Η συγκύπτουσα
Transcript of Η συγκύπτουσα
Η συγκύπτουσα
Σάββατο!
Για τούς Ἰουδαίους ἡ ἡμέρα
τοῦ Σαββάτου ἦταν ὁρισμένη γιά τή λατρεία τοῦ Θεοῦ,
ὅπως γιά μᾶς τούς Χριστιανούς εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς.
Ἀπό τό πρωί ἔβλεπε κανείς ἀνθρώπους
νά βγαίνουν ἀπό τά σπίτια τους ντυμένοι τά καλά τους ροῦχα. Μητέρες μέ τά παιδάκια τους, ἄλλα στήν ἀγκαλιά τους,
ἄλλα κρατώντας τα ἀπό τό χέρι, βαδίζουν στό δρόμο.
Μεγάλοι μέ σταθερό βῆμα προχωροῦν ἀλλά καί ἡλικιωμένοι ἤ ἀσθενεῖς πιό ἀργά, όλοι κατευθύνονται πρός μία κατεύθυνση. Ποῦ; Μά ποῦ ἀλλοῦ,
γιά τή Συναγωγή.
Ἐκεῖ οἱ ραββῖνοι, οἱ θρησκευτικοί διδάσκαλοι τοῦ λαοῦ, διάβαζαν κι ἐξηγοῦσαν τό νόμο τοῦ Θεοῦ στόν λαό. Στό τέλος ὅλοι μαζί ἔψαλλαν διάφορους ψαλμούς.
Στή Συναγωγή τῆς Καπερναούμ αὐτό τό Σάββατο βρίσκεται ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ἐνῶ διδάσκει, παρατηρεῖ μία γυναίκα πού παρακολουθεῖ τά λόγια Του μέ μεγάλη προσοχή.
Ἡ θεϊκή διδασκαλία ἀγγίζει τήν ψυχή της καί στό πρόσωπό της ζωγραφίζεται εἰρήνη, χαρά ἀγαλλίαση. Καί μή νομίζετε ὅτι χωρίς κόπο
ἔφθασε μέχρις ἐδῶ. Γιατί;
Γιατί εἶναι συγκύπτουσα δηλαδή καμπουριασμένη! Ἐδῶ καί δέκα ὀχτώ χρόνια τήν βασανίζει αὐτή ἡ ἀρρώστια. Ἡ σπονδυλική στήλη ἔχει κυρτωθεῖ πάρα πολύ, τόσο ὥστε νά μή μπορεῖ νά σηκώσει ἐπάνω τό κεφάλι, οὔτε νά σταθεῖ ὀρθή ὅπως ἐμεῖς. Γιά νά κινεῖται, νά κυκλοφορεῖ εἶναι ἀναγκασμένη νά στηρίζεται σ’ἕνα ραβδί. Γι’αὐτό καί δέν κυκλοφορεῖ εὔκολα.
Κι’ὅμως αὐτή ἡ βασανισμένη, ἡ τόσο πονεμένη καί ταλαιπωρημένη γυναίκα κρύβει μιά ἐκλεκτή ψυχή. Ὅταν ἀκούει τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ νά ἑρμηνεύεται, τόν κρύβει βαθειά μέσα της καί θέλει νά τόν τηρήσει στήν ζωή της. Γι’αὐτό δέν θέλει νά λείπει ποτέ ἀπό τή Συναγωγή.
Οὔτε ἡ βροχή καί τό κρύο, οὔτε ὁ καυτερός ἥλιος τήν κάνει νά μένει σπίτι της.
Ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ καί ἡ ψαλμωδία τήν ἀνακουφίζει, τῆς δίνει παρηγοριά
στόν πόνο της, τῆς χαρίζει
κουράγιο καί ὑπομονή.
Καί νά πού αὐτό τό Σάββατο στή Συναγωγή βρίσκεται καί διδάσκει ὁ Κύριος. Τό σπλαχνικό του μάτι τήν βλέπει καί τήν συμπονᾶ.
Καί σάν παντογνώστης πού γνωρίζει τό ἐσωτερικό τῆς ψυχῆς κάθε ἀνθρώπου, βλέπει τά εὐσεβῆ αἰσθήματα, τήν πίστι καί τήν ἀγάπη στόν Θεό πού κλείνει στήν ψυχή της. Τήν εὐσπλαχνίζεται διπλά: καί γιά τήν κατάσταση τῆς ὑγείας της καί γιατί δέν λογαριάζει τόν κόπο νά φθάσει στή Συναγωγή προκειμένου ν’ἀκούσει τά λόγια τοῦ Θεοῦ.
Μόλις, λοιπόν, τελειώνει ὁ Κύριος τήν διδασκαλία Του γυρίζει πρός τήν συγκύπτουσα
καί τῆς λέει:
Από αυτή τη στιγμή σε ελευθερώνω από την αμαρτία σου !
Καί λέγοντας αὐτά ἀκουμπάει ἐπάνω της τά ἅγια χέρια Του.
Τό θαῦμα γίνεται στή στιγμή. Ἡ συγκύπτουσα σηκώνεται ἀμέσως καί στέκεται ὄρθια,
ἐνῶ ἀπό τό στόμα της βγαίνουν λόγια εὐχαριστίας καί δοξολογίας πρός τόν Θεό, τόν μεγάλο εὐεργέτη της.
Τό θαῦμα, ὅπως ἦταν φυσικό, κάνει ἐξαιρετική ἐντύπωση σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους πού βρίσκονται στή Συναγωγή. Ὅλοι χαίρονται γιά τή θεραπεία αὐτῆς τῆς τόσο συμπαθητικῆς γυναίκας καί αὐθόρμητα δοξολογοῦν τόν Θεό.
-Δόξα σοι , ο Θεός !
Ἕνας μόνο στενοχωρεῖται πολύ. Κι αὐτός εἶναι ὁ
ἀρχισυνάγωγος, ὁ ὑπεύθυνος, θά λέγαμε, τῆς
Συναγωγῆς. Βλέπει τόν θαυμασμό πού ἐκδηλώνει τό πλῆθος ἀκούγοντας τήν
οὐράνια διδασκαλία τοῦ Κυρίου, τήν ἀφοσίωση καί
τήν εὐγνωμοσύνη μετά ἀπό τά θαύματα πού
ἐπιτελεῖ, καί ἀφήνει τόν φθόνο νά κυριαρχήσει
στήν ψυχή του.
Χωρίς νά κυριαρχήσει σ’αὐτά τά συναισθήματα στρέφεται πρός τόν λαό καί ὅλο πίκρα λέει:
- Ἕξι ἡμέρες μᾶς δόθηκαν ἀπό τόν Θεό γιά νά ἐργαζόμαστε. Αὐτές λοιπόν, νά ἔρχεστε ἐδῶ καί νά θεραπεύεστε κι ὄχι τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, γιατί τό Σάββατο πρέπει νά τό ἀφιερώνουμε μόνο στή λατρεία τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά τήν ἀπάντηση στά πονηρά καί φθονερά του λόγια, τήν δίνει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μέ τέτοιο τρόπο, πού τόν ντροπιάζει μπροστά σέ ὅλους καί τόν κάνει νά σιωπήσει.
- Ὑποκριτή, τοῦ λέει, ἄλλα κρύβεις στήν
ψυχή σου κι ἄλλα λές μέ τό στόμα σου. Μέ τό πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Σαββάτου κρύβεις φθόνο καί κακία. Ποιός ἀπό σᾶς τό Σάββατο δέν παίρνει τό βόδι του ἤ τό ἄλογό του ἀπό τό σταῦλο καί δέν πάει νά τό ποτίσει; Αὐτό δέν εἶναι παράβαση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ; Κι ἄν, λοιπόν, ἐσεῖς φροντίζετε γιά τά ζῶα σας τό Σάββατο, ἐγώ δέν ἔπρεπε νά ἐνδιαφερθῶ γι’ αὐτή τήν τόσο πονεμένη καί ταλαιπωρημένη γυναίκα, πού ἔχει τήν πίστη τοῦ Ἀβραάμ; Δέκα ὀχτώ χρόνια ἄσπλαχνε ἄνθρωπε, τήν ἔχει δεμένη καί τήν βασανίζει ὁ σατανᾶς μ’αὐτή τήν ἀρρώστια. Κι ὅμως δέν παρέλειψε ποτέ νά ἔρχεται ἐδῶ στή Συναγωγή γιά νά λατρέψει τόν Θεό. Λοιπόν, δέν ἔπρεπε νά τή θεραπεύσω καί νά τήν ἀνταμείψω γιά τήν προθυμία πού ἔχει ν’ἀκούει τά λόγια τοῦ Θεοῦ;
Ἡ ἀπάντηση αὐτή τοῦ Κυρίου ἦταν τόσο ἀπαστομωτική καί πειστική, ὥστε ὁ ἀρχισυνάγωγος καί οἱ ἐχθροί τοῦ Κυρίου ἔγιναν περίγελοι στόν κόσμο. Ὁ λαός ὅμως χαιρόταν καί δόξαζε τόν Θεό γιά ὅλα τά ἔνδοξα καί θαυμαστά ἔργα πού ἔκανε ὁ Κύριος.
Ἦταν εὔκολο σ’αὐτή τή
γυναίκα νά πηγαίνει στή
Συναγωγή; Γιατί;
Ἡ κατάστασή της τήν ἔκανε νά ἀδιαφορήσει, νά δικαιολογηθεῖ ὥστε νά μένει σπίτι της;
Τι κέρδισε που έβαλε όλη της τη δύναμη
να πάει κοντά στο Χριστό;
Όσα
περισσότερα
δίνω
στο Χριστό
τόσο
πιο κερδισμένος βγαίνω.
Αγαπώ με όλη μου τη δύναμη της ψυχής μου το Χριστό.