∆ηµητσάνα Π∆), στιφάτο (Καρκαλού Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Ελληνικό ΧΦ

1977), ταµτέλες (Καρκαλού Π∆, Μαυριά ΧΦ 1977)

- [δj] → [vj] & [vj] →[δj]: διάζεσαι /να διαστείς (∆ηµητσάνα Π∆, Σέρβου ΧΦ 1977,

Μαυριά ΧΦ 1977), κουνάδια (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77) κλουδιαίνουνε (Καρκαλού Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ 1977)

- [p], [v] → [m]: αµολάγαµε, να µασκαθείς (∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98,

Μαυριά ΧΦ 1977)

- [xt] → [ft], [θl] → [xl]: φταπόδι/φταπόδια (∆ηµητσάνα Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-98,

Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977), χλιβερά/χλίβονται

(Καρκαλού Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977)

- [vl] → [γl ], [δr] → [γr]: γλέπεις/γλέπουνε/ήγλεπε (Στεµνίτσα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆

1997-98, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977),

σουγλί/σουγλερή/σουγλίζουν (∆ηµητσάνα Π∆, Μαυριά ΧΦ 1977), γρασκελάνε,

(Λαγκάδια Π∆, Μαυριά ΧΦ 1977)

- [m] → [b]: χαµπηλά/χαµπλά (∆ηµητσάνα Π∆, Ζυγοβίστι Π∆ 1997- 98, Λαγκάδια ΧΦ

1976-77)

Στις λέξεις µε φωνολογικές ιδιαιτερότητες κατατάσσονται οι ακόλουθες:

- πατάκες/ πατακούλα <πατάτες> (∆ηµητσάνα Π∆, Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ

1977)

- τειάφι <θειάφι> (σε όλη την περιοχή)

- τεψί/τεψιά <ταψί> (σε όλη την περιοχή)

- µαντορίνι <µανταρίνι> (Ζυγοβίστι Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98)

- φκιάνω <φτιάχνω> (σε όλη την περιοχή)

- παγαίνει/πααίνει/πάγαινε/παγαίναµε (αρχαϊσµός) (σε όλη την περιοχή)

- χινόπωρο/ χινοπωρινός/χινοπώριασε < φθινόπωρο> (σε όλη την περιοχή)

Page 49: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

44

-ανακλαρίζοµαι/ανακλαρίζεσαι <ανακλαδίζοµαι> (Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆

1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

-Πέφτη/Τσικνοπέφτη, ανεµοστρόφιλα/ανεµοστρόφλο (Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆

1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977),

-σπαρτσαράς/σπαρτσάραγε (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77).

-λελούδια/σταυρολάλουδα, τρογύρω, ολπίδα (Ζυγοβίστι Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98,

Ελληνικό ΧΦ 1977).

2.3.2. Μορφολογικό Επίπεδο

Στην ενότητα αυτή εξετάζονται τα σπουδαιότερα µορφολογικά φαινόµενα που

καθορίζουν την απόκλιση που παρουσιάζει το κλιτικό σύστηµα του γορτυνιακού

ιδιώµατος από αυτό της Νεοελληνικής Κοινής. Περιγράφεται ο σχηµατισµός

γραµµατικών µορφηµάτων, µε έµφαση στα ληκτικά συστήµατα ρηµάτων και

ονοµάτων. Στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ιδιώµατος συγκαταλέγονται φαινόµενα

που παρουσιάζουν γενική ισχύ (π.χ. κατάληξη του µεσοπαθητικού παρατατικού σε

-σαντε) και άλλα που εµφανίζουν εξαιρέσεις (π.χ. ρηµατική αύξηση).

2.3.2.1. Μορφολογία ρήµατος

Στη µορφολογία του ρήµατος παρατηρείται κατ’ αρχάς τάση για σχηµατισµό ρηµάτων

β’ συζυγίας (σε -άω) αντί ρηµάτων α’ συζυγίας της Νεοελληνικής Κοινής που λήγουν

σε -ίζω: µπουµπουνάει, τουρτουράει, συνηθάει, καθαράγανε, αποκοίµα, στράγγα

(∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ

1977).

Παρατηρούνται επίσης µεµονωµένες πραγµατώσεις ρηµάτων β’ συζυγίας µε

κατάληξη -έω αντί -άω της Νεοελληνικής Κοινής (αρχαϊσµός): βαρεί, κρατεί, φιλεί,

φορεί, καρτερεί, περπατεί (Λαγκάδια Π∆, Καρκαλού Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆, Στρογγυλό

ΧΦ 1993-94, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Σέρβου ΧΦ 1977,

Καρύταινα ΧΦ 1984, Βούτσης ΧΦ 1977-78), καθώς και µεµονωµένες πραγµατώσεις

ρηµάτων µε τα ακόλουθα επιθήµατα:

-ιάζω: να χρονιάσει, θρυµµατιάζανε, ζυγιάζουνε, εγιόρτιαζε (∆ηµητσάνα Π∆,

Παλαιοχώρι Π∆ 1997-98, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77),

Page 50: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

45

-ώ(χ)νω: µαζώχνω, µάζωνε/µαζώξεις/µάζωξε (Ζυγοβίστι Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98,

Καρύταινα ΧΦ 1984, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Θεόκτιστο

ΧΦ 1978),

-αίνω: σαπαίνουν/σάπαινε (Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Βυτίνα ΧΦ 1978-

79, Καρύταινα ΧΦ 1984), µπαγιαταίνει (∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα ΧΦ 1980).

Παρατηρούνται, τέλος, µεµονωµένοι σχηµατισµοί ρηµάτων µε το επίθηµα

-σκω: εµείνεσκε, πρήσκεται (∆ηµητσάνα Π∆, Καρκαλού Π∆ 1997-98).

Παρατηρείται επίσης τάση για διατήρηση της αύξησης στους παρελθοντικούς

χρόνους ανεξάρτητα από τη θέση του τόνου: εσυντηράγαµε, ενηστεύανε, εσυνήλθα,

εσυφωνήσανε (Ζυγοβίστι Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77,

Στεµνίτσα ΧΦ 1980). Η αύξηση επίσης παίρνει συχνά τη µορφή η- αντί για ε-: ήγλεπε,

ήφευγε, ηφέρανε, ήπεφτε (Καρκαλού Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Ελληνικό ΧΦ 1977,

Στρογγυλό ΧΦ 1993-4). Αντίθετα, παρατηρείται πραγµάτωση των παρελθοντικών

χρόνων χωρίς αύξηση στην περίπτωση του υπάρχω: ύπαρχε, υπάρχανε, ύπαρχαν

(Καρκαλού Π∆, Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου

ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9, Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Στην ενεργητική φωνή το α’ ενικό πρόσωπο των θεµάτων µε ατελές ποιόν

ενεργείας πραγµατώνεται µε την εξής διτυπία: α) ληκτικό µόρφηµα /u/ αντί /o/ και β)

απουσία ληκτικού µορφήµατος: λέου, ξαναρωτάου, να φάου, τραγουδάου (∆ηµητσάνα

Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-98, Βυζίκι ΧΦ 1976, ∆ήµητρα ΧΦ 1978), λε, θα πα, τ’

αλησµονά, τραγουδά (Καρκαλού Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σέρβου

ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9). Το β’ πληθυντικό πρόσωπο των θεµάτων µε

τέλειο ή ατελές ποιόν ενεργείας µπορεί να πραγµατώνεται µε την κατάληξη /ute/ αντί

/ete/ ή /ite/: τι δίνουτε, να βάλουτε, να πλένουτε, θα ’ρθούτε, θα πούτε (Βαλτεσινίκο Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Θεόκτιστο ΧΦ 1978).

Στη µεσοπαθητική φωνή το α’ ενικό πρόσωπο του ενεστώτα έχει την κατάληξη

/ume/ αντί /ome/: φυλάγουµαι, έρχουµαι, σκέβουµαι, λούζουµαι (∆ηµητσάνα Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, ∆ήµητρα ΧΦ 1978). Το γ’ πληθυντικό πρόσωπο των ρηµάτων

α’ συζυγίας πραγµατώνεται µε τα αλλόµορφα /ude/ ή /όde/ αντί του /οde/ της

Νεοελληνικής Κοινής: µαραινόνται, σηκωνόνται, ονοµαζόνται, πεταγόνται (∆ηµητσάνα

Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Βούτσης ΧΦ 1977-78), χαίρουνται,

ανασπάζουνται, γίνουνται, λέγουνται (∆ηµητσάνα Π∆, Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98, Σέρβου

Page 51: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

46

ΧΦ 1977, Θεόκτιστο ΧΦ 1978). Το γ’ πληθυντικό πρόσωπο των ρηµάτων β’ συζυγίας

πραγµατώνεται µε την κατάληξη /όde/ αντί /úde/ της Νεοελληνικής Κοινής:

συναντιώνται, στενοχωριώνται, φοβώνται, µαλλιοτραβιώνται (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98,

Βυτίνα ΧΦ 1976, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77).

Ο παρατατικός των ρηµάτων β’ συζυγίας ενεργητικής φωνής πραγµατώνεται µε

την κατάληξη –ηγα6: προχωρήγανε, κρατήγαµε, φορήγαµε, φίληγε, έζηγα (Στεµνίτσα Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, ∆ήµητρα ΧΦ 1978). Ο

παρατατικός των ρηµάτων α’ και β’ συζυγίας µεσοπαθητικής φωνής πραγµατώνεται µε

την κατάληξη –σαντε και σπάνια –σανε: επιτρεπόσαντε, κρεµόσαντε, αγαπιόσαντε,

εβασανιζόσαντε (∆ηµητσάνα Π∆, Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98, Βυζίκι ΧΦ 1976, Ελληνικό

ΧΦ 1977), µαζευόσανε, πυρωνώσανε (∆ηµητσάνα Π∆, Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Ο µεσοπαθητικός αόριστος πραγµατώνεται µε την αρχαϊκότερη κατάληξη -ης,

-η στο β’ και γ’ ενικό πρόσωπο αντί της -ηκες, -ηκε της Νεοελληνικής Κοινής: κόπη,

κουτσάθης, εσκοτώθη, επαντρεύτη (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ

1977).

Συντηρητικότερες είναι και οι πραγµατώσεις των είδα και είπα στους τροπικούς

τύπους, καθώς και του βρίσκω στον αόριστο: να/θα ειπώ, να ιδώ/ιδούµε κ.λπ., ηύρα (σε

όλες τις περιοχές).

Σε παρελθοντικούς ρηµατικούς τύπους παρατηρείται τάση για µετάθεση τόνου

από την προπαραλήγουσα στην παραλήγουσα: µαθαίναν, εραγίσαν, σκοτωθήκαν,

εβράζαν (Στεµνίτσα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Βυζίκι ΧΦ 1976,

∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78).

Η προστακτική των ρηµάτων σε -ώνω πραγµατώνεται µε απουσία του ληκτικού

µορφήµατος: µούτζω, γλύτω, σκότω, φόρτω (∆ηµητσάνα Π∆, Βυτίνα Π∆, Στρογγυλό

ΧΦ 1993-4, Στεµνίτσα ΧΦ 1980). Ανάλογα σηµειώνονται µεµονωµένες πραγµατώσεις

των ακόλουθων τύπων: κράτει, µέρια (∆ηµητσάνα Π∆).

Με απουσία του ληκτικού -ς πραγµατώνονται και οι ακόλουθοι τύποι

προστακτικής: πε µου, δο µου, πιε (σε όλη την περιοχή).

Επιπλέον, παρατηρείται τάση για αποβολή συλλαβής:

6 Ή σε –ειγα, σύµφωνα µε τον Παντελίδη (2008: 295).

Page 52: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

47

α) στο β’ πληθυντικό του ενεστώτα και όλων των τροπικών τύπων της

µεσοπαθητικής φωνής: τι τρωγόστε, να θυµόστε, κουνιόστε, µην απελπιζόστε

(∆ηµητσάνα Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977),

β) σε ποικίλους ρηµατικούς τύπους: διάκε, µαζέµε, ξες, µαθαίνε (Ζυγοβίστι Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977).

Στο ενεργητικό αοριστικό θέµα παρατηρείται τάση για σχηµατισµό µε

χαρακτήρα /-ks/ αντί /-s/ και /-ps/ αντί /-fs/: θήλαξε, να γλιστρήξει, να στεγνώξουνε

(∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ 1977, ∆ήµητρα ΧΦ 1978).

Το ενεργητικό αοριστικό θέµα των ρηµάτων δίνω, αφήνω και µεµονωµένων

ρηµάτων β’ συζυγίας πραγµατώνεται µε το στοιχείο /k/ αντί /s/: έδωκα/να δώκεις κ.λπ.,

θ’ αφήκω κ.λπ. (αρχαϊσµός), ν’ αβοηθήκει, να πηδήκω, καβάληκα, τ’ αλησµόνηκα

(∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Τέλος, απαντούν οι ακόλουθοι τύποι του ρήµατος είµαι: έναι (Καρκαλού Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ

1977, Θεόκτιστο ΧΦ 1978), είνιαι, ένιαι (γ’ πληθ.) (∆ηµητσάνα Π∆, Καρκαλού Π∆,

Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ 1977), ήσαντε (σε όλη την περιοχή) και ήσανε

(Καρκαλού Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Θεόκτιστο ΧΦ 1978).

Στο σχηµατισµό της ενεργητικής µετοχής παρατηρείται η απουσία του ληκτικού

-ς: κρατώντα, σώνοντα, τραγουδωντα, φωτώντα (Καρκαλού Π∆, Στεµνίτσα 1997-8,

Σέρβου ΧΦ 1977).

Στους τύπους µε µορφολογικές ιδιαιτερότητες ανήκουν οι ακόλουθοι:

- βάνανε/βάνουµε/έβανε, βγάνω/βγάνουνε, χτενόσαντε/κτένανε, εσκίνανε (σε όλη την

περιοχή)

- εκλείγανε/κλείγαµε (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77,

Ελληνικό ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977), φτύγαµε (Ζυγοβίστι Π∆, Σέρβου ΧΦ 1977),

έλυγε, να/θα απολύγει [και απολύκει] (∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98,

Ελληνικό ΧΦ 1977), ανεπιάζανε (Καρκαλού Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ

1977)

- θάφτουνε/ξεθάφτοµε/ξεθάφτανε (αρχαϊσµός), στρίφτουµε, σκάφτουµε (κατ΄ αναλογίαν),

να σκιούφτεις/έσκιουφτε/σγούφτω (∆ηµητσάνα Π∆, Σέρβου ΧΦ 1977), θελ’ ανάφουµε

(Ελληνικό ΧΦ 1977), αναποδονίφτουνε (Καρκαλού Π∆, Μαυριά ΧΦ 1977), κλέφτανε

(Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Βυζίκι ΧΦ 1976)

Page 53: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

48

- άρενε <άρεσε> (σε όλη την περιοχή)

- πέσε <πες> (σε όλη την περιοχή)

-οι µετοχές: αλλασµένες, φρασµένο <-γµ->, φτιασµένη και αναλογικά

συµπεθεροφτιάστης (σε όλη την περιοχή).

2.3.2.2. Μορφολογία ονόµατος

Παρατηρούνται µεµονωµένες πραγµατώσεις του οριστικού θηλυκού άρθρου γενικής

ενικού και αιτιατικής πληθυντικού /tis/ ως /tsi/: τση λέω, τση κόρης, τσι φέρµελες, τσι

Πρωτάγιασες, από τσι βυσσινιές (Καρκαλού Π∆, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Ελληνικό ΧΦ

1977). Παρατηρούνται επίσης οι ακόλουθες πραγµατώσεις αόριστου άρθρου: ενού,

µιανής (σε όλη την περιοχή).

Ορισµένα ουσιαστικά εµφανίζουν αλλαγή γένους: (στουµπισµένη) ρύζη, η

σουλήνα, µια φράχτη, στην Αγιασωτήρα (Καρκαλού Π∆, Βυτίνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆

1997-98, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77).

Στα ουσιαστικά αρσενικού γένους, παρατηρείται τάση για σχηµατισµό του

πληθυντικού των αρσενικών σε -άρης, -ύρης, καθώς και όσων δηλώνουν επάγγελµα,

επώνυµο ή κοινή ιδιότητα/καταγωγή µε την κατάληξη -αίοι: τσοπαναραίοι,

νοικοκυραίους, ταβερνιαραίοι, καπεταναίοι, Σπηλιωτοπουλαίοι (Καρκαλού Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Καρύταινα ΧΦ 1984, Βυζίκι ΧΦ 1976).

Παρατηρείται επίσης τάση για σχηµατισµό των αρσενικών ισοσύλλαβων σε -της ως

ανισοσύλλαβων στον πληθυντικό αριθµό: πατητάδες, ραφτάδες, προσκυνητάδες,

προξενητάδες (Βυτίνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σέρβου ΧΦ 1977).

Ανάλογα πραγµατώνεται και το ουσιαστικό συγγενής: συγγενήδες (σε όλη την περιοχή).

Παρατηρείται, ακόµα, τάση για σχηµατισµό του πληθυντικού αριθµού και της γενικής

ενικού των ισοσύλλαβων αρσενικών σε -ας και σπάνια –ης (πρώην τριτόκλιτων) κατά

τα αρσενικά σε -ος: µαρτύρους, αρχόντου, τ’ Αγιοτρυφώνου, τ’ Αγιοσπυριδώνου, µήνοι,

χωροφυλάκους, τσοπάνοι (∆ηµητσάνα Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-

77, Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Στα ουσιαστικά θηλυκού γένους, παρατηρείται τάση για σχηµατισµό του

πληθυντικού αριθµού, ιδιαίτερα αυτών που δηλώνουν βαθµούς συγγενείας και χρόνο,

σε -άδες: ανιψάδες, ξαδερφάδες, νυφάδες, γιορτάδες (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆

1997-98, Ελληνικό ΧΦ 1977, Στεµνίτσα ΧΦ 1980). Παρατηρείται, επίσης, τάση για

Page 54: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

49

σχηµατισµό της ονοµαστικής, αιτιατικής και κλητικής πληθυντικού των θηλυκών σε -η

µε το µόρφηµα -ες αντί -εις, συχνά και µε µετάθεση τόνου: παράκλησες, απάντησες,

στρώσες, αντάµωσες (Καρκαλού Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Ελληνικό ΧΦ 1977,

Σέρβου ΧΦ 1977). Παρατηρούνται, τέλος, µεµονωµένες περιπτώσεις θηλυκών

ουσιαστικών µε κατάληξη -α αντί -ος ή -η της Νεοελληνικής Κοινής: έγκυα, ζέστα,

άκρια, στη λίµνα (∆ηµητσάνα Π∆, Καρύταινα ΧΦ 1984, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77,

Σέρβου ΧΦ 1977).

Στα ουσιαστικά ουδετέρου γένους, παρατηρείται τάση για σχηµατισµό του

πληθυντικού µη οξύτονων ουδετέρων σε -τα: ονείρατα, βάρετα, εθίµατα, θάρρετα

(∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Βούτσης

ΧΦ 1977-78). Αναλογικά σχηµατίζεται και το ουσιαστικό έξοτα <έξοδα>.

Παρατηρούνται, επίσης, µεµονωµένες πραγµατώσεις ουδέτερων ουσιαστικών σε -ος µε

µόρφηµα πληθυντικού -ια αντί -η της Νεοελληνικής Κοινής: άνθια, στήθια (Στεµνίτσα

Π∆, Μαυριά ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977).

Επίσης, απαντούν µεµονωµένοι αρχαϊκοί τύποι γενικής ενικού:

αντρός, γυναικός (Καρκαλού Π∆, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78).

Παρατηρούνται, τέλος, οι ακόλουθοι υποχωρητικοί σχηµατισµοί: το γόνα, η

ξέρα, η πλέρα, το ρέντι (Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98,

Λαγκάδια ΧΦ 1976-77).

Τέλος, στα ισοσύλλαβα ονόµατα παρατηρείται τάση για µετάθεση τόνου από

την προπαραλήγουσα στην παραλήγουσα: συµπεθέροι, προέδροι, υπαλλήλοι, περιπάτοι

(Ζάτουνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977).

Αρκετά θηλυκά επίθετα που λήγουν σε -η πραγµατώνονται µε την κατάληξη -ια:

πολλιά (κούραση), λίγια, ούλια, τόσια, καµπόσια (ώρα), ειδικιά (πέτρα) (Στεµνίτσα Π∆,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Τα επίθετα σε -υς λήγουν σε -ιος/-ιο: πλατιό, µακριό(ξύλο) (∆ηµητσάνα Π∆,

Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ήµητρα ΧΦ 1978).

Τα ρηµατικά επίθετα µε στερητικό πρόθηµα α- σχηµατίζονται σε -γος: αξύριγοι,

αβόσκηγη, ακαθέριγο, αχρόνιαγο/ανεχρόνιαγο, αφίληγη (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆,

Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Μαυριά ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977).

Page 55: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

50

Παρατηρούνται οι ακόλουθοι τύποι αριθµητικών: ενού, εικοσιενού, δυονώνε,

τέσσαρες, τέσσερες, τέσσεροι, τέσσερους, δεκατέσσερους (∆ηµητσάνα, Λαγκάδια,

Στεµνίτσα Π∆, Στεµνίτσα Π∆ 1997-98, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4).

Παρατηρούνται οι παρακάτω αντωνυµικοί τύποι, µε συνήθη προσθήκη του

µορφήµατος -νος/-νη/-νο και µετάθεση τόνου:

ευτούνος/ευτούνη/ευτούνο/ευτούνοι/ευτούνες, αυτουνού/αυτηνής, τουτουνού,

εκεινού/εκεινώνε, τίνους, ποιανού/ποιανής, τι λογό/τι λογά/τι λογιά, ότινους/

κάτινος/κάτινους, καθενού, καθεµιανού, καποιανής, αλλουνού/ αλληνής/ αλλουνούς/

αλλουνώνε, κανείνε/ κανενού, ολωνώνε, ιδιανός/ιδιανής/ιδιανά, ενού, µιανής

καµπόσοι/καµπόσες/καµπόσα (σε όλες τις περιοχές).

Τέλος, απαντά η αντωνυµία όγοιος/όγοια <όποιος> (Σέρβου Π∆, Σέρβου ΧΦ

1977).

2.3.3. Συντακτικό Επίπεδο

Στο επίπεδο αυτό περιλαµβάνονται ιδιαίτερα συντακτικά σχήµατα στη λειτουργία της

πρότασης, στοιχεία που προκύπτουν από τους συνδυασµούς και τις εξαρτήσεις των

διαφόρων µερών του λόγου, ο εναλλακτικός σχηµατισµός περιφραστικών τύπων, η

έκφραση τροπικότητας, επιρρηµατικές δοµές, καθώς και η χρήση µεµονωµένων

προθετικών συνόλων, που διαφοροποιούν το γορτυνιακό ιδίωµα από τη συντακτική

δοµή της Νεοελληνικής Κοινής. Η αναφορά σε φαινόµενα που στην παραδοσιακή

γραµµατική χαρακτηρίζονται ως σχήµατα λόγου οφείλεται στη µεγάλη συχνότητα

χρήσης τους.

2.3.3.1. Πρόταση

Παρατηρείται τάση για εκτόπιση του θέµατος (Φιλιππάκη κ.ά. 2007: 415), όπου το

εκτοπισµένο συστατικό είναι µόνο σηµασιολογικά και όχι συντακτικά συνδεδεµένο µε

την πρόταση. Η συντακτική απόσταση ανάµεσα στο εκτοπισµένο θέµα και στην

πρόταση που συνοδεύει φαίνεται από το γεγονός ότι αυτό βρίσκεται συνήθως σε

ονοµαστική πτώση, ενώ η ασθενής προσωπική αντωνυµία στην οποία αντιστοιχεί

βρίσκεται σε άλλη πτώση (σχήµα ανακόλουθο, Τζάρτζανος 2002: 264):

Η Σουλελίνα ποτές όσα χρόνια έζησε δεν είχαµε µαλώσει (∆ηµητσάνα Π∆)

Η Παναγία την είχανε φτιάσει το σόι το βλαχέικο (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Page 56: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

51

Κάποιος Μαντζούνης απ’ το Βυζίκι είχε πεθάνει η γυναίκα του (Βυζίκι ΧΦ

1976)

Ο άγιος Θανάσης πόχουµε στο χωριό ο πατέρας του ήτανε δικηγόρος (Ελληνικό

ΧΦ 1977).

2.3.3.2. Ρηµατική φράση

Παρατηρείται τάση για νοητή συµφωνία υποκειµένου και ρήµατος (σχήµα κατά το

νοούµενο, Τζάρτζανος 2002: 262) µε περιληπτικά ονόµατα (π.χ. κόσµος, οικογένεια,

κανείς, καθένας κ.λπ.):

Είχανε µεγάλη περιουσία το µοναστήρι (Στεµνίτσα Π∆)

Περιλάβαµε όλη η οικογένεια το χωράφι µε τ’ αξινάρια και το σπείραµε

(Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98)

Αν έναι κανένας µαλωµένος πολύ βαριά τη Λαµπρή θα µιληθούνε (Ελληνικό

ΧΦ 1977)

Προτού ν’ ανοίξει η Αµερική ο κόσµος πήγαινε στη Σµύρνη να καζαντήσουνε

(Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Παρατηρούνται επίσης µεµονωµένες πραγµατώσεις συµπληρωµάτων ρηµάτων

σε αιτιατική αντί γενικής όπως θα αναµενόταν σε νότιο ιδίωµα (όπως και στη

Νεοελληνική Κοινή):

Πεντακόσιες πενήντα δραχµές τον ελείπανε (∆ηµητσάνα Π∆)

Ο αφορισµένος είναι κακό πράµα. Τον έχουνε απαγορέψει…(Σταυροδρόµι

ΧΦ1976-77)

Καλεί τα παιδιά του και τα εύχεται/ Ευκιότανε τα βόιδια του (Σταυροδρόµι

ΧΦ1978-79 /Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ρωτάγανε τι την λείπανε / Τι σε λείπει; (Ελληνικό ΧΦ 1977).

Στη φωνή των ρηµάτων παρατηρείται τάση για χρήση µεσοπαθητικών

ρηµατικών τύπων µε ενεργητική (µεταβατική) σηµασία και το αντίστροφο:

Το βασιλικό αυτό τον έχουνε πάρει του Σταυρού και το έχουνε φυλάξει χωρίς να

το έχουνε µυριστεί (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Με τον ήλιο διάλυγε το σύννεφο (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Είχανε τα χτήµατα και βάναν τους άλλους και τα εργαζόσαντε (∆ηµητσάνα Π∆

1997-98)

Page 57: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

52

Το ίδιο φαινόµενο παρουσιάζεται µε τη χρήση µετοχών:

Ήτανε δουλεµένη γυναίκα και στα χωράφια και στα ζωντανά, πολύ δουλεµένη

(∆ηµητσάνα Π∆)

Γαλάριες λέµε τις γίδες άµα είναι γεννηµένες (: έχουν γεννήσει) (Ζυγοβίστι Π∆

1997-98)

Όταν πηγαίνανε τον πεθαµένο βρεχούµενη µέρα.. (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Τ’ απόγιοµα στην Αγάπη πάµε τα µεινεµένα κεριά από την Ανάσταση (Βούτσης

ΧΦ 1977-78).

Στο σχηµατισµό των συντελεσµένων χρόνων παρατηρείται προτίµηση για χρήση της

µεσοπαθητικής µετοχής, ακόµα και σε περιπτώσεις που τα αντίστοιχα ρήµατα της

Νεοελληνικής Κοινής έχουν µόνο ενεργητικούς τύπους. Η ενεργητική δοµή τονίζει

ακόµα περισσότερο το αποτέλεσµα της ενέργειας του ρήµατος και έτσι τονίζεται η

εξέλιξη από την ενέργεια στο αποτέλεσµα (Φιλιππάκη κ.ά. 2007: 229):

Στην ενεργητική φωνή, χρησιµοποιείται η δοµή έχω/είχα + µεσοπαθητική

µετοχή στο ίδιο γένος και αριθµό σε συµφωνία µε το συµπλήρωµά της, καθώς και η

δοµή έχω/είχα + άκλιτη µεσοπαθητική µετοχή ουδετέρου γένους (πρβλ. προχωρηµένη

µορφολογοποίηση παρακειµένου β’, Ράλλη κ. ά. 2006: 361-372).

Η αντίστοιχη δοµή στη µεσοπαθητική φωνή είναι: είµαι/ήµουν + µεσοπαθητική

µετοχή:

Ρε, Κωσταντή, είχα ιδωµένο µαθητές, αλλά σα τη κόρη σου (∆ηµητσάνα Π∆)

Αυτό το γραµµόφωνο ήτανε από τη µάνα του παππούλη φερµένο (Ζάτουνα Π∆

1997-98)

Έχω γεννηµένο έξι παιδιά (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Κράζει ο γέρος τη σκυλίτσα, αλλά την είχανε φαγωµένο (Σέρβου ΧΦ 1977).

2.3.3.3. Τροπικότητα

Η έκφραση δεοντικής τροπικότητας (Κλαίρης & Μπαµπινιώτης 2005: 478)

προκειµένου να δηλωθεί απλή πρόθεση, επιθυµία, ανάγκη (παραδοσιακά αντίστοιχη

δυνητική έγκλιση ή µελλοντική έκφραση) πραγµατώνεται µε την περίφραση:

θέλει/ήθελε + κατάλληλος τύπος σχετικού ρήµατος (συχνή εκφορά: θελα/ θαλα/ήθελα):

Τα βδοµάδα που ’θελα παντρευτώ ήτανε φερµένη η αδερφή µου απ’ την Αθήνα

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Page 58: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

53

Τις τσούπες τότες τις αρραβωνιάζανε κι από τα δώδεκα. Τα παιδιά ήθελε πάνε

στρατιώτες (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τις µεγάλες γιορτές θέλ’ ανάφουµε το καντήλι, θέλα κάνουµε παράκληση...Η

νοικοκυρά θέλα ’χει συγυρισµένο το σπίτι της, θέλα ’χει ζυµωµένο…(Ελληνικό

ΧΦ 1977)

Όποιο στοιχειό ήθελε νικηθεί θάλα καταστραφεί το χωριό του (Βούτσης ΧΦ

1977-78).

Η έκφραση επιθυµίας για κάτι που θα ήθελε ο οµιλητής να έχει γίνει στο

παρελθόν, αλλά δεν έγινε, πραγµατώνεται σπάνια και µε το δείκτη αχε:

Αχε το ’λεγα του πατέρα µου! Αλλά ντρεπόµουνα και σκιαζόµουνα να του το

ειπώ (∆ηµητσάνα Π∆)

Αχε την άκουγα τη µάνα µου! (Στεµνίτσα Π∆ 1997-98)

Αχε τον παντρευόµουνα τότες! ∆ε θάηµουνα µοναχή µου (Λαγκάδια ΧΦ 1976-

77)

Κάλλιο ποτάµια αχε περνώ, βουνά αχε ν’ ανεβαίνω (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-

77).

2.3.3.4. Ονοµατική φράση

Παρατηρείται τάση για θεµατοποιηµένες δοµές παράθεσης (µε χρήση ονοµαστικής ή

αιτιατικής πτώσης αντί προθετικού συνόλου ή γενικής). Ειδικότερα, παρατηρείται

θεµατοποίηση ονοµάτων που δηλώνουν µια οµαδοποιηµένη κατηγορία:

Σίδερο είχαµε παπίτσες µε κάρβουνα µέσα (∆ηµητσάνα Π∆)

Ρούχα είχαµε σεντόνια, προσκέφαλα, µισοφούστανα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Χαλκώµατα έχοµε τις σέτες, τσουκάλια…(Μαυριά ΧΦ 1977)

Σκέδια είχε απάνου κοκόρια, λουλούδια κι άλλα κεντίδια (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Επίσης, παρατηρούνται θεµατικά στοιχεία που δηλώνουν τη σχέση όλου και µέρους

(σχήµα καθ’ όλον και µέρος, Τζάρτζανος, 2002: 265):

Στρώνανε ένα κιλίµι µες τη µέση το σαλόνι (∆ηµητσάνα Π∆)

Το απάνω µέρος το σαµάρι είχαµε δόγες γυριστές (Βαλτεσινίκο Π∆ 1997-98)

Page 59: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

54

Πολλές εκκλησίες που είναι σε βράχο χτισµένες στο βουνό …(Μαυριά ΧΦ

1977)

Ήτανε στην άκρη στο πάτωµα (Σέρβου ΧΦ 1977).

Τέλος, παρατηρούνται µεµονωµένες πραγµατώσεις σύναψης άρθρου γενικής ενικού µε

όνοµα γενικής πληθυντικού:

Του Μαυροµιχαλαίωνε τα στρατεύµατα (∆ηµητσάνα Π∆)

Να στεγνώξουν τα πανιά του παιδιώνε (Βυτίνα Π∆ 1997-98)

Το αγιασµό του Φωτώνε το πάνε και αγιάζουνε… (Σέρβου ΧΦ 1977)

Κόβει του σκυλιώνε κλαρί (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77).

2.3.3.5. Επιρρηµατικά στοιχεία

Παρατηρείται χρήση γερουνδίου/επιρρηµατικής µετοχής για δήλωση του χρόνου,

καθώς και µεµονωµένες πραγµατώσεις απόλυτης χρήσης ενεργητικής και σπάνια

µεσοπαθητικής επιρρηµατικής µετοχής, όπου το υποκείµενό της τίθεται σε πτώση

γενική ή παραλείπεται:

Τ’ ανοίγαµε πρωινή ώρα φωτώντας (Ζάτουνα Π∆)

Κάποιος ερχόταν απ’ το µύλο νυχτωµένα (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Μαρτίζοντα παστρεύουµε τον τόπο από τα κλαριά και µεσιάζοντα ο

Μάρτης…(Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Αρχίζοντα του Οχτώβρη πιάναµε το µάζεµα των ελιών (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Παρατηρείται επίσης τάση για δήλωση του τόπου µε απλή αιτιατική αντί

προθετικού συνόλου δίπλα σε ρήµατα κίνησης:

Ερχόσαντε οι συµπεθέροι τον ανήφορο τραβώντας τα µουλάρια, τραγουδώντας

(∆ηµητσάνα Π∆)

Επήγαινε το πυροσβεστικό την αντίθετη κατεύθυνση (Στεµνίτσα Π∆)

Έπαιρνε ο αέρας το άχερο και το πήγαινε τη µια πάντα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-

77).

Τέλος, παρατηρείται τάση για χρήση απλής αιτιατικής αντί προθετικού

συνόλου:

Page 60: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

55

Εφτιάναν τα δυο δισάκια. Το ένα το ένα πλευρό, το άλλο τ’ άλλο, τα βάνανε στο

σαµάρι του ζώου και το γιοµίζανε το ένα µέρος και το άλλο (Λαγκάδια Π∆)

Το χειµωνιάτικο είχε το καντηλάκι και το τζιάκι κι ένα τραπέζι χαµπηλό το

κάτου µέρος που ετρώγαµε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Φορτώνουν και το λεβέτι γυαλικά… τη µια µεριά και την άλλη (Σταυροδρόµι

ΧΦ 1976-77)

Οι ξαδερφάδες, οι ανιψάδες, η συγγένεια θέλα φορέσουνε ένα ρούχο πέθιµο, όχι

…ούλο το σώµα µαύρα (Σέρβου ΧΦ 1977).

2.3.3.6. Προθετικές φράσεις

Παρατηρούνται µεµονωµένες πραγµατώσεις της πρόθεσης από:

α) από + γενική για δήλωση χρόνου και τόπου (προέλευση)

Την είχε φερµένη από του Λυκούρεση (∆ηµητσάνα Π∆)

Ήτανε από του Βαλτεσινίκου (Στεµνίτσα Π∆ 1997-98)

Ερχόταν απ’ του Καλλιάνι (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

β) από + χρονικό διάστηµα + µπροστά: προθετικό σύνολο για δήλωση χρόνου:

Από πολλές ηµέρες µπροστά επλένανε τα προικιά, καλούσαν τις γειτονοπούλες

να ’ρθούνε να τα σιδερώσουνε, να τ’ αυτώσουνε … (∆ηµητσάνα Π∆)

Έπρεπε να πας στη µοδίστρα από ’να µήνα µπροστά (Ζάτουνα Π∆ 1997-98)

Από οκτώ µέρες µπροστά καλεί ο γαµπρός τον κουµπάρο να ετοιµαστεί (Μαυριά

ΧΦ 1977).

2.3.4. Υφολογικό επίπεδο

Στην ενότητα αυτή περιγράφονται τα σπουδαιότερα υφολογικά γνωρίσµατα του

γορτυνιακού ιδιώµατος, όπως η χρήση συνδέσµων και ορισµένα σχήµατα λόγου,

σύµφωνα µε την ανάλυση του Τζάρτζανου και άλλων παραδοσιακών γραµµατικών.

Βεβαίως, µια διαφορετική ανάλυση θα τόνιζε τη σηµασία των σχηµάτων αυτών ως

σηµασιολογικών µηχανισµών της γλώσσας ευρύτερα, αλλά κάτι τέτοιο δεν εµπίπτει

στους στόχους της εργασίας. Εδώ απλώς επισηµαίνεται η συχνότητα και η σηµασία του

φαινοµένου για το ιδίωµα, καθώς θεωρείται ότι αποτελούν κεντρικούς µηχανισµούς

κειµενικής οργάνωσης. Χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να προσδιορίσει αυτή την

αρχική διαπίστωση.

Page 61: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

56

2.3.4.1. Κύριες υφολογικές τάσεις

Στα δεδοµένα µας παρατηρείται τάση για συνεκδοχική χρήση του λόγου (σχήµα

συνεκδοχής, Τζάρτζανος 2002: 308):

Ο γαµπρός κι η νύφη µέχρι το χρόνο δεν επηγαίνανε σε λείψανο (∆ηµητσάνα

Π∆)

Αµάητανε καµιά λωβή νύφη, κανάς λωβός γαµπρός, επαγαίνανε τον αδερφό

πούηταν καλύτερος το βράδυ και στα στέφανα επηγαίνανε το λωβόνε

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Στ’ αλώνι (: στο αλώνισµα) να δεις φαΐ που κάναµε! (Σταυροδρόµι, ΧΦ 1976-

77)

Εγιόµιζα ένα τοµάρι (: ασκί από τοµάρι) κρασί (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4).

Παρατηρείται επίσης τάση για µετωνυµική χρήση του λόγου (πρβλ. Τζάρτζανος

2002: 309):

Την Κυριακή ερχότανε πολύ παζάρι (∆ηµητσάνα Π∆)

Όλο το χωριό εδίναµε γιαούρτι του παπά (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Το χειµώνα το περσότερο χωριό κατεβαίνανε στους κάµπους (Βυτίνα ΧΦ 1978-

79)

Το σπίτι του κάθε εορταζόµενου ήτανε πιότερο παλιά συνήθειο να ’στελνε στου

παπά το σπίτι ένα πρόσφορο πάλι (Στεµνίτσα ΧΦ 1980).

Παρατηρείται τάση για λεξική επανάληψη (σχήµα αναδίπλωσης, Τζάρτζανος

2002: 293-297, σχήµα επαναδίπλωσης, Νάκας 1996: 231 κ.εξ.):

Ερίνανε στα λεβέτια -χαρανιά, κακκάβια, καζάνια, όπως θέλετε, έχει πολλές

ονοµασίες- ερίνανε σκέτη αυτή την ακαθαρισία κι έβραζε-έβραζε και το νίτρο

έβγαινε απάνου-απάνου και το µαζεύανε όπως µαζεύουµε τ’ αφρί από τα κρέατα

και το µαζεύανε-το µαζεύανε και το πηγαίνανε στις εκκλησίες (∆ηµητσάνα Π∆)

Τα παλιά-παλιά χρόνια ερχόταν ο γαµπρός στο σπίτι (Ζάτουνα Π∆ 1997-98)

Πρώτα οι γυναίκες δεν καθόταν µπίτι-µπίτι σε τραπέζι όταν είχανε ξένους

(Μαυριά ΧΦ 1977)

Τα κοράκια όταν είναι η ώρα για σούρουπο µαζεύονταν µαζί µπουλούκια-

µπουλούκια (Βούτσης ΧΦ1977-78).

Page 62: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

57

Τέλος, παρατηρείται τάση για χρήση του µέλλοντα σε διηγήσεις του

παρελθόντος, περιγραφές ή για δήλωση συνήθειας:

Την ποδιά θα την πλύνεις. Ή χώµατα ή ό,τι η ποδιά θα λερωθεί (∆ηµητσάνα

Π∆)

Η λεχώνα θα φάει ελαφριά φαγητά....Θα ’ρθει ο παπάς να ευχολοήσει τη

γυναίκα… (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Τα καβούρια για να τα κάνουµε µε χόρτα θα τα βράσουµε.. (Βούτσης ΧΦ 1977-

78)

Τα Χριστούγεννα ο κουµπάρος θα του φέρει το δώρο του. Το Πάσκα τη

λαµπάδα του (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98).

2.3.4.2. Χρήση συνδέσµων

Παρατηρείται τάση για χρήση του παρατακτικού συνδέσµου και αντί του να (πρβλ. και

µε λειτουργία υποτακτικού συµπληρωµατικού συνδέσµου, Κλαίρης & Μπαµπινιώτης

2005: 991):

Άρχιζε ο κόσµος και πηγαίνανε στο λυπηµένονε και τον ξενυχτάνε, µοιριολογάνε

(∆ηµητσάνα Π∆)

Όταν τον βλέπουν κι αρχινάει και τα χάνει και παραλογάει… (Στρογγυλό ΧΦ

1993-4)

Αφήνει το βαρέλι χάµου και τηράει κατά τη Καστανιά και γλέπει µέσα στο

χωράφι ένα γίδι τσι έβοσκε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77).

Παρατηρείται χρήση των υποτακτικών συνδέσµων για να και να ως

εισαγωγικών ρητορικής ερωτήσεως (ακολουθεί πάντα αρνητική απάντηση του ιδίου

οµιλητή µε επανάληψη των ίδιων όρων):

Για να χαιρόνται; Χαιρόνται σήµερα ο κόσµος, αλλά δεν είναι ευχαριστηµένοι

(Καρκαλού Π∆)

Να ’ρθω να γυρέψω το δικό σου ψωµί; ∆εν ερχόµουνα. Έµενα νηστιτσή

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Για να αρτυθούµε να φάµε κρέας; ∆εν αρταινόµαστε (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Για να πας µόνος σου; ∆εν πας (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78).

Page 63: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

58

Παρατηρείται συχνά η χρήση του παρατακτικού συνδέσµου απέ για δήλωση

καταφατικής σύζευξης (κυρίως σε διηγήσεις στην αρχή περιόδου):

Τώρα έχουνε την ανεξαρτησία τους. Απέ έχουνε και τα λεφτά τους. Και

τσακωνόνται και πάνε σιαπέρα. Εµείς δεν εµιλάγαµε µιλιά. Η γυναίκα είναι υπό.

Σου ’πε ο άντρας µια κουβέντα; Μη δίνεις εσύ σηµασία. Καµώσου. Πες ότι δεν

τ’ άκουσες. Απέ τότε θα περνάς καλά µε τον άντρα (Καρκαλού Π∆)

Είχε µια λούρα η µάνα µου απάνω στο τζιάκι τσαι άµα δεν ακούγαµε είχε τη

λούρα και µας εβάρηγε. Απέ της εσπάγαµε τη λούρα. Απ’ ερχόταν η µάνα µου:

-«Ποιος την έσπασε; Εσύ;»-«Όχι»-«Εσύ;» -«Όχι». ∆εν έλεγε κανένα ποιος την

έσπασε. Απέ µας εβάρηγε όλα (Παλαιοχώρι Π∆)

Γυρίζανε τη βράκα πάν’ απάν’ και τη δένανε εδώ στο γόνατο, απέ κρέµαγε µέχρι

κάτου (Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Παρατηρείται, τέλος, τάση για χρήση ασύνδετου σχήµατος σε πλάγιο λόγο και

σε διήγηση διαδοχικών επεισοδίων:

Ο γέρος έχει συνήθειο ξαπλώνει κει το βράδυ (∆ηµητσάνα Π∆)

Αυτός είχε παρακολουθήσει µια γειτόνισσα είχε φουρνίσει το ψωµί στο φούρνο

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Μετά αρχίσανε µε µια µαναβέλα γυρίζανε τα λιοτρίβια (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-

78)

Βάνανε την κατσαρόλα απάνου µε το νερό, έβραζε το νερό τσι ρίνανε µέσα, τις

ανακατώνανε (Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Page 64: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

59

2.3.5. Λεξιλογικό-σηµασιολογικό επίπεδο

Η ενότητα αυτή αναφέρεται στις ιδιαιτερότητες γραµµατικών λεξιλογικών µονάδων, σε

φαινόµενα παραγωγής και σύνθεσης, στις ιδιαίτερες φρασεολογικές µονάδες και στις

διαφορές στη χρήση λεξιλογικών µονάδων από αυτή της Νεοελληνικής Κοινής.

2.3.5.1. Γραµµατικές λεξιλογικές µονάδες

Ιδιαίτερη είναι η χρήση πολλών γραµµατικών λεξιλογικών µονάδων στο γορτυνιακό

ιδίωµα. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν:

α) πραγµάτωση αποφατικής σύζευξης µε το σύνδεσµο ίτε και σπάνια το σύνδεσµο

µάιδε:

Εγώ που παντρεύτηκα και πήγα στο σπίτι δεν είχα τίποτα. Ίτε λάδι ίτε τίποτα

µπίτι δεν είχα. Ίτε λάδι είχαµε, ίτε ζο είχαµε ίτε πράµατα ίχαµε ίτε τίποτα δεν

είχαµε (Καρκαλού Π∆)

Ίτε ήλιος µας έβλεπε ίτε φεγγάρι (Καρύταινα ΧΦ 1976)

Μάιδε κουρούνα δεν υπάρχει (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

∆εν έβανα µάιδε κολώνιες, µάιδε να βαφτώ (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

β) µεµονωµένες περιπτώσεις πραγµάτωσης διάζευξης µε τα για…για:

Το άντερο διπλώνεται για µε χέρι για µε λαιµό (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

γ) αιτιολογικό για αντί του γιατί:

Στεφανώθηκα στον Αγιο-∆ηµήτρη, για δεν είχε ο Κώστας ο κακοµοίρης κανένα

να του συντονίσει συµπεθεριό (∆ηµητσάνα Π∆)

Παλιά, όταν φτιάνανε σαπούνι, να µη το ιδούνε, λέει, πολλά µάτια, για το

σαπούνι δεν πετυχαίνει (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

δ) επίρρηµα για αντί του πια:

Ε, για; Τι να κάνουµε; (∆ηµητσάνα Π∆, Καρκαλού Π∆ 1997-98)

ε) χρονικό µπρου /πριχού αντί του πριν και όντας αντί του όταν:

Μπρου το θέρο/ µπρου Λαµπρή/ µπρου να µπούµε (Σέρβου ΧΦ 1977)

Πριχού να πέσει ο ήλιος (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Πριχού τη σπορά (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Μας µολόγαγε όντας ο Τούρκος ήταν ακόµα εδώ (Σέρβου ΧΦ 1977)

Όντα ’βγανε σπόρο ο ζευγολάτης (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Page 65: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

60

στ) παραβολικό πέρι αντί του παρά:

Άλλη γιο δεν έκανε πέρι η Μαζαράκαινα (Σέρβου ΧΦ 1977)

Καλύτερα να ανάσταινε τα παιδιά µε λάχανα πέρι να τα ’ρινε (Στεµνίτσα ΧΦ

1980)

ζ) αναφορικό ούθε αντί του όπου:

Ούθε πήγαινα έκλαιγα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Το κάθε σπίτι είχε τέσσερις-πέντε κασέλες κι ούθε είχε χώρο τις βάνανε

(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

η) ερωτηµατικό χας/τιχας και σάµατι/σάµατις αντί του µήπως σε ρητορικές ερωτήσεις,

όπου αναµένεται αρνητική απάντηση:

∆ε θα πάµε να τα µαζέψουµε τα καρύδια. Χας έχει τιµή να πεις θα το πουλήσεις;

(∆ηµητσάνα Π∆)

Εγώ έπαιρνα πλάκα και πλάκα δεν είχα, γιατί τα άλλα παιδιά µου τη σπάγανε.

Τίχας είχαµε τις κρεµάστρες να τα κρεµάσουµε; Την πέταγα τσει χάµου την

τσιάντα µου (Παλαιοχώρι Π∆)

Χας ξέρω πώς να τ’ ανοίξω το κινητό; (Λαγκάδια Π∆)

Τίχας ευτούνη επαντρεύτη; (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98)

Σάµατις µε ρωτήσανε; (Στεµνίτσα Π∆)

Σάµατι µπροστάηµουνα; (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

θ) χρήση του µορίου κάνε ή κάνες µε τη σηµασία του τουλάχιστον σε καταφατικές

προτάσεις, του λοιπόν σε ερωτηµατικές προτάσεις ή του διαζευκτικού είτε…είτε:

Να ’λεγε κάνες να τη σκέπαζε ο κουµπάρος τη νύφη την άτιµη (∆ηµητσάνα Π∆)

- Στην Κατοχή πούησουνα; Παντρεµένη ήσουνα;

- Τίηµουνα κάνε; (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Αµ τι κάνε; (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Κάνε µύγδαλα µαζώνει, κάνε η νόνα του µαλώνει (Μαυριά ΧΦ 1977)

ι) δεικτικό µόριο εν αντί του να:

Εκεί ’ναι, έντη (Παλαιοχώρι Π∆)

Εν τος! ∆εν τονε βλέπεις; (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98).

Page 66: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

61

2.3.5.2. Παραγωγή

Παρατηρείται τάση για παραγωγή ρήµατος από ουσιαστικό µε παραγωγική κατάληξη

κυρίως σε –ιάζω και σε –ώνω: γιουκώνω και γιουκιάζω < γιούκος, πυτιάζω < πυτιά (:

γίνεται η πυτιά, το στοµάχι). Παρόµοια είναι τα: φετιάζω, βαρελιάζω, θηκιάζω

σταχτιάζω, µπαλιάζω, πουµώνω, λογγώνω <δηµιουργείται λόγγος> κ.λπ.

Παρατηρείται τάση για χρήση της παραγωγικής κατάληξης -ίδι, χωρίς δήλωση

υποκοριστικής σηµασίας: σκαφίδι (∆ηµητσάνα Π∆), ανιψίδι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-

98), ’παλλαξίδι (Ελληνικό ΧΦ 1977), ποτίδια <ροφήµατα> (Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Παρατηρείται τάση για παραγωγή θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν

αρνητική κατάσταση µε την κατάληξη -ίλα: βραχνίλα (∆ηµητσάνα Π∆), αµορίλα

(Καρκαλού Π∆ 1997-98), αποστασίλα (Σέρβου ΧΦ 1977).

Παρατηρείται τάση προτίµησης της υποκοριστικής κατάληξης -ούλης/-ούλι/-

ούλια:

Ήσαντε τα χωράφια ποτιστικούλια (Παλαιοχώρι Π∆)

Καλυτερούλια είµαι, µ’αφήκανε κείνοι οι πόνοι (Καρκαλού Π∆)

Ζαλιζόµουνα λιγούλι (Λαγκάδια Π∆)

Παίρναµε το πανί, το κόβαµε πολύ ψιλούλι, λωρίδες (Ζάτουνα Π∆ 1997-98)

Ετούτο νέθει ψιλούλια (Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Παρατηρείται τάση για χρήση της κατάληξης -έικο/-έικα προκειµένου για

δήλωση τοπωνυµίων ή οικογενειακών ονοµάτων: Καρδασέικα, Αντωνοπουλέικο

(∆ηµητσάνα Π∆), Κακουρέικα (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98), Βλαχέικο (∆ηµητσάνα Π∆

1997-98).

Παρατηρούνται προσαρτήσεις διαφόρων στοιχείων σε επιρρήµατα για δήλωση

τόπου και χρόνου:

α) -θε, -πα, -πανάδας: αλλούθε, ολούθε, εκείθε/κείθε, ευτούθε, πούθε, δώθε,

εδεπά, εκειπά, εδωπά, εδωπανάδας (σε όλες τις περιοχές)

β) -νε (ς): πότενε, τώρανες, ότανε/ότανες, κιόλανες, τότενες/ετότενες, δώθενες,

πούθενε, εδωπέρανε (Καρκαλού Π∆, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Στεµνίτσα ΧΦ 1980).

Τα επιρρήµατα κάτω, πάνω πραγµατώνονται µε αποβολή της τελικής συλλαβής:

παρακά, κα, πα, απά (Βυτίνα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια Π∆ 1997-98, Σταυροδρόµι

ΧΦ 1976-77, Στεµνίτσα ΧΦ 1980).

Page 67: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

62

Παρατηρούνται τέλος µεµονωµένες πραγµατώσεις επιρρηµατικής σηµασίας

επιθέτου ουδετέρου γένους (καταχρηστική παραγωγή, Τριανταφυλλίδης 2002: 105):

Να µη στεφανώσεις αχρόνιαγο (∆ηµητσάνα Π∆)

Παρασκευή και Σάββατο άφεγγο δε µένει (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Αχάραγο µαζεύαµε χαµοµήλι (Ελληνικό ΧΦ 1977).

2.3.5.3. Σύνθεση

Παρατηρείται τάση για δηµιουργία εξαρτηµένων συνθέτων (Κλαίρης & Μπαµπινιώτης

2005: 100) όπως ξενοπιάνω (: µένω έγκυος εκτός γάµου), βαρυζαλώνοµαι (:

φορτώνοµαι βαριά), ποταµοπινίγοµαι, κακοµουτσουνιάζω, αφαλοκόβω, αβγοζύγης (:

αυτός που ζυγίζει τα αβγά, µτφ. που τα υπολογίζει όλα, τσιγγούνης), τζακόπανο,

κατωγιόπορτα. Σχηµατίζονται επίσης συγκεκριµένα παρατακτικά σύνθετα (Κλαίρης &

Μπαµπινιώτης 2005: 99) όπως αστραφτοµπουµπουνάει, ποδοµούτσουνο ή ποδοκέφαλο (:

πόδι και κεφάλι, πηχτή).

Στη σύνθεση κυρίων ονοµάτων παρατηρείται τάση για ένωση του επωνύµου µε

το όνοµα (συνήθως Γιάννης) σε µια λέξη ή του ονόµατος του πατέρα µε το όνοµα του

γιου: Συριόγιαννης (: Γιάννης Σύριος), Κουστενόγιαννης (: Γιάννης Κουστένης)

∆ιαµαντελόγιαννης (: Γιάννης, γιος του ∆ιαµαντή).

Παρατηρούνται σύνθετα επιρρήµατα µε α’ συνθετικό το επίρρηµα ίσα για

δήλωση κατεύθυνσης και δείξης, όπως σιαδώ, σιαπέρα, σιακά και µε το επίρρηµα πάνω,

που εκτός από την τοπική σηµασία του έχει και τη σηµασία του επιπλέον:

Πανωφκιάναµε (: φτιάχναµε επιπλέον) λάσπη (Βούτσης ΧΦ 1977-8)

Άει µέσα, φόρεσε το πανωκόρµι (: πουκάµισο) σου (Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Παρατηρούνται σύνθετες λέξεις µε πρώτο συνθετικό το επίρρηµα τόσο µε τη

σηµασία του πολύ: τοσοανάβω (Στεµνίτσα ΧΦ 1980), τοσοπηγαίναµε (Καρκαλού Π∆).

Εµφανίζονται επίσης συγκεκριµένες πραγµατώσεις µε την πρόθεση ανα- ως

πρώτο συνθετικό: αναπιάνω (: αρχίζω να ζυµώνω, ετοιµάζω τη ζύµη ), ανεχρόνιαγος (:

αυτός που δε συµπλήρωσε χρόνο, συνήθως σε κατάρες), ανάσπιτα (: σε όλα τα σπίτια),

ανάγυρα (: γύρω-γύρω), αναλιγώνω (: λιώνω, διαλύω).

Παρατηρείται τάση για χρήση του µατα- ως α΄ συνθετικό αντί του ξανα-:

να µαταγεννηθεί, µατακουσµένα, θα µαταρθούνε, µατατάισε.

Page 68: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

63

Τέλος, εµφανίζονται µεµονωµένα σύνθετα µε δεύτερο συνθετικό τα -λόγος, -

χαρτι, -σκουτο (: ρούχο): λιβανολόγος <λιβανιστήρι>, τειαφολόγος <θειαφιστήρι>,

καπνολόγος <καπνοδόχος>, νερολόγος <υδρονοµέας> καλεσοχάρτι <προσκλητήριο>,

προικοχάρτι, µεριδοχάρτι, νεκρόσκουτα, σαµαροσκούτια, λεχωνόσκουτα, ασπρόσκουτα.

2.3.5.4. Φρασεολογικές µονάδες

Παρατηρούνται ιδιωµατικές φράσεις µε χρήση άρθρου όπως τα + επίρρηµα τοπικό ή

χρονικό (πρβλ. Τζάρτζανος 2002: 177): από τα τότενε (∆ηµητσάνα Π∆), απ’ τα πολιώρα

(Παλαιοχώρι Π∆), τ’ ανάποδα (Καρύταινα ΧΦ 1976), τ’ ανάσκελα (Βούτσης ΧΦ 1977-

78). Επίσης, παρατηρείται ενίσχυση των περιφραστικών τύπων µε τη δοµή: το (πιο) +

περσότερο.

2.3.5.5. Ιδιωµατικές χρήσεις

Παρατηρείται ιδιότυπη χρήση αντωνυµιών, όπως η επιρρηµατική χρήση του εκείνο

στην αρχή πρότασης:

Τρέχαµε τώρα στο βουνό. Τσείνο, εσύ ήσουνα ενάµιση χρονώνε. Τέσσερες

ηµέρες είχα να ’ρθω µεσηµέρι. (∆ηµητσάνα Π∆)

Η µάνα µου δεν ήξερε γράµµατα. Εκείνο, έλεγε πολλές φορές: «Εγώ πα στην

εκκλησιά, τα ξέρω όλα , αλλά δεν µπορώ να τα ειπώ» (Καρκαλού Π∆)

∆ε µ’ άρενε <άρεσε> το διάβασµα, αλλά και πού χρόνος! Εκείνο, µ’ έπαιρνε ο

πατέρας µου και πηγαίναµε για τοµάρια (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-98).

Σχετική είναι η χρήση του ό, τι στη φράση ή ό,τι ως δείκτη ασάφειας:

Εγώ ό,τι γλυκά να φτιάσω τα φτιάνω µεγάλα. Η κουλούρα έφτιανα ή

ό,τι…Καµπόσοι τα φτιάνουν οσόειναι το φλιτζάνι. Τι στο διάτανο να φας από

δαύτο; (∆ηµητσάνα Π∆)

Ειδοποιούσαµε, όταν εθέλαµε να πάµε, ας ειπούµε, σε σένανε, κάποιονε

στέλναµε είτε παιδί στέλναµε ή παραγγέλναµε ή ό,τι (Ζάτουνα Π∆)

Επήγαινε η νύφη καβάλα στο χωριό του γαµπρού µε το πέπλο, επήγαινε µε το

φόρεµά της ή λευκό ή κόκκινο είχε ή ό,τι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98).

Πολλές λέξεις της Νεοελληνικής Κοινής εµφανίζονται στο γορτυνιακό ιδίωµα

µε διαλεκτική σηµασία: έξω <εκτός>, πίσω <πάλι>, γλαρός (: µαλακός, για ζύµη), µια

δόση <µια φορά>, πάντα <πλευρά>, καταρράκτης <καταπακτή>, τσαντίλα

Page 69: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

64

(: αραιοϋφασµένο πανί για να στραγγίζει το τυρί), φόρα (: µικρό βαρέλι). Στις

λεξιλογικές φράσεις εντάσσεται η χρήση της απρόσωπης φράσης µε απαντάει (απρόσ.)

<µε αφήνει η συνείδησή µου> και δοµών όπως σε πονέσαµε <µας έλειψες>. Πολλοί

διαλεκτικοί τύποι παρουσιάζουν πολυσηµία π.χ. ντώνω (: χαλαρώνω, λύνω, υποχωρώ,

αραιώνω, αφήνω, λιγοστεύω), ντωτός (: αραιός, µαλακός, ρευστός), κατσούλα (: γάτα,

κουκούλα), κατσουλάω <µπουσουλάω>, µπίτι <καθόλου, εντελώς>. Επίσης,

εµφανίζονται πολλές περιπτώσεις ταυτοσηµίας π.χ. ψυχούδια, σπερνά, σπυριά, κουκιά,

µπούλια <κόλλυβα>, νότα, προικοχάρτι <προικοσύµφωνο>, χαρανί, λεβέτι, κακκάβι

<καζάνι>, χαλές, απόπατος, µέρος, καµπινές <τουαλέτα>.

Τέλος, παρατηρείται η επίδραση της πατριαρχικής κοινωνίας στη σηµασία και

χρήση της γλώσσας σε µεµονωµένες λέξεις π.χ. παιδί <αγόρι>, αφέντης (: κουνιάδος

από τον άντρα), αδυνασιά (: γέννηση κοριτσιού), νιογάµπρια <νεόνυµφοι>. Στο ίδιο

φαινόµενο εντάσσεται και η συχνή χρήση αντρωνυµικών (Μίχαινα, Ψαρούλαινα,

Βώβαινα, ∆ηµητρού, Αντώναινα, Γιαννού, Νικολίνα, Κωσταντού, Πετρού, Γιώργαινα).

2.3.6. Σύνοψη

Στον ακόλουθο Πίνακα 2 παρουσιάζονται τα βασικότερα φαινόµενα του γορτυνιακού

ιδιώµατος σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα µε ενδεικτικά παραδείγµατα:

Page 70: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

65

Πίνακας 2: Συνοπτική παρουσίαση του γορτυνιακού ιδιώµατος

Επίπεδο

λόγου Βασικά φαινόµενα Παραδείγµατα

Τάσεις

- ανοιχτή συλλαβή

- αποφυγή χασµωδίας/ αποφυγή συµπλεγµάτων - ουρανικοποίηση

- διφθογγοποίηση/ ηχηροποίηση

των παιδιώνε, τριώ χρονώ

στόειπα, πόλεγε/ καπινός τσιερί, τσιοπάνης κλάιµα/ πρόγκες

Πραγµατώσεις

Φωνολογικ

ό Ε

πίπ

εδο

- σε υγρό/ένρινο περιβάλλον του [i] ως [e]

- µε προσθήκη του τελικού -ς - ανοµοιωτικές - του [o] ως [ u] και του [e] ως [i] - του [i] ως [u]

- του [e] ως [o]

πλερώνω, ντένω

ποτές αίστηµα, σκέδιο

µουσκάρι, µισάντρα

άχιουρα

γιοµάτος Μορφολογία Ρήµατος

- σχηµατισµός ρηµάτων σε –άω αντί –ίζω

- µορφολογική αύξηση,ανεξάρτητα από τη θέση του τόνου,

συχνά µε η-αντί ε- -στην Ενεργητική Φωνή α) α’ ενικό πρόσωπο των θεµάτων µε ατελές ποιόν ενεργείας σε /u/ ή

µε απουσία ληκτικού µορφήµατος β) β’ πληθυντικό πρόσωπο των θεµάτων µε τέλειο ή ατελές ποιόν ενεργείας σε /ute/

- στη Μεσοπαθητική Φωνή α) α’ ενικό πρόσωπο του ενεστώτα και όλων των τροπικών τύπων σε /ume/

β) γ’ πληθυντικό πρόσωπο των ρηµάτων α’ συζυγίας σε /ude/ ή /όde/

γ) γ’ πληθυντικό πρόσωπο των ρηµάτων β’ συζυγίας µε τροπή /u/ σε /o/ - κατάληξη παρατατικού ενεργητικής φωνής –ηγα και µεσοπαθητικής –σαντε στο γ΄πληθ. - αρχαϊκότερη κατάληξη µεσοπαθητικού αορίστου σε –ης/-η

- µετάθεση τόνου σε παρελθοντικούς ρηµατικούς τύπους -απουσία ληκτικού µορφήµατος στην προστακτική ρηµάτων σε –ώνω

- απουσία συλλαβής πριν από τη ρηµατική κατάληξη

- απουσία ληκτικού µορφήµατος ενεργητικής µετοχής - ενεργητικό αοριστικό θέµα µε χαρακτήρα /-ks/, /-ps/ και µεµονωµένα /k/

καθαράω

εκιντυνέψανε ήφερα

λέου/λε

έχουτε, να πούτε

σκέβουµαι γίνουνται/γινόνται κοιµώνται

έζηγα, µπορήγαµε εγινόσαντε εσκοτώθης, επαντρεύτη

ελέγαν, πληρωθήκαν

σκότω

ντρεπόστε τραγουδώντα

να γλιστρήξω, έδωκα

Μορφολογία Ονόµατος

Μορφολογικ

ό Ε

πίπ

εδο

- αλλαγή γένους - κατάληξη πληθ. σε –αίοι των ουσιαστικών σε -άρης/-ύρης - αρσενικά ισοσύλλαβα σε -της ως ανισοσύλλαβα στον πληθυντικό

- πληθυντικός και γενική ενικού ισοσύλλαβων αρσενικών σε -ας - πληθυντικός θηλυκών σε –άδες - πληθυντικός µη οξύτονων ουδετέρων σε –ατα

- µετάθεση τόνου στα ισοσύλλαβα ουσιαστικά

- θηλυκά επίθετα σε –ια - κατάληξη –γος στα ρηµατικά επίθετα µε στερητικό πρόθηµα α-

µια σουλήνα

νοικοκυραίαοι, Αντωνοπουλαίοι προξενητάδες

µήνους, γερόντου

γιορτάδες, ξαδερφάδες ονείρατα

δασκάλοι πολλιά

αβάφτιγος

Page 71: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

66

Πρόταση

Τάση για εκτόπιση του θέµατος όπου το εκτοπισµένο

συστατικό είναι µόνο σηµασιολογικά και όχι συντακτικά συνδεδεµένο µε την πρόταση

Η Σουλελίνα ποτές όσα χρόνια

έζησε δεν είχαµε µαλώσει

Ρηµατική Φράση

- νοητή συµφωνία υποκειµένου και ρήµατος µε περιληπτικά ονόµατα

- χρήση µεσοπαθητικών ρηµατικών τύπων µε ενεργητική (µεταβατική) σηµασία και το αντίστροφο

Συντελεσµένοι χρόνοι ενεργητικής φωνής µε µεσοπαθητική µετοχή:

έχω/είχα + µεσοπαθητική µετοχή στο ίδιο γένος και αριθµό µε το συµπλήρωµά της ή έχω/είχα + άκλιτη µεσοπαθητική µετοχή ουδετέρου

γένους

Είχανε µεγάλη περιουσία το

µοναστήρι ∆ιαλούσε ο γάµος της νύφης Γαλάριες λέµε τις γίδες άµα είναι γεννηµένες Τ’ όνοµα το ’χανε βαλµένο όχι από

µπίτι µωρά

Τα ’χαµε τα χωράφια αραποσίτι σπαρµένο

Τροπικότητα

- δεοντική τροπικότητα µε την περίφραση:

θέλει /ήθελε + κατάλληλος τύπος σχετικού ρήµατος - επιθυµία για απραγµατοποιητο στο παρελθόν µε το

δείκτη αχε

Στη µάνα ήθελε πάει ένας γείτονας κι έλεγε ….

Αχε τον παντρευόµουνα τότες! ∆ε θάηµουνα µοναχή µου

Ονοµατική Φράση

- θεµατοποιηµένες δοµές παράθεσης (µε χρήση

ονοµαστικής ή αιτιατικής πτώσης) - χρήση θεµατικών στοιχείων για το όλο και µέρος -Σύναψη άρθρου γενικής ενικού µε όνοµα γενικής πληθυντικού

Ρούχα είχαµε σεντόνια,

προσκέφαλα…

Έπαιρνε το κρασί την µποτίλια

Άπλωνα τα πανιά του παιδιώνε

Επιρρηµατικά Στοιχεία

- δήλωση του τόπου µε απλή αιτιατική µε ρήµατα

κίνησης - απλή αιτιατική αντί προθετικού συνόλου

- γερούνδιο/επιρρηµατική µετοχή για χρόνο

Μόλις κατεβαίνω τον κατήφορο

Το απάνω µέρος της τράπεζας καθόταν ο ’γούµενος Το πρωί φωτώντα δεν υπάρχει κανείς στην εκκλησία

Προθετικές Φράσεις

Συντακτικό

Επίπεδο

- από + γενική για χρόνο και τόπο (προέλευση)

- από + χρονικό διάστηµα + µπροστά: προθετικό σύνολο

για δήλωση χρόνου

Η νύφη του ήτανε από του Ράφτη

Η νύφη ετοιµαζότανε από µια

βδοµάδα µπροστά

Κύριες υφολογικές τάσεις

- συνεκδοχή

- µετωνυµία

- λεξική επανάληψη

- χρήση του µέλλοντα σε διηγήσεις του παρελθόντος, περιγραφές ή για δήλωση συνήθειας

Ήσαντε κουρασµένοι απ’ τ’ αλώνι Αν ερχόσαντε τα γύρω χωριά

Ήτανε ένα σπίτι εδώ τον κατήφορο-κατήφορο

Οι άντρες ούλο κάτι θα ειπούνε ή

αστείο ή ό,τι Χρήση συνδέσµων

Υφολογικ

ό Ε

πίπ

εδο

- και αντί του να

- για να και να εισαγωγικά ρητορικής ερώτησης

- απέ για δήλωση καταφατικής σύζευξης

Όταν τον βλέπουν κι αρχινάει και τα χάνει και παραλογάει…

Για να πάου στο γάµο; ∆εν πάου

Τουφεκορίνανε. Απέ στεφανωνόµαστε. Απέ λέγανε ...

Page 72: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

67

Γραµµατικές λεξιλογικές µονάδες

- αποφατική σύζευξη µε το σύνδεσµο ίτε

-ερωτηµατικό χας/τίχας και σάµατι/σάµατις σε ρητορικές ερωτήσεις, όπου αναµένεται αρνητική απάντηση

- κάνε/κάνες σε καταφατικές προτάσεις ή ερωτηµατικές προτάσεις

Ίτε ήλιος µας έβλεπε ίτε φεγγάρι

Χας έχω λεφτά να του δώσω;

-Του τάειπες; -Αµ τι κάνε; ∆εν τάειπα;

Παραγωγή

- ρήµατος από ουσιαστικό µε παραγωγική κατάληξη

σε –άζω και –ώνω

- θηλυκών ουσιαστικών σε –ίλα

- παραγωγική κατάληξη -ίδι, χωρίς δήλωση

υποκοριστικής ή µειωτικής σηµασίας - υποκοριστική κατάληξη -ούλης/-ούλι/- ούλια

- κατάληξη -έικο/-έικα για τοπωνύµια ή οικογενειακά

ονόµατα

- επιρρηµατικές καταλήξεις –θε, -πα, -νε για τόπο και χρόνο

σταχτιάζω<στάχτη

γιουκώνω< γιούκος βραχνίλα, αµορίλα

ανιψίδι, πονίδι

Ζαλιζόµουνα λιγούλι σπίτι Αντωνοπουλέικο

ολούθε, εδωπά, τότενε

Σύνθεση

- εξαρτηµένα σύνθετα

- παρατακτικά σύνθετα

- κύρια ονόµατα µε επώνυµο+όνοµα ή όνοµα

πατέρα+όνοµα γιου

- σύνθετα επιρρήµατα µε α’ συνθετικό ισα-

(κατεύθυνση), πάνω (: επιπλέον), τόσο (: πολύ)

- πρόθεση ανα- ως πρώτο συνθετικό

- χρήση του µατα- ως α’ συνθετικού

- σύνθετα µε δεύτερο συνθετικό: -λόγος, -χαρτι, -σκουτο

(: ρούχο)

ποταµοπινίγοµαι, τζακόπανο

ποδοκέφαλο

Κουστενόγιαννης <Κουστένης Γιάννης>

σιαπέρα, πανωπροίκι, δεν τοσολέω

αναπιάνω

δεν το µατακάνω

τειαφολόγος, καλεσοχάρτι, σαλόσκουτο

Φρασεολογικές µονάδες

- ιδιωµατικές φράσεις µε χρήση άρθρου π.χ. τα +

επίρρηµα τοπικό ή χρονικό

Μέχρι τα χτε ήσαντε µονιασµένοι Γυρίζει τ’ ανάσκελα

Ιδιωµατικές χρήσεις

Λεξιλογικό

-Σηµασιολογικό

Επίπεδο

- ό,τι ως δείκτης ασάφειας

- εκείνο στην αρχή πρότασης

- λέξεις µε διαλεκτική σηµασία

- διαλεκτικοί τύποι µε πολυσηµία

- ταυτοσηµία

- επίδραση πατριαρχικής κοινωνίας στη σηµασία και χρήση της γλώσσας

Στο Θεό παρακαλιέσαι. Ή

αρρώστια ή ό,τι εκεί παγαίνεις Εκείνο, µ’ έπαιρνε ο πατέρας µου

και πηγαίναµε για τοµάρια

θησαυρός (: µεγάλη ποσότητα)

ντώνω: χαλαρώνω, υποχωρώ,

αραιώνω, αφήνω, λιγοστεύω

ψυχούδια, σπυριά, κουκιά, µπούλια

<κόλλυβα>

παιδί <αγόρι>

Μήτσαινα, Φιλιπίννα

Page 73: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

68

2.4. Συγχρονική κατάσταση του γορτυνιακού ιδιώµατος

Ύστερα από την πλήρη ανάλυση του γορτυνιακού ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα της

γλώσσας στην ενότητα αυτή ελέγχονται οι περιορισµοί της ηλικίας και του κοινωνικο-

µορφωτικού επιπέδου ως καθοριστικοί παράγοντες για την εξελικτική πορεία του

ιδιώµατος. Οι οµιλητές διακρίνονται µε ποσοτικά κριτήρια σε τρεις κατηγορίες: τους

επαρκείς, τους ενδιάµεσους και τους τελικούς. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η µελέτη

του λόγου σε τρεις γενιές οµιλητών της ίδιας οικογένειας.

2.4.1. Κατηγορίες οµιλητών: επαρκείς, ενδιάµεσοι, τελικοί

Η δοµική σχέση ανάµεσα στο διαλεκτικό λόγο και την κοινή διαφέρει ανάλογα µε το

γλωσσικό ρεπερτόριο κάθε οµιλητή (Καρυολαίµου 1999: 599). Η ευρύτητα του

γλωσσικού ρεπερτορίου εξαρτάται όχι µόνο από τον αριθµό, αλλά και τον τύπο του

κοινωνικού δικτύου στο οποίο µετέχει (Αρχάκης & Κονδύλη 2002: 203). Αν το

κοινωνικό δίκτυο είναι διάχυτο, δηλαδή ευνοεί την επαφή µε άλλα κοινωνικά δίκτυα ή

µε µέλη άλλων κοινωνικών δικτύων, οι οµιλητές που µετέχουν σε αυτό θα έχουν

ενδεχοµένως διευρυµένο γλωσσικό ρεπερτόριο. Αν αντίθετα το κοινωνικό δίκτυο είναι

εστιασµένο και δεν ευνοεί τις επαφές µε άλλα δίκτυα ούτε αποδέχεται τα µέλη του να

έχουν δεσµούς µε µέλη άλλων δικτύων, τότε το γλωσσικό ρεπερτόριο των οµιλητών θα

είναι περιορισµένο (πρβλ. Garmendia & Agote 1997: 105). Με αυτό τον τρόπο

δηµιουργούνται κατηγορίες οµιλητών που διαφοροποιούνται µε βάση το γλωσσικό τους

ρεπερτόριο. Έτσι, µια οµάδα οµιλητών που έχει αποκλειστική επιλογή τη διάλεκτο

διαφοροποιείται από µια άλλη που διαθέτει διευρυµένο ρεπερτόριο, τη διάλεκτο και την

κοινή ή ακόµη τη διάλεκτο, την κοινή και µια ξένη γλώσσα (Καρυολαίµου 1999: 599-

600).

Η έρευνα του γορτυνιακού ιδιώµατος µε βάση την κύρια πηγή δεδοµένων

οδηγεί στο συµπέρασµα ότι µπορούν να διακριθούν τρία είδη οµιλητών: οι επαρκείς, οι

ενδιάµεσοι και οι τελικοί (πρβλ. Dorian 1973, 1980). Η σχέση µεταξύ τους θα µπορούσε

σχηµατικά να παρασταθεί µε την ακόλουθη πυραµίδα:

Page 74: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

69

τελικοί

ενδιάµεσοι

επαρκείς

Επίπεδα λόγου (φωνολογικό, µορφολογικό κ.λπ.)

Στη βάση ανήκουν οι επαρκείς οµιλητές, που ο λόγος τους παρουσιάζει σε εύρος όλα τα

χαρακτηριστικά του γορτυνιακού ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα λόγου που

περιγράφηκαν ανωτέρω (βλ. 2.3). Στην περίπτωση αυτή το ιδίωµα µιλιέται µε

φυσικότητα και καθαρότητα (Πλαδή 2001: 624). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν άτοµα

µεγάλης ηλικίας στην πλειονότητά τους (άνω των 60 ετών) και χαµηλού µορφωτικού

επιπέδου. Κυρίως ανήκουν σε κατώτερη κοινωνική τάξη, κατοικούν µόνιµα στη

Γορτυνία και µάλιστα έχουν ταξιδέψει ελάχιστα ή και καθόλου έξω από αυτήν.

Ως ενδιάµεσοι οµιλητές θεωρούνται αυτοί που στο λόγο τους απαντούν

διαλεκτικά στοιχεία σε όλα σχεδόν τα επίπεδα, τα οποία όµως συχνά εναλλάσσονται µε

στοιχεία της Νεοελληνικής Κοινής. Για παράδειγµα, στον ίδιο οµιλητή παρατηρούνται

οι διπλοτυπίες ζήγανε-ζούσανε, πλερώνω-πληρώνω κ.λπ. Στην παρατηρούµενη

γλωσσική διακύµανση η διαδικασία σύγκλισης ή προσαρµογής έχει προχωρήσει σε

τέτοιο βαθµό, ώστε οι επιλογές του οµιλητή από το ιδίωµα ή την κοινή να παίρνουν τη

µορφή επιµέρους πραγµατώσεων εναλλακτικών επιλογών που τοποθετούνται σε όλο το

µήκος της αλυσίδας του λόγου (Καρυολαίµου 1999: 600). Παράλληλα, παρατηρούνται

φαινόµενα υποχώρησης, όπως στα δεδοµένα µας στην περίπτωση του σχηµατισµού

συντελεσµένων χρόνων µε τάση προτίµησης της ενεργητικής δοµής αντί της

προγενέστερης µεσοπαθητικής π.χ. έχω πει αντί έχω ειπωµένο κ.λπ. (βλ. 2.3.3.) ή στην

περίπτωση του τσιτακισµού, όπου σηµειώνονται ενδιάµεσες ουρανικές προφορές

µεταξύ [ts] και [k]. Απ’ την άλλη, κάποιες διαλεκτικές δοµές όπως η περίφραση

θέλει/ήθελε + τύπος ρήµατος (βλ. 2.3.3.) απουσιάζουν εντελώς σε οµιλητές αυτής της

κατηγορίας. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν άτοµα µε µέσο/χαµηλό µορφωτικό επίπεδο

και µέση ηλικία (30 ως 60 ετών).

Page 75: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

70

Στην κορυφή της πυραµίδας τοποθετείται η κατηγορία των τελικών οµιλητών µε

περιορισµένη χρήση του ιδιώµατος. Περιλαµβάνει άτοµα νεαρής ηλικίας (ως 30 ετών)

που διατηρούν µεµονωµένα φαινόµενα του γορτυνιακού ιδιώµατος, µε κυρίαρχη την

κατάληξη του µεσοπαθητικού παρατατικού –σαντε (π.χ. ερχόσαντε), τον τύπο ήσαντε

<ήταν> και την τάση τονισµού στην παραλήγουσα (π.χ. ερχόνται, ανθρώποι).

Παρατηρούνται σποραδικές εµφανίσεις διαλεκτικών τύπων και δοµών χωρίς

συστηµατικότητα και µε τάση προσαρµογής στη Νεοελληνική Κοινή. Στην κατηγορία

αυτή συγκαταλέγονται και όλοι οι µαθητές δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης (βλ. 2.5).

2.4.2. Οι παράγοντες της ηλικίας και του κοινωνικοµορφωτικού επιπέδου

Είναι γεγονός ότι το γορτυνιακό ιδίωµα εξακολουθεί να χρησιµοποιείται σε όλη τη

γεωγραφική περιοχή, υπόκειται όµως σε περιορισµούς ηλικίας και κοινωνικού-

µορφωτικού επιπέδου (πρβλ. Κοντός 2007: 402). Οι παράγοντες αυτοί µάλιστα δεν

νοούνται ανεξάρτητα, αλλά αποδεικνύονται αλληλένδετοι µε βάση τα κύρια στοιχεία

της παρούσας έρευνας. Σύµφωνα µε την ανάλυση του λόγου των 73 συµµετεχόντων

στην έρευνα, δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι το γορτυνιακό ιδίωµα σώζεται αµιγώς

στην περίπτωση των ηλικιωµένων αναλφάβητων κατοίκων της περιοχής, σε αντίθεση

µε τους µορφωµένους και όσους ανήκουν σε υψηλό κοινωνικό επίπεδο. Η εύστοχη

παρατήρηση του Κοντού (2007: 402) ότι η νέα γενιά των φυσικών οµιλητών έχει την

τάση να χρησιµοποιεί κατά κύριο λόγο τη Νεοελληνική Κοινή ισχύει και στην

περίπτωση του γορτυνιακού ιδιώµατος. Η ανάλυση του λόγου σε τρεις γενιές οµιλητών

µε διαφορετικά κοινωνικά χαρακτηριστικά υποδεικνύει πως η βασική απειλή του

ιδιώµατος είναι η µόρφωση των οµιλητών και η συνακόλουθη γλωσσική

συνειδητοποίηση: όσο περισσότερο αντιληπτές γίνονται οι γλωσσικές επιλογές, τόσο

λιγότερο χρησιµοποιείται το ιδίωµα.

Συγκεκριµένα, όλοι ανεξαιρέτως οι οµιλητές της έρευνας και των δύο φύλων

που είναι ηλικίας άνω των 60 ετών και είτε είναι αναλφάβητοι είτε έχουν το πολύ

φοιτήσει στο ∆ηµοτικό Σχολείο είναι επαρκείς οµιλητές του γορτυνιακού ιδιώµατος,

χρησιµοποιώντας το σε όλα τα επίπεδα του λόγου. Μάλιστα χρησιµοποιούν µε τέτοια

κανονικότητα ιδιωµατικές καταλήξεις και συντακτικές δοµές, που επιτρέπουν να

κάνουµε λόγο µε επαγωγικό τρόπο για χρήση ιδιωµατικής γραµµατικής. Η µόνη

συνειδητή εκφορά φαίνεται πως είναι ο τσιτακισµός, ένα φωνολογικό φαινόµενο που

Page 76: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

71

δεν απαντά σε όλη τη Γορτυνία, µε αποτέλεσµα να είναι εµφανής η διαφοροποίηση

στην προφορά από τόπο σε τόπο. Χαρακτηριστικές είναι οι ακόλουθες αναφορές των

κατοίκων:

Εµάς µας έχουνε βγάλει τσιαι. Εγώ ήµουνα τσιοπανάκος στα Μαγούλιανα

και µου λέγανε «τσαι-τσαι, τσει χάµου». Στα Μαγούλιανα δεν τόειχανε το

τσαι. Τόειχανε και στα Λαγκάδια, αλλά εκεί το λέγανε αλλιώτικα. Κι έχει µείνει γι’ αστείο για τους Λαγκαδινούς και λένε: «Τσαι τσιούλησε ο

’Πιτάφιος τσι από την απάνου Παναγίτσα πήγε στην κάτουου. Έγινε πολλιά

ζηµιά µάικω; Όοχι! Του παπά τα τσεριά τσαι τα πετραχήλιααα!».

(∆ηµητσάνα Π∆)

Κρατήγαµε για τον παπά ένα τάληρο κι είχαµε ένα δίφραγκο για τα παιδιά.

Ερχόταν ο παπάς και το παιδί µε την τέσα. Απέ είχαµε έναν παπά, Θεός σχωρέστον, απ’ έλεγε «Τσαι του παιδιώνε τίποτα!» Έλεγε το τσαι. (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-98)

Πρέπει να τονιστεί ότι όλοι οι επαρκείς οµιλητές διαθέτουν χαµηλό

επαγγελµατικό υπόβαθρο, ασχολούµενοι κυρίως µε αγροτικές και κτηνοτροφικές

εργασίες. Από την άλλη πλευρά διακρίνεται ο λόγος των κατοίκων που έχουν µεν την

ίδια ηλικία, αλλά ανήκουν σε υψηλότερο κοινωνικό στρώµα και έχουν λάβει µέση ή

ανώτατη εκπαίδευση. Η διαφορά είναι εντυπωσιακή µε κύριο χαρακτηριστικό την

απουσία της ουρανικής προφοράς. Οι γλωσσικές εκφορές είναι συνειδητές µε εµφανή

το στιγµατισµό του ιδιώµατος, αφού απορρίπτεται.

Χαρακτηριστική της γλωσσικής συνειδητοποίησης για το τι είναι διαλεκτικό και

τι όχι είναι η παράθεση παροιµιών µε διαλεκτικά στοιχεία από µια ηλικιωµένη

φιλόλογο, που συµµετέχει στην κύρια έρευνα έχοντας γνώση του στόχου διεξαγωγής

της. Η ίδια δεν χρησιµοποιεί καθόλου το ιδίωµα, αλλά µεταφέρει αυτούσια τη

διαλεκτική οµιλία της αγράµµατης µητέρας της.7 Αξίζει ακόµα να αναφερθεί

µεµονωµένα και η περίπτωση ενός ακόµα πληροφορητή της κύριας έρευνας, µιας

γυναίκας 104 ετών, µόνιµης κατοίκου Γορτυνίας, που ανήκει σε ανώτερο κοινωνικό

στρώµα και χρησιµοποιεί ελάχιστα διαλεκτικά στοιχεία, κυρίως µορφολογικά,

7 Για παράδειγµα, αναφέρει παροιµίες όπως: Κάτινους χαρίζανε γάιδαρο και τήραγε τ’ αφτιά του, Η

αλπού είχε εργατιά και κείνη ακριδολόγαε, Το λύκο τον κουρεύανε, πούθε παν τα πρόβατα, Από τα χτε ως

τα σήµερα λείπει ο άντρας µου στο µύλο. Τι λέτε, σεις γειτόνισσες, να παντρευτώ ή να µείνω;, Ούλη η

θάλασσα αλµυρή, αλλά τόπους-τόπους έναι λύσσα, Τα χίλια µύρια τσάρτζαλα την κακαειδή παντρεύουν. Τα χίλια µύρια σώνουνται κι η κακαειδή µεινέσκει, Όσο θέλεις δούλευε κι όσο θέλει ο θεός θα σου δώκει,

Η γίδα που θέλει ραβδιές στου τσιοπάνη τη µαγκούρα πάει και ξυέται, Τα χιουσµένα µαζεµένα δε γινόνται.

Page 77: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

72

φωνολογικά (π.χ. ήσαντε, ερχόνται, πόχουν, πούηταν κ.λπ.), χωρίς όµως ουρανική

προφορά.

Τα στοιχεία αυτά υποδεικνύουν ότι όσο χαµηλότερο είναι το κοινωνικο-

οικονοµικό υπόβαθρο των συµµετεχόντων τόσο θετικότερη είναι η αντιµετώπιση του

ιδιωµατικού λόγου. Είναι σαφές ότι για να επιβεβαιωθεί ο συσχετισµός αυτός

απαιτείται πιο εκετεταµένη έρευνα µε δειγµατοληπτικό σχεδιασµό. Ωστόσο, µπορούµε

να διαπιστώσουµε και στα δικά µας δεδοµένα ότι ο συσχετισµός µεταξύ του

ιδιωµατικού λόγου και της κοινωνικής τάξης καθιστά το ιδίωµα δείκτη ένταξης των

ατόµων σε κατώτερη κοινωνική τάξη (πρβλ. Münstermann 1989: 166-181).

Οι περιπτώσεις πληροφορητών που αναφέρθηκαν πιο πάνω υποδεικνύουν

επίσης την τάση εγκατάλειψης του ιδιώµατος. Είναι σηµαντικό ότι παρουσιάζονται

σηµαντικές αποκλίσεις στη χρήση της γλώσσας σε µια κλειστή κοινωνία και µάλιστα

σε µια εποχή που τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης δεν ήταν ευρέως διαδεδοµένα, ώστε να

καταστήσουν κυρίαρχη την παρουσία της επίσηµης γλώσσας. Φαίνεται εποµένως ότι

λόγω της προφορικής υπόστασής του το γορτυνιακό ιδίωµα θεωρείται κατώτερη µορφή

λόγου από πληροφορητές που ανήκουν σε µέσο ή υψηλό µορφωτικό και κοινωνικό

επιπέδο.

Αντίθετα, σε άτοµα µικρότερης ηλικίας, που η νεότητά τους ταυτίζεται µε τα

χρόνια της γλωσσικής µεταρρύθµισης (1976), η τάση αυτή περιθωριοποίησης του

ιδιώµατος είναι ακόµα πιο έντονη. Ήδη η κυριαρχική παρουσία της Νεοελληνικής

Κοινής υποκαθιστά ακόµα και επικρατούσες διαλεκτικές δοµές. Και στους οµιλητές

αυτής της ηλικίας (30 - 60 ετών) η µόρφωση αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στη

χρήση του ιδιώµατος. Έτσι, το ιδίωµα χρησιµοποιείται από άτοµα µε χαµηλότερο

µορφωτικό επίπεδο που δεν εξασκούν το γραπτό λόγο και συνήθως αδυνατούν να

διακρίνουν τους διαλεκτικούς τύπους από τους αντίστοιχους της Νεοελληνικής Κοινής.

Αντίθετα, οι κάτοικοι της ίδιας ηλικίας που έχουν λάβει εκπαίδευση που τους επιτρέπει

να ελέγχουν τις γλωσσικές τους επιλογές τείνουν να απορρίπτουν την ιδιωµατική

γλωσσική ποικιλία.

Ακόµα πιο εµφανής είναι η φθίνουσα πορεία του ιδιώµατος στη νέα γενιά

(πρβλ. Blanchet & Armstrong 2006: 259), αφού ακόµα και άτοµα που δεν έχουν

ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση χρησιµοποιούν το διαδίκτυο, βλέπουν

Page 78: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

73

τηλεόραση, διαβάζουν εφηµερίδες, περιοδικά κ.λπ. και έτσι σταδιακά υπόκεινται σε

ένα είδος γλωσσικής αφοµοίωσης.

Στο πλαίσιο διεξαγωγής της κύριας έρευνας εντάσσεται και η σύγκριση

παραγωγής αυθόρµητου λόγου από τέσσερις οµιλήτριες ηλικίας 30 ως 36 ετών. Η

συλλογή του δείγµατος πραγµατοποιήθηκε σε συνθήκες ελεύθερης συζήτησης.

Ανάµεσα στα τέσσερα υποκείµενα σηµειώνεται διαφορά µόνο στο µορφωτικό επίπεδο,

ενώ το οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο έχουν µεγαλώσει είναι διαλεκτόφωνο.

Αναλυτικά, η οµιλήτρια Κ είναι απόφοιτος της Α’ Γυµνασίου, 35 ετών, ιδιωτική

υπάλληλος, και µπορεί να χαρακτηριστεί ως ενδιάµεση οµιλήτρια (π.χ. ουρανική

προφορά των [l], [n], [s], χάµου, ευτού, τσιάντα, θα πούτε, εγινόσαντε, να δώκεις,

αθρώποι, πίνιξε κ.λπ.). Η οµιλήτρια Μ είναι 36 ετών, απόφοιτη Λυκείου, δηµόσιος

υπάλληλος, και χρησιµοποιεί µεµονωµένους τύπους του ιδιώµατος (π.χ. ήσαντε,

µιλιώνται, πούµα, µπίτι κ.λπ.). Η τρίτη οµιλήτρια Β είναι 33 ετών, έχει λάβει ανώτατη

µόρφωση και ζει µόνιµα στη Γορτυνία. Στην οµιλία της δεν απαντούν ιδιωµατικά

στοιχεία που να µαρτυρούν τον τόπο καταγωγής της. Τέλος η οµιλήτρια Α είναι 30

ετών, έζησε ως τα 18 της στη Γορτυνία και από τότε διαµένει στην Αθήνα εργαζόµενη

ως δασκάλα. Ο λόγος της είναι πλήρως προσαρµοσµένος στη Νεοελληνική Κοινή. Η

µεµονωµένη αυτή περίπτωση συνάδει µε τις προηγούµενες διαπιστώσεις ότι το

µορφωτικό επίπεδο διαµορφώνει πρωτίστως τη χρήση της γλώσσας και σε συνάρτηση

µε το κοινωνικό υπόβαθρο και την ηλικία καθορίζει την πορεία του γλωσσικού

ιδιώµατος.

2.4.3. Σύγκριση οµιλητών της ίδιας οικογένειας

Καθοριστικός στη διαφοροποίηση της γλωσσικής συµπεριφοράς είναι ο παράγοντας

του µορφωτικού επιπέδου, ακόµα και σε µέλη της ίδιας οικογένειας. Η ακόλουθη

περίπτωση µε δεδοµένα που συλλέχθηκαν στο πλαίσιο της κύριας έρευνας παρουσιάζει

ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς είναι ενδεικτική της εξέλιξης του ιδιώµατος µέσα στο ίδιο

οικογενειακό περιβάλλον. Συγκεκριµένα, τα δεδοµένα της έρευνας επιτρέπουν να

συγκριθεί ο προφορικός λόγος σε τρεις γενιές οµιλητών της ίδιας οικογένειας σε δυο

διαφορετικές οικογένειες.

Στην πρώτη περίπτωση και τα τρία µέλη της οικογένειας, γιαγιά, γιος και

εγγονή, είναι µόνιµοι κάτοικοι της ∆ηµητσάνας από τη γέννησή τους ως σήµερα. Η

Page 79: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

74

γιαγιά Ν είναι 92 ετών, αναλφάβητη. Ο γιος Τ είναι 65 ετών, απόφοιτος ∆ηµοτικού. Η

εγγονή Ν είναι 36 ετών και έχει φοιτήσει ως τη Β’ Γυµνασίου. Ο λόγος της γιαγιάς Ν

έχει όλα τα στοιχεία επαρκούς οµιλήτριας του ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα του λόγου,

όπως φαίνεται στον Πίνακα 3, που ακολουθεί. Ο γιος Τ µπορεί να χαρακτηριστεί

επαρκής οµιλητής µε εναλλακτική χρήση όµως ενίοτε τύπων της Νεοελληνικής Κοινής

και του ιδιώµατος π.χ. τειάφι/θειάφι, εκλείσαν/έλυσαν, ζήγανε/αργούσε κ.λπ. Η εγγονή Ν

παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά ενδιάµεσης οµιλήτριας, διατηρώντας πολλά

φωνολογικά, µορφολογικά και λεξιλογικά στοιχεία.

Στη δεύτερη περίπτωση και τα τρία µέλη της οικογένειας είναι µόνιµοι κάτοικοι

∆ηµητσάνας µε τη διαφορά ότι η εγγονή απουσίασε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια των

σπουδών της. Η γιαγιά Ε είναι 84 ετών, απόφοιτη ∆ηµοτικού. Η κόρη Α είναι 53 ετών,

απόφοιτη Γυµνασίου. Η εγγονή Ε είναι 32 ετών και έχει λάβει ανώτατη µόρφωση. Η

γιαγιά Ε είναι επαρκής οµιλήτρια του ιδιώµατος. Η κόρη Α µπορεί να χαρακτηριστεί

ενδιάµεση οµιλήτρια µε εναλλακτική χρήση τύπων της Νεοελληνικής Κοινής και του

γορτυνιακού ιδιώµατος π.χ. θα πείτε/θα πούτε, επαντρεύτη/µαζεύτηκε,

περισσότερο/περβόλι κ.λπ. Αντίθετα, ο λόγος της εγγονής Ε είναι απόλυτα

προσαρµοσµένος στη Νεοελληνική Κοινή, ώστε να µην απαντά κανένα διαλεκτικό

στοιχείο.

Ο Πίνακας 3 στην επόµενη σελίδα συνοψίζει όλα τα διαλεκτικά στοιχεία που

απαντούν στο λόγο των οµιλητών των δύο οικογενειών στα δεδοµένα µας.

Page 80: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

75

Πίνακας 3: ∆ιαλεκτικά στοιχεία σε τρεις γενιές οµιλητών

Επίπεδα λόγου

Μέλη Φωνολογικό Μορφολογικό Συντακτικό Υφολογικό Λεξιλογικό-

Σηµασιολογικό

Γιαγια

Ν

των παιδιώνε, απαράτηκε, σούειπα,

κλει, πόχασε, διαλύγανε, συφωνία,

πινιµένος, τσιουπί, παιδάτσι, πρόγκες, µουσκάρι, γιόµιση,

µαγέρεψα,

περβόλι, χτηµατίας

καθεράει, ήγλεπα,

εγινόσαντε, έναι, έχουτε, πάου, ερχόνται, αβάφτιγο,

σούρνοντα,

πεθεράδες, αθρώποι, ονείρατα,

ενού

τονε λείπει, δουλεµένη γυναίκα,

έχω ειπωµένο,

από δέκα ηµέρες µπροστά,

στη µέση τη σάλα,

του Φωτώνε

Παγαίναµε ούλο το χωριό,

το κόβεις ψιλούλι-ψιλούλι, Απέ µου κάνει..

ίτε ρούχα ίτε τίποτα,

για δε τρως; γιουκώνεις τα

προικιά,

Χας είχαµε και το

ψωµί; αναποδινίφτω,

καλεσοχάρτι, λωβή µέρα,

γλαρό ζυµάρι, παιδί <αγόρι>

Γιος Τ

τειάφι, ηφαίστεια, µπακεταρισµένο, τότες, ούλος, περσότερες, κατευτείαν, Αντωνόπλου

ζήγανε, µαζευόσαντε, εσκοτώθη,

εκλείσαν, χαιρόστε, ασαράντιγη,

δηµάρχοι, αφεντάδες

τάειχα δοσµένα,

τραγουδάγαµε τον κατήφορο,

ερχόσαντε όλια η οικογένεια

Απέ του λε…

Για να πάµε; ∆εν πάµε κακοµουτσούνιασε, του ∆ιαµαντελόγιαννη,

µπίτι µπανταβός, ντωτός

1η Ο

ΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Εγγονή

Ν

χάµου, φτιάνεις, επειδής, οικογένεια

θα ’ρθούτε, κοιµώνται, ήσαντε, ερχόσαντε, γειτόνοι, δασκάλοι

Ο κόσµος ήσαντε, Πάει τον κατήφορο

Απέ.. µπίτι, τα ταρνάρισε, το σούπωσε

Γιαγιά

Ε

τσεφάλι, ούλα,

φαητό,

κανένανε, τελέφωνα,

πόβρε, πούησαντε, πάαινα,

σιορόπι, άχος

λε, ζύµω,

µιλιόστε, µπόρηγα,

να βγούτε, λούζουνται, να ιδείς, ετσοιµόσαντε, είναι, αβάφτιγο,

δυονώνε

Ο Ντούβας τούειχανε παρµένο,

τον ευτσήθηκε, τις είχε κανωµένο,

θελα πάµε, βάνει τη µια µεριά,

του παιδιώνε

Άµα πέρναγε κηδεία,

Απέ…,

Αρχινάει και φτιάνει…

βραχνίλα,

χόρτα ή ό,τι, από τα χτε, ετότενε, πούθε, ντώνει

Κόρη Α

Πέµιτη,

φτιάνεις, πλέρωσα

ήσαντε, θα φύγουτε, σηκωνόνται, προέδροι, νυφάδες, αλλουνού

------ Άρχιζε κι αλάφρωνε ο

κόσµος Η συγγένεια

ευχόσαντε…

µπίτι, χάµω,

αρβαλάει, έντωσε, πούθε 2

η Ο

ΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Εγγονή

Ε

------------------ ----------

----------

---------- -----------------------

Page 81: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

76

Υποστηρικτικό της σύγκρισης των δύο οικογενειών µπορεί να θεωρηθεί και το

υλικό που προέρχεται από δυο γενιές οµιλητών της ίδιας οικογένειας στην κύρια

έρευνα. Και οι δυο γονείς Γ και Σ, 78 και 76 ετών, απόφοιτοι ∆’ και Γ’ ∆ηµοτικού

αντίστοιχα, είναι διαλεκτόφωνοι. Στην οµιλία τους παρουσιάζονται στοιχεία όπως:

καπινός, φέτο, Πάσκα, σκοτωθήκαν, εκόπη, θα φτιάκει, πατάκα, κοβόσαντε, για δε

καθόστε, ζα, ταχιά, να τηράξει, αγύριγο, φόρτω τη µια µεριά, ίτε που τονε ξανάειδα κ.λπ.

Τα παιδιά Θ και Μ, 34 και 37 ετών αντίστοιχα, ζουν στο ίδιο οικογενειακό περιβάλλον,

είναι µόνιµοι κάτοικοι ∆ηµητσάνας και παρουσιάζουν µεγάλη διαφορά στη γλωσσική

τους συµπεριφορά. Ο Θ, απόφοιτος ∆ηµοτικού και ασχολούµενος µε

αγροτικές/κτηνοτροφικές εργασίες, σηµειώνει στην οµιλία του περισσότερα

γνωρίσµατα του γορτυνιακού ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα του λόγου π.χ. τσιοπάνης,

πλέρω, γενόνται, συνηθάει, τρούπιο, φτυεί, συγγενήδες, θα καβαλήκω, σιαπάνου,

εστελνόσαντε, µπόρηγα, απέ του λε, να περάσουτε, αµάκα, µπανταβό κ.λπ. Απ’ την άλλη,

ο λόγος της αδελφής του Μ, που είναι απόφοιτος Λυκείου και εργάζεται ως δηµόσιος

υπάλληλος, είναι πιο κοντά στη Νεοελληνική Κοινή µε σποραδικές εµφανίσεις

διαλεκτικών τύπων στην παραγωγή αυθόρµητου λόγου όπως: ερχόσαντε/ερχόντουσαν,

ερχόνται, φτιάνει, ξεσπινιστά, µπίτι, χάµω, ήσαντε κ.λπ.

Φυσικά, δεν µπορούν να εξαχθούν συµπεράσµατα από ένα τόσο µικρό δείγµα.

Απλώς τα ευρήµατα είναι ενδεικτικά για το ρόλο που διαδραµατίζει η µορφωτική και

κοινωνική κατάσταση του ατόµου στις γλωσσικές του επιλογές, διαλεκτικές ή µη,

ακόµα και µέσα στην ίδια οικογένεια.

2.5. Το ιδίωµα στο λόγο των µαθητών

Η µελέτη του γορτυνιακού ιδιώµατος ολοκληρώνεται µε τα στοιχεία που προκύπτουν

από την έρευνα που πραγµατοποιήθηκε σε µαθητές που φοιτούν στα σχολεία

δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της Γορτυνίας κατά το σχολικό έτος 2007-2008. Η θέση

που κατέχει το ιδίωµα στο λόγο των µαθητών καθορίζει και την πορεία εξέλιξής του,

αφού η τύχη µιας γλωσσικής ποικιλίας εξαρτάται από τη γλωσσική συµπεριφορά των

νέων (Crystal 2000: 11). Γι αυτό το λόγο οι µαθητές χαρακτηρίζονται και ως τελικοί

οµιλητές.

Ακολούθως παρουσιάζεται αναλυτικά η πορεία της συγκεκριµένης έρευνας,

στην οποία ελέγχεται η παραγωγή του προφορικού και γραπτού λόγου των µαθητών

Page 82: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

77

όλων των τάξεων Γυµνασίου και Λυκείου. Αρχικά, εντοπίζονται οι διαλεκτικοί τύποι

στα µαθητικά γραπτά και στη συνέχεια στον προφορικό λόγο τόσο σε συνθήκες

διδακτικής πράξης όσο και ελεύθερης συζήτησης µε τους µαθητές έξω από το πλαίσιο

του µαθήµατος. Ενδιαφέρει η σύγκριση των διαλεκτικών εκφορών σε όλα τα γλωσσικά

επίπεδα, ώστε να καταδειχθούν τα φαινόµενα που εµφανίζουν τη µεγαλύτερη

συχνότητα χρήσης. Επίσης, η παρουσία ή µη διαλεκτικών στοιχείων ελέγχεται µε βάση

τη µεταβλητή της ηλικίας των µαθητών, αλλά και του κοινωνικοµορφωτικού επιπέδου

της οικογένειάς τους. Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται να καταφανεί η κοινωνική

ταυτότητα των τελικών οµιλητών του ιδιώµατος, καθώς και η σχέση που υπάρχει

ανάµεσα στον παράγοντα της γλωσσικής συνειδητοποίησης και της σχολικής επίδοσης

µε τη χρήση του ιδιώµατος.

2.5.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία

Με τη συλλογή προφορικού και γραπτού δείγµατος από όλες τις τάξεις Γυµνασίου και

Λυκείου επιδιώχθηκε αφενός η παρουσίαση της θέσης του ιδιώµατος στο λόγο των

τελικών οµιλητών και αφετέρου η εξέταση του παράγοντα της γλωσσικής

συνειδητοποίησης στη φθίνουσα πορεία του ιδιώµατος. Για το λόγο αυτό στο

συγκεκριµένο δείγµα δεν περιλαµβάνονται µαθητές της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης, οι

οποίοι δεν έχουν ακόµα την απαιτούµενη ηλικιακή και πνευµατική ωρίµαση, ώστε να

αξιολογούν τις γλωσσικές επιλογές τους (πρβλ. Williams 1989: 197).

Η έρευνα περιλαµβάνει τρία στάδια: αρχικά εξετάζεται ο γραπτός λόγος των

µαθητών, προκειµένου να ανιχνευθούν διαλεκτικά στοιχεία σε αυτόν. Στη συνέχεια

εντοπίζονται διαλεκτικοί τύποι στον προφορικό λόγο των µαθητών εντός της σχολικής

τάξης κατά τη διάρκεια της διδακτικής διαδικασίας. Τέλος, µελετάται ο προφορικός

λόγος ως προϊόν αυθόρµητης οµιλίας έξω από την αίθουσα διδασκαλίας.

Η ηλικιακή και κοινωνική ταυτότητα των συµµετεχόντων στην έρευνα µαθητών

δηλώνεται ως εξής: Γ: µαθητής/µαθήτρια Γυµνασίου, Λ: µαθητής/µαθήτρια Λυκείου,

Α: Αρσενικού γένους Θ: Θηλυκού γένους, Χ/Υ: Χαµηλό/ Υψηλό κοινωνικοµορφωτικό

επίπεδο οικογένειας. Για παράδειγµα, ΓΑΧ: µαθητής Γυµνασίου χαµηλού κοινωνικο-

µορφωτικού επιπέδου.

Page 83: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

78

2.5.2. Ανάλυση δεδοµένων γραπτού λόγου

Το δείγµα αποτελείται συνολικά από 283 µαθητικά γραπτά Γυµνασίου και Λυκείου σε

γλωσσικά µαθήµατα, στα οποία σηµειώθηκαν τα ακόλουθα διαλεκτικά στοιχεία

κατηγοριοποιηµένα σε επίπεδα λόγου. (∆ιατηρείται η ορθογραφία των µαθητών).

α) φωνολογικό επίπεδο: ανάχτορα (ΓΑΧ), ’στήµατα <αισθήµατα> (ΓΑΧ),

ευαίστητη και µε αυτοδιόρθωση ευαίσθητη (ΓΘΧ), θα πασκίσει, πήµατα <ποιήµατα>

(ΓΑΧ) ελευτερία (ΛΑΧ),

β) µορφολογικό επίπεδο: εθίµατα (ΓΘΧ), ήσαντε ((ΓΑΧ), δηµιουργιόσαντε

(ΓΑΧ), επηγαίνανε (ΓΑΧ), εκηδεύανε (ΓΑΧ), αιχµαλώτοι (ΓΘΧ), φοβόνται (ΓΘΧ),

Είχαν πα να γιορτάσουν (ΓΘΧ), εφτιάχναν (ΓΘΧ), εµέναν (ΓΑΧ), γειτόνους (ΓΘΧ),

κάναν (ΓΑΧ), µαθαίναν, ανθρώποι (ΓΑΧ), πηγαίναν (ΓΘΧ), πλουταίναν (ΓΘΧ),

φτιάξαν (ΓΘΧ), χαλάσαν (ΓΘΧ), µε ικετέψατε (ΓΘΧ),

γ) συντακτικό επίπεδο: Η Πεντηκοστή γίνεται µετά από σαράντα µέρες την

Ανάσταση του Χριστού (ΓΑΧ), Αυτή η φράση την είπε η Ελένη (ΓΑΧ),

δ) υφολογικό επίπεδο: Στη χώρα µας έρχεται πολύς ξένος κόσµος επειδή τους

αρέσει (ΓΘΧ),

ε) λεξιλογικό-σηµασιολογικό επίπεδο: Ο τρόπος που δίδασκε ο δάσκαλος δεν

ήταν µε αυστηρότητα είτε (= ίτε <ούτε>) µε αγριότητα, Στην Ελλάδα θα πάµε εκδροµές ή

ο,τιδήποτε (ΓΑΧ).

Τα συγκεκριµένα στοιχεία προφορικότητας εντοπίστηκαν σε 29 γραπτά

(ποσοστό 10,25%) και καθιστούν εµφανή την κυρίαρχη θέση του φωνολογικού και

µορφολογικού επιπέδου σε σύγκριση µε τα άλλα επίπεδα λόγου.

