Μουσική από την Σμύρνη

6
Μουσική από τη Σμύρνη Association of the Enosi Smyrneon Created: Wednesday, 06 April 2011 ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ (Ι) Στοιχεία για τη μουσική στη Σμύρνη Στη Σμύρνη ο εγκατεστημένος κυρίως στα μεσαία και ανώτερα δώματα της πυραμίδας Ελληνισμός αναπτύσσει ιδιόρρυθμη έντονα κοσμοπολίτικη και πνευματική, αστική συνείδηση όταν ασχολείται με τις εμπορικές επιχειρήσεις και τη ναυτιλία, πράγμα που αισθητά αναβαθμίζει τη μουσική του αγωγή. Πολύ σημαντική είναι η προσφορά της Ιωνικής πρωτεύουσας στον τομέα της έντεχνης δυτικής μουσικής από την οποία θα επωφεληθεί και η Ελλάδα. Πολλοί Σμυρνιοί είναι απόφοιτοι φημισμένων ωδείων, όπως της Βιέννης, του Βερολίνου, της Δρέσδης, του Παρισιού. Ανάμεσα τους βρίσκονται 2 μεγάλοι εκπρόσωποι της Εθνικής μουσικής σχολής, ο Μουσουργός Μανώλης Καλομοίρης και ο Γιάννης Κωνσταντινίδης (γνωστός και σαν Κώστας Γιαννίδης στο ελαφρύ τραγούδι). Το έργο τους είναι τεράστιο που περιλαμβάνει όπερες, συμφωνίες, κοντσέρτα, κύκλους τραγουδιών, μουσική δωματίου, έργα για πιάνο κ.α. Διακρίνονται, επίσης ο Τιμόθεος Ξανθόπουλος συνθέτης διάφορων τραγουδιών και εμβατηρίων και ο Α. Αλμπέρτης δημιουργός της όπερας «Ερωτόκριτος». Στον ίδιο τομέα η δραστηριότητα του Δ. Μιλανάκη είναι πολύπλευρη: πιανίστας, οργανώνει συναυλίες, διευθύνει χορωδίες και συγκροτήματα μουσικής δωματίου όπως γράφει η ερευνήτρια Basma Zerouali. Στη Σμύρνη επίσης το 1889 μια Ελληνίδα η Ελπίδα Λαμπελέτ διευθύνει για πρώτη φορά ορχήστρα μελοδραματικού θιάσου. Επίσης όπως γράφει ο Σταύρος Ανεστίδης η Σμύρνη αποκτά το πρώτο μεγάλο θέατρο στα 1841 την «Ευτέρπη» και αρχίζει να υποδέχεται συχνά γαλλικούς και ιταλικούς θίασους μελοδράματος έτσι το μουσικόφιλο και θεατρόφιλο κοινό έχει την ευκαιρία να απολαύσει μεγάλα ονόματα του Ευρωπαϊκού λυρικού θεάτρου που τότε ήκμαζε στην Ευρώπη. Από το 1850 μέχρι την καταστροφή αυτό το θέατρο ως και το «θέατρο Σμύρνης» θ’ αντικατοπτρίζουν την ευμάρεια της σμυρναϊκής Ελληνικής κοινότητας. Παίζονται τα γνωστά μελοδράματα Τραβιάτα, Φάουστ, Αΐντα… και στη συνέχεια θα παιχθούν και οπερέτες που ανθούν από το 1909. Μεγάλη επιτυχία είχε η παρουσία της όπερας Ριγκολέτο στο θέατρο Σμύρνης το 1917. Το 1890 το Οθωμανικό κράτος δίνει την άδεια να ιδρυθεί ο σύλλογος «Απόλλων» που λειτούργησε με μουσικό και αθλητικό τμήμα. Αργότερα δημιουργείται και ο «Πανιώνιος» με τους ίδιους στόχους. Οι σύλλογοι αυτοί είχαν έμπειρους μουσικούς δασκάλους για τα όργανα και τα θεωρητικά, υπήρχαν μικρές ορχήστρες μαθητών, και χορωδίες. Με τους συλλόγους συνεργάζονταν εκλεκτοί μουσικοδιδάσκαλοι όπως ο Μιλανάκης και ο Καλέγιας. Άλλος αξιόλογος μουσικός σύλλογος ήταν ο «Ορφέας». Στην Ευαγγελική σχολή και στο Ομήρειο ίδρυμα υπήρχε άριστη φροντίδα για την μουσική αγωγή. Αυτή η πλούσια μουσική ανάπτυξη στηρίχθηκε πολύ στην παρουσία, συχνή χρήση και συμμετοχή της δισκογραφίας σε Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη (1909-1912) καθώς και στην ύπαρξη μουσικών καταστημάτων, πωλήσεις βιβλίων, δίσκων και γραμμοφώνων ως και καταστημάτων κατασκευής μουσικών οργάνων. Στα 1850 τυπώνεται στη Σμύρνη για πρώτη φορά «Ελληνικό βιβλίο με νότες μουσικής», πρόκειται για το βιβλίο «Στιγμαί» του Ι. Ισιδώρου Σκυλίτση. Στην Εκκλησιαστική μουσική πρωτοστατούν ο Χρύσανθος Προύσης ως Μητροπολίτης Σμύρνης και ο υμνογράφος Νικόλαος Γεωργίου που υπήρξε πρωτοψάλτης για 53 χρόνια στο ναό της Αγίας Φωτεινής. Το 1911 ιδρύεται στην πόλη σχολή εκκλησιαστικής μουσικής η οποία σταματάει να λειτουργεί με την καταστροφή του 22. Τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου χύνονται στο τεράστιο χωνευτήρι, ζυμώνονται υπό νέες συνθήκες, η ελληνική δημοτική η κοσμικά έντεχνη, η ευρωπαϊκή μουσική παράδοση. Άφοβα ερωτοτροπούν με τραγούδια Αρμενίων, Εβραίων, και Αράβων. Η μεγάλη μουσική μπάντα βρίσκεται σε διαρκή συναγωνισμό τόσο με διάφορα άλλα μουσικά όργανα (τσέλα, κοντραμπάσα, πνευστά…) όσο και με βαλκανικά (ταμπουράδες, ούτια, κανονάκια…) σε απίθανους, κατά περίπτωση, μουσικούς συνδυασμούς. Ένα παλιό αραβικό τραγούδι λέει: Ισμίρ Ισμίρ μάτι του Λεβάντε μαργαριτάρι της ανατολίας … Το εκλεκτό ελληνικό μουσικό κράμα των νησιών του Αιγαίου και των απέναντι μικρασιατικών παραλίων αναζωογονεί με τον γάργαρο και ζωηρό του ρυθμό τις έντονες και κουραστικές δραστηριότητες των εκεί κατοίκων. Τουλάχιστον απ’ τις αρχές του 19ου αιώνα μουσικές ομάδες εμφανίζονται στη Σμύρνη, την Πόλη και αλλού. Η παλαιότερη σμυρναϊκή κομπανία που έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα είναι του βιολιστή Μπενέτα όπως γράφει ο Ηλίας Καπετανάκης. Μικρές ορχήστρες, οι περίφημες εστουντιαδίνες είναι, μέχρι την καταστροφή, δημοφιλέστατες στον μικρασιατικό ελληνισμό. Αρχικά είναι κυρίως μαντολινάτες ιταλικού στυλ που γρήγορα εμπλουτίζονται με άλλα όργανα, 3 μέχρι 8 οργανοπαίχτες, 2-3 τραγουδιστές και συχνά κάποια ολιγομελή χορωδία. Στα 1893 ο Κωνσταντινουπολίτης μουσικός Βασίλειος Σιδερής ιδρύει στη Σμύρνη με ντόπιους και Αθηναίους την πρώτη μεγάλη εστουντιαντίνα η οποία ονομάζεται μετά τα «Πολιτάκια», κατά τον Λ. Καρακάση η «Σμυρναϊκή εστουντιαντίνα» του Σιδερή δημιουργήθηκε το 1898. Τόσο μεγάλη διεθνή φήμη αποκτούν τα «Πολιτάκια» ώστε περιοδεύουν (1906) με εθνικές ενδυμασίες στην Βρετανία και τη Γαλλία, παίζουν μάλιστα και στις γιορτές της στέψης του βασιλιά Εδουάρδου στο Λονδίνο. Στα μαγαζιά της παραλίας της Σμύρνης και στην Πόλη το πρόγραμμα αρχίζει καθημερινά στις 6 ή 7 το απόγευμα ξεκινώντας με εμβατήρια από μπάντες για να τραβήξουν το μουσικό αισθητήριο του κόσμου και να μαζευτούν πελάτες, ακολουθούν δυτικίζουσες μελωδίες και συνεχίζουν με διάφορες, κατά περίπτωση, ορχήστρες με τραγουδιστές και τα γλέντια κι οι χοροί κρατούν μέχρι το πρωί. Όταν το 1910 πρωτοβγήκε στο πάλκο η Αγγέλα Παπάζογλου στη Σμύρνη θα ήταν περισσότερα από 15 μαγαζιά που έπαιζαν σμυρνέϊκα τραγούδια σε διάφορους ρυθμούς, παράλληλα υπήρχαν και εκείνα που έπαιζαν ελαφρά τραγούδια, όπως γράφει ο Παναγιώτης Κουνάδης. Την εποχή αυτή έχουμε φημισμένους λαϊκούς συνθέτες με τις ορχήστρες τους, όπως τον Παναγιώτη Τούντα, τον Σπύρο Περιστέρη, τον Γιάννη Δραγάτση ή Ογδοντάκη και άλλους. Σ’ αυτούς εντάσσεται και ο Βαγγέλης Παπάζογλου με την κομπανία του που ανάμεσα της είναι ο Σταύρος Παντελίδης, ο Μαργαρώνης κ.α. Τα κέντρα στην κοσμική παραλία της Σμύρνης το ονομαστό «ΚΑΙ» που θυμώνταν ο Γ. Κατραμόπουλος ήταν: το «Κράμερ» που διέθετε 2 ορχήστρες (ένα κουαρτέτο εγχόρδων και μια άλλη πιο ελαφρά) δίπλα το «Καφέ Φώτης» με 2 ορχήστρες (μία page 1 / 6

