Η Λαίδη Φθειροζόλ

5
Η ΛΑΙΔΗ ΦΘΕΙΡΟΖΟΛ ΤΕΝΝΕΣΣΗ ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Κυρία Χάρντγουικ-Μουρ Κυρία Γουάιρ Συγγραφέας (Ένα άθλια επιπλωμένο δωμάτιο στη Γαλλική Συνοικία της Νέας Ορλεάνης. Δεν υπάρχουνε παράθυρα, γιατί το δωμάτιο είναι ένας κύβος που χωρίζεται με ψεύτικους τοίχους. Ένας μικρός φεγγίτης φέρνει στο χώρο το λυκόφως μιας απαισιόδοξης ημέρας. Από το ταβάνι κρέμεται γυμνός ο ηλεκτρικός γλόμπος. Υπάρχει μια μεγάλη, μαύρη ντουλάπα με ραγισμένους καθρέφτες στην πόρτα της, ένα μαύρο, άχαρο έπιπλο που χρησιμεύει για τουαλέτα, μια κακόγουστη ζωγραφιά καθολικού αγίου και, πάνω από το κρεβάτι, ένα κορνιζαρισμένο οικόσημο. Η Κυρία Χάρντγουικ-Μουρ, μια εξηντάρα με βαμμένα ξανθά μαλλιά, κάθεται παθητικά στην άκρη του κρεβατιού σαν να μην έχει τίποτα καλύτερο να χάνει. Χτύπημα στην πόρτα) ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΙΚ-ΜΟΥΡ: (Σε κοφτό τόνο) Παρακαλώ; Ποιος είναι; ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ: (Απ' έξω, δισταχτικά) Εγώ. (Στο πρόσωπό της στιγμιαίος πανικός. Η κυρία Χάρντγουιχ-Μουρ σηκώνεται ανόρεχτα) ΜΟΥΡ: Α... η κυρία Γουάιρ. Περάστε. (Μπαίνει η σπιτονοικοκυρά, μια βαριά, ογκώδης πενηντάρα) Τώρα μόλις έλεγα να έρθω στο δωμάτιά σας για να σας πω κάτι. ΓΟΥΑΪΡ: Ναι; Τι; ΜΟΥΡ: (Με καλή διάθεση, αλλά χαμογελώντας με δυσκολία) Κυρία Γουάιρ, λυπάμαι που το λέω, αλλά νομίζω πως οι κατσαρίδες δεν είναι οι ιδανικοί συγκάτοικοι. Συμφωνείτε; ΓΟΥΑΪΡ: Κατσαρίδες, ε; ΜΟΥΡ: Μάλιστα. Κατσαρίδες! Δεν είχα στη ζωή μου πολλές εμπειρίες με κατσαρίδες, αλλά οι λίγες που έχω δει ήταν όλες εδάφους, εννοώ περπατούσαν. Αυτές εδώ, κυρία Γουάιρ, είναι ιπτάμενες κατσαρίδες! Τρόμαξα, μπορώ να πω έμεινα άναυδη, όταν είδα μια απ' αυτές ν' απογειώνεται από το πάτωμα και να βουίζει στον αέρα χάνοντας κύκλους γύρω μου - δίπλα στο πρόσωπό μου. Ταράχτηκα κι αηδίασα τόσο, κυρία Γουάιρ, που κάθισα εδώ, στην άκρη του κρεβατιού κι έβαλα τα κλάματα. Ποτέ μου δεν είχα φανταστεί πως υπάρχουν

Transcript of Η Λαίδη Φθειροζόλ

Page 1: Η Λαίδη Φθειροζόλ

Η ΛΑΙΔΗ ΦΘΕΙΡΟΖΟΛ

ΤΕΝΝΕΣΣΗ ΟΥΙΛΛΙΑΜΣ

ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Κυρία Χάρντγουικ-ΜουρΚυρία ΓουάιρΣυγγραφέας