Με εξαίρεση ένα µόνο γραπτό που ανήκει σε µαθητή της Α’ Λυκείου, όλα τα

υπόλοιπα διαλεκτικά στοιχεία σηµειώθηκαν σε γραπτά µαθητών και µαθητριών

Γυµνασίου. Είναι αξιοσηµείωτο ότι τα παιδιά αυτά προέρχονται από περιβάλλοντα µε

χαµηλό κοινωνικοµορφωτικό υπόβαθρο, και µάλιστα στην πλειονότητα των

περιπτώσεων (62%), οι γονείς είναι κτηνοτρόφοι ή αγρότες και έχουν λάβει µόνο

στοιχειώδη εκπαίδευση. Όσον αφορά στη µεταβλητή του φύλου, λόγω του µικρού

δείγµατος δεν καθίσταται δυνατό να εξαχθούν ασφαλή συµπεράσµατα.

Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι η χρήση στοιχείων διαλεκτικού λόγου εντάσσεται σε

µια συνολική εικόνα των γραπτών των µαθητών, στην οποία εµφανίζονται πολυάριθµα

εκφραστικά και ορθογραφικά λάθη. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα διαλεκτικά στοιχεία

Page 84: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

79

περιλαµβάνονται σε γραπτά που µαρτυρούν γενικά αδυναµία στην παραγωγή γραπτού

λόγου, ενώ σε εκείνα τα γραπτά που δεν παρατηρούνται ιδιαίτερα εκφραστικά και

ορθογραφικά λάθη απουσιάζουν και οι διαλεκτικοί τύποι.

2.5.3. Ανάλυση δεδοµένων προφορικού λόγου εντός της σχολικής αίθουσας

Η εξέταση του προφορικού λόγου κατά τη διάρκεια της διδακτικής πράξης

πραγµατοποιήθηκε µε τη µαγνητοφώνηση 17 διδακτικών ωρών σε γλωσσικά

µαθήµατα, απ’ όπου προέκυψαν τα ακόλουθα αποτελέσµατα:

α) φωνολογικό επίπεδο: επειδής (2 ΓΑΧ), τάση για ουρανική προφορά των

τριβοµένων [s], [z], [l], [n] (πληθώρα παραδειγµάτων), τάση για ανοιχτή κατάληξη

ρηµάτων (πληθώρα παραδειγµάτων), τάση για συνίζηση (αρκετά παραδείγµατα),

β) µορφολογικό επίπεδο: ήσαντε (αρκετά παραδείγµατα), ανθρώποι (ΓΘΧ), µ’

άρενε και µε αυτοδιόρθωση άρεσε (ΓΑΧ),

δ) συντακτικό επίπεδο: Από του Ράδου (ΓΘΧ),

ε) υφολογικό επίπεδο: Ήταν ένας κυνηγός κι ήτανε στο καφενείο. Απέ βλέπει

(ΓΘΧ),

στ) λεξιλογικό-σηµασιολογικό επίπεδο: Χάµω (2 ΓΑΧ).

Μια σύντοµη θεώρηση των δεδοµένων υποδεικνύει ότι και κατά την παραγωγή

του προφορικού λόγου τα περισσότερα στοιχεία σηµειώνονται σε φωνολογικό και

µορφολογικό επίπεδο και κατεξοχήν στους µαθητές και µαθήτριες Γυµνασίου.

2.5.4. Ανάλυση δεδοµένων προφορικού λόγου εκτός σχολικής τάξης

Σε επόµενη φάση ελέγχθηκε ο προφορικός λόγος των µαθητών έξω από τη σχολική

τάξη σε συνθήκες ελεύθερης συζήτησης, αλλά και ως προϊόν συνέντευξης, χωρίς

ωστόσο να γνωρίζουν οι συµµετέχοντες το σκοπό της έρευνας.

Τα διαλεκτικά στοιχεία, που αποτελούν προϊόν τυχαίου δείγµατος, µπορούν να

συνοψισθούν ως εξής:

α) φωνολογικό επίπεδο: θα πλερώνουν (ΓΑΧ, ΓΘΧ), απόγεµα, γαλακτοµπούρικο

(ΓΑΧ), τσει κα <εκεί κάτω>, θα καταχτήσει, έχτης (ΓΘΧ), υπερεσίες (ΓΘΧ),

κουραµπιγιέδες (ΓΑΧ), χάµου (3ΓΑΧ, 1ΛΑΧ), τάση για ουρανική προφορά των

τριβοµένων [s], [z], [l], [n] (πληθώρα παραδειγµάτων), τάση για ανοιχτή κατάληξη

ρηµάτων (πληθώρα παραδειγµάτων),

Page 85: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

80

β) µορφολογικό επίπεδο: λίγια (ΓΑΧ, ΓΘΧ), ήσαντε (ΓΑΧ, ΓΘΧ), εγινόσαντε

(ΓΘΧ), θα ’ρθούτε, κυρία; (ΓΑΧ), πα <πάω>,(ΓΘΧ), βοσκάνε απολυτές (ΓΑΧ),

ανθρώποι (ΓΑΧ, ΓΘΧ), σκοτωθήκαν (ΓΑΧ), ερχόνται (ΓΑΧ, ΓΘΧ), πέσε <πες> (ΓΑΧ),

δ) υφολογικό επίπεδο: Έχει πολύ δέντρο το Βαλτεσινίκο (ΓΑΧ), Κάνουµε ένα

αλώνι (ΓΑΧ),

ε) λεξιλογικό-σηµασιολογικό επίπεδο: κει χάµω (ΓΑΧ), πα <πάνω> (ΓΘΧ),

να τηράξω; (ΓΑΧ).

Από την παραπάνω κατάταξη των παραδειγµάτων διαπιστώνεται ότι το ιδίωµα

έχει κυρίως χαρακτήρα φωνολογικό και µορφολογικό στο λόγο των µαθητών του

Γυµνασίου.

Αντίθετα, στο λόγο των µαθητών του Λυκείου του συγκεκριµένου δείγµατος

δεν απαντά παρά µόνο ένας διαλεκτικός τύπος (χάµου). Βέβαια, αρκετά συχνά και σε

αυτή την περίπτωση παρατηρείται η τάση για ανοιχτή κατάληξη ρηµάτων, καθώς και

για ουρανική προφορά των τριβοµένων [s], [z], [l], [n]. Σποραδικά απαντούν λεξιλογικά

στοιχεία και µεµονωµένες δοµές σε υφολογικό επίπεδο.

2.5.5. Συζήτηση

Η παρούσα έρευνα παρέχει ενδεικτικά δεδοµένα για τη θέση που κατέχει το γορτυνιακό

ιδίωµα στο λόγο των µαθητών της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Στον Πίνακα 4 της

διπλανής σελίδας αποτυπώνεται παραστατικά το στάδιο υποχώρησης στο οποίο

βρίσκεται το ιδίωµα, όπως φαίνεται από το λόγο των τελικών οµιλητών.

Page 86: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

81

Πίνακας 4: ∆ιαλεκτικά στοιχεία στο λόγο των µαθητών ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης

Επίπεδα λόγου

Είδος λόγου

Φωνολογικό Μορφολογικό Συντακτικό Υφολογικό Λεξιλογικό

Σηµασιο-

λογικό

Γραπτός ανάχτορα,

’στήµατα,

ευαίστητη,

θα πασκίσει,

ζο

ήσαντε,

επηγαίνανε,

δηµιουργιόσαντε,

πα <πάει>

εφτιάχναν, εµέναν,

κάναν,µαθαίναν,

πηγαίναν,

πλουταίναν,

φτιάξαν, χαλάσαν,

φοβόνται, ικετέψατε,

εθίµατα,

γειτόνους,

αιχµαλώτοι,

ανθρώποι

Μετά από σαράντα

µέρες την Ανάσταση

του Χριστού,

Αυτή η φράση την

είπε η Ελένη

Στη χώρα µας

έρχεται πολύς

ξένος κόσµος

επειδή τους

αρέσει

∆εν ήταν µε αυστηρότητα

είτε µε αγριότητα

Στην Ελλάδα

θα πάµε εκδροµές ή

οτιδήποτε

Προφορικός

εντός τάξης επειδής, ουρανική

προφορά των τριβοµένων, ανοιχτή κατάληξη

ρηµάτων, συνίζηση

ήσαντε,

ανθρώποι,

µ’ άρενε

Από του Ράδου Ήταν ένας

κυνηγός κι

ήτανε στο

καφενείο.

Απέ βλέπει ..

Χάµω

ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Προφορικός

εκτός τάξης θα πλερώνου,

απόγεµα, γαλακτοµπούρικο,

τσει κα,

θα καταχτήσει,

έχτης,

υπερεσίες,

κουραµπιγιέδες, ουρανική

προφορά των τριβοµένων, ανοιχτή κατάληξη

ρηµάτων, συνίζηση

ήσαντε,

εγινόσαντε,

σκοτωθήκαν,

ερχόνται,

θα ’ρθούτε,

βοσκάνε,

πέσε,

ανθρώποι,

λίγια

Έχει πολύ

δέντρο το

Βαλτεσινίκο,

Κάνουµε ένα

αλώνι

Χάµω,

να τηράξω,

πα, κα

Γραπτός ελευτερία

Προφορικός

εντός τάξης

ουρανική

προφορά των τριβοµένων, ανοιχτή κατάληξη

ρηµάτων

ΛΥΚΕΙΟ

Προφορικός

εκτός τάξης χάµου, ουρανική

προφορά των τριβοµένων, ανοιχτή κατάληξη

ρηµάτων

Όπως µπορούµε να δούµε στον Πίνακα 4, σε γενικές γραµµές τα κυριότερα

χαρακτηριστικά του ιδιώµατος είναι φωνολογικής/µορφολογικής φύσεως. Στο

φωνολογικό επίπεδο κυρίαρχη είναι η τάση για ουρανική προφορά των τριβοµένων

Page 87: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

82

(ιδιαίτερα του [s]), καθώς και η τάση για αποφυγή της χασµωδίας και των συµφωνικών

συµπλεγµάτων (κουραµπιγιέδες, πήµατα, απόγεµα). Αρκετά συχνά απαντούν

ανοµοιωτικές πραγµατώσεις (ελευτερία, ευαίστητη, καταχτήσει, ανάχτορα κ.λπ.), αλλά

και η πραγµάτωση του [i] ως [e] σε περιβάλλον υγρό ή ενρινο (πλερώνουν, υπερεσίες).

Μεµονωµένα απαντά η προσθήκη του τελικού [s] σε άκλιτη λέξη (επειδής) και το

φαινόµενο του τσιτακισµού (τσει).

Στο µορφολογικό επίπεδο τη µεγαλύτερη συχνότητα παρουσιάζει η κατάληξη

του Παρατατικού -σαντε (δηµιουργιόσαντε), καθώς και του Ενεστώτα –όνται (ερχόνται),

ενώ επιβιώνει και η κατάληξη -ουτε (θα ’ρθούτε). Μεµονωµένα απαντούν και

καταλήξεις ονοµάτων, χωρίς όµως συστηµατικό χαρακτήρα (λίγια, εθίµατα). Επίσης,

συχνή είναι η τάση για τονισµό των ονοµάτων στην παραλήγουσα (ανθρώποι κ.λπ.).

Λείψανα ακόµα από το συντακτικό και υφολογικό επίπεδο συναντάµε κυρίως στη

συνεκδοχική λειτουργία του λόγου (Κάνουµε ένα αλώνι), σε προθετικές φράσεις (από

του Ράδου) και στη χρήση του παρατακτικού συνδέσµου απέ. Στο λεξιλογικό επίπεδο

κυριαρχεί το επίρρηµα χάµου, που µαζί µε το ρήµα ήσαντε είναι οι πιο εύχρηστοι τύποι

στο λόγο των µαθητών. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό ότι σε ερώτηση που τέθηκε σε

µαθητές για το ποια διαφορά υπάρχει ανάµεσα στη λέξη ήταν και τη λέξη ήσαντε η

απάντηση ήταν καµία. Συχνά απαντούν και τα επιρρήµατα πα, κα (πάνω, κάτω).

Ο Πίνακας 4 φανερώνει τη φθίνουσα πορεία του ιδιώµατος και ως αποτέλεσµα

του παράγοντα της γλωσσικής συνειδητοποίησης των µαθητών. Αφενός οι περιπτώσεις

αυτοδιόρθωσης σε παραδείγµατα όπως ευαίστητη-ευαίσθητη, άρενε-άρεσε που

παρατηρήθηκαν σε µαθητές Γυµνασίου και αφετέρου η σχεδόν παντελής απουσία

διαλεκτικών στοιχείων (µε εξαίρεση στοιχεία προφοράς και τον τύπο χάµου) στο λόγο

των µαθητών Λυκείου µαρτυρούν την τάση απόρριψης του ιδιώµατος. Με την πάροδο

της ηλικίας οι γλωσσικές επιλογές είναι πιο συνειδητές και προσαρµοσµένες στο

κυρίαρχο και κοινά αποδεκτό γλωσσικό πρότυπο. Μάλιστα, διαπιστώνεται ότι όσο

αυξάνονται τα χρόνια της σχολικής εκπαίδευσης τόσο τα παιδιά έρχονται σε συχνότερη

και συστηµατικότερη επαφή µε τις συµβάσεις του γραπτού λόγου και κατά συνέπεια

σταδιακά περιορίζουν την εµφάνιση στοιχείων προφορικότητας στο γραπτό τους λόγο

(πρβλ. Αρχάκης κ.ά. 2001: 71).

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι στην παραγωγή γραπτού λόγου

σηµειώθηκαν περισσότεροι διαλεκτικοί τύποι σε σύγκριση µε την παραγωγή

Page 88: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

83

προφορικού λόγου εντός τάξης, παρά την άποψη των εκπαιδευτικών που υπηρετούν

στα συγκεκριµένα σχολεία (βλ. 3.3.1) ότι το γορτυνιακό ιδίωµα απαντά κυρίως στον

προφορικό λόγο των µαθητών, αλλά και την καθιερωµένη αντίληψη ότι τα ιδιώµατα

χαρακτηρίζουν την προφορική γλωσσική έκφραση. Τα δεδοµένα της παρούσας έρευνας

δεν έρχονται σε αντίφαση µε την αρχή αυτή, αλλά αποκαλύπτουν ότι ο ρόλος του

µαθητή κατά τη διάρκεια της διδακτικής διαδικασίας συνήθως είναι παθητικός, µε

συµµετοχή που περιορίζεται στη διατύπωση µονολεκτικών απαντήσεων. Κατά

συνέπεια, το σύνολο των προφορικών δεδοµένων που παράγεται από τους ίδιους τους

µαθητές δεν είναι αρκετό για να προσφέρει δεδοµένα σχετικά µε τη χρήση του

ιδιώµατος.

Γενικά, τα δεδοµένα της έρευνας παρέχουν µια µικρή αλλά σαφή εικόνα για το

επίπεδο των µαθητών της ελληνικής επαρχίας και ιδίως όσων προέρχονται από ένα

περιβάλλον µε χαµηλό κοινωνικοµορφωτικό υπόβαθρο. Έτσι, είναι αξιοσηµείωτο ότι ο

λόγος των παιδιών µε µεσαίο και υψηλό κοινωνικοµορφωτικό επίπεδο είναι πιο κοντά

στη νόρµα, ενώ η χρήση του ιδιώµατος χαρακτηρίζει µαθητές που ανήκουν συνήθως σε

αγροτική οικογένεια και έχουν χαµηλή επίδοση στο σχολείο (πρβλ. Μαγαλιού 2000α:

127).

2.6. Συµπεράσµατα

Όπως έδειξε η ανάλυση του γορτυνιακού λόγου, που βασίστηκε στα δεδοµένα της

παρούσας έρευνας (έρευνα σε φαινοµενικό χρόνο: 2007-2008) σε σύγκριση και µε

προγενέστερο ερευνητικό υλικό (έρευνα σε πραγµατικό χρόνο: 1997-1998 και

χειρόγραφα των ετών 1976 κ.εξ.), το γορτυνιακό ιδίωµα αποτελεί ολοκληρωµένο

γραµµατικό σύστηµα, που παρουσιάζει συστηµατικές διαφοροποιήσεις από τη

Νεοελληνική Κοινή σε όλα τα επίπεδα του λόγου (φωνολογικό, µορφολογικό,

συντακτικό, υφολογικό, λεξιλογικό-σηµασιολογικό). Η κανονικότητα που χαρακτηρίζει

το γορτυνιακό ιδίωµα είναι εµφανής από την πληθώρα των παραδειγµάτων που

συνοδεύουν κάθε διαλεκτικό φαινόµενο και από αναλογικούς σχηµατισµούς ακόµα και

σε ξένα δάνεια. Συνεπώς, το γορτυνιακό ιδίωµα πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να

ενταχθεί στο πλαίσιο των νεοελληνικών ιδιωµάτων.

Η πλήρης περιγραφή του γορτυνιακού ιδιώµατος προήλθε από την οµιλία

κατοίκων µεγάλης ηλικίας µε χαµηλό µορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο. Αυτή είναι η

Page 89: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

84

ταυτότητα των επαρκών οµιλητών σύµφωνα µε τα στοιχεία της εν λόγω έρευνας (2007-

2008), αλλά και της προγενέστερης (1997-1998), καθώς και του ερευνητικού υλικού

από το Αρχείο του Σπουδαστηρίου Λαογραφίας του Πανεπιστηµίου Αθηνών (1976

κ.εξ.). Το γεγονός ότι οι επαρκείς οµιλητές είναι στην πλειονότητά τους αναλφάβητοι

και αγνοούν βασικούς µεταγλωσσικούς όρους (π.χ. τι είναι ρήµα) καταδεικνύει το

συστηµατικό χαρακτήρα όλων των γλωσσικών µορφών και την εγγενή δυνατότητα

εκµάθησής τους. Η µόνη συνειδητή εκφορά φάνηκε πως είναι ο τσιτακισµός, ένα

φωνολογικό φαινόµενο που δεν απαντά σε όλη τη Γορτυνία, µε αποτέλεσµα να είναι

εµφανής η διαφοροποίηση στην προφορά από τόπο σε τόπο.

Απ’ την άλλη, η διαπίστωση ότι η καθολική εικόνα του γορτυνιακού ιδιώµατος

στηρίζεται σε ηλικιωµένα αµόρφωτα άτοµα και ότι όσο µικραίνει η ηλικία και

αυξάνεται το µορφωτικοκοινωνικό επίπεδο τόσο υποχωρεί ο ιδιωµατικός λόγος

αποκαλύπτει ότι οι γεωγραφικές και κοινωνικές ποικιλίες σχετίζονται µεταξύ τους, µε

αποτέλεσµα τη βαθµιαία υποχώρηση του ιδιώµατος. Έτσι, όσο ανεβαίνουµε στην

κοινωνική κλίµακα τόσο ατονούν τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά των οµιλητών προς

όφελος της Νεοελληνικής Κοινής (Κακριδή κ.ά. 1999). Είναι µάλιστα αξιοσηµείωτο ότι

και µέσα στο ίδιο οικογενειακό περιβάλλον υπάρχουν τρία διαφορετικά είδη οµιλητών,

επαρκείς, ενδιάµεσοι και τελικοί, ανάλογα µε την ηλικία και τη µόρφωση που έχουν

λάβει.

Η φθίνουσα πορεία που ακολουθεί το γορτυνιακό ιδίωµα υποδεικνύεται κυρίως

µέσα από το λόγο των µαθητών της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης των σχολείων της

περιοχής. Η ποσοτική διαφορά στην παραγωγή διαλεκτικού λόγου ανάµεσα στους

µαθητές Γυµνασίου και Λυκείου σε συνδυασµό µε το κοινωνικό υπόβαθρο της

οικογένειας των µαθητών οδηγεί στο συµπέρασµα ότι όσο αυξάνεται η γλωσσική

συνειδητοποίηση µε την άνοδο της ηλικίας, την επίδραση του οικογενειακού

περιβάλλοντος και τη σχολική πρόοδο τόσο µειώνονται οι διαλεκτικές εκφορές των

µαθητών.

Κατά συνέπεια, η συγχρονική θεώρηση της γλωσσικής συµπεριφοράς σε τρεις

γενιές οµιλητών είναι δείκτης της εν εξελίξει γλωσσικής αλλαγής, που σηµατοδοτεί τη

σταδιακή συρρίκνωση του γορτυνιακού ιδιώµατος και καθιστά πιθανό το ενδεχόµενο

εξάλειψής του. Για να αποφευχθεί µια τέτοια προοπτική είναι αναγκαίο να

Page 90: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

85

αναθεωρηθεί η θέση της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας στην εκπαίδευση, αφού το

µέλλον κάθε γλωσσικής µορφής βρίσκεται στο λόγο των νέων.

Page 91: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

86

Κεφάλαιο 3: Γορτυνιακό ιδίωµα και εκπαίδευση

Το στάδιο εξέλιξης του γορτυνιακού ιδιώµατος, όπως αποτυπώνεται στο λόγο των

µαθητών που φοιτούν στα σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της συγκεκριµένης

περιοχής, θέτει το πρόβληµα της υποχώρησης αυτής της γλωσσικής ποικιλίας και

ταυτόχρονα αναθέτει την επίλυσή του στο ίδιο το εκπαιδευτικό σύστηµα. Η πορεία µιας

γλωσσικής µορφής προς τη διατήρηση, την εξάλειψη ή την αναβίωσή της σχετίζεται

άµεσα µε την εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθείται.

Στο παρόν κεφάλαιο ερευνάται ο τρόπος που αντιµετωπίζεται η χρήση του

γορτυνιακού ιδιώµατος από την εκπαιδευτική κοινότητα ως µέρος της γενικότερης

κατάστασης που ισχύει για τη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία στη χώρα µας. Η

συµβολή αυτή εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της µελέτης για τη θέση των

διαλέκτων στην εκπαίδευση. Για το λόγο αυτό προηγείται η αναφορά σε άλλα

γλωσσικά συστήµατα και παρουσιάζονται οι κυριότερες ερευνητικές προσπάθειες που

µελετούν τη θέση των διαλέκτων στην εκπαίδευση και τους παράγοντες που την

επηρεάζουν σε σχέση και µε τη σχολική επίδοση των διαλεκτόφωνων µαθητών (3.1.).

Ιδιαίτερη έµφαση δίδεται στη γλωσσική εκπαίδευση της Κύπρου λόγω της κυρίαρχης

παρουσίας που έχει η διάλεκτος στη συγκεκριµένη ελληνική γλωσσική κοινότητα.

Ακολουθεί η παρουσίαση της ελληνικής εκπαιδευτικής πραγµατικότητας και των

παραγόντων που την επηρεάζουν (3.2.). Έτσι, αρχικά ερευνάται η θέση του

νεοελληνικού ιδιωµατικού λόγου στα σχολικά εγχειρίδια της δευτεροβάθµιας

εκπαίδευσης από τη µεταρρύθµιση του 1976 ως σήµερα µέσα από τη συγκριτική

εξέταση των συγκεκριµένων βιβλίων και των αντίστοιχων Αναλυτικών Προγραµµάτων

που συνοδεύουν τις τρεις µεταρρυθµιστικές προσπάθειες της συγκεκριµένης περιόδου.

Στη συνέχεια εξετάζεται ο ρυθµιστικός χαρακτήρας της γλωσσικής αγωγής και τα

στερεότυπα που επηρεάζουν την εκπαιδευτική κοινότητα. Για το σκοπό αυτό

µελετώνται οι κύριες εκπαιδευτικές έρευνες που έχουν πραγµατοποιηθεί στην Ελλάδα

για τη σχέση γλωσσικής ποικιλίας και σχολικής επίδοσης και για τις προκαταλήψεις

που διακατέχουν τους εκπαιδευτικούς και επηρεάζουν την εκπαιδευτική και γενικότερη

πορεία των µαθητών. Συµπληρωµατικά, ερευνάται ο ρόλος του σχολείου ως φορέα των

κοινωνικών αντιλήψεων, όπως αυτές παρουσιάζονται στις σύγχρονες µελέτες σχετικά

µε τις αξιολογικές αντιδράσεις των Νεοελλήνων απέναντι στη χρήση της διαλεκτικής

ποικιλίας.

Page 92: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

87

Ύστερα από την έκθεση των παραπάνω βιβλιογραφικών δεδοµένων

παρουσιάζεται αναλυτικά η συγκεκριµένη εκπαιδευτική έρευνα που πραγµατοποιήθηκε

στα σχολεία της Γορτυνίας κατά τη σχολική χρονιά 2007-2008, µε χρήση

ερωτηµατολογίου (3.3.). Με τον τρόπο αυτό εξετάζονται οι στάσεις τόσο των

εκπαιδευτικών όσο και των µαθητών απέναντι στο διαλεκτικό λόγο στην ίδια τη

διαλεκτόφωνη περιοχή. Έτσι, µε αυτά τα βιβλιογραφικά και ερευνητικά δεδοµένα

παρέχεται µια ενδεικτική εικόνα για το ρόλο των διαλέκτων στη σύγχρονη εκπαίδευση

γενικά και ειδικά στην εν λόγω εκπαιδευτική κοινότητα.

3.1. ∆ιάλεκτοι και ιδιώµατα στην εκπαίδευση

Η θέση της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας στην εκπαίδευση είναι ένα ζήτηµα που

έχει απασχολήσει τη γλωσσολογική έρευνα διεθνώς. Η σχέση των διαλέκτων µε την

επίσηµη γλώσσα, ο τρόπος ένταξής τους στη γλωσσική διδασκαλία, η στάση της

εκπαιδευτικής και της ευρύτερης κοινότητας απέναντι στα διαλεκτόφωνα άτοµα και η

συµπεριφορά των τελευταίων είναι µερικά από τα σχετικά ερωτήµατα. Η συγκεκριµένη

ενότητα έχει εισαγωγικό ρόλο και περιλαµβάνει τις κυριότερες ερευνητικές

προσπάθειες που έχουν πραγµατοποιηθεί γύρω από αυτό το θέµα σε άλλες γλώσσες

(3.1.1.), καθώς και τη σύντοµη περιγραφή της γλωσσικής κατάστασης που επικρατεί

στην κυπριακή κοινότητα (3.1.2.), δεδοµένης της κυρίαρχης θέσης που κατέχει σε

αυτήν η κυπριακή διάλεκτος.

3.1.1. Βιβλιογραφική επισκόπηση

Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται οι κύριες ερευνητικές µελέτες που έχουν διεξαχθεί

τις τελευταίες δεκαετίες (περίπου από το 1970 και εξής) για τη θέση της γεωγραφικής

γλωσσικής ποικιλίας στην εκπαίδευση. Οι έρευνες αυτές διαµεσολαβούν ανάµεσα στις

κοινωνικές ανάγκες και τις εκπαιδευτικές πεποιθήσεις. Συγκεκριµένα, µελετάται η

χρήση των διαλέκτων και των τοπικών ιδιωµάτων στην εκπαίδευση, η σύνδεσή τους µε

τη σχολική επίδοση των µαθητών, ο ρόλος των στάσεων µέσα και έξω από την

εκπαιδευτική κοινότητα, καθώς και η έννοια του κύρους στη γλωσσική διαφορά και την

εκπαιδευτική ανισότητα.

Το ζήτηµα της επίδρασης των διαλέκτων στην εκπαιδευτική διαδικασία σε

συνδυασµό µε τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των µαθητών βρίσκεται στο επίκεντρο της

Page 93: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

88

έρευνας ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, µε αφετηρία το έργο του Bernstein

(1971-1975) για τις σχέσεις γλώσσας και κοινωνικής τάξης. Mε µια σειρά εµπειρικών

ερευνών ο Bernstein υποστήριξε ότι υπάρχει θεµελιακή διαφορά ανάµεσα στη γλώσσα

της εργατικής και της µεσοαστικής τάξης, που προέρχεται από τη διαφορετική σχέση

της γλώσσας µε την κοινωνική δοµή. Οι δυο τάξεις χρησιµοποιούν, σύµφωνα µε τον

Bernstein, διαφορετικούς γλωσσικούς κώδικες. Τον κώδικα της ανώτερης και µεσαίας

τάξης τον ονόµασε διευρυµένο, καλλιεργηµένο γλωσσικό κώδικα (elaborated code),

ενώ τον κώδικα της εργατικής τάξης περιορισµένο γλωσσικό κώδικα (restricted code).

Ο περιορισµένος κώδικας χαρακτηρίζεται από ασάφεια, απλούστευση λεξιλογίου,

χρήση ελλειπτικών εκφράσεων και αντωνυµιών, σπάνια χρήση επιθέτων, επιρρηµάτων

και απρόσωπων εκφράσεων. Αντίθετα, ο επεξεργασµένος κώδικας είναι σαφής, ρητός,

χαρακτηρίζεται από ποικιλία πολύπλοκων γραµµατικο-συντακτικών σχηµάτων, συχνή

χρήση αντωνυµιών, απροσώπων εκφράσεων και επιλογή κατάλληλων επιθέτων και

επιρρηµάτων.

Σύµφωνα µε τον Bernstein, οι σχολικές επιδόσεις των παιδιών είναι κοινωνικά

καθορισµένες. Τα παιδιά των κατώτερων τάξεων έχουν πιο περιορισµένη λεκτική

ικανότητα και µικρότερο ενδιαφέρον για µάθηση και υπολείπονται των παιδιών της

µεσαίας τάξης που χρησιµοποιούν επιτηδευµένο λόγο, καθώς γι’ αυτά έχουν

διαµορφωθεί ήδη από το σπίτι οι εκπαιδευτικές νόρµες. Παροµοίως, οι δάσκαλοι, που

έχουν κοινωνικοποιηθεί µέσα από τις νόρµες της ίδιας τάξης, βασίζουν τη συµπεριφορά

τους στη δική της κλίµακα αξιών. Η γενική συµπεριφορά των δασκάλων φαίνεται να

επιβραβεύει τους επιδέξιους οµιλητές, και συνεπώς τα παιδιά της µεσαίας τάξης, και να

τιµωρεί ασυναίσθητα οµιλητές µε περιορισµένη ευφράδεια. Από αυτή τη διακριτική

µεταχείριση πηγάζουν άνισες ευκαιρίες στην εκπαίδευση (Dittmar 1976: 19).

Η θεωρία του Bernstein είχε µεγάλη απήχηση, καθώς επιχειρούσε να δώσει µια

µερική τουλάχιστον απάντηση στην αποτυχία των παιδιών της εργατικής τάξης στο

σχολείο σε σύγκριση µε τα παιδιά της µεσοαστικής. Ωστόσο, αποτέλεσε και θέµα

διαµάχης. Το µεγαλύτερο µέρος των επικριτών του αντλούν τα επιχειρήµατά τους από

το έργο του Labov, ο οποίος άσκησε οξύτατη κριτική αµφισβητώντας έντονα την

τυπολογία των δυο γλωσσικών κωδίκων, τη µέθοδο διερεύνησης και την καταγραφή

τους. Ο τελευταίος υποστήριξε ότι κάθε ανθρώπινο γλωσσικό σύστηµα είναι εξίσου

αποτελεσµατικό, καθώς µπορεί να εκφράσει οτιδήποτε, απλά µε διαφορετικό τρόπο, και

Page 94: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

89

τόνισε ότι δεν υπάρχουν «ανώτερα» και «κατώτερα» γλωσσικά συστήµατα, απλώς

διαφορετικά.

Πιο συγκεκριµένα, οι πρώιµες έρευνες του Labov στη γλώσσα των

αφροαµερικανών της Νέας Υόρκης (1972) επισηµαίνουν ότι η κοινωνική περίσταση

παίζει αποφασιστικό ρόλο στη γλωσσική συµπεριφορά. Ο Labov διαπιστώνει ότι τα

παιδιά των αφροαµερικανών έχουν το ίδιο βασικό λεξιλόγιο, κατέχουν την ίδια

ικανότητα να µαθαίνουν έννοιες και χρησιµοποιούν την ίδια λογική µε όλους όσοι

µαθαίνουν να µιλούν και να κατανοούν αγγλικά. Η διαφορά έγκειται στο ότι τα παιδιά

των κατώτερων κοινωνικών οµάδων χρησιµοποιούν άλλο γλωσσικό ιδίωµα µέσα στο

σχολείο (το επίσηµο ιδίωµα) και άλλο έξω από αυτό, στην παρέα τους ή στο

οικογενειακό περιβάλλον. Έτσι, χρειάζονται µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα από τα

παιδιά των µεσοαστών για να κατακτήσουν τη σχολική γλώσσα. Οι εξετάσεις στη

γλώσσα δεν µετρούν τη γλωσσική ή τη νοητική ικανότητα των µαθητών, αλλά την

ικανότητά τους στη χρήση της σχολικής γλώσσας.

Η έρευνά του Labov υποδεικνύει ότι η κοινωνική θέση είναι καθοριστική για τη

γλωσσική συµµετοχή, ενώ ανάλογα είναι και τα πορίσµατα του Trudgill (1974) από τις

έρευνές του στο Νόριτς της Αγγλίας. Ο Trudgill διαπιστώνει ότι οι αποκλίνοντες από τη

νόρµα τύποι εµφανίζονται περισσότερο στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις και µάλιστα

στο λόγο των ανδρών. Επίσης, διαπιστώνει ότι όσο πιο προσεκτική είναι η εκφορά του

λόγου τόσο περισσότερο χρησιµοποιούνται οι τύποι της νόρµας. Σύµφωνα µε τον

Trudgill (1975), η χρήση της διαλέκτου παίζει ρόλο στη γλωσσική διαφοροποίηση,

αφού στο σχολείο χρησιµοποιείται σχεδόν αποκλειστικά η επίσηµη γλώσσα του

κράτους, χωρίς να λαµβάνεται συνήθως υπόψη η ιδιωµατική ποικιλία των µαθητών.

Έτσι, στη Μεγάλη Βρετανία τα τυπικά αγγλικά είναι η διάλεκτος της εκπαίδευσης, που

υιοθετείται κανονικά στο γραπτό λόγο, ανταµείβεται στις εξετάσεις και χρησιµοποιείται

από τους περισσότερους δασκάλους. Η πλειονότητα των παιδιών, ωστόσο, δεν είναι

φυσικοί οµιλητές αυτής της ιδιαίτερης διαλέκτου. Τα περισσότερα παιδιά, και

ιδιαιτέρως εκείνα από την εργατική τάξη και τη χαµηλότερη µεσαία τάξη, πρέπει να

µάθουν να χειρίζονται µια νέα διάλεκτο για να µπουν στο σχολείο. Οι τυπικοί οµιλητές

διαθέτουν συνήθως το υπόβαθρο των µεσαίων τάξεων και οι οµιλητές της διαλέκτου

προέρχονται από το υπόβαθρο της εργατικής τάξης (Cheshire κ.ά. 1989: 4).

Page 95: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

90

Ενώ στη Μεγάλη Βρετανία, οι µορφωµένοι οµιλητές της µεσαίας τάξης,

ιδιαίτερα στη νότια Αγγλία, χρησιµοποιούν συνήθως µόνο την πρότυπη ποικιλία ή,

κυρίως, µόνο την πρότυπη γραµµατική και το λεξιλόγιο, στην υπόλοιπη Ευρώπη

υπάρχει σηµαντική διαφοροποίηση. Σε χώρες όπως η Γερµανία και οι Κάτω Χώρες, οι

οµιλητές µεσαίων τάξεων µπορούν άνετα να είναι διδιαλεκτικοί, µιλώντας τόσο την

πρότυπη γλώσσα όσο και τη διάλεκτό τους. Παρόλα αυτά υπάρχει σηµαντικός

συσχετισµός µεταξύ γλώσσας και κοινωνικής τάξης, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές,

όπου η µη τυπική ποικιλία τείνει να συνδεθεί περισσότερο µε τις οικογένειες των

εργατικών τάξεων και η πρότυπη γλώσσα µε τις οικογένειες των µεσαίων τάξεων. Κατά

συνέπεια, σε κάθε εκπαιδευτική ρύθµιση, οι διαλεκτόφωνοι µαθητές υπόκεινται συχνά

σε δύο συγκρουόµενες δυνάµεις: πίεση από τους δασκάλους να χρησιµοποιούν την

υψηλού κύρους τυπική ποικιλία και πίεση από τους συνοµηλίκους να µην

εγκαταλείψουν την ποικιλία που χαρακτηρίζει την ταυτότητα της οµάδας τους

(Cheshire et. al. 1989: 4-5).

Μια από τις πρώτες µελέτες για τα προβλήµατα των διαλεκτόφωνων µαθητών

διεξήχθη το 1968 από τον Hasselberg στα σχολεία µέσης εκπαίδευσης του Giessen της

Γερµανίας (βλ. Rosenberg 1989). Η έρευνα µελέτησε τη µορφή της χρησιµοποιούµενης

γλώσσας, τη σχολική επιτυχία και την τοπική προέλευση των µαθητών και έδειξε ότι οι

µαθητές που µιλούσαν διάλεκτο στο σχολείο ήταν κυρίως αγροτικής προέλευσης και

είχαν υπόβαθρο εργατικής τάξης. Στα µέσα έτη δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, οι

µαθητές αυτοί παρουσίασαν συγκεκριµένη τάση σχολικής αποτυχίας, ιδιαίτερα στα

µαθηµατικά, κάτι που θα υποδείκνυε µια ευρύτερη επίδραση του κοινωνικού και

γλωσσικού υπόβαθρου πέρα από τα γλωσσικά µαθήµατα και µόνο. Ωστόσο, η

µεθοδολογία της µελέτης κρίνεται ανεπαρκής γιατί έχει βασιστεί σε αυτοαναφορές των

µαθητών και δεν διαχωρίζει τις γλωσσικές από τις κοινωνικές µεταβλητές (Rosenberg

1989: 68). Μια παρόµοια έρευνα από τον Hasselberg τη δεκαετία του 1970 στην

περιοχή της Έσσης έδειξε ότι οι διαλεκτόφωνοι µαθητές, ανεξάρτητα από το υπόβαθρο

κοινωνικής τάξης, αδικούνται σαφώς στο σχολείο. Ακόµη και οι οµιλητές διαλέκτου

µεσαίων τάξεων αποδίδουν λιγότερο από τους τυπικούς οµιλητές των εργατικών

τάξεων (Rosenberg 1989: 70). Σηµαντικά είναι και τα αποτελέσµατα του Kraemer που

διαπιστώνει ότι οι µαθητές που παρουσιάζουν ιδιαίτερη επιρροή της διαλέκτου στο

γραπτό τους λόγο προέρχονται συνήθως από την εργατική τάξη και τείνουν να

Page 96: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

91

αποτυγχάνουν. Επιπλέον, σε ορισµένους τύπους γραπτών εργασιών, τα θέµατα που

επιτρέπουν την ελεύθερη έκφραση και που είναι συγκινησιακά φορτισµένα (όπως

προσωπικές ή φανταστικές αφηγήσεις) µπορούν να επηρεάσουν το ποσοστό λαθών σε

ένα κείµενο που προέρχονται από την επιρροή της διαλέκτου (Rosenberg 1989: 71).

Άλλες µελέτες της επίδρασης της διαλέκτου στη σχολική επίδοση στη Γερµανία

αναφέρονται σε αστικά κέντρα όπως το Freiburg (Jager 1981) και το Βερολίνο

(Rosenberg 1986). Η πρώτη έρευνα διαπίστωσε ότι η χρήση της διαλέκτου από τους

µαθητές αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα για το βαθµό µε τον οποίο προσαρµόζονται

στους κανόνες χρήσης της επίσηµης γλώσσας, χωρίς όµως επιπτώσεις στο περιεχόµενο.

Πρέπει να σηµειωθεί, ωστόσο, ότι οι µαθητές στην έρευνα αυτή οµαδοποιήθηκαν

σύµφωνα µε την αυτοαξιολόγησή τους για το εάν ήταν ή όχι οµιλητές διαλέκτου, και

το περιφερειακό υπόβαθρό τους (αστικό ή αγροτικό), παρά βάσει της πραγµατικής

οµιλίας τους (Rosenberg 1989: 75). Στη δεύτερη έρευνα διαπιστώθηκε ότι τα λάθη που

προκαλούνται ή επηρεάζονται από τις διαλέκτους των µαθητών αποτελούν περίπου το

18% του συνόλου των λαθών που διακρίνουν οι διδάσκοντες (Rosenberg 1989: 72).

Με δεδοµένο ότι ο γραπτός λόγος προσδίδει υψηλό κύρος και ένα µεγάλο µέρος

του σχολικού χρόνου διατίθεται στην παραγωγή του, ιδιαίτερης σηµασίας είναι οι

µελέτες που στόχο έχουν να ανιχνεύσουν στοιχεία προφορικότητας στα µαθητικά

γραπτά. Για παράδειγµα, ο Williams (1989) διαπιστώνει ότι η συχνότητα µη τυπικών

χαρακτηριστικών στοιχείων στο γραπτό λόγο διαλεκτόφωνων µαθητών είναι αρκετά

υψηλότερη απ’ ό,τι στους µαθητές που χρησιµοποιούν την πρότυπη Αγγλική. Στα

ερευνητικά αποτελέσµατα περιλαµβάνονται και οι αυτοδιορθώσεις των µαθητών στα

γραπτά τους, που απεικονίζουν ακριβώς το δίληµµα που αντιµετωπίζουν οι οµιλητές

διαλέκτου (Williams 1989: 182-192). Σύγκριση προφορικού και γραπτού λόγου των

µαθητών περιλαµβάνει και η έρευνα του Ammon (1978) στη Γερµανία, που διαπίστωσε

ότι οι διαλεκτόφωνοι οµιλητές έχουν περισσότερες δυσκολίες στην ορθογραφία από

τους µαθητές-οµιλητές της πρότυπης γλώσσας, κυρίως σε λάθη που έχουν σχέση µε την

άµεση µεταφορά από τη διάλεκτο. Επιπλέον, οι διαλεκτόφωνοι οµιλητές παρήγαγαν

µικρότερα σε έκταση κείµενα και χρησιµοποίησαν λιγότερους λεξιλογικούς τύπους στις

εκθέσεις τους, ενώ σε τεστ µεγαλόφωνης ανάγνωσης βρέθηκαν να κάνουν περισσότερα

λάθη από τους µέτριους οµιλητές διαλέκτου και να έχουν αργό ρυθµό και γενικά κακή

ποιότητα ανάγνωσης. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι οι διαλεκτόφωνοι οµιλητές

Page 97: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

92

επιπλήττονται πιο συχνά από τους διδάσκοντες και σηµειώνουν χαµηλότερες επιδόσεις

από τους µέτριους οµιλητές διαλέκτου και τους οµιλητές της πρότυπης γλώσσας και

µεγαλύτερη δυσκολία στα γλωσσικά µαθήµατα (Rosenberg 1989: 69-70).

Παρόµοια είναι τα αποτελέσµατα ερευνών στο Μάαστριχτ, παρά το γεγονός ότι

πρόκειται για µια πόλη που η διάλεκτός της έχει ιδιαίτερο κύρος (Weltens & Sodersen

1989: 154-165), καθώς και στο Gennep της Ολλανδίας, που έδειξε ότι οι διαλεκτικοί

οµιλητές λειτουργούσαν ανεπιτυχώς σε σχέση µε τους οµιλητές της πρότυπης γλώσσας

ιδιαίτερα σε γλωσσικές δραστηριότητες αυξηµένων απαιτήσεων όπως το γράψιµο

επιστολής ή η οµαδική συζήτηση (Giesbers κ.ά. 1988: 77-93). Φαίνεται εποµένως ότι

ακόµη κι όταν η γλωσσική πολιτική είναι φιλελεύθερη, όπως στα ολλανδικά δηµοτικά

σχολεία, όπου η διάλεκτος σαφέστατα επιτρέπεται ως µέσο διδασκαλίας, τα παιδιά που

µιλούν µια ανεπίσηµη διάλεκτο στο σπίτι είναι πιθανό να αντιµετωπίσουν εκπαιδευτική

µειονεξία (Trudgill 2000: 200).

Συναφείς είναι και οι έρευνες γλωσσικών στάσεων µαθητών και καθηγητών

όπως λ.χ. των Jorgensen & Pedersen (1989) στη ∆ανία, που διαπιστώνουν ότι οι

διαλεκτικές αποκλίσεις στο γραπτό λόγο των µαθητών θεωρούνται από τους καθηγητές

λάθη και εµπόδιο στη γλωσσική έκφρασή τους. Οι µαθητές επίσης έχουν την εντύπωση

ότι η διάλεκτός τους είναι κατώτερη, επειδή συνέχεια διορθώνεται ή παραµελείται. Σε

σχετική µελέτη των βιβλίων της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης (Christiansen 1985),

διαπιστώνεται ότι µόνο το 0,5% του συνολικού αριθµού βιβλίων περιέχουν ασκήσεις

στη διάλεκτο, που µάλιστα τοποθετούνται µαζί µε παραδείγµατα λανθασµένης

ορθογραφίας ή άλλων γλωσσικών λαθών. Σε άλλες περιπτώσεις η διάλεκτος

αντιµετωπίζεται αντιθετικά προς την πρότυπη γλώσσα, έτσι ώστε οι µαθητές δεν

µπορούν παρά να καταλήξουν στο συµπέρασµα ότι οι διάλεκτοι είναι «ανώµαλες». Η

µορφή, λοιπόν, των γλωσσικών δραστηριοτήτων αυξάνει συχνά το αίσθηµα µειονεξίας

και λειτουργεί ανασταλτικά στη σχολική πρόοδο (Jorgensen & Pedersen 1989: 44-45).

Η Cheshire (1982α) διαπιστώνει ότι η προσαρµογή στην πρότυπη γλώσσα είναι

άµεσα συνδεδεµένη µε τον παράγοντα της γεωγραφικής απόστασης στην περίπτωση

της Αγγλίας, όπου όσο πιο µακριά ταξιδεύει κανείς από τα νοτιοανατολικά της Αγγλίας,

τόσο µεγαλύτερες γίνονται οι διαφορές µεταξύ της πρότυπης Αγγλικής και των ευρέων

τοπικών διαλέκτων. Οι συνέπειες είναι προφανείς στην εκπαίδευση, καθώς τα παιδιά

στο νότο της Αγγλίας δεν χρειάζεται να προσαρµόσουν πολύ την προφορική γλώσσα

Page 98: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

93

τους µεταξύ του σπιτιού, του παιχνιδιού και του σχολείου. Ο βαθµός στον οποίο οι

διαλεκτόφωνοι µαθητές ρυθµίζουν την προφορική γλώσσα τους προς την πρότυπη στο

σχολείο εξαρτάται επίσης από ποικίλους παράγοντες, όπως η ισχύς των δεσµών της

οµάδας των συνοµηλίκων τους και της σχέσης τους µε ορισµένους δασκάλους. Η

Cheshire (1982β), που µελετά τη γλωσσική χρήση µέσα και έξω από το σχολείο

διαπιστώνει ότι οι µαθητές προσαρµόζουν ενστικτωδώς το λόγο τους στον πρότυπο

σχολικό, χρησιµοποιώντας µη πρότυπες µορφές λιγότερο συχνά µε το δάσκαλο στο

σχολείο παρά µε τους φίλους τους στο προαύλιο και ακόµα λιγότερο στη γραπτή

παραγωγή τους.

Το ότι η παρουσία του δασκάλου ευνοεί τον περιορισµό των διαλεκτικών

χαρακτηριστικών διαπιστώνεται και στη µελέτη των Lucas & Borders (1994) σχετικά

µε τη χρήση στοιχείων της αφροαµερικανικής αγγλικής διαλέκτου, για την οποία τόσο

οι δάσκαλοι όσο και οι µαθητές θεωρούν ότι είναι ακατάλληλη για τη διδακτική οµιλία.

Αντίθετα, οι Adger & Wolfram (2000) διαπίστωσαν ότι η αφροαµερικανική αγγλική

χρησιµοποιούνταν στην τάξη µε τον ίδιο τρόπο στο λόγο των δασκάλων και των

µαθητών, αλλά η πρότυπη αγγλική σχετιζόταν µε τη µόρφωση και την εξουσία, µε

αποτέλεσµα οι µαθητές να µετακινούνται στην πρότυπη αγγλική όπου θεωρούσαν ότι

είναι κατάλληλη αυτή η χρήση. Μερικές φορές τα αποτελέσµατα της έρευνας δεν είναι

τόσο αρµονικά. Η µελέτη στο Reading απέδειξε πως εκείνα τα αγόρια που

συµπαθούσαν το δάσκαλό τους και είχαν αναπτύξει µια καλή σχέση µαζί του αύξαναν

την αναλογία των επίσηµων µορφών στο λόγο τους, ενώ εκείνα που δεν συµπαθούσαν

ούτε το δάσκαλό τους ούτε το σχολείο αύξησαν την αναλογία στις ανεπίσηµες µορφές

του λόγου τους όταν µιλούσαν µαζί του. Μάλιστα, ένα αγόρι χρησιµοποιούσε

υψηλότερη αναλογία των διαλεκτικών χαρακτηριστικών στο δάσκαλο που

περιφρονούσε παρά µε τους φίλους του στο προαύλιο (Cheshire 2005: 2341-2350).

Το ότι η γλωσσική συµπεριφορά και οι στάσεις των µαθητών αντικατοπτρίζουν

τα κοινωνικά γλωσσικά στερεότυπα υποδεικνύεται από µια σειρά ερευνών σχετικών µε

την αξιολόγηση της προφοράς. Ο Hudson (1996) σηµειώνει ότι οι απαντήσεις µαθητών

για την «ποιότητα» της γλώσσας του οµιλητή, αλλά και οι κρίσεις που διατυπώνουν για

την ευφυΐα του επηρεάζονται από τη χρήση πρότυπης ή διαλεκτικής προφοράς, ενώ το

ίδιο αποτέλεσµα δεν προκύπτει για γλώσσες που δεν µιλούν οι µαθητές, όπως

διαπιστώνει ο Giles (1970: 211-227). Παρόµοιο πείραµα στη Γερµανία (Ammon 1978)

Page 99: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

94

παρουσιάζει τους µαθητές να διατυπώνουν αξιολογικές κρίσεις όχι µόνο για τις

ικανότητες και το χαρακτήρα των οµιλητών, αλλά και για την επαγγελµατική τους

δραστηριότητα.

Μια πιο εκτεταµένη έρευνα σχετικά µε τις στάσεις των µαθητών απέναντι στη

γλωσσική ποικιλία παρουσιάζεται από τους Craen & Humbelt (1989: 13-29) σε µια

προσπάθεια να περιγραφεί η θέση των διαλέκτων στις ολλανδόφωνες τάξεις βελγικών

σχολείων πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης στην Αµβέρσα. Η έρευνα, εκτός από την

αξιολόγηση της προφοράς όπου και πάλι η πρότυπη γλώσσα συνδέεται µε το υψηλό

κύρος, τη γνώση και την εκπολιτισµένη συµπεριφορά, περιλαµβάνει και την εξέταση

του λεξιλογίου, προκειµένου να εξεταστεί εάν οι λεκτικές αντιδράσεις των µαθητών

συνδέονταν µε τις στάσεις τους. Τα αποτελέσµατα έδειξαν ότι όταν αφήνεται ανοικτή η

επιλογή της γλωσσικής παραλλαγής, ο αριθµός παραλλαγών στη διάλεκτο µειώνεται µε

την ηλικία. Ευρύτερα, διαπιστώθηκε ότι ο βαθµός γλωσσικής διαφοροποίησης και

συνειδητοποίησης είναι κυρίως ζήτηµα ηλικίας. Έτσι, πριν από την ηλικία των δέκα

είναι εξαιρετικά δύσκολο να µιλήσουν οι µαθητές για τις γλωσσικές διαφορές, ενώ έως

δώδεκα ετών οι περισσότεροι µαθητές λένε ότι δεν υπάρχει καµία διαφορά στους

τρόπους συζήτησης στο σπίτι και στο σχολείο. Εντούτοις, από δώδεκα ετών και µετά,

είναι όχι µόνο ικανοί να εκφράσουν τις διαφορές µεταξύ των κωδίκων, αλλά και να

σχολιάσουν τις διάφορες πτυχές τους, συµπεριλαµβανοµένης και της κοινωνικής τους

αξίας. Αντίστοιχα, οι Giles & Powesland (1975: 31) µε δείγµα βρετανόπουλα έδειξαν

ότι τα δωδεκάχρονα παιδιά εκτιµούσαν ρεαλιστικά το «σχετικό κύρος» (relative status)

των διάφορων ειδών προφοράς, όχι όµως και τη φύση της δικής τους προφοράς.

Γενικεύοντας, µπορεί να εξαχθεί το συµπέρασµα ότι τα παιδιά που φοιτούν σε σχολεία

της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης δεν είναι γνώστες του σχετικού κύρους τόσο της

τοπικής προφοράς, όσο και της προφοράς του δασκάλου τους, ενώ κατά τη διάρκεια

της φοίτησής τους στη δευτεροβάθµια εκπαίδευση καταλαβαίνουν ότι διαφέρει το

κύρος που έχει η προφορά του δασκάλου τους σε σχέση µε τη δική τους (πρβλ. Hudson

1980: 210).

Η έρευνα του Menzies στη Γλασκώβη διαπίστωσε γλωσσική ανασφάλεια στη

στάση των µαθητών, που συνδύαζε αγανάκτηση και περηφάνια: η αντιφατικότητα

φάνηκε, για παράδειγµα, στο ότι δήλωναν πως αφενός τους άρεσε η οµιλία τους,

αφετέρου χαρακτήριζαν τη µαγνητοφωνηµένη διάλεκτο που ταυτιζόταν µε τη δική τους

Page 100: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

95

«λανθασµένη» (1991: 44). Αξιοσηµείωτο είναι το γεγονός ότι µετά από συζητήσεις µε

τον ερευνητή και την απαλλαγή τους από κάποιους µύθους σχετικούς µε τη γλώσσα

τους, οι Σκωτσέζοι µαθητές αναθεώρησαν τη στάση τους απέναντι σε λέξεις που

συνήθιζαν να χρησιµοποιούν και τις θεωρούσαν «λανθασµένες» συγκρινόµενες µε

αντίστοιχες της επίσηµης αγγλικής γλώσσας (όπ.π.: 45).

Αυτό το τελευταίο ερευνητικό αποτέλεσµα είναι µείζονος σηµασίας, καθώς

υποδεικνύει ότι οι εκτιµήσεις των µαθητών για τη γλώσσα τους δεν είναι παγιωµένες,

αλλά διαµορφώνονται και επηρεάζονται από ποικίλους παράγοντες, που καθιστούν

αναγκαία την ενηµέρωσή τους σε ζητήµατα γλωσσικής ποικιλότητας. Ήδη στην

Αµερική και την Αυστραλία έχουν υιοθετηθεί προσεγγίσεις διαλεκτικής ενηµερότητας.

Αυτά τα προγράµµατα έχουν επικεντρωθεί στη µελέτη της διαλεκτικής ποικιλίας για να

διδάξουν τους µαθητές όχι µόνο τη δοµή των διαλέκτων, αλλά και το ρόλο τους στις

γλωσσικές κοινότητες. Ο Adger (1997) τονίζει ότι η ενεργή µελέτη των διαλέκτων

µπορεί να ωφελήσει τους σπουδαστές από κάθε γλωσσικό υπόβαθρο, καθώς τους

βοηθά να κατανοήσουν καλύτερα πώς λειτουργεί η γλώσσα. Μια σηµαντική

πρωτοβουλία αποτελούν τα πειραµατικά προγράµµατα ενηµερότητας διαλέκτου για

σπουδαστές δηµοτικού σχολείου στις ΗΠΑ (Wolfram & Friday 1997) µε στόχο την

ενασχόληση µε κοινωνικούς µύθους σχετικά µε τη γλωσσική ποικιλία και

προκαταλήψεις σχετικά µε κοινωνικά µη ευνοούµενες ποικιλίες της γλώσσας. Ο

Wolfram (1998) επισηµαίνει ότι ένα τέτοιο πρόγραµµα διαλεκτικής ενηµερότητας

µπορεί να κατευθύνει τους µαθητές να µάθουν πιο αποτελεσµατικά την επίσηµη

γλώσσα.

Παρόµοιο προσανατολισµό έχει και η έρευνα της Cheshire (2005) µε διττό

στόχο: να αντλήσει πληροφορίες για την περιφερειακή κατανοµή των µορφολογικών

και συντακτικών χαρακτηριστικών της διαλέκτου και να ενσωµατώσει

κοινωνιογλωσσολόγους στην τάξη, προσκαλώντας µαθητές να εξερευνήσουν την

προσωπική τους αντίδραση στη γλωσσική ποικιλία και τη γλωσσική διαφοροποίηση

στην τοπική τους κοινότητα. Οι Cheshire & Edwards (1998: 191-214) δίνουν

συγκεκριµένες λεπτοµέρειες των τρόπων µέσα από τους οποίους οι µαθητές

εξερεύνησαν στα µαθήµατα τις προσωπικές τους αντιδράσεις στη γλωσσική ποικιλία,

καθώς ανακάλυψαν πως η τοπική τους διάλεκτος ήταν µέρος ενός ευρύτερου προτύπου

γλωσσικής ποικιλίας. ∆ιαµέσου της συµµετοχής τους στην εθνική έρευνα για µια

Page 101: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

96

Βρετανική Γραµµατική των ∆ιαλέκτων οι µαθητές έµαθαν επίσης πως η έρευνα αυξάνει

την υπάρχουσα γνωστική βάση και πως η γνώση τους για τη γλώσσα τους ήταν

πολύτιµη στην ευρύτερη ερευνητική κοινότητα.

Πολλοί ερευνητές (Lind & Johnston 1990, Gfeller & Robinson 1998)

συνηγορούν ότι η τοπική διάλεκτος της περιοχής θα πρέπει να λειτουργεί ως µέσο

διδασκαλίας για την επίσηµη σχολική εκπαίδευση εφόσον αυτός είναι ο πιο οικείος

κώδικας στους οµιλητές. Πολλές φορές, µάλιστα, προτείνεται στην εκπαίδευση η χρήση

και της πρότυπης και της διαλεκτικής ποικιλίας. Στην Ευρώπη µια σχετική µελέτη που

έγινε στη Σκανδιναβία (Bull 1990) βρήκε ότι η αναγνωστική πρόοδος στην πρότυπη

ποικιλία αυξήθηκε όταν τα παιδιά µάθαιναν να διαβάζουν συνδέοντας τη µη πρότυπη

διάλεκτο µε την πρότυπη ποικιλία. Παρόµοια, το Kerkrade Project στις Κάτω Χώρες

(Stinjen & Vallen 1989, Van den Hoogen & Kuijper 1989) οδήγησε στο συµπέρασµα

ότι η χρήση της διαλέκτου στην αίθουσα αύξησε το βαθµό συµµετοχής των µαθητών-

οµιλητών της διαλέκτου, καθώς και τη γλωσσική ποιότητα και την αυτοπεποίθηση στην

έκφρασή τους.

Η διαλεκτική µελέτη µπορεί να παρέχει τη δυνατότητα στους µαθητές να

κάνουν εµπειρική έρευνα και να αναπτύξουν κριτικές δεξιότητες όπως η παρατήρηση, η

σύγκριση και η συζήτηση. Οι µαθητές µπορούν να εξετάσουν τα γλωσσικά τους

πρότυπα και να συλλέξουν γλωσσικά δείγµατα από άλλους κατοίκους στην περιοχή.

Τέτοιες έρευνες µπορούν να έχουν το πρόσθετο πλεονέκτηµα της ενδυνάµωσης της

αυτοενηµερότητας και της κατανόησης της πολιτισµικής ποικιλίας. Επιπλέον, το να

στέλνονται οι µαθητές στην κοινότητα µπορεί να συντελέσει στη διατήρηση των

πολιτισµικών και προφορικών παραδόσεων της περιοχής. Η εξερεύνηση των ποικιλιών

της γλώσσας µπορεί επίσης να τους βοηθήσει να κατανοήσουν καλύτερα τις διαφορές

µεταξύ προφορικής και γραπτής γλώσσας, καθώς επίσης και τις υφολογικές ποικιλίες

(Christian 1997). Έτσι, αντί να δούµε τις διαφορές ως εµπόδια που πρέπει να

ξεπεραστούν, οι διαφορές παρέχουν γοητευτικά θέµατα για επιστηµονική µελέτη.

Εξάλλου, η στάση των δασκάλων ασκεί καθοριστική επίδραση στην

εκπαιδευτική διαδικασία. Σχεδόν κάθε µελέτη για τα προβλήµατα της διαλέκτου και της

εκπαίδευσης υπογραµµίζει τη σηµασία της στάσης των δασκάλων απέναντι στη

διάλεκτο (Münstermann 1989). Η έρευνα του Ammon (1978) σε δασκάλους

πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης στη Γερµανία διαπιστώνει λ.χ. ότι πιστεύουν πως οι

Page 102: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

97

µαθητές που ήταν ευφυείς είχαν λίγες, εάν όχι καθόλου, δυσκολίες ως συνέπεια της

διαλέκτου τους. Οι Welten & Sodersen (1989), που µελετούν τη στάση καθηγητών

δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας, διαπιστώνουν ότι λίγοι

έχουν επίγνωση των δυσκολιών που συνδέονται µε την πρότυπη γλώσσα για τους

διαλεκτόφωνους µαθητές. Ακόµα κι αν οι δάσκαλοι πείθονται ότι όλες οι ποικιλίες είναι

εξίσου «σωστές», µπορούν να αισθανθούν υποχρεωµένοι να προσπαθήσουν να

αλλάξουν τις προφορές των παιδιών (Trudgill 1983, Cheshire & Trudgill 1989).

Μελέτες έχουν δείξει ότι µπορεί να υπάρξει η λεγόµενη αυτοεκπληρούµενη προφητεία

για τις πεποιθήσεις των δασκάλων σχετικά µε τις ικανότητες των µαθητών τους

(Cazden 1988). Εάν δηλαδή ένας εκπαιδευτικός υποτιµά την ικανότητα ενός µαθητή

εξαιτίας διαλεκτικών διαφοροποιήσεων, ο µαθητής θα τα πηγαίνει λιγότερο καλά στο

σχολείο, ίσως ως άµεσο αποτέλεσµα των αρνητικών προσδοκιών. Μερικοί ερευνητές

φθάνουν να δηλώσουν ότι δεν θα υπήρχε κανένα πρόβληµα εάν δεν υπήρχαν οι

αρνητικές στάσεις των δασκάλων (Trudgill 1975).

Τα ανωτέρω αποτελέσµατα καθιστούν εµφανή την αβεβαιότητα και την ασταθή

στάση που χαρακτηρίζει τους εκπαιδευτικούς σχετικά µε τη θέση των διαλέκτων στην

εκπαίδευση. Ακόµα και σε περιοχές όπου ο ρόλος των διαλέκτων είναι κυρίαρχος,

έντονο είναι το υποκειµενικό στοιχείο στις αξιολογικές κρίσεις για τις διαλέκτους, ενώ

ταυτόχρονα απουσιάζει σχεδόν ένας σαφής προσανατολισµός για την αξιοποίησή τους

στη διδακτική πράξη. Για παράδειγµα, ο Williams διαπιστώνει ότι παρατηρείται µια

ποικιλία στρατηγικών διόρθωσης σε χαρακτηριστικά γνωρίσµατα διαλέκτων από

δασκάλους του Berkshire, καθώς κατά την αξιολόγηση των γραπτών κειµένων άλλοι

έκαναν µια σφαιρική εκτίµηση υπό µορφή γενικού σχολίου στο τέλος του κειµένου,

ενώ άλλοι διόρθωσαν µεµονωµένα χαρακτηριστικά γνωρίσµατα, χωρίς αυτές οι

διορθώσεις να έχουν συστηµατικό χαρακτήρα (1989: 182-199).

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ερευνητικές µελέτες που προέρχονται

από εκπαιδευτικούς γνώστες ή οµιλητές διαλέκτου. Οι Jorgensen & Pedersen (1989)

αναφέρουν ότι οι δάσκαλοι γνώστες της διαλέκτου στη βόρεια Γιουτλάνδη (∆ανία) δεν

αισθάνθηκαν ότι η διάλεκτος είχε οποιαδήποτε πρόσθετη επίδραση στην καθηµερινή

διδασκαλία, ενώ θεωρούν ότι διαλεκτικά στοιχεία πρέπει να διορθώνονται στις γραπτές

εργασίες και στις πολύ επίσηµες προφορικές εργασίες, αλλά να επιτρέπονται µαζί µε τις

πρότυπες µορφές στις καθηµερινές προφορικές εργασίες. Οι ολλανδόφωνοι δάσκαλοι

Page 103: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

98

στο Βέλγιο, σύµφωνα µε τον Hagen (1980), χαρακτηρίζονται από γλωσσική

αβεβαιότητα, που παρατηρείται κυρίως στον εντυπωσιακό αριθµό υπερδιορθώσεων

στις συζητήσεις µεταξύ τους, καθώς και από ένα είδος γλωσσικής ανεπάρκειας,

εφόσον πολλοί δηλώνουν ότι δεν µπορούν να µιλήσουν «όπως πρέπει» και εκφράζουν

αισθήµατα ενοχής για αυτό. Ταυτόχρονα, ωστόσο, εκφράζουν και ανοχή προς τη δική

τους γλωσσική χρήση και των µαθητών (Graen & Humblet 1989: 13-29). Αυτό

σηµαίνει ότι στη συνείδηση των εκπαιδευτικών, ακόµα και εκείνων που έχουν

µεγαλώσει σε ένα διαλεκτόφωνο περιβάλλον ή έχουν εξοικειωθεί µε τη διάλεκτο, η µη

πρότυπη γλωσσική ποικιλία θεωρείται υποδεέστερη και συχνά υπεύθυνη για τη σχολική

αποτυχία των µαθητών.

Το ρόλο των εκπαιδευτικών εξετάζει και η έρευνα των Blake & Cutler (2003),

που διεξήχθη στη Νέα Υόρκη σε σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης µε στόχο να

εξετασθεί η στάση των διδασκόντων απέναντι στην αφροαµερικανική αγγλική (ΑΑΕ),

αλλά και απέναντι στη δίγλωσση εκπαίδευση σε σύγκριση µε τη διδιαλεκτική

εκπαίδευση. Τα αποτελέσµατα δείχνουν ότι υπάρχει έλλειψη σαφήνειας για το ρόλο της

ΑΑΕ στην τάξη. Παρά το γεγονός ότι ένας ουσιαστικός αριθµός των ερωτηθέντων τη

θεωρεί έγκυρη διάλεκτο της αγγλικής, όλες οι ενδείξεις φανερώνουν ότι γενικότερα

θεωρείται ανάρµοστη για την τάξη και επιπλέον άγονη για τους οµιλητές της. Η µελέτη

αυτή καταδεικνύει την αναγκαιότητα δηµιουργίας προγραµµάτων για τη

διδιαλεκτικότητα αλλά και την εκπαίδευση των διδασκόντων σχετικά µε τη γλωσσική

διαφοροποίηση, καθώς ο βαθµός στον οποίο οι διδάσκοντες εκτίθενται σε βασικά

γλωσσολογικά µαθήµατα θεωρείται ένας σηµαντικός παράγοντας στη διαµόρφωση

συµπεριφορών απέναντι στην ΑΑΕ και σε άλλες γλωσσικές ποικιλίες. Συνεπώς,

υπάρχει ένα εµφανές περιθώριο βελτίωσης των αρνητικών στάσεων και των στάσεων

που οφείλονται σε έλλειψη ενηµέρωσης.

Τέλος, οι στάσεις του οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος παίζουν

σπουδαίο ρόλο στη θέση των διαλέκτων στην εκπαίδευση όπως επισηµαίνουν σχετικές

µελέτες (λ.χ. Jorgensen & Pedersen 1989, Hagen 1989, Van de Craen & Humblet

1989). Οι περισσότεροι γονείς, όπως είναι αναµενόµενο, δηλώνουν σαφώς ότι η

πρότυπη γλώσσα έχει µεγαλύτερο γόητρο σε εκπαιδευτικά και επαγγελµατικά θέµατα

και άρα όσοι ενδιαφέρονται για την επαγγελµατική αποκατάσταση και την κοινωνική

Page 104: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

99

καταξίωση των παιδιών τους υιοθετούν στάσεις και συµπεριφορές υπέρ της νόρµας, τη

στιγµή που οι µη πρότυπες ποικιλίες στιγµατίζονται.

Όλοι οι ερευνητές έχουν προσπαθήσει να εξηγήσουν ότι η διαλεκτική οµιλία

δεν είναι ένα εκπαιδευτικό µειονέκτηµα καθεαυτό. Τα πιθανά µειονεκτήµατα της

διαλεκτικής οµιλίας παράγονται από πολύ λεπτούς παράγοντες όπως οι στάσεις των

δασκάλων απέναντι στη διάλεκτο, οι στάσεις των µαθητών απέναντι στο σχολείο,

διαφορές στις επικοινωνιακές συνήθειες, τα κοινωνικά στερεότυπα και φυσικά ο

βαθµός της διάστασης µεταξύ της διαλέκτου και της πρότυπης γλώσσας. Έτσι, ένα

σύστηµα που καταστέλλει τη γλώσσα του σπιτιού και ισχυρά προάγει την πρότυπη

είναι πιθανό να είναι µέρος της εξήγησης της αποτυχίας των διαλεκτόφωνων µαθητών.

Αντίθετα, όταν το εκπαιδευτικό σύστηµα είναι πλουραλιστικό, ενσωµατώνοντας την

ποικιλία σε µια αλληλεπιδραστική προσέγγιση (James 1992), ο µαθητής βοηθείται να

παρατηρήσει τις διαφορές µεταξύ των µορφών της γλώσσας, µε αποτέλεσµα µια

συνειδητή ενηµερότητα για την αίσθηση της γλωσσικής ετερότητας.

Αναµφισβήτητα, οι προσπάθειες αυτές καταδεικνύουν την αναγκαιότητα λήψης

συγκεκριµένων αποφάσεων εκ µέρους της εκπαιδευτικής πολιτικής κάθε χώρας,

σύµφωνα πάντα µε τις γλωσσικές της ιδιαιτερότητες, ώστε οι διάλεκτοι να έχουν θέση

στο σύγχρονο δηµοκρατικό σχολείο και να αντιµετωπιστούν ζητήµατα εκπαιδευτικής

ανισότητας που σχετίζονται µε την πρόοδο των διαλεκτόφωνων µαθητών. Είναι,

µάλιστα, άξιο απορίας το ότι δεν έχουν επιλυθεί τέτοια ζητήµατα ακόµα και σε

γλωσσικές κοινότητες µε κυρίαρχη τη θέση της διαλέκτου. Χαρακτηριστική είναι η

περίπτωση της γλωσσικής εκπαίδευσης στην Κύπρο, που αναφέρεται στην επόµενη

ενότητα λόγω του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος που παρουσιάζει για την ελληνική

πραγµατικότητα.

3.1.2. Το παράδειγµα της Κύπρου

Μια από τις ελληνόφωνες περιοχές όπου η διάλεκτος έχει κυρίαρχη θέση είναι η

Κύπρος, που έχει χαρακτηρισθεί ως διδιαλεκτική γλωσσική κοινότητα (Παύλου &

Χριστοδούλου 1997: 370), καθώς χρησιµοποιούνται παράλληλα η Νεοελληνική Κοινή

και η κυπριακή διάλεκτος. Η κυπριακή διάλεκτος ανήκει στις νοτιοανατολικές

ελληνικές διαλέκτους µε ιστορία αιώνων (βλ. λ.χ. Συµεωνίδης 2006) και µιλιέται

σήµερα από τις επτακόσιες χιλιάδες Ελληνοκυπρίων και την πλειοψηφία των µελών της

Page 105: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

100

αρµενικής και µαρωνίτικης µειονότητας, όπως και από πολλά µέλη της τουρκικής

µειονότητας. Επίσης χρησιµοποιείται από την πλειοψηφία των περίπου τριακοσίων

χιλιάδων Ελληνοκυπρίων της διασποράς και κυρίως αυτής του Ηνωµένου Βασιλείου, η

οποία είναι η πολυπληθέστερη και πιο καλά οργανωµένη κοινότητα (Παύλου 2006:

393).

Η περίπτωση της κυπριακής διαλέκτου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε

σύγκριση µε τις άλλες ελληνικές διαλέκτους ή ιδιώµατα. Οι δοµικές διαφορές µε τη

Νεοελληνική Κοινή, η απόσταση από το µητροπολιτικό κέντρο, η ύπαρξη του

κυπριακού κράτους, ο αριθµός των φυσικών οµιλητών της κυπριακής διαλέκτου και

άλλοι πολιτικο-ιδεολογικοί λόγοι συνιστούν τη βάση αυτής της ιδιαιτερότητας (Παύλου

2006: 393). Σύµφωνα µε την Καρυολαίµου (1999: 597), µε την τουρκική εισβολή του

1974 η αναγκαστική µετακίνηση του πληθυσµού από το βορά στο νότο οδήγησε σε

αύξηση της γλωσσικής οµοιοµορφίας, που είναι ιδιαίτερα αισθητή στις γλωσσικές

χρήσεις της πρώτης και δεύτερης γενιάς προσφύγων που έχουν γεννηθεί στις ελεύθερες

περιοχές. Φαίνεται όµως ότι η οµοιοµορφία αυτή δεν εµποδίζει την παράλληλη

επιβίωση τοπικών στοιχείων από τις βόρειες ποικιλίες της κυπριακής που κληροδοτούν

οι παλαιότερες γενιές προσφύγων στα παιδιά τους. Αυτά τα στοιχεία λειτουργούν εν

µέρει ως δείκτες καταγωγής ή προέλευσης στο λόγο οµιλητών της νεότερης γενιάς.

Έτσι, στην Κύπρο φαινόµενα όπως η αστυφιλία και η µετανάστευση, που

συντελέστηκαν και εντάθηκαν τις τελευταίες τέσσερις τουλάχιστον δεκαετίες,

διαφοροποιούν όχι µόνο τη σχέση ανάµεσα στην κυπριακή διάλεκτο και τη

Νεοελληνική Κοινή, αλλά και ανάµεσα στις τοπικές ποικιλίες της κυπριακής και την

κοινή διαλεκτική ποικιλία έτσι όπως διαµορφώνεται στα αστικά κέντρα.

Ορισµένοι οµιλητές θεωρούν αυτήν την κατάσταση προβληµατική· εκτιµούν ότι

οι Κύπριοι δεν µιλούν πια καλά τη διάλεκτό τους και δεν έχουν µάθει ακόµη να µιλούν

σωστά την πρότυπη ελληνική, δηλαδή δεν έχουν µάθει ακόµη να µιλούν καµία από τις

δυο ποικιλίες κατά τρόπο ικανοποιητικό (Καρυολαίµου 2000: 44), ενώ άλλοι κάνουν

λόγο για εθνική αµφιθυµία των Κυπρίων που προτιµούν να χρησιµοποιούν την Αγγλική

αντί της Ελληνικής (Papapavlou 2004: 91).

Τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής τους τα παιδιά των Ελληνοκυπρίων εκτίθενται

κυρίως στην κυπριακή διάλεκτο και αυτή χρησιµοποιούν στις καθηµερινές τους

αλληλεπιδράσεις µε γονείς, φίλους και γείτονες. Αληθεύει ίσως ότι ακούν τη

Page 106: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

101

Νεοελληνική Κοινή στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, αλλά µόνο όταν αρχίζουν

επίσηµα την εκπαίδευσή τους αρχίζουν να εκτίθενται συστηµατικά σε αυτήν. Η κοινή

τακτική στο σχολείο είναι οι καθηγητές να χρησιµοποιούν αποκλειστικά τη

Νεοελληνική Κοινή στην τάξη και να απαιτούν από τους µαθητές τους να

χρησιµοποιούν αυτό τον κώδικα στην τάξη (Papapavlou 2004: 92-93).

Συνεπώς, η τάση εγκατάλειψης των τοπικών γλωσσικών στοιχείων, η γλωσσική

οµοιογενοποίηση των νεότερων γενιών και οι πιέσεις που ασκεί η νόρµα είναι ορισµένα

από τα χαρακτηριστικά που σηµαδεύουν το κοινωνιογλωσσικό τοπίο της Κύπρου

σήµερα. Καθώς τα θέµατα που σχετίζονται µε τη γλωσσική πολιτική και το σχεδιασµό

είναι ιδιαίτερα πολύπλοκα, περιλαµβάνουν διάφορους παράγοντες (εθνικούς,

κοινωνικούς, πολιτικούς κ.ά.), οι οποίοι έρχονται στο προσκήνιο κατά την επιλογή µιας

γλώσσας που θεωρείται ότι είναι κατάλληλη για διδακτικούς σκοπούς. Ένα από τα

επιχειρήµατα που παρουσιάζονται συχνά από όσους συνηγορούν υπέρ της χρήσης των

επίσηµων γλωσσών στα σχολεία σχετίζεται µε την ενδυνάµωση της εθνικής ενότητας

στους οµιλητές µιας δεδοµένης χώρας. Στην περίπτωση της Κύπρου προσφέρονται δύο

ακόµη λόγοι για τη χρήση της Νεοελληνικής Κοινής: αφενός για να αποτραπεί η

πιθανότητα αποκοπής από την «µητρική γη» (δηλαδή την Ελλάδα) και αφετέρου για να

διατηρηθεί η εθνική ταυτότητα που δεν διαφέρει πολύ από αυτή στην Ελλάδα

(Papapavlou 2004: 93-94).

Γι’ αυτούς τους λόγους, ενώ η κυπριακή διάλεκτος αποτελεί αναπόσπαστο

µέρος της καθηµερινής γλωσσικής πρακτικής στην Κύπρο, δεν έχει επίσηµη θέση στο

σχολείο (Yakoumetti 2003: 417) και στιγµατίζεται ως γλώσσα χαµηλού κύρους. Κατά

συνέπεια, σήµερα, στα σχολικά µαθήµατα και βιβλία επικρατεί η Νεοελληνική Κοινή

και µε αυτήν υποχρεώνονται τα παιδιά να εκφραστούν και να αποκτήσουν πρόσβαση

στη γνώση (Λουκαΐδου 2006: 273). Το πρόβληµα φαίνεται να οξύνεται λόγω της

απουσίας επίσηµης κρατικής εκπαιδευτικής πολιτικής, όσον αφορά στο ρόλο της

κυπριακής διαλέκτου στην εκπαίδευση (Παύλου & Χριστοδούλου 1997: 378), εφόσον

έχει υιοθετηθεί το ελλαδικό Αναλυτικό Πρόγραµµα, το οποίο συντάχτηκε κατεξοχήν

για τις ανάγκες του ελλαδικού χώρου. Το Αναλυτικό Πρόγραµµα αυτό κωδικοποιεί και

διδάσκει τη γλώσσα σαν «καθαρή» και «ενιαία», αγνοώντας παντελώς το γεγονός ότι η

διδασκαλία της γίνεται σε ένα διαλεκτικό γεωγραφικό περιβάλλον και ότι τα παιδιά

ήρθαν στο σχολείο έχοντας ήδη κατακτήσει ένα διαφορετικό γλωσσικό σύστηµα, την

Page 107: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

102

κυπριακή διάλεκτο. Πολλές φορές, µάλιστα, στα βιβλία εµπεριέχονται γλωσσικές

εκφράσεις οι οποίες δεν είναι οικείες στους Κύπριους µαθητές ή αντιλήψεις που δεν

ταυτίζονται µε την κυπριακή κουλτούρα (Pavlou & Papapavlou 2004: 249).

Είναι ενδιαφέρον ότι αυτή η πολιτική υιοθετήθηκε αβίαστα από τις απαρχές της

δηµόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης και θεωρήθηκε η µοναδική φυσική επιλογή.

Ιδιαίτερο επίσης ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η µοναδική εγκύκλιος η οποία

επιχειρεί να ρυθµίσει το ρόλο της διαλέκτου στη δηµοτική, µέση και τεχνική

εκπαίδευση εκδόθηκε τον Αύγουστο του 2002. Η έκδοση της εγκυκλίου στη

συγκεκριµένη χρονική στιγµή δεν είναι τυχαία. Η επιστηµονική ενασχόληση µε τη

διάλεκτο γενικά και µε τη χρήση της διαλέκτου σε διάφορους τοµείς όπως η

εκπαίδευση ειδικότερα είναι φαινόµενο αρκετά πρόσφατο, το οποίο δεν θα ήταν

παράλογο να συνδέσει κανείς µε την ίδρυση του Πανεπιστηµίου Κύπρου. Φαίνεται ότι

οι διάφορες µελέτες για τη χρήση της κυπριακής διαλέκτου έχουν θορυβήσει τους

ιθύνοντες του Υπουργείου Παιδείας, οι οποίοι προσέτρεξαν να ξεκαθαρίσουν τη µέχρι

τότε άγραφη πολιτική επί του θέµατος, πριν οι εκπαιδευτικοί θεωρήσουν ότι υπήρχαν

διάφορες επιλογές και ότι οι ίδιοι είχαν δικαίωµα επιλογής. Η εγκύκλιος δηλώνει ότι:

Οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να χρησιµοποιούν την πανελλήνια κοινή

την ώρα της διδασκαλίας και το ίδιο θα πρέπει να αναµένουν από

τους µαθητές τους. Η κυπριακή διάλεκτος είναι σεβαστή και µπορεί να χρησιµοποιείται από τους µαθητές σε συγκεκριµένες περιστάσεις επικοινωνίας, όπως για παράδειγµα δραµατοποιήσεις σκηνών της καθηµερινής ζωής, απαγγελίες κ.λπ. Επιπρόσθετα, η χρήση της κυπριακής διαλέκτου είναι αποδεκτή στις περιπτώσεις εκείνες που τα παιδιά παρουσιάζουν ιδιαίτερες δυσκολίες στον προφορικό λόγο,

ειδικά στις µικρότερες τάξεις του δηµοτικού σχολείου (ΥΠΠ 2002:

1).

Το γεγονός ότι επιτρέπεται η χρήση της κυπριακής διαλέκτου σε απαγγελίες και

θεατρικά δρώµενα υποδεικνύει ότι το επίσηµο κράτος την αντιµετωπίζει ως µουσειακό

αντικείµενο προς επεξεργασία και ίσως θαυµασµό, αλλά όχι ως ζωντανό οργανισµό για

καλλιέργεια. Πιο ενθαρρυντική είναι η πρόβλεψη για τις κατώτερες τάξεις του

δηµοτικού, η οποία αναγνωρίζει ουσιαστικά ότι η γλώσσα την οποία φέρνει ο µαθητής

στο σχολείο είναι η κυπριακή διάλεκτος.

Αυτή η πολιτική παραγνωρίζει εντελώς το γεγονός ότι µε την είσοδό τους στο

εκπαιδευτικό σύστηµα οι µαθητές έχουν ως µητρική γλώσσα τους την κυπριακή

διάλεκτο και όχι τη Νεοελληνική Κοινή, µε την οποία βεβαίως έχουν επαφή µέσω της

τηλεόρασης και του ραδιοφώνου ή και λόγω επικοινωνίας µε φυσικούς οµιλητές της.

Page 108: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

103

Με δεδοµένη αυτή την πολιτική δεν πρέπει να µας εκπλήττει καθόλου το γεγονός ότι

πολλοί πιστεύουν ότι οι Κύπριοι µαθητές έχουν µειωµένη επάρκεια στα Ελληνικά.

Ένας παράγοντας αυτής της αρνητικής εικόνας είναι το γεγονός ότι οι µαθητές

αξιολογούνται µε κριτήριο ένα γλωσσικό κώδικα που δεν είναι η µητρική τους γλώσσα

ή τουλάχιστον δεν τους είναι τόσο οικεία (Παύλου 2006: 395).

Τα τελευταία χρόνια, µια σειρά µελετών επιχειρούν να παρουσιάσουν τη χρήση

της κυπριακής διαλέκτου στην εκπαίδευση, κυρίως στην πρωτοβάθµια, καθώς και τις

στάσεις των µαθητών και των δασκάλων απέναντι στο θέµα. Η µελέτη του

Παπασταύρου (2003) διεξήχθη µε τη συµµετοχή 259 παιδιών από όλες τις επαρχίες της

ελεύθερης Κύπρου και είχε ως στόχο να αποτυπώσει τα κύρια χαρακτηριστικά της

προφορικής γλωσσικής επικοινωνίας των παιδιών των νηπιαγωγείων και πιο

συγκεκριµένα να διαπιστώσει ποια µορφή της ελληνικής γλώσσας χρησιµοποιείται από

τα παιδιά και να επισηµάνει συσχετισµούς µεταξύ της µορφής της γλώσσας την οποία

χρησιµοποιούν τα παιδιά και παραγόντων όπως το νηπιαγωγείο φοίτησης (δηµόσιο,

κοινοτικό, ιδιωτικό), ο τόπος φοίτησης των παιδιών (αστική, αγροτική περιοχή), της

παρουσίας ξενόγλωσσου γονιού ή οικιακής βοηθού και της ηλικίας των παιδιών. Τα

αποτελέσµατα της έρευνας δείχνουν ότι τα παιδιά χρησιµοποίησαν τη Νεοελληνική

Κοινή σε συχνότητα 21,05% των εκφωνηµάτων, την κυπριακή διάλεκτο σε 6,4% των

εκφωνηµάτων και για το 72,54% των εκφωνηµάτων χρησιµοποιήθηκε µια µορφή

γλώσσας µε στοιχεία τόσο από τη Νεοελληνική Κοινή όσο και από την κυπριακή

διάλεκτο.

Οι µελέτες της Γιακουµεττή (2003) και των Γιακουµεττή κ.ά. (2005) ερευνούν

το βαθµό στον οποίο 92 Κύπριοι µαθητές από αγροτικές και αστικές περιοχές

µεταφέρουν στοιχεία από τη µητρική τους γλώσσα, δηλαδή την κυπριακή διάλεκτο

κατά την παραγωγή γραπτού και προφορικού λόγου στη Νεοελληνική Κοινή. Τα

διαλεκτικά στοιχεία συλλέχθηκαν υπό µορφή γραπτής και προφορικής εξέτασης/

συνέντευξης και αποδόθηκαν στα διάφορα γλωσσικά επίπεδα, δηλαδή τη φωνολογία,

τη µορφολογία, τη σύνταξη και το λεξιλόγιο. Τα αποτελέσµατα επιβεβαίωσαν ότι οι

σπουδαστές υιοθετούν τη διάλεκτο όταν εκφράζονται προφορικά. Ο υψηλότερος

βαθµός µεταφοράς στην οµιλία εµφανίστηκε στη µορφολογία, ακολούθησε η

φωνολογία, το λεξικό και η σύνταξη. Στη γραπτή παραγωγή λόγου η µεταφορά στο

λεξιλογικό και µορφολογικό επίπεδο ήταν η πιο κοινή, µε τη φωνολογική και

Page 109: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

104

συντακτική µεταφορά να εµφανίζεται σπάνια. Τέλος η έρευνα καθόρισε ποια

διαλεκτικά στοιχεία χρησιµοποιούνται πιο συχνά και έδειξε ότι τα παιδιά από το

αγροτικό σχολείο χρησιµοποίησαν στατιστικά πιο πολλούς διαλεκτικούς τύπους

(Παύλου 2006: 398). Οι δάσκαλοι στην Κύπρο είναι πεπεισµένοι ότι υπάρχει σοβαρό

γλωσσικό πρόβληµα ανάµεσα στους Κυπρίους µαθητές. Το προφορικό και γραπτό

υλικό που ανέλυσε η πιο πάνω µελέτη βοήθησε να προσδιοριστούν πτυχές της ακριβούς

φύσης αυτού του προβλήµατος, δείχνοντας πού συγκεκριµένα διαφέρει η γλώσσα των

µαθητών από τη γλώσσα η οποία αναµένεται από τους µαθητές. Επίσης, τα πορίσµατα

έρχονται σε αντίθεση µε την κοινή πεποίθηση ότι η τάξη αποτελεί πεδίο όπου

χρησιµοποιείται αποκλειστικά η πρότυπη γλώσσα (Παύλου 2006: 398).

Η µελέτη της Λουκαΐδου (2004) εστιάστηκε στη χρήση της κυπριακής

διαλέκτου στα γραπτά των µαθητών ενός δηµοτικού σχολείου σε µια αγροτική περιοχή

της Κύπρου και έδειξε ότι υπάρχουν πολλά διαλεκτικά στοιχεία στα κείµενα των

µαθητών και ότι οι µαθητές δυσκολεύονται να διαχωρίσουν τους δυο κώδικες. Επίσης,

η παρεµβολή της κυπριακής διαλέκτου στα µαθητικά κείµενα φαίνεται να επηρεάζεται

από τους ακόλουθους παράγοντες: την ηλικία/τάξη, το κειµενικό είδος, τη χρονική

περίοδο συγγραφής των κειµένων και τη δασκάλα. Τέλος, παρατηρήθηκαν πολλές

περιπτώσεις υπερδιόρθωσης.

Η µελέτη των Παύλου & Φούσια (2005) χρησιµοποιεί ως υλικό 40

µαγνητοφωνηµένα µαθήµατα από 10 διαφορετικούς δασκάλους σε 4 διαφορετικά

θέµατα: ελληνικά, ιστορία, φυσική και µαθηµατικά για να διερευνήσει κατά πόσο το

διδασκόµενο µάθηµα επηρεάζει τη συχνότητα χρήσης της κυπριακής διαλέκτου από

µαθητές και δασκάλους. Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα, η µεγαλύτερη χρήση της

κυπριακής διαλέκτου γίνεται κυρίως στο µάθηµα της γλώσσας, καθώς σε αυτό το

µάθηµα οι µαθητές παροτρύνονται να νιώθουν πιο ελεύθεροι να εκφράσουν τις ιδέες

τους και συνεπώς παράγουν περισσότερο λόγο. Οι δάσκαλοι δεν διορθώνουν πολύ

συχνά τη χρήση της διαλέκτου, διότι φαίνεται να ενδιαφέρονται για την ποιότητα και το

βάθος της σκέψης των µαθητών και όχι µόνο για τον κώδικα µε τον οποίο εκφράζονται.

Επίσης, αρκετά συχνή χρήση της κυπριακής διαλέκτου γίνεται στο µάθηµα της ιστορίας

και λιγότερο της φυσικής. Το φαινόµενο αυτό φαίνεται να σχετίζεται µε το βαθµό

χρήσης των διδακτικών εγχειριδίων, τα οποία είναι γραµµένα εξ ολοκλήρου στη

Page 110: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

105

Νεοελληνική Κοινή και µε το κατά πόσο το µάθηµα προσφέρεται για συζήτηση

(Παύλου 2006: 399).

Όσον αφορά στη στάση των εκπαιδευτικών απέναντι στη διάλεκτο ιδιαίτερα

ενδιαφέρουσες είναι οι µελέτες των Παύλου & Παπαπαύλου (2002, 2004). Η έρευνα

διεξήχθη µέσω ερωτηµατολογίων τα οποία συµπλήρωσαν 133 δάσκαλοι και έδειξε ότι

το 31,6% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι αποθαρρύνει τους µαθητές όταν εκφράζονται

στην κυπριακή διάλεκτο κατά τη διάρκεια του µαθήµατος, ενώ η πλειονότητα (60,2%)

διορθώνουν τους µαθητές τους όταν εκφράζονται στην κυπριακή διάλεκτο. Επίσης, η

µεγάλη πλειοψηφία των δασκάλων (77,4%) δηλώνουν ότι διορθώνουν συχνότερα τους

µαθητές τους όταν χρησιµοποιούν την κυπριακή διάλεκτο στο γραπτό λόγο και ότι είναι

πιο ανεκτικοί στη χρήση της στον προφορικό λόγο (85,7%). Πολλοί λίγοι δάσκαλοι

(5,3%) δηλώνουν ότι αξιολογούν αρνητικά ένα µαθητή που χρησιµοποιεί συχνά

εκφράσεις της κυπριακής διαλέκτου κατά τη διάρκεια του µαθήµατος, ενώ το 78,8%

δηλώνουν ότι δείχνουν ελαστικότητα σε περιπτώσεις που η διάλεκτος χρησιµοποιείται

από τους µαθητές για αστεϊσµούς, παράπονα και κουβέντα σε θέµατα της

καθηµερινότητας.

Όσον αφορά στη γλωσσική συµπεριφορά των δασκάλων, η έρευνα κατέδειξε ότι

τα δύο τρίτα των δασκάλων δηλώνουν ότι αποφεύγουν συνειδητά να χρησιµοποιούν

την κυπριακή διάλεκτο µέσα στην τάξη και διορθώνουν τον εαυτό τους στις

περιπτώσεις που συνειδητοποιούν κάτι τέτοιο, ενώ το 71,3% των δασκάλων δηλώνουν

ότι χρησιµοποιούν χιουµοριστικές εκφράσεις της κυπριακής διαλέκτου όταν θέλουν να

ξεκουράσουν τους µαθητές τους. Επιπλέον, το 60% των δασκάλων δηλώνουν ότι

χρησιµοποιούν την κυπριακή διάλεκτο για να πλησιάσουν ένα µαθητή που

αντιµετωπίζει κάποιο πρόβληµα και το 70% των δασκάλων δηλώνουν ότι τη

χρησιµοποιούν για να εξηγήσουν έννοιες που τα παιδιά δυσκολεύονται να

κατανοήσουν. Τέλος, το 60% περίπου των δασκάλων δεν χρησιµοποιούν εκφράσεις της

κυπριακής διαλέκτου όταν πρέπει να επιπλήξουν ένα µαθητή, ενώ το 70% των

δασκάλων δηλώνουν ότι συχνά χρησιµοποιούν την κυπριακή διάλεκτο µε τους

συναδέλφους τους εκτός τάξης.

Από τις παραπάνω µελέτες φαίνεται ξεκάθαρα ότι η κυπριακή διάλεκτος

στιγµατίζεται, αν και χρησιµοποιείται από τους µαθητές µέσα στην τάξη και ότι

προτιµάται µόνο στην επιτέλεση ορισµένων λειτουργιών σχετικών µε το µάθηµα, όπως

Page 111: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

106

η έκφραση επαίνου, η επίπληξη, ο αστεϊσµός κ.λπ. Επίσης, ο τόπος διαµονής (αστική ή

αγροτική περιοχή) φαίνεται να αποτελεί παράγοντα που επηρεάζει την συχνότητα της

χρήσης διαλέκτου.

Τέτοιες µελέτες βοηθούν αφενός να ξεπεραστούν τα στερεότυπα των

εκπαιδευτικών και αφετέρου να επαναπροσδιοριστεί κοινωνιογλωσσολογικά και

εκπαιδευτικά η σχέση διαλέκτων και γλώσσας κύρους, καθώς και η ίδια η έννοια των

γλωσσικών δεξιοτήτων (Παύλου 2006: 399). Ιδιαίτερης σηµασίας προς την κατεύθυνση

αυτή είναι η πρόσφατη έρευνα της Γιακουµεττή (2007) σε σχολεία πρωτοβάθµιας

εκπαίδευσης των Ελληνοκυπρίων, που µελετά τα πιθανά οφέλη της δίγλωσσης

εκπαίδευσης. Όπως ήδη τονίστηκε, παρά τις σηµαντικές διαφορές µεταξύ της

κυπριακής διαλέκτου και της πρότυπης ελληνικής, στην εκπαιδευτική γλωσσική

τακτική της Κύπρου η ύπαρξη διαλέκτου αγνοείται. Οι δάσκαλοι απλά διορθώνουν τα

«λάθη» (δηλαδή τις διαλεκτικές παρεµβολές) και ενισχύουν την πρότυπη ελληνική

µέσω της επανάληψης. Η ανάλυση των αποτελεσµάτων της µελέτης έδειξε ότι η

συµπερίληψη της διαλέκτου µαζί µε την πρότυπη στην επίσηµη εκπαίδευση µπορεί όχι

µόνο να έχει θετικές επιδράσεις σε όλους τους µαθητές, αλλά και ότι είναι ιδιαίτερα

ωφέλιµη στους οµιλητές της επαρχίας. Γενικά η µελέτη αποκάλυψε ότι η επιλογή να

χρησιµοποιηθεί η διάλεκτος στην αίθουσα µαζί µε την επίσηµη δεν καταλήγει σε

διαλεκτική παρεµβολή. Αντιθέτως, η διαλεκτική παρέµβαση µειώνεται και οι δυο

κώδικες διαχωρίζονται καλύτερα. Συνεπώς, η εισαγωγή της ποικιλίας του σπιτιού στην

αίθουσα διδασκαλίας µε συνειδητό, σαφή και καλοσχεδιασµένο τρόπο όχι µόνο δεν έχει

επιζήµια επίδραση στην πρόσληψη και παραγωγή της επίσηµης Νεοελληνικής Κοινής,

αλλά αντιθέτως βοηθάει τους σπουδαστές και έχει θετικές επιδράσεις στη γλωσσική

τους επίδοση. Τέλος, προτείνεται η χρήση διαφορετικών εγχειριδίων από τους

σπουδαστές αστικών και επαρχιακών σχολείων και τονίζεται η αναγκαιότητα της

σωστής καθοδήγησης των δασκάλων.

Στο σηµείο αυτό είναι σηµαντικό να τονιστεί ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν

αποτελούν µειονότητα στο νησί και γι’ αυτό δεν υστερούν µε κανένα τρόπο κοινωνικο-

οικονοµικά και πολιτισµικά. Επιπρόσθετα, ένας µεγάλος αριθµός Κυπρίων κατέχουν

πανεπιστηµιακούς τίτλους και πολλοί µιλούν αρκετές ξένες γλώσσες, ενώ υπάρχει µια

πλούσια κυπριακή λογοτεχνία στη διάλεκτο που άνθησε κυρίως στο παρελθόν, παρόλο

που η γραφή της διαλέκτου δεν έχει τυποποιηθεί (Papapavlou 2004: 96-99). Παρόλες

Page 112: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

107

αυτές τις ευνοϊκές συνθήκες, η διδιαλεκτική εκπαίδευση έχει να παλέψει ενάντια σε

στάσεις και προκαταλήψεις που αναπτύσσονται στην κυρίαρχη οµάδα. Όπως φαίνεται,

οι γλωσσικές στάσεις των Κυπρίων απέναντι στη µητρική τους γλώσσα είναι

αµφιθυµικές µε µια, γενικά, µάλλον αρνητική στάση, η οποία εντοπίζεται είτε στη ρητή

και απροκάλυπτη αρνητικότητα που εκφράζουν οι οµιλητές είτε µέσω της προτίµησης

που δείχνουν στην πρότυπη γλώσσα (Παύλου 1999, πρβλ. Παναγιώτου 1999).

Σε αυτό το πλαίσιο αξιοσηµείωτη είναι η µελέτη του Παπαπαύλου (1998), που,

χρησιµοποιώντας την τεχνική των εναρµονισµένων αµφιέσεων (matched-guise test),

µελέτησε τις στάσεις των Ελληνοκυπρίων φοιτητών στο Πανεπιστήµιο Κύπρου

απέναντι στη διάλεκτο και την πρότυπη ελληνική και έδειξε ότι οι εκτιµήσεις των

κριτών για τα φωνητικά χαρακτηριστικά των οµιλητών αντιπροσώπευαν περισσότερο

τα συναισθήµατά τους απέναντι στις ποικιλίες παρά στους ίδιους τους οµιλητές. Έτσι,

οι Ελληνοκύπριοι σπουδαστές κράτησαν πιο ευνοϊκή στάση απέναντι στην πρότυπη

ελληνική παρά απέναντι στην κυπριακή διάλεκτο που χρησιµοποιούν στις καθηµερινές

τους συναναστροφές. Συγκεκριµένα, αυτοί που χρησιµοποιούν την πρότυπη ελληνική

χαρακτηρίστηκαν ως πιο έξυπνοι, µορφωµένοι, αξιόπιστοι, φιλόδοξοι, µοντέρνοι,

ευχάριστοι, ενδιαφέροντες κ.λπ., αλλά δεν θεωρήθηκαν πιο ειλικρινείς ή πιο ευγενικοί

από τους οµιλητές διαλέκτου.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και µια έρευνα για τη χρήση της διαλέκτου από

δηµοσιογράφους (Pavlou 2004), δεδοµένης της επιρροής που ασκούν τα ΜΜΕ στη

διαµόρφωση στάσεων και αντιλήψεων, οι οποίοι παραδέχτηκαν ότι σπάνια

χρησιµοποιούν την κυπριακή διάλεκτο και ενίοτε την αποφεύγουν συνειδητά. Οι

δηµοσιογράφοι πιστεύουν ότι θα ήταν δύσκολο για τους αναγνώστες, οι οποίοι, παρόλο

που χρησιµοποιούν τη διάλεκτο στις προφορικές τους συναλλαγές, δυσκολεύονταν να

τη διαβάσουν, καθότι σπάνια χρησιµοποιείται γραπτώς και δεν υπάρχει τυποποιηµένη

ορθογραφία. Παρόµοιες είναι οι απόψεις των πληροφορητών της Sciriha (2004: 136),

που υποστηρίζουν ότι η κυπριακή διάλεκτος δεν θα έπρεπε να λαµβάνεται από τα

παιδιά ως πρώτη γλώσσα, ότι οµιλείται από αµόρφωτα άτοµα και δεν θα έπρεπε να

χρησιµοποιείται από την τηλεόραση ως γλωσσικό µέσο, ενώ συµφωνούν αρκετά µε τη

δήλωση ότι δεν θα έπρεπε να διδάσκεται στο σχολείο.

Τέλος, η έρευνα έδειξε ότι η Νεοελληνική Κοινή παραµένει ακαδηµαϊκή και

επιφανειακή για τους περισσότερους Ελληνοκυπρίους, οι οποίοι εµφανίζονται ανήσυχοι

Page 113: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

108

και νιώθουν άβολα µε αυτό τον κώδικα όταν πρέπει να τον χρησιµοποιήσουν σε

επίσηµες περιστάσεις. Για να ξεπεράσουν την ανησυχία, οι Ελληνοκύπριοι

καταφεύγουν σε στρατηγικές αποφυγής και περιφράσεις για όρους µε τους οποίους δεν

είναι εξοικειωµένοι, ενώ οι περισσότεροι νιώθουν εκτός τόπου και κατώτεροι όταν

χρησιµοποιούν τη Νεοελληνική Κοινή στην παρουσία Ελλαδιτών (Papapavlou 1989,

1998, Papapavlou & Pavlou 1998).

Εποµένως, κρίνεται απαραίτητη η αναµόρφωση του εκπαιδευτικού

προγράµµατος στην Κύπρο, έτσι ώστε τo γλωσσικό µάθηµα να περιλαµβάνει και την

κυπριακή γλωσσική ποικιλία. Η απόκτηση επίγνωσης σε τέτοια θέµατα είναι τεράστιας

σηµασίας για τους ερευνητές, για όσους χαράσσουν πολιτικές, τους εκπαιδευτικούς,

τους γονείς και τα παιδιά, γιατί µπορεί να βοηθήσει στη δηµιουργία ενός εκπαιδευτικού

περιβάλλοντος που να σέβεται τα γλωσσικά δικαιώµατα διδιαλεκτικών οµιλητών και να

αποτελεί πηγή για την ενδυνάµωσή τους (βλ. Papapavlou & Pavlou 2007).

3.2. Η ελληνική πραγµατικότητα

Σε όλα τα κράτη η γλώσσα και η γλωσσική εκπαίδευση αποτελούν πάντα αντικείµενα

που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον της πολιτικής και της εξουσίας. Σε εθνικό επίπεδο η

γλώσσα θεωρείται δείκτης ταυτότητας και γεννά συγκρούσεις που πάντα έχουν τις

επιπτώσεις τους στην εκπαίδευση (Τοκατλίδου 2004: 113). Οι συγκρούσεις αυτές

πηγάζουν από τις γλωσσικές στάσεις που χαρακτηρίζουν την κοινωνία, καθορίζουν

πολιτικές αποφάσεις θεσµών και ενσωµατώνονται στο γλωσσικό σχεδιασµό και την

κυριότερη έκφανσή του, την εκπαίδευση (Κακριδή 2006β).

Η ελληνική γλώσσα έχει γίνει συχνά αντικείµενο αντιπαραθέσεων και

προκαταλήψεων στο όνοµα του κύρους και της κοινωνικής αποδοχής. Ειδικότερα, έχει

αποδοθεί µεγαλύτερη αξία στο γραπτό λόγο και γενικά στην επίσηµη µορφή της

γλώσσας, ενώ ο προφορικός λόγος παραµένει παραµεληµένος και υποτιµηµένος, όπως

υποδεικνύεται και από τη θέση που κατέχει η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία ως µορφή

προφορικού λόγου στην εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά και γενικότερα στη συνείδηση

των οµιλητών. Την άγνοια των οµιλητών της Ελληνικής για τα γλωσσικά ιδιώµατα και

την αξία τους, αλλά και την αρνητική αντιµετώπισή τους καταδεικνύει η εξέταση της

χρήσης τους στη σύγχρονη εκπαιδευτική κοινότητα. Το σχολείο απ’ τη µια καθίσταται

Page 114: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

109

φορέας των αντιλήψεων της κοινότητας και η κοινότητα απ’ την άλλη συµµορφώνεται

µε τις αρχές της εκπαιδευτικής πολιτικής.

Η κοινωνιογλωσσική αυτή πραγµατικότητα παρουσιάζεται στην παρούσα

ενότητα σε τρία στάδια. Αρχικά, ερευνάται η θέση του νεοελληνικού ιδιωµατικού

λόγου στα σχολικά εγχειρίδια της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης από τη µεταρρύθµιση

του 1976 ως σήµερα µέσα από τη συγκριτική εξέταση των συγκεκριµένων βιβλίων και

των αντίστοιχων Αναλυτικών Προγραµµάτων που συνοδεύουν τις τρεις

µεταρρυθµιστικές προσπάθειες της συγκεκριµένης περιόδου (3.2.1.). Ακολούθως,

ελέγχεται γενικά ο ρόλος της νόρµας και ο ρυθµιστικός χαρακτήρας της γλωσσικής

αγωγής, καθώς και τα στερεότυπα που επηρεάζουν την εκπαιδευτική κοινότητα ή

αναπαράγονται από αυτήν (3.2.2.). Τέλος, εξετάζονται γενικά οι προκαταλήψεις των

Νεοελλήνων απέναντι στη χρήση της διαλεκτικής ποικιλίας και ο τρόπος επίδρασής

τους στο χώρο της εκπαίδευσης (3.2.3.).

3.2.1. Η θέση των διαλέκτων στα σχολικά εγχειρίδια Νεοελληνικής Γλώσσας της

∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης

Στην ενότητα αυτή εξετάζονται τα στερεότυπα και η κανονιστική διάσταση της

γλωσσικής αγωγής µέσα από τη µελέτη των διδακτικών εγχειριδίων από τη

µεταρρύθµιση του 1976 ως σήµερα. Συγκεκριµένα, ελέγχεται η αντιστοιχία ανάµεσα

στους στόχους που ορίζουν τα Αναλυτικά Προγράµµατα και στο περιεχόµενο των

βιβλίων για τη διδασκαλία του γλωσσικού µαθήµατος στις τρεις κύριες

µεταρρυθµιστικές προσπάθειες των τελευταίων τριάντα ετών (1976, 1997-1999, 2002).

Η µελέτη αυτή είναι ιδιαίτερα σηµαντική, καθώς το σχολικό εγχειρίδιο στην ελληνική

εκπαιδευτική πραγµατικότητα δεν θεωρείται απλώς ένα διδακτικό εργαλείο, αλλά

αποτελεί αποκλειστικό µέσο για τη διδασκαλία της γλώσσας.

3.2.1.1. Η µεταρρύθµιση του 1976

Το έτος 1976 υπήρξε ορόσηµο για τα γλωσσικά πράγµατα στην Ελλάδα, καθώς για

πρώτη φορά µε τρόπο επίσηµο και µε νοµοθετική πράξη καταργείται η καθαρεύουσα

και καθιερώνεται η αποκλειστική χρήση της Νεοελληνικής Κοινής ως γλώσσας του

κράτους και της εκπαίδευσης. Η απόφαση αυτή άνοιξε, ανάµεσα στα άλλα, το δρόµο

για τον εκσυγχρονισµό της διδασκαλίας της µητρικής γλώσσας στην πρωτοβάθµια και

Page 115: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

110

δευτεροβάθµια εκπαίδευση (Χαραλαµπάκης 1994: 11, Χαραλαµπόπουλος &

Χατζησαββίδης 1997: 22). Έτσι, χαράζονται νέοι προσανατολισµοί και

διαµορφώνονται σταδιακά νέες τεχνικές που προσπαθούν να αποσπάσουν το µάθηµα

από τις παραδοσιακές µεθόδους διδασκαλίας και να το φέρουν πιο κοντά στη σύγχρονη

πραγµατικότητα (Μήτσης 2002: 30). Γίνεται προσπάθεια ώστε η γλωσσική διδασκαλία,

στηριγµένη στις αρχές της σύγχρονης γλωσσολογίας, να αλλάξει µέθοδο ως προς την

προσέγγιση και κατάκτηση της µητρικής γλώσσας. Στόχος είναι να δοθεί έµφαση στον

επικοινωνιακό της ρόλο µε την εγκατάλειψη της στείρας αποµνηµόνευσης του τυπικού

της γλώσσας (Σκλαβενίτης 1991: 24).

Η νεοελληνική γλώσσα διδάσκεται πλέον στα σχολεία µε κύρια βοηθήµατα τα

έργα των Αχιλλέα Τζάρτζανου (1978) και Μανόλη Τριανταφυλλίδη (1978), που

προσαρµόστηκαν για σχολική χρήση. Προφανώς τα βοηθήµατα αυτά δεν επαρκούσαν

για την κάλυψη των αναγκών της γλωσσικής διδασκαλίας στις βαθµίδες της

εκπαίδευσης και έτσι συνειδητοποιείται η ανάγκη συγγραφής άλλων βιβλίων για τη

διδασκαλία της γλώσσας µε βάση τις σύγχρονες γλωσσολογικές αρχές (Σκλαβενίτης

1991: 25, Χαραλαµπόπουλος & Χατζησαββίδης 1997: 22).