Transcript of Μουσική από την Σμύρνη

Page 1: Μουσική από την Σμύρνη

Μουσική από τη ΣμύρνηAssociation of the Enosi SmyrneonCreated: Wednesday, 06 April 2011

ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ

(Ι) Στοιχεία για τη μουσική στη Σμύρνη

Στη Σμύρνη ο εγκατεστημένος κυρίως στα μεσαία και ανώτερα δώματα της πυραμίδας Ελληνισμός αναπτύσσει ιδιόρρυθμηέντονα κοσμοπολίτικη και πνευματική, αστική συνείδηση όταν ασχολείται με τις εμπορικές επιχειρήσεις και τη ναυτιλία,πράγμα που αισθητά αναβαθμίζει τη μουσική του αγωγή.

Πολύ σημαντική είναι η προσφορά της Ιωνικής πρωτεύουσας στον τομέα της έντεχνης δυτικής μουσικής από την οποία θαεπωφεληθεί και η Ελλάδα. Πολλοί Σμυρνιοί είναι απόφοιτοι φημισμένων ωδείων, όπως της Βιέννης, του Βερολίνου, τηςΔρέσδης, του Παρισιού. Ανάμεσα τους βρίσκονται 2 μεγάλοι εκπρόσωποι της Εθνικής μουσικής σχολής, ο ΜουσουργόςΜανώλης Καλομοίρης και ο Γιάννης Κωνσταντινίδης (γνωστός και σαν Κώστας Γιαννίδης στο ελαφρύ τραγούδι). Το έργοτους είναι τεράστιο που περιλαμβάνει όπερες, συμφωνίες, κοντσέρτα, κύκλους τραγουδιών, μουσική δωματίου, έργα γιαπιάνο κ.α. Διακρίνονται, επίσης ο Τιμόθεος Ξανθόπουλος συνθέτης διάφορων τραγουδιών και εμβατηρίων και ο Α. Αλμπέρτηςδημιουργός της όπερας «Ερωτόκριτος». Στον ίδιο τομέα η δραστηριότητα του Δ. Μιλανάκη είναι πολύπλευρη: πιανίστας,οργανώνει συναυλίες, διευθύνει χορωδίες και συγκροτήματα μουσικής δωματίου όπως γράφει η ερευνήτρια Basma Zerouali.Στη Σμύρνη επίσης το 1889 μια Ελληνίδα η Ελπίδα Λαμπελέτ διευθύνει για πρώτη φορά ορχήστρα μελοδραματικού θιάσου.Επίσης όπως γράφει ο Σταύρος Ανεστίδης η Σμύρνη αποκτά το πρώτο μεγάλο θέατρο στα 1841 την «Ευτέρπη» και αρχίζει ναυποδέχεται συχνά γαλλικούς και ιταλικούς θίασους μελοδράματος έτσι το μουσικόφιλο και θεατρόφιλο κοινό έχει τηνευκαιρία να απολαύσει μεγάλα ονόματα του Ευρωπαϊκού λυρικού θεάτρου που τότε ήκμαζε στην Ευρώπη. Από το 1850 μέχριτην καταστροφή αυτό το θέατρο ως και το «θέατρο Σμύρνης» θ’ αντικατοπτρίζουν την ευμάρεια της σμυρναϊκής Ελληνικήςκοινότητας. Παίζονται τα γνωστά μελοδράματα Τραβιάτα, Φάουστ, Αΐντα… και στη συνέχεια θα παιχθούν και οπερέτες πουανθούν από το 1909. Μεγάλη επιτυχία είχε η παρουσία της όπερας Ριγκολέτο στο θέατρο Σμύρνης το 1917.Το 1890 το Οθωμανικό κράτος δίνει την άδεια να ιδρυθεί ο σύλλογος «Απόλλων» που λειτούργησε με μουσικό και αθλητικότμήμα. Αργότερα δημιουργείται και ο «Πανιώνιος» με τους ίδιους στόχους. Οι σύλλογοι αυτοί είχαν έμπειρους μουσικούςδασκάλους για τα όργανα και τα θεωρητικά, υπήρχαν μικρές ορχήστρες μαθητών, και χορωδίες. Με τους συλλόγουςσυνεργάζονταν εκλεκτοί μουσικοδιδάσκαλοι όπως ο Μιλανάκης και ο Καλέγιας. Άλλος αξιόλογος μουσικός σύλλογος ήταν ο«Ορφέας». Στην Ευαγγελική σχολή και στο Ομήρειο ίδρυμα υπήρχε άριστη φροντίδα για την μουσική αγωγή. Αυτή η πλούσιαμουσική ανάπτυξη στηρίχθηκε πολύ στην παρουσία, συχνή χρήση και συμμετοχή της δισκογραφίας σε Σμύρνη καιΚωνσταντινούπολη (1909-1912) καθώς και στην ύπαρξη μουσικών καταστημάτων, πωλήσεις βιβλίων, δίσκων καιγραμμοφώνων ως και καταστημάτων κατασκευής μουσικών οργάνων. Στα 1850 τυπώνεται στη Σμύρνη για πρώτη φορά«Ελληνικό βιβλίο με νότες μουσικής», πρόκειται για το βιβλίο «Στιγμαί» του Ι. Ισιδώρου Σκυλίτση.Στην Εκκλησιαστική μουσική πρωτοστατούν ο Χρύσανθος Προύσης ως Μητροπολίτης Σμύρνης και ο υμνογράφος ΝικόλαοςΓεωργίου που υπήρξε πρωτοψάλτης για 53 χρόνια στο ναό της Αγίας Φωτεινής. Το 1911 ιδρύεται στην πόλη σχολήεκκλησιαστικής μουσικής η οποία σταματάει να λειτουργεί με την καταστροφή του 22.Τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου χύνονται στο τεράστιο χωνευτήρι, ζυμώνονται υπό νέεςσυνθήκες, η ελληνική δημοτική η κοσμικά έντεχνη, η ευρωπαϊκή μουσική παράδοση. Άφοβα ερωτοτροπούν με τραγούδιαΑρμενίων, Εβραίων, και Αράβων. Η μεγάλη μουσική μπάντα βρίσκεται σε διαρκή συναγωνισμό τόσο με διάφορα άλλα μουσικάόργανα (τσέλα, κοντραμπάσα, πνευστά…) όσο και με βαλκανικά (ταμπουράδες, ούτια, κανονάκια…) σε απίθανους, κατάπερίπτωση, μουσικούς συνδυασμούς.Ένα παλιό αραβικό τραγούδι λέει:Ισμίρ Ισμίρμάτι του Λεβάντεμαργαριτάρι της ανατολίας …Το εκλεκτό ελληνικό μουσικό κράμα των νησιών του Αιγαίου και των απέναντι μικρασιατικών παραλίων αναζωογονεί με τονγάργαρο και ζωηρό του ρυθμό τις έντονες και κουραστικές δραστηριότητες των εκεί κατοίκων. Τουλάχιστον απ’ τις αρχέςτου 19ου αιώνα μουσικές ομάδες εμφανίζονται στη Σμύρνη, την Πόλη και αλλού. Η παλαιότερη σμυρναϊκή κομπανία που έχειεντοπιστεί μέχρι σήμερα είναι του βιολιστή Μπενέτα όπως γράφει ο Ηλίας Καπετανάκης. Μικρές ορχήστρες, οι περίφημες εστουντιαδίνες είναι, μέχρι την καταστροφή, δημοφιλέστατες στον μικρασιατικό ελληνισμό.Αρχικά είναι κυρίως μαντολινάτες ιταλικού στυλ που γρήγορα εμπλουτίζονται με άλλα όργανα, 3 μέχρι 8 οργανοπαίχτες,2-3 τραγουδιστές και συχνά κάποια ολιγομελή χορωδία. Στα 1893 ο Κωνσταντινουπολίτης μουσικός Βασίλειος Σιδερής ιδρύειστη Σμύρνη με ντόπιους και Αθηναίους την πρώτη μεγάλη εστουντιαντίνα η οποία ονομάζεται μετά τα «Πολιτάκια», κατάτον Λ. Καρακάση η «Σμυρναϊκή εστουντιαντίνα» του Σιδερή δημιουργήθηκε το 1898. Τόσο μεγάλη διεθνή φήμη αποκτούν τα«Πολιτάκια» ώστε περιοδεύουν (1906) με εθνικές ενδυμασίες στην Βρετανία και τη Γαλλία, παίζουν μάλιστα και στις γιορτέςτης στέψης του βασιλιά Εδουάρδου στο Λονδίνο.Στα μαγαζιά της παραλίας της Σμύρνης και στην Πόλη το πρόγραμμα αρχίζει καθημερινά στις 6 ή 7 το απόγευμα ξεκινώνταςμε εμβατήρια από μπάντες για να τραβήξουν το μουσικό αισθητήριο του κόσμου και να μαζευτούν πελάτες, ακολουθούνδυτικίζουσες μελωδίες και συνεχίζουν με διάφορες, κατά περίπτωση, ορχήστρες με τραγουδιστές και τα γλέντια κι οι χοροίκρατούν μέχρι το πρωί. Όταν το 1910 πρωτοβγήκε στο πάλκο η Αγγέλα Παπάζογλου στη Σμύρνη θα ήταν περισσότερα από15 μαγαζιά που έπαιζαν σμυρνέϊκα τραγούδια σε διάφορους ρυθμούς, παράλληλα υπήρχαν και εκείνα που έπαιζαν ελαφράτραγούδια, όπως γράφει ο Παναγιώτης Κουνάδης.Την εποχή αυτή έχουμε φημισμένους λαϊκούς συνθέτες με τις ορχήστρες τους, όπως τον Παναγιώτη Τούντα, τον ΣπύροΠεριστέρη, τον Γιάννη Δραγάτση ή Ογδοντάκη και άλλους. Σ’ αυτούς εντάσσεται και ο Βαγγέλης Παπάζογλου με τηνκομπανία του που ανάμεσα της είναι ο Σταύρος Παντελίδης, ο Μαργαρώνης κ.α.Τα κέντρα στην κοσμική παραλία της Σμύρνης το ονομαστό «ΚΑΙ» που θυμώνταν ο Γ. Κατραμόπουλος ήταν: το «Κράμερ» πουδιέθετε 2 ορχήστρες (ένα κουαρτέτο εγχόρδων και μια άλλη πιο ελαφρά) δίπλα το «Καφέ Φώτης» με 2 ορχήστρες (μία

page 1 / 6

Page 2: Μουσική από την Σμύρνη

Μουσική από τη ΣμύρνηAssociation of the Enosi SmyrneonCreated: Wednesday, 06 April 2011

κλασική και μια με μαντολίνα) κατόπιν το «Καφέ Παρί» με τα γνωστά «Πολιτάκια» παραδίπλα ένα αντρικό στέκι με λαϊκάόργανα. Στην άλλη μεριά της παραλίας ήταν το «Λούνα πάρκ» και το «Καφέ Κόρσο» με δικές τους ορχήστρες (μικράσύνολα). Σε άλλες ημικεντρικές γειτονιές υπήρχαν κι άλλα πάντα γεμάτα κόσμο και μουσική, στο «Απόλλων μουσηγέτης»είχε αφήσει όνομα ο βιολάτορας Μπενέτας. Ο Καρακάσης αναφέρει πως το 1843 κάποιος Γάλλος ονόματι Γκιγιώμ ανοίγει στηΣμύρνη το πρώτο «Καφέ – Αμάν» φέρνοντας ξένους καλλιτέχνες στα πρότυπα των «Καφέ – Κονσέρτ» του Παρισιού.

Τις μικρές κομπανίες τις ονόμαζαν «παιχνίδια» και η βασική μορφή τους ήταν 4 – 5 άτομα που ονομάζοντο «παιχνιδιατόροι»και ήσαν ο σαντουριέρης, ο βιολονίστας (που μπορεί να υπήρχε και δεύτερο βιολί) ο μαντολινίστας και ο μπασαδόρος με τοτσέλο του. Όλοι αυτοί συνόδευαν τον τραγουδιστή ή την τραγουδίστρια.

