Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

40
Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (ΚΕ800) Εαρινό Εξάμηνο 2014 ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Για να είναι το διάβασμά σας αποδοτικότερο, η αγωνία σας μικρότερη και η απόδοσή σας καλύτερη, ακολουθήστε τις παρακάτω συμβουλές: διαβάστε την ύλη μία φορά μόνοι σας και συζητήστε τις ερωτήσεις με κάποια συμφοιτήτρια ή κάποιον συμφοιτητή σας. Δεν χρειάζεται αποστήθιση αλλά κριτική ανάγνωση και εμβάθυνση σε όσα διαβάζετε. Να είστε έτοιμοι να δώσετε παραδείγματα και να γράφετε σε σωστά ελληνικά. Καλή επιτυχία! Η εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας και οι μεταβολές της 1. Δώστε τα χαρακτηριστικά των κοινωνιών του λεγόμενου Πρώτου, Δευτέρου και Τρίτου Κόσμου. 2. Σε ποιες περιπτώσεις μιλούμε για κοινωνικές αλλαγές και σε ποιες για κοινωνικές επαναστάσεις. Ποια θεωρείται η πρώτη επανάσταση της ανθρωπότητας; Ο θεσμός του σχολείου στη σύγχρονη κοινωνία 3. Αναπτύξτε τη θέση ότι έργο της εκπαίδευσης είναι να μάθει στον άνθρωπο να ζει μαζί με τους άλλους. 4. Ποιοι θεωρούνται ότι είναι οι βασικοί πυλώνες της εκπαίδευσης; Θεωρίες-μοντέλα κοινωνικοποίησης 5. Προσδιορίστε τις λειτουργίες της κοινωνικοποίησης. 6. Ποια είναι η σχέση μεταξύ ηθικής και νοητικής ανάπτυξης σύμφωνα με τον Piaget; Ομάδες και φορείς κοινωνικοποίησης 7. Εντοπίστε τις διαφορές που υφίστανται μεταξύ της οικογενειακής και της σχολικής κοινωνικοποίησης. 8. Με ποιους τρόπους επηρεάζει η κοινωνική τάξη της οικογένειας την κοινωνικοποίηση των παιδιών; Η κοινωνική αναγνώριση της παιδικής ηλικίας 9. Τι είναι η παιδική ηλικία; Με ποιους παράγοντες σχετίζεται και πώς ορίζεται; 10. Αναπτύξτε με συντομία τις θέσεις του Αριές και του Μως για την παιδική ηλικία. 11. Η παιδική ηλικία στην εποχή των νέων τεχνολογιών.

description

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Transcript of Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Page 1: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (ΚΕ800)

Εαρινό Εξάμηνο 2014

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

Για να είναι το διάβασμά σας αποδοτικότερο, η αγωνία σας μικρότερη και η απόδοσή σας καλύτερη, ακολουθήστε τις παρακάτω συμβουλές: διαβάστε την ύλη μία φορά μόνοι σας και συζητήστε τις ερωτήσεις με κάποια συμφοιτήτρια ή κάποιον συμφοιτητή σας. Δεν χρειάζεται αποστήθιση αλλά κριτική ανάγνωση και εμβάθυνση σε όσα διαβάζετε. Να είστε έτοιμοι να δώσετε παραδείγματα και να γράφετε σε σωστά ελληνικά.Καλή επιτυχία!

Η εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας και οι μεταβολές της1.   Δώστε τα χαρακτηριστικά των κοινωνιών του λεγόμενου Πρώτου,

Δευτέρου και Τρίτου Κόσμου.2.  Σε ποιες περιπτώσεις μιλούμε για κοινωνικές αλλαγές και σε ποιες για

κοινωνικές επαναστάσεις. Ποια θεωρείται η πρώτη επανάσταση της ανθρωπότητας;

Ο θεσμός του σχολείου στη σύγχρονη κοινωνία3.   Αναπτύξτε τη θέση ότι έργο της εκπαίδευσης είναι να μάθει στον

άνθρωπο να ζει μαζί με τους άλλους.4.   Ποιοι θεωρούνται ότι είναι οι βασικοί πυλώνες της εκπαίδευσης;

Θεωρίες-μοντέλα κοινωνικοποίησης5.   Προσδιορίστε τις λειτουργίες της κοινωνικοποίησης.6.   Ποια είναι η σχέση μεταξύ ηθικής και νοητικής ανάπτυξης σύμφωνα με

τον Piaget;

Ομάδες και φορείς κοινωνικοποίησης7. Εντοπίστε τις διαφορές που υφίστανται μεταξύ της οικογενειακής και της

σχολικής κοινωνικοποίησης.8.  Με ποιους τρόπους επηρεάζει η κοινωνική τάξη της οικογένειας την

κοινωνικοποίηση των παιδιών;

Η κοινωνική αναγνώριση της παιδικής ηλικίας9.    Τι είναι η παιδική ηλικία; Με ποιους παράγοντες σχετίζεται και πώς

ορίζεται;10.  Αναπτύξτε με συντομία τις θέσεις του Αριές και του Μως για την

παιδική ηλικία.11.   Η παιδική ηλικία στην εποχή των νέων τεχνολογιών.

Κοινωνική ανισότητα-Οικογένεια και υπόβαθρο-Ανισότητες στην εκπαίδευση. Επίδοση στο σχολείο και κοινωνική προέλευση-Γλωσσικοί κώδικες

12.  Τι γνωρίζετε για τους άξονες κοινωνικής διαφοροποίησης;13.  Πώς εξηγούνται οι κοινωνικές ανισότητες;14.  Πώς τοποθετείται ένα άτομο σε ένα κοινωνικό στρώμα;

Page 2: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

15.  Τι γνωρίζετε για τη σχέση οικογένειας και κοινωνικής ανισότητας;16.  Συζητήστε για τη σχέση επίδοσης στο σχολείο και κοινωνικής

προέλευσης.17.   Αναλύστε την έννοια «πολιτισμικό κεφάλαιο» του Πιέρ Μπουρντιέ.18.  Αναπτύξτε με συντομία τη θεωρία των γλωσσικών κωδίκων του Μπάζιλ

Μπερνστάιν.19.  Η εκπαίδευση στηρίζεται κατεξοχήν στη γλώσσα-γλωσσική επικοινωνία.

Απαιτεί/αξιολογεί την λεκτική ικανότητα. Τι είναι τελικά η επίδοση;20. Μπορεί η εκπαίδευση να αντισταθμίσει τις κοινωνικές ανισότητες;  

Πολιτική της εκπαίδευσης21.  Ποιες είναι οι πολιτικές λειτουργίες των εκπαιδευτικών συστημάτων;22. Συζητήστε και κρίνετε το κίνημα της αποσχολειοποίησης.

Εκπαίδευση και οικονομική ανάπτυξη-Κοινωνική κινητικότητα23. Με ποια λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος συνδέεται και σε

ποια βασική παραδοχή στηρίζεται ο προβληματισμός για τα οικονομικά της εκπαίδευσης;

Μετανάστευση και διαπολιτισμική εκπαίδευση24. Η «υπόθεση του ελλείμματος» και η «υπόθεση της διαφοράς»:

προσδιορίστε εννοιολογικά τους δύο όρους και εντοπίστε τη σχέση τους με την ισοτιμία του μορφωτικού κεφαλαίου ατόμων διαφορετικής πολιτισμικής προέλευσης ως βασικό αξίωμα της διαπολιτισμικής θεωρίας.

25. Τι είδους ταυτότητα αναπτύσσουν οι μαθητές με μεταναστευτικό υπόβαθρο σύμφωνα με τις αρχές της διαπολιτισμικής αγωγής;

Μοντέλα εκπαίδευσης μειονοτήτων26. Να εντοπίσετε τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους στόχους και

τις πρακτικές των πλουραλιστικών μοντέλων εκπαίδευσης μειονοτικών ομάδων.

27.  Σε ποια συμπεράσματα κατέληξαν οι Skutnabb-Kangas και Toukoumaa στο πλαίσιο των ερευνών τους για τη διγλωσσία; Ποιες πρακτικές συνέπειες απορρέουν από αυτά για τη διαμόρφωση εκπαιδευτικής πολιτικής και την ανάπτυξη εκπαιδευτικών πρακτικών στη σχολική τάξη όσον αφορά την εκμάθηση της μητρικής και της δεύτερης γλώσσας;

Ελληνική πραγματικότητα και διεθνής εικόνα28. Τα Σχολεία Παλιννοστούντων αποτέλεσαν επιτυχημένο θεσμό στο

πλαίσιο της ελληνικής εκπαίδευσης; Σημειώστε για ποιους λόγους συνέβη αυτό (είτε σε θετική είτε σε αρνητική απάντηση).

29. Ποιο από τα πέντε μοντέλα εκπαίδευσης μειονοτήτων θεωρείτε ότι εφαρμόζεται αυτήν τη στιγμή στην ελληνική εκπαίδευση και για ποιους λόγους;

Η εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας και οι μεταβολές της

Page 3: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

1.   Δώστε τα χαρακτηριστικά των κοινωνιών του λεγόμενου Πρώτου, Δευτέρου και Τρίτου Κόσμου.

Η εμφάνιση διαφόρων τύπων κοινωνιών μέχρι σήμερα οδήγησε και στην διαφοροποίηση των πολιτισμών. Παρατηρώντας τους κοινωνιακούς τύπους στον σύγχρονο κόσμο διαπιστώνουμε ότι τα κοινωνικά συστήματα μεταβάλλονται ή εξελίσσονται, αλλά πάλι εξαφανίζονται, όπως στις μέρες μας οι κοινωνίες του Δεύτερου Κόσμου ή οι σοβιετικές κοινωνίες. Από τον 17ο αι. και μετά που οι δυτικές κοινωνίες εγκαθίδρυσαν αποικίες σε πολλές περιοχές, διαμορφώθηκε ο κοινωνικός χάρτης της υφηλίου, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Μετά την Ρωσική Επανάσταση του 1917 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ανθούν οι Κοινωνίες του Δευτέρου Κόσμου (κομμουνιστικές κοινωνίες), οι οποίες βασίζονται στην βιομηχανία, αλλά εδώ η οικονομίαέχει έναν κεντρικό κρατικό σχεδιασμό. Σε αυτές τις κοινωνίες η πλειονότητα του πληθυσμού δεν ζει στην ύπαιθρο, αλλά στις πόλεις, όπου κυριαρχεί η ταξική ανισότητα.Μετά την κατάρρευση των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού οι κοινωνκές και πολιτικές μεταβολές συνέβαλαν στην μετάλλαξη αυτών των κοινωνιών σε κοινωνίες του Πρώτου Κόσμου. Με τη διαδικασία δε της αποικιοκρατίας διεμορφώθησαν οι Κοινωνίες του Τρίτου Κόσμου από τον 18ο αι. μέχρι και σήμερα. Οι άνθρωποι σε αυτού του τύπου τις κοινωνίες ασχολούνται με την γεωργία κάνοντας χρήση παραδοσιακών μεθόδων παραγωγής. Δεν έχουν σταθερό σύστημα οικονομίας, αλλού στηρίζονται στην ελεύθερη επιχείρηση και αλλού η οικονομία τους είναι κεντρικά σχεδιασμένη. Το χαρακτηριστικό αυτού του τύπου κοινωνιών είναι ότι παρουσιάζουν μεγάλες και ιδιαίτερα ορατές ταξικές ανισότητες μεταξύ των πλουσίων και των πτωχών.