Αξιοσηµείωτη είναι η άποψη του Ντάλτα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ότι

«θα χρειαστεί να ξεκινήσουν δυο παράλληλες και αλληλοσυµπληρούµενες προσπάθειες. Η πρώτη αφορά τη διατύπωση λεπτοµερούς θεωρητικού πλαισίου για το γλωσσικό µάθηµα και τη συγγραφή σχολικών εγχειριδίων και λοιπών βοηθηµάτων κατάλληλων να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες γλωσσικής παιδείας του τόπου. Προφανώς θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές ανάγκες και δυνατότητες των µαθητών ανάλογα

π.χ. µε την ηλικία τους ή µε το γεωγραφικό διαµέρισµα στο οποίο ζουν (πόλη-χωριό), ώστε το υλικό που θα παραχθεί να έχει την ευρύτερη

δυνατή εφαρµογή» (1982: 180).

Γι’ αυτό το σκοπό συγκροτήθηκαν στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο του Υπουργείου

Παιδείας οµάδες για να εκπονήσουν Αναλυτικά Προγράµµατα και διδακτικά βιβλία, τα

οποία ετοιµάστηκαν και άρχισαν να χρησιµοποιούνται από τις αρχές της δεκαετίας του

1980.

Page 116: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

111

3.2.1.2. Οι δεκαετίες του 1980 και 1990

Τα νέα βιβλία του Γυµνασίου µε τίτλο Νεοελληνική Γλώσσα εισάγονται στην

εκπαίδευση για πρώτη φορά το σχολικό έτος 1984-1985, ενώ η γλωσσική διδασκαλία

στο Λύκειο µε βάση τη σειρά Έκφραση-Έκθεση άρχισε το σχολικό έτος 1988-1989.

Παράλληλα, χρησιµοποιούνται ως βιβλία αναφοράς το Συντακτικό της Ελληνικής

(1978) και η Νεοελληνική Γραµµατική (1978). Όπως επισηµαίνουν οι

Χαραλαµπόπουλος & Χατζησαββίδης (1997: 22), είναι η πρώτη φορά στη νεοελληνική

εκπαίδευση που επιχειρείται η διδασκαλία της µητρικής γλώσσας σε τέτοια έκταση και

µε τόσο συστηµατικό τρόπο. Στόχος υπήρξε η συστηµατική µύηση των µαθητών στη

συνειδητή χρήση και λειτουργία της µητρικής γλώσσας. Μάλιστα, για πρώτη φορά για

τα εκπαιδευτικά πράγµατα καθιερώθηκε ήδη από το 1981 το βιβλίο του καθηγητή,

σηµαντική αλλαγή, καθώς η πλειονότητα των καθηγητών δεν είχε ούτε µαθητική ούτε

φοιτητική εµπειρία διδασκαλίας της µητρικής γλώσσας (Σπανός 2004: 51).

Σύµφωνα µε τα Αναλυτικά Προγράµµατα για το Γυµνάσιο και το Λύκειο και µε

όσα έχουν εκθέσει σε διάφορα δηµοσιεύµατά τους οι εισηγητές και οι υπεύθυνοι της

εκπόνησης αυτών των Προγραµµάτων (βλ. Τσολάκης 1983: 58-70, 1985: 41-63, µεταξύ

άλλων) µε το γλωσσικό µάθηµα πρέπει να επιδιώκεται να γίνουν οι µαθητές ικανοί

χρήστες της γλώσσας µε την καλλιέργεια των δεξιοτήτων που σχετίζονται µε την

ακρόαση, την προφορική έκφραση, την ανάγνωση και τη γραπτή έκφραση. Ανάµεσα

στα άλλα, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη έµφαση στον προφορικό λόγο, ενώ η καλλιέργεια

της προφορικής και της γραπτής έκφρασης πρέπει να γίνεται µε την άσκηση των

µαθητών στη χρήση της γλώσσας. Τονίζεται ακόµα ότι οι µαθητές πρέπει να έρχονται

σε επαφή µε κείµενα τα οποία είναι αντιπροσωπευτικά των ποικίλων µορφών γραπτής

επικοινωνίας, καθώς και ότι η γλώσσα πρέπει να αντιµετωπίζεται ενιαία, µε την έννοια

ότι η ακρόαση, προφορική έκφραση, ανάγνωση, γραπτή έκφραση και γραµµατική δεν

θα διδάσκονται ανεξάρτητα, αλλά θα συνυπάρχουν στο ίδιο µάθηµα και θα

διασυνδέονται. Η βασική αρχή, εποµένως, που διέπει τη γλωσσική διδασκαλία είναι να

συνεχίζεται και στο σχολείο ο προσχολικός, φυσικός τρόπος εκµάθησης της γλώσσας.

Σε όλα τα Αναλυτικά Προγράµµατα της δεκαετίας του 1980 και εν µέρει της

δεκαετίας του 1990 τονίζεται ως γενικός σκοπός της γλωσσικής διδασκαλίας: «να

κατανοήσουν οι µαθητές την ψυχοσύνθεση, τη βιοθεωρία, τον πολιτισµό και το ήθος

του λαού τους, αφού η γλώσσα είναι δηµιούργηµα του λαού και τον εκφράζει πιστά»

Page 117: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

112

(ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ 1989-90: 21). Οδηγητικές σκέψεις που προσδιόρισαν τη µέθοδο και το

περιεχόµενο των νέων βιβλίων γλωσσικής διδασκαλίας ήταν µεταξύ άλλων και οι

ακόλουθες:

«Κάθε διδασκαλία είναι ανάγκη να αρχίζει και να ολοκληρώνεται µε τη

µητρική γλώσσα» (Τσολάκης 1990: 9).

«Το υλικό της γλωσσικής διδασκαλίας θα αντληθεί και θα (ανα) παραχθεί από ολόκληρο το γλωσσικό της θησαυρό: τον καθηµερινό λόγο, το

παραµύθι, το δηµοτικό τραγούδι, τη λογοτεχνία, την επιστήµη, τη

δοκιµιογραφία, την τέχνη, τη διοίκηση, τα ιδιώµατα και τις διαλέκτους, τη

λόγια και τη λαϊκή παράδοσή της. ∆ηλαδή από κάθε γεωγραφική,

ιστορική, κοινωνική και λειτουργική ποικιλία της ελληνικής, µε µια

προϋπόθεση, την οποία επιβάλλουν ιστορικές και κοινωνικές αναγκαιότητες, ότι ο γλωσσικός θησαυρός θα περνάει µέσα από τα

επίπεδα της νεοελληνικής δοµής της γλώσσας […] Είναι ανάγκη να

αποκτήσει ο νέος άνθρωπος συνείδηση της πολυµορφίας της γλώσσας και των γλωσσικών ποικιλιών της» (Τσολάκης 1990: 9-10).

«Η κατάκτηση της γλώσσας είναι γλωσσική πράξη, οµιλία και χρήση της γλώσσας και όχι θεωρία για τη γλώσσα» (Τοµπαΐδης 1987: 27).

Από τη σχηµατική παρουσίαση των βασικών αρχών που, σύµφωνα µε τους

εισηγητές του ισχύοντος Προγράµµατος, πρέπει να διέπει τη γλωσσική διδασκαλία

είναι προφανής η πρόθεση για εγκατάλειψη της παραδοσιακής εµµονής στη σχολαστική

διδασκαλία της γραµµατικής, που οδηγούσε στην απόκτηση στείρων γραµµατικών

γνώσεων, ώστε να δοθεί έµφαση στην καλλιέργεια της προφορικής και γραπτής

έκφρασης των µαθητών και στην εξοικείωσή τους µε ποικίλες µορφές προφορικής και

γραπτής επικοινωνίας. Κατά τους Χαραλαµπόπουλο & Χατζησαββίδη (1997: 22-23), οι

συγγραφείς των βιβλίων προσπάθησαν αφενός να αντλήσουν από την ελληνική

παράδοση και εµπειρία αποφεύγοντας τα αρνητικά και αξιοποιώντας ό,τι θετικό είχε

προταθεί και αφετέρου να αξιοποιήσουν τα διδάγµατα της γλωσσολογίας, της

ψυχολογίας και της παιδαγωγικής, καθώς και τις αντίστοιχες εµπειρίες άλλων χωρών

πάνω στα θέµατα αυτά. Τελικός σκοπός τους ήταν να προτείνουν ένα πρόγραµµα

γλωσσικής διδασκαλίας που να παίρνει υπόψη το σύγχρονο θεωρητικό προβληµατισµό

και τη διεθνή εµπειρία και ταυτόχρονα να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ελληνικής

εκπαιδευτικής πραγµατικότητας.

Το σχολικό εγχειρίδιο ως προσδιοριστικό εργαλείο της διδακτικής διαδικασίας

απηχεί προθέσεις και στόχους του Αναλυτικού Προγράµµατος, ταυτόχρονα όµως

Page 118: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

113

παρουσιάζει αντιφάσεις και αδυναµίες που δυσκολεύουν την προσπάθεια των

φιλολόγων να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις συνεπούς επικοινωνιακής διδακτικής

εργασίας (Σπανός 2004: 185). Έτσι, οι σκοποί και στόχοι που ορίζονται στις οδηγίες για

τη διδασκαλία των φιλολογικών µαθηµάτων στο Γυµνάσιο δεν εφαρµόζονται στο

σύνολό τους στη διδακτική πράξη, καθώς παρατηρείται ανακολουθία ανάµεσα στα

βιβλία του καθηγητή και στα αντίστοιχα σχολικά εγχειρίδια όσον αφορά στον

παράγοντα της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας.

Συγκεκριµένα, στο βιβλίο του καθηγητή της Α’ Γυµνασίου αναφέρεται ότι «στο

αντικείµενο της γλωσσικής σπουδής περιλαµβάνεται η µελέτη των διαλέκτων και του

προφορικού λόγου των ζωντανών γλωσσών», χωρίς ωστόσο να υπάρχει καµία αναφορά

στις γλωσσικές ποικιλίες ακόµα και στο κεφάλαιο µε τίτλο «Το λεξιλόγιο της

νεοελληνικής γλώσσας» (Κάνδρος κ.ά. 1984: 81). Ανεκµετάλλευτες προς την

κατεύθυνση αυτή φαίνεται πως µένουν ασκήσεις σχετικά µε την προφορά του ιδίου

τεύχους (Κάνδρος κ.ά. 1984: 29). Αλλά και στο επίπεδο της µορφολογίας και στα τρία

τεύχη γίνεται λόγος µόνο για τη διάκριση γραµµατικού-φυσικού γένους στο

παράδειγµα το Λενιώ, το Φροσάκι, και µάλιστα µε την υπόδειξη στο βιβλίο του

καθηγητή η αντιστοιχία αυτή να συζητηθεί περισσότερο µε µαθητές γεωργικών και

κτηνοτροφικών περιοχών.

Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται τα διαλεκτικά στοιχεία που εντοπίζονται στα

τρία τεύχη Νεοελληνικής Γλώσσας του Γυµνασίου. Όπως βλέπουµε, όσοι ιδιωµατικοί

τύποι απαντούν – κυρίως σε λογοτεχνικά κείµενα – των ενοτήτων αφορούν στο

λεξιλογικό κυρίως και λιγότερο στο µορφολογικό επίπεδο, ενώ υπάρχει παντελής

απουσία ιδιωµατικών τύπων στο συντακτικό επίπεδο. Επιπλέον, παρατηρείται σταδιακή

µείωση και τελικά εξάλειψη των διαλεκτικών αυτών στοιχείων, τα οποία θα µπορούσαν

να θεωρηθούν και ως προϊόντα της τύχης, αφού δεν υπάρχει καµία πρόβλεψη για την

αξιοποίηση της µορφής αυτών των κειµένων. Τέλος, δεν υπάρχει πρόβλεψη για

αξιοποίηση των διαλεκτικών τύπων σε µια ευρύτερη πραγµάτευση του

κοινωνικογλωσσικού περιβάλλοντος στο οποίο απαντούν και της επικοινωνιακής τους

αξίας.

Page 119: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

114

Α’ Τεύχος Β’ Τεύχος Γ’ Τεύχος

Ιδιωµατικοί

τύποι

ζωντανά, γιατάκι, τουζλούκια, πάαινε, αλησµονήσεις, Σαββάτο,

σκούζει, κειδά χάµου,

αργάτισσες, γειτόνοι, ούλες, κάποτες, έβλαφτε, Νικολιός

Γιώργαινα, θάµα, τονε, ανάπλαγα, θέτε, γενείτε, αθρακιά, κορασιά

-

Σελίδες 37, 89-92, 94, 108-109,

178-179, 188, 228, 257,

278-279, 326

18-9, 47, 49, 69, 213-214

Πίνακας 1: ∆ιαλεκτικά στοιχεία στη Νεοελληνική Γλώσσα του Γυµνασίου (δεκαετία 1980)

Επιπρόσθετα, η εµµονή των γλωσσικών εγχειριδίων του Γυµνασίου στην

πρόταση και στον ορθό γραµµατικό σχηµατισµό της έχει ως συνέπεια την καλλιέργεια

της ήδη αναπτυγµένης γλωσσικής ικανότητας των παιδιών και την υποτίµηση της

επικοινωνιακής ικανότητας, που περιλαµβάνει τη διαδικασία εξοικείωσης των µαθητών

µε τα διάφορα είδη γλωσσικής ποικιλότητας. Ο Χαραλαµπόπουλος σε παλιότερες

δηµοσιεύσεις του (1985, 1988) έχει καταδείξει τις συνέπειες αυτές, σηµειώνοντας,

µεταξύ άλλων, ότι τα συγκεκριµένα βιβλία δίνουν έµφαση στη γλωσσική ανάλυση των

προτάσεων και όχι – στο βαθµό που θα περίµενε κανείς – στη γλωσσική χρήση, καθώς

είναι προσανατολισµένα στις κανονικότητες, στους κανόνες και στις ασκήσεις που

ελέγχουν τη γνώση τους. Επιπλέον, παρατηρεί ότι υιοθετούν την πρότυπη

κωδικοποιηµένη γλώσσα, ενώ παραµελούν διάφορες ευρύτατα χρησιµοποιούµενες

γλωσσικές ποικιλίες. Στο ίδιο πνεύµα ο Μήτσης διαπιστώνει ότι «όχι µόνο δε γίνεται

εκµετάλλευση, αλλά ούτε και αναφορά στον παράγοντα της γλωσσικής ποικιλίας»

(1996: 193).

Αυτό σηµαίνει ότι δεν υπάρχει συστηµατική αναγωγή στην πολυµορφία της

γλώσσας, ιδίως της προφορικής, ούτε επιχειρείται κάποια – στοιχειώδης έστω –

διάκριση των επιπέδων ή των βαθµών συστηµατικότητας µε τους οποίους αυτή

εµφανίζεται αναλόγως των συνθηκών επικοινωνίας. Το γεγονός αυτό προσδίδει στη

σχολική γλώσσα έναν χαρακτήρα οµοιόµορφο, επίσηµο και συστηµατικό, κάτι που

οδηγεί και πάλι πολύ κοντά στην παραδοσιακή αντίληψη (Αρχάκης 2005: 23). Είναι

εξίσου σηµαντικό, όπως τονίζει ο Αρχάκης (2002: 34), ότι δεν γίνεται σαφής διάκριση

µεταξύ προφορικού και γραπτού λόγου. Θα λέγαµε ότι στη Νεοελληνική Γλώσσα για το

Page 120: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

115

Γυµνάσιο της δεκαετίας του 1980 προβάλλεται µόνο η γραπτή γλώσσα και αγνοείται

συστηµατικά η προφορική, αφού για την κατάκτησή της δεν υπάρχει καµιά

συγκεκριµένη φροντίδα ή πρόβλεψη.

Όσον αφορά στο Λύκειο, στην αντίστοιχη σειρά εγχειριδίων µε τίτλο Έκφραση-

Έκθεση (1989) τίθεται ως στόχος η βελτίωση της προφορικής και κυρίως της γραπτής

έκφρασης των µαθητών µέσα από προσεκτικά επιλεγµένο γλωσσικό υλικό που

καλύπτει ένα ευρύτατο φάσµα ιδεών και προβληµατισµού (Χαραλαµπάκης 1994: 27).

Όπως διαπιστώνει ο Σπανός (2004: 52-53), το λυκειακό εγχειρίδιο υπήρξε προδροµικό,

γιατί ευνόησε την επικοινωνιακή χειραφέτηση, την κοινωνικοποίηση και τον

επαναπροσδιορισµό του τρόπου αξιολόγησης των µαθητών. Η συγγραφική οµάδα

επισηµαίνει ανάµεσα στα άλλα πως ο επικοινωνιακός χαρακτήρας της γλώσσας

παραχωρεί την προτεραιότητα στον προφορικό λόγο για τη διδασκαλία της γλώσσας

και για τη µελέτη και την ανάλυσή της. Συγκεκριµένα, ο Τσολάκης (1988: 172) τονίζει

την ανάγκη ο νέος άνθρωπος να αποκτήσει συνείδηση της γλώσσας και της γλωσσικής

επικοινωνίας, προκειµένου να ανταποκριθεί τόσο στις απλούστερες (καθηµερινές) όσο

και στις συνθετότερες (σχολικές, επιστηµονικές) επικοινωνιακές ανάγκες. Συνείδηση

της γλώσσας ως συστήµατος και συνείδηση της γλωσσικής επικοινωνίας ως έκφρασης

σε σχέση µε την πράξη σηµαίνουν τόσο συνείδηση των ορίων της λέξης, όσο και της

γλώσσας, αλλά και της απεραντοσύνης, πολυµορφίας, παντοδυναµίας και των

γλωσσικών ποικιλιών της.

Ωστόσο, αποκλειστικά στο Α’ τεύχος (Αδαλόγλου κ.ά. 1988) γίνεται αναφορά

στις γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες σε µία ενότητα (σελίδες 41-46) αφιερωµένη στα

ιδιώµατα και τις διαλέκτους µε συνοδευτικά κείµενα και αντίστοιχες απόψεις.

Αξιοποιήσιµες µπορεί να καταστούν και κάποιες θεωρητικές επισηµάνσεις για την

κοινή νεοελληνική γλώσσα και τη συνείδηση της γλώσσας µέσα από τις ποικιλίες και

τις λειτουργίες της στις σελίδες 117-118 του ίδιου τεύχους. Χαρακτηριστικά

προφορικού λόγου συναντούν οι µαθητές µόνο στο αποµαγνητοφωνηµένο απόσπασµα

των σελίδων 123-124, ενώ στις σελίδες 280-281 καλούνται να συγκεντρώσουν

µαγνητοφωνηµένες αφηγήσεις-µαρτυρίες κυρίως ηλικιωµένων ατόµων για ένα γεγονός

που αφορά τον τόπο τους. Σηµαντική, αν και περιορισµένη, είναι η επιλογή κειµένων

λογοτεχνικών ή και προφορικών µαρτυριών που περιλαµβάνουν ιδιωµατικές λέξεις (σ.

12, 40, 169, 280, 303). Αντίστοιχοι τύποι (π.χ. έφκιανε, αυτού, κερδαίνουν, έκατζα,

Page 121: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

116

ούλα, θα γένει, οµπρός) απαντούν στο Β’ τεύχος (Αδαλόγλου κ.ά. 1989: 134) σε ένα

απόσπασµα µόνο από τα Αποµνηµονεύµατα του Μακρυγιάννη, ώστε και αυτή η µορφή

του λόγου να µοιάζει περισσότερο µε µουσειακό είδος. Στο Γ’ τεύχος (Αδαλόγλου κ.ά.

1990) τίποτα δεν µαρτυρεί την ύπαρξη γλωσσικής ποικιλίας.

Τα στοιχεία αυτά συνοψίζονται στον Πίνακα 2.

Α’ Τεύχος Β’ Τεύχος Γ’ Τεύχος

Ιδιωµατικοί

τύποι

Ενότητα αφιερωµένη στη

γεωγραφική γλωσσική

ποικιλία

Έφκιανε, αυτού,

κερδαίνουν,έκατζα,

ούλα, θα γένει

--------

Σελίδες 12, 40, 169, 280, 303 134

Πίνακας 2: ∆ιαλεκτικά στοιχεία στη Νεοελληνική Γλώσσα του Λυκείου (δεκαετία 1990)

Ενδεικτική της προτεραιότητας που δίδεται στο γραπτό λόγο είναι και η

διδασκαλία του εγχειριδίου Έκθεση Ιδεών. Λόγος ∆ηµιουργικός (Γιακουµής κ.ά. 1994),

που ασχολείται αποκλειστικά µε την πρόσληψη και παραγωγή γραπτού λόγου, ενώ

αξιοσηµείωτη είναι η απουσία αντίστοιχου εγχειριδίου για τον προφορικό λόγο.

Σύµφωνα µε τον Αγγελάκο (1998: 121), η µονόδροµη κατεύθυνση του Λυκείου προς

τις Γενικές Εξετάσεις οδήγησε στην αποτελµάτωση αυτής της εκπαιδευτικής

µεταρρύθµισης και στη µετατροπή της γλωσσικής διδασκαλίας σε µια

«φροντιστηριακού» τύπου διαδικασία ανάλυσης θεµάτων έκθεσης. Η διδακτική πράξη

αποδεικνύει πως στην καθηγητική συνείδηση παραµένει η έκθεση ως ο µοναδικός

στόχος του γλωσσικού µαθήµατος και παραπαίδι του τα υπόλοιπα (∆ανιήλ 1997: 60-

61).

Συµπερασµατικά, ενώ τα σχολικά εγχειρίδια του Γυµνασίου και Λυκείου της

δεκαετίας του 1980 και 1990 έχουν πραγµατοποιήσει προόδους σε σχέση µε την πρώτη

µεταπολιτευτική περίοδο, οι επισηµανθείσες αδυναµίες επιτρέπουν να παραδεχτούµε

ότι δεν υπήρξαν τόσο αποτελεσµατικά όσο απαιτούσε ο ρόλος που ανέλαβαν, να

ανανεώσουν δηλαδή µε τρόπο συνεπή τη διδακτική πράξη στο µάθηµα της γλώσσας

(πρβλ. Σπανός 2004: 53) και να αναδείξουν τη σηµασία της πολυµορφίας της. Με

εξαίρεση το εγχειρίδιο της Α’ Λυκείου όπου γίνεται περιορισµένη αλλά ρητή

διδασκαλία της διαλεκτικής ποικιλίας, σε όλες τις άλλες τάξεις φαίνεται να αγνοείται

και να δίδεται προτεραιότητα στον πρότυπο γραπτό λόγο. Είναι, µάλιστα, εντυπωσιακό

το γεγονός ότι στα τρία τεύχη των αντίστοιχων βιβλίων για το Γυµνάσιο και το Λύκειο

Page 122: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

117

σταδιακά µειώνεται η χρήση κειµένων µε διαλεκτικούς τύπους ώστε στο τελευταίο

τεύχος να µην υπάρχουν καθόλου. Έτσι, το περιεχόµενο των συγκεκριµένων

γλωσσικών εγχειριδίων δεν συµφωνεί µε τις θεωρητικές αρχές που ορίστηκαν στα

αντίστοιχα Αναλυτικά Προγράµµατα για διδασκαλία και αξιοποίηση όλων των

ποικιλιών της γλώσσας.

3.2.1.3. Η δεκαετία του 2000

Η ανάγκη αναθεώρησης των Αναλυτικών Προγραµµάτων και συνακόλουθα η

προσπάθεια αναµόρφωσής τους εντάθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και

εξής εξαιτίας κοινωνικοοικονοµικών και άλλων µεταβολών. Κατάληξη της

προσπάθειας αυτής µπορεί να θεωρηθεί η σύνταξη του Ενιαίου Πλαισίου

Προγράµµατος Σπουδών (ΕΠΠΣ) την περίοδο 1997-1999, µε βάση το οποίο

εκπονήθηκαν τα νέα προγράµµατα σπουδών για την πρωτοβάθµια και τη

δευτεροβάθµια εκπαίδευση που δηµοσιεύτηκαν το 2000.

Tο ΕΠΠΣ αποτελεί σηµαντική καινοτοµία για τα ελληνικά εκπαιδευτικά

δεδοµένα, αφού για πρώτη φορά στην Ελλάδα διαµορφώθηκε πλαίσιο προγραµµάτων

σπουδών από το Νηπιαγωγείο µέχρι το Λύκειο, µε ενιαίους σκοπούς και αρχές για το

σύνολο των µαθηµάτων όλων των τάξεων και των βαθµίδων της γενικής εκπαίδευσης.

Αυτό φαίνεται καθαρά στην περίπτωση της µητρικής γλώσσας, η οποία σηµειώνεται

ότι

«αποτελεί µοναδικό δείγµα ζωής, εξέλιξης και παραγωγής

αριστουργηµατικών κειµένων της παγκόσµιας λογοτεχνίας επί τρεις

και πλέον χιλιετίες. Αυτή η ενότητα και η συνέχεια της Ελληνικής

Γλώσσας από την αρχαία ως τη σύγχρονη εποχή επέβαλε την

ανάγκη να δηµιουργηθεί ένα ΕΠΠΣ υπό τον τίτλο Ελληνική

Γλώσσα, το οποίο στεγάζει τέσσερα ξεχωριστά µαθήµατα γλώσσας»

(Τριλιανός 1999: 11).

Όπως µπορούµε να αντιληφθούµε από την παραπάνω διατύπωση, η διαχρονική

ενότητα είναι αυτή που αποτελεί την προτεραιότητα για την αναθεώρηση της

διδασκαλίας της µητρικής γλώσσας.

Στα νέα προγράµµατα σπουδών για το γλωσσικό µάθηµα στη δευτεροβάθµια

εκπαίδευση (ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ 1998α, 1998β, 1999α, 1999β) είναι ευδιάκριτη µια

Page 123: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

118

προσπάθεια απεγκλωβισµού από την παραδοσιακή, σχολαστικού τύπου ενασχόληση µε

τη γλώσσα ως αντικείµενο φιλολογικής και γραµµατικής ανάλυσης και µια τοποθέτηση

υπέρ της διδασκαλίας της γλώσσας εν λειτουργία. Τουλάχιστον σε επίπεδο στοχοθεσίας

παρατηρείται µετατόπιση από την ενασχόληση µε τη γλώσσα αποσπασµένη από την

επικοινωνιακή πράξη στην ενασχόληση µε τη γλώσσα εντός κοινωνικού πλαισίου,

καθώς και µετατόπιση της έµφασης από παραδοσιακούς (γραµµατική, λεξιλόγιο,

επεξεργασµένος γραπτός λόγος) σε νεοτερικούς τοµείς (επικοινωνία, στρατηγικές

λόγου, επικοινωνιακή επάρκεια, επικοινωνιακές δραστηριότητες, λειτουργικός λόγος,

επικοινωνιακή περίσταση, πραγµατικές συνθήκες επικοινωνίας) (Γκότοβος 1999: 59).

Το Πρόγραµµα Σπουδών είναι οργανωµένο µε τέτοιο τρόπο ώστε η γλωσσική

διδασκαλία να συµβάλλει στη συνολική ανάπτυξη του µαθητή, κινούµενη συγχρόνως

προς τρεις κατευθύνσεις: α) τη συνειδητοποίηση του συστήµατος της γλώσσας, β) την

άσκηση στη χρήση της γλώσσας, γ) την άσκηση στη χρήση της γλώσσας ως εργαλείου

µάθησης.

Οι επιµέρους στόχοι, περιεχόµενα και δραστηριότητες για τη διδασκαλία της

Νεοελληνικής Γλώσσας στο Γυµνάσιο και στο Λύκειο ακολουθούν τη διάκριση του

λόγου σε Α’ «Ακρόαση και Κατανόηση» (Ακούω και Κατανοώ), Β’ «Προφορική

έκφραση» (Μιλώ), Γ’ «Ανάγνωση και Κατανόηση γραπτών κειµένων» (∆ιαβάζω και

Κατανοώ) και ∆’ «Παραγωγή γραπτού λόγου» (Γράφω) (ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ 1999α: 53).

Στις γενικές αρχές της γλωσσικής διδασκαλίας (ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ1999α: 45) η γλώσσα

ορίζεται ως κοινωνική ενέργεια και κοινωνική αλληλενέργεια. Ακολούθως αναφέρεται

(ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ 1999α: 47-48) πως το παιδί, όταν έρχεται στο σχολείο, γνωρίζει τη

µητρική του γλώσσα µε τους φυσικούς τρόπους αγωγής και εποµένως προορισµός του

µαθήµατος της γλωσσικής διδασκαλίας είναι να το βοηθήσει να αποκτήσει συνείδηση

του επικοινωνιακού λόγου. Απαραίτητη είναι η συνείδηση της πολυµορφίας της

γλώσσας, της δηµιουργικότητας του προφορικού και γραπτού λόγου και των

γλωσσικών ποικιλιών. Βασικός στόχος είναι µε το µάθηµα της γλωσσικής διδασκαλίας

ο µαθητής να αποκτήσει συνείδηση πως η γλώσσα είναι απέραντη και πολυδύναµη και

να κατανοήσει τη δηµιουργικότητά της. Κατά συνέπεια, και η γλωσσική διδασκαλία

δεν µπορεί να είναι µνηµονική, παθητική, στατική αλλά οφείλει να είναι ενεργητική,

δηµιουργική, δυναµική.

Page 124: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

119

Επιπλέον, η ευαισθησία στη γλωσσική ετερότητα είναι δείκτης µεταβολής, µε

την έννοια ότι συνιστά ένα νέο στοιχείο στη µέχρι τότε φιλοσοφία της γλωσσικής

διδασκαλίας, εστιασµένης στην παραδοχή του γλωσσικού προτύπου και στη λογική της

υποκατάστασης των διαλεκτικών στοιχείων από τα στοιχεία της επίσηµης

Νεοελληνικής Κοινής. Έτσι, επισηµαίνεται η αναγκαιότητα να αποκτήσουν κατά το

µάθηµα της γλωσσικής διδασκαλίας δάσκαλος και µαθητής συνείδηση των γλωσσικών

ποικιλιών µε τις οποίες λειτουργεί ο λόγος, καθώς και συνείδηση του ότι η γλώσσα

αναδύεται ως κοινωνικό προϊόν µέσα από τη γλωσσική κοινότητα διαφορισµένη σε

πλήθος γλωσσικές ποικιλίες.

Συνεπώς, κατά τη διδασκαλία της γλώσσας είναι ανάγκη να λάβουµε υπόψη µας

τη γλωσσική πραγµατικότητα των µαθητών, οι οποίοι έχουν µάθει ως ένα βαθµό τη

µητρική τους γλώσσα πριν ακόµα έλθουν στο σχολείο. Αυτό σηµαίνει ότι πρέπει να

δηλώνεται πάντα και προπάντων κατά τη διδακτική πράξη σεβασµός προς την

αποκλίνουσα από τη νόρµα γλώσσα (ιδίωµα, διάλεκτος) µε την οποία έρχεται ο

µαθητής στο σχολείο. Σύµφωνα µε το Αναλυτικό Πρόγραµµα, τα ιδιώµατα, οι

διάλεκτοι και ο κοινός νεοελληνικός λόγος των αστικών κέντρων αποτελούν εθνικό

γλωσσικό πλούτο (ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ 1999α: 50) και γι’ αυτό καµία γλωσσική ποικιλία δεν

πρέπει να απορρίπτεται.

Σε επίπεδο διδακτικών στόχων η νέα αυτή τάση διατυπώνεται µόνο στο Λύκειο

µε τους εξής στόχους:

- Να συνειδητοποιήσει ο µαθητής την οριζόντια διαίρεση της γλώσσας, να διακρίνει τις

διάφορες γεωγραφικές ποικιλίες στον προφορικό λόγο

- Να κατανοήσει ότι οι διάλεκτοι και τα ιδιώµατα συνθέτουν τη Νεοελληνική Κοινή και

την τροφοδοτούν µε γλωσσικό υλικό

- Να εκτιµήσει και να αγαπήσει αυτές τις πηγές του γλωσσικού µας πλούτου (Ακρόαση

και Κατανόηση λόγου)

- Να συνειδητοποιήσει, αν µιλάει κάποια διάλεκτο, ότι αυτή δεν είναι µια υποδεέστερη

γλώσσα και συγχρόνως να ασκηθεί στη Νεοελληνική Κοινή (Προφορική έκφραση)

- Να διακρίνει τις διάφορες γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες στο γραπτό λόγο

(Ανάγνωση και Κατανόηση του λόγου)

- Να ασκηθεί ο µαθητής του οποίου µητρική γλώσσα είναι κάποια διάλεκτος στη χρήση

της Νεοελληνικής Κοινής (Παραγωγή γραπτού λόγου).

Page 125: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

120

Παράλληλα στα συνοδευτικά βιβλία για τον καθηγητή στο Λύκειο τονίζεται ότι

«τα κείµενα στη γλωσσική διδασκαλία είναι αυθεντικά, δηλαδή, προέρχονται από

διάφορες πηγές και καλύπτουν διάφορες πτυχές της καθηµερινής ζωής» (Τσολάκης κ.ά.

2001: 67). Επίσης επισηµαίνεται ρητά η σηµασία της γλωσσικής ποικιλίας, όπως

φαίνεται στα ακόλουθα:

«Λέξεις θα πάρουµε και από την αρχαιοελληνική και από την ελληνιστική

και από τη µεσαιωνική και από τη νεότερη περίοδο της ελληνικής γλώσσας και από τη λόγια γλώσσα και από τις διαλέκτους και τα

ιδιώµατα, από παντού, φτάνει να τις προσαρµόζουµε στο τυπικό της ∆ηµοτικής/ Νεοελληνικής Κοινής. Υπάρχει ένας γλωσσικός πλούτος που χύνεται από πολλά κανάλια στην κοίτη του νεοελληνικού λόγου και τη

δυναµώνει. Όλος αυτός ο θησαυρός της γλώσσας είναι ελληνικός και οφείλουµε να τον µελετάµε και να τον χρησιµοποιούµε» (Τσολάκης κ.ά.

2001: 68).

«Χαρακτηριστικό γνώρισµα της ελληνικής γλώσσας, όπως και κάθε γλώσσας, είναι τα γλωσσικά επίπεδά της (γλωσσικές ποικιλίες) τα οποία

στοιχούν σε κοινωνικά επίπεδα. Μιλούµε, άλλωστε, µε διαφορετικό τρόπο, σε διαφορετικό χρόνο, σε διαφορετικό τόπο, µε διαφορετικά

πρόσωπα για διαφορετικά θέµατα. Έτσι, η γλώσσα µας λειτουργεί µε πλήθος γλωσσικές ποικιλίες, γεωγραφικές (ιδιώµατα, διάλεκτοι) και κοινωνικές. Σκοπός µας είναι η µελέτη ολόκληρου αυτού του γλωσσικού θησαυρού και η αξιοποίησή του κατά τις κοινωνικές και επικοινωνιακές περιστάσεις/ συνθήκες» (Τσολάκης κ.ά. 2001: 69).

Σύµφωνα µε το ∆ιάµεση (2004: 76), ο κυρίαρχος προβληµατισµός για τα

Αναλυτικά Προγράµµατα της περιόδου αυτής βρίσκεται στη σχέση στόχων και

περιεχοµένων τους και περιεχοµένων των αντίστοιχων εγχειριδίων. Ωστόσο, ενώ στα

Αναλυτικά Προγράµµατα και στα βιβλία του καθηγητή είναι εµφανής ο επικοινωνιακός

προσανατολισµός, στην πράξη µένει αναξιοποίητος, µε αποτέλεσµα να δίνουν την

εντύπωση ότι αφορούν σε άλλη σχολική ύλη από αυτή που περιλαµβάνεται στα

σχολικά εγχειρίδια. Συγκεκριµένα, και στα τρία τεύχη της αναθεωρηµένης έκδοσης

Νεοελληνική Γλώσσα για το Γυµνάσιο φαίνεται να αγνοείται η ιδιωµατική ποικιλία της

Ελληνικής. Με εξαίρεση ένα και µόνο κείµενο στο πρώτο τεύχος (απόσπασµα από το

«Βάπτισµα» του ∆. Χατζή, Τσολάκης κ.ά. 2001: 135-136), όλες οι υπόλοιπες επιλογές

αθετούν το στοχοθετικό πλαίσιο και έρχονται σε αντίφαση µε το περιεχόµενο των

Αναλυτικών Προγραµµάτων και των συνοδευτικών βιβλίων για τον καθηγητή.

Στο λυκειακό εγχειρίδιο, στο Α’ τεύχος (Τσολάκης κ.ά. 2004), γίνεται λόγος,

όπως και στην προηγούµενη έκδοση, για τις ποικιλίες της γλώσσας, και µάλιστα οι

Page 126: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

121

µαθητές στη σελίδα 29 ενηµερώνονται για την ύπαρξη ιστοσελίδων αφιερωµένων σε

ιδιώµατα και διαλέκτους. Χρήσιµη κρίνεται και η προσθήκη κειµένου που κάνει λόγο

για το γλωσσικό ρατσισµό. Αντίθετα, στο Β’ και στο Γ’ τεύχος της αναθεωρηµένης

έκδοσης (Τσολάκης κ.ά. 2002, 2001) δεν παρατηρούνται σηµαντικές διαφορές ως προς

αυτήν την κατεύθυνση. Είναι µάλιστα ενδεικτική η παρατήρηση του Χαραλαµπάκη

(2002: 32) πως στο κεφάλαιο «Προφορικός-Γραπτός λόγος» του βιβλίου της Α’

Λυκείου παρουσιάζονται οι διαφορές ανάµεσα στα δύο είδη, αλλά καµιά άσκηση

χρήσης του προφορικού λόγου, καθώς υπάρχουν ασκήσεις µετατροπής προφορικού σε

γραπτό λόγο, αλλά όχι το αντίστροφο.

Εποµένως, η διδακτική πράξη αποδεικνύεται και σε αυτή την περίπτωση

οµοιόµορφη χωρίς καµιά προσπάθεια προσαρµογής του υπάρχοντος υλικού στο

εκάστοτε περιβάλλον διδασκαλίας. Αναξιοποίητη µένει, για παράδειγµα, στη δεύτερη

ενότητα του Α’ τεύχους η δυνατότητα αναφοράς στην ποικιλία της γλώσσας στο

πλαίσιο της συζήτησης για τη λειτουργία του προφορικού λόγου, καθώς και στην τρίτη

ενότητα η αναφορά στην προφορά ανάλογα µε τον τόπο στον οποίο διδάσκεται το

συγκεκριµένο γλωσσικό µάθηµα.

Συνοδευτικά µε τα τρία τεύχη της Έκφρασης-Έκθεσης που προαναφέρθηκαν

διδάσκεται από το 2001 και το εγχειρίδιο των Μανωλίδη κ.ά. (2001) Έκφραση-Έκθεση

για το Λύκειο. Θεµατικοί Κύκλοι. Αν και η ποιότητα των κειµένων και τα ενδιαφέροντα

των µαθητών ορίζονται ως κριτήρια που προσανατολίζουν τις αναζητήσεις της

συγγραφικής οµάδας, περιορισµένη είναι η παρουσία του παράγοντα της γλωσσικής

ποικιλίας. Συγκεκριµένα, οι µαθητές προβληµατίζονται σχετικά µε την εξαφάνιση των

διαλέκτων µέσα από τα κείµενα των σελίδων 37-39, ενώ στη σχετική µε την παράδοση

ενότητα (σ. 439-451) µπορούν να συνειδητοποιήσουν τη σηµασία της γλωσσικής

ταυτότητας. Αξιοσηµείωτη είναι η παρουσία ιδιωµατικών-λαϊκών τύπων σε ποιήµατα

των Ελύτη και Ρίτσου (π.χ. κρησαράω, απαγκιάζω), που µπορούν να συζητηθούν, όπως

και στο κείµενο του Λασκαράτου (σ. 159-161). ∆ιαπιστώνεται ότι οι θεµατικές

ενότητες, οι οποίες είναι επαρκώς δοµηµένες και καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσµα από

το σύγχρονο προβληµατισµό, καλλιεργούν το «µονόγλωσσο ήθος», χωρίς να

προβάλλεται ικανοποιητικά η πολιτισµική και γλωσσική ετερογένεια (Χαραλαµπάκης

2002: 11). Έτσι, δεν αξιοποιείται στο βαθµό που θα έπρεπε το εγχειρίδιο αυτό, το οποίο

στο πλαίσιο της γλωσσικής διδασκαλίας και των τριών τάξεων του Λυκείου µε

Page 127: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

122

παράλληλη επεξεργασία και άλλων κατάλληλων κειµένων θα µπορούσε να συµβάλει

στη βελτίωση του γλωσσικού µαθήµατος.

Συµπερασµατικά, µπορεί να λεχθεί πως στα λυκειακά εγχειρίδια διαφαίνεται η

προσπάθεια να δοθεί έµφαση στην προφορική µορφή της γλώσσας, χωρίς ωστόσο να

επιτυγχάνεται ισοδύναµη επεξεργασία µε το γραπτό λόγο. Αν και µικρής έκτασης,

κρίνεται ιδιαίτερα σηµαντική η διδασκαλία των γλωσσικών ποικιλιών στην Α’ τάξη,

που συµβάλλει στην εξοικείωση των µαθητών µε τις διάφορες µορφές του προφορικού

λόγου και στη συνειδητοποίηση της λειτουργικής διαφοροποίησης της γλώσσας.

Νέα αναµόρφωση των σχολικών προγραµµάτων της υποχρεωτικής εκπαίδευσης

επιχειρήθηκε το 2002 µε βάση το λεγόµενο ∆ιαθεµατικό Ενιαίο Πλαίσιο

Προγράµµατος Σπουδών (∆ΕΠΠΣ). Στους ειδικούς σκοπούς του ∆ΕΠΠΣ

περιλαµβάνεται η εκτίµηση από τους µαθητές της σηµασίας της γλώσσας ως βασικού

φορέα της έκφρασης και του πολιτισµού κάθε λαού, η επισήµανση της δοµής και των

ιδιαιτεροτήτων της εθνικής τους γλώσσας, καθώς και η αναγνώριση της µακρόχρονης

πορείας της ελληνικής γλώσσας και του πλούτου των διαλεκτικών της µορφών

(ΥΠ.Ε.Π.Θ/Π.Ι. 2002: 63). Στη διδακτική µεθοδολογία αναφέρεται ότι η διδακτέα ύλη

καλύπτει όλα τα επίπεδα της γλώσσας (σύστηµα της γλώσσας-φωνολογία, µορφολογία,

σύνταξη, λεξιλόγιο, πραγµατολογία/ οργάνωση του λόγου σε συνθήκες επικοινωνίας)

και όλα τα είδη του λόγου, προφορικού και γραπτού, σε όλους τους τρόπους εκφοράς

του. Η µεθοδολογία της διδασκαλίας της γλώσσας διέπεται από τις βασικές αρχές της

επικοινωνιακής προσέγγισης της γλώσσας, της κειµενολογίας και της

διαθεµατικότητας, που ορίζουν ότι γίνονται σεβαστά, αξιοποιούνται, εµπλουτίζονται

και οργανώνονται µε τη δηµιουργική χρήση της γλώσσας τα γλωσσικά βιώµατα των

µαθητών (ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ. 2002: 79).

Ανάλογο είναι και το περιεχόµενο των διδακτικών οδηγιών που

περιλαµβάνονται στα βιβλία του καθηγητή. Τα ακόλουθα αποσπάσµατα από το βιβλίο

του καθηγητή της Α’ Γυµνασίου είναι ενδεικτικά:

«..Κέντρο της γλωσσικής διδασκαλίας είναι το κείµενο µε τις πολλές και ποικίλες µορφές του, τις οποίες συναντά ο µαθητής στο άµεσο ή ευρύτερο περιβάλλον του. Άρα, αναφερόµαστε σε φυσικά αυθεντικά κείµενα, χωρίς κακόβουλες διακρίσεις σε ανώτερα και κατώτερα κείµενα, σε κείµενα τα

οποία υπερβαίνουν τα όρια του “παραδοσιακού” γραπτού κειµένου και

Page 128: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

123

συναντούν ποικίλες κειµενικές µορφές λόγου και εικόνας…» (Αγγελάκος κ.ά. 2006: 7).

«..Τα θέµατα που προτείνονται για παραγωγή λόγου (προφορικού και γραπτού) θεωρούµε ότι δίνουν στο µαθητή την ευκαιρία να ενσωµατώνει τη γνώση που απέκτησε στο γλωσσικό µάθηµα στην καθηµερινότητά

του..» (Αγγελάκος κ.ά. 2006: 9).

Παρά τις διακηρύξεις και τις προσδοκίες, τόσο στην επιλογή των κειµένων όσο

και στη διάρθρωση των ενοτήτων µε τις συνοδευτικές ασκήσεις-δραστηριότητες, δεν

αναδεικνύεται και πάλι ο ισότιµος ρόλος προφορικού και γραπτού λόγου. Οι

γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες φαίνεται πως δεν έχουν θέση στα συγκεκριµένα

εγχειρίδια και οι ελάχιστοι ιδιωµατικοί τύποι που απαντούν (π.χ. τσούπα, χάµω) είναι

προϊόντα της τύχης. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η δέκατη ενότητα του Α’

τεύχους (Αγγελάκος κ.ά. 2006) µε τίτλο «Γνωρίζω τον τόπο µου και τον πολιτισµό

µου» δεν αξιοποιεί το κοµµάτι της γλώσσας, που είναι κατεξοχήν στοιχείο πολιτισµού.

Επίσης, στη σ. 47 του Β’ τεύχους (Γαβριηλίδου κ.ά. 2006) παρατίθεται

αποµαγνητοφωνηµένη συζήτηση χωρίς στοιχεία προφορικότητας, ενώ πρέπει ο

µαθητής να φτάσει στη Γ’ Γυµνασίου για να προβληµατιστεί σχετικά µε τις γλώσσες

και τις διαλέκτους που χάνονται σε σχετικό κείµενο (Κατσαρού κ.ά. 2006: 30).

Ο Πίνακας 3 παρουσιάζει τα στοιχεία που αναφέρθηκαν πιο πάνω:

Α’ Τεύχος Β’ Τεύχος Γ’ Τεύχος

Ιδιωµατικοί

τύποι

τσούπα, χάµω -------- --------

Σελίδες 70-71,82-83 Πίνακας 3: ∆ιαλεκτικά στοιχεία στη Νεοελληνική Γλώσσα του Γυµνασίου (δεκαετία 2000)

Γενικά διαπιστώνεται ότι τα κείµενα στην πλειονότητά τους προέρχονται από

τον Τύπο και το διαδίκτυο και πουθενά δεν φαίνεται να λαµβάνεται υπόψη ο µαθητής

της επαρχίας και τα βιώµατά του. Επιπλέον, σε όλες τις διαθεµατικές δραστηριότητες

προβάλλεται µόνο η διαχρονική προσέγγιση της γλώσσας, ενώ η οριζόντια κατάταξη

απουσιάζει σχεδόν από τη συγχρονική θεώρηση της γλώσσας.

3.2.1.4. Αξιολόγηση των σχολικών εγχειριδίων

Όπως µαρτυρεί η τριαντάχρονη πορεία των σχολικών εγχειριδίων για τη γλωσσική

διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας στο Γυµνάσιο και το Λύκειο, η γεωγραφική

γλωσσική ποικιλία ως µορφή προφορικού λόγου παραµένει παραγκωνισµένη. Οι

Page 129: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

124

µεταρρυθµιστικές προσπάθειες που πραγµατοποιήθηκαν, παρά τη βασισµένη στις

σύγχρονες κοινωνιογλωσσολογικές θεωρίες στοχοθεσία τους για ισοτιµία των µορφών

της γλώσσας και εκδηµοκρατισµό της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όχι µόνο δεν

αξιοποίησαν, αλλά σχεδόν αγνόησαν τον παράγοντα της γεωγραφικής γλωσσικής

ποικιλίας.

Στον Πίνακα 4 συνοψίζεται η διδασκαλία της γεωγραφικής ποικιλίας στα

εγχειρίδια γλωσσικής διδασκαλίας Γυµνασίου και Λυκείου από το 1976 έως σήµερα µε

βάση τις παραµέτρους της ρητής διδασκαλίας, της επιλογής των κειµένων, των

διαλεκτικών στοιχείων και της αξιολόγησης.

Ρητή διδασκαλία Επιλογή κειµένων ∆ιαλεκτικά στοιχεία Αξιολόγηση

«Γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες» (Α’

Λυκείου)

- λογοτεχνικά

- δηµοσιογραφικά

(Τύπος, διαδίκτυο)

→ κειµενικά είδη

σύµφωνα µε τη

νόρµα

- µόνο στο

λεξιλογικό επίπεδο

- τυχαία επιλογή

χωρίς αναφορά στην αξιοποίηση της µορφής των κειµένων - σταδιακή εξάλειψη

στις τρεις τάξεις

- διαδικασία

ελέγχου της γλωσσικής ικανότητας - προτεραιότητα

γραπτού λόγου

- αξιολόγηση

προφορικού λόγου

µε κριτήρια του

γραπτού Πίνακας 4: Η γεωγραφική ποικιλία στα γλωσσικά εγχειρίδια Γυµνασίου και Λυκείου (1976-2006)

Όπως φαίνεται, ρητή διδασκαλία αυτής της µορφής του λόγου δεν απαντά καθόλου στο

Γυµνάσιο, παρά µόνο στην Α’ Λυκείου σε µια µικρή σε έκταση ενότητα. Επιπλέον, δεν

υπάρχει συνειδητή επιλογή κειµένων προς την κατεύθυνση αυτή και µάλιστα τα

κειµενικά είδη που περιλαµβάνονται στα σύγχρονα διδακτικά εγχειρίδια είναι

προσαρµοσµένα στη νόρµα. Τα διαλεκτικά στοιχεία που εντοπίζονται σε κάποια

λογοτεχνικά κείµενα αντιµετωπίζονται στη διδακτική πράξη ως άγνωστες λέξεις και

παραµένουν ανεκµετάλλευτα, καθώς δεν προβλέπεται η αξιοποίηση της συγκεκριµένης

µορφής των κειµένων. Χαρακτηριστική µάλιστα είναι και η σταδιακή εξάλειψή τους

και η πλήρης απουσία τους από τα γλωσσικά εγχειρίδια των δυο τελευταίων τάξεων

Γυµνασίου και Λυκείου αντίστοιχα. Αλλά και ο τοµέας της αξιολόγησης, όπου οι

µαθητές καλούνται να δηµιουργήσουν ελεύθερα λαµβάνοντας υπόψη και τα βιώµατά

τους, έχει ρυθµιστικό χαρακτήρα. Γενικά, οπουδήποτε προτείνεται συγκριτική εξέταση

της γλώσσας αυτή αφορά στο χρόνο και σε καµία περίπτωση στον τόπο.

Page 130: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

125

Σύµφωνα µε όσα προαναφέρθηκαν µπορούµε να συµφωνήσουµε µε την άποψη

του Μπασλή ότι

«στην καθηµερινή […] σχολική τάξη φαίνεται να πραγµατώνεται µόνο

ένα µέρος από τους στόχους του Αναλυτικού Προγράµµατος και των προθέσεων των συγγραφέων των σχολικών βιβλίων, αφού οι µαθητές διδάσκονται και ασκούνται συστηµατικά µόνο στους πιο σηµαντικούς γραπτούς κώδικες γλωσσικής επικοινωνίας (registers), ενώ σε προφορικούς επικοινωνιακούς κώδικες ασκούνται µόνο περιστασιακά.

Αυτό βέβαια αποτελεί αντίφαση ανάµεσα στους διακηρυγµένους στόχους και στους στόχους που πετυχαίνει η διδακτική πράξη» (2002: 30).

Η αντίφαση ανάµεσα στους στόχους του αναλυτικού προγράµµατος και το περιεχόµενο

των σχολικών εγχειριδίων αποτελεί το συµπέρασµα της επισκόπησης της γλωσσικής

διδασκαλίας στην ενότητα αυτή.

Σηµαντική είναι επίσης η παρατήρηση του Σπανού (2004: 54) ότι ο αριθµός των

διδακτικών ενοτήτων, ο τρόπος οργάνωσής τους, τα ασφυκτικά χρονικά όρια, η σειρά

των δραστηριοτήτων και το πλήθος των ασκήσεων δεν προέρχονται από διάθεση για

τήρηση ψυχοπαιδαγωγικών και κοινωνιολογικών αρχών, αλλά από την πρόθεση να

διευκολυνθεί κυρίως το έργο του µη επαρκώς ενηµερωµένου φιλολόγου. Υπάρχουν

τοµείς της διδακτέας ύλης που δίνουν την εντύπωση ότι δεν έχουν καµία σχέση µε τις

εγγραφές του Αναλυτικού Προγράµµατος, όπως λ.χ. οι Οδηγίες για τα Φιλολογικά

µαθήµατα (1981 κ. εξ.), που δίνουν την εντύπωση ότι αφορούν σε άλλη γλωσσική ύλη

από αυτή που περιέχει το σχολικό εγχειρίδιο. ∆εν θα ήταν εύκολο, για παράδειγµα, να

µετατρέψει ο φιλόλογος σε διδακτικές ενέργειες που θα συνέδεαν, κατά τρόπο

λειτουργικό, το µαθητή που διδάσκεται τη µητρική γλώσσα µε τον πολιτισµό που

εκφράζει και δηµιουργεί αυτή η γλώσσα, αν οι ασκήσεις και η οργάνωση της ύλης δεν

υποδείκνυαν διδακτική πρακτική προσανατολισµένη στη χρήση και τη λειτουργία της

γλώσσας. Εξάλλου, όπως επισηµάνθηκε στην αρχή της ενότητας, στην ελληνική

εκπαιδευτική πραγµατικότητα το ένα και µοναδικό σχολικό εγχειρίδιο δεν έχει ρόλο

βοηθητικό και συµπληρωµατικό, αλλά καθορίζει και διαµορφώνει τη διδακτική πράξη,

αποτελώντας κοινό εργαλείο διδάσκοντα και µαθητή.

Εύλογα ο Αρχάκης (2005: 25) παρατηρεί πως οι διάφοροι αποκλεισµοί των

γλωσσικών ποικιλιών (που περιλαµβάνουν και τις γεωγραφικές) από τα γλωσσικά

βιβλία αποδεικνύουν τη διαρκή ανετοιµότητα του εκπαιδευτικού µας συστήµατος να

αντιµετωπίσει τη γλωσσική και πολιτιστική ετερογένεια στη βάση του σεβασµού της

Page 131: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

126

µητρικής ποικιλίας. Τα γλωσσικά βιβλία διακηρύσσουν προγραµµατικά την έµφαση

στη χρήση της προφορικής και γραπτής γλώσσας, στην πράξη όµως εµµένουν στην

προτασιακή ανάλυση και εξάσκηση µε µεταγλωσσικό κυρίως τρόπο. Έτσι, καταλήγουν

να υποτιµούν ή και να παρακάµπτουν πολλά ζητήµατα γλωσσικής διδασκαλίας που

προκύπτουν από την καλλιέργεια της επικοινωνιακής ικανότητας και διαιωνίζουν την

ιδεολογική αντίληψη της γλωσσικής οµοιοµορφίας στη βάση µιας πρότυπης γραπτής

γλώσσας. ∆ιαιωνίζουν επίσης την αντίληψη της γλωσσικής διδασκαλίας κυρίως ως

µεταγλωσσικής γνώσης για τη γλώσσα και δευτερευόντως ως εξάσκησης στην

αποτελεσµατική χρήση της γλώσσας και πάντως χωρίς ευδιάκριτο σύστηµα και τρόπο.

Επίσης, είναι χαρακτηριστικό ότι από όλα τα βιβλία απουσιάζει σχεδόν η

σύνδεση της γλώσσας µε τον πολιτισµό, σε αντίθεση µε το θεωρητικό πλαίσιο της

διδασκαλίας του γλωσσικού µαθήµατος, όπως ορίζεται στα Αναλυτικά Προγράµµατα.

Γενικά, ο σχεδιασµός όλων των γλωσσικών βιβλίων στο Γυµνάσιο και το Λύκειο

προϋποθέτει ότι οι µαθητές ξεκινούν από την ίδια αφετηρία και έχουν οµοιόµορφη

πορεία, ανεξάρτητα από το ιδιαίτερο γλωσσικό δυναµικό του καθενός.

3.2.2. Ρυθµιστικές τάσεις και στερεότυπα κατά τη γλωσσική αγωγή

Με βάση όσα υποστηρίχθηκαν στην προηγούµενη ενότητα, µπορούµε να

συµφωνήσουµε µε την άποψη ότι η γλωσσική διδασκαλία στην υποχρεωτική

εκπαίδευση είναι ρυθµιστική και αντιµετωπίζει τη γλώσσα ως γνωστικό αντικείµενο

(Χαραλαµπόπουλος & Χατζησαββίδης 1997: 28-31). Ρυθµιστική είναι η προσέγγιση

που παρεµβαίνει στη γλώσσα, κάνει αξιολόγηση των γλωσσικών χρήσεων,

διαµορφώνει γλωσσικά πρότυπα που επιζητεί να τα επιβάλει, θεωρεί σωστό ό,τι

συµµορφώνεται µε το πρότυπο, ενώ χαρακτηρίζει λάθος κάθε παρέκκλιση από αυτό. Η

σχολική γλώσσα βασίζεται στην πρότυπη γλώσσα των µεσαίων κοινωνικών

στρωµάτων, η οποία είναι συνυφασµένη µε τα πρωτοτυπικά χαρακτηριστικά του

τυπικού γραπτού λόγου (Stubbs 1986: 212-213). Tο σχολείο λοιπόν διδάσκει την

επίσηµη και κωδικοποιηµένη µε ρύθµιση γραπτή µορφή της γλώσσας. Η γλώσσα αυτή

αποτελεί αποκλειστικό µέσο διδασκαλίας και το κύριο αντικείµενο του γλωσσικού

µαθήµατος στο σχολείο, ενώ οποιαδήποτε άλλη ποικιλία θεωρείται απόκλιση ή

πρόβληµα (Αρχάκης κ.ά. 2001: 76). Έτσι, η γλωσσική διδασκαλία, που είναι η

διδασκαλία της ρυθµισµένης γραπτής γλώσσας, γίνεται αναπόφευκτα ρυθµιστική,

Page 132: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

127

καθώς η όποια γλωσσική παραγωγή των µαθητών κρίνεται ως προς το βαθµό

συµµόρφωσής της προς αυτή.

Στο πλαίσιο αυτής της ρυθµιστικής στάσης η γλωσσική διδασκαλία παίρνει

ορισµένα χαρακτηριστικά που θα µπορούσαµε να τα συνοψίσουµε ως εξής:

α) υιοθετείται η πρότυπη γλώσσα, η επίσηµα κωδικοποιηµένη, που η

λειτουργική της προσαρµογή στο χώρο της εκπαίδευσης έχει οδηγήσει στη διαµόρφωση

µιας σχολικής νόρµας, η οποία και διδάσκεται

β) άλλες γλωσσικές µορφές, συχνά ευρύτατα χρησιµοποιούµενες

παραµελούνται ή και καταδικάζονται

γ) χρησιµοποιείται σχεδόν αποκλειστικά η γραπτή εις βάρος της προφορικής

δ) ακόµη και όταν ενθαρρύνεται η παραγωγή προφορικού λόγου, η αξιολόγησή

του γίνεται µε κριτήρια του γραπτού, έτσι που ο παραγόµενος προφορικός λόγος να µην

είναι γνήσιος, αλλά να αποτελεί απεικόνιση του γραπτού.

Με τον περιορισµό της γλωσσικής διδασκαλίας µόνο στην εξοικείωση των

µαθητών µε τη σχολική γλωσσική νόρµα συρρικνώνεται το αντικείµενο της γλωσσικής

διδασκαλίας. Έτσι, το σχολείο προσπαθεί να επιβάλει στους µαθητές µια µορφή

γλώσσας η οποία εξυπηρετεί καλύτερα τη µορφή γραµµατισµού που θεωρείται πως

αναπόφευκτα πρέπει να κατακτήσουν (Romaine 1984: 222). Παραγνωρίζεται έτσι ένα

από τα πιο σηµαντικά χαρακτηριστικά της γλώσσας, που είναι η λειτουργική

πολυµορφία της (Σετάτος 1987: 16-23).

Κάθε άτοµο, και φυσικά και οι µαθητές, είναι εξοικειωµένο µε τις µορφές

γλώσσας που χρησιµοποιεί στο πλαίσιο του κοινωνικοπολιτισµικού περιβάλλοντος στο

οποίο κινείται. Στη διάρκεια της ζωής του και ανάλογα µε τη δραστηριότητα που

αναπτύσσει εξοικειώνεται µε ολοένα και περισσότερες µορφές γλώσσας (πρβλ.

Χαραλαµπόπουλος & Καζάκης 2002: 19-20). Όπως εύστοχα παρατηρεί η Βόντσα

(2003: 52-54), στο σχολείο η διδασκαλία της πρότυπης γλώσσας ανταποκρίνεται στην

ανάγκη για κατοχή και χρήση ενός ενιαίου γλωσσικού κώδικα εκ µέρους όλων των

πολιτών. Ωστόσο, το µαθητικό δυναµικό παρουσίασε και παρουσιάζει σοβαρή

ανοµοιογένεια σε γλωσσικό και πολιτισµικό επίπεδο. Για παράδειγµα, µαθητές της

επαρχίας µιλούν διαφορετική γλωσσική ποικιλία από αυτούς της πρωτεύουσας και

έχουν αφοµοιώσει µια διαφορετική κουλτούρα από τη σχολική, βασισµένη στην

προφορικότητα και την παράδοση.

Page 133: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

128

Με την οµοιόµορφη και µονοδιάστατη διδασκαλία της πρότυπης γλώσσας, που

απευθύνεται σε ετερογενείς γλωσσικά οµάδες µαθητών, παραγνωρίζεται η γλωσσική

προϊστορία τους, τονίζουν οι Χαραλαµπόπουλος & Χατζησαββίδης (1997: 32, 34).

Προσφέρεται, δηλαδή, η σχολική γλωσσική νόρµα µε τον ίδιο τρόπο για όλους τους

µαθητές, χωρίς να λαµβάνεται υπόψη ότι, όταν οι µαθητές πηγαίνουν στο σχολείο, δεν

είναι όλοι εξοικειωµένοι µε αυτή τη νόρµα, αλλά εµφανίζουν διαβάθµιση, η οποία είναι

συνάρτηση των οικογενειακών, κοινωνικών, οικονοµικών, πολιτισµικών και

γεωγραφικών συνθηκών, στις οποίες έζησαν ή εξακολουθούν να ζουν. Είναι λοιπόν

εξοικειωµένοι ο καθένας µε τη γλώσσα του δικού του περίγυρου, η οποία εµφανίζει

µικρότερη ή µεγαλύτερη απόκλιση από τη σχολική νόρµα.

Καθώς οι µαθητές στο σχολείο κρίνονται ως προς το βαθµό ανταπόκρισής τους

στη σχολική νόρµα, η επιτυχία ή αποτυχία είναι συνάρτηση του πώς κάθε µαθητής θα

ξεπεράσει τις δυσκολίες που παρουσιάζει η προσαρµογή του σε αυτήν. Οι µαθητές που

υστερούν δεν σηµαίνει ότι έχουν µειωµένη επικοινωνιακή ικανότητα, αλλά ότι

δυσκολεύονται να χειριστούν κάποιες χρήσεις της γλώσσας και συγκεκριµένα τη

σχολική γλωσσική νόρµα (Legrand-Gelber 1980: 452). Οι δυσκολίες αυτές και η

εξαιτίας τους αποτυχία προκαλούν αναστολές που δηµιουργούν φραγµό στη µάθηση

(Dougthy κ.ά. 1971: 10, Hudson 1980: 207-210, Romaine 1984: 167).

Είναι φυσικό ότι, όταν ο µαθητής διαφέρει γλωσσικά, δυσκολεύεται να

κατανοήσει αυτό που ακούει από τον καθηγητή ή διαβάζει στο βιβλίο, να εκφραστεί

σωστά και να απαντήσει στις ερωτήσεις προφορικά ή γραπτά. Καθώς το γλωσσικό

ιδίωµα του µαθητή της επαρχίας βρίσκεται σε µικρότερη ή µεγαλύτερη διάσταση από

τη γλώσσα του σχολείου, αυτός καταβάλλει πολύ µεγαλύτερη προσπάθεια για την

εκµάθηση της σχολικής γλώσσας σε σύγκριση µε το µαθητή µεσοαστικής προέλευσης.

Επόµενο είναι να χάνει την εµπιστοσύνη στις γλωσσικές του ικανότητες και να

αµφιβάλει αν µπορεί να ανέβει τα σκαλοπάτια της σχολικής ιεραρχίας (Μπασλής 1985:

137-146). Είναι αναµενόµενο ότι ευνοούνται εκείνα τα παιδιά που και ο πολιτισµικός

τους περίγυρος και το γλωσσικό τους όργανο ταυτίζεται ή µοιάζει µε το γλωσσικό

κώδικα που χρησιµοποιεί το σχολείο. Και αυτά είναι βέβαια τα παιδιά που προέρχονται

από το µεγάλο αστικό κέντρο.

Έτσι, το πρόβληµα δηµιουργείται µε τα παιδιά των µη προνοµιούχων τάξεων

της επαρχίας που έρχονται αντιµέτωπα µε δυο ειδών δυσκολίες. Η πρώτη συνίσταται

Page 134: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

129

στη διαφορά του συστήµατος που είναι υποχρεωµένα να µάθουν, διαφορά ουσιαστική,

αν λάβει κανείς υπόψη του ότι το µητρικό γλωσσικό τους σύστηµα είναι οργανωµένο

µε βάση διαφορετικά βιώµατα και διαφορετική αντίληψη της πραγµατικότητας. Η

δεύτερη δυσκολία προέρχεται από το γεγονός ότι η γλώσσα τους αντιµετωπίζεται ως

στιγµατισµένη κοινωνικά και τα ίδια αισθάνονται την ανάγκη να την απορρίψουν,

οπότε υφίστανται κοινωνική πίεση µε παρενέργειες στη σχολική και κοινωνική τους

συµπεριφορά. Μια βέβαιη συνέπεια της αντίφασης αυτής είναι η σχολική αποτυχία ή

στην καλύτερη στην περίπτωση η αποτυχία στο γλωσσικό µάθηµα (Trudgill 1993: 192,

Βourhis 1997: 310, πρβλ. Παπαρίζος 2002: 98).

Συνεπώς, η γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των µαθητών είναι αιτία

πολλών εκπαιδευτικών ανισοτήτων (Βρυζίδης κ.ά. 1987: 9). Στην Ελλάδα οι µελέτες

για τη σχέση γλωσσικής ποικιλίας και σχολικής επίδοσης είναι περιορισµένες. Ο

Μπασλής (1988) συγκρίνει προφορικά και γραπτά γλωσσικά δείγµατα µαθητών Α’ και

ΣΤ’ τάξης ∆ηµοτικού µεσοαστικής, εργατικής και αγροτικής προέλευσης και καταλήγει

στο ότι υπάρχουν γλωσσικές διαφοροποιήσεις ανάµεσα στις τρεις οµάδες στη χρήση

της σχολικής γλώσσας, µε µεγαλύτερες αποκλίσεις στη χρήση της σχολικής γλώσσας

στα παιδιά της επαρχίας (βλ. και Μπασλής 2006: 43). Σε αντίστοιχη έρευνα (Αρχάκης

2000, Archakis & Papazachariou 2001), σχετικά µε την επίδραση του προφορικού

λόγου στα µαθητικά γραπτά παιδιών του δηµοτικού σχολείου, διαπιστώθηκε ότι τα

παιδιά των κατώτερων κοινωνικών στρωµάτων σε αντίθεση µε τα παιδιά των µεσαίων

κοινωνικών στρωµάτων οργανώνουν σε πολύ µεγαλύτερο βαθµό το γραπτό τους

µήνυµα µε όρους του προφορικού λόγου τόσο στο επίπεδο της εξωτερικής του µορφής

όσο και του περιεχοµένου. Λόγω της γλωσσικής αυτής συµπεριφοράς, τα παιδιά των

κατώτερων στρωµάτων φαίνεται να έρχονται σε µετωπική σύγκρουση µε τη σχολική

νόρµα, εισπράττοντας αναπόφευκτα αρνητική αξιολόγηση. Αν η σχολική νόρµα

συσχετίζεται και πριµοδοτεί ένα συγκεκριµένο σύστηµα αξιών και πολιτισµικών

παραδοχών, η απόρριψη από το σχολείο των µη επίσηµων προφορικών γλωσσικών

πρακτικών που χρησιµοποιούν τα παιδιά αυτά συνεπαγωγικά συµπαρασύρει σε

αρνητική αξιολόγηση την κοινωνική τους ταυτότητα, καθώς στιγµατίζει τις αξίες και

τις αρχές τους (Αρχάκης & Κονδύλη 2002: 168). Σε αυτό το πλαίσιο είναι πιθανό µη

αποδεκτά γλωσσικά στοιχεία από το εκπαιδευτικό σύστηµα, όπως η χρήση προφορικών

στοιχείων στο γραπτό λόγο, να γίνονται στη συνείδηση των παιδιών σύµβολα της

Page 135: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

130

κοινωνικής τους ταυτότητας και των αξιών τους. Κάποιοι καθηγητές υποστηρίζουν ότι

επειδή η δεσπόζουσα τάση στην κοινωνία κρίνει αρνητικά την ικανότητα, την ευφυΐα

και την τάξη των ατόµων µε βάση τέτοια κυρίαρχα χαρακτηριστικά, οι µαθητές πρέπει

να µάθουν να εξαλείφουν τέτοια χαρακτηριστικά από τα γραπτά τους (Courts 1997:

49).

Επιπλέον, η έρευνα των Παΐζη και Καβουκόπουλου (2001) σε σχολεία του

νοµού Χανίων µε µαθητές µεσοαστικής, εργατικής και αγροτικής προέλευσης

διαπίστωσε ότι οι διαφορετικές γλωσσικές αφετηρίες των µαθητών της δευτεροβάθµιας

εκπαίδευσης αποτυπώνονται στη γλωσσική τους επίδοση και καθορίζουν σε µεγάλο

βαθµό τη δυνατότητά τους για σχολική πρόοδο. Ιδιαίτερης σηµασίας είναι και τα

αποτελέσµατα της Μαγαλιού (2000α), σύµφωνα µε τα οποία οι µαθητές υψηλής

επίδοσης χρησιµοποιούν πιο πιστά την πρότυπη γλώσσα, χωρίς στοιχεία γεωγραφικής

γλωσσικής ποικιλίας, σε σχέση µε τους µαθητές µεσαίας ή χαµηλής επίδοσης, κυρίως

γιατί οι µαθητές υψηλής επίδοσης έχουν καλή σχέση µε το διάβασµα γενικά, αλλά και

µε το σχολείο ειδικότερα.

Επιπλέον, παρατηρούνται ανισότητες ευκαιριών και ως προς την πρόσβαση

στην ανώτατη βαθµίδα εκπαίδευσης ανάλογα µε τον τόπο γέννησης των υποψηφίων. Ο

Κυρίδης (2003), για παράδειγµα, δείχνει ότι οι κάτοικοι συγκεκριµένων γεωγραφικών

περιοχών (επαρχιακών) δεν εµφανίζουν τις ίδιες πιθανότητες εισαγωγής στα ΑΕΙ σε

σχέση µε κατοίκους άλλων περιοχών (αστικών κέντρων).

Μια πρωτοποριακή για τα ελληνικά δεδοµένα έρευνα πραγµατοποιήθηκε από τη

Μαγαλιού (2000α) µε στόχο να εξεταστούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά µε

τη θέση των διαλέκτων στο σχολείο. Τα συµπεράσµατα που προέκυψαν από τη

συµπλήρωση ερωτηµατολογίων είναι ενδεικτικά της προκατάληψης που διακατέχει την

εκπαιδευτική κοινότητα και µπορούν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικά του συνόλου

των Ελλήνων εκπαιδευτικών. Κοινά αποδεκτή είναι η άποψη ότι η χρησιµοποίηση

στοιχείων γεωγραφικής διαλέκτου από τους µαθητές ενδεχοµένως δρα ανασταλτικά

στις εκπαιδευτικές και επαγγελµατικές προοπτικές τους. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί

θεωρούν ότι τα στοιχεία των τοπικών διαλέκτων γίνονται αιτία να µην κατανοούν τα

παιδιά τον διδάσκοντα, να δυσκολεύονται στη µελέτη των σχολικών τους εγχειριδίων,

να συναντούν προβλήµατα στο γραπτό λόγο, αλλά και να µη γίνονται κατανοητά και

από όσους δεν χρησιµοποιούν τη διάλεκτο ή το ιδίωµά τους. Επίσης, όταν θελήσουν να

Page 136: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

131

ασκήσουν ένα επάγγελµα µε κοινωνικό κύρος είτε δεν θα καταφέρουν να εισαχθούν σε

ένα ανώτερο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυµα, είτε δεν θα γίνονται αποδεκτοί από

πιθανούς µελλοντικούς εργοδότες.

Στην ερώτηση αν το σχολείο πρέπει να διδάσκει µια γλωσσική νόρµα

απαλείφοντας τα στοιχεία των µη επίσηµων διαλέκτων το 65,7% απάντησε θετικά

αιτιολογώντας ως εξής: «µία είναι η επίσηµη γλώσσα του κράτους», «όλα τα βιβλία

αυτή τη γλώσσα χρησιµοποιούν», «είναι ανάγκη να διδάσκεται µια επίσηµη γλώσσα

γιατί χρειάζεται στους µαθητές και για την επίτευξη υψηλής βαθµολογίας αλλά και για

την καλύτερη ένταξή τους στην κοινωνία», «πρέπει να προσαρµόζονται όλοι σε µια

γλωσσική νόρµα για να µην υπάρχουν προβλήµατα κατανόησης και επικοινωνίας».

Επίσης, διαπιστώθηκε ότι οι διδάσκοντες στην πρωτοβάθµια εκπαίδευση είναι

λιγότερο απόλυτοι από τους φιλολόγους στη διδασκαλία µίας µόνο γλωσσικής νόρµας

στο σχολείο, δεν θεωρούν στον ίδιο βαθµό µε αυτούς ότι η χρησιµοποίηση στοιχείων

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας δρα ενδεχοµένως ανασταλτικά στο µέλλον των

µαθητών και συνεπώς δεν χρησιµοποιούν εξίσου τη δυσµενή αξιολόγηση της σχολικής

επίδοσης ως ποινή, ούτε η συµπεριφορά τους µέσα στην τάξη προδίδει την ίδια

αρνητική στάση απέναντι σε όσους µιλούν σε ανεπίσηµη διάλεκτο. Σε αυτή την

περίπτωση, ωστόσο, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και ο παράγοντας φύλο, γιατί οι

φιλόλογοι εκπαιδευτικοί του δείγµατος ήταν στη συντριπτική τους πλειοψηφία

γυναίκες, ενώ στους δασκάλους τα υποκείµενα σχεδόν µοιράζονταν. Πράγµατι,

επαληθεύτηκε η υπόθεση σύµφωνα µε την οποία οι γυναίκες εµφανίζονται περισσότερο

προκατειληµµένες απέναντι στις διάφορες γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες, καθώς και

η υπόθεση ότι οι µεγαλύτερης ηλικίας εκπαιδευτικοί είναι περισσότερο

προκατειληµµένοι απέναντι στις γεωγραφικές γλωσσικές ποικιλίες από τους νεότερους.

Επιπλέον, οι εκπαιδευτικοί που ανήκουν στο ανώτερο κοινωνικοοικονοµικό επίπεδο

πιστεύουν σε ποσοστό 55,6% έναντι 31,3% αυτών που ανήκουν στο µεσαίο και 52,2%

στο κατώτερο ότι η χρησιµοποίηση µιας τοπικής διαλέκτου θα δηµιουργήσει

προβλήµατα στον οµιλούντα είτε µέσα στο σχολείο είτε στο στενό και ευρύ κοινωνικό

του περίγυρο και ότι η διδασκαλία µιας µόνο γλωσσικής νόρµας, βασισµένης στην

επίσηµη γλώσσα του κράτους, είναι αναγκαία και πρέπει να κατευθύνεται προς την

απάλειψη στοιχείων γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας. Τέλος, περισσότεροι

επιµορφωµένοι και µετεκπαιδευµένοι εκπαιδευτικοί παρά απλοί πτυχιούχοι

Page 137: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

132

υποστηρίζουν την παράλληλη διδασκαλία στο σχολείο της επίσηµης και των τοπικών

διαλέκτων (Μαγαλιού 2000α: 127-133).

Η αξία τέτοιων ερευνών είναι µεγάλη, γιατί αφενός αποκαλύπτουν τη

δυνατότητα διασποράς των προκαταλήψεων της ανώτερης τάξης στην κοινωνία και

αφετέρου κάνουν διακριτό στους εκπαιδευτικούς το δυναµικό ρόλο αυτών των

προκαταλήψεων. Τόσο οι δάσκαλοι όσο και οι µαθητές έχουν σταθερά γλωσσικά

στερεότυπα, τα οποία αποτελούν δυνάµει την πηγή σοβαρών προβληµάτων. Η

γλωσσική εκπαίδευση παίρνει τη µορφή µιας γλωσσικής λογοκρισίας, την οποία οι

µαθητές αντιλαµβάνονται πολύ γρήγορα (Φραγκουδάκη 1987: 116).

Αν συγκρίνουµε τη γλώσσα που χρησιµοποιούν οι µαθητές µέσα στη σχολική

τάξη και τη γλώσσα τους όταν βρίσκονται έξω από την τάξη, θα δούµε ότι έξω από την

τάξη όλοι οι µαθητές έχουν τη γνώµη τους που την εκφράζουν µε το δικό τους τρόπο.

Ακόµα και οι µαθητές που, από φόβο µήπως πουν κάτι λάθος ή το πουν µε λάθος

τρόπο, µένουν τελείως αµίλητοι µέσα στην τάξη, όταν βρεθούν έξω από αυτή, σε

φιλικό περιβάλλον, εκφράζονται ελεύθερα και µάλιστα µε περίσσεια λόγου. Η γλώσσα

των µαθητών έξω από τη σχολική τάξη είναι ζωντανή, αυθόρµητη και δεν περιορίζεται

από τους κανόνες της γραµµατικής και του συντακτικού που περιγράφουν την επίσηµη

διάλεκτο της γλώσσας. Περιλαµβάνει διάφορες γλωσσικές ποικιλίες, είναι φυσικός

λόγος όπου οι οµιλητές δεν επικεντρώνουν την προσοχή τους στο πώς θα µιλήσουν,

αλλά στο τι θα πουν (Νιτσοπούλου 1998).

Κατά την Cheshire (2005), οι µαθητές ρυθµίζουν πιθανόν ασυνείδητα τη χρήση

της «κανονικής» και «µη κανονικής» γλώσσας στο σχολείο, ανταποκρινόµενοι

ενστικτωδώς στις νόρµες του σχολείου. Έτσι, η γλωσσική διδασκαλία στο σχολείο

χαρακτηρίζεται από ασυνέχεια και σύγκρουση (Halliday 1978: 23), που εµποδίζουν τους

µαθητές να διευρύνουν την επικοινωνιακή ικανότητά τους και να πλουτίσουν το

σηµασιολογικό δυναµικό τους. Η ασυνέχεια αφορά στη διδασκαλία του γραπτού λόγου.

Βασική προϋπόθεση για την κατάκτηση της γραπτής µορφής της επικοινωνίας είναι να

αποτελεί η διδασκαλία της γραφής συνέχεια της εκµάθησης του φυσικού λόγου. Οι

µαθητές µαθαίνουν γραφή και ανάγνωση της γλώσσας των σχολικών βιβλίων, δηλαδή

την επίσηµη γλώσσα που µιλιέται στα µεγάλα αστικά κέντρα από τα µεσαία και

ανώτερα κοινωνικά στρώµατα και όχι τη γλώσσα των µαθητών-οµιλητών γεωγραφικών

διαλέκτων. Η ασυνέχεια στη γλωσσική εκπαίδευση, ο εξαναγκασµός πολλών µαθητών

Page 138: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

133

να µάθουν τη γραπτή µορφή µιας γλώσσας άλλης από τη µητρική τους, έχει πολύ

αρνητική επίδραση και είναι κύριο αίτιο της αργοπορίας στην εκµάθηση της γραφής και

της ανάγνωσης (πρβλ. Φραγκουδάκη 1987: 124).

Μεγαλύτερο εµπόδιο στη γλωσσική εξέλιξη των µαθητών αποτελεί η γλωσσική

σύγκρουση. Όλοι οι µαθητές-οµιλητές µιας άλλης παραλλαγής της εθνικής γλώσσας

από τη σχολική αισθάνονται από την αρχή την καταδίκη της µητρικής τους γλώσσας.

Σχεδόν ολόκληρο το σηµασιολογικό δυναµικό που διαθέτουν και χάρη στο οποίο

επικοινωνούν θαυµάσια µέχρι εκείνη τη στιγµή µε το περιβάλλον υποβιβάζεται από το

δάσκαλο στην κατηγορία του λάθους «δεν είναι σωστό αυτό», της κακής ποιότητας

«πες το καλύτερα» και της µη γλώσσας «αυτό δεν λέγεται». Μόλις δηλαδή βρεθεί ο

µαθητής-οµιλητής (τοπικής διαλέκτου) στο σχολείο, µαθαίνει ότι δεν ξέρει να µιλάει

αντί να πληροφορηθεί ότι εκτός από τη γλώσσα του υπάρχει και η γλωσσική

παραλλαγή του σχολείου, την οποία πρέπει να µάθει, γιατί είναι καταλληλότερη για τις

σχολικές και τις επίσηµες συνθήκες επικοινωνίας, συνεπώς απαραίτητη για την

εκπαιδευτική επιτυχία αλλά και για την κοινωνική άνοδο. Έτσι, οι µαθητές

αυτολογοκρίνονται και, αντί να εκφράζονται αυθόρµητα, ψάχνουν κάθε φορά τη

«σωστή» διατύπωση (Φραγκουδάκη1987: 126).

Το σχολείο αντί να περιγράφει τη γλωσσική πραγµατικότητα ως συνύπαρξη

διαλέκτων και ιδιωµάτων, επιτρέποντας στους µαθητές να συνειδητοποιήσουν την

εναλλαγή κωδίκων ανάλογα µε το συνοµιλητή και την κατάσταση επικοινωνίας και να

πλουτίσουν έτσι την επικοινωνιακή τους ικανότητα, καταδικάζει τις παραλλαγές της

εθνικής γλώσσας στο όνοµα µιας µυθικής ποιότητας. Άρα, εµποδίζει τους µαθητές να

καταλάβουν την καταλληλότητα του κάθε ιδιώµατος για τις συνθήκες επικοινωνίας που

αντιστοιχούν (Φραγκουδάκη 1987: 128). H γλωσσική απόκλιση, λοιπόν, συνιστά για το

σχολείο λάθος και όχι θεµιτή διαφοροποίηση (Drettas 2000: 37) και οι εκπαιδευτικοί

διορθώνουν την προφορά, προτρέπουν τους µαθητές να µιλάνε «σωστά» µε

συγκεκριµένο, τυποποιηµένο λεξιλόγιο και τους βοηθούν να ξεχάσουν τις

«εσφαλµένες» ποικιλίες του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος (Βόντσα 2003:

52-54).

Συνεπώς, τα παιδιά που παρουσιάζουν αποκλίσεις κοινωνιογλωσσικής τάξης

από τη νόρµα υφίστανται κοινωνικό στιγµατισµό, αφού η γλωσσική ανοµοιογένεια

µετατρέπεται στο σχολείο σε ανισότητα. Επιπλέον, το σχολείο κρατάει απέναντι σε

Page 139: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

134

αυτήν την ιδιοµορφία µια στάση, που, αν δε µαρτυρεί υπεροψία, είναι τουλάχιστον

ανάλογη µε εκείνη που παίρνει απέναντι στα φυσικά ανάπηρα παιδιά: κάνει πως δεν

πρόσεξε τη µειονεξία (Τοκατλίδου 1986: 17). Ο µεγάλος κίνδυνος εδώ είναι ότι άσχετα

µε το αν τέτοιες απόψεις συνοδεύονται από πρόθεση γελοιοποίησης ή ευγένειας

οδηγούν τους οµιλητές να υποτιµούν την ίδια τους τη γλώσσα και ειδικότερα στα

παιδιά δηµιουργούν αισθήµατα γλωσσικής αβεβαιότητας (Bourhis 1997: 310) και

ακόµη και το λεγόµενο «µίσος της ίδιας τους της γλώσσας». Ως αποτέλεσµα έχουµε,

συχνά, άτοµα που σε διάφορες περιπτώσεις έχουν αδυναµία στην οµιλία και

διστακτικότητα να εκφραστούν (Trudgill 1983: 210).

Έτσι, στις δυσκολίες προσαρµογής στο γλωσσικό κώδικα του σχολείου

προστίθεται και ο γλωσσικός διχασµός και τα διλήµµατα που προκαλούνται στους

µαθητές, καθώς από τη µια µεριά έχουν τη γλώσσα του σχολείου που είναι η «καλή» κι

από την άλλη τη µητρική τους γλώσσα που είναι ακατάλληλη για µορφωµένους

ανθρώπους και ατελής. Έτσι, υπάρχει κίνδυνος οι µαθητές αυτοί να πάψουν να µιλούν

στην τάξη, να κλειστούν στον εαυτό τους και γενικά να περιορίσουν στο ελάχιστο την

επικοινωνία τους µε τους άλλους, γιατί φοβούνται µήπως αποκαλυφθεί η δήθεν

ανεπάρκειά τους στη χρήση της γλώσσας. Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος, µε το να

τονίζεται συνεχώς η ανωτερότητα της επίσηµης µορφής γλώσσας έναντι των µη

επίσηµων γλωσσικών µορφών, να πάρει το παιδί αρνητική στάση και να απορρίπτει

κάθε τι που έχει σχέση µε την επίσηµη γλώσσα και ειδικά το διάβασµα.

(Χαραλαµπόπουλος & Χατζησαββίδης 1997: 33). Κι ένα µεγάλο ποσοστό µαθητών

συχνά εγκαταλείπει κάθε προσπάθεια για µάθηση ή ακόµα και το ίδιο το σχολείο µε την

ιδέα ότι «δεν κάνουν για γράµµατα» (ΥΠ.Ε.Π.Θ-ΠΙ 2006α). Τόσο τα διλήµµατα που

τους δηµιουργούνται, τα οποία είναι αναιτιολόγητα, όσο και η υποτίµηση της γλώσσας

τους, που ισοδυναµεί µε δική τους υποτίµηση, συνιστούν ισχυρούς ανασταλτικούς

παράγοντες στην εκπαιδευτική τους πορεία. Καταφέρνει, δηλαδή, το σχολείο να

δηµιουργεί αναστολές και ανασφάλειες, ενώ θα έπρεπε να δηµιουργεί τις προϋποθέσεις,

ώστε οι µαθητές να δέχονται τη γλωσσική του προσφορά ως φυσιολογική διεύρυνση

του γλωσσικού τους ορίζοντα (Αθανασίου 1996: 71, Χαραλαµπόπουλος &

Χατζησαββίδης 1997: 32-33).

Επιπλέον, κατά τον Μπασλή (2006: 51), αυτή η προσπάθεια εξάλειψης των

ανεπίσηµων ιδιωµάτων είναι πιθανό να οδηγήσει το παιδί στην αντίληψη ότι η

Page 140: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

135

κοινωνική οµάδα στην οποία ανήκει είναι κατώτερη από άλλες, αφού ο µορφωµένος

δάσκαλος στιγµατίζει τη γλώσσα της οµάδας του παιδιού και απαιτεί από αυτό να την

αντικαταστήσει µε τη γλώσσα της κυρίαρχης οµάδας.

Συνεπώς, τέτοια στερεότυπα κάνουν τους µαθητές να νιώθουν µειονεκτικά για

τη γλώσσα τους και σταδιακά τους οδηγούν στο να αποκτήσουν ένα πολύ χαµηλό

συναίσθηµα αυτοεκτίµησης και αυτοεµπιστοσύνης, καθώς και να αποδώσουν τις

οποιεσδήποτε αδυναµίες τους στην επίδοση στη γλώσσα που µεταφέρουν από το σπίτι

τους. Με αυτόν τον τρόπο οι αρνητικές αξιολογήσεις των εκπαιδευτικών για τη

γλωσσική χρήση σταδιακά µετατρέπονται σε αρνητικές αυτοαξιολογήσεις των µαθητών

(Αθανασίου 1996: 71). Τέλος η πράξη δείχνει ότι η προσέγγιση αυτή είναι

αναποτελεσµατική, αφού το µόνο που πετυχαίνει είναι από τη µια να εξαφανίζει

σταδιακά τα νεοελληνικά ιδιώµατα και από την άλλη να αποµακρύνει από το σχολείο

ικανά παιδιά κατώτερων κοινωνικών οµάδων, επειδή αυτά αρνούνται να αποβάλουν τη

γλωσσική και κοινωνική τους ταυτότητα ή απλά επειδή δυσκολεύονται να µάθουν την

κοινή που διδάσκεται στο σχολείο.

3.2.3. Το σχολείο ως φορέας κοινωνικών προκαταλήψεων

Την κανονιστική διάσταση της γλώσσας (τι είναι σωστό και τι είναι λάθος από άποψη

µορφής) δεν συναντά στο σχολείο για πρώτη φορά ο µαθητής (Γκότοβος 1991: 121).

Υπάρχει µια καθιερωµένη «µυθολογία» για τη βάση της γλωσσικής διαφοροποίησης, το

γλωσσικό κύρος διαλεκτικών δοµών και των κοινωνικοεκπαιδευτικών συνεπειών της

διαλεκτικής απόκλισης, που διαποτίζει την εκπαιδευτική, αλλά και τη λαϊκή αντίληψη

για το θέµα αυτό (Wolfram 2003: 240 ).

Οι κρίσεις των ανθρώπων µε βάση τη διάλεκτο που µιλούν είναι ένας από τους

πολλούς τρόπους µε τους οποίους εκδηλώνονται προκαταλήψεις στην κοινωνία (Courts

1997: 37). Οι κρίσεις αυτές στηρίζονται σε αίτια που βρίσκονται όχι µέσα στην ίδια τη

γλωσσική µορφή, αλλά στις κοινωνικές επιπτώσεις που η χρήση του ιδιώµατος έχει στο

άτοµο που τη χρησιµοποιεί και αναφέρονται στο κοινωνικό κύρος των οµιλητών. Οι

απόψεις ή τα συναισθήµατα που επικρατούν για αυτούς τους οµιλητές επεκτείνονται

και στις γλωσσικές τους παραγωγές και προκαλούν διαφοροποιήσεις στην

αντιµετώπισή τους. Πρόκειται δηλαδή για ιεραρχηµένες κατηγοριοποιήσεις κοινωνικών

οµάδων οι οποίες προβάλλονται µε συµβολικές επενδύσεις πάνω στη γλώσσα τους

Page 141: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

136

(Κακριδή 2006δ). Σε αυτό το πλαίσιο οι Milroy & Milroy (1985: 3) παρατηρούν ότι,

ενώ οι κοινωνικές διακρίσεις σε επίπεδο φυλής, θρησκείας και κοινωνικής τάξης δεν

είναι πλέον κοινωνικά αποδεκτές, οι διακρίσεις σε γλωσσικό επίπεδο φαίνεται να είναι

κοινωνικά αποδεκτές, παρόλο που οι γλωσσικές διαφορές µπορεί να συνδέονται και µε

ταξικές διαφορές (πρβλ. Wolfram 1997: 124). Συνεπώς, όπως αναφέρει ο Trudgill

(1993: 28), οι κρίσεις για «καλή» και «κακή» γλώσσα στηρίζονται σε κοινωνικές

συνυποδηλώσεις.

Η γλώσσα, λοιπόν, έχει την ιδιότητα να αποτελεί εκτός από µέσο επικοινωνίας

και συµβολικό µέσο δήλωσης στάσεων και πολιτισµικής ή εθνικής ταυτότητας. Με τον

όρο στάσεις εννοούνται οι τοποθετήσεις απέναντι σε ένα γλωσσικό σύστηµα, στο

σύνολό του ή σε κάποιο χαρακτηριστικό και εκφράζονται µε χαρακτηρισµούς, όπως

«πλούσια γλώσσα», «όµορφη», «άσχηµη» κ.λπ. (Αραποπούλου 1995: 30, πρβλ.

Τοκατλίδου 2004: 114). Χαρακτηριστικό αυτού του είδους των στάσεων είναι η

ελλιπής γνώση των ιδιοτήτων και χαρακτηριστικών της γλώσσας. Ως προς τη

δηµιουργία τους οι στάσεις φαίνεται να σχηµατίζονται σε µικρή ηλικία, µια και

αποτελούν µέρος της κοινωνικοποίησης του ατόµου, της εκµάθησης δηλαδή των

κοινωνικά αποδεκτών απόψεων και συµπεριφορών που χαρακτηρίζουν την οµάδα του.

Οι ατοµικοί και συλλογικοί παράγοντες κοινωνικοποίησης (γονείς, παρέα, σχολείο,

ΜΜΕ) παίζουν συνεπώς καθοριστικό ρόλο στη δηµιουργία ή την αναπαραγωγή των

στάσεων (Κακριδή 2006δ).

Έτσι, παρά το πλήθος των εµπειρικών ερευνών που υποδεικνύουν ότι δεν

υπάρχει αισθητικά καλύτερη ή χειρότερη γλώσσα ή ιδίωµα ή προφορά, αλλά ότι η

αντίληψη αυτή οφείλεται στα γλωσσικά στερεότυπα και στις προκαταλήψεις (Μπασλής

2006: 48), η ισότητα των γεωγραφικών γλωσσικών ποικιλιών που διακηρύσσουν µε

καθαρά γλωσσικά κριτήρια οι γλωσσολόγοι µένει απλώς στα χαρτιά, όπως εύλογα

παρατηρεί ο Χαραλαµπάκης (1994: 33-34), αφού η γλωσσική κοινότητα αποδίδει

µεγαλύτερη αξία σε κάποιες ποικιλίες αντί σε ορισµένες άλλες. ∆εν είναι εύκολο,

λοιπόν, σήµερα να δεχτούν οι Νεοέλληνες ότι όλα τα ιδιώµατα είναι το ίδιο «καλά» µε

την κοινή, αλλά έχουν διαφορετική καταξίωση στη συνείδησή τους (Μπασλής 2006:

46).

Το ιδίωµα που επιλέγεται από τα ανώτερα κοινωνικά στρώµατα ως επίσηµη

γλώσσα ενός κράτους και η διδασκαλία του στο σχολείο δηµιουργούν την αντίληψη ότι

Page 142: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

137

αυτό είναι το καλύτερο, ανώτερο από όλα και ότι τα άλλα δεν είναι τόσο «καλά». Είναι

επόµενο αυτό να οδηγεί στην αντίληψη ότι τα άλλα ιδιώµατα είναι κατώτερα και

ακατάλληλα να χρησιµοποιηθούν όχι µόνο στη γραπτή, αλλά και στην προφορική

επικοινωνία. Λογικό είναι όσοι χρησιµοποιούν αυτά τα «κατώτερα» ιδιώµατα, τα µη

καταξιωµένα, να θεωρούνται κοινωνικά κατώτεροι (Μπασλής 2006: 44, Πετρούνιας

1993: 130, Μοσχονάς 1996: 124).

Η αντίληψη ότι µια γλωσσική µορφή είναι «καλύτερη», «ανώτερη»,

«καθαρότερη» κ.λπ. από άλλες δεν υπάρχει µόνο στην ελληνική κοινωνία, αλλά σε

όλες. Στον ελληνικό όµως κόσµο έχει βαθιές ρίζες, όπως άλλωστε αποδεικνύει και η

χρόνια διαµάχη καθαρεύουσας και δηµοτικής. Η αντίληψη για την ποιοτική

ανωτερότητα της επίσηµης γλώσσας, της καθαρεύουσας µέχρι το 1976, της

Νεοελληνικής Κοινής σήµερα, έναντι των άλλων ιδιωµάτων αφορά στην κοινή ως

γλωσσικό σύστηµα αλλά και ως προφορά. Καταξιωµένη προφορά και κατάλληλη για

επίσηµες συνθήκες επικοινωνίας θεωρείται η αθηναϊκή και κυρίως αυτή που

χρησιµοποιούν οι ηθοποιοί, οι εκφωνητές κ.λπ. Γι’ αυτό και θεωρείται υποτιµητικό να

µιλάει κανείς µε κρητική, κυπριακή, βόρεια κ.λπ. προφορά. Η έννοια της προφοράς

λοιπόν φαίνεται να είναι ψυχο-κοινωνική (Milroy 1982: 141). Αν κάποιος από

διαλεκτική περιοχή φιλοδοξεί να ανεβεί κοινωνικά, θα πρέπει να αντικαταστήσει όχι

µόνο το µητρικό του ιδίωµα µε το επίσηµο, αλλά και την ιδιωµατική του προφορά µε

την προφορά και τον επιτονισµό των οµάδων υψηλού κοινωνικού κύρους.

Για την αξιολόγηση της προφοράς µια ιδιαίτερα σηµαντική έρευνα διεξήχθη

στην αγροτική κοινότητα του Πόρου Κεφαλλονιάς (Pappas 2008). Συγκεκριµένα,

εξετάστηκε η χρήση των ουρανικών [l] και [n], που αποτελεί στερεότυπο τόσο στην

τοπική κοινωνία όσο και στην ευρύτερη ελληνική. Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα της

έρευνας, παρατηρείται µεταβολή στην κοινότητα, καθώς οι νεαροί οµιλητές υιοθετούν

την καινοτόµα φατνιακή προφορά [l] και [n]. Καταδεικνύεται επίσης ότι οι γυναίκες

είναι πιο πιθανό να χρησιµοποιούν την καινοτόµα παραλλαγή, όπως επίσης και οι

οµιλητές που προδιατίθενται αρνητικά στη ζωή της κοινότητας. Οι απαντήσεις που

δόθηκαν δείχνουν ότι οι νεαρές γυναίκες συνδέουν την ουρανική προφορά µε

επαρχιώτες, γέρους, άσχηµους, ανόητους και ακατάλληλους για εργασία. Από την

άλλη, οι περισσότεροι άντρες ανέφεραν ότι συνειδητοποίησαν την ύπαρξη της

παραλλαγής και του στιγµατισµού που επιφέρει όταν πήγαν για σπουδές σε µια

Page 143: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

138

µεγαλύτερη πόλη, καθώς τους πείραζαν οµιλητές από άλλες περιοχές, κυρίως από την

Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Επιπλέον, εκπλήσσει το γεγονός ότι οµιλητές µε βασική

εκπαίδευση έχουν περισσότερες πιθανότητες να χρησιµοποιήσουν τη φατνιακή

προφορά από ό,τι οι οµιλητές µε ανώτερη εκπαίδευση. Το ίδιο ενδιαφέρον είναι ότι οι

οµιλητές που έχουν πλήρη συνείδηση της ποικιλίας και του στιγµατισµού της

ουρανικής παραλλαγής χρησιµοποιούν λιγότερο τη φατνιακή προφορά που έχει

περισσότερο γόητρο. Για παράδειγµα, νεαροί άντρες µε καλή µόρφωση εξακολουθούν

να χρησιµοποιούν τις ουρανικές παραλλαγές παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν το στίγµα

που τις συνοδεύει, καθώς το υψηλό µορφωτικό τους επίπεδο εξουδετερώνει το

στερεότυπο σχετικά µε την εκλέπτυνση και την ευφυΐα. Από την άλλη πλευρά, νεαροί

άντρες µε βασική µόρφωση αποφεύγουν τη χρήση των ουρανικών παραλλαγών

ακριβώς επειδή δεν έχουν τα πτυχία και την εµπειρία που θα εξουδετέρωνε τη

γλωσσική τους ανασφάλεια.

Η συγκεκριµένη έρευνα επιβεβαιώνει την ύπαρξη εµφανούς/καλυµµένου γοήτρου

στις γλωσσικές χρήσεις (McMahon 2003: 349). Έτσι, οι γλωσσικοί τύποι που τους έχει

αποδοθεί η κοινωνική τους αξιολόγηση στη βάση µιας ευρέως διαδεδοµένης

αναγνώρισης θεωρείται ότι φέρουν εµφανές γόητρο. Όταν οι τύποι αξιολογούνται

θετικά πέρα από την κοινωνική τους σηµασία για την ευρύτερη κοινωνία ή ακόµη και

ενάντια σε αυτή έχουν καλυµµένο γόητρο. Έτσι, ένας νέος που υιοθετεί τύπους της

γλωσσικής ποικιλίας για να τη διατηρήσει ως στοιχείο ταυτότητας και παράδοσης

υποδεικνύει ξεκάθαρα το καλυµµένο γόητρο αυτών των τύπων σε τοπικό επίπεδο,

ακόµη και αν τα ίδια αυτά χαρακτηριστικά στιγµατίζουν τον οµιλητή σε ένα ευρύτερο

πλαίσιο της επικρατούσας τάξης (Wolfram 1997: 122). Τέτοιου είδους στάσεις, αν και

σπάνιες, είναι αξιοπρόσεκτες και καταδεικνύουν τη συµπληρωµατική κι όχι

ανταγωνιστική σχέση ιδιωµάτων και Νεοελληνικής Κοινής.

Για τη σχέση της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας και της Νεοελληνικής

Κοινής αποκαλυπτική είναι η έρευνα της Πλαδή (2001) στο Λιτόχωρο. Σύµφωνα µε την

ερευνήτρια, στο Λιτόχωρο ιδίωµα και επίσηµη γλώσσα βρίσκονται σε σχέση

γλωσσικής διπλοτυπίας. Η λειτουργική διαφοροποίηση λιτοχωρίτικων-Νεοελληνικής

Κοινής µε βάση κάποιους τοµείς είναι φανερή. Τα λιτοχωρίτικα χρησιµοποιούνται σε

περιστάσεις οικείων για διαπροσωπικά, καθηµερινά, ανεπίσηµα ζητήµατα. Επίσης και η

λαϊκή λογοτεχνία έχει ως κύριο µέσο της την τοπική γλώσσα. Μάλιστα, στις

Page 144: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

139

περιστάσεις αυτές θεωρείται δείγµα απόκλισης, αποστασιοποίησης, ανοικειότητας το

να γίνεται χρήση της Νεοελληνικής Κοινής.

Μια ακόµα έρευνα που µελετά τις αξιολογικές αντιδράσεις απέναντι στη χρήση

τοπικών ιδιωµάτων, και µάλιστα αναδεικνύει την άγνοια των Νεοελλήνων για αυτά,

εξετάζει τις κρίσεις οµιλητών της Νεοελληνικής Κοινής που κατοικούν στη

Θεσσαλονίκη απέναντι στο θεσσαλικό ιδίωµα (Κουρδής 1997). Η πλειονότητα των

πληροφορητών που άκουσαν µαγνητοφωνηµένο δείγµα οµιλίας του ιδιώµατος

απάντησε ότι προέρχεται από νοικοκυρές και αγρότες. Πρόκειται κατ’ αυτούς για µια

γλώσσα που οµιλείται κυρίως σε περιοχές αποµακρυσµένες από το εθνικό

συγκοινωνιακό κορµό, όπου κατοικούν «απλοί άνθρωποι». Γι’ αυτό το λόγο και οι

οµιλητές σηµειώνουν ότι οι άνθρωποι αυτοί προέρχονται από την «επαρχία-χωριά».

Όσον αφορά στη µόρφωσή τους το µεγαλύτερο ποσοστό τους κατατάσσει από

«αµόρφωτους ως το πολύ βασικής εκπαίδευσης». Στην ερώτηση όπου οι οµιλητές

καλούνται να απαντήσουν αν τους αρέσει η γλώσσα που άκουσαν το 75% απάντησε

αρνητικά. Σχετικά µε τη στάση της νεοελληνικής κοινής γνώµης απέναντι στους

οµιλητές που άκουσαν, το µεγαλύτερο ποσοστό των υποκειµένων απάντησε ότι είναι

αρνητική, διότι η οµιλία προδίδει άνθρωπο αµόρφωτο και χωριάτη. Τέλος, οι

ερωτηθέντες εξέφρασαν την άποψη ότι τα «σωστά» ελληνικά είναι η γλώσσα των

εκπαιδευτικών, η γλώσσα του σχολείου.

Ο ίδιος µελετητής εξετάζει τη θέση του θεσσαλικού ιδιώµατος στον τύπο, τον

κινηµατογράφο, την τηλεόραση και το διαδίκτυο (Κουρδής 2007) και διαπιστώνει

συνδέσεις του τρόπου οµιλίας µε το χαρακτήρα των οµιλητών (αφελής, άγαρµπος

κ.λπ.), τονίζοντας ότι η χρήση του θεσσαλικού ιδιώµατος αντιπροσωπεύει για τους µη

Θεσσαλούς έναν επαρχιακό, αγροτικό ή εργατικό τρόπο ζωής και ένα χαµηλότερο από

το αστικό µορφωτικό επίπεδο. Καταλήγει στο συµπέρασµα ότι η γλωσσική

διαφοροποίηση οδηγεί σε ρατσιστικά σχόλια για τους οµιλούντες κάποιο τοπικό ιδίωµα

και ότι οι ιδεολογίες δυο µεγάλων κοινωνικών τάξεων βρίσκονται σε µια ακήρυχτη

σύγκρουση. Η περιπαιχτική αντιµετώπιση της χρήσης του θεσσαλικού γλωσσικού

συστήµατος επισηµαίνεται και από τη Νούσια (1998: 9), που περιγράφει τον ιδιαίτερο

τρόπο οµιλίας των Θεσσαλών και την αξιολόγησή του.

Στο σηµείο αυτό ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ενδεικτικά

παραδείγµατα της Κακριδή (2006α) για το ρόλο που διαδραµατίζει ο δηµόσιος λόγος

Page 145: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

140

στην ανακατασκευή και αναπαραγωγή ιεραρχηµένων σχέσεων µεταξύ κυρίαρχης

ποικιλίας της ελληνικής και διαλεκτικών ποικιλιών. Αποδεικνύεται ότι ο δηµόσιος

λόγος τόσο ως προς τις επιλογές πραγµάτωσης συγκεκριµένων νοηµάτων όσο και ως

προς τη δόµηση των κειµένων και τα λεξικογραµµατικά τους χαρακτηριστικά πέρα από

το ότι αντανακλά την υπάρχουσα ανισότητα – στο πλαίσιο της οποίας άλλωστε

παράγεται – συµβάλλει αποφασιστικά στη διαµόρφωση, τη νοµιµοποίηση και τη

διάδοσή της. Ως παραδείγµατα ανάλυσης χρησιµοποιούνται δείγµατα λόγου από δυο

βασικούς τοµείς γλωσσικής διαµεσολάβησης της εµπειρίας, την έντυπη δηµοσιογραφία

και τον επιστηµονικό γλωσσολογικό λόγο. Τα παραδείγµατα αυτά στο υπάρχον πλαίσιο

της σαφώς ιεραρχηµένης σχέσης γλώσσας και διαλέκτων δείχνουν τον ισχυρό

κοινωνικό ρόλο της πρότυπης ποικιλίας και προβάλλουν έτσι την αντίθεση σωστά

ελληνικά/διαλεκτικά ελληνικά. Έτσι ανατροφοδοτείται η τρέχουσα αντίληψη

απαξίωσης των διαλεκτικών ποικιλιών, και µάλιστα νοµιµοποιηµένη από το στόµα

όσων κατεξοχήν διεκδικούν το δικαίωµα εκφοράς έγκυρου λόγου (Κακριδή 2006α: 53-

65).

Επόµενο είναι, στη σύγχρονη ελληνική πραγµατικότητα, οι περισσότεροι

οµιλητές ιδιωµάτων να ντρέπονται για τον τοπικό λόγο τους, παρόλο που κάποιοι από

αυτούς δείχνουν παράλληλα ένα δέσιµο µε την ντόπια πολιτιστική και γλωσσική

κληρονοµιά τους (πρβλ. Blanchet 2006: 259). Έτσι, η γλωσσική συµπεριφορά των

Νεοελλήνων, κυρίως των εσωτερικών µεταναστών που επιδιώκουν να ανέβουν

κοινωνικά, χαρακτηρίζεται από τη λεγόµενη γλωσσική σύγκλιση, δηλαδή την

προσαρµογή του διαλεκτόφωνου οµιλητή στο λεκτικό επίπεδο του µη διαλεκτόφωνου

κατά τη διαδικασία της αλληλεπίδρασης. Η συγκλίνουσα συµπεριφορά εξαρτάται

αφενός από τις καταστάσεις και το κοινωνικό πλαίσιο, που ποικίλουν, όπως και οι

διάφορες προσδοκίες, και αφετέρου εξαρτάται από τις ποικιλίες που χρησιµοποιούνται

σε φραστική αλληλεπίδραση, το βαθµό κύρους τους για τα άτοµα που αλληλεπιδρούν

και τη δοµή των εκφωνηµάτων (Dittmar & Schlobinski 1988: 157).

Εποµένως, σύµφωνα µε τον Τζιτζιλή (2006), ο στιγµατισµένος διαλεκτικός

λόγος έξω από το φυσικό του περιβάλλον αντιπαρατίθεται µε την κοινή και η πορεία

της γλωσσικής αφοµοίωσης θα µπορούσε να περιγραφεί ως µια προσπάθεια απαλλαγής

από το λόγο αυτόν. Άλλωστε, τόσο οι γονείς όσο και οι κοινωνικοί φορείς βλέπουν

συνήθως τη σχολική γλώσσα ως το µόνο δρόµο για την ανέλιξη και εκλαµβάνουν την

Page 146: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

141

ανοχή ή και την καλλιέργεια στο σχολείο των άλλων γλωσσικών χρήσεων ως απόπειρα

να κλείσει αυτός ο δρόµος (Fasold 1990: 275). Επιπλέον, τα γλωσσικά πρότυπα που

προβάλλουν τα ΜΜΕ και διαµορφώνουν σε µεγάλο βαθµό τις αντιλήψεις της

µαθητικής κοινότητας είναι προσανατολισµένα στη διπολική-ανταγωνιστική σχέση της

νεοελληνικής και των ιδιωµάτων, καθώς στο ένα άκρο βρίσκεται ο υποτιµηµένος

ιδιωµατικός λόγος και στο άλλο ο έγκυρος τυπικός. Έτσι, οι µαθητές, υιοθετώντας τις

ίδιες προκαταλήψεις που επικρατούν στον κοινωνικό τους περίγυρο, από πολύ µικροί

έχουν κιόλας αντιληφθεί ποιο γλωσσικό ιδίωµα είναι αποδεκτό και ποιο όχι και σε

ποιες καταστάσεις µπορεί να το χρησιµοποιήσουν.