Στην προσφυγιά εδώ στην Ελλάδα και μετά την καταστροφή επέζησε το γλυκό και πονεμένο τραγούδι της Σμύρνης, οιπαράγκες, τα μικρά σπιτάκια, οι γειτονιές των συνοικισμών κάθε βράδυ πλημμύριζαν με προσφυγήτικα τραγούδια όπου οιμικρασιάτες έσβηναν τους καημούς τους για την αλησμόνητη πατρίδα. Οι συνθέτες της Ελληνικής ανατολής δημιουργούνένα ηχητικό γοητευτικό σύνολο ζωντανό και ελκυστικό. Με την ιδιότυπη γλώσσα, με την ιδιορρυθμία και την μελωδικότητατων μουσικών δρόμων και τις χορευτικές κινήσεις η Ιωνική λεπτότητα συγκινεί και συναρπάζει μέχρι σήμερα. Την Κυριακή 21 Μαΐου 1923 μόλις λίγο καιρό μετά τα φοβερά γεγονότα κάνει νέο ξεκίνημα η Αγγέλα Παπάζογλου στην«μπίρα του Θεόφραστου» στις Τζιτζιφιές όπου παρουσιάζεται 3 καλοκαίρια με ποικίλους Σμυρνιούς μουσικούς, ανάμεσα τουςο Παπάζογλου, ο Παντελίδης, ο Αρμάος και άλλοι. Σμυρναίικο πάλκο στήνεται τον Αύγουστο του 1923 πάλι, στο κέντρο«Αραράτ» στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Το απαρτίζουν ο Σωφρονίου, ο Μπαρούσης (βιολί) ο Τούντας (μαντολίνο). Την ίδιαπερίοδο πάλι ο Γιάννης Καραβάς που είχε καφενέ στη Σμύρνη, ανοίγει ένα παρόμοιο καφενείο στην οδό Αθηνάς 33 με τοόνομα «Μικρά Ασία» που γρήγορα έγινε στέκι και χώρος συνάντησης των Σμυρνιών μουσικών. Με το άνοιγμα των δισκογραφικών εταιρειών οι Σμυρνιοί και οι Πολίτες (1928 – 30) κατά την επερχόμενη κυρίως δεκαετίατου 30 γίνονται κυρίαρχοι στα τότε μουσικά δισκογραφικά δρώμενα είτε σαν υπεύθυνοι καλλιτεχνικοί διευθυντές είτε σανσυνθέτες είτε σαν εκτελεστές είτε ακόμη και σαν δάσκαλοι με μαθητές αρκετά πολλούς ντόπιους μουσικούς, επώνυμους καιμη. Έτσι με όλα αυτά δημιουργείται η «Σμυρναίικη Σχολή» του αστικού ρεμπέτικου τραγουδιού.

(ΙΙ) Απ’ τη μουσική Ζωή της Σμύρνης

Από περιγραφές Ευρωπαίων επισκεπτών στη Σμύρνη, έχουμε στοιχεία πως υπήρχαν ταβέρνες τουλάχιστον πριν απ’ το 1700,όπου μαζί με τα πλούσια εδέσματα διέθεταν και όργανα για να παίζουν και να τραγουδούν οι παρέες των θαμώνων, αργότερααυτές οι ταβέρνες πήραν τη μορφή του προαναφερθέντος «καφέ – αμάν», χώρου παραγωγής αστικών τραγουδιών. Μεγάλη ησυμβολή αυτού του χώρου στη διαμόρφωση και κυρίως προφορική διάδοση της αστικής λαϊκής και παραδοσιακής μουσικής.Μόνο σε πόλεις με προηγμένες αστικές κοινωνίες υπήρξαν καφέ – αμάν που κυριάρχησαν από το δεύτερο μισό του 19ουαιώνα μέχρι το 1930, χαρακτηριστικά τους ήταν το πάλκο, τα όργανα, η ζεστή ατμόσφαιρα, η τραγουδίστρια, οι χοροί.Ξακουστά καφέ – αμάν εκτός απ’ τη Σμύρνη είχαν και ο Βόλος και η Θεσσαλονίκη. Οι τραγουδίστριες ήσαν κατά κανόναΣμυρνιές ή Πολίτισσες. Στα καφέ –αμάν της Σμύρνης Ρουμάνοι μουσικοί έπαιζαν σαντούρι ή άρπα. Οι Σμυρνιοί αγαπούσαν τσιαμανέδες γι’ αυτό συχνά στα «παιχνίδια» τους υπήρχε και «αρμόνικα» για μεσοφωνία. Τα γλεντζέδικα τραγούδια ταεκτελούσαν μια γυναίκα ή ένας άντρας με ψαλτική, έρρινη φωνή συνοδεία μικρής ορχήστρας.

Τα Σμυρναίικα και τα Πολίτικα τραγούδια αστυγραφούν με το να περιγράφουν το περιβάλλον της πόλης με τις τοποθεσίεςκαι τους μαχαλάδες, εθνογραφούν τους κατοίκους (Έλληνες, Τούρκους, Αρμένιους, Εβραίους…) ιστοριογραφούν ιστορικάγεγονότα, κοινωνιολογούν για τις κοινωνικές τάξεις, τα επαγγέλματα (το χασαπάκι, η μοδιστρούλα…), ψυχογραφούν με τηνανθρώπινη ψυχή (έρωτας, πόνος, χαρά…), δημογραφούν με την καταγραφή των πληθυσμών (μετακινήσεις, μετανάστευση,προσφυγιά…). Αυτά τα αστικά τραγούδια μέσα απ’ τη δραστηριότητα τους διάρκειας τριών και πλέον αιώνων έχουνσυσσωρεύσει ένα πολύ μεγάλο και πλούσιο υλικό που η μελέτη του χρειάζεται την συνδρομή πολλών επιστημών όπωςμουσικολογία, φιλολογία, λαογραφία, ιστορία, κοινωνιολογία…

Οι παιχνιδιατόροι στις αρχές του 1900 στη Σμύρνη παίζουν μόνο για το κέφι τους και την παρέα τους. Αυτός που φτιάχνει τοτραγούδι είναι ένας απ’ τη παρέα μεσ’ το κλίμα του καφέ – αμάν ή της ταβέρνας και η διάδοση του γίνεται προφορικά που μετον καιρό παραμένει συχνά ως παραδοσιακό. Αρκετοί μικρασιάτες που επέζησαν μετά το 22 συνέχισαν να νοιώθουν έτσιπαρεΐστικα, όμως η ίδρυση δισκογραφικών εταιρειών για γραμμοφώνηση τέτοιων άριστων τραγουδιών φέρνει διεκδικήσειςκαι αντιδικίες για την πατρότητα και τα ποσοστά. Ο βαθμός συμμετοχής του πραγματικού συνθέτη είναι δύσκολο νακαθορισθεί.

Πρέπει να αναφερθεί ότι στα 1873 ένας επιχειρηματίας εξοχικού κέντρου της τότε Αθήνας των 60 χιλιάδων κατοίκωνμετακάλεσε κομπανία απ’ τη Σμύρνη όπου οι παιχνιδιατόροι με τα σαντουροβιόλια τους φέρνουν διαφορετική πνοή στηνυχτερινή ζωή της πόλης και έτσι αρχίζει κάποια αντιπαράθεση στη διασκέδαση των Ελλήνων ανάμεσα στο ανατολίτικοσμυρναίικο στυλ και στο δυτικό Ευρωπαΐζον.

Τα κέντρα που ’χαν «παιχνίδια» ήσαν καφενέδες, καφέ – μπυραρίες, ταβέρνες, μπακαλοταβέρνες, ενώ στη φημισμένηπροκυμαία το «ΚΑΙ» τα πιο κοσμικά κέντρα είχαν μικρά σύνολα δυτικής μουσικής που αγαπούσαν κι’ αυτή πολλοί Σμυρνιοί.Οι παιχνιδιατόροι και οι τραγουδιστάδες είχαν οι πιότεροι ένα παρατσούκλι που το έβαζαν σαν καλλιτεχνικό όνομα. ΟΣμυρνιός γλεντζές, απλός άνθρωπος, όταν βράδιαζε ύστερα από βαρειά δουλειά του άρεσε να πηγαίνει στα κέντρα που είχανπαιχνίδια και τραγούδι για να κάτσει να πιει, όχι να μεθύσει, για να έλθει στο τσακίρ – κέφι. Να ακούσει μερακλήδικαΣμυρναίικα τραγούδια και τσι αμανέδες. Και άμα ερχόντανε στο κέφι να σηκωθεί να χορέψει καρσιλαμά, ζεϊμπέκικο,

page 2 / 6

Page 3: Μουσική από την Σμύρνη

Μουσική από τη ΣμύρνηAssociation of the Enosi SmyrneonCreated: Wednesday, 06 April 2011