2.  Σε ποιες περιπτώσεις μιλούμε για κοινωνικές αλλαγές και σε ποιες για κοινωνικές επαναστάσεις. Ποια θεωρείται η πρώτη επανάσταση της ανθρωπότητας;

Οι αλλαγές που επέρχονται σε κάθε τύπο κοινωνίας έχουν σχέση με μεταβολές συνθηκών που άλλοτε είναι μικρές, οπότε οι αλλαγές αφορούν

Page 4: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ως επί το πλείστον μόνο την συγκεκριμένη κοινωνία και άλλωτε είναι τόσο σημαντικές, ώστε να σηματοδοτούν την απαρχή μιας νέας εποχής. Στην δεύτερη περίπτωση αναφερόμαστε σε μια παγκόσμια κοινωνική επανάσταση. Κάθε επανάσταση επιφέρει αλλαγές στην ζωή του ανθρώπου ως έιδους γενικότερα, διαμορφώνει νέες μορφές σχέσεων προς τη φύση, μεταβάλλει πιθανότατα ηθικές αξίες και κανόνες συμπεριφοράς. Η πρώτη επανάσταση της ανθρωπότητας (νεολιθική ή τροφοπαραγωγική) έλαβε χώρα μεταξύ της 10ης και 7ης χιλιετηρίδος π.Χ. στην αγροτική περιφέρεια της Μεσοποταμίας. Η αλλαγή που συνετελέσθη με αυτή την επανάσταση αναφέρεται στην πρώτη προσπάθεια του ανθρώπου να αποδεσμευτεί από την φύση και παράγει μόνος του ένα μέρος των μέσων συντήρησής του. Η κοινωνία του ανθρώπου δεν είναι πλέον θηρευτική ή αλιευτική, αλλά περισσότερο αγροτική, αφού ο άνθρωπος παράγει μόνος του τα προς το ζην.

Με τον όρο <<κοινωνική αλλαγή>> δηλώνουμε μια συνειδητά επιδιωκόμενη μεταβολή στην σύσταση της κοινωνίας.

Ο θεσμός του σχολείου στη σύγχρονη κοινωνία

3.   Αναπτύξτε τη θέση ότι έργο της εκπαίδευσης είναι να μάθει στον άνθρωπο να ζει μαζί με τους άλλους.

Σελίδα 169 του βιβλίου της Νικολάου.

4.   Ποιοι θεωρούνται ότι είναι οι βασικοί πυλώνες της εκπαίδευσης;

Σελίδες 169-172 του βιβλίου της Νικολάου.

Page 5: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Θεωρίες-μοντέλα κοινωνικοποίησης

5.   Προσδιορίστε τις λειτουργίες της κοινωνικοποίησης.

Η κοινωνικοποίηση επιτελεί τόσο ατομικές όσο και κοινωνικές λειτουργίες. Μπορεί έτσι να μελετάται και από την άποψη του ατόμου και από την άποψη της κοινωνίας. Από την άποψη του ατόμου, η κοινωνικοποίηση συνιστά μια διαδικασία κατά την οποία το άτομο πραγματοποιεί τις ανθρώπινες δυνατότητές του, <<ανθρωποποιείται>> ο βιολογικός οργανισμός και μεταμορφώνεται σε προσωπικότητα με μια αίσθηση ταυτότητας. Από την άποψη της κοινωνίας, η κοινωνικοποίηση συνιστά μια διαδικασία προσανατολισμού και προετοιμασίας των νέων μελών της για συμμετοχή τους στο είδος

Page 6: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

θεσμών και δραστηριοτήτων που επικρατούν σε αυτή. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται για την κοινωνία η πολιτιστική συνέχεια, αλλά και η αμοιβαιότητα και συνοχή που συνιστούν προϋποθέσεις ύπαρξης και λειτουργίας της. Γι' αυτό κάθε κοινωνία διαθέτει δεσμούς και διαδικασίες για την ανάπτυξη και αγωγή των παιδιών προς κατευθύνσεις που εναρμονίζονται με την κουλτούρα και τον τρόπο οργάνωσης των σχέσεων και δραστηριοτήτων της.

6.   Ποια είναι η σχέση μεταξύ   ηθικής   και   νοητικής   ανάπτυξης σύμφωνα με τον   Piaget ;

O Piaget θεωρεί την ηθική ανάπτυξη ως μέρος της γενικής διαδικασίας νοητικής ανάπτυξης του ανθρώπου. Η θεωρία του προήλθε από τις παρατηρήσεις του σε μια σειρά εμπειρικών πειραμάτων που έκανε με παιδιά και κατά τα οποία συγκέντρωνε την προσοχή του όχι στην συμπεριφορά των υποκειμένων του, αλλά στην λογική που χρησιμποιούσαν για να αιτιολογήσουν τις επιλογές τους σε προβλήματα που τους έθετε. Διερευνώντας την αντίληψη των παιδιών για την πηγή των κανόνων που ίσχυαν σε συνηθισμένα παιδικά παιχνίδια, ο Piaget διεπίστωσε πως τα νεότερα παιδιά, ηλικίας 5-7 χρόνων, έβλεπαν τους κανόνες του παιχνιδιού ως ιερούς και απαραβίαστους που αντλούσαν την αξία τους από μια κάπως μυστική αυθεντία και προήρχοντο από τα μεγαλύτερα παιδιά ή, ακόμα, από τον Θεό. Αργότερα, όμως, καταλάβαιναν πως οι κανόνες είχαν κοινωνική προέλευση, ότι ήσαν δημιουργήματα κοινωνικής συμφωνίας, και ,

Page 7: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

επομένως, μπορούσαν να τους αλλάξουν. Οι κανόνες έτσι έπαιρναν την αξία τους όχι από μια εξωτερική αυθεντία, αλλά από το ότι μπορούσαν να κάνουν δυνατή την διεξαγωγή του παιχνιδιού. Από αυτές τις παρατηρήσεις ο Piaget οδηγήθηκε στο συμπέρασμα πως καταρχήν το παιδί βλέπει τους κανόνες ως απόλυτους, ως προϊόντα εξωτερικά που του επιβάλλονται. Αργότερα, όμως γίνονται δεκτοί ως κοινωνικά δημιουργήματα, ως προϊόντα αμοιβαίας συμωνίας. Από τις παρατηρήσεις του αυτές ο Piaget οδηγήθηκε στη θεωρία πως η ηθικότα των νεαρών παιδιών είναι μια ηθικότητα εξαναγκασμού ή ετερονομίας, ενώ των μεγαλυτέρων είναι μια ηθικότητα συνεργασίας με τους άλλους και αυτονομίας. Ο Piaget θεωρεί την ηθική ανάπτυξη (κοινωνικοποίηση) ως μέρος της γενικής νοητικής ανάπτυξης του ανθρώπου. Καθώς το παιδί αναπτύσσει την γνωστική ικανότητα να σκέφτεται και να κάνει χρήση λογικών εννοιών και κατηγοριών, ταυτόχρονα μαθαίνει να βλέπει και τις απόψεις των άλλων, να τις κρίνει και να τις αποτιμά. Είναι επομένως η νοητική ανάπτυξη προϋπόθεση για την ηθική, χωρίς όμως να σημαίνει ότι πηγάζει από αυτήν.

Ομάδες και φορείς κοινωνικοποίησης

7.  Εντοπίστε τις διαφορές που υφίστανται μεταξύ της οικογενειακής και της σχολικής κοινωνικοποίησης.

Page 8: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

8.  Με ποιους τρόπους επηρεάζει η κοινωνική τάξη της οικογένειας την κοινωνικοποίηση των παιδιών;

Πολλοί έχουν διερευνήσει τις διαφορές σε περιεχόμενα και μεθόδους κοινωνικοποίησης και τις συνέπειές τους για τα παιδιά ως συνάρτηση της κοινωνικής υάξης της οικογένειας. Αρκετές μελέτες

Page 9: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

έχουν δείξει την ύπαρξη διαφορετικών σε κάποιο βαθμό αξιολογικών συστημάτων και προσανατολισμών μεταξύ κοινωνικών τάξεων που συνδέονται με διαφορές στις διαδικασίες κοινωνικοποίησης που ακολουθούν οι γονείς. Μια ειδικότερη περίπτωση αυτών των διαφορών βρίσκεται στο ότι παιδιά μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων κοινωνικοποιούνται σε αξίες που τονίζουν την ανάγκη ατομικής επιτυχίας και που οδηγούν στην ανάπτυξη του λεγόμενου <<συνρόμου επιτυχίας>>, κάτι που εμφανίζεται σε μειωμένο αριθμό ανάμεσα σε κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Παρόμοιες διαφοροποιήσεις έχουν παρατηρηθεί σε θέματα γλώσσας (θεωρία Bernstein) , σε βαθμό αυτενέργειας και ανεξαρτησίας που παραχωρεί η οικογένεια στα παιδιά, σε θέματα τρόπου με τον οποίο ασκούν οι γονείς την εξουσία στα παιδιά τους. Συμπερασματικά. η οικογένεια αποτελέι την πρω΄τη ομάδα στην οποία συμμετέχει το παιδί και για αυ΄το είναι θεμελιακής σημασίας για την εσωτερίκευση αντιλήψεων της πραγματικότητας και αξιών, για την ανάπτυξη δεξιοτήτων και για την δημιουργία μιας πρώτης εικόνας και αντίληψης του εαυτού., μιας ταυτότητας. Η δράση αυτή της οικογένειας δεν προσδιορίζεται αυτόνομα μέσα σε αυτή, αλλά σε συνάρτηση με τα πολιτιστικά γνωρίσματα και της προσδοκίες της ευρύτερης κοινωνίας. Παρόλο, όμως, ότι η κοινωνικοποίηση ακολουθεί τα γενικά κοινωνικά πρότυπα, παρατηρούνται διαφοροποιήσεις, οι οποίες οφείλονται ειδικά χαρακτηριστικά κάθε οικογένειας που σχετίζονται με προσωπικά χαρακτηριστικά των γονέων και με την κοινωνική θέση της οικογένειας. Με όποιον όμως τρόπο και αν διεξάγονται οι κοινωνικοποιητικές διαδικασίες, ο κόσμος της οικογένειας είναι για το παιδί ένας κόσμος πλήρης, ολοκληρωμένος, αυτονόητος και αναπόφευκτος και ως τέτοιος εσωτερικεύεται και συνιστά το υπόβαθρο για την παραπέρα κοινωνικοποίησή του. Στην παραπέρα κοινωνικοποίησή του το παιδί εντάσσεται σε υποκόσμους της πραγματικότητας, σε πιο εξειδικευμένες πλευρές και διαστάσεις της.

Η κοινωνική αναγνώριση της παιδικής ηλικίας

9.    Τι είναι η παιδική ηλικία; Με ποιους παράγοντες σχετίζεται και πώς ορίζεται;

Η παιδική ηλικία αντιμετωπίζεται ως κάτι ιδιαίτερο και ξεχωριστό, παρότι συνιστά απλώς μια δεδομένη χρονική περίοδο στη ζωή του ανθρώπου. Αυτή η ιδιαιτερότητα αποσαφηνίζεται μέσα από την αντιπαραβολή δύο κοινωνικών χρονικά προσδιορισμένων καταστάσεων: του παιδιού και του ενηλίκου. Ο ενήλικος χρησιμοποιείται πάντα ως

Page 10: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

σημείο αναφοράς και μέτρο σύγκρισης σε σχέση με το παιδί. Στις αναπαραστάσεις της παιδικής ηλικίας το παιδί περιγράφεται ως ατελής ενήλικας με βιολογικούς και κοινωνικούς όρους και επωμίζεται ένα σύνολο αρνητικών γνωρισμάτων, που νομιμοποιούν την υιοθέτηση πρακτικών παρέμβασης από την πλευρά των ενηλίκων. Οι πρακτικές αυτές αφενός λειτουργούν προστατευτικά για το παιδί, αφετέρου καθιερώνουν στη πράξη την εξάρτηση του από την κοινωνία των ενηλίκων. Η παιδική ηλικία επομένως, είναι κάτι περισσότερο από βιολογία, αλλά σχετίζεται με την τάξη και το φύλο, καθώς αυτοί οι παράγοντες καθορίζουν το πώς θα είναι η παιδική μας ηλικία. Το παιδί βιολογικά χαρακτηρίζεται ως «μικρό», ενώ κοινωνικά ως «εξαρτώμενο» άτομο. Το παιδί ενεργεί και δρα σύμφωνα με τις φυσικές προδιαθέσεις του και όχι τους κοινωνικούς κανόνες, όπως αυτοί έχουν οριστεί από τους ενηλίκους. Αυτός ο τύπος συμπεριφοράς δεν είναι αποδεκτός από την κοινωνία των ενηλίκων και δεν ενσωματώνεται στην νομοτέλεια των κοινωνικών συστημάτων. Το σχολείο και οι θεσμοί κοινωνικοποιούν το παιδί και το εντάσσουν σταδιακά στην κοινωνία των ενηλίκων. Η παιδική ηλικία, αλλά και η θέση του παιδιού στην κοινωνία διαφέρουν από εποχή σε εποχή και εξαρτώνται άμεσα από τις αλλαγές που υφίσταται η κοινωνία στους θεσμούς και στο σύστημα αξιών της.