Προς αυτή την κατεύθυνση καθοριστική είναι και η επίδραση των

εκπαιδευτικών που, κατά τον Μπασλή (2006: 48), υιοθετούν αυτές τις κοινωνικές

προκαταλήψεις. Συνεπώς, ο τρόπος µε τον οποίο αντιµετωπίζονται από την εκπαίδευση

οι διάφορες γεωγραφικές ποικιλίες µιας γλώσσας έχει άµεση σχέση και εξάρτηση από

το πώς αντιλαµβάνεται η συγκεκριµένη κοινότητα τη νόρµα. Όσο πιο ισχυρή και

διαδεδοµένη είναι η πρότυπη αυτή ποικιλία, τόσο περισσότερο αντιστρατεύεται τη

χρήση των άλλων γλωσσικών ποικιλιών, καθορίζοντας έτσι και την εκπαιδευτική και

γενικότερη τύχη τους. Σε µια κοινότητα η οποία επιλέγει ενιαίο τρόπο εκπαίδευσης των

παιδιών της µέσω της διδασκαλίας µιας µόνο νόρµας είναι φυσικό, παρά τις πιθανές

θετικές πλευρές µιας τέτοιας επιλογής, να προκύπτουν πολλά και σοβαρά προβλήµατα

για τους πληθυσµούς εκείνους που δεν µιλούν την πρότυπη ποικιλία ως µητρική και

καλούνται να τη µάθουν στο σχολείο (Κακριδή 2006β).

Τα ψυχολογικά, παιδαγωγικά και πρακτικά προβλήµατα που προκύπτουν από

την παραπάνω αντίφαση δεν έχει καταφέρει ακόµα να τα λύσει στο σύνολό τους η

σύγχρονη εκπαίδευση (Κακριδή 2006β). Είναι συνεπώς φανερό, σύµφωνα µε τις

σχετικές µελέτες και τις απόψεις των επιστηµόνων, ότι οι γεωγραφικές γλωσσικές

ποικιλίες στιγµατίζονται από την ευρύτερη ελληνική κοινότητα και ειδικότερα την

εκπαιδευτική, παρά το γεγονός ότι αποτελούν ζωντανό κοµµάτι της ελληνικής

γλώσσας. Η αφετηρία του προβλήµατος και συνάµα η λύση του εντοπίζεται στη στάση

της κοινότητας. Αυτό σηµαίνει ότι η απόπειρα γλωσσικής αλλαγής µε το γλωσσικό

σχεδιασµό και τη χάραξη γλωσσικών πολιτικών προϋποθέτει κατάλληλη ενηµέρωση

και θετική στάση απέναντι στις ιδιωµατικές ποικιλίες (Baker 1992: 21).

Page 147: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

142

3.3. Γλωσσικές στάσεις στα σχολεία ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης της Γορτυνίας

Από την προηγούµενη ενότητα υποδεικνύεται ότι η αξία των ερευνών σχετικά µε τις

στάσεις εκπαιδευτικών και µαθητών απέναντι στη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία είναι

µεγάλη, αφού τα αποτελέσµατα που προκύπτουν έχουν γλωσσολογικά, παιδαγωγικά

και κοινωνικά οφέλη. Λαµβάνοντας υπόψη τη διαπίστωση αυτή, αλλά και το γεγονός

ότι στην Ελλάδα είναι ελλιπή τα ερευνητικά δεδοµένα για το θέµα αυτό (βλ. Μαγαλιού

2000α), σε αντίθεση µε τη διεθνή βιβλιογραφία, πραγµατοποιήθηκε σχετική έρευνα στα

σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της Γορτυνίας, στην οποία εξετάζεται η

συµπεριφορά των εκπαιδευτικών και των µαθητών απέναντι στη γλώσσα που

χρησιµοποιούν οι µαθητές στο σχολείο. Στην ενότητα αυτή παρουσιάζεται ο

σχεδιασµός (δεδοµένα και µεθοδολογία) και τα ευρήµατα της έρευνας που σχετίζονται

µε τους δύο βασικούς παράγοντες της εκπαιδευτικής πραγµατικότητας, εκπαιδευτικούς

και µαθητές.

3.3.1. Στάσεις και απόψεις των εκπαιδευτικών

Στο πρώτο σκέλος της έρευνας επιδιώχθηκε να προσδιοριστούν οι στάσεις των

εκπαιδευτικών απέναντι στον ιδιωµατικό λόγο, να εξεταστεί ο τρόπος µε τον οποίο

αντιµετωπίζεται η χρήση διαλεκτικών στοιχείων, καθώς και να ανιχνευτεί σε ποιο

βαθµό επηρεάζουν τις γλωσσικές προκαταλήψεις το φύλο, ο τόπος διαµονής κατά την

παιδική ηλικία, το µορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο της οικογένειας των

εκπαιδευτικών, αλλά και οι τόποι υπηρεσίας τους.

Βασική υπόθεση της έρευνας ήταν ότι οι εκπαιδευτικοί διατηρούν

προκαταλήψεις για την αξία, τη σηµασία και το συστηµατικό χαρακτήρα της

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας. Συγκεκριµένα, όπως έχει υποδειχθεί στη

βιβλιογραφία αλλά δεν έχει διαπιστωθεί για τα ελληνικά δεδοµένα, αναµένεται ότι στη

συνείδηση των εκπαιδευτικών η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία είναι υποτιµηµένη,

συνυφασµένη µε τη χαµηλή επίδοση των µαθητών, ότι χαρακτηρίζει µαθητές που

προέρχονται από χαµηλό κοινωνικοοικονοµικό επίπεδο και ότι θεωρείται πως δρα

ανασταλτικά στις εκπαιδευτικές και επαγγελµατικές προοπτικές τους. Επίσης, η

αναµενόµενη αντίληψη των εκπαιδευτικών είναι ότι η συχνότητα χρήσης διαλεκτικών

Page 148: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

143

στοιχείων λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα προς την ηλικιακή ωρίµαση των µαθητών

και τη συνακόλουθη γλωσσική τους συνειδητοποίηση.

3.3.1.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία

Το δείγµα της έρευνας αποτέλεσαν συνολικά 33 καθηγητές (11 άντρες, 22 γυναίκες)

που υπηρετούν στα σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης στην περιοχή της Γορτυνίας

του νοµού Αρκαδίας (Γυµνάσιο µε Λυκειακές Τάξεις Βυτίνας, ∆ηµητσάνας,

Λαγκαδίων, Τροπαίων και Γυµνάσιο Κοντοβάζαινας) κατά το σχολικό έτος 2007-2008.

Για τη συλλογή των δεδοµένων χρησιµοποιήθηκε ερωτηµατολόγιο (βλ.

Παράρτηµα 4) που αποτελείται από ερωτήσεις κλειστού τύπου, ανοιχτού τύπου και

ερωτήσεις µε διαβαθµισµένες σε κλίµακα (Likert scale) απαντήσεις (Παπαναστασίου

2005: 112). Συγκεκριµένα, οι πέντε πρώτες ερωτήσεις περιλαµβάνουν την καταγραφή

ατοµικών στοιχείων που αφορούν το φύλο των υποκειµένων, τον τόπο διαµονής τους

κατά την παιδική ηλικία, τις σπουδές τους, τα χρόνια υπηρεσίας τους και το είδος των

σχολείων (επαρχιακό/αστικό), καθώς και το µορφωτικό/οικονοµικό επίπεδο των γονέων

τους. Στόχος αυτών των ερωτήσεων ήταν ο προσδιορισµός της κοινωνικής ταυτότητας

των ερωτώµενων. Στη συνέχεια οι εκπαιδευτικοί καλούνται να απαντήσουν αν οι

µαθητές του σχολείου που υπηρετούν σήµερα χρησιµοποιούν στοιχεία γεωγραφικής

γλωσσικής ποικιλίας στον προφορικό και γραπτό τους λόγο και να αναφέρουν

συγκεκριµένα παραδείγµατα.

Στις ερωτήσεις µε διαβαθµισµένες σε κλίµακα απαντήσεις (συµφωνώ πολύ,

συµφωνώ λίγο, δεν έχω άποψη, διαφωνώ λίγο, διαφωνώ πολύ) διερευνάται η στάση

των εκπαιδευτικών απέναντι στη χρήση γεωγραφικής διαλέκτου από τους µαθητές τους

κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Για την αξιολόγηση των απαντήσεων

των υποκειµένων η πενταπλή αυτή κλίµακα συχνά µετατρέπεται σε τριπλή. Ειδικότερα,

η κάθε ερώτηση επικεντρώνεται στην ανίχνευση των εξής απόψεων των εκπαιδευτικών:

- Αν θεωρούν ότι οι µαθητές υψηλής επίδοσης χρησιµοποιούν κατά τη διάρκεια

του µαθήµατος λιγότερα στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας από ό,τι οι

µαθητές µεσαίας ή χαµηλής επίδοσης

- Αν κατά τη γνώµη τους οι µαθητές µεγαλύτερων τάξεων χρησιµοποιούν όλο

και λιγότερο στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας

Page 149: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

144

- Αν πιστεύουν ότι η χρήση στοιχείων γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας από

τους µαθητές δρα ανασταλτικά στις εκπαιδευτικές και επαγγελµατικές

προοπτικές τους

- Αν συµφωνούν µε την άποψη ότι µαθητές που προέρχονται από οικογένειες µε

χαµηλό κοινωνικό/µορφωτικό επίπεδο χρησιµοποιούν περισσότερα στοιχεία

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας.

Στις δυο τελευταίες ερωτήσεις (ανοιχτού τύπου) ζητούνται οι απόψεις των

εκπαιδευτικών για το αν πρέπει να διορθώνονται οι µαθητές που χρησιµοποιούν

στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας, καθώς και η περιγραφή της δικής τους

συµπεριφοράς σε µια τέτοια περίπτωση µε παραδείγµατα, αλλά και προτεινόµενοι

τρόποι αξιοποίησης της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας στην τάξη.

Τα ερωτηµατολόγια µοιράστηκαν σε κάθε σχολείο και χρειάστηκε ως και ένας

µήνας για να συγκεντρωθούν (Φεβρουάριος 2008). Είναι γεγονός ότι αρκετοί

εκπαιδευτικοί, το 38% περίπου (20 από τους 53 συνολικά), φάνηκαν απρόθυµοι να

συµµετάσχουν στην έρευνα, ίσως επειδή δεν έχουν συνηθίσει να λαµβάνουν µέρος σε

ανάλογη ερευνητική διαδικασία, κάτι που περιορίζει την καθολικότητα των ευρηµάτων

της έρευνας.

3.3.1.2. Ευρήµατα

Οι εκπαιδευτικοί αρχικά κλήθηκαν να απαντήσουν στο ερώτηµα αν οι µαθητές τους

χρησιµοποιούν διαλεκτικά στοιχεία τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο.

Σχεδόν όλοι σηµείωσαν ότι εντοπίζουν τέτοια στοιχεία στον προφορικό λόγο των

µαθητών εντός και εκτός τάξης, ενώ ένα αρκετά µεγάλο ποσοστό (39%) έδωσε

καταφατική απάντηση για τη χρήση διαλεκτικών τύπων και στο γραπτό λόγο.

Τα ακόλουθα γραφήµατα 1 και 2 παρουσιάζουν την κυρίαρχη θέση που κατέχει

το ιδίωµα στην προφορική κυρίως γλωσσική συµπεριφορά των µαθητών, σύµφωνα µε

τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών:

Page 150: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

145

∆ιαλεκτικά στοιχεία στον προφορικό λόγο µέσα

στην τάξη

Αρνητική

απάντηση

9%

Καταφατική

απάντηση

91%

Αρνητική απάντηση

Καταφατική απάντηση

∆ιαλεκτικά στοιχεία στον αυθόρµητο λόγο εκτός

τάξης

Αρνητική

απάντηση

6%

Καταφατική

απάντηση

94%

Αρνητική απάντηση

Καταφατική απάντηση

∆ιαλεκτικά στοιχεία σε µαθητικά γραπτά

Αρνητική

απάντηση

49%Καταφατική

απάντηση

39%

∆εν απαντούν

12%

Αρνητική απάντηση

Καταφατική απάντηση

∆εν απαντούν

Γράφηµα 1: Απαντήσεις για τη χρήση διαλεκτικών στοιχείων στον προφορικό λόγο

Γράφηµα 2: Απαντήσεις για τη χρήση διαλεκτικών στοιχείων στο γραπτό λόγο

Page 151: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

146

Οι ερωτώµενοι παραθέτουν µεµονωµένα λεξιλογικά παραδείγµατα διαλεκτικής

χρήσης, χωρίς να προβαίνουν σε οποιαδήποτε κατηγοριοποίηση ή σχολιασµό, γεγονός

που δηλώνει ότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει την κανονικότητα και συστηµατικότητα

που χαρακτηρίζει τον ιδιωµατικό λόγο. Οι τύποι που δίδονται αφορούν κυρίως στο

λεξιλογικό επίπεδο, στο µορφολογικό και στο φωνολογικό, ενώ δεν γίνεται καµία

αναφορά στη συντακτική λειτουργία του λόγου.

Οι συχνότερα απαντώµενοι τύποι παρουσιάζονται στον ακόλουθο πίνακα:

Φωνολογικό επίπεδο:

Επιρρήµατα: χάµου, κάτου, απάνου, όξω

Ρήµατα: άφτο <άφησέ το>, σβηούνε

Ονόµατα: µισιάντρα, ψουµί, λοκάνικο

Μορφολογικό Επίπεδο: Ρηµατικές καταλήξεις: α) –σαντε: ήσαντε, σβηνόσαντε, καθόσαντε, γραφόσαντε κ.λπ.

β) –ουτε: κάνουτε, φτιάχνουτε, έχουτε, θέλουτε κ.λπ.

γ) –κω: θα δώκω, να αφήκω

Ο ρηµατικός τύπος βάνω

Αύξηση: ήφερα, ηύρα

Τονισµός ονοµάτων: καµπόσοι, ανθρώποι

Λεξιλογικό επίπεδο:

αλλουνού, ευτούνος,

δώθενε, κείθενε, πούθε, πέρανε,

µπίτι, αυτού, για <γιατί>, µπανταβός, τηράω, τηλώνω, ζαλώθηκα, γκλαβίζω, τσούπα, λόντζα,

κατώι, διάσελο, κατσούλι, στέρφα, γαλάρι και πλήθος λέξεων από την κτηνοτροφία και την αγροτική ζωή.

Πίνακας 5: ∆ιαλεκτικά στοιχεία που αναφέρονται στις απαντήσεις των εκπαιδευτικών

Οι τύποι χάµου και ήσαντε εµφανίζονται συχνότερα από όλους στις απαντήσεις των

εκπαιδευτικών (33%) και εποµένως φαίνεται να ταυτίζονται πρωτοτυπικά µε το

γορτυνιακό ιδίωµα στις αντιλήψεις τους.

Όπως αναµενόταν, το 81% των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι οι µαθητές υψηλής

επίδοσης χρησιµοποιούν κατά τη διάρκεια του µαθήµατος λιγότερα στοιχεία

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας από ό,τι οι µαθητές µεσαίας ή χαµηλής επίδοσης. Τα

δεδοµένα αυτά υποδηλώνουν την προκατάληψη των εκπαιδευτικών απέναντι στους

µαθητές που χρησιµοποιούν διαλεκτικά στοιχεία, αφού η υψηλή επίδοση ταυτίζεται

έµµεσα µε τον επίσηµο τρόπο οµιλίας. Τα αποτελέσµατα παρουσιάζονται στο

ακόλουθο γράφηµα:

Page 152: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

147

Γράφηµα 3: Απαντήσεις για τη σχέση διαλεκτικών στοιχείων µε την επίδοση

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 50% των ερωτηθέντων προτιµά να µη δώσει απόλυτη

απάντηση (συµφωνώ λίγο/ διαφωνώ λίγο).

Ανάλογα συµπεράσµατα µπορούν να εξαχθούν και από την απάντηση που

δόθηκε σε ερώτηση σχετικά µε το οικογενειακό περιβάλλον των µαθητών. Έτσι, το

97% των εκπαιδευτικών συµφωνεί µε την άποψη ότι οι µαθητές που προέρχονται από

οικογένειες µε χαµηλό κοινωνικό/µορφωτικό επίπεδο χρησιµοποιούν περισσότερα

στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας. Αναλυτικά τα ευρήµατα στην απάντηση

συνοψίζονται στο γράφηµα 4:

Γράφηµα 4: Απαντήσεις για τη σχέση διαλεκτικών στοιχείων µε το µορφωτικό επίπεδο

συµφωνώ πολύ

47%

συµφωνώ λίγο

34%

δεν έχω άποψη

3%

διαφωνώ λίγο

16% διαφωνώ πολύ

0% συµφωνώ πολύ

συµφωνώ λίγο

δεν έχω άποψη

διαφωνώ λίγο

διαφωνώ πολύ

συµφωνώ πολύ

59%

συµφωνώ λίγο

38%

δεν έχω άποψη

0%

διαφωνώ λίγο

3%

διαφωνώ πολύ

0% συµφωνώ πολύ

συµφωνώ λίγο

δεν έχω άποψη

διαφωνώ λίγο

διαφωνώ πολύ

Page 153: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

148

Ο στιγµατισµός των διαλέκτων είναι εµφανής και από την επιβεβαίωση της

αντίληψης ότι όσο οι µαθητές µεγαλώνουν και συνεπώς αποκτούν γλωσσική

συνειδητοποίηση τόσο περισσότερο τείνουν να χρησιµοποιούν την επίσηµη γλώσσα,

προκειµένου να είναι αποδεκτοί και να µην αντιµετωπίζουν µειωτικές συµπεριφορές.

Έτσι, το 66% των εκπαιδευτικών συµφωνεί πως οι µαθητές µεγαλύτερων τάξεων

χρησιµοποιούν όλο και λιγότερο στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας.

Αναλυτικά, τα αποτελέσµατα παρουσιάζονται στο γράφηµα 5:

Γράφηµα 5: Απαντήσεις για τη σχέση διαλεκτικών στοιχείων µε το µορφωτικό επίπεδο

Με βάση τα παραπάνω ευρήµατα θα αναµενόταν οι εκπαιδευτικοί να θεωρούν

τη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία ως παράγοντα ανισότητας στην εκπαιδευτική

διαδικασία και τη γενικότερη πρόοδο των µαθητών. Εντούτοις, το 72% των

ερωτηθέντων απάντησε αρνητικά στην ερώτηση σχετικά µε το αν η χρήση στοιχείων

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας δρα ανασταλτικά στις εκπαιδευτικές και

επαγγελµατικές προοπτικές των µαθητών. Η αντίφαση αυτή αποδεικνύει την άγνοια

που επικρατεί στην εκπαιδευτική κοινότητα σε ζητήµατα γλωσσικής ποικιλότητας. Οι

εκπαιδευτικοί αυτοαναιρούνται, αφού οι απόψεις στα προηγούµενα ερωτήµατα σχεδόν

καταργούν τη φαινοµενικά απροκατάληπτη στάση τους. Αναλυτικά:

συµφωνώ πολύ 22%

συµφωνώ λίγο 44%

δεν έχω άποψη 6%

διαφωνώ λίγο 22%

διαφωνώ πολύ 6%

συµφωνώ πολύ

συµφωνώ λίγο

δεν έχω άποψη

διαφωνώ λίγο

διαφωνώ πολύ

Page 154: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

149

Ναι, να

διορθώνονται 50%

Όχι, να µη

διορθώνονται 50%

Ναι, να διορθώνονται

Όχι, να µη διορθώνονται

Γράφηµα 6: Απαντήσεις για τη σχέση διαλεκτικών στοιχείων µε τις προοπτικές των µαθητών

Ενδεικτικά της σύγχυσης που επικρατεί και της άγνοιας σχετικά µε την αξία των

ιδιωµάτων είναι και τα ακόλουθα αποτελέσµατα. Στην ερώτηση αν πρέπει να

διορθώνονται οι µαθητές που χρησιµοποιούν στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής

ποικιλίας το 50% του δείγµατος απάντησε καταφατικά και το 50 % αποφατικά.

Γράφηµα 7: Απαντήσεις για τη διόρθωση των διαλεκτικών στοιχείων

Όσον αφορά στη µεταβλητή του φύλου οι γυναίκες (γ) του συγκεκριµένου δείγµατος

φαίνεται να έχουν πιο θετική στάση σε σχέση µε τους άντρες (α) απέναντι στα

γλωσσικά ιδιώµατα, όπως δείχνει το γράφηµα 8, αν και κρίνεται αναγκαία η ύπαρξη

µεγαλύτερου δείγµατος αντρών εκπαιδευτικών για την εξαγωγή ασφαλών

συµπερασµάτων:

συµφωνώ πολύ

6%

συµφωνώ λίγο

22%

δεν έχω άποψη

0%

διαφωνώ λίγο34%

διαφωνώ πολύ

38% συµφωνώ πολύ

συµφωνώ λίγο

δεν έχω άποψη

διαφωνώ λίγο

διαφωνώ πολύ

Page 155: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

150

ναι γ

40%

όχι γ

60%

ναι γ

όχι γ

ναι α

64%

όχι α

36%

ναι α

όχι α

Γράφηµα 8: Απαντήσεις για τη διόρθωση των διαλεκτικών στοιχείων ανά φύλο

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί που έχουν µεγαλώσει σε

αστικά κέντρα τηρούν πιο θετική στάση απέναντι στα γεωγραφικά γλωσσικά ιδιώµατα

σε σύγκριση µε αυτούς που έχουν ζήσει σε επαρχία, όπως φαίνεται στο

γράφηµα 9.

Page 156: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

151

αστικό κέντρο

όχι

85%

επαρχία όχι

15%

αστικό κέντρο όχι

επαρχία όχι

Γράφηµα 9: Απαντήσεις για τη διόρθωση των διαλεκτικών στοιχείων µε βάση την προέλευση

Το εύρηµα αυτό πιθανόν υπαινίσσεται την αντίδραση εκ µέρους των εκπαιδευτικών που

έχουν µεγαλώσει στην επαρχία στη γλώσσα του περιβάλλοντος ανατροφής τους ή/και

µια εξιδανικευµένη αντίληψη των εκπαιδευτικών που έχουν µεγαλώσει στα αστικά

κέντρα απέναντι στη γλώσσα της επαρχίας. Είναι σαφές ότι περαιτέρω έρευνα είναι

απαραίτητη για να διασαφηθεί το εύρηµα αυτό.

Τέλος, σαφή συµπεράσµατα µε βάση τη µεταβλητή του τόπου υπηρεσίας των

εκπαιδευτικών και του κοινωνικού/µορφωτικού επιπέδου της οικογένειάς τους δεν

κατέστη δυνατό να εξαχθούν.

Οι απαντήσεις που δόθηκαν στις ερωτήσεις ανοικτού τύπου, στις οποίες

περιγράφεται η συµπεριφορά των εκπαιδευτικών απέναντι στα γεωγραφικά γλωσσικά

ιδιώµατα, είναι αποκαλυπτικές για το ότι οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν ξεκάθαρη άποψη

για τη στάση που πρέπει να τηρούν απέναντι σε αυτά. Οι εκπαιδευτικοί που

υποστηρίζουν τη διόρθωση των διαλεκτικών στοιχείων κάνουν λόγο για «σωστή»

χρήση της γλώσσας, για «ορθό» τρόπο έκφρασης και προτείνουν την αντικατάσταση

των διαλεκτικών τύπων µε αντίστοιχους της Νεοελληνικής Κοινής σε «σοβαρές» και

«τρανταχτές» περιπτώσεις ή ακόµα και «επί τόπου µετάφραση των ιδιόρρυθµων

λέξεων». (Σε εισαγωγικά µεταφέρονται κατά λέξη οι απαντήσεις που δόθηκαν).

Επιπλέον σηµειώνουν πως τα διαλεκτικά στοιχεία δεν πρέπει να υπερτερούν και

Page 157: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

152

τουλάχιστον να διορθώνονται, αν όχι τα λεξιλογικά στοιχεία, κάποιες ρηµατικές

καταλήξεις (π.χ. -σαντε, γινόσαντε κ.λπ.) µέσα από την ανάλυση της «σωστής»

γραµµατικής. Με µια διάθεση επιείκειας διατυπώνεται η άποψη πως «η διόρθωση

καθίσταται αναγκαία όταν η χρήση τέτοιων στοιχείων δυσχεραίνει την επικοινωνία

µέσα στην τάξη».

Οµόφωνα υποστηρίζεται η διόρθωση στο γραπτό λόγο µε την επισήµανση ότι

τα γραπτά κείµενα δεν θα πρέπει να αποκλίνουν από το κυρίαρχο γλωσσικό πρότυπο

(πρβλ. Courts 1997: 42). Αντίθετα, στον προφορικό λόγο πολλοί εκπαιδευτικοί

πιστεύουν ότι καλό είναι να ενθαρρύνεται η χρήση της γεωγραφικής γλωσσικής

ποικιλίας ως στοιχείου διατήρησης της ιδιαίτερης τοπικής ταυτότητας. Ανάλογη είναι

και η άποψη εκπαιδευτικών (6%) που αναφέρουν πως «αυτή η µορφή της γλώσσας

επιτρέπεται στις ιδιωτικές συζητήσεις, προκειµένου να διασωθεί ένα µέρος του τοπικού

πολιτισµού, αλλά όχι στις δηµόσιες».

Τονίζεται ακόµα ότι οι όποιες διορθώσεις πρέπει να γίνονται µε σεβασµό στη

γλωσσική ποικιλία και όχι µε χαρακτήρα ποινής και αυστηρότητα. Ως ήπιος τρόπος

αντιµετώπισης προτείνεται η επανάληψη των «λανθασµένων» τύπων από το

διδάσκοντα στη «σωστή» τους µορφή, ενώ ως καλύτερη µέθοδος εξάλειψης

προτείνεται η ανάγνωση εξωσχολικών βιβλίων, κυρίως λογοτεχνικών, και η

παρακολούθηση της γλώσσας των ΜΜΕ, προκειµένου οι µαθητές να εµπλουτίσουν το

λεξιλόγιό τους και να αυτοδιορθώνονται. Επίσης, ο λόγος του εκπαιδευτικού, που δε

χρησιµοποιεί τέτοιες λέξεις, µπορεί να αποτελέσει πρότυπο µίµησης.

Από την άλλη πλευρά, η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία αντιµετωπίζεται θετικά

από τους εκπαιδευτικούς που πιστεύουν ότι δεν υπάρχει γλωσσικό ιδίωµα που είναι

λάθος και αναγνωρίζουν τη δική τους ευθύνη στη διατήρηση των τοπικών διαλέκτων

(6%). Σε αυτή την κατεύθυνση τονίζουν τη σηµασία της ενθαρρυντικής τους στάσης

απέναντι σε αυτές και την αναγκαιότητα της γλωσσικής συνειδητοποίησης από την

πλευρά των µαθητών. Με αυτόν τον τρόπο και ο εκπαιδευτικός «µπορεί να µάθει τη

σηµασία των άγνωστων γι’ αυτόν λέξεων και ο µαθητής να αισθανθεί όµορφα, αφού τα

στοιχεία αυτά ενδυναµώνουν και εµπλουτίζουν τη γλωσσική παράδοση και ιστορική

µνήµη του λαού».

Όσον αφορά στους τρόπους αξιοποίησης της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας

η πλειονότητα των εκπαιδευτικών (33%) αναφέρεται στο λεξιλογικό επίπεδο µε την

Page 158: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

153

ετυµολογική προσέγγιση των λέξεων και την εύρεση συνωνύµων-αντωνύµων.

Τονίζεται ο ρόλος που διαδραµατίζει η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία στην κατάδειξη

της γλωσσικής εξέλιξης και στις περισσότερες περιπτώσεις προτείνεται η αναζήτηση

της προέλευσης αυτών των τύπων είτε από τα Αρχαία Ελληνικά είτε από άλλες

γλώσσες (τούρκικα, σλαβικά). Προτείνεται ακόµα η σύγκριση µε άλλα ιδιώµατα, «ώστε

να φανεί ο πλούτος και η ποικιλοµορφία της ελληνικής γλώσσας».

Επιπλέον, στο πλαίσιο των νέων διδακτικών θεωριών και της επικοινωνιακής

προσέγγισης της γλώσσας κρίνεται σκόπιµη από κάποιους εκπαιδευτικούς (20%) η

διαθεµατική αξιοποίηση της γλωσσικής ποικιλίας, προκειµένου να συνειδητοποιήσουν

οι µαθητές ότι τα στοιχεία αυτά όχι µόνο χρωµατίζουν το λόγο, αλλά και συµβάλλουν

στη διατήρηση της τοπικής πνευµατικής παράδοσης και στην τεκµηρίωση ιστορικών

στοιχείων. Ενδιαφέρουσα ανάµεσα στα άλλα είναι η πρόταση για «µελέτη της

ηλικιακής κατανοµής των χρηστών της γλώσσας».

Με το δεδοµένο ότι ένα µεγάλο ποσοστό των διδασκόντων έχει κοινή καταγωγή

και κοινά βιώµατα µε τους µαθητές θεωρείται σηµαντική η χρήση από αυτούς

διαλεκτικών λέξεων εναλλακτικά µε αυτές της Νεοελληνικής Κοινής. Έτσι, για

παράδειγµα, η εξήγηση δυσνόητων εννοιών επιτυγχάνεται ευκολότερα µε τη χρήση

ιδιωµατικών φράσεων, οικείων στους µαθητές, ώστε οι µαθητές να µην αποκόβονται

από το µάθηµα και να νιώθουν περισσότερο άνετα. Πιστεύεται µάλιστα (6%) πως για

την κατάλληλη αξιοποίηση του ιδιώµατος απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ευκολία από

τους εκπαιδευτικούς χρήσης τοπικών τύπων παράλληλα µε τους αντίστοιχους τυπικούς.

Από ορισµένους (20%) τονίζονται και τα παιδαγωγικά οφέλη µιας τέτοιας

τακτικής, που συµβάλλει στη δηµιουργία καλού κλίµατος στην τάξη και οικειότητας

µεταξύ µαθητών και εκπαιδευτικών. Αλλά και µόνο το ενδιαφέρον του διδάσκοντος να

µάθει νέες λέξεις αρκεί για να γνωρίσει καλύτερα τους µαθητές του και να

αναπτυχθούν αισθήµατα αποδοχής και ενθάρρυνσης. Βέβαια, κοινή αντίληψη των

εκπαιδευτικών (20%) είναι ότι η χρήση στοιχείων της γεωγραφικής γλωσσικής

ποικιλίας αφορά µόνο στα φιλολογικά µαθήµατα και εποµένως µόνο εκεί µπορεί να

επισηµανθεί και να αξιοποιηθεί.

Page 159: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

154

3.3.1.3. Συζήτηση

Τόσο τα ποσοτικά δεδοµένα όσο και το περιεχόµενο των απαντήσεων υποδεικνύουν ότι

οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης αγνοούν εν πολλοίς την έννοια και

το ρόλο της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλότητας. Γενικά, έχουν στερεότυπες

αντιλήψεις για τη σωστή και τη λανθασµένη χρήση της γλώσσας, ταυτίζουν συνήθως το

ιδίωµα µε το λεξιλογικό επίπεδο, χωρίς αναφορά στη συστηµατικότητα που

χαρακτηρίζει το διαλεκτικό λόγο.

Οι αντιφατικές αντιλήψεις των εκπαιδευτικών είναι ενδεικτικές της σύγχυσης

σχετικά µε ζητήµατα γλωσσικής ποικιλότητας. Για παράδειγµα, συστήνεται για την

«αποφυγή» του ιδιώµατος η µελέτη της νεοελληνικής λογοτεχνίας, η οποία αντιθέτως

αξιοποιεί και αναδεικνύει τα νεοελληνικά ιδιώµατα. Εντύπωση προκαλεί και το γεγονός

ότι το µεγαλύτερο ποσοστό των συµµετεχόντων στην έρευνα δεν πιστεύει ότι η

χρησιµοποίηση από τους µαθητές στοιχείων γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας δρα

ανασταλτικά στις εκπαιδευτικές και επαγγελµατικές τους προοπτικές, ενώ από την άλλη

υποστηρίζει τη διόρθωση τέτοιων τύπων και θεωρεί την υψηλή επίδοση

χαρακτηριστικό των µαθητών που χρησιµοποιούν πιο πιστά την επίσηµη γλώσσα χωρίς

στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας. Τέλος, οι στάσεις αυτές των εκπαιδευτικών

πρέπει να τοποθετηθούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αντιµετώπισης της γλώσσας ως

µέρους της φιλολογικής επιστήµης και όχι ως µέσου επικοινωνίας µε τους µαθητές.

3.3.2. Στάσεις και απόψεις µαθητών

Σκοπός του δεύτερου σκέλους της έρευνας είναι η εξέταση των γλωσσικών στάσεων

των µαθητών που φοιτούν σε µια διαλεκτόφωνη περιοχή. Ειδικότερα, επιδιώχθηκε να

προσδιοριστούν οι αντιλήψεις που έχουν οι µαθητές της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης

σχετικά µε το ιδίωµα της περιοχής τους, να διαπιστωθεί ο βαθµός της γλωσσικής τους

συνειδητοποίησης και να εξεταστεί η σχέση του φύλου, της ηλικίας και του

µορφωτικού-κοινωνικοοικονοµικού επιπέδου των γονέων τους στην εµφάνιση

γλωσσικών προκαταλήψεων.

Βασική υπόθεση της έρευνας είναι ότι οι µαθητές αυτής της ηλικίας

καταλαβαίνουν ότι διαφέρει το κύρος που έχει κάθε γλωσσική επιλογή (Hudson 1980:

210) και αντιµετωπίζουν αρνητικά τη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία. Αναµένεται ότι

στη συνείδηση των µαθητών η χρήση του ιδιώµατος αποτελεί χαρακτηριστικό των

Page 160: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

155

ατόµων µεγάλης ηλικίας. Επίσης, αναµένεται η συσχέτιση του τρόπου οµιλίας µε την

κοινωνική τους ταυτότητα και η συνακόλουθη προσπάθεια αποβολής των διαλεκτικών

στοιχείων για λόγους κοινωνικής αποδοχής.

3.3.2.1. ∆εδοµένα και µεθοδολογία

Το δείγµα της έρευνας αποτελούν 139 από τους 288 συνολικά µαθητές (ποσοστό

48.3%) που φοιτούν κατά το σχολικό έτος 2007-2008 στις τρεις τάξεις του Γυµνασίου

και στις τρεις τάξεις του Λυκείου των σχολείων της Γορτυνίας: ∆ηµητσάνας,

Λαγκαδίων, Τροπαίων, Βυτίνας και Κοντοβάζαινας.

Αφού είχε προηγηθεί λίγους µήνες νωρίτερα προκαταρκτική έρευνα (2007) για

τη συλλογή δείγµατος προφορικού και γραπτού λόγου των µαθητών, η οποία

επιβεβαιώνει τη χρήση διαλεκτικών στοιχείων στον προφορικό κυρίως λόγο των

µαθητών, αλλά και σχετική έρευνα στους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν σε αυτά τα

σχολεία το ίδιο χρονικό διάστηµα (2007-2008), η οποία υποδεικνύει τον κυρίαρχο ρόλο

που κατέχει το ιδίωµα στη γλωσσική (ιδίως προφορική) συµπεριφορά των µαθητών,

δόθηκε στους µαθητές το σχετικό ερωτηµατολόγιο (βλ. Παράρτηµα 4). Το

ερωτηµατολόγιο περιλαµβάνει δυο µέρη: στο πρώτο ζητείται η καταγραφή ατοµικών

στοιχείων, που αφορούν στο φύλο, τη σχολική τάξη, τον τόπο διαµονής και το

επάγγελµα των γονέων, προκειµένου να προσδιοριστεί η κοινωνική ταυτότητα των

ερωτωµένων, και το δεύτερο µέρος περιλαµβάνει δυο όµοια σε περιεχόµενο και αριθµό

λέξεων κείµενα, αλλά διαφορετικά στη µορφή. Το πρώτο κείµενο είναι γραµµένο στο

γορτυνιακό ιδίωµα (αυθεντικό κείµενο, προϊόν συνέντευξης της ερευνήτριας του 1997)

και το δεύτερο στη Νεοελληνική Κοινή (απόδοση του πρώτου κειµένου). Ζητήθηκε από

τους µαθητές να εντοπίσουν τις διαφορές που υπάρχουν ανάµεσα στα δυο κείµενα και

να προσδιορίσουν την ταυτότητα κάθε οµιλητή. Επίσης, ζητήθηκε από τους µαθητές να

δηλώσουν αν χρησιµοποιούν κάποια από τα στοιχεία του πρώτου κειµένου, αλλά και τα

στοιχεία εκείνα που δεν θα χρησιµοποιούσαν καθόλου.

Τα ερωτηµατολόγια µοιράστηκαν σε κάθε σχολείο και συγκεντρώθηκαν σε

διάστηµα ενός µήνα (Μάρτιος 2008).

Page 161: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

156

3.3.2.2. Ευρήµατα

Στο πρώτο ερώτηµα οι µαθητές καλούνται να εντοπίσουν διαφορές ανάµεσα στα δυο

κείµενα. Η πλειονότητα των µαθητών αναφέρει ότι τα δύο κείµενα διαφέρουν στη

µορφή της γλώσσας, στην προφορά και το λεξιλόγιο, και µόνο το 2% σηµειώνει

διαφορές στο περιεχόµενο, µε την επισήµανση ότι «το δεύτερο κείµενο δε µας δίνει

πολλές πληροφορίες, ενώ το δεύτερο µας δίνει να καταλάβουµε» και ότι «αλλάζουν οι

πληροφορίες». Κρίνεται σκόπιµο να αναφερθούν χαρακτηρισµοί και αξιολογικές

κρίσεις για τα δυο κείµενα, όπως ακριβώς διατυπώθηκαν από τους µαθητές. Έτσι, στο

πρώτο κείµενο η γλώσσα χαρακτηρίζεται «παλιά», «χωριάτικη», «παραδοσιακή»,

«απλή», «λαϊκή», ενώ η γλώσσα του δεύτερου κειµένου χαρακτηρίζεται «καινούργια»,

«σηµερινή», «επίσηµη». Το πρώτο κείµενο χαρακτηρίζεται ως «βλάχικο», «εκφραστικά

λάθος», ενώ το δεύτερο «κανονικό», «πολιτισµένο». Στο πρώτο κείµενο «οι λέξεις δεν

είναι σωστές», «έχουν ορθογραφικά λάθη», «είναι περίεργες, παράξενες, πειραγµένες»,

«είναι λέξεις χαµηλού µορφωτικού επιπέδου», «λέξεις ακραίες», «λέξεις επαρχίας»,

«λέξεις προφορικού λόγου», «λέξεις που χρησιµοποιούν οι χωρικοί και οι αγρότες».

Αντίθετα, στο δεύτερο κείµενο «οι λέξεις είναι σύγχρονες, συνηθισµένες, λογικές»,

«είναι λέξεις καθώς πρέπει, κανονικές, σωστές», «λέξεις γραπτού λόγου», «λέξεις που

λένε οι Αθηναίοι» και «το λεξιλόγιο είναι πιο εµπλουτισµένο» και «η σύνδεση των

προτάσεων είναι πιο σωστή». Περίπου το 25% των µαθητών χαρακτηρίζει το πρώτο

κείµενο ως «βλάχικο» και το δεύτερο ως «κανονικό».

Είναι επίσης άξια παρατήρησης η σύγχυση που επικρατεί απέναντι στους όρους

«καθαρεύουσα», «δηµοτική», «νεοελληνική γλώσσα», καθώς αρκετοί µαθητές (7%)

επισηµαίνουν ότι το πρώτο κείµενο είναι στην «καθαρεύουσα» και το δεύτερο στη

«δηµοτική» ή το αντίστροφο, αλλά και ότι το πρώτο κείµενο είναι στη «δηµοτική» και

το δεύτερο στη «νεοελληνική».

Στη συνέχεια, παρατίθενται τα αποτελέσµατα της έρευνας σχετικά µε την

ταυτότητα του οµιλητή, µε κύρια χαρακτηριστικά την ηλικία, τον τόπο διαµονής το

µορφωτικό του επίπεδο και το φύλο. Αναλυτικά, το 47,5 % των µαθητών πιστεύει ότι ο

πρώτος οµιλητής ζει σε χωριό. Συχνά χαρακτηρίζεται «χωριάτης», «χωρικός»,

«βλάχος», «τσέλιγκας», «άνθρωπος της επαρχίας», «άνθρωπος από κλειστή κοινωνία»,

«άνθρωπος που ζει πάντα σε χωριό και δεν έχει πάει πουθενά αλλού». Από την άλλη, ο

Page 162: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

157

δεύτερος οµιλητής θεωρείται ότι ζει σε πόλη, µε συχνούς τους προσδιορισµούς

«Αθηναίος», «πρωτευουσιάνος».

Όσον αφορά στην ηλικία του οµιλητή το 46% των µαθητών θεωρεί ότι το πρώτο

κείµενο ανήκει σε άτοµο µεγάλης ηλικίας («παλιός», «ηλικιωµένος», «αρχαίος»), ενώ

το δεύτερο σε άτοµο νεότερης ηλικίας. Μάλιστα, το 17,3% των συγκεκριµένων παιδιών

προσδιορίζουν και το φύλο και ταυτίζουν τον οµιλητή του πρώτου κειµένου µε µια

ηλικιωµένη γυναίκα, χωρίς όµως να δίνουν πάντα το ίδιο φύλο και στο άτοµο που µιλά

στο δεύτερο κείµενο. Έτσι, το 12% των ανωτέρω µαθητών πιστεύει ότι στο πρώτο

κείµενο οµιλεί µια γυναίκα µεγάλης ηλικίας («γιαγιά», «ηλικιωµένη»), ενώ στο δεύτερο

ένα παιδί. Επιπρόσθετα, µια µικρή µερίδα µαθητών (5%) αναφέρει ότι το πρώτο

κείµενο είναι γραµµένο σε παρελθοντική εποχή, ενώ το δεύτερο είναι σύγχρονο.

Σε µεγαλύτερο ποσοστό οι µαθητές του Λυκείου και σε µικρότερο του

Γυµνασίου (συνολικά 30,2%) επισηµαίνουν διαφορά στο µορφωτικό επίπεδο των

οµιλητών. Έτσι, ο πρώτος οµιλητής είναι, σύµφωνα µε τους χαρακτηρισµούς των

µαθητών, «αµόρφωτος», «αγράµµατος», «αναλφάβητος», «µε χαµηλό µορφωτικό

επίπεδο», «δεν έχει τις απαραίτητες γνώσεις», «δεν ξέρει και τόσο να µιλάει», «δεν έχει

πάει σχολείο», «δεν έχει πάει σχολείο ούτε πουθενά αλλού», «δεν έχει λάβει την

απαιτούµενη µόρφωση», «δε χρησιµοποιεί σωστά τους χρόνους», ενώ ο δεύτερος

«είναι µορφωµένος, γραµµατισµένος», «ξέρει να µιλάει», «έχει υψηλό µορφωτικό

επίπεδο», «έχει πάει σχολείο και έχει µάθει πολλά πράγµατα», «είναι παιδί που

µαθαίνει στο σχολείο τη δηµοτική», «άτοµο που ξέρει παραπάνω γλώσσες», «έχει τις

απαραίτητες γνώσεις», «ξέρει γράµµατα και µιλάει σωστά», «έχει επιδεξιότητα στο

λόγο».

Ανάµεσα στα άλλα, ο δεύτερος οµιλητής «µιλάει τέλεια τη δηµοτική», «ξέρει να

µιλάει», «µιλάει ωραία», «όµορφα», «µε σεµνότητα», «µε αστικό τρόπο», «µε επίσηµο

τρόπο», «µε τη σύγχρονη οµιλία», «µε πλήρη σαφήνεια», «πιο κοµψά», «µιλάει πιο

καθαρά γλωσσικά» και µάλιστα «έχει πιο καθαρό χαρακτήρα», «είναι πολιτισµένος»

και «τα λέει καλύτερα» από τον πρώτο, που «µιλάει περίεργα», «λανθασµένα», «µε

καθηµερινό τρόπο», «ανήκει σε κατώτερη τάξη», «έχει ζήσει πολλές στερήσεις» και

«είναι απολίτιστος».

Αξιοσηµείωτη είναι η τάση που παρατηρείται στις απαντήσεις για συσχέτιση

της µόρφωσης µε τη διαµονή σε πόλη, αφού συνήθως ο δεύτερος οµιλητής

Page 163: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

158

χαρακτηρίζεται «µορφωµένος κάτοικος πόλης», ενώ ο πρώτος «αµόρφωτος κάτοικος

χωριού». Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η άποψη επτά µαθητών (5%) ότι το πρώτο

άτοµο έχει βιώσει τις καταστάσεις που περιγράφει, ενώ το δεύτερο περιγράφει τα έθιµα

µια άλλης περιοχής.

Στη δεύτερη ερώτηση για το αν θα χρησιµοποιούσαν στοιχεία του πρώτου

κειµένου απόλυτα αρνητική απάντηση έδωσε το 53% των µαθητών, οι οποίοι µάλιστα

αιτιολόγησαν αυτή την επιλογή τους µε κριτήριο τις ανάγκες της σύγχρονης εποχής, το

µορφωτικό επίπεδο των οµιλητών, καθώς και την αισθητική αξία των γλωσσικών

επιλογών και το συνακόλουθο στιγµατισµό τους. Ενδεικτικά, οι µαθητές αρνούνται να

χρησιµοποιήσουν τύπους του πρώτου κειµένου, γιατί «η νεολαία θέλει σύγχρονες

λέξεις», «η νέα γενιά έχουµε µεγαλύτερη εκπαίδευση», «οι εποχές έχουν αλλάξει και

κανένα παιδί δε µιλάει έτσι, όπως παλιά», «δεν ισχύουν σήµερα», «χρησιµοποιούνταν

παλιά, όπου δεν πηγαίνανε σχολείο», «δε µαθαίνονται πια στο σχολείο και δεν είναι

σύµφωνα µε το πνεύµα της εποχής», «οι σηµερινοί άνθρωποι δε µιλάνε έτσι», «γιατί

σήµερα οι άνθρωποι είναι περισσότερο µορφωµένοι από τους παλιούς και έχουν

καλύτερο τρόπο λόγου. Αυτοί που τις χρησιµοποιούν είναι ηλικιωµένοι και αποτελούν

θύµατα ρατσισµού και κοροϊδίας», «χρησιµοποιούνται από µικρό σύνολο ανθρώπων

µεγάλης ηλικίας», «δε µου αρέσουν λέξεις που χρησιµοποιούν οι παλαιοί», «αυτές τις

λέξεις τις λέγανε τα παλιά χρόνια», «είναι απλές και τις λένε οι ηλικιωµένοι στα

χωριά», «οι λέξεις του δεύτερου κειµένου µε αντιπροσωπεύουν καλύτερα», «αν και

είµαι από χωριό, είναι θέµα σε ποια εποχή βρισκόµαστε. Οι πιο ηλικιωµένοι

χρησιµοποιούν αυτήν τη γλώσσα, γιατί έτσι συνήθισαν, είναι άλλης εποχής», «είναι

ξεπερασµένες», «είναι λέξεις για ανθρώπους που δεν είναι µορφωµένοι, αλλά

αµόρφωτοι» «δεν είναι συνηθισµένο να µιλάµε έτσι σε έναν σύγχρονο κόσµο», «στη

σηµερινή εποχή µιλάµε µε πιο ωραίες λέξεις, καλλιεργηµένες», «οι νέοι δεν πήραµε

προίκα τη διάλεκτο των προγόνων µας. Τώρα πια θεωρούνται βλάχικες λέξεις. Αν και

δεν µε ενοχλεί όταν οι παππούδες µου µιλάνε έτσι και δεν κοροϊδεύω, σήµερα έχουµε

γίνει πιο πολιτισµένοι».

Επιπλέον, οι µαθητές αναφέρουν ότι «το πρώτο κείµενο είναι λάθος σε σχέση

µε τη δηµοτική. Αφού πηγαίνουµε σχολείο και µορφωνόµαστε πρέπει να

χρησιµοποιούµε και τη δηµοτική στο λόγο µας», «αυτές οι λέξεις είναι λανθασµένες

στη γραφή και την προφορά», «είναι λάθος, ενώ του δεύτερου κειµένου σωστές»,

Page 164: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

159

«νοµίζω πως µιλώντας έτσι χρησιµοποιούµε λάθος την ελληνική γλώσσα», «είναι

λάθος οι λέξεις και δε µου αρέσουν. Είναι καλύτερο να χρησιµοποιώ την ελληνική

γλώσσα», «η ελληνική έχει εξελιχθεί πολύ», «δεν είναι σωστά και δεν προφέρονται

σωστά. Η γλώσσα αυτή είναι ακαταλαβίστικη και δεν είναι σωστή και δε

χρησιµοποιείται τη σηµερινή εποχή από τη σηµερινή νεολαία», «τώρα µιλάµε στη

δηµοτική και όχι στα βλάχικα».

Αποκαλυπτικές της στάσης των µαθητών απέναντι στο διαλεκτικό λόγο είναι οι

ακόλουθες κρίσεις: «το πρώτο κείµενο είναι άσχηµο και βλάχικο», «η προφορά δεν

είναι σωστή και σου χαλάει την προσωπική σου εµφάνιση», «δε µου αρέσει αυτός ο

τρόπος οµιλίας, παρόλο που µένω σε χωριό», «ντρέποµαι ότι θα µε κοροϊδεύουν, γιατί

δεν επιτρέπεται σήµερα να µιλούν οι άνθρωποι µε αυτό τον τρόπο», «δεν έχω µάθει να

µιλάω έτσι», «δε µου αρέσουν», «αυτές οι λέξεις δεν ταιριάζουν ούτε στον προφορικό

ούτε στο γραπτό λόγο και δεν είναι ωραίες όσο οι λέξεις του δεύτερου κειµένου»,

«ακούγονται άσχηµα», «δεν τις έχω µάθει και δε θα µε καταλάβουν», «θα µε

κοροϊδεύουν ότι µιλάω βλάχικα», «γιατί είναι τελείως χωριάτικες», «ο µαθητής ξέρει

να µιλάει, µια γυναίκα αγράµµατη δε µιλάει σωστά», «δεν τις γνωρίζω», «έχουν γραφεί

απολίτιστα και τελείως βλάχικα. Αν µιλούσα έτσι, θα µε κορόιδευαν οι φίλοι µου και µε

περνούσαν τελείως αγράµµατο», «οι άνθρωποι που δεν τα χρησιµοποιούν δε θα µε

καταλάβαιναν», «δεν είναι σωστές λέξεις γραµµατικά», «τις έχουµε αντικαταστήσει µε

άλλες πιο όµορφες, που κάνουν το λεξιλόγιο πιο κατανοητό και εντυπωσιακό», «µπορεί

κάποιος να µη µε καταλάβει, ενώ άµα µιλήσω στη νεοελληνική σε ένα χωριάτη θα

καταλάβει», «δεν έχω συνηθίσει να µιλάω έτσι», «όχι, καµία, αν και µου είναι γνωστές

και ζω σε χωριό. Σε µικρότερη ηλικία το έκανα, γιατί επηρεαζόµουν από την οµιλία

των άλλων. Όταν όµως κατάλαβα ποιες ήταν σωστές και ποιες λάθος, προσπάθησα να

βελτιώσω το λόγο µου, γιατί δεν ήθελα να νιώθω µειονεκτικά απέναντι στους άλλους»,

«γιατί σήµερα υπάρχουν λέξεις µε τις οποίες µπορώ να εκφραστώ καλύτερα», «δε

δίνουν το καλύτερο νόηµα και ο δέκτης δεν µπορεί να βγάλει νόηµα», «είναι βλάχικες,

περίεργες», «δεν µου αρέσει η προφορά, είναι βλάχικη η προφορά», «δε χρησιµοποιώ

κουφές και αλλοπρόσαλλες λέξεις», «είναι φτηνές λέξεις και, ενώ χρησιµοποιούνται

στην περιοχή, δεν ταιριάζουν στην εποχή µας». Είναι χαρακτηριστικό ότι η πιο

συνηθισµένη απάντηση είναι «δε χρησιµοποιώ καµία λέξη γιατί δε µου αρέσουν».

Page 165: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

160

Συνολικά, οι απαντήσεις είναι δηλωτικές της θέσης που κατέχει το ιδίωµα στη

συνείδηση των µαθητών και αποκαλύπτουν την προσπάθεια αποφυγής του για λόγους

αισθητικούς και κοινωνικής αποδοχής. Είναι ιδιαίτερα σηµαντικό ότι σε κάποιες

περιπτώσεις, ενώ το ιδίωµα απορρίπτεται οι ερωτώµενοι δίνουν την αρνητική τους

απάντηση µε τη χρήση διαλεκτικών στοιχείων (π.χ. «Λέξεις του πρώτου κειµένου

αυτήν την εποχή µιλιόνται», «Τρώµε µαγερίτσα» κ.λπ.).

Απόλυτα θετική απάντηση στο ότι θα χρησιµοποιούσαν στοιχεία του πρώτου

κειµένου έδωσαν µόνο επτά µαθητές (5%) και όλοι αρσενικού γένους, ενώ µόνο δυο

δήλωσαν ότι θα χρησιµοποιούσαν ανάλογα µε τον αποδέκτη (π.χ. άτοµα µεγάλης

ηλικίας).

Τέλος, το 41% των µαθητών εντόπισε αναλυτικά τους τύπους που θα

χρησιµοποιούσε και τους τύπους που θα απέρριπτε. Στο σηµείο αυτό είναι εµφανής η

σύγχυση που επικρατεί για το τι είναι διαλεκτικό και τι όχι και συνεπώς αποδεκτό ή όχι.

Έτσι, δεν υπάρχει οµοφωνία στις απαντήσεις, καθώς τις ίδιες λέξεις άλλοι δηλώνουν

ότι τις χρησιµοποιούν και άλλοι όχι. Για παράδειγµα, άλλοι αναφέρουν ότι

χρησιµοποιούν τις λέξεις ήσαντε, απόγιοµα, αρχινάµε, τηράµε, αρρεβωνιασµένοι,

τσούπα, ευτούνο κ.λπ. και άλλοι για τις ίδιες ακριβώς λέξεις δίνουν αποφατική

απάντηση. Συνήθως, δηλώνεται ότι δεν χρησιµοποιούνται οι λέξεις Πέµιτη, Πάσκα και

ούλια, µε την αιτιολόγηση ότι «αν άκουγε κάποιος από πόλη θα νόµιζε πως είµαι

αµόρφωτος και θα έλεγε κι άλλα τέτοια που θα µε µείωναν, ή ότι δεν ξέρουµε να

µιλάµε ή δεν ξέρουµε να τις προφέρουµε καλά» ή «γιατί δεν τις ακούω» ή «γιατί έχουν

προφορά παλιάς εποχής» και «µπορεί να µη µε καταλάβαιναν», «γιατί είναι λάθος η

προφορά». Αρνητική είναι και η στάση ορισµένων µαθητών απέναντι στα επιρρήµατα

πάνου, χάµου, τότες κ.λπ. µε χαρακτηριστικές τις απόψεις «αν και µας λένε

‘χαµουτζήδες’ δε µου αρέσουν οι λέξεις πάνου, κάτου, ετότενες κ.λπ», «µε νευριάζουν

και δυστυχώς ακούω συχνά και το τότες και το ποτές». Ιδεολογικά φορτισµένη είναι η

λέξη τσούπα, που δηλώνεται ότι δεν χρησιµοποιείται, γιατί «και τα κορίτσια είναι

παιδιά». ∆εν φαίνεται όµως να είναι σαφής η φωνολογική διαφοροποίηση άλλων

λέξεων, όπως για παράδειγµα µαγερίτσα, κρεµµυδόφλοιδες, ευκέλαιο, φτιάναµε κ.λπ., για

τις οποίες δεν υπάρχει αντίστοιχος σχολιασµός.

Ενώ λοιπόν ο διαχωρισµός των λέξεων σε αυτές που χρησιµοποιούνται και σε

αυτές που δεν χρησιµοποιούνται δεν διαθέτει συστηµατικότητα, έχει ενδιαφέρον η

Page 166: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

161

αιτιολόγηση που έµµεσα κατατάσσει λέξεις που ανήκουν στην ίδια κατηγορία σε

«καλές» και «κακές». Κάθε µαθητής επιλέγει συγκεκριµένες λέξεις δηλώνοντας ότι δεν

τις χρησιµοποιεί γιατί «είναι παλιές, έχουµε µάθει πιο ωραίες», «πηγαίνουµε σχολείο

και έχουµε µάθει τη νοοτροπία των σηµερινών ανθρώπων», «έχουµε λάβει εκπαίδευση

και ξέρουµε πώς να µιλήσουµε, ενώ οι παλιοί δεν έχουν πάει σχολείο και δεν ξέρουν

πώς να προφέρουν τις λέξεις», «µεγάλωσα σε πόλη» κ.λπ. Αντίθετα, επιλέγει άλλες,

δηλώνοντας ότι τις χρησιµοποιεί γιατί «τις ακούω από τους γονείς και τους παππούδες»

κ.λπ.

Ακολούθως παρατίθενται ατόφια παραδείγµατα από έναν µαθητή κάθε

σχολείου:

«Σήµερα χρησιµοποιούµε τις λέξεις αρχινάµε, βάνει, φερµένο,

τσιουγκράνε, γιατί δεν είναι τόσο παλιές, ενώ δε χρησιµοποιούµε τις λέξεις ευκέλαιο, εκρατήγανε, Πέφτη, ευτούνο, συγυρνάνε, ετότενες,

τσούπες, γιατί είναι παλιές» (∆ηµητσάνα)

«Χρησιµοποιώ στον προφορικό λόγο τις ευκέλαιο, φτιάνουµε, ήσαντε,

απόγιοµα, καµπόσοι, τηράνε, µαζεµένα, κερναγόσαντε, τσικουνίδα,

φερµένο, αρρεβωνιασµένη. Λέξεις που δε χρησιµοποιούµε εµείς που πάµε σχολείο είναι συγυρνάµε, πάνου, εκρατήγανε, Πιτάφιο, τσούπες,

µαγερίτσα, τσιουγκράνε, ευτούνο, ούλια» (Λαγκάδια)

«Χρησιµοποιώ στο λόγο µου τα ήσαντε, απόγιοµα, αλλουνού, φερµένο,

Αγιωργιού. ∆ε θα χρησιµοποιούσα τα Πέφτη, πάνου, ετότενες, τότες,

ευτούνο, ούλια, γιατί δεν είναι εύηχες και δεν οµορφαίνουν το λόγο»

(Βυτίνα)

«Χρησιµοποιώ τις ετότενες, κρεµµυδόφλοιδες, βάνει, ήσαντε, τηράνε και δε χρησιµοποιώ τις εκρατήγανε, επαγαίνανε, Πιτάφιο, ’τοιµάζουν,

σβηούνε, ενύχτιωνε, ευτούνο, κερναγόσαντε, φερµένο, εγλεντάγανε, ούλια,

γιατί είναι άσχηµες» (Τρόπαια)

«Χρησιµοποιώ τα κάτου, πάνου, βάνει και δε χρησιµοποιώ τα

παγαίνουµε, αρχινάµε, Πέφτη, ετότενες, ήσαντε, κρεµµυδόφλοιδες, τότες,

τηράνε, τσιουγκράνε, ενύχτιωνε, κερναγόσαντε, ούλια, γιατί δεν τις ξέρω»

(Κοντοβάζαινα).

Ενδεικτική της περιορισµένης γλωσσικής συνειδητοποίησης που επικρατεί είναι

και η εξής απορία ενός µαθητή, που απαντά κι αναρωτιέται:

«∆ε θα χρησιµοποιούσα καθόλου τα ετότενες, ούλια σβηούνε,

εκρατήγανε τσούπες κ.λπ., γιατί δεν τις έχω συνηθίσει και ίσως µε κοροϊδεύουν ότι µιλάω βλάχικα. Από την άλλη σκέφτοµαι: και τι πειράζει; Ελληνικά είναι κι αυτά. ∆ηλαδή, οι Κρητικοί πρέπει να

Page 167: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

162

ντρέπονται για την προφορά τους; Μήπως είναι καλό για τη γλώσσα µας να τα σεβόµαστε;».

Ανάµεσα στα άλλα, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι οι µαθητές του πιο

αποµακρυσµένου γεωγραφικά χωριού, της Κοντοβάζαινας, έδωσαν σχεδόν όλοι (εκτός

από δύο) απόλυτα αρνητική απάντηση για τη χρήση στο λόγο τους διαλεκτικών

στοιχείων. Επίσης, οι µαθητές του σχολείου των Λαγκαδίων στην πλειονότητά τους

παραδέχτηκαν ότι χρησιµοποιούν τύπους του ιδιώµατος και αυτή η απάντηση ίσως

σχετίζεται µε τη θετική στάση των εκπαιδευτικών απέναντι στο ιδίωµα, αφού σε

σχετική έρευνα (βλ. 3.3.1.) οι συγκεκριµένοι καθηγητές δήλωσαν ότι δεν διορθώνουν

τα διαλεκτικά στοιχεία που χρησιµοποιούν οι µαθητές τους.

Τέλος, η µεταβλητή του µορφωτικού-κοινωνικοοικονοµικού επιπέδου των

γονέων δεν φαίνεται να επηρεάζει τις απαντήσεις των παιδιών, καθώς η τάση

στιγµατισµού και απόρριψης του ιδιώµατος δεν σχετίζεται µε αυτόν τον παράγοντα.

3.3.2.3. Συζήτηση

Ποικίλα συµπεράσµατα µπορούν να εξαχθούν από τις απαντήσεις των µαθητών για τη

στάση τους απέναντι στον ιδιωµατικό λόγο της περιοχής τους. Αρχικά, είναι εµφανής η

προσπάθεια των παιδιών αυτής της ηλικίας να τύχουν της αποδοχής και να κερδίσουν

τις θετικές εντυπώσεις των συνοµηλίκων και όχι µόνο, καθώς και η υιοθέτηση µιας

νοοτροπίας «αντιπαραδοσιακής». Έτσι, ταυτίζονται µε εκείνες τις γλωσσικές επιλογές,

που θεωρούνται κοινά αποδεκτές, αισθητικά «ωραίες» και «σωστές». Το ιδίωµα στη

συνείδησή τους ταυτίζεται µε την απουσία µόρφωσης και τη µεγάλη ηλικία, ενώ η

ταυτότητα του «χωριάτη», «βλάχου», «επαρχιώτη» στιγµατίζεται και επικρίνεται. Η

προσπάθεια αυτή της εξοµοίωσης µε το σύγχρονο τρόπο ζωής, που καταδικάζει

οποιαδήποτε χρήση της γλώσσας δεν επιτυγχάνει αυτόν το στόχο, θεωρείται σε όλες τις

απαντήσεις ως αποτέλεσµα της εκπαιδευτικής πολιτικής κι όχι άλλων φορέων αγωγής,

όπως π.χ. των µέσων µαζικής ενηµέρωσης.

Εντύπωση ακόµα προκαλεί το γεγονός ότι τα περισσότερα παιδιά (κάτοικοι

χωριού) που απορρίπτουν το ιδίωµα δηλώνουν ότι ο δεύτερος οµιλητής είναι κάτοικος

πόλης και όχι χωριού, που απλώς χρησιµοποιεί τη Νεοελληνική Κοινή. Γενικά οι

αντιφάσεις που προκύπτουν και συχνά η απόλυτα αρνητική στάση των παιδιών που

δηλώνουν ότι δεν χρησιµοποιούν ποτέ ούτε έναν ιδιωµατικό τύπο, ενώ χρησιµοποιούν,

Page 168: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

163

είναι χαρακτηριστικά της προκατάληψης απέναντι στις γεωγραφικές γλωσσικές

ποικιλίες. Ανάµεσα στα άλλα, έµµεσα η χρήση του ιδιώµατος µπορεί να χαρακτηριστεί

ως πιο αυθεντικός και βιωµατικός τρόπος έκφρασης, αφού, παρά τους χαρακτηρισµούς

που αποδίδονται στο δεύτερο οµιλητή ότι «µιλάει πιο κοµψά, µε σαφήνεια» κ.λπ., ο

πρώτος οµιλητής πιστεύεται ότι βιώνει τις καταστάσεις που περιγράφει σε αντίθεση µε

το δεύτερο.

Γενικά, οι γλωσσικές επιλογές των µαθητών φανερώνουν την απαξίωση του

ιδιωµατικού λόγου και επιβεβαιώνουν τη γενικότερη επικράτηση της γλώσσας-νόρµας.

3.4. Συµπεράσµατα

Η συστηµατική ενασχόληση µε τη διαλεκτική ποικιλία κατά τη σχολική αγωγή ήρθε

στο ερευνητικό και παιδαγωγικό προσκήνιο αρκετά όψιµα, µε αποτέλεσµα σήµερα όλες

οι προσπάθειες που γίνονται να έχουν διερευνητικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, είναι

δύσκολο έως αδύνατο να εφαρµοστεί µια ενιαία πολιτική σε ζητήµατα γεωγραφικής

γλωσσικής ποικιλίας, καθώς σηµειώνονται σηµαντικές διαφοροποιήσεις από χώρα σε

χώρα τόσο ως προς τη γεωγραφική κατανοµή του διαλεκτικού λόγου όσο και ως προς

το βαθµό απόκλισής του από την επίσηµη γλώσσα του κράτους. Η γλωσσική

ιδιαιτερότητα κάθε χώρας επιβάλλει συγκεκριµένες επιλογές, στο πλαίσιο όµως της

κοινά αποδεκτής αρχής για ισοτιµία όλων των γλωσσικών συστηµάτων και αναγνώριση

της αξίας των τοπικών ποικιλιών.

Όλες οι ερευνητικές προσπάθειες κατέδειξαν τη σηµασία που έχει η ενηµέρωση

της εκπαιδευτικής κοινότητας προς την κατεύθυνση αυτή. Μάλιστα, η κοινή ταυτότητα

του διαλεκτόφωνου µαθητή, που χαρακτηρίζεται από εκπαιδευτική µειονεξία και

προέρχεται από αγροτική οικογένεια µε χαµηλό κοινωνικό υπόβαθρο, προβάλλει και

την κοινωνική φύση του προβλήµατος και καθιστά αναγκαία την επίλυσή του στο

πλαίσιο της ισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών. Προς την κατεύθυνση αυτή η

υιοθέτηση προγραµµάτων διαλεκτικής ενηµερότητας και διδιαλεκτισµού αποδείχθηκε

ότι έχει θετικά αποτελέσµατα ειδικά για τη δευτεροβάθµια εκπαίδευση, όπου τα παιδιά

έχουν την ηλικιακή ωρίµαση να συνειδητοποιούν τις γλωσσικές επιλογές τους και την

έννοια του κύρους που τις συνοδεύει. Κατά συνέπεια, η εξέλιξη των τοπικών ποικιλιών

και ο ρόλος τους στο χώρο της εκπαίδευσης επηρεάζεται και εξαρτάται κυρίως από τις

στάσεις της κοινότητας και την ευαισθησία της εκάστοτε εκπαιδευτικής πολιτικής.

Page 169: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

164

Ειδικά για την Ελλάδα διαπιστώθηκε ότι η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία

στιγµατίζεται αρνητικά και τα στερεότυπα για την ανωτερότητα και κατωτερότητα των

γλωσσικών χρήσεων διαποτίζουν ολόκληρο τον εκπαιδευτικό χώρο. Αυτό κατέδειξαν

ποικίλες ερευνητικές µελέτες που έχουν διεξαχθεί µέσα και έξω από την εκπαιδευτική

κοινότητα. Στη συνείδηση των Νεοελλήνων γενικά και ειδικά των µαθητών, αλλά και

των εκπαιδευτικών, τα ιδιώµατα είναι υποτιµηµένα ως υποδεέστερες µορφές λόγου και

συχνά αντιµετωπίζονται ως εµπόδιο για την κοινωνική αποδοχή και την επαγγελµατική

ανέλιξη. Η απαξίωση του διαλεκτικού λόγου οδηγεί στην προσπάθεια αποφυγής του

και προσαρµογής στη νόρµα. Σε αυτό συντελεί και η απουσία σχετικών εκπαιδευτικών

προγραµµάτων, αλλά και η παντελής έλλειψη γλωσσικού σχεδιασµού για τα

νεοελληνικά ιδιώµατα. Άλλωστε, η συγκριτική θεώρηση του περιεχοµένου των

διδακτικών εγχειριδίων για το γλωσσικό µάθηµα της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης από

τη µεταρρύθµιση του 1976 ως σήµερα έδειξε το σταδιακό αποκλεισµό της γεωγραφικής

γλωσσικής ποικιλίας. Κατά συνέπεια, στη διδακτική πράξη ο διαλεκτικός λόγος

συστηµατικά αγνοείται και συχνά διορθώνεται ως λανθασµένος.

Έτσι, τα νεοελληνικά ιδιώµατα δεν έχουν θέση στην εκπαίδευση, γεγονός που

επιβεβαίωσε και η σχετική έρευνα (2007-2008) που διεξήχθη στα σχολεία

δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της Γορτυνίας. Η απόρριψη του ιδιώµατος στην ίδια τη

διαλεκτόφωνη περιοχή όπου ανήκει είναι δείκτης της άγνοιας για την αξία του και

εποµένως της φθίνουσας πορείας του, που ενισχύεται και από τη στάση των

εκπαιδευτικών. Αυτό σηµαίνει ότι η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία όχι µόνο δεν

βρίσκεται σε συµπληρωµατική σχέση µε τη Νεοελληνική Κοινή, αλλά αφοµοιώνεται

από αυτή και συχνά υποχωρεί.

Όσα προαναφέρθηκαν υπογραµµίζουν την αναγκαιότητα για αλλαγή της

εκπαιδευτικής πολιτικής και στάσης, προκειµένου τα νεοελληνικά ιδιώµατα να

ενταχθούν στο πλαίσιο διδασκαλίας, να αντιµετωπίζονται ως ισότιµη µορφή λόγου και

να µην εξαλειφθούν. Αυτή η γνώση και συνάµα επίγνωση είναι απαραίτητη για την

ολοκληρωµένη εικόνα της ελληνικής γλώσσας και τη δηµοκρατική λειτουργία του

ελληνικού σχολείου.

Page 170: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

165

4. Εκπαίδευση σε ένα φθίνον ιδίωµα

Η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία του γορτυνιακού ιδιώµατος, όπως φάνηκε στα

Κεφάλαια 2 και 3, ακολουθεί φθίνουσα πορεία στη σύγχρονη γλωσσική

πραγµατικότητα. Η σύγκριση των δεδοµένων του διαλεκτικού λόγου που παρήγαγαν οι

επαρκείς και οι τελικοί οµιλητές, αλλά και οι στάσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας της

Γορτυνίας απέναντι στο ιδίωµα υποδεικνύουν την κυριαρχία της Νεοελληνικής Κοινής

και ταυτόχρονα την άγνοια σε ζητήµατα γλωσσικής ποικιλότητας, καθώς και την

προκατάληψη που υπάρχει απέναντι σε αυτά.

Τα ευρήµατα αυτά προσδιορίζουν σαφέστερα το στόχο της παρούσας έρευνας,

που δεν είναι µόνο η περιγραφή του γορτυνιακού ιδιώµατος και η παρουσίαση της

εξελικτικής του πορείας, αλλά και η αξιοποίηση των δεδοµένων υπέρ της κοινότητας

(πρβλ. Ματζώρος 1996: 54). Εξάλλου, στην καλύτερη κοινωνιογλωσσολογική

παράδοση, οι ερευνητές πρέπει να στοχεύουν όχι µόνο στη λήψη ενός γλωσσικού

σώµατος από το αντικείµενο µελέτης τους αλλά πρέπει να προσπαθούν να προσφέρουν

σε αντάλλαγµα στην ίδια την κοινότητα πρακτική βοήθεια µε τη µορφή της

συνειδητοποίησης της φύσης της διαλέκτου και της σχέσης µεταξύ διαλέκτου και

πρότυπης γλώσσας. Στο πλαίσιο αυτής της προοπτικής εντάσσεται και η συνεργασία

ερευνητών και εκπαιδευτικών, ώστε η θεωρία να γίνει πράξη, η ισότητα εκπαιδευτικών

ευκαιριών πραγµατικότητα και η γλωσσική ποικιλία λειτουργικά διδακτέα (Rosenberg

1989: 80).

Το ζητούµενο, εποµένως, είναι να εξασφαλιστούν εκείνες οι προϋποθέσεις που

θα προωθήσουν αλλαγές στην εκπαιδευτική πολιτική, ώστε οι διάλεκτοι να έχουν θέση

στην εκπαίδευση και κατ’ επέκταση στη σύγχρονη δηµοκρατική κοινωνία. (βλ. Blake &

Culter 2003: 164). Για το λόγο αυτό στο συγκεκριµένο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι

κατευθυντήριες αρχές που χρειάζεται να τηρηθούν για την επίτευξη των παραπάνω

στόχων (4.1.). Ακολούθως, προτείνεται η ένταξη των διαλέκτων στο γλωσσικό

σχεδιασµό, τουλάχιστον της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, και συµπληρωµατικά η

ανάδειξη της σηµασίας του διαλεκτικού πλούτου µέσα από τη λογοτεχνία και τη

διαθεµατική προσέγγιση της γνώσης (4.2.).

Page 171: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

166

4.1. Κατευθυντήριες αρχές

Τα νεοελληνικά ιδιώµατα είναι µια µορφή προφορικού λόγου που, όπως δείχθηκε στο

Κεφάλαιο 3, δεν λαµβάνονται υπόψη στο σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστηµα, αλλά

απαξιώνονται και φθίνουν. Η αποδοχή αυτής της διαπίστωσης υπαγορεύει και τη

µεθόδευση της γλωσσικής διδασκαλίας, ώστε να συµπεριληφθεί η ποικιλία των

γλωσσικών µορφών και να αναδειχθεί ο δυναµικός χαρακτήρας της γλώσσας σε

επίπεδο τόσο διαχρονικό όσο και διατοπικό. Άλλωστε, η σχέση του σχολείου µε την

κοινωνία είναι διαλεκτική, καθώς η εκπαιδευτική πολιτική επηρεάζει την κοινωνική και

γλωσσική κατάσταση της χώρας και αντίστροφα η κοινωνική πραγµατικότητα

επιβάλλει ενίοτε εκπαιδευτικές µεταρρυθµίσεις. Σήµερα η ανάγκη διάσωσης των

ιδιωµάτων και η άρση των στερεοτύπων που έχουν δηµιουργηθεί για αυτά καθιστούν

πρωτεύοντα το ρόλο της γλωσσικής αγωγής.

Προς αυτή την κατεύθυνση, κάθε µεταρρυθµιστική προσπάθεια στη γλωσσική

διδασκαλία είναι απαραίτητο να στηρίζεται σε δυο βασικές αρχές της γλωσσολογικής

επιστήµης:

α) στη θεωρητική αρχή που απαιτεί, παράλληλα µε την ανεύρεση γλωσσικών

καθολικών, τον καθορισµό των ιδιαιτεροτήτων των διαφόρων γλωσσικών συστηµάτων

µε τις παραµέτρους τους, και

β) στη θεωρητική θέση ότι όλα τα γλωσσικά συστήµατα είναι δοµικά ισότιµα

όσον αφορά τη γλωσσική επικοινωνία (Μαλικούτη-Drachman 1996: 108, Παπαρίζος

2002: 99).

Πιο αναλυτικά, η ανάλυση της Νεοελληνικής Κοινής µπορεί να αρκεί για να

καθορίσει τη θέση της γλώσσας και τις ιδιαίτερες αποκλίσεις της σχετικά µε τα

γλωσσικά καθολικά, αλλά είναι ανεπαρκής εφόσον δεν συµπληρωθεί µε αναφορά στις

διαλεκτικές ποικιλίες που την αποτελούν. Αυτό σηµαίνει ότι η ανάγκη µελέτης του

διαλεκτικού λόγου δεν είναι µόνο απαραίτητη για τη διάδοση και την παράδοση στην

ιστορία όποιου γλωσσικού στοιχείου (λεξιλογικού, µορφολογικού, φωνολογικού κ.λπ.)

επιβιώνει. Είναι απαραίτητη και για τη γλωσσολογική θεωρία, εφόσον παρέχει

δυνατότητες για την ανεύρεση και συµπλήρωση των γλωσσικών καθολικών και των

επιµέρους διαφοροποιήσεών τους (Μαλικούτη-Drachman 1996: 108).

Σύµφωνα µε τη δεύτερη αρχή, εφόσον όλα τα γλωσσικά συστήµατα είναι

ισότιµα, απαιτείται κατάλληλη διαφώτιση των οµιλητών, τόσο των διαλέκτων όσο και

Page 172: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

167

της κοινής µε σκοπό αφενός την αποµυθοποίηση για την ανισότητα των διαλέκτων και

αφετέρου την ενηµερωτική ανάλυση του διαλεκτικού γλωσσικού συστήµατος και των

διαφορών του από το σύστηµα της κοινής (Μαλικούτη-Drachman 1996: 109). Η

επιδίωξη αυτή µπορεί να επιτευχθεί µέσα στον εκπαιδευτικό χώρο όλων των βαθµίδων

ξεκινώντας από την τριτοβάθµια εκπαίδευση.

Έτσι, το πρώτο βήµα µπορεί να γίνει ήδη στο χώρο του Πανεπιστηµίου, αν η

αλλαγή της στάσης αποτελεί στόχο στα προγράµµατα κατάρτισης των εκπαιδευτικών.

Είναι γεγονός ότι οι σπουδαστές της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης γίνονται φορείς των

κοινωνικών στερεοτύπων µε τα οποία µεγάλωσαν και πιθανότατα βίωσαν κι οι ίδιοι

κατά τη φοίτησή τους στο σχολείο. Οι οδηγίες για τους δασκάλους που τους

εξοικειώνουν µε τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσµατα των διαλέκτων που

εµφανίζονται στο σχολείο τούς επιτρέπουν να διακρίνουν µεταξύ των γνήσιων λαθών

και των χαρακτηριστικών γνωρισµάτων που αποτελούν µέρος της τοπικής διαλέκτου

των µαθητών τους και να διακρίνουν τις ηλικίες στις οποίες οι µαθητές θα µπορούσαν

να αλλάξουν ύφος ή τουλάχιστον να ωφεληθούν από τις σχετικές µεταγλωσσικές

συζητήσεις (Williams 1989: 197).

Η συνειδητοποίηση µιας διαφορετικής φιλοσοφίας της γλωσσικής διδασκαλίας,

απαλλαγµένης από ρυθµιστικές τάσεις, απαιτεί πλατιά ενηµέρωση και διαφώτιση.

Σύµφωνα µε τη Νιτσοπούλου (1998), πολλά προβλήµατα θα µπορούσαν να λυθούν, αν

οι εκπαιδευτικοί είχαν περισσότερες γνώσεις για τη δύναµη που έχουν οι γλωσσικές

διαφορές στις σχολικές τάξεις, τους τρόπους µε τους οποίους ποικίλλει η γλώσσα στις

κοινωνικές οµάδες, καθώς και τη στερεότυπη συµπεριφορά που προκαλούν αυτές οι

γλωσσικές ποικιλίες. Είναι σηµαντικό να µάθουν οι εκπαιδευτικοί να εκτιµούν τις

γλωσσικές διαφορές των µαθητών, έτσι ώστε να αλλάξουν οι στάσεις των ανθρώπων

και όχι η γλώσσα τους (Baker 1992: 9, Trudgill 1995: 46).

Οι δάσκαλοι της γλώσσας έχουν υποχρέωση να αναζητήσουν τρόπους µε τους

οποίους θα διευρύνουν το γλωσσικό πεδίο των διδασκοµένων. Για την επίτευξη αυτού

του στόχου οφείλουν καταρχήν να αποδεχθούν τα γλωσσικά πρότυπα που µεταφέρουν

οι µαθητές από το σπίτι τους στο σχολείο και κατόπιν να διευρύνουν το γλωσσικό

ορίζοντά τους, τόσο µε την αύξηση των δυνατοτήτων της προφορικής τους έκφρασης

όσο και µε την κατάκτηση των διαφόρων µορφών γραπτής επικοινωνίας (Μαγαλιού

2000β: 62). Έτσι, οι δάσκαλοι της γλώσσας αφενός καλούνται να διδάξουν την επίσηµη

Page 173: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

168

γλώσσα του κράτους και αφετέρου επιχειρούν να καταστήσουν σαφές στους

µελλοντικούς πολίτες της χώρας ότι όλες οι µορφές της γλώσσας είναι εξίσου ισάξιες

και εξίσου χρήσιµες ανάλογα µε την επικοινωνιακή περίσταση. Με αυτό τον τρόπο οι

µαθητές µπορούν να αντιληφθούν ότι τα τοπικά ιδιώµατα αποτελούν µέρος της

ελληνικής γλώσσας, καθώς υπάρχουν και λειτουργούν στην επαρχία κυρίως παράλληλα

µε την κοινή που χρησιµοποιείται κατά κύριο λόγο στα αστικά κέντρα (Μαγαλιού

2000α: 53) και να ευαισθητοποιηθούν απέναντι στον κίνδυνο αφάνισής τους.

Εξάλλου, όταν ο εκπαιδευτικός γνωρίζει τους όρους λειτουργίας του

προφορικού λόγου και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, αποφεύγει τις άστοχες και

συχνά επιζήµιες παρεµβάσεις, αλλά και συχνά βασίζει τη γλωσσική αγωγή σε αυτόν και

τονίζει τη λειτουργία του ως κύριου εκφραστή της γλώσσας. Για παράδειγµα, το

γεγονός ότι οι µαθητές που ζουν σε µεγάλα αστικά κέντρα ή προέρχονται από περιοχές

που δεν ανήκουν σε ιδιώµατα βάζουν τα γέλια ή περιέρχονται σε πλήρη αµηχανία, δίνει

την ευκαιρία στο δάσκαλο να συζητήσει το θέµα µαζί τους και να βοηθήσει στη

σταδιακή εξάλειψη της γλωσσικής αυτής προκατάληψης (Χαραλαµπάκης 1994: 35).

Απ’ την άλλη, ακόµα πιο σηµαντική είναι η ενηµέρωση και κατάρτιση των

εκπαιδευτικών που υπηρετούν σε διαλεκτόφωνες περιοχές, ώστε να αποδέχονται κάθε

παιδί που έρχεται στο σχολείο µε τη δική του γλωσσική εµπειρία και πάνω σε αυτήν να

χτίζουν τη γλωσσική διδασκαλία. Αν οι συστηµατικές µεταρρυθµίσεις δεν λάβουν

υπόψη τους επαρκώς τη δυναµική της γλωσσικής ποικιλίας των µαθητών, δεν είναι

πιθανό να φτάσουµε στον επιθυµητό στόχο να συνδυαστούν υψηλά ακαδηµαϊκά

πρότυπα µε µεγαλύτερη εκπαιδευτική ισότητα για όλους (Blake & Culter 2003: 164).

Βέβαια, το σχολείο δεν µπορεί και δεν πρέπει να διδάσκει σε κάθε µαθητή τη δική του

µητρική παραλλαγή. Ωστόσο δεν πρέπει να εξαφανίζει τις ιδιαιτερότητες αυτές ούτε να

κάνει τους µαθητές να ντρέπονται για τη µητρική τους γλώσσα.

Συνεπώς, ο σεβασµός των γλωσσικών αφετηριών των µαθητών είναι

προϋπόθεση για την αποτελεσµατικότητα της γλωσσικής διδασκαλίας, αλλά και την

ευρύτερη κινητοποίησή τους στην κατάκτηση των µαθησιακών τους στόχων. Ένα

κλίµα εµπιστοσύνης και αλληλοσεβασµού, δηµοκρατικό και ευχάριστο, όχι µόνο

ενθαρρύνει τους µαθητές να εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους και να εισάγουν

καινούργια στοιχεία, αλλά και συµβάλλει στο να νιώθουν ευχαρίστηση από τη

συµµετοχή στο µάθηµα και τη γλωσσική συνεισφορά τους (Περσιάνης 1985: 34-35).

Page 174: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

169

Έτσι µπορούν να ξεπεραστούν τα παιδαγωγικά προβλήµατα που προκύπτουν από τις

άνισες κοινωνικογλωσσικές αφετηρίες των µαθητών και αποφεύγονται οι λανθασµένες

ερµηνείες της σχολικής αποτυχίας των µαθητών ως απόρροιας κατώτερου πνευµατικού

επιπέδου.

Στην ανάπτυξη θετικών στάσεων απέναντι στον ιδιωµατικό λόγο συµβάλλει και

η διεξαγωγή ερευνών, αφού όπου εστιάζεται το επιστηµονικό ενδιαφέρον, εκεί

συνήθως προωθούνται και οι σηµαντικότερες αλλαγές. Έτσι, ένα ουσιαστικό βήµα για

την αποδοχή αρχικά και τη διδασκαλία έπειτα διαφόρων ποικιλιών και µορφών της

ελληνικής γλώσσας αποτελεί η συγκρότηση του φάσµατος της ποικιλίας της, δεδοµένης

της παντελούς σχεδόν έλλειψης αυτού του είδους των εργασιών για τη νεοελληνική

γλώσσα. Κάτι τέτοιο απαιτεί συστηµατική έρευνα σε όλο τον ελληνικό χώρο (πρβλ.

Μαγαλιού 2000β: 70), ώστε να καταγραφεί η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία και να

συγκεντρωθεί γλωσσικό υλικό κατάλληλο για τη διδακτική πράξη στο πλαίσιο της

επικοινωνιακής γλωσσικής διδασκαλίας. Όταν, λοιπόν, η γλωσσική διαφοροποίηση

αντιµετωπίζεται θετικά και µελετάται συστηµατικά, τότε διαφοροποιούνται και οι

κοινωνικές αντιλήψεις απέναντι στη χρήση της γλωσσικής ποικιλίας και τη σηµασία

της. Έτσι, στη ζωή µιας γλωσσικής µορφής η στάση απέναντί της αποδεικνύεται

σηµαντική για την αποκατάσταση, τη διατήρηση, τη φθορά ή το θάνατό της (Baker

1992: 9).

Συνοψίζοντας, η εξασφάλιση των παραπάνω προϋποθέσεων µε κυρίαρχη την

ενηµέρωση των εκπαιδευτικών για τη φύση και την αξία των διαλέκτων, ώστε να

προωθηθεί τόσο ο σεβασµός απέναντι στα διαλεκτόφωνα άτοµα όσο και η σπουδή των

γεωγραφικών αυτών γλωσσικών ποικιλιών, αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία µπορεί

να στηριχτεί κάθε πρόταση για αλλαγή στο εκπαιδευτικό σύστηµα. Απώτερο

ζητούµενο είναι να συµπεριληφθεί η διδασκαλία των διαλεκτικών ποικιλιών στο

πλαίσιο του γλωσσικού µαθήµατος. Για το σκοπό αυτό προτείνονται στη συνέχεια

συγκεκριµένες λύσεις, αφενός µε την προοπτική αναθεώρησης ολόκληρου του

γλωσσικού σχεδιασµού και αφετέρου µε βάση την υπάρχουσα εκπαιδευτική

κατάσταση.

Page 175: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

170

4.2. Προτάσεις εκπαιδευτικής παρέµβασης

Στην παρούσα ενότητα παρουσιάζονται οι τρόποι µε τους οποίους η διαλεκτική

ποικιλία µπορεί να ενταχθεί στη γλωσσική διδασκαλία της δευτεροβάθµιας

εκπαίδευσης. Οι προτεινόµενες δραστηριότητες τοποθετούνται σε ένα ευρύτερο

πλαίσιο γλωσσικής αλλαγής που δίνει έµφαση στη γλώσσα ως στοιχείο ταυτότητας, στο

σεβασµό της διαφορετικότητας και στην επίγνωση των στοιχείων της στους άλλους.

Φυσικά, δεν µπορούν να αντιµετωπιστούν τα προβλήµατα ως µέρος της διδακτέας

ύλης, αλλά αυτή αποτελεί ένα µόνο πεδίο στο οποίο µπορεί να γίνει παρέµβαση.

Η αρχική πρόταση αναφέρεται στον ανασχεδιασµό του γλωσσικού µαθήµατος,

ώστε η διαλεκτική ποικιλία να έχει πρακτική εφαρµογή ιδιαίτερα στις διαλεκτόφωνες

περιοχές, αποτελώντας ουσιαστικό µέρος του γλωσσικού µαθήµατος. Κάτι τέτοιο

βέβαια µπορεί να υλοποιηθεί µακροπρόθεσµα στη χώρα µας, αφού προϋποθέτει την

αναθεώρηση του αναλυτικού προγράµµατος και επαρκή γνώση των εκπαιδευτικών σε

ζητήµατα γλωσσικής ποικιλότητας. Εναλλακτικά, προτείνεται η σύνταξη ενός

εγχειριδίου κατάλληλου για τη διδασκαλία της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας τόσο

στα αστικά όσο και στα επαρχιακά σχολεία. Στη συνέχεια διατυπώνονται προτάσεις

βασισµένες στη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγµατικότητα, που αφορούν στην

αξιοποίηση της λογοτεχνίας αλλά και άλλων διδακτικών αντικειµένων στο πλαίσιο της

διαθεµατικής προσέγγισης της γνώσης. Σε κάθε περίπτωση λαµβάνονται υπόψη τα

ενδιαφέροντα των µαθητών και επιδιώκεται η κατανόηση της συµπληρωµατικής

σχέσης ιδιωµάτων και κοινής, ώστε να διαµορφώσουν οι µαθητές ολοκληρωµένη

εικόνα για τη γλώσσα και να αντιµετωπίζουν όλες τις γλωσσικές µορφές ισότιµα και ως

φορείς πολιτισµού.

4.2.1. Σχεδιασµός γλωσσικού µαθήµατος

Σύµφωνα µε τη βιβλιογραφία (Trudgill 1986: 65-71, Stubbs 1990: 562-3), τρεις

προσεγγίσεις έχουν υιοθετηθεί για τη θέση των γεωγραφικών ποικιλιών στο

εκπαιδευτικό σύστηµα. Η πρώτη αφορά την εξάλειψη των ανεπίσηµων ιδιωµάτων και

είναι αυτή που κυριαρχεί ουσιαστικά στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο µε την

παραδοσιακή διδασκαλία µόνο της επίσηµης γλώσσας του κράτους. Πρόκειται για µια

στάση ψυχολογικά και παιδαγωγικά επικίνδυνη (Trudgill 1986: 66). Καταδικάζοντας

ως λαθεµένες ή κακής ποιότητας τις διάφορες οµιλούµενες παραλλαγές της εθνικής

Page 176: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

171

γλώσσας, το σχολείο αποδίδει κατωτερότητα στους οµιλητές τους, τους προσβάλλει και

είναι πιθανό να τους προκαλέσει συναισθήµατα αντιδικίας.

Η δεύτερη προσέγγιση ονοµάστηκε διδιαλεκτισµός και περιλαµβάνει την

ταυτόχρονη διδασκαλία της επίσηµης γλώσσας και της διαλέκτου της περιοχής στην

οποία λειτουργεί το σχολείο. Σε αυτήν οι διαφορές µεταξύ της πρότυπης και της

τοπικής διαλέκτου εντοπίζονται και µελετώνται ως ενδιαφέρον φαινόµενο.

Τέλος, η τρίτη προσέγγιση είναι η αναγνώριση και εκτίµηση των διαλεκτικών

διαφορών, σύµφωνα µε την οποία η λύση βρίσκεται στην αλλαγή στάσης απέναντι στις

διαλέκτους. Αυτό σηµαίνει ότι η προσπάθεια του σχολείου δεν πρέπει να επικεντρωθεί

στη διδασκαλία της επίσηµης γλώσσας του κράτους, αλλά στη διαπαιδαγώγηση των

µαθητών προς την κατεύθυνση της αποδοχής όλων των διαλέκτων ως ισάξιων και το

ίδιο «καλών» και κατ’ επέκταση της αποδοχής των οµιλητών τους ως ισάξιων και το

ίδιο «καλών» σε σύγκριση µε αυτούς που µιλούν της επίσηµη γλώσσα του κράτους.

Οι δυο τελευταίες προσεγγίσεις µπορούν συνδυαστικά να αποτελέσουν το

θεωρητικό πλαίσιο για το σχεδιασµό ενός γλωσσικού µαθήµατος προσανατολισµένου

στη γλωσσική διαφοροποίηση. Ένα πρόγραµµα σπουδών βασισµένο σε αυτό το

σκεπτικό εµπίπτει στη γενική κατηγορία του λεγόµενου προγράµµατος γλωσσικής

επίγνωσης. Ως γλωσσική επίγνωση ορίζεται η ευαισθησία ενός ατόµου και η συνειδητή

επίγνωση της φύσης της γλώσσας και του ρόλου της στη ζωή των ανθρώπων (Donmall

1985: 7). Ένα πλήρες πρόγραµµα γλωσσικής επίγνωσης µπορεί να περιλαµβάνει υλικό

για τη φύση και δοµή της γλώσσας όσον αφορά τη γνωσιακή παράµετρο της επίγνωσης,

για τις στάσεις και συµπεριφορές των ανθρώπων απέναντι στη γλώσσα όσον αφορά τη

συναισθηµατική παράµετρο και για το ρόλο της γλώσσας στην αποτελεσµατική

επικοινωνία και διεπίδραση όσον αφορά την κοινωνική παράµετρο. Εποµένως, ένα

µάθηµα γλωσσικής επίγνωσης µπορεί να ασχολείται µε τη φυσικότητα της διαλεκτικής

διαφοροποίησης, αντιµετωπίζοντας τα γνωστά στερεότυπα για τις διαλέκτους. Για το

σκοπό αυτό είναι προτιµότερο να χρησιµοποιηθεί η επαγωγική µέθοδος, λ.χ. να

ακούσουν οι µαθητές αντιπροσωπευτικά δείγµατα οµιλίας από ποικιλίες της επαρχίας

για να τις διαφοροποιήσουν µεταξύ τους και για να αναγνωρίσουν τη διαφορά ανάµεσα

στην πρότυπη και τη διαλεκτική ποικιλία. Επίσης, οι µαθητές µπορούν να εξετάσουν

ορισµένα διαλεκτικά χαρακτηριστικά της δικής τους ποικιλίας όταν συγκρίνεται µε

Page 177: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

172

άλλες, ώστε να αντιληφθούν ότι στην πραγµατικότητα όλοι µιλούν µια διάλεκτο

(Wolfram 2003: 243-44).

Μάλιστα, αυτό που έχει ιδιαίτερη σηµασία στο σχεδιασµό ενός τέτοιου

γλωσσικού µαθήµατος είναι οι µαθητές να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο,

αξιοποιώντας δηµιουργικά την τοπική κοινότητα στην οποία ανήκουν. Με αυτό το

σκεπτικό προτείνονται ακολούθως ποικίλες δραστηριότητες, στις οποίες οι µαθητές

γίνονται ερευνητές που αντιµετωπίζουν τη γλωσσική ιδαιτερότητα της κοινότητάς τους

ως αξιόλογη πηγή γνώσης και συνάµα ως µέσο για την κατανόηση και της κοινής.

Αναλυτικά, η µελέτη των γλωσσικών διαφορών µπορεί να προσφέρει ένα

φυσικό εργαστήριο για την ανάπτυξη γενικεύσεων µέσα από οµάδες δεδοµένων που

έχουν περιγραφεί προσεκτικά. Έτσι, οι µαθητές µπορούν να κάνουν υποθέσεις για

ορισµένες γλωσσικές µορφές και στη συνέχεια µπορούν να τις ελέγξουν βάσει των

τύπων που χρησιµοποιούνται στην πράξη. Η διαδικασία αυτή αποτελεί ένα είδος

επιστηµονικής γλωσσικής έρευνας που δεν περιλαµβάνεται στη σηµερινή γλωσσική

αγωγή. Καθώς οι µαθητές µαθαίνουν σε ένα µη απειλητικό περιβάλλον να προσέχουν

λεπτοµέρειες σχετικά µε τη γλωσσική διαφοροποίηση, όταν µαθαίνουν για τη

συστηµατική φύση των γλωσσικών διαφορών, αποκτούν ακόµα περισσότερα εφόδια

για να µεταφέρουν τις δεξιότητες αυτές σε άλλες ασκήσεις σχετικές µε τη γλώσσα,

όπως την απόκτηση της επίσηµης κοινής (Wolfram 2003: 242).

Άλλωστε, η έρευνα υποδεικνύει ότι τα εκπαιδευτικά προγράµµατα που

αναγνωρίζουν τους συσχετισµούς που έχουν για τους οµιλητές οι επίσηµες και µη

επίσηµες µορφές είναι πιο πιθανό να καταλήξουν στο να γίνουν οι µαθητές πιο ικανοί

στη χρήση της επίσηµης κοινής. Αντίθετα είναι τα αποτελέσµατα σε τακτικές που

υποθέτουν πως το να αποκτάς την επίσηµη γλώσσα είναι απλά ένα ζήτηµα

αντικατάστασης της µιας µορφής µε µια άλλη και που έχουν τον κίνδυνο να

αποξενώσουν όσους µαθητές είναι ικανοί να ρυθµίσουν τη χρήση των επίσηµων και µη

επίσηµων χαρακτηριστικών στο σχολείο (Cheshire 2005: 2341-2350).

Είναι σηµαντικό οι ίδιοι οι µαθητές να φέρνουν στην τάξη παραδείγµατα

διαλεκτικής διαφοροποίησης από τη δική τους κοινότητα σε ένα µάθηµα για το φυσικό

και αναπόφευκτο χαρακτήρα της διαλεκτικής διαφοροποίησης. Οι επαγωγικές ασκήσεις

πάνω στη συστηµατική φύση των διαλέκτων µπορούν να βοηθήσουν σηµαντικά στη

κατανόηση αυτής της πολυµορφίας. Μπορούν ακόµα να προετοιµάσουν το έδαφος για

Page 178: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

173

να δηµιουργηθεί ο σεβασµός, ο οποίος όµως δεν θα προκύπτει από τη σχέση ανώτερου

προς κατώτερο απέναντι στην πολυπλοκότητα των συστηµατικών διαφορών µεταξύ

των διαλέκτων (Wolfram 2003: 243).

Εξάλλου, η γλωσσική διαφοροποίηση εµφανίζεται σε αρκετά διαφορετικά

επίπεδα ταυτόχρονα, όπως το φωνολογικό, το µορφολογικό, το συντακτικό, το

λεξιλογικό. Η µελέτη των διαλέκτων, λοιπόν, µπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη

διερεύνηση των διαφόρων επιπέδων οργάνωσης της γλώσσας. Παρόλο που είναι

ασφαλώς δυνατό να παρουσιάσουµε απλώς στους µαθητές κανόνες διαλέκτων σε

διάφορα επίπεδα, είναι πιο αποτελεσµατικό να έχουν στη διάθεσή τους δεδοµένα από

διαλέκτους, τα οποία θα εξετάσουν για να βρουν µόνοι τους κάποιους από τους κανόνες

αυτούς. Με τον τρόπο αυτό οι µαθητές εισάγονται στις µεθόδους των διαλεκτολόγων,

καθώς διατυπώνουν υποθέσεις για γλωσσικές δοµές και τις ελέγχουν µε βάση εµπειρικά

γλωσσικά δεδοµένα. Με επαγωγικό τρόπο µαθαίνουν ότι οι διάλεκτοι διακρίνονται από

κανονικότητα και προβλεψιµότητα και κατά συνέπεια από συστηµατικότητα (Wolfram

2003: 248).

Είναι, επίσης, βασικό για τους µαθητές να αναλογιστούν τις συνέπειες της

χρήσης διάφορων γλωσσικών ποικιλιών, που θα περιλαµβάνουν και την επίσηµη και

ανεπίσηµες ποικιλίες. Σε κάποιο βαθµό οι µαθητές έχουν ήδη επίγνωση των

αντίστοιχων ρόλων των ποικιλιών αυτών, όπως άλλωστε έδειξε και η έρευνα στους

µαθητές της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης των σχολείων της Γορτυνίας. Η απόρριψη

του ιδιωµατικού λόγου και οι αξιολογικές κρίσεις για τους οµιλητές του (π.χ. µιλάνε

βλάχικα, είναι αµόρφωτοι, γέροι κ.λπ.) συνυπάρχει µε τη θετική αντιµετώπιση της

επίσηµης κοινής και την προσπάθεια για απόλυτη προσαρµογή σε αυτήν (βλ. 3.3.2). Γι’

αυτούς τους λόγους οι µαθητές πρέπει να ωφελούνται από την έρευνα της ανάπτυξης

της επίσηµης και των ανεπίσηµων ποικιλιών και το ρόλο που διαδραµατίζουν στην

κοινωνία. Είναι σηµαντικό να είναι ρεαλιστική η εν λόγω φάση διδασκαλίας σχετικά µε

τις διαλέκτους, ώστε να καταλάβουν οι µαθητές τα σχετικά πλεονεκτήµατα και

µειονεκτήµατα τόσο της κοινής όσο και των τοπικών ποικιλιών σε διαφορετικές

κοινωνικές περιστάσεις (Wolfram 2003: 251).

Ένα από τα σηµαντικότερα χαρακτηριστικά ενός προγράµµατος σπουδών για

τις διαλέκτους είναι η δυνατότητα να αντλήσει υλικό από τις κοινότητες των µαθητών.

Εκτός από τα µαθήµατα στο σχολείο, οι µαθητές µπορούν να µάθουν ανατρέχοντας

Page 179: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

174

στην κοινότητα, για να συλλέξουν πραγµατικά διαλεκτικά δεδοµένα. Στις περισσότερες

περιπτώσεις τα γλωσσικά χαρακτηριστικά µιας τοπικής γλωσσικής κοινότητας αφήνουν

να διαφανούν οι διάλεκτοι µε τρόπο ζωντανό και αταίριαστο µε όσα µαθαίνει κανείς

από τα σχολικά βιβλία. Εκπαιδευτικά µοντέλα που αντιµετωπίζουν την τοπική

κοινότητα ως αξιόλογη πηγή παρά ως εµπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί έχουν

αποδειχθεί πολύ αποτελεσµατικά σε άλλους τοµείς της γλωσσικής αγωγής (Wolfram

2003: 255).

Οι έρευνες αυτές συνιστούν µια πολύτιµη εκπαιδευτική εµπειρία από µόνες

τους, καθώς παρέχουν στους µαθητές την ευκαιρία να µοιράζονται τις εµπειρίες που

βιώνουν σχετικά µε τη γλωσσική ετερότητα µε τους συνοµηλίκους τους και τον

καθηγητή τους και τους δίνουν τη δύναµη να αντιµετωπίσουν τον κόσµο των ενηλίκων.

∆ραστηριότητες αυτού του είδους προσφέρουν επίσης ενδιαφέρουσες προκλήσεις για

τους εκπαιδευτικούς. Οι µαθητές µπορούν να αναλαµβάνουν το ρόλο του ειδικού και

στις περισσότερες περιπτώσεις µπορούν να µιλούν µε µεγαλύτερο κύρος από αυτό του

δασκάλου τους για θέµατα σχετικά µε την τοπική διάλεκτο. Οι απόψεις των παιδιών για

τη µη πρότυπη οµιλία ίσως ωθήσουν τους εκπαιδευτικούς να επαναξιολογήσουν τις

εκπαιδευτικές τους πρακτικές, ιδίως όσον αφορά τη διόρθωση µη πρότυπων τύπων

(Cheshire & Edwards 2003: 294).

Επιπλέον, ο εκπαιδευτικός που υπηρετεί σε διαλεκτόφωνη περιοχή µπορεί να

χρησιµοποιήσει µαγνητοφωνηµένες αυθεντικές συζητήσεις ή αφηγήσεις κατοίκων.

Μετά την ακρόαση του κειµένου θα διατυπωθούν σχόλια και θα συζητηθούν οι πρώτες

αντιδράσεις των παιδιών. Στη συνέχεια θα γίνει προσπάθεια να εντοπιστούν τα

χαρακτηριστικά της διαλέκτου και οι διαφορές της από την κοινή. Οι µαθητές µπορούν

ακόµα να καταθέσουν τις προσωπικές τους εµπειρίες: αν τα ίδια συνάντησαν ποτέ

πρόβληµα συνεννόησης σε περιβάλλον, αν αντιµετώπισαν κάποτε την ειρωνεία εξαιτίας

της γλώσσας τους κι αν γι’ αυτό το λόγο βρέθηκαν σε δύσκολη θέση κ.λπ. Αφού θα έχει

προηγηθεί η συζήτηση, είναι µάλλον εύκολο να δώσουν ένα κείµενο στη διάλεκτό τους,

το οποίο αµέσως µετά θα προσπαθήσουν να το µεταφέρουν στην κοινή. Έτσι θα

διαπιστώσουν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πάντα εφικτό, καθώς υπάρχουν λέξεις που είναι

δύσκολο ή αδύνατο να αντικατασταθούν από ισοδύναµες της κοινής και αυτές τις

λέξεις εκµεταλλεύονται οι λογοτέχνες (Τσολακοπούλου 1988: 44).

Page 180: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

175

Οι προηγούµενες αναφορές στη γλωσσική διδασκαλία προϋποθέτουν ριζική

αναµόρφωση του αναλυτικού προγράµµατος στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο. Αλλά κι

αν ακόµα δεν επιτευχθεί αναθεώρηση του υπάρχοντος αναλυτικού προγράµµατος για

τη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας, είναι δυνατό να συνταχθεί ένα διδακτικό

εγχειρίδιο βασισµένο στην παραπάνω στοχοθεσία, που θα χρησιµοποιείται παράλληλα

µε τα βιβλία της Νεοελληνικής Γλώσσας (βλ. 3.2.1.) και θα περιλαµβάνει µια διατοπική

γραµµατική της νεοελληνικής γλώσσας µε ποικίλα διαλεκτικά κείµενα από όλες τις

περιοχές της Ελλάδας. Ένα τέτοιο γλωσσικό υλικό, συνοδευόµενο από δραστηριότητες

που συνδέουν τους µαθητές µε την τοπική κοινότητα, µπορεί να διευκολύνει τη

διδασκαλία της γλωσσικής πολυµορφίας και να αποκαταστήσει τη θέση των διαλέκτων

στη σύγχρονη γλωσσική πραγµατικότητα. Η πρόταση αυτή αφορά κυρίως στη

δευτεροβάθµια εκπαίδευση, όπου οι µαθητές έχουν κατακτήσει τους µηχανισµούς

πρόσληψης και παραγωγής, είναι σε θέση να αλλάξουν ύφος και µπορούν να

ωφεληθούν από συζητήσεις για τις διαφορές µεταξύ προφορικής και γραπτής γλώσσας,

τυπικών και µη τυπικών ποικιλιών (Williams 1989: 197).

Ένα τέτοιο διδακτικό εγχειρίδιο έχει λειτουργικό ρόλο στα επαρχιακά σχολεία,

όπου οι µαθητές µπορούν στην πράξη να εφαρµόσουν όλες τις προαναφερθείσες

δραστηριότητες και να συµβάλουν στη διατήρηση της γλωσσικής τους ποικιλίας.

Ταυτόχρονα, µπορεί να αξιοποιηθεί θεωρητικά στα αστικά σχολεία διαφωτίζοντας τους

µαθητές σε θέµατα γλωσσικής ποικιλότητας, µέσα από την ανάλυση κυρίως των

διαλεκτικών κειµένων. Καθώς η σύγχρονη διδασκαλία της γλώσσας είναι

κειµενοκεντρική, δηλαδή βασική µονάδα ανάλυσης είναι το κείµενο, κάθε επιµέρους

γραµµατικό, λεξικό ή άλλο φαινόµενο πρέπει να διδάσκεται µέσα από το κείµενο,

δηλαδή να συνδέεται µε συγκεκριµένες περικειµενικές προϋποθέσεις (δηµιουργούς,

αποδέκτες, λειτουργίες). Η οπτική αυτή σηµαίνει το άνοιγµα της διδασκαλίας στην

αλληλεπίδραση του µαθητή µε διαπροσωπικά, γνωστικά και πολιτισµικά πλαίσια

αναφοράς (Γεωργακοπούλου & Γούτσος 1999 και 2001: 552-553). Γενικά η αφετηρία

µιας τέτοιας προσπάθειας, είτε πρόκειται για σχολείο αστικό είτε για επαρχιακό, είναι η

κοινή πεποίθηση όλων των φορέων αγωγής ότι η διαφοροποίηση σε διαλέκτους είναι

φαινόµενο που χαρακτηρίζει όλες τις γλώσσες σε όλες στις εποχές.

Σύµφωνα µε όσα αναφέρθηκαν, ο ανασχεδιασµός του γλωσσικού µαθήµατος ή

έστω η σύνταξη ενός συµπληρωµατικού διδακτικού εγχειριδίου για τη συµπερίληψη

Page 181: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

176

των διαλέκτων στη γλωσσική διδασκαλία µπορεί να συντελέσει γενικά στην πρόοδο

του εκπαιδευτικού µας συστήµατος και ειδικά στη βελτίωση της γλωσσικής αγωγής.