κιόρογλου, χασαποσέρβικο, πολίτικο – χασάπικο, μοναχός ή κανα – δυο απ’ τη παρέα ανάλογα με τον χορό. Γυναίκα δενέβρισκες εκεί μέσα για να χορέψεις μαζί της. Κι’ αν ο γλεντζές επιθυμούσε να του παίξουν τα παιχνίδια κανένα ιδιαίτεροτραγούδι ή χορό για να χορέψει τότε έπρεπε να σηκωθεί απ’ το τραπέζι του και να πάει να ρίξει πρώτα ασημένιους παράδεςπάνω στις χορδές του σαντουριού για να βροντήξουν και ν’ ακουστούν. Και μετά να κολλήσει γερά στο κούτελο τουτραγουδιστή ένα μεγάλο παρά και τότε πια να παραγγείλει εκείνο που ήθελε και του κάνει κέφι του. (1)

«αχ που ναι κεινος ο καιρός τα χρόνια τα ωραίαμε λίγα γρόσια γλένταγα μ’ όλη μου την παρέα…»

Οι καφενέδες που ήσαν κοντά σε εκκλησίες ήταν χώρος υποδοχής και στέκια των παιχνιδιατόρων που συνήθως παίζανε μόνοστις σχολές και στα πανηγύρια. Στους καφενέδες πήγαιναν οι ενδιαφερόμενοι να βρουν και ν’ αγκαζάρουν τουςπαιχνιδιατόρους. Πήγαινε εκείνος που’ χε ταβέρνα ή καφενέ ή καφέ – μπυραρία για να τους έχει κάθε βράδυ. Επίσης πήγαινεο νοικοκύρης που τυχόν είχε αρραβώνα, γάμο, βαφτίσια, ονομαστική εορτή ή και γλέντι στο σπίτι του. Όμως πήγαινε και οερωτευμένος, της μεσαίας τάξης, που ήθελε να κάνει νύχτα – ξημερώματα πατινάδα (ματινάδα) έξω απ’ το σπίτι τουκοριτσιού που αγαπούσε. Και τότε έπρεπε να βάλει τα παιχνίδια τον τραγουδιστή και τον εαυτό του σε καρότσα. Και ηκαρότσα να πάει να σταθεί έξω απ’ την πόρτα του κοριτσιού, αν όμως υπήρχαν πατέρας και αδέλφια αυστηροί η καρότσασταματούσε πιο πέρα. Και έλεγε στους παιχνιδατόρους να παίζουν αργά και σιγανά και ο τραγουδιστής γλυκά και χαμηλά ναπει κανένα μερακλήδικο αμανέ ή κανένα τραγούδι της εποχής που μιλάει για έρωτα.

«αμάν, όρκοι δεν παραδέχεσαι δάκρυα δεν πιστεύεις…»

Ο ερωτευμένος αριστοκράτης πάλι δεν έκανε πατινάδα με τέτοια παιχνίδια και αμανέδες αλλά αγκαζάριζε μουσικούς απ’ τοθέατρο ή κοσμικό κέντρο της κοσμοπολίτικης προκυμαίας. Οι μουσικοί ήταν βιολιστής, τσελίστας, κιθαρίστας και όχι συχνάαρπίστας, βέβαια και τραγουδιστής εκτός αν ο ίδιος είχε ωραία φωνή. Θα μπαίνανε κι αυτοί στη καρότσα. Το κορίτσι πάλιδεν έπρεπε ν’ ανοίξει το παραθύρι και να δει παρά μόνο ν’ ανοίξει σιγά – σιγά τα μπατζούρια και να δει απ’ την χαραμάδα. Ηπατινάδα ήταν ένα τολμηρό πράγμα γιατί εκείνος που την έκανε έπρεπε να’ ναι αποφασισμένος να παντρευτεί το κορίτσι (2).

Συχνό γεγονός ήταν «οι βεγγέρες» με γλέντι και χορό. Γίνονταν κυρίως στα πλουσιόσπιτα ή στα καλά κέντρα τηςπροκυμαίας, εκεί προσκαλούντο για να παίξουν μόνο μουσικοί του θεάτρου.

«Σμύρνη με τα περίχωρα ευλογημένη χώρατα πλούτη σου και τα καλά τα ρήμαξε η μπόρα…»

Μετά την καταστροφή του 22 οι προσφυγικοί συνοικισμοί γεμίζουν από απλά και λιτά κέντρα διασκέδασης που γίνονται νέοιμαζικοί χώροι σμυρναϊκών τραγουδιών όπου σιγά – σιγά φτιάχνεται το σμυρνάιϊκο-ρεμπέτικο και μετά τοπειραιώτικο-ρεμπέτικο τραγούδι. Μια σειρά από λαϊκούς δημιουργούς που γεννήθηκαν στα χώματα της Ελληνικής ανατολήςμεταλαμπάδευσαν την δύναμη και την φινέτσα της Ιωνικής μουσικής στο Ελληνικό τραγούδι και έβαλαν τις βάσεις σ’ αυτό.Αυτοί είναι οι Παπάζογλου, Τούντας, Ογδοντάκης, Παντελίδης, Σκαρβέλης, Παπαϊωάννου, Περιστέρης, Χατζηχρίστος, ΓιοβάνΤσαούς, Σουγιούλ, Καρίπης, Δελιάς, Ασίκης, Κοσμαδόπουλος, Μπαρούσης, Κανούλας, Χρυσαφάκης, Ατραΐδης, Νταλκάς,Κασιμάτης κ.α.

ΣΗΜ.: (1) και (2) Από κείμενα στα «Μικρασιατικά χρονικά» σε σμυρναίικη διάλεκτο.

(ΙΙΙ) Η Σμυρναίικη μουσική στα Αθηναϊκά Καφέ – αμάν

Στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα η φήμη της Σμυρναίικης μουσικής έχει φθάσει στην Ελλάδα και σ’ όλη την ΑνατολικήΜεσόγειο. Ήδη πενήντα χρόνια πριν την καταστροφή στην δεκαετία του 1870 εμφανίζονται στην μικρή Αθήνα κέντρα γιαδιαφορετικό ήχο διασκέδασης δηλαδή τα λεγόμενα «καφέ – αμάν» για Σμυρναίικα ανατολίτικα τραγούδια με Σμυρναίικεςκομπανίες και τα λεγόμενα «καφέ – σαντάν» για Ευρωπαϊκά τραγούδια με Ευρωπαίες ντιζέζ. Όπως γράφει ο Θοδ.Χατζηπανταζής στο βιβλίο του «της ασιάτιδος μούσης ερασταί» «το καλοκαίρι του 1873 έγινε η πρώτη εμφάνιση στηνΑθήνα μιας Σμυρναίικης μουσικής κομπανίας αποτελούμενη από τους Βασίλειο Κονταξή και Αναστάσιο Βελέντζα στατραγούδια, Πανανό Βογιατζή και Κοκόλη Σιλάλη στα βιολιά, Δημήτριο Βογιατζή στο λαούτο και Κυριάκο Τσορβά στοσαντούρι. Η κομπανία έπαιζε κάθε βράδυ μέσα στον κήπο του εξοχικού κέντρου «Πανανθών» στην αρχή της Ιεράς οδούκοντά στην εκκλησία της Αγίας Τριάδος. Το καλοκαίρι του 1876 εγκαινιάζεται το πρώτο στεγασμένο κέντρο ανατολίτικηςμουσικής στην οδό Αθηνάς κοντά στο Μοναστηράκι με τη συμμετοχή κομπανίας απ’ την Κωνσταντινούπολη. Οι Αθηναίοι για μεγάλο διάστημα είχαν μετονομάσει αυτά τα κέντρα σε «καφέ – σαντούρ» η πιο περιφραστικά σε «ωδικάκαφενεία ανατολίτικης μουσικής». Οι κάθε βράδυ πολλαπλοί θαμώνες αυτών των κέντρων ήσαν απλοί εργαζόμενοι,νοικοκυραίοι, εργάτες, φιλήσυχες οικογένειες αλλά και ορισμένοι λόγιοι και πολλοί ιεροψάλτες που τους άγγιζαν οιβυζαντινές χρωματικές κλίμακες της ανατολής. Σιγά σιγά και ιδίως στα μικρά κέντρα του Πειραιά το ακροατήριο άρχιζε ν’αλλοιώνεται. Ενάντιοι των καφέ – αμάν ήσαν οι «ευρωπαΐζοντες» δηλαδή αυτοί που προτιμούσαν την οπερέτα της Κεντρικής Ευρώπης, τακωμειδύλλια, τις ιταλικές καντσονέτες και μελωδίες με ελληνικούς στίχους και τις γερμανίδες και γαλλίδες τραγουδίστριεςτων καφέ – σαντάν, ακούσματα που ομολογουμένως είχαν ανάμεσα τους και πανέμορφα τραγούδια. Μάταια προσπάθησαν ναεμποδίσουν τη γοργή εξάπλωση των καφέ – αμάν με σποραδικές απόπειρες δυσφήμησης που έπεφταν στο κενό, όπως γιαδήθεν άσεμνες κινήσεις (κορδακισμοί) των χορευτριών τους, για βάρβαρες αισθήσεις, για τουρκολατρεία, για χασισοποσία,για ………. Η εξαγωγή της Σμυρναίικης μουσικής δεν σταματά, πριν βγει η δεκαετία του 1870 Σμυρνιοί καλλιτέχνες τραγουδούν σταπερίφημα υπαίθρια κέντρα του Ιλισού και λίγο μετά σε ανάλογα παραθαλάσσια κέντρα του Πειραιά. Το καλοκαίρι του 1886