10.  Αναπτύξτε με συντομία τις θέσεις του Αριές και του Μως για την παιδική ηλικία.

Ο Philippe Aries δημοσίευσε το 1960 το σύγγραμμά του Αιώνες Παιδικής ηλικίας, υποστηρίζοντας πως η ιδέα της παιδικής ηλικίας αποτελεί μια επινόηση των νεώτερων χρόνων. Δεν υπήρχαν τότε διαχωριστικά όρια μεταξύ παιδιών και ενηλίκων. Τα παιδιά δεν ήταν παρά μικροί ενήλικοι και αντιμετωπίζοντο με τον ανάλογο τρόπο. Στις παραδοσιακές κοινωνίες το παιδί ζούσε ελεύθερο και αποκτούσε την γνώση με τον θεσμό της μαθητείας. Η πρακτική της μαθητείας ανάγκαζε τα παιδιά να ζουν με τους ενήλικες και να αποκτούν τις τεχνικές γνώσεις, αλλά και να μαθαίνουν τους κανόνες συμπεριφοράς. Το παιδί μάθαινε την ζωή μέσα από την συναναστροφή του με τους ενηλίκους. Στα τέλη του 17ου

Page 11: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

αιώνα το σχολείο αντεκατέστησε την μαθητεία ως μέσο εκπαίδευσης. Η βασική θέση του Aries είναι ότι η παιδική ηλικία και η νεολαία καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα και ως τον 18ο αι. απουσιάζουν ως κοινωνική κατηγορία και ότι αποτελούν μια επινόηση των νεότερων χρόνων. Ο Αριές στηρίζει την βασική του θέση σε δυο επιχειρήματα: πρώτον, μέχρι τον 12ο αι. η μεσαιωνική τέχνη αγνοούσε ην παιδική ηλικία. Και δεύτερον, στα τέλη του 17ου αι. στις βιομηχανικές κοινωνίες λαμβάνει χώρα μια μεταβολή στα ήθη και τότε ανακαλύπτεται η παιδική ηλικία. Η οικογένεια μετεξελίχθηκε σε έναν τόπο αναγκαίας στοργής ανάμεσα σε γονείς και παιδιά. το αντικατέστησε την μαθητεία ως μέσο εκπαίδευσης και το παιδί έπαψε να ζει με τους ενήλικες και να μαθαίνει από τη ζωή και τη συναναστροφή μαζί τους. Επιπλέον, τον 16ο και τον 17ο αι. το παιδί αποκτά τα δικά του ρούχα, που το ξεχωρίζουν από τους ενηλίκους. Την ίδια περίοδο οι γονείς αρχίζουν να παίζουν με τα παιδιά και να ενδιαφέρονται για την εκπαίδευση και την ηθική ανάπτυξή τους. Από την άλλη πλευρά, ο Lloyd de Mause, διευθυντής μιας ομάδας ψυχοϊστορικών που εξέδωσαν το σύγγραμμα Ιστορία της παιδικής ηλικίας και ιδρυτής και αρχισυντάκτης του περιοδικού Ιστορία της παιδικής ηλικίας, διαφωνεί με τον Aries και θεωρεί ότι η θέση του περί επινόησης της παιδικής ηλικία είναι ασαφής και στηρίζεται σε άγνοια πηγών. Αυτός και η ομάδα του αφηγούνται και εξηγούν γιατί «η ιστορία της παιδικής ηλικίας είναι ένας εφιάλτης, από τον οποίο μόλις πρόσφατα αρχίσαμε να ξυπνάμε». Σύμφωνα με τον Mause, μέσα από μια ιστορική αναδρομή των μεθόδων ανατροφής των παιδιών και της εξέλιξής τους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα διακρίνουμε έξι διαφορετικούς τρόπους σε μια αλληλουχία στενών προσεγγίσεων γονέων και παιδιών : 1)Παιδοκτονικός τρόπος ανατροφής (αρχαιότητα-4ος αι. π.Χ.), μέχρι τον 4ο αι. στην Ελλάδα και την Ρώμη ούτε ο νόμος ούτε η κοινή γνώμη στρεφόταν κατά της παιδοκτονίας, 2)Τρόπος εγκατάλειψης (4ος-13ος αι. μ.Χ.) το καθεστώς των τροφών συναντάται σε πολλές χώρες και εκτεταμένα παρ' όλο που η φροντίδα του παιδιού από την τροφό ήταν περιορισμένη, η τροφή ανεπαρκής και η θνησιμότητα των παιδιών που μεγάλωναν με τροφούς ήταν αυξημένη, 3)Αμφίρροπος τρόπος (14ος-17ος αι.) ο ξυλοδαρμός είχε παιδευτική σκοπιμότητα, αλλά παράλληλα υπήρχε αυξημένο ενδιαφέρον για τη μόρφωση των παιδιών, 4)Παρεμβατικός τρόπος ανατροφής (18ος αι.), ουσιαστική η παρέμβαση των γονέων στην ανατροφή των παιδιών τους (διατροφή, σωματική υγεία). Ξυλοδαρμός, αλλά όχι μαστίγωση. Δημιουργία πολλών μορφών και φαντασμάτων από τους γονείς με σκοπό την τρομοκράτηση των παιδιών, 5)Τρόπος κοινωνικοποίησης (19ος-20ος), κύριος στόχος η ομαλή ένταξη και η προσαρμογή του παιδιού στην κοινωνία. Ενεργή συμμετοχή του πατέρα για πρώτη φορά. Μέριμνα για την κοινωνικοποίηση του παιδιού, 6)Βοηθητικός τρόπος ανατροφής (μέσα 20ου αι. και εξής), κυρίαρχα στοιχεία ο διάλογος, η διάθεση χρόνου και ο σεβασμός της προσωπικότητας του παιδιού.

Page 12: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

11.   Η παιδική ηλικία στην εποχή των νέων τεχνολογιών.

Ο Neil Postman δήλωνε ότι η παιδική ηλικία φθάνει στο απόγειο της την περίοδο μεταξύ 1850-1950. Η περίοδος αυτή διακρίνεται για τις μεγάλες και επιτυχείς προσπάθειες για ένταξη των παιδιών στο σχολείο, για την απόκτηση των δικών τους ρούχων, επίπλων και βιβλίων, τα οποία ανταποκρίνονταν στο δικό τους γλωσσικό και γνωστικό επίπεδο, των δικών τους παιχνιδιών και του δικού τους κοινωνικού κόσμου. Πριν την ανακάλυψη της τυπογραφίας τα παιδιά γίνονταν ενήλικοι με την εκμάθηση της ομιλίας, ενώ μετά τα παιδιά κέρδιζαν την ενηλικίωση μέσω της μόρφωσης από τις σχολικές διαδικασίες. Έτσι, λοιπόν, η παιδική ηλικία καθορίστηκε από τη σχολική παρακολούθηση. Όμως από την εποχή της εμφάνισης της τηλεόρασης, στην οποία δεν υπάρχουν φυσικοί, οικονομικοί, γνωστικοί και φαντασιακοί περιορισμοί, επειδή όλοι έχουν πρόσβαση στην πληροφορία και εξαλείφεται η αποκλειστικότητα στη γνώση του κόσμου, χάνεται και μια από τις κυριότερες διαφορές μεταξύ παιδικής ηλικίας και ενήλικης ζωής. Σύμφωνα με τον Postman, κάθε περίπτωση διαφοροποίησης ρόλων ή ταυτότητας μιας ομάδας βασίζεται στη πρόσβαση που έχει στη πληροφορία. Η τηλεόραση και γενικότερα τα ηλεκτρονικά μέσα συνέβαλαν στη γρήγορη και εξισωτική αποκάλυψη του κόσμου των ενηλίκων. Αποτέλεσμα αυτού είναι η απομυθοποίηση του αισθήματος της ντροπής, ώστε να κινδυνεύει ο πολιτισμός, εφόσον

Page 13: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

αυτός στηρίζεται στον έλεγχο των ενορμήσεων( κυρίως επιθετικότητα- επιθυμία για άμεση ικανοποίηση). Επιπλέον, επειδή τα παιδιά δεν έχουν αναπτύξει επαρκώς το αίσθημα της αυτοπειθαρχίας, η ενόρμηση της βίας, της σεξουαλικότητας και του εγωισμού αποτελούν κίνδυνο. Οι ενήλικοι παλαιότερα δεν χρησιμοποιούσαν κάποιες λέξεις μπροστά στα παιδιά, αλλά και αυτά δεν επιτρέπονταν να τις χρησιμοποιούν ενώπιον των μεγαλύτερων. Η εξουσία των ενηλίκων, αλλά και η περιέργεια των παιδιών μειώνεται όσο αποκαλύπτεται απροκάλυπτα ο κόσμος των ενηλίκων. Ο Postman προτείνει ως λύση τα παραμύθια, που αποκαλύπτουν με μια μοναδική ικανότητα την ύπαρξη του κακού στα παιδιά, χωρίς να προκαλούν ψυχολογικά τραύματα. Σύμφωνα με τον Postman στη σύγχρονη εποχή κινδυνεύουμε από μια εκ νέου εξαφάνισης της παιδικής ηλικίας, επειδή σήμερα δεν ελέγχεται η πληροφορία που φτάνει στο παιδί από τα ηλεκτρονικά μέσα και έτσι το παιδί εκτίθεται στο κόσμο των ενηλίκων. Η τηλεόραση αρχίζει να καθιστά αόρατη την παραδοσιακή έννοια της παιδικής ηλικίας και αυτό το νέο είδος που εμφανίζεται θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως «ενήλικο παιδί». Απ’ την άλλη μεριά δεν πρέπει να παραγνωρίσουμε και τα στοιχεία εκείνα που δείχνουν ότι η τηλεόραση επηρεάζει τις απόψεις των παιδιών για την κοινωνική πραγματικότητα. Η τηλεόραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δώσει μια θετική εικόνα της ζωής σε άλλα μέση του κόσμου. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να αυξήσει την αυτοπεποίθηση, τον αυτοσεβασμό των παιδιών που είναι μέλη μιας καταπιεσμένης ομάδας, παρουσιάζοντας χαρακτήρες από διάφορες μειονότητες με ένα θετικό τρόπο και χωρίς στερεότυπα. Έχει τη δύναμη να μεταβιβάζει συναισθήματα και είναι τόσο ωφέλιμη όσο και επικίνδυνη.