Έτσι, αρχικά η αποδοχή και σπουδή όλων των γλωσσικών µορφών µε το συνακόλουθο

σεβασµό των οµιλητών τους και ακολούθως η δραστηριοποίηση των µαθητών που

ανήκουν σε διαλεκτόφωνες περιοχές µε στόχο τη γλωσσική τους επίγνωση και τη

διεπίδραση µε την κοινότητα καθιστούν τη µελέτη της γλώσσας ευχάριστη και

δηµιουργική διαδικασία. Αλλά και στα σχολεία που ανήκουν σε αστικά κέντρα οι

διάλεκτοι έχουν θέση και µπορούν να αξιοποιηθούν µέσα από τη µελέτη σχετικών

κειµένων που περιλαµβάνονται στο προτεινόµενο εγχειρίδιο ή λογοτεχνικών κειµένων

και άλλων δραστηριοτήτων που περιγράφονται στη συνέχεια αυτού του κεφαλαίου.

4.2.2. Αξιοποίηση λογοτεχνικών κειµένων

Στο πλαίσιο της κειµενοκεντρικής αντίληψης για τη γλωσσική διδασκαλία η διδακτική

προσέγγιση των διαλέκτων µπορεί να βασιστεί και στη µελέτη της γλώσσας των

λογοτεχνικών κειµένων. Στα κείµενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας απαντούν ποικίλα

διαλεκτικά στοιχεία, που συµβάλλουν ως ένα βαθµό και στη διαµόρφωση της

ιδιολέκτου του λογοτέχνη. Το ιδιαίτερο ύφος κάθε λογοτέχνη βασίζεται και στην

ποικιλία, δηλαδή στη διαφοροποίηση που εµφανίζει η γλώσσα. Έτσι, ανάµεσα στα

στοιχεία που συνθέτουν το ύφος είναι η επιλογή και η απόκλιση, έννοιες που

προϋποθέτουν σύγκριση µε τη νόρµα και αφορούν σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα

(φωνολογικό, µορφοσυντακτικό, σηµασιολογικό). Επιπλέον, σχετίζονται µε την

προθετικότητα του δηµιουργού και παίζουν ρόλο στη δηµιουργικότητα της γλώσσας

(Μπαµπινιώτης 1991: 28, 34-35, 111, 122). Μάλιστα, το γεγονός ότι στα λογοτεχνικά

κείµενα συνυπάρχουν διαλεκτικά στοιχεία µε τύπους καθαρεύουσας ή δηµοτικής

γλώσσας αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για να κατανοήσουν η µαθητές την

ποικιλοµορφία της ελληνικής γλώσσας και την ενότητά της στο χρόνο και στο χώρο.

Προτείνεται, εποµένως, η αξιοποίηση της µορφής των λογοτεχνικών κειµένων, µέσα

από την οποία µπορεί να επιτευχθεί ο διπλός στόχος της γνωριµίας µε τη νεοελληνική

διαλεκτική ποικιλία και της αποβολής των στερεοτύπων απέναντι σε αυτήν.

Συγκεκριµένα, από την πλευρά των αναγνωστών-µαθητών, το λογοτεχνικό

κείµενο επιδέχεται πολλές γλωσσικές αναλύσεις µε τη διαµεσολάβηση του δασκάλου

(Χατζηδηµητρίου-Παράσχου 2005: 260). Ανάµεσα στα άλλα, η εκµετάλλευση του

Page 182: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

177

διαλεκτικού πλούτου από καταξιωµένους λογοτέχνες προσδίδει κύρος στη γεωγραφική

γλωσσική ποικιλία και µπορεί να συµβάλει στην άρση των σχετικών προκαταλήψεων

µέσα από το γόνιµο διάλογο εκπαιδευτικών και µαθητών. Με αυτόν τον τρόπο τα

διαλεκτικά στοιχεία αντιµετωπίζονται ως καθοριστικά της µορφής του κειµένου και

δηλωτικά της ιδιαίτερης ταυτότητάς του και όχι ως γλωσσικά εµπόδια που πρέπει να

προσπελαστούν για να γίνει κατανοητό το περιεχόµενο του διδασκοµένου κειµένου.

Η λογοτεχνία µπορεί να προσφέρει πολλά στη γλωσσική διδασκαλία των

διαλέκτων, αφού τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία πολλά είναι τα

λογοτεχνικά έργα που έχουν έντονο διαλεκτικό χρώµα σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα

(Παπαντωνάκης 2000: 237). Ανάµεσα στους Νεοέλληνες λογοτέχνες που

χρησιµοποιούν διαλεκτικά στοιχεία στο έργο τους ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν

οι: Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Ηλίας Βενέζης, Γεώργιος Βιζυηνός, Ιωάννης Γρυπάρης,

Αργύρης Εφταλιώτης, Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Νίκος Καζαντζάκης, Ανδρέας

Καρκαβίτσας, Ιωάννης Κονδυλάκης, Κώστας Κρυστάλλης, Μακρυγιάννης, Στρατής

Μυριβήλης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Αλέξανδρος Παπαδιαµάντης, Παντελής

Πρεβελάκης, Άγγελος Σικελιανός, Άγγελος Τερζάκης, Γιάννης Ψυχάρης κ.ά.

(Χαραλαµπάκης 2001α: 171), των οποίων το έργο ανθολογείται σε µεγάλο βαθµό στα

σχολικά εγχειρίδια.

Βέβαια, λίγα είναι τα λογοτεχνικά έργα που έχουν γραφτεί σε αµιγή διάλεκτο,

κυρίως την κρητική, την κυπριακή και την ποντιακή (Χαραλαµπάκης 2001α: 278). Ένα

πεζό κείµενο γραµµένο όλο σε τοπικό ιδίωµα είναι τα Μακεδονικά γκαργκάλια του

Γιάννη Γιώβου. Αξιόλογες προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελούν και η

διασκευή από τον Κώστα Μόντη δυο κωµωδιών του Αριστοφάνη στην κυπριακή

διάλεκτο (1972, 1988) και η απόδοση από τον Γεώργιο Ψυχουντάκη της Οδύσσειας και

της Ιλιάδας στο κρητικό ιδίωµα (1979, 1995-1996).

Αξιοσηµείωτη είναι η χρήση διαλεκτικών τύπων από τον εθνικό µας ποιητή

∆ιονύσιο Σολωµό. Αλλά και ο δεύτερος εθνικός µας ποιητής Κωστής Παλαµάς

ενσωµατώνει στο έργο του διάσπαρτα διαλεκτικά στοιχεία. Για τον τελευταίο η

Καραντζή (1997: 667) παρατηρεί, για παράδειγµα, ότι στο συντακτικό επίπεδο

χρησιµοποιεί ιδιαίτερα την ιδιωµατική επίταξη του αντωνυµικού αντικειµένου: να

θρέψει σε, να σπείρει σε, φέρνω σας κ.λπ. Χαρακτηριστική είναι επίσης η χρήση

φράσεων από δηµοτικά τραγούδια και παροιµιώδεις στερεότυπες λαϊκές εκφράσεις.

Page 183: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

178

Την αξιοποίηση του διαλεκτικού πλούτου καταδεικνύει και το έργο του Γιώργου

Σεφέρη και του Οδυσσέα Ελύτη. Όπως επισηµαίνει ο Χαραλαµπάκης, (2001: 200-249),

ως προς τη γεωγραφική κατανοµή των διαλεκτισµών στο Σεφέρη υπερέχουν οι

κρητικές και κατά δεύτερο λόγο οι κυπριακές λέξεις. Απ’ την άλλη, ο Ελύτης δεν έδειξε

στον ίδιο βαθµό µε το Σεφέρη προτίµηση σε ένα ορισµένο τοπικό ιδίωµα, είναι όµως

φανερό ότι και σε αυτόν υπερέχουν αριθµητικά οι κρητικές και ακολουθούν οι

νησιώτικες, ενώ συχνά είναι τα δάνεια από το δηµοτικό τραγούδι.

Στη συνέχεια προτείνονται ενδεικτικές δραστηριότητες που βοηθούν τους

µαθητές να γνωρίσουν και να κατανοήσουν την αξία της γεωγραφικής γλωσσικής

ποικιλίας, αλλά και να συνειδητοποιήσουν τη σηµαντική θέση που κατέχει αυτή στη

δηµιουργία των λογοτεχνικών έργων. Η υλοποίηση τέτοιων δραστηριοτήτων λαµβάνει

υπόψη την ηλικία, το γνωστικό επίπεδο και τις ικανότητες του µαθητικού δυναµικού,

καθώς και τον τόπο διαµονής τους (χωριό- πόλη).

Σε µια πρώτη προσέγγιση ζητείται από τους µαθητές να εντοπίσουν διαλεκτικά

στοιχεία σε διάφορα λογοτεχνικά έργα που έχουν ήδη διδαχθεί ή δίδονται από το

διδάσκοντα ως παράλληλα κείµενα. Κατόπιν, µπορούν οι ίδιοι οι µαθητές µε την

καθοδήγηση του διδάσκοντα να τα κατατάξουν σε κατηγορίες σύµφωνα µε τα επίπεδα

του λόγου. Είναι ακόµα ενδιαφέρον να χωριστούν οι µαθητές σε οµάδες και κάθε

οµάδα να αναλάβει κείµενα από διαφορετικό γεωγραφικό µέρος. Για παράδειγµα, µια

οµάδα µπορεί να επεξεργαστεί αποσπάσµατα από το λογοτεχνικό έργο του Καζαντζάκη

και του Κονδυλάκη προκειµένου για το κρητικό ιδίωµα, άλλη µια να ασχοληθεί µε

διηγήµατα του Βιζυηνού προκειµένου για τη Θράκη ή µε την ποίηση του Βαλαωρίτη

και Σολωµού προκειµένου για τα Επτάνησα. Στην παρουσίαση µιας τέτοιας εργασίας

µπορούν να συζητηθούν και οµοιότητες που προκύπτουν ανάµεσα στα νεοελληνικά

ιδιώµατα. Με αυτό τον τρόπο οι µαθητές από όλη την Ελλάδα έρχονται σε επαφή µε τα

χαρακτηριστικά γνωρίσµατα της οµιλίας σε κάθε περιοχή και αντιλαµβάνονται τις

διαφορές µε τη Νεοελληνική Κοινή. Τέτοιου είδους εργασίες θεωρούνται κατάλληλες

και για το Γυµνάσιο και για το Λύκειο, ανάλογα µε το µέγεθος της έκτασής τους και τις

απαιτήσεις του διδάσκοντα.

Ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει ορισµένα χαρακτηριστικά του γορτυνιακού

ιδιώµατος, όπως προέκυψαν από την παρούσα έρευνα σε σύγκριση µε αντίστοιχα

άλλων νεοελληνικών ιδιωµάτων, όπως προκύπτουν από τη µελέτη σχετικών

Page 184: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

179

λογοτεχνικών έργων. Οι οµοιότητες που παρατηρούνται ανάµεσα στο γορτυνιακό

ιδίωµα και σε άλλες γλωσσικές ποικιλίες της χώρας µας, όπως άλλωστε

παρουσιάστηκαν και από τη σύγκριση των δεδοµένων της έρευνάς µας µε άλλες

ερευνητικές µελέτες (βλ. 1.2.3.), καταδεικνύουν τη συγγένεια πολλών νεοελληνικών

ιδιωµάτων. Έτσι, διαµορφώνεται αβίαστα µια συνολική εικόνα για τη γλωσσική

διαφοροποίηση της νέας ελληνικής. Ένας τέτοιος πίνακας µπορεί να λειτουργήσει

υποδειγµατικά και µάλιστα µπορούν να δηµιουργηθούν ανάλογοι πίνακες για όλα τα

επίπεδα του λόγου (φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό, λεξιλογικό κ.λπ.) µε τη

βοήθεια του καθηγητή από τους µαθητές που κατοικούν σε µια διαλεκτόφωνη περιοχή.

Με αυτό τον τρόπο το γλωσσικό µάθηµα αποκτά για τους µαθητές αυτούς ιδιαίτερο

ενδιαφέρον, ενώ ταυτόχρονα αλλάζει η στάση τους απέναντι στο γλωσσικό ιδίωµα της

περιοχής τους. Έτσι, τύποι που ενδεχοµένως θεωρούνται ξεπερασµένοι, χωριάτικοι ή

βλάχικοι αντιµετωπίζονται κάτω από το πρίσµα που τους προσδίδει η πένα

καταξιωµένων λογοτεχνών.

Πίνακας 1: Συγκριτικός πίνακας δεδοµένων από την νεοελληνική λογοτεχνία

Προφορικά

δεδοµένα

από το

γορτυνιακό

ιδίωµα

Σολωµός

(επτανησιακά

ιδιώµατα)

Μπαστιάς

(κυκλαδίτικα

ιδιώµατα)

Μακρυγιάννης,

Παπαδιαµάντης,

Καρκαβίτσας

(βόρεια

διώµατα)

Βιζυηνός

(ηµιβόρεια

ιδιώµατα)

Καζαντζάκης

(κρητική

διάλεκτος)

Κόντογλου

(Μικρασιάτικα

ιδιώµατα)

ούλα ούλα ούλοι ούλα ούλο

κάτου, πάνου, πα αποκάτου, χάµου κάτου πίσου, πα

όξω όξω όξου όξω όξω

επειδής, ποτές τότες ποτές ποτές, επειδής τότες κάποιονε των παιδιώνε

κάποιονε

άλλονε, δικόνε άλλονε των ανθρώπωνε

άλλονε

τραγουδώντα κυνηγώντα

σκέδιο, ευκή

σκεδόν σκέδιο, σκέση,

ασκήµια

προσευκές

σκεδιάζω

κλάιµατα κλάιµατα κλάιµατα

ζα ζα

πάλε πάλε

γιοµάτος, γιοφύρι γιοµάτη γιοµάτο, γιοφύρι

ογλήγορα ογλήγορα

αστάχυ, απαρατάου

αστάχυα αράθυµη

αψηλά,

απαλάµη

µόχει, σόφερε πόχει, µόδειξε, µόστειλες

µόφερε, πόχω,

σόπρεπε πόρχουνται

βόιδι, µούειπες, αµάητανε

εξανάειπε

βόιδι

αίστηµα,

ελευτερία

αιστάνθηκα

φτόνο

αιστήµατα

ελευτερία,

ευτύς

σκύφτω, σκάφτω σκύφτω σκύφτει σκάφτει

χτήµα, εχτίµηση έκπληχτη,

χτηνώδης καταπληχτικός

ανεχτίµητα,

χτίρια

Page 185: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

180

να γένει, σβένει, πλέρωσα,

θεµωνιές, χεροναχτική,

άχερα

σβένεται, χεροκροτούσε

πλέρωσε, θερίο, άχερο

θεµωνιά,

πλερώνει, υπερεσία,

άχερα

θα γένει

να γενείς, θα πλερωθεί, µαγέρεψες

Ζάκυθο/Κόρθο,

περσότερο

σηµερνή

περσότερο

Ζάκυθο, Κόρθο,

Λάρσα

περµαζώνω,

περφάνια

περσότερο

συβούλιο, θάµα

αναπαµένος συφορά

συφορά,

θαµάζανε συβουλεύω

σύνταµα

συφορά,

θάµατα,

τυλιµένος

αν συβεί

φαγί, φαητό

φαητά

πλαγινής φαγί, ταγίζουν φταίγει, έκλαια

έτρωε φταίγω

τρούπιο, χιούτη,

σούρνεται, άχιουρα

ξετρουπώνει, χουµάνε

να ξουριστεί, σούρθηκε

µυρουδιά ζουνάρια µυρουδιά µυρουδιά

κορίτσα κορίτσα

δυχατέρα δυχατέρα

πασιάς πασιάδες

πιε πιε πιε

παγαίνεις παγαίνει παγαίνανε να πάγει να πάγει

βάνω, βγάνω βάνει, βγάνουν

στο νώµο στο νώµο ο νύπνος γλέπω γλέπουν

γκαµήλα, µπάντα

(πάντα)

µπάντα

γκαµήλα

επικίντυνες

κλειώ, ξυούνται αποκλειούνται, ανεί ξυώντας

πάου ξέρου

ντρέπουµαι, λέγουνται

κρέµουµαι

χαίρουµαι, κοιτάζουνται

έρχουµαι

µάχουµαι, σωριάζουνται

κάθουµαι, γίνουνται

κοιµώνται, ευκιόνται

θυµώνται

τσακωνόστε ξεκουµπιζόστε

εµάθαν, σκοτωθήκαν, αφήκαν

εµάθαν, ελέγαν

διαλυθήκαν

αφήκα

αφήκε

πολέµοι, αθρώποι πολέµοι ανθρώποι

ανθρώποι

δασκάλοι, ανθρώποι

αβάφτιγο ανέγγιαγα αντουφέκιγοι ανεχόρταγο

Ταυτόχρονα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ποικίλα εκφραστικά µέσα,

όπως τα λεγόµενα σχήµατα λόγου (π.χ. συνεκδοχή, µετωνυµία) που χαρακτηρίζουν

τόσο τη λογοτεχνική γλωσσική έκφραση όσο και την παραγωγή λόγου των επαρκών

οµιλητών (συχνά αναλφάβητων) του γορτυνιακού ιδιώµατος (βλ. 2.3.).

Μια ακόµα πρωτότυπη δραστηριότητα επιτυγχάνεται µε τη συλλογή κοινών

διαλεκτικών τύπων βασισµένων στα δηµοτικά τραγούδια µιας περιοχής και παράλληλα

στο έργο ενός λογοτέχνη καταγόµενου από αυτήν την περιοχή, όπως τα τραγούδια της

Θράκης, η οποία έχει πλούσια δηµοτική παράδοση, και το έργο του Βιζυηνού. Τέτοιες

εργασίες υλοποιούνται βέβαια σε όλη την Ελλάδα, αλλά αποκτούν ιδιαίτερο

ενδιαφέρον στην περίπτωση που ταυτίζεται ο τόπος διαµονής των µαθητών µε το

µελετώµενο µέρος.

Page 186: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

181

Καθώς στόχος δεν είναι µόνο να περιγράψουν οι µαθητές τη γλωσσική ποικιλία,

αλλά να την κατανοήσουν και να την ερµηνεύσουν, µπορεί να δοθεί σε µαθητές του

Λυκείου κυρίως ένα κείµενο αµιγώς διαλεκτικό, για παράδειγµα της κρητικής

λογοτεχνίας (Ερωτόκριτος κ.λπ.), και ζητείται να σχολιάσουν τη µορφή του, αφού

λάβουν υπόψη και την ακόλουθη άποψη του Χαραλαµπάκη ότι «η διάλεκτος της

ανατολικής Κρήτης ανυψώθηκε σε λογοτεχνική γλώσσα τον 16ο και 17

ο αιώνα, και θα

µπορούσε µάλιστα να είχε γίνει η εθνική και η λογοτεχνική γλώσσα της Ελλάδας

σήµερα αν δεν κατακτούσαν οι Τούρκοι το 1669 την Κρήτη» (2001: 163). Με αυτό τον

τρόπο µπορεί να ξεκινήσει µια συζήτηση µε όλους τους µαθητές (επαρχίας και Αθήνας)

για τη διαδικασία προτυποποίησης µιας γλώσσας και καθιέρωσής της ως κοινής, καθώς

και για το ρόλο που διαδραµατίζουν οι ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες

του κράτους στη διαδικασία αυτή.

Από την άλλη, µπορούν να δοθούν στους µαθητές (του Λυκείου κυρίως)

παραδείγµατα όπου ορισµένοι διαλεκτικοί τύποι σε λογοτεχνικά έργα έχουν

αντικατασταθεί µε τύπους της κοινής από µεταγενέστερους εκδότες. Χαρακτηριστική

περίπτωση αποτελεί η αντικατάσταση του πολιορκισµένοι που έγραψε ο ∆ιονύσιος

Σολωµός µε τον τύπο πολιορκηµένοι (Ελεύθεροι Πολιορκηµένοι) από τον Ιάκωβο

Πολυλά. Ζητείται να σχολιαστεί αυτή η διορθωτική παρέµβαση και να συσχετιστεί µε

το κλίµα και τις τάσεις που κυριαρχούν γύρω από τη γλώσσα την εποχή αυτή.

Τέλος, µπορούν να παρουσιαστούν στους µαθητές απόψεις των ίδιων των

λογοτεχνών ή άλλων σχετικά µε τις διαλέκτους και τους ζητείται να δηλώσουν αν

συµφωνούν ή διαφωνούν, αφού αιτιολογήσουν την απάντησή τους. Ενδεικτικά

παρατίθενται οι ακόλουθες:

- «Η λογοτεχνία όσο βαθύτερα κατεβαίνει στη γλώσσα του λαού, τόσο καλύτερα νιώθει

την ανθρώπινη ψυχή, τόσο αφθονότερα πασπαλίζεται από το χρυσάφι της. Ακόµα και

προς τα ιδιώµατα όταν το αισθητικό κριτήριο του λογοτέχνη το βρίσκει σκόπιµο για τη

δηµιουργία κατάλληλης γεωγραφικής ατµόσφαιρας, δεν µπορούν να υπάρξουν

περιορισµοί, γιατί η φυσική και αβίαστη ζωή της γλώσσας κινείται µέσα στα ιδιώµατα»

(Ανδριώτης 1944: 521).

- ∆ιερωτάται ο Πρεβελάκης: «Πώς θα µπορούσα να περιγράψω πιστά την πολιτεία µου

αν δεν έµενα πιστός στη γλώσσα που µου δίδαξε;» (Χαραλαµπάκης 2001α: 172).

Page 187: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

182

- Ο Χαραλαµπάκης αναφέρει ότι «τα ιδιωµατικά στοιχεία είναι απαραίτητα στη γλώσσα

της λογοτεχνίας και επιβάλλεται να αξιοποιούνται σε λογικά όρια. Όσοι νέοι

λογοτέχνες µας φιλοδοξούν να ξεπεράσουν την πρόσκαιρη φήµη θα πρέπει να γίνουν

άριστοι γνώστες της πλούσιας ελληνικής ποιητικής παράδοσης και να βρουν τρόπο να

εµβολιάζουν τα έργα τους µε λεξιλογικά στοιχεία από αυτήν ύστερα από µακρά και

επίπονη αναζήτηση της καίριας λέξης» (Χαραλαµπάκης 2001α: 191).

Ακόµα µπορεί να συζητηθεί η επιλογή ορισµένων πεζογράφων, συνήθως

εκπροσώπων του ηθογραφικού διηγήµατος (π.χ. Παπαδιαµάντης, Βιζυηνός), να

χρησιµοποιούν διαλεκτικούς τύπους κυρίως στα διαλογικά µέρη των έργων τους

(Χαραλαµπάκης 2001α: 281, Αθανασόπουλος κ.ά. 2006: 91), ως στοιχεία της

ταυτότητας των ηρώων.

Γενικά, σε κάθε διδακτική προσέγγιση πρέπει να είναι εµφανής η διαλεκτική

σχέση διαλέκτων και λογοτεχνίας, αφού από τη µια µεριά οι διάλεκτοι προσφέρουν στη

διαµόρφωση του λογοτεχνικού λόγου κι από την άλλη η λογοτεχνία συµβάλλει στη

διάσωση αλλά και την αναγνώριση της αξίας των διαλέκτων.

4.2.3. ∆ιαθεµατικές δραστηριότητες

Η εκµετάλλευση του πλούτου των διαλέκτων µπορεί να γίνεται κατά τη διάρκεια του

µαθήµατος στο πλαίσιο της διαθεµατικής προσέγγισης της γνώσης. Σύµφωνα µε την

αρχή της διαθεµατικότητας η εκπαιδευτική διαδικασία οργανώνεται µε τέτοιο τρόπο,

ώστε να διαπερνά τις διαχωριστικές γραµµές µεταξύ των περιεχοµένων µάθησης των

επιµέρους γνωστικών αντικειµένων, συσχετίζοντας έτσι ποικίλες διαστάσεις του

αναλυτικού προγράµµατος σε µια λογική σύνδεση, µε σκοπό την εστίαση του

ενδιαφέροντος σε ευρύτερους τοµείς µελέτης. Συνεπώς, η µάθηση και η διδασκαλία

προσεγγίζονται µε έναν ολιστικό τρόπο που αντικατοπτρίζει τον πραγµατικό κόσµο, ο

οποίος είναι διαδραστικός (ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ 2006β: 8).

Η γλώσσα, ως κατεξοχήν διαθεµατικό και διεπιστηµονικό αντικείµενο,

προσφέρεται στη µέθοδο σχεδίων εργασίας (project), µε την οποία οι µαθητές

µαθαίνουν πώς να εργάζονται, προσλαµβάνουν και παράγουν προφορικό και γραπτό

λόγο, κρίνουν, συγκρίνουν και συνθέτουν το τελικό τους κείµενο συνδυάζοντας και

άλλα γνωστικά αντικείµενα. Οι οµαδοσυνεργατικές τεχνικές γοητεύουν ιδιαίτερα τους

µαθητές και µάλιστα διστακτικούς και συνεσταλµένους µαθητές, που παρακινούνται να

Page 188: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

183

εργάζονται στο πλαίσιο της οµάδας, µε αποτέλεσµα να αφυπνίζονται κρυµµένες

δεξιότητες, γλωσσικές, κοινωνικές και καλλιτεχνικές. Η µέθοδος των σχεδίων εργασίας

(project) δίνει ελευθερία δράσης σε όλους τους µαθητές, που γίνονται µικροερευνητές,

και µε ποικίλους τρόπους συνειδητοποιούν τη λειτουργία της µητρικής τους γλώσσας

και αποκτούν γλωσσική και πολιτισµική ταυτότητα (ΥΠ.Ε.Π.Θ/ΠΙ 2006β: 58-9).

Ακολούθως προτείνονται πέντε (ατοµικά και οµαδικά) σχέδια εργασίας. Στόχος

τους είναι να διευρύνουν οι µαθητές το γνωστικό και γλωσσικό τους ορίζοντα και να

ευαισθητοποιηθούν σε θέµατα γλώσσας και πολιτισµού. Σε κάθε περίπτωση

λαµβάνεται υπόψη το µαθησιακό επίπεδο και τα ενδιαφέροντα των µαθητών. Τόσο

µεµονωµένα οι µαθητές όσο και οι οµάδες τους στην οµαδοσυνεργατική µέθοδο

αναλαµβάνουν µια διαθεµατική δραστηριότητα, την οποία επεξεργάζονται

αξιοποιώντας όλους τους τρόπους πρόσληψης και παραγωγής προφορικού και γραπτού

λόγου. Τα µέλη των οµάδων πραγµατοποιούν µικρά διαλείµµατα ενηµέρωσης και

ανταλλαγής πληροφοριών, γεγονός που επιτρέπει την ανατροφοδότηση και τον

αποτελεσµατικότερο συντονισµό από τον εκπαιδευτικό. Τα γνωστικά αντικείµενα που

εµπλέκονται είναι η λογοτεχνία, η ιστορία, η µουσική, η γεωγραφία, η πληροφορική, η

θεατρική και αισθητική αγωγή. Στο τέλος, στο πλαίσιο της αξιολόγησης, παρουσιάζεται

η συνολική εικόνα του σχεδίου εργασίας και πραγµατοποιείται συζήτηση για τα µέσα,

εποπτικά και µη, που χρησιµοποιήθηκαν και τα οφέλη που αποκόµισαν οι µαθητές από

τη συγκεκριµένη εµπειρία.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι τα παρακάτω σχέδια έχουν θεωρητικό χαρακτήρα και

µπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την υλοποίηση παρόµοιων δραστηριοτήτων σε

αστικά και επαρχιακά σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Αυτό που ενδιαφέρει δεν

είναι να εκτελεστούν οπωσδήποτε οι συγκεκριµένες δραστηριότητες, αλλά κυρίως να

κατανοηθεί ότι πρέπει να δηµιουργηθούν στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο συνθήκες και

προϋποθέσεις που αυξάνουν τη γλωσσική επίγνωση των µαθητών και τους δίνουν

ερεθίσµατα για δηµιουργική έκφραση.

• Γλωσσικό παιχνίδι

Μια πρώτη πρόταση βασίζεται σε προφορικές και γραπτές ασκήσεις ποικίλων

µορφών, που αποτελούν σηµαντικό µέσο για τη γλωσσική καλλιέργεια των µαθητών

και µπορούν να υλοποιηθούν σε ατοµικό και συλλογικό επίπεδο. Είναι σηµαντικό οι

ασκήσεις να κινούν το ενδιαφέρον των µαθητών και συνάµα να υποδεικνύουν ότι η

Page 189: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

184

γεωγραφική γλωσσική ποικιλία είναι ζωντανή µορφή του νεοελληνικού λόγου, αλλά

και διαχρονικό φαινόµενο της ελληνικής γλώσσας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου

παίζει ρόλο τόσο το είδος των κειµένων που αξιοποιούνται όσο και η διαδικασία

εύρεσής τους. Έτσι, αρχικά ζητείται από τους µαθητές να συγκεντρώσουν διαλεκτικό

υλικό έχοντας ως πηγή το διαδίκτυο, αφού αυτή η µέθοδος εργασίας τους είναι οικεία

και προσφιλής. Προτείνεται, µάλιστα, η συλλογή ανεκδότων, που έχουν πάντα

ευχάριστο περιεχόµενο, ανήκουν στη σφαίρα ενδιαφερόντων των µαθητών και

ενδείκνυνται για προεκτάσεις κοινωνιολογικού περιεχοµένου µε αφορµή τη γλωσσική

τους µορφή. Κατόπιν, ζητείται η µεταγραφή τους στη Νεοελληνική Κοινή και ο

σχολιασµός των περιπτώσεων όπου αυτή δεν είναι εφικτή. Στο σηµείο αυτό είναι

δυνατό να συνεργαστούν µαθητές διαφορετικών περιοχών και να ανταλλάξουν µέσω

του διαδικτύου διαλεκτικά κείµενα ή να µεταγράψουν ένα κείµενο της κοινής στο

εκάστοτε τοπικό ιδίωµα.

Συµπληρωµατικά, µπορούν να δοθούν από το διδάσκοντα κείµενα σε

διαλεκτική µορφή, όπως παραµύθια, τοπικές ιστορίες κ.λπ., στα οποία είναι

υπογραµµισµένοι κάποιοι διαλεκτικοί τύποι και ζητείται η εξήγησή τους µε χρήση

λεξικών όπου είναι δυνατό. Με τη βοήθεια του διδάσκοντα οι µαθητές µαθαίνουν ότι

κάθε λέξη έχει τη δική της ιστορία συνυφασµένη µε τις µετακινήσεις λαών και τα

ιστορικά γεγονότα. Έτσι, στο εν λόγω ιδίωµα της Γορτυνίας ένας µεγάλος αριθµός

λέξεων έχει προέλευση σλαβική, π.χ. τοπωνύµια ∆ηµητσάνα, Ζάτουνα, Ζυγοβίστι,

τουρκική, π.χ. χαρανί, µπερκέτι, και ιταλική, π.χ. αµάκα, σουπώνω (Σταµατάκος 1971)

και αποτελούν κατάλοιπα της επίδρασης των λαών αυτών στη συγκεκριµένη περιοχή.

Αρκετές είναι ακόµα οι λέξεις µε ρίζα αρχαιοελληνική, πχ. αρατίζοµαι< αρά, ντώνω<

δίδωµι (Κοντοµίχης 2001, Λάζαρης 1970).

Σε ένα δεύτερο στάδιο αυτό το γλωσσικό υλικό µπορεί να λειτουργήσει ως

αφόρµηση για ιστορική συζήτηση και έτσι να γίνει σύνδεση µε το µάθηµα της ιστορίας.

Οι µαθητές µπορούν εκ νέου να συγκεντρώσουν πληροφορίες για τους λαούς αυτούς

που άφησαν ίχνη της γλώσσας τους στη δική µας και να περιγράψουν την κατάσταση

που επικρατούσε στην Ελλάδα κατά τη συµβίωση µε άλλους λαούς.

Τέλος, στο πλαίσιο του γλωσσικού παιχνιδιού µπορούν να σχεδιαστούν από το

διδάσκοντα ποικίλες ασκήσεις που καταδεικνύουν τη διαλεκτική διαφοροποίηση και

Page 190: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

185

του αρχαίου ελληνικού λόγου και έτσι δίδεται η διαχρονική διάσταση του φαινοµένου.

Ενδεικτικά, προτείνεται η ακόλουθη άσκηση:

∆ίνονται στους µαθητές ίδιοι σηµασιολογικά τύποι της Νεοελληνικής Κοινής

και ιδιωµατικοί που διαφέρουν όµως φωνολογικά ή µορφολογικά: π.χ. γίνονται-

γινόνται, κοιµούνταν-κοιµόσαντε, άνθρωποι-ανθρώποι, Πάσχα-Πάσκα, κερί-τσερί κ.λπ.

(στην προκειµένη περίπτωση από το γορτυνιακό ιδίωµα). Οι τύποι αυτοί

κατατάσσονται σε δυο στήλες σύµφωνα µε τη χρήση τους στη Νεοελληνική Κοινή ή το

γορτυνιακό ιδίωµα. Στη συνέχεια ζητείται από τους µαθητές να συµπληρώσουν τις δυο

στήλες µε δικά τους παραδείγµατα ή δίδονται οι τύποι µόνο της µιας στήλης και τους

ζητείται να συµπληρώσουν τους αντίστοιχους της άλλης. Αφού οι µαθητές καταλάβουν

ότι η διαφορά της µορφής δεν επηρεάζει τη διαφορά του περιεχοµένου, ο εκπαιδευτικός

µπορεί να δώσει ανάλογα παραδείγµατα από τις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους, όπως

για παράδειγµα την τροπή του ᾶ της δωρικής διαλέκτου σε η στην ιωνική- αττική, π.χ.

δᾶμος-δῆμος κ.λπ. Έτσι, γίνεται κατανοητή η διαχρονική διάσταση του φαινοµένου.

Και πάλι, σύµφωνα πάντα µε την ηλικία και τις δυνατότητες των µαθητών, µπορεί να

υλοποιηθεί ένα οµαδικό σχέδιο εργασίας µε θέµα την ιστορία της ελληνικής γλώσσας.

Κάθε οµάδα µπορεί να αναλάβει να µιλήσει για µια περίοδο διαµόρφωσής της (από το

ελληνικό αλφάβητο ως την αλεξανδρινή κοινή και τη Νεοελληνική Κοινή) µε

αντιπροσωπευτικά δείγµατα κειµένων για κάθε περίοδο.

• Γλώσσα δηµοτικών τραγουδιών

Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες διαθεµατικές δραστηριότητες προέρχεται από

την πολύπλευρη αξιοποίηση των δηµοτικών τραγουδιών. Μπορεί, µάλιστα, να

υποστηριχτεί ότι αυτά αποτελούν και τη µοναδική γραπτή πηγή του νεοελληνικού

ιδιωµατικού λόγου στο σύνολό του, αφού οι σχετικές ερευνητικές µελέτες είναι ακόµα

περιορισµένες. Τα δηµοτικά τραγούδια είναι γνωστά σε όλους τους µαθητές και

αποτελούν συχνά βίωµα για τους µαθητές της επαρχίας. Προτείνεται, λοιπόν, η

εκµετάλλευση της µορφής του γνήσιου προφορικού λόγου που παραδίδουν τα δηµοτικά

τραγούδια µε τους ακόλουθους τρόπους (βλ. και 4.2.2.). Συγκεκριµένα, οι µαθητές

όλων των σχολικών µονάδων, επαρχιακών και αστικών, µπορούν να µελετήσουν,

ατοµικά ή χωρισµένοι σε οµάδες, παραλλαγές των ίδιων τραγουδιών σε διάφορα µέρη

της Ελλάδας και να επισηµάνουν τα διαφορετικά γλωσσικά στοιχεία που παρατηρούν.

Page 191: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

186

Για παράδειγµα, µπορεί να δοθεί το ακόλουθο τραγούδι αγάπης σε παραλλαγή α) από

τη Στερεά Ελλάδα και β) από την Πελοπόννησο (Ακαδηµία Αθηνών 1999: 258, 260):

Όλα τα πουλάκια ζυγά-ζυγα, Όλα τα πουλάκια ζυγά-ζυγά

τα χελιδονάκια ζευγαρωτά. τα χελιδονάκια ζευγαρωτά.

Το ’ρηµο τ’αηδόνι το µοναχό Το ’ρηµο τ’αηδόνι το µοναχό

πιρπατεί στους κάµπους µε τον αϊτό. περπατεί στους κάµπους µε τον αϊτό.

Πιρπατεί κι λέγει κι αντιλαλεί, Περπατεί και λέει και κελαηδεί,

Ανδριανοπολίτη, πραµατευτή, βρ’ Αντριανοπολίτη, πραµατευτή,

πού την εδιάλεξες αυτήν τη ναι, πού την εδιαλέγεις ευτούν’ τη νια,

την ξανθοµαλλούσα την Αθηνιά.. την ξανθοµαλλούσα την Πατρινιά..

Ανάλογη γλωσσική εργασία µπορεί να δοθεί στους µαθητές και την περίοδο των

Χριστουγέννων µε παραλλαγές από κάλαντα. Ενδεικτικά παρατίθενται το εξής

παράδειγµα από κάλαντα ∆ωρίδας και Αστυπάλαιας:

Χριστούγιννα, Προυτούγιννα, πρώτη γιουρτή

του χρόνου

Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη αρχή του

χρόνου

για βγάτι, διέτι, µάθιτι πως ι Χριστός γιννιέτι. εβγάτε, δείτε, µάθετε που ο Χριστός γεννάται.

Γιννιέτι κι ανατρέφιτι στου µέλι κι στου γάλα. Γεννάται κι ανατρέφεται µεµέλι και µε γάλα,

Του µέλι τρων’ οι άρχοντις, του γάλα οι

αφιντάδις

το µέλι τρων οι άρχοντες, το γάλα οι

αφεντάδες,

κι του µελισσουβότανου δώστι στα

παλληκάρια,

και το µελισσοβότανο το λούζονται οι

κυράδες κι του κηρουσταλλάγµατα στουν Άγιου

Κουσταντίνου.

Κι ανοίχτε τα κουτάκια σας τα

κατακλειδωµένα..

Και ανοίξτι τα κουτάκια σας τα κατακλειδουµένα..

Επιπλέον, οι µαθητές µπορούν να επεξεργαστούν ένα σύνολο δηµοτικών τραγουδιών

από διαφορετικά µέρη και να εντοπίσουν τα κοινά στοιχεία που εµφανίζονται στη

µορφή του λόγου:

- είµι ξένος κι θα ιδώ κι θα πάου να ’µολογώ (Ήπειρος) - Πάου εις το γιαλό, στη

θειά µου το Μαργιώ (∆ωδεκάνησα)

Page 192: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

187

- Θέλω να πάου στον τόπο µου, ναπάνω στο χουριό µου (Θεσσαλία) - Νέχει τον

µόσχου στα µαλλιά και τη δρουσιά στα χείλη (Μακεδονία)

- … πόχει τα σπίτια τα ψηλά (Θράκη) - ...µα τον ουρανό, µα την αλυσιδίτσα

πόχεις στο λαιµό (Πελοπόννησος)

- Τρικαλινή µου πέρδικα και λαρ’σινή τρυγώνα (Θεσσαλία) - ..µα τη σηµερ’νή,

κοντούλα και γιοµάτη Καλαµατιανή (Πελοπόννησος)

- Σήµερα θελ’α κατεβώ κάτω στην κρύα βρύση (Θεσσαλία) - Βαρύ χρέος

µουέβαλες και θελ’α σε πουλήσω (Πελοπόννησος).

Παράλληλα, άλλες οµάδες µαθητών µπορούν να ασχοληθούν µε κοινά θεµατικά

στοιχεία στο περιεχόµενο των δηµοτικών τραγουδιών.

Μια αναλυτική περιγραφή του ιδιωµατικού λόγου µπορεί να πραγµατοποιηθεί

στην ίδια την περιοχή που µιλιέται το συγκεκριµένο ιδίωµα και ζουν οι µαθητές είτε µε

αυθεντική καταγραφή από τους ίδιους τους µαθητές είτε µε µελέτη σχετικών βιβλίων µε

τέτοιες συλλογές, όπου υπάρχουν. Οι µαθητές µπορούν να χωριστούν σε οµάδες

ανάλογα µε το είδος του τραγουδιού. Έτσι, µια οµάδα θα ασχοληθεί µε νανουρίσµατα,

άλλη µε µοιρολόγια, άλλη µε τραγούδια γάµου, αγάπης κ.λπ. Το υλικό που θα

συγκεντρωθεί οδηγεί σε συζητήσεις για το ρόλο που διαδραµατίζουν τα δηµοτικά

τραγούδια στη διάσωση των ιδιωµάτων ή τουλάχιστον στη διατήρηση ορισµένων

χαρακτηριστικών τους. Παράλληλα, µια άλλη οµάδα µπορεί να µαγνητοφωνήσει

αυθόρµητη παραγωγή λόγου από άτοµα κυρίως µεγάλης ηλικίας και ακολούθως να

γίνουν συγκρίσεις ανάµεσα στα δυο είδη του προφορικού λόγου, πεζού και ποιητικού.

• ∆ηµιουργία πολυτροπικών κειµένων

Τα δηµοτικά τραγούδια µαζί µε άλλα διαλεκτικά κείµενα µιας περιοχής δίνουν

την ευκαιρία στους µαθητές να προσεγγίσουν τον πολιτισµό, τα ήθη, τον τρόπο σκέψης

και ζωής ενός λαού. Με αφορµή αυτή τη σκέψη προτείνεται η εκπόνηση ενός οµαδικού

σχεδίου εργασίας, που η προετοιµασία του µπορεί να καλύψει χρονικά όλο το διδακτικό

έτος και στο τέλος να παρουσιαστεί σε εκπαιδευτικούς και τοπικούς φορείς. Κύριος

στόχος µιας τέτοιας οµαδικής προσπάθειας είναι η δηµιουργία πολυτροπικών κειµένων,

που θα περιλαµβάνουν τα γλωσσικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά των γεωγραφικών

διαµερίσµατων της Ελλάδας. Αναλυτικά, µια οµάδα µαθητών αναλαµβάνει τη

συγκέντρωση παροιµιών, τοπικών ιστοριών, αλλά και ποικίλων ηθών και εθίµων του

τόπου, ενώ µια άλλη ασχολείται µε τη συλλογή δηµοτικών τραγουδιών. Παράλληλα, µε

Page 193: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

188

τη βοήθεια του καθηγητή της µουσικής, µια τρίτη οµάδα ασχολείται µε τη µουσική, τα

µουσικά όργανα και τους βασικούς χορούς κάθε περιοχής. Ακολούθως, επιδιώκεται η

εύρεση και άλλων λαογραφικών στοιχείων κάθε τόπου. Έτσι, σε µια άλλη οµάδα

ανατίθεται η συγκέντρωση φωτογραφικού υλικού, µε παραδοσιακές φορεσιές και

χαρακτηριστικά ενδυµασίας και καλλωπισµού των κατοίκων. Το φωτογραφικό υλικό

µπορεί να πλουτίσουν δείγµατα κατοικιών και τα κύρια αξιοθέατα του τόπου. Αναγκαία

θεωρείται στο σηµείο αυτό και η χρήση του διαδικτύου. Τέλος, µια πέµπτη οµάδα

ενηµερώνεται για τα κύρια προϊόντα παραγωγής και τα παραδοσιακά φαγητά της

περιοχής.

Μια τέτοια προσπάθεια ολοκληρώνεται µε τη συµβολή και του µαθήµατος της

Γεωγραφίας και το σχεδιασµό από τους ίδιους τους µαθητές ενός πολυτροπικού χάρτη,

που περιλαµβάνει τα γεωγραφικά διαµερίσµατα της Ελλάδας σχεδιασµένα µε

διαφορετικό χρώµα. Πάνω στο κάθε διαµέρισµα δηλώνονται επιγραµµατικά τα κύρια

ιδιωµατικά και λαογραφικά γνωρίσµατά του και µε τον τρόπο αυτό οι ίδιοι οι µαθητές

χαρτογραφούν γλωσσικά και πολιτιστικά την ελληνική επικράτεια. Ανάλογα, µπορούν

οι µαθητές να παραγάγουν πολυτροπικά κείµενα και για ένα µεµονωµένο γεωγραφικό

διαµέρισµα ή µια συγκεκριµένη περιοχή. Όταν µάλιστα πρόκειται για τον τόπο

διαµονής τους, µπορούν να πλουτίσουν το υλικό τους και µε άλλα γραπτά διαλεκτικά

κείµενα, όπως προικοσύµφωνα, γράµµατα προγόνων κ.λπ. Τέτοιες δραστηριότητες

εντάσσονται και στο πλαίσιο των πολιτιστικών εκδηλώσεων του σχολείου, όπου οι

µαθητές µπορούν ακόµα να παρουσιάσουν οι ίδιοι τους χορούς των περιοχών αυτών ή

ακόµα και να προσφέρουν στο κοινό που παρακολουθεί τοπικές παραδοσιακές γεύσεις.

• ∆ιαλεκτόφωνοι ήρωες του ελληνικού κινηµατογράφου

Μια πρωτότυπη διαθεµατική εργασία µπορούν να πραγµατοποιήσουν οι

µαθητές ανακαλύπτοντας την πολυπρισµατικότητα της τέχνης του ελληνικού

κινηµατογράφου. Στόχος είναι να συζητηθούν τα στερεότυπα που αναπαράγει ο

κινηµατογράφος µε βάση τη µορφή του λόγου που χρησιµοποιούν οι ήρωες των έργων.

Συγκεκριµένα, πολλές είναι οι ελληνικές ταινίες που προβάλλουν διαλεκτόφωνους

ήρωες και θίγουν το ζήτηµα της προκατειληµµένης αντιµετώπισής τους όταν, για

παράδειγµα, έρχονται στην Αθήνα. Ειδικότερα επιδιώκεται να εξεταστούν τα

χαρακτηριστικά γνωρίσµατα που προσδίδονται στον επαρχιώτη ήρωα µε την ιδωµατική

οµιλία και σχετίζονται τόσο µε το ήθος του όσο και µε την εξωτερική του εµφάνιση

Page 194: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

189

(ενδυµασία κ.λπ.). Τις περισσότερες φορές οι ήρωες αυτοί είναι τύποι αφελείς,

αγράµµατοι, προληπτικοί, άξεστοι, φτωχοί, αλλά ταυτόχρονα ειλικρινείς και τίµιοι.

Ακόµα και τα επαγγέλµατα που ασκούν ανήκουν στην κατώτερη κοινωνική τάξη.

Συχνά αντιµετωπίζονται υποτιµητικά από τους αστούς που µιλούν την καθοµιλουµένη,

ενώ παρουσιάζονται απλοϊκά ντυµένοι ή ακόµα και κακόγουστα. Είναι αξιοσηµείωτο

ότι τέτοιοι ήρωες παρουσιάζονται να έχουν καταγωγή κυρίως από τη Θεσσαλία, τη

Στερεά Ελλάδα ή την Πελοπόννησο. Αντίθετα στους νησιώτες ήρωες, και µάλιστα από

τα Επτάνησα και την Κρήτη, απουσιάζουν συνήθως οι αρνητικές συνυποδηλώσεις του

χαρακτήρα και ο ιδιωµατικός λόγος δεν στιγµατίζεται, αλλά θεωρείται στοιχείο

ταυτότητας.

Όλα αυτά αποτελούν πλούσιο υλικό για ποικίλες δραστηριότητες, αφού µάλιστα

οι ελληνικές ταινίες είναι γνωστές και ιδιαίτερα αρεστές στο ευρύ µαθητικό κοινό. Η

σύνδεση του χαρακτήρα µε την ιδιωµατική γλωσσική συµπεριφορά, οι

ενδυµατολογικές επιλογές σε σχέση µε τον ιδιωµατικό λόγο, τα επαγγέλµατα των

διαλεκτοφώνων ηρώων, γενικά το προφίλ του επαρχιώτη ήρωα ή ακόµα και η

συγκριτική θεώρηση αστών-επαρχιωτών είναι µερικά µόνο από τα θέµατα που µπορούν

οι µαθητές να επεξεργαστούν. Ως παράδειγµα προτείνεται η κινηµατογραφική ταινία

«Ο ∆ήµος απ’ τα Τρίκαλα», που σύµφωνα µε τον Κουρδή (2007: 33) δείχνει ότι η

κοινωνική διαφορά που χωρίζει την πρωτεύουσα από την ελληνική επαρχία είναι

µεγάλη. Στην ταινία εµφανίζονται δυο δίδυµοι αδελφοί που ο ένας κατοικεί στα

Τρίκαλα κι ο άλλος στην Αθήνα. Ο πρώτος εµφανίζεται να µιλά το θεσσαλικό ιδίωµα,

να είναι αφελής και να έχει αµφίεση που παραπέµπει στην επαρχία. Ο αδελφός του, που

κατοικεί στην Αθήνα και έχει υιοθετήσει έναν αστικό τρόπο ζωής, εµφανίζεται να

χρησιµοποιεί την καθοµιλουµένη της εποχής απαλλαγµένη από ίχνη τοπικής γλωσσικής

ποικιλίας και είναι ιδιαίτερα σοβαρός. Κρίνεται σκόπιµο οι µαθητές να σχολιάσουν

ανάµεσα στα άλλα και την επιλογή του σεναριογράφου να αποδώσει τους δυο αυτούς

χαρακτήρες σε δυο αδέλφια.

Βέβαια, ο εκπαιδευτικός ανάλογα µε το µέρος που υπηρετεί θα κάνει και τις

αντίστοιχες επιλογές. Μπορούν µάλιστα να δοθούν αντίστοιχες προεκτάσεις από το

σύγχρονο θέατρο (π.χ. η σύγχρονη παράσταση «Συµπέθεροι από τα Τίρανα», όπου όλοι

οι οµιλούντες το θεσσαλικό ιδίωµα ήρωες αποτελούν αρνητικά πρότυπα, σε αντίθεση

µε τη βασισµένη στο έργο του Ξενόπουλου Το φιόρο του Λεβάντε θεατρική παράσταση

Page 195: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

190

που προβάλλεται ταυτόχρονα και έχει ήρωες που µιλούν τον ιδιωµατικό επτανησιακό

λόγο, χωρίς ωστόσο να σχετίζεται ο τρόπος οµιλίας µε το χαρακτήρα τους) και την

τηλεόραση (π.χ. σύγχρονες παραγωγές, όπως το «Περί ανέµων και υδάτων», που η

υπόθεση διαδραµατίζεται στην Κέρκυρα, η σατιρική σειρά «∆έκα µικροί Μήτσοι»

κ.λπ.) ή ακόµα και το θέατρο σκιών που παρουσιάζει φορείς αναγνωρίσιµων

γλωσσικών ιδιωµάτων (Ζερβού 1994: 119) και να συζητηθεί ακόµα και το θέµα του

στιγµατισµού ή όχι του ιδιωµατικού λόγου από περιοχή σε περιοχή. Τέλος µπορούν οι

µαθητές να µεταγράψουν το σενάριο, ως ένα βαθµό, ώστε οι διαλεκτόφωνοι ήρωες να

έχουν θετικά χαρακτηριστικά.

Επιπλέον, µπορούν να γίνουν συσχετισµοί µε τον τρόπο που παρουσιάζονται οι

διαλεκτόφωνοι ήρωες σε λογοτεχνικά κείµενα (βλ. 4.2.2.) και να συζητηθεί η επίδραση

που ασκεί η λογοτεχνική παραγωγή µιας περιοχής στην καταξίωση του ιδιώµατος. Για

παράδειγµα, η λογοτεχνική ανάπτυξη της Κρήτης ή των Επτανήσων φαίνεται να

επηρεάζει και τη διαµόρφωση των αντιλήψεων για τα συγκεκριµένα ιδιώµατα, ώστε η

χρήση τους να µην επιφέρει αρνητικές συνυποδηλώσεις. Αντίθετα, η µειωµένη

λογοτεχνική παραγωγή στη Θεσσαλία έχει ως αποτέλεσµα το στιγµατισµό του

ιδιώµατος και την υποτίµηση των οµιλητών του.

• ∆ιάλεκτοι στο θεατρικό παιχνίδι

Οι µαθητές είναι δυνατό να ενθαρρυνθούν να διερευνήσουν τη χρήση διαλέκτων

σε θεατρικό παιχνίδι. Ενδεικτικά προτείνεται η δραµατοποίηση των προαναφερθέντων

έργων ή και διαλογικών µερών από το έργο π.χ. του Παπαδιαµάντη που έχουν αρκετά

διαλεκτικά στοιχεία κ.λπ. Ιδιαίτερα δηµιουργική θα ήταν η παραγωγή ενός σεναρίου

από τους ίδιους τους µαθητές µε διαλεκτικά στοιχεία της περιοχής τους και η

παρουσίασή του στους συντοπίτες τους.

Page 196: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

191

4.3. Συµπεράσµατα

Η διδακτική αξιοποίηση των νεοελληνικών ιδιωµάτων αποτελεί αναγκαιότητα που

επιβάλλει τόσο η αρχή της ισοτιµίας των γλωσσικών συστηµάτων όσο και ο

δηµοκρατικός χαρακτήρας της σύγχρονης εκπαίδευσης. Στο κεφάλαιο αυτό

διατυπώθηκαν συγκεκριµένες διδακτικές προτάσεις για τη δευτεροβάθµια εκπαίδευση,

ώστε η γλώσσα να αντιµετωπίζεται στον εκπαιδευτικό χώρο ως ενιαίο σύστηµα µε

πολυµορφία, πλούτο και δυναµικό χαρακτήρα.

Αρχικά, η ιδανική λύση που προτάθηκε αφορά στον ανασχεδιασµό του

αναλυτικού προγράµµατος που θα προβλέπει τη συµπερίληψη των νεοελληνικών

ιδιωµάτων στο γλωσσικό µάθηµα ή τουλάχιστον την προσθήκη ενός βιβλίου αναφοράς

αφιερωµένου στη νεοελληνική διαλεκτική ποικιλία. Υποστηρίχθηκε ότι η µελέτη των

ιδιωµάτων µπορεί να αποτελέσει το υπόβαθρο και για την καλύτερη κατανόηση της

κοινής.

Η δεύτερη λύση περιορίστηκε στα δεδοµένα της υπάρχουσας εκπαιδευτικής

πραγµατικότητας και βασίστηκε στην αξιοποίηση της λογοτεχνίας, καθώς και άλλων

γνωστικών αντικειµένων σύµφωνα µε τη διαθεµατική προσέγγιση της γνώσης.

Άλλωστε, τα ίδια τα νεοελληνικά ιδιώµατα παρέχουν πλούσιο υλικό για ποικίλες

δραστηριότητες και συνδέσεις µε θέµατα ιστορικά και πολιτιστικά. Συγκεκριµένα,

προτάθηκε η εκπόνηση σχεδίων εργασίας, καθώς µέσα από την πολύπλευρη

αξιοποίηση της µορφής των λογοτεχνικών κειµένων και των δηµοτικών τραγουδιών, το

γλωσσικό παιχνίδι, τη δηµιουργία πολυτροπικών κειµένων, το σχολιασµό των

διαλεκτόφωνων ηρώων του κινηµατογράφου, αλλά ακόµα και τη δραµατοποίηση

διαλεκτικών κειµένων, οι µαθητές γνωρίζουν τον πλούτο και την απεραντοσύνη της

ελληνικής γλώσσας, τη συνδέουν µε τον πολιτισµό και ξεπερνούν τα γλωσσικά τους

στερεότυπα.

Η εφαρµογή αυτών των προτάσεων προαπαιτεί κατάλληλη ενηµέρωση των

εκπαιδευτικών φορέων και θετική στάση σε ζητήµατα γλωσσικής ποικιλότητας. Με

αυτόν τον τρόπο διευρύνεται η γνώση των µαθητών για τη γλώσσα τους,

αντιµετωπίζονται φαινόµενα γλωσσικού ρατσισµού και δηµιουργούνται οι

προϋποθέσεις για τη διατήρηση των νεοελληνικών ιδιωµάτων στην πάροδο του χρόνου.

Page 197: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

192

Κεφάλαιο 5: Συµπεράσµατα

Η σύντοµη εξέταση της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας στη σύγχρονη ελληνική

πραγµατικότητα οδήγησε στη διαπίστωση ότι η νεοελληνική διαλεκτολογία δεν έχει

ακόµα προσπελάσει ποικίλα προβλήµατα που αφορούν τόσο στο εύρος των

διαλεκτολογικών µελετών όσο και στον τρόπο διεξαγωγής τους. Μέχρι σήµερα οι

περισσότερες προσπάθειες δεν αντιµετωπίζουν τα ιδιώµατα ως ενιαία γλωσσικά

συστήµατα, αλλά είναι λεξιλογικά ή φωνολογικά προσανατολισµένες, µε αποτέλεσµα

να µην περιγράφονται ισότιµα όλα τα επίπεδα της γλώσσας. Παράλληλα, απουσιάζουν

οι µελέτες µε διαχρονικό χαρακτήρα, ώστε να παρουσιάζεται η διαχρονική πορεία του

διαλεκτικού λόγου κάθε περιοχής, αλλά και µελέτες σχετικές µε τη συγγένεια των

νεοελληνικών ιδιωµάτων, ώστε να συγκρίνονται διαλεκτικά φαινόµενα από περιοχή σε

περιοχή. Έτσι, η νεοελληνική διαλεκτολογική βιβλιογραφία απαρτίζεται κυρίως από

µεµονωµένες συγχρονικές µελέτες χωρίς σαφή περιγραφή του τρόπου διαξαγωγής τους

και χωρίς κοινωνιογλωσσολογικό προσανατολισµό, σε αντίθεση µε τις βασικές αρχές

της σύγχρονης διαλεκτολογίας.

Απ’ την άλλη πλευρά, απουσιάζουν σταθερά µεθοδολογικά κριτήρια για την

οριοθέτηση της διαλεκτικής ποικιλίας, µε αποτέλεσµα να µην υπάρχει ξεκάθαρη

ταξινόµηση των νεοελληνικών ιδιωµάτων, ενώ σηµαντική είναι και η έλλειψη

γλωσσογεωγραφικού άτλαντα στη χώρα µας. Σε αυτό συντελεί το γεγονός ότι το

ερευνητικό ενδιαφέρον εστιάζεται σε συγκεκριµένες περιοχές, κυρίως στη βόρεια και

νησιωτική Ελλάδα, µε αποτέλεσµα να µην έχουν ακόµα µελετηθεί αρκετές περιοχές µε

σηµαντική γλωσσική διαφοροποίηση από τη Νεοελληνική Κοινή. Όπως υποστηρίζεται

στη διατριβή αυτή, χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί ο ιδιωµατικός λόγος των

κατοίκων της επαρχίας Γορτυνίας στο νοµό Αρκαδίας, το οποίο στη βιβλιογραφία

αγνοείται ή ταυτίζεται µε τη Νεοελληνική Κοινή. Συγκεκριµένα, σε αντίθεση µε τα

συµπεράσµατα από τη συγκριτική µελέτη βασικών διαλεκτολογικών ερευνών στην

Ελλάδα, παρατηρήθηκε ότι το γορτυνιακό ιδίωµα παρουσιάζει αρκετές αναλογίες µε

άλλα νεοελληνικά ιδιώµατα, κυρίως µε τα επτανησιακά, αλλά και µε νησιωτικά και

βόρεια. Οι διαλεκτικές οµοιότητες ή διαφοροποιήσεις από τόπο σε τόπο εντάσσονται

στην έννοια της διατοπικότητας, ενός όρου που προτείνεται αναλογικά προς τον όρο της

διαχρονικότητας για την ολοκληρωµένη περιγραφή της γλώσσας µας.

Page 198: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

193

Οι παραπάνω παρατηρήσεις σε συνδυασµό µε τη ραγδαία υποχώρηση των

διαλεκτικών διαφορών που σηµειώνεται στη σύγχρονη εποχή, εξαιτίας του

αστικοποιηµένου τρόπου ζωής και της υπάρχουσας γλωσσικής ιδεολογίας που

αντιµετωπίζει τα ιδιώµατα ως κατώτερες µορφές λόγου, υπαγόρευσαν την

αναγκαιότητα ερευνητικής µελέτης και περιγραφής του γορτυνιακού ιδιώµατος και

καθόρισαν συγκεκριµένες µεθοδολογικές επιλογές. Έτσι, αρχικά πραγµατοποιήθηκε

επιτόπια έρευνα το 2007-2008 (έρευνα σε φαινοµενικό χρόνο), που κάλυψε το εύρος

της γεωγραφικής περιοχής µε τη συλλογή δεδοµένων από όλη την επαρχία της

Γορτυνίας. Στην έρευνα αυτή ακολουθήθηκαν οι αρχές της σύγχρονης διαλεκτολογίας

που συνδυάζουν γλωσσικές µε κοινωνικές µεταβλητές, ώστε εκτός από την περιγραφή

των χαρακτηριστικών του γορτυνιακού ιδιώµατος να διερευνηθεί και η

κοινωνιογλωσσική του κατάσταση. Γι’ αυτό το λόγο οι πληροφορητές της έρευνας

προήλθαν από τρεις ηλικιακές οµάδες και των δυο φύλων µε διαφορετικό κοινωνικο-

µορφωτικό επίπεδο. Στη συνέχεια, µελετήθηκαν συγκριτικά τα δεδοµένα της έρευνας

µε ερευνητικό υλικό από τις ίδιες περιοχές κατά τα πρώτα έτη της γλωσσικής

µεταρρύθµισης του 1976, το οποίο περιλαµβάνεται στο Αρχείο του Λαογραφικού

Σπουδαστηρίου του Πανεπιστηµίου Αθηνών, καθώς και δεδοµένα αντίστοιχης

περιορισµένης σε έκταση επιτόπιας έρευνας που διεξήχθη στην περιοχή κατά το έτος

1997-1998. Έχοντας στη διάθεσή µας το τριπλό αυτό ερευνητικό υλικό εξετάστηκαν

συγκριτικά γλωσσικές µορφές που ανήκουν σε διαφορετικές συγχρονίες (έρευνα σε

πραγµατικό χρόνο) και επαληθεύθηκαν οι ερευνητικές υποθέσεις βάσει του

φαινοµενικού χρόνου. Ο συνδυασµός αυτών µεθόδων και δεδοµένων αποτελεί

σηµαντικό διαφοροποιητικό στοιχείο της έρευνας αυτής από προηγούµενες

διαλεκτολογικές έρευνες στα ελληνικά ιδιώµατα, το οποίο επιτρέπει την εκτεταµένη

ανάλυση του γορτυνιακού ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα της γλώσσας.

Κατά τη συλλογή του γλωσσικού υλικού στην κύρια έρευνα, που

πραγµατοποιήθηκε σε συνθήκες ελεύθερης συζήτησης και κατευθυνόµενης

συνέντευξης, διαπιστώθηκε η σηµασία της κοινής καταγωγής ερευνήτριας και

ερευνωµένων για την εγκυρότητα της έρευνας. Χάρη στην εκ των προτέρων επαφή µε

το ιδίωµα µέσα από την άµεση παρατήρηση στη γλωσσική κοινότητα επιτεύχθηκε η

περιγραφή ακόµα και σπάνιων διαλεκτικών στοιχείων. Ταυτόχρονα, η γνώση των

περισσοτέρων µελών της κοινότητας εξασφάλισε την κατάλληλη επιλογή των

Page 199: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

194

πληροφορητών, αλλά και το κλίµα οικειότητας µε αυτούς, µε αποτέλεσµα τη

µεγαλύτερη παραγωγή αυθόρµητου λόγου και την αποφυγή της τυπικότητας και

αµηχανίας που συνοδεύουν τις γλωσσολογικές έρευνες µε οµιλητές.

Μάλιστα, στη διάρκεια συλλογής του γλωσσικού υλικού παρατηρήθηκε ότι

αυθόρµητο λόγο παρήγαγαν κυρίως άτοµα µεγάλης ηλικίας µε χαµηλό µορφωτικό

επίπεδο, που οµιλούν µε φυσικότητα και χωρίς να µετατοπίζονται από το διαλεκτικό

στον επίσηµο λόγο, τόσο σε συνθήκες ελεύθερης συζήτησης όσο και σε συνθήκες

συνέντευξης. Αντίθετα, τα άτοµα µε υψηλότερο µορφωτικό επίπεδο και στην

πλειονότητά τους τα άτοµα νεαρής ηλικίας προσπάθησαν να παραγάγουν πιο

προσεγµένο λόγο και έδειξαν να επηρεάζονται από την παρουσία του µαγνητοφώνου.

Οι τελευταίοι πληροφορητές σε συνθήκες ελεύθερης συζήτησης χρησιµοποίησαν

περισσότερα διαλεκτικά στοιχεία σε σύγκριση µε τις συνθήκες συνέντευξης.

Άρρηκτα συνδεδεµένο µε τη συλλογή και ανάλυση των δεδοµένων είναι το

ζήτηµα της µεταγλώσσας. ∆ιαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχει ένας κοινά καθορισµένος

τρόπος ανάλυσης των νεοελληνικών ιδιωµάτων και τα υπάρχοντα λεξικά δεν

επιτρέπουν τον έλεγχο των δεδοµένων σε σχέση µε τη Νεοελληνική Κοινή, αλλά

δηµιουργούν σύγχυση ως προς το χαρακτηρισµό των διαλεκτικών στοιχείων. Με βάση

τη µελέτη της σχετικής διαλεκτολογικής βιβλιογραφίας και το συνδυασµό της

παραδοσιακής µε τη δοµολειτουργική/επικοινωνιακή γραµµατική, προτάθηκε η πλήρης

ανάλυση του ιδιώµατος σε επίπεδο φωνολογικό, µορφολογικό, συντακτικό, υφολογικό

και λεξιλογικό-σηµασιολογικό. Τα διαλεκτικά φαινόµενα κατηγοριοποιήθηκαν σε

τάσεις και πραγµατώσεις, µε βάση τις κανονικότητες των διαλεκτικών φαινοµένων όπως

διαπιστώνονται σε συγκεκριµένα παραδείγµατα χρήσης του λόγου.

Η παραπάνω ανάλυση επιβεβαίωσε τη βασική υπόθεση ότι το γορτυνιακό

ιδίωµα αποτελεί ολοκληρωµένο γραµµατικό σύστηµα, που παρουσιάζει συστηµατικές

διαφοροποιήσεις από τη Νεοελληνική Κοινή σε όλα τα επίπεδα του λόγου. Η

κανονικότητα που χαρακτηρίζει το γορτυνιακό ιδίωµα κατέστη εµφανής και από την

πληθώρα των παραδειγµάτων που συνοδεύουν κάθε διαλεκτικό φαινόµενο. Συνεπώς, το

γορτυνιακό ιδίωµα πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να ενταχθεί στο πλαίσιο των

νεοελληνικών ιδιωµάτων.

Είναι αξιοσηµείωτο ότι η περιγραφή του γορτυνιακού ιδιώµατος βασίστηκε στο

λόγο κυρίως των ηλικιωµένων ατόµων µε χαµηλό κοινωνικοµορφωτικό επίπεδο. Αυτοί

Page 200: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

195

οι οµιλητές χαρακτηρίστηκαν επαρκείς, καθώς ο λόγος τους παρουσιάζει σε εύρος όλα

τα χαρακτηριστικά του ιδιώµατος σε όλα τα επίπεδα του λόγου. Το γεγονός ότι οι

επαρκείς οµιλητές είναι στην πλειονότητά τους αναλφάβητοι και αγνοούν βασικούς

µεταγλωσσικούς όρους (π.χ. τι είναι ρήµα) καταδεικνύει το συστηµατικό χαρακτήρα

όλων των γλωσσικών µορφών και την εγγενή δυνατότητα εκµάθησής τους. Η µόνη

συνειδητή εκφορά φάνηκε πως είναι ο τσιτακισµός, ένα φωνολογικό φαινόµενο που δεν

απαντά σε όλη τη Γορτυνία, µε αποτέλεσµα να είναι εµφανής η διαφοροποίηση στην

προφορά από τόπο σε τόπο. Είναι αξιοσηµείωτο ότι τα άτοµα αυτά χρησιµοποιούν µε

κανονικότητα όχι µόνο ιδιωµατικές καταλήξεις ή συντακτικές δοµές, αλλά και

υφολογικά σχήµατα (π.χ. σχήµα συνεκδοχής/µετωνυµίας) ή φωνολογικά φαινόµενα

ευφωνίας.

Ειδικότερα, όσον αφορά την κοινωνιογλωσσική εξέταση του γορτυνιακού

ιδιώµατος και το στάδιο εξέλιξής του, µελετήθηκαν οι παράγοντες της ηλικίας και του

κοινωνικοµορφωτικού επιπέδου. Έτσι, εκτός από τους επαρκείς οµιλητές που

προαναφέραµε, διακρίθηκαν άλλες δυο κατηγορίες, οι ενδιάµεσοι και οι τελικοί

οµιλητές. Ως ενδιάµεσοι οµιλητές θεωρήθηκαν αυτοί που στο λόγο τους απαντούν

διαλεκτικά στοιχεία σε όλα σχεδόν τα επίπεδα, τα οποία όµως εναλλάσσονται συχνά µε

αντίστοιχα της Νεοελληνικής Κοινής, ενώ παράλληλα παρατηρούνται φαινόµενα

υποχώρησης. Πρόκειται για άτοµα µε µέσο ή χαµηλό κοινωνικοµορφωτικό επίπεδο και

ηλικία από 30 ως 60 ετών. Στους τελικούς οµιλητές ανήκουν άτοµα νεαρής ηλικίας (ως

30 ετών) που διατηρούν µεµονωµένα φαινόµενα του γορτυνιακού ιδιώµατος (π.χ. την

κατάληξη του µεσοπαθητικού παρατατικού –σαντε, τον τύπο ήσαντε <ήταν>, και την

τάση τονισµού στην παραλήγουσα). Στο λόγο τους παρατηρήθηκαν σποραδικές

εµφανίσεις διαλεκτικών τύπων και δοµών χωρίς συστηµατικότητα και µε τάση

προσαρµογής στη Νεοελληνική Κοινή. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέχθηκαν όλοι οι

µαθητές δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, όπως προέκυψε από την εξειδικευµένη έρευνα

σε αυτούς.

Η διαπίστωση ότι η καθολική εικόνα του γορτυνιακού ιδιώµατος στηρίζεται σε

ηλικιωµένα αµόρφωτα άτοµα και ότι όσο µικραίνει η ηλικία και αυξάνεται το

µορφωτικοκοινωνικό επίπεδο τόσο υποχωρεί ο ιδιωµατικός λόγος αποκαλύπτει ότι οι

γεωγραφικές και κοινωνικές ποικιλίες σχετίζονται µεταξύ τους, µε αποτέλεσµα τη

βαθµιαία υποχώρηση του ιδιώµατος. Στα δεδοµένα διαπιστώθηκε ότι ο συσχετισµός

Page 201: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

196

µεταξύ του ιδιωµατικού λόγου και της κοινωνικής τάξης καθιστά το ιδίωµα δείκτη

ένταξης των ατόµων σε κατώτερη κοινωνική τάξη. Έτσι, όσο ανεβαίνουµε στην

κοινωνική κλίµακα τόσο ατονούν τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά των οµιλητών προς

όφελος της Νεοελληνικής Κοινής. Το γεγονός αυτό υποδεικνύεται και από τη

συγκριτική µελέτη του λόγου σε τρεις γενιές οµιλητών της ίδιας οικογένειας, µε την

οποία διαπιστώθηκε ο πρωταγωνιστικός ρόλος που διαδραµατίζει η µορφωτική και

κοινωνική κατάσταση του ατόµου στις γλωσσικές του επιλογές, διαλεκτικές ή µη,

ακόµα και µέσα στην ίδια οικογένεια. Έτσι, µέσα στο ίδιο οικογενειακό περιβάλλον

διακρίθηκαν επαρκείς οµιλητές µε χαµηλό µορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο,

ενδιάµεσοι οµιλητές µε µέσο κοινωνικοµορφωτικό επίπεδο και τελικοί οµιλητές µε

υψηλό κοινωνικοµορφωτικό επίπεδο. Εποµένως, ακόµα κι αν το περιβάλλον ανατροφής

ή διαµονής ενός ατόµου είναι διαλεκτόφωνο, το µορφωτικό του επίπεδο και η µετέπειτα

κοινωνική του κατάσταση είναι αυτά που καθορίζουν κυρίως το βαθµό χρήσης ή

απόρριψης του ιδιώµατος.

Στην κατηγορία των τελικών οµιλητών συµπεριλήφθηκαν, όπως

προαναφέρθηκε, οι µαθητές δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Έτσι, συµπληρωµατικά µε

τα δεδοµένα της κύριας έρευνας συλλέχθηκε ερευνητικό υλικό µε υποκείµενα τους

µαθητές που φοιτούσαν στα σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της Γορτυνίας κατά

το σχολικό έτος 2007-2008. Από την ανάλυση του γραπτού δείγµατος και του

προφορικού εντός και εκτός της σχολικής τάξης εντοπίστηκαν διαλεκτικά στοιχεία σε

όλα τα γλωσσικά επίπεδα, αλλά µε εµφανή την κυριαρχία του φωνολογικού και

µορφολογικού επιπέδου. Τα περισσότερα διαλεκτικά στοιχεία τα παρήγαγαν τα παιδιά

στον προφορικό λόγο εκτός τάξης και τα λιγότερα στον προφορικό λόγο κατά τη

διδακτική πράξη, γεγονός που µπορεί να αποδοθεί πρωτίστως στον παθητικό ρόλο των

µαθητών κατά τη διάρκεια του µαθήµατος, παρά τον υποτιθέµενο µαθητοκεντρικό

προσανατολισµό της σύγχρονης παιδαγωγικής. Ακόµα, είναι χαρακτηριστικό ότι

σχεδόν όλοι οι διαλεκτικοί τύποι που εντοπίστηκαν σε γραπτά ανήκαν σε µαθητές

Γυµνασίου και µάλιστα µε χαµηλό επίπεδο, όπως φανέρωνε η πυκνότητα και το είδος

των λαθών που περιείχαν τα γραπτά αυτά στη χρήση της γλώσσας.

∆ιαπιστώθηκε έτσι ότι όσο αυξάνονται τα χρόνια της σχολικής εκπαίδευσης και

τα παιδιά έρχονται σε συχνότερη και συστηµατικότερη επαφή µε τις συµβάσεις του

γραπτού λόγου, ελέγχοντας τις γλωσσικές επιλογές τους, τόσο περιορίζουν την

Page 202: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

197

εµφάνιση διαλεκτικών στοιχείων στο λόγο τους. Ήταν µάλιστα ενδεικτική η ποσοτική

διαφορά των διαλεκτικών εκφορών ανάµεσα στο Γυµνάσιο και στο Λύκειο. Ένα ακόµα

ενδιαφέρον συµπέρασµα που εξήχθη ήταν ότι τα διαλεκτικά στοιχεία εντοπίστηκαν

στον (προφορικό και γραπτό) λόγο µαθητών που προέρχονται από οικογενειακά

περιβάλλοντα µε χαµηλό κοινωνικοµορφωτικό επίπεδο και τις περισσότερες φορές

σηµειώνουν χαµηλή επίδοση στο σχολείο. Αντίθετα, ο λόγος των µαθητών, ακόµα και

των πρώτων τάξεων του Γυµνασίου, µε υψηλότερο κοινωνικό υπόβαθρο είναι

προσαρµοσµένος στη νόρµα. Αυτό συνάδει µε το προηγούµενο συµπέρασµα που

εξήχθη από τα δεδοµένα της επιτόπιας έρευνας και υποδεικνύει ότι βασική απειλή του

ιδιώµατος συνιστά η επίδραση της εκπαίδευσης και η συνακόλουθη γλωσσική

συνειδητοποίηση. Έτσι, όσο περισσότερο γίνονται αντιληπτές οι γλωσσικές επιλογές

τόσο λιγότερο χρησιµοποιείται το ιδίωµα.

Συνολικά, η συγχρονική θεώρηση της γλωσσικής συµπεριφοράς σε τρεις γενιές

οµιλητών µε διαφορετικά κοινωνικά χαρακτηριστικά και κυρίως η εξέταση του λόγου

των µαθητών οδηγεί στη διαπίστωση της εν εξελίξει γλωσσικής αλλαγής στην περιοχή

της Γορτυνίας, που ισοδυναµεί µε τη σταδιακή συρρίκνωση του γορτυνιακού ιδιώµατος

και καθιστά πιθανό το ενδεχόµενο εξάλειψής του.

Θεωρώντας ότι η πορεία µιας γλωσσικής µορφής προς τη διατήρηση, την

εξάλειψη ή την αναβίωσή της σχετίζεται άµεσα µε την εκπαιδευτική πολιτική που

ακολουθείται, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο τρόπος µε τον οποίο αντιµετωπίζεται η

χρήση του γορτυνιακού ιδιώµατος από την εκπαιδευτική κοινότητα. Έτσι,

πραγµατοποιήθηκε εκπαιδευτική έρευνα, στην οποία αναζητήθηκαν οι στάσεις

εκπαιδευτικών και µαθητών απέναντι στον ιδιωµατικό λόγο, ως µέρος της γενικότερης

αντίληψης για τη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία στη χώρα µας. Η συµβολή αυτή

εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της µελέτης για τη θέση των διαλέκτων στην

εκπαίδευση.

Οι κυριότερες έρευνες για τη σύνδεση των διαλέκτων µε τη σχολική επίδοση

των µαθητών, το ρόλο των στάσεων µέσα και έξω από την εκπαιδευτική κοινότητα, την

έννοια του κύρους στη γλωσσική διαφορά και τη συνακόλουθη ανισότητα στο χώρο της

εκπαίδευσης διαπιστώνουν ότι είναι κοινή η ταυτότητα του διαλεκτόφωνου µαθητή, ο

οποίος τυπικά προέρχεται από αγροτική οικογένεια µε χαµηλό κοινωνικό υπόβαθρο και

χαρακτηρίζεται από εκπαιδευτική µειονεξία. Σε όλες τις µελέτες προβάλλεται και η

Page 203: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

198

κοινωνική φύση του προβλήµατος, τονίζεται η αναγκαιότητα επίλυσής του στο πλαίσιο

της ισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών και υπογραµµίζεται ότι η εξέλιξη των

τοπικών ποικιλιών και ο ρόλος τους στο χώρο της εκπαίδευσης εξαρτάται από τις

στάσεις της κοινότητας και την ευαισθησία της εκάστοτε εκπαιδευτικής πολιτικής.

Προς την κατεύθυνση αυτή πολλοί ερευνητές έδειξαν ότι η υιοθέτηση προγραµµάτων

διαλεκτικής ενηµερότητας και διδιαλεκτισµού έχει θετικά αποτελέσµατα, ειδικά για τη

δευτεροβάθµια εκπαίδευση, όπου τα παιδιά έχουν την ηλικιακή ωριµότητα να

συνειδητοποιούν τις γλωσσικές επιλογές τους και την έννοια του κύρους που τις

συνοδεύει.

Παρόλα αυτά, το γεγονός ότι η συστηµατική ενασχόληση µε τη διαλεκτική

ποικιλία κατά τη σχολική αγωγή ήρθε στο ερευνητικό και παιδαγωγικό προσκήνιο

αρκετά όψιµα, έχει ως αποτέλεσµα όλες αυτές οι προσπάθειες να έχουν διερευνητικό

χαρακτήρα. Εξάλλου, σηµειώνονται σηµαντικές διαφοροποιήσεις από χώρα σε χώρα

τόσο ως προς τη γεωγραφική κατανοµή του διαλεκτικού λόγου όσο και ως προς το

βαθµό απόκλισής του από την επίσηµη γλώσσα του κράτους και έτσι είναι δύσκολο έως

αδύνατο να εφαρµοστεί µια ενιαία πολιτική σε ζητήµατα γεωγραφικής γλωσσικής

ποικιλίας. Κατά συνέπεια, η γλωσσική ιδιαιτερότητα κάθε χώρας επιβάλλει

συγκεκριµένες επιλογές, στο πλαίσιο όµως της κοινά αποδεκτής αρχής για ισοτιµία

όλων των γλωσσικών συστηµάτων και αναγνώριση της αξίας των τοπικών ποικιλιών.

Είναι αξιοσηµείωτο ότι δεν έχει ακόµα αντιµετωπιστεί επιτυχώς το ζήτηµα της

θέσης των διαλέκτων στην εκπαίδευση και δεν έχουν υιοθετηθεί συγκεκριµένες λύσεις

ακόµα και σε γλωσσικές κοινότητες µε κυρίαρχη την παρουσία της διαλέκτου. Ως προς

αυτό ενδεικτική είναι η περίπτωση της Κύπρου, όπου η κυπριακή διάλεκτος δεν έχει

επίσηµη θέση στο σχολείο και στιγµατίζεται ως γλώσσα χαµηλού κύρους. Οι σχετικές

ερευνητικές µελέτες τονίζουν το µεγάλο ποσοστό χρήσης της κυπριακής διαλέκτου

στον προφορικό και γραπτό λόγο των µαθητών, κυρίως όσων έχουν αγροτική

προέλευση, και θίγουν το ζήτηµα των αρνητικών στάσεων των εκπαιδευτικών, που

παίρνει τη µορφή όχι µόνο της αποθάρρυνσης των µαθητών όταν εκφράζονται στην

κυπριακή διάλεκτο, αλλά ακόµα και της συνειδητής αυτοδιόρθωσής τους. Για τους

λόγους αυτούς προτείνεται από πολλούς ερευνητές η συµπερίληψη της διαλέκτου µαζί

µε την πρότυπη στην επίσηµη εκπαίδευση, που µπορεί να έχει θετικές επιδράσεις στη

σχολική επίδοση όλων των µαθητών, αρκεί να ξεπεραστούν τα υπάρχοντα κοινωνικά

Page 204: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

199

στερεότυπα. Κατά συνέπεια, κρίνεται απαραίτητη η αναµόρφωση του εκπαιδευτικού

προγράµµατος στην Κύπρο, ώστε το γλωσσικό µάθηµα να περιλαµβάνει και την

κυπριακή γλωσσική ποικιλία.

Σε αντίθεση, στην Ελλάδα για το ζήτηµα αυτό δεν έχει ληφθεί η απαιτούµενη

εκπαιδευτική µέριµνα και το εκπαιδευτικό σύστηµα δεν έχει αντιµετωπίσει τη

γλωσσική και πολιτιστική ετερογένεια στη βάση του σεβασµού της µητρικής γλώσσας.

Το γεγονός αυτό υποδεικνύεται από τον έλεγχο των διδακτικών εγχειριδίων για το

µάθηµα της γλώσσας και από τη µελέτη της υπάρχουσας ελληνικής βιβλιογραφίας. Γι’

αυτό το λόγο, µελετήθηκε αρχικά η θέση που κατέχει η γεωγραφική γλωσσική ποικιλία

στα σχολικά εγχειρίδια της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης για τη διδασκαλία της

γλώσσας από τη γλωσσική µεταρρύθµιση του 1976 ως σήµερα. Συγκεκριµένα,

εξετάστηκε το περιεχόµενο όλων των εγχειριδίων που χρησιµοποιήθηκαν για τη

γλωσσική διδασκαλία µε βάση τις τρεις κύριες µεταρρυθµιστικές προσπάθειες της

τριακονταετούς αυτής περιόδου (1976, 1997-1999, 2002). Η µελέτη αυτή είναι

ιδιαίτερα σηµαντική, καθώς το σχολικό εγχειρίδιο στην ελληνική εκπαιδευτική

πραγµατικότητα δεν θεωρείται απλώς διδακτικό εργαλείο, αλλά αποτελεί αποκλειστικό

µέσο για τη διδασκαλία της γλώσσας.

Πιο αναλυτικά, ελέγχθηκε η θέση της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας στα

εγχειρίδια µε βάση τις παραµέτρους της ρητής διδασκαλίας, της επιλογής των κειµένων,

των διαλεκτικών στοιχείων και της αξιολόγησης. ∆ιαπιστώθηκε ότι ρητή διδασκαλία

αυτής της µορφής του λόγου δεν απαντά καθόλου στο Γυµνάσιο, παρά µόνο στην Α’

Λυκείου σε µια µικρή σε έκταση ενότητα. Επιπλέον, δεν υπάρχει συνειδητή επιλογή

κειµένων προς την κατεύθυνση αυτή και µάλιστα τα κειµενικά είδη που

περιλαµβάνονται στα πιο πρόσφατα διδακτικά εγχειρίδια είναι εντελώς προσαρµοσµένα

στη νόρµα. Τα διαλεκτικά στοιχεία που εντοπίζονται σε ορισµένα λογοτεχνικά κείµενα

αντιµετωπίζονται στη διδακτική πράξη ως άγνωστες λέξεις και παραµένουν

ανεκµετάλλευτα, καθώς δεν προβλέπεται η αξιοποίηση της συγκεκριµένης µορφής των

κειµένων. Χαρακτηριστική µάλιστα είναι και η σταδιακή µείωσή τους και η πλήρης

απουσία τους από το τελευταίο τεύχος και του Γυµνασίου και του Λυκείου. Αλλά και ο

τοµέας της αξιολόγησης, όπου οι µαθητές καλούνται να δηµιουργήσουν ελεύθερα

λαµβάνοντας υπόψη και τα βιώµατά τους, έχει ρυθµιστικό χαρακτήρα. Γενικά,

Page 205: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

200

οπουδήποτε προτείνεται συγκριτική εξέταση της γλώσσας αυτή αφορά στο χρόνο και

σε καµία περίπτωση στον τόπο.

Η παράλληλη µελέτη του θεωρητικού πλαισίου των αντίστοιχων Αναλυτικών

Προγραµµάτων έδειξε την εµφανή αντίφαση ανάµεσα στους στόχους των Αναλυτικών

Προγραµµάτων και στο περιεχόµενο των αντίστοιχων σχολικών εγχειριδίων. Έτσι,

όπως µαρτυρεί η τριαντάχρονη πορεία των σχολικών εγχειριδίων για τη γλωσσική

διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας στο Γυµνάσιο και το Λύκειο, η γεωγραφική

γλωσσική ποικιλία ως µορφή προφορικού λόγου παραµένει παραγκωνισµένη και

σταδιακά αποκλείεται. Και ενώ τα πιο πρόσφατα Αναλυτικά Προγράµµατα βασίζουν τη

στοχοθεσία τους στις σύγχρονες κοινωνιογλωσσολογικές θεωρίες για ισοτιµία και

αξιοποίηση όλων των µορφών της γλώσσας και εκδηµοκρατισµό της εκπαιδευτικής

διαδικασίας, τα αντίστοιχα βιβλία αγνοούν τις αρχές αυτές, µε αποτέλεσµα στα νεότερα

χρόνια όλο και λιγότερο να περιλαµβάνεται η διαλεκτική ποικιλία στα γλωσσικά

εγχειρίδια. Γενικά, ο σχεδιασµός όλων των γλωσσικών βιβλίων στο Γυµνάσιο και το

Λύκειο προϋποθέτει ότι οι µαθητές ξεκινούν από την ίδια αφετηρία και έχουν

οµοιόµορφη πορεία, ανεξάρτητα από το ιδιαίτερο γλωσσικό δυναµικό του καθενός.

Μπορεί εποµένως να διαπιστωθεί ότι το ελληνικό σχολείο διδάσκει

αποκλειστικά την επίσηµη και κωδικοποιηµένη µε ρύθµιση γραπτή µορφή της

γλώσσας, που αποτελεί αποκλειστικό µέσο διδασκαλίας και κύριο αντικείµενο του

γλωσσικού µαθήµατος, ενώ οποιαδήποτε άλλη ποικιλία θεωρείται απόκλιση ή

πρόβληµα. Σε αυτό το γενικό συµπέρασµα καταλήγει και η σχετική ελληνική

βιβλιογραφία για τη σχέση γλωσσικής ποικιλίας και σχολικής επίδοσης και για τις

προκαταλήψεις που επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Αν και τέτοιου είδους

ερευνητικές µελέτες στην Ελλάδα είναι περιορισµένες, καταλήγουν στην κοινή

διαπίστωση ότι οι διαλεκτόφωνοι µαθητές υφίστανται κοινωνική πίεση µε επιπτώσεις

στη σχολική και κοινωνική τους συµπεριφορά, λόγω της υποτίµησης όχι µόνο της

γλώσσας τους αλλά και των δυνατοτήτων τους από τους διδάσκοντες. Καταφέρνει,

δηλαδή, το σχολείο να δηµιουργεί αναστολές και ανασφάλειες, ενώ θα έπρεπε να

δηµιουργεί τις προϋποθέσεις, ώστε οι µαθητές να δέχονται τη γλωσσική του προσφορά

ως φυσιολογική διεύρυνση του γλωσσικού τους ορίζοντα. Άµεση συνέπεια των

προκαταλήψεων αυτών είναι η σταδιακή εξαφάνιση των νεοελληνικών ιδιωµάτων,

αλλά και η αποµάκρυνση από το σχολείο ικανών µαθητών, επειδή αρνούνται να

Page 206: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

201

αποβάλουν τη γλωσσική και κοινωνική τους ταυτότητα ή απλά επειδή δυσκολεύονται

να µάθουν την κοινή που διδάσκεται στο σχολείο.

Την κανονιστική διάσταση της γλώσσας (τι είναι σωστό και τι είναι λάθος από

άποψη µορφής) δεν συναντούν οι µαθητές για πρώτη φορά στο σχολείο, αλλά

εντοπίζεται ήδη στα στερεότυπα που χαρακτηρίζουν τους Νεοέλληνες απέναντι στη

χρήση των διαλέκτων και τον αντίκτυπο που έχουν στην εκπαιδευτική κοινότητα.

Γενικά η αντίληψη ότι µια γλωσσική µορφή είναι «καλύτερη», «ανώτερη»,

«καθαρότερη» κ.λπ. από άλλες έχει βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία, καθώς οι

περισσότερες µελέτες, που είναι µάλιστα προσανατολισµένες στην αξιολόγηση της

προφοράς, έχουν δείξει ότι η κοινή περιβάλλεται µε το κύρος της τυποποιηµένης

γλώσσας, ενώ η διάλεκτος αντιµετωπίζεται µε το γνωστό σύµπλεγµα των αρνητικών

αξιολογήσεων, π.χ. ως γλώσσα «των αγράµµατων», «χωριάτικα», «κατώτερη», «χωρίς

γραµµατική» κ.λπ. Επιπλέον, η πλειονότητα της ελληνικής κοινότητας φαίνεται πως

αγνοεί τη φύση και την αξία του νεοελληνικών ιδιωµάτων. Ειδικότερα, οι οµιλητές µιας

τοπικής ποικιλίας διακατέχονται από µειονεξία και φόβο για ειρωνική αντιµετώπισή

τους. Έτσι, ο στιγµατισµένος διαλεκτικός λόγος έξω από το φυσικό του περιβάλλον

αντιπαρατίθεται µε την κοινή και η πορεία της γλωσσικής αφοµοίωσης θα µπορούσε να

περιγραφεί ως µια προσπάθεια απαλλαγής από το λόγο αυτόν.

Στα συµπεράσµατα αυτά οδηγεί η σχετική έρευνα της παρούσας διατριβής στα

σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της Γορτυνίας κατά το σχολικό έτος 2007-2008,

µε τη χρήση ερωτηµατολογίων. Η έρευνα στις στάσεις όχι µόνο των εκπαιδευτικών,

αλλά και των ίδιων των µαθητών που κατοικούν σε µια διαλεκτόφωνη περιοχή, και

µάλιστα ως συνέχεια προηγούµενης έρευνας για το βαθµό χρήσης του ιδιώµατος από

τους ίδιους, αποτελεί πρωτότυπη συµβολή της διατριβής στην ελληνική βιβλιογραφία.

Από τα αποτελέσµατα της έρευνας προκύπτει ότι οι εκπαιδευτικοί αγνοούν εν πολλοίς

την έννοια και το ρόλο της γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλότητας. Στην πλειονότητά

τους έχουν στερεότυπες αντιλήψεις για τη σωστή και τη λανθασµένη χρήση της

γλώσσας και ταυτίζουν συνήθως το ιδίωµα µε το λεξιλογικό επίπεδο, χωρίς αναφορά

στη συστηµατικότητα που χαρακτηρίζει το διαλεκτικό λόγο. Γενικά παραδέχονται την

κυρίαρχη θέση που κατέχει το γορτυνιακό ιδίωµα στον προφορικό κυρίως, αλλά και

στο γραπτό, λόγο των µαθητών και πιστεύουν ότι η χρήση του χαρακτηρίζει τους

µαθητές µε χαµηλή σχολική επίδοση και κατώτερο κοινωνικοµορφωτικό οικογενειακό

Page 207: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

202

υπόβαθρο. Η απάντηση αυτή συνάδει µε τα αποτελέσµατα της προγενέστερης έρευνας

για τη χρήση του γορτυνιακού ιδιώµατος από τους µαθητές και επιβεβαιώνει την

ταυτότητα του διαλεκτόφωνου µαθητή.

Στις απαντήσεις των εκπαιδευτικών σηµειώθηκαν αρκετές αντιφάσεις, που είναι

ενδεικτικές της σύγχυσης που επικρατεί για τον τρόπο αντιµετώπισης της γλωσσικής

ποικιλότητας στη σχολική πράξη. Ιδιαίτερα σηµαντικό είναι το γεγονός ότι οι

καθηγητές που έχουν µεγαλώσει σε αστικό κέντρο βρέθηκαν πιο θετικά διακείµενοι

απέναντι στην τοπική ποικιλία σε σχέση µε αυτούς που ζουν στην επαρχία. Ένα ακόµα

αξιόλογο συµπέρασµα ήταν ότι οι περισσότεροι καθηγητές φάνηκαν πως

αντιµετωπίζουν τη χρήση της γλώσσας ως µέρος της φιλολογικής επιστήµης µόνο και

όχι ως µέσο επικοινωνίας µε τους µαθητές.

Στο δεύτερο σκέλος της έρευνας εξετάστηκαν οι γλωσσικές στάσεις των

µαθητών που φοιτούσαν στα σχολεία δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης της Γορτυνίας κατά

το ίδιο σχολικό έτος. Τα ευρήµατα βασίστηκαν στη χρήση πρωτότυπου

ερωτηµατολογίου, που περιλάµβανε ένα κείµενο γραµµένο στο γορτυνιακό ιδίωµα και

την αντίστοιχη απόδοσή του στη Νεοελληνική Κοινή. Από τις απαντήσεις που δόθηκαν

επαληθεύτηκαν οι αρχικές υποθέσεις ότι οι µαθητές αυτής της ηλικίας καταλαβαίνουν

ότι διαφέρει το κύρος που έχει κάθε γλωσσική επιλογή και αντιµετωπίζουν αρνητικά τη

γεωγραφική γλωσσική ποικιλία. Στη συνείδησή τους η χρήση του ιδιώµατος αποτελεί

χαρακτηριστικό των ατόµων µεγάλης ηλικίας, απολίτιστων και αµόρφωτων. Μάλιστα,

οι χαρακτηρισµοί που αποδόθηκαν για τη γλώσσα κάθε κειµένου βασίζονται στο

διπολικό σχήµα: σωστό-λάθος, σύγχρονο-παλιό, πολιτισµένο-απολίτιστο, κανονικό-

βλάχικο.

Ανάµεσα στα άλλα διαπιστώθηκε όχι µονάχα σύγχυση για το τι είναι διαλεκτικό

και τι όχι, αλλά και άγνοια σε βασικά γλωσσικά ζητήµατα. Ιδιαίτερα εµφανής ήταν η

τάση απόρριψης του ιδιώµατος, κυρίως για λόγους κοινωνικής αποδοχής. Εντύπωση,

µάλιστα, προκαλεί το γεγονός ότι τα περισσότερα παιδιά (κάτοικοι χωριού) που

απέρριψαν το ιδίωµα θεώρησαν ότι ο οµιλητής του κειµένου στη Νεοελληνική Κοινή

είναι κάτοικος πόλης και όχι χωριού. Γενικά οι αντιφάσεις που προέκυψαν και συχνά η

απόλυτα αρνητική στάση των παιδιών, ιδίως των κοριτσιών, που δήλωναν ότι δεν

χρησιµοποιούν ποτέ ούτε έναν ιδιωµατικό τύπο, ενώ διαπιστώθηκε ότι όντως

χρησιµοποιούν, είναι χαρακτηριστικά της προκατάληψης απέναντι στην τοπική

Page 208: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

203

ποικιλία. Ανάµεσα στα άλλα, έµµεσα η χρήση του ιδιώµατος θεωρήθηκε ως πιο

αυθεντικός και βιωµατικός τρόπος έκφρασης, αφού, παρά τους χαρακτηρισµούς που

αποδόθηκαν στον οµιλητή του κειµένου της κοινής ότι «µιλάει πιο κοµψά, µε

σαφήνεια» κ.λπ., ο οµιλητής του κειµένου στο γορτυνιακό ιδίωµα πιστεύεται ότι βιώνει

τις καταστάσεις που περιγράφει σε αντίθεση µε τον άλλο.

Συνοψίζοντας, σύµφωνα µε τα ερευνητικά και βιβλιογραφικά δεδοµένα, η

γεωγραφική γλωσσική ποικιλία του γορτυνιακού ιδιώµατος ακολουθεί φθίνουσα πορεία

στη σύγχρονη γλωσσική πραγµατικότητα. Η σύγκριση των δεδοµένων του διαλεκτικού

λόγου που παρήγαγαν οι επαρκείς και οι τελικοί οµιλητές, αλλά και οι στάσεις της

εκπαιδευτικής κοινότητας της Γορτυνίας απέναντι στο ιδίωµα υπέδειξαν την κυριαρχία

της Νεοελληνικής Κοινής και ταυτόχρονα την άγνοια σε ζητήµατα γλωσσικής

ποικιλότητας, καθώς και την προκατάληψη που υπάρχει απέναντι σε αυτά. Τα

αποτελέσµατα αυτά προσδιόρισαν σαφέστερα το στόχο της παρούσας έρευνας, που δεν

είναι µόνο η περιγραφή του γορτυνιακού ιδιώµατος και η παρουσίαση της εξελικτικής

του πορείας, αλλά και η εκµετάλλευση των ευρηµάτων της έρευνας υπέρ της

κοινότητας, µέσα από συγκεκριµένες προτάσεις για τη διδακτική αξιοποίηση και

συνεπώς διάσωση της διαλεκτικής ποικιλίας στην περιοχή αυτή και στο σύνολο του

ελληνικού χώρου.

Έτσι, προτάθηκε η τροποποίηση της γλωσσικής διδασκαλίας στη

δευτεροβάθµια εκπαίδευση, ώστε να συµπεριληφθεί ο πλούτος των γλωσσικών µορφών

και να αναδειχθεί ο δυναµικός χαρακτήρας της γλώσσας µας σε επίπεδο τόσο

διαχρονικό όσο και διατοπικό. Οι προτάσεις µας έχουν διττό προσανατολισµό: αφενός

έχουν άµεση εφαρµογή στο πλαίσιο του υπάρχοντος εκπαιδευτικού συστήµατος και

αφετέρου προωθούν την προοπτική αναθεώρησής του. Βασική παραδοχή για την

ανάπτυξη των προτάσεων αυτών είναι η ισοτιµία των γλωσσικών συστηµάτων και η

αναγκαιότητα µελέτης τους για τη διαµόρφωση ολοκληρωµένης εικόνας για τη

γλώσσα. Παράλληλα, απαραίτητη προϋπόθεση θεωρήθηκε η κατάλληλη ενηµέρωση

και κατάρτιση των εκπαιδευτικών όλων των βαθµίδων σε ζητήµατα γλωσσικής

ποικιλότητας, ώστε να καλλιεργηθεί ο σεβασµός απέναντι στα διαλεκτόφωνα άτοµα και

να εξασφαλιστεί στη σχολική πράξη κλίµα εµπιστοσύνης, δηµοκρατικό και ευχάριστο.

Επίσης, τονίστηκε ότι η διεξαγωγή ερευνών συµβάλλει στην ανάπτυξη θετικών

στάσεων απέναντι στον ιδιωµατικό λόγο, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει τη συλλογή

Page 209: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

204

γλωσσικού υλικού κατάλληλου για τη διδακτική πράξη στο πλαίσιο της επικοινωνιακής

γλωσσικής διδασκαλίας. Σε αυτό το σηµείο µπορεί να λειτουργήσει υποδειγµατικά η

παρούσα έρευνα για το γορτυνιακό ιδίωµα.

Η αρχική πρόταση αναφέρεται στον ανασχεδιασµό του γλωσσικού µαθήµατος,

ώστε η διαλεκτική ποικιλία να έχει πρακτική εφαρµογή ιδιαίτερα στις διαλεκτόφωνες

περιοχές, αποτελώντας ουσιαστικό µέρος του γλωσσικού µαθήµατος. Ένα τέτοιο

πρόγραµµα σπουδών βασίζεται στη έννοια της γλωσσικής επίγνωσης, δηλαδή στη

συνειδητή κατανόηση της φύσης της γλώσσας και του ρόλου της στη ζωή των

ανθρώπων. Εποµένως, ένα µάθηµα γλωσσικής επίγνωσης µπορεί να εξετάζει τη

φυσικότητα της διαλεκτικής διαφοροποίησης και να αντιµετωπίζει τα γνωστά

στερεότυπα για τις διαλέκτους. Για το σκοπό αυτό προτάθηκε η χρήση της επαγωγικής

µεθόδου, λ.χ. να ακούσουν οι µαθητές αντιπροσωπευτικά δείγµατα οµιλίας από

ποικιλίες της επαρχίας για να τις διαφοροποιήσουν µεταξύ τους και για να

αναγνωρίσουν τη διαφορά ανάµεσα στην πρότυπη και τη διαλεκτική ποικιλία. Επίσης,

οι µαθητές µπορούν να εξετάσουν ορισµένα διαλεκτικά χαρακτηριστικά της δικής τους

ποικιλίας όταν συγκρίνεται µε άλλες, ώστε να αντιληφθούν ότι στην πραγµατικότητα

όλοι µιλούν µια διάλεκτο. Μάλιστα, αυτό που έχει ιδιαίτερη σηµασία στο σχεδιασµό

ενός τέτοιου γλωσσικού µαθήµατος είναι τα παιδιά να αναλάβουν πρωταγωνιστικό

ρόλο, αξιοποιώντας δηµιουργικά την τοπική κοινότητα στην οποία ανήκουν. Με αυτό

το σκεπτικό αναφέρθηκαν ποικίλες δραστηριότητες, στις οποίες οι µαθητές γίνονται

ερευνητές που αντιµετωπίζουν τη γλωσσική ιδιαιτερότητα της κοινότητάς τους ως πηγή

γνώσης και µέσο κατανόησης της κοινής.

Καθώς η παραπάνω πρόταση έχει µακροπρόθεσµη εφαρµογή, προϋποθέτοντας

τη ριζική αναµόρφωση του Αναλυτικού Προγράµµατος στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο

για τη διδασκαλία της γλώσσας, προτάθηκε συµπληρωµατικά η σύνταξη διδακτικού

εγχειριδίου βασισµένου στην παραπάνω στοχοθεσία, που θα χρησιµοποιείται

παράλληλα µε τα βιβλία που διδάσκονται σήµερα και θα περιλαµβάνει µια διατοπική

γραµµατική της νεοελληνικής γλώσσας µε ποικίλα διαλεκτικά κείµενα από όλες τις

περιοχές της Ελλάδας. Αυτό το γλωσσικό υλικό, συνοδευόµενο από δραστηριότητες

που συνδέουν τους µαθητές µε την τοπική κοινότητα, µπορεί να διευκολύνει τη

διδασκαλία της γλωσσικής πολυµορφίας και να αποκαταστήσει τη θέση των διαλέκτων

στη σύγχρονη γλωσσική πραγµατικότητα. Ένα τέτοιο διδακτικό εγχειρίδιο έχει

Page 210: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

205

λειτουργικό ρόλο στα επαρχιακά σχολεία, όπου οι µαθητές µπορούν στην πράξη να

εφαρµόσουν ποικίλες δραστηριότητες και να συµβάλουν στη διατήρηση της γλωσσικής

τους ποικιλίας. Ταυτόχρονα, µπορεί να αξιοποιηθεί θεωρητικά στα αστικά σχολεία

διαφωτίζοντας τους µαθητές σε θέµατα γλωσσικής ποικιλότητας, µέσα από την

ανάλυση κυρίως των διαλεκτικών κειµένων.

Στη βάση της κειµενοκεντρικής αντίληψης για τη γλωσσική διδασκαλία

βασίστηκε και η δεύτερη εκπαιδευτική πρόταση που αφορά στην αξιοποίηση της

µορφής των λογοτεχνικών κειµένων. Η εκµετάλλευση του διαλεκτικού πλούτου από

καταξιωµένους λογοτέχνες προσδίδει κύρος στη γεωγραφική γλωσσική ποικιλία και

µπορεί να συµβάλει στην άρση των σχετικών προκαταλήψεων µέσα από το γόνιµο

διάλογο εκπαιδευτικών και µαθητών. Με αυτό τον τρόπο τα διαλεκτικά στοιχεία

αντιµετωπίζονται ως καθοριστικά της µορφής του κειµένου και δηλωτικά της ιδιαίτερης

ταυτότητάς του και όχι ως γλωσσικά εµπόδια που πρέπει να προσπελαστούν για να

γίνει κατανοητό το περιεχόµενο του διδασκοµένου κειµένου.

Τέλος, υποστηρίχθηκε ότι η εκµετάλλευση του πλούτου των διαλέκτων µπορεί

να γίνεται κατά τη διάρκεια του µαθήµατος στο πλαίσιο της διαθεµατικής προσέγγισης

της γνώσης, µε την εµπλοκή και άλλων γνωστικών αντικειµένων. Σχετικές εφαρµογές

µπορούν να αποτελέσουν η εκπόνηση σχεδίων εργασίας, µε στόχο τη διεύρυνση του

γνωστικού και γλωσσικού πλούτου των µαθητών και την ευαισθητοποίησή τους σε

θέµατα γλώσσας και πολιτισµού, το γλωσσικό παιχνίδι µε την υλοποίηση γλωσσικών

ασκήσεων για την κατανόηση του διαχρονικού και διατοπικού χαρακτήρα της γλώσσας

µας και η πολύπλευρη αξιοποίηση της γλώσσας των δηµοτικών τραγουδιών από

διάφορα µέρη της Ελλάδας, µεταξύ άλλων.

Η παρούσα διδακτορική διατριβή αποτελεί συµβολή στη νεοελληνική

διαλεκτολογία, στην κοινωνιογλωσσολογία και στη διδακτική του γλωσσικού

µαθήµατος στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο. Βασικό συµπέρασµα αποτελεί η

αναγκαιότητα διάσωσης των νεοελληνικών ιδιωµάτων και άρσης των σχετικών

γλωσσικών στερεοτύπων µέσω της βελτίωσης της διδακτικής του γλωσσικού

µαθήµατος της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης.

Page 211: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

206

Βιβλιογραφία

Αγγελάκος, Κ. (1998). Από την Έκθεση Ιδεών στην Έκφραση-΄Εκθεση.

Προβληµατισµοί για τη διδασκαλία και την αξιολόγηση του µαθήµατος στο

Λύκειο. Νέα Παιδεία 85, 121-129.

Αγγελάκος, Κ. (2006). Τα νέα εγχειρίδια γλωσσικής διδασκαλίας στο Γυµνάσιο. Νέα

Παιδεία 117, 25-28.

Adger, C. T. (1998). Register shifting with dialectal resources in instructional discourse.

Στο S. Hoyle & C. T. Adger (επιµ.) Kids Talk: Strategic Language Use in

Later Childhood. New York: Oxford University Press, 151-169.

Αθανασίου, Λ. (1996). Γλώσσα-Γλωσσική επικοινωνία και διδασκαλία στην

πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια εκπαίδευση. Ιωάννινα: χ.ε.

Αθανασόπουλος, Ε., Κοκκινάκη, Ε., Μπίστα, Π. (2006). Ιστορία Νεοελληνικής

Λογοτεχνίας Α΄, Β΄, Γ΄ Γυµνασίου. Αθήνα: ΟΕ∆Β.

Αλεξάκης, Ν. (2005). Παρατηρήσεις στη φωνητική, τη µορφολογία και τη σύνταξη του

κερκυραϊκού ιδιώµατος. Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 25ης

ετήσιας συνάντησης του Τοµέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του

Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, 7-9 Μαΐου 2004, 19-30.

Ammon, U. (1989). Aspects of dialect and school in the Federal Republic of Germany.

Στο J. Cheshire, V. Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect

and Education: Some European Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters,

113-137.

Anagnostopoulos, G. (1926). Tsakonische Grammatik. Βerlin: Urania

Ανδριώτης, Ν. (1948). Το γλωσσικό ιδίωµα των Φαράσων. Αθήνα: Ίκαρος

Ανδριώτης, Ν. (1974). Lexikon der Archaismen in neugriechischen Dialekten. Wien:

Sterreichiche Akademie der Wissenschaften.

Ανδριώτης, Ν. (1989). Το γλωσσικό ιδίωµα του Μελενίκου. Θεσσαλονίκη: Εταιρεία

Μακεδονικών Σπουδών.

Αντωνίου-Κρητικού, Ι. (2002). Γλωσσικές κοινωνικές αποκλίσεις. Φιλόλογος 107, 85-

93.

Αποστολίδου, Β. & Χοντολίδου, Ε. (επιµ.) (2002). Λογοτεχνία και εκπαίδευση. Αθήνα:

Τυπωθήτω.

Page 212: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

207

Αργυροπούλου, Χ. (2003). Εκπαιδευτικό σύστηµα και σχολικό βιβλίο στην Ελλάδα. Η

λέσχη των εκπαιδευτικών 31, 28-30.

Αργυροπούλου, Χ. (2006). Τα χαρακτηριστικά των νέων σχολικών βιβλίων Γυµνασίου.

Νέα Παιδεία 117, 15-24.

Αρχάκης, Α.(2000). Ο προφορικός λόγος στα µαθητικά γραπτά. Γλώσσα 51, 24-44.

Αρχάκης, Α. (2005). Γλωσσική διδασκαλία και σύσταση των κειµένων. Αθήνα: Πατάκης

Αρχάκης, Α.& Κονδύλη, Μ. (2002). Εισαγωγή σε ζητήµατα Κοινωνιογλωσσολογίας.

Αθήνα: Νήσος.