page 3 / 6

Page 4: Μουσική από την Σμύρνη

Μουσική από τη ΣμύρνηAssociation of the Enosi SmyrneonCreated: Wednesday, 06 April 2011

σημειώνεται μια μαζική εισβολή καλλιτεχνών ανατολίτικου τραγουδιού στη νυχτερινή ζωή της Αθήνας και αρχίζει ηδεκάχρονη (1886 – 1896) μεγάλη ακμή των καφέ – αμάν. Από τα μοναχικά εξοχικά κέντρα με τους κήπους εισχωρούν στηκεντρική οδό Αθηνάς, μετά στην Ομόνοια και φτάνουν θριαμβευτικά στην πλατεία Συντάγματος (1888), ενώ παράλληλαεξαπλώνονται και στις λαϊκές γειτονιές της Αθήνας (του Θησείου, του Αγ. Φίλιππα, του Ολυμπίου Διός) και του Πειραιά (τηςΚαστέλας, του Τελωνείου, της γέφυρας ΣΑΠ). Ταυτόχρονα οι μελωδίες τα τραγούδια και τα ανατολίτικα όργανα βγαίνουνέξω απ’ τα καφέ – αμάν και εισχωρούν σε κάθε γωνιά που παίζεται μουσική και στα σαλόνια. Τα σαντούρια επικρατούν σ’ όλη την Αθήνα και προσελκύουν κάθε βράδυ πλήθος θαμώνων – ακροατών έτσι που σύντομα θαδημιουργηθεί μια πλατιά σταθερή μουσική υποδομή για το επερχόμενο με τους πρόσφυγες Σμυρνοπολίτικο τραγούδι.Αποφασιστικό ρόλο στην εξάπλωση και εδραίωση του είδους έπαιξαν δυο μουσικές φυσιογνωμίες η Πολίτισσα Φωτεινή(Φωτεινή Κονδυλάκη) και η Σμυρνιά Κιορ Κατίνα που κατακτούν τους Αθηναίους με τη φωνητική τέχνη τους. Υπήρξαν βέβαιακαι πολλοί άλλοι καλλιτέχνες του είδους όπως η όμορφη Σμυρνιά τραγουδίστρια Ευθαλία και ο περίφημος βιολάτορας τηςΣμύρνης και συνθέτης Γιοβανίκας που τον αποκαλούσαν «το πρώτο βιολί της ανατολής».Οι μαρτυρίες μας οδηγούν ότι το ρεπερτόριο της ανατολίτικης κομπανίας ήταν πολύ πλούσιο. Περιείχε πλήθος Ελληνικώνδημοτικών τραγουδιών (Γιαννιώτικα, Κλέφτικα, Μωραΐτικα, Νησιώτικα), αστικολαϊκά Σμύρνης και Πόλης (αμανέδες,νυχτωδίες, πατινάδες…) αλλά και ρουμάνικα (βλάχικα) αιγυπτιακά και τούρκικα. Πλειοψηφούσαν τα Ελληνόφωνα τραγούδιαπου πολλά έχουν σωθεί μέχρι σήμερα. Στις κομπανίες πάλι οι περισσότεροι μουσικοί ήταν Έλληνες της Ανατολής αλλάτύχαινε και συνεργασία με κάποιο δεξιοτέχνη ντόπιο Ελλαδίτη ή κάποιον άλλο άλλης εθνικότητας κυρίως Σμυρνιό Αρμένηαλλά και Εβραίο, Τούρκο ή Ρουμάνο. Ο Θόδ. Χατζηπανταζής στην πλούσια έρευνά του παραθέτει ένα ενδιαφέρον κείμενο απ’ την εφημερίδα της εποχής «το Άστυ»6 και 7 Μαΐου 1894 όπου ο συντάξας σε γλώσσα καθαρεύουσα προσπαθεί να περιγράψει και να κριτικάρει με μικρή ειρωνικήδιάθεση τη νυχτερινή λειτουργία ενός καφέ – αμάν σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας μαζί με τους διασκεδάζοντες θαμώνεςδίνοντας και περιγραφικότατες εικόνες της ατμόσφαιρας και του κεφιού μέσα σ’ αυτό, αν και πριν ένα χρόνο (1893) η χώραείχε πτωχεύσει! Μερικά αποσπάσματα του κειμένου είναι:• Καθ’ όλον τον παρελθόντα χειμώνα το παρά την μεγάλην και θορυβώδη εμπορικήν οδόν λαϊκόν εκείνο κέντρον, ουρλίαζεκυριολεκτικώς καθ’ εκάστην νύκτα από βακχείαν φρενιτιώδη… • Τα Σαββατοκύριακα ιδίως η μακρά και οδυνηρώς τρίζουσα υπό το βάρος των πελατών αίθουσα ανέζη πλήρης με τολαϊκόν πανδαιμόνιον της. Πέντε λυχνίαι κατά ίσα διαστήματα εκρέμοντο και ο άπλετος φωτισμός των περιεστέλλετο υπόπυκνών κυκλικών νεφελών εκ του καπνού των σιγάρων………• Τα ξύλινα τραπέζια, ημίχωλα και σαθρά κατά γραμμήν παρατεταγμένα, χορεύοντα διαρκώς μαζί με τους επικαθημένουςεπ’ αυτών δίσκους και ποτήρια και φιάλας και φλυτζάνια καταλαμβάνοντο από ευρείς εργατικούς ομίλους………• Η εξέδρα αύτη κατελάμβανε κατά πλάτος της αιθούσης στενήν λωρίδα, της οποίας το έμπροσθεν μέρος εστολίζετοδιαρκώς δι’ ενός τεμαχίου ερυθρού πανίου και οι πέριξ τοίχοι δια σημαιών στιγματισμένοι κατά διαστήματα από χονδράςφαιάς σταγόνας ποτηρίων οίνου………• Η ορχήστρα απετέλει επί της εξέδρας μικρόν ημικύκλιον εντός δ’ αυτού εκάθηντο επί κοινών καθεκλών αι θεαί τουφοβερού εκείνου καφέ – αμάν. Δεν ήσαν πολλαί δύο μόνον, αλλ’ αρκούσαν και υπεραρκούσαν μάλιστα. Η Ευθαλία και ηΕλενίτσα… Η πρώτη, η ωραία Σμυρνιά, λεπτή, ξανθή, με άφθονον κόμην, με λεπτά χαρακτηριστικά νεάνις……. Η άλλη, ηωραία Αρμένισσα με το μελαχροινόν λείον δέρμα, με τους αμυγδαλωτούς μαύρους οφθαλμούς… Το μουσικόν αυτό σύνολοήρκει να μεταδίδη στερεοτύπως καθ’ εκάστην νύχτα μέχρι πρωίας σχεδόν φρενίτιδα μέχρι παραφροσύνης φθάνουσα. Ηορχήστρα εκ τεσσάρων μουσικών (κλαρίνο, βιολί, λαούτο, σαντούρι) έφερε ευφήμως το όνομα Σμυρναίικη.• Το κυριαρχούν ποτόν ήτο ο οίνος, η μαστίχα και η μπίρα, κατά φιάλας και ποτήρια σερβιριζόμενα εις τους ευρυτάτουςομίλους.• Η θύελλα του πανδαιμονίου κατέπαυε σχεδόν πάντοτε, οπότε η ορχήστρα ήρχιζε ν’ ανακρούη τα σεμπαή της, τουςΣμυρναίικους αμανέδες της, τους γοργούς της τώρα σκοπούς και την μονότονον και περιπαθή ψαλμωδίαν της έπειτα…. Κατάτας γνώμας πολλών ιεροψαλτών (θαμώνων), οι μουσικοί και αι αοιδοί ανήρχοντο εις αληθείς υψηλής περιωπής τεχνικούςορίζοντας. Ιδίως η Ελενίτσα η ωραία Αρμένισσα…• Αλλ’ ότι εμάγευεν, ότι εξετρέλλαινεν, ότι παρέσερνεν ολόκληρον το μεθυσμένον εκείνο πλήθος των εργατών, τωνυπαλλήλων, των οικοκυραίων, ενίοτε και των σπουδαστών, των επαρχιωτών, των ανθρώπων εκείνων των λησμονούντωνόλους τους εβδομαδιαίους μόχθους των εις μίαν νύκτα κραιπάλης, ήτο ο χορός, ο μεθυστικός χορός της ωραίαςΑρμένισσας…..

Σ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα η αντιπαράθεση του Καφέ – Αμάν και του Καφέ – Σαντάν είναι κεντρικό γεγονός στηψυχαγωγία του ντόπιου πληθυσμού, όχι μόνο στην πρωτεύουσα αλλά και σε ολόκληρη τη χώρα. Ο Ελληνικός λαόςταλαντεύεται ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Στα 1880 – 1890 βρίσκονται οι αρχιτραγουδιστές (χανεντέδες) της Σμύρνης και της Πόλης θριαμβευτικά θρονιασμένοι στιςκεντρικές πλατείες της Αθήνας και άλλων πόλεων να προσελκύουν κάθε βράδυ πολλές χιλιάδες κοινού αλλά και ναυποστηρίζονται δημόσια πια απ’ τους ντόπιους λόγιους όπως ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης που το 1883 έγγραφε«εξομολογούμαι την μουσικήν μου αμάθειαν αλλά ουδενός μουσικού συνθέτου την αρμονικήν γλώσσαν εννοώ και αισθάνομαιτόσον, όσον τας ηδυπαθείς, τας μαλθακάς εκείνας ανατολίτικας μελωδίας……». Αλλά και συντηρητικότεροιγερμανοθρεμένοι και ενταγμένοι στον εξευρωπαϊσμό σαν τον Άγγελο Βλάχο που ανακαλύπτει ξαφνικά την πατρογονική τουκληρονομιά και λέει «με συγκινεί πολλάκις η ανατολική μελωδία μέχρι των μυχών της καρδίας μου…..»Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικαμακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικαλυπητεράπως η ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!Είναι χυμένη από τη μουσική σαςκαι πάει με τα δικά σας τα φτερά…….Κωστής Παλαμάς

page 4 / 6

Page 5: Μουσική από την Σμύρνη

Μουσική από τη ΣμύρνηAssociation of the Enosi SmyrneonCreated: Wednesday, 06 April 2011

Δεν είναι μόνο η Αθήνα και ο Πειραιάς που έχουν γνωρίσει την ανατολίτικη μουσική της Σμύρνης και της Πόλης αλλά έχουνανοίξει παρόμοια κέντρα με κομπανίες στο Μεσολόγγι, που μάλιστα τραγουδάει η όμορφη Γιαννιώτισσα Κούλα, στη Χαλκίδα,στο Βόλο, στη Λειβαδιά, στην Ερμούπολη της Σύρου, στη Πάτρα όπου στα Ψηλά Αλώνια της τραγουδάει και χορεύει ηόμορφη Σμυρνιά Ευθαλία. Από δημοσίευμα του 1884 μαθαίνουμε ότι το κέντρο «Ομόνοια» στη Θεσσαλονίκη με Ισραηλίτηεπιχειρηματία έχει στη διάθεση του ελληνοτουρκική κομπανία που μέσα, στο πλούσιο ρεπερτόριο της περιλαμβάνει μεεπιτυχία και τον Ερωτόκριτο. Στη περίοδο των Βαλκανικών πολέμων (1912 – 13) τα καφέ – αμάν θα περιορισθούν σε περιοχές με ξεκάθαρο λαϊκό στίγμα(αγορές, λιμάνια….) χωρίς όμως να χάσουν τον όγκο της πελατείας τους. Θα αρχίσουν να αναπτύσσονται πάλι δίνοντας τησκυτάλη στους πρόσφυγες μουσικούς μετά την Μικρασιατική καταστροφή.

(ΙV) Συμβολή του Σμυρναίικου τραγουδιού στη δεκαετία του 30

Μέσα στην πολύ παραγωγική μουσική ατμόσφαιρα της Σμύρνης πριν το 22 έζησαν τα νεανικά τους χρόνια οι μουσικοίδάσκαλοι που μετέφεραν την καλλιτεχνική τους εμπειρία και τις πλούσιες γνώσεις τους στην Ελλάδα, αλλά και όλος οΕλληνισμός της Σμύρνης είχε έμφυτη μουσική καλλιέργεια και ενδιαφέρον για το τραγούδι ώστε να το πλαισιώσει και ναγίνει ένα σωστό και καλό ακροατήριο. Αυτά συμβάλλουν στη δημιουργία του αστικολαϊκού τραγουδιού του 30.Με την άφιξη των προσφύγων ανοίγουν μαγαζιά (1923) στα χνάρια των καφέ-αμάν που παίζονται Σμυρναίικα και Πολίτικατραγούδια κυρίως από Σμυρνιούς μουσικούς με όργανα το βιολί, το σαντούρι, την κιθάρα που συνοδεύουν τον τραγουδιστή,ενώ σύντομα προστίθεται και το ούτι. Κατά την δεκαετία του 30 επικρατεί το είδος «Σμυρναίικο – ρεμπέτικο» που αντλούσεμουσική από τον τρόπο έκφρασης των μικρασιατών προσφύγων, έτσι αυτό άνοιξε τον δρόμο στο να γνωρισθεί και ν’αγαπηθεί από πολύ κόσμο το μέχρι τότε περιθωριακό ρεμπέτικο.

Αρχικά το «ρεμπέτικο» τραγούδι παιζόταν μόνο στις μικρές και μισοφώτεινες, συνήθως ανδροκρατούμενες ταβέρνες απόκομπανίες με δύο – τρία μπουζούκια, ένα μπαγλαμαδάκι, μια κιθάρα και συχνά ένα ακορντεόν, όπου οι μουσικοί συχνά τύχαινενα στέκονται όρθιοι λόγω απουσίας πάλκου. Τα Σμυρναίικα και Πολίτικα παίζονταν στα μαγαζιά και τα καφέ – αμάν με πάλκοαπό κομπανίες με ένα σαντούρι, ένα – δύο βιολιά, ένα ούτι, ένα κρουστό, συχνά ένα κανονάκι και τους βασικούς ρόλους είχανμια τραγουδίστρια και μια χορεύτρια. Σιγά – σιγά επέρχεται μια γόνιμη σύζευξη, στα μεν καφέ – αμάν μπαίνουν και ρεμπέτικα τραγούδια, στις δε ταβέρνεςμπαίνουν και Σμυρναίικα – Πολίτικα τραγούδια όπου για πρώτη φορά σ’ αυτές συμμετέχουν και γυναικείες φωνές. Αυτά όλαέφεραν διαφορετικό και πιο αστικό ύφος στο ρεμπέτικο τραγούδι του 30, όπου η συμβολή του Σμυρναίικου στυλ δίνεισυνθέσεις πιο φωτεινές και χαρούμενες σε ανατολίτικη γραμμή. Οι τότε συνθέτες γράφουν όμορφες μελωδίες που διατηρούντην διαχρονική φρεσκάδα τους μέχρι σήμερα και έτσι γίνονται οι πρωτομάστορες του «Σμυρναίικου - ρεμπέτικου».