Κοινωνική ανισότητα-Οικογένεια και υπόβαθρο-Ανισότητες στην εκπαίδευση. Επίδοση στο σχολείο και κοινωνική προέλευση-Γλωσσικοί κώδικες

12.  Τι γνωρίζετε για τους άξονες κοινωνικής διαφοροποίησης;

Το εκπαιδευτικό σύστημα παρέχει, από τη μια πλευρά, στο πλαίσιο της υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε όλα τα άτομα τις προϋποθέσεις για να αποκτήσουν μια κοινή κοινωνική-πολιτιστική ταυτότητα και να γίνουν μέλη της ίδιας κοινωνίας, αλλά τα προετοιμάζει συγχρόνως από την άλλη πλευρά και για αναλάβουν διαφορετικούς επαγγελματικούς ρόλους. Αυτό είναι αναπόφευκτο σε κάθε κοινωνία η οποία εξελίχθηκε πέραν του πρωτόγονου σταδίου των αδιαφοροποίητων «κοινωνιών των κυνηγών και συλλεκτών» και στην οποία υφίσταται ένας υψηλός βαθμός καταμερισμού εργασίας και κοινωνικής διαφοροποίησης. Η κοινωνική διαφοροποίηση χαρακτηρίζεται από δύο βασικούς άξονες: έναν οριζόντιο και έναν κάθετο, διακρίνεται δηλαδή στην οριζόντια και την κάθετη διαφοροποίηση της κοινωνίας. Η οριζόντια διαφοροποίηση συνεπάγεται διαφορές, δηλαδή ανομοιότητες, ενώ η κάθετη ανισότητες.

Page 14: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Ανομοιότητες αποτελούν εκείνες οι διαφορές των γνωρισμάτων, προσόντων και ρόλων ,οι οποίες δεν είναι ιεραρχημένες, ενώ, αντίθετα, οι ανισότητες αποτελούν κοινωνικά ιεραρχημένες διαφορές. Η κάθετη διαφοροποίηση συγκροτεί το σύστημα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, που αποτελείται- από διαφορετικά «κοινωνικά στρώματα». Άτομα που ανήκουν στο ίδιο κοινωνικό στρώμα κατέχουν στον ίδιο βαθμό κοινωνικά και πολιτιστικά αγαθά, ενώ άτομα διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων χαρακτηρίζονται από άνιση κατοχή των κοινωνικά επιθυμητών αγαθών, τόσο υλικών, όπως το εισόδημα, όσο και συμβολικών, όπως η ισχύς, το γόητρο και το κύρος. Έτσι, καθώς το σχολείο προετοιμάζει τους μαθητές για αναλάβουν διαφορετικούς επαγγελματικούς ρόλους, τους διανοίγει οδούς που οδηγούν σε θέσεις οι οποίες εντάσσονται σε διαφορετικά επίπεδα κοινωνικής διαστρωμάτωσης.

13.  Πώς εξηγούνται οι κοινωνικές ανισότητες;

Η κοινωνική διαστρωμάτωση ερμηνεύεται με βάση δύο διαφορετικές προσεγγίσεις: μια ριζοσπαστική προσέγγιση που στηρίζεται στις θεωρίες της σύγκρουσης και μια συντηρητική που συντηρίζεται στον λειτουργισμό. Σύμφωνα με τις θεωρίες της σύγκρουσης, η κοινωνική ανισότητα είναι μηχανισμός εκμετάλλευσης, που ωφελεί τους προνομιούχους, διότι συμβάλλει στην κυριαρχία και εκμετάλλευση όσων βρίσκονται σε μειονεκτική θέση (έλλεψη προνομίων, εξουσίας, κύρους, κ.ά.). Κατά την θεωρία του λειτουργισμού, η κοινωνική διαστρωμάτωση υφίσταται, γιατί είναι απαραίτητη για την κοινωνία: πρώτον, γιατί πρέπει να πληρούνται όλες οι κοινωνικές θέσεις και, δεύτερον, γιατί οι άνθρωποι πρέπει να έχουν κίνητρα, για να επιτελούν τα καθήκοντά τους από την συγκεκριμένη θέση. Για τον Marx, η κοινωνική διαστρωμάτωση στις καπιταλιστικές χώρες θεμελιώνεται στη διάκριση δύο τάξεων και των αντικρουόμενων συμφερόντων τους: εκείνης που κατέχει τον έλεγχο των μέσων παραγωγής και εκείνης που διαθέτει την εργατική δύναμη. Ο ίδιος ο Marx δεν έδωσε τον ορισμό της κοινωνικής τάξης, παρόλο που η έννοια αυτή είναι η θεμελιώδης για την θεωρία του. Σύμφωνα με στοιχεία του έργου του Marx, στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής οι τάξεις τείνουν να είναι δύο και η σχέση μεταξύ τους είναι μια σχέση εκμετάλλευσης, η μία τάξη εκμεταλλεύεται και καταπιέζει την άλλη. Στις προβιομηχανικές κοινωνίες τις δύο κύριες τάξεις αποτελούσαν αυτοί που κατείχαν την γη και εκείνοι που

Page 15: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ασχολούνταν με την εκμετάλλευσή της. Στις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες δεν είναι σημαντική πλέον η γη, αλλά τα εργοστάσια, οι οι μηχανές, ο πλούτος και το κεφάλαιο. Άρα, οι δύο κύριες κοινωνικές τάξεις περιλαμβάνουν αυτούς που κατέχουν τα μέσα παραγωγής - τους κεφαλαιοκράτες - και εκείνους που πωλούν την εργασία τους στους κατόχους των μέσων παραγωγής, για να μπορέσουν να ζήσουν - τους εργάτες. Η ρίζα της διαφοροποίησης των δύο τάξεων βρίσκεται ουσιαστικά στηνιδιοκτησία και τον έλεγχο των μέσων παραγωγής μόνο από τη μια πλευρά, αυτή των κεφαλαιοκρατών αστών.

14.  Πώς τοποθετείται ένα άτομο σε ένα κοινωνικό στρώμα;

Συνήθως, η διάκριση των κοινωνικών στρωμάτων και η ένταξη των ατόμων σε αυτά γίνεται με βάσει το αθροιστικό τους σκορ, το οποίο υπολογίζεται από τους «πόντους» που λαμβάνει το άτομο σε καθεμία από αυτές τις επιμέρους τρείς διαστάσεις. Στο υψηλότερο κοινωνικό στρώμα εντάσσονται τα άτομα που καταλαμβάνουν τις υψηλότερες θέσεις(και άρα τους περισσότερους πόντους) και στις τρεις διαστάσεις, που έχουν δηλαδή υψηλό εισόδημα, υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και υψηλή επαγγελματική θέση. Τα επαγγέλματα ιεραρχούνται με βάση το γόητρο που τους αποδίδονται σε μια κοινωνία. Στο κατώτατο κοινωνικό στρώμα εντάσσονται αντίθετα τα άτομα που καταλαμβάνουν χαμηλές θέσεις και στις τρεις διαστάσεις. Στα ενδιάμεσα στρώματα εντάσσονται άτομα που έχουν μεσαία αθροιστικά σκορ. Μεσαία σκορ μπορούν ωστόσο να προκύψουν για διαφορετικές κατηγορίες ατόμων με πολύ διαφορετικά κοινωνικά γνωρίσματα: από τη μια πλευρά για άτομα που καταλαμβάνουν μεσαία επίπεδα σε όλες τις διαστάσεις, αλλά από την άλλη και για άτομα που καταλαμβάνουν υψηλό επίπεδο σε μια διάσταση και χαμηλό σε άλλη. Ένα πρόβλημα του αθροιστικού δείκτη είναι το γεγονός ότι η βαρύτητα που αποδίδεται στις επιμέρους διαστάσεις, από τις οποίες το συνολικό σκορ, είναι αυθαίρετη. Δεν υπάρχει κανένα θεωρητικό κριτήριο από το οποίο συνάγεται ότι η εκπαίδευση, το επάγγελμα και το εισόδημα πρέπει να βαρύνουν εξίσου στον υπολογισμό του συνολικού σκορ, με βάση το οποίο ένα άτομο εντάσσεται σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό στρώμα. Παραμένει συνεπώς ανοιχτό το μεθοδολογικό αλλά και ουσιαστικό ερώτημα, αν θα έπρεπε να υπάρξει συντελεστής βαρύτητας.

Page 16: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

15.  Τι γνωρίζετε για τη σχέση οικογένειας και κοινωνικής ανισότητας;

Στην Κοινωνιολογία αποτελεί μια προ πολλού θεωρητικά και εμπειρικά εδραιωμένη διαπίστωση ότι η βασική αιτία των εκπαιδευτικών ανισοτήτων είναι η διαφορετική επίδραση της οικογένειας στα παιδιά, την οποία το σχολείο, παρά τις επιτυχίες της αντισταθμιστικής εκπαίδευσης, δεν μπορεί ποτέ να αναιρέσει πλήρως. Σε κάθε κοινωνικό σύστημα με ανεπτυγμένο καταμερισμό εργασίας ορισμένες οικογένειες διαθέτουν, εξαιτίας των επαγγελμάτων και της εκπαίδευσης των γονέων, πνευματικά εφόδια που δε διαθέτουν άλλες οικογένειες, στις οποίες οι γονείς ασκούν χειρωνακτικά ή επαγγέλματα απλών διανοητικών απαιτήσεων. Οι γονείς οι οποίοι διαθέτουν τα πολιτιστικά εφόδια (intellectual resources) προσπαθούν πάντα σε οποιοδήποτε κοινωνικό σύστημα να τα μεταδώσουν. Το ονομαζόμενο «πολιτιστικό κεφάλαιο» (δηλαδή οι πολιτιστικές δεξιότητες των γονέων) δεν έχει καμία λογική σχέση προς το οικονομικό κεφάλαιο και η κατανομή του «πολιτιστικού κεφαλαίου» δεν συμπίπτει εμπειρικά με την κατανομή του οικονομικού κεφαλαίου. Ακριβώς το γεγονός ότι ένα τμήμα των μισθωτών , δηλαδή οι καθηγητές και οι φορείς των ερευνητικών ρόλων, είναι με βάση τα επαγγέλματα τους οι κύριοι κάτοχοι των πολιτιστικών εφοδίων στα οποία στηρίζεται η σημερινή μεταβιομηχανική κοινωνία, αποτελεί βασική προϋπόθεση της ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας αυτών των ομάδων των μισθωτών. Αυτό σημαίνει ότι η αφομοίωση των πνευματικών εφοδίων, τα οποία χρειάζεται η σύγχρονη κοινωνία, παρέχουν στα άτομα τα κοινωνικά εφόδια- τα οποία τα μεταδίδουν μέσω της οικογένειας και στα παιδιά τους- για να ανέλθουν σε ανώτερες επαγγελματικές θέσεις.

Page 17: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

16.  Συζητήστε για τη σχέση επίδοσης στο σχολείο και κοινωνικής προέλευσης.

Το κριτήριο που αποτελεί την αποκλειστική βάση της διαφοροποίησης των μαθητών είναι η σχολική επίδοση. Η σχολική επίδοση είναι ο βαθμός στον οποίο οι μαθητές ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των εκπαιδευτικών, ο βαθμός δηλαδή στον οποίο οι μαθητές αφομοιώνουν τις γνωστικές και κοινωνικές δεξιότητες τις οποίες ορίζει το σχολικό πρόγραμμα. Οι εξωσχολικές συνθήκες μάθησης στην οικογένεια και στο κοινωνικό περιβάλλον των μαθητών είναι άνισες, καθώς γεγονός αποτελεί πως η οικογένεια των υψηλότερων στρωμάτων επιδρά με διπλό τρόπο, τόσο προικίζοντας το παιδί («πρωτογενής επίδραση»), όσο και προωθώντας το («δευτερογενής επίδραση»), ακόμη και όταν δεν είναι επαρκώς προικισμένο, στα ανώτερα επίπεδα εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει ότι μαθητές με μέτριες επιδόσεις, που προέρχονται από οικογένειες υψηλών κοινωνικών στρωμάτων, προωθούνται σε μεγαλύτερο ποσοστό στη τριτοβάθμια εκπαίδευση απ’ ό, τι μαθητές με επίσης μέτριες επιδόσεις από οικογένειες χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων. Σύμφωνα με έρευνα του Μιχάλη Χ. Κελπανίδη ο σχολικός παράγοντας «σχολική επίδοση» και ο εξωσχολικός «κοινωνική προέλευση» επηρεάζουν την απόφαση για τον αν ο μαθητής θα συνεχίσει στο Γενικό Λύκειο για ακαδημαϊκή καριέρα ή όχι, με ένα ξεκάθαρο προβάδισμα το σχολικού παράγοντα, καθώς έχει μεγαλύτερη στατιστική επίδραση από τον παράγοντα «κοινωνική προέλευση». Η ίδια έρευνα μας πληροφορεί για τις υψηλότερες επιδόσεις των μαθητών υψηλότερης κοινωνικής προέλευσης σε σχέση με τους μαθητές χαμηλής κοινωνικής προέλευσης.