Αρχάκης, Α., Παπαζαχαρίου, ∆. & Ιορδανίδου, Α. (2001). Στοιχεία προφορικότητας σε

µαθητικά γραπτά: µια κοινωνιογλωσσολογική προσέγγιση. Μελέτες για την

Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 21ης

ετήσιας συνάντησης του τοµέα

γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου

Θεσσαλονίκης, 12-14 Mαΐου 2000, 69-80.

Βέργη, Σ. (1996). Η έννοια της ισχυρής (ή ασθενούς) γλώσσας µέσα από µια ολιστική

γλωσσολογική προσέγγιση. Στο Α.- Φ. Χριστίδης & Θ. Παυλίδου (επιµ.)

Ισχυρές και Ασθενείς γλώσσες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού

ηγεµονισµού. Πρακτικά Ηµερίδας, 25 Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο

Ελληνικής Γλώσσας, 35-42.

Bernstein, B. (1971-1975). Class, Codes and Control. London: Routledge and Kegan

Paul.

Blake, R.& Culter, C. (2003). AAE and variation in teachers' attitudes: Α question of

school philosophy. Linguistics and Education 14, 163-194

Blanchet, P. & Armstrong, N. (2006). The sociolinguistic situation of contemporary

dialects of French in France today: An overview of recent contributions on the

dialectalisation of Standard French. French Language Studies 16, 251-275.

Βόντσα, Β. (2003). Το γλωσσικό µάθηµα και οι τοπικές διάλεκτοι. Φιλολογική 84, 52-

54.

Bourhis, R. (1997). Language policies and language attitudes. Στο N. Coupland & A.

Jaworski (επιµ.) Sociolinguistics. A Reader and Coursebook. London:

Palgrave, 306-322.

Βρυζίδης, ∆., Γιαννακόπουλος, Π., Γιαννόπουλος, Γ., Γκολέτσος, Ε., Γρηγοριάδης, Ν.,

∆ηµακόπουλος, Ν., Κολίτσης, Α., Κούσουλας, Λ., Κοντόπουλος, Γ.,

Page 213: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

208

Λεωντσίνης, Γ., Μηλιώνης, Χ., Μπαλάσκας, Κ., Οικονόµου, Γ., Παγανός, Γ.,

Παναγιώτου, Π., Πλάκας, ∆., Πλησής, Κ., Ρηγόπουλος, Γ., Σαµαρά, Μ.,

Σκλαβενίτης, ∆., Στασινοπούλου, Α., Στέφος, Α. (1987). Η άποψη φιλολόγων

σχολικών συµβούλων για τη γλώσσα στο Γυµνάσιο. Λόγος και Πράξη 32, 9-

10.

Bull, T. (1990). Teaching school beginners to read and write in the vernacular. Στο E.

H. Jahr & O. Lorentz (επιµ.) Troms Linguistics in the Eighties. Oslo: Novus

Press, 69-84.

Canale, M. & Swain, M. (1980). Theoretical bases of communicative approaches to

second language teaching and testing. Applied Linguistics, 1, 1-47.

Γατανάς, Γ. (1993). Από το γλωσσικό ιδίωµα της Βολισσού. Χίος: χ.ε.

Γατσωτής, Π. (1997). Τα παιδιά της Αµοργού. Φιλολογική 60, 29-38.

Γεωργακοπούλου, Α. & Γούτσος, ∆. (1999). Κείµενο και επικοινωνία. Αθήνα:

Ελληνικά Γράµµατα.

Γεωργακοπούλου, Α. & Γούτσος, ∆. (2001). Εφαρµοσµένη ανάλυση λόγου στα

ελληνικά: Από τη θεωρία στην πράξη. Πρακτικά 4ου ∆ιεθνούς Συνεδρίου

Ελληνικής Γλώσσολογίας. 17-19 Σεπτεµβρίου 1999 Λευκωσία. Θεσσαλονίκη:

University Studio Press, 551-557.

Γεωργίου, Χ. (1962). Το γλωσσικό ιδίωµα Γέρµα Καστοριάς. Θεσσαλονίκη: Εταιρεία

Μακεδονικών Σπουδών.

Γεωργίου, Χ. (2001). Γλώσσα και σχολική επίδοση. Ανοιχτό σχολείο 79, 24-25.

Chambers, J. K. & Trudgill, P. (1998). Dialectology. 2η έκδοση, Cambridge: Cambridge

University Press.

Cheshire, J. (1982α). Variation in an English Dialect. Cambridge: Cambridge

University Press.

Cheshire, J. (1982β). Dialect features and linguistic conflict in schools, Education

Review 34, 53-67.

Cheshire, J. (2005). Sociolinguistic and mother tongue education. Στο U. Ammon, N.

Dittmar, K. Mattheier & P. Trudgill (επιµ.) Sociolinguistics. 2η έκδοση, Berlin:

Mouton de Cruyter, 2341-2350.

Cheshire J. & Edwards V. (2003). Γνώση σχετικά µε τη γλώσσα στα βρετανικά

σχολεία: Τα παιδιά ως ερευνητές. Στο A. Egan- Robertson & D. Bloome

Page 214: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

209

(επιµ.) Γλώσσα και Πολιτισµός. Οι µαθητές/-τριες ως ερευνητές/-τριες (Μτφρ.

Μ. Καραλή). Αθήνα: Μεταίχµιο, 267-298.

Cheshire, J., Edwards, V., Münstermann, H. & Weltens, B. (1989). Dialect and

education in Europe: A general perspective. Στο J. Cheshire, V. Edwards, H.

Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and Education: Some European

Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 1-10.

Cheshire, J. & Trudgill, P. (1989). Dialect and education in the United Kingdom. Στο J.

Cheshire, V. Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and

Education: Some European Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 94-

109.

Christian, D. (1997). Vernacular Dialects in U. S. Schools. ∆ιαθέσιµο στην ηλεκτρονική

διεύθυνση: http//: www.ericdigest.org.

Γιαννιτάκη, Ε. (2003). Το τοπικό ιδίωµα της περιοχής της Καρδίτσας. Αθήνα: χ.ε.

Γκενάκου, Ζ. (2004). Η ελληνική γλώσσα, το παιδί και ο λαϊκός πολιτισµός. Αθήνα:

Πατάκης.

Γκότοβος, Α. (1991). Παράδοση και γλώσσα στο σχολείο. Προβλήµατα νοµιµότητας των

γλωσσικών µεταρρυθµίσεων στη νεοελληνική εκπαίδευση. Αθήνα: ∆ωδώνη.

Γκότοβος, Α. (1999). Η διδασκαλία του γλωσσικού µαθήµατος στη Β/θµια Εκπαίδευση:

δείκτες συνέχειας και µεταβολής. Γλωσσικός Υπολογιστής 1, 59-60.

Contosopoulos, N. (1983/84). La Gréce du τι et la Gréce du είντα. Γλωσσολογία 2-3,

149-162.

Corson, D. (1993). Language, Minority Education and Gender: Linking Social Justice

and Power. Clevedon: Multilingual Matters.

Courts, P. (1997). Multicultural Literacies Dialect, Discourse and Diversity. Bern: Peter

Lang.

Γρηγοριάδης, Ν. (1991). Η γλωσσική διδασκαλία στο Λύκειο. Γλώσσα 26, 33-39.

Γρίβα, Ε. (2001). Η κοινωνική και ταξική διάσταση της γλώσσας και ο ρόλος της στη

σχολική επίδοση. Σύγχρονη Εκπαίδευση 120-121, 60-68.

Cross, J., DeVaney, T. & Gerald J. (2001). Pre-service teacher attitudes toward differing

dialects. Linguistics and Education 12, 211-227.

Crystal, D. (2000). Language Death. Cambridge: Cambridge University Press.

Page 215: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

210

Γώγου-Κρητικού, Λ. (2000). Η τοπική προσέγγιση στην κοινωνιολογία της εκπαίδευση.

Νέα Παιδεία 93, 27-42.

∆ανιήλ, Α. (1997). Γλωσσική µεταρρύθµιση και Νέα Παιδεία. Νέα Παιδεία 81, 57-61.

Dawkins, R. (1916). Modern Greek in Asia Minor. Cambridge: University Press.

∆ελβερούδη, Ρ. (2000). Η γλωσσική ποικιλότητα και η διαµόρφωση της νεοελληνικής

εθνικής γλώσσας. Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιµ.) Η ελληνική γλώσσα και οι

διάλεκτοί της. Αθήνα: ΥΠ.Ε.Π.Θ, 49-57.

∆έφνερ, Μ. (1923). Λεξικόν της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: Εστία.

∆ηµητράκος, Γ. (1985). Γλωσσικό µάθηµα και γλωσσική αγωγή στη ∆ευτεροβάθµια

Εκπαίδευση. Γλώσσα 8, 38-48.

∆ιάµεσης, Κ. (2004). ∆υο γενιές σχολικών εγχειριδίων για το µάθηµα της Γλώσσας στο

Γυµνάσιο από το 1982 µέχρι σήµερα. Γλώσσα 58, 73-79.

Dittmar, N. (1976). Sociolinguistics. A Critical Survey of Theory and Application.

London: Edward Arnold.

Dittmar N. & Shlobinski P. (1988). Convergence, discourse and variation. Στο P. Auer

& A. di Luzio (επιµ.) Variation and Convergence. Studies in Social

Dialectology. Berlin/ New York: Walter de Gruyter, 157-170.

Dorian, N. (1973). Grammatical change in a dying dialect. Language 49, 413-438.

Dorian, N. (1980). Language shift in community and individual: the phenomenon of the

laggard semi-speaker. International Journal of the Sociology of Language 25,

85-94.

∆ούγα-Παπαδοπούλου Ε. & Τζιτζιλής, Χ. (2006). Το γλωσσικό ιδίωµα της ορεινής

Πιερίας: Λεξιλόγιο-παραγωγικό. Θεσσαλονίκη: Εταιρεία Μακεδονικών

Σπουδών.

∆ώριζας, Γ. (1973). Το γλωσσικό ιδίωµα της Τήνου µε λέξεις και φράσεις. Αθήνα:

Εκδόσεις Τήνος.

Ελληνικός Γλωσσικός Όµιλος (1986). Ελληνική γλώσσα. Αναζητήσεις και συζητήσεις.

Αθήνα: Καρδαµίτσας.

Edwards, V. (1989). Dialect and education in Europe: A postscript. Στο J. Cheshire, V.

Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and Education: Some

European Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 317-323.

Page 216: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

211

Edwards V. (2004). Multilingualism in the English- speaking World. Oxford:

Blackwell.

Ζαφειρίου, Μ. (1995). Το γλωσσικό ιδίωµα της Σάµου. Αθήνα: Γρηγόρης.

Ζερβού, Α. (1994). ∆ιάλεκτος, ήθος και στερεότυπο στο νεοελληνικό θέατρο του 19ου

αιώνα και των αρχών του 20ου

. Νεοελληνική ∆ιαλεκτολογία. Πρακτικά πρώτου

πανελλήνιου Συνεδρίου Νεοελληνικής ∆ιαλεκτολογίας. 26-30 Αυγούστου 1992.

Αθήνα: Εταιρεία Νεοελληνικής ∆ιαλεκτολογίας, 116-130.

Gal, S. (1979). Language Shift: Social Determinants of Linguistic Change in Bilingual

Austria. New York: Academic Press.

Garmendia, C. & Agote, I. (1997). Bilingual education in the Basque country. Στο

J.Cummins & D.Corson (επιµ.) Encyclopedia of Language and Education.

Τόµος 5, Dordrecht: Kluwer, 99-107.

Gfeller, E. & Robinson, C. (1998). Which language for teaching? The cultural messages

transmitted by the languages used in education. Language and Education 12

(1), 18-32.

Giesbers, H., Kroon, S. & Liebrand, R. (1988). Bidialectism and primary school

achievement in a Dutch dialect area. Language and Education 2, 77-93.

Giles, H. & Powesland, P. F. (1975) Speech Style and Social Evaluation. London:

Academic Press.

Giles, H. (1970). Evaluative reactions to accents. Educational Review 22 (3), 211-227.

Godley, Α., Sweetland, J. Wheeler, R., Minnici, A. & Carpenter, B. (2006). Preparing

teachers for dialectally diverse classrooms. ∆ιαθέσιµο στην ηλεκτρονική

διεύθυνση: http//: www.eric.ed.gov

Goutsos D. (2004). Working through and against assumptions of identity and language.

Βιβλιοκριτική του Sciriha, L. International Journal of the Sociology of

Language. 168, 135-139.

Hagen, A.M. (1989). Dialect, Frisian and education in West Germany. Στο J. Cheshire,

V. Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and Education:

Some European Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 48-61.

Halliday, M.A.K. (1978). Language as Social Semiotic. London: Arnold.

Page 217: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

212

Hodot, R. (2000). Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι και νεοελληνικές διάλεκτοι. Στο

Χριστίδης Α. -Φ. (επιµ.) Η ελληνική γλώσσα και οι διάλεκτοί της. Αθήνα:

ΥΠ.Ε.Π.Θ., 29-34.

Holton D., Mackridge, P. & Φιλιππάκη- Warburton, Ε. (2007). Βασική γραµµατική της

σύγχρονης ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Πατάκης.

Heg, C. (1925). Les Saracatsans. Παρίσι: Edouard Champion.

Hudson, R. (1980). Sociolinguistics. Cambridge: Cambridge University Press.

Hudson, R. (2004). Why education needs linguistics. Journal of Linguistics 40, 105-

130.

Θωµόπουλος, Ι. (1992). Το γλωσσικό ιδίωµα της νήσου Κέας. Βουρκαριανή: χ.ε.

Ιορδανίδου, Ά. (1996). Standard Κοινή Νεοελληνική: απόπειρα καθορισµού. Στο Α.-Φ.

Χριστίδης & Θ. Παυλίδου (επιµ.) Ισχυρές και Ασθενείς γλώσσες στην

Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού Πρακτικά Ηµερίδας, 25

Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 139-147.

James, C. & Garrett, P. (1992). Language Awareness in the Classroom. London:

Longman.

Jorgensen, J.N. & Pedersen, K.M. (1989). Dialect and education in Denmark. Στο J.

Cheshire, V. Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and

Education: Some European Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 30-

47.

Καββαδίας, Γ. (2006). Γλώσσα και σχολική αποτυχία. ∆ιαθέσιµο στην ηλεκτρονική

διεύθυνση: http//: www.xkatsikas.gr

Κακριδή-Φερράρι Μ., Κατή, ∆., Νικηφορίδου, Β. (1999). Γλωσσική ποικιλία και

σχολική επίδοση. Γλωσσικός Υπολογιστής 1,103-106.

Κακριδή-Φερράρι, Μ. (2006α). Οι νεοελληνικές διάλεκτοι στον δηµόσιο λόγο:

δείγµατα αντιµετώπισής τους. Στο Προµπονάς Ι. & Βαλαβάνης Π. (επιµ.)

ΕΥΕΡΓΕΣΙΗ. Τόµος χαριστήριος στον Παναγιώτη Ι. Κοντό. Αθήνα: EKΠΑ,

53-65.

Κακριδή-Φερράρι, Μ. (2006β). Νόρµα, γλωσσική ποικιλία και εκπαίδευση. ∆ιαθέσιµο

στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http//: www.komvos.edu.gr

Κακριδή-Φερράρι, Μ. (2006γ). ∆ιάλεκτος. ∆ιαθέσιµο στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

http//: www.greek-language.gr

Page 218: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

213

Κακριδή-Φερράρι, Μ. (2006δ). Στάσεις απέναντι στη γλώσσα. ∆ιαθέσιµο στην

ηλεκτρονική διεύθυνση: http//: www.greek-language.gr

Καραντζή, Χ. (1997). Η χρήση των διαλεκτικών στοιχείων στη Φλογέρα του Βασιλιά.

Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 17ης

ετήσιας συνάντησης του

τοµέα γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου

Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 22-24 Απριλίου 1996, 658-673.

Καραντζόλα, Ε. (1996). Γλωσσική ρύθµιση και εθνική γραµµατική. Στο Α.-Φ.

Χριστίδης & Θ. Παυλίδου (επιµ.) Ισχυρές και Ασθενείς γλώσσες στην

Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού Πρακτικά Ηµερίδας 25

Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 129-137.

Καραντζόλα, Ε. (2001). Γλώσσα και τυποποίηση. Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιµ.)

Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής

Γλώσσας, 84-88.

Καρυολαίµου, Μ. (1999). Περιγραφική γλωσσολογία και γλωσσική πραγµατικότητα: η

περιγραφή διαλεκτικών κοινοτήτων. Πρακτικά του Γ’ ∆ιεθνούς

Γλωσσολογικού Συνεδρίου για την ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Ελληνικά

Γράµµατα, 596-604.

Καρυολαίµου, Μ. (2000). Η κυπριακή: ∆ιάλεκτος ή Ιδίωµα. Στο Α.-Φ. Χριστίδης

(επιµ.) Η ελληνική γλώσσα και οι διάλεκτοί της. Αθήνα: ΥΠ.Ε.Π.Θ, 43-48.

Κάσσης, Κ. (1982). Το γλωσσικό ιδίωµα της Μάνης. Αθήνα: χ.ε.

Κατσάνης, Ν. (1996). Το γλωσσικό ιδίωµα της Σαµοθράκης. Θεσσαλονίκη: ∆ήµος

Σαµοθράκης.

Κατσαρού, Ε. & Τσέλιου, Β. (2006). Στοιχεία καινοτοµίας στα νέα σχολικά εγχειρίδια

της Νεοελληνικής Γλώσσας για το Γυµνάσιο. Νέα Παιδεία 118, 47-71.

Κατσιµάνης, Κ. (1999). Η καθιέρωση της Νέας Ελληνικής στην Εκπαίδευση.

Επιτεύγµατα, δυσκολίες και προοπτικές. Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα

1976-1996. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της Νεοελληνικής ως επίσηµης

γλώσσας.29 Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ.Αθήνα: Τσιβεριώτης, 353-

359.

Καψάλης, Α. & Χαραλάµπους, ∆. (1995). Σχολικά εγχειρίδια. Θεσµική εξέλιξη και

σύγχρονη προβληµατική. Αθήνα: Έκφραση.

Page 219: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

214

Κορρέ, Ε. (2003). Παρατηρήσεις στο αναθεωρηµένο διδακτικό εγχειρίδιο της

Νεοελληνικής Γλώσσας Α’ Γυµνασίου. Η σύγκρισή του µε το παλαιότερο.

Προτάσεις για τη διδασκαλία του. Φιλολογική 83, 9-12.

Κλαίρης Χ. & Μπαµπινιώτης Γ. (σε συνεργασία µε τους Μόζερ Α., Μπακάκου Αικ.,

Σκοπετέα Στ.) (2005). Γραµµατική της Νέας Ελληνικής ∆οµολειτουργική-

Επικοινωνιακή. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα.

Κοµνηνός, Μ. (1970). Το γλωσσικό ιδίωµα του Καστελλόριζου. Αθήνα: Ιωλκός

Κοντοµίχης, Π. (2001). Λεξικό του λευκαδίτικου ιδιώµατος. Αθήνα: Γρηγόρης.

Κοντονάτσιου, ∆. (1989). Η διάλεκτος της Λήµνου: Εθνογλωσσολογική προσέγγιση.

Θεσσαλονίκη: χ.ε.

Κοντός, Π. (1997). Φωνολογική ανάλυση του αιτωλικού ιδιώµατος. Αθήνα: ΕΚΠΑ.

Κοντός, Π. (2007). Το Αιτωλικό ιδίωµα στο παρόν και το µέλλον. Στο Τοµέας

Γλωσσολογίας Πανεπιστηµίου Αθηνών (επιµ.) Γλωσσικός Περίπλους. Αθήνα:

Ινστιτούτο του βιβλίου- Α. Καρδαµίτσα, 398-405.

Κοσµάς, Ν. (1997). Το γλωσσικό ιδίωµα των Ιωαννίνων. Αθήνα: ∆ωδώνη.

Κοντοσόπουλος, Ν. (2001). ∆ιάλεκτοι και ιδιώµατα της Νέας Ελληνικής. Αθήνα:

Γρηγόρης.

Κουρδής, Ε. (1997). Παράγοντες κοινωνιογλωσσολογικού στιγµατισµού του τοπικού

ιδιώµατος της Θεσσαλίας. Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της

17ης

ετήσιας συνάντησης του Τοµέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του

Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 22-24 Απριλίου 1996, 577-590.

Κουρδής, Ε. (2001). Αξιολογικές αντιδράσεις στη χρήση τοπικών διαλέκτων: η

περίπτωση του Θεσσαλικού Ιδιώµατος. Πρακτικά 4ου ∆ιεθνούς Συνεδρίου

Ελληνικής Γλώσσολογίας. 17-19 Σεπτεµβρίου 1999 Λευκωσία.

Θεσσαλονίκη:University Studio Press, 99-407.

Κουρδής, Ε. (2007). Θεσσαλικό ιδίωµα Από τα κοινωνικά σηµεία στη γλωσσική

ιδεολογία. Βόλος: Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας.

Κουρσαράκος, ∆. & Κατσάκη, Α. (2004). Η πρότυπη-εθνική γλώσσα ως όργανο

αναπαραγωγής της σχολικής-κοινωνικής ανισότητας. Ανοιχτό σχολείο 92 &

93, 44-46 & 44-47.

Κουσαθανάς, Π. (1996). Χρηστικό λεξικό του ιδιώµατος της Μυκόνου. Ηράκλειο:

Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Page 220: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

215

Κουτσιλιέρης, Α. (1963). Η επένθεσις εις το ιδίωµα της Μάνης. Αθήνα: Ακαδηµία

Αθηνών.

Kretshmer, P. (1905). Der heutige lesbishe Dialekt verglichen mit den übrigen

nordgriechischen Mundarten. Vienna: Akademie der Wissenschaften.

Κυριακόπουλος, ∆. (1992). 170 γορτυνιακά δηµοτικά τραγούδια. Αθήνα: Εταιρεία

Πελοποννησιακών Σπουδών.

Κυρίδης, Α. (2003). Η ανισότητα στην ελληνική εκπαίδευση και η πρόσβαση στο

Πανεπιστήµιο. Αθήνα: Gutenberg.

Kωστάκης, Α. (1951). Σύντοµη γραµµατική της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: χ.ε.

Κωστούλα-Μακράκη, Ν. (2001). Γλώσσα και κοινωνία. Βασικές έννοιες. Αθήνα:

Μεταίχµιο.

Labov, W. (1972α). Sociolinguistic Patterns. Philadelphia: University of Pennsylvania

Press.

Labov, W. (1972β). Some principles of linguistic methodology. Language in Society 1,

97-120.

Ladefoged, P. (1992). Another view of endangered languages. Language 68, 809-811.

Λάζαρης, Χρ. (1970). Τα λευκαδίτικα. Ιωάννινα: χ.ε.

Λιάπης, Κ. (1996). Το γλωσσικό ιδίωµα του Πηλίου. Βόλος: Ώρες.

Λιαπής, Β. (1994). Γλώσσα η Ελληνική. Από τη θεωρία στη διδακτική πράξη.

Θεσσαλονίκη: Βάνιας.

Λουκαΐδου, Μ. (2006). ∆ιαλεκτικά στοιχεία σε µαθητικά γραπτά: η περίπτωση ενός

περιφερειακού δηµοτικού σχολείου της Κύπρου. Μελέτες για την Ελληνική

Γλώσσα. Πρακτικά της 26ης

ετήσιας συνάντησης του τοµέα γλωσσολογίας της

Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 14-15

Μαΐου 2005, 271-281.

Lucas, C. & Borders, D. (1994). Language Diversity and Classroom Discourse.

Norwood, NJ: Ablex.

Μαγαλιού, Λ. (2000α). Γλωσσικές προκαταλήψεις των εκπαιδευτικών. Θεωρητική και

εµπειρική έρευνα. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.

Μαγαλιού, Λ. (2000β). Οι γλωσσικές προκαταλήψεις των εκπαιδευτικών απέναντι στις

διαλέκτους που χρησιµοποιούν οι µαθητές τους. ∆ιδακτικές προτάσεις.

Γλώσσα 51, 58-74.

Page 221: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

216

Macaulay, R.K.S. (1977). Language, Social Class and Education: A Glasgow Study.

Edinburgh: Edinburgh University Press.

Macaulay, R. (1997). Standards and Variation in Urban Speech. Amsterdam/

Philadelphia: John Benjamins.

Mackridge, P. (2000). Ο ελληνικός δηµόσιος λόγος µετά τη διγλωσσία. Στο Α.-Φ.

Χριστίδης (επιµ.) Η ελληνική γλώσσα και οι διάλεκτοί της. Αθήνα: ΥΠ.Ε.Π.Θ,

65-68.

Μαλικούτη-Drachman, Α. (1993). ∆ιαλεκτικοί τονισµοί ρήµατος. Μελέτες για την

Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 14ης

ετήσιας συνάντησης του τοµέα

γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου

Θεσσαλονίκης. 27-29 Απριλίου 1993, 340-354.

Μαλικούτη-Drachman, Α. (1996). ∆ιαλεκτικός λόγος: µια µορφή ετερότητας που

χάνεται. Στο Α.-Φ. Χριστίδης & Θ. Παυλίδου (επιµ.) Ισχυρές και ασθενείς

γλώσσες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού.

Πρακτικά Ηµερίδας 25 Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής

Γλώσσας, 107-119.

Μαλικούτη-Drachman, Α. (1997). Φαινόµενα δανεισµού και συρρίκνωσης του

διαλεκτικού λόγου. Στο Χριστίδης Α.-Φ (επιµ.) Ισχυρές και ασθενείς γλώσσες

στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού. Πρακτικά

∆ιεθνούς Συνεδρίου Θεσσαλονίκη, 26-28 Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο

Ελληνικής Γλώσσας, 533-542.

Μαλικούτη-Drachman, Α. (2000). Συρρίκνωση διαλεκτικών συστηµάτων. Στο

Χριστίδης Α. Φ. (επιµ.) Η ελληνική γλώσσα και οι διάλεκτοί της. Αθήνα:

ΥΠ.Ε.Π.Θ, 23-28.

Μαντζώρος, Φ. (1996). Επιτόπια γλωσσική έρευνα:ο ερευνητής και η κοινότητα. Στο

Α.-Φ. Χριστίδης & Θ. Παυλίδου (επιµ.) Ισχυρές και ασθενείς γλώσσες στην

Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού Πρακτικά Ηµερίδας 25

Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 53-57.

Μαργαρίτη-Ρόγκα, Μ. (1985). Φωνολογική ανάλυση του σιατιστινού ιδιώµατος.

Θεσσαλονίκη: χ.ε.

Μαργαρίτη-Ρόγκα, Μ. (2006). Ο σχηµατισµός των ανδρωνυµικών στις νεοελληνικές

διαλέκτους. Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 27ης

ετήσιας

Page 222: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

217

συνάντησης του τοµέα γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του

Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 6-7 Μαΐου 2006, 237-250.

Μαρωνίτης, ∆. (1999). Τα λογοτεχνικά κείµενα ως γλωσσικά πρότυπα. Συνέδριο για την

ελληνική γλώσσα 1976-1996. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της

Νεοελληνικής ως επίσηµης γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ.

Αθήνα: Τσιβεριώτης, 243-246.

Μαυροχαλυβίδης, Γ. & Κεσίσογλου, Ι. (1960). Το γλωσσικό ιδίωµα της Άξου. Αθήνα:

χ.ε.

McMahon, A. (2003). Ιστορική γλωσσολογία. Η θεωρία της γλωσσικής µεταβολής.

(Μτφρ. Μητσάκη, Μ. & Φλιάτουρας, Α.). Αθήνα: Μεταίχµιο.

Menzies, J. (1991). An investigation of attitudes to Scots and Glasgow dialect among

Secondary School pupils. Scottish Language 10, 30-45.

Mesthrie, R., Swann, J., Deumert, A., & Leap, W. (2000). Introducing Sociolinguistics.

Edinburgh: Edinburgh University Press.

Μηνάς, Κ. (2004). Μελέτες νεοελληνικής διαλεκτολογίας. Αθήνα: Τυπωθήτω.

Μηνάς, Κ. (2006). Λεξικό των ιδιωµάτων της Καρπάθου. Κάρπαθος: Τυπωθήτω-

Γεώργιος ∆άρδανος.

Μήτσης, Ν. (1996). ∆ιδακτική του γλωσσικού µαθήµατος: Από τη γλωσσική θεωρία στη

διδακτική πράξη. Αθήνα: Gutenberg.

Μήτσης, Ν. (2002). Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στην Β/θµια εκπαίδευση

(1833-1993). Αθήνα: Gutenberg.

Milroy, L. (1982). Social network and linguistic focusing. Στο Romaine S. (επιµ.)

Sociolinguistic Variation in Speech Communities. London: Edward Arnold,

141-152.

Μιχέλης, Θ. (1994). Εκπαιδευτικές ανισότητες και κοινωνικοί παράγοντες που

καθορίζουν τη διαµόρφωσή τους. Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης 29, 25-27.

Μοσχονάς, Σ. (1996). Η γλωσσική διµορφία στην Κύπρο Στο Α.-Φ. Χριστίδης & Θ.

Παυλίδου (επιµ.) Ισχυρές και ασθενείς γλώσσες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού Πρακτικά Ηµερίδας 25 Απριλίου 1996.

Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 121-128.

Μπαλάσκας, Κ. (1991). Νεοελληνική γλώσσα και γλωσσική διδασκαλία. Λόγος και

Πράξη 45, 5-18.

Page 223: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

218

Μπαλάσκας, Κ. (1997). Γλωσσική µεταρρύθµιση και Νέα Παιδεία. Νέα Παιδεία 81, 51-

56.

Μπαµπινιώτης, Γ. (1980). Θεωρητική γλωσσολογία. Αθήνα.

Μπαµπινιώτης, Γ. (1986). Συνοπτική ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Αθήνα.

Μπαµπινιώτης, Γ. (1991). Γλώσσα και λογοτεχνία. Από την τεχνική στην τέχνη του

λόγου. Αθήνα. 2η έκδοση.

Μπαµπινιώτης, Γ. (1998). Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο

Λεξικολογίας.

Μπαµπινιώτης, Γ. (1999). Είκοσι χρόνια εκπαιδευτικής µεταρρύθµισης. Επιτεύγµατα,

λάθη, προοπτικές. Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα 1976-1996. Είκοσι

χρόνια από την καθιέρωση της Νεοελληνικής ως επίσηµης γλώσσας. 29

Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ. Αθήνα: Τσιβεριώτης, 191-196.

Μπασέα-Μπεζαντάκου, Χ. (2008). Ενδοδιαλεκτική διαφοροποίηση: Μεθοδολογικοί

προβληµατισµοί. Στο Α. Μόζερ, Α. Μπακάκου-Ορφανού, Χ. Χαραλαµπάκης

& ∆. Χειλά-Μαρκοπούλου (επιµ.) Γλώσσης χάριν Τόµος αφιερωµένος από τον

Τοµέα Γλωσσολογίας στον Καθηγητή Γεώργιο Μπαµπινιώτη. Αθήνα: Ελληνικά

Γράµµατα, 267-276.

Μπασλής, Ι. (1985). Απόψεις της κοινωνικής γλωσσολογίας και συνέπειες στη

διδασκαλία της Γλώσσας, Σεµινάριο (Π.Ε.Φ). 5, 137-146.

Μπασλής, Ι. (1988). Κοινωνική-γλωσσική διαφοροποίηση και σχολική επίδοση. Αθήνα:

Νέα Παιδεία.

Μπασλής, Ι. (1997). Γλωσσική µεταρρύθµιση και Νέα Παιδεία. Νέα Παιδεία 81, 8-50.

Μπασλής, Ι. (2000). Κοινωνιογλωσσολογία. Αθήνα: Γρηγόρης.

Μπασλής, Ι. (2002). Προφορικός λόγος, ο παραµεληµένος. Φιλολογική 79, 30-34.

Μπασλής, Ι. (2006). Εισαγωγή στη διδασκαλία της γλώσσας. Μια σύγχρονη ολιστική και

επικοινωνιακή προσέγγιση. Αθήνα: Νεφέλη.

Μπουζάκης, Σ. (1994-5). Εκπαιδευτικές µεταρρυθµίσεις στην Ελλάδα: Πρωτοβάθµια και

∆ευτεροβάθµια γενική και τεχνικοεπαγγελµατική εκπαίδευση. Αθήνα:

Gutenberg.

Μπουζάκης, Σ. (1991). Νεοελληνική εκπαίδευση (1821-1985). Αθήνα: Gutenberg.

Μπουντώνας, Ε. (1892). Μελέτη περί του γλωσσικού ιδιώµατος Βελβεντού και

περιχώρων. Εν Αθήναις: Βασιλικόν τυπογραφείον Ν.Γ. Ιγγλέση.

Page 224: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

219

Μπουτουλούση, Ε. (1997). Ο λόγος των ισχυρών και των ασθενών στο σχολείο. Στο

Α.-Φ. Χριστίδης (επιµ.) Ισχυρές και ασθενείς γλώσσες στην Ευρωπαϊκή

Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού. Πρακτικά ∆ιεθνούς Συνεδρίου

Θεσσαλονίκη, 26-28 Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής

Γλώσσας, 767-775.

Münstermann, H. (1989). Language attitudes in education. Στο J. Cheshire, V. Edwards,

H. Munstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and Education: Some European

Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 166-181.

Νάκας, Θ. (1996). Λεξική και φραστική επανάληψη/επαναδίπλωση. Αθήνα: Ακαδηµία

Αθηνών.

Nespor, M. (1999). Φωνολογία. Αθήνα: Πατάκης.

Newton, B. (1972). The Generative Interpretation of Dialect. A Study of Modern Greek

Phonology. Cambridge: Cambridge University Press.

Νιτσοπούλου, Α. (1998). Η παραγωγή του λόγου των µαθητών µέσα και έξω από τη

σχολική ταξη. ∆ιαθέσιµο στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

http//: web.auth.gr/virtualschool

Ντάλτας, Π. (1982). Το γλωσσικό µάθηµα: µια επανεξέταση από γλωσσική σκοπιά.

Νέα Παιδεία 23, 177-181.

Ντάλτας, Π. (1997). Κοινωνιογλωσσική µεταβλητότητα. Θεωρητικά παραδείγµατα και

µεθοδολογία της έρευνας. Αθήνα: Επικαιρότητα.

Ντίνας, Κ. (2005). Το γλωσσικό ιδίωµα της Κοζάνης. Κοζάνη: Ινστιτούτο βιβλίου και

ανάγνωσης.

Ξανθινάκης, Α. (2000). Λεξικό ερµηνευτικό και ετυµολογικό του δυτικοκρητικού

γλωσσικού ιδιώµατος. Ηράκλειο: Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Ξωχέλλης, Π., Κελπανίδης, Μ., Τερζής, Ν., Καψάλης, Α., Χοντολίδου, Ε. & ∆άρα, Β.

(1992). Αξιολόγηση του προγράµµατος γλωσσικής διδασκαλίας στο

Γυµνάσιο. Ερευνητικά δεδοµένα. Φιλόλογος 67, 5-12.

Oekonomides, D. (1908). Lautlehre des Pontischen. Leipzig: A. Deichert.

Ong, W. (1997). Προφορικότητα και εγγραµµατοσύνη. (Μτφρ. Χατζηκυριακού Κ.)

Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Πάγκαλος, Γ. (1983). Περί του γλωσσικού ιδιώµατος της Κρήτης. Αθήνα: Μ & Κ.

Τσεβδός.

Page 225: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

220

Παΐζη, Λ. & Καβουκόπουλος, Φ. (2001). Η γλώσσα στο σχολείο. Κοινωνιογλωσσικές

διαφορές και σχολική πρόοδος στη δευτεροβάθµια εκπαίδευση. Αθήνα: Νεφέλη.

Παναγιώτου, Α. (1999). Η νεοελληνική στη σύγχρονη Κύπρο. Συνέδριο για την

ελληνική γλώσσα 1976-1996. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της

Νεοελληνικής ως επίσηµης γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ.

Αθήνα: Τσιβεριώτης, 283-289.

Παντέλης, Π. (2002). Η ιστορία και η διάλεκτος των κατοίκων της νήσου Μεγίστης:

Γραµµατική, γλωσσάριο, µνηµεία λόγου. Αθήνα: Ελεύθερη Σκέψη.

Παντελής, Σ. (1994). Γλώσσα και ισότητα εκπαιδευτικών ευκαιριών. Γλώσσα 4, 49-58.

Παντελίδης, Ν. (2000). Πελοποννησιακός ιδιωµατικός λόγος και Κοινή Νεοελληνική.

Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 20ης

ετήσιας συνάντησης του

τοµέα γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου

Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 23-25 Απριλίου 1999, 550-561.

Παντελίδης, Ν. (2001). Φωνητικές παρατηρήσεις σε ένα µεσσηνιακό ιδίωµα. Πρακτικά

4ου ∆ιεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής Γλωσσολογίας, 17-19 Σεπτεµβρίου 1999,

Λευκωσία. Θεσσαλονίκη:University Studio Press, 480-487.

Παντελίδης, Ν. (2008). Η ενοποίηση του παρωχηµένου: Ιστορική προσέγγιση µε βάση

τη µαρτυρία των νεοελληνικών διαλέκτων. Στο Α. Μόζερ, Α. Μπακάκου-

Ορφανού, Χ. Χαραλαµπάκης & ∆. Χειλά-Μαρκοπούλου (επιµ.) Γλώσσης

χάριν Τόµος αφιερωµένος από τον Τοµέα Γλωσσολογίας στον Καθηγητή

Γεώργιο Μπαµπινιώτη. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα, 289-302.

Παπαδόπουλος, Α. (1955). Ιστορική γραµµατική της ποντικής διαλέκτου. Αθήναι:

Επιτροπή Ποντιακών Μελετών.

Παπαδόπουλος, Α. (1958-1961). Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου. Αθήνα:

Επιτροπή Ποντιακών Μελετών.

Παπαναστασίου, Κ. & Παπαναστασίου, Ε. (2005). Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας.

Λευκωσία: χ.ε.

Παπαντωνάκης, Γ. (2000). ∆ιάλεκτος και Λογοτεχνία. Μια συνάντηση. Στο Εταιρεία

Νεοελληνικής ∆ιαλεκτολογίας (επιµ.) Νεοελληνική διαλεκτολογία. Πρακτικά

τρίτου πανελλήνιου Συνεδρίου Νεοελληνικής ∆ιαλεκτολογίας. Κάλυµνος 20-23

Οκτωβρίου 1998. Αθήνα: Ακαδηµία Αθηνών. Κέντρο Συντάξεως Ιστορικού

Λεξικού, 235-252.

Page 226: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

221

Παπαπαύλου Α. (2003). Γλωσσικές, εκπαιδευτικές και κοινωνικές πτυχές των

δίγλωσσων παιδιών στα δηµοτικά σχολεία της Κύπρου. Μελέτες για την

Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 23ης

ετήσιας συνάντησης του τοµέα

γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου

Θεσσαλονίκης. 17-19 Μαΐου 2002, 301-312.

Papapavlou, A. (1998). Attitudes toward the Greek Cypriot dialect: Sociolinguistic

implications. International Journal of the Sociology of Language 7, 218-249.

Papapavlou A. (2004). Verbal fluency of bidialectal speakers of SMG and the role of

language-in-education practices in Cyprus. International Journal of the

Sociology of Language. 168, 91-100.

Papapavlou, A. & Pavlou, P. (1998). A review the sociolinguistic aspects of the Greek

Cypriot dialect. Journal of Multilingual and Multicultural Development 19 (3),

212-220.

Παπαρίζος, Χ. (2002). Η µητρική γλώσσα στο σχολείο. Αθήνα: Γρηγόρης.

Παπασταύρου, Α. (2003). Μορφές της προφορικής ελληνικής στα νηπιαγωγεία µας.

Λάρνακα: Intercollege.

Πασχαλούδης, Ν. (2000). Τα Τερπνιώτικα και τα Νιγρίτινα: Ένα γλωσσικό ιδίωµα της

Βισαλτίας Σερρών. Αθήνα: χ.ε.

Παυλίδου, Θ. (1996). Γλώσσες, γλωσσικές ποικιλίες και η έννοια της ισχύος. Στο Α.-Φ.

Χριστίδης & Θ. Παυλίδου (επιµ.) Ισχυρές και ασθενείς γλώσσες στην

Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού. Πρακτικά Ηµερίδας, 25

Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 23-33.

Παυλίδου, Θ. (1999). Η γλωσσική πρωτοβουλία στη σχολική διεπίδραση. Στο

Μπαµπινιώτης Γ. & Μόζερ Α. (επιµ.) Ελληνική Γλωσσολογία Πρακτικά του Γ’

∆ιεθνούς Γλωσσολογικού Συνεδρίου για την ελληνική γλώσσα. 27-28

Σεπτεµβρίου 1997.ΕΚΠΑ. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα, 648-655.

Παύλου, Π. (2006). Ο ρόλος της διαλέκτου στην εκπαίδευση: Η περίπτωση της

Κύπρου. Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 26ης

ετήσιας

συνάντησης του τοµέα γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του

Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 14-15 Μαΐου 2005, 390-401.

Pavlou, P. (2004). Greek dialect use in the mass media in Cyprus. International Journal

of the Sociology of Language 168, 101-118.

Page 227: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

222

Pavlou, P. & Papapavlou, A. (1998). A review of the sociolinguistic aspects of the

Greek Cyprot Dialects. Journal of Multilingual and Multicultural

Development 19, 212-220.

Pavlou, P. & Papapavlou, A. (2004). Issues of dialect use in education from the Greek

Cypriot perspective. International Journal of Applied Linguistic 14, 243-258.

Pavlou, P. & Papapavlou, A. (2007). The Sociolinguistics and Pedagogical Dimensions

of Dialects in Education. Cambridge: Cambridge Scholars Publishing.

Παύλου, Π. & Χριστοδούλου, Ν. (1997). Προβλήµατα που αντιµετωπίζουν οι µαθητές

στην εκµάθηση της ελληνικής ως ξένης γλώσσας στην Κύπρο λόγω του

διδιαλεκτισµού. Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 17ης

ετήσιας

συνάντησης του τοµέα γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του

Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 22-24 Απριλίου 1996, 370-380.

Paulston, C. B. (2003). Language policies and language rights. Στο C. B. Paulston & G.

R. Tucker (επιµ.) Sociolinguistics. The Essential Readings. Oxford: Blackwell,

472- 483.

Pernot, H. (1907-1946). Etudes de linguistique néo hellénique. Paris: Les Belles Lettres.

Pernot, H. (1934). Introduction a l’ étude du dialecte tsakonien. Παρίσι: Les Belles

Lettres.

Περσιάνης, Π. (1985). Η γλώσσα σε όλο το φάσµα του σχολικού προγράµµατος.

Γλώσσα 8, 32-37.

Petyt, K. M. (1980). The Study of Dialect: An Introduction to Dialectology. London:

André Deutsch.

Πιερής, Μ. (2000). ∆ιάλεκτοι και ελληνική λογοτεχνία. Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιµ.) Η

ελληνική γλώσσα και οι διάλεκτοί της. Αθήνα: ΥΠ.Ε.Π.Θ, 59-63.

Πλαδή, Μ. (2001). Γλωσσικές τάσεις και διαλεκτική υποχώρηση. Μελέτες για την

Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 21ης

ετήσιας συνάντησης του τοµέα

γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου

Θεσσαλονίκης. 12-14 Μαΐου 2000, 618-629.

Πολίτης, Ν. (1965). Παροιµίαι. τ.. Α-Β. Αθήναι: Ιστορική Έρευνα.

Ραγκούσης, Ν. (1999). Η διαχρονική διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στο Γυµνάσιο

σήµερα µε νέα µέθοδο και νέα βιβλία. Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα

1976-1996. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της Νεοελληνικής ως επίσηµης

Page 228: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

223

γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ.Αθήνα: Τσιβεριώτης, 361-

372.

Ράλλη, Α., Μελισσαροπούλου, ∆. & Τσολακίδης, Σ. (2006). Ο παρακείµενος στη νέα

ελληνική και στις διαλέκτους: Παρατηρήσεις για τη µορφή και την εξέλιξή

του. Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 27ης

ετήσιας συνάντησης

του τοµέα γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου

Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. 6-7 Μαΐου 2006, 361-372.

Rohlfs, G. (1964). Lexicon graecanicum Italiae inferioris. Tübingen: Max Niemeyer.

Romaine, S. (1994). Language in Society: An Introduction to Sociolinguistics. Oxford:

Oxford University Press.

Rosenberg, P. (1989). Dialect and education in West Germany. Στο J. Cheshire, V.

Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and Education: Some

European Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 62-93.

Σετάτος, Μ. (1973). Φωνολογία της Κοινής Νεοελληνικής. Αθήνα: Παπαζήση.

Σετάτος, Μ. (1995). Ο φυσικός λόγος στην Κοινή Νεοελληνική. Φιλόλογος 79, 3-11.

Σετάτος, Μ. (1999). Συστηµατικότητα και ανωµαλία. Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα

1976-1996. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της Νεοελληνικής ως επίσηµης

γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ. Αθήνα: Τσιβεριώτης,

101-109.

Σετάτος, Μ. (2002). Πόσο κοινή είναι η Κοινή Νεοελληνική. Φιλόλογος 109, 363-371.

Σετάτος, Μ. (2003). Παρατηρήσεις στην προφορά και γραφή της Κοινής Νεοελληνικής.

Φιλόλογος 113, 381-390.

Σκλαβενίτης, ∆. (1991). Η γλωσσική διδασκαλία στο Γυµνάσιο. Γλώσσα 26, 23-32.

Σπανός, Γ. (2004). Η µητρική γλώσσα στην εκπαίδευση. ∆ιδακτική µεθοδολογία και

αξιολόγηση Αναλυτικού Προγράµµατος. Αθήνα: Πανεπιστήµιο Αθηνών.

Σπανός, Γ. (2004). Αξιολόγηση προγράµµατος σπουδών της νεοελληνικής γλώσσας.

Στο Θ. Παπακωνσταντίνου & Α. Λαµπράκη-Παγανού (επιµ.) Πρόγραµµα

Σπουδών και Εκπαιδευτικό Έργο στη ∆ευτεροβάθµια Εκπαίδευση. Αθήνα:

Πανεπιστήµιο Αθηνών, 181-195.

Σπυριδάκης, Γ. & Περιστέρης, Σ. (επιµ.) (1999). Ελληνικά δηµοτικά τραγούδια. Αθήνα:

Ακαδηµία Αθηνών.

Page 229: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

224

Σπυρόπουλος, Β. (2001). Η νοµιµοποίηση του υποκειµένου στην ελληνική: Πτώση,

συµφωνία και πολυσύνθεση. Πρακτικά 4ου ∆ιεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής

Γλώσσολογίας. 17-19 Σεπτεµβρίου 1999 Λευκωσία. Θεσσαλονίκη: University

Studio Press, 209-216.

Σταµατάκος, I. (1971). Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσης. Αθήνα: Φοίνιξ.

Στασινοπούλου-Σκιαδά, Α. (1999). Η διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας στη

δευτεροβάθµια εκπαίδευση. Στόχοι, επιτεύγµατα, προοπτικές. Συνέδριο για

την ελληνική γλώσσα 1976-1996. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της

Νεοελληνικής ως επίσηµης γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ.

Αθήνα: Τσιβεριώτης, 373-379.

Stijnen, S. & Vallen, T. (1989). The Kerkrade project: Background, main findings and

an evaluation. Στο J. Cheshire, V. Edwards, H. Münstermann & B. Weltens

(επιµ.) Dialect and Education: Some European Perspectives. Clevedon:

Multilingual Matters, 139-153.

Συµεωνίδης, Χ. (2006). Ιστορία της κυπριακής διαλέκτου από τον 7ο π.Χ. αιώνα εως

σήµερα. Λευκωσία: Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου.

Τζαβάρας, Ξ. (2005). Συµβολή στην µελέτη του Νιώτικου Ιδιώµατος. Ίος: ∆ήµος Ιητών.

Τζάµαλη, Α. (1999). Αρκαδικά διαλεκτολογικά: Το ιδίωµα Ριζοσπηλιάς Γορτυνίας.

Γορτυνιακά 3, 376-386.

Τζάννε, Α. (2000). Οι γλωσσικές ποικιλίες στην προσχολική εκπαίδευση. Γλωσσικός

υπολογιστής 1-2, 173-176.

Τζανή, Μ. & Παµουκτσόγλου, Τ. (2002). Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα. Ταυτόν

και αλλοτριοµορφοδίαιτον. Θεσσαλονίκη: Ερωδιός.

Τζάρτζανος, Α. (1909). Περί της συγχρόνου θεσσαλικής διαλέκτου. Αθήναι: Π.Α.

Πετράκος.

Τζάρτζανος, Α. (2002). Νεοελληνική σύνταξις της κοινής δηµοτικής. 2η έκδοση.

Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.

Τζιτζιλής, X. (2000). Νεοελληνικές διάλεκτοι και νεοελληνική διαλεκτολογία. Στο Α. -

Φ. Χριστίδης (επιµ.) Η ελληνική γλώσσα και οι διάλεκτοί της. Αθήνα:

ΥΠ.Ε.Π.Θ, 15-22.

Τοκατλίδου, Β. (1986). Εισαγωγή στη διδακτική των ζωντανών γλωσσών. Αθήνα:

Οδυσσέας.

Page 230: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

225

Τοκατλίδου, Β. (2004). Γλώσσα, επικοινωνία και γλωσσική εκπαίδευση. Αθήνα:

Πατάκης.

Τοµπαΐδης, ∆. (1967). Το γλωσσικό ιδίωµα της Θάσου. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο

Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης.

Τοµπαΐδης, ∆. (1985). Γλωσσογεωγραφία- Μελέτες και άρθρα για τη γλώσσα. Αθήνα:

Επικαιρότητα.

Τοµπαΐδης, ∆. (1999). Τα βιβλία της γλώσσας στη δευτεροβάθµια εκπαίδευση.

Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα 1976-1996. Είκοσι χρόνια από την

καθιέρωση της Νεοελληνικής ως επίσηµης γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1

∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ.Αθήνα: Τσιβεριώτης, 343-351.

Τριανταφυλλίδης, Μ. (1938). Νεοελληνική γραµµατική. Ιστορική εισαγωγή.

Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών.

Τριανταφυλλίδης, Μ. (2002). Νεοελληνική γραµµατική της δηµοτικής. Ανατύπωση της

έκδοσης του ΟΕΣΒ (1941) µε διορθώσεις. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο

Νεοελληνικών Σπουδών.

Τριλιανός, Θ. (1999). Ενιαίο Πλαίσιο Προγραµµάτων Σπουδών: Μια νέα θεώρηση για

τα Αναλυτικά Προγράµµατα της Γενικής Εκπαίδευσης, Σεµινάριο (Π.Ε.Φ) 26,

11-12.

Trudgill, P. (1974). Sociolinguistics: An Introduction. Harmondsworth: Penguin.

Trudgill, P. (1975). Accent, Dialect and the School. London: Edward Arnold.

Trudgill, P. (1983) On Dialect. Social and Geographical Perspectives. Oxford:

Blackwell.

Trudgill, P. (2000). Sociolinguistics: An Introduction to Language and Society.

Harmondsworth: Penguin.

Trudgill, P. (2003). Modern Greek dialects: A preliminary classification. Journal of

Greek Linguistics 4, 45-64.

Τσιτσιπής, Λ. (1996). Γλωσσική ηγεµονία και γλωσσική συρρίκνωση. Στο Α.-Φ.

Χριστίδης & Θ. Παυλίδου (επιµ.) Ισχυρές και ασθενείς γλώσσες στην

Ευρωπαϊκή Ένωση. Όψεις του γλωσσικού ηγεµονισµού. Πρακτικά Ηµερίδας 25

Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 43-52.

Page 231: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

226

Τσιτσιπής, Λ. (2001α). Γλωσσική συρρίκνωση. Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιµ.)

Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής

Γλώσσας, 81-83.

Τσιτσιπής, Λ. (2001β). Στάσεις απέναντι στη γλώσσα. Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιµ.)

Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής

Γλώσσας, 78-80.

Τσιτσιπής, Λ. (2004). Εισαγωγή στην Ανθρωπολογία της Γλώσσας. Γλώσσα, Ιδεολογία

∆ιαλογικότητα και Επιτέλεση. Αθήνα: Gutenberg.

Τσολάκης, Χ., Αδαλόγλου, Κ., Αυδή, Α., Λάππα, Ε. & Τάνη, ∆. (1990). Η διδασκαλία

των βιβλίων Έκφραση-Έκθεση στο Λύκειο. Γλώσσα 23, 43-52.

Τσολάκης, Χ. (1988). Η γλωσσική διδασκαλία/ επικοινωνία στο Λύκειο. Φιλόλογος 53,

167-185.

Τσολάκης, Χ. (1990). Πορεία προς τη γλωσσική διδασκαλία του Γυµνασίου. Γλώσσα

24, 5-14.

Τσολακοπούλου, Ι. (1988). Γλωσσική διδασκαλία και διάλεκτοι. Γλώσσα 16, 38-45.

Tsopanakis, A. (1940). La phonétique des parlers de Rhodes. Athen: Verlag der

Byzantinisch-Neugriechischen Jahrbucher.

Τσοπανάκης, Α. (1949). Το ιδίωµα της Χάλκης ∆ωδεκανήσου. Ρόδος: χ.ε.

Τσοπανάκης, Α. (1998). Νεοελληνική γραµµατική (3η εκδοση). Θεσσαλονίκη: Αφοί

Κυριακίδη.

Τσουκνίδας, Γ. (1994). Ρηµατικά ουσιαστικά στο ιδίωµα της Απυράνθου. Αθήνα: χ.ε.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι. (1989). Οδηγίες για τη διδακτέα ύλη και τη διδασκαλία των µαθηµάτων

στο Γυµνάσιο και το Λύκειο. Τόµος Α’: Φιλολογικά Μαθήµατα. Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι. (1998). Ενιαίο Λύκειο. Ενιαίο Πλαίσιο Προγραµµάτων Σπουδών,

Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι. (1998). Ενιαίο Λύκειο. Το νοµοθετικό πλαίσιο. 2η έκδοση. Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι. (1999α). Οδηγίες για τη διδασκαλία των φιλολογικών µαθηµάτων στο

Ενιαίο Λύκειο. Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι. (1999β). Προγράµµατα σπουδών Πρωτοβάθµιας και ∆ευτεροβάθµιας

Εκπαίδευσης. Γλώσσα, Ιστορία. Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι. (2000). Προγράµµατα Σπουδών Πρωτοβάθµιας και ∆ευτεροβάθµιας

Εκπαίδευσης- Θεωρητικές Επιστήµες. Αθήνα.

Page 232: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

227

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι (2001). Οδηγίες για τη διδασκαλία των φιλολογικών µαθηµάτων στο

Γυµνάσιο. Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι (2002). ∆ιαθεµατικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραµµάτων Σπουδών και

Αναλυτικά Προγράµµατα Σπουδών Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης. Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ-Π.Ι (2006α). Η µαθητική διαρροή στη ∆ευτεροβάθµια Εκπαίδευση. Αθήνα.

ΥΠ.Ε.Π.Θ/Π.Ι (2006β). Τεύχος επιµορφωτικού υλικού. Αθήνα.

Φιλιππάκη-Warburton, Ε. (1992). Εισαγωγή στη θεωρητική γλωσσολογία. Αθήνα:

Νεφέλη.

Φλουρής, Γ. (1995). Αναλυτικά προγράµµατα για µια νέα εποχή στην εκπαίδευση.

Αθήνα: Γρηγόρης.

Φραγκουδάκη, A. (1987). Γλώσσα και ιδεολογία. Κοινωνιολογική προσέγγιση της

ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Οδυσσέας.

Φρυδάκη, Ε. (1999). Αναλυτικό Πρόγραµµα και διδακτική πράξη. Η οπτική των

διδασκόντων. Νέα Παιδεία 92, 79-100.

Van de Craen, P. & Humblet, I. (1989). Dialect and education in Belgium. Στο J.

Cheshire, V. Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and

Education: Some European Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 13-

29.

Van Den Hoogen, J. & Kuijper, H. (1989). The development phase of the Kerkrade

project. Στο J. Cheshire, V. Edwards, H. Münstermann & B. Weltens (επιµ.)

Dialect and Education: Some European Perspectives. Clevedon: Multilingual

Matters, 219-233.

Weltens, B. & Sodersen, J. (1989). Dialect and Standard Dutch in the first year of

secondary school. Στο J. Cheshire, V. Edwards, H. Münstermann & B.

Weltens (επιµ.) Dialect and Education: Some European Perspectives.

Clevedon: Multilingual Matters, 154-165.

Williams, A. (1989). Dialect in school written work. Στο J. Cheshire, V. Edwards, H.

Münstermann & B. Weltens (επιµ.) Dialect and Education: Some European

Perspectives. Clevedon: Multilingual Matters, 182-199.

Wolfram, W. (1997). Dialect in Society. Στο F. Cοulmas (επιµ.) The Handbook of

Sociolinguistics. Oxford: Blackwell, 107-126.

Page 233: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

228

Wolfram, W. (2003). Επίγνωση των διαλέκτων και µελέτη της γλώσσας. Στο A. Egan-

Robertson & D. Bloome (επιµ.) Γλώσσα και Πολιτισµός. Οι µαθητές/-τριες ως

ερευνητές/-τριες. (Μτφρ. Μ. Καραλή). Αθήνα: Μεταίχµιο, 235-266.

Wolfram, W., Adger, C.T & Christian D. (1999). Dialects in Schools and Communities.

Mahwah, New Jersey: LEA.

Χαραλαµπάκης, Χ. (1983). Η διδασκαλία του µαθήµατος της ιστορίας της Ελληνικής

Γλώσσας στο Γυµνάσιο. Νέα Παιδεία 25, 117-118.

Χαραλαµπάκης, Χ. (1988/9). Γλωσσικοί άτλαντες: Θεωρητικά και πρακτικά

προβλήµατα. Γλωσσολογία 7-8, 283-295.

Χαραλαµπάκης, Χ. (1994). Γλώσσα και εκπαίδευση: Θέµατα διδασκαλίας της

νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Γεννάδειος Σχολή.

Χαραλαµπάκης, Χ. (2001α). Νεοελληνικός λόγος. 3η έκδοση. Αθήνα.

Χαραλαµπάκης, Χ. (2001β). Κρητολογικά Μελετήµατα: γλώσσα, λογοτεχνία, πολιτισµός.

Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Χαραλαµπάκης, Χ. (2002). Τα αναλυτικά προγράµµατα του Ενιαίου Λυκείου και η

διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας. Φιλολογική 79, 4-17.

Χαραλαµπόπουλος, Α. (1980). Φωνολογική ανάλυση της τσακωνικής διαλέκτου.

Θεσσαλονίκη: χ.ε.

Χαραλαµπόπουλος, Α. (1999α). Η στροφή στην επικοινωνιακή προσέγγιση για τη

διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στη Β/θµια Εκπαίδευση. Γλωσσικός

Υπολογιστής 1, 45-55.

Χαραλαµπόπουλος, Α. (1999β). ∆ιδασκαλία της λειτουργικής χρήσης της γλώσσας.

Συνέδριο για την ελληνική γλώσσα 1976-1996. Είκοσι χρόνια από την

καθιέρωση της Νεοελληνικής ως επίσηµης γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1

∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ. Αθήνα: Τσιβεριώτης, 395-401.

Χαραλαµπόπουλος, Α.& Καζάκης, ∆. (2002). Βασικές αρχές και παράδειγµα

εφαρµογής της πρότασης ∆ιδασκαλία της λειτουργικής χρήσης της γλώσσας.

Φιλολογική 79, 19-21.

Χαραλαµπόπουλος, Α. & Χατζησαββίδης, Σ. (1997). Η διδασκαλία της λειτουργικής

χρήσης της γλώσσας: Θεωρία και πρακτική εφαρµογή. Θεσσαλονίκη: Κώδικας.

Χατζηδηµητρίου-Παράσχου, Σ. (2005). Το µάθηµα της λογοτεχνίας. Όψεις της

διδασκαλίας και της αξιολόγησης. Στο Κ. Μπαλάσκας & Κ. Αγγελάκος (επιµ.)

Page 234: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

229

Γλώσσα και λογοτεχνία στην πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια εκπαίδευση.

Αθήνα: Μεταίχµιο, 257-274.

Χατζησαββίδης, Σ. (1985α). Φωνολογική ανάλυση της ποντιακής διαλέκτου.

Θεσσαλονίκη: χ.ε.

Χατζησαββίδης, Σ. (1985β). Η ποικιλία της Νεοελληνικής Γλώσσας και οι δυναµικές

εξελίξεις της στη γλωσσική διδασκαλία. Σύγχρονη Εκπαίδευση 20, 25-30.

Χατζιάρας, ∆. (1995). Το θεσσαλικό γλωσσικό ιδίωµα: Γλωσσάρι-λεξικό. Αθήνα:

∆ηµιουργία.

Χοντολίδου, Ε. (1999). Εισαγωγή στην έννοια της πολυτροπικότητας. Γλωσσικός

Υπολογιστής 1, 115-118.

Χριστίδης, Α.-Φ. (1999). Γλώσσα και παιδεία: 1976-1996. Συνέδριο για την ελληνική

γλώσσα 1976-1996. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της Νεοελληνικής ως

επίσηµης γλώσσας. 29 Νοεµβρίου-1 ∆εκεµβρίου 1996. ΕΚΠΑ. Αθήνα:

Τσιβεριώτης, 247-251.

Χυτήρης, Γ. (1987). Κερκυραϊκό γλωσσάρι. Κέρκυρα: Κερκυραϊκά χρονικά.

Yakoumetti, A. (2003). Bidialectism and linguistic performance in the Standard: The

case of Cyprus. PhD Dissertation, University of Cambridge.

Yiakoumetti, A. (2007). Choice of classroom language in bidialectal communities: Τo

include or to exclude the dialect? Cambridge Journal of Education 37 (1), 51-

66.

Ψάλτης, Σ. (1905). Θρακικά ή µελέτη περί του γλωσσικού ιδιώµατος της πόλεως

Σαράντα Εκκλησιών. Αθήναι: Π. ∆. Σακελλάριος.

Page 235: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

230

Χειρόγραφα

Ζαχαριουδάκη, Ε. (1977). Μαυριά. ΧΦ. 2956.

Καζασίδου, Σ. (1977). ∆ηµητσάνα. ΧΦ. 3063.

Κάππου, Γ. (1978). Σταυροδρόµι. ΧΦ. 3316.

Κιντή, Σ. (1976). Σταυροδρόµι. ΧΦ. 2964.

Κύτταρη, Α. (1976). Λαγκάδια. ΧΦ. 2965.

Μασσαλή, Π. (1977). Ελληνικό. ΧΦ. 2966.

Μουτζούρης, Ν. (1977). Βούτσης. ΧΦ. 3072.

Μπέρτζιου, Γ. (1976). Καρύταινα. ΧΦ. 2805.

Μπέρτζιου, Γ. (1984). Καρύταινα. ΧΦ. 3627.

Νικολόπουλος, Α. (1993-4). Στρογγυλό. ΧΦ. 3683.

Παπαγεωργίου, ∆. (1980). Στεµνίτσα. ΧΦ. 3520.

Παπαδοπούλου, Π. (1976). Βυτίνα. ΧΦ. 2806.

Παρασκευοπούλου, Ε. (1978). ∆ήµητρα. ΧΦ. 3065.

Περλέγκα, ∆. (1976). Βυζίκι. ΧΦ. 2804.

Πλουµπίδου, Φ. (1976). Λαγκάδια. ΧΦ 2796.

Τρουπή, Κ. (1977). Σέρβου. ΧΦ. 2968.

Χιώτης, Π. (1978). Θεόκτιστο. ΧΦ. 3066.

Χρυσανθοπούλου, Β. (1978). Βυτίνα. ΧΦ. 3313.

Page 236: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

231

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1: Χάρτης της Γορτυνίας

Η περιοχή της Γορτυνίας στο νοµό Αρκαδίας

Page 237: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

232

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2: Παραδείγµατα διαλεκτικών φαινοµένων

Φωνολογικό Επίπεδο

Φωνολογικές τάσεις

Τάση ουρανικοποίησης

-ανάπτυξη [j] µετά από σύµφωνο:

τσιοπάνης, τσιούπα, τσιουπί, καλιούνε, πασιάς, πατσιά, µατζιουράνα, τσιάµικο,

πατσιαβούρες, τσιοκάνι, κρυψιώνα, τσιάντες, τζιάκι, τσιούλος, τσιέπη, πιτζιάµα,

τσιεραµίδια, τσιερί, ευτσιέλαιο, τσιαίνε, τσιεντάει, γυναίτσιες, τσιουγκρίζω, τσιογλάνι,

έβοσκιε, άφητσιε, αποκριεύουνε, µπουσιουλάει, φούρνιαρης, µπούσιουλα <µπούσουλα>,

µοιριολόγια, γιελέκα, λούσια, κιουνώντας, αγκόρτσια, µποξιάς, άξιουρος, δικριάνι,

εικοσιάρια, θα σιούρω, σιέµπρο, µισιοκαδιάρικα, ∆ηµητσιάνα, Τάσιο, µελιτζιάνες,

τζιαµιλίκι, τζιάπα, τέτζιερης, τσιακωνόµαστε, πετσιέτες, τρύψιαλα, κούτσιουρο,

παρατσιούκλι, τσιουβάλια, τσιέλιγκα, σιορόπια, αλατζιάδες, ζιούµε, κάτσιε, τσιεµπέρα,

µπαζιανάκης, τραµουτζιάνες, νεραντζιούλα, µπουσιαµάς, µουτζιουρωµένη, µαγαζιάτορες,

Μήτσιου, Μητσιάκου, σούσιουρο, τσιαγκάρης, Σιούλα,

γιόµα/γιόµιση/απόγιοµα/γιοµατάρι/γιοµίζω (σε όλη την περιοχή)

-έντονα ουρανική προφορά του [k] και σπάνια [g] ως [ts] και [dz] πριν από [i] και [e]

(τσιτακισµός):

τσαι, Βυζίτσι, πουλατσίδα, τσιερί, ποντίτσι, βρουκολατσιάζει, φουρτσίσει, ευτσιέλαιο,

µανίτσι, γλυτσιάνουνε, κότσινα, τσιαίνε, άφητσιε, τσιεντάει, στροτζυλή, σκορκοφίτζια,

µπρίτσι/µπρίτσια, προιτσιά/προιτσά, βρατσιά, ετσείνο ετσεί, τσεινού, τσιουλιά, τσεφάλι,

τσοιµισµένε, σακάτσι, βρήτσες, ετσεικά, γιδάτσια, παλιόστσυλα, παιδάτσι, κατσίτσι,

αυτοτσίνητο, ρυζάτσι, τσυνήγι, νηστιτσή, ετσαίγαµε, γυναίτσες, νοίτσια, Σαρατσίνι,

νοικοτσύρης, φοιλίτσι, καλοτσαίρι, φαστσιώναµε, αυλάτσι, σπιτάτσι, κοριτσάτσι, άφητσιε,

λιγάτσι, καλαµπότσια, φλοίτσα <φλοίκια> κ.ά. (∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Βαλτεσινίκο,

Λαγκάδια, Βυζίκι Π∆, Ζυγοβίστι, ∆ηµητσάνα, Λαγκάδια, Βαλτεσινίκο Π∆ 1997-8,

Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Μαυριά ΧΦ 1977).

Page 238: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

233

Τάση απουράνωσης του καταληκτικού συριστικού:

βρατσά <βρακιά>, µανίτσα <µανίκια>, προιτσά <προικιά>, παπούτσα, αλλαξά,

φλοίτσα, δεξού, µαταράτσα <-ια>, διακόσα, τρακόσα, πεντακόσα, κορίτσα, κρασά,

κουκούτσα, µοιρασά, κοτέτσα, τραπέζα, µαγαζά, ανιψά, εργοστάσα (Στεµνίτσα,

Ελληνικό Π∆, Στεµνίτσα, Λαγκάδια Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Σταυροδρόµι

ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Ελληνικό ΧΦ 1977, Μαυριά

ΧΦ 1977).

Τάση για ανοιχτή συλλαβή

- στην αιτιατική ενικού και γενική πληθυντικού:

τηνε, τονε, καλώστονε, ρίχτονε, άστονε, άλλονε, ένανε, όποιονε, κάποιονε, κανένανε,

αυτόνε, ποιόνε, τον καµπόσονε, στο δικόνε, τη δικιάνε µου, στον νεκρόνε, τηγανητόνε, τον

ειδικόνε, ούλονε, σηµερνόνε, άσπρονε, ντοµατένιονε, καλόνε, µεγάλονε, ωραίονε, το

λωβόνε, στο φτωχόνε, φτιαγµένονε, βρασµένονε, λυπηµένονε

δυονώνε, των γονιώνε, εκεινώνε, των Βαγίωνε, των γερόντωνε, των µουλαριώνε,

των παιδιώνε, των αλογώνε ,των αγοριώνε, κοριτσιώνε,των κουναδιώνε, γριώνε,

σταφυλιώνε, των Αγιαποστόλωνε, δεκατρίω χρονώνε, µηνώνε, τόσω λογιώνε κ.ά.

(∆ηµητσάνα, Λαγκάδια, Βαλτεσινίκο, Στεµνίτσα Π∆, Στεµνίτσα, Ζυγοβίστι Π∆ 1997-

8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Βυζίκι ΧΦ1976, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ

1977, Ελληνικό ΧΦ 1977, Καρύταινα ΧΦ 1976, Μαυριά ΧΦ 1977),

σαράντα µερώ, µηνώ, εικοσιτρίω (Καρκαλού Π∆, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Καρύταινα

ΧΦ 1976).

Τάση για αποφυγή χασµωδίας

-συµπροφορά γειτονικών φωνηέντων ή µη εφαρµογή της έκκρουσης στη συνάντηση

(τελικού) φωνήεντος (εκτός από το [i]) µε το [i] στη Νεοελληνική Κοινή:

τόηθελα, τόειχαµε, τόειδε, τόηξερε, τόηφερε, τάηθελε, τάειδαµε, τάειχαν, θάηµουνα,

θάησαντε, θάειχε, νάειναι, νάητανε, νάειστε, νάησαντε, νάειχα, µούειπανε σούειπα,

τούειπανε, µέειχε, σέηθελε, πούειναι, πούειχα, πούηξερα, πούησαντε, πούηρθαν,

αφούηθελε, οσόειναι, οσόηθελες, αµάητανε, αµάειχανε, εδώηταν, εδώηµουνα, καλάεισαι,

αυτόηταν, αλλάησαντε, ζερβόητανε, σαραντάηµερο, εννιάηµερα, Άγιε Παντελέηµονα, κ.ά.

Page 239: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

234

(∆ηµητσάνα, Βυτίνα, Στεµνίτσα, Λαγκάδια Π∆, Λαγκάδια, Ζυγοβίστι, Βαλτεσινίκο Π∆

1997-8, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977)

- κράση του [u] σε γραµµατικά στοιχεία (που, µου, σου, του) µε το [e] ή [i] σε [ο] αντί

[u] της Νεοελληνικής Κοινής:

πότρωγε, πόχει, πόκοβε, πόλεγε, πόσκαβε, πόπεφτε, πόφτιανε, πόγινε, πόπεσε, πόµπλεξα,

πόφυγε, πόβγανα, πόφαγες, πόπαθα, πόπιανε, πόρχεται, µόπανε <µου είπανε>, µόρθε,

µόρχεται, µόλεγε, σόχω, οπόπλενε, οπόχανε κ.ά. (σε όλη την περιοχή)

- αφαίρεση φωνήεντος στην αρχή της λέξης πριν από φωνήεν και αναλογικά: ’ρσενικό,

θα ’βλόγαγε, το ’βλογάει, ’Βαγγέλιο, ’Βαγγελισµού, ’σαπέρα, ’τοίµαζε, ’κει δα,

’ξοµολογιότανε, τα ’µπιστεύεται, ’µπόδια, ’σαπάνω, ’σακά, ’σάλπες <εσάρπες>, το

’κράτη <εκράτη: κρατούσε>, απέ ’κρυωνε, ’διάβροχα, ’µύγδαλα, να ’κονοµηθεί, δε

’ξετάζανε, τη ’ποδεµή, για ’φτούνους, ’διοτροπίζουνε, στις ’παίνιες <επαίνους>, σαν

’κοσαρίζανε, ’τοιµασία, ’πιστρόφια, ’φχαριστήθηκε, ’κονίσµατα, ’γούµενος, ’πλοχεριά,

την ’ποδένει, ’λουµίνι <αλουµίνιο>, ’κείνη ’κει, τα ’µβολιάζουµε, ’µπιστοσύνη, ’πειδής,

’ξυπερετεί, ’νθύµιο, ήτανε ’ποχρεωµένος, ’κόνισµα, ’λαφριά, τα ’σωρουχάκια, της

’Παπαντής, ’στέρια, ’πετάχτη, το ’τοίµασε, ’ξετάζουνε, ’πεθυµά <επιθυµεί>, ’ξαµήνια,

’ξαπατούµε, ’κει κάτου κ.ά. (∆ηµητσάνα, Ράδου, Ελληνικό, Βυζίκι, Ζάτουνα, Λάγκάδια

Π∆, Ζυγοβίστι, ∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Μαυριά ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι

ΧΦ 1976-77, Βυζίκι ΧΦ1976, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ

1976, Ελληνικό ΧΦ 1977)

- ανάπτυξη µεταξύ φωνηέντων του συµφώνου [γ]:

φαγί, κουραµπιγιέδες, πιγιέτες, σάγισµα, έσειγε, διαλύγανε, ταγίσαµε, συνεννογιόµαστε

(∆ηµητσάνα, Βαλτεσινίκο, Καρκαλού, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆, ∆ηµητσάνα,

Ζυγοβίστι, Λαγκάδια Π∆ 1997-8, Σέρβου ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77,

Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Βυζίκι ΧΦ 1976)

- ανάπτυξη του ηµιφώνου [j], του [γ] και του ευφωνικού [n]:

νευτού, νεγώ, γυιοθετήσανε, Γιούδα ( Βυζίκι, Βαλτεσινίκο Π∆, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-

77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1976).

Page 240: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

235

Τάση για αποφυγή συµφωνικών συµπλεγµάτων:

-απλοποίηση:

αθρώποι, αθρώπους, παλιαθρώπους, συχωράει, συχωρεµατική, συχώρεση, να συχωρέσει,

συχώριο, πνεµόνι, πλεµόνι, απόγεµα, απογεµατινός, πράµα, πράµατα, πράµατι,

πραµατικότητα, θάµα, θάµατα, θαµατουργός, αποµνηµονέµατα, στράτεµα, περισσέµατα,

ρίνω, ερίνανε, φτιάνω, φτιάνεις, φκιάνανε, φέγει, φέγουν, φέγανε, καταφέγουµε, φέγα,

αστηρός, Αστραλία, συφωνία, συφωνητικό, προικοσύφωνο, συχαρίκια, συβουλευόσαντε,

συβόλαια, συβολαιογράφο, συβόλιζε, συβαίνει, συφορές, συφέροντα, νιόνυφοι, νιονύφια,

Νοέβρη, ∆εκέβρη, Ζάκυθο, εφύλιο, διαλεµένο, βρεµένοι, συµπεριλαβανότανε, Κόρθο,

οινόπνεµα, έγκαµα, φυλαµένο, ριµένο, ύφαση, ορτασίες, λευκαθούν, δραµές, σιµιδάλι,

άχος (∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Λαγκάδια, Βυτίνα, Καρύταινα Π∆, Λαγκάδια,

Στεµνίτσα, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8, Μαυριά ΧΦ 1977, Καρύταινα ΧΦ 1976, Σέρβου

ΧΦ 1977, Βυζίκι ΧΦ1976, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77,

Ελληνικό ΧΦ 1977)

- ανάλυση µε ανάπτυξη [i] και σπάνια [u]:

καπινά/ καπινιά /καπινίζει /εκαπινιζόσαντε/ καπινιστήρι, πίνιξε <πνίξε & έπνιξε>/

επινίγηκαν/ πινιγµοί/σκυλοπινίχτης (σε όλη την περιοχή), ακαθαρισίες, ταµπουλάς,

µπουλουγούρι, φαναριτζήδες, αλισιβερίσι, σουφραϊσµένα <σφραγισµένα>, σπιλήνα,

χαλικάδα, κιλίφι, χέρισο, πιριόνι, πιριονίδια, Πέµιτη, ατιµό, βαθιµούς, αλισιβερίσι,

µπίζινες, ταµιντέλες, Σεµιτέβρης, τσιφιλικάδες (∆ηµητσάνα, Ελληνικό, Βυτίνα,

Λαγκάδια Π∆, Ζυγοβίστι, Παλαιοχώρι, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977).

Τάση διφθογγοποίησης:

βόιδι, πούιστη, ρόιδο, ροϊδινός/ ροϊδοκοκκινίσει, κλάιµατα, λεϊµονάκι/αβγολέιµονα,

καλαϊτζής/καλαϊτζήδες, χαϊµός/χαϊµένο/χάιστο, καϊµένος (∆ηµητσάνα, Λαγκάδια,

Σέρβου, Καρκαλού, Βαλτεσινίκο Π∆, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι

ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977, Μαυριά

ΧΦ 1977).

Page 241: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

236

Τάση ηχηροποίησης:

γκορφή, γκάγκελα, θράγκα, κιντύνευε, Ντροπολιτσιώτικα, µαντύα, βαµπακιές,

µπακεταρισµένο, µπατάκες, µπαντανίες, αρχιµαντρίτης, πλουµπιστή, γκιλέρι,

γκαµήλα/γκαµηλίτσα, γκουφάλες, ασηµοµπιστόλα, γιαντί, κάτι ντις, σιαγνόσαντε, αγνάρια,

γριτζιάλα, ερίγνανε, έδειγνε, διώγνει, γιούρντες, κέντρινα, λυπόντανε, κούλουµπα,

µπενοκλάντι, παπαρούντζα, έζεγνε, γνέµατα, νταντέλα, επικίντυνη, αντροµέδα/αντροµίδες,

ντακούνια, πούντρα, τσιγκαρίδες, νταµπούρλια <ταµπούρλα>, σκαλούντζι <σκαλούνι>,

λυγνάρι (∆ηµητσάνα, Λαγκάδια, Ζυγοβίστι, Βαλτεσινίκο Π∆, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Βυτίνα ΧΦ 1976,

Ελληνικό ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977).

Τάση αποβολής συµφώνου µεταξύ φωνηέντων:

ραΐσαν/ραΐσανε, τραΐ, βλοηµένα/ανεµοβλόι/ευλοηµένα, Παναΐτσα, αγώι, αρπάει, σόια,

λαήνα, φαητό, αφαλοκόπαε, πέρναε, ευκολόαε/ ευχολοήσει, ξεψύχαε, εγύρναε, φύσαε,

χώραε, βόσκαε, διαλέει, τουλάιστο, χρονολοΐα, σουφραΐδες/σουφραϊσµένα <σφραγίδες>,

φέει (<φέγει <φεύγει>), µουχλιάει, καρυόφυλλα, φόρηε, συλλοϊσµένο, φύλαε, έκλαιε,

πήαινα (∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα,

Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Μαυριά ΧΦ

1977, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977).

Φωνολογικές πραγµατώσεις

Πραγµάτωση του [i] ως [u]:

τρούπα/τρουπίτσες, τρικιούλι, ξουραφίζανε/ξουρίζουνε/ξούρισε/να ξουριστώ,

βρουκολακιάσει, χιούνει/χιουµένα/εχιούθη,να σκιούφτεις/σκιουφτά/έσκιουφτε/σγουφτός/

σγούψιµο, σουρτάρι/σουρτός, τούραγνος, λιτρουβιά <λιοτρίβι> (∆ηµητσάνα, Καρκαλού,

Βαλτεσινίκο, Βυζίκι, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆, Ζυγοβίστι, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆

1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977,

Ελληνικό ΧΦ 1977).

Πραγµάτωση φωνηέντων σε ένρινο και υγρό περιβάλλον:

πλερωνόσαντε/πλερωµή/πλερωµένο/πλέρωσα, ψένουµε/ψέναµε/ψένει/ψένανε, ντέναµε/

ντένουνε/ντένουµαι, θα γένει/γενόσαντε/γενόταν/να γενεί/γένεται, αντρόγενο,

Page 242: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

237

µαγερίτσα/µαγεριά/µαγερεύαµε/µαγερειό/αλευροµαγερέµατα/µαγερεµένο, στέναµε,

νέµα/νέµατα/γνέµα, άχερο/αχερώνας, κτένανε <χτίζανε> /χτενόσαντε, έσβενε, γδένουνε,

ενί <υνί>, σκατζόχερος/σκατζοχέροι, ανταµέβουνε, κρυένω <κρυώνω>, φλετζάνια,

συχωρεµατική, χεροποίητες, αφορεσµός/αφορεστικά, κελίµια, χεράµια, δεκριάνια,

αντροµέδα, σµερδάκι, χαέρι, θεµωνιές, απόστεµα, γερτός, ρεντάω, ρέντι, ρέντος,

αρρεβώνες/αρρεβωνιασµένοι, αντίδερο, παρεθύρι/παρεθύρια, υπερέτρια,

καθεράει/καθεράµε/ακαθέριγο, ανεπιάνουµε/ανεπιάζουµε, βουνελάκι, πάλε κ.ά.

(∆ηµητσάνα, Βυτίνα, Βυζίκι, Λαγκάδια, Καρκαλού, Βαλτεσινίκο, Στεµνίτσα Π∆,

Ζυγοβίστι, ∆ηµητσάνα, Ζάτουνα, Λαγκάδια Π∆ 1997-8, Βυζίκι ΧΦ1976, Σέρβου ΧΦ

1977, Βυτίνα ΧΦ 1976, Ελληνικό ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-

77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Καρύταινα ΧΦ 1976).

Αποβολή φωνηέντων σε περιβάλλον υγρό ή ένρινο:

πέρ’σευε <περίσσευε>, περ’σότεροι, σ’χωρέστονε/να σ’χωρεθούνε/σ’χωρεµένος,

περ’ποιέµαι /περ’ποιηθεί /περποιόσαντε, σηµερνή, καθηµερνή, κατοστάρκα, Μαργούλα,

Λάρσα, ερµιά, Αµερκή, µπαρτόµυλος, κλούρα, τ’λιγαµε <τυλίγαµε>, ακ’λουθούν/

άκ’λουθο <ακόλουθο>, µπόρ’γε, απ’λογιέται <απολογείται> κ.ά. (∆ηµητσάνα,

Λαγκάδια, Σέρβου, Στεµνίτσα, Ζάτουνα Π∆, Στεµνίτσα, ∆ηµητσάνα, Λαγκάδια Π∆

1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977,

Ελληνικό ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977, Καρύταινα ΧΦ 1976).

Ανοµοιωτική πραγµάτωση

- σε κλειστά σύµφωνα:

πραχτικές/πραχτικά, αποχτήσουνε/αποχταίνει, χτίρια, Οχτώβρη, λεφτό/δίλεφτο,

ιδιοχτήτης, χτηνίατρος, ταχτικά, εισπράχτορας, προσεχτικοί, επισκέφτες, ύποφτα,

ταχτοποιούµε, δίσεχτα, πλεχτά, γαλαχτερός, χαραχτήρας, εχτό <εκτός>, δισταχτερός

<διστακτικός>κ.ά. (∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Στεµνίτσα, Λαγκάδια, Βαλτεσινίκο Π∆,

∆ηµητσάνα, Ζυγοβίστι, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Ελληνικό ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977,

Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Μαυριά ΧΦ 1977)

Page 243: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

238

- σε τριβόµενα σύµφωνα:

ευκές/ευκέλαιο/εύκεται/ προσευκούλα, σκολείο/σκολή/σκολάσει/εσκόλαγε, σκέδια,

ελευτερία/ελευτεριά/ ελεύτερους/λευτερωθεί, µόσκος, µοσκοβολάει, βλάφτηκε,

άσκηµη/άσκηµοι, άσκετα, πασκίζανε, µασκάλες, τρύψαλα, αναίστητοι, νευραστένειες,

Πάσκα, σκολιάσανε, έµπροστεν, κατευτείαν, µιστό, επιστοχώραγε, εχτροί,

βλάστηµοι/βλαστήµια, ανάπαψη/αναπαψηµάνι/αναπαψηµάδι, καψόξυλα (∆ηµητσάνα,

Καρκαλού, Βαλτεσινίκο, Βυτίνα, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα,

Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Βυζίκι ΧΦ 1976, Λαγκάδια ΧΦ

1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977),

- σε φωνήεντα:

ολοντρόγυρα, ξεµολόγα/ξεµολογιόσαντε, αστροπή, δυάσµος, σουροπώνει, γέµοση,

παρατηραµένο ξελοχωνεύω δόνει <δίνει> (∆ηµητσάνα, Λαγκάδια, Βαλτεσινίκο,

Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-

77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977).

Πραγµάτωση µε ανάπτυξη φωνήεντος:

απηδάει/ απήδησε/ απηδάγανε, αλησµονά/ αλησµονήσεις, απαράτησε/ απαρατάει/

απαράτηγε/απαράτηκα, αλεβάντρα <λεβάντα>, αστήθι, αστάχυ, αχνάρι, αχείλι, αµετά,

αλυγαριά, αβδελιάζουνε, µόλις τ’ ασπείρεις, αγαρίφαλα, αβασκανία/αβασκαθείς, εγιός

(Βυτίνα, ∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα, Ζάτουνα Π∆, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα, Ζυγοβίστι Π∆

1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ

1976, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Μαυριά ΧΦ 1977).

Πραγµάτωση µε σίγηση του τελικού –ν:

στο ξένο, δε ξέρω, το Απρίλη, τη πλάσουµε, τη περιοχή, στη πραµατικότητα, µη έχει, επί

το πλείστο, το καιρό, τη κάψει, στη Κόρινθο, στη τσίτσα, τη κόβει, τη Τρίτη, τη κρεµάς

κ.ά. (Λαγκάδια, Καρκαλού Π∆, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Βυζίκι ΧΦ 1976, Λαγκάδια

ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977).

Page 244: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

239

Μορφολογικό Επίπεδο

Μορφολογία ρήµατος

Τάση για σχηµατισµό ρηµάτων σε -άω αντί -ίζω:

λιχνάµε/ξαναλιχνάµε, κοσκινάει/κοσκινάµε/κοσκινάγαµε, µουνουχάνε,

σκορπάει/σκορπάνε/σκόρπαγε/σκορπάγανε, συνηθάµε/συνηθάνε/ εσυνηθάγαµε, ρεντάει/

ρεντάµε, αρχινά, καλωσοράνε, καθεράει/ καθαράνε, τσιουγκράµε/ τσιουγκράγαµε,

δρυµονάµε, στουµπάνε/ στουµπάγαµε, ξεφυλλάµε/ξεφυλλάγαµε, ραβδάγαµε,

τουφεκάει/ντουφεκάγαµε, κερδάει/εκέρδαγε, µπουµπουνάει/αστραφτοµπουµπουνάει,

κρησαράου/κρησαράµε/ κρησαράγαµε, σεργιανάει, κέρδηγε, ζεµατάµε/ζεµατάνε,

συγυράς/συγυράµε/συγυράνε, χλιµιντράει, γεµάγαµε/γιοµάγαµε, γεµάει/ξαναγέµαγε,

ξεφλουδάµε, ξεθρακάµε,αµποδάει/αµποδάγαµε,αρρωστάει/αρρωστάγαµε/αρρωστάνε,

στραγγάει /στραγγάνε/ξεστραγγάγανε, σαπουνάνε, πολυχρονάει, σαραντάµε,

φωτάει/εφώταγε, κουδουνάει/κουδούναγε, καψαλάµε, ξεφλουδάγαµε, φτερακάει,

τροχάγαµε κ.ά. (∆ηµητσάνα, Ζυγοβίστι, Καρκαλού, Βυτίνα, Λαγκάδια Π∆, Λαγκάδια,

∆ηµητσάνα, Ζάτουνα, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Καρύταινα ΧΦ

1984, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Βούτσης ΧΦ 1977-78, Θεόκτιστο ΧΦ 1978, Σταυροδρόµι

ΧΦ 1978-9, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ήµητρα

ΧΦ 1978, Ελληνικό ΧΦ 1977, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77,

Μαυριά ΧΦ 1977, Καρύταινα ΧΦ 1976, Λαγκάδια ΧΦ 1976).

Τάση για διατήρηση της αύξησης ανεξάρτητα από τη θέση του τόνου:

εβγήκαν, εκρατάγαµε, εσφουγγαρίζαµε, εφτιάναµε, εγλύτωσε, ετηράγαµε, εσυµπονιόµαστε,

εκουραζόµουνα/εξεκουραζότανε, επετάγανε, εσυναντιόσαντε, εκαταλάβαινε,

εσυφωνάγανε, εµπουχιόσαντε, εµιλιότανε, εµοιράζανε, εσυµµαζώνανε, εθωριότανε,

εζωντάνεψε, εροβόλαγε, εφτιάναµε, εξυπολιόµαστε, εκοπανάγαµε, επινότανε,

εκρατήγανε, επαράτριβε, εβλέπανε, επολυεβάναµε, εστεριόµαστε, εγεννιότανε, επινίγηκε,

επαγαίνανε, ετρατάρανε, εµένανε, επήρε, εζούσαν, εβγήτσε, ετσαίγανε, εκρησαράγαµε,

εξεθρακάγαµε, εξεχωρίζαν, εγιόρτιαζε, επαντρευτήκανε, εµπόρηγε, επήγε/επηγαίνανε,

ελεγόταν, εβόσκανε, εχτυπάγανε, εβάναµε εµπήκανε, εσπέρνανε, εθερίζανε, εφώταγε,

εδιαλέγανε, εκαβαλάγανε, εσύφερνε, εµαζευόµαστε, εντενότανε, εφορήγανε, ελεγότανε,

εροϊδοκοκκινίζανε κ.ά. ( σε όλη την περιοχή).

Page 245: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

240

Τάση για αύξηση η- αντί για ε-:

ήφερε, ηφέρανε, ήβλεπε & ηµπορώ, ηξεύρω (σε όλη την περιοχή).

Τάση για µετάθεση τόνου από την προπαραλήγουσα στην παραλήγουσα

-σε παρελθοντικούς ρηµατικούς τύπους γ’ πληθυντικού προσώπου:

αρρωσταίναν, αλλάξαν, τραβάγαν, λιβανίζαν, ραΐσαν, εσµίγαν, κουµπώναν, σουρώναν,

επαύαν, επίναν, εφτιάναν/ εφτιάσαν,, επεριµέναν, επαίρναν, αφήσαν/ αφήκες/αφήκαν,

φυλάγαν, ακούγαν, ελέγαν, πηγαίναν/παγαίναν, πατήσαν, γενήκαν/εγινήκαν, κυκλώσαν,

φοράγαν/φορήγαν, αρχίζαν, ελιώναν, περνάγαν, ζυµώναν, σουρώναν, κεντάγαν,

κρεµάγαν, ψοφήσαν, ανοίγαν/ανοίξαν, ανάβαν, πηλαλήσαν, ηξέραν, ξενυχτάγαν,

µοιριολογάγαν, βρωµάγαν, πετάξαν, καθήσαν, ετολµήσαν, προδώσαν, εφτάσαν,

σκοτώσαν/ εσκοτωθήκαν, σηκώναν/σηκωθήκαν, προσπαθήσαν, µιλάγαν, κουρνιάζαν,

εβγήκαν, αγοράζαν, µαζεύαν, πρηστήκαν, γιοµίζαν, εκάναν, ελευκαίναν, γλεντάγαν,

εβαρέσαν, µαζευτήκαν, κρεµάγαν, σηκώσαν/σηκωθήκαν, νυστάξαν, εδώσαν, εκαήκαν,

χρεώναν, εβγάναν, ανάβαν, παθαίναν, ξεραίναν, εκαταλαβαίναν, εχτυπήσαν,

εµαραθήκαν, εφέραν/ ηφέραν/ ηφέρναν, εδιώξαν, εβγαίναν, ηξέραν, αρχίσαν, εβλέπαν,

επλέναν,’τοιµάζαν, σκεπάζαν, πεθάναν, πονέσαν, εκαθίσαν, εκάτσα, αρέναν, εσκάσαν,

εµέναν/εµείναν, εµάθαν, εφύγαν, εκανονίζαν, πουλήσαν, µπορήγαν, πειράξαν, εφέγαν,

πελεκάγαν, εβάζαν, λιγοστεύαν, εµπαίναν, δουλεύαν, µεγαλώναν/µεγαλώσαν, αδειάσαν,

ερχόνταν, ετρώγαν, εξεχάσαν, εδουλεύαν, φοβερίσαν, εσώσαν, γιοµίζαν, εσφάζαν,

εντώσαν, επιάσαν, ηξέραν, αγιάσαν, αναπιάζαν, βαρήγαν, κοινωνάγαν, γυρίσαν,

βοηθήσαν, πλησιάζαν, πατάγαν, κουβαλάγαν, εκλείσαν, φορτώσαν κ.ά. (σε όλη την

περιοχή)

Καταλήξεις Ενεργητικής φωνής

α) ληκτικό µόρφηµα /u/ αντί /o/ ή απουσία ληκτικού µορφήµατος στο α’ ενικό

πρόσωπο θεµάτων µε ατελές ποιόν ενεργείας:

ρεντίζου, λέου, φυλάου, πάου, αρρωστάου, θα φάου, αγαπάου, περικαλάου, χρωστάου,

φταίου, κολλάου, περνάου, φτιάνου, ξεχνάου, να πάρου, δε µιλάου, γλεντάου, κρησαράου

κ.ά. (∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Ζάτουνα, Στεµνίτσα, Λαγκάδια, Καρκαλού Π∆,

Ζυγοβίστι, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Στεµνίτσα ΧΦ

1980, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Καρύταινα ΧΦ 1984, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9)

Page 246: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

241

λέ, αλησµονά, φωτά, κρατά, πα, πετά, θα φορά, κοιτά, περνά, χρωστά, να κουβαλά, δεν

ακουµπά, το δικιολογά, του µιλά, να φα, πα να δουλέψω (∆ηµητσάνα, Λαγκάδια,

Καρκαλού, Βυτίνα, Στεµνίτσα Π∆, Ζάτουνα, ∆ηµητσάνα, Παλαιοχώρι Π∆ 1997-8,

Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

β) κατάληξη /ute/ αντί /ete/ ή /ite/στο β΄ πληθυντικό πρόσωπο:

µη µε κολάζουτε, να βρούτε, θα κηδέψουτε, να παρηγορήσουτε, ν’ αφήσουτε, τι να

κάνουτε, όπως θέλουτε, να φέρουτε, τα ξέρουτε, δεν παίρνουτε, να ζήσουτε, αν έχουτε,

άµα κάνουτε, να βλέπουτε, έχουτε διαβάσει, θα φύγουτε (Στεµνίτσα, Λαγκάδια,

Καρκαλού, ∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια, Βαλτεσινίκο, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8,

Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Σταυροδρόµι ΧΦ

1978-9).

-Καταλήξεις Μεσοπαθητικής φωνής

α) κατάληξη /ume/ αντί /ome/ στο α’ ενικό πρόσωπο του ενεστώτα και όλων των

τροπικών τύπων: σκιάζουµαι, κουράζουµαι, χρειάζουµαι, ντρέπουµαι, σκονίζουµαι,

λασπώνουµαι, κάθουµαι, πυρώνουµαι, βιάζουµαι, σκέβουµαι/σκέφτουµαι, καίγουµαι,

εύχουµαι, ονοµάζουµαι, έρχουµαι (∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Ράδου, Λαγκάδια,

Στεµνίτσα, Παλαιοχώρι Π∆, ∆ηµητσάνα, Λαγκάδια, Στεµνίτσα, Ζυγοβίστι,

Βαλτεσινίκο Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

β) αλλόµορφα /ude/ή / όde/ αντί του /οde/ στο γ΄ πληθυντικό πρόσωπο των ρηµάτων

α’συζυγίας: κάθουνται, ορκίζουνται, ζεύγουνται, µατιάζουνται, µαζώνουνται,

µαζεύουνται, φαίνουνται, κλειδώνουνται, γιατρεύουνται, αργάζουνται, τρώγουνται,

σέπουνται, εύχουνται, κόβουνται, προφυλάγουνται, ζώνουνται, στέκουνται,

πλαταρώνουνται, σηκώνουνται, γίνουνται, που ’ρχουνται, γιοµίζουνται, εξαφανίζουνται,

γλέπουνται, καίγουνται, τσιγαρίζουνται, ξεραίνουνται, συνευρίσκουνται, χαίρουνται,

σώζουνται, βρίσκουνται, σεληνιάζουνται, δέχουνται, παντρεύουνται, φιλεύουνται,

ξεκουµπίζουνται, σφάζουνται, λούζουνται, χαλάγουνται, ανασπάζουνται, πλένουνται κ.ά.

(Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα, Σέρβου, Βαλτεσινίκο, Βυτίνα, Στεµνίτσα Π∆, Στεµνίτσα,

∆ηµητσάνα, Λαγκάδια Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77,

Page 247: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

242

Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Ελληνικό ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79,

Στεµνίτσα ΧΦ 1980, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Καρύταινα ΧΦ 1984, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-

9, Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

µαζευόνται, γινόνται, παντρευόνται, ερχόνται, αρραβωνιαζόνται, βλεπόνται, καθόνται,

παρουσιαζόνται, ευχόνται/ ευκιόνται, ζυγιζόνται, τιναζόνται, ψενόνται, πλαταρωνόνται,

τσακωνόνται, ξεπουπουλιαζόνται, ασπαζόνται, ντενόνται, αγωνιζόνται, χαιρόνται,

στεκόνται, βριζόνται, σκιαζόνται, λουζόνται, κερναγόνται, χωριζόνται, πλενόνται,

τριβόνται, φαινόνται, µαζευόνται, ονειρευόνται, σωνόνται, ντροπιαζόνται, κρεµόνται,

καιγόνται, ξεραινόνται, τριβόνται, µορφωνόνται, αεριζόνται, ζεσταινόνται,

µουτζουρωνόνται, δηλητηριαζόνται, χωνόνται, ζεσταινόνται, σηκωνόνται, σκοτωνόνται,

τρελαινόνται, πληρωνόνται, προγραµµατιζόνται κ.ά.(σε όλη την περιοχή)

γ) τροπή του /u/ σε /o/ στο γ΄ πληθυντικό πρόσωπο των ρηµάτων β΄ συζυγίας:

µαρκαλιώνται, χτυπιώνται, κοιµώνται, βλαστηµιώνται, αµολιώνται, φοβώνται,

γεννιώνται, κοπανιώνται, ανακαλιώνται, λειτουργιώνται, συλλυπιώνται, συναντιώνται,

αρνιώνται, ξυπολιώνται, µαζευώνται, καταριώνται, προτιµιώνται, µιλιώνται,

χασµουριώνται, στενοχωριώνται, τραβιώνται/µαλλιοτραβιώνται, ζεµατιώνται,

ξεφλοιδιώνται, βαριώνται, τρυπιώνται, µπουχιώνται, συλλυπιώνται, λυπώνται,

χουχουλιώνται, γελιώνται, κυλιώνται, λησµονιώνται, τιµωριώνται, κουνιώνται,

κρατιώνται, συνοννογιώνται, θυµιώνται, εξοµολογιώνται, φιλιώνται, περνιώνται,

ευχαριστιώνται, (∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα, Ζάτουνα, Λαγκάδια, Βυτίνα, Καρκαλού Π∆,

∆ηµητσάνα, Βαλτεσινίκο, Ζυγοβίστι, Λαγκάδια Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4,

Λαγκάδια ΧΦ 1976, Βυτίνα ΧΦ 1976, Μαυριά ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77,

Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Καρύταινα ΧΦ 1984,

Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, ∆ήµητρα ΧΦ

1978, Θεόκτιστο ΧΦ 1978).

Κατάληξη παρατατικού ρηµάτων β’ συζυγίας ενεργητικής φωνής –ηγα:

εφόρηγε/εφορήγαµε/φορήγανε/εφορήγανε, άργηγε/αργήγανε, κάληγε/καλήγαµε/

εκαλήγανε,έζηγε/ζήγανε/θα’ζηγε,µπόρηγα/µπόρηγε/ηµπόρηγε/µπορήγανε,φίληγα/φίληγε/φι

Page 248: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

243

λήγαµε,αποβαρήγαµε/βάρηγε/εβαρήγανε,κράτηγε/κρατήγαµε/κρατήγανε, αρχινήγαµε,

κουβαλήγαµε, ελάληγε, εχρησιµοποιήγαµε, εκαρτέρηγε/ καρτερήγαµε/ καρτερήγανε,

κοινωνήγανε, κέρδηγε, χαιρετήγανε, παρακαλήγαµε, βαστήγανε, περπάτηγε, εκεντήγανε,

εννοήγαµε, εξόφληγε κ.ά. (Βυτίνα, ∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Ελληνικό Π∆, ∆ηµητσάνα,

Παλαιοχώρι, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Καρύταινα ΧΦ

1984, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9, Βούτσης ΧΦ 1977-78, Θεόκτιστο ΧΦ 1978, ∆ήµητρα

ΧΦ 1978, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Μαυριά ΧΦ 1977, Λαγκάδια ΧΦ 1976, Σταυροδρόµι

ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977, Βυτίνα

ΧΦ 1978-79).

Κατάληξη παρατατικού ρηµάτων µεσοπαθητικής φωνής –σαντε:

γενόσαντε/ εγινόσαντε, µοιραζόσαντε, εκουραζόσαντε, παντρευόσαντε, δεχόσαντε,

εξενιτευόσαντε, καθόσαντε, ανασπαζόσαντε, ελεγόσαντε, στηριζόσαντε, ερχόσαντε,

µαζευόσαντε/µαζωνόσαντε, γνωριζόσαντε, εβλεπόσαντε, πρησκόσαντε, εκοιµόσαντε,

φοβόσαντε, κρυβόσαντε, µπουχιόσαντε εµπουχιζόσαντε/, ξυριζόσαντε,

περποιόσαντε/επερποιόσαντε, πλερωνόσαντε, αρταινόσαντε, ευχόσαντε/ ευκιόσαντε,

χωριζόσαντε, εσυναντιόσαντε, στεφανωνόσαντε, εξεµολογιόσαντε, µπουµπουλωνόσαντε,

εβοηθιόσαντε, σκιαζόσαντε, κουκουλωνόσαντε, εκρατιόσαντε, χαιρετιόσαντε,

παρακαλιόσαντε, χανόσαντε, δανειζόσαντε, εκαπινιζόσαντε, ποτιζόσαντε, λιπαινόσαντε,

εζηµιωνόσαντε, καταστρεφόσαντε, φυτευόσαντε, σπερνόσαντε, εξεραινόσαντε,

εφυλαγόσαντε, δυσκολευόσαντε, σηκωνόσαντε, χτιζόσαντε/ χτενόσαντε, εφιλευόσαντε,

σκοτωνόσαντε/αποσκοτωνόσαντε, θρεφόσαντε, εστενοχωριόσαντε, διαλεγόσαντε,

ρογιαζόσαντε, φοριόσαντε, λουζόσαντε, λυπόσαντε, κρατιόσαντε, κοπανιόσαντε,

µιλιόσαντε, σηκωνόσαντε, λιαζόσαντε, στρωνόσαντε, συνηθιζόσαντε, κουνιόσαντε,

τρωγόσαντε, σουρνόσαντε, επλενόσαντε, φανταζόσαντε, ασχολιόσαντε,

ντυνόσαντε/ντενόσαντε, εθυµόσαντε, ετσοιµόσαντε, εκρεµόσαντε, εφιλιόσαντε,

ετραγουδιόσαντε, τσακωνόσαντε, κοβόσαντε, εχτενιζόσαντε, αναπαυόσαντε,

σκιαζόσαντε, αγαπιόσαντε, περνιόσαντε, καλιόσαντε, συλλυπιόσαντε, χτυπιόσαντε,

εκµεταλλευόσαντε, εκερναγόσαντε, απολιόσαντε, φαινόσαντε, επαντρευόσαντε,

εκηδευόσαντε, εδανειζόσαντε, καταριόσαντε, σκεπαζόσαντε, πουλιόσαντε,

επαραµορφωνόσαντε, καιγόσαντε, γκρεµιζόσαντε, ξεραινόσαντε, εκαλλιεργιόσαντε,

Page 249: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

244

θυµόσαντε, ξυριζόσαντε, ξεσυνεριζόσαντε, πιανόσαντε, αµποδιόσαντε κ.ά. (σε όλη την

περιοχή).

Αρχαϊκότερη κατάληξη µεσοπαθητικού αορίστου -ης, -η:

γεννήθη, ευρέθη, σώθη, καταχωνιάστη, µαζεύτη, πετάχτη, κουτσάθη, σκιάχτη, λωλώθη,

ζαλίστη, δέχτη, κρεµάστη, επινίγη, στσιάχτη, εδιάη, εκηρύχτη, εσκοτώθη, εχάθη,

εµαράθη, αρρεβωνιάστη, επαντρεύτη, εχύθη, στενοχωρήθη, ξεράθη, σωριάστη, εσηκώθη,

εθυµήθης (Στεµνίτσα, Βαλτεσινίκο, ∆ηµητσάνα Π∆, Ζάτουνα, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9,

Ελληνικό ΧΦ 1977, Καρύταινα ΧΦ 1976).

Τάση για απουσία ληκτικού µορφήµατος

- στην προστακτική ρηµάτων σε –ώνω:

γλύτω, ζύµω, πλέρω/ πλήρω, φόρτω, µάζω, άπλω, λίγδω, σκότω, φαρµάκω, σήκω τα,

ξάπλω, λέρω, µπάλω, δυνάµω κ.ά.(Στεµνίτσα, ∆ηµητσάνα, Καρκαλού, Λαγκάδια Π∆,

Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα, Ζάτουνα Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ

1976-77, Ελληνικό ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Στεµνίτσα

ΧΦ 1980)

- στο γ’ πληθυντικό πρόσωπο φωνηεντόληκτων ρηµάτων ενεργητικής φωνής:

σκαπετάν, κοιτάν, τρων, παν, λεν, πετάν, βουτάν, φυλάν, συναντάν, µιλάν, απαντάν,

µασάν (∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα, Καρκαλού Π∆, ∆ηµητσάνα, Λαγκάδια Π∆ 1997-8,

Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Καρύταινα ΧΦ 1984, Βυζίκι ΧΦ 1976, Βυτίνα ΧΦ 1976,

Μαυριά ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

-στο β΄ πληθυντικό πρόσωπο του ενεστώτα και όλων των τροπικών τύπων της

µεσοπαθητικής φωνής:

αγαπιόστε, µιλιόστε, τσακωνόστε, λουζόστε, µη ντρεπόστε (Βυτίνα, ∆ηµητσάνα,

Καρκαλού, Στεµνίτσα Π∆)

-σε ποικίλους ρηµατικούς τύπους:

Page 250: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

245

µαζέµε/µαζένε/µαζεύνε, δουλένε, σπέρνε, βγάζνε, σκάβνε, βάνε, µεγαλώνε, θέµε/ θένε

/θέλνε, θα πιάσνε, θα ρίξνε, µαγειρεύνε, κάνε, να πάρνε, βλες<βλέπεις, ξέρτε, να φτιάστε,

διπλιάζει τυλάµε<τυλίγουµε (Βυζίκι, Βαλτεσινίκο Π∆, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Μαυριά

ΧΦ 1977, Ελληνικό ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα

ΧΦ 1977-78).

Ενεργητικό αοριστικό θέµα µε χαρακτήρα /-ks/ αντί /-s/ και /-ps/ αντί /-fs/:

καβαλίκεψα, αφού στεγνώξει, λιγουρέψει, θα συνοδέψει, ν’ αναπάψει, να µνηµονέψει,

µάτιαξε/να µατιάξουνε, άµα θαµάξει, να µπουµπουνίξει, να φοβίξει, σείξου, να τηράξει,

θα βαστήξει, να καταράξει, αφού κοχλάξει, να παραπηλαλήξουµε, να κινδυνέψει,

λακήξαµε, να στραγγήξει, να παινέψω, να ορµηνέψει (Καρκαλού, Ζυγοβίστι,

∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα, Σέρβου, Βαλτεσινίκο, Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα, Λαγκάδια

Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Καρύταινα ΧΦ 1984, Βυζίκι ΧΦ 1976, Καρύταινα

ΧΦ 1976, Μαυριά ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77,

Ελληνικό ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, ∆ήµητρα ΧΦ 1978,

Βούτσης ΧΦ 1977-78).

- Σχηµατισµός ενεργητικής µετοχής µε απουσία ληκτικού µορφήµατος:

περπατώντα, τραβώντα, λέγοντα, σκούζοντα, σούρνοντα, τελειώνοντα, ξηµερώνοντα

µετρώντα, βρέχοντα κ.ά. (∆ηµητσάνα, Λαγκάδια, Στεµνίτσα, Ράδου Π∆, Βαλτεσινίκο,

Ζυγοβίστι, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977,

Ελληνικό ΧΦ 1977).

Μορφολογία ονόµατος

Πραγµάτωση ουσιαστικών µε αλλαγή γένους:

η χωρισιά, τα πασσάλια, τις κουφέτες, η ανεµιστήρα, ο ρέντος/το ρέντι, στις

τραπεζοµαντήλες, την και τον αρρεβώνα, στη φράχτη/ τις παλιόφραχτες, τα κόπια, οι

φιλιές (φιλέµατα), οι παίνιες, τους κρέβους, τα καρκατζέλια, το ειδί, ο σκάλος, ο κούρος,

το φλούδι, ο κλάδος, η γιαούρτη, στους όχθους, τα όχτια, το αφάλι, της Αγιασωτήρας, ο

βέλος, η µπαρούτη/το µπαρούτι, καµιά σπινθήρα, η ρύζη, µια τέτζερη, το αφρί, τη

νιφτήρα, τη σπιλήνα (Καρκαλού, Λαγκάδια, Στεµνίτσα, ∆ηµητσάνα Π∆, Ζάτουνα,

∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό

Page 251: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

246

ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Στεµνίτσα

ΧΦ 1980, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9, Θεόκτιστο ΧΦ 1978, Βούτσης

ΧΦ 1977-78).