(Ένα άθλια επιπλωμένο δωμάτιο στη Γαλλική Συνοικία της Νέας Ορλεάνης. Δεν υπάρχουνε παράθυρα, γιατί το δωμάτιο είναι ένας κύβος που χωρίζεται με ψεύτικους τοίχους. Ένας μικρός φεγγίτης φέρνει στο χώρο το λυκόφως μιας απαισιόδοξης ημέρας. Από το ταβάνι κρέμεται γυμνός ο ηλεκτρικός γλόμπος. Υπάρχει μια μεγάλη, μαύρη ντουλάπα με ραγισμένους καθρέφτες στην πόρτα της, ένα μαύρο, άχαρο έπιπλο που χρησιμεύει για τουαλέτα, μια κακόγουστη ζωγραφιά καθολικού αγίου και, πάνω από το κρεβάτι, ένα κορνιζαρισμένο οικόσημο. Η Κυρία Χάρντγουικ-Μουρ, μια εξηντάρα με βαμμένα ξανθά μαλλιά, κάθεται παθητικά στην άκρη του κρεβατιού σαν να μην έχει τίποτα καλύτερο να χάνει. Χτύπημα στην πόρτα)

ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΝΤΓΟΥΙΚ-ΜΟΥΡ: (Σε κοφτό τόνο) Παρακαλώ; Ποιος είναι;ΚΥΡΙΑ ΓΟΥΑΪΡ: (Απ' έξω, δισταχτικά) Εγώ. (Στο πρόσωπό της στιγμιαίος πανικός. Η κυρία Χάρντγουιχ-Μουρ σηκώνεται ανόρεχτα)ΜΟΥΡ: Α... η κυρία Γουάιρ. Περάστε. (Μπαίνει η σπιτονοικοκυρά, μια βαριά, ογκώδης πενηντάρα) Τώρα μόλις έλεγα να έρθω στο δωμάτιά σας για να σας πω κάτι.ΓΟΥΑΪΡ: Ναι; Τι;ΜΟΥΡ: (Με καλή διάθεση, αλλά χαμογελώντας με δυσκολία) Κυρία Γουάιρ, λυπάμαι που το λέω, αλλά νομίζω πως οι κατσαρίδες δεν είναι οι ιδανικοί συγκάτοικοι. Συμφωνείτε;ΓΟΥΑΪΡ: Κατσαρίδες, ε;ΜΟΥΡ: Μάλιστα. Κατσαρίδες! Δεν είχα στη ζωή μου πολλές εμπειρίες με κατσαρίδες, αλλά οι λίγες που έχω δει ήταν όλες εδάφους, εννοώ περπατούσαν. Αυτές εδώ, κυρία Γουάιρ, είναι ιπτάμενες κατσαρίδες! Τρόμαξα, μπορώ να πω έμεινα άναυδη, όταν είδα μια απ' αυτές ν' απογειώνεται από το πάτωμα και να βουίζει στον αέρα χάνοντας κύκλους γύρω μου - δίπλα στο πρόσωπό μου. Ταράχτηκα κι αηδίασα τόσο, κυρία Γουάιρ, που κάθισα εδώ, στην άκρη του κρεβατιού κι έβαλα τα κλάματα. Ποτέ μου δεν είχα φανταστεί πως υπάρχουν φτερωτές κατσαρίδες που πετάνε βουίζοντας γύρω από το πρόσωπό σου! Και βέβαια, κυρία Γουάιρ, θέλω να ξέρετε...ΓΟΥΑΪΡ: (Τη διακόπτει) Οι φτερωτές κατσαρίδες δεν πρέπει να σας τρομάζουν. Όλα τα σπίτια έχουν, ακόμα και στις καλές συνοικίες. Όμως δεν είναι αυτό που ήθελα...ΜΟΥΡ: (Τη διακόπτει) Αυτό που λέτε είναι σωστό, Κυρία Γουάιρ, όμως θέλω να ξέρετε πως με πιάνει φρίκη με τις κατσαρίδες, ως και με το γνωστό είδος που περπατάει στο πάτωμα, πόσο μάλλον με τις ιπτάμενες! Εάν συνεχίσω να μένω εδώ, πρέπει να τις διώξετε, και μάλιστα αμέσως!ΓΟΥΑΪΡ: Και να τις διώξω, ποιος τις εμποδίζει να ξανάρθουν απ' τα παράθυρα; Όμως, δεν είναι αυτό...ΜΟΥΡ: (Τη διακόπτει) Δεν ξέρω πώς, κυρία Γουάιρ, αλλά κάποιος τρόπος θα υπάρχει. Το μόνο που ξέρω είναι πως πρέπει να φύγουνε προτού περάσω άλλη μια νύχτα εδώ μέσα. Γιατί, αν ξυπνήσω το βράδυ και βρω κατσαρίδα στο κρεβάτι μου, θα με πιάσουνε σπασμοί και, μα το Θεό, θα πεθάνω από σπασμούς!