Page 18: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

17.   Αναλύστε την έννοια «πολιτισμικό κεφάλαιο» του Πιέρ Μπουρντιέ.

Ο Πιερ Μπουρντιέ, ένας από τους πιο ηχηρούς εκπροσώπους του πανεπιστημιακού νεομαρξισμού, ονομάζει τι πολιτιστικές δεξιότητες των γονέων (δηλαδή τις γνώσεις και τις ικανότητες που αφομοιώνονται κατά κανόνα με την απόκτηση των αντίστοιχων τίτλων) «πολιτιστικό κεφάλαιο» και θεωρεί αυτές τις δεξιότητες- οι οποίες μόνο μεταφορικά και όχι βέβαια κυριολεκτικά με την έννοια της οικονομικής θεωρίας μπορούν να ονομαστούν «κεφάλαιο»- μια μορφή οικονομικού κεφαλαίου. Επιπλέον, ονομάζει τις πνευματικές δεξιότητες «πολιτιστικό κεφάλαιο», το οποίο ορίζει ως μια υποδεέστερη μορφή του οικονομικού κεφαλαίου. Ισχυρίζεται, επίσης ότι η κατανομή του πολιτιστικού κεφαλαίου στην καπιταλιστική κοινωνία αντιστοιχεί στην κατανομή του οικονομικού κεφαλαίου. Αυτός ο ισχυρισμός συνεπάγεται ότι οι κοινωνικές ομάδες που κατέχουν σε μεγαλύτερο βαθμό το οικονομικό κεφάλαιο κατέχουν επίσης στο μεγαλύτερο βαθμό και το «πολιτισμικό κεφάλαιο». Αντίθετα προς τον ισχυρισμό του Bourdieu, οι κατηγορίες των ατόμων που κατέχουν σε μεγαλύτερο βαθμό το οικονομικό κεφάλαιο(μεγαλέμποροι και βιομήχανοι) χαρακτηρίζονται από τη χαμηλότερη κατοχή του «πολιτιστικού κεφαλαίου».

Page 19: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

18.  Αναπτύξτε με συντομία τη θεωρία των γλωσσικών κωδίκων του Μπάζιλ Μπερνστάιν.

Ο Β. Bernstein προσπάθησε να ανιχνεὐσει την ανισότητα στην εκπαίδευση ως αποτέλεσμα της χρήσης της γλώσσας από τους μαθητές και ειδικότερα του γλωσσικού κώδικα που χρησιμοποιούν. Όλες οι έρευνες κατέληγαν στη διαπίστωση ότι οι μαθητές από τα εργατικά στρώματα έχουν φτωχότερο και πιο τυποποιημένο λεξιλόγιο, κατανοούν λιγότερες λέξεις και χρησιμοποιούν την απλούστερη συντακτική δομή. Αντίθετα, τα παιδιά της μεσαίας αστικής τάξης (δηλαδή με ανώτερο οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο) χρησιμοποιούν στην επικοινωνία τους μέσα και έξω από το σχολείο γλώσσα πλούσια σε λεξιλόγιο, το οποίο αυξάνεται, όσο αυξάνει η ηλικία και έχουν μεγάλη άνεση στην έκφραση. Διαπιστώνει, λοιπόν, ότι υπάρχουν χαρακτηριστικοί για τη μεσαία αστική και την κατώτερη κοινωνική τάξη: ο <<καλλιεργημένος>> (elaborated code) και ο <<περιορισμένος>> (restricted code) γλωσσικός κώδικας. Με τον όρο <<περιορισμένος>> κώδικας εννοείται μια μορφή γλωσσικής έκφρασης εμμέσων νοημάτων με απλές, μικρές, συχνά ανολοκλήρωτες προτάσεις, με γραμματικά λάθη και ελλιπή σύνταξη. Σ' αυτήν την μορφή γλωσσικής έκφρασης χρησιμοποιούνται πολύ συχνά προτάσεις προστακτικής μορφής, ενώ το λεξιλόγιο αντλείται από ένα περιορισμένο σύνολο λέξεων. Σπάνια γίνεται χρήση της απρόσωπης έκφρασης και συγχέονται τα αίτια με τα αποτελέσματα, επειδή οι προθέσεις του ομιλητή διακρίνονται από λεκτική ασάφεια. Ο <<καλλιεργημένος>> γλωσσικός κώδικας αντίθετα είναι ένας τύπος ομιλίας, όπου η έννοια των λέξεων μπορεί να εξατομικευτεί, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κατάστασης, που έχει να αντιμετωπίσει κάθε φορά ο ομιλητής. Χρησιμοποιούνται πολύπλοκα γραμματικά και συντακτικά σχήματα σε προτάσεις πλούσιες σε επίθετα, επιρρήματα, αντωνυμίες και απρόσωπες εκφράσεις. Αυτός ο τύπος χρήσης της γλώσσας χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό αναλυτικότητας, που σημαίνει ότι πολλά στοιχεία δεν εννοούνται σιωπηρά, αλλά εκφράζονται με αναλυτικά γλωσσικά μέσα. Οι δύο μορφές ομιλίας διαφέρουν στον βαθμό της αναλυτικότητας, όταν περιγράφουν την πραγματικότητα. Ο <<καλλιεργημένος>> γλωσσικός κώδικας (επίσημη γλώσσα) ως χαρακτηριστικό των ανώτερων κοινωνικών τάξεων επιτρέπει στον ομιλητή να εκφράζει την προσωπική του άποψη, χρησιμοποιώντας με ευχέρεια τον λεξιλογικό του πλούτο και με ακρίβεια στις συντακτικές και γραμματικές δομές. Ο <<περιορισμένος>> κώδικας (κοινή γλώσσα), που χρησιμποιούν οι χαμηλές κοινωνικές τάξεις, περιορίζει τον ομιλητή σε έναν λόγο λιγότερο εξατομικευμένο, επειδή είναι περιορισμένες οι επιλογές του.

Page 20: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

19.  Η εκπαίδευση στηρίζεται κατεξοχήν στη γλώσσα-γλωσσική επικοινωνία. Απαιτεί/αξιολογεί την λεκτική ικανότητα. Τι είναι τελικά η επίδοση;

Το κριτήριο που αποτελεί την αποκλειστική βάση της διαφοροποίησης των μαθητών είναι η σχολική επίδοση. Η σχολική επίδοση είναι ο βαθμός στον οποίο οι μαθητές ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των εκπαιδευτικών, ο βαθμός δηλαδή στον οποίο οι μαθητές αφομοιώνουν τις γνωστικές και κοινωνικές δεξιότητες τις οποίες ορίζει το σχολικό πρόγραμμα. Ο προσανατολισμός του σχολείου προς την επίδοση αυξάνει με τη σχολική βαθμίδα. Βασική επιδίωξη του σχολείου είναι να εισάγει τους μαθητές στις έννοιες της αφηρημένης γλώσσας, των οποίων η κατοχή είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης και συνεπώς για την κοινωνική άνοδο. Η ικανότητα άρτιας διατύπωσης σε αφηρημένο εννοιολογικό επίπεδο είναι η ταυτότητα του ατόμου σε όλα τα κοινωνικά πλαίσια της σύγχρονης κοινωνίας, που απαιτούν δεξιότητες πέραν των χειρωνακτικών. Συνεπώς, αν το σχολείο δεν καταφέρει να βελτιώσει τις γλωσσικές εκφραστικές ικανότητες των μαθητών και να εμπεδώσει τον διευρυμένο κώδικα θα ζημιωθούν από αυτή την αποτυχία κυρίως οι μαθητές από τα πολιτιστικά μη ευνοημένα κοινωνικά στρώματα. Αν το σχολείο δεν αναπτύξει το γλωσσικό τους ρεπερτόριο και δεν τους καταρτίσει στον διευρυμένο κώδικα, θα τους κλείσει τις οδούς κοινωνικής ανόδου και θα τους διοχετεύσει σε χειρωνακτικά επαγγέλματα χαμηλού κοινωνικού status. Επιπλέον, βασικός στόχος του βιβλίου είναι η άρτια κατοχή του γραπτού λόγου απ’ όλους τους μαθητές- και συνεπώς και του διευρυμένου κώδικα που συνδέεται άρρηκτα με αυτόν- καθώς η χρήση του χαρακτηρίζει τις σύγχρονες ανεπτυγμένες κοινωνίες. Επομένως, η ανταπόκριση των μαθητών σ’ αυτές τις βασικές επιδιώξεις του σχολείου σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό, συνεπάγεται και την υψηλή σχολική τους επίδοση.

20. Μπορεί η εκπαίδευση να αντισταθμίσει τις κοινωνικές ανισότητες;  

Το γεγονός ότι η δυνατότητα της κοινωνικής ανόδου μέσω της εκπαίδευσης είναι ανοιχτή αποδεικνύει ότι το σχολείο ανακατανέμει τα πολιτιστικά εφόδια και δρα αντισταθμιστικά

Page 21: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

προς τις επιδράσεις της οικογένειας. Ο παράγοντας που δημιουργεί τις ανισότητες είναι η οικογένεια και όχι το σχολείο. Αυτό συμβαίνει σε όλα τα κοινωνικά συστήματα στα οποία υφίσταται ο θεσμός της οικογένειας. Χωρίς τις επιδράσεις του σχολείου οι εκπαιδευτικές ανισότητες θα ήταν πολύ μεγαλύτερες, σε αντίθεση με αυτό που υποστηρίζει η αντίθετη άποψη, πως το σχολείο δεν καταβάλλει προσπάθεια να αντισταθμίσει τις ανισότητες που δημιουργεί η οικογένεια, ως ισχυρός κοινωνικός θεσμός, αλλά πως το ίδιο το σχολείο δημιουργεί τις ανισότητες, κάνοντας τέτοιες επιλογές των περιεχομένων της σχολικής γνώσης, οι οποίες ευνοούν τους μαθητές από τα υψηλά κοινωνικά στρώματα. Μέσω της εκπαίδευσης συντελείται η μετάδοση των πολιτιστικών στοιχείων της κοινωνίας στα νεότερα μέλη της και η προετοιμασία τους για ανάληψη των μελλοντικών τους ρόλων στην κοινωνία ως ενήλικοι. Επειδή οι απαιτήσεις των επαγγελμάτων είναι σε μια δεδομένη χρονική περίοδο σχετικά σταθερές, και η προετοιμασία των νέων γι’ αυτές τις απαιτήσεις από πλευράς του εκπαιδευτικού συστήματος μπορεί να αξιολογηθεί ως περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματική. Αποτελεσματική είναι η προετοιμασία όταν τα προσόντα που μεταδίδει το εκπαιδευτικό σύστημα είναι αυτά που απαιτούν τα επαγγέλματα που εισέρχονται οι απόφοιτοι, χωρίς επιπλέον δαπάνες χρόνου και οικονομικών εφοδίων από πλευράς των νέων, για να αποκτήσουν τα απαιτούμενα προσόντα, τα οποία δεν τους μετέδωσε το εκπαιδευτικό σύστημα.