Κατάληξη πληθυντικού σε –αίοι των ουσιαστικών σε -άρης/-ύρης: συχαρικιαραίοι,

τσοπαναραίους, νοικοκυραίοι/ νοικοκυραίους, διακονιαραίοι, φουρναραίοι,

καβαλαραίοι, Μαυροµιχαλαίοι, Σερβαίοι (∆ηµητσάνα, Ζυγοβίστι, Καρκαλού,

Παλαιοχώρι Π∆, Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8, Σέρβου ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι

ΧΦ 1976-77, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77).

Σχηµατισµός των ισοσύλλαβων σε –της ως ανισοσύλλαβων στον πληθυντικό:

τσελιγκάδες,’χτιµητάδες, καλεστάδες, θεριστάδες, δεσποτάδες, σκαλιστάδες,

φορτωτάδες, αφεντάδες/των αφεντάδων, καλιγωτάδες, πεταλωτάδες, αγοραστάδες

(Λαγκάδια, Καρκαλού, ∆ηµητσάνα Π∆, ∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Καρύταινα

ΧΦ 1984, Βυτίνα ΧΦ 1976, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ήµητρα ΧΦ

1978, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9).

Σχηµατισµός πληθυντικού και γενικής ενικού των ισοσύλλαβων σε -ας κατά τα

αρσενικά σε -ος:

µήνοι/µήνους, τσοπάνοι, εµπόροι, ο γονέος/γονιούς/γονέοι/γονιοί,

χωροφυλάκοι/χωροφυλάκους/ αγροφυλάκους, γειτόνοι/γειτόνου, τους βρικολάκους,

µαστόροι, του κοράκου, γερόντου/γερόντοι/γερόντους, συγγενοί, µαρτύροι/µαρτύρους,

αρχόντοι (Καρκαλού, ∆ηµητσάνα, Λαγκάδια Π∆, Ζυγοβίστι, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8,

Καρύταινα ΧΦ 1976, Βούτσης ΧΦ 1977-78, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9, ∆ήµητρα ΧΦ

1978, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ

1977-78, Ελληνικό ΧΦ 1977, Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77,

Μαυριά ΧΦ 1977).

Σχηµατισµός πληθυντικού θηλυκών σε -άδες:

αδερφάδες, νυφάδες/νιονυφάδες, νοικοκυράδες, θειάδες, τσυράδες, πεθεράδες,

γιορτάδες, Κυριακάδες, Παρασκευάδες (∆ηµητσάνα, Λαγκάδια, Στεµνίτσα,

Βαλτεσινίκο, Ζάτουνα Π∆, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4, Λαγκάδια ΧΦ 1976, Καρύταινα

Page 252: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

247

ΧΦ 1976, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Μαυριά ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό

ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9).

Σχηµατισµός θηλυκών µε το µόρφηµα –ες αντί –εις:

πάθησες, επισκέψες, αντάµωσες, λέξες, στρώσες, εξετάσες, ενέσες, τάξες (∆ηµητσάνα,

Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆, Λαγκάδια, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4,

Λαγκάδια ΧΦ 1976-77, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9).

Υποχωρητικοί σχηµατισµοί ουσιαστικών:

κλήρα, το γόνα (∆ηµητσάνα, Καρκαλού Π∆, Σέρβου ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79,

Στεµνίτσα ΧΦ 1980, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-9).

Μετάθεση τόνου στα ισοσύλλαβα ονόµατα:

καλογέροι, συµπεθέροι, δασκάλοι, Σαββάτο/Σαββάτα, καλικατζάροι/ καρκατζέλοι,

διαδρόµοι, διαβόλοι, ανθρώποι/παλιαθρώποι, σκατζοχέροι, νοµάτοι, ανέµοι, αγγέλοι,

προέδροι, προγόνοι, αθανάτοι, υπαλλήλοι, δηµάρχοι, ηγουµένοι, επιτρόποι, εµπόροι,

πολέµοι (σε όλη την περιοχή).

Σχηµατισµός ρηµατικών επιθέτων µε στερητικό πρόθηµα α- σε -γος:

αβάφτιγο/αβάφτιγη, αγύριγος/αγύριγα, αναζήτηγα, αχρόνιαγο/ ανεχρόνιαγε, αβόσκηγη,

ασαράντιγο/ασαράντιγη, αζύγιαγο, αµίληγοι/αµίληγες, αβάρεγη, ανάρµεγα, ασκέπαγο,

ακαθάριγα/ακαθέριγα, αρέντιγα, αφίληγη, ξανάρτυγος (Λαγκάδια, ∆ηµητσάνα, Ράδου,

Στεµνίτσα, Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα, Ζυγοβίστι, Βαλτεσινίκο Π∆ 1997-8, Στρογγυλό

ΧΦ 1993-4, Καρύταινα ΧΦ 1984, Λαγκάδια ΧΦ 1976, Μαυριά ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα

ΧΦ 1977-78, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Καρύταινα ΧΦ 1976, Σέρβου ΧΦ 1977,

Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-

9, Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Page 253: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

248

Συντακτικό Επίπεδο

Πρόταση

Τάση για εκτόπιση του θέµατος, όπου το εκτοπισµένο συστατικό είναι µόνο

σηµασιολογικά και όχι συντακτικά συνδεδεµένο µε την πρόταση:

Εγώ ο νουνός µου επέθανε πριν χρονιάσω παντρεµένος

Εγώ το βράδυ µου λέγανε οι γυναίκες

Ο Γιάννης του αρέσει κει πέρα

Η επανάσταση πρέπει να την κάνουµε µε τα γράµµατα (∆ηµητσάνα Π∆)

Άλλη που δε µίλαγε της έλεγαν περ’σότερα (Στεµνίτσα Π∆)

Εγώ τα πόδια µου πονάνε (Καρκαλού Π∆)

Εδάγκωσε η µέση της µια κοπέλα

Εµείς παιδιά πούηµαστε µας είχαν ορµηνέψει οι πατεράδες µας

Τότε η ∆ηµητσάνα, δεν είχαµε βρύση

Το παιδί του αλλάζανε το όνοµα

Η ∆ηµητσάνα, Τούρκος δεν επάτησε

Η µητέρα µου την πιάσανε οι πόνοι

Η νύφη έπρεπε να ’ρθουν όλοι οι συγγενείς για να τη χαιρετήσουνε προτού φύγει

Ο προπάππους µου τον ελέγανε Σπύρο Σεργόπουλο ( ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Όποιος έχει κακές πράξεις αργεί να βγει η ψυχή του (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Όταν κανένας τσοπάνης του κλέβανε τα πράµατα … (Βυζίκι ΧΦ 1976)

Η νύφη που θα φανεί εντάξει την προσέχουν και την εκτιµούν πολύ τα πεθερικά της

Μια γυναίκα ήταν ο άντρας της στη φυλακή κι έκλαιε (Μαυριά ΧΦ 1977)

Καµιά φορά το µελίσσι του αλλάζουνε τόπο

Στις σαράντα µέρες ο νεκρός γυρίζει η ψυχή του

Όγοιος ήτανε καλός άµα πεθάνει το σώµα του αρχινάει να λιώνει (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Τον επλένανε µε κρασί όλο το σώµα

Εκείνοι που πεθαίνανε ανύπαντροι τους φορήγανε αρρεβώνα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ο δεύτερος γιος που ’θελε παντρευτεί ο πατέρας του οπωσδήποτε του ’φτιαχνε ένα σπίτι

Πρέπει οι γειτόνοι γύρω-γύρω που τ’ ακούµε ότι είναι βαριά το παιδί κι η µάνα του δεν

της κόβει πρέπει να τρέξουµε να το βαφτίσουµε

Οι ταξιδιώτες που εφεύγανε τους εβάναµε δυο σπυριά ..

Τα χρόνια εκείνα ένα κορίτσι κι ένας νεαρός µόνοι τους να περπατήσουνε δεν τους

αφήνανε

Οι γυναίκες άµα πεθάνει ο άντρας της θέλα φοράει µαύρα σ’ ούλα της τα χρόνια

Οι άντρες άµα πεθάνει η γυναίκα του θέλα µείνει αξύριστος

Χαράλαµπος Ταλούµης τονε λέγανε

Απ’ τ’ αγιο-Σπυριδώνου κι αυτούνοι πούησαντε αρτυµένοι τους νηστεύαµε πια

Την προσέχαµε της Υπαπαντής

Της Ζωοδόχου Πηγής την τιµάµε

Τα κορίτσια θα πιάσει η καθεµιά τους να νέσει (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Κείνοι που καταριόνται δίκια πιάνει η κατάρα τους

Η ξυλή (: ξυλεία) που είναι κοµµένη µε χάση φεγγαριού την τρώει ο σκόρος (Σέρβου ΧΦ

1977)

Αυτός που τις έχει τονε λένε ψειριάρη (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Page 254: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

249

Είναι µερικές πούειναι το χερικό τους και τους αργεί να γένει το ψωµί

Τη µπογάτσα δεν της βάνουνε προζύµι

Παλαιότερα οι δασκάλοι τους έδινε τρόφιµα το χωριό

Ήτανε µια, πηγαίνανε προξενιό για να την παντρέψουνε

Μερικοί που ’ναι άρρωστοι δεν βγαίνει η ψυχή τους

Οι κοπέλες τις φοράνε άσπρα φορέµατα

Όλοι οι Κολιαίοι, µόλις τους είδε ο Ντεληβοριάς, τους προσέφερε για τα ζώα τους τροφή

Ο πύργος τον επήρε ο καπετάν Ζαχαριάς

Η ∆ήµητρα Παπαγεωργίου, όταν πήγαινε στην Α΄ ∆ηµοτικού, ήταν ο αδελφός της µικρός

(Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Οι φούρνοι τους φτιάνουµε µόνοι µας

Οι µπαντανίες τις υφαίναµε απολυτές

Η Παναγιώτα η Νικολίνα επέθανε ο γέρος της

Εγώ, µια νύφη µου, της είχανε φάει οι Μοίρες το πόδι

Τση κυρα-Γιαννούλαινας η µάνα ότανες επέθανε το βράδυ τους είχανε κλέψει αβγά από

τση κότες

Παλαιά όποιος αρρώσταινε στο χωριό είχαµε γιατρό (Στεµνίτσα ΧΦ 1980).

Ρηµατική φράση

Τάση για νοητή συµφωνία υποκειµένου και ρήµατος µε περιληπτικά ονόµατα (π.χ.

κόσµος, οικογένεια, κανείς, καθένας κ.λπ.):

Παλεύανε ο κόσµος

Ερχόνται ο κόσµος

Εξοµολογιόσαντε ο κόσµος (∆ηµητσάνα Π∆)

Τους ελέγανε τον πόνο τους η κάθε γυναίκα

Ο κόσµος ερχόσαντε από όλα τα χωριά (Ζάτουνα Π∆)

Να ’ναι αγαπηµένοι ο κόσµος (Βυτίνα Π∆)

Το κουβαλούσανε το κρασί στα σπίτια ο κόσµος

Επηγαίνανε το συµπεθεριό µπροστά/Μόλις επήγαινε το συµπεθεριό να πάρουµε τη νύφη

Τρώγαµε όλη η οικογένεια τραχανό (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Εκίναγε το ασκέρι του γαµπρού κι ερχόσαντε και συνεµπάζανε το γαµπρό (Λαγκάδια Π∆

1997-8)

Όποιος θέλει βάζανε παλιά µάραθο (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Όποιος ήτανε νοικοκύρης το βάφανε το σπίτι

Ήσαντε τότες καλός ο κόσµος (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Φέρετρο κάνανε δικό τους ο καθένας (Καρύταινα ΧΦ 1976)

Μαζευόνται όλος ο κόσµος (Μαυριά ΧΦ 1977)

Ένα αντρόγυνο κάθε µέρα παρακαλιόσαντε στο Θεό να τους δώσει παιδί (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Ο κόσµος ήτανε τότενες µονιασµένοι

Παρακαλιόνται ό,τι θέλει ο καθένας (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Πηγαίνανε στα χωράφια τους ο κόσµος

Ό, τι τους ερχόταν του καθενού και νόγαγε έφτιανε

Άµα πεθάνει κάποιος στην ξενιτειά, η οικογένειά του τον κλαίνε

Βλέπει ένα αντρόγυνο κι ερχόσανε (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Page 255: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

250

Καθόσαντε ο κόσµος/ καθόσαντε όλη η οικογένεια

Όλος ο κόσµος φορήγανε τα καλά τους τα σκουτιά

Τότες ενηστεύανε ο κόσµος/ τ’ αφήσανε ο κόσµος εδωπά όλα/ υφαίνανε ο κόσµος/ ο

κόσµος ήσαντε συνηθισµένοι τότες/όλος ο κόσµος ερχόνται από χωριά (Στεµνίτσα ΧΦ

1980)

Μαζευόσαντε όλος ο κόσµος να ψωνίσουνε

Γινόσαντε τα συνοικέσια, γιατί σµίγανε ο κόσµος

∆εν εργαζόνται κανείς (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Βάνανε µέσα τα ζα τους ο κόσµος / Ο κόσµος ετραγουδάγανε εδώ µοναχοί τους

Αποκριεύουνε όλο το σόι µαζί (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Κλαίνε ολόκληρος ο κόσµος (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Μια οικογένεια είχε µια συκιά και µοιράζανε τα σύκα

Μετά την κηδεία ο κόσµος περνάνε από το σπίτι / Παγαίνουν κόσµος κάργα

Μαζευόσαντε το συγγενολόι και τρώγανε σ’ ένα σπίτι

Άµα δεν έκανε κανείς παιδιά άκληρο τονε λέγανε ο κόσµος /ερχόσαντε πολύς κόσµος

..πόχουµε νευροπίεση όλη µας η οικογένεια (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Συµπληρώµατα ρηµάτων σε αιτιατική αντί γενικής:

Ευχόσαντε τους άλλους (∆ηµητσάνα Π∆)

Σαν τι την έλειπε; (Λαγκάδια Π∆)

Καλεί τα παιδιά του και τα εύχεται (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Ευχιότανε τα παιδιά του/ Ευκήσου µε (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ευκήστε µε, γονέοι µου (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Τι την λείπει; (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Τους σώγαµπρους τους είχανε βγάλει και σάτερες, παροιµίες, τέτοια (Βυτίνα ΧΦ 1978-

79).

Τάση για χρήση µεσοπαθητικών ρηµατικών τύπων µε ενεργητική (µεταβατική)

σηµασία και το αντίστροφο:

Ασχολώντας µε το πάθος της δουλειάς (Βυτίνα Π∆)

Ο Γιάννης ήτανε κεφωµένος (Καρκαλού Π∆)

Τα εργαζόσαντε τα χτήµατα (∆ηµητσάνα Π∆)

Άµα τα εργαστείς αυτά τα τρία υλικά, τειάφι, κάρβουνα και νίτρο (Στεµνίτσα Π∆)

Το ξύλο δούλευε στο τζάκι δώδεκα µέρες (Λαγκάδια Π∆)

Βγάνανε δέρµατα που τα κατεργάζανε (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Να ανταµωθούµε στον αγιο-Λια στον πλάτανο

Περικαλέσου στο Θεό/Το κορίτσι παρακαλιότανε στην Παναγία

Άλλος το πούλαγε το κρασί να οικονοµηθεί

Είχανε τα χτήµατα και βάναν τους άλλους και τα εργαζόσαντε

∆ιαλούσε ο γάµος της νύφης

Πάου να µυριστώ (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Οι συγγενήδες θρηνώνται

Οι γυναίκες χωριζόνται τις δουλειές (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Εκεί βράζονται και βγαίνει η τσιπούρα

Αν η έγκυος λιγουρέψει …(Μαυριά ΧΦ 1976)

Είχε ψευδορκίσει

Page 256: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

251

Κάπαρο ήτανε το δαχτυλίδι και οι χάρες όταν διάλυγε ο αρρεβώνας

Τα λουλούδια που παίρνουνε από το Σταυρό δεν τα µυρίζονται

Ένα αντρόγυνο κάθε µέρα παρακαλιόσαντε στο Θεό να τους δώσει…(Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Άµα παρακαλεθούµε µε πίστη

Άµα είχες φαγούρα στο λαιµό κάποιος σε τρωγότανε

Ο Θεός είχε καταράσει τα φίδια

Αν της έστειβε της λεχώνας το γάλα τη ζεστασιά της εξαναρχότανε (Λαγκάδια ΧΦ 1976-

77)

Εφύγαµε να πα να στεφανώσουµε (: στεφανωθούµε)

Παρακαλιόνται ό, τι θέλει ο καθένας

Οι ντόπιοι νηστευόµαστε τ’ Αγιαννιού (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Τηράγαµε να µη σούρνουνε οι θηλιές

…να µην πληγιάζουνε τα καπούλια τους

Τα ξύλα σκουροτρώνε

Τα πρόβατα άλλοι τα κοιµόνται στα γρέκια

Υψώνει (: υψώνεται) κατά την κορφή (Σέρβου ΧΦ 1977)

Βάνουνε τα έξοδα µισά-µισά κι ύστερα χωρίζονται και τη σοδειά

Τα άλογα µυρίζονται το ένα το άλλο γιατί γνωριζόνται (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Τα ζώα δεν πληγιάζουν

∆ιαλύει ο γάµος της νύφης

Όταν σε τρώγεται η µύτη σου, θα φας ξύλο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Τα ξύλα σκουροτρώνε

Τα παπούτσια (: χοντρά ξύλα) κρατούνε τα ψαλίδια για να µη σούρνουν

Όταν φταρνιζόµαστε, λέµε κάποιος µας τρώγεται (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Τ’ απόγιοµα διαλύει το πανηγύρι (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Θα λαµπροφορεθούµε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

…για να µη σκοροτρώνε

Αφού κάψει το λίπος

Το σκυλί όταν µυριστεί κανα ζούδι κλαφουνάει

Θέλει να καταράξει (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Σχηµατισµός συντελεσµένων χρόνων

-Ενεργητική Φωνή

α) έχω/είχα + µεσοπαθητική µετοχή στο ίδιο γένος και αριθµό µε το συµπλήρωµά της

β) έχω/είχα + άκλιτη µεσοπαθητική µετοχή ουδετέρου γένους

-Μεσοπαθητική Φωνή

είµαι/ήµουν + µεσοπαθητική µετοχή

Ήταν ένας πατέρας κι είχε το παιδί του στην Αθήνα ταξιδεµένο

Τάειχαµε κει κα δεµένο

Το είχα στο φούρνο ριµένο το ψωµί

Άµα δεν ήµουνα ψηµένη και ερµηνεµένη δε θ’ άντεχα

Το Φλεβάρη είσαι γεννηµένο και συ;

Page 257: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

252

Είχα παρµένο από το Λεονάρδο τέσσερες πάνες (∆ηµητσάνα Π∆)

Στόφα είχαµε παρµένο (Ζάτουνα Π∆)

Είχα ξύλα κοµµένο και µου λέει η µάνα µου να ’ρθω να τα πάρω ζαλιά (Ελληνικό Π∆)

Γόνατα, τέτοια πράµατα απ’ όλα έχω φτιαγµένο

Τα ράσα ήσαντε από γίδες γινωµένα

Αυτά τα έχω κεντηµένα µόνη µου (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Της είχαµε της Παναγιωτούλας και οικόπεδα παρµένο

Είχα µια µεγάλη τέτζιερη παρµένη προίκα (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Ήτανε φερµένα τα σφαχτά (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Τα ’χαµε τα χωράφια αραποσίτι σπαρµένο

Χαρά στο νοικοκύρη πόχει πολλά σπαρµένο

..µάγια τόχουν κανωµένο

Την περιουσία τους την έχει µοιρασµένο

Τους έχει ειπωµένο του καθένα το χωράφι του

Τ’ όνοµα το ’χανε βαλµένο όχι από µπίτι µωρά

Αν είναι ήλιος βαρεµένος

Ήτανε ακρίδα πεσµένη πολλή (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Κουµπάρος ήτανε αυτός που είχε το παιδί βαφτισµένο (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Σου ’χω κάτι αφηµένο (Βυζίκι ΧΦ 1976)

Για να αρραβωνιαστεί ο άντρας πρέπει να είναι βγαλµένος από το στρατό (Μαυριά ΧΦ

1977)

Στη µέση τ’ αλωνιού ήτανε βαλµένος γερά στη γης

Τηράµε να ’µαστε φαγωµένοι

Μια φορά η Αγγελικούλα είχε σπαρµένο και το φύλαγε

..τα ’χω βαλµένα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Εκρησαράγαµε το σιταρίσιο αλεύρι κι είχαµε κρατηµένο προζύµι

Εγώ είχα ακουσµένο ότι µόνο οι βλάχοι τηράγανε τον ουρανό και ξέρανε..

Είχα ακουσµένο ότι οι παλαιές εφτιάνανε την αρµυροκουλούρα.

∆εν τον είχαµε ιδωµένο (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Έχουµε προζύµι φυλαµένο

Θα φάνε το φαΐ που ’χει µαγερεµένο η νοικοκυρά

Αν δεν είναι καλό γινωµένο..

Έχει γάλα µαζωµένο

Φοράµε τα ’σωρουχάκια του που θέλα ν’ τα ’χουµε φτιασµένα

Θέλα ’χει φτιασµένο και ζυµωµένο ένα ψωµί

Να ιδούνε τι λογά έναι, µε τι τα ’χεις υφαµένα

Θέλα ’χουνε σκαµµένο το λάκκο

Ήσαντε φερµένοι

Η νοικοκυρά θέλα ’χει συγυρισµένο το σπίτι της, θέλα ’χει ζυµωµένο

Τελειώνοντα η πρώτη εβδοµάδα τα ’χουµε σφαγµένα τα γουρόυνια ούλα

Πλένονται καλά να τα φτιάσουνε. Όποια δεν το ’χει καθαρά φτιασµένο κι έναι βρώµιο…

(Ελληνικό ΧΦ 1977)

Μέχρι ’κει το ’χαµε σπαρµένο

Η προσγιαγιά µου είχε φαγωµένο βελάνια

΄Εχουνε πιωµένο τα σαράντα σάλια

Πόσα θαύµατα δεν έχει κανωµένα

Το ’χεις ακουσµένο που λέει

..που είχε βαλµένο το σφαχτό (Σέρβου ΧΦ 1977)

Page 258: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

253

Τα ’χει πληρωµένα

Τα εικονίσµατα είναι βαλµένα

Είναι τα αστέρια βαλµένα

Εκεί πόχουµε θερισµένα (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Είχαν τρούπα εδώ στο σώβρακο, είχαν αφηµένο εδώ που ’ταν η σούφρα λίγο κενό. Μετά

στρώνουν ωραία κεντητά, ό, τι έχει φυλαµένα

Αν ίσως χάλαγε ο αρρεβώνας καµιά βολά, τότενες γυρίζανε τα δώρα πούειχανε δοµένα

Έχω το φούρνο αναµµένονε

Αυτός ήτανε φερµένος

Ο Νταγρές, που ’τανε ’δω µεινεσµένος

Όταν δε δυνότανε η µάνα, συφώναγε το µεγαλύτερο σερνικό, που νάητανε νοηµένο

Είχε λεφτά µαζωµένα

Μ’ έχουνε παραδοµένονε

Ήσαντε βγαλµένοι από κείνο το µέρος κάτι ∆ηµόπουλοι, πολύ σηµαντικοί κλέφτες

Ο Τούρκος ήτανε για πεθαµό πια, ήτανε σε κάµατο φτασµένος

Αν έχω τις δουλειές τελεµένα

Έχω ούλα που µούειπες σιαγµένα

Τους επήρε την ανδροµίδα πούησαντε σκεπασµένοι (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ό, τι καλό έχουµε φερµένο σπίτι το βάνουµε στη σάλα

Τας έχω βαλµένα

Τα ’χω καµωµένα

Την είχα χωσµένη τη λάµπα στο φορτσέρι

Στους τοίχους έχω βαλµένες λάµπες…τις έχω αφηµένες για στολίδι

Είχα ένα αλφαβητάρι φτιαγµένο

Αναπιάναµε το προζύµι που ’ναι αφηµένο

Η νύφη µου τα Χριστούγεννα πούησαντε φερµένοι εδώ…

∆ύο παιδιά τα ’χω κανωµένα

Ήσαντε φερµένα και όργανα

Τους είχανε βαλµένες καρέκλες

Ήτανε παγαιµένο το παιδί στο σπίτι

Οι τεχνίτες πούησαντε µισεµένοι

..για δεν είχαµε όλη την ώρα τα καλά σκουτικά βαλµένα

…να πάρουµε τη χερούσα που ’χαµε φτιαγµένη από το Πάσχα

Το πέταλο το ’χε βαλµένο

Έναν καιρό ο Κολοκοτρώνης ζούσε εδωνά, είχε φερµένη την οικογένειά του εδώ

(Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Ήσουν παγαιµένος..(∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Πολλοί την είχανε τη γυναίκα πολλές φορές ακουσµένα

Είχα πολλούς ιδωµένα (Καρύταινα ΧΦ 1984)

..σπίτι που το ’χουν χωρισµένα

Οι συµπεθεροκόποι έχουν µιληµένα για την προίκα

Απ’ έχουν δυο δισάκια κεντιστά, επίτηδες τα ’χουν φτιασµένο (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Είχαµε στηµένο τον αργαλειό µε τα ύπουργά του

Έχουµε χόρτα µαγερεµένα ψιλικά

Όταν βλέπαµε τα σφερδούκλια τη Λαµπρή βλαστηµένα και καρπισµένα η σοδειά θάλα

πήγαινε καλά

Όταν γεννηθεί το παιδί έχουµε πλεµένο προβαζό

Page 259: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

254

Απολυότανε µε σκοπό να σπάσει την αλυσίδα που είχαν κανωµένο οι απέναντι µε τα χέρια

τους

Η τσούπα για να παντρευτεί έπρεπε να ’χει κλεισµένο τα 25

Χάµου στο πορτόξυλο η πεθερά έχει βαλµένο ένα ρόιδο

Τα θανατίκια τα έχουµε βαλµένο στο σεντούκι

Κόβει τον καρύτζαφλα του γουρουνιού κι έχουµε βαλµένο νερό στο λεβέτι

Όταν είχαµε καµωµένο τάµα

Τα ’χω ακουσµένο αυτά (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Τροπικότητα

Έκφραση δεοντικής τροπικότητας µε την περίφραση:

θέλει /ήθελε + κατάλληλος τύπος σχετικού ρήµατος (συχνή εκφορά: θελα/ θαλα/ήθελα):

Ετότε ήθελα πάνε το πρωί, ήθελα λειτουργήσουνε τη µέρα που θα στεφανωθούνε. Και στη

δική µου ηµέρα κοινωνάγαν τα νιογάµπρια (∆ηµητσάνα Π∆)

Εκείνα που δεν τα κράταε το κορµί τους ήθελ’ αποβαλθούνε (Καρκαλού Π∆)

Ήθελα πάει στον παπά να τα διαβάσει

Τα φαητά αυτά, µε χυλοπίτες κ.λπ, ήθελε βράσει το νερό πρώτα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Στη µάνα ήθελε πάει ένας γείτονας κι έλεγε …

Η νύφη ήθελε πάει στο σπίτι του γαµπρού µετά τα στεφανώµατα

…τη στιγµή που ’θελε πεθάνει

Άµα, ας πούµε, είχαµε εκατό πρόβατα, ήθελε δώσουν µια δραχµή το κεφάλι

Στις γιορτές ήθελε ’ρθούνε…

Την παραµονή του Χριστού ήθελ’ αφήσουµε τις φωτιές στα τζάκια αναµµένες

Τον ανεµοστρόφιλα τονε σκιαζόµαστε πολύ. Ούθε τον απάνταγες ήθελε σε γυρίσει

Τα σκυλιά άµα ήθελε χειµάσει (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Όταν παντρευόσαντε οι γονέοι τους θέλα τους φτιάσουν ένα σπίτι

Η πρώτη νύφη θέλ’ απαιτητικώς καθίσει στο πατρικό σπίτι

Ο δεύτερος γιος που’ θελε παντρευτεί, ο πατέρας του οπωσδήποτε του ’φτιαχνε ένα σπίτι

Άµα ’θελε χτιστεί το σπίτι να τελειώσει, θέλα φέρει τον παπά να κάνει αγιασµό

Οι δυο συµπεθέρες ’θελα κεράσουνε..

Τσεµπέρι θέλα φοράµε απαραιτήτως

Κατά τα έβγα Απρίλη θέλα πάµε να τειαφίσουµε

…θέλα κόψουµε τα βλαστάρια

Όταν θέλα γίνουνε οι δεργάτες εβαρήγαµε την καµπάνα

Το κάθε πρόβατο που θέλα µπει µες στο µαντρί έχει τη θέση που θέλα καθίσει

Σ’ ούλα τα προικιά θέλα βάλουµε…

Φοράµε τα ’σωρουχάκια του που θέλα τα ’χουµε φτιασµένα

Εσύ θέλα φας εµένα και θέλ’ αφήκω τη γυναίκα µου

Οι γυναίκες άµα πεθάνει ο άντρας της θέλα φοράει µαύρα…

Οι άντρες άµα πεθάνει η γυναίκα του θέλα µείνει αξύριστος

Ό, τι θέλα πει ο πατέρας θέλα γένει..

Το τυρί που θέλα περισσέψει το πετάµε…

Στο πανηγύρι θέλα ’ρθούνε στον Άγιο να φέρουνε άλλος βόδι…

Τρεις βολές θέλα το ειπούµε (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Το πότε θέλα τρυγήσουµε, πότε θέλα φτιάσουµε, θέλα απολύκουµε τις καλαµιές τα

κανονίζανε οι προέδροι

Page 260: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

255

Ξέραµε ότι θέλα ’βρεχε (Σέρβου ΧΦ 1977)

Όταν θέλ’ αποθάνουµε (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ήθελα πάµε από τ’ αριστερά στο χειµωνιάτικο, από τα δεξιά στη σάλα

Στο τζάκι θέλα ’χαµε..

Τα προφούρνια ήθελα τ’ αφήνεις ανοιχτά

Τη Κυριακή ήθελα βάνει τη καλή στολή, ήθελα στολιστεί κι ήθελα βγει στο παζάρι

Όταν ήθελ’ ασπρίσ’ ο φούρνος τονε πανίζαµε

Στις εορτές ήθελα βγάλεις ένα κοµµατάκι καρυδόπαστα

Ήθελα βγάλουµε τα παλιόχορτα

Ήθελα κάνουνε κόµπους ειδικούς

Για να λιχνίσουνε ήθελα φύσαγε ένας αέρας

Όταν ήθελα πλησιάσει ο τρύγος

Η µάνα ήθελα πάει στην εκκλησιά

Ότανε ήθελα πα η λεχώνα να ευχολογηθεί

Αυτός που πάντρευε ήθελα βαφτίσει το παιδί

Η νύφη ήθελα κρυφτεί να µην την ιδεί ο γαµπρός

Ότανες εόρταζε κάποιος ήθελα πιάσει κι ήθελα κάνει το τραπέζι στους συγγενείς

Οι οικογένειες ήθελα λογοδώσουνε

Προφυλαχτικά ήθελα βάνεις χαϊµαλί (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Θέλα φανεί το νέο φεγγάρι

Την ώρα που θέλα τσοιµηθούνε

Άµα έλιωνε θέλα ειπεί πως ήτανε έτοιµος

Από το νέο σιτάρι του Αλωνάρη θέλα φτιάσουµε προσφορά

Όταν εκατάλαβε ότι θέλα πεθάνει …(Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

..να δούµε αν θαλα βρέξει

Η µέρα εκείνη έδειχνε σηµεία αν θάλα πάει καλά

Όταν βλέπαµε τα σφερδούκλια τη Λαµπρή βλαστηµένα και καρπισµένα η σοδειά θάλα

πήγαινε καλά

Κοιτάγαµε πότε θάλα πάνε τα πουλιά απουκά

Η «χαλασµένη» θάλα µείνει ανύπαντρη ή θάλα πάρει χήρο

Όποιος τόπινε ήθελε γιατρευτεί (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Ονοµατική φράση

Τάση για θεµατοποιηµένες δοµές παράθεσης:

Αρρώστιες τα πρόβατα βγάζουνε σπυρί…(∆ηµητσάνα Π∆)

Ρούχα είχαµε σεντόνια, προσκέφαλα, µισοφούστανα (Λαγκάδια Π∆)

Όργανα είχανε τους ζουρλάδες…

Στοιχειά είναι ο τόπος γιοµάτος (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Φάρµακα είχαµε το τσάι (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ρούχα φοράγανε φουστάνια µακριά…(Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Χρήση θεµατικών στοιχείων που δηλώνουν τη σχέση όλου και µέρους:

Έπαιρνε το κρασί την µποτίλια (Καρκαλού Π∆)

Εκεί είχαµε το χωνί το νερό (Βυτίνα Π∆)

Βάζαν το καζάνι µες τη µέση τον ήλιο

Είχαµε τη λαµπίτσα αποκά το τζιάκι και καθόµαστε γύρω-γύρω στο τζιάκι στη φωτιά

Page 261: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

256

Μια Κυριακή το γιόµα (∆ηµητσάνα Π∆)

Θα µου γιοµίσεις το βαγένι το κρασί και το κασόνι το σιτάρι

Ήσαντε πεταγµένοι ανθρώποι κοµµάτια. Είχαµε πολλά δυστυχήµατα και στην ηµέρα µας

(Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Το σάβανο είναι ένα πανί τρεις πήχες, το σκίζουνε στη µέση και το περνάνε στη µέση το

κεφάλι

Το ένα µέρος το ζο ήτανε το ασκί µε το κρασί και το άλλο µέρος απεκεί στο σαµάρι ήτανε

τα τσίπουρα

Εκεί χάµου στην Παναγία το λιβάδι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Στην άκρη στο σταβάρι αυτός έζεγνε τα βόιδα

Στη µέση στ’ αλώνι…(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τη Πέφτη τ’ απόγιοµα

Αν µπεις το βράδυ στην άκρη το χωριό/θα πάει στην άκρη το χωριό (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Στη µέση στο δωµάτιο

…πόσα αβγά θέλει την οκά τις χυλοπίτες

..από δω τον αγκώνα µέχρι τα δάχτυλα την άκρη

Στην άκρη στο δωµάτιο καρφώνανε δυο πρόκες

Εκεί στη µέση το δρόµο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Τρεις περδικούλες κάθονται στη ράχη το Λεβίδι (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Το βράδυ την Ανάσταση (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Βάναµε τις µερίδες το κρέας (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Σύναψη άρθρου γενικής ενικού µε όνοµα γενικής πληθυντικού:

Έτρωγε του γατιώνε τις τροφές

Του Φωτώνε επήγαινα πάντα εκκλησία (∆ηµητσάνα Π∆)

Στους µύλους του Μπαρµπιναίωνε

Τον αδερφό του Κολοκοτρωναίωνε

Το σόι του Βλαχαίωνε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τα παντελόνια του παιδιώνε µου (Παλαιοχώρι Π∆ 1997-8)

Πρέπει ν’ αδειάσουµε το βράδυ έστω και του κοτώνε το νερό (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Άµα έβρεχε του Φωτώνε..

Του Αγιοθοδώρωνε φτιάνανε ψυχούδια

Σάββατο του Ρουσαλιώνε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Του Φωτώνε… (Σέρβου ΧΦ 1977, ∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Να στείλω του µαστόρωνε.. (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79).

Επιρρηµατικά στοιχεία

Χρήση γερουνδίου/επιρρηµατικής µετοχής για δήλωση του χρόνου:

Αγιο-∆ηµήτρης έρχεται τα χιόνια φορτωµένα (∆ηµητσάνα Π∆/1997-8)

Μπαίνουµε σε τρύγο περνώντας του Σταυρού (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Το πρωί φωτώντα δεν υπάρχει κανείς στην εκκλησία

Μπαίνοντα του Σεπτέβρη βγάναµε τα βαγένια όξω

Ζυγώνοντα του Μάρτη παίρναµε…Πιάνοντα του Μάρτη περνάγαµε τους καρπούς µε

χορίδι για το σκουλήκι

Μπαίνοντα του Μάη τις ρεντάγαµε

Ο λαγός σουρουπώνοντα παρουσιάζεται (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Πρωί-πρωί ξηµερώνοντα (Ελληνικό ΧΦ 1977).

Page 262: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

257

Τάση για δήλωση του τόπου µε απλή αιτιατική αντί προθετικού συνόλου δίπλα σε

ρήµατα κίνησης:

Η νύφη κι ο γαµπρός γυρίζανε τα σπίτια (Λαγκάδια Π∆)

Μόλις κατεβαίνω τον κατήφορο (∆ηµητσάνα Π∆)

Επηγαίναµε τη µια µεριά ο αδερφός µου, την άλλη εγώ τσι εφορτωνόµαστε

Να παν τον πέρα µαχαλά

Μ’ ανεβάζει τον ανήφορο (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ερχόµαστε τον κατήφορο (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Πάει ο πατέρας µου µια φορά την πέρα µεριά

Πάει τον κάµπο σκούζοντας (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Ανεβαίνανε τα παιδιά το ένα τη µια πάντα και το άλλο την άλλη (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Είχα ένα µήλο στην τσέπη µου και το πέταξα τον ανήφορο

Γλέπουνε πέτρες-πέτρες να ’ρχόνται τον κατήφορο

Γλέπει ένα πράµα µαύρο σα βαρέλα που πήγαινε κυλώντα τον κατήφορο

Το πετάει τον ανήφορο (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Να παν τον πέρα µαχαλά

Γυρίζανε οι γκαϊζατζήδες µέσα το χωριό (Σέρβου ΧΦ 1977)

Φορήγανε µπότες δεµένες µε γορδόνια τον ανήφορο/ Επήγαινε τον ανήφορο

Τα ποτίζουνε πολλές φορές, µπουγιουκλώνουν τον ανήφορο..

Είχε η ραχοκοκαλιά της µαύρες τρίχες τον κατήφορο

Μέχρι να βγει τη ρεµατιά (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Φέρνει το νερό τον κατήφορο

Ο λαγός πηγαίνει ούλο τον ανήφορο

Κατεβαίναµε τον κατήφορο

Είδε καµπόσες στον πόρο και κάνανε τον ανήφορο (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Τάση για χρήση απλής αιτιατικής αντί προθετικού συνόλου:

Τη µια µεριά ήσανε γωνιασµένοι

Τα πατούσαν τη µια µεριά

Ήτανε την ηλικία του πατέρα µου (∆ηµητσάνα Π∆)

Το απάνω µέρος της τράπεζας καθόταν ο ’γούµενος

Η ζεύγλα ήταν έτσι τη µια µεριά και την άλλη (Ζάτουνα Π∆)

Άλλο λίγο πλύσιµο απά τα σανίδια

Τραγουδάγαµε τον κατήφορο (Παλαιοχώρι Π∆)

Αυτές οι βρύσες ήσαντε το από ’δω µέρος (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Κοντά τη Βυτίνα, (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ρίξε το χώµα µια µεριά (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Η στρούγκα έχει …τη µια µεριά και την άλλη ανοίγµατα

Φορτώνουν και το λεβέτι γυαλικά… τη µια µεριά και την άλλη

Όταν γυρίζουνε στο σπίτι µετά την κηδεία ή το ξενύχτισµα δεν κάνει να µπούνε στο σπίτι

τους αµέσως, αλλά να τους ράνει κάποιος… νερό, για να πλύνουνε τα χέρια τους…

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Οι ξαδερφάδες, οι ανιψάδες, η συγγένεια θέλα φορέσουνε ένα ρούχο πέθιµο, όχι …ούλο

το σώµα µαύρα

..να πάει πίσω …τον ήλιο

Page 263: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

258

Της είπε να χτίσουνε ..τη χάρη της

Το χούι είναι απουκά την ψυχή (Σέρβου ΧΦ 1977)

Οι γυναίκες εκτενιζόσαντε τη µια µεριά (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Σπάει …µια κλοτσιά την πόρτα

Το µισό το είχαµε και βάναµε τα ζώα και το άλλο µισό βάναµε τα τροφίµατα (Ελληνικό

ΧΦ 1977)

Καθόνται οι γυναίκες και µοιριολογάνε …τη µια πάντα και την άλλη (Θεόκτιστο ΧΦ

1978)

Τη χιούτη την εκόβανε το απάνω µέρος να είναι όµορφα τα ζώα

Τα µανίκια κρεµόσαντε το πίσω µέρος

Έδενε το µουστάκι το πίσω µέρος

Η ακαθαρισία έµενε το κάτω µέρος (Λαγκάδια Π∆)

Κι ένα δωµάτιο εµέναν τέσσερα παιδιά

Βάνανε ένα κούτσουρο τη µια µεριά ένα την άλλη (Ελληνικό Π∆)

Έχεις ιδεί κει κα την εικόνα της Παναγίας που είναι µια µεριά αγγέλοι και την άλλη

διαβόλοι; (Καρκαλού Π∆)

Λεχώνα να µην πάει άνθρωπος µέσα να ειπεί κακή κουβέντα ή ό,τι

Η σάλα είχε ένα καναπέ την απάνω µεριά (Στεµνίτσα Π∆)

Φορτσέρια είχαµε την απάνω µεριά, µεγάλα, θερία

Ήτανε τη µια µεριά το σφαχτό και την άλλη µεριά το ψωµί

Τότες, όποιος επήγαινε να πάρει κρέας στον κρεοπώλη, έπαιρνε ας ειπούµε µια οκά κρέας

ή δύο, εχτύπαγε ο κρεοπώλης µια τρύπα µε το µαχαίρι το απάνω µέρος και µου ’βανε το

δάχτυλο µέσα και µου ’λεγε: «Τράβα στον µπαρµπα-Γιώργη, κει πάνω». ∆εν έβάναν

χαρτί τότες (Ζυγοβίστι Π∆).

Προθετικές φράσεις

α) από + γενική για δήλωση χρόνου και τόπου (προέλευση)

Η νύφη του ήτανε από του Ράφτη

Από του Σέρβου ερχόνται οι καλύτεροι πελάτες (∆ηµητσάνα Π∆)

Από του Βαλτεσινίκου είχα παρµένα δυο σαµάρια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

β) από + χρονικό διάστηµα + µπροστά: προθετικό σύνολο για δήλωση χρόνου:

Η νύφη ετοιµαζότανε από µια βδοµάδα µπροστά (∆ηµητσάνα Π∆)

Από δέκα µέρες µπροστά φτιάναµε νεροχυλοπίτες (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77).

Page 264: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

259

Υφολογικό επίπεδο

Κύριες υφολογικές τάσεις

Συνεκδοχική χρήση του λόγου:

Ήσαντε κουρασµένοι απ’ τ’ αλώνι

Είχανε πάει στο σπίτι µετά τα στέφανα

Το 1947 ήρθε το πρώτο λουµίνι στη ∆ηµητσάνα (∆ηµητσάνα Π∆)

Τότε το χάλκωµα είχε τη µεγαλύτερη πέραση

Είχαµε θέρους, αλώνια..(Στεµνίτσα Π∆)

Αµάητανε καµιά λωβή νύφη, κανάς λωβός γαµπρός επαγαίνανε τον αδερφό πούηταν

καλύτερος το βράδυ και στα στέφανα επηγαίνανε το λωβόνε

Στο ∆ρυµώνα γινόταν το βότανο. Μόλις επιάναν τα πρωτοβρόχια επηγαίναµε για σπαρτό

(Καρκαλού Π∆)

Επλέναµε το πανί του παιδιώνε (Βυτίνα Π∆)

Εγώ τους επήγαινα κλαρί για να φάνε οι γίδες (Ζυγοβίστι Π∆)

Άρχισε το λεφτό να κινείται

Τα στέφανα εγινόσαντε και στην Κατοχή

Ο γαµπρός κι η νύφη µέχρι το χρόνο δεν επηγαίνανε σε λείψανο

Έπρεπε να ρίξουνε κι ένα ντουφέκι στον αέρα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ήταν ακρίδα πεσµένη πολλή

Εγιόµιζα ένα τοµάρι (: ασκί από τοµάρι) κρασί (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Στα στέφανα (: στο γάµο) γνωριζόσαντε η νύφη κι γαµπρός (Σέρβου ΧΦ 1977)

Αυτός µένει απάνω και κάτω βάνει τα ζώα του και το άχυρό του

Οι γεωργοί τρώγανε φασόλια, λάχανο, τραχανάδες

(Λαγκάδια ΧΦ 1976)

..για να µαζώξουνε κανα λεφτό, να µαζευτούνε πίσω στο κονάκι τους

Και τότενες έριξε ένα νερό (: βροχή)

Το λεφτό πέφτει στο πιο προκοµµένο (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Έπαιρνε ο αέρας το άχυρο και το πάγαινε τη µια πάντα

Έπεφτε το άνθι

Άµα, ας ειπούµε, είχαµε εκατό πρόβατα, ήθελε δώσουν µια δραχµή το κεφάλι

Ο πατέρας έφεγε κι έµενε η µάνα. Αυτή είχε το οικονοµικό

Εκείνοι που πεθαίνανε ανύπαντροι τους φορήγανε αρρεβώνα

Στους γάµους ένας-ένας σηκώνει το γεµάτο κι έλεγε…(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Είχε η κουβέντα του πέραση

Μας µολόγαγε όντας ο Τούρκος ήταν ακόµα εδώ

Κατά το µπούγιο τ’ αλωνιού (: του καρπού) κανονίζαµε πόσα ήσαντε τα µουλάρια

Στα λείψανα (: στην κηδεία) λέγανε

..καιρός για σπαρτό (: σπορά) (Σέρβου ΧΦ 1977)

Σκλαβώσανε το γυναικόπαιδο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Αφού πιάνανε τα ξύλα, ρίχναµε κλαρί χλωρό

Περνάγαµε το χώµα κόσκινα για να µην έχει χαλίκι

Πιάνοντα του Μάρτη περνάγαµε τους καρπούς µε χορίδι για το σκουλήκι (Βούτσης ΧΦ

1977-78)

Στην ηµέρα µας τα κορίτσα θε να µάθουνε…/ Ακουστά τα ’χω. ∆εν τα θυµήθηκα στην

ηµέρα µου (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Page 265: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

260

Είχαµε πολλές δουλειές, θέρους, αλώνια.. Πάµε για σπαρτό / στο σπαρτό… Στο αλώνι

(∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Για το θέρο, το αλώνι…

Γυναίκα στην ηµέρα τη διτσή µου δεν είχε κουρευτεί (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Στο αραποσίτι αρχίζαµε τις προετοιµασίες στις 15 Γενάρη, οργώναµε, διβολίζαµε και

πιάνοντα ο Απρίλης αρχίζαµε σπαρτό

Όταν δεν είχε νερό το χωράφι το θολοπινίγαµε

Όταν κανένα χωράφι ήταν χέρσο για να το καλοδουλέψουµε το ζασκιώναµε µε το πρώτο

νερό για να είναι εύκολο στο όργωµα

Τα ψωµιά του γάµου τα φτιάναµε από καινούργια αλεσιά

Η νύφη έπαιρνε κανα χωράφι, καµιά ρίζα ελιά (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Μετωνυµική χρήση του λόγου:

Σε µια στιγµή ερχότανε µια κηδεία

Όταν θέλει να βγει η κηδεία πηγαίνουνε οι παπάδες στο σπίτι µε τα πετραχήλια τους

(∆ηµητσάνα Π∆)

Κάθε Κυριακή είχε παζάρι. Ερχόσαντε όλα τα χωριά

Μαζευόσαντε η συγγένεια ούλη

Αν ερχόσαντε τα γύρω χωριά (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Οι γυναίκες δεν ήσαντε ένα καιρό να βγαίνουνε πολύ έξω. ∆εν έκανε να περνάνε από το

παζάρι. Ήθελα πάνε ανάγυρα/ …ήθελα στολιστεί κι ήθελα βγει στο παζάρι ../ επερνάγανε

µέσα από το παζάρι

Πάει η συγγένεια ούλη…(Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Μαζευόµαστε όλη η συγγένεια/ µαζευόνται η συγγένεια (Μαυριά ΧΦ 1977)

Αν κανείς είναι ξένος, τρέχουνε στην κηδεία όλο το χωριό να τον συνδράµουνε

Μαζευότανε όλο το χωριό απ’ όξω απ’ την εκκλησία και χορεύανε

Για να καλέσει εστέλνανε τη πιο φτωχή γυναίκα του χωριού µε µατζιουράνα και κάληγε

ολόκληρο το χωριό..

Άµα συναντάει η κηδεία αυτοκίνητο

Κάτου από το µπαλκόνι πέρναγε ένας γάµος

Ο ήλιος και το φεγγάρι είναι συγγένεια

Μαζευότανε όλο το χωριό απ’ όξω απ’ την εκκλησιά και χορεύανε (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Ήτανε µια φορά ένας καθηγητής και πάγαινε µε το σχολείο και βρίσκανε βοτάνια

(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ήτανε αγαπηµένο το χωριό

Όλο το χωριό έναι θρήσκο

Επηγαίνανε ούλο το χωριό και φέρνανε ξύλα (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Το χωριό άλεθε (Σέρβου ΧΦ 1977)

Το κάθε σινάφι κουβεντιάζανε συναµεταξύ τους (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Παγαίνουν το µισό χωριό για να προσκυνήσει (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Ήσαντε συγγένεια (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Λεξική επανάληψη ως επικοινωνιακή στρατηγική έµφασης:

Το ξέναµε το µαλλί έτσι-έτσι και µετά το µαζεύαµε-το µαζεύαµε και το κάναµε τουλούπα

λεγόµενη

Κορίτσια επηγαίναµε τόπο-τόπο κει κα στο χωριό, επηγαίναµε στην εκκλησία

Page 266: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

261

Ήτανε ένα σπίτι εδώ τον κατήφορο-κατήφορο (Λαγκάδια Π∆)

Οι τεχνίτες αυτοί το κανονίζανε-το κανονίζανε µέσα σε κάποιο χρονικό διαστηµα κι

έβγαναν το κάρβουνο (Ζάτουνα Π∆)

Άµα το βγάνανε από κάτου το λάκκο το χαλί το χτυπάγανε-το χτυπάγανε…

Το σίδερο αυτό το µαλάκωνε η φωτιά κι έπειτα το βάνανε πάνου στο αµόνι και το

χτυπάγανε µε βαριές για να το φέρουνε-να το φέρουνε, το ζυµώνανε να το κάνουνε κασµά

ή αξίνα ή κλαδευτήρι

Εκείνος ήτανε µπίτι-µπίτι παλιάθρωπος (∆ηµητσάνα Π∆)

Ερχόσαντε µπουλούκια-µπουλούκια οι στρατιώτες

Του βάλαµε κρασάκι µέχρι κα-κα τα πόδια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ρίχνουµε αβγά και τ’ ανακατεύουµε-τ’ ανακατεύουµε (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Το τρίτο βράδυ καίµε τη λαµπάδα µπίτι-µπίτι και κιώνει (Μαυριά ΧΦ 1977)

Στους γάµους ένας-ένας σηκώνει το γεµάτο κι έλεγε…κι έτσι σαπέρα-σαπέρα φτάνανε

στον κουµπάρο

Σγάρλα-σγάρλα η κότα βγάνει…(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Από µέσα-µέσα θα φοράει η νύφη ένα ψιλό, µην είναι µπίτι γυµνή

Γλέπουνε πέτρες-πέτρες να ’ρχόνται τον κατήφορο

..µε πολλά αστέρια µαζωµένα-µαζωµένα

Αν έναι σπυρωτό-σπυρωτό το λάδι στο νερό (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Κάτου- κάτου στον ουρανό (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Η φουστανέλα είχε απάνω-απάνω ένα γύρισµα

Εβάνανε της βράκας σούφρα λουρίδα και τηνε γυρίζανε τη βράκα πάν’-απάν’ και τη

δένανε..

Τον τραχανά τον τρίβεις-τον τρίβεις άντε-άντε …

Το ανακατεύουνε-το ανακατεύουνε ώρα πολλή..

Τα ζυµώνανε-τα ζυµώνανε, τα δοκιµάζανε

Και δώστου-δώστου µε το χέρι τους τα γιοµίζανε

Τα µπίτι-µπίτι παλιά χρόνια

Πήζουνε το γάλα και µετά το κόβουνε ψιλό-ψιλό…και το ζυµώνουνε µε τσαντίλες και του

δίνουνε και του δίνουνε, το ζυµώνουνε-το ζυµώνουνε και γίνεται το κεφαλοτύρι

Εκείνο χτενιζόταν-χτενιζόταν και φούντωνε το µαλλί

Το τραβάγανε, άντε-άντε, τραβάγανε-τραβάγανε

Βάζουνε τρύπες-τρύπες από την κάτου µεριά

..τ’ απλώνανε κλωστές-κλωστές

Είναι πολλά-πολλά τα σύρµατα

Ανοίξαν οι πλάτες τους απάνω-απάνω

Είναι κατηφοριά-κατηφοριά τα χωράφια

Ο Κόλιας σούρνοντα-σούρνοντα επήγε

Απ’ έξω ήσανε τόποι-τόποι πόχανε µελίσσια

Όπως το κούναγε το κυπαρίσσι, έδωσε-έδωσε, αρπάχνει

Πάει το απόσπασµα γύρω-γύρω, εδώ-εκεί, εδώ-εκεί δεν είδανε κανένανε (Βυτίνα ΧΦ

1978-79)

Γινότανε η φουστανέλα στητή-στητή

Οι παλαιοί-παλαιοί ελέγανε

Βράζεις-βράζεις µέχρι που να ιδείς

Η πίτα ψήνεται-ψήνεται

Το χτυπάµε-το χτυπάµε το λάδι

Ήσαντε πολλά-πολλά µαζί

Page 267: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

262

Εβγαίνανε µπαρµπούτες πολλοί-πολλοί µαζί (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

..τις ράβαµε ψιλούλες-ψιλούλες

Βάζαµε την κατσαρόλα πάνω στη φωτιά κι έβραζε, βράζει-βράζει…

Η πέρδικα το βράδυ-βράδυ βγαίνει

Άµα σηκωνόνται οι νεράιδες κάνουν πέρα-πέρα (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Το µαλλί το κάνανε κουβάρια-κουβάρια.

Χρήση του µέλλοντα σε διηγήσεις του παρελθόντος, περιγραφές ή για δήλωση

συνήθειας:

Αυτοί που έµειναν θα τους βοηθήσουν να ορθοποδήσουν πάλι (∆ηµητσάνα Π∆)

Οι άντρες ούλο κάτι θα ειπούνε ή αστείο ή ό,τι

Ή καλός ή λωβός θα το ιδείς από την αρχή

Ο γαµπρός προτού κινήσει να πα να φέρει τη νύφη θα τραπεζώσει τους καλεσµένους

(Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Θα φάνε το φαΐ πόχει µαγερεµένο η νοικοκυρά

..Πια, θα βγάλουµε εξήντα οκάδες σιτάρι, θα κάτσουµε να το κοσκινίσουµε.. …θα πιάσνε,

θα τη ρίξνε…

..θα τα πάρει εχτό από την πληρωµή της….

Όταν είναι να βαφτίσω το παιδί θα στείλω στον κουµπάρο να τονε καλέσω…

Την Πέφτη…θα πα να πάρουµε κουφέτα κι αγαρίφαλα ..

Μετά θα αρχίσουνε να ειπούνε…

Ο γαµπρός θα τονε περποιηθεί…

Από µέσα- µέσα θα φοράει η νύφη ένα ψιλό, να µην έναι µπίτι γυµνή

Απ’ το σπίτι που θα τονε βγάζουνε θα τονε κρατάνε της συγγένειας

Ό, τι θα ειπωθούνε εκεί είναι γραµµένο

Ούλοι θα πάρνε µεζέ

..Θα καθόνται να ξύνε το γουρούνι να το καθαρίσνε

Η γυναίκα τώρα θα πολεµάει ούλη µέρα

Τα παιδιά όταν θα ’χουν οµατιά να φάνε δε θα θέλνε τίποτες άλλο

Θ’ απολύγει η εκκλησία, θα φέρει ούλος ο κόσµος το φως από την Ανάσταση

Αν έναι κανένας µαλωµένος πολύ βαριά τη Λαµπρή θα µιληθούνε

Τα κορίτσια θα πιάσει η καθεµιά τους να νέσει (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Θα λαµπροφορεθούµε…(Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Θα τα µαζέψουνε, τα µαζώξανε, τα φτιάξανε…

Μόλις θ’ απολύκει η εκκλησία…

Θα ’ρθει το συµπεθεριό να πάρει τη νύφη τραγουδώντα

Θα πάει ο παπάς και φιλάει τα στέφανα

Ο παπάς θα κάτσει µέχρι που να το χώσουνε… (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

..θα ζυµώσουµε την µποµπότα µε ζεµατιστό νερό.. (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Χρήση Συνδέσµων

Τάση για χρήση του παρατακτικού συνδέσµου και αντί του να:

Οι µπακάληδες αρχίσαν και βγάναν τα νηστίσιµα (Βυτίνα Π∆)

Άρχιζε ο κόσµος κι έπινε το ούζο (Ζάτουνα Π∆)

Αρχίνησε το µυαλό της κι έλεγε (Λαγκάδια Π∆)

Ήτανε τσιοπάνος και τόχε µεράκι και χτύπαγε τη φλογέρα (Στεµνίτσα Π∆)

Page 268: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

263

Άρχισε κι αλάφρωνε ο κόσµος (∆ηµητσάνα Π∆)

Τον αρχινάει και τον εχτύπαγε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Αρχίσανε και σηκωνόσαντε τα πρόβατα

Άρχισαν τα πράγµατα κι άλλάξανε (Βαλτεσινίκο Π∆ 1997-8)

Μόλις αρχινήσει και στρώσει το αλώνι το γυρίζουµε

Αρχινάµε και λιχνάµε (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τ’ Αγιωργιού παίρναµε τον παπά κι έψελνε τον αγιασµό

Αρχινάνε και ντυνόνται

Αυτοί που ξέρουν να ξεµατιάζουν βλέπεις και ρίχνουν σταγόνες λάδι σ’ ένα ποτήρι νερό

κι αµέσως σκορπάνε

Έτυχε και το διηγήθηκα (Μαυριά ΧΦ 1977)

Άµα πάθει το βυζί τίποτα το σταυρώνουνε και καίνε µια σαµαροβελόνα και τη χώνουνε

µέσα και στείβει το γάλα

…άρχιζε ένας και τραγούδαγε

Βαρούνε την καµπάνα και τότε αρχίζουν οι γυναίκες και σκούζουνε (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Το Μάη αρχινίζαµε και βοτανίζαµε

Τα ζώα αρχινίζανε και γεννάγανε

Ήτανε µια φορά ένας καθηγητής και πάγαινε µε το σχολείο και βρίσκανε (Λαγκάδια ΧΦ

1976-77)

Το ακούς και σκούζει

Αρχινάµε τ’ αµπέλια και τα κλαδεύουµε (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Φεύγουνε καµιά φορά µερικοί και πάνε και κυνηγάνε

Αρχινάνε και βλαστηµάνε

Ξεκινάει και πάει στον µπάρµπα-Γιώργο και…(∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Πάνου που αρχινάει και ψήνεται

Αρχινάνε και τα ραβδίζουνε

Πήζουνε το γάλα και µετά το κόβουνε ψιλό-ψιλό και το ζυµώνουνε µε τσαντίλες και του

δίνουνε και του δίνουνε….

Ακούς και λένε

Βλέπει ένα αντρόγυνο κι ερχόσαντε

Κινήσανε και πάνε

Βλέπουνε λοιπόν έναν καιρό κι ερχόνται δυο Τούρκοι κι είχανε κι έναν τέσκερη…

Εσυµφωνήσανε και πιάσαν (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Έπιανε η µάνα του γαµπρού κι έστελνε και καλούσε

Καθόσαντε και οι καλεσµένοι ένα γύρο και επήγαινε η µάνα του γαµπρού και επέρναγε

ένανε-ένανε µε τη γλυκόκουπα και ετρατάριζε όλο τον κόσµο …

Αρχινίζει κι ερχόνται ο κόσµος

Η Παναγιώτα η Νικολίνα επέθανε ο γέρος της και πήγαινες µέσα στο σπίτι κι έβλεπες

τζακόπανα, κουρτινάκια, όλα µια µαύρη πίσσα (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Τα νιογάµπρια πάνε και κοιµόνται (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Βλέπω το Χάρο κι έρχεται (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Χρήση των υποτακτικών συνδέσµων για να και να ως εισαγωγικών ρητορικής

ερωτήσεως:

Για να κάνω εγχείρηση στο άλλο µάτι; ∆εν κάνω (∆ηµητσάνα Π∆)

Page 269: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

264

Επήγαινα στο χωράφι. Αλλά για να ’χω ποτίσει; ∆εν έχω ποτίσει. Για να ’χω σκαλίσει;

Αραποσίτι σκάλιζα, φασόλια να µαζέψω, ναι (Καρκαλού Π∆)

Στην αγορά επήγαινα για να ψωνίσω. Για να πα σε πανηγύρια; ∆εν πήγαινα (Ζυγοβίστι Π∆)

Να βγεις στην πλατεία να ξεσκάσεις; ∆εν έβγαινες (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Να κοιτάζεις; ∆εν το βλέπεις (Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Χρήση του παρατακτικού συνδέσµου απέ για δήλωση καταφατικής σύζευξης:

Η Τασία η αδερφή µου ήτανε δώδεκα χρονώ τότε κι έφτιανε πατσιές. Είχε µια κατσαρόλα

µεγάλη πούειχε δεκαπέντε µερίδες απάνου. Ήσαντε τέσσεροι από το Παλιχώρι. Κι απ’

έλειπα εγώ ένα πρωί. Είχα πα να φέρω σφάγια από το βουνό να τα σφάξω. Ήτανε η σάλα,

στην άκρη ήτανε το κρεοπωλείο και το άλλο θάητανε εκατό-εκατόν πενήντα τραπέζια.

Είχα φέρει κρασιά απ’τα Μαζέικα, καλά κρασιά. Ήτανε εκεί τέσσεροι αθρώποι τώρα και

θέλαν να φάνε έξι πατσιές ο καθένας. Απέ ήταν η Τασία, τους σέρβιρε ετσεί σφεντόνα

(Ζυγοβίστι Π∆)

Το έπινε άνταφλα το κρασί κι έκανε και το ζόρικο. Απέ µόλις βλέπαµε τσι έκανε το ζόρικο

δε φτούραγε

-Τι νέα έµαθες απ’ τη χώρα;

Απ’ έκανε ο άλλος

-Έµαθα ότι ο Κωνσταντής ο Μπίρης αρρεβώνιασε τη Βούλα στον Κάλλα πόχει την

ταβέρνα

Τουφεκορίνανε Απέ στεφανωνόµαστε. Απέ λέγανε: «Τη ∆ευτέρα και την Τρίτη κάθεται ο

γαµπρός στο σπίτι. Την Τετράδη και τη Πέφτη µετανιώνει που παντρεύτη»

Άρχισα το χορό..Βγαίνει ο Κώστας απάνω να ιδεί γιατί άργησα. Μήπως µου ’πεσε το

τεψί. Απέ βλέπει ότι χόρευα εγώ! Το φαΐ χάµου στη δηµοσιά!

Στην αρχή µου ’λεγε .. Απέ τι της φαινότανε; Ότι ήσαντε πίσω ένας άντρας µε ένα µαχαίρι

–«Μέρια, µωρή, σ’ έφαγε! Φέγα!» ∆εν της πέρναγε. Απέ µου κανε:-«∆ε µου µιλάει ο

πατέρας µου!»

Εκατεβαίνανε κάτου στην ταβέρνα ο Θανάσης ο Ταµπάκης. Απέ σου ’κανε: «Έλα κοντά»

Ο Σπύρος ο Παναγόπουλος τον επείραζε. Απέ του ’λεγε: «Άιντε»

-Μόλις έβλεπε αυτός πολλά αχλάδια απ’ έλεγε: «Ίο, ίο, ίο, δέξου µε Μπαχνά»

(∆ηµητσάνα Π∆)

Ένα ρούχο καλό είχαµε. Απέ δεν είχαµε κρεµάστρες ή ντουλάπες. Είχαµε µπαούλα

Αρχίναγε και µίλαγε ο άντρας. Τον άφηνα πρώτα ’σύχαζε. Απέ του ’λεγα κι εγώ

Εκοιµήθηκα εκεί. Απέ σηκώθηκα

Κι αυτός τη βόηθηκε ίσα µε που πήγε στη θέση του. Απέ έµεινε στο κρεβάτι. Επιάσαν την

κουβέντα (Καρκαλού Π∆)

Τους πρόδωσε ο καλόγερος τους Κολοκοτρωναίους και τους εκάψαν µε το τειάφι. Απέ

όταν ήρθανε να σηκώσουνε την Επανάσταση ο Θοδωράκης ήτανε κλεισµένος…

Έχανε µια γυναίκα ένα σταυρό; Απέ το ’λεγε του ντελάλη (Βυτίνα Π∆)

Μία µία φορά που επήγαινε σα γαµπρός απέ της έλεγε της πεθεράς: «Τα λεγόµενά σου· ή

τη σιδερωστιά ή ο Θύµιος καβαλάει το γάιδαρό του και πάει δώθε», φέγει, δηλαδή,

χαλάει το προξενιό (Ράδου Π∆)

..Τσαι τσοιµήθηκα τσει χάµου. Απέειχαµε ρούχα αφηµένα του ξαδερφού µου του Γιάννη

τσαι µου παραγγέλνουνε να πα να πάρω τα ρούχα να τα ράψω

Είχαµε τα περβόλια σα πάνου. Απέ τα χωράφια δεν είχανε ίτε καρυές ίτε µηλιές. Εβάλαµε

καρυές, εβάλαµε µηλιές µε τα χέρια. Απέ παίρναµε τ’ απάνω αυλάτσι δυο αράδες ώσπου

να βγει η σειρά..(Λαγκάδια Π∆)

Page 270: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

265

Είχαµε ένα αλογάκι γιοργαλίτικο. Μόλις επήγα δω κάτου να κόψω πουρνάρια δεµατάκια

να τα φορτώσω, µόλις του βάνω το πρώτο δεµάτι, πα να πάρω το άλλο απού χάµου, πρατ

µου κάνει και πάει στο δρόµο, φέγει. Απέ µόλις έφτασε στο χωριό στο περιλαβαίνω από

την κάτου µεριά το χωριό µέχρι κει πέρα που πρωτοµπαίνουµε. Ούλια την ηµέρα άφριζε

όλο (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

..Μπήκαµε σπίτι. Απέ µου λέει η πεθερά µου (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78).

Τάση για χρήση ασύνδετου σχήµατος σε πλάγιο λόγο και σε διήγηση διαδοχικών

επεισοδίων:

Τότε άρχισε ο κόσµος ξυπολύθηκε

Από το 1895 άρχισε κι άνοιξε η Αµερική

Παίρνεις, ανοίγεις ένα λάκκο, βάνουµε λίγο χώµα..

Ερχόταν ο γαµπρός, κανονίζανε, εκάνανε τις αρρεβώνες

Την εποχή τη δική µου ήρθανε τα πράγµατα αλλάξανε

Οι λεχώνες τώρα τους δίνουνε τρώνε

Μετά την Κατοχή άρχισε επήρε άλλη µορφή ο κόσµος (∆ηµητσάνα Π∆)

Τα σουτζούκια ερχόσαντε ξεραινόσαντε

Λοιπόν, τίηθελα ειπώ τώρα; (Καρκαλού Π∆)

Μετά αρχινάγαµε τα φτιάναµε τα δέρµατα

Ερχόταν η γιορτή κεινού, σηκωνόσουνα, επήγαινες (Ζάτουνα Π∆)

Εσηκωνόµαστε, εζυµώναµε, είχαµε ’τοιµασία µε τα προζύµια από το βράδυ, εζυµώναµε.

Το ρίναµε αφώτιγα, το βγάναµε. Απέ πηγαίναµε στο χωράφι

Άρχισα, επήγαινα για τοµάρια

Κάποτε ήρθε, µου λέει (Βυτίνα Π∆)

Ο Θοδωράκης ο Κολοκοτρώνης µόλις είδε αργούσε ο καλόγερος

Βλέπεις καµπόσοι είχανε κάνει αµαρτίες και γινήκανε άγιοι (Ζυγοβίστι Π∆)

Απέ είχαµε πάλε παρµένο δεν ελουζόµαστε

Βλέπεις τον κόσµο, έχουνε ψωµί, έχουνε λεφτά

Ετώρα, πιάνουνε, τσακωνόνται η νεολαία (Στεµνίτσα Π∆)

Τα πιάνανε, τα βράζανε τα κρασιά

Αρχίνάγαµε τα σκάβαµε τ’ αµπέλια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τηράει να ιδεί..θα πάει… (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Θα τα µαζέψουνε, τα µαζώξανε, τα φτιάξανε… (Θεόκτιστο ΧΦ 1978).

Λεξιλογικό-Σηµασιολογικό Επίπεδο

Γραµµατικές λεξιλογικές µονάδες

Αποφατική σύζευξη µε το σύνδεσµο ίτε:

Ήτανε όλα τα σπίτια το ίδιο, υπήρχε φτώχεια. Ίτε φωτιές υπήρχαν τότε ίτε τίποτα

Πια, ίτε έπιασε το σκαφίδι στα χέρια της, ίτε αλεύρι ίτε τίποτα

Ίτε ξέραµε πούθε πήγαινε ο καθένας

Ίτε εκκλησία είχαµε ’δω

Page 271: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

266

Το ’41 δεν είχαµε να φάµε ίτε ψωµί ίτε τίποτα

∆εν έχεις κανένανε ίτε µάνα ίτε πατέρα; ∆εν έχεις κανείνε να ’ρθει να σε πάρει;

(Καρκαλού Π∆)

Στην Κατοχή επαντρευτήκανε όλοι. ∆εν έµεινε ίτε κουτσός ίτε στραβός ίτε τίποτα

(Ζάτουνα Π∆)

Τώρα, αν µια κοπέλα είν’ καλή δε γυρεύουν ίτε προίκες ίτε τίποτα

Λιγούλι ψωµί έτρωγε. ∆εν είχε ίτε τυρί ίτε τίποτα

Τέτοια σύκα ίτε πουθενά δεν έχω συναντήσει

∆εν τόηξερε. Ίτε η Φωτούλα τόηξερε ίτε η µάνα της ίτε ο πατέρας της

Αν περάσουν τα χρόνια δεν είνιαι καλά ίτε για τον άντρα ίτε για το κορίτσι. Μετά που θα

το σκέβεται.. (∆ηµητσάνα Π∆)

∆εν ηξέραµε ίτ’ αυτοκίνητα ίτε τίποτα τότες

Ίτε το κατάλαβα του λέου

Όταν ετελειώναµε τον τραχανά και δεν είχαµε ίτε χυλοπίτες ίτε τίποτα εφτιάναµε πρωινό

τριφτιάδες

Φτώχεια ήτανε τότενες. Ίτε το δεύτερο παπούτσι είχε ο γονέας

Ο φαναριτζής άµα πεθάνει δεν πάει κανένας. Ίτε τσαγκάρης ίτε γανωµατής. Πάει,

τέλειωσε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ό ένας αδερφός µου επέθανε στη Βραζιλία. Επέθανε εκειπέρα. Ίτε τόειδαµε καθόλου

(Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Ίτε βροντάει ίτε τίποτα

∆εν ήτανε ίτε γιατρός ίτε µαµή

Ίτε που κοιτάχτηκα στον καθρέφτη

Ίτε ντουφέκι ίτε τίποτες

Άµα γίνει πια ο γάµος ίτε χωρίσια ίτε τίποτα

Ίτε και τη δεύτερη µέρα το κατάλαβε

Ίτε αίµα ίτε τίποτες (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Ίτε οι δρόµοι ήσανε (Βυτίνα ΧΦ 1978-79).

Χρήση αιτιολογικό για αντί του γιατί:

Βλέπω τον άλλονε και λέει για δε µιλάου

Εκείνο δεν ήτανε καλό, για δεν ξέρω αν οι γυναίκες ζούσανε τα ίδια (∆ηµητσάνα Π∆)

Να µη πιάνουµε τα µάγουλά µας όπως είν’ οι λυπηµένες, για δεν κάνει (∆ηµητσάνα Π∆

1997-8)

..τα βάναµε, ..για δεν είχαµε όλη την ώρα τα καλά σκουτικά βαλµένα (Στεµνίτσα ΧΦ

1980).

Παραγωγή

Τάση για παραγωγή ρήµατος από ουσιαστικό µε παραγωγική κατάληξη κυρίως σε –

άζω και σε –ώνω:

Άµα το παιδί γινόταν και ξεπεταρονιαζόταν δεν καθόταν να φυλάει τη µάνα (∆ηµητσάνα

Π∆)

Τα ξεφερτσιάζαµε (Σέρβου Π∆, ΧΦ 1977)

Ξεφερτσιάζανε το γουρούνι (∆ηµητσάνα Π∆, Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ρετσινώνω: ρίχνω ρετσίνι στο κρασί (Ζυγοβίστι Π∆, Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Ο σταυρός φουσκαλιάζει (∆ηµητσάνα Π∆, Καρύταινα ΧΦ 1976)

Page 272: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

267

Σακιάζουµε: βάζουµε σε σακιά (Στεµνίτσα Π∆)

Αν το λάδι καρουλιάζει (Μαυριά ΧΦ 1977)

Γωνιάζω: φτιάχνω γωνία

Γουβιάζουµε τ’ αµπέλι

Φουρκαδιάζουµε τα παλούκια (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Τσιφιλιάζουµε τα τσίπουρα (∆ηµητσάνα Π∆, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Τα παπλώµατα τα σεντονιάζαµε: ράβαµε πάνω σεντόνια

Τα εργόχειρα, όσα ’χαµε, τα καρφιτσώναµε στα γιουκωµένα ρούχα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-

77)

Τα αρνιά τα θρέφαµε και πασχαλιάζαµε (Καρκαλού Π∆, Σέρβου ΧΦ 1977)

Στρουγκιάζουνε τα πρόβατα: τα βάζουν στη στρούγκα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Βαρελιάζουνε (∆ηµητσάνα Π∆, Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Σταχτιάζουν: ρίχνουν στάχτη (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Τα παιδιά που είχαν ελονοσία µπακανιάζανε (Ζάτουνα Π∆ 1997-8, Βούτσης ΧΦ 1977-

8)

Μερικές τα θηλάζουν πολύ καιρό, για να µην εγκυωθούν (Μαυριά ΧΦ 1977).

Τάση για χρήση της παραγωγικής κατάληξης –ίδι, χωρίς δήλωση υποκοριστικής

σηµασίας ή επιθετικής κατάστασης:

Εφυλάγαµε τα κοτίδια από την αλουπού (Λαγκάδια Π∆)

Πλέκαµε κεντίδια στα βελέσια και στα ζιπούνια µε µονοβέλονο (Σέρβου ΧΦ 1977)

Ο νουνός θα πάει στ’ αναδεξιµίδια παπούτσια (Ζάτουνα Π∆)

Τυροκοµάνε βούτυρο που ’ναι φάρµακο για τα πονίδια (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Κάναµε κόλλυβα µε φτιασίδια (Καρύταινα ΧΦ 1976)

Στο γκιλέρι βάναµε και το σκαφίδι που εζυµώναµε (∆ηµητσάνα Π∆, Λαγκάδια ΧΦ

1976-77)

Έκοβαν ένα κοµµάτι ζυµάρι από το σκαφίδι, το ’πλοχερούσαν κι έφτιαχναν καρβέλια

(Βυτίνα Π∆)

Γιατρεύουνται τα διάφορα πονίδια/ Άµα έχεις πονίδια… (Στεµνίτσα Π∆, Ελληνικό ΧΦ

1977)

Η νοικοκυρά έχει τα ραψίδια της…(: ραφτικά) (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Τα σκολαρίτσια τα φορήγανε ολοένα. Φτιασίδια δεν υπάρχανε (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Όταν µένει κάποια γκαστρωµένη το καταλαβαίνει, γιατί έχει βλαψίδια, κανει εµετό

(Μαυριά ΧΦ 1977).

Τάση για παραγωγή θηλυκών ουσιαστικών µε την κατάληξη –ίλα:

Γκρεµίλα (Στεµνίτσα Π∆)

Γανίλα (∆ηµητσάνα/Στεµνίτσα Π∆, Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Παίρνει µια µυρουδιά πικρίλας (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Φαρµακίλα: πικρό αγγούρι (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78).

Τάση προτίµησης της υποκοριστικής κατάληξης –ούλης/-ούλι/- ούλια:

Αλαφρούλι (Ζάτουνα Π∆)

Τα σπίτια ήσαντε κοντούλια (Καρκαλού Π∆)

Η λεχώνα έπρεπε να τρώει ζεστούλια

Λιγούλι αραποσίτι, λιγούλι ψωµί (∆ηµητσάνα Π∆)

Page 273: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

268

Τα µικρούλια δεν αρρωσταίνανε.. (Λαγκάδια Π∆)

Ασπρούλια (Βυτίνα Π∆)

Λιγούλι λάδι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Για να µην το βασκάνουν το παιδί του βάναµε ένα σταυρούλι. Του εφτιάχναν ένα

φυλαχτούλι (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Λαµπερούλια (Σέρβου ΧΦ 1977)

Μικροτερούλια (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Εβουτάγανε ένα πανί άσπρο ψιλούλι (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Εφυλαγότανε λιγούλι από το κρύο (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77).

Τάση για χρήση της κατάληξης –έικο/-έικα προκειµένου για δήλωση τοπωνυµίων ή

οικογενειακών ονοµάτων:

Αυτή η γειτονιά λέγεται Καρδασέικα και πάνω από το βενζινάδικο Καραδηµέικα

(∆ηµητσάνα Π∆)

Μπουχέικο σπίτι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8).

Επιρρηµατική σηµασία επιθέτου ουδετέρου γένους:

Αχάραγο εσηκωνόµαστε να ζυµώσουµε, να µαγερέψουµε (∆ηµητσάνα Π∆)

Σηκωνόµαστε το πρωί αχάραγο (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Πηγαίναµε αχάραγο στα Λαγκάδια (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Σύνθεση

Τάση για δηµιουργία εξαρτηµένων συνθέτων:

Αγγελοκρούοµαι: βλέπω τον άγγελό µου, είµαι ετοιµοθάνατος Ένας χωριάτης µας (: συγχωριανός µας) είχε αγγελοκρουστεί (Ελληνικό

Π∆/Μαυριά ΧΦ 1977)

Αυτός είχε αγγελοκρουστεί (Μαυριά ΧΦ 1977)

Ο ετοιµοθάνατος αγγελοφέρνει στο πρόσωπο (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Αντεροκόβοµαι: µε κόβει, µε πονά το έντερο

Όταν αντεροκόβεται η µάνα το παιδί κλαίει (Καρκαλού Π∆, Σέρβου

ΧΦ 1977)

Αντεροκόβονται τα πρόβατα (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Λυποκρατώ: έχω λύπη, πενθώ

Οι χήρες λυποκρατάνε ούλια τους τη ζωή (Βυζίκι Π∆, Σέρβου ΧΦ

1977)

Αφαλοκόβω: κόβω τον αφαλό

Όταν το παιδί γεννιέται τ’αφαλοκόβουµε, κόβουµε το αφάλι του (Βούτσης ΧΦ 1977-8)

Στυλοκαρδίζω: στυλώνω την καρδιά µου, αποκτώ δύναµη

Ήπιανε µια γουλιά να στυλοκαρδίσουνε (∆ηµητσάνα Π∆, Στεµνίτσα

ΧΦ 1980)

Παιδοκοµάω/-ίζω: φέρνω παιδί, γεννάω

Όταν η γυναίκα ερχόταν να παιδοκοµίσει, η µαµή έβανε νερό στη φωτιά

(Λαγκάδια Π∆)

Οι γυναίκες παιδοκοµάγανε (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Page 274: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

269

Όταν µια µητέρα παιδοκοµούσε (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Αναποδονίφτω: νίβω ανάποδα

Το µατιασµένο τον αναποδονίφτουνε µε το νερό (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-

77)

Αναποδονίβουν το παιδί (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Προικοδίνω: δίνω την προίκα

Όταν προικοδίνανε εκερναγόσαντε…(Καρκαλού Π∆)

Ασπρολογώ : φαίνοµαι λευκός Ασπρολογάγανε οι στράτες από τις φουστανέλες (Σέρβου ΧΦ 1977)

Παλαµοδέρνει (το ζώο): πληγώνεται στα πέλµατα

Παλαµόδερνε το ζο και γι’ αυτό του βάναµε πέταλα (∆ηµητσάνα Π∆/

1997-8)

Νεροβγάνω/νεροπερνάω: ξεπλένω µε νερό

Νεροβγάνει τα ρούχα που κοιµάται (Μαυριά ΧΦ 1977)

Νεροπερνάγαµε τα πανιά του παιδιού (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τυροκοµάω: παράγω τυρί Τα αρνιά τα ψένανε στο στανοτόπι, εκεί που τυροκοµάγανε (Σταυροδρόµι, ΧΦ 1976-77)

Απλοχερίζω: απλώνω µε το χέρι µου

Απλοχερίζαµε το ψωµί (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

και: µιαν ’πλοχεριά σιτάρι (γεµάτη φούχτα) (Καρκαλού Π∆)

Λογοδίνω: δίνω λόγο, υπόσχεση γάµου

Οι οικογένειες ήθελα λογοδώσουνε (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

∆ανεικολογιέµαι: κάνω δανεικαριά, ένα είδος αλληλοβοήθειας στις αγροτικές εργασίες

Ετσείνα τα χρόνια δανεικολογιόµαστε. Μια στο δικό σου το χωράφι, µια στο

δικό µου. Είµαστε µονιασµένοι (Βυζίκι Π∆)

Κοµποδένω: δένω κόµπο

Κύρη, Σαββάτο µη διαστείς, Τρίτη µη κοµποδέσεις (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-

77)

Βαριαχουγιάζω: φωνάζω πολύ στα ζώα

Μη τα βαριαχουγιάζεις τα ζωντανά (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Σκουροτρώω: τρώγοµαι, φθείροµαι από το σκόρο

Τα ξύλα σκουροτρώνε (Σέρβου Π∆)

Τραπεζοκαθίζω: κάνω τραπέζι, προσφέρω φαγητό

Τους τραπεζοκαθίσανε τους Τούρκους (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Συµπεθεροκόπος (ή συµπεθεροφτιάχτης): προξενητής Οι συµπεθεροκόποι έχουνε µιληµένα για την προίκα (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Σκατογένης: χαρακτηρισµός διαβόλου

Τον καβάληκε ο σκατογένης (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Λειψανεβατός: ο που δε φουσκώνει Έγινε µπίτι λειψό το ψωµί, λειψανεβατό, δεν είχε προζύµι (Λαγκάδια Π∆,

Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Σαπουνολέβετο: καζάνι που έφτιαχναν σαπούνι Είχαµε το σαπουνολέβετο (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Νεροπούλος ή νερολόγος: υδρονοµέας Η κοινότητα βάνει το καλοκαίρι ένα νεροπούλο (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Γιορτοφόρι: γιορτή

Page 275: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

270

Τα σόγια µε τις φαµελιές τους ούλοι µαζί µαζωνόσαντε και γλεντάγανε

και τραγουδάγανε στα γιορτοφόρια. Χαλάγανε το πελεκούδι από τα γλέντια

(Σαυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Το γιορτοφόρι του µπαρµπα-Αντρέα κράτηγε τρεις ηµέρες (∆ηµητσάνα Π∆)

Στα γιορτοφόρια σειότανε το χωριό (Σέρβου ΧΦ 1977)

Κωλεργάτης: τελευταίος εργάτης Ο κωλεργάτης έστρωνε τις αυλακιές (Βυτίνα ΧΦ 1976)

Αδερφοµοίρι: µερίδιο αδερφού

Τα σπίτια πούησαντε αδερφοµοίρια… (Βούτσης ΧΦ 1977-8)

Το άλλο σπίτι ήτανε αδερφοµοίρια (Καρκαλού Π∆)

Αν είναι ακίνητα η προίκα έχει κι ο γαµπρός µερίδιο µόνο αν κάµουν παιδιά

Έχει το αντροµοίρι του (Μαυριά ΧΦ 1977)

Λαδαδέρφια: πνευµατικά αδέλφια, που έχουν τον ίδιο νονό

Τα λαδαδέρφια δεν παντρευόνται (Μαυριά ΧΦ 1977)

Τα παιδιά πόχει βαφτίσει ο ίδιος νουνός είναι λαδαδέρφια (∆ηµητσάνα Π∆)

Μονοµηνιάτικος: αυτός που έχει γεννηθεί τον ίδιο µήνα

Άµα η νύφη είχε µονοµηνιάτικο αδερφό, αυτός δεν έκανε να πάει στην

εκκλησιά (Καρκαλού Π∆)

Χασοπέφτη: Πέµπτη µε χάσιµο φεγγαριού

Έτυχε να ’ναι Χασόπεφτη που γέννησα τη Βασιλικούλα (Στεµνίτσα Π∆)

Γλυκόκουπα: κούπα µε γλυκό

Καθόσαν οι καλεσµένοι ένα γύρο και επήγαινε η µάνα του γαµπρού κι

επέρναγε ένανε-ένανε µε τη γλυκόκουπα και ετρατάριζε όλο τον κόσµο

(Στεµνίτσα Π∆ 1997-8 )

Τσοπανοφαµελιά: οικογένεια τσοπάνη

Οι περσότεροι ήσαντε τσοπανοφαµελιές (Σέρβου ΧΦ 1977)

Καρκατζελόσταχτη: στάχτη των καλικατζάρων Ρίχναµε την καρκατζελόσταχτη στα δέντρα (Σέρβου Π∆)

Ξυδοφόρα : βαρέλι µικρό για το ξύδι Βάναµε χώρια το ξύδι στην ξυδοφόρα και τόειχαµε για καιρό (Βυτίνα Π∆)

Πορτόξυλο: η κάσα της πόρτας Χάµου στο πορτόξυλο η πεθερά έχει βαλµένο ένα ρόιδο (Βούτσης ΧΦ

1977-8)

Κατσικοτόµαρο: δέρµα κατσικιού

Παίρναµε ένα κατσικοτόµαρο και σφουγγίζαµε τ’ αλεύρι πόµενε πα στην

πλάκα (Λαγκάδια Π∆)

Νερόπλυµα: φαγητό πολύ ελεφρύ, άνοστο

Καλύτερα να πάθω παρά να φάω αυτά τα νεροπλύµατα (Καρύταινα ΧΦ

1984)

Νυφοστόλι: στολισµός νύφης Τραγούδι που το λένε στη νύφη όταν τη βάνουνε στο νυφοστόλι (Καρύταινα

ΧΦ 1976)

Τζακόπανο: υφασµάτινο κάλυµµα για το τζάκι Αυτό το τζακόπανο τόειχε υφασµένο η κυρούλα µου (Ζάτουνα Π∆)

Σταχτοφούρνι: στάχτη του φούρνου

Καθόνται τα καλικατζάρια κοντά στα σταχτοφούρνια (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Λαµπροκέρι: κερί της Λαµπρής

Page 276: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

271

Φτιάναµε στο σκεπαστάρι της εµπατής σταυρούς µε τον καπινό του

λαµπροκεριού (Σέρβου ΧΦ 1977)

Αντίστοιχα είναι τα: ντουφεκορίνω (: πυροβολώ), χεροδίνω, καλόλιωτο (: ευχή για

καινούργιο ρούχο), σπυραλατιστός (σπυραλατιστά κουκιά), µπροστόγιοµος

(µπροστόγιοµα/πιστόγιοµα δίκανα) νεροτριβή, σκορδοκολίνα, νερόπλυµα, κατσικοπυτιά,

µαµµογιατρός, αχεροκαλύβα, προβατοψάλιδο, αρνόκουρα, σταχτόνερα, καζόκαλτσες

(κάλτσες από µαλλί γίδας), γαϊδουροχαµόµηλο, φορτσερόπανα, τηγανόψωµα,

µαϊντανόνερο, γκαβοτηράω,κατωγιόπορτα, νεροχυλοπίτες, ληνοπάτι, σερνικοβότανο,

θεµωνοτόπι, κοτοπουλόζουµο, κολοκυθοκορφάδες, νοικοκυρόσπιτο, γουρνάλειµµα

(λίπος από χοιρινό), χοιρινόλιπος, λαδολύχναρο, κρασόχωνο, θερµόχορτο (:βότανο για

τις θέρµες), στερφόγιδες, γουρνοτσάρουχα, ξαδερφοσυννυφάδα, τραχανόξυλο,

ψιλοτρόκανο, τρανογιορτές, βαρυγιόρτια, πετροπέρδικες/πετροκοτσύφια σηµαδάβγουλο (:

σηµαδεµένο αβγό), πρωτοστέφανες (: νεόνυµφες), µικροπατέρας, καρβουνοσάκουλος

(µτφ. τσιγκούνης) νερότεσα/κρασότεσα κ.ά. (σκεύος για νερό/κρασί), λιοκότσι (:

κουκούτσι ελιάς) (∆ηµητσάνα, Βυζίκι, Λαγκάδια, Βυτίνα, Καρκαλού, Σέρβου,

Στεµνίτσα, Βαλτεσινίκο Π∆, ∆ηµητσάνα, Στεµνίτσα, Ζάτουνα, Παλαιοχώρι, Λαγκάδια

Π∆ 1997-8, Καρύταινα ΧΦ 1984, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Βούτσης ΧΦ 1977-8,

Θεόκτιστο ΧΦ 1978, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Καρύταινα ΧΦ 1976, Μαυριά ΧΦ 1977,

Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Λαγκάδια ΧΦ

1976-77).

Πραγµατώσεις παρατακτικών συνθέτων:

Αυγήβραδο: αυγή και βράδυ

Βάνανε την καρδάρα απουκά απ’ τα γίδια κι αρµέγανε αυγήβραδο

(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Φεσόβελο: φέσι και βέλο

Φεσόβελο φορούσαν στο γάµο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Γαϊδουροµούλαρα: γαϊδούρια και µουλάρια

Είχαµε γαϊδουροµούλαρα (Σέρβου Π∆)

Κοτογούρουνα: κότες και γουρούνια

Πάιρναµε τα γκόρτσα και πορεύαµε καµπόσο καιρό τα κοτογούρουνα

(Σέρβου ΧΦ 1977).

Πραγµατώσεις σύνθετων επιρρηµάτων, που έχουν ως α΄συνθετικό το επίρρηµα ίσα για

δήλωση κατεύθυνσης:

Ίσα+κάτω, πέρα, εδώ:

Page 277: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

272

Να µην προγκάνε τα µουλάρια και κάνουνε σακά (Σέρβου Π∆)

Σαπέρα δίπλα βάλτε τον (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Σούρναµε την πέτρα σιαδώ (Βούτσης ΧΦ 1977-8).

Πραγµατώσεις µε την πρόθεση ανα- ως πρώτο συνθετικό:

Αναδοσιά: δυσοσµία

Μου ’ρθε αναδοσιά (Βούτσης ΧΦ 1977-8)

Ανάκρυφα: εντελώς κρυφά

Έπρεπε να βυζαίνει ανάκρυφα (Σέρβου ΧΦ 1977)

Κρυφά κι ανάκρυφα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Αναγελώ: περιγελώ

Όσες µανάδες το παρακάνανε στις ’παίνιες και στα τραγούδια τις

αναγελάγανε οι άλλες που ’χανε απαναθρέψει: «Άλλη γιο δεν έκανε πέρι η

Μαζαράκαινα» (Σέρβου ΧΦ 1977)

Ανασπάζοµαι: ασπάζοµαι Ανασπάζουνται το νεκρό (∆ηµητσάνα Π∆, Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Τους πεθαµένους τους ανασπάζουνται (Σέρβου ΧΦ 1977)

Αναζουπάω: συνέρχοµαι Ο παππάς του διάβασε τα γράµµατα και αναζούπησε ο άρρωστος

(∆ηµητσάνα Π∆)

Έδωσε της γριας νερό και αναζούπησε (Σέρβου ΧΦ 1977)

Αναζουπάνε τα φίδια (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Αναγοµάω: σκάβω

Αναγοµάνε το αµπέλι (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Επήγαινε ούλο το χωριό και το αναγόµαγε το χωράφι (Σταυροδρόµι, ΧΦ 1978-79)

Το αναγοµάµε το χωράφι (Μαυριά ΧΦ 1977)

Αναρραχός: ποδαρικό

Έχει καλόν αναρραχό (Μαυριά ΧΦ 1977)

∆εν κάνει να δανείζουµε πρώτη του χρόνου και πρώτη του µήνα, γιατί

µερικοί µπορεί να πάθουνε κανα κακό και να νοµίζουνε ότι φταίει ο

γείτονας, ότι δεν είχε καλόν αναρραχό (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Αναχρικά: σκεύη

Έπαιρνε τ’ αναχρικά της (Σέρβου ΧΦ 1977/Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Παινευότανε για τ’ αναχρικά της (Στεµνίτσα Π∆)

Αναπιάνω: αρχίζω να ζυµώνω

Αναπίανανε το προζύµι (Λαγκάδια ΧΦ 1976, Βυτίνα ΧΦ 1976)

Καλά αναπιάσµατα (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Ν’ αναπιάσουµε προζύµι (Στεµνίτσα Π∆, Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Θα ’χεις αναπιάσει το προζύµι (Καρκαλού Π∆)

Το αναπιάναµε το βράδυ (Ζάτουνα Π∆ 1997-8, Σέρβου ΧΦ 1977)

Ανάσπιτα: σε όλα τα σπίτια

Το µπαρούτι το φτιάναν ανάσπιτα (∆ηµητσάνα Π∆)

Αναλιγώνω: λιώνω, διαλύω

Βάναµε στο τηγάνι λίπος ν’ αναλιγώσει (Λαγκάδια Π∆).

Τάση για χρήση του µατα- ως α΄συνθετικό αντί του ξανα-:

Page 278: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

273

Τα ’χεις µατακουσµένα (Σέρβου Π∆)

∆ε µατάγινε (Καρκαλού Π∆)

Να µην το µατακάνει (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

∆ε θα µαταπειράξει (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Τα µατάζεχνε (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Ματαγυρίζανε τη Λαµπρή (Σέρβου ΧΦ 1977)

Ματασκούζοντας (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

∆ε µαταφάνηκε (Καρύταινα ΧΦ 1984).

Πραγµάτωση µεµονωµένων συνθέτων µε δεύτερο συνθετικό το

-σκουτο (: ρούχο):

νερόσκουτα, σαβανόσκουτα, νεκρόσκουτα, παραγωνόσκουτα, ψιλόσκουτα, κοιµόσκουτα

(∆ηµητσάνα, Λαγκάδια Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Βυτίνα

ΧΦ 1978-79, Σέρβου ΧΦ 1977).

Φρασεολογικές µονάδες

Ιδιωµατικές φράσεις µε χρήση άρθρου όπως τα + επίρρηµα τοπικό ή χρονικό:

Του γύριζε τ’ ανάποδα το καπόρι και δεν έφεγε το γιαούρτι (∆ηµητσάνα Π∆)

Τον βάνανε τ’ ανάποδα στο γάιδαρο (Καρκαλού Π∆)

Γυρίζανε το τοµάρι τ’ ανάποδα (Ζυγοβίστι Π∆)

Μέχρι τα τώρα δεν έχω ιδωµένο θάλασσα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Από τα χτε είµαι άρρωστη (Λαγκάδια ΧΦ Π∆ 1997-8)

Γυρίζει τ’ ανάσκελα

Χίλια τ’ απίστοµα, χίλια τ’ ανάποδα

Γυρίζουµε την µπόλκα µας τ’ ανάποδα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Κατά τα έβγα Απρίλη θελα πάµε να θειαφίσουµε

Κάθεται µέχρι τα έβγα του Μάη (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Γυρίστε τα τσαρούχια τ’ ανάποδα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Γυρνάνε τον καθρέφτη τ’ ανάποδα

Το ψωµί δεν το βάνουµε τ’ ανάποδα (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Από τα πριν οι γυναίκες µαζεύουνε τα µανούσα

Στο γάµο τους έχει από τα πριν πληρωµένους ο γαµπρός

Μέχρι τα χτε ήσαντε µονιασµένοι (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78).

Ιδιωµατικές χρήσεις

Ιδιότυπη χρήση αντωνυµιών όπως η χρήση του ό, τι ως δείκτη ασάφειας:

…Επήγαινα στο φούρνο καµιά φορά γλυκά που έφτιανα ή κουλούρια ή ό,τι..Το Πάσκα

που έφτιανα τάηξερε ο Βαγγέλης ο φούρναρης τα δικά µου

Εγώ θέλω καλύτερα ψάρι βραστό ή ό,τι. Ο γέρος θέλει κρέας (∆ηµητσάνα Π∆)

∆ε µπόρηγαν να φάνε χόρτα, φασολάδα που τρώγαµε µεις ή ό,τι

Το λένε ακόµα ότι να µην ιδείς τον άνθρωπο, τον θαυµάσεις ή το µωρό ή ένα ωραίο

πράµα να ειπούµε «τι ωραίο», να το λαχταρήσεις, δεν κάνει, να το φτύσεις βέβια, να

ειπούµε, ή να το σταυρώσεις, κάτι τέτοιο, τον άνθρωπο ή το ζωντανό ή ό,τι

Page 279: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

274

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Βάναµε τα δηµητριακά ή ό, τι (Στεµνίτσα ΧΦ 1980 ).

Λέξεις µε διαλεκτική σηµασία:

Έξω: εκτός Έξω από τις καρυές έχουµε κι άλλα δέντρα (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Πίσω: πάλι Μετά ετραγουδάγανε πίσω οι µπροστινοί (∆ηµητσάνα Π∆)

Τη Σαρακοστή φτιάνουνε πίσω προσφορές (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

∆εν το πλένουνε πίσω (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Η παραµάνα εκαρτέρηγε πίσω να γεννηθεί το παιδί (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Να σου ο Χάρος πίσω στο σπίτι του τσιοπάνη (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Στερνά: ύστερα

Άµα είναι ένα ζώο που το βλέπεις καλό, χαρούµενο και το µατιάσει µία, το

βλέπεις κατσουφιασµένο στερνά (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Στερνότερα: αργότερα

Στερνότερα ήρθε τσι ετσείνος (∆ηµητσάνα Π∆)

Απέ στερνά βαρήγανε τα όργανα (Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Θεόκτιστο ΧΦ

1978)

Λωβός: κακός, δυσάρεστος Τιµωράγανε τα παιδιά να µάθουνε το καλό και λωβό

Σωστά είναι και τα καλά όνειρα και τα λωβά (∆ηµητσάνα Π∆)

Η καλός ή λωβός θα το ιδείς από την αρχή (Καρκαλού Π∆)

Θες καλός θες λωβός αυτός σου ’τυχε (Ζάτουνα Π∆)

Οι νέοι δεν έχουν περάσει λωβές καταστάσεις (∆ηµητσάνα Π∆)

Τις καλύτερες τις παίρνουν οι λωβοί (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Την Τρίτη την έχουµε για λωβή µέρα (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Ήταν η κατάσταση λωβή για την Ελλάδα (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Σου λέγαν οι Μοίρες τι θα περάσεις στο βίο σου, και καλά και λωβά και

ανακατωµένα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Οι γυναίκες γινήκανε λωβές (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Αµάητανε καµιά λωβή νύφη, κανας λωβός γαµπρός επαγαίνανε τον αδερφό

πούηταν καλύτερος το βράδυ και στα στέφανα επαγαίνανε τον λωβόνε

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Κοκκαλωτός: ατσαλάκωτος Στα νιάτα µου ήµουνα πάντα κοκκαλωτός. Με φροντίζανε κι οι αδερφές µου,

µου φτιάνανε την τσάκιση στο παντελόνι, και µε λέγανε τσίφτη (∆ηµητσάνα,

Π∆)

Όταν έφτασε έβγαλε τα βρεγµένα και φόρεσε τα ρούχα και πήγε κοκκαλωτός

στο σπίτι.. (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Οι δικοί: οι συγγενείς Ήσαντε δικοί και πιανόσαντε µε τα χέρια (Στεµνίτσα Π∆)

Μαζωνόσαντε οι δικοί και τρώγανε (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Μείναµε οι δικοί κι οι καλεσµένοι (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Τ’ άλλο βράδυ οι δικοί του γαµπρού φτιάνανε ένα πιάτο χαλβά ή τηγανίδες

Page 280: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

275

και πηγαίνανε στο σπίτι της νύφης για την ανάγνώριση (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Θησαυρός: µεγάλη ποσότητα, πάρα πολύ

Ένα σωρό, θησαυρός από αυτά (Στεµνίτσα Π∆)

Όλοι µαζευόµασταν, άντρες, γυναίκες και παιδιά, θησαυρός ήτανε

(Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Στον αργαλειό φτιάναµε ένα σωρό, θησαυρό (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Κότες έχουµε, αλεπούδες θησαυρό, λύκους αριά και που, ποντίκια θησαυρό

(Ελληνικό ΧΦ 1977)

Πάντα: πλευρά

..από τη µια µπάντα του ποταµού (Μαυριά ΧΦ 1977)

Την σκεπάζαµε µε ένα κοµµάτι σανίδι από τα ιδιανά µε το πάτωµα που

στηριζότανε από τη µια πάντα στο πάτωµα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τη µια µπάντα του ζώου (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Από την άλλη πάντα λέµε (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Τα γύριζαν από την άλλη πάντα (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Λάκκος : αργαλειός Άµα τοβγάναν από το λάκκο το χαλί.. (∆ηµητσάνα Π∆)

Ήσαντε υφαντά αυτά, από το λάκκο περασµένα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Εχρησιµοποιήγαµε το λάκκο (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Λάκκο είχαµε ούλες (Σέρβου ΧΦ 1977)

Το ’χω στο λάκκο φτιασµένο (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Ράσο: χοντρό παλτό µε µανίκια και κουκούλα

Είχα ένα ράσο παρµένο (Βυζίκι ΧΦ 1976)

Σαν παλτά είχανε τα ταλαγάνια ή τα ράσα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τα ράσα ήσαντε από γίδες γινωµένα (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Πράµατα: γιδοπρόβατα

Τώρα τρώνε καλύτερα τα πράµατα (Στεµνίτσα Π∆)

Από πέντε χρονώνε µ’ έπαιρνε ο σχωρεµένος ο αδερφός µου στα πράµατα

(Ζυγοβίστι Π∆)

Ανάρµεγα τα πράµατα (∆ηµητσάνα Π∆)

Γάλα δίναµε σ’όποιον δεν είχε πράµατα (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Πήγαινε στα πράµατα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Το τραχανά τον εφτιάναµε µε γάλα από πράµατα γίδια (Σέρβου ΧΦ 1977)

Επήρανε τα πράµατα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Όταν σκαρίζανε εκείνοι που θα φέγανε µε τα πράµατα, οι άλλοι ντουφεκάγανε

δεκαπέντε-είκοσι ντουφεκιές (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Μαρτίνι: οικόσιτη γίδα

Το τρώγανε το αραποσίτι τα µαρτίνια (∆ηµητσάνα Π∆)

Τα ζωντανά µας, τα µαρτίνια µας.. (∆ήµητρα ΧΦ 1978, Βούτσης ΧΦ 1977-

78)

Έβανε το µαρτίνι του, τα δραπάνια, το τράσιτο και το καρδάρι (Λαγκάδια

ΧΦ 1976-77)

Μπουλούκι: 1.κοπάδι 2. οµάδα µαστόρων Ο τσοπάνης µε το µπουλούκι κάθεται (Ζυγοβίστι Π∆)

Ήξερε το µπουλούκι του (Μαυριά ΧΦ1977, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Μπουλούκι είναι οι µαστόροι (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Page 281: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

276

Ελατουριαστήκανε µε τους Λαγκαδινούς και γινήκανε µαστόροι και φτιάνανε

δικά τους µπουλούκια (Σέρβου ΧΦ 1977)

Πούσι: φύλλο καλαµποκιού

Στρώµα γεµάτο µε πούσια (Λαγκάδια Π∆)

Της έριξε πούσια για να φάει (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Πάνου από τις τάβλες ρίναµε ένα µαταράτσι (: χονδροϋφασµένο µάλλινο

στρώµα). Αυτό το ντέναµε µε πούσια κι από πάνου βάναµε ένα σάισµα από τραγί

κι ένα απλάδι από πρόβατα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Το στρώµα ήτανε µαταράτσι, γεµάτο πούσια (Σέρβου ΧΦ 1977)

Είχαµε για να καθόµαστε προσκέφαλα µακρουλά, πούειχανε µέσα πούσια από

αραποσίτι (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Γιοµάγαµε µε τα πούσια τα στρώµατα που κοιµόµαστε (Βούτσης ΧΦ 1977-

78)

Παρηγοριά: τραπέζι µετά την κηδεία

Στην παρηγοριά τρώγανε κρέας (Καρύταινα ΧΦ 1976)

Τη συγύριση όλη την αναλαβαίνουνε οι συγγενήδες πόχουνε πάει στις παρηγοριές

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Το βράδυ γινότανε η παρηγοριά (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Στις παρηγοριές οι συγγενείς πάνε φαγητά στους δικούς του νεκρού και τρώνε

µε τους λυπηµένους (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Καταρράκτης: καταπακτή

Εφτιάναµε τράπα, που το λέµε και καταρράχτη (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Νηστεία: τιµωρία που επέβαλε ο δάσκαλος στους µαθητές Με είχε βάλει ο δάσκαλος νηστεία και ήµουνα στο υπόγειο νηστικό, βρεµένο

..(∆ηµητσάνα Π∆)

Τα βάζανε τα παιδιά νηστεία (Μαυριά ΧΦ 1977)

Τα παιδιά τρώγανε πολύ ξύλο. Τα βάνανε για τιµωρία νηστεία κάτου στο υπόγειο

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Ήσαντε νηστεία τα παιδιά τους (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Ο δάσκαλος όταν έφταιγε ο µαθητής είχε µια βεργούλα και τον εφοβέριζε

Άµα έφταιγε καλά τον έβανε νηστεία (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Φούσκα: µπαλόνι Ο πατέρας παίρνει στα παιδιά του καµιά φούσκα, καµιά σαρµόνικα

(∆ηµητσάνα Π∆)

Κουτί: φέρετρο

Βάναµε χάµω το κουτί. Το κουτί το φτιάνανε µακρουλό µε σανίδια γύρω-

γύρω κι απουκά αριές πήχες (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τ’ ακουµπάει µέσα στο κουτί του (Ελληνικό Π∆)

Γράµµατα: λειτουργία

Αν το είχανε πάρει τα νεραϊδικά του κάνανε γράµµατα. Για να συνέλθει

(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Πάει η ώρα έντεκα και δεν απολάει, γιατ’ έχει πολλά γράµµατα (Ελληνικό

ΧΦ 1977)

Σκασίλα: 1. σχισµή 2. χαρακιά 3. κόκκος καλαµποκιού

Είχανε βγάλει τα χέρια µου σκασίλες και µε κοροϊδεύανε (Παλαιοχώρι Π∆)

Υπάρχει µια σκασίλα (σχισµή βράχου) όξω απ’ το χωριό (Λαγκάδια ΧΦ

1976-77)

Ψέναµε σκασίλες (∆ηµητσάνα Π∆, Σέρβου ΧΦ 1977)

Page 282: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

277

Κουτρούλι: σωρός από χώµα

Σκάφτανε τη γης κουτρούλια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τα τελειώµατα: λόγος για την τέλεση γάµου

Πάει κι ο γαµπρός να κάνουν τα τελειώµατα (Λαγκάδια Π∆)

Στα τελειώµατα και στην αρρεβώνα όποιος έναι τολµηρός βουτάει τη νύφη

και τηνε φιλεί. Όποιος έναι δισταχτερός.. (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Βούτηµα: χόρτο που γεµίζουν τα στρώµατα ή τα σαµάρια

Γιοµίζαµε το σαµάρι µε βούτηµα (Βαλτεσινίκο Π∆ 1997-8)

Σπίρτο: οινοπνευµατώδες ποτό

Πώς το πίνεις αυτό, παιδάτσι µου; Αυτό είναι σπίρτο! (Ζυγοβίστι Π∆)

Ούζα, µαστίχες, τέτοια σπίρτα, δεν πίνανε (Καρύταινα ΧΦ 1976)

Χάρες ή χαρίσµατα: δώρα

Μπροστά πήγαινε ένα παιδί µε ένα δίσκο που ’χε τις χάρες του πεθερού και

της πεθεράς

Κάπαρο ήτανε το δαχτυλίδι και οι χάρες όταν διάλύγε ο αρραβώνας

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Γύφτος: σιδεράς Που να βρούµε το γύφτο να φτιάσει άλλη σιδερωστιά (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-

8)

Πάει σε κάποιο γύφτο και του ’κοψε τις αλυσίδες (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Χτυπώ: ρίχνω

Ο κόσµος χτυπά τα προικιά µε ρύζι (Βυτίνα ΧΦ 1976)

Οι συµπεθέροι χτυπάνε τα προικιά της νύφης µε λεφτά και κουφέτα

(Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Όταν ερχόνται στου γαµπρού το χωριό βγαίνουµε και τους χτυπάµε µε ρύζι

και σιτάρι (Μαυριά ΧΦ 1977)

Βαράω: ρίχνω, ασηµώνω

Ερχόσαν οι συµπεθέροι και βαρήγαν τα προικιά µε ρύζι, µε λεφτά, µε

λουλούδια (∆ηµητσάνα Π∆)

Εκαλάγανε και το χωριό, για να πάει να βαρέσει τα προικιά (Βυζίκι ΧΦ

1976)

Πάει ο γαµπρός και βαρεί τα προικιά (Σέρβου ΧΦ 1977)

Βαρούνε τα προικιά µε ρύζι (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Ρίχνω: δίνω

Οι συγγενείς ρίχνουν δώρα στην κοπέλα (Μαυριά ΧΦ 1977)

Η νύφη ρίχνει µεσίνες (: είδος µαντηλιού) στους συµπεθέρους (Μαυριά ΧΦ 1977)

Ο νουνός πήγαινε στη µάνα ένα φόρεµα κι η µάνα του ’ριχνε µια κουβέρτα ή ένα

απλάδι κι όταν έφεγε του ’βανε µαντήλι (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Ρίχνανε σ’ όλους χάρες (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Άµα δεις αλαφρόµυαλο, τι να κάνεις; Τον ρίχνεις στο Θεό (Μαυριά ΧΦ 1977)

Πνίγω: ανακατεύω το υγρό µε το στερεό υλικό στο ζύµωµα

Ρίχνανε το γάλα µέσα στη σκάφη και το ζυµώναν , το πινίγανε, το κάνανε ζυµάρι..

(Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Πνίγουµε το µποµποτάλευρο µε νερό (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Έρχοµαι: µοιάζω

Είναι ένα µικρούλι- µικρούλι λουλουδάκι, έρχεται σαν το χαµοµήλι (∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8)

Page 283: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

278

Έχει µια σταλίτσα τριχούλες κόκκινες. Έρχεται σαν τη γρίβα (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Λαγγεύω: πεταρίζω

Άµα λαγγεύει το αριστερό µάτι είναι κακό. Άµα λαγγεύει το δεξί κάποιονε θα

ιδείς (∆ηµητσάνα Π∆)

Λαγγεύει το µάτι (Βυτίνα ΧΦ 1976)

..Ελάγγευε στην κοιλιά. Τα κορίτσια λαγγεύανε αργότερα από τα αγόρια.

Ζωντανεύουν νωρίτερα τα αγόρια (Καρύταινα ΧΦ 1976)

Όταν λάγγευε το µάτι (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Χαλάω: 1.σφάζω 2. τρώω τα κούλουµα

Χαλάµε τους χοίρους (Μαυριά ΧΦ 1977)

Το χάλασµα του χοιρινού (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Σήµερα θα χαλάσουµε τα κούλουµα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Οι τσιοπάνηδες προσέχανε πολύ τις νηστείες· Τετράδες και Παρασκευές δεν τις

χαλάγανε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Σήµερα να χαλάσουµε τα κούλουµα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ήθελα χαλάσουµε τα χοιρινά (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Το ∆ήµο να χαλάσετε (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Βγαίνουν στην εξοχή για να χαλάσουν τα κούλουµπρα (Μαυριά ΧΦ 1977)

Χαλασµένη: γυναίκα µε προγαµιαίες σχέσεις Η χαλασµένη θαλα µείνει ανύπαντρη ή θαλα πάρει χήρο (Βούτσης ΧΦ 1977-

78)

Βασταµένος: πλούσιος Σπίτι βασταµένο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Όσοι ήσαντε βασταµένοι (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Εκείνοι που ήσαντε κάπως βασταµένοι είχανε κάτι τι καλύτερα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Στα πιο βασταµένα νοικοκυρόσπιτα (Σέρβου ΧΦ 1977)

Πολλοί διαλεκτικοί τύποι παρουσιάζουν πολυσηµία:

Ντώνω: χαλαρώνω, λύνω, υποχωρώ, αραιώνω, αφήνω, λιγοστεύω

Έντωσα το σιλάχι µου (Λαγκάδια ΧΦ 1976, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Όταν βαρέσουµε, για να ντώσουνε τα κόκαλά µας.. (Μαυριά ΧΦ 1977)

Σα ντώσει τ’ αστάχυ, τότενες.. (Σέρβου ΧΦ 1977)

Ντώστε τα χερια µου (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Ντώσε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Ενώναµε µε λουρί για να µη ντώνουνε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Κατσούλα: γάτα, κουκούλα

Να µη δει κατσούλι στη γωνιά του (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Είχε ένα κατσούλι και το τάιζε (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Κατσουλάω: µπουσουλάω

Κατσουλάει το παιδί (∆ήµητρα ΧΦ 1978, Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μπίτι: καθόλου, εντελώς ∆εν ήµουνα και µπίτι χάµου (Βυτίνα Π∆)

Page 284: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

279

Αµάητανε ο πατέρας δε σειότανε µπίτι (Στεµνίτσα Π∆)

Ή παρτηνε ή µην την παίρνεις µπίτι (Καρκαλού Π∆)

∆ε µου ’λειπε τίποτα µπίτι (∆ηµητσάνα Π∆)

∆εν ήξερε µπίτι γράµµατα (Παλαιοχώρι Π∆)

Είσαι για το κούτσουρο µπίτι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Χάµου κοιµόµαστε µπίτι (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

∆ε µου ’ρχόνται µπίτι στο µυαλό (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

∆εν κάνουνε µπίτι παιδιά

Πρώτα οι γυναίκες δεν καθόταν µπίτι-µπίτι σε τραπέζι όταν είχαν ξένους

(Μαυριά ΧΦ 1977)

Να µη µιλήσει µπίτι (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Το φεγγάρι χάνεται µπίτι (Σέρβου ΧΦ 1977)

Χάµου µπίτι (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Έγινε µπίτι λειψό το ψωµί, λειψανέβατο, δεν είχε προζύµι

Τα µπίτι-µπίτι παλιά χρόνια

Να τηνε κάνεις µπίτι ίσια

Απ’ το µπίτι καλή ’ν’ κι η Αφροδίτη (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

∆εν είχαµε κρεβάτια µπίτι

Έχουµε µουλάρια, αλλά άλογα, µπα, µπίτι

∆εν έβγαινε µπίτι από το σπίτι (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Τα ψωµιά που τα ρίχναµε µπίτι χάµου τα λέµε καρβέλια

Όταν το παιδί είναι τσουπί η µαµή δε µιλάει µπίτι, γιατί δεν της δίνουνε

τίποτα, επειδή χολιάνε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Ταρναριστός/-ά: καµαρωτός/-ά, αργά

Περπατεί ταρναριστά (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976, Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Πήγαινε ταρναριστός-ταρναριστός (Καρκαλού Π∆)

Τα’ ψελνε ταρναριστά ο µπαρµπα- Γιώργης κι άργηγε να σχολάσει η

εκκλησία (∆ηµητσάνα Π∆)

Ταρναρίζω: τραγουδώ ή ψέλνω αργά και µε στόµφο

Τα ταρνάρισε πάλι σήµερα ο παπάς (Ζάτουνα Π∆)

Σκαλτσούνια: κάλτσες, είδος γλυκίσµατος Τη Σαρακοστή φτιάνουµε σκαλτσούνια µε µέλι και καρύδι (Στεµνίτσα Π∆)

Μου ’χε πλεγµένο κάτι χοντρά σκαλτσούνια! (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Φόρηγε µάλλινα σκαλτσούνια (Θεόκτιστο ΧΦ 1978).

Επίσης, εµφανίζονται πολλές περιπτώσεις ταυτοσηµίας:

Συµπεθεροκόπος, συµπεθεροφτιάστης, συµπεθεριάστης: προξενητής Οι συµπεθεριάστες επαίρναν δώρο µια αλλαξιά (∆ηµητσάνα Π∆)

Ο συµπεθεροφτιάστης ήξερε ποιος ταιριάει µε ποια (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Οι συµπεθεροκόποι έχουνε µιληµένα για την προίκα (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

∆ράκος/δρακούλα, τουρκάκι, κούσα/ κοτσόρω: ονοµασίες αβάφτιστων µωρών Τότενες το µπέµπη το λέγαµε ντράκο (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μέχρι που βαφτιζόσαντε τα αγόρια τα λέγαµε δράκο, τα κορίτσια δρακούλα

(Καρύταινα ΧΦ 1976)

Τ’ αβάφτιγα παιδιά τα λέγανε τουρκάκια (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Κούσα λένε το αβάφτιγο αγόρι και κοτσόρω το αβάφτιγο κορίτσι (Σέρβου ΧΦ 1977)

Κυρούλα, νόνα, τρανή: γιαγιά

Page 285: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

280

Ο Καλλίνικος ήταν αδερφός της κυρούλας µου (∆ηµητσάνα Π∆)

Η κυρούλα µου, παιδάτσι µου, φορούσε βέλο (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Τη γιαγιά τη λέγανε τρανή πρώτα, µετά νόνα και τώρανες γιαγιά

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Η κυρούλα µου µόλεγε… (Μαυριά ΧΦ 1977)

Η νόνα µου µε µεγάλωσε (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Όπως µου ’λεγε η κυρούλα µου (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Κυρούλα, µάνα τρανή (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Μας τα µολόγαγε η κυρούλα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ψυχούδια, σπερνά, σπυριά, κουκιά, µπούλια: κόλλυβα

Φτιάναµε σπυριά για το συχώριο (Ράδου Π∆)

Κάθεται ένας µε ένα κοφίνι σπυριά (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Μοιράζουµε σπυριά (Σέρβου ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Κάνουµε µνηµόσυνο. Βράζουνε σπερνά, φτιάνουνε δίσκο. Εδώ τα σπερνά τα πάµε

µε δίσκο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ψυχούδια, σπερνά (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Φτιάνουν τα κουκιά: κόλλυβα (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Χαρανί, λεβέτι κακκάβι: καζάνι Αδειάζαµε τα λεβέτια (Στεµνίτσα Π∆)

Το σαπούνι το φτιάναµε στο χαρανί (∆ηµητσάνα Π∆)

Να βράσουν ένα λεβέτι νερό (Μαυριά ΧΦ 1977)

Έχουµε νερό βαλµένο στο λεβέτι (Βούτσης ΧΦ 1977-78).

Επίδραση της πατριαρχικής κοινωνίας στη σηµασία και χρήση της γλώσσας σε

µεµονωµένες λέξεις:

Παιδί: αγόρι Όταν ήσαντε µόνες τους οι τσούπες παίζανε µε τις κουτσούνες. Τα παιδιά παίζανε

µε το πατίνι (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τις τσούπες τότε τις αρρεβωνιάζανε κι από τα δώδεκα. Τα παιδιά ήθελε πάνε

στρατιώτες (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Για αγόρι λέγαµε: έκανε ένα παιδί. Για κορίτσι λέµε: έκανε µια τσούπα (Ελληνικό

ΧΦ 1977)

Αναπιάνανε τα προζύµια ή παιδιά ή κορίτσια (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

∆ιαλέγαµε ένα κορίτσι από το σόι της νύφης κι ένα παιδί από το σόι του γαµπρού

(∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Να πα να πει αν θέλει να δώσει το κορίτσι στο παιδί (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4,

Θεόκτιστο ΧΦ 1978).

Στο ίδιο φαινόµενο εντάσσεται και η συχνή χρήση αντρωνυµικών: Αγγελής: Αγγελίνα

Αναστάσης: Αναστάσαινα και Αναστασιά

Βασίλης: Βασίλαινα

Γιάννης: Γιαννού

Νικόλας: Νικόλαινα, Νικολού, Νικολίνα

Παύλος: Παύλαινα

Φίλιππος: Φιλιππίνα

Page 286: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

281

Χαράλαµπος: Χαραλαµπίνα

Χρήστος: Χρήσταινα …..(∆ηµητσάνα Π∆)

Τη τσιουπίτσα την έκανα µε δίχως µαµή. Στο παιδί µου είχα την Ψαρούλαινα

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μιλήσαµε της Βώβαινας κι ήρθε και τ’ αφαλοκόπησε

Ήταν ο Μίχος µε τη Μίχαινα (∆ηµητσάνα Π∆)

∆ηµητρού, Αντώναινα, Γιαννού, Νικολίνα, Κωσταντού, Πετρού, Γιώργαινα

(πληθώρα παραγειγµάτων σε όλη την περιοχή).

Page 287: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

282

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3: Ιδιωµατικές λέξεις και φράσεις

Αβανιά: αδικία, κακολογία, ζηµιά

Μου ’ριξαν αβανιά (Σέρβου ΧΦ 1977)

Μου ’ρθε αβανιά (Καρκαλού Π∆)

Αβέρτα: γενναιόδωρα

Ο νοικοκύρης τους τάιζε όλους και το κρασί αβέρτα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Περσότερο κάναµε πλάκα σε κανέναν που έπινε και δεν κέρναγε. Το δίναµε αβέρτα. ∆ώσ’ του να πιει (∆ηµητσάνα Π∆)

Αγανός: αραιοϋφασµένος Ήσαντε πολύ αγανές µε χοντρή κλωστή (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Μόλις το υφαίνεις είναι αγανό. Λες: Τι είναι αυτό που υφαίνεις; Αλλά µόλις το βάνανε και το λευκαίνανε έπηζε το πανί, εγινότανε κρουστό (∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8)

Αγάνωτος: αυτός που δεν έχει επικασσιτερωθεί, µτφ. αγροίκος, αµόρφωτος ∆εν έκανε το χάλκωµα να µείνει αγάνωτο (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Τους Στεµνιτσιώτες τους ελέγανε αγάνωτους (∆ηµητσάνα Π∆)

Αγγιάζω: αγγίζω, τσιµπώ, ενοχλώ

Μ’ άγγιαξε η βελόνα (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Είχα κοµµένο το χέρι µου και πήγε η µαγκούφα η γίδα πάνου στη πληγή και µ’ άγγιαξε (Ζυγοβίστι Π∆)

Αδιαβόλευτος: αθώος Ήτανε αδιαβόλευτος άνθρωπος (Καρκαλού Π∆)

Άκλουθο/ακλούθι: πλακούντας Ξεχάσανε το ακλούθι µέσα της (Μαυριά ΧΦ 1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Μόλις γεννήσει βγάνουνε τ’ άκλουθο (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Αλαργεύω: αποµακρύνοµαι Αλαργεύανε άµα την εβλέπανε (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Αµάκα: τζάµπα, δωρεάν Αµακατζής: αυτός που αρέσκεται να απολαµβάνει ή να αποκτά αγαθά ανέξοδα και εις βάρος των άλλων

Του αρέσει το αµάκα. Όπου βρει τζιάµπα, θα φάει! (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μόνο καναν αµακατζή µη µου φέρουτε για γαµπρό! Να είναι φτωχός, ναι! Αλλά τίµιος και εργατικός και να ’χει φιλότιµο. Μην είναι κανάς λεµές και τα

θέλει όλα αµάκα! (∆ηµητσάνα Π∆)

Αµποδένω: κάνω µάγια, ώστε να εµποδιστεί η συνεύρεση του ζευγαριού την πρώτη

νύχτα του γάµου

Έχει ινάτι ένανε και τον αµποδένει (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Page 288: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

283

Παλιά επηγαίνανε και τους αµποδένανε κι ο γαµπρός δε µπόρηγε να κάνει τίποτα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Αναπαψηµάδι: ευχή του παπά στον άρρωστο

Αν ένιωθε ο άνθρωπος ’ξωµολογιότανε. Αν δεν ένιωθε, του διάβαζε µια ευκή

ο παπάς, που τηνε λέµε αναπαψηµάδι. Αυτά τα συχωράει ούλα (Λαγκάδια ΧΦ

1976-77)

Άνταφλα: απότοµα και γρήγορα

Αυτοί το πίνανε άνταφλα το κρασί (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Το έπινε άνταφλα το κρασί κι έκανε και το ζόρικο (∆ηµητσάνα Π∆)

Αντέτι: συνήθεια, έθιµο

Έτσι ήτανε το αντέτι (Σέρβου ΧΦ 1977)

Τότενες µε το προικοσύµφωνο ο άντρας µου έδωκε στον πατέρα µου δωρεά

300 δραχµές, καθώς ήτανε συνήθειο και για τ’ αντέτι, το φιλότιµο του άντρα

παναπεί (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Αντισηκώνω/αντεσηκώνω: σηκώνω επάνω

Θ’ αντεσηκώσω το πούµα της κασέλας (∆ηµητσάνα Π∆)

Αντεσηκώνει τα σκεπάσµατα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Απιστοµάω: τοποθετώ ανάποδα, µε το κεφάλι προς τα κάτω

(Τ’) απίστοµα: ανάποδα

Απιστοµάνε τ’ αγγειά (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Την παραµονή του µεγάλου αγιασµού απιστοµάνε τα κάθοικα (∆ηµητσάνα

Π∆)

Να τα βάνεις τα ποτήρια τ’ απίστοµα όταν τα πλένεις, για να στραγγάνε (Βυτίνα Π∆)

Απλάδι/απλάδα: είδος χαλιού

Για πόρτα βάνανε απλάδες, σαΐσµατα (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Είχαµε απλάδια….(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Απλοχεριά: φούχτα

Μια ’πλοχεριά σιτάρι (Σέρβου ΧΦ 1977)

Μια ’πλοχεριά αλάτι (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Απόδετος: ξυπόλυτος, ανυπόδητος Στην Κατοχή είµαστε απόδετοι, κάτι πλεχτά σκαλτσούνια µας είχε η µάνα µου (∆ηµητσάνα Π∆)

Αποκόβω/απόκοµµα: παύω να θηλάζω, απογαλακτίζω

Άµα αποκόψεις το αρνί από τη µάνα του…(Ζυγοβίστι Π∆)

Τ’ απόκοβε το παιδί (Στεµνίτσα ΧΦ 1980, ∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Αποκωρώνω: χαζεύω, τυφλώνω, προκαλώ κακό (σε κατάρα)

Μ’ αποκώρωσε ο σατανάς και δεν έκανα τίποτα (Ζυγοβίστι Π∆)

Page 289: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

284

Είχε τον αποκωρωµένο (Καρύταινα ΧΦ 1976)

Να ’ναι αποκωρωµένα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Απορρίχνω & απορρένω: αποβάλλω (για έγκυο ή θηλυκό ζώο)

Ζαλωνόµαστε βαριά και πολλές φορές απορρίχναµε (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Τους πρώτους µήνους φυλαγόµαστε να µην απορρίξουµε (∆ηµητσάνα Π∆)

Οι αχαµνές γίδες απορρένανε (Ζυγοβίστι Π∆)

Απόχωνος: απάνεµος Πηγαίναµε σε πιο χαµηλά µέρη και απόχωνα να µην τα βαρεί ο αέρας (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Αρατίζοµαι/γίνοµαι άρατος: εξαφανίζοµαι Θύµωσε, ντροπιάστηκε και πρατ κάνει, φέγει. Αρατίστηκε κι από τότε δεν τον ξανάειδαµε (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Αρατίσου από µπροστά µου! (∆ηµητσάνα Π∆)

Αρβαλάω: προκαλώ θόρυβο

Ο πατέρας δεν ήθελε ν’ αρβαλάνε τα παιδιά ’κει χάµου. Ήθελε να καθόνται σούζα (∆ηµητσάνα Π∆)

Κάτι ακούγεται πάνου στο ταβάνι, σα ν’ αρβαλάνε ποντίτσια (Βαλτεσινίκο

Π∆ 1997-8)

Αρβάλι: χερούλι καζανιού, λαβή

Κρέµαγα τη στάχτη από τ’ αρβάλι του καζανιού (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Αργάζω: κατεργάζοµαι δέρµατα, µτφ. παιδεύω

Στην αρχή δούλευα στο ταµπάκικο του πατέρα µου. Τα δέρµατα τα βουτάγαµε σε σκαφίδι, που είχε µέσα πεύκο και βελανίδι. Εκεί τα δέρµατα αργάζονται (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Θα σ’ αργάσω! Ακόµα δεν εφάνης και κάνεις το ζόρικο! (∆ηµητσάνα Π∆)

Αρµακάς: σωρός Έπλυνα εχτέ έναν αρµακά (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Αρούκατος: θεόρατος Εκείνος ο αρούκατος στου Ράδου τον αρπάει απ’το γιακά και του λέει (Καρκαλού Π∆)

Αρουλιέται (ο σκύλος): γαβγίζει κλαψιάρικα, ωρύεται Αρουλιώνται τα σκυλιά (Μαυριά ΧΦ 1977)

Όταν αρουληθεί ο σκύλος, κάποιος θα πεθάνει (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Αρουλιέται (Βυτίνα ΧΦ 1976, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Αστράχα: γείσωµα, κενό µεταξύ στέγης και της κορυφής του τοίχου

Οι γυναίκες ρίχνουν στάχτη στις αστράχες (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Αλαφρύ αλεύρι που κάθεται στις αστράχες (Σέρβου ΧΦ 1977)

Page 290: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

285

Άταρος: αδύναµος, εύθραυστος, µε µαλακό κέλυφος Μπίτι άταρος έγινες! Σφίξ’ τα χέρια σου! (∆ηµητσάνα Π∆)

Τα αβγά είναι άταρα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Άφτουρος: ο που δε φτουράει, µτφ. δε ζει πολύ

Τον σκότωσε ένα φορτηγό δεκαοχτώ χρονώνε. Απ’ έλεγε η µάνα του: «Το

άφτιουρο… (Ζάτουνα Π∆)

Αχαριαίνω: γίνοµαι άχαρος ’Ρήµωσε κι αχάριανε ο τόπος (Σέρβου ΧΦ 1977)

Το πρόσωπο του νεκρού το σκεπάζουνε για να είναι όµορφος, να µην αχαριαίνει, γιατί µερικοί γινόνται και σκιάζεσαι (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Αχολογάω: βγάζω ήχο που έχει διάρκεια

Αχολογάει το ψιλοτρόκανο (Σέρβου ΧΦ 1977)

Αχουγιάζω: φωνάζω δυνατά κι από µακριά

Άµα βλέπανε και µπαίνανε τα πράµατα σε ξένο χωράφι, τ’ αχουγιάζανε οι τσιοπάνηδες (Ζυγοβίστι Π∆)

∆εν αχουγιάζανε τα παιδιά πούησαντε µικρούλια (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Βαγιόλι: πετσέτα φαγητού

Ένα βαγιόλι µε κανα γλυκούλι µέσα (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Να φτιάσουµε βαγιόλια (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Βαντάκα: ντουλάπα γυρολόγου

Τις βαντάκες τις κουβαλάγανε στα ζα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Βασταγός: γαϊδούρι Αν η νύφη δε βρεθεί «εντάξει» τη στέλνουν πίσω πάνω σ’ ένα βασταγό

(Μαυριά ΧΦ 1977)

Είχε πέσει από το βασταγό κι είχε χτυπηµένο αίµα στην κεφαλή (Μαυριά ΧΦ

1977)

Βελέντζα: χοντρό µάλλινο σκέπασµα

Για σκεπάσµατα ρίναµε βελέντζες και παπλώµατα µε βαµπάκι από µέσα κι απόξω πανί (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Βερεµιάρης: καχεκτικός, ασθενικός Βερεµιάζω: γίνοµαι καχεκτικός, µελαγχολώ

Βερέµιασε απ’ τον καηµό του (Καρκαλού Π∆)

Τηνε παντρέψανε µ’ ένα βερεµιάρη πανώρια κοπέλα! (Παλαιοχώρι Π∆ 1997-

8)

Βερεσέ/βρεσιγιέ/βερσιγιέ: πίστωση

Τότες όλος ο κόσµος ψωνίζανε βρεσιγιέ και στο φούρνο ακόµα (∆ηµητσάνα

Π∆)

Αυτός ο µπακάλης είχε ένα χαρτί σαν κάδρο, ας ειπούµε, που έγραφε «βερεσέ σήµερα δε δίδεται» και σήµερα ήτανε κάθε µέρα! (∆ηµητσάνα Π∆)

Page 291: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

286

Βολά: φορά

Όταν ένα παιδί ξεψύχαε κι ήτανε ακόµα αβάφτιγο, το παίρνανε µπροστά στο

εικόνισµα, το σηκώνανε τρεις βολές (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Μια βολά γυρίσανε δυο χωρίς να φέρουνε παράδες (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Βούτα: µεγάλο ξύλινο δοχείο

Έχω τα τσίπουρα στη βούτα (Παλαιοχώρι Π∆ 1997-8)

Γαλάριος: (για ζώα) ο που έχει γάλα

Γαλάριες λέµε τις γίδες αµάειναι γεννηµένες (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Γανώνω: επικασσιτερώνω, µτφ. ζαλίζω

Το χάλκωµα έβγανε γανίλα και έπρεπε να γανωθεί (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Μου γάνωσε το κεφάλι (∆ηµητσάνα Π∆)

Γερανίζω: έχω βαθυγάλαζο χρώµα

Του Γιοβάνη η λίµνη γεράνιζε. Είχε βαθιά νερά και τη φοβόµαστε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Γιόµα: µεσηµέρι Να ’ρθεις κατά το γιόµα (Λαγκάδια Π∆)

Γιοµατάρι: βαρελίσιο κρασί που ανοίχτηκε πρόσφατα, βαρέλι γεµάτο µε κρασί Πιάσε µια κανάτα από το γιοµατάρι (Ζυγοβίστι Π∆)

Γιορτοφόρι: γιορτή

Τα σόγια µε τις φαµελιές τους ούλοι µαζί µαζωνόσαντε και γλεντάγανε και τραγουδάγανε στα γιορτοφόρια. Χαλάγανε το πελεκούδι από τα γλέντια

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Στα γιορτοφόρια σειότανε το χωριό (Σέρβου ΧΦ 1977)

Γιούκος: στοίβα από σεντόνια, κουβέρτες κ.λπ. ή είδη προικός Τα προικιά τα φτιάνανε γιούκο και τα χορεύανε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Μτφ.: Μπήκε µέσα µε µια µούρη ίσα µε το πάτωµα κι αρχίνησε να λέει, να

λέει… µου ’ριξε πάνω µου το γιούκο κι έφυγε (∆ηµητσάνα Π∆)

Γκάβαλα/γκαβαλίνες: κόπρανα αλόγου. Συν.: σβουνιά: κόπρανο βοδιού, κακαράτζες: κόπρανα γιδιών

Μαζώχναµε τα γκάβαλα… (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Γκαστριά: εγκυµοσύνη, κοιλιά εγκύου

Όσες έχουνε ψηλά τη γκαστριά κάνουνε τσιούπες (Σέρβου ΧΦ 1977)

Γκούσα/αγκούσα: δύσπνοια, ασφυξία από ζέστη

Γκουσιάω: ζεσταίνοµαι υπερβολικά

Κάνει γκούσα. Βράζει ο τόπος! Γκούσιαξα! (Ράφτη Π∆)

Γκριντζιαλάω: σκαλίζω

Page 292: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

287

Τι γκριντζιαλάει τόσια ώρα εκεί πάνω; (Ράδου Π∆)

Γλιστριά: είδος ερπετού

Όταν βγαίνουνε γλιστριές θα βρέξει (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Γολοζιά/γολόζος: λαιµαργία, λαίµαργος, κοιλιόδουλος, άπληστος Τώρα είναι πολύ γολοζιά ο κόσµος (Καρκαλού Π∆)

Του ’τυχε γολόζος γαµπρός (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Γούρµασµα: ωρίµασµα

Το γούρµασµα των σταφυλιών (Σέρβου ΧΦ 1977)

Γωνιά: παραγώνι, δωµάτιο µε τζάκι Ετσοιµόσαντε χάµου στη γωνιά ούλοι αράδα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

∆ανεικαριά: ανταλλαγή εργασιών Επηγαίναµε στα ξεφυλλίσµατα, στους θέρους και κάναµε δανεικαριές. Επηγαίναµε δυο µέρες στο δικό µου χωράφι. Ετελειώναµε από το δικό µου,

επαγαίναµε στο δικό σου. Το κάναµε αυτό και το λέγαµε δανεικαριά

(∆ηµητσάνα Π∆)

∆εργάτης/δραγάτης/βεργάτης: αµπελοφύλακας ∆εργασιό: περιφέρεια που φυλάει ο δεργάτης

Μόλις αρχίναγε η ζέστη κι αρχινάγανε τα σταφύλια να µπαρδαλιαίνουνε, εβάνανε τα αφεντικά δεργάτες να τους φυλάνε το αµπέλι (∆ηµητσάνα Π∆

1997-8)

Εδώ υπήρχανε δεργασιά, δηλαδή περιφέρειες από πεντακόσια και χίλια

στρέµµατα αµπέλι. Οι δεργάτες ήσαντε φύλακες και τους εβάνανε και τους επληρώνανε τ’ αφεντικά ή µε λεφτά ή µε είδος (∆ηµητσάνα Π∆)

∆ιάζοµαι: στήνω το στηµόνι στον αργαλειό πριν αρχίσω την ύφανση, τακτοποιώ το

νήµα σε παράλληλες σειρές ∆ιαζόµαστε το µαλλί (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Ήφερναν το στηµόνι που διαζόµαστε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

∆ιπλάρικος/διπλάρι: δίδυµος Έκανε ούλα της τα παιδιά διπλάρικα (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

∆ραπέτσι: πολύ ξινό, δριµύτατο ξύδι Το δοκίµασα χτε βράδυ κι είναι µπίτι δραπέτσι τούτο το βαρέλι. Θα το αφήκω

για ξύδι (Καρκαλού Π∆)

∆ρολάπι: υγροποιηµένο χιόνι Ξυπόλυτα περπατάγαµε πάνου στα δρολάπια (∆ηµητσάνα Π∆)

Μπάζανε τα πόδια µου νερά απ’ τα δρολάπια (Ζυγοβίστι Π∆)

∆ρυµόνι: κόσκινο µε µεγάλες οπές για τον καθαρισµό των δηµητριακών καρπών

Page 293: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

288

Επειδής ο καρπός δεν έµενε όλος καθαρός είχανε µια µεγάλη κρησάρα που τηνε λέγανε δρυµόνι. Ρίνανε µέσα σ’ αυτό τον καρπό και το σιτάρι πια έβγαινε καθαρό κάτω απ’ το δρυµόνι, ενώ τα σκύβαλα, πούητανε το άχρειαστο υλικό,

έµενε µέσα στο δρυµόνι (∆ηµητσάνα Π∆)

∆υσικός: ο που δεν τον βλέπει ο ήλιος, ο προς τη δύση

Η θεια-Αντρικάκαινα ερχότανε κι έλιαζε αραποσίτι στην αυλή µας, γιατί το

σπίτι της ήτανε δυσικό (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Εδωπά/εδεπά, εδωπανάδας, εκειπανάδας: εδώ, εκεί Έλα, κάτσε εδωπανάδας (Καρκαλού Π∆ 1997-8)

Εκειπανάδας εκαθότανε µια χαρά και χωρίς να ειπεί κουβέντα, πάει έσβησε (∆ηµητσάνα Π∆)

Έµπα (το): είσοδος Στο έµπα του χωριού (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Εµπατή: είσοδος σπιτιού

Στο έµπα είναι η εµπατή (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

(Ε)ντηριέµαι: ντρέποµαι, είµαι επιφυλακτικός ’Ντηρήθηκα να το ειπώ (Καρκαλού Π∆)

Αµάεισαι στο ξένο σπίτι εντηριέσαι να µιλήσεις, ακόµα και στο µέρος να πας (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ζαλιά: φορτίο, φόρτωµα στην πλάτη

Ζαλούκα: φόρτωµα στην πλάτη

Ζαλώνω: φορτώνω

Είχαµε έλατα πολλά. Το χειµώνα ξεκωλωνόσαντε από το βάρος του χιονιού. Εµείς τα λειανίζαµε κι επαίρναµε τις κλάρες ζαλιά (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Παρατήσανε τις ζαλιές χάµου και φύγανε τρέχοντα (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Η ∆ηµήτρω έκανε και ζευγάρι. Ήρθε από το Πρόδροµο ζαλωµένη ξύλα

(∆ηµητσάνα Π∆)

Φέρνανε τα ξύλα ζαλούκα (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Γιαγιά, θα µε πάρεις ζαλούκα; (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ζέγνω: ζεύω

Έζεχνα µε τα βόιδα (Ζυγοβίστι Π∆)

Ζουπακιάζοµαι: πιάνοµαι, πιέζοµαι Ζουπακιάστηκε από το χάµου συνέχεια (Ράφτη Π∆)

Από το σγούψιµο που µάζευα καρύδια ζουπακιάστηκα (∆ηµητσάνα Π∆)

Ζουρίζω: υποφέρω, µαραζώνω (για άρρωστο)

Άµα είναι να ζουρίσω τόσο καιρό στο κρεβάτι, καλύτερα να φύγω µια κι όξω

(Ζυγοβίστι Π∆)

Εζούρισε δυο χρόνια πιασµένη χάµου (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Page 294: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

289

Ζυγώνω: πλησιάζω

∆εν αφήνανε τα παιδιά τους να ζυγώσουνε (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

∆εν κοτάς να ζυγώσεις απ’ τα σκυλιά (∆ηµητσάνα Π∆)

(Η)µεροµήνια: οι πρώτες έξι µέρες του Αυγούστου, από τις καιρικές συνθήκες των οποίων ο λαός προβλέπει τον καιρό των υπόλοιπων µηνών του έτους

Από την πρώτη µέχρι τις έξι Αυγούστου έχουµε τα ηµεροµήνια. Βλέπουµε τι καιρό κάνει αυτές τις ηµέρες κι έτσι καταλαβαίνουµε τι καιρό θα κάνει ούλους τους µήνους (Ζάτουνα Π∆)

Αυτός ξέρει και λέει τα ’µεροµήνια και ποτές δεν πέφτει όξω. Φέτο λέει θα

’χει χειµώνα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Θέληµα: µικροδουλειά, αγγαρεία

Όταν εκάναµε το θέληµα, φιλήγαµε και το χέρι εκεινού που µας έστειλε και εκείνος µας φίλευε κανα καρύδι, κανα πορτοκάλι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

∆ουλειά δεν είχε, έκανε θελήµατα. Έπαιρνε ένα δίφραγκο για κάθε θέληµα,

αλλά ήτανε τίµιος και σβέλτος (∆ηµητσάνα Π∆)

Θράσιος: φρ. πάει θράσιος: άχρηστος, αδικοχαµένος Ενεύριασε και τον σκότωσε πάνω στην κουβέντα. Επήγε θράσιος. ∆εν επρόλαβε να ιδεί τον κόσµο (Ράφτη Π∆)

Άµα ξεχνάγαµε κότες στην εξοχή πηγαίνανε θράσιες ή πάνω στα δέντρα

(Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Θρέµπελο: απ’ άκρη σ’ άκρη, ολοκληρωτικά (για καταστροφή)

Φρ. Έφαγα τα θρέµπελα: έψαξα παντού

Την ηµέρα τα χωράφια πούησαν σε απόµερο επηγαίνανε οι κίσες και τα

κοράκια και το κάνανε θρέµπελο και εξαναγκαζόµαστε να το φυλάµε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Έριξε τόσο νερό που εγινήκανε τ’ αµπέλια θρέµπελο. ∆εν έµεινε τίποτα

(Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Έφαγα τα θρέµπελα και δεν το βρήκα. Πού να ’χει πέσει; (∆ηµητσάνα Π∆)

Θροφελός: τροφαντός (για κεράσια, σταφύλια κ.λπ.)

θροφελιαίνω: ωριµάζω, αποκτώ χρώµα (για καρπούς) Μόλις αρχινάνε και θροφελιαίνουνε τα σταφύλια, επηγαίναµε.. (Παλαιοχώρι Π∆ 1997-8)

Φέτο τα κεράσια γινήκανε πιο θροφελά. Να ’ρθούτε να φάµε (∆ηµητσάνα

Π∆)

Θυρίδα/θουρίδα: κόγχη στον τοίχο

Παλιότερα στο χειµωνιάτικο εφτιάνανε και ντουλαπάκια στον τοίχο που τα

ελέγανε θυρίδες. Αυτό το ντουλάπι που ήτανε µέσα στον τοίχο είχε ράφια

(Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Ιδιανός: ίδιος Ήρθε εδώ ο ιδιανός και µου το ’πε (Βυτίνα Π∆)

Page 295: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

290

Κάδη: µεγάλο ξύλινο δοχείο σε κωνικό σχήµα

Το γάλα, για να το φτιάσουνε βούτυρο, το βάνανε στην ξύλινη κάδη κι εκεί το δέρνανε µε το δάρτη, πούητανε µακρύ ξύλινο ραβδί (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Κάθοικο: οικιακό σκεύος Τα κάθοικα τα βάναµε χώρια (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Να στίφτε λεϊµόνι σ’ ένα κάθοικο (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Καλεσοχάρτι: προσκλητήριο

Στους γάµους οι πλούσιοι εστέλνανε καλεσοχάρτια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μας έστειλε καλεσοχάρτι ο κουµπάρος που παντρεύει την κόρη του (Καρκαλού Π∆)

Καλιγώνω/καλιγωτής: πεταλώνω/πεταλωτής Τα καλιγώνανε τα άλογα κι από τα τέσσερα πόδια (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ο καλιγωτής, που ελεγότανε κι αλµπάνης, είχε µια λίµα κι ελίµαρε και το νύχι του ζώου (∆ηµητσάνα Π∆)

Καλλιάζω: ταιριάζω, αρµόζω, ενώνω, ισορροπώ

Το σοβάτιζαν µε τρίχες, αυτές που κάλλιαζε η µία µε την άλλη (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Άµα καλλιάζανε στα συµφέροντα τα ’φτιανε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Όταν αργήσει ο γάµος µετά πάει. ∆εν µπορεί να καλλιάσει ο άνθρωπος. ∆εν καλλιάει. Πότε; (Ράφτη Π∆)

Καναπελίκι: κάλυµµα καναπέ Υφαίναµε ακόµα σαΐσµατα από την τρίχα της γίδας και πιο λεπτά ρούχα,

σεντόνια, µαξιλάρια, καναπελίκια, τραπεζοµάντηλα (∆ηµητσάνα Π∆)

Καπόρι: δοχείο για γιαούρτι Στα καπόρια επήζανε οι τσιοπάνηδες το γάλα (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Του γύριζε τ’ ανάποδα το καπόρι και δεν έφεγε το γιαούρτι (∆ηµητσάνα Π∆)

Καρκατζέλοι/καρκατζέλια : καλικάτζαροι Τα καρκατζέλια τα περιµέναµε την παραµονή του Χριστού (∆ηµητσάνα ΧΦ

1977-78, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Καρούλα: φουσκάλα

Πετάει καρούλες (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Καρύτζαφλος/καρύτζαφλας: λάρυγγας Κόβει τον καρύτζαφλο του γουρουνιού (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Καταλαχιάρης/καταλαχάρης: περαστικός Φιλεύαµε κανα καταλαχιάρη (Σέρβου ΧΦ 1977)

Καταλιακού: µε ήλιο

Προσκύναγε καταλιακού (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Page 296: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

291

Κατσιµπούλα: πεταλούδα

Κατσιµπούλες ο τόπος γιοµάτος (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Κατσιφάρα: καταχνιά, πυκνή οµίχλη

∆εν έβλεπες µπροστά σου. Πρώτη φορά είχε τέτοια κατσιφάρα (Ράφτη Π∆)

Κιλέρι/γκιλέρι: δωµάτιο όπου τοποθετούσαν οικιακά σκεύη και άλλα αντικείµενα

Στο γκιλέρι βάναµε και το σκαφίδι που εζυµώναµε, την κρησάρα, τα τεψιά..

(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Κιώνω: τελειώνω

Το τρίτο βράδυ καίµε τη λαµπάδα µπίτι-µπίτι και κιώνει (Μαυριά ΧΦ 1977)

Αν δεν κιώσει χρόνος δε γλεντάνε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Κλαρώνω: µτφ. γίνοµαι αδύναµος Του ’κόπη η όρεξη, εκλάρωσε. Άµα τον ιδείς, δεν τον γνωρίζεις (∆ηµητσάνα

Π∆)

Κλαφουνάω/ κλαφούνηµα: γαβγίζω/γάβγισµα, µτφ. φωνάζω

Το σκυλί όταν µυριστεί κανα ζούδι κλαφουνάει (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

«Τι κλαφουνάς;», του λέου. Σ’ ακούει ούλια η αγορά (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Κλειδοπίνακας: ξύλινο σκεύος µε καπάκι για τη µεταφορά φαγητού

Βάναµε το φαΐ στον κλειδοπίνακα και παγαίναµε στο χωράφι (Ζυγοβίστι Π∆)

Μου ’χε βαλµένο η µάνα για την εκδροµή αβγά µε πατάτες σ’ ένα

κλειδοπίνακα δεµένο σε µια πετσέτα (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Κλειδοστοµιάζω: κλείνω/κλεδώνω το στόµα, κλείνει η όρεξή µου

Άµα κλειδοστόµιαζε το παιδί το ποτίζαµε µουρουνέλαιο (∆ηµητσάνα Π∆)

Κληµαντηριάζοµαι/κληµαντήρα: λιγουρεύοµαι, λιγούρα

Ξεκληµαντηριάζοµαι: ικανοποιώ την επιθυµία µου για φαγητό, µου φεύγει η λιγούρα

Η γκαστρωµένη δεν κάνει να κληµαντηριαστεί κάτι και να µη το φάει, γιατί το ζητάει το παιδί (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Φτιάναµε λιγούλι χαλβά για την κληµαντήρα (∆ηµητσάνα Π∆)

Τίποτα δεν είχαµε. Με κανα χαλβά ξεκληµαντηριαζόµαστε (Καρκαλού Π∆)

Όταν έφτιανε γλυκό η µάνα µας έδινε µια κουταλιά του καθενού να

ξεκληµαντηριαστούµε. Απέ εγώ το έβρισκα κει που το ’χε κρυµµένο και πήγαινα και το ’τρωγα (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Κλίφι: µαξιλαροθήκη

Βάναµε τις χυλοπίτες και τον τραχανά µέσα σε κλίφια, για να διατηριώνται όλο το χρόνο (Στεµνίτσα Π∆)

Κλωνά: κλωστή

Περνάµε τα καρύδια στην κλωνά και τα βουτάµε στο µούστο πολλές φορές (Βυτίνα Π∆)

Page 297: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

292

Κογιόνος: αστείος, καλαµπουριτζής, που του αρέσει να πειράζει τους άλλους Ο πατέρας µου ήτανε κογιόνος και µια φορά πούηθελε να πειράξει τη θεια-

Τασιώ που άργηγε της λέει: «Ευτυχώς που σε πήραµε κοντά να βοηθήκεις και θα τελειώσουµε ογλήγορα». Τηνε κορόιδευε (Ζυγοβίστι Π∆)

Βάλανε στοίχηµα κι αυτός για να τονε καλαµπουρίσει έκανε τάχαµου ότι έχασε τα λεφτά. Ήτανε πολύ κογιόνος, σου λέω (Βυτίνα Π∆ 1997-8)

Κοζιά: µαλλί γίδας Κοζιές/κοζίνες: κάλτσες χωρίς πέλµα από κοζιά

Σούρνεται η γκοζιά του τραγιού στο χώµα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Οι κάλτσες γινόσαντε από κοζά γιδίσια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Είχαµε τις κοζιές που τις ελέγαµε και κοζίνες για το κρύο (Βυτίνα ΧΦ 1978-

79)

Κοκκολόγια/κοκκόσιες: ελιές ή καρύδια που έπεσαν από τον αέρα, αποµεινάρια

Εµαζεύαµε τα κοκκολόγια (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Άµα µείνουνε και τίποτα κοκκολόγια τα µαζώχνουνε οι τσιοπάνηδες ή οι περαστικοί (∆ηµητσάνα Π∆)

Εµείνανε καµπόσες κοκκόσιες (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Κοκκορόσι/κοκκορόβι /κοκκοσέλι/κοκκοσιάλι: χαλάζι Τα φύλλα τ’ αµπελιού τα βαρεί και κοκκοσιέλι (Μαυριά ΧΦ 1977)

Έριξε ο Φλεβάρης ένα κοκκορόβι! (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Έριξε ανήµερα το ∆εκαπενταύγουστο ένα κοκκορόσι που δεν άφηκε τίποτα

(∆ηµητσάνα Π∆)

Κολίνα: σκελίδα

Κάθε πρωί τρω για την πίεση µια κολίνα σκόρδο (∆ηµητσάνα Π∆)

Σπάγαµε καρύδια κολίνες, τα µπουρλιάζαµε σε κλωνά .. (Σέρβου ΧΦ 1977)

Αν έχεις πυρετό και στουµπήσεις δυο-τρεις κολίνες σκόρδο (Βούτσης ΧΦ

1977-78)

Κοπανιά: φρ. µια κοπανιά: απότοµα, ξαφνικά

Μ’ έπιασε ένας πόνος στο στήθος, µια κοπανιά, εκεί που καθόµουνα

(∆ηµητσάνα Π∆)

Κορκολογούνται (οι κότες): κακαρίζουν Κορκολογιώνται οι κότες (Μαυριά ΧΦ 1977, Καρκαλού Π∆)

Κοτάω: τολµώ

Που να κοτήσει να πάει (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

∆εν κοτάγαµε να πούµε όχι (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Κόταγε να ειπεί τίποτα η κόρη; (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

∆εν κοτάει να τσάξει! (∆εν τολµά να κάνει τίποτα) (∆ηµητσάνα Π∆)

Κότσαλο: στέλεχος δηµητριακών Αυτό που θέλαµε για σπόρο δεν του βγάναµε το κότσιαλο, µόνο τα φύλλα και το φτιάναµε κρεµαστάρια και το κρεµάγαµε ψηλά (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Page 298: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

293

Στουµπάγαµε το αραποσίτι και το χωρίζαµε από τα κότσαλα (Βούτσης ΧΦ

1977-78)

Κουκουγέρια: πέτρες τοποθετηµένες η µια πάνω στην άλλη, βαµµένες µε ασβέστη, ως διαχωριστικά συνόρων των χωραφιών

Για να δείξουνε ότι ένα χωράφι φυλαγότανε εφτιάνανε µέσα κουκουγέρια

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-779)

Του ’βγαλε τα κουκουγέρια και πήγανε στα δικαστήρια (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Κουπώνω: καλύπτω, κλείνω

Σαν ξεψυχάει ο άνθρωπος του κουπώνουµε τα µάτια (Σέρβου ΧΦ 1977)

Κούρταλα: φασαρίες, ανακατέµατα

Είναι δανεικά τα κούρταλα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ο γάµος έχει κούρταλα (Καρκαλού Π∆)

Κουτρούλι: χωµατένιος µικρός σωρός Φτιάναµε κουτρούλια, για να µην είναι κοντά στη βέργα το χώµα και την πινίγει (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

∆ιαλυούµε τα κουτρούλια (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Κουτσούνα: κούκλα, δέσµη

Στα κορίτσα εφτιάνανε κουτσούνες. Τις βάνανε κεφάλι, χέρια, πόδια µε ιδιανά

κουρέλια. Για µαλλιά µαζώχναµε τ’ αποχτενίδια µας (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Εγώ τις κουτσούνες µου επαντρεύτηκα και τις επήρα µαζί µου. Τις είχα

φτιάσει σα δυο µηνώνε παιδιά (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ο γαµπρός θα περιµένει στην εκκλησία µε µια κουτσούνα µε λουλούδια

(Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Κόφα/κοφίνα/κοφίνι: πλεχτό καλάθι Τα βάζανε τα σταφύλια σε ένα κοφίνι (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Με τις κόφες κουβαλάγαµε τα τσίπουρα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Φτιάναν µια κοφίνα δίπλες (Λαγκάδια Π∆)

Κοχεύω/κοχεµένος (για ρούχα, χειροτεχνίες): επιµελούµαι, φροντίζω µε λεπτοµέρεια

Όλα τα εργόχειρά της ήτανε κοχεµένα (Ζάτουνα Π∆)

Το κόχεψε το ρούχο, το ’φτιασε ωραίο, περποιηµένο (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Κοψονούρης: αυτός που έχει κοµµένη ουρά

Αγόρασε ένα άλογο κοψονούρικο (Ζυγοβίστι Π∆)

Κόψος: σκόρος Μου τα ’φαγε ο κόψος (∆ηµητσάνα Π∆)

Κοψοχολιάζω: τροµάζω, φοβάµαι Με κοψοχόλιασες έτσι που φώναξες µέσα στη νύχτα (Λαγκάδια Π∆)

Ακούστη µια βροντή και κοψοχολιαστήκαµε (Καρκαλού Π∆)

Page 299: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

294

Κρένω: οµιλώ, απευθύνω το λόγο

Της κρένω, δε µου κρένει (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Κυρούλα: γιαγιά

Η κυρούλα µου, παιδάτσι µου, φορούσε βέλο (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Λαγάρα, η: κατασταλαγµένο, καθαρό κρασί Το αµπέλι αυτό έβγανε 120 φορτία λαγάρα κρασί. Λαγάρα θα ειπεί καθαρό

κρασί, χωρίς τσίπουρο (∆ηµητσάνα Π∆)

Λάκκα: χωράφι επίπεδο

Εσπέρναµε τη λάκκα (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Οι γυναίκες βγάλανε τώρα τα βυζιά στη λάκκα! (Καρκαλού Π∆)

Λακάω: φεύγω

Λακήξαµε να µη µας βαρέσουνε (Βυτίνα Π∆ 1997-8)

Ελακήξανε από την Ιταλία (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Λακάνε τα γιδοπρόβατα (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Ελάκηξε ο παπάς και κρύφτηκε στον αγιο-Λια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Λάπαθο: είδος χόρτου

Εµαζεύαµε λάπαθα, µυρώνια και τα κάναµε τσιγαριστά (∆ηµητσάνα Π∆)

Λάτα: ντενεκές Βάνουνε απάνου στο τάφο µια λάτα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Χτυπάγαµε τη λάτα, για να σκιάζεται ο ασβός και να προγκάει (Βούτσης ΧΦ

1977-78)

Ίτε νερό δεν είχαµε. Ηφέρναµε από του Μουσταφά µε τη λάτα και το βαρέλι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Λειριάζω: γλαρώνω

Το κουνάγανε το παιδί, να λειριάσει ν’ αποκοιµηθεί (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Λεκανάκι: νιπτήρας Πήγαινε να νιφτείς στο λεκανάκι (∆ηµητσάνα Π∆)

Λέχος: υλικό από νερό και βοϊδοκοπριά

Τα λευκαίναµε τα ρούχα µε λέχο (Σέρβου ΧΦ 1977)

Βρωµάει σα λέχος (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Λιάνωµα: µικρό αρνοκάτσικο

Σφάζαµε τα λιανώµατα (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Λιάρος: ασπρόµαυρος Λιάρα λέµε τη γίδα την ασπρόµαυρη (Ζυγοβίστι Π∆)

Λιαρίζω: θαµπώνω

Page 300: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

295

Η αλεπού πηγαίνει στο κοτέτσι και λιαρίζει τις κότες µε τα µάτια και τις πινίγει (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Λιγοτάρης: αυτός που έχει µικρή ποσότητα από κάτι Οι λιγοτάρηδες τα ρίνανε τσουκάλια µούστο στους γειτόνους και τα παίρνανε κρασί (Σέρβου ΧΦ 1977)

Οι λιγοτάρηδες, όσοι δεν είχανε τραγιά, σµίγανε µε τρανές κοπές τα

γιδοπρόβατά τους για να µαρκαληθούνε και να κρατήσουνε (Σέρβου ΧΦ

1977)

Λιοκρίζει/λιόκριση: γεµίζει το φεγγάρι/γέµιση. Αντ. Κατάχαση φεγγαριού: χάνεται εντελώς

Λιοκρίζει το φεγγάρι (∆ηµητσάνα Π∆)

Είναι καλό να φυτουργάµε στη λιόκριση (Μαυριά ΧΦ 1977)

Λογά: λογής Τα κουκιά γινόνται ριγανάτα, ότι λογά θέλεις (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Μάλλινα ήσαντε, ντρίλινα ήσαντε, ό,τι λογά θέλεις! (Καρκαλού Π∆)

Λογίδα/λοΐδα: τσουλούφι Όταν εκουρεύαµε τα γίδια τους αφήναµε δυο λογίδες µακρύτερες στο

µπροστινό µέρος (Ζυγοβίστι Π∆)

Λότζα/ξελότζα: υπόστεγο παράπηγµα για τα ζώα /αν είναι µακριά από το χωριό

Τώρα το κράτος δίνει στους τσιοπάνηδες και φτιάνουνε λότζες (∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8)

Η ΕΟΚ σήµερα δίνει επιδότηση και φτιάνουνε λότζες, φτιάνουνε καλύβια και τέτοια (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Μένει σε µια ξελότζα. Πώς ζει; (Καρκαλού Π∆)

Λουµώνω: µαζεύοµαι και κρύβοµαι, κουκουλώνοµαι, κουλλουριάζοµαι Λούµωσε κάτω από το στρώµα και δε σηκώθηκε µπίτι (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-

8)

Του άρενε να λουµώνει σε µια µεριά τσαι να κάθεται τσει χάµου (∆ηµητσάνα

Π∆)

Λουπουνιάζω: καταβροχθίζω

Να ’βλεπες πώς το λουπούνιασε! Σα να µην είχε ξαναφάει στη ζωή του

(Καρκαλού Π∆)

Λούπα: λούτσα

∆εν πήρα οµπρέλα κι έγινα λούπα (∆ηµητσάνα Π∆)

Λούρα: µεγάλο λουρί Μας περιλάβαινε η µάνα µε τη λούρα και δε µας ελυπότανε. Ένας να ’φταιγε τις τρώγαµε όλα µε τη σειρά (Ζάτουνα Π∆)

Φρ. Έγινε λουρί: συµµορφώθηκε (Ζυγοβίστι Π∆)

Page 301: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

296

Λυκώνει: εφαρµόζει Το ένα ξύλο λύκωνε µε το άλλο (∆ηµητσάνα Π∆)

Φρ. ∆εν λυκώνει το µάτι του: δε φοβάται τίποτα (Καρκαλού Π∆)

Μακεδονήσι: µαϊντανός Ερίναµε και λίγο µακεδονήσι και γινότανε πεντανόστιµο (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Μαραγκιάζω: σαπίζω, µαραίνοµαι Μαρατζιάζει το µήλο (∆ήµητρα ΧΦ 1978, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Μαράγκιασε στην ξενιτειά (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μάρκαλος/µαρκαλιέται: εποχή ζευγαρώµατος γιδοπροβάτων/ζευγαρώνει Στον ντάλα µάρκαλο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Για να µαρκαλιώνται τα πράµατα (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Τα κατσίκια µαρκαληθήκανε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μαρµάρα/µαρµάρω: άκληρη, στείρα

Τη γίδα τη στέρφα τηνε λέµε µαρµάρω (Σέρβου ΧΦ 1977)

Άµα η γυναίκα δεν µπόρηγε να κάνει παιδιά τηνε λέγανε µαρµάρα και λέγανε «άκληρος-άθεος» (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Ματαράτσι: χονδροϋφασµένο µάλλινο στρώµα

Για να κοιµόµαστε είχαµε τα µαταράτσια (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Το µαταράτσι το ντέναµε µε πούσια κι από πάνου βάναµε ένα σάισµα από

τραγί κι ένα απλάδι από πρόβατα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Μελίγγι/µηλίγγι: κρόταφος ∆εν κάνει να χτυπήσεις στο µηλίγγι, γιατί ’ναι ευαίστητο σηµείο (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Με πονάνε τα µελίγγια µου (∆ηµητσάνα Π∆)

Μελιγγόνια: µικρά µυρµήγκια

Τα µπίτι µικρούλια µυρµήγκια τα λένε µελιγγόνια. Αυτά έναι µπίτι ψιλούλια.

Ενώ τα µεγάλα τα λένε πορδάλες (Βυτίνα Π∆)

Μερελός/µερελιαίνω: χαζός/χαζεύω

Κατάντησε µερελός από το ξύλο (Ράφτη Π∆)

Μη διαβάζεις πολύ και µερελιάνεις (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μερµελάω: έχω φαγούρα

Επηγαίναµε το χειµώνα να παίξουµε µες στα χιόνια, επαγώναµε, εµερµελάγανε τα πόδια µας. Καλά που δεν πάθαµε κρυοπαγήµατα

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μεσάντρα/µισάντρα: σανίδες ενωµένες που χρησίµευαν για χωρισµό δωµατίων Τα δωµάτια τα χωρίζαν µε σανίδες, τις µεσάντρες (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Page 302: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

297

Άµα ερχότανε ο γαµπρός στο σπίτι, οι αδερφάδες της νύφης κρυβόσαντε στη

µισάντρα, για να µην ιδεί καµια οµορφότερη και χαλάσει το προξενιό (Στεµνίτσα Π∆)

Μεσιανό: µεσαίος όροφος, που χρησίµευε ως αποθήκη

Στο µεσιανό εβάναµε τα εργαλεία µας και ό,τι δε χρειαζόµαστε κάθε µέρα

(Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Μεταβρίσκω: µετανιώνω

Ο γαµπρός την Τετάρτη και την Πέµπτη το µετάβρε που παντρεύτη (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μέτζα: ιδιοτροπία

Το µουλάρι όσο γερνάει τόσο βγάνει µέτζες (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Η νύφη µας έχει κακή µέτζα (Ράφτη Π∆)

Μισοτράνταλος: ετοιµόρροπος Πού τον παγαίνανε έτσι µισοτράνταλο να ψηφίσει; ∆ε ντρεπόσαντε; (∆ηµητσάνα Π∆)

Μουρχούτα: πήλινη γαβάθα

Οι µουρχούτες ήσαντε πασσαλειµµένες µε λουλουδάκια (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Έφαγε µια µουρχούτα τραχανά (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Μουστερής: πελάτης Πανώβανε τα βερεσέδια των µουστερήδων (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Μουστρίζω: πασσαλείφω

Μουστρίζανε το γαµπρό µε τ’ αλεύρια (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Τον έβαλα να µου βάψει το µαγαζί τσι ετσείνος µου µούστριζε µια ώρα την πόρτα. Με νεύριασε (∆ηµητσάνα Π∆)

Μπακλάι/µπακλαΐ: µπακλαβάς Από γλυκά φτιάνουµε τεψιά µπακλάι (∆ήµητρα ΧΦ 1978, Στεµνίτσα ΧΦ

1980, Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79, Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μπαρδαλιαίνω: ωριµάζω, αποκτώ χρώµα (για καρπούς) Το Μάη αρχίζαν τα σταφύλια και µπαρδαλιαίνανε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μπαρµπούτα: µασκαράς Οι µπαρµπούτες πηγαίνανε σε διάφορα σπίτια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Εβγαίνανε µπαρµπούτες πολλοί-πολλοί µαζί και φέρνανε γύρα το χωριό (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Μπαχαλός/µπαχαλιαίνω: χαζός/χαζεύω

Τι θες κουβέντες µ’ ευτούνο το µπαχαλό; (Σέρβου Π∆)

Εµπαχάλιανε µπίτι. Μεριά τα γεράµατα, µεριά οι στενοχώριες δεν είναι να

συνοννοηθείς µαζί του (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Page 303: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

298

Μπερκέτι: αφθονία αγαθών Καλά µπερκέτια (Μαυριά ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77, Ελληνικό ΧΦ

1977, Βυτίνα ΧΦ 1978-79, Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μπεσίκι: είδος ξύλινης παιδικής κούνιας Το µπεσίκι το βάνανε εκεί που κοιµόσαντε οι γονιοί (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τα µωρά τα βάναµε και κοιµόσαντε στα µπεσίκια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μπιρ-µπαρά: πολύ φθηνά

Το πουλάει µπιρ-µπαρά (∆ηµητσάνα Π∆)

Μπόλια: πετσέτα προσώπου

Επήρα προίκα δώδεκα µπόλιες (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Κεντάγαµε και τις µπόλιες (Λαγκάδια Π∆)

Μποµπόλι/µπορµπόλι: σαλιγκάρι Τρώγαµε µποµπόλια σαβόρι (Ζάτουνα Π∆ 1997-8, ∆ήµητρα ΧΦ 1978,

Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μπονόρα: νωρίς, πολύ πρωί Σηκωνόµαστε µπονόρα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Τον είδα µπονόρα (Παλαιοχώρι Π∆ 1997-8)

Μποξάς: υφαντό πανί Εβάνανε ένα µποξιά πάνου στο δίσκο.. (∆ηµητσάνα Π∆)

Μπότσα: δοχείο για δυο οκάδες Βάλε δυο µπότσες κρασί (∆ηµητσάνα Π∆)

Μπούλα: µασκαράς Οι µπούλες είχαν ένα καλτσούνι µε στάχτη (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Ντυνόσαντε µπούλες και γυρνάγανε από σπίτι σε σπίτι (∆ηµητσάνα Π∆)

Μπουµπουλώνω/µπαµπουλώνω: σκεπάζω, καλύπτω

Η πεθερά µε µια άσπρη τσεµπέρα µπουµπούλωνε τη νύφη (Σταυροδρόµι ΧΦ

1978-79)

Ο άνθρωπος ανέβηκε από τη φρίκη του στο γαϊδούρι µπουµπουλωµένος (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μπουρλιάζω/µπουρλιάω: περνάω (την κλωστή)

Μπουρλιάζαµε τις τσαπέλες σε κλωνά (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Μπουρλιάζαµε καρύδια σε µια κλωνά (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Κόβουνε ένα πανί και του το µπουρλιάνε από το λαιµό (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Μπουχίζω: ραντίζω, καταβρέχω

Page 304: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

299

Άµα συναντιόσαντε δυο νυφάδες ή εµπουχιζόσαντε ή αλλάζανε λεφτά

(Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Μπουχάµε µε νερό τους κουραµπιγιέδες (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Νάκα: είδος φορητής κούνιας Έβαλα το παιδί στη νάκα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Αν είχε µικρό παιδί να το πάρει κοντά στο χωράφι µε τη νάκα (∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8)

Νογάω: καταλαβαίνω

Είναι µεγάλο πια, νογάει (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Ό,τι τους ερχόταν του καθενού και νόγαγε έφτιανε (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Νοµαταίος: άτοµο

Τριάντα νοµαταίοι θα φάνε (Καρκαλού Π∆)

Ήµαστε δέκα νοµάτοι (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Ντεβεκέλης: φιλότιµος, ανοιχτοχέρης Οι ντεβεκέληδες δε ’ξετάζανε, δίνανε γάλα σ’ όποιον ήθελε (Σέρβου ΧΦ

1977)

Τήρα µην πάρεις κανα τσιγκούνη! Να ’ναι ντεβεκέλης! (∆ηµητσάνα Π∆)

Ντελαλάω: διαλαλώ

Τώρα εγώ ντελαλά τα λιβάδια (∆ηµητσάνα Π∆)

Άµα µια γυναίκα έχανε κάτι έβγαινε ο ντελάλης και το ντελάλαγε (Ζάτουνα

Π∆ 1997-8)

Νυχτέρι: ξενύχτι Η παρέα απαγορευότανε. Το κορίτσι ήτανε προφυλαχτικό. Ούτε νυχτέρια ούτε τίποτα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ξαναφαίνω: εµφανίζοµαι Άµα ξανάφαινε στον ουρανό κοµήτης (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Βλέπουµε έναν καιρό ξαναφαίνουν οι Γερµανοί (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Θα ξαναφάνει τώρα ο αδερφός µου (∆ηµητσάνα Π∆)

Ξεδηλάω: φανερώνοµαι, επαληθεύοµαι Το όνειρο ξεδηλάει (Σέρβου ΧΦ 1977)

Το όνειρο του Σαββάτου ξεδηλάει µέχρι το µεσηµέρι της Κυριακής (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Ξεζουπάω/ξαναζουπάω: αναρρώνω, συνέρχοµαι, ξανανιώνω

Μετά από δέκα µέρες ξεζούπησε και βγήκε όξω (Βυτίνα Π∆)

Τον είδες που ξαναζούπησε; (Ζάτουνα Π∆)

Ξεΐγκλωτος: απεριποίητος, ασουλούπωτος Οι τσιούπες µας δεν ήσαντε ξεΐγκλωτες και ξεκαπίστρωτες (Βυτίνα ΧΦ 1978-

79)

Page 305: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

300

Έτσι γυρνάει ξεΐγκλωτος. Να πεις ότι δεν έχει γυναίκα να τον περποιηθεί; (∆ηµητσάνα Π∆)

Ξέλαση: οµαδική εργασία

Μαζευότανε ξέλαση ίσα µε τριάντα νοµαταίοι και το ξεφυλλιάζαµε (Σέρβου ΧΦ 1977)

Ξέσκουρα: ξώφαλτσα, επιφανειακά, αψήφιστα

Το πήραν ξέσκουρα (Καρύταινα ΧΦ 1984)

Ξεσπινίζω/ξεσπινιστός (για φασόλια, µτφ. για χρήµατα): αποφλοιώνω, σκορπίζω

Μου αρένουν τα ξεσπινιστά φασόλια (∆ηµητσάνα Π∆)

Έχεις φάει ξεσπινιστά φασόλια µε κρέας; (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Τα ξεσπίνισε όλα τα λεφτά και τώρα ζητάει του πατέρα του (∆ηµητσάνα Π∆)

Ξιαρισιά/ξιαρίζω: γρατζουνιά

Ούτε ξιαρισιά δεν είχαµε (Στεµνίτσα Π∆)

Με ξιάρισε µια πρόκα στο κατώι (∆ηµητσάνα Π∆)

Πανταβός/µπανταβός: χαζός Μπανταβιαίνω/µισοµπανταβιαίνω: χαζεύω, µισοχαζεύω, αρχίζω να το χάνω

Τι κάθεσαι κι ακούς τι λέει αυτός ο πανταβός; (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Μπίτι µπανταβός είσαι; Μην τα πιστεύεις αυτά! (Λαγκάδια Π∆)

Μισοµπαντάβιανε. ∆ε µπορείς να συνεννοηθείς (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Πάπαλο: µαλθακός άνθρωπος, αδύναµος Η Φωτούλα είναι µπίτι πάπαλο. ∆εν της φτουράει δουλειά (∆ηµητσάνα Π∆

1997-8)

Ο άντρας πρέπει νάειναι δυνατός. Μην είναι πάπαλο. Σήµερα οι άντρες γινήκανε γυναίκες (∆ηµητσάνα Π∆)

Παπίτσα: σίδερο µε κάρβουνα

Σίδερο είχαµε παπίτσες µε κάρβουνα µέσα (Στεµνίτσα Π∆, ∆ηµητσάνα ΧΦ

1977-78, ∆ήµητρα ΧΦ 1978, Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Παρατρίβω: συγκαίγοµαι Η µαµή πέρναε το κορµί του παιδιού παντού µ’ αλάτι. Όταν δεν αλατιζότανε επαράτριβε, πάθαινε κάτι σαν έγκαµα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Παρατρίψανε τα πόδια της και της δώσανε µια αλοιφή (∆ηµητσάνα Π∆)

Πασπάλα: λεπτό στρώµα χιονιού

Έριξε µια πασπάλα χιόνι (∆ηµητσάνα Π∆)

Πατουλιά: φράχτης σχηµατισµένος από βάτους ή θάµνους Η µικρή πατουλιά κρύβει µεγάλο λαγό (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Να κρυφτεί µέσα στην πατουλιά του (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Περικόβω: διαπερνώ, περονιάζω

Page 306: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

301

Με περίκοψε το κρύο (∆ηµητσάνα Π∆)

Είναι τόσο χοντρό από µαλλί, που δεν το περικόβει βροχή (Λαγκάδια Π∆

1997-8)

Περικοπός/περικοπά: σύντοµος δρόµος Στάσου να κόψω δρόµο, να πάω απ’ τον περικοπό (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Επήγαινα περικοπά στην αγορά (∆ηµητσάνα Π∆)

Πηλαλάω/πηλάλα: τρέχω γρήγορα, τρέξιµο/τρέχοντας Τα παιδιά επηλαλάγανε/πηλαλάνε (Ελληνικό ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977,

∆ήµητρα ΧΦ 1978, Στεµνίτσα ΧΦ 1980, Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Πήγαινε πηλάλα κι έπαιρνε γκαρδάµατα για να δώσει της λεχώνας να

γκαρδαµώσει (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Παραπηλαλάω: παραβγαίνω, συναγωνίζοµαι Οι θεριστές µεταξύ τους παραπηλαλάνε το ποιος θα κόψει πιο πολλά

χερόβολα (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Πίνος: βρωµιά µαλλιού ζώων Ο πίνος είναι η βρωµιά που βγάζει το πρόβατο (Στεµνίτσα ΧΦ 1980,

Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Πισκίρι: τραπεζοµάντηλο, πετσέτα που έβαζαν την στην πινακωτή

Ρούχα είχαµε σεντόνια, προσκέφαλα, µισοφούστανα, πουκάµισα, µπόλιες, πιστσίρια (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Αρχινάγανε και πλένανε τα πισκίρια (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Σκεπάγαµε το ζυµάρι µε το πεσκίρι που το λέγαµε και πεσκιρόπανο (Βυτίνα

Π∆)

Πιτούρι: είδος αντρικού ενδύµατος Οι άντρες παλιά φορήγανε τα πιτούρια (Ζυγοβίστι Π∆)

Πιτουρίζει: ρίχνει ψιλό χιόνι Πιτουρίζει! Καθίστε χάµω! Θα το στρώσει! (∆ηµητσάνα Π∆)

Επιτούρισε λιγούλι και το σταµάτησε ο αέρας (Ζάτουνα Π∆)

Πλαταρώνοµαι: πιάνεται η πλάτη µου, πονάει Τα δένανε τα παιδιά, για να µη πλαταρωνόνται (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Αν δεν τα δέναµε, δεν κοιµόσαντε, πλαταρωνόσαντε (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Το εδέναµε, βέβια, να µην έναι πλαταρωµένο το παιδί (Καρκαλού Π∆)

Πλέχτη: αποθήκη για άχυρα

Μίχο, έχασα το γάντι µου στον πλέχτη!(∆ηµητσάνα Π∆)

Στον µπλέχτη στο κατώι (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Τον µπλέχτη τον είχαµε για τα άχιουρα (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Πολυώρα: πριν από λίγο

Εδώ ήτανε πολυώρα (∆ηµητσάνα Π∆)

Page 307: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

302

Πορδάλα: µεγάλο µυρµήγκι Άµα σκουπίζουνε τα Χριστούγεννα πιάνει το σπίτι πορδάλες (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Πρατ (ηχοποίητη λέξη)

Είχαµε ένα αλογάκι γιοργαλίτικο. Μόλις επήγα δω κάτω να κόψω πουρνάρια

δεµατάκια να τα φορτώσω, µόλις του βάνω το πρώτο δεµάτι, πα να πάρω το άλλο από χάµου, πρατ µου κάνει και πάει στο δρόµο, φέγει (∆ηµητσάνα Π∆

1997-8)

Κατά τη µία τη νύχτα ανεβαίναµε πα στην αχλαδιά. Η Καλλιρόη άνοιγε το παράθυρο. Μόλις µας έβλεπε, µε το έτσι, πρατ, ένα πήδηµα, κάτου από τη

µάντρα. ∆εν της αφήναµε µπίτι. Όλια τη νύχτα (Ζυγοβίστι Π∆)

Προποδιάζω: δηµιουργώ εµπόδιο, έχω αρνητική επιρροή

..για να µην προποδιαστεί το παιδί και δε γεννηθεί γλήγορα (Σταυροδρόµι ΧΦ

1978-79)

Προτού δεκαπέντε µέρες από το γάµο εκαλάγανε όλες τις συγγένισσες, να µην ήσαντε όµως ορφανές, για να µην προποδιάζουνε το ζευγάρι (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Φυλαγόσαντε µην τους προποδιάσει κανείς και φέγανε (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Ρέχτη/ρέχτης: υδρορροή

Έριξε τόσο νερό που εβούλωσε η ρέχτη (Σέρβου Π∆ 1997-8)

Καθότανε στις ρέχτες (Ζάτουνα Π∆)

Ρογιάζω: βρίσκω εργασία (κτηνοτροφική, οικιακή, οικοδοµική)

Οι φτωχοί και τα ορφανά ρογιαζόσαντε στους τσελιγκάδες τ’ Αγιωργιού,

Αγιοδηµητριού και η ρόγα τους ήτανε µια προβατίνα (Σέρβου ΧΦ 1977)

Ανθρώπους ρογιασµένους (µε µισθό) (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Το ρόγιασε το παιδί θα ειπεί ότι του βρήκε αφεντικό σε πρόβατα ή υπηρεσία

(∆ηµητσάνα Π∆)

Ρουτζώνω: δυσανασχετώ, χολώνοµαι ∆εν του ’δωσα δανεικά και µου ρούτζωσε! (∆ηµητσάνα Π∆)

Σάλα: σαλόνι Ό, τι καλό έχουµε φερµένο σπίτι το βάνουµε στη σάλα (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Τα εικονίσµατα τα εβάνανε στη σάλα (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Απέ στρώνουν ένα σκουτί χάµου στη σάλα (Θεόκτιστο ΧΦ 1978)

Τα σπίτια τα παλαιά είναι µε τα τρία δωµάτια, σάλα, κάµαρη και χειµωνιάτικο. Η σάλα είχε ένα καναπέ την απάνω µεριά (∆ηµητσάνα Π∆

1997-8)

Σαλαγάω: φωνάζω στα πρόβατα

Μόνο να σαλαγάει τα πρόβατα ξέρει. Για τίποτ’ άλλο δεν κάνει (∆ηµητσάνα

Π∆)

Page 308: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

303

‘Σαλάχα τα να φύγουν απ’ το σπαρµένο’, του λε (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Σάισµα: µάλλινο υφαντό σκέπασµα

Με τα σαΐσµατα σκεπαζόµαστε. Τώρα το βάνει η τσιούπα µου µπροστά στο τζιάκι για µόστρα (Στεµνίτσα Π∆)

Το πήρα το µαλλί και ύφανα ένα σάισµα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Σβουνιά: κοπριά βοδιών Παλιά πούειχαµε κάργα βόιδια ο τόπος ήταν γιοµάτος από σβουνιές (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Σβουντουράω/σβουντουρίζω: πετάω µακριά

Ό,τι νόµιζα ότι ’ναι παλιατζούρα τα σβουντούρισα. ∆ε µας έκοβε τότε. Τώρα

τα ’χουνε για αντίκες (Ζάτουνα Π∆)

Απ’ τα νεύρα του το σβουντουράει και το ’ριξε πέρα στο ποτάµι! (∆ηµητσάνα

Π∆)

Σγαρλάω: σκάβω, πειράζω µε το πόδι µου

Βάναµε πάνω στο χιόνι φουσκί, για να πηγαίνουν τα πουλιά να σγαρλάνε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Τα σπυριά (: κόλλυβα) δεν κάνει να τα πετάνε στις κότες, γιατί ενοχλείται ο

πεθαµένος, τονε σγαρλάνε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Σγάρλα-σγάρλα η κότα βγάνει το χώµα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Σέµπρος: συνέταιρος στο χωράφι Μ’ αυτόνε είµαστε σιέµπροι (∆ηµητσάνα Π∆)

Γινόσαντε σέµπροι (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Σκανταλέτο: σίδερο σιδερώµατος Προτού την παπίτσα εσιδερώναµε µε το σκανταλέτο (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Σκαπετάω: φεύγω τρέχοντας, διαφεύγω, αποµακρύνοµαι Να σκαπετήσει τον κατήφορο (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Ώσπου να σκαπετήσει η ποµπή (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Μόλις σκαπετάει κει κάτου το φεγγάρι (∆ηµητσάνα Π∆)

Να σκαπετήσω τρια βουνά (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Σκαρίζω: βγάζω το κοπάδι, βγαίνω

Όταν σκαρίζανε εκείνοι που θα φέγανε µε τα πράµατα, οι άλλοι ντουφεκάγανε δεκαπέντε-είκοσι ντουφεκιές (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Τα ξωτικά ούλα σκαρίζουνε άµα σουρουπώνει (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Όταν σκαρίζει το παιδί από τη µέση και κάτου το δένουµε µε τη σπαργανίδα

για να µην κρυώνει (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Σκιάζοµαι: φοβάµαι Μόλις έκανε πέρα σκιαγµένη άκουσε πάλε τη βουή των νερώνε που απολυθήκανε (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Page 309: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

304

Τον ανεµοστρόφιλα τον σκιαζόµαστε πολύ. Ούθε τον απάνταγες ήθελε σε γυρίσει (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ερχόσαντε παλιά οι αλπούδες ντάλα µεσηµέρι και δε σκιαζόσαντε (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Σκούζω: φωνάζω δυνατά

Τι σκούζεις; ∆ε µπορώ να σ’ ακώ (Βυτίνα ΧΦ 1976)

Σκουρκουφίγκι/σκορκοφίγκι: είδος γλυκίσµατος που παρασκευάζεται από γάλα

κατσίκας που γέννησε πρόσφατα

Περιµέναµε να γεννήσουν οι γίδες να φάµε το σκουρκουφίγκι. Τώρα οι εγγόνες µου το σιχαινόνται (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Μόλις γεννάγανε οι γίδες φτιάναµε σκορκοφίγκι (Ελληνικό ΧΦ 1977, Σέρβου ΧΦ 1977)

Σκουτί: ύφασµα, ρούχο

Όλος ο κόσµος φορήγανε τα καλά τους τα σκουτιά (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Τα ντένουµε µε φρέσκα σκουτιά (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Άµα φόρηγα κανα κοντούλι πούητανε η µόδα, ο πεθερός µου έλεγε: ‘λείπει σκουτί’! (∆ηµητσάνα Π∆)

Σµυρδάκι/σµερδάκι: στοιχειό, φως από την ψυχή κυρίως αβάφτιστου παιδιού

Το αβάφτιγο θα γενεί σµερδάκι (Μαυριά ΧΦ 1977)

Τα σµυρδάκια είναι παράξενα φώτα που βγαίνουν τη νύχτα στα νεκροταφεία

και σε τόπους που βρίσκεται θαµµένος άθρωπος. Λέγανε πως ήσαντε παιδιά

που είχανε πεθάνει αβάφτιγα ή πως ήσαντε νόθα και βγαίνανε τη νύχτα, την άφωνη ώρα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Σουβή: συµφορά (είδος κατάρας) Σουβή να σου ’ρθει (Μαυριά ΧΦ 1977, Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Μην τον βρει καµιά σουβή (∆ηµητσάνα Π∆)

Σουπώνω/τσουπώνω: τοποθετώ µέσα, καταχωνιάζω

Αµέσως το σούπωσε το λεφτό στην τσιέπη του (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ήτανε µπαχαλή η έρµη! Ό, τι της δίνανε ο κόσµος επήγαινε και τα σούπωνε στις µάντρες, µες στις πέτρες και µετά έλεγε ότι της τα κλέψανε (Καρκαλού

Π∆)

Κοίτα πού πήγε και σουπώθηκε! Άιντε να το βρεις! (Ζυγοβίστι Π∆)

Σοφράς: χαµηλό στρογγυλό τραπέζι Στο σοφρά τρώγαµε (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Η πλάστρα άνοιγε το φύλλο πάνου στο σοφρά (∆ηµητσάνα Π∆)

Στάκα (προστ.): σταµάτα

Στάκα τσει πούεισαι! (Λαγκάδια Π∆)

Στραφιάζοµαι/στροφιάζοµαι: πέφτω και χτυπάω

Page 310: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

305

∆ε το είδα το σκαλούνι και στραφιάστηκα. Ευτυχώς δεν έσπασα τίποτα

(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τρέχουνε τα παλιόπαιδα και στραφιαζόνται (Καρκαλού Π∆)

Στρέγο: αξία

Τότενες είχε στρέγο ο λόγος του (Σέρβου ΧΦ 1977)

Το όνειρο, για να έχει στρέγο, πρέπει να το ιδείς µ’ αλαφρό στοµάχι (Σέρβου ΧΦ 1977)

Στρέγω: επιτυγχάνω, ταιριάζω, φέρνω το επιδιωκόµενο αποτέλεσµα

Το κάπαρο τόειχανε σ’ ούλες τις συφωνίες και φτούνος που δεν έστρεγε, που χάλαγε τη συφωνία, το ’χανε το κάπαρο (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Για κείνο το ντουφεκάνε, για να στρέξει στο κεφάλι του (Σέρβου ΧΦ 1977)

∆εν κάνει να φάνε κόλλυβα, για να µη στρέξουν στους ίδιους (∆ήµητρα ΧΦ

1978)

Σύγνερο: µακρύ, µάξι (για φόρεµα)

Σύγνερα φουστάνια (Μαυριά ΧΦ 1977, Καρακαλού Π∆)

Συµπεθεριάστης/συµπεθεροφτιάχτης: προξενητής Τα προξενιά τα φτιάνανε οι συµπεθεριάστες ή συµπεθεριάστες, πούησαντε ειδικοί και ξέρανε ποιος ταιριάει µε ποια (∆ηµητσάνα Π∆)

Συνεµπαίνω: µπαίνω µέσα, παρεµβαίνω

Συνέµπαση: είσοδος Ήρθαν στις οχτώ ηµέρες συνεµπήκαν ο γαµπρός µε τους δικούς (∆ηµητσάνα

Π∆)

Συνεµπήκε ο δαίµονας (Ζάτουνα Π∆)

Εκίναγε το ασκέρι του γαµπρού κι ερχόσαντε και συνεµπάζανε το γαµπρό.

Στην αρχή έπρεπε να τον συνεµπάσουνε οι δικοί του (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Εκάναµε συνέµπαση ανήµερα τ’ Αγιωργιού (Λαγκάδια Π∆)

Από το τρικάµαρο γιοφύρι είχε πρώτα η ∆ηµητσάνα συνέµπαση (∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8)

Σφαλιάρα/σπαλιάρα: χαστούκι Του δίνει µια σπαλιάρα που ’τριξε ο τόπος! (Καρκαλού Π∆ 1997-8)

Σφαλιάρες χρειάζεται για να στρώσει (∆ηµητσάνα Π∆)

Ταβάς: ταψί Του δώσανε έναν ταβά ψωµί (Ζυγοβίστι Π∆)

Είχαµε τετζέρια, ταβάδες, σαγάνια…. (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Ταβούλι: τύµπανο, µτφ. πολύ πρησµένο

Με τσίµπησε η σφίγγα κι έγινε το χέρι µου ταβούλι! (∆ηµητσάνα Π∆)

Επήγα προχτέ στο γιατρό, γιατί φοβήθηκα το ουρικό οξύ, γιατί είχε πρηστεί το πόδι µου, είχε γίνει ταβούλι (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Ταγγίζω: αλλοιώνοµαι, αποκτώ δυσάρεστη γεύση και οσµή

Page 311: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

306

Το καρύδι απ’ τη µια χρονιά στην άλληνε χαλάει, κάπως µυρίζει, ταγγίζει (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ταϊστός: υφαντός, κεντηµένος µε το χτένι στον αργαλειό, που η ύφανσή του απαιτεί περισσότερο νήµα

Εκτός από σαΐσµατα εστρώνανε λιοπάνες. Αυτά ήσαντε υφαντά, αλλά όχι ταϊστά (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Υφαίναµε τα ταϊστά, αλλά όχι πολλά, γιατί τρώγανε νέµα. Γι’ αυτό τα λένε ταϊστά, γιατί τα ταΐζουµε πιο πολύ! (Καρκαλού Π∆)

Ταλαγάνι: παλτό χωρίς µανίκια και κουκούλα, πανωφόρι βοσκών Σαν παλτά είχανε τα ταλαγάνια ή τα ράσα (µε µανίκια και κουκουλα)

(Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ταµαχιάρης: άπληστος, πλεονέκτης Ούλια τη µέρα δουλεύει και µαζώχνει λεφτά. Ταµαχιάρης κι αυτός κι η

γυναίκα του το ίδιο. Ταµαχιάρα. Κι άµα πας σπίτι τους δε σε κερνάνε ένα

ποτήρι νερό (∆ηµητσάνα Π∆)

Ταµπάκης: βυρσοδέψης Ταµπάκικο: βυρσοδεψείο

Ταµπάκης ήταν κι ο πατέρας µου κι είχε το πιο µεγάλο ταµπάκικο στη

Ζάτουνα (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Τανυέµαι: τεντώνοµαι, σφίγγοµαι Τη γυναίκα που γεννάει τη βάνουνε στο κρεβάτι και την κρατάνε που τανυέται (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Ο γέρος δεν κάνει να τανυέται γιατί ανεβαίνει η πίεση (Βυτίνα Π∆)

Ταρτάρικος: µισοβρασµένος Εκόπη το φως και το φάγαµε το φαΐ ταρτάρικο (Ζάτουνα Π∆)

Επεινάγαµε πολύ, που το φάγαµε το κρέας ταρτάρικο από την κατσαρόλα!

(∆ηµητσάνα Π∆)

Τάτας: πατέρας Τον πατέρα τον ελέγαµε τάτα (Ζάτουνα Π∆)

Έλειπα τρεις ηµέρες και µόλις µέειδε έτρεξε πάνω µου, µ’ έπιασε από το πόδι και φώναζε ‘τάτα, τάτα’! Κι ήτανε δυο χρονώνε και καταλάβαινε (∆ηµητσάνα

Π∆)

Τάχαµου: δήθεν Έκανε τάχαµου ότι δεν ήξερε (Ζυγοβίστι Π∆)

Ταχιά: αύριο

Ταχινή: αυριανή

Ταχιά µπονόρα θα σου δώκω δουλειά (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Ταχιά παντρευόστε (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Καλή ταχινή (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Page 312: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

307

Τεµπεσίρι: πίστωση

Ο κόσµος τότε ήτανε φτωχός κι ο κάθε φτωχός έµενε οπωσδήποτε στον µπακάλη τεµπεσίρι. Το τεµπεσίρι είναι το βρεσιγέ (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τερζής: είδος ράφτη

Υπήρχανε διαφόρων λογιών ράφτες. Άλλοι ήσαντε τερζήδες, βλαχοράφτες, φραγκοράφτες… (∆ηµητσάνα Π∆)

Τέσα: χαλκωµατένιο σκεύος Ερχόταν ο παπάς και το παιδί µε την τέσα (∆ηµητσάνα Π∆)

Το φαΐ για το χωράφι το βάναµε στην τέσα (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Κρατάει µια τεσούλα (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Τέτζερας/τέτζερης: χάλκινη χύτρα

Η µάνα τον τέτζιερη εµάζευε (∆ηµητσάνα Π∆)

Εµαγερεύαµε στον τέτζερη (∆ήµητρα ΧΦ 1978, Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Τζερεµετίζοµαι: παθαίνω ζηµιά

Μου χάλασε το ψυγείο στο µαγαζί και τζερεµετίστηκα. ∆εν το περίµενα να

φτάσει τόσο πολύ, αλλά την υγειά µας να ’χουµε (Στεµνίτσα Π∆)

Τηράω: κοιτάζω, προσέχω, εξετάζω

Τήραµα: κοίταγµα

Το πρωί τηρά την Πούλια (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τηράµε να µην τονε δρασκελήσει άνθρωπος ή γατί, γιατί βουρκολακιάζει (Μαυριά ΧΦ 1977)

Τηράγανε να τονε γδύσουνε τον πεθερό (Καρκαλού Π∆)

Να τηράξεις τα πεθερικά σου (Στρογγυλό ΧΦ 1993-4)

Η Χαρίταινα είχε εικοσιδύο παιδιά. Πάγαινε σε καµιά γρια µαµή που ύπαρχε τότες και την ετήραγε (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τα κορίτσα τηράνε περσότερο τους γονείς (Ζυγοβίστι Π∆)

Να χορτάσω τις κοπέλες τήραµα (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Τίκλα/τικλιάζει: για ψωµί που είναι υγρό

Γίνεται το ψωµί τίκλα, τικλιάζει (Βυτίνα ΧΦ 1978-79)

Τουπώνω: κλείνω καλά

Τούπα: εντελώς κλειστά

Τούπω τη την πόρτα (∆ηµητσάνα Π∆)

Πήγα, βρόντηξα δυο φορές, αλλά πρέπει να ’χουνε φύγει, γιατί το σπίτι ήτανε τούπα (Στεµνίτσα Π∆)

Τουράκι: πεζούλι Ακουµπάγαµε τα ψυχούδια στο τουράτσι της εκκλησίας (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Εµαζευόµαστε η γειτονιά στο τουράκι της Μύλως κάθε απόγεµα, άλλη µε το πλεχτό, άλλη µε το κέντηµα και επέρναγε η ώρα. Τώρα ερηµώσαµε (∆ηµητσάνα Π∆)

Page 313: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

308

Τρακάς/τρακαδιάζω: σωρός, τοποθετώ το ένα πάνω στο άλλο

Εβάζαµε τα ξύλα σε τρακά (Λαγκάδια ΧΦ 1976)

Τρακαδιάζαµε τα ξύλα (Στεµνίτσα Π∆)

Τρανή/τρανήκω: προγιαγιά

Ακούγανε το παραµύθι απ’ την τρανήκω (Σέρβου ΧΦ 1977)

Τράπα: καταπακτή

Τα ρίναµε κάτου στην τράπα (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τράσιτο: ταγάρι, µικρός σάκος Έβανε το µαρτίνι του, τα δραπάνια, το τράσιτο και το καρδάρι (Λαγκάδια ΧΦ

1976-77)

Πρωί-πρωί το χειµώνα που κινούσαν οι ’ξωµάχοι παίρνανε µαζί τους ένα

τράσιτο (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τρεµοκουκουράω: τρέµω από το κρύο

Εσηκωνόµαστε νύχτα το χειµώνα και τρεµοκουκουράγαµε χωρίς φωτιά, χωρίς τίποτα (Ζυγοβίστι Π∆)

Τριφτιάδες: είδος ζυµαρικού

Πρώτα πίνανε τριφτιάδες µε κρασί και κουκουλωνόσαντε στο κρεβάτι για να

λουρώσουνε (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Όταν ετελειώναµε τον τραχανά και δεν είχαµε ίτε χυλοπίτες ίτε τίποτα

εφτιάναµε πρωινό τριφτιάδες (Καρκαλού Π∆ 1997-8)

Τσαγγάδα/τσαγγαδεύω: ζώο θηλυκό που έχασε το µικρό του

Το µάτι και ζωντανά τσαγγαδεύει (Σέρβου ΧΦ 1977)

Την ακούς τη τσαγγάδα που βελάζει παραπονιάρικα (Καρκαλού Π∆)

Τσαγκόρλα: χοντρές υφαντές κάλτσες Φορήγανε τα τσαγκόρλα, πούησαντε υφαντά και φτάνανε µέχρι πάνου από το

γόνα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τσαλαφός: επιπόλαιος, παλαβιάρης ∆εν του έχω εµπιστοσύνη, γιατί ’ναι µπίτι τσιαλαφός (Λαγκάδια Π∆)

Θελει µια σοβαρή γυναίκα για σπίτι, όχι τσαλαφή (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Ελέγαµε: ‘τα τσαλαφά της Τρεσενάς, τ’ απόδαυλα του Βλόγγου’ (Ζάτουνα

Π∆)

Τσαµπάσης: ζωέµπορος Ο τσιαµπάσης εγύρναγε στα πανηγύρια κι αγόραζε τα µουλάρια (Ζυγοβίστι Π∆ 1997-8)

Τσάπα: γεωργικό εργαλείο

Βάρηγε µε την τσιάπα (∆ηµητσάνα Π∆)

Page 314: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

309

Τσαπώνω: γίνοµαι γεροδεµένος, δυναµώνω, αποκτώ βάρος Σάµπως ετσάπωσε λιγούλι. Πρώτα ήτανε µπίτι αδύνατο (Ζυγοβίστι Π∆)

Φάει να τσιαπώσεις, µη σε πάρει ο αέρας (∆ηµητσάνα Π∆)

Ο παππούλης σου δεν έβλεπε και σας ξεχώριζε από το χέρι. Το δικό σου ήτανε πιο τσαπωµένο (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Τσάρναβος: ιδιότροπος και νευρικός Καλά που τον αντέχει η γυναίκα του. Φτούνος είναι µπίτι τσάρναβος. Έτσι ήτανε και ο παππούλης του. ∆εν µπόρηγες να συνοννοηθείς. Αρπαζότανε και παραξηγιότανε µε το τίποτα (∆ηµητσάνα Π∆)

Τσάτσα: θεία

Τις τσάτσες τις αγαπάγαµε (Σέρβου ΧΦ 1977, Μαυριά ΧΦ 1977)

Τσέπι: κέρατο

Τα τσιέπια του τράγου (Μαυριά ΧΦ 1977, Καρύταινα ΧΦ 1984)

Άµα η γίδα έχει µεγάλα τσιέπια…(∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Την έπιασα από το τσιέπι (Στεµνίτσα Π∆)

Τσίτσα: ξύλινο δοχείο κρασιού

Επαίρναµε και την τσίτσα στο χωράφι µε το κρασί (Στεµνίτσα Π∆)

Τσότρα: ξύλινο δοχείο κρασιού

Ο γαµπρός όποιονε θέλει να καλέσει του στέλνει µια τσότρα κρασί (Μαυριά

ΧΦ 1977)

Τσουλοπετώ: παραπετώ

Πρώτα δεν είχαµε δεύτερο ρούχο. Τώρα τα τσουλοπετάµε (∆ηµητσάνα Π∆)

Τσούπα/τσουπί: κορίτσι Τις τσιούπες δεν τις ηθέλανε..(Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79, Βυτίνα ΧΦ 1978-

79, ∆ηµητσάνα Π∆)

Προσέχτε, τσουπίτσες µου (Παλαιοχώρι Π∆)

Τσουράπι: κοντή µάλλινη κάλτσα

Φορήγαµε τσουράπια (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78, Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Επλέκαµε τζουράπια (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Τσούρος: χωρίστρα

Όταν ήσαντε µικρούλια τα χτενίζαµε και τους φτιάναµε και τσούρο

(Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Τυλώνω: χορταίνω

Τα πρώτα χρόνια είχανε οι µανάδες γάλατα, τυλώνανε και τ’ ανίψια, αλλά

τώρα που; ∆εν έχουνε πενιά γάλα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Ο τραχανάς είναι ο καφές του Κολοκοτρώνη. Και πυρώνει και τυλώνει (Βυτίνα Π∆ 1997-8)

Page 315: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

310

Φέρσα: δέρµα, λίπος (χοιρινού)

Ξεφερτσιάζω: γδέρνω

Από µέσα απ’ το τοµάρι εβγάνανε τη φέρσα (Λαγκάδια ΧΦ 1976-77)

Επαίρναµε τη φέρσα του γουρουνιού (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79)

Ξεφερτσιάζαµε τα χοιρινά (∆ηµητσάνα Π∆)

Φλοίδα: φλούδα

Στην Κατοχή ετρώγαµε και τις φλοίδες από χάµου (∆ηµητσάνα Π∆)

Καθαράς τα πορτοκάλια και κρατάς τις φλοίδες ..(Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Φλοίκι: φύλλο από καλαµπόκι Γιοµίζαµε µε φλοίκια το στρώµα (Στεµνίτσα Π∆, ∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Εβάναµε φλοίτσια στα µαταράτσια ..(Μαυριά ΧΦ 1977, Στρογγυλό ΧΦ 1993-

4)

Φόρα: µικρό βαρέλι Έχω δυο φόρες κόκκινο κρασί (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Στο θόλο έναι η φόρα για το ξύδι. Τήρα µην αφήκεις ανοιχτή την κάνουλα και χιουθεί (Ζυγοβίστι Π∆)

Φορτσέρι: µπαούλο

Την είχα χωσµένη τη λάµπα στο φορτσέρι (Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Φουµιά: φιγούρα, στολίδι Περνάγανε και κλωστές κόκκινες και µπλε, για να κάνουνε φουµιά (Βυτίνα

ΧΦ 1978-79)

Το φορήγαµε το σταυρό για φουµιά (Καρκαλού Π∆)

Φουσκί: κοπρόχωµα που χρησιµοποιείται ως λίπασµα, µτφ. άχρηστο, άνοστο

Τα περιβολικά εγινόσαντε µε φουσκί (Μαυριά ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ

1978-79)

∆εν τρώγαµε φουσκιά! Φτιάναµε καλό ψωµί (Ράδου Π∆)

Ποιον λες; Τον Κώστα; Αυτό το φουσκί; Καλά που βρίσκει το δρόµο και πάει σπίτι του! (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Φώλος: αβγό που τοθετείται στη φωλιά της κότας για να την προσελκύσει να γεννήσει Φρ. Έκατσε φώλος: όταν κάποιος δε φεύγει από ένα σπίτι (Σταυροδρόµι ΧΦ

1976-77)

Χαβώνω: κλείνω το στόµα, εξαπατώ

Μας έχουνε χαβώσει και δεν ξέρουµε ποια είναι η αλήθεια (∆ηµητσάνα Π∆)

Τη χάβωσε µε τόσα ψέµατα που της είπε. Και τον πίστεψε η έρµη (Καρκαλού

Π∆ 1997-8)

Χαγιάτι: είδος εξώστη παραδοσιακού σπιτιού

Ο νοικοκύρης εβγήκε στο χαγιάτι (Λαγκάδια Π∆ 1997-8)

Χάµου ή χάµω: κάτω

Page 316: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

311

Χάµου ετσοιµόµαστε (Λαγκάδια Π∆)

Εδώ χάµω ήτανε πολυώρα (: πριν από λίγο) (∆ηµητσάνα Π∆)

Χαµοκέλα: καλύβι πρόχειρα κατασκευασµένο

Έφτιανε καµιά φορά και µια χαµοκέλα ο τσιοπάνης (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Χαράρι: ξύλινη κατασκευή για µεταφορά υλικού, συνήθως άχυρων Εφορτώναµε τ’ άχερα στα χαράρια (Σταυροδρόµι ΧΦ 1978-79, Ζάτουνα Π∆

1997-8)

Χάχαλο: ελαφρύ ξύλο για προσάναµµα, µτφ. αδύναµος άνθρωπος Χάχαλα ήφερνα και πούλαγα στη Ζάτουνα, (Ράφτη Π∆)

Εκουβαλάγανε πουρνάρια και διάφορα χάχαλα και καίγανε τους φούρνους (Ζάτουνα Π∆ 1997-8)

Ηφέρναµε χάχαλα (Σέρβου ΧΦ 1977, Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Πού να πάει να πολεµήσει φτούνο το χάχαλο; (∆ηµητσάνα Π∆)

Χειµωνιάτικο: δωµάτιο σπιτιού που είχε το τζάκι Ήθελα πάµε από τ’ αριστερά στο χειµωνιάτικο, από τα δεξιά στη σάλα

(Στεµνίτσα ΧΦ 1980)

Στο χειµωνιάτικο ύπαρχε το τζιάκι στη µέση κατά που γλέπεις του τοίχου (Σέρβου ΧΦ 1977)

Έχουµε µεγαλώσει την κάµαρη. Επήραµε από τη σάλα. Το χειµωνιάτικο του

’χουµε ρίξει πλάκα χάµου (Ζυγοβίστι Π∆)

Το χειµωνιάτικο είχε το καντηλάκι και το τζιάκι κι ένα τραπέζι χαµπηλό το

κάτου µέρος που ετρώγαµε (∆ηµητσάνα Π∆ 1997-8)

Χολιάω: χολώνοµαι Χολιατζούρισµα: χόλος

Αν κάποιος δε φάει, ο νεκρός χολιάει (Μαυριά ΧΦ 1977)

Οι λυπηµένοι δε βάνουνε αργαλειό κι όποιος έχει στηµένο αργαλειό και πανί απάνου και πεθάνει κάποιος δεν υφαίνει µέχρι να σαραντήσει, γιατί χολιάει ο νεκρός (Σταυροδρόµι ΧΦ 1976-77)

Άστα φτούνα τα χολιατζουρίσµατα! (∆ηµητσάνα Π∆)

Χορίγι/χορίδι: ασβέστης Το Πάσκα και στο γιορτοφόρι ασπρίζαµε και το σπίτι και τη σκάλα µέχρι απάνου-απάνου µε χορίγι (∆ηµητσάνα Π∆)

Πιάνοντα του Μάρτη περνάγαµε τους καρπούς µε χορίδι για το σκουλήκι (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Ασπρίζαµε µε χορίδι (Μαυριά ΧΦ1977, Σέρβου ΧΦ 1977, Σταυροδρόµι ΧΦ

1978-79)

Χουλιάρι: κουτάλι Χουλιάρα: κουτάλα

Μ’ ένα χουλιάρι ετρώγαµε ούλοι (∆ηµητσάνα ΧΦ 1977-78)

Οι χουλιάρες ήσαντε οι σηµερνές κουτάλες (Ζάτουνα Π∆)

Page 317: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

312

Χουχουλόγιωργας: γκιώνης Το λάληµα του χουχουλόγιωργα στα κεραµίδια ξεδηλιαίνει σε θάνατο

(Σέρβου ΧΦ 1977)

Χόχλος: κοχλασµός Το κατεβάζεις µε τον πρώτο χόχλο (Ζάτουνα Π∆)

Μόλις ιδείς και πάρει χόχλο ρίνεις µέσα τις χυλοπίτες (Στεµνίτσα Π∆ 1997-8)

Χράπι: ερείπιο

Να κλείσουµε το χράπι (Βούτσης ΧΦ 1977-78)

Το αφήσανε τόσα χρόνια και τώρα το πουλάνε. Ποιος να το πάρει το χράπι; (Βυτίνα Π∆)

Χωρίσι: χωρισµός Και χωρίσια τότενες δεν ηξέραµε (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Άµα γίνει πια ο γάµος ίτε χωρίσια ίτε τίποτα (Ελληνικό ΧΦ 1977)

Ψαχνίδα: πιτυρίδα

Ευτούνος είχε πολλιά ψαχνίδα. ∆ε λουζότανε, φαίνεσθαι (∆ηµητσάνα Π∆)

Επερνάγαµε τα µαλλιά µε ξύδι για την ψείρα και την ψαχνίδα (Καρκαλού Π∆

1997-8)

Ψιχιά: ψίχα

Επεινάγαµε. Έβανα την ψιχιά για ψωµί και την κορά για τυρί κι έτρωγα

(∆ηµητσάνα Π∆)

∆εν του άρενε η ψυχιά (∆ήµητρα ΧΦ 1978)

Ψυχούδια: κόλλυβα

Όπως καθαράς τα ψυχούδια (∆ηµητσάνα Π∆)

Ωριάρης: κυκλοθυµικός Αυτός είναι ωριάρης. ∆εν τον βρίσκεις πουθενά. Τη µια ώρα θα σε ιδεί και θα

σου µιλήσει καλά και την άλλη κάνει ότι δε σέειδε (Ζάτουνα Π∆)

Ωριάρα γυναίκα! ∆εν µπορείς να κάνεις παρέα. Έχει τις ώρες της (∆ηµητσάνα

Π∆ 1997-8)

Page 318: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

313

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4: Ερωτηµατολόγια έρευνας

α) Ερωτηµατολόγιο εκπαιδευτικών

Φύλο: άντρας γυναίκα

Τόπος διαµονής κατά την παιδική ηλικία:

Επάγγελµα/επίπεδο εκπαίδευσης γονέων: Σπουδές: Χρόνια υπηρεσίας: α) σε σχολεία αστικά:

β) σε σχολεία επαρχιακά:

Στο σχολείο που υπηρετείτε σήµερα υπάρχουν µαθητές που χρησιµοποιούν στοιχεία

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας: α) στο γραπτό λόγο ΝΑΙ ΟΧΙ β) στον προφορικό λόγο µέσα στην τάξη ΝΑΙ ΟΧΙ γ) στον αυθόρµητο λόγο εκτός τάξης ΝΑΙ ΟΧΙ Να αναφερθούν παραδείγµατα, όπου υπάρχουν: ……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

………………………………………………………………………………….

Σηµειώστε την άποψή σας στις παρακάτω θέσεις, βάζοντας σε κύκλο αυτό που πιστεύετε:

«Η χρήση στοιχείων γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας από τους µαθητές δρα

ανασταλτικά στις εκπαιδευτικές και επαγγελµατικές προοπτικές τους».

__________________________________________________________________

συµφωνώ συµφωνώ δεν έχω άποψη διαφωνώ διαφωνώ

πολύ λίγο λίγο πολύ

«Οι µαθητές υψηλής επίδοσης χρησιµοποιούν κατά τη διάρκεια του µαθήµατος λιγότερα στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας από ό,τι οι µαθητές µεσαίας ή

χαµηλής επίδοσης».

__________________________________________________________________

συµφωνώ συµφωνώ δεν έχω άποψη διαφωνώ διαφωνώ

πολύ λίγο λίγο πολύ

«Οι µαθητές µεγαλύτερων τάξεων χρησιµοποιούν όλο και λιγότερο στοιχεία

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας».

__________________________________________________________________

συµφωνώ συµφωνώ δεν έχω άποψη διαφωνώ διαφωνώ

πολύ λίγο λίγο πολύ

Page 319: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

314

«Οι µαθητές που προέρχονται από οικογένειες µε χαµηλό κοινωνικό/µορφωτικό επίπεδο χρησιµοποιούν περισσότερα στοιχεία γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας».

________________________________________________________________

συµφωνώ συµφωνώ δεν έχω άποψη διαφωνώ διαφωνώ

πολύ λίγο λίγο πολύ

Πιστεύετε ότι πρέπει να διορθώνονται οι µαθητές που χρησιµοποιούν στοιχεία

γεωγραφικής γλωσσικής ποικιλίας; Θα µπορούσατε να περιγράψετε τη δική σας συµπεριφορά σε µια τέτοια περίπτωση µε παραδείγµατα;

…………………………………………………………………………………………

Πώς πιστεύετε ότι θα µπορούσε να αξιοποιηθεί στην τάξη η γεωγραφική

γλωσσική ποικιλία;

…………………………………………………………………………………………

Page 320: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

315

β) Ερωτηµατολόγιο µαθητών

Όνοµα:

Τάξη:

Επάγγελµα γονέων:

Τόπος διαµονής:

Κείµενο Α

«Τη Μεγάλη Βδοµάδα παγαίνουµε κάθε βράδυ στην εκκλησία. Τη Μεγάλη Τετάρτη

έχουµε και ευκέλαιο. Από τη Μεγάλη ∆ευτέρα αρχινάµε και συγυρνάµε το σπίτι. Τη

Μεγάλη Πέφτη βάφουµε αβγά. Τώρα τα βάφουνε µε µπογιές, ετότενες µε

κρεµµυδόφλοιδες. Φτιάνουµε και κουλούρες κι άµα είναι καµιά αρρεβωνιασµένη

φτιάνει και για το γαµπρό κουλούρα και βάνει πάνου και κουφέτα. Παλιά ήσαντε

κάποιες γυναίκες που εκρατήγανε το µεγαλύτερο αβγό της κότας τη Μεγάλη Πέµιτη

και το επαγαίνανε για φυλαχτό στο αµπέλι. Τη Μεγάλη Παρασκευή πρωί-πρωί τα

κορίτσα στολίζουνε τον Πιτάφιο. Νωρίς το απόγιοµα πάνε οι µανάδες τα παιδιά και τις

τσούπες και περνάνε κάτου από τον Πιτάφιο. Τη Μεγάλη Παρασκευή καµπόσοι τρώνε

τσικουνίδες. Το Μεγάλο Σαββάτο ο άντρας σφάζει το αρνί για το Πάσκα και οι

γυναίκες ’τοιµάζουν τη µαγερίτσα. Στις δώδεκα τα µεσάνυχτα γένεται η Ανάσταση,

σβηούνε τα φώτα κι ο παπάς λέει τότες: «Χριστός Ανέστη». Μερικοί έχουνε κοντά

αβγά, τα τσιουγκράνε και τηράνε ποιος θα σπάσει τ’ αλλουνού. Την Κυριακή το βράδυ

µόλις ενύχτιωνε ανάβανε στον Αγιώργη µεγάλη φωτιά. Τα παιδιά είχανε µαζεµένα

πολλά ξύλα από τις γειτονιές για ευτούνο το σκοπό. Χορεύανε γύρω από τη φωτιά και

κερναγόσαντε µε τους µεζέδες και το κρασί που είχανε φερµένο. Εγλεντάγανε ούλια τη

νύχτα µέχρι πια που ξηµέρωνε την άλλη µέρα τ’ Αγιωργιού».

Κείµενο Β

«Τη Μεγάλη Εβδοµάδα πηγαίνουµε κάθε βράδυ στην εκκλησία. Τη Μεγάλη Τετάρτη

έχουµε και ευχέλαιο. Από τη Μεγάλη ∆ευτέρα αρχίζουµε να συγυρίζουµε το σπίτι. Τη

Μεγάλη Πέµπτη βάφουµε αβγά. Τώρα τα βάφουνε µε µπογιές, τότε µε φλούδες από

κρεµµύδια. Φτιάχνουµε και κουλούρες κι άµα είναι καµιά αρραβωνιασµένη φτιάχνει

και για το γαµπρό κουλούρα και βάζει πάνω και κουφέτα. Παλιά ήταν κάποιες γυναίκες

Page 321: ΓΟΡΤΥΝΙΑ-ΤΟ ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ --Δ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ.pdf

316

που κρατούσαν το µεγαλύτερο αβγό της κότας τη Μεγάλη Πέµπτη και το πηγαίνανε για

φυλαχτό στο αµπέλι. Τη Μεγάλη Παρασκευή πρωί-πρωί τα κορίτσια στολίζουν τον

Επιτάφιο. Νωρίς το απόγευµα πάνε οι µανάδες τα αγόρια και τα κορίτσια και περνάνε

κάτω από τον Επιτάφιο. Τη Μεγάλη Παρασκευή κάµποσοι τρώνε τσουκνίδες. Το

Μεγάλο Σάββατο ο άντρας σφάζει το αρνί για το Πάσχα και οι γυναίκες ετοιµάζουν τη

µαγειρίτσα. Στις δώδεκα τα µεσάνυχτα γίνεται η Ανάσταση, σβήνουν τα φώτα κι ο

παπάς λέει τότε: «Χριστός Ανέστη». Μερικοί έχουνε κοντά αβγά, τα τσουγκρίζουν και

κοιτάνε ποιος θα σπάσει του άλλου. Την Κυριακή το βράδυ µόλις νύχτωνε ανάβανε

στον Αϊ-Γιώργη µεγάλη φωτιά. Τα παιδιά είχανε µαζέψει πολλά ξύλα από τις γειτονιές

για αυτό το σκοπό. Χορεύανε γύρω από τη φωτιά και κερνιούνταν µε τους µεζέδες και

το κρασί που είχανε φέρει. Γλεντούσαν όλη τη νύχτα µέχρι πια που ξηµέρωνε την άλλη

µέρα του Αγίου Γεωργίου».

Τι διαφορές έχουν τα δυο κείµενα; Ποιος πιστεύετε ότι µιλάει σε κάθε κείµενο;

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

…………………………………………………………………………………

Ποια στοιχεία του πρώτου κειµένου χρησιµοποιείτε στο λόγο σας; Υπάρχουν κάποιες

λέξεις που δε θα χρησιµοποιούσατε καθόλου και γιατί;

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

……………………………………………………………………………………………

…………………………………………………………………

Ευχαριστώ πολύ!