Page 2: Η Λαίδη Φθειροζόλ

ΓΟΥΑΪΡ: Συγνώμη που σας το λέω, κυρία Χάρντγουικ-Μουρ, αλλά είναι πιθανότερο να πεθάνετε απ' το πιοτό, παρά από τις κατσαρίδες! (Αρπάζει ένα μπουκάλι από την τουαλέτα) Τι είν' αυτό; Φθειροζόλ! Μάλιστα!ΜΟΥΡ: (Κοκκινίζοντας) Το 'χω για να ξεβάφω τα νύχια μου.ΓΟΥΑΪΡ: Πολύ τη δύσκολη μου χάνετε!ΜΟΥΡ: Τι εννοείτε;ΓΟΥΑΪΡ: Όλα τα σπίτια εδώ, στη Γαλλική Συνοικία, έχουν κατσαρίδες.ΜΟΥΡ: Ναι, αλλά όχι το κακό που γίνεται εδώ μέσα. Εδώ γίνεται συνωστισμός!ΓΟΥΑΪΡ: Τα παραλέτε. Αυτό που θα ήθελα εγώ να σας θυμίσω είναι πως μου χρωστάτε το υπόλοιπο νοίκι αυτής της βδομάδας. Χωρίς να θέλω να ξεφύγω από το θέμα των κατσαρίδων, σας πληροφορώ πως ήρθα να πάρω τα λεφτά μου.ΜΟΥΡ: Θα σας δώσω το υπόλοιπο νοίκι μόλις εξοντώσετε αυτά τα ζωύφια!ΓΟΥΑΪΡ: Να μου το δώσετε τώρα αμέσως, αλλιώς να φύγετε!ΜΟΥΡ: Και βέβαια θα φύγω, αν δεν φύγουν οι κατσαρίδες!ΓΟΥΑΪΡ: Ωραία, φύγετε και τέρμα η συζήτηση!ΜΟΥΡ: Τρελαθήκατε; Τώρα αμέσως δεν μπορώ να φύγω!ΓΟΥΑΪΡ: Τότε, γιατί μου λέτε για τις κατσαρίδες;ΜΟΥΡ: Λέω πως, κατά τη γνώμη μου, οι κατσαρίδες δεν είναι ιδανικοί συγκάτοικοι.ΓΟΥΑΪΡ: Εντάξει. Μη μένετε μαζί τους! Μαζέψτε τα και πηγαίνετε αλλού που δεν θα 'χετε κατσαρίδες!ΜΟΥΡ: Δηλαδή, επιμένετε να τις κρατήσετε εδώ;ΓΟΥΑΪΡ: Οχι, επιμένω να μου δώσετε το νοίκι που μου χρωστάτε.ΜΟΥΡ: Προς το παρόν, αυτό είναι αδύνατον.ΓΟΥΑΪΡ: Αδύνατον, ε;ΜΟΥΡ: Και Θα σας εξηγήσω γιατί. Κάθε τρεις μήνες παίρνω έμβασμα από τον άνθρωπο που μου φροντίζει τη φυτεία του καουτσούκ - και το έμβασμα δεν έχει έρθει ακόμα. Εδώ και βδομάδες το περιμένω να έρθει, αλλά στο γράμμα που πήρα σήμερα το πρωί βρήκα την εξήγηση: υπάρχει κάποιο μπλέξιμο με την περσινή φορολογική εκκαθάριση και...ΓΟΥΑΪΡ: Αχ, σταματήστε πια! Βαρέθηκα ν' ακούω γι' αυτή τη φυτεία του καουτσούκ! Τη φυτεία του καουτσούκ στη Βραζιλία! Δεκαεφτά χρόνια νοικιάζω δωμάτια, σας ξέρω πολύ καλά όλες σας!ΜΟΥΡ: (Στεγνά) Δεν καταλαβαίνω το υπονοούμενό σας!ΓΟΥΑΪΡ: Τους άντρες που κουβαλάτε εδώ τις νύχτες τι τους θέλετε - να συζητήσετε για τη φυτεία του καουτσούκ;ΜΟΥΡ: Τρελαθήκατε, μου φαίνεται! Τι είν' αυτά που λέτε;ΓΟΥΑΪΡ: Έχω αφτιά κι ακούω. Γνωρίζω πολύ καλά τι γίνεται εδώ μέσα!ΜΟΥΡ: Ξέρω ότι τους κατασκοπεύετε όλους, ξέρω ότι στήνετε αφτί πίσω από τις πόρτες!ΓΟΥΑΪΡ: Ποτέ δεν κατασκοπεύω και ποτέ δεν στήνω αφτί έξω από τις πόρτες! Το πρώτο πράγμα που μαθαίνεις όταν νοικιάζεις δωμάτια στη Γαλλική Συνοικία είναι να μη βλέπεις τίποτα, να μην ακούς τίποτα και να μαζεύεις τα λεφτά σου ωραία και καλά. Κι όσο πέφτει το χρήμα, εγώ είμαι και τυφλή και κουφή και μουγγή! Αλλά όταν αρχίζει κάποιος να μου χρωστάει, ξαναρχίζω ν' ακούω και να βλέπω και να μιλάω, και αν χρειαστεί, σηκώνω το τηλέφωνο και παίρνω το διευθυντή της αστυνομίας, που τυχαίνει να είναι κουνιάδος της αδελφής μου! Χτες βράδυ άκουσα όλο τον καβγά για τα λεφτά.ΜΟΥΡ: Ποιον καβγά; Ποια λεφτά;ΓΟΥΑΪΡ: Εκείνος γκάριζε τόσο δυνατά, που έκλεισα τα παράθυρα μη μας ακούσουν ως το δρόμο! Κουβέντα δεν είπατε για τη φυτεία στη Βραζιλία! Άλλα λέγατε νυχτιάτικα! Φθειροζόλ για να ξεβάφει τα νύχια - άχου τι μου είπε! Λες κι είμαι κάνα μωρό! Ακούς εκεί, για τη φυτεία συζητάγανε! (Ανοίγει διάπλατα η πόρτα. Μπαίνει ο Συγγραφέας φορώντας ένα φθαρμένο, κόκκινο μπουρνούζι)ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Σταματήστε!ΓΟΥΑΪΡ: Α, κι εσείς εδώ;ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Σταματήστε να κατηγορείτε αυτή τη γυναίκα!