Πολιτική της εκπαίδευσης

21.  Ποιες είναι οι πολιτικές λειτουργίες των εκπαιδευτικών συστημάτων;

Ορισμένες διαδικασίες στο κοινωνικό σύστημα δεν είναι δυνατόν να συντελεστούν χωρίς την πραγματοποίηση των αντίστοιχων εκπαιδευτικών διαδικασιών στο εκπαιδευτικό σύστημα και αντιστρόφως. Η βασική λειτουργική συμβολή του εκπαιδευτικού συστήματος είναι η

Page 22: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

μετάδοση των πολιτιστικών στοιχείων της κοινωνίας στην επόμενη γενεά, ώστε να διασφαλίζεται η διάρκεια του κοινωνικού συστήματος στο πολιτιστικό επίπεδο που επετεύχθη από τη προηγούμενη γενεά, χωρίς παλινδρόμηση σε πιο πρωτόγονα επίπεδα, η μετάδοση δηλαδή των πολιτιστικών στοιχείων, τα οποία συγκροτούσαν την ταυτότητα της, στις νέες γενεές κατά τη βιολογικά αναπόφευκτη εναλλαγή των μελών της. Ως πρώτη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος αναφέρεται η λειτουργία της κοινωνικοποίησης και ένταξης των ατόμων στο κοινωνικό σύστημα μέσω της εσωτερίκευσης των κοινών αξιών και στάσεων από πλευράς του νέου ατόμου, ώστε να διασφαλίζεται η κοινωνική συνοχή. Οι σύγχρονες κοινωνίες χαρακτηρίζονται ωστόσο από σημαντική συσσώρευση τεχνικών και συναισθηματικά ουδέτερων γνώσεων και συναφών δεξιοτήτων. Επιπλέον, χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό καταμερισμού εργασίας και εξειδίκευσης ρόλων. Το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει, επομένως να μεταδώσει, εκτός από τις γενικές αξίες και στάσεις, διαφοροποιημένα προσόντα και δεξιότητες, οι οποίες οικοδομούνται πάνω σε ορισμένες βασικές κοινές προϋποθέσεις που αποκτώνται νωρίς. Αυτή είναι η λειτουργία της μετάδοσης προσόντων(qualification). Το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει ακόμα να κατευθύνει τα άτομα προς τους ρόλους και τις ειδικότητες για τις οποίες είναι κατάλληλο το καθένα, ώστε να επιτευχθεί όσο το δυνατόν πιο ορθολογική κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού προς το συμφέρον τόσο της κοινωνίας όσο και του ατόμου. Στο μεγαλύτερο εύρος των διαφορών που συνεπάγεται η κατανομή των ταλέντων και των κλίσεων των ατόμων μιας κοινωνίας, αντιστοιχεί ένα εξίσου μεγάλο εύρος διαφορετικών δυσκολιών και συνθετότητας των απαιτήσεων που συνεπάγονται οι κοινωνικές θέσεις και ρόλοι. Οι διαφορές αυτές οδηγούν σε κάθε κοινωνία στη θεσμοθέτηση μιας ιεραρχίας των κοινωνικών θέσεων και ρόλων. Έτσι, τα νέα άτομα δεν προετοιμάζονται για θέσεις και ρόλους που είναι απλώς διαφορετικοί, αλλά που είναι συγχρόνως και διαφορετικά ιεραρχημένοι στο κοινωνικό σύστημα. Αυτή είναι η λειτουργία της επιλογής για τις κοινωνικές θέσεις. Η τελευταία λειτουργία είναι αυτή της παραγωγής νέας γνώσης, η οποία είναι ενταγμένη αποκλειστικά στην ανώτατη βαθμίδα του εκπαιδευτικού συστήματος, στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση και ανήκει στις λειτουργίες του πανεπιστημίου.

22. Συζητήστε και κρίνετε το κίνημα της αποσχολειοποίησης.

Το θέμα της αποσχολειοποίησης δεν είναι καινούργιο. Ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 60, όταν παιδαγωγοί όπως ο Paul Goodman (1964) και οι Raymond and Dorothy Moore (1975) υποστήριξαν ότι η φοίτηση στο σχολείο άρχιζε υπερβολικά νωρίς, ενώ παράλληλα έβλαπτε τη σωματική ψυχική και πνευματική ανάπτυξη του παιδιού. Μεγάλοι παιδαγωγοί, όπως οι Ivan Illich (1971) και ο John Holt (1977), υιοθέτησαν αυτό που ονομάστηκε αργότερα κίνημα αποσχολειοποίησης, με το σκεπτικό ότι το σχολείο αποτελεί ψευδοπρόοδο που αποσκοπεί στην κατασκευή

Page 23: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

πειθήνιων μαθητών, πρόθυμων να καταναλώσουν έτοιμα προγράμματα που συνέταξαν οι «αρχές» και να υπακούσουν τους θεσμούς. Ο τρόπος που αντιλαμβανόταν την αποσχολειοποίηση ο Illich βέβαια διέφερε από αυτόν του Holt. Όπως επεσήμαινε ο Holt, αυτός εννούσε ως ‘αποσχολειοποίηση' την απομάκρυνση των παιδιών από τα σχολεία (unschooling), ενώ ο Illich θεωρούσε την τροποποίηση των νόμων, ώστε να είναι η εκπαίδευση μη υποχρεωτική (deschooling). Παρότι το σκεπτικό τους ήταν παρόμοιο με αυτό της προοδευτικής παιδαγωγικής της περιόδου τους, η λύση που πρότειναν ήταν ριζοσπαστική: το σχολείο ως θεσμός έπρεπε να τελειώσει. Από τότε πολύ νερό μπήκε στο κρασί των προοδευτικών παιδαγωγών με έμφαση στην ιδέα ότι, αν σκοπός του σχολείου είναι η κοινωνία, όποιες αλλαγές γίνονται πρέπει να γίνονται στο επίπεδο του σχολείου. Ως γνωστόν, ο καπιταλισμός αφομοιώνει τις δημοκρατικές ιδέες που προκύπτουν, αλλάζοντάς τους μορφή και περιεχόμενο, αλλοτριώνοντας τις βασικές τους ιδεολογικές αναφορές. Ως αποτέλεσμα, οι δημοκρατικές ιδέες παίρνουν καπιταλιστική χροιά. Στο πλαίσιο αυτό η αποσχολειοποίηση στη σύγχρονή του μορφή φαίνεται ότι συμβάλλει στους σκοπούς του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού εν πολλοίς. Η ανάδυση της επιχειρηματολογίας για την αποσχολειοποίηση στη σημερινή εποχή εστιάζει στις ανεπάρκειες των παραδοσιακών μεθόδων. Ο Hartley (2002) υποστηρίζει ότι η διδασκαλία σε ολόκληρη τάξη δεν είναι αποτελεσματική, επειδή δεν καλλιεργεί την απαραίτητη δημιουργικότητα, συνεργασία και αυτοδιαχείριση, ενώ ο Nordgren (2003) υποστηρίζει ότι τα σχολεία μπορούν να χαρακτηριστούν από τα συγκεντρωτικά προγράμματα σπουδών, την ανεπαρκή αυτονομία, και τον υπερβολικό έλεγχό τους. Για τον Nordgren, η συνέχιση των σχολείων στη σημερινή μορφή τους είναι κατάλοιπο των εργοστασίων της βιομηχανικής περιόδου, όπου υπήρχε παθητική μεταφορά γνώσης και μια αναμφισβήτητη απαίτηση να ολοκληρωθούν ορισμένοι στόχοι και διαδικασίες. Ομοίως, ο Perelman (1992:20) υποστηρίζει ότι τα παραδοσιακά σχολεία είναι ξεπερασμένα και οφείλουν να αντικατασταθούν από ένα "ολοκαίνουργιο σύστημα εκμάθησης υψηλής τεχνολογίας". Είναι, εντούτοις, απλοϊκό να υποστηριχτεί ότι τα σχολεία μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνο ως οργανωτικό υπόλοιπο μιας βιομηχανικής περιόδου. Όπως ο Beare (2001) υποστηρίζει, τα σχολεία μπορούν να γίνουν κατανοητά από την άποψη των προβιομηχανικών, βιομηχανικών και μεταβιομηχανικών εννοιών. Οι αναφορές της προβιομηχανικής εποχής μπορούν να φανούν στα μεσαιωνικά παραδείγματα, όπως ο ακαδημαϊκός προσανατολισμός της γνώσης. Το κύριο χαρακτηριστικό της βιομηχανικής περιόδου για την εκπαίδευση είναι η μαζικοποίηση, που είναι χαρακτηριστική πολλών πτυχών της εκπαίδευσης. Αυτή περιλαμβάνει τις στολές, τα κουδούνια, τα χρονοδιαγράμματα, καθώς και τη σταδιακή προσέγγιση και ανάπτυξη της γνώσης. Ταυτόχρονα με τις προβιομηχανικές και βιομηχανικές πτυχές της εκπαίδευσης υπάρχει και η μεταβιομηχανική νεοφιλελεύθερη έννοια της σχολικής εκπαίδευσης, που περιλαμβάνει την αυξανόμενη ευθύνη για τους δασκάλους μαζί με την από- δεξιοτητοποίηση τους, την αυξανόμενη εμπλοκή γονέων και τη μείωση των κεντρικών γραφειοκρατικών παρεμβάσεων. Είναι φυσικό να υπάρχουν εντάσεις μεταξύ αυτών των ανταγωνιστικών επιπέδων και με την κοινωνία, για την οποία τα σχολεία προετοιμάζουν τους μαθητές τους. Ενώ οι ενδιαφερόμενες ομάδες (μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί, διοίκηση) υποστηρίζουν διαφορετικές πλευρές και αξίες του σχολείου και υπάρχει μια συζήτηση για τα οργανωτικά κενά στα σχολεία, είναι επίσης

Page 24: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

σημαντικό να μελετηθούν κάποιες διαστάσεις που είναι θεμελιώδεις. Ειδικότερα, οι στόχοι της σχολικής εκπαίδευσης πρέπει να εξεταστούν σε σχέση με τα χαρακτηριστικά των εναλλακτικών προτύπων εκπαίδευσης.

Εκπαίδευση και οικονομική ανάπτυξη-Κοινωνική κινητικότητα

23. Με ποια λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος συνδέεται και σε ποια βασική παραδοχή στηρίζεται ο προβληματισμός για τα οικονομικά της εκπαίδευσης;

Μέσω της εκπαίδευσης συντελείται η μετάδοση των πολιτιστικών στοιχείων της κοινωνίας στα νεότερα μέλη της και η προετοιμασία τους για την ανάληψη των μελλοντικών τους ρόλων στην κοινωνία ως ενήλικοι. Εκτός από την αφοιμοίωση γενικών αξιών, κανόνων και κοινωνικών προτύπων, η προετοιμασία περιλαμβάνει και την απόκτηση ειδικών γνώσεων και δεξιοτήτων, οι οποίες οδηγούν στο πλαίσιο του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας σε συγκεκριμένα επαγγέλματα. Επειδή οι απαιτήσεις των επαγγελμάτων είναι σε μια δεδομένη χρονική περίοδο σχετικά σταθερές, ή τουλάχιστον η κατεύθυνση της μεταβολής τους προβλέψιμη, η προετοιμασία των νέων γι’ αυτές τις απαιτήσεις από πλευράς του εκπαιδευτικού συστήματος μπορεί να αξιολογηθεί ως περισσότερο ή λιγότερο αποτελεσματική. Αποτελεσματική είναι η προετοιμασία, όταν τα προσόντα που μεταδίδει το εκπαιδευτικό σύστημα είναι αυτά που απαιτούν τα επαγγέλματα στα οποία εισέρχονται οι