Σ’ αυτή την δεκαετία και ιδιαίτερα μέχρι τα μέσα του 1936 γραμμοφωνούνται πολλά τραγούδια αμιγούς Σμυρναίικου ύφουςπου χαρακτηρίζονται στις ετικέτες των δίσκων ως «ρεμπέτικα». Οι συνθέτες είναι και άριστοι οργανοπαίκτες και πολύσυχνά συμμετέχουν στις ορχήστρες ηχογραφήσεων δίνοντας το στίγμα στην τότε παραγωγή της λαϊκής μουσικής. Έξοχοιεκτελεστές σε πολλές ηχογραφήσεις ήταν οι Σμυρνιοί Ογδοντάκης (βιολί), Σπ. Περιστέρης (μαντολίνο), Μαργαρώνης(σαντούρι), Ζ. Κασιμάτης (κιθάρα), οι Κωνσταντινουπολίτες Κ. Σκαρβέλης (κιθάρα), Κ. Καρίπης (κιθάρα), Αγ. Τομπούλης(ούτι), ο Μακεδόνας Δημ. Σέμσης (βιολί) κ.ά. Μεγάλες φωνές, που το πλείστον ήταν πάλι Μικρασιάτες και Πολίτες,ερμήνευσαν σε δίσκους αυτά τα τραγούδια και άφησαν εποχή όπως: ο Κώστας Νούρος που τον αποκαλούσαν «το αηδόνι τηςΣμύρνης», η Ρόζα Εσκενάζυ, η Ρίτα Αμπατζή, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Στράτος Παγιουμτζής (ο οποίος ανήκε και στην«θρυλική τετράδα» του Πειραιά), ο Κώστας Ρούκουνας, ο Βαγ. Σωφρονίου, ο Οδ. Μοσχονάς, ο Αντώνης Νταλκάς, ο ΓιώργοςΚάβουρας, ο Κ. Τσανάκος, η Γ. Μηττάκη, η Μ. Φρατζεσκοπούλου, η Μ. Καναροπούλου, η Χρ. Βάμβηλα, η Αγγ. Παπάζογλου, ηΜ. Παπαγκίκα (κυρίως σε αστικά – παραδοσιακά στην Αμερική) κ.ά. Όλοι αυτοί οι παλιοί τραγουδιστές εκτός απ’ τησεμνότητα είχαν και το χρώμα και την τεχνική της φωνής στο να ερμηνεύουν μερακλήδικα τραγούδια, ορισμένοι μάλιστα απ’αυτούς να εκτελούν και δύσκολους αμανέδες.

Ο μανές ή αμανές: Στα αρχαία Ελληνικά η λέξη Μανέ(ρως) ήταν ο θλιβερός ήχος ή η ερωτική θρηνωδία, όπως υποστηρίζει οΓεώργιος Φαίδρου στο βιβλίο του «Πραγματεία περί του Σμυρναίικου Μανέ» Σμύρνη 1881. Όλοι οι αμανέδες έχουν έναπερίτεχνο παθητικό διάλογο μεταξύ δεξιοτέχνη τραγουδιστή και οργάνων, μετά καταλήγουν σε γρήγορο κάπως χαρούμενοοργανικό finale.

«πνοή πλέον δεν μ’ άφησες και στη φωτιά ν’ αντέξω»

Από το 1936 η λογοκρισία του Μεταξά αλλάζει υποχρεωτικά τα θέματα και τους στίχους πολλών τραγουδιών που πάνε γιαηχογράφηση, επιτρέπει μόνο να μιλούν για αγάπη, χωρισμό, κρασί… Επίσης στα πλαίσια του «εξευρωπαϊσμού» της μουσικής,απογυμνώνονται τα οργανικά μέρη από τα ανατολίτικα στολίδια και τσακίσματα (τα «αμαρτωλά μπεμόλια») ώστε… ναγίνουν πιο μικρά και να χωρέσουν στις εγγραφές δίσκων 78 στροφών που διαρκούν μόλις 3΄ λεπτά και κάτι. Με το άνοιγμα των δισκογραφικών εταιρειών και την εμποροποίηση των τραγουδιών αναπτύσσεται και ο επαγγελματισμόςτων μουσικών που παίζουν στα μαγαζιά και στις αίθουσες φωνοληψίας, χαρακτηριστικό είναι ότι όποιος μουσικοσυνθέτηςέπαιρνε την κύρια και υπεύθυνη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στην εταιρεία, έγραφε σε δίσκους περισσότερα τραγούδιατου στο όνομα του, ενώ άλλοι ομότεχνοι συνάδελφοι του για να καταφέρουν να περάσουν ένα – δυο τραγούδια τους, έκανανπολλούς συμβιβασμούς και υποχωρήσεις. Πολλές ήταν οι αντιδικίες και διεκδικήσεις για πατρότητα και ποσοστά τωντραγουδιών.

Περίπου στα τέλη αυτής της δεκαετίας και κυρίως μετά τον πόλεμο επικρατεί το «Πειραιώτικο - ρεμπέτικο» τραγούδι με τησυμμετοχή πολλών Ελλαδιτών και Μικρασιατών συνθετών, αυτό κρατάει μέχρι το 1952 όπου τελειώνει η εποχή όλου του

page 5 / 6

Page 6: Μουσική από την Σμύρνη

Μουσική από τη ΣμύρνηAssociation of the Enosi SmyrneonCreated: Wednesday, 06 April 2011

γνήσιου ρεμπέτικου τραγουδιού. Η Σμύρνη όμως υπάρχει και θα υπάρχει μέσα στην Ελληνική μουσική.Βασίλης Ν. ΠετρόχειλοςΚαθηγητής ΜουσικήςΜουσικός, Ερευνητής

Βιβλιογραφία

Σμύρνη η μητρόπολη του Μικρασιατικού Ελληνισμού: Εκδόσεις ΈφεσοςΚοινωνιολογική Ιστορία του Ρεμπέτικου, Μαρ. Κωνσταντινίδου: Εκδόσεις ΜπαρμπουνάκηςΕλλήνων μούσα λαϊκή, Ηλ. Βολιότη Καπετανάκη: Εκδόσεις ΛιβάνηΤης ασιάτιδος μούσης ερασταί, Θοδ. Χατζηπανταζή: Εκδόσεις ΣτιγμήΡεμπέτικα τραγούδια, ΗΛ. Πετρόπουλου: Εκδόσεις ΚέδροςΕις ανάμνησιν στιγμών ελκυστικών, Παν. Κουνάδη: Εκδόσεις ΚατάρτιΣμύρνη η μουσική ζωή 1900-1922, Αρ. Καλυβιώτη: Εκδόσεις Music Corner – ΤήνελλαΛαϊκά τραγούδια και χοροί της Σμύρνης, Λ. Καρακάση: Μικρασιατικά χρονικά Τ.Δ.’Ένας Σμυρνιός συνθέτης του ρεμπέτικου, Β. Πετρόχειλου: Εκδόσεις Τρόπος ΖωήςΑπό το βυζάντιο στο Μ. Βαμβακάρη, Ν. Γεωργιάδη: Εκδόσεις Σύγχρονη ΕποχήΟι παιχνιδιατόροι και οι τραγουδιστάδες, Μικρασιατικά χρονικά

page 6 / 6