Page 3: Η Λαίδη Φθειροζόλ

ΓΟΥΑΪΡ: Ορίστε - μας δίνει και συμβουλές ο κύριος Σαίξπηρ!ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Μέσα στον ύπνο μου άκουσα τα ουρλιαχτά σας!ΓΟΥΑΪΡ: Μέσα στον ύπνο σας! Χα, χα, χα! Μέσα στη σούρα σας θέλετε να πείτε!ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ξεκουράζομαι λόγω της αρρώστιας μου. Δηλαδή, δεν έχω το δικαίωμα...;ΓΟΥΑΪΡ: (Διακόπτει) Ποια αρρώστια; Αλκοολίκι είναι! Δεν βλέπω - στραβή είμαι; Και καλά που ήρθατε, για να τα πω και μπροστά σας. Βαρέθηκα πια τα ψοφίμια! Το καταλαβαίνετε αυτό; Μπούχτισα πια, δεν σας αντέχω όλους εσάς που γεμίσατε τη Γαλλική Συνοικία, τους τυφλοπόντικες, τους χαραμοφάηδες, τους μπεκρήδες, τους απόκληρους, που πάτε να επιβιώσετε με υποσχέσεις, ψέματα κι απάτες!ΜΟΥΡ: (Σκεπάζει τ' αφτιά της) Αχ, σας παρακαλώ, μην ουρλιάζετε! Δεν χρειάζεται!ΓΟΥΑΪΡ: (Στρέφει προς αυτήν) Κι εσείς με τις φυτείες σας στη Βραζιλία! Και το οικόσημο που πήρατε από το παλιατζίδικο - μου το 'πε η γυναίκα που σας το πούλησε! Μας έγινε και Αψβούργα η κυρία - μάλιστα! Η Λαίδη Φθειροζόλ! Ναι, αυτός είναι ο τίτλος σας! (Η κυρία Χάρντγουικ-Μουρ ουρλιάζει άγρια και πέφτει μπρούμυτα στο κρεβάτι της)ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (Με μια χειρονομία οίκτου και συμπαράστασης) Πάτε να τη βασανίζετε, την κακομοίρα. Έλεος! Καμία επιείκεια, καμία κατανόηση; Για όνομα του Θεού! (Στηρίζεται τρέμοντας στη ντουλάπα) Και να μην υπάρχει φυτεία στη Βραζιλία, έχει καμία σημασία;ΜΟΥΡ: (Σηκώνει το κορμί της από το κρεβάτι. Με πάθος) Υπάρχει σας λέω, υπάρχει! (Ο λαιμός της έχει τσιτωθεί στην προσπάθειά της να πείσει. Το κεφάλι της γέρνει προς τα πίσω)ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Τι σημασία έχει αν υπάρχει βασιλιάς του καουτσούκ στη ζωή της; Κανονικά, θα έπρεπε να υπάρχει βασιλιάς του καουτσούκ στη ζωή της! Πρέπει να την καταδικάσούμε που ένιωσε την ανάγκη να ξεφύγει από τις σκληρές μικρότητες της πραγματικότητας, χρησιμοποιώντας το - πώς να το πω - το θείο δώρο της φαντασίας;ΜΟΥΡ: (Πέφτοντας μπρούμυτα στο κρεβάτι) Όχι, όχι, δεν είναι φαντασία!ΓΟΥΑΪΡ: Αφήστε κι οι δυο σας τα μεγάλα λόγια! Κι εσείς με το αριστούργημα των οχτακοσίων σελίδων, δεν είσαστε καλύτερος από τη Λαίδη Φθειροζόλ. Φαντασίες και πράσινα άλογα!ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (Με σπασμένη φωνή) Ας πούμε ότι κι εγώ δεν είμαι τίποτα. Ας πούμε και ότι δεν υπάρχει το αριστούργημα των οχτακοσίων σελίδων. (Κλείνει τα μάτια και αγγίζει το μέτωπό του) Ας πούμε και ότι δεν υπάρχει κανένα αριστούργημα στον κόσμο! Και τι μ' αυτό, κυρία Γουάιρ; Ας πούμε ότι υπάρχουνε μόνο μερικές κακογραμμένες σελίδες στον πάτο του μπαούλου μου... Ας πούμε πως θα ήθελα να γίνω μεγάλος καλλιτέχνης, αλλά μου έλειπε το θάρρος και η δύναμη. Ας πούμε ότι από τα πεζά μου έλειπε το τελευταίο κεφάλαιο κι από τα ποιήματά μου έλειπαν οι τελευταίοι στίχοι. Ας πούμε ότι η αυλαία της αχαλίνωτης φαντασίας μου άνοιγε σε υπέροχα θεατρικά έργα, αλλά τα φώτα του θεάτρου έσβηναν προτού κλείσει η αυλαία. Ας υποθέσουμε πως όλα αυτά τα δυσάρεστα είναι αλήθεια. Και ας υποθέσούμε πως, από μπαρ σε μπαρ, από ποτό σε ποτό, σέρνομαι τελικά στο βρωμιάρικο στρώμα αυτουνού εδώ του μπουρδέλου και για να μπορέσω ν' αντέξω αυτό τον εφιάλτη και να παίξω το ρόλο μου ως το τέλος, πρέπει να στολίσω αυτό τον κόσμο, να τον φωτίσω αλλιώς, να τον εξυμνήσω. Με όνειρα και φαντασίες και έργα οχτακοσίων σελίδων που νομίζω πως θα θαμπώσουνε το Μπρόντγουέη και με υπέροχες ποιητικές συλλογές που με παρακαλάνε οι εκδότες να τούς δώσω! Ας υποθέσουμε πως ζω στον κόσμο της φαντασίας. Τι ικανοποίηση θα νιώσετε εσείς, καλή μου κυρία, άμα μου χάνετε κομμάτια αυτό τον κόσμο - άμα μου τον αποκαλέσετε ψέμα! Ένα θα σας πω, κι ακούστε με. Δεν υπάρχουν άλλα ψέματα εκτός απ' αυτά που βάζει στο στόμα του ανθρώπου το ροζιασμένο χέρι της ανάγκης και η σιδερένια γροθιά της ανέχειας, κυρία Γουάιρ! Άρα, κι εγώ είμαι ψεύτης - μάλιστα! Αλλά ο δικός σας κόσμος είναι χτισμένος πάνω σ' ένα ψέμα, ο δικός σας κόσμος είναι ένα φριχτό κατασκεύασμα από ψέματα! Ψέματα! Ψέματα! ...Τώρα κουράστηκα... Είπα ό,τι είχα να πω, και δεν έχω χρήματα να σας δώσω, γι' αυτό φύγετε κι αφήστε ήσυχη τούτη τη γυναίκα! Αφήστε τη! Εμπρός, φύγετε, φύγετε! (Τη σπρώχνει και τη βγάζει από την πόρτα)ΓΟΥΑΪΡ: (Ουρλιάζει απ' έξω) Αύριο το πρωί! Τα λεφτά ή θα σας πετάξω έξω! Και τους δυο! Και τους δυο! Και το αριστούργημα των οχτακοσίων σελίδων! Και τη φυτεία στη Βραζιλία! Κι όλες τις αηδίες! (Αργά οι δυο τσακισμένοι άνθρωποι στρέφουν και κοιτάζονται.Ο Συγγραφέας εκτείνει αργά τα χέρια με απόγνωση)

Page 4: Η Λαίδη Φθειροζόλ

ΜΟΥΡ: (Στρέφει αλλού το πρόσωπο για ν' αποφύγει το βλέμμα του) Κατσαρίδες! Παντού! Στους τοίχους, στο ταβάνι, στο πάτωμα! Γεμάτος ο τόπος από δαύτες!ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (Ευγενικά) Ξέρω. Σίγούρα στη Βραζιλία δεν είχατε κατσαρίδες.ΜΟΥΡ: (Παίρνει κουράγιο) Φυσικά και δεν είχαμε! Όλα ήτανε πεντακάθαρα, αστραφτερά. Τα πατώματα λάμπανε σαν καθρέφτες!ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Σίγουρα. Κι από τα παράθυρα είχες υπέροχη Θέα!ΜΟΥΡ: Μαγευτική.ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Πόσο μακριά ήταν από τη Μεσόγειο;ΜΟΥΡ: (Αχνά) Από τη Μεσόγειο; Κάνα δυο μίλια!ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Κι άμα η ατμόσφαιρα ήτανε καθαρή, έβλεπες απέναντι τους λευκούς βράχους του Ντόβερ; Και δίπλα τα...ΜΟΥΡ: Ναι, όποτε η ατμόσφαιρα ήτανε καθαρή, τα έβλεπες όλα απέναντι! (Ο Συγγραφέας της δίνει σιωπηλός ένα μπουκάλι ουίσκυ) Σας ευχαριστώ, κύριε...;ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Τσέχωφ! Άντον Παύλοβιτς Τσέχωφ!ΜΟΥΡ: (Χαμογελώντας με όση φιλαρέσχεια της έχει απομείνει) Σας ευχαριστώ, κύριε Τσέχωφ.

ΤΕΛΟΣ