Page 25: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

απόφοιτοι, χωρίς επιπλέον δαπάνες χρόνου και οικονομικών εφοδίων από πλευράς των νέων, για να αποκτήσουν τα απαιτούμενα προσόντα, τα οποία δεν τους μετέδωσε το εκπαιδευτικό σύστημα.Από το τέλος της δεκαετίας του 1950, άρχισε προβληματισμός και παιδαγωγική συζήτηση γύρω από την άποψη ότι τα παραγόμενα μέσω της εκπαίδευσης προσόντα, γνώσεις και δεξιότητες των ατόμων αποτελούν έναν σημαντικό οικονομικό παράγοντα, ο οποίος μπορεί αναλόγως να προωθήσει ή να εμποδίσει την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας. Το πρόβλημα της σχέσης ανάμεσα στην εκπαίδευση και στην οι¬κονομική ανάπτυξη κατέλαβε κεντρική θέση στο πλαίσιο της δημόσιας συ¬ζήτησης, στην πορεία των μεγάλων εκπαιδευτικών αλλαγών που συντελέστηκαν μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες. Στο επίκεντρο της νέας θεωρητικής οπτικής πρόβαλε το πρόβλημα της αντιστοιχίας των προσόντων που παράγει το εκπαιδευτικό σύστημα προς τις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας.Στη διαδικασία της σχολικής αγωγής και μάθησης αποκτώνται από τους μαθητές γνώσεις, δεξιότητες, ικανότητες και στάσεις, οι οποίες αποδεικνύονται σε διαφορετικό βαθμό χρήσιμες στη μετέπειτα ενεργό ζωή του ενηλίκου. Ανάλογα με το βαθμό της χρησιμότητάς τους αποτελούν εφόδια ή εμπόδια στις επαγγελματικές και κοινωνικές επιδιώξεις του. Μια καλή εκ¬παίδευση που προετοιμάζει θετικά αποτελεί ένα σημαντικό εφόδιο για την κοινωνική και οικονομική άνοδο. Αντίθετα, μια ακατάλληλη σε σχέση με τις απαιτήσεις της κοινωνίας και οικονομίας εκπαίδευση δυσκολεύει την πορεία του ατόμου και δεν εξυπηρετεί την κοινωνική του άνοδο. Επιπλέον, η ακα¬τάλληλη εκπαίδευση αποτελεί και από την πλευρά της κοινωνίας σπατάλη των πόρων που αναλώθηκαν στην παροχή μιας τέτοιας εκπαίδευσης. Σε αυτή την περίπτωση, οι προσπάθειες και το οικονομικό κόστος που δαπάνη¬σε το άτομο ή η οικογένειά του για την απόκτηση αυτής της εκπαίδευσης δεν αποδίδουν, αλλά αποδεικνύονται εκ των υστέρων ως «μη παραγωγική επένδυση» των οικονομικών πόρων που δαπανήθηκαν. Έτσι, οι μαθητές ή οι οικογένειες τους υποβάλλονται σε σημαντικές επιπλέον δαπάνες που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, αν το εκπαιδευτικό σύστημα μετέδιδε τις απαιτούμενες γνώσεις και δεξιότητες, για να αποκτήσουν εκείνα τα εφόδια, τα οποία πραγματικά απαιτούνται στην κοινωνία και στην αγορά εργασίας.Η ανάπτυξη από τη δεκαετία του 1950 και μετά της νέας θεματικής των σχέσεων οικονομίας και εκπαίδευσης, η οποία άρχισε πρώτα στις αγγλοσαξωνικές και σκανδιναβικές χώρες και επεκτάθηκε μετά το 1960 και στη Γερμανία, έδωσε ώθηση στη συγκρότηση ενός νέου διεπιστημονι¬κού κλάδου, της Οικονομικής της Εκπαίδευσης. Στο χώρο της Οικονομι¬κής της Εκπαίδευσης διατυπώθηκαν νέες θεωρητικές προσεγγίσεις για τη μέτρηση και εξήγηση της συμβολής της εκπαίδευσης στην οικονομική ανάπτυξη και δομήθηκαν μοντέλα προγραμματισμού των αναγκών της οικονομίας σε ειδικευμένο προσωπικό.

Page 26: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Μετανάστευση και διαπολιτισμική εκπαίδευση

24. Η «υπόθεση του ελλείμματος» και η «υπόθεση της διαφοράς»: προσδιορίστε εννοιολογικά τους δύο όρους και εντοπίστε τη σχέση τους με την ισοτιμία του μορφωτικού κεφαλαίου ατόμων διαφορετικής πολιτισμικής προέλευσης ως βασικό αξίωμα της διαπολιτισμικής θεωρίας.

Η διαφορά του μορφωτικού κεφαλαίου των αλλοδαπών και των παλιννοστούντων κρίνεται ως ένα είδος ελλείματος σε σχέση με εκείνο της κυρίαρχης ομάδας. Η ελλειπής ή μη κατοχή της ελληνικής γλώσσας θεωρείται σοβαρό έλλειμα από τη χώρα υποδοχής, το οποίο πρέπει να καλυφθει άμεσα. Για το σκοπό αυτό έχουν παρθεί αντισταθμιστικά μέτρα, όπως τάξεις υποδοχής, φροντιστηριακά τμήματα, τμήματα ταχείας εκμάθησης της ελληνικής. Στην προσπάθεια αυτή το γλωσσικό και γενικά το μορφωτικό κεφάλαιο των αλλοδαπών/παλλινοστούντων μαθητών είτε αγνοείται είτε χρησιμοποιείται ως επικουρικό μέσο για την εκπλήρωση του στόχου, ο οποίος είναι αφενός η κάλυψη του ελλείμματος και αφετέρου η εξομοίωση των μειονοτήτων για τους ντόπιους. Στο σημείο αυτό οφείλουμε να τονίσουμε τις αρνητικές συνέπειες της εξομοίωσης και της ομοιομορφοποίησης. Καταρχήν, δεν αφήνουν περιθώρια ώστε το μορφωτικό κεφάλαιο των διαφορετικων να διατηρηθεί ή να καλλιεργηθεί ως αξία, κ έτσι οδηγείται στο σταδιακό μαρασμό του. Συνεπώς, οι μαθητές αυτοί αφομοιώνονται στο ήδη υπάρχον σύστημα. Επιπλέον, αφαιρεί από τους μαθητές εκπαιδευτικές ευκαιρίες ενώ τέλος, τους αφαιρεί το δικαίωμα να κάνουν χρήση των δικών τους γλωσσικών και πολιτισμικών εφοδίων. Η παροχή ίσων ευκαιριών για τους παλλινοστούντες και τους αλλοδαπούς μαθητές προϋποθέτει την παροχή δικαιώματος να αξιοποιούν το μορφωτικό τους κεφάλαιο. 

Page 27: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Η υπόθεση της διαφοράς και του πολιτισμικού εμπλουτισμού είναι μία διαφορετικού είδους προσέγγιση, διαπολιτισμική. Σύμφωνα με αυτήν, το πολιτισμικό κεφάλαιο των παλλινοστούντων κ αλλοδαπών δε θεωρείται "ελλειμματικό" αλλά διαφορετικό και δεν παύει να διατηρείται και να καλλιεργείται στα πλαισια της εκπαίδευσης. Σαφώς, αυτό έχει θετικές συνέπειες και οφέλη και για τους φορείς των διαφορετικών πολιτισμών αλλά και για την ίδια την κοινωνία. Στο σημείο αυτό, να τονιστεί ότι σήμερα ενισχύεται η αφομοιωτική εκπαιδευτική πολιτική. Οι λόγοι αφορούν την πολιτισμική και κοινωνική δυσκαμψία, ενώ διαμεσολαβούν και οικονομικοί λόγοι. Η πολιτισμικλη και κοινωνική δυσκαμψία συνοδεύεται από την έλλειψη οργάνωσης και διοίκησης εκπαιδευτικών υπηρεσιών, ενώ η οικονομική δυσκαμψία σχετίζεται με το γεγονός ότι τα δίγλωσσα σχολεία χρειάζονται εξιδεικευμένο διδακτικό προσωποκό, προγράμματα και υλικό, κάτι που προϋποθέτει δαπάνες.Συμπερασματικά, υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στην ισοτιμία των πολιτισμών και στην ισοτιμία των μορφωτικών κεφαλαίων, καθώς για την ύπαρξη και αποδοχή των μορφωτικών κεφαλαίων προηγείται η αποδοχή ισοτιμίας των πολιτισμών (δηλαδή η κατανόηση ότι οι πολιτισμοί εξυπηρετούν τις διαφορετικές ανάγκες των ομάδων που τις έχουν αναπτύξει οπότε υπό αυτή την έννοια δεν μπορούν παρά να θεωρηθούν ισότιμες). Η αποδοχή των μορφωτικών κεφαλαίων κινείται σε ένα μικροεπίπεδο ενώ η αρχή ισοτιμίας των πολιτισμών σε μακροεπίπεδο.Αποδεχόμαστε οπότε, τον ξένο πολιτισμό που τον θεωρούν τόσο σημαντικό όσο η χώρα υποδοχής το δικό της, και την ισοτιμία μορφωτικών κεφαλαίων και την αξιοποίησή τους (αυτό παράλληλα αποτελεί και βασική παιδαγωγική αρχή). Η μη αποδοχή του, είναι ισότιμη με την απόρριψη του μαθητή, παράγοντας που λειτουργεί ανασταλτικά, καθώς του μειώνει πολλές εκπαιδευτικές ευκαιρίες.

Page 28: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

25. Τι είδους   ταυτότητα   αναπτύσσουν οι μαθητές με μεταναστευτικό υπόβαθρο σύμφωνα με τις αρχές της διαπολιτισμικής αγωγής;

(Power Point)

Το θέμα της ταυτότητας στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

- «Διπολιτισμική ταυτότητα» (διπολιτισμική εκπαίδευση)- «Ενδιάμεσος πολιτισμός»- Έμφαση στη διγλωσσία (bilingualism) και στη δίγλωσση εκπαίδευση (bilingual education)= εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας αλλά και της μητρικής.

Η ταυτότητα του ατόμου δεν είναι μεταφυσικη ιδέα.Η προσωπική ταυτότητα και κατα ένα μεγαλο μερος η κοινωνική, δεν είναι δεδομένες ούτε αναπτύσσονται βάσει προκαθορισμένου πλάνου, αλλά διαμορφώνονται ή αποκτώνται ανάλογα με τις κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες. Στο σημείο αυτό οφείλει να υπογραμμιστεί ότι τα βιώματα, οι εμπειρίες και οι παραστάσεις των παιδιών έχουν έντονα διαπολιτισμικά και διγλωσσικά στοιχεία είτε επειδή τα παιδιά αυτά κοινωνικοποιήθηκαν στη χώρα προέλευσης είτε επειδή χρησιμοποιούσαν τη γλώσσα προέλευσης στην οικογένειά τους.Τα πολιτισμικά στοιχεία των οποίων φορέας είναι το άτομο συνθέτουν την πολιτισμική ταυτότητα. Η εξέλιξη του ατόμου εξαρτάται άμεσα από τις ευκαιρίες που του δίνονται για επεξεργασία των διαπολιτισμικών βιωμάτων, εμπειριών και παραστάσεων, καθώς και η μετέπειτα συνθεσή τους σε ένα ενιαίο σύνολο. Η προώθηση μιας μόνο γλώσσας και η παραμέληση της άλλης ισοδυναμεί με την παραμέληση ενός μέρους του μορφωτικού κεφαλαίου και με τη μείωση των μορφωτικών ευκαιριών.

Page 29: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Μοντέλα εκπαίδευσης μειονοτήτων

26. Να εντοπίσετε τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους στόχους και τις πρακτικές των   πλουραλιστικών   μοντέλων εκπαίδευσης μειονοτικών ομάδων.

Οι διαφορές ανάμεσα στους στόχους και τις πρακτικές των πλουραριλιστικών μοντέλων εκπαίδευσης των μειονοτικών ομάδων είναι οι εξής:

Όσον αφορά τους στόχους

Στόχος του πολυπολιτισμικού μοντέλου εκπαίδευσης βασίζεται στην παραδοχή ότι η κοινωνική συνοχή θα επέλθει, εάν δοθεί σε όλους τους πολιτισμούς που εκπροσωπούνται στην κοινωνία η δυνατότητα να αναπτύσσονται ισότιμα. Στόχος του αντιρατσιστικού μοντέλου είναι η κυρίαρχη ομάδα να κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους τα παιδιά κάποιων ομάδων που μειονεκτούν οδηγούνται σε σχολική αποτυχία, καθώς και οι μειονοτικές ομάδες να λάβουν τους πόρους που χρειάζονται, προκειμένου να λειτουργήσουν με όρους ισότητας και με επιτυχία στο σχολείο. Στόχος του διαπολιτισμικού μοντέλου είναι η κατανόηση της ισοτιμίας των πολιτισμών (πρώτο αξίωμα), η παροχή ίσων ευκαιριών (τρίτο αξίωμα), καθώς και η κατανόηση και η αποδοχή των αρχών της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης (εκαπίδευση για ενσυναίσθηση, εκπαίδευση για αλληλεγγύη, εκπαίδευση για διαπολιτισμικό σεβασμό και εκπαίδευση ενάντια στον εθνικιστικό τρόπο σκέψης).

Όσον αφορά τις πρακτικές

Page 30: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Για το πολυπολιτισμικό μοντέλο μπορούν να αναπτύσσονται ξεχωριστά σχολεία ή προγράμματα για κάθε ομάδα του σχολικού πληθυσμού με αποτέλεσμα, όμως, (και αυτό συνιστά την κριτική που του ασκήθηκε) οι πολιτισμοί να αναπτύσσονται ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο: παράλληλες κοινωνίες μέσα στην κυρίαρχη κοινωνία με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνεται τελικά το αίτημα για κοινωνική συνοχή. Στο αντιρατσιστικό μοντέλο επικρατεί η συζήτηση επίμαχων κοινωνικών ζητημάτων από εκπαιδευτικούς και μαθητές στο σχολείο και η έμφαση στον θεσμικό ρατσισμό, δηλαδή την διείσδυση στις δομές και τους θεσμούς της συγκεκριμένης κοινωνίας και της εκπαίδευσης ρατσιστικών στάσεων και συμπεριφορών. Αποτέλεσμα των πρακτικών αυτού του μοντέλου είναι η κριτική που δέχθηκε για την μετατροπή του σχολείου σε πεδίο κοινωνικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων. Τέλος, οι πρακτικές του διαπολιτισμικού μοντέλου εστιάζουν σε πέντε σημεία:

1. Συνεκπαίδευση παιδιών με διαφορετικό γλωσσικό και πολιτισμικό υπόβαθρο.

2. «Άνοιγμα» των Προγραμμάτων Σπουδών στους μειονοτικούς πολιτισμούς.

3. Απομάκρυνση προκαταλήψεων, στερεοτύπων και εικόνων εχθρού από τα σχολικά βιβλία.

4. Οργάνωση κοινών προγραμμάτων συνεργασίας μεταξύ μαθητών με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο.

5. Εισαγωγή των διαπολιτισμικών αρχών στην αρχική εκπαίδευση και την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.

Page 31: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

27.  Σε ποια συμπεράσματα κατέληξαν οι Skutnabb-Kangas και Toukoumaa στο πλαίσιο των ερευνών τους για τη διγλωσσία; Ποιες πρακτικές συνέπειες απορρέουν από αυτά για τη διαμόρφωση εκπαιδευτικής πολιτικής και την ανάπτυξη εκπαιδευτικών πρακτικών στη σχολική τάξη όσον αφορά την εκμάθηση της μητρικής και της δεύτερης γλώσσας;

Οι Skutnabb-Kangas και Toukoymaa (Σουηδία 1976) διεξήγαγαν έρευνες σχετικά την διγλωσσία στην εκπαίδευση. Εστίασαν σε δύο περιπτώσεις: στην πρώτη, σε παιδιά Φινλανδών μεταναστών στην Σουηδία που είχαν μεταναστεύσει στην ηλικία των 10-12 ετών. Αυτά τα παιδιά κατείχαν σε καλό βαθμό την μητρική τους γλώσσα και μετά από παραμονή 2-4 ετών στην Σουηδία κατείχαν την εντόπια γλώσσα περίπου στον ίδιο βαθμό με τους Σουηδούς συνομιλήκους τους. Στην δεύτερη περίπτωση, μελετήθηκαν πάλι παιδιά Φινλανδών μεταναστών στην Σουηδία, τα οποία μετανάστευσαν στην ηλικία των 6-8 χρόνων ή κατά την διάρκεια της προσχολικής ηλικίας. Αυτά τα παιδιά πέραν του γεγονότος ότι δεν κατείχαν σε καλό βαθμό καμία από τις δύο γλώσσες, επιπλέον, ανήκαν στο 20% των χειρότερων μαθητών. Το συμπεράσμα, στο οποίο κατέληξαν οι ερευνητές είναι το ότι η μή καλή εκμάθηση της μητρικής γλώσσας στα πρώτα σχολικά χρόνια επηρεάζει άμεσα όχι μόνο την μητρική, αλλά και την δεύτερη γλώσσα εκμάθησης. Οι συνέπειες που απορρέουν από αυτά για τη διαμόρφωση εκπαιδευτικής πολιτικής και την ανάπτυξη εκπαιδευτικών πρακτικών στη σχολική τάξη όσον αφορά την εκμάθηση της μητρικής και της δεύτερης γλώσσας είναι δύο:

α) Καλλιέργεια της μητρικής γλώσσας μέχρι οι μαθητές να αποκτήσουν επάρκεια, ώστε να μάθουν την δεύτερη γλώσσα, και

β) Αξιοποίηση των γνώσεών τους στην γλώσσα της χώρας ( σε μορφές δίγλωσσης εκπαίδευσης: Δίγλωσσα σχολεία, δίγλωσσες τάξεις, κανονικές τάξεις με διαφοροποιημένο πρόγραμμα, τμήματα μητρικής γλώσσας).

Page 32: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Ελληνική πραγματικότητα και διεθνής εικόνα

28.  Τα   Σχολεία Παλιννοστούντων   αποτέλεσαν επιτυχημένο θεσμό στο πλαίσιο της ελληνικής εκπαίδευσης; Σημειώστε για ποιους λόγους συνέβη αυτό (είτε σε θετική είτε σε αρνητική απάντηση).

Τα Σχολεία Παλιννοστούντων φαίνεται ότι δεν αποτέλεσαν επιτυχημένο εκπαιδευτικό θεσμό στο πλαίσιο της ελληνικής εκπαίδευσης για τους εξής λόγους:

α) Διότι, η έλλειψη αναλυτικών προγραμμάτων και καταλλήλου διδακτικού υλικού αποτελούν τα σημαντικότερα προβλήματα των σχολείων και φαίνεται ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις στην λειτουργία των σχολείων και στην πρόοδο των μαθητών.

β) Η περιορισμένη αποδοτικότητα των Σ.Π. τεκμηριώνεται από τα πολύ περιορισμένα ποσοστά επιτυχίας των αποφοίτων τους στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα Α.Ε.Ι. και τα Τ.Ε.Ι. και από την μαζική αναζήτηση διεξόδου από πλευράς των μαθητών στα εκπαιδευτικά ιδρύματα των χωρών προέλευσής τους.

γ) Αποτέλεσε κοινή πεποίθηση ότι τα Σ.Π. στην επικρατούσα μορφή τους δεν προσέφεραν θετικές υπηρεσίες στους μαθητές τους και, επομένως, έπρεπε να καταργηθούν ή να μετεξελιχθούν σε σχολεία δίγλωσσης εκπαίδευσης.

δ) Η επίκληση από μέρους των γονέων των παιδιών της ιδιαιτερότητάς τους (γλωσσική ιδιαιτερότητα, άρα δίγλωσση εκπαίδευση η οποία πρέπει να συνοδεύεται από <<ιδιαίτερα>> θεσμικά μέτρα που να διευκολύνουν την πρόσβαση στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση) λειτούργησε ως μηχανισμός αποκλεισμού των μαθητών από την κοινωνία.

Page 33: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

29.  Ποιο από τα πέντε μοντέλα εκπαίδευσης μειονοτήτων θεωρείτε ότι εφαρμόζεται αυτήν τη στιγμή στην ελληνική εκπαίδευση και για ποιους λόγους;

( Power Point) - Στοιχεία αφομοιωτικής αλλά και διαχωριστικής εκπαίδευσης- Στοιχεία ενσωμάτωσης- Νόμος για τη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση- λειτουργία

Διαπολιτισμικών Σχολείων, εκπαιδευτικά προγράμματα των πανεπιστημίων: παραπέμπουν τελικά στο διαπολιτισμικό μοντέλο;;

- Τελικά και σήμερα η ελληνική εκπαιδευτική πολιτική κινείται μεταξύ αφομοίωσης και ενσωμάτωσης.

(Δική μου απάντηση)Μείζον ζήτημα αποτελεί για την εκπαίδευση των μειονοτήτων στην

Ελλάδα το ερώτημα σχετικά με ποιο μοντέλο εκπαίδευσης εφαρμόζεται σήμερα στην ελληνική εκπαίδευση. Η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι διττή. Κατά την γνώμη μου, εφαρμόζεται ένα σύνθετο μοντέλο, το οποίο αφορά στην αφομοίωση, αλλά και στην ενσωμάτωση των μειονοτήτων στην ελληνική πραγματικότητα. Η εκπαίδευση των αλλοδαπών, αλλά και των παλιννοστούντων, χαρακτηρίζεται τόσο από στοιχεία αφομοίωσης (αναγκασμός των μειονοτικών ομάδων να απεμπολίσουν κάθε στοιχείο του πολιτισμού της χώρας καταγωγής τους, καθώς και της μητρικής γλώσσας τους χάριν της πολιτισμικής ομοιογένειας που πρέπει να επιτευχθεί από το σχολείο) όσο και στοιχεία ενσωμάτωσης (ελεύθερη εξάσκηση της μητρικής γλώσσας των αλλοδαπών και αφομοίωσης του πολιτισμού τους μόνο, όμως, στο πλαίσιο του ιδιωτικού βίου και απαγόρευση της εμφάνισης αυτών των στοιχείων στον δημόσιο βίο- μερική αποδοχή της ετερότητας).

Στην χώρα μας ο Νόμος για την Διαπολιτισμική Εκπαίδευση (1996), η οποία περιλαμβάνει την λειτουργία των Διαπολιτισμικών Σχολείων, καθώς και οι Τάξεις Υποδοχής, τα Φροντηστηριακά Τμάματα και τα εκπαιδευικά προγράμματα των Πανεπιστημίων, εγείρουν αρκετά ερωτήματα για το αν τελικά εφαρμόζεται το διαπολιτισμικό μοντέλο. Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική αν λάβουμε υπ' όψιν μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα: Πρώτον, την ίδρυση και την κατάργηση λόγω ποικίλων προβλημάτων των Σχολείων Παλιννοστούντων. Δεύτερον, τα προβλήματα των Τάξεων Υποδοχής (μη αξιοποίηση των αρχών διδασκαλίας της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας, μη αξιοποίηση του κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού, ελλιπής προετοιμασία μαθητών κ.ά.). Τρίτον, την μικρή ευελιξία των Διαπολιτισμικών σχολείων ως προς το πρόγραμμα σπυδών, την ύλη κ.λπ. . Και τέλος, την μη εξειδίκευση του Νόμου 2413, η οποία δημιουργεί προβλήματα εφαρμογής.

Κλείνοντας, μπορούμε μάλλον πεπεισμένοι να υποστηρίξουμε τη θέση ότι και σήμερα η ελληνική εκπαιδευτική πολιτική κινείται μεταξύ αφομοίωσης και ενσωμάτωσης.

Page 34: Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης