Άπαντα Σολωμού (τόμος 2) - Ιστορικές Εκδόσεις...

150

description

 

Transcript of Άπαντα Σολωμού (τόμος 2) - Ιστορικές Εκδόσεις...

f

ΑΠΑΝΤΑ '

ΣΟΛΩΜΟΥ

ΠΛΗΡΗΣ ΕΚΔΟΣΗ

ΤΟΜΟΣ2

«Το Έθνος να μάθει νά θεωρεί εθνικό

ο,τι είναι άληθινό>>,

,,πάντ' ανοιχτά , πάντ' άγρυπνα

τα μάτια της ψυχής>>

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

Διονuοιος; .Σολωμός;

(tpyo . Σπόρου Πpοσ~λtvττι)

ΑΠΑΝΤΑ

ΣΟΛΩΜΟΥ

Πρόλογος - Αναλύσεις ΕΛΛΗΣ ΑΛΕΞΙΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

© Γ. Μέρμηγκας ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Ζωοδ. Πηγης 24 Τηλ. 3621.271 - 3624663

ΑΠΑΝΤΑ

ΣΟΛΩΜΟΥ

Κριτικές-Μελετήματα Δοκίμια*.

ΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΣΤΟΛΆΚΗ ΜΑΡΚ ΟΥ Α ΥΓΕΡΗ ΚΩΣΤΑ ΒΆΡΝΑΛΗ

ΚΩΣΤΑ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗ ΣΠΥΡΟΥ ΔΕ ΒΙΑΖΗ

ΚΩΣΤΑ ΚΑΙΡΟΦΥΑΑ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ

ΙΆΚΩΒΟΥ ΠΟΛ Υ ΛΑ

ΜΑΡΙΝΟΥ .ΣΙΓΟΥΡΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΧΑΡΗ

ΛΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

li ·'!'υ1rοypeιφ~~ή X~eιφpόv't'~eη ~ι>ι P~<>yp«φ~κl. αημc~J. .. .,,.~.,.

~αί ot περιγραφές τών εiκ:όνων είναι του ΓΙΩΡΓΗ ΠΙΚΡΟΥ

* Τα οvόjιατα μπήκαν με αλφαβητική σειρά. '----·

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Β' ΤΟΜΟΥ

Η Γυναίκα ' της Ζάκυθος ..... · .............................. Ι Ι Σημειώσεις ......... , ..................................... 32 Παύλου Νιρβάνα. . Η καθιέρωσις του Ποιητού .............. 53 Πέτρου Χάρη. Ο Σολωμός ................................ 59 Κώστα Βάρναλη. Ο Σολωμός ήξερε ελληνικά ............... 69 Κώστα Βάρναλη. Η Γυναίκα της Ζάκυθος ....... · ........... 73 Αυτόγραφο του Σολωμού από τους Ελεύθερους

Πολιορκημένους ......................... ~ ................ 77 Χειρόγραφες Σημειώσεις του Μάρκου Αυγέρη για το Σωλομό . 78 Μάρκου Αυγέρη. Εισαγωγή στην ποίηση του Σολωμού ....... 81 Γιάννη Αποστολάκη. Ο Σολωμός ................... : . .... 87 Κ.Δ. Τεωργούλη. Το πρόβλημα της μορφής στη νεώτερη αισιtητiκή .................................................. 95 Κ.Δ. Γεωργούλη. Η μορφή στην ποίηση του Σολωμοό ...... 99 Γεωργίου Δροσίνη. Η εκατονταετηρίς του Σολωμού ........ 105 Ι.Π. Ιωαννίδη (Βοσποι)ίτη). Στό Σολωμό .................. 108 Π.Σ. Ωδή. Κατά την εν Κερκύρα ανακομιδήν των οστέων

του Δ. Σολωμού ...........................•.... , ....... ~ .. Ι 09 Κίμων Μιχαηλίδης. Η εκατονταετηρίδα τού Σολωμόό στη Ζάκυνθο ................................. · ... ·: . ....... Ι ΙΟ Σπύρου Δέ Βιάζη. Από το βίο και τα έργα

του Σολωμο\5 (βιογραφικό σημείωμα - ανέκδοτα τού ποιητοu -γράμματα) .............. ·, ........ ......................•.. 115 Σπύρου Δε Βιάζη. · Απο το βίο και τα έργα του Σολωμοό. (επιστολές) ............................................... 167 Ανέκδοτος επιστολή του Σολωμοu ......................... Ι69 Αίνου Πολίτη. Η Διαθήκη του Διονυσίου Σο,λωμοό (μ' ένα επίμετρο) ........................................ Ι99 Ο Λάμπρος (απόσπασμα) υπόθεση ......................... 211 Ο Κρητικός (απόσπασμα)Ό ................................ 247 Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι ............................ 257

·· ο Πόρφυρας .................................... Ό. Ό •••••• 298

•Στο τέλος των κειμένων άκολοι>θούν Οί σχετικές σημειώσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι

Ο ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΠΙΚΡΑΙΝΕΤΑΙ

Ι. · Εγώ Διονύσιος Ιερομόναχος, έγκάτοικος στο ξωκλήσι τού · Αγί- Il ου Λύπιου για να περιγράψω ότι στοχάζουμαι * λέγω:

2. ·Ότι 1 έγύριζα από το Μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου2 , όπου

είχα πάει για να μιλήσω με ένα καλόγερο για κί:iτι υπόθεσες ψυχικές,

3. και ήταν η ώρα όπου θολόνουνε τα νερά, καί είχα φθάση στά

Τρία Πηγάδια, και ήταν εκεί τριγύρου η γη όλο νερά, γιατί

πάνε. η γυναίκες και συχνοβγάνουνε.

4. · Εσταμάτησα σέ ένα από τά Τρία Πηγάδια, και απιθόνοντας τά χέρια μου στο φιλ;ατρόJ τού πηγαδιοό έσκυψα να ίδω αν ήτουν πολύ νερό.

5. Και το είδα ως τη μέση σχεδόν γιομάτο καί εiπα: «Δόξα σοι ο Θεός!

6. «Γλυκειά η δροσιά που στέρνει για τά σπλάχνα του ανθρώπου το καλοκαίρι, μεγάλα τα έργα και μεγάλη η αφχαριστία του Ill ανθρώπου. .

7. «Και οι (.)ίκαιοι, κατά την θεία Γραφή, πόσοι εtνε;» Καί συλλογί­ζοντας αυτό επέσανε τά μάτια μου* στά χέρια μου οπου ήτανε άπιθωμένα στο φιλιατρό. .

8. Και θέλοντας να μετρήσω μέ τα δά-χτυλα τους δίκαιους, ασήιcωσα άπό τό φιλιατρό τό χέρι μου το ζερβί, κ:αί, κ:υττώντ'ας τά δάχτυλα

I. Είς την Ζακυνθίαν διάλεκτον το «Οτι» σημαίνει «ενιfι».-2. Εννοεί την εν

Ζακύνθφ μονήν, όπου ιcαί ή έκκλησία με το λείψανον του · Αγίου Διονυσίου.-3. «ΦΙ­

λιατρΟ» λέγεται είς την Ζάκυνθον το πέτρινον περιτοίχισμα του πηγαδιού.

ι• ήτα . 7• επαίξανε τα χέρια μου.

ι ι

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

του δεξιού, είπα: - <<Τάχα νά ε(νε πολλά;)) 9. Και aρχίνησα καί εσύγκραινα τον αριθμό τών δικαίων οπού

εγνώριζα με αυτά τα πέντε δάχτυλα, και βρίσκοντας πως ετούτα

επερισσεύανε, ελιγόστεψα το δάχτυλο το λιανό, κρύβοντάς το

ανάμεσα από το φιλιατρ9 και στήν άπαλάμη μου.

10. Και έστεκα και έθεωρούσα τα τέσσερα δάχτυλα γιά πολληώρα και αίσθάνθηκα μεγάλη λαχτάρα, γιατί είδα πως tfμουνα στενεμ- IV μένος να λιγοστέψω, καί κοντά στο λιανό μου δάχτυλο έβαλα το

σιμωτινό του στην ίδια θέση. 11. · Εμνέσκανε τό λοιπόν από κάτου από τα μάτια μου τα τρία δά­

χτυλα μοναχά, και τα εχτυπόύσα άνtfσυχα,απάνου στο φιλιατρό για να βοηθήσω το νου μου να εuρτι κάνε' τ-ρεις δίκαιους.

12. Αλλά* επειδή αρχινήσανε τα σωθικά μου να τρέμουνε σα τη θάλασσα ποu δεν ησυχάζει ποτέ,

13. ασήκωσα τα τρία μου έρμα δάχτυλα και έκαμα το σταυρό μου. 14. Έπειτα θέλοντας να άριθμήσω τούς άδικους, έχωσα* το ένα χέρι

μεσ· τη τσέΠη τού ράσου μου και το άλλο ανάμεσα στο ζωνάρι μου, γιατt εκατάλαβα, άλλοίμονον! πως τα δάκτυλα δεν εχρεια­

ζόντανε ολότελα2• 15. Καί ο νους μου εζαλίσθηκε από τό μεγάλον αριθμό . Όμως με

παρηγορούσε το να βλέπω πως καθένας κάτι καλό ε{χε άπάνω V του. Και άκουσα -ένα γέλ_ιο φοβερό μες το πηγάδι και είδα

προβαλμένα δύο κέρατα,

16. και μού ήρθε στο νου μου περσότερο από όλους αυτdύς τι γυναίκα της Ζάκυθος, η οποία πολεμάει να βλάφτΊJ_ τους άλλους με την

γλώσσα και με τα έργατα, και ηταν έχθρισσα θανάσιμη του

έθνους.

17. Και γυρεύοντας να ίδώ εάν μέσα σε αυτή τή ψυχή, εις την οποίαν αναβράζει η κακία του Σατανά, αν έπεσε ποτέ τι απεθύμια του παραμικροtl καλού,

18. έπειτα που εστάθηκα να συλλογισθώ καλά, ύψωσα* τό κεφάλι μου καί τα χέρια μου στον οvρανό ·και εφώναξα: «Θε μου, καταλα­βαίνω πως γυρεύω ένα κλωνί αλάτι μες το θερμό»\

19. Και είδα πως έλάμπανε από πάνω μου 6λα τ· άστρ~ καί* εξ άνοιξα την Ο.λετροπόδα4 όπου με ευφραίνει πολύ.

I. Ζαιcύνθιος τύπος του «ΙCIΪV».-2. Διότι οι αμαρτωλοί ησαν αναρίθμητοι. 12.* Και ό νούς μου aρχίνησε να ζαλίζεται. 14. • έβαλα.

3. Τό πολύ βραστό νερό.-4. Κοινο\ς ό αστι;pισμός τού Ωρίωνος, όνομασθείς ο~τω

λόγφ του σχήματός του, ομοιάζοντος με πόδα aρότρου.

18* ασήιcωσα. 19* ήτανε ό ούρανός μια ανάατοση.

12

Η ΓΥΝΑΙΚΆ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

20. Καί εΒιάσθηκα νά κινήσω για τό ξωκλήσι τού Α .Λ. ι γιατί είδα

πως εχασομέρησα, και ήθελα να φθάσω για να περιγράψω τη

γυναίκα της Ζάιcυθος.

21. Και ιδού καμμία δωδεκαρία ψωρόσιcυλα, ηθέλανε να μού έμποδί­σουνε το δρόμο,.

22. και μη* θέλοντας εγώ να τα κλωτσοβολήσω, για νά μην εγγίξω τ ψώρα ιcαί τα αίματα πούχανε, εστοχαστήιcανε πως τά σκιάζουμαι,

23. κω ήρθιiνε βαβδίζοντας" σιμώτερά μου. Όμως εγώ ειcαμώθηκ πως σιcύφτω να πάρω πέτρα

24. και έφυγαν όλα και εξεθύμαιναν τη λύσσα τους τό ένα δαγκάνον­τας το άλλο> .

25. Αλλά ένας που εδιαφέντευε κάποια άπό τά ψωρόσκυλα, έπήρε και αυτός μία πέτρα,

26. και βάνοντας ό άθεος για σημάδι το κεφάλι εμέ*, του Διονυσίου

του Ιερομόναχου, δεν τό πίτύχε, γιατί άπό τη βία τη μεγάλη μέ την οποίαν ετίναξε τη πέτρα, εστραβοπάτησε καt έπεσε.

27. Έτσι εγώ έφθασα στο κελλί του Αγίου Λύπιου παρηγορημένος­

συνοδευμένος - από ταις μυρωδιές του κάμπου, άπό τα γλυκό­

τρεχα νερά, καί άπό τον αστρόβολον ουρανό, ο όποίος έφαινό­

τουνα από πάνου από το κεφάλι μου μία ·Ανάσταση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2

Η ΓΥΝΑΙΚΆ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ * ΚΑΙ Ο ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΛΕΜΆΕΙ

ΝΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗΘΗ

I. Το λοιπόν το κορμί της γυναικός ήτανε μικρό καί παρμένο• .

2. Καί το στήθος σχεδόν πάντα σημαδεμένο από τές άβδέλλαις που ·

έβαyε για να ρουφήξουν το τηχτικό 5 καί από κάτου εκρε­

μόντανε δύο βυζία ωσάν καπνοσαiωuλες. 3. Και αυτό το μικρό κορμί επερπατούσε γοργότατα καί οι αρμοί της

εφαινόντανε ξεκλείδωτοι.

4. Είχε τό μούτρο της τη μορφή του καλαποδιού και έβλεπες ένα

* Το κομμάτι αυτό (η γυναίκα της Ζάκυθος είναι παρμένο από τήν έκδοση

Κ. Καιροφύλα.

Ι. Του Αγίου Λύπιου.-2. Όλη ή ιiνω είκών έχει μακρυνήν i:πίδρασιν το.1!> Δάν.­

του.-.1 . ΓαυΎίζω .

22* καταλαβ ... 26* μου δεν το ... 4. Στρεβλωμένο.-5 . . Φθίσιν.

13

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

μεγαλο μάιφό 1, αν εκύτταζες άπό τήν άκρη του · πηγουνιού αις την άκρη τού κεφαλιού,

5. εις τήν οποία ήτανε μια πλεξίδα στρογγυλοδεμένη και από

. . πάνου ένα χτένι θεόρατο. 6. Και όποιος ήθελε σιμώση την πιθαμή γιά να μετρήστι τη .γυναίκα,

ήθελε. εύρη τό τέταρτο του κορμιού στο κεφάλι1 • 7. Και το μάγουλο της εξερνούσε• σiiγριοJ, το όποίο πότε ζωντανό~

καί πότε πονιδιασμένο5 καί μαραμμένο.

8. Και άνοιγε κάθε λίγο ένα μεγάλο στόμα για ν' αναγελάστι τους VII άλλους καί έδειχνε τα κάτου δόντια, τα μπροστινά, μικρά*, που

έσμίγανε με τα απάνου, πούτανε λευκότατα καί μακρύα. 9. Καί μ ' όλο_ν πούτανε νηά, οί μηλλίγγοι της και το μέτωπο και

τα φρύδια και η κατεβασιά της μύτης, γεροντίστικα~

10. πάντα γεροντίστικα, όμως ξεχωριστά όταν άκουμποΌσε το κεφάλι της είς το γρόθο τό δεξή, μελετώντας τη πονηρία,

ι ι καί αύτή η θωρηά• ή γεροντίστηκη ήτανε ζωντανεμένη από δύο

μάτια λαμπρά καί ολόμαυρα, καt το ένα ήτανε όλίγο αλλοιθώρικο.

12. Και εστριφογυρίζαvε εδώ και έκεi, γυρεύοντας τό κακό. Και το βρίσκανε και όπου δεν ήτουν·

13. Καί* μές τα μάτια της άστραφτε ένα κάποιο τι, που σ· έκανε να στοχασθ1Jς ότι η τρελλάδα η είν~ λίγο πού την άφησε η κον­τεύει νά την κιτριμίσΊJ.

14. Καί τούτη ήταν η κατοικιά της ψυχής της, της πονηρής και της αμαρτωλής. VIII

15. Και f:φανέρωνε την πονηριά καί μιλί.δντας και σιωπώντας. 16. Και όταν εμιλούσε κρυφά για να βλάψΊJ τή φήμη του ανθρώ­

που& έμοιαζε ή φωνή της μέ το ψιθύρισμα τού ψαθιοu, πατη­μένο από το πόδι του κλέφτη. '1

Ι. Μήκος.-2. Η κεφαλή απετέλει το εν τέταρτον του σώματος.- 3 . Δερματική

έξανθηματική νόσος , πυορροοuσα.-4. Ότε ~πυοpρόει. -5. Ότε εξηραίνετο. 6• πάντα. 6. Η φράσις είνε άτελής . Θα έπρεπε να ειπΏ .. ήσαν γεροντίστικα» . Αλλ· ο Σολω­

μός. άκολουθών την iταλικήν σύνταξιν. (όπου τούτο επιτρέπεται). ιταρα~είπει συχνά το . ρήμα «είναι» και τα συνώνυμά του οσάκις ευκόλως εννοοιiνται.-7. Το ρήμα «κιτριμί- · ζω., εν χρήσει άλλοτε εν Ζακύνθιρ, έγινε πιθανότατα εκ παραφθοράς τού ρήματος

«τρικυμίζω » , σημαίνε! δέ « κ.αταλαμβάνω βασανιστικι.Ος » και λέγεται επί τρέλλας και

πείνης .-χ> Η λέξις αυτή ε(νε φοβερά κακογραμμένη εις το πρωτότυπον, εν τούτοις ύποθέτω ότι λέγει «άνθρωπος ... - 9. Μετά τήν 16 παράγραφον εις το χειρόγραφον του. Σολωμοu έρχεται η 18 παράγραφος. Πρόκειται περί αριθμητικού σφάλματος, η περί

παραλείψεως μιας παραγράφου ; Η μελέτη του χειρογράφου μας πείθει ότι μαλλον περί

του -πρώτου πρόκειται.

8* και σάπια. ι ι• η κεφαλή. 13• ένα κίνημα.

14

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

18. Και όταν εμίλιε δυνατά, εφαινότουνα η φωνή της εκείνη όπου κaνουν οί άνθρωποι για να αναγελάσουν τους άλλους,

19. Και μ: όλον τούτο, όταν ήτουν μονα-χή, επήγαινε στο καθρέφτη κ«ι κυττώντας εγέλουνε κι ' &κλαιε.

20. και εθάρρεiε πως είνε η ώραιότερη απ· όσαις ε(νε στα Εφτάνησα, 21. καί ήταν για να -χωρίζ1] ανδρόγυνα καί αδέλφια επιδέξια, σαν το

Χάρο.

22. Και όταν έβλεπε στον ύπνο της το ώραίο κορμί της αδελφής Χ · της, εξύπναε τρομασμένη. ·

23. · Ο φθόνος, το μίσος, η ύποψία, η ψευτιά, της ετραβούσανε πάντα τα σωθικά, ·

24. σα τα βρωμόπαιδα της γειτονιάς τα βλέπεις ξεντερολυωμένα• κα\ λερωμένα να σημαίνουν τα σήμαντρα του πανηγυριού, και βουρλίζουν το κόσμο.2

Α vviso al Lettore3

* L' · 'Ιερομόνα-χος Σολομός** Corcirese mοή*** nel 171. .. XV, d'anni ... στή Πλατυτέρα. Qualcuno dί queί καλόγεροι che conosceva la stanza, per tradizione, me la mostrό e mi lasciό solo. Stavo girando e guardavo (fare pήma ctie un calogero abbia detto che prima di morίre ha. battuto tre volte il muro colla mano moribonda, del che ciascuno dava l'interpretazione secondo · che gli pareva) quel muro. Volev·o anch'ίo ίntuitίvamente dare un • · ίnterpretazίone e mί finsί per n momento d' esser lui, e mi prese la voglia d' imitare il movi.mento e le percosse d' ·un braccίo che non era pίύ. Ε percossί tre volte allo stesso loco. Un pezzo dί muro cadde e manίfestό ίl rotolo delle profezίe, dalle quatlί apparve il perche di quel battere pria di morire. - [·Ο • Ιέρομό­να-χος Σολωμός Κερκυραίος πέθανε στα 17 I. .. ε των ... στη Πλατυτέρα.

Ι. Λέξις εν χρήσει εις την Ζάκ:υνθον, είτε οπό τον τύπον αυτόν είτε ύπό τον τύπον

ιcξεντερολοημένα.t. · Αιτοτελείται άιτό δύο ρήματα .. ξεντερώ =ξεσχίζω και «λυώνω» και σημαίνει κ:ουρελιάρικα ιταιδιά.-2. Ε(νε γνωστή η αντιιτάθεια του Σολωμού ιτρός τας

_ κωδωνοκρουσίας.-). Τό «Aνviso a!Lettore» καθώς και τα «σηιιειώιιατα» tχουν yραφt\ εις τήν σελίδα χν του αύτογράφου. Κατά τήν yνώμην μας το «Avviso al Lettore» προωρίζετο να τεθ~ ώς Πρόλογος εξηγητικός του όλου Σχεδιάσματος. Αλλά σεβό­μενοι τήν ακεραιότητα του aυτογράφου τού ποιητοό, το δημοσιεύομεν εις _τήν θέσιν

όπου έκει\ιος το έβαλε, καίτοι, επαναλαμβάνομεν, ο Σολωμός ήτο άτακτος είς τό

yράψιμό του καί επέτα τας σκέψεις του εις οίονδήποτε χαρτί και οπουδήποτε, όπως αποδεικνύουν καί τά άλλα διασωθέντα αύτόγ·ραφά του. · Η μόνη παρ' !')μών γενομένη μεταβολή ε!νε 6τι το «Avνiso al Lettore» ετέθη είς την θέσιν τού «Κειμένου» δια να ευκολύvτι τόν άvαyvώστηv εις την κατανόη~ιν του εργου.

• Queste Proiezie = Αυτtς !') προφητείες. ••inόri = Πέθανε. •••= ·Έζησε. . I

15

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

Κάποιος άπό τους καλόγερους εκείνους που εγνώριζε . που βρισκό­

τουν, εκ παραδόσεως, μου το έδειξε και μ' άφηκε μονάχον. Εγύριζα

κι ' έκύτταζα (νά βάλω πρώτα πως ένας καλόγερος είπε ότι πριν να πεθάνΊJ εχτύπησε τρεις φορές τον τοίχο με τό ετοιμοθάνατο χέρι,

πράγμα για τό όποίο καθένας έδινε την εξήγηση που αύτός ενόμιζε) εκείνο τον τοίχο. Ήθελα κι' εγώ ορμέμφυτα να δώσω μιαν εξήγηση

και υποκρίθηκα για μία στιγμή πως ήμουν εκείνος καί μ' ί::πιασε η

επιθυμία να μιμηθώ . την κίνηση και τα χτυπήματα ένός μπράτσου που δεν ύ'Πήρχε πειά. Κι' εχτύπησα τρείς φορές στην ίδια θέση. Ένα

κομμάτι τοίχου έπεσε κι' έπαρουσίασε τό πακέτο τοϋ χαρτιού με τες

προφητείες, άπό το οποίο εξηγήθηκε ο λόγος του χτυπήματος πριν νά

πεθάνΊJ].

* Mentre stavo guardando quel muro mi prese voglia d' imitare le tre percosse d' uπa maπo che ποπ e piU e coπtemporaπeameπte la speranza di trovare intuitivamente il perche di quel battere. Ε m' ac­costai al muro ed iπtuitiνameήte preπdeπdo. .. le coπdizioπi, cioe vecchio moribondo, santo e. t.c. - [ · Εν ψ στεκόμουν κυττάζοντας

εκε(νο τον τοίχο, μου ήλθε επίθυμία να μιμηθιb τά τρία χτυπήματα ενός χεριού που δεν ύπάρχει πειά και στόν ίδιο καιρό η ελπίδα να βρω

ορμέμφυτα τό γιατί εκείνου του χτυπήματος. Κι ' εσίμωσα στον το{χο, και ορμέμφυτα λαμβάνοντας ... τας συνθήκας; δηλαδή γέρος ετοιμο­θάνατος , άγιος κ.τ.λ.]

e percossi tre νolte. - [Κιiι εχτύπησα τρεις φορές].

La facceπda mi riusci a maraνiglia. Uπ pezzo di muro cadde, e mi manifestό il rotolo delle Profezie . - [Τό πράγμα μου πίτυχε θαυμάσια. Ένα κομμάτι τοίχου έπεσε καί μου ξεσκέπασε τό πακέττο μέ τίς

πρ~φητείες].

Ε un Calogero mi diceνa: Egli morί ίπ coπcetto di aπto, e qualcheduπo νuole che abbia profetizzato varii avνeπimenti del nostro tempo: Ero ... giovinetto che sentii dire da υπ vecchioπe, che tutti i calogeri erano attorπo al suo letto υπ momeπto pria spirasse. Perde la parola. Si fece forza e batte tre volte quel muro cοπ una forza straordiπaria. - [Κι' ένας καλόγερος μου έλεγε: « Όταν πέθανε

εθεωρείτο σαν άγιος και μερικοί βεβαιώνουν ότι προφήτευσε

διάφορα συμβάντα της εποχής μας. Ήμουν παιδί που άκουσα ένα

γέρο νά λέΊJ ότι όλοι οί καλόγεροι ήσαν γύρω από το κρεββάτι του

μία στιγμή πριν ξεψυχήση. Έχασε την μιλιά. Με κόπο κατόρθωσε

νά χτυπήστ:ι τρεις φορές έκείνο τον τοίχο μ 'εξαιρετική δύναμη'].

* Mi ρres~ ναglί;ι=Μ · έπιασε tπιθιιμία.

I. Κατά την εποχήν κατά την οποίαν δγραφεν ό Σολωuόc ifτo συντ\θ~ια να άποδί-

16

Η ΓΥΝΑΙΚΆ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

αλλά2 μιλώντας γιά τά κακά τών άλλων γυναικών έσωσε Ο νους της XVII και έπυρώθηκε,

καί αισθανότουνα μία κάποια γλυκάδα εις το να ξαναμΕλετά. μοναχή της. Μ. ολον τούτο εβαστιότουνα από τά κακά εργατα.

Αλλά επειδή αγροίκουνε πού την έλεγαν άσχημη, εβλάφθηκε

φιλαυτία της και εκριμάτισε, και στο τέλος δέν είχε κράτο, και τ.λ .

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 18

Η ΜΙΣΟΛΟΓΓΙΤΙΣΣΕΣ ι

ι.. Καί έσιινέβηκε αύτές ταις ημέρες, όπου οί Τούρκοι έπολιορκο~- XVII. σαν τό Μισολόγγι* και συχνά όλημερνίς καί κάποτε ολονυχτίς έτρεμε η Ζάκυθο από το κανόνισμα το πολύ.

Εδώ η περιγραφή . (Έπειτα:)

2. Και τjτανε ετότες όπου* κάποιες γυναίκες Μισολογγίτισσες έΠερ­πατοόσαν τριγύρω γυρεύοντας2 για τους άνδρες τους, για τά παιδιά τους, γιά τ· αδέλφια τους που επολεμούσανε.

3. Στην άρχή εvτρεπόvταvε νάβγουνε και έπροσμένανε* το σκοτάδι

δουν οι συγγραφείς τα έργα των εις κάποιον τυχαίον εύρημα. Ούτω, (δια νά άναφέρω­

μεν ένα γνωστόν και φίλον του. Σολωμού). ο Φώσκολος προσεποιήθη ότι τον « · Ιάκω­βον 'Όρτις ... τό περίφημον πατριωτικόν και αίσθηματικόν μυθιστόρημά του, (αοτό τό οποίον δiκαίως παραβάλεται με ων «Βέρθερον» τού Γκαίτε), το εόρεν είς χειρόγραφον, αφεθέν άπό τον αυτοκτονήσαντα Ιάκωβοv Όρτις. Έτσι καί ό Σολωμός θέλει νci εlπτΊ

με τας άνω έξηγήσει~ ότι πρόκειται περί χειρογράφου εύρεθέντος είς τάφον προγόνου

του. Αλλά τα κατωτέρω κεφάλαιά του, ομιλούντα περί Μεσολογγίου ιcαί ' Επαναστά­

σεως καθιστούν αναχρονιστικήν την εξήγησιν αυτήν, μεταφέροντα την οπόθtσιν ένα

και πλέον αιώνα οπίσω.-2. Εις την σελίδα XVII του αυtογράφου του ποιητού

υπάρχουν αι εξ κατωτέρω γραμμαί κειμένου, ων αγνοούμεν την πραyματικήν θέσιν.

Ι. Το κεφάλαιον τούτο aρχικώς έφερε τίτλον « Η γυναίκες τ ο ο Μ ι σ ο λ ο γ­γ ιού "α ι η γ υ ν α {κ α τ η ς Ζ ά κ υ θ ο ς έχε ι δουλειά», ~ντικατασταθέντα

κατόπιν δία του : " Η Μ ι σ ο λ ο γ γ ί τ ι σ σ ε ς» οπό του ποιητο~. ' Ολόκληρον (ήτοι από .το Η I) έχει δημοσιεύσει ό Ι. Πολυλά,ς (σελ. κδ '), οπως ανωτέρω αναφέραμεν. Το κεφάλαιον φέρει τον αριθμόν 20 και άνωθεν τον αριθμόν 18, Φαίνεται ότι ό ποιητής εις τας παρφβαλλομένας μεταξύ του 3ου κεφαλαίού καί του παρόντος λευκάς σελίδας (εξ

εν όλφ - πριν συμπληρωθlj η XV καί XVI δια των «σημειωμάτων» καί του «Αννίsο al Lettore») εσκόπευε να παρεμβάλλ!J και άλλα κεφάλαια (15 η 17) προτού εισέλθη εις το κεφάλαιον όπου εμφανίζονται α ι Μεσολογγίτισσαι. ·Αλλ· ουδέποτε όμως έγραψε τα Κεφάλαια αοτά, εξ όσων τοολάχιστον προκύπτει από τ~ δύο σωθέντα χειρόγραφα του

έργου, εξ ων το εν ε!νε το πρωτότυπον καί αύτόγραφον του ποιητο6, ·το δε έτερον αντίγραφόν του Πολυλd. -2. ζητιανεύοντας.

ι• Επίσης υπάρχει καί η παραλλαγή «καi (σχεδόν) ολημέρα και καμμιά φορά

(συχνά) καί τη νύχτα έτρεμε. 2* πολλές. 3* να βραδυάσΙJ.

17

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

για ν· άπλώσουν τό χέρι, επειδή δεν ήτανε μαθημένες.

4. Καi είχανε δούλους και είχανε σέ πολλές πεδιάδες καi γίδια και βόϊδα καί πρόβατα πολλά.

5. Και ακολούθως έβιαζόντανε καί εσυχνοτηράζανε άπό τό παρα­θύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψ1J για νάβγουνε.

6. αλλάi όταν επερισέψανε η χρε{ες, εχάσανε τη ντροπή ετρέχανε , ολημερνίς.

7. και όταν εκουραζόντανε εκαθόντανε στ' ακρογιάλι καί συχνά άσηκώνανε τό

κεφάλι* κι' ακούγανε, γιατί εφοβόντανε μη πέσt;] το Μισολόγγι.

8. · Αλλά όταν επερισέψανε 1) χρε(ες, τες έβλεπε ο κόσμος να τρέ- XVIII χουνε τα τρίστρατα, τά σταυροδρόμια, τά σπήτια, τα ανώγεια και

τά χαμώγεια, τες εκκλησίες, τα ξωκκλήσια, γυρεύοντας.

9. Καί έλαβαίνανε χρήματα, πανιά για τους λαβωμένους.

I Ο. Καί δεν τούς έλεγε κάνένας το όχι, γίατί 1) ρώτησες των γυναικών ήτανε τες περισσότερες φορές συντροφευμένες από τες κανονιές

του Μισολογγιού, και η γη έτρεμε από κάτου από τα πόδια μας.

I I. Και οί πλέον πάμπτωχοι εβγάνανε τό οβολάκι τους και το δίνανε ΧΙΧ

καί εκάνανε το σταυρό τους, κυττάζοντας κατά το Μισολόγγι

και κλαίοντας.

ΚΕΦΑΛΑΙQΝ2

Ι.· Ωστόσο η γυναίκα της Ζάκυθος είχε στα γόνατα τη θυγατέρα της και επο'λέμαε να την καλοπιάστι. *

2. Έβαλε λοιπόν το ζουρλάδι3 τα μαλλιά της από πίσω από τ' αύτιά,

γιατί η ανησυχία της τάχε πετάξει, και έλεγε φιλώντας τα μάτια

της θυγατρός της:

3. «--Μάτια μόυ, ψυχή μου, να γέντις καλή, νά πανδρευθτJς, καί να βγαίνουμε και να μπαίνουμε καi να βλέπουμε το κόσμο καi

να κ_αθ~μαστε μαζύ στο παραθύρι να διαβάζουμε τη θεία γραφή

Ι. Ή παράγραφος 6, καθώς και η επόμενη 7, φέρονται διαγεγραμμέναι εις το αύτόγραφον.-2. Το Κεφάλαιον αυτό δέν φέρει τίτλον είς το χειρόγραφον. Και τούτο

διότι κατ' αρχάς δέν απετέλει ίδιον κεφάλαιον, αλλ· ή το συνέχεια του προηγουμένου,

όπως αποδεικνύεται από την αρίθμησιv tων παραγράφων. Οuτω εις την αρχήν εκάστης

παραγράφου ύπάρχουν δύο αριθμοί, ο εις διαγεγραμμένος καί άποτελων συνέχειαν της

άνωτέρω αριθμήσεως και ο άλλος αρχίζων από το ι. Ημείς έσημειώσαμεν τον δεύτερον μόνον, δεδομένου ότι ό ποιητής μεταγενεστέρως.έκαμε τήν τελευταίαν αυτήν

αρίθμησιν και τόν χωρισμόy εις iδιαίτερον κεφάλαιον, καθώς δεικνύει καί σχετικόν

«σημείωμα» της αυτής σελίδος λέγον: «Aitro Cap. ·Ωστόσο. η yυναtκα ... » -ί · Αλλο Κεωάλαιον· ώστόσο n Ύ\)Vαiκα . J

7* ν· ακούσουνε. Ι* γιατί ήθελε να μπ1] εκεί πούτανε τό κρεββάτι και ή yυναiκα δέν ήθελε.

3. Η παλαβή.

18

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

και τή Χαλιμά>>.

4. Καί άφού την εχάϊδεψε καί της φίλησε τα μάτια καί τα χείλα, την άφησε απάνου στην καθήκλα, λέοντάς της: «Να και ένα ΧΧ

καθρεφτάκι και κυττάξου που είσ' ώμορφη και μου μοιάζεις>>. 5. Και η κόρη που δεν ήτανε μαθημένη μέ τα καλά, ησύχασε, καί

από τη χαρά της εδάκρυσε.

6. Καί ίδού* μεγάλη ταραχή ποδιών, όπου πάντοτες αύξαινε· 7. καί έσταμάτησε κυττάζοντας κατά τη θύρα καί φουσκόνοντας τά

ρουθούνια της. 8. Και ίδού παρησιάζονται ομπρός της η γυναiκες του Μισολογγιού .

Έβάλανε τό δεξί - τους στα στήθια καί επροσκυνήσανε· καί

έμείναμε σιωπηλές και ακίνητες.

9. «-Και έτσι δα πως τή κάνουμε: θα παίξουμε; τι όρίζiτε, κυρά­δες; Εκάματε αναβαίνοντας τόση ταραχή με τα συρτοπάπουτσα,

που• λογιάζω πως ήρθατε να μου δώσετε προσταγές».

10. Καί όλες έμείναvε σιωπηλές καί ακίνητες. Αλλά μί~ είπε : ΧΧΙ ••-Αμμ • έχεις δίκηο· είσαι στη πατρίδα σου καί στο σπήτι σου ,

και εμείς είμασθε ξένες καi όλο σπρώξιμο θέλουμε».* ι ι. Και ετότες η γυναίκα της Ζάκυθος άποιcρίθηκε: «-Κυρά *δα­

tJκάλα, όλα τα χάσεiε, αλλά άπό εκείνο που ακούω, η γλώσσα σας έμεινε.

ι2. »Ε(μαι στη πατρίδα μου και στο σπήτι μου· και ή αφεντιά σου δεν ήσουνα στη πατρίδα σου και στο σπήτι σου;

ι3. >>Και τί σας έλειπε; Καί τι κακό είδετε από τό Τούρκο; Δε σας

άφινε .φαϊτά, δούλους καί *περιβόλια; Δόξα σοι ο Θεός είχατε

περσότερα από εκείνα που έχω εγώ.

ι4. »Σας εtπα εγώ ίσως νά χτυπήσετε τό Τούρκο, που έρχόστενε τώρα ΧΧΙΙ σέ μέ νά μου γυρέψετε καί να μέ βρίσετε;

ι5. ••Ναiσκε! Εβγήκατε όξω νά _ κάμετε παλληκαριές ιcαί κάτι _εκάμετε στην αρχή, γιατί επήρετε τα' άτυχα παλληκάρια της

Τουρκιdς ξάφνου.

ι6. »Και πως εμπόριε ποτέ του να υποφτευθ{J τέτοια προδοσία;

Τώθελε ό Θεός; Δεν άνακατωνόστενε μέ δαύτον 1 μέρα καί νύχτα,*

6* · Υπήρχον αρχικu\ς και τα εξής: «Καί η γυναίκα έκίνησε να πάΙJ έκεί όπου είνε τό κρεββάτι, άλλά άκουσε••, διεγράφησαν όμως από τόν ποιητήν βραδύτερον. 9* ' Υπάρχε ι

καί η παραλλαγή «Πού καρτερώ νά μοο δώσητε προσταγές». 10* Υπήρχον επίσης αρχικώς ιcαί τα έξτ\ζ «ιίιcου. ίσως τό Μισολόγ.yι νικάει. ίσως πέφτει .. , αλλά

διεγράφησαν. · 11* πολύξερη . 13* πλούτια. 16* · Υπάρχει και η παραλλαγή «τα ημερόνυχτα».

I. Δηλ. τόν Τούρκον. ·

19

ΑΠΑΝΤ Α ΣΟΛΩΜΟΥ

ι 7. , Τόσο κάνει και εγώ• μες το ξημέρωμα νά μπήξω τό μαχαίρι στο λαιμό του ανδρός μου .

ιs. ••Και τώρα που βλέπετε πως πάνε τα πράμματά σας κακά, θέλτε να πέσ1J τό βάρος άπάνου μου.

ι9. ••Καλή , μα *την αλήθεια! Αύριο πέφτει τό Μισολόyγι , βάνουνε

σε τάξη την · Ελλάδα τη ζουρλή οί βασιληάδες, είς τους όποίους

έχω όλες μου τες ελπίδες,

20. ••Και όσοι μείνουνε από το ξολοθρεμμό, έρχονται στη Ζάιςuνθο

να τους θρέψουμε, και με τη κοιλιά γιομάτη μας βρίζουνε2 ». ΧΧΙΙΙ

2 ι. Λέοντας, εσιώπησε όλίγο, κυtτάζοντας μες τα μάτια τες γυναίκες του Μισολογγιού.

22. «-Και έτσι ξέρω και μιλώ και εγώ, ναι η όχι; Και τώρα δά

τί ακαρτερείτε; Ευρήκετε ίσως ευχαρίστηση να με ακούτε να

μιλώ;

23. ,, · Εσε{ς δεν έχετε άλλη δουλειά παρά νά ψωμοζητιiτε· καί νά ποίι­ί.ιε την αλήθεια, στοχάζουμε πως θέ ' νάναι μία θαράπαψι, για όποιον δε ντρέπεται.

24. ,, · Αλλά εγώ έχω δουλειά. Ακοuτε ; Έχω δουλειά•• . Καί φωνάζον­

τας τέτοια, δεν ήταν πλέον το τριπίθαμο μπουρίκι, αλλά εφάνηκε•

σωστή,

25. γιατί ασηκώθηκε με μεγάλο θυμό στην άκρη τών ποδιc:bν, και μό­

λις άγγισε το πάτωμα· και εγρίλωσε τα μάτια και το άβλαφτο

μάτι εφάνηκε αλλοιθώρικο, και το αλλοιθώρικο έσταξε. Και

εγίνηκε σαν τη προσωπίδα την ύψινη όπου χύνουνε οι ζωγράφοι εις τά πρόσωπα των νεκρών για νά ...

26. και όποιος την έβλεπε νά ξανάρθτι στη πρώτη της μορφή, έλεγε :

"·Ο Διάβολος ίσως την έχει αδράξη, αλλά εμετάνωσε καί την

άφησε, για το μiσος που έχει του κόσμου». 27. Και η θυγατέρα της, κυττάζοντάς την, έφώναξε· και οί δούλοι XXIV

εξαστόχησαν τη πεινά τους, καί η γυναίκες του Μισολλοyγιού εκατέβηκαν χωρίς _νά κάμουνε ταραχή.

Ι. Ακατανόητος δι· ημάς η φράο<ς αύτή καί μάλιστα όπως ήτο πρίν διαγραφ,J, ως βλέπει ο αναγνώστης εν τΌ 17* ύποσημειώσει. Οπωσδήποτε επί του πpοκειμένου έξε­φράσαμεν τας σκέψεις μας είς το Προοίμιον.

17* να τρέξω μές το ξημέρωμα μέ το μαχα(ρι στο λαιμό τοϋ άντρός μου (που να τόνε πάρτι ό διάολος) . 19* μα τό ναίς .

2. Δέν εlνε δυνατόν νά προφέρΙJ τάς φράσεις αυτάς γυνή Ζακυνθία, διότι, όπως και παρακάτω παρατηρεί ο ποιητής, οί Ζακύνθιοι με άνοικτάς άγκάλας ύπεδέχθησαν τ.ά γυναικόπαιδα του Μεσολογγίου. Πάντως το μέρος τοuτο του Σχεδιάσματος είνε

σκοτεινόν.

24* ψηλή .

20

Η ΓΥΝΑΙΚΆ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

28. Ετότες η γυναίκα της Ζάκυθος, βάνοντας την απαλάμη απάνου στην καρδιά της καt αναστενάζοντας δυνατά, εlπε:

29. »Πως* μου χτυπάει, Θε μου, η καρδιά, που μου tπλασες τόσο

καλή!

30. ··Μέ συγχύσανε αυτές η πόρνες! Όλες η γυναικες του κόσμου

είνε πόρνες!

3l. ., Αλλά εσύ, κόρη μου, δεν θε 'νάσαι πόρνη, σαν την αδελφή μου και σαν τές άλλες γυναίκες του τόπου μου!

32. ••Κάλλιο* θάνατος! Καi εσύ, μάτια μου, εσκιάχθηκες. Έλα, στά­

σου ήσυχη, γιατί αν άναδευθΊjς από αυτή τη καθήκλα, κράζω

ευθύς οπίσω εκείνες τες στρίγγλες κα.i σε **τρώνε».

33. Και δούλοι είχαν πάγη στο μαγερείο, χωρίς να κ:αρτερέσουν τη προσταγή της γυναικός, και εκεί άρχισαν να μιλούν για τήν

πείνα τους. 34. Και η γυναίκα ετότες εμπήκε στο *δώμα της. Έγινε .μεγάλη

σιωπή,

35. καi σε λίγο άκουσα το κρεββάτι να τρίξτι πρώτα λίγο καi κατόπι

πολύ· και ανάμεσα στό τρίξιμο εβγαίνανε λαχανιάσματα καί

γογγυσμοί,

36. καθώς κάνουν οι βαστάζοι' όταν οι *κακότυχοι έχουν βάρος εις την πλάτη τους ανυπόφορτο.

37. Και έφυγα από την πέτρα του σκανδάλου, εγώ, Διονύσιος · Ιερο­μόναχος, και ότι έβγαινα από τη θύρα του σπητιού απάντηξα τον άνδρα της γυναικός όπου ανέβαινε2 •

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ~

l. Καί ακολούθησα τες γυναίκες του Μισολογγιοu, η οποίες εστρω- XXV θήκανε στ' ακρογιάλι, και εγώ ήμουνα από πίσω από μία φράχτη

καί έκύτταζα.

2. Καί κάθε μία έβαλε το χέρι καί έβγαλε ό,τι κι' αν έμάζωξε και εκάμανε ένα σωρό. (N. l)

3. Και μία απ· αύτές, aπλώνοντας tό χέρι και ψηλαφίζοντας τό

Ι. Οι χαμάληδες. Ζακuθινή λέξις από to «βαστάζω». Η φράσις αύτη έχει

καταφαν~ επίδρασιν από τον Δάντην. 2. Το σύνολον της ανωτέρω σκηνής ε{νε ασαφές και δυσνόητον. Πρόκειi:αι αναμφιβόλως'πεpί σχεδιάσματος μη Εχοντος την τελι~ήν αυτού μορφήν .

29* Θέ μοu . 32* Να σε κλάψω στο. **φόνε ... 34* εκεί όποu ήτανε το κρεββάτι.

36* κ:ακ:ορρίζικ:οι . . 3. Το παρόν κεψάλαιον δεν φέρει αριθμόν επιyρdφετα\ δέ κ:αί αύτό " Η Μ ι σ ο­

λ ο y y ί τ ι σ σ ε ς». ·

21

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

γυαλό: «-- Αδελφάδες, εφώναξε,

4. »ακούτε αν* έκαμε ποτέ τέτοιο σεισμό σαν καί τώρα· το Μισο­λόγγι ίσως νικάει, ίσως πέφτει'.

και αναδεύοντας το ξεδοντιασμένο στόμα έκλαιε, παρακαλών­

τας, με τα ξερόχερα στον ούρανό. Και ανέβαινε το λιβάνι καί εγώ τ'

ακλούθαγα ...... και ... · · και εκίνησα για να φύγω, και είδα από πίσω από την εκκλησία

(ιδές πως την λένε) μία γρηοuλα, όπου είχε στήση ανάμεσα στα χόρτα μικρά κεράκια, και έκαιε λιβάνι καί τα κεράκια στη πρασινάδα

ελάμπανε και το λιβάνι ανέβαινε ... καί ασήκωνε τα ξερόχερα πέρνοντας από τό λιβάνι καί κλαίοντας. Και αναδεύοντας το

ξεδοντιασμένο στόμα έπαρακάλειε. Καί εγώ εϋρέθηκα καί δεν έβλεπα XXVII μήτε το κάστρο *μήτε τη χώρα, μήτε το στρατόπεδο, **μήτε τα

σπήτια, μήτε τη λίμνη, μήτε τους πολιορκισμένους και πολιορκού-

μενους, και όλα τιi έργα τους και όλα τά πάντα τα εκατασκέπαζε μία

καπνούρα γιομάτη *λάμψη, βροντή και αστροπελέκι. Και ύψωσα τα

μάτια και τα χέρια κατά τον ουρανό για να κάμω δέηση με όλη τη θερμότητα της ψυχής ... , με μια λύρα στο χέρι, που εσταμάτησε ανάερα μες τη καπνούρα και *"'έλαβα καιρό να θαυμάζω γ ι α τ ο

φ ό ρ ε μ α τ η ς που ήτανε μαι\ ρο σα τού λαγού το αίμα... γ ι ά τ α

μ α τ ι α τ η ς, κ.τ.λ. Εσταμάτησε η γυναίκα μες τη καπνούρα και έκύτταε τή μάχη (εδώ ζωγραφία) και η μύρια σπίθα όπου πετιέται ψηλά ·εγγίζει το φόρεμά της και σβύνεται. · Α~λωσε τα δάχτυλα στη λύρα και την άκουσα να ψάλλη τα ακόλουθαS:

Το χάραμμα επήρα, - τού ήλιου το δρόμο, - βαστώντας, τη

λύρα ... Καί ότι είχε αποτελειώση τα λόγια της η Θεά έγινεν άφαντη

(φωνές της νίκης). Και ίδού τα σωθικά μου εταραχθήκανε, καί- μού

Ι. Εδώ ο ποιητής βάζει εν παρενθέσει ίταλιστί <tην παρατήρησιν: (Qui a poco a poco spiegare il νοlο fort~)=[ ·Εδώ σιγά-σιγά ν' απλωθ!j το πέταγμα δυνατά].

2. Από του σημείου αυτού δέν aριθμεί πλέον τας παραγράφους του παρό­

ντος κεφαλαίου, οότε η. θέσις τού «Κειμένου» καί των «σημειωμάτων» ε{ να\ χωρισμένη.

Εδώ βάζει εν παρ&νθέσει ιταλιστί την παρατήρησιν: «(fui rapito ιη. ispirito)= ( Αρπάχτηκα μέ το πνεύμα]», δηλαδή μετεφέρθη διανοητικώς.

4* Υπάρχει και η παραλλαγή «Qν ήρθε ποτέ από το Μισσολόγγι κάποιος

σεισμός.» *μήτε τους πολιορκισμένους. •• · Υπάρχει καί η παραλλαγή: «μέ τούς πολι­ορκούμενους, μήτε κ.τ.λ. μήτε τη λίμνη, καί εκατασκέπαζε όλα τά πάντα καπνούρα».

4. Προφανώς λείπει μία φράσις πέριγράφουσα τήν tμ~νισιν της «γυναικός

-Θεάς» με τη λύρα στο χέρι ... -5. Η άνωτέρω παράγραφος έχει τεθi] σχεδόν

αυτολεξεί εις τούς " Ελευθέρους Πολιορκήμένους (Πολυλd σ. 233), καθώς και iiλλα διάφορα μέρη του παρόντος.

* Αστραπή. ** Μόλις

22

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

φάνηκε πως εκουφάθηκα και πως εστρα'βώθηκα. Και σε λίγο είδα ομπρός μου τη γρηούλα. Και τά κεράκια ήτανε όλα λυωμένα ανάμεσα στα χόρτα. (Θυμήσου τού γρηοΌλα πού τού λέει πως του εμίλαε κ.τ . λ . ) Και

πιάνοντάς του το χέρι του Ιερομόναχου του το βρίσκει παγωμένο ... . Και 1 : εθυμήθηκα ένα ποίημα ένός2 ' όποv τόν αγαπάω μήτε

περισσότερο μήτε λιγώτερο από τόν εαυτό μου, η οποία αγκαλά και μαθημένος στην ποίηση της θείας Γραφής, δεν την βρίσκω τόσο κακή, και εβάλθηκα κυ.ι την εiπα από μέσα μόυ:

ΣΤΟ ΠΕΣΙΜΟ ΤΟΥ ΜΙΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Το χάραμα επήρα

τού ήλιου το δρόμο

κρεμώντας τη λύρα

τη δίκαιη στον ώμο

κι' απ' όπου χαράζει

κι' ως όπου βυθ~ κ.τ.λ.

Και ότι είχε aποτελειωμένα τά λόγια της ή θεά* οί δικοί μας έκάνανε

~ φοβερές φωνές γιά τη νίκη που εκάμανε, καί oi δικοί μας καi όλα μου έγιναν άφαντα και τα σωθικά μου πάλι φοβερά εταραχθήκανε και μου

φάνηκε** πως εκουφάθηκα και εστραβώθηκα. Καί σε λίγο είδα ομπρός μου τη γρηούλα*** οπού μσυ έλεγε: <<Δόξα σοι, ό Θεός "Ιερομόναχε, έλεα πως κάτι σοv 'ρθε ... Σ 'lκραξα, σ 'έκούνησα, και δεν άκουγες τίποτες και τα μάτια σου εσταμάτιζαν στον ιiέρα, ενψ τώρα στα στερνά η γης tσκιρτούσε σα τό χόχλο στο νερό που' αvαβράζει. Τώρα ότι''**** tπαψε

\. Η παράγραφος αύτη ε{νε διαγεγραμμένη εiς το αύτόγραφον. - 2. Εννοε{ τον εαυτόν του ο ποιητής .-1. Σημειωτέον ότι εδώ έπρεπε νά γράψη «ΤΟ οποίον» διότι

ένvοε( το πο\ημα. Το λάθος έγινε διότι ο Σολωμός συνήθως εσκέπτετο, γράφων ίταλι­στί και ως γνωστόν ιταλιστί το «Ποίημα» είνε γένους θηλυκού: La poesia. . ·4. Το εξάστιχον τοuτο δημοσιευθέν καί υπό του Πολυλίi.(σελ. 234) ευρίσκετaι εις το τέλος της XXVII qελίδος προφανιδς όμως ανήκει εις' το τέλος τής άνωτέρω παραγράφου είς την οποίαν ήδη ευρίσκονται οί τρεις πρώτοι στίχcι ύπό πεζήν μορφήν.

Ο τίτλος ήτο αρχικώς: «Προφητεία απάνου στο πέσιμο του Μισολοτ(ιοό», αλλ · κατόπιν ο ποιητής διέγραψε τας δύο πρώτας λέξεις.--,5. · Η παράγραφος αύτη ,

ευρίσκεται μεταξύ των .. σημειωμάτων» της σελίδος XXVIII του αυτογράφού, νομίζομεv όμως ότι δέον νά τοποθετηθΏ ενταύθα όπου ωρισμένως'(Ινήκει . Παρέβημεν δε έδώ την

αρχήν του αμετατρέπτου του κειμένου, διότι αλλέως το τέλος του κεφαλαίου,' θα ήτο

άκατανόητον. - t.. Το «ότι•> έδώ σημαίνει «μόλις».

• 'Εγινεν άφαντη . ••για μια στιγμ ... •••καί τά κεράκια ήσαν λυωμένα. Καi εμείναμε τά στερνά λυώματα στά χορτάρια, καί τό λιβάνι λυωμένο ... Και ή γρηούλα **"*έτελείωσε.

23

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

ποϋ tτε).ρώσανε τα κεράκια καί το λιβάνι, λες καί οί δικοί μας να

εκερδέσαvε». Και εκίvησα με το Χάρο μες τη καρδιά μου να φύγω, και η γρηούλα έπειτα μού φίλησε το χέρι, κάνοντας μία μετάνοια, εfπε: <<-Και τι

παγωμένο που 'ναι τό χέρι σου!»

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝΤΑ, ΓΕΝΑΜΕΝΟ ΠΑΡΟΝ

Η ΚΑΚΙΑ ΕΙΝΕ ΤΟ ΤΕΛΟΣ'

Ι. Και εκύτταξα τριγύροi.>, καί δεν έβλεπα τίποτες. Καί είπα: XXVIII 2. «- Ο Κύριος δεν θέλει να ιδώ άλλο». Καί γυρίζοντας το πρό­

σωπο όπου ήταν η πλάτες μου,*

3. αλλά Ciκουσα να τρέμΌ ή γης άπό κάτου από τα πόδια μου και πλήθος αστραπές εγιόμιζαν τον άέρα, πάντα αύξαίνοντας τη γορ­γότητα καί τη λάμψη. Καί εσκιάχθηκα, γιατί η ώρα ήτανε κοντά

στ · άγρια μεσανύχτια,

4. τόσο που έσπρωξα όμπρός τα χέρια μου, καθώς κάνει ό άνθρωπος όπου δεν έχει το φως του.

5. Καί εύρέθηκα οπίσω από ένα καθρέφτη, ανάμεσα σ' αυτόνε καί στο τοίχο . Καί ο καθρέφτης είχε τον ψηλό *του δώματος

6. Και μία φωνή δυναtή και όγλήγορη μου εβάρεσε *την ακουή λέγοντας;

7. ••- Ω Διονύσιε Ιερομόναχε, το μέλλοντα2 θενά γίνη τώρα για

σε παρόν. Ακαρτέρει και βλέπεις εκδίκησιν Θεού!». 8. Και μία άλλη φωνή* μοϋ είπε ** τα !δια λόγια, τραυλίζονται;. ΧΧΙΧ 9. Και αυτή η δεύτερη φωνή ητανε ενοό γέρου• που απέθανε, καί

εtχα γνωρίσει, καί εθαύμαξα, γιατί ηταν ή πρώτη φορά που άκου-σα τη ψυχή τού ανθρώπου να τραυλίζ1]. __

10. Καί εκύτταξα ανάερα, για να ξανοίξω ποόθεν εβγαίνανε αυτές η φωνές και δεν είδα παρά τους δύq χοντρούς και μακρυούς περόνους .που εβγαίνανε από τον τοίχο, στους οποίους ακου-

ι. Κάτω από τόν τίτλον- του κεφαλαίοu εινε ιταλιστί η φράσις: Prima di questo introdurre Ι' affare del padre, del fratello, della sentenza, e ροί subito questo:-[Πρtν άπό αυτό να βάλω την ύπόθεση του πατέρα, του αδελφοό, της -Απόφασης , κι· έπειτα

αμέσως αυτό:].-2. Αντί «το μέλλον». Δεν πρόκειται περί γραφικής παραδρομής, διότι το λάθος αύτό επαναλαμβάνει και εις τον τίτλον του Κεφqλαίου.

2* εκίνησα για νά πάω στον Αη Λύπιο. 5* της κάμερας. 6* στο δεξί μου αυτί.

8*6μως λεπτή. **tμουρμούρισε στό ζερβί μου αυτί.

3. Μεγάλα καρφιά. 9* που ε..;γώρισα, όμως

24

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

μπούσε ο καθρέφτης δεμένος από τη μέση. 11. Και* αναστενάζοντας βαθειά, όπως κάνει ό άνθρωπος όπου βρί­

σκεται γελασμένος, αγροίκησα μυρωδιά από λείψανο, 12. και εβγήκα απ.ό'κει και εκύτταξα τριγύρου και είδα 13. είδα αντίκρυ από το καθρέφτη; στην άκρη της κάμερας, ένα κρεβ­

βάτι. Και κοντά στο κρεββάτι ένα φως. Καί εφαινότοuνα πώς δέν ήτουνα μες το κρεββάη τίποτες καί απάνου* πολύ μυyα- ΧΧΧ

- κουλομοτή 1 : **.

14. Και απάνου στο προσκέφαλο είδα σά μία κεφαλή ακίνητη e ιηιnι:e_l σαν εκείνες ποϋ κάνουνε στά χέρια τους και στα στήθηα τους οι πελαγήσιοι με το βελόνι~.

15. Και είπα μέσα μου: << · Ο Κύριος μου &στειλε ετού"τη τη θέα\ -yια σύμβολο σκοτεινό της θέλησής του>>.

16. Για τούτο εγώ, παρακαλώντας θερμά τον Κύριον* νά καταδεχθ: να μέ βοηθήσtJ για να καταλάβω αυτό το σύμβολο, έσίμωσα το

κρεββάτι.

17. Και* κάτι αναδεtίθηκε μες τα σεντόνια* τα λερωμένα, ξεντερολοϊ­σμένα και αίματωμένα.

18. ·Και κυττάζοντας καλλίτερα στην ε ι κ ό ν α του προσκέφαλου,

εταραχθήκανε τά σωθικά μου, γιατί, από ένα κίνημα που έκαμε με

το στόμα, εγνώρισα τη γυναίκα της Ζάκυθος, που εκοιμότοuνα

σκεπασμένη από τό σεντόνι ως το λαψό, όλη φθαρμένη από το

τιχτικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ~

ΔΕΝ ΣΟΥ ΔΙΝΩ ΟΥJΈ ΕΝΑ ΨΙΧΑΛΟ

Ι . Αλλά έκαλοκύτταζα έκείνον τον ύπνο καί ε κατάλαβα που ήθελε ΧΧΙΧ βαστάξη λίγο, για να δώσlJ τόπο του αλλουνού, πούναι χωρίς

ονείρατα!·~

Ι. Κουλούμα εις τήν Ζακυνθίαν διάλεκτον σημαίνει σωρός, κουλουμωτός ο σωρι­ασμένος. Λέγεται κιιι επί πλήθους ανθρώπων, και ζώων συνωστιζομέναιν .- 2. Το e εί­ναι ιταλικόν = και, το δε mince ε(νε γαλλικόν = ισχνή. λεπτή.-1_. Είνε αι γοργόνες και dλλα σχέδια τα οποία ζωγραφίζουν επάνω εις τους βραχίονάς των ίδίως οι ναυτι­κοί καί οι φυλακισμένοι με μελάνην καί διά στιγματίσεως ττiς επιδερμίδας διά βε λόνης.- 4. ΕΙς τό περιθώρiον προσθέτει: .. θ ω ρ ι ά" αντί της λέξεως .•:θέα».

11 * μη ξανqίγοντας τίποτες . 13* ι'jτανε. **που το 16* για . 5. Καί το παρόν κεφάλαιον δεν εiνε !jριθμημένον. Κατ' άpχάς έφερε τον τίτλον

" Η ε κ δ ί κ η ση.. , ον βραδύτερον αντεκατέστησεν ο ποιητής δια του αvωτέρω.­

h. Του αίώνιου ύπνου τού θανάτου. 7* ανανόηθηκα. ** που ήτανε .

25

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

2. Καί έπειδή έκεί μέσα δέν ψανε ούτε φίλος ούτε δικός, ούτε

γιατρός, ούτε πνεματικός, εγώ Διονύσιος Ιερομόναχος έσκυψα

και μέ τά καλά τής έλεγα να ξαγορευθτ'i*

3. Και αυτή εμισάνοιξε το στόμα της και έδειξε τά δόντια της, ακλουθίόντας νά κοιμιίται.

4. Και ίδού ή πρώτη φωνή ή άγνώριστη , που μούπε στό δεξί αύτί:

<<- Η δύστυχη θρέφει πάντα στο νου της ψ ού ρ κ ε ς , ι φυλακές

και Τούρκους πuυ νικούνε καί Γραικούς που σφάζονται.

5. »Τούτη τή στιγμή *βλέπει στον ύπνο της τό πριίγμα που πάντοτες άπεθύμουνε, ήγουν την άδελφή της ποϋ διακονεύει, καί για τοuτο

τήν είδες τώρα που εχαμογέλασε >>.

6. Καί η δεύτερη φωνή ποϋ εγνώριζα εξαναε(πε τα ίδια λόγια, ΧΧΧΙΙ τραυλίζοντας καί κάνοντας ένα σωρό ορκόυς, καθώς άπό ζίόντας

έσυνηθοtlσε.

7. << Αλήθεια· μα-μα-μά-αμά τη Παναγία, άκουσ' εδώ, άααααλή­

θεια μμμμά τόν Αη Νικόλα ... άκουσ' αλλλλήθεια άκουσ' εδ& ... μαααά τόν · · Α η * Σπι-σπι-σπι *δο-να .. ·Αλήθεια μα * τ ' άγνάχρα­

χρα-χρα-γρά-χναν τά μυστήρια του Θεού». 8. Ξάφνου η γυναίκα έβγαλε τό χέρι άπό τό σεντόνι και έχτύπησε,

και ή μύγες ανασηκωθήκανε.

9. Καί ανάμεσα στη βουή όπου εκάνανε άκουσα τη φωνή της γυναι­κός. όπου εφώναζε: << Όξω, πόρνη άπό 'δω! Δε σου δίνω μήτε

ένα ψίχαλο!••.

I Ο. Κα ί ετίναξε το χέρι όξω άπό τό κρεββάτι. σά για νά διώξη μακρυά την αδελφή της,

που της φαινότουνα πως ήλθε νά διακονέψι:Ί·

11. Και έξεσκεπάσθηκε σχεδόν όλη από το λερωμένο σεντόνι καί εφάνηκε ένα ψωφογάτσουλο, όπου ένας ανεμοστρούφουλας ξε­

σκεπάζει από τη κροπία, οπού άρχινάει να λυώση.

12. Αλλά* έχτύπησε τό Χέρι της σε μία κάσσα πεθαμένου, που εύρέ- ΧΧΧΙΙΙ

-1. Εννοε ί πιθανότατα ό π οι η τής τάς aπαγχονίσεις. τους διωγμούς καί τα βασαvι­

στήρια. τα όποία η Αγγλική Προστασία εν Επταν~σφ εφήρμοζε κατά τώv Ζακυvθί­ων , δια ,.α τοtιS cμποδίσ1J νά βοηθοίιν την ελλ ηνικήν επανάστασι ν και συνδράμουν τούς

πολεμούvτας καi τα γυναικόπαιbα.

2* · Υπάρχει και η παραλλαγή· «ξεμολογηθή ". 2. 'Όλην τήv. 7ηv παράγραφον τήν έχει περικλείσει μέσα εις ένα περιθώριον γραμ­

μιbν, ι..:αι πλαyίως έχει γράψη. εκτός τού περιθωρίου. τά εξής: .. και ιδού πάλι τό μουρμοιιρηtό που έφαινότουνα η φησηματία στον καλαμιώνα.,,-) . Τήν IΟην παράγρα­φον όλό...:ληρον έχει διαγράψη με δύο γραμμάς χιαστί.

5* έ\·α. 7* Ά η Σπυρίδωνα aλ ήθεια. 11 * Επάνω aπό την ενδεκάτην παράγραφον

έχει σημειώση την εξής παραλλαγήν: .. ένα ψωφογάτσουλο που ήτανε σκεπασμένο από τη Ι(ροπία ...:αι τό ξετρουπώνει ένας ανεμοστρούφουλας και το ξεσκεπάζει ... 12* σπρώ­χνοντας το χέρι της (όξω από τό κρεββάτι, γιά να διώξη τήν αδελφή της).

26

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

θηκε εκεί ξάφνου και εκόπηκε το όνειρο της αμαρτωλής.

13. Και άνοιξε τα μάτια της καί βλέποντας τη κάσσα ανατρίχιασε, γιατi εσκιάχθηκε μη τη βάλουνε εκεί στοχάζοντας τηνε πεθαμένη.

14. Και ετοιμαζότουνα να φωνάξlJ δυνατά, για να δείξτΙ πως δεν πέθανε, αλλά ιδού προβαίνει από τη κάσσα μΊα κεφαλή γυναίκl:ιά, φθαρμένη και αυτή από το τιχτικό, πού, άγκαλά και πλέον ήλι­κιωμένη, πολύ της έμοιαζε.

15. Πηδάε~* στη ζερβιά του κρεββατιοΌ, αλλά εχτύπησε τη μούρη της σε μίαν άλλη κάσσα, και όξω από αυτή ένα κεφάλι γέρου, καί

ήτανε ο γέρος που εγνώριζα (Ν. 1). 16. και έτσι *έγνώρισα ότι εμελλε της γυναικός βρεθή πρίν ξεψυχί­

ση άνάμεσα στο πατέρα της και στη μάνα της και στη θυγατέρα

της,

17. και έφριξα και έστρεψα στην αντίκρυ μερία το πρόσωπό μου και XXXIV εξανάσα\!ε* το μάτι μου στον καθρέφτη, ό οποίος δεν έδειχνε παρά τη γυναίκα μοναχή και εμέ και το φως,

18. γιατί τα σώματα των *τριών άλλων ησυχάσανε στο μνήμα τους2,

από τα οποία θα πεταχθούν όταν βαρέση η Σάλπιγγα,

19. μαζύ μέ εμέ το Διονύσιο τον Ιερομόναχο, μαζύ με τη γυναίκα της Ζάκυθος, μαζύ με όλα τα τέκνα τού :Αδάμ, στη μεγάλη

κοιλάδα τού Ιωσαφάθ.

20. Και άρχισα να συλλογισθώ απάνου στή δικαιοσύνη τού Θεοu, που θε νάναι αυτή την ημέρα φανούσιμη, και τό μάτι (προ­

σηλωμένο στό καθρέφτη)* εμποδίσθηκε από τό λογισμό.

21. Αλλά ακολούθως ο λογισμός* εμποδίσθηκε από το μάτι. 22. Επειδή, στροφογυρίζοντας εγώ έπειτα τα μάτια εδώ και εκεi, κα­

θώς κάνει ο άνθρωπος που συλλογίζεται π ράμμα δύσκολο που πο­

λεμάει να καταλάβη,

23. είδα από την κλειδονότρουπα πuυ κάτι έμπόδιζε το φως και εβά- X XXV στουνε *πολυώρα και έπειτα εξαναφαινότουνα.

24. Και ακουότουνα ακολούθως ένα μουρμουρητό στην άλλη κάμερα και δεν εκαταλάβαινα τίποτες, και εξανακύτταξα στο μέρος della Visionc4 •

I. Αναμφιβόλως ελησμόνησε να γράψη τό μόριον "να ... -2. Κατά παρα'δρομήν άντί να γράψlJ «στα μνήματά τους».-3. Ολοφάνερες.

15* Τραβιέται. 16* εκατάλαβα. 17* ησύχασε. 18* δύο· 20* εσυγχίσθηκε. 21* εσυyχίσθηκε.

4 . Η ίταλική λέξις αυτή σημαίνει του" Οράματος». Ο Σολωμός φαίνεται ότι δεν είχε πρόχειρον την αντίστοιχον ελληνικήν λέξιν, διότι οσάκις θέλει να την αναφέρει είς τό Σχεδίασμά του την παραθέτει ίταλιστί.-

23* περσότερο.

27

ΑΠΑΝΤ Α ΣΟΛΩΜΟΥ

25. Και ήτανε μεγάλη σιωπή και δεν άκουες να βουΙζη μ ' τε μία μύγα από τόσο πλήθος, γιατί ήτανε όλες μαζωμένες είς το καθρέφτη,

26. ό οποίος εις πολλά μέρη έ π αρά σ τ α ι ν ε το χρώμα del νc:lo' που τό βάνουνε όταν λείπ1J για πάντα κανένας από τή φαμηλιά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ

ΤΟ ΖΩΝΑΡΙ

Ι. Αλλά Ί) μάνα της, χωρίς να κυττάξl] κατά τη θύρα, χωρ ίς νά κυττά­. ξ1] τη θυγατέρα της, χωρίς νά κυττάξΌ κανέναν, αρχίνησε: 2. «- · Ετούτη τη στιγμή τό μάτι και το αυτί του παιδιοό σου σέ

παραμονεύει από τη κλειδονότρουπα καί σε απομακραίνει, γιατί

σκιάζεται τό κακό σου και έτσι έκαμε καί έσέ μ' εμ{; ~ ·

<<για τούτο σ<.όδωσα τη κατάρα μου, γονατισμένη και ξέπλεκη, είς XXXVII , τη πίκρα της ψυχής μου, όταν ασήμαιναν *όλες η εκκλησίες την

ημέρα τού Πάσχα,

»στην ξανάδωσα μίαν ώρα πριν ξεψυχήσω, καί τώρα στην ξαναδίνω, κακό και ανάποδο θηλυκό!

»Καί η τρίδιπλη κατάρα θέλει είνε αληθινή και ενεργητική στο κορμί σου καί στη ψυχή σου, καθώς είνε αληθινά και ένεργητικά στον

φ α ι ν ο' μ ε ν ο και στον αόρατο κόσμο τα τρία πρόσωπα της Αγίας

Τριάδας>>.

Και· ο γέρος ετραύλισε ετούτα τα ύστερα λόγια και η παιδούλα

αναδεύθηκε στο κόκκινο προσκέφαλο, σάν τό μισοσκοτωμένο πουλί.

Ετόtε ό γέρος ανακατώθηκε μές τη κάσσα του, ασήκωσε τό

δάχτυλο κατά τη· θυγατέρα του και ετραύλισε τη κατάρα του (Ν . Ι)

:ι. Η λέξις αύτή σημαίνει «του πέπλου». Εις την Ζάκυνθον, καθώς καί σέ δίάφορα άλλα μέρη, όταν είς ένα σπήτι πεθάνει κανείς σκεπάζουν τους καθρέπτας και τας είκόνας με τούλινον ύφασμα. - __ Μετ· αύτό εις τό χειρόγραφον έπεται η XXXVI σελίς. λευκή κατά τά δύο τρίτα είς την οποίαν είναι γραμμένα ολίγα σημειώ­

ματα (βλέπε σελ. 56 του παρόντος) και ολίγαι γραμμαί κειμένου. Η μετά τήν λευκή ν. ακολουθούσα δεν έχει αριθμημένας τας παρα γράφους του σχεδιάσματος . Γενικώς από του σημείου τούτου το χειρόγραφον είνε περισσότερον συγκεχυμένον από ό , τι

ή το μέχρι τούδε καιδύσκολος καθίσταται η καταvόησις καi διευκρίνισις του, ως θα

κρίνουνκαι έξ iδίας αvτιλήψεως οι αναγvώσται τού κειμένοι•. τό όΠοίον προσεπαθή­

σαμεν να αποδώσωμεν μέ πάσαν δυνατήν άιφίβειαν. - .1. · Η παράγραφος αύτη ε(νε

γεγραμμένη είς το χειρόγραφον δια μέσου των γραμμών της tπομένης παραγράφου

*Τα σήμαντρα. ·

28

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΥΣΤΕΡΟΝ

Η ΓΥΝΑΙΚΆ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

ΛΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΤΕΡΝΉ ΤΗΣ ΘΑΡΑΠΑ ΨΗ

l. *Και η γυναίκα μοναχά ετότες άκουσε δύναμη να μπορέστι νά πεταχθlj,

2. και εχίιθη κ ε' πηδοΊντας ψηλά, σα τ· άστρο του καλοκαιριοιS, που

στον αέρα χύνεται δέκα ορυές riστρο.

3. Και ι:χτύπησε* στο καθρέφτη** και η μύγες εφύγανε και ***έβου- XXXVIII "fζανε στο πρόσωπο της κουλουμωτές

4. καί αυτή, λόγιάζοντας πως ήταν οι γονέοι της, *έτρεχε εδώ και

εκεί,

5. ανοιγοκλείωντqς τη φούχτα κάτι ναuρτι για διαφέντεψη . καί ηύ­

ρηκε το ζ ω ν ά ρ ι και με κε(νο άρχισε νά χτυπάτι.

6. Και όσο εχτυπούσέ, τόσο η μύγες εβου"fζανε καί τόσο αυτή εκα­τατρόμαζε, όσο που τέλος πάντων έχααε το νου της ολότελα.

7. Γιατί* τρέχοντας με το *πουκάμισο, που η φιλαργυρία είχε κάμη

κοντό*, έτρεξε το μάτι της στο καθρέφτη,

8. και έσταμάτηξε καί δεν εγνώρισε τον εαυτό της καί άπλωσε το

δάχτυλο και αναγέλασε:

9. «- Ω κορμί! ω κορμi:! τι πουκάμισο! Αι! καταλαβαίνω εγώ. Καί

ποιός πονηρός μπορεί να μου κρύψ1] τη πονηρία του; Εκείνο το ΧΧΧΙΧ πουκάμισο με κάνει νά καταλάβω πως καμώνεται τρέλλα για·

νάν · έτοιμο να κριματίστι. 10. '' Αλλά ποίός νάναι; Μα την αλήθεια πού της μοιάζει ολίγο.

Α! Α! ε.ισ· εσύ *μπομπόκ:ορμο βρωμοπόρνη, μυγόχεσμα του

σπιταλιού τσίμπλα της γουρούνας, σιcατή, γαιδουρ, κροπο-λόγσ· ·

•I . Ώρμησε.

Ι* Και . (ο πατέρας καί η μάνα και η θυγατέρα) με τες κάσες έγιναν άφαντες (εχαθή­

ιcανε-άναλ ηφθή ιc~νε ). 2. Προς άμυναν.--:3. Κορμί της μπομπής, δηλ . ντροπιασμένο uποιcείμενο .-4.Σπι·

τάλιο = νοσοκομείον, λέξις έκ τού ιταλικοu.-5. · Ανακατευομένη μέ κόπρον η καί ασχολουμένη με κοπρολογίαν .

3* Ευρέθηκε. **Στον οποίον εχτύπησε. ***Αύτή ευρέθηκε μεταξύ τους μές. 4* που τήν άδράχνανε άπό τό μούτρΌ. 7* Καί. **Κοντό. •••πού είχε κάμη κοντό από τη

φιλαργυρία της. ιο• βpωμοπόpνη.

29

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

11. >>νά τέλος πάντων ό,τι σου προφήτεψα ... καί φίλοι σου oi αγα­πημένοι ... Δεν σώμεινε μήτε δισκάρι να διακονεύτ:ι ς με δαύτο.

12. »Ε{σαι στα χέρια μου. Ti θέλεις; να σου κάμω ψυχικό ; Τώρα στο

κάν<Q. Να tδώ αν σου μείντ:ι φωνή να πτ:ις πως εfμαι μουρλή!>>.

13. Έτσι λέοντας έκαμε ένα γύρο και έβάλθηκε με μεγάλη λύσσα νά χορεύτι, και το πουκάμισο το κοντό ευρισκότουνα στο πρόσωπό

της.

14. Και στη ζέστα τόυ χορού έκανε με το ζωνάρι μία θηλειά, καί ό χορός εβάσταξε όσο νά κάμη τη θηλειά.

15: Καί *είπε: ,,_- Ακλούθαμε άπό πίσω από το καθρέφτη, νά σου κάμω το ψυχικό,

16. ,»γιατί έρχεται κάπου - κάπου ο γάϊδαρος ο γιατρός, (οποu θά ΧΧΧΧ σ' έχΊ] καί έκείνος) και του σκαρφίσθηκε πώς είμαι άρρωστη>>.

17. Καί επήγε* καί την άκουα να κάντ:ι μεγάλη ταραχή . 18. *Και έσκασε** ένα γέλιο μεγάλο, που αντιβούϊσε η κάμερα***

φωνάζοντας: «Να, μάτια μο~, το ψυχικό!>>.

19. Ε τότες έπεσα μέ τα γόνατα, *έκαμα δέηση **να την κάμτ:ι ο Κύ­ριος νά μην ήνε έξω φρενών γιά το λίγο άκόμη που έχει να ζήση

και να της πάψη η κακία.

20. Και τελειωμένη η δέηση, εκύτταξα χάμου, οπίσω από το καθρέφτ_η , στοχάζοντάς την λιγωμένη. Καί δέν ήτον εκε(.

21. Καί αισθάνθηκα το αίμα μου να τραβηχθή από τα μάγουλά μου.

22. Και έπεσε το κεφάλι απάνου στα στήθια μου καί είπα μέσα μου:

23. ,._ Ο Θεός ξέρει που έφυγε η δύστυχη, ενώ επαρακάλεια με τη θέρμη (τη ζέστη) της ψυχής μου.

24. Και επέρασα πέρα με τό κεφάλι_ σκυφτό και στοχασμένο. νά πάω νά την εύρω.

25. Και άκουσα στο μέτωπο κάποιον που μ' εχτύπησε και έπεσα ξαφνισμένος τ~ ανάσκελα.

26. καί είδα τη Γυναίκα της Ζάκυθος που εκρεμότουνα και εκυμάτιζε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΥΣΤΕΡΟΝ

ι Και ασηκώθηκα όλος τετρομασμένος, φωνάζοντας: «-Μνήσθητι

μου, Κύριε!>> Και άκουσα ποδοβολή ανθρώπων που ανεβαίναν τές σκάλες

2. Και ήταν καμμία δεκαπενταριά άνθρωποι και οί περσ ... εφοροό­σαν μία προσωπίδα, όξω από πέντε, όπου εγνώρισα πολλά καλά.

I. Αι -παράγραφοι από 20 έως 25 εlνε χιασ"τί διαγεγραμμέναι. 15.* αφού την ετελείωσε .. -17* Οπίσω από τον καθρέφτη. 18* Και η ταραχή έπαψε.

*""έκαμε ***Και μt φωνή πνιγμένη από την ευyαρίστηση είπε. 19*. Να κάμω.** Για να.

30

ΧΧΧΧΙ

Η ΓΥΝΑΙΚΆ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ

3.' Ο *ένας (ζωγράφισέ τους όλους τους πέντε). καί επειδή χωρίς ν' αγαπάν τη γυναίκα** ... καί άρχινήσανε νά σκούζουνε.

καί εγώ, γυρίζοντας κατ' αύτούς, τούς είπα: <<Όξω άπό δω!

6ξω από δω! τα κρίματα σας σας εσύρανε εδώ!*** τοuτος ο τό­

πος είνε κεράυνοκράχτης (1'1 σύρτης), γιατί ό Θεός τον μισάει.

και εφοβήθηκαν όλίγο, 6μω(; δέν εφεύγανε, ' και εστάθηκα σιωπηλός, για ναύρω τι να τους πώ γιά να ΧΧΧΧΙΙ

φύγουνε· καί τους είπα: «Παιδιά, άκούστε τα λόγια τού Διονυ-σίου του Ιερομόναχου. Εγώ, γιά με, πάω νά κάμω δέηση και

σας άφήνω εδώ. Βάλτε το χέρι στη συνείδησή σας. Εσύ μ .... . εσύ γ ..... έσύ κ ..... έσύ π .... έσύ τ. ... ι (γιατί σας τους άλλους

δε σας γνωρίζω) και ιδέστε τι μπορεί ναύγ1] εάν μείνετε. - Η διοί-

κησις σας γνωρίζεί και βρίσκοντάς σας εδώ θέλει πη πως την

έφοιφκίσατε εσεiς>>,

Ε τότες τους είδα να πισοπλατίσουν όλους,' σπρώχνοντας ένας τον άλλον, ποιος να πρωτοφύγl] καί ερροβολούσαν τες

σκάλες με μία ταραχή όπου μου φάνηκε πως οι περσότεροι

εγκρεμιζόντανεl.

· I. Τά γράμματα αύτά σημαίνουν τα αρχικά ψηφία των ονομάτων των προσώπων αυτών. 'Αγνωστον αν τα αρχικά αυτά στοιχε"ία αντιστοιχούν με ονόματα συγχρόνων

προσώπων η κατά τύχην τα έβαλεν ο ποιη>ής.-2. Εδώ τελειώνει το ιcείμενον του

Σχεδιάσματος. Έπονται σημειώσεις, ατά1eτως γραμμέναι, ας παραθέσαμεν έν σελ. 66-74 είς την θέσιν των <<σημειωμάτων>> (σελ. XXXXII καί XXXXIII) .

.3* Καί tπειSή έγνώρισα τη γυνα( ... ••tσύχναζε σπ-ητι της. •••εδώ ε!νε tόπος πο\J

σέρνει.

31

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Bada bene il car.attere dell' 'Ιερομόναχο, in tutte le circostanze ωnseguente. Guarda se torna che pizzichi del beffardo e che la beffa sia sotto un'aria di quiete. - [Πρόσεχε καλά το χαρακτήρα του • Ιερο­

μόναχου, σ' όλες τις περιστάσεις συνεπή. Κύτταξε αν πήγαινει καλά

να γέρνει μάλλον στο περιγελαστικό, και το περιγέλασμα να ε{νε κάτω άπό ένα ύφος γαλήνης].

11 nano bisogna farlo apparire nel principio del Componimento, nel Mezzo, nella fine. Nel principio s'aπampica su per lo pozzo, esce e giganteggia fino alle nubi, stendendo aii'Oriente e aii'Occidente le ugne, come se il mondo fosse sua preda. Ε nel mezzo στριφόγυρίζει το κέρατο, come si fa dei mustacchi. Nella fine si trova ~ottoΊΊmpicata e.t .c. -[ · Ο Νάνος πρέπει να παρουσιασθή στην αpχή της Σύνθεσης, είς το Μέσο, είς το τέλος. Στην αρχή σκαλώνει πάνω από τό πηγάδι,

βγαίνει και γιγαντοόται έως τα σύννεφα, aπλώνοντας στην : Ανατολή

και Δύση τα νύχια, σαν να ήταν ο κόσμος λεία του. Και εις τό μέσο

στριφογυρίζει το κέρατο, όπως κάνουμε μετά μουστάκια. Εις τό τέλος

βρίσκεται κάτω από την κρεμασμένη κ.τ . λ.].

Pensa alla figura e al carattere del Nano, sempre conseguente. -[Συλλογίσου τη μορφή και το χαρακτήρα του Νάν~υ πάντα συνεπείς] .

Pensa: nell'atto del batteπe le tre dita inquiete στό φιλιατρό esce fuoή Β nano; non era punto bagnato .-[Σκέψoυ: ένώ χτυπάει τα τρία

δάχτυλα ανήσυχος στό φιλιατρό, βγαίνει όξω ο Νάνος. Δεν ήταν διόλου βρεμμένος] .

Guarda se puoi introduπe la scena buffa του κοκόρου του ξύλινου

32

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

του αρμινάλε. Esce a cavallo. Ι venti che si scatenano ed essa gira a piU non posso. · Donne ed uomini con canocchiali che vedono e non credono. -[Κύττα 1 αν μπορείς να βάλΊ]ς μέσα την κωμική σκηνή του

κοκόρου του ξύλινου του αρμινάλε2 • Βγαίνει καβάλα. Οί ανέμοι που ξέσπούνε, καί εκείνη γυρίζει με τη μεγαλείτερη γρηγοράδα 1 . Γυνα{κες

κι άνδpες με τηλεσκόπια, που βλέπουν καί δεν πιστεύουν].

ΙΙ για δέησες για το Έθνος που πολεμάει

Mettere il ritratto in bocca de Diavolo. Ε farlo apparire in aria ironica, com~ coiui che pensa a quanto• accadra per opera sua. -[Να βάλω -iην εικόνα στο στόμα του διαόλου. Και να τήν κάνω να φανή με ύφος ειρωνικό, όπως εκείνος που συλλογίζεται εκείνο που θα συμβl] εξ αιτίας του].

Καί καθώς κάνει ο άνθρωπος που στρίφει το μουστάκι του

pensando a cosa <<Cile e certo che riusciπl cosi.-[Kαι καθώς κάνει ό άνθρωπος που στρίφει το μουστάκι του, συλλογιζόμεyος πράγμα που

θα επιτύχη].

Και ήτανε καλοκαίρι•

cosi egli palpaνa la punta del suo corno σαν dνθρωπος συλλογι­σμένος που στριφογυρίζει τό μουστάκι του e non sapeνo il perche.­[ Έτσι εκείνος έπιανε την άκρη του κεράτου του σάν άνθρωπος συλλογισμένος που στριφογυρίζει τό μουστάκι του καί δεν ήξερα τό

γιaτί]*.

έσκασε ένα κακό γέλιο που μ· έκαμε και ανατρίχιασα και έγινε

1.- Όλαι αι παρατηρήσεις του Σχεδιάσματος, που σημειώνει ο ποιητής όπως

ενθυμηθ>:'ι και γράψει διαφόρους σκηνάς, απευθύνονται προς τρίτον πρόσωπον, κατά

την ιταλικήν συνήθειαν, ενώ πράγματι γράφονται δι· ιδικήν του καθοδήγησιν.

2.- Αρμινάλες η και αναμινάλες λέγεται είς τήν Ζάκυνθον ο εν σχήματι μικρού

οικίσκου εύρισκόμενος επί τής στέγης τών οίκιών της Επτανήσου μικρός φεγγίτης,

δίδων φως εις την σοφίταν και χρησιμεύων εις την άνοδον των τεχνητών δια την

επισκευή ν της στέγης. · Από τό ίταλικόν luminale. 3 .-Αι τρεις ανωτέρω φράσεις ε(νε

ατελείς και εγράφήσαν από τον συηραφέα συγκεκομμέναι , διάνα τού ενθυμίσουν ίσως Ι}ερικά επεισόδια. τα οπο{α εσυλλογίζετο νά παρεμβάλη . Αυτό συναντάται συχνά εις τα

διάφορα έργα τuυ Σολωμού .

* succedrι\ = συμβή

4. Η παρατήρησις αυτή πηγαίνει εις την δευτέραν παράγραφον του κε ιμέ,·οιι. δLQ.

να δείξΙJ την έποχήν του έτους κατά τήν οποία έλάμβανε χιδραν το γεγονός.

*alla tίήe' = εΙς το τέλος 33

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

άφαντος.

Ε quanto 1 la Donna .. . il riso mi ricordai του θεοκο .. .. -[Καί οταν η Γυναίκα ... τό γέλιο . μου έθύμιζε τού θεοκα .... ].

Ε m' alzai dalla orazfone e sentii di nuovo il ridere siesso** ma piu prolungato. Ε m' alzai e andai dictro !ο specchio καί είδα τή γυναίκα της Ζάιωθος που εκρεμότουν καί εκuμάτιε και δεν εσύφ~ακα να ξετά­ξω μέ τό νοϋ μου τό ποιος έιcα\!€ τέτοιο γέλιο γιατί έπεσα ξαπλωμένος τ' ανάσκελα .. -[Καί σηκ_ώθηκα από τη δέηση κι ' έξανάκουσα το γέλιο

τό ίδιο άλλά πειό απλωμένο. Καί σηκώθηκα κι' επήγα πίσω από τον καθρέφτη και ε(δα ·τη γυναίκα της Ζάκυθος που εκρεμιώτουν καi εκυμάτιζε καί δεν έσύφτανα να ξετάξω με τό νου μου το ποιός έκανε τέτοιο γέλοιο, διατί . έπεσα ξαπλωμένος τ ' άνάσκέλα)2.

Ε m'alzai di lae vidi sotto la misera una figura di Νaηο.-[Καί σηκώθηκα άπό εκεί κι' είδα κάτω άπό τη δύστυχη μια μορφή

Νάνου].

Εκαθότουνα το διπλοπόδι μ' ένα ταμπουρά στό χέρι έτοιμο να

τον ασημάντι *** καί εστριφογύριζε τα μάτια του που' τάνε μαόρα και ... σα δύο ... come fanno οί ... τάχατες .. . caccia fuori la loro (=βγάνει όξω τα δικά των).

Ε facendo il segno della Croce tre ο quattro volte rapidamente il nanotto [καί κάνοντ~ς τό σημε{ο τοϋ σταυρού τρεις-τέσσαρες φορές γρήγορα ο μικρός νάνος] εμεγάλονε καi ο ταμπουράς καί του

εξεφύτρωναν τά κέρατα* και εμεγάλωναν τόσο που το δεξί εστήλώσε

την άκρη του αποπάνου στά σκέλια της γυναικός και ετσιτσίριζε σαν

το σίδερο το άναμμένο μες · τό νερό.

Και αυτή εκαμώθηκε πως δεν ανανογιέται, άλλά εγώ ... .... την αρχή που εστριφογύριζε

την άκρη του ίδίου κερά του ε κατάλαβα τό έργο του διαβόλου , που από

τότες έμελετούσε, καί αρχίνησε τό τραγοι\δι και το συντρόφευε μέ

ταμπουρά** . Εκουνούσε τό κεφάλι του τάχα να συντροφέψlJ τη

μουσική καi τό κορμί;1 τό φουσκωμένο έσυντρόφευε εξ ανάγκης κάθε

ι Ολόκληρον το κατωτέρω τμήμ~ σημ~ιωμάτων. καθώς καΙ όλόκληροv το της δευ

τέρας σ~λίδος έχει διαγραφή άπό τόν ποιητήν, δι· αύτό ετέθη προς διάκρισιν μέ

· μικρά- στοιχεία . · Ολόκληρον τοuτο έπαναλαμβάνεται εις τό τέλος . όπως άλλως τε σ1:μειώ~ει και ό ποιητής. προτάσσων ολου του διαγεγραμμένου τμήματος την λέξιν «Καί ει ς το τέλος .. . -,2 .. Τά άνωτέρω επαναλαμβάνει καί είς το τέλος τού i:ρyou. **di prima = πού και προτήτερα ***καί άπό τά.

3. Όλο αυτό έπαναλαμβάνεται καί είς τό τέλος του έργου. *τόσο που **και tό ταμπουρa με το κίνημα του κεφαλιού

34

ΣΗΜFΙΩΣΕΙΣ

κίνημα και τό τραγουδι έλεγ' έτσι:

IV Ε m' alzai dalla Orazione e sentii fare Ιο stesso ridere di prima*, με τη διαφορά που ετούτο ήτανε ακατάπαυστο. Ε corsi dietro Ιο specchio, ma αλλά έπεσα σκασμένος τ ' ανάσκελα.-[Κι · ασηκώ­

θηκα από τη δέηση κι· άκουσα το ίδιο γέλιο που και πρώτα με τη διαφορά που ετούτο ... και έτρεξα πίσω από τον καθρέφτη, αλλά έπεσα σκασμένος τ· ανάσκελα].

Perche colui che rideνa -[γιατί εκείνος που γελούσε]- ήτανε ο

Θεοκατάρατος πούτανε χάμου τό διπλοπόδι και έκανε εκειό τό γέλιο το ίδιο].

Πού ήτανε κρεμασμένη.

αλλά έπειδή dρχινήσανε τα

εύρες τρόπο να βάλτκ «είμαστε σα τη δροσιά που πέφτει στο κάμπο καί απέκει τη πέρνει ο ήλιος» .

Sul principio della Visione introdurre il Fantasma del Diaνolo, che si fa grande come gigante fino ... που έδωσε τα κέρατα στα σύγνεφα e stendendo una mano της δεξιάς all' Oriente, e I' altra all' Occidente, aνec une grimace «εδώ κάτου, είπε, fino che dura questa macchinetta θέλει έχω καί εγώ ό ~αϋμένος νά παρηγορηθώ μαμουλίζοντας 1 Το* * κακό σου είνε τό καλό μου».

-[Είς την αρχή του Οραμάτος να εtσαχθij το φάντασμα τού Δ~αβόλου που γίνεται μεγάλο σαν γίγαντας έως που έδωσε τα κέρατα

στα σύννεφα κι· aπλώνοντας το ένα χέρι-το δεξί-στην ανατολή και

τό άλλο στη δύση, μ· ένα μορφασμό: «έδώ κάτου, είπε, έως ότου

υπάρχει αυτή η μηχανούλα θέλει έχω κι' ο καϋμένος να παρηγορηθώ μαμουλίζοντας. Το κακό σου είνε το καλό μου»].

Introdurlo che esce fuori del pοzzο-ανεβαίνει απάνου με την εύκολία της πολυποδίας-ha fatto il giro;del mondo e si consola d' ·aνer troνato I' anima per eccellenza .-[Nα είσαχθή ενώ βγαίνει από τό πηγάδι-ανεβαίνει απάνου με την ευκολία της πολυποδίας-έχει

καμωμένο το γύρο του κόσμου κάι παρηγοριέται γιατί εuρηκε την ψυχή που του ταίριαζε].

*ma piu continuato = άλλά πλέον συνεχές.

ί. Μασσιbντας σιγαλά και αδιάκοπα. "'* ' καλό μου.

35

ΑΠΑΝΤ Α ΣΟΛΩΜΟΥ

V Ε quί-[και εδώ] στοχάσου Visione del Diavolo. La quale bisogna diversificarla. La prima

volta potra essere un serp~ntello, che esce del pozzo-poi giganteggia e appare il Diavolo.-Nel mezzo del componimento altra cosa [Pensa] Ιη ultimo un πaπο.-['Όραμα του Διαβόλου. Τό οποίο πρέπει νά γίν1J ποικίλο . Την πρώτη φορά μπορεί να είνε ένα φειδάκι πού γαίνει άπό το πηγάδι, έπειτα γιγαντοόται και παρουσιάζεται ο Διάβολος . Είς το μέσο της σύνθεσης άλλο πρdμμα (Σκέψου) στό τέλος έvας Νάνος](').

Pensa. ΑΙ carattere dell' 'Ιερομόναχο, della Donna, del Diavolo, che s i~no ... pensati e nelle diverse circostanze non si smentiscano e.c.c.-[Συλλογίσου: Τόν χαρακτήρα τού · Ιερομόναχου, της γυναίκας , του Διαβόλου, νά είνε μελετήμένοι καιστάς διαφόρους περιστάσεις να μη διαψεύδωνται κ.τ.λ.] .

. Ε la forma sia l'abito del vero senso profondo d'ogni cosa.­[Kαί η φόρμα να ήνε το ν:τύσιμο της αληθιvης βαθει&ς σημασίας κάθε

πράγματος].

11 Diavolo quelle tre volte che apparisce-in principio, nel Mezzo e nella Fine,-prenda diverse figure. Nel principio, per esempio, esca dal pozzo come serpentello-nel πiezzo (Pe.nsa) nella fine sotto la Donna utι nano. Apparisca sul bel principio che esce dal pozzo ch~ ha fatto il giro della terra, prendendo varie figure-[ · Ο Διάβολος, έκε{νες της τρεις φορές πού παρουσιάζεται,.....στην αρχή , στη μέση καί στό τέλος,-να

λάβ1J διαφορετικές μορφές . Στη αρχή, παραδείγματος χάρη, νά βγαίν1J από τό πηγάδι σάν φειδάκι. Στη μέση, (Σκέψου) εις το τέλος

κάτω από τη γυναίκα ένας Νάνος. Νά φαν{ι αμέσως στην αρχή πως βγαίνει από το. πηγάδι, άφού έκαμε τό γύρο της γης, λαβαίνοντας διαφορετικές μορφές].

prendendo varie figure, dell'oro ,-della Donna, del e.t.c. (Guarda le piu νiolenti passioni). [πέρνοντας διάφορες μορφές τού χρυσαφιοό, της γυναικός, του κ.τ .λ.-Κύτταξε τα ορμητικώτερα πάθη].

πέρνω τη μορφή τοϋ χρυσαφιού, της γύναικός, του-σκήπτρου, του

στίχου .

VII Qui introdurre il diavolo e nella fine . Ε I' ·Ιερομόναχο ποπ dica mai male . Cosi condurra tutti il diavolo .-[ · Eδώ να εισαχθ'ιJ ο Διάβολος και εις τό τέλος . Και ο !zrομόναχος να μη λέ1] ποτέ κακό. Έτσι θα οδηγήσ1J όλους ο Διάβολι. ;;, :

Ι .Αύτά. , ,,_q .. :γ: >eαί τα Παρακάτω . επαναλαμβάνονται πολλu •.. : ~::-. ~δίασμα αυτό . ... :

36

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

IX δεν θέλει τόσο νόημα και έρευναις μεγάλαις , που αφήνεις τήν υπόθεση και μπαίνεις σε τρεις άλλες

σπρώχνει παρόμοια η μαϊμοό τtΊ πομπερή μουσούδα'

στο κάστανο που τσ · έρριξαν, τό ξεφλουδάει μ' ασπούδα2 συχνοχτυπάει τά βλέφαρα σφίγγει

Χ Ε νero che le mie gambe ηοη pbnno esser tardate dagli uomini. -[Είνε αλήθεια ότι τα πόδια μου δεν μπορούν νά έμποδισθούν από

τούς ανθρώπους]. · αλλά. tσύ πνεύμα έχεις πολύ καί βάλε με ...

και θέλει τόσο νά ίδ1]ς και έρευνες μεγάλες

να ιδ(\ς πού aφήνεις το-καί μπαίνεις σε τρείς άλλες

ξεφλουδά όμοια η μαϊμού τό κάστανο με ασποuδα, γέρνοντας απάνου του τή πομπερή μουσούδα

στέκουν τριγύρου και κυττούν τη μπομπερή μουσούδα • με λαιμαργιά ασπούδα

συχνοχτυπάει τά βλέφαρα σφίγγει

λαρύγγι.

χύνεται γύρου ·ρίχνοντας το κάστανο στtΊ μέση

κι' αδράχνει απ ... ποu γελούν, χαρτί, μ~νδύλι, φέσι. σφίγγει

λαρύγγι

Αρχινάει τήν υπόθεση-che lo preme-[πoυ σημαντικά τον ενδιαφέρει]-αφήνει την . υπόθεση και πέρνει τρεις άλλες .

Έτσι και μόμολα.

Per1 !'abitudine di sa!tare straordinariamente di palo ίη frasca nell ' atto anche in cui parla di cosa che lo preme .-[Λόγφ της συνήθειας να μιλlj ασυνάρτητα καί στήν περίσταση ακόμη πού μιλεί για πράγμα που τον ενδιαφέρει σημαντικά].

I. Η άδιάντροπή μοίφη .-2 . Μέ βίαν .

*rέρνοντας.

J Oi υπόλοιποι μέχρι τέλους της σελίδος Χ του αύτογράφου στοχασμοί ε!νε τοπο-θετημε' . -. . , . 4~""-' τr-,., « κειμένου», .αλλά προφανώς ανήκουν εις τα .. σημειώματα» .

37

ΑΠΑΝΤ Α ΣΟΛΩΜΟΥ

Παρόμοια *η μόμολα 1 . στη μοσούδα accosta la zamρa.-[Παρό­μοια η μόμολα στη ... μουσούδα σιμώνει το ποδάρι.

αφού επέταξε τη φλούδα από το κάστανο

η απ' ιίλλο που τ σ· αρέσει

all'improνiso'sbalza a qualcuno de' circostanti.-[ξάφνou ρίχνεται σέ κάποιον aπό τούς γύρω] δράχνε ι μανδύλι η φέσι.

αφήνει την υπόθεσι και μπαίνει σε τρεις άλλαις παρόμοια μέ τη ...

και* η μόμολα που τσ · έρριξαν να φάτι το κάστανο, και στέκεται καθένας καί τηράει

καθένας στέκει και τηριi τή μπομπερή μουσούδα στό κάστανο που τσ' έρριξαν μ' άλαιμαργιά κι · άσπούδα.

γύρου* τα γέλια ομόφωνα σκάνε .. . ' ς τη μέση κάνει ένα γύρο αδράχνοντας χαρτί, · μαvτύλι, φέσ\1.

Ο in principio ο in mezzo ο in fine, perdonare solennemente tutti e far restare il solo Ν ... -[ -Η στην αρχή η στο τέλος να συγχωρηθούν

επισήμως όλοι καt να μείντι μόνος ο Νάνος ... ] Mentre la donna ascoltando il. .. degli uditori.-[Έvφ η γυναίκα

ακούοντας το ... των ακροατών].

lntrodurre'·I'Ode in morte della E.T.Si faccia cosi:-S' introdurra nella Visione la S.I.S. Si faccia in modo che dalla sua collocazione risulti un artifizio dell' umana natura e piU della fanciulla. Ε sotto !Όde questa Nota:-Sarebbe mai la Poesia che riguardi Ε.τ. *Quella fanciulla era certo una grande sublimita morale e.t.c. -[Να εισαγάγω την Ωδήν εις τον θάνατον τη_ς Ε. Τ. ·· Ας γίντι ως εξής: Θα εισαχθ1J εις το Όραμα

- ι . Ζακυνθία λέξις, σημαίνει «μαϊμού». -2. Μετά τα ασυνάρτητα και σκελετώδη αυτά. σχεδιάσματα, ο ποιητής έχει άφήσει εις τό χειρόyραφόν του λευκάς σελίδας περί ων

βλέπε ύποσημείωσιν ι τής σελ . 23 · του παpόντος έργ.ου. *με ~έτσι. *ξάφyου.

3. Το σημείωμα αυτό ευρίσκεται εις ιδιαιτέραν σελίδα, χωρίς απέναντι κείμενον,

επομένως άγνοούμεν ΠΟύ άντιστοι)ιεί. 'Αλλως τε νομίζομεν κατόπιν επισταμένης ερεύ­νης , ότι αι σημειώσεις και ερμηνείαι α ι όποίαι ε{νε τοποθετημένα ι εις όλον τ έργον εις τό άπέναντι τού κειμένου τμήμα έχουν ριφθη ατάκτως αiτό τον ποιητήν και όχι καθεμία

εις τό μέρος του · Οράματος_ το οποίον επεξηyεl καί ερμηνεύει. • Essa.

38

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

εντέχνως το Σ . 1.Σ . Ας γίν1J σε τρόπον ώστε από την τοποθέτησή του

να διακρίνεται περίτεχνα η ανθρώπινη φύση και περισσότερο έκείνη

τής κόρης. Και κάτω ιiπό την · Ωδή , αυτή ή σημείωση: -Θα ήταν

τάχα το ποίημα της Ε .Τ ... Έκείνη ή κόρη ήτο βέβαια μία μεγάλ ηθική υπεροχή κ.τ.λ.]. .

Mesta la citta; e le donne piangevano e gli nomini sospiraνano. Ε non sapeνo il perche e la voce mi disse :-«Voltati e guarda!, Ε mi trovai* in una stanza, doνe era una fanciulla morta*, .apparecchiata come una sposa a scendere nel sepοlcrο.-[Λυπημένη η πόλη, κι· γυναίκες έκλαιγαν κι' οι άνδρες αναστέναζαν ... Και δεν ήξερα το γιατί και η φωνή μου είπε: <<Γύρισε και κύτταξε!>>. Και* βρέθηκα σ ' ένα δωμάτιο Όπου ήταν μία κόρη πεθαμέν1, , * ντυμένη σαν νύφη για να

κατέβη στον τάφο ].

Ι το δώμα τό ολομόναχο

2 έβρόντησε τραγούδια, στα χέρια και στο μέτωπο

ετρέμαν τα λουλούδια

της κορασιάς που εξέλαμπε σάν τ· άστρο της αυγής2.

ΙΙ Frate del Barometro che parla. Alla fine odor di zolfo. Era il Diavolo. Guarda un poco se occorre introdurre anche la ... . -[· Ο Καλόγερος του Βαρόμετρου πού μιλεί. Στο τέλος μυρωδιά από θειάφη: · Ηταν ο Διάβολος . Κύττα λιγάκι μήπως χρειάζεται νά μπΊJ καί η ·'

Να ζωγραφίστ;ις πρώτα το πλήθος όπού τρέχει στ' ακρογιάλια, στο λιμιώνα: καράβια, φλάμπουρα κατά τύχη φυσημένα από τον αέρα και αυτά κατά το Μι~ολόγγι*. Από εκε{ να τρέχουνε στα ψηλώματα*

I .' Δεν δυνάμεθα να μαντεύσωμεν δυστυχώς ποία εfνε η Ωδή εις τήν Ε.Τ. Με­ταξύ των δημοσιευμένων ποιημάτων του ουδέν τοιούτον υπάρχει. Επίσης ακατανόη­

τα αποβαίνουν δι' ημάc τα αρχικά Σ.Ι.Σ. και η έννοιά των. Πιθανόν νά πρόκειται

περί του ποιήματος περί του οποίου εν τJ.1 κατωτέρω σημειώσει .

2. Το εξάστιχον αυτό εδημοσιεύθη από τον Ι. Πολυλάν (σελ. 210) μαζύ με δύο άλλα εξάστιχα, ως απόσπασμα ατελειώτου ποιήματος, υπό τον τίτλον << Νεκρική · Ωδή ».-3 .

'Ολον το σημείωμα της σελίδος XVI είνε ασαφές . Τό πρώτον μάλιστα μέρος είνε πολύ άσχημα γραμμένου. Αλλά καί ο aντιγραφεύς του και ημείς ούτω ανεγνώσαμεν τας

ανωτέρω λέξεις, καίτοι δeν δυνάμεθα να έννοήσωμεν περί τίνος <<καλογέρου του Βαρό­

μετρου » ομιλεί ο ποιητής.

*τό δώμα τό •ε la non era nessuno=κι · εκεί δεν ήταν κανε ίς •στα άκρώρια .

39

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

(άνδρες, γέροι, γυναίκες, παιδιά) στ' άκρώρια, στές ράχες, στά καμπαναριά και τα πάιδιά εσαλεύανε ως την άκρη και δεν έφαινόντα­νε μεγαλείτερα άπό τό κεφάλι τους. Αλλά πρώτα να πω: φωνές καί

_ χλαλοή, ποιος ρωτάει, ποιός αποκραίνεται, και τρέχουνε απάνου­

κάτου με μια χλαλοή (*που ttν ήθελε ε{νε η μεγαλείτερη ταραχή του

πελάγου, ήθελε τη σκεπάση) και ένα ανακάτωμα παντού σα μία φλόγα

πολεμική. Και η μοόρες. των ήχανε χάσει την περιφάνεια καί επερπα­το~σαν χλωμούτσικοι, .γιατί δεν ήξεραν παις θά τελειώστι η υπόθεση. Στο ύστερο νά είνε ο αέρας που tφύσουνε τα φλάμπουρα κατά το Μισολόγγι κ' εκείνα. Και ήτανε ε τότες όπου πολλές γυναίκες

μισολογγίτισσες ...

XVII Introdurre dramaticamente la desrcizione delle Moriotte, che νeniνano. Le barche piene che sono per affondare. Fanciulle, νecch i e donne (nemmeno un gioνane).-[Nά εισαγάγω δpαματικώς τη περιγραφή των Μωραιτισσών' που ήρχοντο. ·Η βάρκες γεμάτες τόσο πο~ είνε για βούλιαγμα. Παιδιά, γέροι και γυναίκες. (Ούτε ένας νέος)] .

.. ••Πως πάει το ... πως πάνε η δουλειές;•• και άφησε το κουπί του και με το χέρι έσυχνόκοβε τον (J.έρα orizontalmente [=οριζοντίως]­.. Είδες να μαδοόν τη κόττα και ο αέρας νά συνεπέρντι τά πούπουλα; έτσι πάει το έθνος».

και ένας έλεγε: La scena delle Moriotte nel princ ... della riνoluz ... -l Η σκηνή τών Μωραιτισσών κατά τήν. αρχή της Επανάστ:1σης].

Καί άλλος αποκραινότουνα, la scena della' flotta greca con la descrizione e terminare collc; bandiere νerso Misolongio.-L Η σκηνή του ελληνικού στόλου με τήν περιyραφή καί να τελειώντι μέ τές σημαίες προς το Μισολόγγι].

Introdurre personne che parlano: -[Να εισαχθοόν πρόσωπα ποϋ μιλούν:].

<<Dio faccia che vada bene».~[<< Ο Θεός νά δώση να πάνε καλά: »]

Mi ricordo: La flοtta.-(Θυμούμαι: τό στόλο ... ] vιnsero a Μίssοlοηgίο.-[ενίκησαν στο Μισολόγγι].

Ε quando sι stancavano sedevano.-[Kαί όταν εκουράζοντο

εκαθόντανε].

Ι. Εις την Ζάιωνθον κατά την εποχήν εκείνην- και σήμερον άκόμη- διά τής

λέξεως «Μωραίτης •• έννοούν πάντα έλληνα μ ή. tπταvήσιον. Διόη κατά την tλληνικήν επανάστασιν κατέφευγον κατά χιλιάδας εις τήν Ζιiκυνθον τα γυναικόπαιδα εξ όλων τών

μεμών της Ελλάδος καί οι Ζακύνθιοι αδιαιφίτως απεκάλqυν όλους αύτούς «Μώραί• τες ...

*όπου σκεπάζει τη ταραχή του πελάγου. **Ε{δες να πως πάει τό tθvος .

40

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Qui s' introduca il tuinulto della. citιa . -[ Εδώ ας μπl] ο θόρυβος της πόλης .. .

sulla sponda ed ascoltavano, che temevano che Mis. cadesse-[ στ ·

ακρογιάλι κι· ακούανε γιατί εφοβόντανε μη πέση το Μισολόγγι] .

ΧΙΧ Κύττα αν ε{νε έδώ κάτου τα πρωτήτερα .

qui si puό introdurre il tumulto della Citta e il movimento uni­versale.-[εδώ μπορεί να μπΊJ ο θόρυβος τής πόλης καί η γενική

κίνηση].

σέ τούτο τό μεταξύ , αλλά εγώ έχω δουλειά ακούστε; έχω δουλειά ...

Εδώ να ζωγραφισθ'Ιj το ανακάτωμα, και έπειτα ώστόσο .. .

Altroι Cap. 11 tumulto universale della Citta .-[ 'Αλλο κεφάλαιο : Ο γενικός θόρυβος της πόλης].

altro Cap. ώστόσο η γυναίκα.-[ ' Αλλο κεφάλαιο: · Ωστόσο η

γυναίκα ... ]

La descrizione dei tumulto . .@. faccia un vecchierello. Cosi fara contrapposto colla giovanetta in seguito, che prega. Ε cosi apparira tutto il mondo 1' ogni sesso e d' ogni grado..... della donna. ­[Tην περιγραφή τvύ θόρυβου να την κάμ't] ένας γεροντάκο;. Έτσι θα κάμ't] άντίθεση με το κοριτσάκι κατόπιν, που προσεύχεται. Κι· έτσι

θά φαν~ όλος ό κόσμος κάθε φύλου καί τάξης .. . της γυναίκας].

ΧΧ (Κύττα στο τέλος κάθε στίχου νά μην τελειώντι με δάκτυλο πάντα) .

Nella scena del tumulto di Zante alle cannonate di Missolongio, sia ί._tta questa idea, in tutto il Fantasma, dell' Incertezza della Caduta, anzi che vi sia speranza perό , con agitazione, nei Zantioti che parlano fra loro .. ,. nella donna che fa la parlata sulla riva . .. .. nella μrcghiera che

Ι . Τό παρόν καθώς και το κατωτέρω σημsίωil•- ·.:..- <>δεικνόουν ότι ο ποιητής εσκό­

πευε πριν από το παρόν Κεφάλαιον να γράψΙJ έν,.. ιίλ\ο, είς το οποίον νά παρουσιάζΙJ

τον θόρυβον τον όποίον έΙ<"tJ uεν εις την πnλιν της Ζακύνθου η άφιξις τ: · · ·. · Μεσολογγι­

τών προσφύγων.

41

ΑΠΑΝΤ Α ΣΟΛΩΜΟΎ

fa un altra .... Cosi che sara di teπibile eft"etto la Profezia della caduta .... in Grecia .... della Discordia .-[Στη σκηνή τού θόρυβου γιά τες κανονιές τού Μισολογγιού, να είνι; ξάστερη αύτή η ιδέα, σ· όλο το

Φάντασμα, της αβεβαιότητος του πεσίματος, μάλλον νά ήνε ελπίδα, tiλλά με ταραχή, όμως, στούς Ζακυθινούς που μιλο~ν μεταξύ των ... στη γυναίκα πού κάνει την κουβέντα στ· ακρογιάλι, στην προσευχή

πού κάνει μία άλλη .. . Έτσι θα κάνει τρομερή εντύπωση η Προφητεία της Πτώσης ... στην - Ελλάδα .. . της Διχόνοιας .... ].

ΧΧΙ Bisogna metter in bocca alla Donna per intercalare: «έλ • διάολε!» -[Πρέπει να τεθl] εις το στόμα της Γυναίκας, παpενθέτως=«έλα

διάολε»].

ΧΧΙΙ η γυναίκες επολεμούσετε ( όμορφο πριlμμα που ήθελ_ · ήσθενε με τουφέκι και με βελέσι 1 Ή έβάνατε καί βρακί) και κdτι,

XXV Vedere se torna meglio mettere in bocca del bambίηο.-[Πρόσεξε μήπως πηγαίνει καλλίτερα να βάλω στο στόμα του παιδιού]3 .

Guarda un poco se insistendo non nasce sospetto ].-[Πρόσεξε μήπως επιμένοντας γεννηθή υποψίαγ.

Μήτε το *κάστρο, μήτε το στρατόπεδο, μήτε τη λίμνη , μήτε τή

θάλασσα, μήτε τη γη που επάτουνα, μήτε τον ουρανό. Πολιορκού­

μενους και πολιορκισμένους και όλα τα έργα τους και ολα τα πάντα

τα εκατασκέπαζε μαυρίλα καί πίσσα ...

XXVl καί γι ... φύγη ... το ή κακία η .. _.

η λύσσα καί πομπή, που από τα λόγια και από τα έργατα της

γυναικός (η φλόγα του μεσημεριοd)

καί ετούτη · η φράχτη έδινε απάνου στο πέλαο, εκεί στο Σταυρω­

μένο καί κάνει μεγάλη σιωπή · στο. πέλαο, στον ούρανό, στη γηι:;

I. Γυναικείο φουστάνι . -2. Τό άνωτέρω σημείωμα εύρίσκεται άπέναντι άπό την ί>Π αριθμόν 5 παράγραφοv του κειμένου .-3 . Το «σημείωμα" αύτό εύpίσκεται άπέναντι

ιιπό την 32αν παράγραφον του κειμένου. -4_ Εύρίσκεται εις ro τέλος της ιδίας 32ας παραγράφου, ως ·συνέχεια και προς

επεξήγησιv αυτής. -* τάμπια. 5 Εύρίσκεται απέναντι τή ς Ι ης παραγράφου τής XXVI σελίδος.

42

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(γαλήνη στη φύση, βγάvοντας το σεισμό όπου) και μόλις ετρέχανε στη φράχτη ή σκουρκουρίτσες ... ορδανίτσες , βοuστερύτσες .

Να τελειώσΊJ η Μισολογγίτισσα με τούτα τα λόγια: «Και δεν

έμεινε μήτε διακονιάρης που να μη μας έδωσε, γιατί έδώ στή Ζάκυνθο είνε καλόκαρδα και τά σκ.υλιά».

(Να βάλΊ]ς μες την ομιλία της Μισολογγίτισσας:)

«-Γιατί, μα την αλήθεια, εδώ στη Ζάκυνθο εi:νε εύσπλαχνα και

τα σκυλιά τους>>.

fare che stia sotto un' albero d' oliνo ... -[να βάλω να στέκΊJ κάτω από μία 'εληά .... ξυπόλητη στη δροσιά].

ι Μελέτησε καλά την ομιλία) και στο τέλος ότι φεύγουνε, ο ιερο­

μόναχος, από πίσω άπό τη φράχτη, προφητεύει ... Στο τέλος, όπου φεύγουνε η Μισολογγίτισσες, ο ιερομόναχος

πλειό απάνου ξανοίγει άπ' οπίσω από την εκκλησία (ίδες πώζ ττjνέ λένε) τη γρηούλα με τα κεράκια μες στα χορταράκια ... για να μη σβυσθούνε κ' επαρακάλειε.

XXVII άκουγα μέσα μου μεγάλη ταραχή.

και εφοβέριζε η γης νά σχισθ1J από την ταραχή fui rapito in ispirito in Missolongio [=και aρπάχτηκα με το πνεύμα στο Μισολόγyι] και δεν έβλεπα μήτε τους πολιορκισμένους, μήτε τους πολιορκού­

μενους, μήτε το κάστρο, μήτε το στρατόπεδο, μήτε τη λίμνη, γιατί ο

καπνός τά εσκέπαζε όλα τα πάντα μια καπνίλα σά πίσσα γιομάτη

αστραπές, βροντές κι ' άστροπελέκια. Καί ύψωσα τα μάτια μου καί

είδα μες το καπνό (di pingerla) [=να την ζωγραφίσω] μία γυναίκα . Καί

ακατάπαυστα εσπιθοβόλουνε καί άστραφτε.

και1 ευρ~θηκα έπειτα από πολύ συλλογισμό δέν ηξεύρω πως, εις

το Μισολόyγι, και μία ταραχή οποu εσκιάχθηκα μή με κουφάνη και

δεν έβλεπα μήτε τους πολιορκισμένους, μήτε τους πολιορκούμενους,

μήτε το κάστρο, μήτε το στρατόπεδο, μήτε τή λίμνη, γιατί ο καπνός

τα εσκέπαζε όλα τα πάντα και δεν έβλεπες παρά μια μαυρίλα όπου

πάντα περσότερο άπλονότουνα φωτιcrμένη από μίαν ακατάπαυστη σπιθοβολή .

1. Ιταλισμός,σημαίνει πλήν.-2 . Αι τρεις τελευταίαι λέξεις σημαίνουν διάφορα είδη σαύρας.

J. Το «σημείωμα,. τούτο ε(vε διαyεγραμμένον εν μέρει.

43

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

Και μ ή βλέποντας τίποτες, ύψωσα τα μάτια μου και είδα μες τό καπνό μία γυναίκα (να τη ζωγραφίσω) καί απλώνοντας το χέρι στη

λύρα, με μία φωνή πού ενίκαε τή ταραχή του πολέμου και που μου

φαινότουνα πως θά την άκούνε νησιά και στεριές, άρχίνησε να τραγουδάει τά άκόλουθα:

XXIV (Guarda beπe che, se saraππo dette comme profezie, questo ποπ si potra. ln questo caso la maraviglia del tartagliare si mettera nel mmento che apparische πella sua cassa.-[Πρόσεξε 1 διότι, αν αυτά λεχθούν ως προφητείαι, αυτό δέν θα είνε δi.>νατό. Εν τοιαύτl] περιπτώσει ο

θαυμασμός του τραυλίσματος θα τεθ(ι κατά τη στιγμή που εμφανίζεται στο φέρετρο του].

και1 άκουσα ένα τρίτο μουρμουρητό και* που εφαινότουν

φυσηματιά μες τον καλαμιώνα** όμως δεν άκουσα λόyια, Fa che sia mezzogiorno, ora in cui appariscono... ρώτησε ...

-(Να' βάλl]ς -ότι ήταν μεσημέρι, ώρα κατά τήν όποία παρουσιάζον­

ται ... ρώτησε ... ]

ΧΧΧ Bisogna dire sulle prime che egli suole vedere molti sogni, per-che cosi sj giustifica che son due. Ροί bisogna fare che quando sta ίη letto, colta dalla tisi,' sia sotto il letto un pitale pieno di sterc~. Nel delirio suo ... di qua e ~a ... e torna a ·scaldarsi. , .. di essere re ... e ansando e cercando Ia corona, pose la mano sotto illetto e se \ο pose ίη capo, che ρareva fatto a posta. Cosi* ode tutte le p~role del\a figlia e.t.c .... . ~ο\ pitale in testa. Ε quando si affaccia allo specchio e lo prende per I' leromonaco e se ne ... prendendo il pita\e .-[Πρέπει να εtπώ στην αρχή

ότι αυτός συνηθίζει να βλέπΊ] πολλά όνειρα, γιατί έτσι δικαιολογείται

πως εlνε δύο. Έπε ι τα πρέπει να κάμω ώστε όταν στέκεται στο

κρεββάτι, κυριευμένη από τη (ρθίση, να ήνε κάτω άπό το κρεββάτι ουροδοχείο γεμάτο βρώμες. Στο παραλήρημά της ... από έδώ ιcαί απ' εκεί .. . καί ξαναγυμιζει να ζεσταθ1J ... πως ήταν βασιλιάς ... και aσθμαί­νοντας καί ζητώντας το στέμμα, έβαλε το χέρι κάτω από το κρεββάτι

και το φόρεσε στο κεφάλι, που εφαίνετο γεναμένο εξεπίτηδες. Έτσι ακούει όλα τα λόγια της θυγ!Χτέρας ιc.τ.λ .... μ~ το ούροδοχείο στο

Ι. Το σημείωμα αυτό είνε τοποθετημένον από τον ποιητήν εις το τέλος καί έναντι

της υπ· αριθμόν 9παραγράφου μετά την λέξιν . "και είχα γνωρίάει».- 2 . Το σημείωμα αυτό ευρίσκεται άπέναντι από tήν Ι Ο παράγραφον.

• ένα -κάποιο μουρμουρητό. ••και μία πρώτη φωνή μου φάνηκε πώς ήτανε το ίδιο λεπτή ώσάν φυ,...ηματιά στον καλαμιώνα καί ήτανε ενός νήπιου 6που εγνώρισα .

• J . Ευρίσκεται απέναντι της 13 παραγράφου.

44

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

κεφάλι. Κι· όταν κυττάζεται στον καθρέφτη και τον έκλαμβάνει για

τον Ιερομόναχο καί φεύγει ... πέρνοντας τό ούροδοχείο για κουτρου­μπούχιi].

XXVI Pensa che tutta questa scena sia di notte, e per le apparizi oni di quelle ombre e per Ι' effetto del tuttο.-(Σκέψου ότι όλη αύτή η σκηνή γίνεται κατά την νύκτα, και για τήν εμφάνιση των ίσκιων αυτών και

για την εντύπωση του συνόλου].

ΧΧΧΙΙΙ *Πολεμάειl να φύγ1j άπό τα πόδια τού κρεββατιού, άλλά iδού σ ' ένα προσκέφαλο κόκκινο** (bisogna mettere altre tinte) [Πρέπει νά βάλλω άλλα χρώματα].

και το πρόσωπο της παιδούλας σαν την έκλειψην του φεγγαριού , και του γέρου σαν τ ή V ά ρ άχνη, καί της ***γραίας σαν τ' άγρια

μεσάνυχτα****.

XXXV (Qui tocchi lievi nella posizione delle tre oscure visioni) Καί ήτανε μεγάλη σιωπή.-[ Εδώ ελαφρά χαρακτηριστικά είς την θέσιν των

τριών σκοτεινών Οραμάτων] Και ήτανε μεγάλη σιωπή.]

XXXVI (La Donna che faccia Ia parlata anche per gli altri due, forte, breνe e tremenda).-L Η γυναfκα να κάμΏ την όμιλία καί γιά τους δύο άλλους, δυνατή, σύντομη και τρομερή.]

Bisogna far che il pitale pieno di sterco se lo ponga sognando di incoronarsi .. . e sbalza via. Ε vedendo la sua immagine col pitale nello specchio: «Και πώς; εκαλογέρεψες, που έβαλες το κουτρουμπούχι ; -[Πρέπει να κάμω, υ)στε το ουροδοχείο γεμάτο κοπρία να το φορέση συλλογιζόμενη ότι στέφεται... Καί άναπηδά. Και κυττάζοντας τή μορφή της με τό ούροδοχείο στόν καθρέφτη: Και πως; εκαλογέρεψες ,

που έβαλες το κουτρουμπούχι; .. . l.

I. «Κουτρουμπού_χι,. λέγουν εις την Ζάκυνθον, ειρωνικώι;, το κάλυμμα του ίερέ­

ως και κατ' επέκτασιν κάθε παράξενο κάλυμμα της κεφαλής. Όλη η ανωτέρω φρά­

σις, όπως και πλείσται άλλαι , εί~ε ακατανόητος, διότι είνε σημειώσεις πεταγμένοι ατάκτως υπό · του ποιητού, προς τον σκοπόν όπως του υπενθυμίσουν επεισόδια τά

οποία εάκόπευε να έπεξεργασθ!J βραδύτερον. 2. Οί κατωτέρω δύο παράγραφο ι πηγαίνουν ε ις τό τέλος τη ς παραγράφου 15. καθώς

σf")μειώνει ο ποιητής με τήν παραπομπήν του «Ν . I ».

• κολασμένη νά φύγΙJ . *Που ετιναζότουvα ένα παιδάκι , και ετιvαζότουvα σα το

μισοσκοτωμέvο Jtου λί. •••ήλικιωμέvης. •••• · Υπάρχει διαγεγραμμέvη και η παραΛλα­

γ~. «Καί το πρόσωπο του γέρου είχε το χρώμα τού τζιτζίκου καί της παιδούλας σαν τη ν

κεφαλή ... σαν την έκλειψη του φεγγαριuι) και της γυ ... σαν τ · άγrιcι :.:rσά Ι 'l • ΧΤ'• ·

45

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

... και έσφιξε *στό κεφάλι του ...

XXXVII (Ν .ι) ε τότες η παιδούλα ••εταράχθηκε στο •••κόκκι νο προσκέ-φαλο σα το μισοσκοτωμένο πουλί και εξανάκαμε δυνατότερο το μουρ­

μούρισμα του καλαμιώνος••••.

Ετότες ο γέρος αναδεύθηκε μες τή κάσσα του και ετραύλισε τή

καταρά του, έτσι ολίγο σκιαχτά.

Pensa al carattere delle tre Apparizioni: la bambina stani silenzio­sa, dando solamente quel gemito: il vecchio sara sempre ridicolo e timido: la donna vecchia, vigorosa, eloquente e terribile.-[Συλλoγίσoυ το χαρακτήρα των τριών Φαντασμάτων: η θυγατέρα θα σταθτΊ άφωνη, βγάζοντας μόνο εκείνο τον αναστεναγμό: ο γέρος θα ήνε πάντα

γελοίος και δειλός: η γριά γυναίκα ρωμαλέα, πολύλογη και τρομερή].

Έτσι λέοντας έβγαλε ένα ζων,J.ρι που ήτανε του ανδρός της, τό χουχούλισε τρεις φορές και το πέταξε μες τα μούτρα της.

Bisogna fare che i tre Fantasmi facciano ognuno qualchecosa. La vecchia le butta la fune. La piccola guarda. 11 vecchio ανα~ατώθηκε μες τη κάσσα του, εγύρισε ανήσυχος, σκύφτει e troνando το κατουρσ­κάνατο γιομάτο το φόρεσε.-[Πρέπει να γίνη <όστε τα τρία Φαντάσμα­

τα να κάνουν καθένα κάτι. Η γρηά τους ρίχνει τό σχοινί. Η μικρή κυττάζει. Ο γέρος ανακατώθηκε μες τη κάσσα του, εγύρισε ανήσυ­

χος, σκύφτει και βρίσκοντας το κατουροκάνατο το φόρεσε.].

XXXVIII Bisogna assolutamente dirlo qui che servira come di una capitola-zione del suo carattete. La mente lo abbaηdοηο-[Πρέπει ωρισμένως να το πω εδώ, γιατί θα χρησιμεύσ1J σαν ομολογία του χαρακτήρος του.

Ο νους τον εγκατέλειπε].

καί την άφησε ο νους αλλά τα πάθη δεν την αφήσανε, η υποψία, η σκληρότη, ή κακία κ . τ.λ. το αναγέλασμα και η τρέλλα της επήρε το

νου, *αλλά όχι τη κακία της ψυχής της.

(bisogna sulle prime ben scolpire il suo carattere di beffarda).­[Πρέπειι πρώτα να σκαλισθή καλά ο χαρακτήρας της ειρωνικής].

•τόσο •• Αναδεύτη.κε. ***Στο νειφ .. . **** Του αέρος στον καλαμιώνα .

Ι. Η φράσις αυτή είνε εν παρενθέσει, εις το τέλος της 8 παραγράφου. *αλλά μήτε ή τρέλλα δεν ι!φθασε να της πάptJ ...

46

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Non m 'aspettavo che tu venissi da me; ma gia che seί venuta ... a r­gomento ... argomento ... πως κάθε λίγο σου κάνει .. . ένα όβολο, ένα καρβέλι, ένα ψίχαλο.-[Δεν το περίμενα ότι θα ερχόσουν σ' εμέ.

Αλλ' αφού ήλθες .. . θέμα .. . θέμα .. πως κάθε λίγο σου κάνει ... ένα όβολο , ένα καρβέλι, ένα ψίχαλο].

Pensa che e ηοtte .-[Σκέψου ότι ε{νε νύχτα] .

πρώτα τή στοχάζεται τήν αδελφή και έπειτα λέει τη πονηρία του

πουκάμισου.

inνidiosa, bugiarda, folle, τιχτικιασμένη, σάπια, guarda qui con questa ... di epilogare tutti i capi distintivi del carattere della Donna che son sparsί nell' Opera, e. adornarglί ροί con un torrente di ingiurie: -[ζηλιάρα , ψυύτρα, μουρλή .. τιχτικιασμένη, σάπια. Κύτταξε εδώ, με

αυτήν .. . να συνοψίσης όλα τα διακριτικά σημεία του χαρακτήρος τ ς

Γυναικός που είνε σπαρμένα στο έργο, και να τά στολίσtJς έπειτα με

ένα χείμαρρο από βρισιές];

Ε m' alzai dalla preghίera e sentii lo stesso ridere e ne rimbombaνa la stanza.-[Kαι σηκώθηκα από την προσευχή κι ' αισθάνθηκα το ίδιο

γέλιο, καί aντιλαλούσε η κάμερα].

Ε andai dietro allo specchio e vidi la Donna del Zante που εκρεμ ' ­τανε 'και εκυμάτιζε e vidi καθισμένος το διπλοπόδι un.nano che imitaνa perfettamente quel ridere .-[Kαι πήγα πίσω από τον καθρέφτη και

είδα τη γυναίκα της Ζάκυθος που εκρεμότουνα και εκυμάτιζε και είδα

καθισμένος το διπλοπόδι ένας Νάνος που εμιμείτο εντελώς εκείνο το

γέλιο].

καi τα μαλλιά μαόρα και λιγδωμένα, έλεγες πως είνε φιδόπουλα

οπού γένονται ανάμεσά τους κομμάτια απάνου στον κουρνιαχτό .

Pensa che e ηοtte .-[Σκέψου ότι είνε νύχτα] .

να ιδώ αν σου μένη φωνή να πής πως είμαι ζουρλή.

Pensa che la scena e di nοtte.-[Σκέψου ότι η σκηνή γίνεται

νύχτα] .

ΧΧΧΧ Pensa Pensa se e meglio in vece della vecchia metter ilna fanciulla . -[Σκέψου αν ήνε καλλίτερο αντί της γρηάς να βάλης μία κοπέλλα] .

47

ΧΧΧΧΙ

ΑΠΑΝΤ Α ΣΟΛΩΜΟΥ

Allora ίο caddi per terra colle ginocchia e pregai per la mιsera che crede che ha fatto peccato* .-[Tότε εγώ έπεσα κατά γης με τα γόνατα

κι· ·επροσευχήθηκα για τή δύστυχη που πιστεύει ότι έκαμε αμαρτία]. che crede di far tanti peccati negli ultimi suoi momenti. Ε m' alzai e

sentii dietro allo specchio lo stesso riso- di prima, ma molto piU prolungato.-[πoυ πισtεύει ότι κάνει τόσες αμαρτίες κατά της στερνές της στιγμές. Καί σηκώθηκα κι· άκουσα πίσω από τον καθρέφτη το

ίδιο γέλιο. που και πρωτήτερα, αλλά πολύ περισσότερο τραβηγμένο].

εστάθηκαv' ακούσω καί μην αιcούοντας το ούδέν εστοχάσθηκα μην έπεσε λιγωμένη οπίσω από το ... και επήγα και εκύτταξα και δεν ήταν εκεί ... Κύττα από τούτα τα λόγια μη καταλάβουνε τή"v υπόθεση.

Far la preghieta.-[Nα κάμω την προσευχή].

ιcαί ασηκώθηκα και ακλούθαε το ίδιο γέλιο καί εμουρμούριζε το

δ ίό μα.

καί επήα οπίσω από το καθρέφτη και είδα τη γυναίκα της Ζάκυ­

θος όπου εκρεμότουv κ· εκυμάτιζε.

καί αλη6ινά καί άκουα.

Ε α α λ α

μ . γ. Κ. Π. τΙ

Επήγα οπίσω το καθρέφτη κ εσάστισα άκούοντας το ίδιο

γέλιο, επειδή η γυναίκα της Ζ. 2 εκρεμότανε κ' εκυμάτιζε .

pri rτ . ό ccolo μ' ενα biobόJ . Gli occhi ironici. GJi · spuntano i corni . . ':n ιa grande ... ne ficca uno ... (allora mi son ricordato yιατίτό .- . · ' ~" 'J και ετσιτσίριζε ώσάν το σίδερο το αναμμένο στο κρύο νερό.

• Υπηpχαν και τα εξής: «τότε αίσθάνθηκα το α(μα μου να Ίpαβηχθή από τα μάγουλά μου και έπεσα», αλλά διεγράφησαν βpαδύτεpον.

Ι. Είνε ακατανόητα τά γράμματα αυτά και η τοποθέτησις των μεν υπεράνω των δέ.

Ειcε(νο δε το οποίον ε(νε άξιον παρατηρήσεως ε(νε ότι τα στοιχεία της δευτέρας

γραμμής αντιστοιχούν με τα ονόματα των πέντε προσώπων προς τα οπο ία ο ποιητής

συνιστά. ει ς το τέλος του ποιήματος, να βάλουν το χέρι εις την συνείδησίv των.-

2. δηλ. της Ζάκυνθος.-3 . Μπιομπ6, το είνε όργανο ομοιάζον με φλάουτο , παιζόμενον από πλανοδίους μουσικούς κατά τήν έποχήν εκείνην είς την. Ζάκυνθον .

48

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Accompagna la musica coi cenni del capo e il corpo !ο segue. (*abbassar il capo fingendo di ricordarsi la musίca e rίfίcca I' altro cοrnο.-[Πρώτα μικρός μ' ένα biobό, Τα μάτια ειρωνικά. Τα κέρατα είνε πεταγμένα .

Γίνεται μεγάλο ... χώνει ένα (τότε έθυμήθηκα γιατί το στρίψει) και

ετσιτσίριζε ωσάν το σίδερο το αναμμένο στο κρυό νερό. Συνοδεύει τη μουσική με τά κέρατα της κεφαλής και το σώμα τον ακολουθεί*

χαμηλώνει το κεφάλι προσποιούμενος ότι θυμάται τη μουσική και

ξαναχώνει το άλλο κέρατο .. . ]

Ε m' alzo dalla preghiera ed odo !ο stesso ridere, che non cessaνa mai. Ε νίdί la donna που ειφεμότουνε κ' &κυμάτιζε e caddi ξαφνια­

σμένος τ' ανάσκελα. Ε cantando per essa I' ίηηο dei morti, m' alzai .. . pensai chi fosse che imitasse. quel riso, e νidi un nano che sedeνa το διπλοπόδι μ ' ένα μπιομπό. Ε a ciasceduna r e f r a ί η άλλαχνε κέρατο. -[Και σηκώνομαι από τη προσευχή καί ςtκούω το ίδιο γέλιο; που δεν

ετελείωνε ποτέ . Καί είδα τη γυναίκα που εκρεμότουνα και εκυμάτιζε

και έπεσα ξαφνιασμένος τ' ανάσκελα. Και ψάλλοντας γι' αυ,τή την

Ακολουθία των Πεθαμένων, εσηκώθηκα ... εσυλλογίσθηκα ποιος

ήταν που εμιμείτο εκείνο τό γέλιο, καί είδα ένα Νάνο πού καθότουν τό

~ιπλοπόQι μ· ένα μπιομπό. Και σε κάθε refrain άλλα~νε κέρατο].

ΧΧΧΧΙΙ· Ε alzandomi dalla preghiera 1tάλι το ίδιο γέλιο αντιβούϊζε στη κάμερα.-[Και σηκωνόμενοςαπό την - προσευχή, πάλι το ίδιο γέλιο

άντιβούϊζε στη κάμερα].

και πηαίνοντας πίσω άπό τό καθρέφτη έκατατρόμαξα και έπεσα

τ ανάσκελα, γιατί .. . είδα τη γυναίκα που έκρεμότουνα κ' εκυμάτιζε.

Ed ecco [=και να] αποπάνου από τη φουρκισμένη un na:no [=ένας Νάνος] το διπλοπόδι μ ένα μπιομπό στό χέρι.

άλλαχνε ακατάπαυστα.

Alla fine faceνa con tanta furia e tempesta che ... il Iaccio τού ζωναριού ποιι επήρε απάνου του.-=-[Στό τέλος έκανε με τόση μανία και ορμή ώστε ... ή θηλειά του ζωναριοό που επήρε άπάνου του]. ·

Fra 1 poco e scintille e tuoni e Iampi sparirono Iasciando un odore di zolfo-[Σε λίγο και σπίθες κι' aστροπελέκια και βροντές εχάθη­καν, αφήνοντας μυρωδιά από ~ειάφι].

*Finge di [=Προσποιείται ότι].

Ι . Η παράγραφος αιJτη καί αι δύο επόμεναι ε ίνε διαγεyραμμέναι.

49

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

Ε la Visione fu tolta da una infinita di lampi, di tuoni e di scluntille ed un odore di zolfo.-[Kαί το όραμα έληξε μέ αναρίθμητες αστραπές καί βροντές καί σπιθες και μυρωδιά από θειάφι ).

Ε mi trovaι [=κι· ε βρέθηκα στα τρία Πηγάδία και έπ · α στον Α η Λύπιο, παρηγορημέvος από της μυρωδιές του κάμπου].

Ε vidi un nano καθισμένος το διπλοπόδι * Ε stavo a mirare quegli occhi piccoli e \ucenti, pieni di ma\izia.-[Kαt είδα ένα Νάνο κ_αθισμέ­νος τό διπλοπόδι *. Κι' έστεκα κυττάζοντας τα μικρά έκείνα λαμπερά μάτια, τα γεμάτα από πονηρία].

και τα εστριφογύριζε εδώ καί εκε{, come fanno quei poeti che fingono di avere qualche concetto, e specialmente di quelli che parlano sempre di generi nuovi e non son buoni di fara bene uncr lettera famigliare.-[καί τα έστριφογύριζε εδώ καί έκεί όπως κάνουν οι

ποιηταί πού προσποιούνται πως έχουν κιiποιαν ιδέα καί ιδίως όσοι

μιλούν για νέα είδη καί δεν είνε ικανοί κάμουν καλά ένα οtκογενειακό γράμμα).

Ε vidi che gli spuntavano a poco a poco le corna e s' al:ungav ... tanto quanto bastava perche uno di essi ... entro ο θεοκατάρατος, ... και ετσιτσίριζε σα το σίδερο το αναμμένο στο νε'ρό το κρύο.-[Καί είδα που φύτρωναν σιγά σιγά τά κέρατα και εμεγάλωναν τόσο όσο έφθανε

ώστε ένα απ' αύτά ... μέσα ό θεοκατάρατος ... και έτσι τσί ριζε σα το

σίδερο το αναμμένο στό νερό το κρύο).

Allora accostό ένα μπιομπό alla sua bocca e cominciό a suonare. --[τότες εσίμωσε ένα μπιομπό στό στόμα του κι' άρχισε να παίζη].

ΧΧΧΧΙΙΙ Il nano ίη ultimo ... trasfψma ... -[ Ο νάνος στο τέλος .. . μεταμορ-φώνει].

Ε m' alzai dalla preghiera e vidi il nano nel luogo della donna. [=Καί σηκώθηκα από την προσευχή κι' είδα το Νάνο στόν τόπο τής Γυναικός], καθισμένος το διπλοπόδι, που εμίμιζε τό γέλιο του, και

από πάνου του ή γυναίκα τής Ζάκυθος που εκρεμότουνα καί ε κυμάτιζε.

* Μ · ένα μπιομπιό.

50

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

CAPΠOLO UL τΙΜ Οι

γιά κάμε, γιά νίκησε τώρα, γιατ' είνε η στερνή σου

Il nanetto fa le sue scene satiriche col corno suo ( e cosi si sviluppa γιατί το ' στρίψε) e canta la canzone in versi martelliani ... -[ · Ο μικρός

Νάνος κάνει της κωμικές σκηνές του με το κέρατό του (καί έτσι εξ -γείται γιατί το έστριψε) καί τραγουδάει τό τραγούδι είς δεκαπεντα­

συλλάβους στίχους ...

La maggior par.te sia per il Ν. Il biobo (μαντολί) το ταμπουρd .

-[Το μεγαλείτερο μέρος νάναι για το Νάνο. Το μπιομπό (μαντολί) το ταμποί.φά ... ]

... d Όcchi. Finalment imρrovisa:-[... ματιωv. Τέλος αυτοσχε­

διάζει]:

«-caro Ν., piangila.-[•• ·Αγαπημένε Νάνο, κλάψε την . ]

grande ingegno d ' oratore, chiamami ίη tribunale pe~ rendervi conto di quel che ho fattο-[μεγάλο πνεύμα ρήτορος, κράξε με σε

δικαστήριο νά σου δώσω λογαριασμό για εκείνο που έκαμα.

Farmi presentar al Τ-[Παρουσίασέ με στον η.

Ε ben vero ch' ίο sono assai ... tu grand' uomo μου βάζεις κουστέ­κια .-[Είνε άληθέστατο πως εγώ είμαι πολύ ... εσύ μεγάλος ciνθρωπος μοϋ ... βάζεις κουστέκια].

Ο tu , grande oratore, che parlando sopra una cosa sa\ti fuori con altre tre με το παρμένο σου μυαλό.-[ Ω εσύ, μεγάλε ρήτορα, που

μιλι.Οντας για ένα πρci.μμα, πετιέσαι έξω με ciλλα τρία με το παρμένοi σου μυαλό}'.

Ι. Κεφάλαιον τελευταίον .

2. Ηλίθιο . ~3'. Eδcl> σταματά το χειρόγραφον, χωρίς να τελειώντι άναμφιβόλως και τό έργον. το όποίον ό ποιητής, uποθέτομεν, εγκατέλειψε δια να γpάψη βpαδίιτερον τους " Ελεvθεροuς Πολιορκημένους».

51

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟΥ

ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ IEPOMONAXOY

Ι 8 2 9 έγραψε εις μέρη

Βασιλάδι Αν τ ιρικό

Το Μισολόγγι επάρθηκε του Βαγιώνε (Κύτταξε αν ήνε ο μήνας Απρίλης)

Το ανδρείο Βασιλάδι

και τ Α ντιρικ:ό ι

καταφέγγαρα

σκύψε στα γόνατα της μάνας σου

σκότωσέ με πρώτα εμέ όχι άρματα καί εσκότωνε Τουρκ ...

ακούσθηκε η μάχη στην 'Αρτα

στο που λέτε2

I. Κατά την εποχήν εκείνην τό Αίτωλlκόν ελέγετο από τον λαόν (( Αντιλικό,~. Κατά την tλληνικήν επανάστασιν oi λογιωτατευόμενοι, ΙΙγνοούντες ττι ν .παραγωγήν της λέξεως . την εξελλήνισαν " Ανατολικόν» και ούτω βλέπομεν εις όλας τας

ε<fημερίδας της εποχης της Επανα~τάσεως γραφόμενον" Ανατολικόν, εσφαλμένως. αντί του ορθο(ι «Αtτωλικόv. Φαίνετu• ότι είς την Ζάκυνθον. κατά μεταλλαγήν συνήθη

εις την γλωσσολογίαν, το λ μετετράπη εις ρ ώστε να γίν!J" Αντιρικό».-2 . Τήν σελίδα

αυτήν παραθέτομεν όπως ~υμίσκεται εις το αυτόγραφον. Βεβαίως δεν πρόκειται περί

εξωφύλλου ούτε περί τίτλου του έργου. αλλά περί σημειωμάτων διαφόρων. ατάκτως γραφέντων από τον ποιητήν, κατά την σ\;νήθε.ιάν του και τοποθετημένον είς το τέλος

του χειρογράφου.

52

Η ΚΑθΙΕΡΩ:ΣΙ:Σ ΤΟΤ Π ΟΙΗΤΟΤ

Παύλου Ν ιρ6άνα

Ειζ το μοοτήριον της Μ ο ν α χ ή ς πού «εντύθηκε το αγγελικΟν

σχήμ~.

· Απο τον {tρόνο του 1

Άπλαστου Οί άγγέλοι εκατεδi)καν Καί μες στου μοσχολίβανου Τό σύννεφον εμπήκαν ...

Αρά γε ειζ το ωραΊον μυστήριον της καθιερώσεως τΟ'U Ποιητο\ι,

εις την μεγάλην γονυχλισίαν του Έθνους προ του μαρμαρίνΟ'U ήρωος,

μίαν γοννκλισίαν, η οποία κάμνει ναούς τα εθνη δια μίαν στιγμήν, αρά

γε το Π νεύμα του Αοιδου έκατέδηκεν απο τον θρόνον του · Απλάστου δια να iμ611 εις το σύννεφον του μοσχολιδάνοu, τό οποίον ενηγκαλίσ6η α.π0 χίλια λι6ανιστήρια το μΟ:ρμαρον τό στεφανωμένον μ.έ τα Ζανκύθ ια

άνθη; Ποιός ηξεύρει; Ίσως η ώρα δια νά δοξασθΌ ο φiλτης δεν είχεν

έλθει ακόμη. Ίσως η σμίλη ποu -&α εζωντάνευε την πεντελησίαν πέτραν, ίσως να μέvrι . itαμμένη ακόμη κάπου εις το παρον η τό μέλλον, προσμέ­νΟ'Uσα ένα χέρι «ε'λα πάλι να της πη». Ίσως ο α(νος, ο οπο(ος θα iφθα­

νεν είς τό κατοικητήιχον των ψυχ<όν διά να σvρn μ' ένα γv&>ριμον ήχον το νοσταλγικΟν πνε'Cμα προς την αγαπημένην γην, Lσως να κοιμάται

άκόμη είς τα 6ά-&ι1 κάποιας άπλάστου ψυχής. Ίσως - τις ο €δε ! -τα δάκρυα του μοσχολι6άνου, τα οποlα περιμένει το χρυσούν λι6ανιστή­

ριον, δια να μεθvσn τΟν αέρα με το θυμίαμά tO'U, ίσως νά μήν εστάλα­ξαν ακόμη απΟ το μοιραίον δένδρον. Και ίσως το πνεύμα του ποιητο\ι,

τον οποιον αι ωραιότεραι έλληνικαι δυνάμεις ενέδυσαν μίαν ημέραν με

τό άγγελικον σχήμα των λειτουργών της Χάριτος, ίσως να μην εκινήθη

53

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛQΜΟr

άΠο τον θρόνον του Απλάστου διά νά χαιρετίσu ακόμη μίαν φορaν

τά dνθη της γης ...

*** ΠολiJ φο6ούμαι, ότι ο ποιητης έλειψεν άπο τά άποκαλυπτήριά

του. Ή εορτη οπωσδήποτε υπήρξεν ώραία και η στιγμη συγκινητική.

Το θέαμα των λαών, όταν λυγίζουν τά γόνατα ενώπιον των ηρώων των,

είνε απο τα ωραιότερα {}εάματα, άδιάφορον άν ή δύναμις πού τους σύ­ρει και τούς ωθεί είνε δύναμις τυφλη ή δύναμις φωτισμένη, άν πηγάζn

άπο τά αιραία 6ά6η της αισθήσεως, απο τά πνευματιχa 11ψη της σκέ­

ψεως η άΠο το χάος ταιν aσυνειδήτων ορμών. Ή καθιέρωσις aκόμη - διότι υπήρξε μία καθιέρωσις - η οποία ετελέσθη εις τόν κήπον του · Ιονίου τάς ημέρας αυτάς, τι επίσημος καθιέρωσις τού ποιητού, απο τον

όποίον πνέει ή γόνιμος πνοή, η ανασταίνουσα τήν νέαν τέχνην έπάνω εις τα ερείπια, αποτελεί μίαν νίκην καί μίαν απολογίαν, και ή άΠοθέω­

σις αυτη και το προσΚύνημα του ποιητού, της τέχνης του οποίου η ο'ίι­σία μένει aπρόσιτος ακόμη είς τους περισσοτέρους, του οποίου ή διδα­

σκαλία και το παράδειγμα παλαίει μέ την άγριωτέραν άρνησιν, του

οποίου το δόγμα το γλωσσικον ακόμη, ένα δόγμα έλεύθερον, δασιζόμε­νον επάνω είς το uίσθημα και μόνον το ιiίσθημα, πνίγεται μέσα εις παρε­

ξηγήσεις και aντιλογίας, μέσα εις τάς διδύμους ακάνθας της σχολαστι­

κότητος των καθαρολόγων και της σχολαστικότητος των δημοτικιστών

- ή aποθέωσις αυτή, πσον τυφλΎjν και άσυνείδητον αν την υπο{}έσω­μεν, ενος ποιητού το.ν οποίον τόσον ολίγον γνωρίζομεν και τόσον ολίγον

αισθανόμεθα και συλλαμδάνομεν, αποτελεί πάντοτε ένα φαινόμενον, εγ­

γίζον ολίγον τά όρια των φαινομένων, τα όποία έσυνειθίσαμεν ν' άΠοδί­δωμεν έις κάποιαν επέμδασιν ε-&νο'ίκην ανωτέρων και αγαθών δυνάμεων, που μάς οδηγούν παρά την θέλησίν μας είς ένα καλον δρόμον. Διότι

δεν ημπορεί κανεlς ν' αρvηθι), ότι όταν συνει{}ίσu το Έθνος, ακόμη και.

χωρtς την επέμβασιν της ιδίας του αυτοδουλίας, ν' αγαπ~ εκείνο το οποίον πρέπει ν' άγαπQ. και νa θαυμάζΊJ, έστω και ασυνειδήτως, εκείνο

το οποίον πρέπει να θαυμάζu και να ευρίσκn ηδοvi]ν εκεt που αξίζει

νά τήν ευρίσκΊJ, δέν ημπορεί ν' αρνη&ή κανείς, ότι φθάνει

μοιραίως δι' άλλης οδού έκεί όπου οπωσδήποτε καλόν είνε να φθάσu. Μία παιδαγωγικη μέ{}οδος καί αυτiι εις τήν οποίαν η υποδολi] προηγεί­

ται της διδασκαλίας. Και τίς οίδε έάν δι' ο,τι έγινεν δεν όφείλομεν ευ­

γνωμοσύνην εις τας πρώτας στροφaς του « Τμνου προς την 'Ελευθε-

54

ρίαv:. και την μουσικ1'1ν τού Μαντζάρου, αι οποίαι μας ανο(γουν την θύραν ΠΟύ μας φέρει εις τά άδυτα των « Ελευθέρων Πολιορκημένων»,

τΟύ cΠόρφυρα.> και τού «Κρητικοw εις 6λα τα ωραία συντρίμματα

όπου 6ασιλεύει δυσπρόσιτος ή ψυχη του Ποιητού;

Μία καθιέρωσις ωρισμένως ετελέσ6η εκεί κάτω εις την ωραίαν νήσον. την οποίαν φιλεί το Ιόνιον κύμα. Η καθίέρωσις του ποιητοv, η οποία τελείται ωτο χρόνων δραδε(α αλλ' ασφαλης εις την ψuχην και

την συνείδησιν του έθνους, εφ' όσον τό έ{}νος ανέρχεται καί αναπνέει

εις μίαν ατμοσφαίραν ιδικΟ'ό του πολιτισμ.ο\ι, ή καθιέeωσις αντiJ ετελέ­

σθη υπο ένα τύπον επiσημον και λειτουργικόν, ούτως ειπειν, πέριξ τού

ανδριάντος τής ΖακJνθου, και ή καθιέρωσις αύti) εvφ αποτελεί. ένα τίτλον τιμής διά τό έθνος, είνε ταυτοχρόνως μ(α απολογία •σU νεοελλη­

νικού πνεύματος εις την ωραιοτέραν, τήν αληθεστέραν και την μdλλον ύπέροχον ενσάρκωσιν αυτού απο της αναστάσεως του έi}νους. Καί ανα­

μένων κανείς την τελικiιν καθιέρωσιν, την καθιέρωσιν την σιωπηλην και

φωτισμένην εις την σννείδησιν του αφυπνιζομένου έθνους, δεν δύναται

να μείντι ψυχρος και προ της τυπικής και συνθηματικής τοιαύτης ή ο­ποία ετελέσθη περι τον ανδριάντα του ποιητού. Το κράτος έσυρεν επι­

σήμως την σημαίαν την καλύπτουσαν την · Ολυμπίαν μορφήν, ο λαΟς

με την πίστιν και τον εν3ουσιασμον τών παιδίων εχαιρέτισε τον ψάλτην

του και οι αντιπρόσωποι της πτωχης πνευματικής ζωης έπλεξαν με αρ­

κετην ρητ-ορικην τά πλέον ανόμοια και ασύμφυλα εγκώμια τού ποιητού.

Ακαδημα·ισμΟς καί ελευθέρα τέχνη - εφ' όσον οι όροι αύtοί εtνε ση-

μαντικοί κάποιου πράγματος εις τον iόπον αύτόν - συνηνώθησαν εκε ί.

υπο το λευκον μάρμαρον.

Το τελευταίον αυτο έχει μίαν ιδιαιτέραν σημασίαν. ·Τπάρχουν οι είρωνευθέντεc; τούς διοργαν6>σανταc; τας έορτ&ς, 6τι ηθέλησαν να προ­

καλέσουν ίσως μίαν παραχορδίαν πέριξ του ανδριάντος, απαρτίζοντες

την δοξαστικην ορχήστραν απο στοιχεία τόσον ασύμφυλα προς εαυτa

και προς τον ποιητήν. Ο κ. Μιστριώτης, ο κ. Λάμπρος, ο κ. Παλαμάς,

δ κ. Ψυχάρης εκπροσωπούν τόσον διαφορετικa πράγματα εις την πνευ.

ματικην ζωfιv του έθνους. · A'IJJJ. δεν νομίζετε ότι η εκεχειρία .αυτiι υπ'

τόν ανδρι.άνtα του ποιητού προσδίδει ένα τόyον ακόμη ίερότητος εις την εi}νικiιν λειτουργίαν, η οποία ετελέσθη εις την ωραίαν vήσον; Εαν

ο χ. Μιστριώτης δεν έλησμόνησε προς στιγμi)ν τας γλωσσικάs του αγα­

νακτήσεις και έκρινε την περίστασιν κατάλληλον ναντικρούσΌ τήν γλωσ­

σικfιν θρησκείαν 'fου ποιητού, τοίι οπο(ου εκλήθη νά κάμu το εγκώμιον,

55

·c. ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛQΜΟr

με την δεδαιότητα ότι το dψuχον μάρμαρον δεν θα ήνοιγε τα χείλη,

διά νά ξαναειπή :

Σοφοl λεξι{hΊρες μακρύα Μή λάχη σας 6λάψω ταύτία,

τούτο αποτελεί άστοχίαν καθαρώς νεοελληνικήν, την όποίαν δέν ηδύνα­το να προtδη δέδαια η επιτροπη των ευγενών Ζακυν{Ηων, όπως δεν θα

ηδύνατο νά. προίδη ανάλογον αστοχίαν π.χ. τού κ. Ψυχάρη, εaν ο τε­

λευταίος ανταποκρινόμενος εις την πρόσκλησίν της, έκρινε καλόν, υπο τον ανδριάντα του ποιητού, νανταποδcίJσrt τu φιλοφρόνημα εις τον κα­

θηγητi]ν των ελληνικών γραμμάτων. Η αστοχία καί η έλλειψις του κα­λουμένου τάκτ, και εις τας ιερωτέρας στιγμάς, ε[νε πράγμα τόσον συνη­

θισμένον t:ιι, την Ελλάδα. Η έπιτροπ-11 των Ζακυνθίων ηθέλησε μίαν εκεχε ιρίαν υπο τον ανδριάντα του Σολωμού, εις την αποθέωσιν του

οποίου εκάλεσεν όλους τούς πνευματικόiις αντιπροσώπους του έθνους. 'Η ιδέα παραμένει πάντοτε ωραία και ανταξία της λατρείας τuυ ποιητού.

*** Θα επε~ύμει κανεtς ίσως διαφορετικa πολλa πράγματα είς την κα-Οιέρωσιν αυτi}ν του εθνικού ποιητού, η όποία ετελέσθη προχθες εις την

Ζάκυνθον. Θα επεθύμει μία ακτtς από το φως το οποίον έκλε ισεν η ψυ· χη του Σολωμού νά εfχεν εισδύσει εις τα στήθη όλων εκείνων, οι οποίοι

ήλθαν να τον υμνήσουν με το μάρμαρον ή τον στίχον, θα επεθύμει κα­νεtς εις όλην αυτi}ν την εκδήλωσιν της λατρείας του ποιητοu περισσό­

τερον αίσθημα, πει_Jισσότερον έρωτα καί όλιγωτέραν ρητορικήν. Η με­

τάδοσις της σκέψεως, όπως η μετάδοσις της ζωής διά της τέχνης, ε'ινε

έργον πάθους και έρωτος. Καί δέν υπάρχει Έλλην ποιητής, του οποίου το έργον να χαρακτηρίζη περισσότερον η αλήθεια αυτή, απο τον Σο­λωμόν. Το αίσ{}ημα είνε έκείνο, που δίδει τt)ν μεγάλην σφραγίδα της

προσωπικότητος εις τα έργα της τέχνης. Έξω του · αισθήματος το

παν εlνε τεχνητον και ψευδές; Είς κάθε μεγάλην τέχνην, ε ίπεν ένας

Πορτογάλος κριτικός, ύπάρχουν στοιχεία στατικa και στοιχεία δυναμι­

κά, τα στοιχεία του περιβάλλοντος, των τόπων, της ατμοσφαίρας, της

φυλής καί τά στοιχεία τα προσωπικά, τα οποία προσφέρει η ψuχ1) του

καλλιτέχνου. Χωρlς τα δεύτερα, χωρtς το δυναμικον στοιχείον, τέχνη

δεν δύναται να υπάρξη. Και τό στοιχείον αυτο ~υστυχι~ς ε tνε εκείνο

ΠΟύ λείπει α.-ιτο τό μ.εγαλείτερ-ον μέρος της καλλιτεχνικής μας δημι­

ουργίας.

Δεν ε(νε παράδοξον λοιπον εaν έλειψεν και εις την στιγμήν, κατa

56

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

την οποίαν η τέχνη των ημερών μας ήλθε να διακοσμήση μέ τα άνθη

του οJρα(ου τήν μνήμrιν του ποιητού, του οποίου η εμφάνισις με ένα

χάος οπίσω και μ~ ένα χάος εμπρός, μένει ακόμη δύσκολον πρόβλημα.

Δε,ν εlvε παρά.δοξον, ει':ιν αι στροφαi αι οποίαι aντήχησαν πέριξ των

Σολωμικων εορτων, απο τά χείλη και τών αξιωτέρων ακόμη μαθητων

της Σολωμι<~Ί)ς τέχνης, έσουσαν γρήγορα το σ(%σιμ.ον όλων των ψυ­

χρων και τεχνητών και.. 6ε6ιασμένων πλασμάτων. Δεν είνε παράδοξον,

αν εκτός ολίγων σελίδων ιδεαλιστικής κριτικιiς του πολυκλαύστου αυτου

Κολοσγούρου, δεν εγράφη τίποτε άξιον της ψυχής του μεγάλου διδα­

σκάλου της νεοελληνίκής τέχνης, τίποτε αποκαλυπτικον του δαιμονίου

του ποιητού των« Ελευθέρων Πολιορκημένων».

Δεν εινε παρ'άδοξον ακόμη, εaν ο γλί:ιττης εις τον οποίον έλαχεν

η δόξα να αναστήση τον ποιητ·1jν επt του πεντελησίου μαρμάρου, δεν

εί.χε την ευτυχίαν ''α μας δώση εις ΤΟ\' ανδριάντα αυτον όχι την φιλο­σοφικην σύνθεσιν - αυτο θα -r1το πολυ - της μεγαλοφυtας του ποιη­τοu, όπως ένας Ροδεν εις τον Βαλζaκ καί Βίκτωρα Ο'!γκώ, αλλa να

μη μας δ(.οση τουλάχιστον ένα μαρμάρινον γραφειοκράτην με δέσμας

€yγράφων καί χαρτοθήκας, αντl του ποιητού, ο οποίος εμελάνωσε τον

ολιγιί)τερον χάρτην εtς τόν κόσμον αυτον και του οποίου αι περισσότε­ραι στροφαl έσώθησαν, ως στροφαt αρχαίου ραψωδού, εις τα χείλη των

λατρευηόν του. Ωρισrέ.νως περ>t το ατυχες αυτο μάρμαρον η ατυχία

υπήρξεν γενική. Κάτι τι έλεγεν απο παντού ότι ο καιρος δέν ήλθεν α­

κόι-ιη ... ΟπωσΜ1ποτε η παη_Jίς του Σολωμού με την λατρε(αν και τά άν­

-&η της, την λατρείαν την σιωπηλijν και εύγλωττον, με την οποίαν πε­

ριέ6αλε τον ανδιηάντα του Ποιητού, μας έδωκε μίαν ωραίαν συγκίνη­

σιν. Οπωσδήποτε ή ΕλλιJς όλη εώρτασε, ίσως ανεπιγνώστως ακόμη,

ίσως τυπικώς, αλλa μέ τον ενθουσιασμον τον οποίον ένας άγνωστος

Θεος εμφυσ~ εις τας καρδίας των λαών, την καθιέε,ιωσιν τού εθνικού της ποιητού, στεφανώσασα αυτον με την δάφνην την συληθείσαν τοσά­

κις, αλλο(μονον, έως τώρα περt τόσα ανάξια μέτωπα. <<HONNORATE I' ALTISSil\'10 J>ΟΕ'ΙΆ» έλεγε μία · επιγραφη επl της εξέδρας των

Ζακυνθίων εορτών. Το Έθνος καθιέρωσεν επισήμως προχ-Ιtες τον εθνικον Ποιητήν

του, αι γε,•εαί, αι οποιαι φθάνουν οπισθέν μας, θά τον τιμήσόυν ίσως

ξ ι ' α ιωτερον απο ημας;

«Το Άστυ» 4 Ιουν(ου 1902 ΠΑΤΛΟΣ ΝΙΡΒΑΝΑΣ

57

ΣΟΛΩΜΟΣ

ΠΕΊ'ΡΟΤ ΧΑΡΗ

Άτυχη στά-θ-ηκε η νέα λογοτεχνία μας, είδικότερα η πεζογραφία

μας. που εκατο ολόκληρα χρόνια δέ μπόρεσε να στηριχτεi στο ένα απο τά δυο κείμενα που έπρεπε νά γίνουν τά θεμέλιά της καί. ν' αντλήσει

δυνάμεις και τεχνικη εμπειρία. Το ένα, τον <ΔιάλογΟ», το τύπωσε

Πολυλάς τό 1859 μαζl με τα «Εύρισκόμενα» του :Σολωμού και με τα «Προλεγόμενα» τα δικά του, τά πολύτιμα, κι άΠΟ τότε έδωσε ένα γλωσ­σικΟ και αισθητικο Κανόνα, ΠΟύ έφερε πολλοiJς στο σωστο δρόμο καί,

στο μεγάλο αγώνα με τους καθαρολόγους υψώθηκε θαυμάσιο και απο· τελεσματικΟ επιχείρημα των δημοτικιστών. Απο το άλλο κείμενο, που

μπορούσε να γίνει παράδοση τής πεζογραφίας μας, μικρΟ μόνο δείγμα

εlχαμε, κι αuτό πάλι από τον Πολυλά το 1859 καί με τά «Προλεγό­μενά~ του. Και χρειάστηκε να περιμένουμε ως τό 1927, να δώσει ο Κ. Καιροφύλας τα cΣολωμοU ανέκδοτα f.ργα», να παρουσιάσει τη «Γυναί­κα της Ζάκυνθ09, να την ξανατυπώσει ο Λίνος Πολίτης το 1944 και τό 1955 μέ ΟΟ.ση το αύτόγραφο της Τεκτονικής Στοάς Ζακύνθου, γ111. νά

χαρούμε ολόκληρο το πεζογράφημα και νά καταλά6ουμε πως ακόμη μια μεγάλη υπηρεσία εiχε προσφέρει ο :Σιλωμός, μια κρυφη υπηρεσία σαν

θαμtνο θησαυρό.

Και τα δυο αvτa κείμενα, μαζt με τους «:Στοχασμούς>> Καί τ' d'λλα σημειώματα του Σολωμοtι σε τραγούδια τον, - μαζί με τις «Σημείω­

σε9, - θα μπορούσαν κα'λiJ. νά θεμελιίΟΟοuν μια πεζογραφία, τη δική μας .προπάντων πεζογραφία, που, εκτος απο τόσα άλλα προ6ληματα, είχε να λύσει τίς σελίδες της και το γλωσσικό μας ζήτημα. Ο «Διάλο­γοι;», κριτικΟ κείμενο ίJ.ε λογοτεχνικη μορφή. Η «Γυναίκα της Ζάκυ­θοι;», -της «Ζάκυθο;», όχι της «Ζάκυνθος», 6πως την έγραψε ο πρώ­τος εκδότης, - σάτιρα η aλληγορία με κριτικi] διά{Ι-εση. Έργα νέου πνευματικού ανθρώπου και τα δυό, το ένα του 1824, το άλλο του 1826 -

59

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛ&!fι10f

1829 αλλ(;, και τά δυο ώριμα, ύποδειγματικa κε(μενα δημοτικού λόγου,

που ξαφνιάζει με την α(.>τιότητά του, μέ τήν οργάνωσή του, με το συν­

ταίριασμα μορφής καί περιεχομένου. Γιατι καί στα δυό δεν κυριαρχεί

και δέ λάμπει μόνο η μορ'φή. Πολ\ις είναι και ο στοχασμός, ο κριτικος

και ό σατιρικός. Καί στά δυό καθαρi1 και απαραδίαστη η μέθοδος εργα­

σίας του Σολωμού. Έχει σκεφτεί καί μαζt έχει αιστανθε ί ό ποιητής.

Και πολ\ι έχει 6ασανίσει το υλικό του πριν το παρουσιάσει. Σε κάθε

σελίδα, σε κάθε γραμμή, έ~τονη η συναίσθηση της ευίtύνης. Καί η συν­

αίσθηση αυτη δίδαγμα με αξία πρώτη καί 6ασικf] για τήν πνευματικ1Ί ζωtΊ του κάθε τόπου, περισσότερο γιά το πνευματικο ξεκίνημα ενος λαου

που έδγαινε απο τ'i]ν οδύνη καί το σκοτάδι.

Ο «Διάλογος», εκατον τόσα χρόνια, δια6άζεται υπομνηματίζεται,

κρίνεται, συγκρίνεται, και κάθε τόσο, σε κά-3ε περίοδο τής ελληνικής

ζωης, μας δίνει μια χρήσιμη πληροφορία, σαν δείχτης πού καθορίζεt

γενικες καταστάσεις. Πριν απο τον Ψυ,<άρη, δεν πιστεί'ω να συζητή­θηκε παραπολύ, μολονότι προκάλεσε το -&αυμασμο εκείνων που γρήγορα

μπόρεσαν νά εκτιμήσουν την προσφορa τού Σολωμού στο σύνολό τη;. 'Επειτ' απο το «Ταξίδι», ήρθε στο κέντρο της πνευματικής μας ·ζωής

κ' έδειξε ότι είχε ανέδει η στάθμη. Αργότερα επρόσφερε ο «Διάλογος»

περισσότερα ακόμη. Δέν ήταν πια μόνο των δημοτικιστών άκαταμάχητο

επιχείρημα. Έγινε και πίστη των λογοτεχvών που προχώρησαν πέρ' άΠο τη μεγάλη γλωσσικη διαμάχη κι αποζητο-όσαν την ποιότητα λόγου.

Έτσι μένει καί σήμερα αμετακί,•ητος στίς συνειδήσεις των πνευματικι:ί)ν

μας ανθρώπων, και προκαλεί εύψορία στις σκέψεις μας.

Ο Ποιητης εCχε κατέ6ει στην ακρογιαλιa καί 'Ι)ταν «γλυκειa η

μυρωδιa του πελάγου, yλυκος ό αέρας, και ο ούρανος ασυγνέφιαστος>>.

Τόν κυκλώνει η γαλ1Ίν11 τΟύ νησιού του, μα ο νους του πετάει στην αντικριη'-ι στεριά. Ο Μφρι.aς παίρνει τη σκέ·ψη του και τη γυρίζει 6α­

ρι.Cι απο συλλογ1Ί, απο ανησυχία, απο σπαραγμό. Του σφραγίζει τα χεί­λη και τον βυθίζει σέ σιωπή. Ma ο φίλος, πού έχει συνοδέψει τον πόιη­τη στη ζαχυθινiι ακρογιαλιά, «έχει τον τρόπο να τόν κάμη να ομιλή όπο­

τε θέλει». Ξέρει όtι ό Ποιηη1ς «δέν έχει στο νου του πάρεξ ελευθερία καί γλώσσα». Και ο Διάλογος αρχίζει. Λείπει.. το πρόσωπο πού θα ερεθίσει

τόν Ποιητη και θά. τον κάμει απολογηη) θερμο και πειστικό μεγάλων

ιδανικών, και εισηyηη) στοιχείων πραγματικής πνευματικής ζωής, -ζωής που κλείνει στην αγνότητα και στην άπερα·.ιτοσύνη της και το

έθνος και το άτομο και την ιδέα και την πραγματικότητα, και το ηθικο και το ωραίο, και τόν ύλικο και.. τόν πνευματικο πολιτισμό. ΛεL-cει ο

60

άλλος κόσμος, πού δεν ε(ναι μακρυά του, πού δέν παραμονεύει, εχθρος

στο Μωριiι η στο Μεσολόγγι. αλλa εtναι κάτοικος της γης αυτής, πού

τη μοιράζεται και τήν εξουσιάζει μαζί του. Ma κι ο κόσμος αυτος δέν αργεί νά 'ρ-Ιtει, δεν είναι μακριlχ για ν' αργήσει να 'ρθει. Πρίν προ­

φτάσουν ο Ποιηη')ς κι ο φίλος του να στρώσουν την κουβέντα τους, έχε ι πλησιάσει ό Σοφολογιότατος κ' έχει παρατάξει τις πεποιθήσεις του, τις

αντιρρήσεις του, τήν ίερη αγανάκτησή του για τούς εχθροiις της γλώσ­

σας, όλα τα επιχειρήματά του, όλη την πανοπλία του. Δέν είναι ανάγκη να τόν παρουσιάσουμε. Ε(ναι ο iδιος το 1963 όπως και το 1824. Και

δεν {χει προσθέσει στα επιχειρήματά του τίποτα που να μπορεί να λο­

γαριαστε{, ούτε έχει αφαιρέσει απο την ιερη αγανάκτησή του την όξύ­

τητα και τό πεlσμα της, πού ήταν κ' εξακολου{}εί νά εlναι έμπόδιο για κάθε συνεννόηση, για κάθε συνδιαλλαγή. Μια μό,•ο διαφορa vπάρχει :

, ' ' ζ ... 0. \ λ ' ' 'ζ τοτε ρητορευε στην ηρεμη ακuυινη ακρογια ια, τωρα κραυγα ει, χει-

ρονομεί και απειλεί απο το 6ήμα αι-Ιtουσι.όν που τους έδωσε κύρος· ό,τ ι

ζ ' δη ' ι ι ι ι πιο ωντανο και μιουργικο φανηκε στον τοπο, η τεχνη και η επιστημη

πΟύ εtδαν με καθαρό, με aφανάτιστο μάτι την ελληνικiι πραγματικότη­

τητα. Κι αρχlζει η διαφωνία, που κράτησε απο τότε περισσότερο από

έναν αιώνα και κανεtς δεν ξέρει πόσο ακόμα θα κρατήσει:

- Γνωρίζεις τους 'Ελληνας, Κύριε; τούς γνωρίζει, τους εσπού­

α.:το μικρός; ρωτάει ο Σοφολογιότατος με «μεγάλη- φωνi1», και λάμ..-τε ι, φυσικά, απο τήν πεποίθηση ότι -3ριαμ6ε{•ει, (ι,-ι;ο τη 6ε6αιότητα ότι

aποστόμωσε τον αντίπαλο. Αλλa ο Ποιητής, αντl ν' αποκριθεί, τον ρωτάει μέ «μεγαλύτερη>>

φωνή:

-Γνωρίζεις τούς 'Ελληνας, Κύριε; τους γνωρίζεις, τους εσπού-δαξες απο μικρός; ··

Ο Σοφολογιότατος δεν απάντησε. Και την απάντησi) του την πε­

ριμένει απΟ τότε ο νέος ελληνισμ/ις. Τήν ίδια ερώτηση του την έκαμαν

πολλές άλλες φορές, και πριν απο τό 1824 κ' έπειτα, και πριν απο το 1888, και με το «Ταξίδι» του Ψυχάρη, και με αρκετα νεότερα καί ση­

μαντικit κείμενα. Π οτε όμως δε θέλησε η δε μπόρεσε, να καταλάβει τη διαφορά, ποτέ δε θέλησε να την σκεφτεί, να νιώσει το μυσ·cικο που κλεί­

νει, και να 6άλει σε δοκιμασία τις πεποιθήσεις του. Αυτi) και μόνο

επιμονή, αυτi) η σιγουριa θα ,~ταν αρκετη να προκαλέσει τή δυσπιστία .

Κι ό,τι lσα- ίσα τοποθετε( τόσο ψηλότε~α το δημοτικισμό, ό,τι μιλάει για την υπεροχή του και την αξία ή)ς αλή-3ειας που κλείνει, σέ όσες

και με όποιες μορφtς παρουσιάστηκε, δεν ε(ναι μόνο ο εγθουσιασμός ,

61

ΑΠΑΝΤΑ :EOAQMOr

ο φανατισμός, η μαχητικότητά του, άλλα και ό σκεπτικισμός του, πού

δεν ήταν σπάνιος κ' εύκολος στi.ς απαιτήσεις του, οί άναθεωρήσεις πού ζήτησε να κάμει καί κάνει άκόμα 'I) aρ-νηση ΠΟύ 'ίίψωσε γιά πρόσωπα

καί γιά πράγματα, σκλη(Υiι καί άσυμδίδαστη, καί σέ στιγμες μάλιστα

που ήταν χρήσιμη κάθε συμμαχία, κάθε ενίσχυση, κάθε προσχώρηση, σέ στιγμΕς πού οποιοδήποτε πνευματικο η άλλο κίνημα -3ά λογάριαζε

πολiι την αριθμητικη δύναμη και δε θα εγΚαρδιωνόταν μόνο άπο την άξία των ολίγων εκλεκτών. Ο άλλος κό"σμος, ο Σοφολογιότατος και οι

όπαδοί του, τα εθνος ολόκηλρο σχεδΟν κάποτε, τό μισο aργότερα, ένα μέρος του τώρα, πότε ε(χε αμφιδολίες, πότε τίς έδειξε πότε αιστάνθηκε την άνάγκη νά τις συζητήσει καί να τίς ομολογήσει; Πότε ε(χε στιγμlς

πραγματικής περισυλλογής και στιγμtς έξομολογήσεων; Μα μπορεί να

ε(ναι πνευματικος aν-3ρωπος, μπορει: να είναι ά ν θ ρ ω π ο ς, χωρίς

στιγμΕς εξομολογήσεων και άναθεω~σεων;

Ο Ποιητfις συνεχίζει τη διαμάχη του με τον Σοφολογιότατο, εξη­

γεί, απολογείται, χάνει κάποτε την υπομονή του, θυμώνι:,ι , 6λέπει οτι

ματαιοπονεί. Έχει πει ομως ακόμα μια φράση, ΠΟύ περιμένει κι αύτη

περισσότερο απο έναν αιώνα την κατανόησή της και μένει πολύτιμη υποθήκη στό ε-3νος.

- Ευμορφότατα λόγια! χαρακη)ρίζει ό Σοφολογιότατος ένα διά­

λογο του Σωκράτη.

- Ευμορφότατο νόημα! του παρατηρεί μέ αύστηρότητα ο Π οι­

ητής.

Καί με την παρατήρησή του χωρίζει όριστικα τόν Σοφολογιότατο

άπο την πραγματικότητα. Κάνει τη στιγμή εκείνη ό Ποιηη)ς άπολοyία

της δημοτικής. Ο λόγος του όμως πάει ακόμα πιο πέρα. Είναι κάτι περισσότερο, κάτι ευρύτερο: είναι θεμέλιο ζωής, κοινωνικής καί πνευ­

ματικής. Κι ό λόγος αύτός, δαρilς σε περιεχόμενο κι απλος σ' έκφραση, τώρα όπως και τότε πού πρωτοειπώθηκε, με παίρνει απο το πλήθος, με

πηγαίνει σέ τόπο γαλήνης καί περισυλλογής, καί στρώνει διάλογο μα­

κρ-& και οδυνηρο μαζί μου, άλλα και με όλο τόν Ελληνισμό, μέ καθαρο­

λόγους καί με δημοτικιστές, με αγράμματου:; άνθρώπους και με καλα­

μαράδες, μέ δασιλόφρονες και με δημοκράτες, μέ συντηρητικοiις καί με

πρωτοπόρους, με τούς Έλληνες του Κολοκοτρώνη και τού Καρ-α·ι:σκά­κη, με τους 'Ελληνες' του Καποδίστρια, με τους Έλληνες του ·Όθω­

νος, του Γεωργίου Α I και του Κωνσταντίνου Ι Β I, με τούς Έλληνες

τού 97, των Βαλκανικών πολέμων και της Μικρασιατικής καταστροφής, με τοvς ΙΕλληνες της Δημοκρατίας καί τού Γεωργίου Β', με τούς ~Ελ-

62

ΙΙΕΛΕτΗΚΑΤΑ

ληνες του 40- 41, με τους σημερινούς 'Έλληνες. Στα εκατόν τόσα χρό­νια που πέρασαν απο tή συνομιλ(α Ποιητή και Σοφολογιότατου στη

ζακυθινή ακρογιαλιά, ακούστηκαν πλή\ΙΌς κηρύγματα, υψώθηκαν ανα-'θ , L 1 θ , , l. 1 λ 1

ρι μητα φΛαμποuρα, καταστρω ηκαν ΠΟΜU συστηματα, πο ιτικα, κοι-

νωνωλογικά, δωικητικά, οικονομικά, εκπαιδευτικά, δοκιμάστrικαν όλες σχεδόν οι ιδlες του δέκατου ένατου Καί του εικοστού αιώνα, καL η Τύχη έπαιξε συχνά το ρόλο της περισσότερο απο τη Λογική. Οι Έλληνες ειχαμε πρό6υμο αυτt σε κάθε φωνή, σε κά{Π πρόσκληση, σέ κάθε υπό­

δειξη. Κι ο λόγος του Ποιητη συχνa λησμονήθηκε, έμεινε στα 6ι6λ(α, υπόδειγμα ζωής ιδανικής, aσύλληπτης, ποιητικής. Η πλάνη ήταν με­

γάλη, και το iθνος την επλήρωσε ακρι6ά. Ό Σολωμός, με όλο τον ιδεα­λισμό του και με όλους τους οραματισμούς του, δεν είναι ο ανεδαφικός

ποιητής που τοποθετεί τίς συλλήψεις του ε'ξω απο την πραγματικότητα.

·Ο πόνος του ε(ναι αποτέλεσμα των καθημερινών του συγκρούσεων με την πραγματικότητα, κι ο σπαραγμός του δέν έχει οVτε τον τόνο, ούτε

την lνταση της ρομαντικής άπόγνωσης:. Απο την aντικρινή στεριa το

κανόνι το κρατάει σε .αγωνία, και στα μάτια του είναι ακόμα τα «καρά­δια μας πού επέρασαν για νίi πάνε στό Μεσολόγγι~. Η ζωή, λοιπόν, πού

δίνει το θεμέλιό της ό Π οιητi]ς με τόν επιγραμματικο λόγο του, δεν εt­

ναι μιά χίμαιρα. Εtναι η ωραιότερη και στερεότερη πραγματικότητα.

κ• έκεί επάνω ε(πε στο Ε'θνος του να στηριχτεί και να βασίσει τΟύς π'­

θους του. Δεν του σύστησε, 6έ6αια, εύκολο αγώνισμα. Του έδωσε 6μως

το κλειδl του μεγάλου μυστικού πΟύ ε(ναι ή ζωή. Του είπε πώς θα την κυ- ·

ριέψει, αφού πρώτα του εξήγησε πως πρέπει να την εκτιμήσει. Τον

προειδοποίησε: όχι λόγια, - περιεχόμενο i Όχι ωραίες φράσεις, -έρευνα, α\•αζήτηση, περισυλλογή! Όχι φραστικες iπιδείξεις, - συμπε­ράσματα μεστα απο πείρα ζωής! ·'Οχι. εύμορφότατα λόγια, - ευμορ­

φότατο νόημα! Όσοι θά δουν στο Σολωμικο διάλογο μια αισθητικη μόνο αρχή,

θ(ι έχο'..tν μείνει rξω κι απο το πνεuμα κι απο το γράμμα του. ο ποι -τής δέν lγραφε, έκανε ποιητική ζωή. Και στη συνομιλία τοv με τον

:Σοφολογιότατο, μαζί μας, με το έθνος ολόκληρο, δέν αραδιάζει επιχε ι ­

ρήματα. Δ(νει το πλούτος της ψυχής του καί το 6ά{}ος της σκέψης του .

Π ροσφέρει ποίηση. Κ' η προσφορά του μένει ακόμα πολύτιμη, θεμέλιο πνευματικής ζωής, που δε σταθήκαμε άξιοι νά τή συγκροτήσουμε και

να την υψώσουμε επάνω άπό τα γυρίσματα των καιρών κι απο τις κα­ταιγίδες των πα-ί}ών.

Αλλ' ας άκούσουμε το φίλο του Ποιητή, κι ας πειθαοχήσουμι:

63

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛΩΜΟr

την όργή μας. «θυμήσου τά λόγια της Θείας Γραφής, του λέει· νά μη σ' εύ(![) θυμωμένον ό ήλιος που πέφτει». Ας μήν εύρει, λοιπόν, κ' εμάς

οργισμένους η ώρα που θέλουμε σωστa ν' άΠοτιμήσουμε την προσφορά του Ποιητr].

Ο «Διάλογος», στη διάρθρωσή του, στην κατασκευή του, μένει, έπειτ' απο τόσα χρόνια, υποδειγματικός. Ενώ είναι κείμενο ανθρώπου

. πού περισσότερο στίχους γράφει, έχει αναμφισδi1τητο ρυθμό πεζογρα-, ~ ' ξ' ο ' ' ' δ ' φηματος. kΠανια ε αιρεση. ι. ποιητες, και οχι μονο οι ικοι μας,

ακόμα καί σπουδαίοι ποιητές, μόλις θελήσουν να γράψουν μιαv αφηγη­

ματικi] η κριτικi] σελίδα, γίνονται αδέξιοι, ασαφεiς, αδόκιμοι . Ο Σολω­

μος στον «Διάλογο», όπως και στη «Γυναίκα της Ζάκυ{}ος:ι>, είναι γνή­

σιος πεζογράφος. Η φράση του εχει κανονικο περπάτημα, η οργάνω­

σή της πε•θαρχεί στους νόμους του πεζου λόγου που είναι αυστηροl

και σκληρά τιμωρούν όσους τους παρα6αί,•ουν μία - μία μοιάζει με λι­θάρι που παίρνει τη θέση του για ''α υψωθεί το οικοδόμημα, κι όλες

μαζt δίνουν ένα σύνολο χωρtς άδύνατες πλευρές. Μια μό"ο ανωμαλία θα μπορούσε ίσως να σημει(})σει ό σχολαστικός γραμματικός. Διαδάζου­

με στη σελ. 12 των «Απάντων» του Σολωμού ( έκδ. Λίνου Πολίτη, τόμ. I)'' Πεζa Καί Ιταλικά): « Όποιος κάνει λοιπον αυτο με απόφαση θε­

ληματική, πρέπει οι άλλοι νά τον στοχάζωvται εχ1tρον της αλήθειας και της πολυμάθειας». Η σύνταξη δεν είναι κανονική, μα ό προφορικος

λόγος, - ο διάλογος, - σηκ<όνει τέτοιες ανωμαλίες. Και ίσως η φράση

αυτή, από κείμενο κλασικό πια, νομιμοποιει ανάλογες αυθαιρεσίες σε

νεότερα κείμενα της λογοτεχνίας μάς.

Δυο ε(ναι τα κ{•ρια γνωρίσματα της κατασκευής του «Διαλόγου»: η δραματικη πλοκη και ο. συχνες παρομοιιοσεις. Η συζήτηση τοv Ι!οι~

ητr] με τό'' Σοφολογιότατο συχνa φτάνει σε οξύτητα ϊtι αν ήταν σκηνη θεατρικού έργου θα προκαλούσε ολοένα και. πιο ζωηρη προσοχή, καί κάθε τό ;ο πα(ρνει επιχ_έιρήμα.,. όχι άπο τόν κόσμ<;> των ιδεών αΊJ..' απο

τα γεγονότα της καθημερινής ζωής. Λέει ο Σοφολογιότατος: «Τούτο

μου φαίνεται πολiJ παράξενο ένας από τΟύς σοφώτερου~ του έθνους μας έγραψε ότι για να γράφουμε με τα λόγια του λαού πρέπει και μέ τους

στοχασμΟ'uς του λαού να συλλογιζόμαστι:». Καί του απαντά ο Ποιητής:

«Αυτa είναι τέκνα στeαδόκορμα ενος πατέρα ευμορφότατου. Ο Κον­διλλιακa εlχε Ηει πως η λέξη εLναι το σημείο της ιδέας· δέν έφαντάσθη­

κε όμως ποτε πως όσοι έχουν τις ίδιες λέξες έχουν τους ίδιους στο;φ­

σμ(j 5ς . Τα νομίσματα Ι.'ις . τον τόπον . εις τόν οποίον ζ ης έχουν την ίδια

64

ΜΕΛΚΤΗ~ΙΑΤΑ

τιμ{y μ' όλον τούτο εις τά χέρια μου δεν άξίζουν, γιατί δέν ηξεύρω νά

τα ξοδιάζω, εις τα χέρια σου αξίζουν ολίγο περισσότερο, γιατί ηξέρεις Και τά ΟίΚΟνομείς, Και εις τα χέρια έVΟς τρίτου εις Ολίγον καιρο Πληθαί­

νουν~.

Λίγο παρακάτω δια6άζουμε πάλι: «Σοφολογιότατος: - 'Ο ποιαν

τέχνη και αν μεταχειρισ&ής, οι λέξες της τωρινής Flλάδας είναι διε­φt:Ιαρμένεc; ... Τί μέ κοιτάζεις χωρtς να ομιλείς; - Ποιητής: Κοιτάζω τες άσπρες τρίχες της κεφαλης σου.

- ·- Σοφολογιότατος: Αμη τι έχουν να κάμουν με τες λέξες; -Ποιητής: Έχουν νά κάμουν με τον καιρό. Ο καιρός, οπαu άρχισε

να σου κάνη σε6άσμια τα μαλλιά, διαφθείρει όλα τά πράγματα του κό­

σμου, και τις γλd:Jσσες ακόμη, και ησύχασε>>.

Ο «Διάλογος», είπαμε, διαΟάζεται, υπομνηματίζεται, κρίνεται, ε ­

κατο'' τόσα χρόνια, καί πάντα μένει το πρώτο κριτικό μα.ς κείμενο. Ας

προχωρήσουμε λοιπόν, στο νεότεeο απόκτημα.

Για τη «l 'υναίκα της Ζc'ικυθοςς υπάρχει η ίδια ομοφωνία. Ο Π α­λαμάς, στο άρθρο του για τον Σολωμο στη «Μεγάλη Ελληνικη Εγκυ­

κλοπαιδεία ( τόμ. 2Βος, σελ. 93, στήλη β') γράφει «'Γό «Όνειρο» μας εν&υμίζει ότι παραλλήλως προς την λυρικi]ν αδρότητα εγόγγυζεν εντός

του και εξεχύνετο απευίφραστος ο θυμος και η (Jατιρικη ειρωνεία· και

περισσότερον ακόμη το μισος και η σάτιρα προσδίδουν εις την «Γυναί­

κα της Ζακύνθου» ενος πραγματισμού ωμού την δίrναμιν, ΠΟύ δεν την

νποπτεύεσαι εις τον Σολωμόν. Καί τού πραγματισμοό τούτου απαρακτι­κfιν και κατανυκτικΊ1ν τήV χάριν ανευρίσκομεν εις το πεζογραφικον τε­

μάχιον που είναι οι «Μεσολογγίτισσες», καθως μας τό διέσωσεν ό Π ο­

λυλάς». Κι' ο Βάρναλης ( εφημ. « Πρωtω>, 4 Α:τριλ. 1943), πού θε.ω­ρε[ «πεζο αριστούργημα» τη «Γυναίκα τής Ζάκυθος», 1.•ποστηρ(ζει: << Αν

εCχε δημοσι~υτεC η Γυναίκ(l της Ζάκυνftος, θά μπορούσε κανεt; να ύπο­

θέσει πως αλλοιώτικη θα ήταν σήμερα η εξέλιξη του π_εζού μας λόγου>>.

Και προχωρει περισσότερο ωeόμη. « .•. Ένας τέτοιος υπέροχος λόγος

θα ματαίωνε ίσως και την καθαρεύουσα του Παπαδιαμάντη και πι μι­

χτη των σημερινd:Jν».

Η έκδοση τψ> «Γυναίκας της Ζάκυνθος» απο τον Λινο Πολίτη το

1944 προσφέρει 6λα τα απαραίτητα στοιχεία και για τη χρονολοyία του μοναδικού αντοι1 Υ..ειμένου και για την τοποθέτησή του στο έργο του

ΣολωμοΌ. · Εκεί, ακόμα, -ιtα μάθει ο αναγνώστης 6τι επιθυμία κολασμού μιας ένοχης γυναίκας στάθηκε η αφορμή να γράψει ο Π οιητi]ς: το πι-

65

κρο αuτο κείμενο. Εδω όμως πρέπει νά διαδάσει α'Ufa τά δυο κεφάλαια, τό 3ο και το 5ο απο τή d'vναίκα της Ζάκνθοp, για νά tξηγήσει την ομοφωνία που σημειώσαμε :

ΟΙ ΜΙΣΟΛΟΙΊ'ΙτΙΣΣΕΣ

1. Και εσvνέ6ηκε αuτες τες ημέρες οπο\ι οί Τούρκοι επολιορκ.οvσαν w Μισολόγγι, καί συχνa ολημερνlς και ,αιποτε ολοννχτlς lτρεμε η

Ζάκ.Uθο άπο τό κανόνισμα το πολύ. 2. Και κάποιες γvναίκες Μισολογγίτισσες επερπατσVσαν τριγύρω 'Υ""

ρεύοντας για τους άνδρες τους, για τα παιδιά τους, για τ• αδέλφια

τους που επολεμούσανε.

3. Στην αρχη εντρεπόντανε νάδγοvνε και επροσμένανε το σκοτάδι για ν' aπλώσουν το χέf!ι, επειδi) δεν ήτανε μαi)ημένες.

4. Και είχανε δούλονς κ.α~ εCχανε σε πολλες πεδιάδες και γίδια κ.αι

πρό6ατα και 6όδια πολλά.

5. Ακολούθως ε6ιαζόντανε και έσυχνοτηράζανε απΟ το παρε.θύρι τον

ήλιο πότε νa 6ασιλέψη για νάδγοvνε.

6. · Αλλα όταν επερισσέψανε οι χρείες εχάσανε την ντροπή. ετρέχανε όλημερνίς.

7. Καί όταν εκουραζόντανε εκ.αθόντανε στ' ακρογιάλι κ~' άκ.ο-όανε, για­τι εφοδόντανε μην πέση τό Μισολόγγι.

8. Και τες εδλεπε ο κόσμος νά · τρέχουνε τα τρίστρατα, τα σταυροδρό­μια. τα σπίτια, · τά άνώγια και τα χαμώγια, τες εκκλησίες, τα ξω­κλήσια χορεύοντας.

9. Καί έλα6αίνανε χρήματα, πανιά γιά τους λαδωμένους.

10. Και δέν τους iλΣγε κανένας to όχι, γιατι οι ρώτησες των γυναικών ήτανε τις περσότεριες φορες σvντροφεvμένες απΟ τες κανονιΕς του Μισολογγi.Ο'ύ καί ή γη iτρεμε αποκάτου απο τά πόδια μας.

Η. Καί οι πλέον πάμφτωχοι ε6γάνανε το ό6ολάκ~ τους και το δίνανε

καt εκάνανε το ιπαvρό -rους κοιτάζοντας κατa το Μισολόγγι και

κλαίγοντας.

ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΑΠΑΝΟΤ ΣΤΟ ΠΕΣΙΜΟ ΤΟΤ ΜΙΣΟΛΟΓrΙΟΤ

1. Και ακλούθησα τtς γυναικες -rov Μισολογγι.ΟΟ, οι όπο-ιες έστ~ωθή­

')((lνε στ" ακρογιάλι, ')((lί. εγοο ήμουνα απο π(σω απο μlά φράχτη

και εκο(ταζα.

66

ΜΕΛΕΤΗΚΑΤΑ

2. Και κάθε μία έ6αλε το χέρι και έδγαλε 6,τι κι' αν εμάζωξε, καί

εκάμανε ένα σωρό.

3. Και μια απ' αυτες aπλώνοντας το χέρι και ψηλαφίζοντας το για­λi:J: Αδελφάδες, εφώναξε,

4. Ακούτε, αν έκαμε ποτέ τέτοιο σεισμΟ σαν και τώρα το Μισολόγγι·

ίσως νικάει, ίσως πέφτει.

5. Και έΚίνησα γιά να φύγω και είδα απΟ πίσω απο την εκκλησία ( ιδες πως τη Μνε) μια γριούλα, οπσU ε(χε στήσει ανάμεσα στα . χόρτα μικρa κεράκια και έκαιε λι6άνι" και τα κεράκια στην πρασι­νάδα έλάμπανε και το λιδάνι ανέ6αινε.

6. Και ασήκωνε τα ξερόχερα παίρνοντας απΟ το λιδάνι και κλαίοντας,

και αναδεύοντας το ξεδοντιασμένο στόμα επαρακά.λειε .

7. Κι' εγω άκ01.ισα μέσα μου μεγάλη ταραχη και με συνεπήρε το πνευ-μα στο Μισολόγγι. Καί δεν έ6λεπα μήτε το κάστρο, μήτε τη χώρα,

μήτε το στρατόπεδο, μήτε τα σπίτια, μήτε τη λίμνη· και εκατα­

σκέπαζε όλα τα πάντα μta καπνο,)ρα γιομάτη λάμψη, 6ροντ-Ύ] καί αστροπελέκι.

8. Και ·ύψωσα τα μάτια και τα χέρια κατa τον 01.ιρανο για να κάμω δέηση με όλη τη θερμότητα της ψυχής, και εlδα μές στον καπνον φωτισμένη απο μιάν ακατάπαυστη σπιθο6ολη μl.ά γυVαίκα με μια

λύρα στο χέρι πού εσταμάτησε ανάερα μες στην καπνούρα.

9. Και μόλις έλα6α καιρο να θαμάξω για το φόρεμά της ΠΟύ ήτανε μαύρο σαν του λαγού το αtμα, για τα μάτια · της κλπ., εσταμάτησε

η γυναίκα μες στην καπνούρα και εκοίταε τη μάχη, και η μυρία

σπίθα οποiι πετιέται Ψnλα εγγίζει το φόρεμά της και σ6ένεται.

10. Άπλωσε τα δάχτυλα στη λύρα και την aκουσα να ψάλη τα ακό­

λουθα:

Το χάραμα επήρα Του ήλιου τό δρόμο Κρεμώντας τη λύρα Τη δίκαιη στον <όμο, Κι' απ' όπου χαράζει κ~' ως οπου 6υ{}-α χτλ.

11. Και ό,τι ε{χε aποτελειωμένα τα λόγια της η θεά, οι δικοί μας εκά­νανε φοδερες φωνες για τη ν(κη ποv εκάνανε. Και οι δικο( μας και

67

ΑΙΙΑΝΤΑ ΣOAQMOl'

όλα μου έγινqν άφαντα, και τά σω~ικά μου πάλι φοδερα έταραχτή­κανε, ~:αι μου φάνηκε πως εκουφ&θηκα και εστραδώθηκα.

12. Και σέ λίγο ειδα εμπρός μου τη γριούλα οποu μού ελεγε: Δόξα σοι ο Θεός, Ιερομόναχε, έλεα πώς κάτι σούρθε. Σ' έκραζα, σ' ε­

κούνεια, και δεν άκουγες τίποτες, καL τα μάτια σου έσταμάτιζαν

στόν άέρα, ένώ τώρα στα στερνa η γη; εσκιρτούσε σαν το χόχλο

στο νερο που ανα6ράζει. Τώρα ό,τι έπαψε που ετελειώσανε τα κε­ράκια και το λι6άνι. Λ.ές οι δικοί μας νά εκερδέσανε;

J 3. Καί εκίνησα μέ τό Χάρο μές στην καρδιά μου να φιίγω. Και η γρι- . ούλα έπειτα πού φίλησε τό χέρι κάνοντας μια μετάνοια είπε: Και τί παγωμένο πούναι το χέρι σου.

Π ρέ.ι"tει και τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» να τήν δούμε απο π ιό κον­

τα, για νά κερδίσουμε, εκtός d.."tό τόσα άλλα καί τόσο πολυσήμαντα, καί

το καθαρa αισθητικο δίδαγμα πού προσφέρει. Π λ ήθος οί παραλλαγές,

-όλες σημειωμένες ση)ν έκδοση Αίνου Πολίτη του 1944, - άπίστεu­

το τό κυνήγημα της άιηιας μορφής. Ο πεζογράφος Σολωμος δε διαφέ­

ρει σέ τCποτα απο τόν ποιητη Σολωμό. Κι ο ένας κι ο άλλος αγωνίζον­

ται, άyωνιούν θάπρεπε νά πώ, για η) λέξη, για τη φράση, για την

ο.πόχρωση, για τον ο ρ ι σ τ ι κ ο λόγο. Μάθημα ποιητικής τέχνης τό

ποιητικο έργο του Σολωμοu. Μάθημα πεζογραφίας καί τά λίγα πεζο­

γραφήματά του. Και πρέ.πει ακόμη μιά φορα να πούμε ότι ε(ναι νά λυ­

πάται κανείς πού το δεvτερο αυτό μάθημα συμπληριοθηκε τόσο αργά,

μόλις πριν άπο τριάντα έξι χρόνια, με τη «Γυναίκα τής Ζάκu~ος>> . Με

τοv «Διάλογο» διαμορφιίJθηκαν αξιόλογα αισθητικCι κριτήρια, στηρίχτη­

κε κι ο αγ<ονας του δημοτικισμο{• σέ ούσιαστικότερα έπιχειρήματα. Μέ τη

«Γυναίκα της ΖcικυΟος» θά ε(χε i) πεζογραφiα μας ένα υπόδειγμα, που

θα μας έκανε πιο ά:ταιϊητικούς. Πάντα, βλέπετε, ή Καλη πεζογραφία έρ­χεται. μέ καθυστέ.ρηση . · Ακόμα κι όταν έχει ξεκινήσει μαζl με τον έμ­

μετρο λόγο, ακόμα κι όταν ε(ναι ή μια απο τίς δυο φωνες του ίδιου

πνευματικού . έργάτη, του ίδιου Οδηγού. Έργο του 1824 ε(ναι ο

«Διάλογος». Το 1829 έκαμε ό Σολωμος την τελευταία ~πεξε<tγασία της «Γυναίκας της Ζάκυιtος>>. 'Εμεινε όμως σχεδΟν άγνωστος θησαυρος

~κατο ολόκληρα χρόνια .

ΠΕrΡΟΣ ΧΑΡΗΣ

68

Ο ΣΟΛΩΜΟΣ ΗΞΕΡΕ ΕΛΛΗΝΙΚΆ;

Κώστα Βάρναλη

Απορεί κανε1ς πως μπορούσε να ιιπάρχει τέτw ζήτημα. Θα ήτανε δικαιολογημένο να υπάρχει αν ο ΣολωμΟς δεν ε(χε αφήσει κανένα γρα­

φτο κείμενο. Αφου όμως μάς άφησε αρκετό έργο, καί ποιητικό καi. πε­ζογραφικό, την απάντηση την έχονμε iτοιμη και αvθεντικότερην απΟ

κάθε <ιιπόθεσφ>. Το έργο του Σολωμού δείχνει πως κανένας 'Ελληνας Λογοτέχνης έως τότε - και μπορεί. να πει κανείς αδίσταχτα κ' έως

σήμερα- δεν έδωσε στην ελληνικη γλώσσα τόσην .πνευματικότητα, τό­σην ευγένεια, τόσήν αιθέριαν άUλότητα και τόσο 6ά&ς όσα της έδωόε

ο Σολωμός, cπου δεν ήξερε ελληνικά» I Ο Χατζι.δάκης θεωρεί τον Σολωμό <άπειρον τελείως της ελληνι­

κής γλώσσης». Αλλa και ο Βαλαωρίτης δεν είχε διαφορετικότερη γνώ­μη. Σ' ένα γράμμα του προς τον θωμαζέο, λίγους μήνες μετa το θάνα­

το του ποιητή, έγραφε: <<"0 κόμης Σολωμός, μεγάλος ποιητής, δυστυ­χ,ως δεν εγνώριζε καλσ. τη δημοτική μας γλώσσα. Κατά δεύτερον λό­

γον η ποίησίς του δεν έχει τον καθαρΟν χαρακτήρα tης ελληνικής ποι­

ήσεως. Οϊ στίχοι του δεν είναι ελληνικοί και αι εμπνεύσεις του ανή­κουν στη Δύση ... ». Το κακό όμως εLναι πως κι ο ίδwς ο Σολωμος ομο­λόγησε στο.ν Τρικούπη (τέλη του 1822): <Δεν ηξεύρω ελληνικά. Πως μπορώ νά γράψω καλά;:.

Αλλ' ας ιδούμε όμως με ποιο νόημα έκανε αvΠιν τήν-όμολογία (αν

την έκανε) ο νεαρος ποιητijς των 24 χρονών. Να πως διηγιέται ο ίδwς ο Τρικούπης αυτην την ιστορία: «Μον απήγγειλεν (ο Σολωμός) ιτα­

λιστί μίαν c Ωδijν δια πρώτην λειτουργίαν»... Ο Σολωμός, ο οποίος

είχε παρατηρήσει, ότι μετa την απαγγελίαν είχα μείνει σκεπτικός καί σιωπηλός, με ηρώτησε την γνώμην μου. c.To ποιητικόν σας τάλαντον:. τοϊι ειπα «σας επιφυλάσσει ωραίαν θέσιν είς τον ιταλικον Π αρνασσόν.

69

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛΩΜΟf

Αλλ' αι πρώται θέσεις έν αύτ<(> έχουν ηδη καταληφθεί. Ο ελληνικος Παρνασσος δεν έχει ακόμη τον Δάντην του». Τη αιτήσει του τότε του

εξέθεσα. τα της γλώσσης μας και της φιλολογίας μας. «Δεν ηξεύρω ελ­ληνικά», μου λέγει. «Πως μπορώ να γράψω καλά;» Πράγματι, εγνώ­

ριζε πολiι ατελώς την κ ο ι ν ή ν. «Η γλώσσα, του άπήντησα, την όποίαν

εμ&3ατε μαζί με τό μητρικον γάλα είναι η ελληνιΚή. Ε~ναι λοιπον εύκο­λον να την επαναφέρετε εις την μνήμην σας και, άν συγκατατίθεσθε,

{}ά σας βοηθήσω ... Δεν πρόκειται ούτε περl της τόσον, κουραστικής φ ι­λ ο λ ο γ ι κ ή ς γλώσσης, o.Jtε περί της τόσον γελοίας μ α κ α ρ ο ν ι- . σ τ ι κ ή ς, αλλa της ·μ η τ ρ ι κ ή ς, της ζ ω ν τ α ν ή ς». Μία

μόλις ε6δομ0.ς εtχε παρέλθει άπο τήν πρώτην συνομιλίαν μας και εξε­

πλάγην αίφνης ακούων τον Σολωμον απαγγέλλοντα ποίημά του, γραμ­μένον εις την ι;λληνικήν :

Την είδα την ξαν&ούλα, την εtδα, όταν αργό. έκίνησε η δαρκούλα νά πάει στην ξενιτιά.

»'Η το ή πρώτη του ελληνικη σύνθεσις. Μόλις το ποίημα αυτο έγι­

νε γνωστόν, όλη η Ζάκυνθος το ετραγουδούσε καί ένα δράδυ οι συμπα­

τριώται του μετέδησαν και τό έψαλαν κάτω απο τά παρά3υρά του. Αυ­

τό τον συνεκίνησε πολύ. Μετ' ολίγας ημέρας ήρχισε τόν « 'Ί'μνον εις

την ελευθερίαν», τον οποίον έτελείωσεν εντος δραχέος χρονικού διαστή­

ματος. Δεν ήτο απο τους ανθρώπους, οι οποίοι κατέφευγον εις την γραμ­

ματικijν και το λεξικόν. Δεν ανεζήτει τας λέξεις, αλλa με τάς ολίγας πού

εγνώριζεν απέδιδεν ελληνιστl σκέψεις, τας οποίας εlχε συλλάδει ιτα­

λιστί». Απο την αφήγηση του Τρικούπη δγαίνει η εξήγηση πως ο Σο­

λωμος δεν ήξερε τα «περl διαγραμμάτου» ελληνικά., την «φιλολογικήν»,

τήν ψακαρονιστικiιν» γλώσσαν. Εγνώριζε όμως την «μητρικi)ν γλώσ­σαν». Κι ο Τρικούπης εξηγε·ί: «'Η γλώσσα την οποίαν εμά'Ιtατε μαζt

με το μητρικον γάλα, ε(ναι ή ελληνική. Είναι λοιπον ε'i!κολον να την

επαναφέρετε είς την μνήμην σας». Όλο δηλαδiι το πρόδλημα γιά το

Σολωμο δέν είταν νά μάθει ελληνικά, παρa νά τα επαναφέρει εϊς την

μνήμην του. Και κυρίως να τα γράψει.

Τη γλώσσα τη μητρικη την ήξερε Καί γι' αυτο την έγραφε «χωρtς να καταφεύγει εις την γραμματικi)ν και το Λεξικόν». Και την ήξερε

70

71

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛι;mοr

τόσο καλά, ώστε μέσα σε μι.α 6δομάδσ. μαθημάτων της cελληνική9 ε­

σίινθεσε το ποίημα της «Ξανθούλα;:. καί μlσα σ' ένα μήνα τον < 'Τμνο εις την Ελενθερίαν». Αν δεν την ήξερε, δεν θα μπορούσε να την

έγραφε τόσο ωραία και τόσο ζωντανά, αλλσ. και τόσο πλούσια χρωμα­τισμένη, c:χωρtς ν' αναζητεί τας λέξεt9Ι Και το σπονδσ.ιότερο είναι πως

οι στίχοι του !!χουνε τόση ποιητικfιν ύφή, τόση αρμονία καί μουσικόnl­

τα. πού δεν θα μποροvσανε να τα έχουν, αν ο ποιητfις iγραφε σε <ξέ­νη» γλώσσα, πΟύ δεν είταν μέσα στο αίμα του. Γι.ατt <η αρμονία του

στίχου., όπως λέγει ο ίδιος στα σημειώματα του <ι: 'Τ.μνον», «δεν είναι πράγμα όλο μηχανικό, αλλα ξεχείλισμα της ψυχής~. Και λίγο τtαρακά­

τω, την ίδια σημείωση, λέγει «'Γ ούτοι οι κανόνες (οι στιχονργικοt κα­

νόνες) έχουν κάποιες εξαίρεσες, τες οποιες όποιος έχει καλα θρεμμένη με

τους κλασικοiις τήν ψυχήν του 6άνει εις έργον χωρlς τόσο να συλλογί­

ζεται εις την ίδια στιγμή, πον μορφώνει την ύλη».

'Ολ' αυτa aποδείχνουν πως () Σολωμ.Ος ήξερε ελληνικά, όπως Υ.ά­θε άλλος 'Ελληνας, όπως κι ο Κάλδος κι ο Φώσκολος που τά ξέρανε

και τά γράφανε. Δεν ήξερε όμως και δεν μπορούσε να γράψει, αλλa

και τη σιχαινότανε, τη γλώσσα των λογίων. Πρέπει λοιπον να τελειώ­σει αυτος ο «μύθος» πως δεν ήξερε έλληνικά, μύθος πού τον έκμεταλλευ­

τήκανε όσοι δεν καταλα6αίνανε την ανώτερη ποίηση του :Σολωμσύ η

ζηλεύανε τον ποιητη (Βαλαωρίτης) κι όσοι ( γλωσσαμwτορες αντοl) θέλανε να μει.ώσουνε το μεγάλο πνευματικο κύρος του ποιητή, λέγοντας

πως έγραψε στη δημοτική, στη μητρική, στη ζωντανiι ·γλώσσα του λαού,

επειδi] δεν ήξερε... ελληνικά, «ήτο άπειρος -reλέως της ελληνικής γλώσ­

σης». Ενώ, αν ήτο «εγκρατfις της ελληνικής γλώσσης», θα έγραφε στήν καθαρεύουσα. Είταν δηλαδη ένας aποτυχημένος ... σοφολογιότατος, επο­μένως τbtοτα !

Ο Σολωμος όχι μονάχα ήξερε τη δημοτική, που εtταν μητρική

του (προσέξτε τούτο : Η μάνα του Σολωμού γράφει στο γ ιό της τό Λεονταράκη όχι ιταλικα παρa ελληνικά· κι αυτa τά ελληνικά, έστω

κι απ' άλλο χέρι, ε(ναι σπουδαία I), αλλ' εί.ταν aσπούδαστος της λα'ίχής λογοτεχνίας. Κι' αυriιν τη γλ6>σσα βάλθηκε να τη μάθει (και την ξε­σκάλισε) άπΟ τις πeώτες πηγές: το Δημοτικο τραγούδL και την Κρητι­

κη λογοτεχνία.

72

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

Η ΓΤΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΤΘΟΣ

ΕCναι τριάντα χρόνια που δημοσιευτήκανε τ' «Ανέκδοτα έργα» τού

Σολωμού αιtο τον Κώστα Καιροφύλλα (έκδοση «Στοχαστή» 1927). Τρι­άντα χρόνια! θα έπρεπε νά ειχε χαλάσει ο κόσμος. Και δε γίνηκε ούτε κουβέντα.

Για όλους τους Έλληνες ο Σολωμος εtναι ο εθνικος ποιητής. Για τούς 6αυμαστές του εtναι ο μοναδικός, ο ασ-όγκριτος, ο άφθαστος ποιη­

της. Και ολοι ετούτοι, πού καθένας τους διεκδικεί γLά τον εαυτό του τό δικαίωμα ν' αγαπά και να ξετάζει τη ζωi} και το έργο του ποιητή

τρα6ηχτήκανε στό πλάι κι άγνοήσανε τά καινούργια ποιήματά του. Ού­τε τά κρίνανε ούτε τ' αναφέρουνε ποτές στις λογής κριτικές τους.

Επί εβδομήντα χρόνια καρτερούσανε όλοι «να φανερωθούν τα

ακόμη σωζόμενα συγγράμματα του μακαρίτη (Πολυλάς) κι άμα επt τέλους «φανερωθήκανε» μερικa απ' αυτa τά «συγγράμματα», όλο το

μπουλούκι τών σολωμιστών έλούφαξε. Καί. θα λουφάζει, όσο το ζήτημα

Σολωμού θα είναι ζήτημα προσωπικό δικό τους κι αυτοl στενοκέφαλοι.

Όλοι αυτοί οι ιεροφάντες, οι δαδούχοι και οι ιεροκήρυκές των σο­

λωμικών Ελευσινίων χάσανε το μπούσουλα. Ίσαμε τώρα τά πράματα

πηγαίνανε στρωτά. Αύτοι οι αψηλονόητοι κορυδαλλοί των «μεγαλοτό­ξων ουρανίων στιβάδων» ξελαρυγγιζόντανε με τά φτερa του Πολυλά'

με την αυθεντία του Πολυλά. Ενώ τώρα έπρεπε να πούνε τη γνώμη τους. Μα για νά την πούνε, έπρεπε να έχουνε γνώμη. Και καμιCι αυθεν­

τία δεν τους εξασφάλισε απο τις κακοτοπιές. ΚαμιCι αυθεντία δεν πiJρε την ευθύνη της αξιολόγησής τους. Φο6ηθήκανε, λοιπόν, μήπως τα και­

νούρια αυτa έργα δέν προσθέτοvνε τίποτε στην αξία και στη δόξα του ποιητή τους. Τουναντίο του αφαιρούνε δόξα και αξ(α I Γιατl το μεγα­λύτερο απ' όλα τα καινούρια του έργα, , η «Γυναίκα της Ζάκυθος» δέ,•

εtναι έργο «ε{}νικό». Δηλαδη δεν είναι υμνωδία της πατρίδας, «της μη­

τέρας, της μεγαλόψυχης στον πόνο και στη δόξα», παρa εlναι ... «aντε­θνικό», αφού σατιρίζει τους κακοiις πατριώτες I Κι ως τόσο ο Σολωμο; Ο ίδιος τΟύς δίδαξε Πώς «τό έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί ε{}νικο ο,τι

ειναι άληθινό». Κ' η «Γυναίκα της Ζάκυθος» ε(ναι απο τα πιο αληθινa

ποιητικa iργα της λογοτεχν(ας μας. Αριστούργημα.

Η επιστημονικη tρευνα αντικρύζει το αντικείμενό της χωρ~.ς φόδο

καί χωρίς πάθος. Και χωρlς συμφέρο. Περιορίζει τις · απριοριστικες ιδέες, τις συναισθηματικες προτιμήσεις και τον εριστικο έγωισμό. Κι

73

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛΩΜΟr

dμα ο έπιστήμονας των καλλιτεχνικ<όν ζητημάτων (ιστορικός, κριτικο;

η {}εωρητικος της Τέχνης) ε(ναι γερος στη δουλειά του τότες έχει και πρ-ωτο6ουλία κι αναλα6αίνει κ' ευθύνες. Δέν περιμένει να μιλήσουν<

πρώτα οι dλλοι για να συμφωνήσει η νά διαφωνήσει μ' αυτούς. Οί βου­τηχτάδες τών πνευματικών βυθών ψαρεύουνε σέ ρηχa νερά I

Μπορει όμως να σιωπήσανε από ... λεπτότητα. Για να μη δρίσου­νε τα νέα έργα του Σολωμού και μάλιστα τη <<Γυναίκα της Ζάκυ{}ος»

όχι και τόσο γιατl το νομίσαν έργο «αντεθνικο» παρa γιατι εtναι σατι­

ρικό. Για πολλοlις «σπουδαίους» ανθρcοπους η σατιρικη ποίηση εtναι

κατώτερο είδος λόγου.

Έτσι αυτa τα έργα δεν περάσανε στον επίσημο κατάλογο των «Α­

πάντων» τού ποιητή. Την άρχ1Ί την έκανε ο Πολυλάς. Αυτος ήξερε

όλη τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» κι όμως μας την έκρνψε. Δημοσίεψε μο­

·νάχα ένα κομμάτι, τίς «Μεσολογγίτισσες», (ο Σολωμος έγραψε «Μισο­

λογγίτισσες») κι αυτο οχ ι μαζl με τ' dλλα σωζόμενα αποσπάσματα του

ποιητη παρa στα κριτικά του «Προλεγόμενα» με την υποσημείωση:

«Του πεζοϋ αύτού απλοελληνικού σχεδιάσματος δεν εδυνήθηκα να σώ­

σω τίποτα περισσότερο απο το δημοσιευόμενον α.ι-τόσπασμα».

ο π ολυλό.ς πιθανότατα έκρυψε το έργο, για τι ο αδερφος τού

ποιητη, ο Δημήτριος, δεν του έδωσε την dδεια να το δημοσιέψει. Γιατl

μ' αύτο το έργο σατιρtζότανε η γυναίκα του Ρο6έρτου η του ίδιου, και

κοντa σ' αυτιΊν και οι άλλες άριστοκρό.τισσες της Ζάκννθος. Αυτην τήν πληροφορία έδωσε στον κ. Κα~ροφύλλα ό Δε Βιάζης. «Ο Δημήτριος Σο­

λωμος του είχεν ειπεί (του ΔΕ Βιάζη) ότι η κακη γυναίκα 1iτο μια στε­

νοτάτη συγγενής του, την οποίαν όμως ο αδελφος του ποιητου δέν ήi!ε­

λε να του ονομάσει». Έτσι έξηγούνται τά στριμμένα λόγια τού Πολυ·

λά: «δεν εδυνήθηκα να σώσω τίποτε περισσότερα» δηλαδη δε μου επι­τρέψανε νά δγάλω στο φως τίποτε περισσότερο. Ενώ, αν δεν το 11ξε­

ρε το χειρόγραφο θα έλεγε καθαρά: «δεν ευρήκα τίποτε περισσότε­

ρο». Ο Πολυλciς όμως το ήξερε όλο το έργο, αφού ο ίδιος το αντίγρα­

ψε. Στη Μασσονία της Ζάκυνθος σώζεται, όπως μας λέει ο κ. Καιρο­

φύλλας, καί το αυτόγραφο του Σολωμού και το αντίγραφο του Πολυλά.

Η γνώμη του κ. Καιροφύλλα, πως ο Δημήτριος Σολωμος tκι ο π λ ~ '~ -'δ ) δ δ I . . Ι \ \ I ο υr..ας ο ι ιος ε ημοσιεψανε το εργο, γιατι η κακη γυναικα συμ-

δολίζει την αγγλικ1Ί προστασία δε θέλανε να εξοργίσουνε τους Άγ­

yλους, που τότες κατέχανε ακόμα τα Εφτάνησα (1859), δε στέκει. Για-

74

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

η τό εργο αυτο δεν ε(ναι καθόλου συμοολικό. Εί:ναι το πιό ρεαλιστικο

f,ργο τοϋ Σολωμού καί d.ρα τό πιο ζωντανο απ' όλα του.

Π ρέπει νά σημειώσουμε, πώς και στο κομμάτι τών «Μεσολογγί­τισσων» που δημοσίεψε ο Πολυλάς dλλαξε πολλες λέξεις «επl το ελ­

ληνικώτερον». Ο Σολωμος έγραψε: «Μισολογγίτισσες», «Μισολόγγl)),

«Ζάκυθο», «6όιδα» «ακούγανε» κι' ο Πολυλάς διόρθωσε: «Μεσολογγί­

τισσε9>, «Μεσολόγγι>>, «Ζάκυνθο», «δόιδια», «ακούανε». 'Ισως γι' αυτο

χαρακτηρίζει τη γλώσσα αυτού του έργου για «απλοελληνική», δηλαδiι χυδαία ή ιδιωματικη γλώσσα, ενώ ή δική του γλώσσα ( 6λέπε γλώσσα των «Π ρολεγομένων» καί τών «Στοχασμών») είναι ή περl διαγραμμά­

του δημοτική ! Γι' αύτο διόρθωσε το «Μισολόγγι» και τη «Ζάκυθο» I

Κι' 6μως σε κανένα έργο του ό Σολωμος δέν έγραψε τόσο πλέρια

δημοτικη καί στο τυπικο και στό πνεύμα. Οι ίδιωματισμοί του ποϋ και

που άντtς νά χαλάνε, δυναμώνουνε τό ύφος του. Κι όταν συλλογιστεί

κανείς, Πώς το iργο αύτο το εγραψε ο Σολωμος πρίν φύγει γιά την Κέρ­

κυρα ( 1828) δηλ. το πολ.U τριάντα χρονώ νέος, απο(!εί πως δημιουργή­θηκε η λεζάντα, πως ο Σολωμος δεν ήξερε έλληνικά Ι Τά ήξερε καί τά

ένιωθε και τα έγραφε τόσο τέλεια, που θά τά ζηλεύανε κι ο Ψυχάρης,

ο Θεοτόκης, ο Βλαχογιάννης. Γράφει το «μάκρο», τον «ψήλο», «δεν εί­

χε κράτο» (κρατημό), \<έχ~ρισσα» κτλ. Όταν έχουμε τέτοια κείμενα

δημοτικής γλώσσας, η συμδατικότητα των μιχτών δε μας χρειάζεται.

Η περιγραφικη δύναμη αυτού του έργου είναι καταπληχτικ11. Να πως ζωγραφίζεται η γυναίκα της Ζάκυθος:, η πιο dδικη μέσα στοi:ις:

άδικους: «Καί μου ήρθε στο νου μου περισσότερο uπ' 6λους αυτο.Uς 1l γυναίκα της Ζάκυθος, η οποία πολεμάει νά δλάφτει τους dλλους με τη γλώσσα και με τα έργατα καί ηταν έχθρισσα θανάσιμη του έθνους ...

»Το λοιπον το κορμl της γυναικος ήταν μικρο καί παρμένο ... Και αυτο το μικρο κορμt έπερπατούσε γοργότατα και οι αρμοί της εφαινόν­

τανε ξεκλείδωτοι. Είχε τό μούτρο της τη μορφη τού καλαποδιού και έδλεπες ένα μεγάλο μάκρο, αν έκοίταζες άπο τήν άκρη του πηγουνιού

ως την άκρη του κεφαλιού ... Καί όποιος ήθελε σιμώσει την πιθαμη γιά να μετρήσει τη γυναίκα, ήθελε εύρει τό τέταρτο του κορμιού στο κεφά­

λι ... Καί μ' 6λον πού 'τανε νια, οι μελίγγοι της καί το μέτωπο και τα

φρύδια και η κατε6ασιa της μύτης της γεροντίστικα, πάντα γεροντίστι­

κα, όμως ξεχωριστa όταν ακουμπουσε τό κεφάλι της εις το γρόθο τό δεξt μελετώντας την πονηρία».

75

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛQΜΟr

Η δύναμή του δεν περιορίζεται μον&χα στις εξωτερικlς πε~ιyρα­φές. Π ηyαίνει ως τα κατά6αθα της ψυχής:

«Και όταν εμιλούσε κρυφά για να 6λάψει τη φήμη τοv ανθρώπου, έμοιαζε η φωνή της με τό ψιWρισμα τοv ψαθιού, πατημένο απο τό πό­

δι του κλέφτη... Και όταν έβλεπε στόν ύπνο της το ωρα/.ο κορμt της

αδερφής της, εξύπναε τρομασμένη ... Ανασηκώθηκε με μεy&λο 3υμ0 στην άκρη των ποδιών και μόλις το άγγισε το πάτωμα· καί εγρίλωσε

(='tγούρλωσε) τα μάτια καί το άβγαλτο μάτι εφάνηκε αλλοιθωρικΟ

και το αλλοιθωρικό έσταξε. Και εγ[νηκε σαν την προσωπ(δα την Jψινη,

όπου χύνουνε οι ζωγράφοι στα πρόσωπα των νεκρών .. Ο Διάβολος ίσως την έχει αδράξει, αλλa μετάνιωσε και την άφησε για το ·μίσος, που έχει

τοv κόσμου ... :.. Με τη <Γυναίκα της Ζάκυθος», ο Σολωμός δεν εtναι πιά μονάχα ο

πρώτος μας μεγ&λος λυρικΟς παρa κι ο πρώτος μας μεγ&λος πεζογρ&­

φος κι ο πρώτος μας μεγάλος σατιρικός. ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

76

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

77

AllANTA ΣΟΛQΜΟf

Χειρόγραφε~ σrιμειώσει~ τοu Μά.pκοu Αογέpη στο Σολωμό.

78

ΜΕΑΕΤΗΜΑΊ'Α

Χειρόypιχφες σrιμειιι)σεις τοιι llf<tρχοιι Aoyέp"J, στο l:ολωμό.

79

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛωΙΟr

Χειr;?γρϊΙ.φες; στ,μειώσεις; τοu Μιiρκοu Αοyέρrι στο Σολωμό.

80

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΎ' ΣΟΛΩΜΟΤ

Μάρκου Αυγέρη

Η φιλοσοφία του Σολωμού έχει διπλi) μορφή, σύμφωνα με τις

δυό διαφορετικες όψες, που παρουσιάζεται στο πνεύμα του η φύση. 'Αλ­

λοτε προέχει στο πνεύμα του ο 6αθvς διχασμος κι ο αγώνας πού ύπάρ­

χει ανάμεσα στον φυσικο και τον ηθικο κόσμο. Τότε η φύση του πα­

ρουσιάζεται μέ την έννοια της ύλης, σα μια δύναμη που ανταγωνίζεται

το πνειJμα κι' η αντίληψή του πλησιάζει το χριστιανικο πεσσιμισμό, που

διδάσκει αντίσταση στους πειρασμοuς της σάρκας, απ' όπου προέρχε­ται η αμαρτία κι' ο θάνατος. Αυτο φαίνεται κυρίως στους Ελεύθερους

Πολιορκημένους καθrος καί στον Πόρφυρα. Στην περίπτωση αυτη ξε­χωρίζει ολότελα απο τους περισσότερους ρωμαντικούς, πού φπιστ_εύον­

ται στη φύση, τη θεωρούν πηγη κά3ε αγαθού κι' αφήνονται σ' αυτη χω­

ρlς επιφύλαξη. Αντίθετα ο Σολωμός, σαν τους Χριστιανούς, δλέπει ά­γρυπνο το κακο να κυκλώνει τον άνθρωπο και να στήνει τριγύρω του

παγίδες καί τον καλεί σε ψυχικ1Ί εγρήγορση. Η ποίηση του Σολωμου απευθύνεται στη μαχόμενη Ελλάδα κι' είναι φανερη η παιδαγωγικ1Ί της πρόθεση.

Μ' άσχετα προς το χαρακτήρα αυτής της αντίληψης, ο Σολωμός,

πλησιάζοντας περισσότερο προς τόν η3ικο δυναμισμο και την έννοια της

ελευθερίας στο Σίλλερ, πιστεύει πως ο άνθρωπος κλείνει μέσα του τη

μοίρα του, υπάρχουν αγαθες δυνάμεις, η έφεση του καλού κι' οι δυνα­τ-ότητες της ελευθερίας, δεν έχει παρα ν' ακούσει το κάλεσμά τους καί

ν' αντισταθεί.

«Ο ουρανΟς σέ προσκαλεί κ' η Κόλαση δρυχίζει» . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Η 'λ ι ' ι ι Α.,. 1

« ΚΟ αση πανt αγρυπνη σου σταuιιΚε τριγυρου·

81

ΑΠΑΝΤΑ :ΣΟΛQΜΟr

αλλa δεν έχει δύναμη πάρεξ μακρυa και πέρα, μακρυa απο την Παράδεισο κ' έσU σ' έσέ χεις μέρος. μέσα στά στή&ια σου, Καλέ, τ' ακους νά λαχταρίζει;»

l\1' α'ύτον τον τρόπο i] ζω1Ί παρουσιάζεται στό Σολωμο σα μια δο­

κιμασία και σά μια κρίση όπου κερδίζεται η χάνεται ή ανθρώπινη ελευ­θερία κι' άΠοκαλύπτονται τ' ασκλάδωτα 6άθη του ανθρώπου· κι' άκόμα

σαν ένας αγώνας, όπου φανερώνονται οι κρυμμένες πνευματικiς ουσίες

στον άνθρωπο κι' · ο εσωτερικος ηθικος κόσμος του· «άστραψε φως και

γνώρισεν ο νιος τον εαυτό του:ι>, μέσα στην aντίστασή του τού αποκαλύ­φτηκαν ιίγνωστες περtοχες της ψυχής του και γνώρισε την εσωτερική

του δίιναμη για ελευθερία.

Άλλοτε όμως ο σπιριτουαλισμος τοϋ Σολωμού αγκαλιάζει όλόκλη­

ρη τη φύση και τη δλέπει στην ενότητά της, να ταυτίζεται με τις πνευ­

ματικες ούσίες· η φιλοσοφία του τότε γίνεται πανθε'ίστική, η φύση πα­

ρουσιάζεται στην πιό πνευματική της παράσταση, όλη παρθενιa κι έκ­

σταση, απο μυστικες πηγες άναδρύζει άρμονία, πνεύμα άπαντά στο πνεύ­

μα κι' οι φυσικες μορφες μεταμορφώνονται -θαυμαστά, μυστικος έρω­

τας διαπνέει τα πάντα κι' η φωνή του πουλιού γίνεται συμ6ολικiι παρά­

στάση της θείας ουσίας του κόσμου. Μέρη τέτοια 6ρίσκονται στον Κρη­τικο κι' ακόμα στον Π όρφυρα και στ' · Αηδόνι καί το Γεράκι, μα στα

ίδια αυτα ποιήματα παρουσιάζεται μαζiι κι' ο διχασμος ανάμεσα στη

φύση και στο πνεύμα, που θυμίζει την ίδια ασυνέπεια του εγελιανού

πανtJεΙσμού, όπου παρ'Ουσιάζεται η ίδια διχοστασία ανάμεσα στη φύση

καί στο πνεύμα. Γι' αύτη την πανθε'ίστικη συγκ.ίνηση του Σολωμού μας

έρχονται στο νου οι εξαίσιοι στίχοι του Πόρφυρα:

«Πουλί, πουλάκι που σκορπάς το 8-αύμα της, φωνής σου, ευτυχισμος α δεν είναι το {}αύμα της φωνής σου καλο στη γη δεν άνθισε, στόν ούρανο κανένα».

·Εδώ ο Θεός του Σολωμού είναι ο «νους ερών:. του Αναξαγόρα. 'Αληθινa -θείος έρωτας πνέει απάνω απο τα πλάσματα του Σολωμού,

«έρωτας καλού τά σπλάχνα τους τινάζει», μεστοt απ' αυτον τον έρωτα

κι' από την έφεση προς την ηθικη τελειότητα νοιώθουν μέσα τους ν' aν­θίζει παραδεισιακος κόσμος, «Καί eόδο μέσα μου πολύ, κρίνος πολt;­ανθίζει»,

82

ΜΕΛΕΤΉΜΑΤΑ

« -Όξω ανεδοκατέ6αινε το στή-3ος, αλλa μέσα αν&ίζει με τους κρίνους του παρi}ενικος ό κόσμος».

Οί παρόμοιοι στίχοι ε(ναι θαυμαστοl μέσα στη σολωμικfι πο(ηση.

Με παρθενικά μάτια σαν «Ο μικρός προφήτης» δλέπει ο ποιητfις νά του φανερώνεται «τό μέσα πλούτος», ο η3ικός κόσμος «τ' άγιο δήμα της ψυ­χi)ς», οι κρυφοl λογισμοί του γεμίζουν χαρό. και τον πιάνει {}αυμασμος

κι' έκσταση.

«Κι' αν για τα πόδια σου καλή, κι' αν γιά τήν κεφαλή σου κρίνους ο λί{tος &δγαζε, χρυσο στεφάνι ο ήλιος, δώρο δεν έχουνε για σε και για το μέσα πλσότος ... ».

Εκεi. είναι τό «τιμιότατο», τ' άγιο δημα της ψυχης.

Οί στίχοι που εκφράζουν την εσωτερική αυτή λαχτάρα κι' αγαλ­

λίαση είναι πολλοl κι' αναδείχνουν την ευαισθησ(α του σα μια από τις

πιο σπάνιες και πολύτιμες. Ami} δα η ευαισθησία του ειναι η ,μεγάλη

αξί.α του και χωρlς αυτi}ν οι όποιες φιλόσοφικές αντιλήψεις του θά ήταν

«χαλκός ήχων και Κ'ύμ6αλον αλαλάζον», νεκρο γράμμα γιά την ποίηση.

Η ίδια διάθεση χαρακτηρίζει και τίς ερωτικές είκόνες του, το ίδιο

η{}ικο πάθος. Θυμούμαστε τους εξαίσιους στίχους του Κρητικού.

-«Μην είδατε την ομορφιa που την κοιλάδα αγιάζει; -πέστε να ιδείτε το καλο εσείς κι ό,τι σας μοιάζει ... ». . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ·~. . . . - <ι:Ψηλc1 την είδαμε πρωί, της τρέμαν τά λουλούδια στη &ύρα της Παράδεισος που έδγήκε μέ τραγούδια ... »

Αιιτες οι παραδοσιακΕς είκόνες δείχνουν καί τον τρόπο που αφο­μοιώνει την επίδραση απο την ποίηση του Ντάντε, που τον ε(χε δά

πολυδιαδασμένον κι' ο άΠόηχός του ακούεται σε πολλa μέρη της σολω­

μικής ποίησης. Μα η διάθεση αυτή στο :Σολωμό ειναι περισσότερο

αδρt1 καί με πιο περίπαθους μουσικούς τόνους παρ' ό,τι στον αρρενω­πο και δίαιο μεγάλο Ιταλό, ωάτόσο παρουσιάζεται με τόση ένταση κι' ειιτυχισμένον πλούτο στη μεγάλη του ποίηση που μπορεί κανεtς να πει

πως εtναι η ουσία της ιδιοσυγκρασίας του κι' ένα ιiπο τα πιο έντονα χαρακτηριστικά της, 6πως θα μπορούσε να το πεί κανεtς και γιά t1J σκέ­ψη του, πως η γνωριμία του με τή γερμανικη φιλοσοφ(α τόν έφερε σ' t-

ΑΠΑΝΤΑ .WMWOr

παψη μέ συγγένειες, που γέννησαν στο πνεύμα του αυτη τη νέα λάμψη

και τη νέα έννοια του κόσμου. Στην ποίηση του ::ΣολωμΟ'ό 6ρtσχει κανεtς XL' αντιλήψεις που θυμί­

ζουν ανάλογες απο τον πλατωνικΟ ιδεαλισμό· το πο(~ του, λόγου χά­

ρη, στην Αιμιλία Ροδόσταμο είναι μια ένωση του χριστιανικού και του

πλαtωνιχο\ι ουρανο~, όπως έγLνε σνχνa στα περασμένα του Χριστιανι­κού μυστικισμού:

«Στη &ύρα την ολόχρυση της παντοδυναμίας πνεύματα μύρια παλαιa πνεύματα μύρια νέα

' " ι ' σ ακαρτερουν για να σσu πουν πως αργησες να φτασεις».

-Η Αιμιλία Ροδόσταμο, σαν ιδέα, πού κατέ6ηκε απο τον ουρανο των αeχετ-ιmωy, ξαναγυeίζει σ' αυτόν, πνεύμα μέσα στα Πνεύματα, ΠΟύ την περιμένουν σάν παλαι<ι γνωριμία αγαπημένη.

Μα lξω _απο τις καταστάσεις ηθικής και πνευματικής έξαρσης, που μας δίνει αδιάκοπα η μεγάλη ποίηση του Σολωμού, στη «Γυναίκα της Ζάκυθος> συναντούμε μια εντυπωσιακη εξαίρεση· στο έργο αυτο γίνε­ται ολότελα το αντίθετο, εδώ μας δινεται ο ανθρώπινος ξεπεσμος και

το σκοτάδι της ψυχής, η ηθικη άΠοσύνθεση κι' ο παραδαρμος κι' η τι­

μωρία της μέσα στην ίδια της την εσωτερικη κόλαση. Το θέμα του εξε­

λίσσεται σ' ένα ύφος 6ι6λικο χαι. προφητικό, ποv θυμίζει Αποκάλυψη.

Μα είναι μαζiJ και μια έκφραση, που απο πολλες πλευρές της μπορεί να.

χαρακτηριστεί σαν ολότελα μοντέρνα· είναι ένα γράψιμο εξπρεσσιονι-, θ , , \ ' σλ \ ξ λ' στικο, παραισ ησιακο, με φαντασια σκοτειvη κι εφι . τικη και ετυ ι-

γεται ολόκληρο μέσα σε μια ατμόσφαιρα αλλοφροσύνης. Συγγενεύει. με

κάποια αφηγήματα -φανταστικα και μυστηριακά, που γράφονταν στις αρχες του 19ου αι.<i>να στην Αγγλία κι' αλλου, όπως τα μυθιστορήματα,

λόγου χάρη, της Άyνας Ράντκλιφ, τα διηΎήματα του Πόε και τα γερ­

μανικα διηγήματα του Χόφμαν. Μα η Γυναίκα της Ζάκυνθος όπου

ανακατώνονται ο σατανισμός, ο τρόμος, ο σαρκασμος κι' η σάτιρα, εί­

ναι ένα α.πο τα καταπληκτικώτερα ποιητικα πεζογραφήματα που έχουν γραφεί ποτe στην ελληνικη γλd>σσα. Σέ παραστατικη δύναμη, στη γε­

νικη σύλληψη του έργου και στις λεπτομέρειες όπως συγκεντρώνονται

όλα προς το στόχο, όπως σνμπυκνώνονται οι εικόνες και τα αισθήματα

γύρω απο την κεντρικη ιδέα, πραγματοποιούν με τόν τελειότερο τρόπο τη σολωμικfι αισΟητικη αντίληψη της μορφής. Απο την άποψη αυτη «η Γυναίκα της Ζάκυθος~ ε(ναι ισάξια · μ.ε τους Ελεύθερους Πολιορκη-

84

μένονς XL' εlναι η αντ(θεσή τονς, εχεLνοι ε(ναL ο ηθLκΟς χαί πνευματι.χός

παράδεισος και 'tούτη ε(ναL η κόΛαση.

ΜΑΡΚΟ:Σ ΑΤΓΕΡΗ:Σ

85

Ν ικόλο:ος 1\Ηντζο:ρο;

(ο σuνθιτη;; της μοuσ~κής τοu · Εθ'Ιικοu 'fμνΟ'J)

Εκ τη~ Εκθέσεως Σολωμο(ι tου Γαλλ~κο& Ινστ~τοότοu Αθηνu)ν

ΣΟΛΩΜΟΣ

ΓΙΑΝΝΗ ΑΠΟΣΤΟΛΆΚΗ

Τά νεανικCι. τραγούδια του Σολωμοίι εχουν άλλα υπόθεση φαντα­

στική, όπως ο Θάνατος τής Ορφανής, ο Θάνατος του Βοσκού, ή Ευ­

ρυκόμη, η Σκιa τοϋ Ομήρου, κι' άλλα πάλι έχουν γεννηθή άπό πραγμα­τικa περιστατικa όπως η Ω δη στη Σελήνη, η _ Ξανθούλα, η Ψυχούλα, τα

Λίγα Γιούλια, η Αγνώριστη. Νεανικη συγκίνηση λ.χ. στο άκουσμα τής

κιΜρας εtναι το τραγούδι στη Σελήνη, όπου ή Ξανθουλα πάλι φανερώνει τη διαδατικη λύπη του νέου άπο τό χωρισμό του άπο μια νια: στη Ζάκυν θο λένε, παις ο Σολωμός το αυτοσχεδίασε στην άναχώρηση μιας ωραίας

αμαρτωλής' και στην λγνώριστη κρύδεται, φαντάζομαι, κάποιο συνα­

πάντημα του ποιητή μέ κάποια κόρη. Όλα όμως_ τά τραγούδια καί τά φανταστικCι και τά πραγματικιΊ έχουν το καλό να μήν είναι αισθηματι­

κες aοριστολογίες και γενικότητες, ούτε πάλι παιγνιΜσματα εξυπνάδας

και πολυμάθειας. Σ' όλα ξεχωρίζει μια προσωπικi] συγκίνηση του ποιη­

τή - μικρη μεγάλη αδιάφορο- κ" είναι αυτή, οποv δίνει- σ' όλα τη δούλα του πραγματικού με την πλατύτερη σημασία της λέξης. Όμως

το σπουδαιότερο χαραχτηριστικό τους ε(ναι, πως στα περισσότερα φα­

νερώνεται η προσπάθεια τού ποιητή νά κρατήση όσο μπορεί την καρ­

διά του. Μόλις τα διαδάζεις , καταλαδαίνεις, πως σκοπός του ποιητή δεν

ήτανε νά φανερώση μέ κάθε τρόπο τά αισθήματά του, παρa· όλη του ή φροντίδα ε(ναι νά δώση μιaν αντικειμενικη μορψη στη συγκίνηση, πού

τον κατέχει. Αυτή του η προσπάθεια ε(ναι το πρώτο 6ήμα προς τη ζή­

τηση της μορψής' ε ίναι η καλύτερη απόδειξη γιά τό λευτέρωμα τοϋ ποι­

ητή άΠΟ τα δεσμι':ι του ατόμου. Τό ενα περισσότερο, τό άλλο λιγότερο,

όλα τέλος δείχνουν την τάση του ποιητή νά ,)ψώση τό θέμα του σέ ϊδd­

νικη σφαι:ρα~ Δέν τόν καταφέρνει άκόμα, _γιατι καμιa γυμνΎ) μορφη δέν

εχει αντικρίσει. Ό τέλειος ιδανισμός στην τέχνη πάει πάντα πΧάι με την παρουσία γυμνών μορφών στην ψυχη του καλλιτέχνη κι' ο :ΣολωμΟς

έπρεπε ακόμα πολλa να περάση για να φτάση στο ακρότατο σημείο της

τέχνης. Ούτε τά πα{}ητικώτερα λόγια των ποιητών, ούτε πράξες, πόυ

εχουν το αtμα της καρδιάς μας απάνω τους, φτάνουν για να δείξουν τη

87

μορφiι του ανθρώπου γυμνή. Π νοη της πνοής μας σα γίνη ο διπλανός

μας, τότε, λευτερώνεται το μάτι του ανθρώπου για τη μορφη καL 6λέ· πει και ζη μ' αυτή. Π ηγα(νει όμως στα τραγοvδια του ζητώντας. Στην

Ωδη στη Σελήνη 6λέπεις το νιο, που έχει το κεφάλι του γεμάτο απο διαΜσματα. Στην παραμικρη αφορμη φαντάζεται τον εαvτό του πότε για τον ένα και πότε για τον άλλον ήρωα του δι.δλίον. Το τραγούδι τού

φιλου του με την κιθάρα φέρνει στο νου του ποιητή τη ρωμαντικη μορ­φη τοϋ Οσσιάνον· μια μορφή, πον εtχε ξετρελάνει πολλο\ις σ' εκείνο τον καιρό• τηv έκσταση τον Οσσιάνον δλέπει στο φ(λο τον· και αvτος ο

ίδιος θέλει νά τραγουδήση τα κάλλη της Σελήνης, όπως ο τυφλΟ' ποι· ητής:

Γλυκε φίλε, εωαι συ, που με τη itεία 'Εκ ο ' ' 'λ σταση του σσιανου, εις τ ακρογια ι

Της ννχτΟς εμψuχοίς την ησυχία. Κά~σε για να ποόμε ύμνον στα κάλλη Της Σελήνης αυτiιν εσυνηitούσε Ο τυφλος ποιητης συχνa να ψάλλη. Μου φαίνεται τον δλέJτω, πού ακουμδούσε Σε μιclν ετιά, και το φεγγάρι, ωστόσο Στα γένεια τα ιερa λαμποκοποϋσε.

Τό εγώ όμως τον λνριχοu ποιητη δεν κερδίζεται με μLά μεταμφίεση, όσο φανταχτερ:η κι' αν ε(ναι· κι' ο Σολωμός -θα κοπιάση ακόμα να το 6ρη.

Το μόνο είναι, πού βρίσκεται στο σωστο το δρόμο. Στό Όνειρον και στην Αγνώριστη, στην Ξανθο'όλα πάλι εtναι φανερή η προσπάθειά του

να συλλά6η μορφή• φτάνει όμως μόνο σε μιάν εξωτερικη σ-ύλληψη κ' εξύμνηση των χαραχτηριστικιόν. Το ίδιο και στό Θάνατο της Ορφανής, μόνο πον εδώ · η εξύμνηση γίνεται κάπως φανταστικώτερη με το αρν(, πον Μζει γιά μόνο σύντροφο το φίλο της ορφανής. Στο θάνατο 'fου

Βοσκο\5, που εtvαι σχετιχa το καλύτερο απο τα ποιητικ<ι αvτα γυμνά· σματα, . υπάρχει πρόοδος. Ακόμα δέδαu:ι βλέπεις τη δύναμη των 6ι·

6λlων. Η Βοσκοπούλα ειναι αισθητικός τύπος, ετοιμασμένος απο τα τραγούδια προηγούμενων ποιητών: όμως φαίνεται η ΠQΟσπάθεια του ποιητή να τον ζωντανέψη· καί το ζωντάνεμα δε ζητά πια να τ<> κάμη με

μιαν εξύμνηση και με μια περιγραψη των εξωτερικιόν χαραχτηριστικών,

παea γυρεύει να μπη στην ψυχή της· αφήνει την ίδια να πη τα παeά· πονά της.:

88

ΜΕΔΕΤΗΜΑΤΑ

Ν((! μια 6οσκούλα στό 6ουνό, που κάΟ'εται και κλαίει Και τα παράπονα ή σπηλιa γλυκ~ τά ματαλέει

κι' αρχ(ζει η 6οσκοποvλα το θρήνο της με μια ξερη περιγραφiι τοu θα­

νάτου και της εΚφοράς τού νεκρού της. Η τρομερη εκε{νη σκηνη έχει χαραχτη για πάντα στην ψυχή της.

- ΕψSζ μου απέitανεν ό 6οσκός, και τέσσεροι στον ώμο Μου τον επήραν, τέσσεροι στον ύστερό του δρόμο. Βραχνόφωνα ο καλόγερος ανάδευε τα χείλα, Του νεκροκρέ6ατου σuχνa ετρίζανε τα 'ξύλα.

Ο ωμ.Ος ρεαλισμ.Ος είναι πράμα crυνηθισμένο στα παιδιά. και στοοι; νέ­

ονς, όταν για πρώτη φορa αντιΚQΙ.'ζοuν τα διάφορα μuσrικα της ζωr)ς. Καινούργιες κι' αγνες καθΟΟς είναι οι διάφορες αLσθησές τοuςt σαλεύουν

ακόμα κι' αφού πέρασε κ" έσ6ησε το θέαμα. Ο ρεαλισμος του παιδιΟ'ό

ε(ναι πολ\ι διαφορετικός απο το ρεαλισμό τον μεγάλου' ο τεΛευταίος 6γαί­νει απο τη χαλάρωση κι' απο το στόμωμα, ποv παθα(vοvν οι γέρικες αίσθησές του. Διόλου παράξενο. πως ύστερα μονομιάς πετιέται στο

πνεψατικb 6ασlλειο. θυμ}ιται η 6οσκοπσύλα την τελευταία ομιλ(α τους και το απα(σιο προμάντεμα τον αγαπημένου της. Η ομιλ(α γιά το θά­

νατο ε€ ναι το φυσικώτερο θέμα σε δυο ερωτευμένους :

Θυμούμαι που εκαitόμαστε αντάμα εκεί στη 6ρύση· Ποιός απ' εμάς, ελέγαμε, περσότερο -6-α ζήσή; Και λέγονται;· Ποι6ς απ' εμας περσότερο itα ζήση; Φi)-Uς κατ' εμάς ε6ού.ίξε φριχτa το- ποιος itα ζήση· Τότε ο ηγαπημένος μου εστέναξε απ' τα στή&η Και του 'πα: Τι έχεις στην Καi?διά; Κι' αυτος δεν μ' απεκρί{}η.

Η απότομη εκε{νη μετα6ολfι φέρνει το κλάμα στην ψυχή της :

Δυστυχισμένη συντροφιά! που το χαρούμεν' άνftι Της νιότης μας της τρυφερής ογλήγορα έμαράνθη

, 'ζ . θ' και την κανει να φωνα η to αναtο :

Ω -θ-άνατε, λυπήσου με, λυπήσου με και φ{}άσε.

89

ΑΙΙΑΝΤΛ WΛΩΜ:Οf

Και τώρα έρχεται ο καλύτερος στίχος όλου του τραγουδιοu, όπου κο­

ρυφώνεται η απελπισlα του κοριτσιού, πού ως τη στιγμη εiε(νη δε σuλ­

λογίστηκε, πως υπάρχει και στόν κόσμο δυστυχία και κακό' ή, καλύτε­ρα, ένας στίχος, που δείχνει, πως η 6οσκούλα δεν ε(ναι διόλου πραγματι­

κο πλάσμα, παρa αισθητικος τvπος ζωντανεμένος σ' ευαίσθητη καρδιά :

Ένα αναστέναγμα γλυκο μου φαίνεσαι πως -&α 'σαι.

Κι' όπως dρχισε ώμά, έτσι και τελειώνει το τραγούδι με καWκαστα για το θάψιμο του άγαπημένου της καί με την παράκληση να ταφή κ' η

ίδια μαζί του.

Και. στο Θάνατο του Βοσκού καμιa γυμνη μορφiι δε μας αντικρύζει, όμως ένα άνάλαφρο και αόριστο ζωντάνεμα τής δοσκούλας εtναι φα­

νερό. Καταλα6αίνεις, παις όλη η προσοχη του ποιητή πηγαίνει στό εσω­τεριχb της ηρωίδας κι' αυτο γυρεύει να μας ζωντανέψη. Ή έτοιμη αι­

σ-3-ητικiι μορφη της 6οσκούλας, φαντάζομαι, θα του άνοιξε τά μάτια

προς το εσωτερικο του άνθρώπου· οχι 6έ6αια μονάχα αύτή, αλλα καί οι

άλλες αισθητικf:ς μορφf:ς των τραγουδιών και των ρομάντζων. Προτού

κλάψη καί προτού γελάση ο νιος για τα πάθη και τα καμώματα του δι­

πλανού του και γενικιΧ της ανθρώπινης ζωής, γελά και κλαίει για φαντα­

στικες λυπες και .χαρές. Έτσι στα δυο λυρικιΧ τραγούδια του «Τα Δυ~

Αδέλφια» κ' «Η Τρελiι Μάννα» και περισσότερο στο δεύτερο η προσπά­

θεια του :Σολωμού μεγαλώνει. Δεν έχουμε εδω έτοιμο αισθητικο τύπο δοσμένο απο πριν, και που γυρεύει ο ποιητης νά τόνε ζωvtανέψη· ούτε

πάλι η δοκιμή του περ ιορίζεται να διαλέξη μερικa εςωτερικa χαραχτη­ριστικa του ανθρώπου και νά τά στολίση φανταστικά . Οι δουλειές του

νέου Σολωμού ψήλωσαν · γίνεται απαιτητικώτερος απο τον εαυτό του :

δοκιμάζει και το εσωτερικο του άνθρώπου να ζωντανέψη, μαζt όμως καί

να πετύχη καί την αρμόδια εξωτερικη μορφή .. Στη μεγάλη έλλειψη απο πληροφορίες, μπορεί κανεtς να νομίση,

πώς δίνω στά τραγούδια του Σολωμού απ' αύτην την έΠοχη σε σειρ&.,

που εγω· θέλω . Αλήθεια δε με νιάζε ι κι' αν ή χρονολογικη σειρa δεν

ε ίναι έτσι, πού λέω. Σκοπι)ς μου δεν ε(ναι νά ορίσω χρονικa πότε το ένα τραγούδι γίνηκε και πότε το άλλο• η φροντίδα μου ειναι άλλη πως να

εξιχνιάσω τήν ψυχικη ανάπτυξη του ποιητή και όλα τ' άλλα για την ωρα μου είναι άδι&.φορα :. και στην εποχη της εσωτερικής δράσης τού ποιητή καί γενικCr. καθενός ανθρώπου, που €χει να δείξη ιστορία ψυχής, η πνευματικη ανάπτυξη δεν πέφτει ίσια - ίσια άπάνω με το μεγάλωμά

90

MEΛETIDIATA

του στά χρόνια. Δεν εtναι σπάνια τ' άργοποl_}ήματα, εκεί πΟύ 6λέπεις

την ψuχη του άνθρώπου να τρέχη ακ(.}άτητη ομπρός; Χρειάζεται πάντα

καιρος να κατατοπιστή ο (iνθρωπος στην καινούργια θέση του· καί ως τη

στιγμη εκείνη ε(ναι πάντα αταξία το φέρσιμό του· αλλι&ς δέ θιΊ ήταν

έτσι δύσκολη και δαρειiι η ζωή. Διόλου λ.χ. απίθανο ο θάνατος του Βοσκού νά γράφτηκε αργότερα απο την Τρελiι Μάννα, ο~ αυτό δε σημαίνει πως ο ΣολωμΟς σ' αυτό του το έργο έχει προχωρήσει περισσό­τερο. Τα Δυό . Αδέλφια και ξεχωριστά η Τρελfι Μάννα δείχνουν το Σολωμο νά έχη φτάσει σε καινούργιο στα{φό: κι' αυτο · ει ναι ό,τι μέ νοιάζει να δείξω στη μελέτη μου.

Σ' αυτa τα δυο τραγούδια χαιρετίζουμε το νιο γιά την απόφασή

του να μπη στην καρδιά της ανθρώπινης ζωής. Το αίμα της καρδιάς

του ανθρώπου 6άφει και τις δυο εκείνες ιστορίες. :Ε:εοκλα6ωμένος πια

ο Σολωμος άΠο τους ποιητικο\ις κόσμους των 6ι6λίων, τολμa ν' αντικρί­

ση την aστέρευτη πηγη της ποίησης, τη ζωη του ανθρώπου. Τά δυο

τραγούδια είναι το πρώτο δράξιμο του ποιητή από την πραγματικiι ζωiι γύρω του· δεν τον μαγεύουν πια οί έτοιμοι ήρωες των 6ι6λίων. Πως

φαίνεται όμως ο άπειρος ακόμα άνθρωπος! Το τρομερό, το τραγικό, ό,τι

τέλος βγαίνει απο τα μέτρα και τα συνηθισμένα τα όρια, αυτό μονάχα

τόνε γητεύει στή ζωή· τού πέφτει πιο εύκολα στ' άγύμναστα άκόμα μά­

τια του, και νομίζει, πώς μπορεί να το συλλά6η. Θά περάση καιρος άκό­μα, ως πού νά μάθη, πώς η σιωπή, ο νόμος, η μορφfι εCναι ο ρυθμος

της ζωής ακόμα και όταν αύτη παρουσιάζεται άταχτη άλλόκοτη κι' αφύ­

σικη. Γι' αυτο ούτε η Τρελη Μάννα και πολ\J λιγώτερο τα Δυο Άδέλ­

φια ε(ναι ποιητικει; μορφές. Τπάρχει και στα δυο μεγάλη και άφθονη

διάχυση αισθημάτων, που άνα6ρύζουν ι:iπο η)ν πραγματικi} ζωi} και εt­

ναι θερμά· η μορφη όμως λείπει. Σχεδιάσματα εμπειρικά την αναπλη­

ρώνουν, σάν εκείνα, που κάνει η συνηθισμένη, μέτρια εμπειρία των άν­θρώπων. Κι' αύτος ε(ναι ο λόγος, που δεν έχουμε και καθαρό ιδανισμο

και στά δυο τραγούδια, γιατί, όπως εCπα καί παραπάνω, ο ίδανισμος

πηγαίνει μαζί με τη μορφή. Το σωστο είναι, πως ο ποιη't'ής μας τη λα­

χταρα· θα έλεγες κιόλας, πως την έχει ζυγώσει· νοιώ&ι τη γειτονιά

της: όμως ακόμα δεν ξάστραψε· στο εσωτερικό του, πο-ύ δεlχνει μιάν

ανησυχία. Τό καταλα6αίνεις α:τcο τις εικόνες, καθιΟς η μιά iρχεται κα­

τόπι της άλλης, κι' άπο διάφορα αισθηματολογικa ξεσπάσματα, όταν

παρουσιαστη η παραμικρη περίσταση.

Στα Δυό Αδέλφια και στην Τρελη Μάννα αρχίζει πια να φαίνε-

91

ται τι δύναμη του Σολωμού στη γ'λώσσα• νοι.ώθειι; τη γ'λι/ισσα, τη λέξη,

νά λειώνη σtά χέρια του σάν το μέταλλο. Δεν ακούς τη λέξη μονάχα στο σύνολό της, πράμα, που γCνεται με τους περισσό-τερους ανθρώπους, 6ταν μιλούν, παριl την ακούς και τη νοιώ3ειι; καί στο χώρισμά τηι;, στιι;

συλλα6ές της, στα γράμματά της, στη σύνδεσή της με τά προηγούμενα

και με τ' ακόλουθα' μ' ένα λ.όγο νιώθεις τη λέξη ολότελα ρευστή, η ~­λύτερα ζωντανή. Ο ρυθμός, πον είναι άσχετος με το μέτρο ~ι πον εCναι όμως το ~θαντο ποιητιχΟ στοιχείο, μ.όνο στα τελενταία τραγο\ιδια

(της Τρελής Μάννας ~ι των Δοο Αδελφι.ών) αρχtζει νά ξεπροδάλλη. Π αρεκτος όμως ο.πο το ρυθμό, το τραγούδι τον :Σολωμού παρουσιάζει

κ' ένα dλλο χαραχτη('ιστικό, σπουδαιότατο για έναν ποιητή' κι' α\rtό

είναί η άρτια, tl αντικειμενικη ατμοσφαιρα, που yνρεύει ο Σολωμός με κάθε τρόπο ν' απλώση γύρω ώτο τις ιστορίες του. Ο :Σολωμός δεν κά­

νει τα μαΌQα περισσότερο μαύρα, ούτε τ' dσπρα περισσότερο άσπρα' παριl το -&έμα του λνπηρο η χαρούμενο ξετνλίγεται σ' ατμόσφαιρα, πον

θα τη χαραχτήριζε ~νείς αδιάφορη κι' αντικειμενική' και τούτο, νο­

μίζω, φανερώνει απο κά3ε άλλο περισσότερο την αγάπη του Σολωμοiι

στη ΦVση. Δεν αrλάζει μορφή η ΦVση σVμφωνα με τη διάθεση τον αν­θρώπου. Το λυπηρο και το χαρωπΟ είναι όροι σχετικοί με τον άνθρω­

πο· στη Φύση δεν υπάρχονν. Στά Δυο Αδέλφια λ.χ. η στροφiι μέ τον

Έσπερο δε(χvει την αγάπη και το θαυμασμb τοv ΣολωμΟΟ για 'tη Φύση, δ ξ ' ' θ ' ' ' λ' Η ' ' , -'--- ' πον εν ερει απο ανατο κι απο υπη. στροφη εκεινη απΛUΙΥ1>ι μιαν

αντικειμενικη ατμόσφαιρα σ' όλο το τραγούδι: μας φαίνεται ν' ανασαί­

νουμε κ' εμείς στην «έρμη αγκάλη:. τ' ουρανοί~ και μας γλιτώνει άπό τον

πνιχτικό άγέρα των προηγούμενων στροφών. Ό,τι θέλει τρομερο ας γίνη στον άνθρωπο, στούς στίχους εκείνους καταλαοοίνουμε, πως η ζωη

δέ σταματα ούτ' ελαττώνεται διόλου. Ή αόριστη εκείνη εντύπωση ζωη­ρεύει σιγa- σιγιl στις ακόλου3ες στροφές, ως πού παίρνει την τέλεια έκ­

φραση στά λόγια καί στό φiρσιμο τον · Ανθο~· κ' έτσι το παιδι γlνεταL η έκφραση της άγέραστης Φύσης, που θάνατο δεν ξέρει, όπως κ' η καρ­

διά του παιδιού· κι' αvτο χωρtς τlποτε να χάση όλο το άλλο τραγοοοι. Το lδι.ο γ(νεται καί στήν Τρελη Μ&ννα . .fl πεeιγραφη της νuχτιΑς:

92

Ή τον στην άλαλη Τη μοναξία Στρογγυλοφέγγαρη Φωτοχυσία,

:U:ΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

Σαν τη λαμπρόπλαστη Πρωτονuχτιά

και της αυγής: «Νά, που δροσό6ολη» κ.τ.λ. έχουν 6έ6αια πολλή σχέση

με την ωτορία, όμως το νόημά τους εlναι κάτι περισσότερο. Χρησιμεύ­ουν να ύψώσουν στή φαντασία μας τη Φύση στο αγέραστο μεγαλεiο

της. Απο κείνη την αγάπη του ποιητή για τη Φύση και άΠΟ την τάση

του ν' απλώvη όσο μπορεi αντικειμενικη ατμόσφαιρα 6γαίνει κ' η κρι­

τική του παρατήρηση που μνημονεύει ο Πολυλάς απο τα μεταγενέστερα

ιδιόγραφα του Σολωμού: <~Ακολούθησε σταitερa τοmο: Ανάμεσα εις

τα τρομερa η λυπηρa πράγματα, σφιχτa δεμένα, μια απλούστατη μικρη

κοντυλιά τερπνη (η αντίστροφα) καθιλJς '11 εικόνα του μικρού χλωρο-U Μτου εις τους άπειρους άμμους της Αφρική<;». Η κριτική αυτή παρα­τήρηση εκφράζει την τάση του ποιητή να ζη πάντα Κάι νά κινιέται σ~ έ­

''α σύνολο. Ο ρυθμός από τη μια μεριά κι' η αγάπη για τη Φύση είναι τα δυο κυριώτερα χαραχτηριστικa της αληθιvι]ς ποίησης κι• ο ~ολωμός

από τα νιάτα του ακόμα δείχνει να τα έχη νιώσει κι' αγωνίζεται γι'

αυτά· καλύτερη απόδειξη για τον ύψηλο προορισμό του Σολωμού δε χρειαζόμαστε. Στη σπουδα(α έλλειψη απο πληροφορίες, αυτή ας μας

διίJση τα φτερa ν' ακολουθήσουμε τον ποιητή.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ

93

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΜΟΡΦΗΣ

ΣΤΗ ΝΕΩΤΕΡΗ ΑΙ~ΘΗΤΙΚΗ

Κ. Δ. ΓΕΩΡΓΟΤ ΔΗ

Φυσικο ήταν η τόσο συχνiι από το ΣολωμΟ χρησιμοποίηση των ό­

ρων που αναφέραμε να σταθή αφορμ1l για να τεθή το περ(φημο ζήτημα

το σχετικο με την επίδραση της ιδεαλιστικfις φιλοσοφίας επάνω στο πνεύμα του ποιητή μας. Ο Καλοσγούρος δίνοντας θετικη απάντηση διατυπώνει την αντίληψη ότι ό Σολωμος έχει επηρεαστή στο τελεuταίο

εξελικτικό του στάδιο απο το Γερμανικο ιδεαλισμό. Η ψυχη του ποιητή, μας; λέει, «Προχωρώντας στο ξετύλιγμά της δεν ημπορούσε να μη φΜση

στον Απόλυτο ιδανισμό όπου και αναπαύθηκε». Προσθέτει ακόμη ότι ό

Σολωμος έ6οηθήθηκε να φθάση στον απόλuτο ιδανισμο απο τη μελέτη

των αισθητικών συγγραμμάτων του SCHILLER. Επειδη το κύρος

του Καλοσγούρου, ήταν πολiι μεγάλο, η αντίληψη ότι η σολωμικη ποίη­

ση της τελεvτα(ας εποχής ήταν επηρεασμένη από την ιδεαλιστικη γερμα­

νικη φιλοσοφία αποτελεί άκόμη και σήμερα ένα εvρmατα διαδομένο μυ­

θολόγημα. Η προσεκτικi] όμως εξέταση τών δεδομένων δεν ημπορεί να δικαιώση τον Καλοσγσύρο. Ο Αποστολάκης απο χρόνια εlδε σωστa

το ζήτημα.

Το. νά προσπα\)ήσουμε να εισδύσουμε στην ουσία της δημιουργίας

του Σολωμού ξεκινώντας απο τίς γερμανικες ιδεοχρατιχtς αντιλήψεις,

ισοδυναμεί μέ τό να παίρνωμε ένα δρόμο που ποτε δέν θά ""ας βγ&.λη

εκεί πού ζητοτ!με να φθάσουμε. Ο τρόπος με τον οποίο αντικρύζει τη φύση και τη ζωη ο ποιητής μας ε(ναι ολοκληρωτικa διαφορετικός, ίσως

καί αντίθετος, προς τις απόψεις της ιδεαλιστικής γερμανικής φιλοσο­

φίας. Κατa το γερμανικό ιδεαλισμο η τάξη καt η ομορφιa πού βασι­

λεύει μέσα στον κόσμο πρέπει να θεωρη-&ούν δημιουργήματα του ανθρω­

πίνο'U λόγου, ακτινο6ολήματα της συνθετικής ενέργειας του πνεύματος.

95

ΑΠΑΝΤΑ 2"/ΟΛ~ΜΟf

Τπεραισθητή εποπτεία δεν υπάρχει, και οι υπεραισθητες Μορφες δεν μπορούν κατa κανένα τρόπο να θεωρηθούν ως δεδομένα . που υπάρχουν ανεξάρτητα, αλλa δημιουργούνται ως επακόλουθα κάποιας διαλεχτικής πορείας άΠο τη συνθετικη ενέργεια του αν-&ρωπlνου πνεύματος. Το πνεύ­

μα σύμφωνα με τη γερμανική ιδιοσυγκρασία δεν ευ ρ ί σ κ ε ι τις ιδέες

και τίς μορφες αλλα τις «ε φ ε υ ρ έ σ κ ε ι» τις δημιουιrrεί. Ο ποιη­

τής μας όμως πιστεύει ακρι6ώς το αντίθετο. Η πηγή των Μορφών ει­ναι κατa το Σολωμό η Φί•ση και η Τέχνη παρεμΒάλλεται ανάμεσα στ"Ι) φύση καί τον άνθρωπο χαρίζοντας σ' αvτόν όσες αχτινοδολούν από το θε"ίκο χορΟ που κάνει η γυμνή Φύση Μορφές. Ο ποιητής δεν δημιουρ­γεί τίς Μορφες απο το μηδέν, όπως ισχ:uρίζεται ο ιδεαλισμός, άλλa ανάγεται σ' αυτες 6οηθημένος απο λατρευτική ενατένιση και μυστικη

επικοινωνία με τη φύση. Για το Σολωμό. όπως και για το SHAFΊ'ES­BURT η φύση είναι το «Πρώτο καλόν», ο ποιητης ανήκει «στα υψηλa πνεύματα που ο Αθάνατος ήθελε να ντύση με θαυμαστο φως>> και έχουν,

προσθέτει ο Σολωμός, το προνόμιο να έρχωνται σέ κρυφή ανταπόκριση

' με τη φυση.

· Αφετηρία στi}ν κοσμο3εωρία του Σολωμού είναι κάποιο πρωταρ­χικο και πρώτο, η «ώτλαστη» και η «ακατανόητη» αρχή. Η Φύση είναι

η εμπράγματη έκφραση του δημιουργικού μεγαλείου αυτής της αργής

και για τούτο αξίζει να θεω(.>ηθη πηγή κάθε καλλονής και τελειότητας.

Ο θεός για το Σολωμο δεν είναι άχρωμο φιλοσοφικό ιδεώδες, αiJ..a πηγη ζωής που υποστασιοποιεί με τη σκέψη του τη φύση. Ο « 'kτλα­στος» είναι για το Σολωμό ό κατ' εξοχήν «πλάστης» ποιητης και μελε­

τητής. Δημιουργεί τον άνθρωπο και μελετά μέσα «στα κούφια της γνώ­

σης του τη χτίση» 6λ. εις μοναχt]ν 7,9 και άσμα Μπά'ίρον 8 κ.ε. Π ρός την πληρέστερη ένόραση αυτής της γεμάτης απο φως αρχής τείνει διαρ­

κώς τό πνεύμα τού Σολωμο-lι. Ο ποιητής μας πιστεύει μαζί με τους

Ν εοπλατωνικοiις ότι όπως η δημιουργία ολόκληρη έτσι και το ποίημα

έχει aσώματη ψνχή δημιόυργείται κατCι κάποιαν απορροη από το Θεό

προς τον οποίο και τελικCι εlναι προωρισμένο ''α ξαναγυρίση. «Το ποί­

ημα ας έχη ασώματη ψυχή, η οποία α π ο ρ ρ έ ε ι από το Θεό, και

αφού σωματοποιηθή ... τέλος επιστρέφει εις το Θεό». Στοχασμοί στούς

Ε'ι .. εύθ. Πολιορκημένους.

Ο Σολωμός .κινείται προς κάτι πόυ το αισθάνεται όχι ως δημι­ούργημα της υπερ6ατικής φαντασίας, όπως δοξάζουν οι ιδεοκράτες της

νεώτερης εποχής, άλλα ως δεδομένο, ως κάτι που \ιπάρχει «Προ πάν­

των των αι<ονων». Σημείο αφετηρίας για τους στοχασμούς του είναι η

96

:ΜΕΛΕΨΗΜΑΤΑ

πρώτη αρχη της δημιουργίας «λ α μ π ρ όπλα σ τ η π ρ ω τ ο ν υ­

χ τ ι αι το «ν ε ο γ έ ν ν η τ ο τ ο φ ώ ς» και αντίκρυ σ' αντο το ξεκίνημα το τελικό τέρμα είναι η Δευτέρα Παρουσία, ο Παράδεισος, η

ανανέωση και η αναδημιουργία των όντων, ο απαφ{tαρτισμός των σω­

μάτων σύμφωνα με τα δόγματα της Ανατολικής Ορθοδόξίας. Σταθε­ρη προσπάθεια εστάθηκε γι' αυτον η ενόραση της αισθητικής Μορφt1ς

πον την ε~ωροvσε όχι ως πλάσμα της φαντασίας, α'λλ.Cι. ωσ<χ.ν κάτι δο­

σμένο σε πρώτη και γνήσια παροχή. Η ψυχη του Σολωμο-ό δεν έχει επη­ρεασθή απο την ερήμωση της θρησκευτικής απιστίας, στο πνεύμα του

δεν έχει εισχωρήσει η οίηση του ψευδοδιανοουμένου που παρουσιάζει

την αθεία του για να πιστοποιήση την ανωτερότητά του. Οι 6ιογράφοι του μαρτυρούν ότι . εσυνή-&ιζε ο ποιητής μας νά λέη συχνa « Αν δεν υπάρχη Θεός, τι λοιπον υπάρχει;» Έχει τη δύναμη να ύψώνεται στη

σφαίρα εκείνη όπου αναπαύεται το <<Πρώτον καλόν», στρέφει τα μάτια του προς «το επέκεινα» που όπως λέει ο Ηλωτ(νος δεν είναι τίποτε Ο.λλο

έξω απο «την του αγαθού λεγομένην φύσιν προ6ε6λημένου το καλον

πρό εαυτής έχουσαν», δηλαδη η υπόσταση του αγαθού που έχει εμπρός

της ωσaν προπέτασμα την ωραιότητα. πρόκειται πιά για τό έσχατο χαί «μέγιστον μάθημα>>.

Ο Σολωμος ε(ναι τύπος καθαρa ενορατικός. Οι όροι UISIONE, FΆNTASMA APPARIZIONE, IMMAGINE, IDEA απαντοw συ­

χνa στα ιταλικά του κατάλοιπα. Σε ένα απο τα ιταλικά tου σονέττα χαρα­

κτηρίζει όπως και οι Π λατωνι_κοί, τον ήλιο ως «εLκόνα της αιώνιας ιδέας» . IMMAGO DELL ΕΙΈRΝΑ IDEA. Όλη η ελληνικ1Ί ποίησή του κα­ταυγάζεται από διαυγεύστατο φως. Η διαύγεια της ματιάς του ακτι­

νο6ολε~ στην κα~αρότητα της γλωσσικης μορψής και στην πλαστικότητα

των υπεραισθητών οραμάτων που μας παρουσιάζονται μέσα απο τα συνθέματά του. Συμμερίζεται δέδαια με τους Ρωμαντικοiις η ποίησή

του την tάση για την επόπτευση του υπεραιgθητού. Αλλa το υπεραισθη­

τό δεν το παρουσιάζει ο ποιητής μας σε διάχυτη και ακαθόριστη μορφή,

όπως ο Ρωμαντισμός, αλλa μορφοποιημένο σε πλαστικο περίγραμμα, τέ­

λεια προσιτό στην όραση. Στα χέρια του το υπεραισθητο δεν μένει απλο

προαίσθημα αλλa γίνεται αληθιν1) ιδ.έα, στην ελληνικ1Ί σημασία του

όρου, δηλαδη κάτι που έρχεται σ{ ευσύνοπτη θεώρηση . Αν λοιπον τα δασικώτερα χαρακτηριστικa που ξεχωρίζουν τα ελληνικa δημιουργήμα­

τα εtναι η καθαρrι όραση και ο διαυγfις λόγος. δικαιολογημένοι θα εί­μαστε να είπουμε ότι η πο(ηση του Σολωμού ε{ναι καθαρa ελληνιχή. Γί­

νεται αχόμη φανερώτερος ο ελληνισμός του, αν σκεφτούμε ότι άπο τό

97

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛωΙΟr

έργο του δΕν απουσιάζει κα~ το τρ(το ελληνικΟ χαραχτηριστικό, ο έρως στην εξευγενισμένη και εξαϋλωμένη μορφiι που τον -ύψωσε ή πλατωνικη

και Επειτα η Χριστιανικη αντίληψη. Έχοντας δαθειί:ι και Πρ'αγματικη μόρφωση ο Σολωμός, εμελετΟ'ύ­

σε με επίγνωση και αγάπη όχι μόνο την ιταλικη αλλα και των άλλων

ε1!'νών τη φιλολογία. Ο ίδιος σημειώνει στο άσμα του για το θάνατο του

Λόρδου Βύρωνος ένα χωρίο απο τον Απολεσθέντα Παράδεισο του Μίλ­

τωνος που είχε θερμάνει την εμπνευσή του. Το ότι εδιάδαζε σε ιταλι­

κές μιηαφράσεις το SCHILLER nιστοποιεlται τόσο από το με τον τί­

τρο cΝικηφόρος Βρυέννιος» σχεδίασμά του όσο και απο τη μελέτη

του πού. ευρέθηκε στα κατάλοιπά του και επιγράφεται «ιδέαι του κόμη­

τος Σολωμού ΕΠί της Μπαλά.τας του Σίλλερ: ο κόμης του • Αψδούργου». Η αυθυποστασία όμως το\J εθνικού μας ποιητή ε(ναι τόσο ισχυρή, ώστε

δεν αιχμαλωτίζεται απο ξένες επιδράσεις. Κατώρθωνε νά δίνη τη δική του προσωπικfι σφραγlδα σε καθετt που έδημιουργούσε. Και όταν τον έφειwε Ό στοχασμός του στον κόσμο των φιλοσοφικων του ιδεών, ενερ-

, f 1 μέ Ι Ι λε I f γουσε ο ποιητης μας παντοτε κινη νος απο καποια εκ κτικη συγγε-

νεια. Την ιδέα του χρέους και της εσωτερικής ελευθερίας ;φυ αποτελεί τον εσωτερικΟ πνευματικο πυρή:να στους Ελεύ&ρους Πολιορκημένους, τήν εtχε ζήσει ο ίδιος δαθειά, την είχε ευρή παλλόμενη απο ζωη μέσα

στην ακατάλυτή αιωνό6ια παράδοση του ·Ελληνικού Λαου, μέσα στους αιματοποτισμένους αγώνες του έθνους. Δεν είναι σωστό λοιπόν να ειπού­

με Οτι εδανείστηκε τα στοιχεία αυτa απο την αισθητικη του SCHIL­LER. Αντίθετα επρεπε να ειπούμε οτι η γερμανικi) ιδεοκρατία έχει δα­

νεισθή την ιδέα τής ελευ3ερ(ας, το μοτίδο της πάλης πού υπάρχει ανά­

μεσα στον αισθητο και τον . νοητο κόσμο, το διαχωρισμΟ του φαινομέ­νου και αοράτου πνευματικού κόσμου, από την ελληνοχριστιανικi) παρά­δοση. Ας μη ξεχνουμ~ ότι μόνος ο Σολωμος μέσα στα Ν εοελληνικa

γράμματα άσκησε το ποιητικό του λειτούQΎημα_ απο αυτοπροαίρ€τη διά­

θεση χωρl.ς να εκδιάζη την έμπνευσή του και χωρίς να τρέχη πίσω άπο ιδέες και τεχνοτροπίες που ήταν ξένες προς τις φυσικές του κλίσεις. Γι'

αυτο Μοτελεί αντίθεση προς όλους εκείνους όσοι μη ~χονταζ μέσα τους. τίποτε το δικό τους τρέχουν πίσω απο τις τεχνοτροπίες της μόδας για

να γίνουν τάχα συγχρeνισμένοι και πρωτοποριακοί.

98

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

Η ΜΟΡΦΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΤ ΣΟΛΩΜΟΤ

Στα Ν εοελλην~κά γράμματα μόνο μέσα στο . έργο του Σολωμού

συναντούμε στοιχε(α που μας ξαναθυμlζουν πλατωνικά μοτl6α. Δεν πρό­κειται για άμεση επίδραση του πλατωνισμού αιτιολογημένη απο αναδρο­

μή στα συγγράμματα του Πλάτωνος. Η μελέτη των έργων του Σο­

λωμού διαπιστώνει τήν παρrουσία πλατωνικών στοιχείων που εζούσαν

μέσα στη συγκαιρινή με τον ποιητή πνευματικη ατμόσφαιρα. Ο Σο­λωμος ωδηγημένος άΠΟ γνήσια καί αληθινη ποιητικη έμπνευqη αδύνα­

το ήταν νά μην έρθη σε επαφη με δεδομένα που απασχολούν κά-&ε γνή­σιο καλλιτέχνη.

Όποιος έχει 1<αι απλη μόνο ματιά ρίξει σε ό,τι μας έχει αφήκει ο

εθνικός μας ποιητης ξέρει ότι πολλες φορές γίνεται λόγος μέσα σ' αυτο για τη Μορφή. θα πρέπει λοιπον η έρευνά μας να σταματήση εμπρος

απο το Σολωμικο τούτον όρο και να εξακριδώση, χρησιμοποιώντας αυ­

στηρη ερμηνευτικη μέ&δο, την προέλευσή του, τη χρησιμοποίησή του και τη σημασία του.

Ο όρος Μορφη στο Σολωμό δεν ε(ναι μονοσήμαντος, αλλά χρη­

σιμοποιείται σε δυο και περ'Ι.σσότερες σημασίες. ΑVτο το παρετήρησαν

και οι εκδότες και γι' αυτο γράφουν στα κείμενα τοϊι Σολωμού τη λέξη

αvτη άλλοτε με κεφαλαίο και άλλοτε με μικρο αρχικο γράμμα. Στον

πρώτο απο τούς στοχασμο\ις που προτάσσονται εμπρος απο τα σχεδιά­σματα των · Ελευθέρων πολιορκημένων ο ποιητης μιλεί για «Π ν ε υ μ c;τ­

τ ι κ η μ ο ρ φ η» και όλοι οι εκδότες γράφουν τη λέξη με μικρο αρχι­

κΟ γράμμα. Και στο στοχασμο πού γίνεται λόγος για την απόλυτη ύπαρ­

ξη του ποιήματος διαβάζουμε «rοιουτοτρόπως μία ενότης πολλών δυνά­

μεων φανερώνεται εις την ωοζυγία των μ ο ρ φ ώ ν». Στή σημείωση

όμως που αναφέρεται στον τελευταίο απο τους στοχασμοος τη σχετικη

με την ανταπόκριση πού υπάρχει ανάμεσα στη Φύση καί την Τέχνη η

ίδια λέξη γράφεται με κ,εφαλα(ο «εκε(νες οι Μ ο ρ φ έ ς αντιχτύπησαν

εις το · νου της τέχνης, καί αυτη τες εχάρισε των ανθρώπων~. Στόν Κρητικό το περίφημο όραμα εμφανίζεται ως Μ ο ρ φ ή, Π οιά εCναι

λοιπόν η αίτία πού έκαμε τον Πολυλά και τους άλλους εκδότες να παραλ­

λάσσουν τη γραψη του αρχικού γράμματος;

Ε6κολα κατα.λα6αίνει ό καθένας ότι με τη γραφij Μορφη σημαί­νεται αυτό που στα · Ιταλικά εκφράζεται μέ τη λέξη FIGURA, δηλαδη μια γεμάτη απο ομορφιά και εποπτικότητα εμφάνιση, ό,τι μέσα στην

έμφάνιση αύτη πέφτει στη ματιά μας και τη σαγηνεύει. Μέ άλλα λόγιά

99

ΑΠΑΝ'lΆ .ΕΟΛω!:Οf

το σημασιολογικο περιεχόμενο του όρου τούτοv συνταvτίζεται με την ση­

μασία που περιέχει το νεοελληνικο «ειδη» και το αρχαίο «είδος» και «ιδέα». Τη λέξη ίδέα όμως πρέπεt να την πάρουμε στη σημασία ΠΟύ

δχει στην παλαιa γλώσσα σημαίνοντας τη συγκεκριμένη ορατη άποψη ενος άντικειμενικού η ιδεατού όντος. Δεν πρέ:rτει να μας συγχύζη το ότι

στην εσπεριακi] φιλοσοφικη ορολογία iχασε ο όρος αυτός την πρωταρ­

χική του σημασCα και κατάντησε να σημα(νη ένα διανοηηκο περιεχόμε­

νο χωρlς εποπτικότητα. Και για το Σολωμο Μορφη είναι η ομορφιa

παρουσιασμένη σε συγκεκριμένη και εποπτικη εμφάνιση.

Γράφοντας για το Λόρδο Βύρωνα ο Σολωμός κάνει φανερ-Υ] η

σημασιολογικη συγγένεια των όρων «Μορφές>>. Όταν ήταν νέος ο Βύ­

ρων, μας λέει ο ποιητής μας «εδάδιζε βιαστικa στον κόσμο μελετώντας

και δεν ε.Uρισκε ησυχία ποτέ. Γύρω του εγελούσαν οι ομορφιες της δη­

μιουργίας και εκείνος ένιωθε κρυφ1l ανταπόκριση μ' εκείνες>>. Άμ~ ;cαρα6άλωμε τη σημε(ωση αύτη μέ ό,τι σημειώνεται στον τελευταίο στο­

χασμο των έλεύθερων πολιορκημένων θα πεισθούμε ότι χρησιμοποιεt ό

Σολωμος άντl Μορφtς τη λέξη ομορφιές. Γιατί· όμως όλες τίς άλλες

σχεδόν φορες αποφεύγει νά κάμη την ίδιαν εναλλαγή; Ο όρος ομορφιa που συμπίπτει με τό ιταλικο BELLEZA δεν

' ημπορεί να ταυτιστη πέρα ως πέρα με τον dρο Μορφη - FIGURA. Μορφη δεν εtναι μόνο η εμφάνιση της ωραιότητας. Γιά το Σολωμο ση­

μαίνει και η με εποπτικό και συγκεκριμένο σύμβολο έκφραση και εμφά­

νιση υπεραισθητών οντων. Μορφ1) είναι γιά το Σολωμο η εποπτικη εμ­φάνιση της ελευθερίας στον 'Ί'μνο, της Μητέρας Ελλάδας στους Ελεύ­

θερους πολιορκημένους. Για τον ψυχολόγο που η πνευματική του όραση

είναι αποτυφλωμένη άΠΟ .τά μυθολογήματα όσα διδάσκει η λεγόμενη επι-

. στημονικr1 ψυχολογία, η Μορφη εLναι άΠλώς συμβατικο σύμβολο κάποιου νοητικοv περιεχομένου. Γιά τον ποιητή μας όμως ε(ναι κάτι περισσόπ.­ρο απο σύμ6ολο, άποτελεί το πραγματικο αντίκρυσμα του υπεραισθητού σΕ άμεση πραγματικ1) παρουσία. Σε τέτοια σημασ(α είχαν χρησιμοποιή­

σει οι δυο μεγάλοι Γερμανο\. ποιητές SCHILLER και GΟΕΊ'ΗΕ τον όρο GESTALT. Η αναζήτηση της μορφής της Ελένης «μέσα σε ουρανοiις και σε κόλαση» δεν ήταν γιά τον GΟΕΊΉΕ προσπά{}εια για τη σύλλη­

ψη κάποιας φανταστικής εικόνας, για το σχεδιασμό ενος κατa σύμ6αση

συμβόλου, αλλa εξόρμηση γιά την εμπράγματη ενόραση του αρχικού

κάλλοvς «του πρώτου καλού», πορεία προς το «επέκεινο», προς το υπερ-6ατικό, προς τις «ΜητέρiΟς». Αποτελούσε η πορεία αυτη ακόμη για τον

(JΟΕΊΉΕ και την πραγμάτωση της βαθύτατης συσίας του εLναι του.

ΙΟΟ

ΜΕΑΕΤΗΜΑΤΑ

Προς μια τέ•οια αισθητικη αποτελεύτηση έτεινε πάντοτε το πνεύ­μα του Σολωμού άπο εσωτερικη ανάγκη. Αντο σννέ6αινε απο αυθόρμη­

τη εσωτερικη ορμ1Ί και δεν {χει καμι« σχέση αν τα lδια διώματα τά

παρατηρούμε στο SCHILLER, το GΟΈΙΉΕ, στον Πλάτωνα η σε όποιον άλλο ποιητή. Δεν πρόκειται γιd. ομοιότητα που εξηγείται απο

επίδραση αλ).iι. για εξελεκτικi] προχώρηση και αuτοανάπτuξη.

Καιρος ε(ναι τώρα νά προσδιοριστή μια δεύτερη σημασία του όρου, όταν αντος δεν συμπίπτη με τον ιταλικον όρο FIGURA. Χωρίς πολv κόπο ημπορεί να αντιληφθή κανεις ότι στη δεύτερή της σημασία ισο­

δυναμεί η μορφή με τον ιταλικο όρο FIGURA. Αν ηθέλαμε να προ­χωρήσωμε σε σημασιολογικη διερεύνηση του όρου αύt'ού θα ευρίσκαμε

ότι και αuτος δεν είναι μονοσήμαντος. Ημπορεί να σημαίνη σε τεχνο­

λογικη-φιλολογικ1) σημασία την έΚφραστικ1) διατύπωση κατ' αντιδια­

στολi} προς το περιεχόμενο. Από τα παλαιa χρόνια η αισθητικη τεχνο­

λογία έχει διακρίνει την ύλη απο το είδος (μορψη-φόρμα) σε κάθε Υ.αλλιτέχνημα. ΑuηΊ είναι η μια απο τις σημασίες τον όρου. Χρησιμο­

ποιείται όμως και με διαφορετικη απόχρωση που είναι παρμένη από την τεχνική φιλοσοφική ορολογία. Σύμφωνα με τη δεύτερη τούτη σημασιο­

λογικη ποικιλία μορφη σημαίνει την εσωτερικ1Ί διαμορφωτικη αρχη που

οργανώνει ένα οποιοδήποτε υλικο περιεχόμενο. θεωρημένη κατa τον

τρόπο τούτο η μορφ1Ί (FORMA) είναι το ενεργητικΟ εσωτερικΟ στοι­

χείο που μορφοποιεί ένα οποιοδήποτε αντικείμενο. «PRINCIPIUM AGENDI» ενει,ιγητικη αρχή. Στη σημασία τούτη, όπως εσημειώ.σαμε στα προηγούμενα, έχει χρησιμοποιήσει τη λέξη SHAFΊ'ESBURT και

παλαιότερα απ' αιιτον ο BRUNO και ο FICINO. Στον πρώτο στοχα­σμο των .aεύθερων πολιορκημένων χρησιμοποιείται και άπο το Σολω­μο ο όρ~ς μορφη στήν ίδια σημασία «εφάρμοσε εις την π ν ε υ μ α τ ι κ ή μ ο ρ φ η την ιστορία του φυτού, το οποίον aρχινάει απο το σπόρο

και γυρίζει εις αυτόν, αφού περιέλθει, ως 6αθμοvς ξετυλιγμού, όλες τες φυτικές μορφές, δηλαδη τη ρίζα, τον κορμό, τα φύλλα, τ' dν{)η και τους

' Εφ' ' . '•I""'' ll θ ' ' καρπους. αρμοσε την και σκεψ~ οα ια την υποσταση του υποκει-

μένου και τη μορφη της τέχνης. Πρόσεξε ώστε τούτο το έργο να γίνε­

ται δίχως ποσώς να διακόπτεται.>>. Γράφοντας ο ΣολωμΟς πνευματικi}

μορφη εννοεί ότι κατ' aλλη έκφραση λέγεται «εσωτερικ11 μορφή», την αρχη δηλαδη πού κα&ρίζει τη διαδικασία με την Όποία θα πραγμα­

τωθή το ποιητικο σύνθeμα. Ο ρυθμος της διαδικασίας πρέπει να είναι . λολ \ , , δη 1. , , ο κ :ηρωτικα φυσικος, πρεπει ο μιουργυς του ποιηματος να ενεργη-

ση όπως ενεργεί και η . φύση, με εσωτερικi<j νομοτέλεια και συνέχεια χω-

101

ΑΠΑΝΤΑ 1:0ΛQMOr

ρtς εξωτερικο\ις αναγκασμούς. Τη φυσική πορεία τη θεωρεί ο Σολωμος

κνκλικη κατa τρόπο που μας κάνει νά θυμηθούμε, 6πως εσημείωσε () Αποστολάκης, ένα ωραιότατο ποίημα του GΟΕΊΉΕ επιγραφόμενο « ·Η

μεταμόρφωση των φυτών». Εκει ο GΟΕΊΉΕ περιγράφει πως κάθε φυτό εκτελεί κυκλικη πορεία ξεκινώντας απο το σπόρο, πώς γίνεται ρί­

ζα, πως παράγει κορμό, φύλλα και άνθη καί "Ι!.αρπο\ις γεμάτονς ·από σπό­

ρους. Χρησομοιώντας λαμπρότατες εικόνες περιγράφει ο GΟΈΙ'ΗΕ στο

ίδιο ποίημα πως όλα τα φυτικCι και ζω'ίκa εCδη και μαζt μ' αuτa και ο άνθρωπος ακολουθούν αυτή την κυκλικη διαδρομη και δείχνει ότι μέσα

απο όλη τ ην εκθαμδωτικη ποικιλία των μορφών, προ6άλλει η παρουσlα \ Ι I

ενος μνστικου νομου.

Όλες οι μορφές είναι οι ίδιες και καμιa δεν μοιάζει με την άλλη κι' έτσι όλος αvτος ο χ όρος ε(ναι σημάδι ενός μυστικΟ'ό νόμου. π ρο-

6άλλεται δέδαια αυτόματα το ερώτημα αν ο ΣολωμΟς είχε υπ' όψει του το ποίημα τ~το σt ιταλικη μετάφραση και άν εtναι ε..τηρεασμένος απ'

αυτό. Ένα τέτοιο ερώτημα όμως δεν έχει σημασlα, άφ<rό η άντLληψη

-yια την ύπαρξη μέσα στο Σύμπαν μιάς εντελεχειακής διαμορφωτικής

πορείας που επιστρέφει εχεt άΠο όπου ξεκ.ίνησε εtναι ιδέα κ.ηλρονομη­μένη απο τους παλαιούς. Ο BRUNO που πολλες αντιλήψεις . τον επέ­

ρασαν στο GΟΕΊΉΕ με τη μεσολάδηση του SPINOSA, εθεωρούσε τη γέννηση διαστολη ενος κέντρον και το θάνατο συστολη NATIVITAS EST EXSPANSIO CENTRI ... MORS CONTRACTIO ΙΝ CEN­TRUM.

Έχομε αναφέρει στο πρώτο μέρος της μελέτης μας ένα χωρίο άΠΟ

το δεύτερο διάλογο του DE CAUSA έργου του BRUNO το οποίο μας λέει ότι ο «έσωτερικος τεχνίτης~ κάμνει νά 6yη Wτο τη ρίζα η '(ό σπόρο

ο κορμός. Ο BRUNO συνεχίζοντας γράφει ότι ο ίδιος ο εσωτερικc'ις

τεχνίτης cκάμνει νά αναπτυχθοVν απο τον κορμΟ οι πρωτεύοντες κ.λάδοι,

απο τους πρωτεύοντες οι δευτερεύοντες και απ' αυτούς οι 6λαστο(· απΟ

τα μέσα μορφώνει, σχηματίζει, νευρώνει κατa κ.άποιο τρόπο τq. φύλλα,

τα άνθη, τους καρπούς• και από τα μέσα σε ωρισμένες εποχές, επανα­φέ(.)Ει τοvς χvμο\ις από τα άνθη σiα φύλλα, άΠο τα φύλλα στΟ'ίις δευτε­ρεύοντες κλάδονς, απο τούς δευτερεύοντες στΟ'ύς πρωτεύοντες, απQ tοtιζ κλάδους στον κορμο καί απο τόν κορμΟ στη ρlζ~. Η αντlηλψη γι.ά μ\ά νομοτελή κυκλικη πορε(α μέσα στη φύση ήταν μια ιδέα πΟ'ίι εκνκλοφο­

ρούσε στο πνευματικο περι6άUον της εποχής τσίι Σολωμού. Ας μη λη­σμονάμε άκόμη ότι ο κάθε ·στοχαστής προσέχει κατCι κάποια εκλεκτική

102

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

•νγγένεια σέ εκεtνα τα στοιχεία πΟύ iχουν γι' αυτον aξία και ενδια­φέρον.

· Απο την παραπάνοο <iνάλυση 6γαίνει ότι η πνευματικi} μορφiι στο σολωμικο στοχασμο ισοδνναμεί με εκεlνο που .οι απο τον SHAF'rE3-BURT έπηρεασμένοι νεοπλατωνικοl ωνόμαζαν «εσωτερικη μορφή». Ει­ναι περιττο να προσθέσωμε 6τι ο όρος «εσωτερικη μορφip ήταν σε πάγ­

κοινη χρήση και στους Κύκλους των Γε{>μανών των επηρεασμένων απο τον Άγγλο νεοπλατωνικό. Όχι μόνο ο HERDER αλλα ακόμη περισ­σότερο ο νεοανθρωπιστijς W. U. HUMBOLDT είχε κάμει ευρύτατη χρήση του ίδιου όρου εξετάζοντας τά γλωσσικά φαινόμενα κα~ είσάγον­τας πρώτος αυτος τον όρο «έσωτερικη μορφη της γλώσσης». Αξιοπα­

ρατήρητο ακόμη εtνα~ ότι στο τέλος τΟύ iδιου στοχασμού χρησιμοποιεί ο ΣολωμΟς τόν όρο μορφη με την πρώτη απόχρωση της δεύτερης ση­

μασίας ( φόρμα) αντιθέτοντάς την προς το υποκείμενο, δηλαδiι το πε­

ριεχόμενον της τέχνης. Πρόκειται πια για την εξωτερικη μορφη και

όχι για την εσωτερική. Η προσ{}ήκη του όρου «πνευματικη:ι> δίπλα απο

τη μορφη δείχνει την εσωτερικότητά της, αφού καθετι το πνευματικΟ είναι και εσωτερικό.

Όχι μόνο άΠΟ τα Ελληνικά αλλα και απο τα Ιταλικa κε(μεyα του

:Σολωμο\ι ε'ϊ!χολο είναι να επι6ε6αιωθούν οι σημασιολογικες · ποικιλίες

όσες ευρήκαμε άναλύοντας τό περιεχόμενο το'\ί όρου μορφή. Στο Ιταλι­

κο ποίημά του «Σαπφ<l>» γράφει ο Σολωμος

LA ΜΕΝΤΕ ΝΟ~ OBBLIA QUELLA FIGURA

δηλ. ο νου; μου εκεLνη τη Μορψη δεν λησμονάει., όπως μ.εταψράζει ο

Κaλοσγούρος γράφοντας εσφαλμένη τη λέξη με μικρο γράμμα. Καί στο ΙταλικΟ σVνθέμα LA DONNA VELATA το -3έμα εLναι η

aτάραχη Μορφή! π' αν κι' εφορούσε σκέπη έλαμπε σ' όλα -6-εϊκ~ά, και. στην κορμοστασ~ά τηs

κατa τη μετάφραση του Καλοσγούρου του Ιταλικού κειμένου

«ΜΙ OFFERSE ... UNA FIGURA LA QUALE, BENCHE VE­LATA, CI MANIFESTAVA DIVINA ΙΝ TUTTO, ED AUCHE NEL MODO DE STARE IMMOBILC».

Όταν θέλη ο Σολωμός να δηλώση αυτό που η τεχνικη ορολογία

103

ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΛQΜΟr

λέει μορφη κατ' αντιδιαστολη προς το πραγματικό περιεχόμενο, χρησι­μοποιεί στα Ι ταλικa τη λέξη FORMA, aντιδιαστέλλοντάς -την προς το COSA και SENSO (Πρδλ. ELOGIO στο S. GRIPARI Κ. Και­ροφύλλα Σολ. Ανέκδ. έργα σελ. 18). Χρησιμοποιεί ακόμα την ίδια έν­

δειξη σε μια σημείωσή του στο άσμα για τον Μπά"ίρον: GUARDA SE ALLA STROJiΆ DEI TIRANNI SI DEBBA DARE ALτRA F Ο R Μ Α: κοίτα αν στη στροφη των τυράννων πρέπει να δοθή άλλη φόρμα (Καιρ. σελ. 108) ΙΝ FORMA D' ASTRAZIONE: σε μορφη

αφηρημέvη, (το ίδιο έργο σελ. 149) Ε LA FORMA SIA L' ΑΒΙΤΟ DEL VERO SENSO PROFONDO D' OQ.UI COSA: και η φόρ­μα νά είναι το ντύσιμο της αληθινής 6αθειάς σημασίας κάθε πράγμα­

τος. (το ίδιο έργο σελ. 231). Όταν πρόκειται όχι για τη φιλολογικiΊ

μορψη αλλα για τη συγκεκριμένη εποπτικη εμφάνιση ενος προσώπου η

αντικειμένου χρησιμοποιεί τον όρο FIGURA : IL DIAVOLO ... PRENDA DIYERSE FIGURE - ο Διάι>ολος να λάι>η διάφορες

μορφές, (το ίδιο έργο σελ. 232), στήν ίδια σελίδα διαΜζομε PREN­DENDO V ARIE FIGURE DELL' ORO, DELLA DONNA =

, παίρνοντας διάφορες μορφές, του χρ-υσαφιού, της γυναικός. ·Τπενθυ-μίζομε ότι 1) ίδια αυτη λέξη 6ταv χρησιμοποιείται για νά σημαίνη ένα

υπεραισθητο ον, όπως στις περιπτώσεις που έχομε σημειώσει στα προη­

γούμενα, γράφεται με κεφαλαίο αρχικό.

Έπειτα από τi'J διερεύνηση που έ-yινε, ημπορούμε νά ειπούμε ότι

προκύπτει το ακόλουθο συμπέρασμα σχετικa με τις σημασιολογικες ποι­

κιλίες του όρου μορqη) στο έργο του Σολωμού.

ι α) Μορψ1Ί = η με αισ{}ητa μέσα εμφάνιση μιάς υπεραισθητής ον­τόtητας, Ιταλ. FIGURA, Γερμ. GESTALT σε μεταφυσικη σημασία.

β) μ ο ρ φ η = η εποπτικη ε.μφάνιση ενός οποιουδήποτε όντος η φαινομένου Ιταλ. FIGURA, Γερμ. GESTALT σι:: περιγραφικfι ση­

μασία.

!Ι. α) μορφή, ωςφιλοσοφικος όρος που σημαίνει τη διαμορφωτική ενερ­γητικη αρχr] οποιοδήποτε αντικείμενο η περιεχόμενο. ( Εσωτερικi} πνευ­ματικi] αρχη PRINCIPO INTRINSECO FORMALE).

β) μορφή, ως φιλολογικός και γε,νικώτερα τεχνολογικός όρος, η

φόρμα ενος λογοτεχνήματος η έργου τέχνης γενικa κατ' αντιδιαστολη προς το περιεχόμενο, πρός το υrτοκείμενο και το νόημα (FORMA -COSA SENSO, SENNO).

Κ. Δ. ΓΕΩΡΓΟΤΛΗΣ

104

Η ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΣ ΤΟΊ' ΣΟΛΩΜΟΎ'

ΓΕΩΡΓΙΟ"ί' ΔΡΟΣΙΝΗ

<< Ακρόπολις», 30 Μα'ίου 1902

Επειδή πολλα εγράφησαν αυτΟ.ς τας ημέρας περl της συμμετοχής των εν Αθήναις λογίων και των αθηναϊκών συ'Μόγων εις τον εν Ζα­κύνθφ πανηγυρισμον της · εκατονταετηρίδος του Σολωμού και μομφη ερρίφθη δια την μη ενεργον συμμΕτοχήν των, ενόμισα 6τι ·δεν έπρεπε

να αποσιωπηθ1Ί η αλήθεια. Και η αλήθεια εtνε ότι οι ε~ · Αθήναις λόγιοι και πρlν απο τους συμπολίτας του Π οιητού εσκέφθησαν περι πανη­

γυρισμού της εκατονταετηρίδος του και κατa τρόπον πολύ γενικώτερον και fΠισημότερον και. πράγματι άξιον του Σολωμού.

Δεν εχά-&η ευτυχώς το πρακτικον το οποίον συνελθόντες την 6 Μαtου 1896 υπέγραψαν ως πρωτουργοl της ίδέας, οί κ.κ. Γεράσιμος Μαρκοράς (διατρί6ων τότε εν Αθήναις) Ι. Ν. Μπότασης (ως πρόε­

δρος της Ιστορικής καί Ε-&νολογικ1Ίς Εταιρίας), Ν. Γ. Πολίτης, Εμ.

Ρο"ίδης, Αριστ. Προ6ελέγγιος, Κωστής Παλαμάς, Γ. Σουρής, Θ. Βελ­

λιανίτης, Δ. Κακλαμάνος, Γρ. Ξενόπουλος, και ο γράφων τας γραμμΟ.ς

ταύτας.

Το πρακτικi::ι έχει ως εξής: <<Σήμερον την 6ην Μα'ίου 1896, ημέραν Δευτέραν, συνελθόντες οι

υπογεγραμμένοι aντήλλαξαν γνώμας έν σχέσει προς την εκατονταε­

τηρίδα του Εθνικού ποιητού Σολωμού συμπίπτουσαv κατΟ. το {αρ του

1898, ευρέθησαν δέ σύμφωνοι εις το ότι οφεfλει το ΕλληνικΟν 'Ε­

θνος να . πανηγυρίση το γεγονος το'\Sτο όσον το δυνατον επισημότερον

καί προέβησαν εις την εκλογην πενταμελούς επιτροπής εκ των κ.κ. Ν. Γ. Πολίτου, Θ. Βελλιανίτη, Γρ. Ξενοπούλου, Δ. Κακλαμάνου και Γ.

Δροσίνη, είς ην ανέθεσεν την μελέτην καί τον καταρτισμ.Ον πλήρους σχεδίου οργανώσεως του πανηγυρισμού επιφυλαχθέντες να συνέλθω­σιν εν ευρυτέρω κύκλφ άμα κληθ&σιν υπο της επιτροπής 6πως προ6ώ­σιν εις οριστικaς αποφάσεις».

105

ΑΠΑΝΤΑ 110AQMOr

Η Επιτροπη πράγματι κατήρτισε πλήρες σχέδιον του πανηγυρι­

σμού και μετά τινας ημέρας, την 12 Μα'Lου, συνήλθον υπ' α'Οτής προ­σκληθέντες εις την αίθουσαν του Συλλόγου «Παρνασσού» τριάκοντα

περίπου λόγιοι υπο την προεδρείαν του κ. Μαρκορά.

Εις την επιψήφισιν αυτu)ν υπεδλ1Ίθη τότε το Καταστατικον σω­ματείου, το οποίον ιδρύετο προς τον αποκλειστικον σΚοπον του πανη­

γυρισμού της εκατονταετηρίδος τού Σολωμού και διελύετο μετa την

εκτέλεσιν του σκοπού του.

Π λ ην του προεδρείου, ωρίζοντο και ειδικαt έΠιτροπαί, όπως ε­

πιμεληθώσι τα καit' έκαστα του πανηγυρισμού. Μία επιτροπη δια την

εκτέλεσιν μεγάλης εικόνος του ποιητου υπο Έλληνος ζωγράφου, ήτις

6' ανηρτάτο εις .το μουσείον της Ιστορικής και Εθνολογικής εται­

ρίας και θ' απεκαλύπτετο επισήμως.

ΆΛλη επιτροπη δια την εθνικήν έκδοσιν των έργων του Σολω­μού.

Τρίτη επιτροπη δια την κοπην αναμνηστικού μεταλλίου. Τετάρτη επιτροπη δια την οργάνωσιν μεγάλης λαϊκής συναυλίας,

καθ' ην θα εψάλλετο υπο πολυαρίθμου χορού ολόκληρος ο JΤμνος εις

την Ελευθερίαν.

ΔΕν έμενε πλέον η η εκλογή του προεδρείου και των επιτροπtbν

Μετ' ολίγον επήλθον καί τά Μακεδονικά. ότε εξερράγη αίφνης η Κρητικη επανάστασις. Όλη η προσοχη

εστράφη τότε προς την Κρήτην και πάσα ενέργειαν ανεβλήθη.

Αι έΠείγουσαι και αλλεπάλληλοι άνάγκαι του παρόντος δεν επέ­

τρεπον την συλλογην εράνων δια πανηγυρισμοiις του παρελθόντος.

Όταν δε εκόπασαν τα πράγματα μετα τον πόλεμον του 1897 ήτο αργa πλέον, διότι οι συμπολίται του. Σολωμού εlχον προκηρύξπ ότι

itα εορτάσουν εκεί την εκατονταετηρίδα του και κατήρτισαν επιτροπi)ν

προς συλλογην εράνων, δέν ήτο δε ορitον νά επέλθτι aντίδρασις έστω

και εκ μέρους εκείνων οίτινες ε(χον προτεραιότητα.

Εν παρόδω σημειώ ότι πλην άλλών είχε γείνυ σκέψις μεταξiι των

μελιόν της πρώτης επιτροπής ν' αγορασθή εκ των εράνων και η εικοον της Δόξης των Ψαρώ.ν, την οποίαν ενεπνεύσθη ο Γύζης εκ του επι­

γράμματος του Σολωμού. Εγράψαμεν μάλιστα εις τον Γύζην, όστις έστερξε χάριν του σκοπού να την αφήση εις την τιμην των 1500 μάρ­κων γερμανικών, ενώ την είχε διατιμήση 3 χιλιάδας μάρκων.

'Ωστε η πρώτη ιδέα τοi.ί πανηγυρισμο" της εκατονταετηρίδος ε-

106

:ΜΕΛΕΤΉΜΑΤΑ

πηλθε πρώτον εις τον νουν των εν Αθήναις λογίων, δέν επραγματο­

ποιήθη δέ δια τους ανωτέρω λόγους.

Αλλ' εΠιφυλάσσονται αφο-ύ τελειώση ο τοπικος πανηγυρισμΟς και εξασφαλισθή η αθανασία τών μελών τής Ζακυνθίας επιτροπfις δια της λαξεύσεως των ονομάτων των ~πt τού στυλο6άτου τού Σολωμού, επι­φυλάσσονται και εκείνοι οι οποίοι δι' άλλων στενοτέρων ίσως δεσμών συνδέονται προς την μεγάλην ψυχην του ποιητού, άλλως να εκδηλώσω­

σι την λατρείαν προς την μνήμην του. Κα~ χαίρω ότι η ιδέα την όποίαν

iρριψα άλλοτε εις την « Ακρόπολιν» περί ιδρύσεως της προτομής του Σολωμοο εν Α{}ήναις πραγματοποιείται διά της προκηρύξεως των «Πα­να{)ηvαίων:&.

Αλλ?:ι. τούτο δεν άρκεi· έκείνο το οποίον πρέπει νά γείvn, είνε η ίδρυσις μονίμου Συλλόγου η Εταιρίας προς τον σκοπΟν της μελέτης,

της- άναπτύξεως καί της διαδόσεως του μεγάλου iργου του Ποιητού. Ανάλογοι σύλλογοι υπάρχουν πανταχού φερώνυμοι των μεγάλων ποιη­των. Το δε ποιητικον έργον του Σολωμού έχει άκρι6ώς άνάγκην κοιvr'jς

εξερευνήσεως και κοινής μελέτης, εκ της οποίας θ' άναδειχθή και -&α Καταυγάσ11 την άναγεννηθείσαν πνευματικfιν Ελλάδα ακόμη λαμπρό­τερον.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ «Ακρόπολις», 30 Μαίου 1902

107

ΑΠΑΝΤ.λ :.&ΟΛ~ΜΟf

ΣΤΟ ΣΟΛΩΜΟ

Δε &α στρέψη ο γλυκασμος του φ&όγγου σου, που αρχίζει απ' την αυγή, που η γαλαν?ι Πατρίδα έλαμψε πάλι. Κάι άν 'ς τους ψαλμούς σου μελωδίας ανά6ρα κελαρύζη· αλλό. η λαχτάρα σου ίl'ανf)ή 'ς της Δόξας την αγκάλη, όσο οι χιονάτοι δράκοντες μέσ' ' τον γλαρον αιWρα ποντοπορούνε ακούραστοι προ; ονειρώδη αστέρα.

Εφημερtι; «ΑΚΡΟ Π Ο ΛΙΣ» 30 Μαίου 1902

108

~ w

Ι. Π. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

Βοσπορίτηζ

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

ΩΔΗ

Κατa την εν Κεeκύρ~ ανακομιδην των οστέων τσu Δ. ΣΟ­ΛΩΜΟΤ, το 1865

Εκηδεύετο ό μέγας ψάλτης της ελευθ-ερ(ας Και εις την ταφήν του αύρα ε{)ορηνούσε δουλική, Τώρ' ανοίγεται ο τάφος και ~ίας μελφδίας, 11.1 Ι . . Ι ·, _Δ__ Ι .&uρα πνεει να μuρωση τα οστα τσu ευνικη.

Εις την γην που εγεvνή-θη εις την νήσον των άν6iων Του μεγάλου υμνφδού μας μεταφέρουν τα οστά, Και ολόφωτος χορεία ποιητ<όν αρχαίων, νέων, Και Χαρίτων καί Ηρώων συνοδεύουσιν αmά.

Προπορεύεται των άλλων η .θεa · Ελευ&ερία. Και μ' α'l.rd}ν του Ελικώνος συμπετώσιν αι -8-εαί .. . Βλbtω, 6λέπω να πλαν<όνται εις τα κόκκαλα τα Κρύα Του Τομπάζη, του Μιαούλη και του Μάρκου αί σκιαι

Ω! ιδέτε! με τας Μούσας συμπετ~ χορεία άλλη ... Ειν' ο Όμηρος, ο Βύρων και ο Φ6σκολος ομού, Κι' ο δαφνοστεφiις Απόλλων με τrιν συνοδείαν ψάλλει τ ~ J < ό I ' _(\__ I ουτο τ . ασμα που πνεει μυρον ευησμου :

«Απ' τα κόκκαλα '6γαλμένη » Των Ελλήνων τα ίερa » Και σαν πριί>τα ανδρειωμένη » Χαίρε, ω χαίρε Ελευ~εριά:..

Την ~εaν Ελ~ερίαν έψαλε με τ' άσματά του. Κι' η Θεα Ελευ~ερία του κηδεύει τα οστά του.

Κέρκυρα 1865 Π. Σ.

109

Η ΕΚΑΤΟΝΤΑΕ'ΙΉΡΙΔΑ ΤΟΤ ΣΟΛΩΜΟΤ ΣΤΗ ΖΑΚΤΝθΟ

Εις το σεμνον προσκύνημα της Ζακύνθου, κατa τον εορτασμον της εκατοστής επετηρίδος, παντού αριστοκρατικη γαλήνη απλώνεται. ΚόσμοL

όμορφοι, πλασμένοι αγγελικά, φτερουγίζουν γύρω μας, γύρω του πλή­

θους όλου, πού άπο ημερών καταφ{}-άνει εν συγκινήσει εις το δροσο­λουσμένο νησί.

Τίποτε το επιδεικτικόν, το μάταιον. Κάτι πολ\ι ωραίον καί ευγενές, μετέχον της aπαλής, σαν όνειρον, φύσεως της νήσου, επικάθηται παν­

του, σαν μουσικη περν~, διάκοσμος των πραγμάτων και. δι&.κοσμος τών

ψυχών, επάνω εις τα άνθη τα γύρω χυμένα, επάνω εις τους aνηρτημέ­

νους στεφάνους, εις τας σημα(ας επάνω. Παντού κυματίζουν ήρεμοι

τραγουδιού στροφαί, σαν αποκοιμωμένης ακτής φλοίσβος.

Σκεπάζει η ελληνικη σημαία τον μαρμάρινον ανδριάντα. Ε~ναι η

ημέρα των aποκαλυπτηρίων, η τριακοστη Μαίου. Την εξέδραν, την

σχηματίζουσαν ημικύκλιον περl τον ποιητήν, στολ{ζουν χαριτωμέναι μορφαί, η Ζάκυνθος όλη, και οι ξένοι. Τα γύρω παράθυρα γραφικώ­τατα με τας γυναικείας κεφαλιΧς που τά πλημμυρίζουν. Παντου διακρ(~

νεις ανθρ<ί>πους των γραμμάτων, καθηγητάς, εξέχοντα πρόσωπα. Είναι 6.30 ιόρα της εσπέρας και προσέρχονται αι αρχαί, ο αρχιεπίσκοπος, ο υπουργος κ. Τριανταφυλλάκος, αντιπρόσωπος τοϋ Βασιλέως και της

Κυ6ερνήσεως.

Ο κ. Τριανταφυλλάκος προσφωνεί:

« Ηλθον εύχαρ{στως εις την ωραίαν και αvθοδριθή υμών νήσον ώς άντιπρόσωπος του Βασιλέως και της Κυβερνήσεως, όπως παραστα3ώ

κατα. iην επίσημον ταύτην ώραν» . . «Ίσταμαι συγκεκινημένος μετ' ευλαδείας πeο του εκ μαρμάρου

ομοιώματος του ποιητου, τον οποίον πάντες γνωρίζομεν εκ παιδικής ηλι~ κίας εν τοις σχολείοις, τού ποιητού τοιί 'Τμνου εις την Ελευ3ερίαν, της

Ωδης εις τον θάνατον τού Βύρωνος και των Ελευθ-έρων Πολιορκημέ-

110

MEΛETIDIATA

νων. Εν τοις έργοις α-ότού πάντοτε· εθαύμασα την παtριωτικ1)ν έξαρσιν ήτις έξικνείται εν τφ υψίστφ αισθήματι τούτφ της φιλοπατρίας, εις

6αθμόν ανέφικτον καί ακρότατον). . Και αποκαλυφθέντος του ανδριάντος προσθέτει:

« Εγεννήθη εν τη ιiνθοt>όλφ υμών νήσφ και τα οστά αύτού καλύ­πτει η yή υμών, εδώ πλησίον, αλλ' ούτος δεν ανήκει· εις ύμάς μόνον.

ΤοiJτον διεκδικούσιν ως iδιον πάντες όσοι ελληνικ1Ίν έχουσι την φωνiιν

· η την συνείδησιν. Και δια τούτο πέποιθα ότι την στιγμην ταύτην πάν­

των των 'Ελλήνων οι λογισμοί iχουσι στραψ1Ί προς την νήσον υμών και

προς το· άγαλμα τούτο, εκδηλούται δέ τοιουτοτρόπως και ήδη δια μυριο­στΊ)ν φορaν το αίσθημα της εθνικής ενότητος συμπάσης της ελληνι­

κής φυλής».

Ο κ. Φρειδερίκος Καρρέρ, πρόεδρος της Επιτροπής των εορτών,

πλήρης ενθουσιασμού, προσφωνεί επίσης τόν ποιητή''· Ο λόγος του διανθίζεται συχνa απο στίχους του Σολωμού και η συγκίνησις του άκα­

ταπονήτου προέδρου, του οποίου ή φωνη προδίδει τά δονο{•ντα τον ευ­

γενή γέροντα συναισθήματα, μεταδίδεται εις το πλή1'tος. Ο κ. Καρρερ κατέληξεν οvτω; «Ο θρόνος σου ε(ναι ση:ρεος κηι

αδιάσειστος, διότι θεμελιούται επί των καρδιι:)ν ολοκλήρου λαο{Ι, ο δέ

έπl της κεφαλής; σου στέφανος έσεται αιώνιος και αμάραντος, δι(Ιτι τον

έθηκε .επ' αυτής η ευγνωμοσύνη καί η αγάπη σί•μπαντος του ελλψικοίJ

γένους~.

Αι τρεις Φιλαρμονικαl Ζακύνθου και Κεφαλληνίας, ανακροί•ουν

εναλλaξ τόν "Ί"μνον, Χορος Ζακυνθίω,, νέων ψάλλει καλλίφωνος η1ν <•J­

ραίαν σύνθεσιν του Μαντζάρου και αι ψυχαί, πόυ τάς θωπεύει τι;)ρα iJ μυριόχρωμη δύσις, γονατισταl εις τήν μεγάλην αύτi)ν λειτουργίαν της

Τέχνης, αισθάνονται ρίγος ιερόν, το οποίον ξεσπq. εις χειροκροτήματα.

'Γήν στροφην των Ψαρών, ψαλλομέvην υπό τους γλυκυτάτους 1Ίχους αι­

θερίας μουσικής, δέχεται σιγa και ήρεμα, ως ηχι'ο προσευχής, ό άπειρος

θόλος, πού σκέπει αφ' υψηλa i:ην ελλψικωτάτην εορτήν .

Και χύνεται το πλfιθος εις τούς δρόμους, είς τας πλατείας, παντοί•,

κι~ί άντηχεί ο 'Τμνος, καί άναπάλλεται η aτμοσφαίρα απο ένα παλμόν,

και η μορφη του ποιητού υπερκόσμιος πλανάται εις όλων τα μάτια και

αι ψuχαί αναγαλλιάζοuν άδελφωμέναι μέσα εις το μαγικον όραμα των

σεμνιi)ν 1'tεοτήτων πού π<ρ,ιούν εμπρός μα;, με άφ3αστην ομορφιά. Περ­

,.q. η Ελευθερία που μετράει με δία τη γη και το χαμόγελο σκορπίζει

της ελπίδος, και η Δόξα με τόν φωτοστέφανον της αθανασίας, και η Ζωη γοητευτικη με άνάκουστον κηλα"ίδισμόν, και η ύστερη Νυχτιa των

111

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛQΜΟr

Πολιορκημένων, και η Ελληνίδα Μητέρα που, και όλα αν χαθουν, χα­ρές, πλοVτη, 6ασι.Λειa,

Τίποτε δεν είναι αν στητη μεν η ψuχη και. ολ6ρi)η.

Η αυγi] ξημερώνει

Παντού χυμένη αγάπη ομορφιάς aπόκοσμης. Η Ζάκυνθος επέ­

ρασε νύκτα ερωτικην και η μορφt} του ποιητο'ό

Ευώδιασε τον ύπνο της.

Νύμφη δροσοστολισμέvη, ω νύμφη ονειρεμένων φιλημάτων δόξης

και έρωτος I Στα στiιθη σου λαχταριζει η αιωνCα νεότης. Γέρνει μαγε­μένο της ζωι\ι; τό όνειρο στην αγκαλιά. σου επάνω. Εις των χρωμάτων

σου την aρμονίαν, εις το κάλλος των γραμμών σου, εις των απαλrον σου κόλπων τα βαθουλώματα, καλλιτέχνου επέρασε θεϊκΟ κοντύλι. Των θεών

η αγάπη σ' εστόλισε με της εληά~ τα αργυροφάνταχτα φύλλα και σ' ε~

προίκισε με της αμπέλου το ζηλεμένο δώρο και σ' εστεφάνωσε μέ αρω­μάτων δροσιές · και σέ . έταξε μητέρα τέκνων μεγάλων και λαού ευγε­νούς τροφόν.

Ο ήχος που σκο(mΟύν οι καμπάνες απο ης άπειρες εκκλησι~ς σου, χα'ίδεύει την ελαφράν σου ατμόσφαιραν σαν της ζωής το τραγσύδι και

χύνεται γύρω, εις τα άλση μέσα, και εις τα σπήλαια, και εις τους ορμί­

σκους σου, 6α>μους της αιωνίου θρησκείας, η οποία στεφανώνει μέ την χαρ(tν και χαρίζει τό ε:ύρωστον κάλλος και προσδίδει την χάριν και

γενν~ τον έρωτα και το -θάρρος και τας ψυχaς τας μεγάλας. Δέξου την λατρεCαν μου, ω Ζάκννθοι;. Σε κά& σου φύλλωμα

εμπιστεύθηκα την αγάπην μου. Εtπα το μυστικόν μου σε κάθε κύμα πο:ύ ζηλΟτυπα σε αγκαλιάζει. Απο τους κήπους σου φυλλάτω εις το

όμμα μου μέσα, των λουλουδιών σου τα χρώματα τά μαγιά. Ανα­

πνέω από τα βοννά σ:ου την εuωδιa της αναπνσής σου. Των κάμπων σου το ξεφάντωμα, απο χρυσάφι πλημμυρισμένο, χύνει γαλήνην τριγύ­

ρ(ι). Θωπεύει την φαντασίαν μου η χάρις των θρύλο:W σου που κατοι­κούν κάθε λοφίσκον σου, κά{h: σου κρύπτην, σαν τόσα χαρίσματα κό­

ρης παραμυθιον. Ποιός θεός, ερωτευμένος μαζή σου, σε στολίζει με αγάπης θεϊκής στο­

λίδια, ω νύμφη τον Ιουνlου; ΚΙΜΩΝ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ

112

ΜΕΛΕΤΒΜΑΤΑ

Εις το θέατρον Ζακ~ου εδόθη φιλολογική εσπερtς κατa

την οποίαν ωμίλησαν οι κ.κ. Μιστριώτης και Στ. Λάμπρος, κα­θηγηταt του Π ανεπιστημίοv, απηγγέλθησαν δε διάφορα ποιή­

ματα. Το θέατρον ήτο πλήρες.

Την δεvτέραν ημέραν των εορτών παρετέθη υπο της επι­τροπής γεύμα εις εξήκοντα προσκεκλημένους εις την εξοχικi}ν

έπαυλιν του κ. Δημ. Σολωμού. Λούντζη, εις θέσιν Ακρωτήρι. Παρεκά{Jησαν ο αρχιεπίσκοπος, ο υπουργος κ. Τριανταφυλλά­

κος, αι αρχαl. της πόλεως και dλλοι,

Κατa πρότασιν τοv γηραιού βουλευτού κ. Στεφάνου, εψάλη

ο 'Τμνος κατ(ι το τέλος του γεύματος υφ' όλων των δαιτυμόνων

υπο τους ήχους της μουσικής.

Η κατάθεσις των στεφάνων επt του τάφου τοv Σολωμού

προσέδωσεν ωραιοτάτην όψιν εις 1-ας εορτaς της εκατονταετηρί­δος. '.Απειροον πλήθος είχε κατακλύσει την πλατείαν, τΟύς εξώ­στας καί τα παράθυρα των γύρω οικιών. Κατετέθησαν πλε(στοι

στέφανοι. Εις το τέλος χορος έψαλε τον ύμνον.

Την ν1Jκ.τα της ημέρας εκείνης μαντολινάτα εις τον λιμέ­

·~α της πόλεως έχυνεν ολόγυρα γλvχ.υτάτοvς ήχους καλλιφώνων αοιδων, εvιtυμίζουσα ολίγον τάς μαγευτικιΧς νύκτας της Βενετίας.

Η κυρία Ματθίλδη Κουτσογιαννοπούλου το γένος Βολταί­

ρα εν Ζακύνθφ, μετ' ιδιαζούσης ευγενείας και ενθουσιασμού

προσεφέρθη να σχηματίσυ επιτροπην κυριών, όπως εργασθώσιν

υπtρ του έργου, το οποίον ανελάδομεν του να στηθύ η προτομη τοv Σολωμού εν Αθήναις.

Εις την ευγενή δέσποιναν . εκφράζομεν και δημοσί~ τας θερ­

μάς εύχαριστίας μας.

Εις •ον «Παρνασσον» η εκατονταετηρίς τοv Σολωμού εωρ­

τάσih] εν μέσφ μεγίστης συρροής κόσμου. Ο κ. Γ. Σωτηριάδης

ωμίλησε προσπαθήσας δι' ολίγων να δώσυ τον χαρακτηρισμ.Ον

τοv ποιητοv. Ο κ. Α. Π ρο6ελέγγιος απήγγειλε ποίημα και εν

τέλει εψ&λη ο 'Τμνος εν χορφ εν μέσφ γενικής συγκινήσεως • .Επι της προσόψεως της εν Κερκύρ~ οικ(ας όπου απέθανεν

IIJ

114

ΑΠΑΝΤΑ :ΣΟΛ!:!ΜΟr

ο Σολωμός, εις θέσιν Μουράγια, ένετειχίσθη ύπο του δήμου Κερ­

κυραίων άναμνηστικiι πλάξ.

Ε\ιχαριστο<ιμεν θερμώ; &ον τόν τύπον, όστις άνέγραψε την έκκλησίν μας πρός είσπραξtν εράνων δια να στολισθιl η πρω­τε{•ουσα με την προτομrιν τού ποιητού.

«Η έκκλησίς μας δια την προτομfιν τον Σολωμοtι εν

Αθήναις, ευρίσχει πρόθυμον υποδοχήν. Εiιχαριστοuμεν

θερμώς τους ήδη εγγραφέντας. Απο του προσεχούς τεύ­χους αρχίζομεν δημοσιεύοντες κατάλογον τών εισφορών.

Η προτομη αύτη του εθνικού Πjς νέας Ελλάδος ποι­ητού επιθuμο,Jμεν να γίντι πανελλήνιος. Διά τοkο προτρέ­πομεν όλους τους θέλοντας να εισφέρωσι και το ελάχιστον

ποσόν, να μη διστάσουν. Ούτω μόνον προσλαμ6άνει τον χαρακτήρα τον όποiον οφείλει νά έχτι εν τη ελληνικiι πρω­τευούσιl 11 αποδιδομένη τιμη εις την Σολωμόν».

«Παναθήναια», Β' τόμ. σελ. 158, 4-1901 - 1902.

ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟΝ ΚΑΙΤΑ ΕΡΓΑ

ΤΟΤ ΣΟΛΩΜΟΤ

ΣΠ. ΔΕ BIAZH

· Ανέκδοτα άΠό τη ζωή τον και παρουσlαση επιστολιόν του

cΠ αναθήναιω

Δημοσιεύομεν πολvτιμον χαι όλως νέαν σvμ6ολfιν εις τον οίον του ποιητού.

Τό μικρόν τούτο σημείωμα, νομίζομεν ότι {}ά ευχαριστήση τους

αναγνώστας των <ι:Παναθηναlω~ και δη τους μελετrοντας τά ά{}άνατα

iργα τοv Σολωμού.

' Τάς περισσοτέρας πληροφορίας έλά6ομεν από τους συγγενείς του

ποιητού, την δέσποιναν 'Αγγελικήν Κν6ετοv και τους κ.κ. Δημήτιnον Λούντζην Σολωμόν και Γεώργιον Κυ6ετόν. Επίσης απο τσi:ις κ.κ. Στέ­

φανον Βουλτσον, 'Αγγελον Ψωρούλαν νομάρχην Ζακύν{}ου, Ιωάννην

Μάργαρην Ιατρόν, Ιοvλιον Δομενεγlνην χαι . τόν επιζώντα κουρέα του ποιητοό Ν ικόλαον Ταμπούρον Π ροκόπην.

Κατa το πρώτον δlδομεν το επlσημον έγγραφον σωζόμενον εις το

ενταύθα αρχειοφυλακείον; δυνάμει του οποίου ανεγνωρίσθη ως νόμιμος Σολωμός ενώπιον του Νόμου ο ποιητής.

Ιδοiι το έγγραφον:

c Ο εvγενfις κύριος Νικόλαος Σαλαμον 1 ευρισκόμενος εν άσΘε­

νε~ 6αρυτάτn χαι φοδούμενος τό άωρον του θανάτου και. την μέλλου­σαν απολογίαν, ηθέλησε αυτοπροαιρέτως να έξομολογηθή και ακολοv­θως να εκ.πληρώση τά έργα της Μετανοίας. Όθεν .κράζοντας εμ.Ε τό''

1. Eiv2 ο Π«τ-Υjρ του 11ολωμοο a.ποθα.νών τη 28 Φeδpoua.p!011 1807, μια.ν ημέpcχν μετ~ τον yctμoν του. Ως; -rιωστόν το eπώνuμον τούτο eyριtφeτο : Σά.λσιμον, Σσιλσι­μ6νε, Σcf.λομον, Σα.λωμόν, Σcf.λωμο,, .Σ6λωμο,, Σολωμό,.

115

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟ.ΛΩιΙΟr

κάτωθεν υπογεγραμμένον ιερέα εκλεγμένον παρ' αυτού και αρχινόντα;

την εξομολόγησίν του μου εlπε πρώτον πως αντΟς έκρινε δια έργον σωτηρίας τής ψυχής του νά στεφθ'iι και νά λά6u δια γυναίκα τον νόμι­

μον καί ευλογητικiιν τήν κυρίαν Αγγελικiιν θυγατέρα του Δημψρ(ου

Ν (κλη, με την οποίαν σvνέζησε σχεδΟν χρόνους ένδεκα ( 11) και με αυ­τήν εγέννησε δύο υιούς. ι

«Το ζήτημά του όντας νόμιμον και χρεωστικΟν ως dφευκτον μέσον της {)είας μετανοίας, έλα6ον δια ζώσης φωνής την άδειαν απΟ τον Παν­αιδεσιμώτατον Π ρωτοπαπάν, αρχιερατιΥ..Ον επίτροπον και ευλόγησα αυ­

τους, τον μεν εις γάμον 6', την δε εις γάμον α', και ήταν μάρτυρες οι κάτω3εν υπογεγραμμένοι.

«Το παρόν . στεφάνωμα γέγονε εις το 1807 Φεδρουαρίου 27 ε.π.

<<Γέγονε το παρον aντίγραφον εις ένδειξιν αληθε(ας όπως και τα

εξής:

Εδόθη 1807 Μαρτίου 2 έ.π.

Πέτρος ιερεvς ό Μαρινος εφημέριος της Αγ(ας Παρασκευής. Κωνσταντίνος Ραφτόπουλος μαρτυρd>.

Μανώλης Λεονταράκης μαρτυρώ.

Ημεl.ς Παρθένιος Νεράντζης

Μέγας οικονόμος και Πρωτοπαπάς Ζακύνθου.

Πάσι τοις εντυγχάνουσι και τά εξής;

«Πίστις πεποίηκε ότL δι' ημετέρας αδείας, χρείας ο-ύσης, με την

δια ζώσης φωνής ημών dδειαν, ώς είρηται, εστεφάνωσε τους άνωθεν και δεδαιούντες προσέτι την άνωθεν υπογραφi)ν του λογιωτάτου εν Ιε­

ροδιδασκάλοις Πέτρου Μαρ(νου, εlναι αληθi)ς ο χαρακτi)ρ της ιδ(ας

χειρός του. Όθεν εις ένδειξιν της αληθείας αφίεται η παρούσα και

6ε6αιούται η ιδία υπογραφη και αρχιερατικη σφραγίς.

~Εδόθη εις τας 2 Μαρτίου 1807. c:Παρθένιος Νεράντζης

επ(τροπος Μέγας Οικονόμος

και Π ρωτοπαπας Ζακύνθου>.

Ως γνωστόν, ο ποιητi)ς -fιτο φuσικΟς υιός του Νικολάου Σολωμού

και διά του επιγενομένου γάμου εγένετο η νομιμοποίησις αυτού δυνάμει

τού NOVISSIMUM STATUTORUM AC VENΈΊ'ARUM LEGUM εν ισχύει τότε εν Επταvήσ<ρ. Ο ενετος νομο{)iτης εν 6ι6λlφ ~τάρτφ

1. Τον ποιητην 11οι.ι τον Δημ.ήτριον.

116

:ΜΕΛΕτΗΜΑΤΑ

και κεφαλαίφ ΧΧΙΧ, νομο{!-ετεί ότι, ο μοιχογέννητος υιος δια τού επιγε­νομένου γάμού θεωρε(ται νόμιμος και κληρονόμος, ώς αν εγεννάτο με-

' . , τα τον γαμον.

Γνωστον εlνε ότι ο Σολωμος εσύχναζεν εις την εκκλησίαν. Όταν 1Ίτο. μεγαλούτζικος μετέ6αινεν εις τον Άγιον Γεώργιον των Κομού­των και ανεγίνωσκε τον Απόστολον. Η εκκλησία αύτη ήτο πλησίον της οικίας όπου κατώκει. Μίαν ημέραν, επιστρέφων της εκκλησίας, εύρεν εις την οικ(αν του επισκέπτας. Εις εξ αυτών παίρνει τό παιδl απο το χέρ~ καί του λέγει σοβαρώς :

-Παιδί μου, που ήσουνα προτού να γεννηθής;

-Εις τόν νουν του Θεού. Απήντησεν αμέσως, χωρlς καν να

σκεψθί1· Η aπάντησις αύτη ενεποίησεν έκπληξιν εις όλους τους παρευρι­

σκομένους, ένεκα της μικρ6.ς του παιδίου ηλικίας.

Τπάρχει εις την κατοχην των συγγενών του χειρόγραφον δεμέ­

νον εις όγδοον εκ σελίδων 31G, περιέχον αποσπάσματα και ποιήσεις του Σίλλερ και του Γκαίτε εις ιταλικην μετάφρασιν. Μεγίστην στοργην η­

σθάνετο προς την ιταλικην γραμματολογίαν, την οποίαν εγνώριζε κατα

βάθος και πάντοτε εμελέτα μέχρι του θανάτου του. Αφού ο v;οιητης εμορφώ-&η πλέον και ήθελε να είναι ενήμερος

και της γερμανικής φιλολογίας καί ιδίως της ποιήσεως, παρεκάλεσε τον

συγγενή του Ν ικόλαον Λούντζην, άνδρα επιστήμονα κα' λόγιον, κάτο­

χον της γερμανικ1Ίς, να του μεταφράζη εις πεζον ιταλιστl ό,τι καλΟν εκ της γερμανικής φιλολογίας καί ό,τι νέον εδημοσιεύετο ..

Ο Λούντζης Όύτος ημέραν τινa εl.πεν εις τόν ποιητήν: - Διατl δεν πας να κάμης ένα ταξειδι εις την Ελλάδα, που τό­

σον λατρεύεις;

- Φο6ούμαι Απεκρίθη ο ποιητής.

Την aπάντησιν ταύτην έδιδεν, ως γνωστόν, εις όσους τον προέτρε­

παν να μεταδ'fi εις την λοιπiιν Ελλάδα. Εφο6είτο, διότι ενόμιζεν ότι θα r!χανε το ιδεώδες, όπερ είχε δια την Ελλάδα του τήν αγαπητήν.

Τον φόδον αυτον ε(χεν δ ποιητης δι' όλα τα ωραία πράγματα.

Ι Ι 7

Ημέραν τινiι ε€πε πρός φίλον του αγαπώντα εμμαν&>ς κόρην: - Και θα την στεφανω&ής; · -Βέβαια, αφού την αγαπώ τόσον.

- Και δεν φοδdσαι να χάστις την ποίησιν, η ΟΠοtα σε υψώνει και σε κάνει εντυχισμένον;

-~Οχι· -3α ε{μαι, κόντε, πλέον εντνχισμένος άμα την πάρω γυναί­

κα μου.

-Μπορεll

Η δέσποινα Αγγελικiι Κυβετο\1, συγγενής του, μας διηγήθη ότι ο Σολωμός, όταν έβλεπε γυνα(κα τρώγουσαν, έχανε το ιδεώδες ποο ε(χε δια τaς γυναικας. Πολ\ι εύχαριστεlτο ο ποιητης οσάκις έβλεπε γυνα(κα

και μάλιστα κόρην με κατάλε'U)(α φορέματα. Τότε ενθουσι.&ζετο και απο­

τεινόμενος προς τήν λενκοφοeούσαν t'λεγε: - LA ΜΙΑ VOST ALE.

Επειδη ο λόγος περl του Νικολάου Λούντζη, νομίζομεν επίκαιρον

να αναφέρωμεν και τον αδελφόν του Ιωάννην, όστις ήτο έΠίσης πολ\ι

άγαπητος εις τον Σολωμόν.

Ο Ιωάννης Λούντζης ήτο ανηρ λόγιος και ποιητής, έγραφεν ιτα­

λικiις ποιήσεις καi μετέφρασεν ιταλιστt τόν 'Τμνον.

Εις τα χειρόγραφα του Ιωάννου Λούντζη, υπάρχουν και τα εξής δύο ποιήματα του Σολωμού, τα όΠοία δεν είδομεν δημοσιευμένα:

Ιδοu η κατa λέξιν μετάφρασις:

ΣΤΗΝ ΟΜΟΡΦΗ ΜΟΤ ΑΝ ΑΙΣθΗΤΉ

cΕισαι ομορφη 'ς την πρώτη ακτινα της αυγούλας που προβαlνει, εlσαι πλιΟ ομορφη ακόμα σαν βγαίνει ο ηλιος.

«Είσαι ομορφη τό μεσημέρι, όμορφη όταν σου(!Πώνει, όμορφη με τό φως του φεγγαριού, όμορφη και σtό σκοτάδι · άκόμα.

<ι: Όμορφη, αν ο ούρανος είναι συννεφιασμένος, όμορφη κι' άν

118

ΜΕΛΕΊ'ΗΜΑΤΑ

είναι ο οvρανος καθαρός, όμορφη αν έχτις την καρδιiι χαρούμενη, όμορ­

φη κι' αν την έχυς λυπημένη. rι:-Αν, πού είσαι κρύα καί αναίσθητη, τόσην ομορφιiι iχtΊς στο

πρόσωπο, αν γίντις αγαπητικιά μου, ω, τι πράμα θε νdναι τότε!

Ίδοit η μετάφρασις εις τό δεύτερον επίσης κατa λέξιν:

«Εγώ, ο φτωχος δοσκός, τι ημπορώ να σοϋ δώσω; Είμαι νοικο­

κύρης μοναχa μιας καρδιάς καί ξέρεις πώς είναι δική σου.

«Μα αν σου φαίνεται πως είναι φτωχο μιας καρδι&.ς το μικρο Μρο, δώσε μου και συ την καρδιa κα~ εγrο θα ε{μαι εvχαρ-ιστημένος:Ι).

Ένας συγγενής του, δια λόγους συμφέροντος, έγραψεν ιταλιστt

κατa του Νικολάου Λούντζη μυθιστόρημα, του όποίου ο ήρως ήτο τρελ­

λΟς επικ(νδυνος, ονόματι CANDORE. Σημειωτέον ότι ό Λούνtζης οv­τος εκαλείτο και CO NRADO. Ο Σολωμος ιδrον τον λί6ελλον τούτον

κατa συγγενούς, γραμμένον απο συγγενή, δυσηρεστήDη. Το dνομα CANDORE δηλοί ό,τι αθώον, ειλικρινές. Ο Σολωμος ιδrον τον ανα­

γραμματισμον του ονόματος του Λούντζη, ύδριζομένου ως τρελλού ή­ρωος του μ~ιστορήματος, και επιστρέφων πρός τον ίδιον συγγραφέα

λι6ελλογράφον το δι6λίον, γράφει επl του ίδίου 6ιδλίού τα εξής:

«Διονvσιος Σολωμος τίμιος aνθρωπος

επιστρέφει τφ ...

θct ήτο αληθι6ς τρέλλα καθαρά

. Αν εις τους λόγους ενος τρελλού έδιδε προσοχήν».

Ο Βούλτσος δέχεται την πρότασιν τού n;οιητού νά του ΟΟπτίστι τό

παιδί. του, vπο τον ορον όμως να μη προσφέρει κανένα δώρον κατa την 6ώττισιν, ως ειναι συνήθεια. ο ποιητης δέχεται τον όρον, βαπτίζει το παι~l καi. ονομάζει αύτο Στέφανον.

ι 19

ΑΙΙΛΝΤΑ ΣΟΛ2ΜΟΥ

Μετα οκτω ημέρας μεταδαίνει να iδη το παιδl και κρυφa θέτει εις την φασκια εν χρυσούv ωρολόγιον με δύο ωραία σιγ(λια και την

επομένην επιστολήν:

Ιδου η μετάφρασις:

«Λά6ε, ω ωραιότατον τέκνον του φίλου μου, αυτην την μικρCιν μη­

χανήν, η οποία σημειώνει εις ημάς τους θνητσuς τας ώρας της ευτυχίας και της δυστυχίας. Δεν θα προσδληθή ο πατήρ σου δια τούτο, διότι γνω­

ρίζει ότι η θρησκεία μας 'itέλει να δοθή κάτι εις τον 6απτιζόμενον, ως

ενθύμημα.

»Θα σου εtναι προσφιλijς μίαν ημέραν, διότι δεν την ηγόρασα τώ­ρα, αλ'λά την έχω απο δέκα ετ&ν και, μολονότι εσημείωσε δι' εμε ολιγί­

στας ευχαρίστους ώρας, παρακαλώ την Τύχην, όσον γινώσκω και δύνα­

μαι, να τας σημειώνη όλας δι' εσέ, οποίας τας επι-&υμούσιν ό πατήρ

σου και η μήτηρ σου, τούς οποίους θα μάθης να σέδεσαι τόσον περισ­σότερον, όσον περισσότερον θα προχωρήσης εις την οδον της αρ-ετής.

« Αν δέν -&α εlμαι ζωντανος δια νά σε συνδράμω μετa των γονέων σου, ενθυμήθητι ενίοτε εμού τουλάχιστον δια την επιθυμίαν τήν οποίαν

είχον να σου ε(μαι ωφέλιμος.

Διονί,σιος Σολωμός.

»Εις τον Στέφανον Βούλτσον».

Απο τα δύο σιγίλια του ωρολογίου τό εν φέρει το οικόσημον, το

δε άλλο την λατινικijν επιγραφήν: VERUM ΑΜΟ VERUM VOLO.

Ο σεδαστος γέρων κ. Στέφανος Βούλτσος, διαφυλάττει θρησκευ­

τικώς τα κειμήλια ταιlτα του μεγάλου νουνού του, καί μετa συγκινήσεως

μας έδειξεν αυτά. Τον ευχαριστούμεν και δημοσί~ δια την ευγένειαν

με την οποίαν μάς επετράπη η αντιγραφή.

Η ενδυμασία του ποιητου ήτο απλή και η εν γένει κόμμωσίς του

σο6αρa και εις άκρον· καθαρά. Εφορούσεν υψηλον πίλον. Πανταλόνι πλατύ. Ο επενδύτης του κωνοειδής, γρέκα, με ένα μόνον κουμπt προς

τον λαιμόν. Προς εαιολίαν, εις την γρέκαν εlχε ραμμένον και το γε­λέκι. Πάντοτε εφορούσε λεαιον λαιμοδέτην και λευκα χειρόκτια . Ο

120

?ΙΙΕΛΕΤΗΜΛΤΑ

υπηρέτης του Λάμπρος ήτο υποχρεωμένος κά{}ε πρωί νά θέηι επt της

τραπέζης του δωματίου του καθαρον λαιμοδέτην και καινουργή χειρό­

κτια και να παίρνη τον λαιμοδέτην της προηγουμένης ημέρας και τα χειρόκτια, ως άχρηστα.

Κατa το έ{}ιμον της aριστοκρατίας της εποχής του εξύριζεν όλον το πρόσωπον.

Εις τον κουρέα του έδιδε δέκα τάλληρα κατa μήνα. Έπειτα προσέ­λαδε κουρέα τον Ν ικόλαον Ταμπούρον Π ροκόπην, όστις ε(χε μεταδή και εις την l{έρκυραν. Του έδιδε δε δύο σελCνια η ημίσειαν κορόναν δι' έκαστον ξίιρισμα. 1 Την κόμην έΚοπτεν εις τρόπον ώστε να μη έχη ανάγ­

κην να κάμη χωρίστραν, είδος καρρέ.

Μίαν περί.η;ου ώραν μακρiιν της πόλεως Ζακύνθου, προς τον δρό­

μον του Βασιλικού ( επισΊ1μως οδΟς Λομδάρδου), υπάρχει γραφικώτα­τον ακρωτ{1ριον ονομαζόμενον Δα6ίας. Απο παιδικ1iς ηλικίας ο ποιη · της εσύχναζεν εκεί είς την ώραίαν έπαυλιν τής οικογενείας Δομενεγίνη.

Εκεί υπάρχει μεσαιωνικη οί.ΚΙ.α, πύργος ονομαζομένη, εν η κατa την

λα"ίκi)ν παράδοσιν διαμένουσιν οι διάδολοι, και ενοχλοuσι τους διαδάτας.

Ο Σολωμος εκεί εις τά σ ι ό μ α τ α διήρχετο ολοκλήρους ώρας ρεμδάζων

και μελετwν την ωραl.αν φύσιν. Εκεί έγραψε και δύο σονέττα ιταλικa

υμνών μίαν πηγ1Ίν πλησίον είς τα σιόματα. 2

Ο Σολωμος ήτο οίκε(ος της οικογενείας Δομενεγίνη. Η κόρη του

Δομενεγίνη εφημίζετο δια την καλλονήν της. Ο ποιητΎjς όμως ουδέπο­

τε την ειχεν ιδι), διότι δεν επετρέπετο κατa τους χρόνους εκείνους αι κόραι να παρουσιάζωνται εις τους νέους. -Ημέραν τινα μεταδaς προς

επίσκεψιν του φίλου του ακούει εις το διπλανον δωμάτιον να παίζουν

κλειδοκύμδαλον. Ο ποιητης σιγα- σιγα ανοίγει την θίιραν και παρα­

τηρεί εν θαυμασμφ την ωραίαν κόρην. Αίφνης δυνατον ράπισμα εις το

πρόσωπον τον συνετάραξε. 'Ητο η δάγια, η πρcοην της κόρης τροφός,

ήτις τον ερράπισε θυμωμένη.

-Τι είναι αυτά, κόντε; δεν ντρέπεσαι \'α παραμονεύεις την aρχον­

τοπούλα!

Ο ποιητης ουδεν λέξιν είπι::ν, εχαμήλωσε τους οφθαλμοvς και επήγε

1. Ο κοupεiιζ ούτοζ ζ'!) απGπλ ηκτοζ κ:ιι ε πα ι τε!. 2. Τοι σονέ-τ:-τ:οι -τ:οιιJ-τ:οι εοημοσ(et)σe -τ:ο πρώτον ο Σ-τ:p~νης τφ 1822 εν Κεpκύp'J'

εν τη γνωστή συλλογή των Σο'Ιέττων το:.ι Σολωμού.

121

ΑΙΙΑΝΊ'Α ΣΟΜΒΙΟr

εις τό δωμάτιον τού φίλου του, πατρός της χόgης, όπου διηγήθη τα

πάπα, επαινών την διαγωγiιν της φιλοτίμον καt πιστής βάγιας.

Νεώτατος ηγάπησεν ωραιοτάτην κόρην καί προ της ειχόνος της

έθετε κηρίον αναμμένον και άνθη, ως εις προστάτιδά τον θεάν.

ΆΛλοτε, εις δνα νέον τον έρωτα, φοδούμενος μη χάσn τό ι.δανικόν τον, προσεπάθει όσον "t'ό δuνα-rόν να μη την πλησι&tτι, να μή της ομι­

λ!J, άλλα μόνον να 'tήV 6λέπrι από μακράν.

Σνχνά i6λεπεν άρθρα εις εφημερίδας δι' ένα φιλον τον, όσnς δεν

ήτο άξιος τόσων έπα(νων. "Ηπόρει δια την επιπολαιότητα τών δημοσιο­

γράφων. 'Επειτα έμαθεν ότι τα άρθρα εγράφοντο άΠό τον ιδιον. ·Ημέ­

ραν ηνa ιδών τον αυτοεπαινούμενον εις σνναναστροφήν, τΟύ Λέγει: - Καλα κάνεις πΟύ παινιέσαι μόνος σου, και tτσι ποιος δεν σε

ξέρει και ποιος δέν σε διαβάζει σε νομίζει πως ε(σαι μεγάλος άνθρωπος.

Ο Σολωμος ήτο τυπικώτατος εις. μερικά πάργμα-rα. Ημέραν -rινά

ο ιιπηρέτης του Λάμπρος τού εζήτησε τ1)ν ιiδειαν να εξέλθtι δι' εργα­

σlαν τον. 'Αλλ' εξερχόμενος ελησμόνησε -rην θvραν ανοι.χ"fήν . . T01ho αντελήφθη ο ποιητiις μετ' ολίγον, καί . ωργισμένος απέστειλεν άμέσως

ανθρώπους να εύρουν τον υπηρέτην δι' επείγονσαν εργασ(αν. Ο Λά­

μπρος έτρεξεν αμέσως. - Τί ορίζετε, σιοιι Κόντε; λέγει έντρομος.

-Τίποτε, Λάμπeο μου, κλείσε την πόρτα, καί σύρε 'ς τη δου-

λειά σου. 1

1. -Αμφιδ6.λλομεν πεpι τη, οιuθεντιχότ'Ιjτο~; του Οtνεχδδ-τ;οu τοu-τ;ου, 1:0 οποίον

είνε rνωστόν χοιi !l;ΠΟδ!CJετοιι ει' διοιφόpοu~. - Σ.τ.ιι.

122

ΜΕΛΕΤΙUιΙΑΤΑ

Ο Λάμπρος ώφειλε νά είναι πάντοτε καΜ ενδεδυμένος. Όταν

υπηρετσύσε εις το τραπέζι εφορούσε μαύρα. Ημέραν τινa υπερβολικής

ζέστης ο δνστυχης ήτο όλος ιδρωμένος.

- Π ως, ίδρώνεις, Λάμπρο;

- Ν αlσκε, σ~όe κόντε.

-Και ίδρώνει τό ξύλο; I

Ημέραν τινa ενφ ετοιμάζετο νά καθήσn εις το τραπέζ~, παeουσι.ά­σθη πτωχη ζητούσα ελεημοσύνην. ·ο ποιητής, ο οπο(ος , την έyνώριζε

και ήτο πεπεισμέν~ς ότι και εκείνη και τα ορφανά της ήσαν νηστικοί, διέταξε νά της δώόουν όλον το . φαγητόν. Ο .Λάμπρος υπήκουσε αλλα μετa δυσαρεσκεlας. Ο ποιητης το εννόησε και του εtπε :

.......: Τι λές, Λάμπρο, άς μείνωμε νηστικοt σήμερα και να φάτι αuτη και τα ορφανά της. • Εμείς θά φάμε το 6ράδυ.

- Διατί, κόντε, δεν της δlνετε χρήματα και να φάμε καί έμείς;

·- Αν της έδινα χρήματα, δεν -3ά αγόραζε κρέας yιά τά παιδιά

της, παρa ψωμt και τυρί. Κάπου κάπου λfyo ζουμi. εtναι καλό. -Τότε θά μάθτι και θdρχεται κάθε μεσημέρι.

- Τότε κ' εμεCς θa τρώμε κάθε 6ράδυ. Τί λες, Λάμπρο, λέω καλά; - Ν αίσκε, Κόντε.

-Μην το πης το ναίσκε με το στόμα, 'πες το δυνατa με την καρ-

διά σου, να το ακοvσω καλα να χαρώ.

- Ν αίσκε ... δυνατότερα δεν μπορώ, κόντε. - Μπράuο, τώρα σε αγ~ώ, να καί ένα τάλλαρο νά πq.ς να φq.ς

'ς τη λοκάντα.

Ο Σολωμuς ηγάπα πολiι τα αυγά, αλλα ήθελεν αuτa νά δQάσονν ωeισμένην ώραν, άλλως δεν τά {τρωγε.ν. Οσάκις λοιπον ο Λάμπρος

Επρεπε νά 6ράσn αυγά, εγίνετο ό εξης περlεQγος δι&λογος, ενψ ο Σο­

λφμος εκρατούσε το ωρολόγι του : - Κόντε, ίτοψ()ς I - Έτοψος, Λάμπρο; -- Ν α{σκε, Κόντε I -Βάλταl

-ταιsαλαι

f23

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛQΜΟr

- Βγάλ'ταl

-Τά6γαλα.!

Ιδ<bν ποτε εις τ' αριστερα του καθηγητού Γρασέτη, λόγιον τινά

όστις ε(χεν την ιδέαν ότι είναι μεγάλος, είπε πρός τον Γρασέτην: - Ω! σήμερον η αξία σου αυξάνει κατa μίαν δεκάδα, προφεσ

σόρε μου:

Ο Γρασέτης εγέλα.σε καί εσιώπησεν, ο δε άλwς, όστις δεν εννό ησεν, απάντησε:

- 'Ισως έγραψε ο προφεσσόρος κάτι έξοχον,

-Όχι, απάντησεν ο Σολωμός, α'λλ' εfναι πλησίον ενος μηδενικού I

Εν Κερκύρ~ υπήρξε κάποιος μοχ-θηρός, όστις όλους εκατηγόρει

και ήτο εις άκρον εκδικητικός. Ο Σολωμός δεν επίστευεν ότι ήτο δυ­

νατον να ευρε-81J είς τον κόσμον τοιούτος άνθρωπος. Δια να πεισ{}fι

προσεπάθησε να τον γνωρίσn.

Πράγματι τον εγνώρισε και του έκαμε πολλας περιποιήσεις, και

επt τρεις συνεχείς ημέρας τον προσεκάλεσεν εις γε\Sμα. Ο ποιητης

επείσθη ότι ήτο πράγματι άνθρωπος φιλοκατήγορος, μοχθηρος και εκ­

δικητικός, διότι και περι των μάΛλον χρηστ<ί>ν και ικανών ανθρώπων

ωμίλει κακώς και εκαυχάτο δια τας διεκδικήσεις του. Την τρίτην ημέ­

ραν ο Σολωμος του λέγει : -Κύριε, δεν σου φαίνεται περίεργο οτι εtμαι μαζ( σου περιποι­

ητικος καί σου δείχνω τόσην αγάπη, αφού εlναι μόλις τρεις- ημέρες- που

σέ γνωρ(ζω; Τι λες;

- Κόντε μου, κολακεύομαι ότι μέ εκτιμάτε τόσον, καί άποδ(δω του­το εις την ευγένειάν σας και εις την καλην καρδίαν σας.

-Τίποτε απ' αυτά. Άκουα από όλους ότι δεν χωνεύεις: κανένα,

ότι για όλους λες κακa και . δεν το επίστευα και ήθελα ''ά βεβαιωθώ αν είσαι τέτοιος. 'Γώρα ποu επείσθηκα, να φύγης και να μη σε ματαϊδώ

μπροστά μου.

Και ο ποιητής του έστρεψε τά νώτα.

124

Εις μίαν συναναστροφi]ν εις τα ανάκτορα του Αρμοστού εν Κερ­

κύw, λόγος εγίνετο περί της Ιλιάδος και δη περί του δόλου του Δου­ρείου ίππου. Ένας "Αγγλος είπεν ότι η πριiξις εκεlνη ήτο tλληνικη πανουργία (ASTUZIA GRECA).

- SI, απήντησεν άμέσως ο Σολωμός, ΜΑ PER SCACCIARE IL BARBARO.- Ναι, αλλα διάνα διώξουν τον 6άμ6αρον.

Rις Κέρκυραν έμενε μετερχόμενος τον ιατρον ένας Κεφαλλήν,

όστις παρηκολουθείτο υπο μεγάλου σκύλου. Όταν ο ιατρος εισήρχετο εις τινά οικίαν προς επίσκεψιν ασθενούς, ο σκύλος έμενεν εις την εlσο­

δον, ξαπλωμένος και περιμένων τον κύριόν του. Ημέραν τινa ο σκύ­λος έξηπλώ&η . προ της θύρας οικίας, όπου υπΟ τάς στοάς της ο Σο­

λωμΟς περιεπά-cει συνή&ως. Ο σκύλος ημπόδιζε τον περίπατον του ποι­ητού. Εν τούτοις ο ιατρος κατήλθε και ο σκύλος αμέσως εσηκώθη. Ο

ποιητής έκαμε τα παράπονά του, ά.λ"iJJ.' ο ιατρος εγέλασε. Τότε ο Σολω­μος με ύφος σο6αροv εtπεv:

- ΕCμαι ο κόντες Διονύσιος Σολωμός~

Ο δε ιατρος ακούων την φράσιν ταύτην περιφρονητικώς, τον εκύτ­

ταξε και iφυγε. . Ο Σολωμος εθεώρησεν εαυτον προσ6ε6λημένον καί <1μέσως μετέβη

είς την αρμοδCαν αρχην απαιτών να διωχθtJ ο αυθάδης και άνάγωγος

ιατρος απο την Κέρκυραν.

Φίλος του ιατρού παρεκάλσε δεόντως όπως μη καταδιωχθiι C) ια­

τρdς δια τόσον ά.θώον πράγμα. -Τότε φεύγεις και συ - του ε(πεν ο άνθρωπος της αστυνομίας.

Τον Σολωμοv μεγάλως εσέ6οντο αι αρχαί.

Εις τά μικρa παιδιil όχι μόνον έδιδε ζαχαρωτά, α'λλl:ι. ωδήγει α'Οτa είς μαγαζιa και ηγόραζε τα παιγνίδια ,τα οποια ήθελαν.

Τούτο συνέβαινε καθ' εκάστην. Ο κ. 1Αγελοςγ Ψωρούλας μας

ε(πεν, 6τι εtχε γεμάτον €.να κομο άπο τα παιγν(δια, τά οποία του ε(χεν , . , αγροασει ο ποιητης.

125

Ηγάπα ύΠερδολιχa την Ιταλίαν. -Εγίνετο €ξαΛλοι; οσάκιι; 'Ι]κουεν

avθρωπον κατηγοροVντα την Ι ταλιαν η το\ις Ι tαλούς. Μίαν φορaν ενφ ήτο ειι; το τραπέζι, lμαθεν ιταλικην ~τταν. Άφησε το φαγητον καΙ. έχλανσε και ήτο κατηφiις επί τινας ημέρας.

Ήtο εχ3ec)ς της Ανσtetας.

Ετέρπετο εν Ζάκύνθφ να πειnπατή την ημέραν μόνος τον , και εις ωρισμένα μέρη. Το 6ράδυ όμως ενχαριστεtτο εις τας σνναναστροφάς,

των όποίων ήτο η ψυχή.

Μεt~iι tov Ν ικολάον Λούντζη και τοv Σολωμού ε(χεν επέλθει μικρa ψυχρότης. Ο Λοόντζης εtχε μετα6ή εις Κέρκνραν μετa τον νιοίι τον Δημητρίον. Αμέσως μεtέ6ησαv προς επίσκεψιν του μεγάλου σνγ­

γενονς των.

Κρούει την θύραν ο Λούντζης και παρουσιάζεται ο υπηρέτης Λά-

μπρος.

-Καλημέρα, Λάμπρο. Που ε(ναι ο κόντες;

-Δεν είναι εδώ.

- Π ως δεν ει ναι εδώ I ακούω την ομιλία του. Ο ποιητfjς τότε παρουσιάζεται σοβαρός εις την θύρα ν κα~ λέγει :

~ Αφού δέν πιστεύειι; τόν δούλον μου; εγω σον λέω πως ο κόντες

Διονύσιος :ΣολωμΟς δεν είναι 'ς το σπ(τι.

Ταύτα ειπών, έχλεισε την θύραν κατa πρόσωπον του κόμητος

Λούντζη.

Μετά τινας ημέρας εγένετο η συμφιλίωσις τn επεμ6άσει φίλων. Τό­

τε ο ποιητi}ς ιδων τον νιόν του Δημήτριον τον έθεσε μεταξiι των γονά­

των τοu και του εiπε:

-Ξέρεις κολύμπι;

- Όσκε! απαντ4 το παιδί.

-Ξέρεις καδάλλα;

-Όσκεl

- Τι άχερα ξέρεις λοιπόν;

Ο κ. Δημήτριος Λούντζης ακόμη ενθυμεlται την εντύπωσιν που

126

ΜΕΛΕτΗΜΑΤΑ

του επροξένησαν οι μεγάλοι και ζωηροt οφ3αλμοt τοu ποιητού, όταν του

έκαμνε τας ερωτήσεις εχείνας.

Ή το ο ποιητfις α.γαπητος και σε6αστος εις τα ανάκτορα των 'Α γ­γλων Αρμοστών. Ημέραν τινα δυσηρεστήθη μt τόV Άρμοστην και δεν μετέβη πλέον εις τα ανάκτορα. · Ο Αρμοστής ο οποίος δεν ήθελε να

χάση την φιλCαν τΟύ ποιητού, αφο"' ματαlως μετεχειρίσθη μέσα συμφι­λιώσεως, αποστέλλει ημέραν τινa τον ύΠασπιστήν του, παρακαλών τον

ποιητ1jν να μετα6ι' είς τα ανάκτορα δι' επείγουσαν υπόθεσιν. ·Ο ποιη­τής μετέ6η αμέσως εις τα ανάκτορα, έμεινεν όμως εις την είσοδον και

παρεκάλεσε τον -Ιtνρωρόν να αναγγειλτι εις την α\ιτού ·Εξοχότητα ότι

ε(ναι εις τας διαταγάς του. ·Ο Αρμοστής τρέχει να δεχθtι τόν ποιητην

και νά τον παραχαλέσn να ανέλο6τJ εις την αίθουσαν. Ματαίως. ''Εμεινε κάτω ο ποιητf]ς εις την είσοδον, συνωμίλησαν και tφυγε.

Ο ποιητi]ς ήτο ευχάριστος και οσάκις εζήτει κάτι, πάντοτε προσε­

πάθει ν' αστειεlίεται. Ζητών ποτΑ παρa του φίλου του Αντωνίου Μά­τεσι, του συγγραφέως του Βασιλικοο, τάς Ποιήσεις του Κατούλλου δια

της μαγειρίσσης της επιφερούσης την επιστολήν, iγραψεν ούτω:

«Παικικαλείται ο φίλος Μάτεσις να δ<ί)σn μιάν ματιaν εις την

συλλογi1ν τών αρχαίων λατίνων ποιητdw, καί να εγχειρίση αμέσως εις την γυναίκα, η οποία παρουσιάζεται, τον τόμον τον περιέχοντα τας ποι­

ήσεις του Κατούλλου, ό οποίος ελπίζω, <)τι δεν θα προσ6ληθiι ,διότι θα μεταφέρεται από δύο χείρας συνειθισμένας μέν εις τά 'lfiγα τον μαγει­

eείου αλλ' ουχl 6ε6ιιίως τας καταλληλοτέρας δια να του προσδώσουν

τιμήν».

Ο ποιητf]ς παίζει ενταύθα με την λέξιν TRADOTTO, σημαίνου­σαν και την μεταwοράν και την μετάφρασιν.

Τη 21 Αϋγούστου του έτους 1850, ενΦ ο Σολωμος ήτο ε-dθυμος, αl­φνης κατελήφθη υπό λώtης κα~ εl.πεν ότι η ανεψιά του απέθανε. Μετά

τινας ημέρας ε'λα6εν επιστολήν, η οπο{α του ανήγγειλλε πράγματι ότι

127

ΑΠΑΝτΑ ΣΟΛQΜΟr

κατa την ώραν εκεlνην ειχεν αποθάνει η ανεψιά τον. Τούτο μας διηγή­

θη ο αδελφος του ποιητού Δημήτριος.

Απο τα κόμματα της Επτανήσου ο ΣολωμΟς σvνεμερίζετο μάλ­

λον τας ιδέας των μεταeρυθμιστώνJ διότι ενόμιζεν ότι δεν ήτο εύκολος η Ένωσις της Επτανήσου μετa της λοιπής Ελλάδος. Μεταδaς το πρώ­

τον εις Κtρκvραν ως 6ουλευτΎjς ο ριζοσπάστης Γεώργιος Βερύκιος, επε-3-ύμει νά γνωρίστι εκ του πλησίον τον μέγαν συμπολίτην. Ημέραν

τινα ήτο εις την πλατείαν με άλλον ζακύνθιον' ριζοσπάστην 6ουλευτήν.

Μετa την τvπικηv. παρουσlασιν ο Σολωμος τοvς απεχαιρέτησε και επρο­χώρησε. Μετa τρία τέσσαρα δήματα, στaματ~ και λέγει εις τον φίλον:

-Και τουτος είναι άΠ' αυτούς; δηλαδη ριζοσπάσ-n}ς.

- SI (Ναί).

Τότε ο ποιητης λαι>ων σοδαρaν στάσι ν εtπε προς τον Βερύκιον:

-ARDUA LA VOSTRA IMPRESA ED' IMMATURA: Δυσχερης η επιχε(ρησ(ς σας και πρόωρος.

Ο Βερύκιος, όστις μας διηγήitη το ανέκδοτον τούτο μας προσέ­

θεσε: «Σας 6ε6αιώ, φ(λε μου, ότι μου έκαμαν μεγάλην εντύπωσιν αι λέξεις εκείvαι και μου εφάνη ότι το δλέμμα του μου διεπέρασε την καρ­

δίαν, διότι ήτο ο ποιηri)ς του 'Τμνου, όστις μου ωμίλει, αλλ' έμεινα

σταθερός εις τάς άρχάς μου και δεν μετενόησα με όσα και αν υπέφερα».

Ο ιατρος κ. Ιούλιος Μερκάτης, εtχε την καλωσύνην να μας δώ­στι την ανέκδοτον αvτοδιογραφlαν του Κερκυρ'αlον μουσουργού Ιωσηφ

Λι6εράλη, πενθερού του και φ(λου στενού του Σολωμού. 1

Εκ της αυτο6ιογραφίας ταύτης γραμμένης ιταλιστί, μεταφράζομεν

τό μtρος εκεCνο, το οποίον αφορq. τον ποιητήν. Ο Λιδεράλης λέγει ότι περl του Σολωμού ποϊJ.iι. ηδύνατο να γρά­

Ψη απόρρητα και ενδιαφεροντα, καθότι σvνεδέf.το μαζί του επί τινα έτη, όμως παρασιώπ~ πολλa και είναι επιφυλακτικός. Μετa την δήλω­

σι.ν ταύτην, γράφει επι λέξει:

1. Ο μουσοupyός οότ~ έΎ8V'Ι'Ι'jθη τφ 1820 8'11 Κaρχόρ~ χιχι ιιπέθιχ'lla av Ζcι· χύvθφ τιρ 1899. Περt του fΗοιι κιχι τω'ΙΙ έρyω'ΙΙ του 8yριiψιχμ8'11 τι'llιt. 8'11 τφ ΠειριχtχΦ Hμepoλoytφ 'tOtι 1900.

128

ΜΕΛΕΤΗΜΑΊΆ

«Μίαν ημέραν τού 1848 με προσεκάλεσεν εις γε-όμα δια να τιμήσω, ως μου ε&τε, μίαν μακαρον&δα. Μόλις εχαθήσαμεν, είδε ότι δέν ήμουν χαρούμενος. Μετά τι να λεπτa μου λέγει: ....._

-Σήμερα , δεν iχεις διάθεσιν, τι έχεις; - Κακaς ειδήσεις, του ε &τα.

-Σιωπή, μου απαντ~.

Μετa δίιο λεπτa περίπου μου λέγει:

-Ίσως ... νέον δυστ{,χημα δια την Ιταλίαν; Ειπέ μου ... σε δια-

τάσσω!

- Ναi, ή μάχη της ΝοΜρας, ή οποία θα ελευθέρωνΕ τους Ι­

ταλούς.

- Ενίκησαν οι Αυστριακοl ένεκα προδοσίας ενος στρατηγο\11

Δεν είχα προφέρει τήν τελευταίαν λέξιν, καί ως αστραπfι ηγέρθη

καί ει>άδιζε δεξιa και αριστερά, πολv ταραγμένος. Μου φαίνεται ότι

ό.κόμη 6λέπω το μεγαλοπρεπες εκείνο ανάστημα του ποιητού του εμ­πνευσμένου, μέ τα χέρια εις τά μαλλιά, με τα μάτια γεμάτα φωτιa και

δάκρυα, 6λως αφωσιωμένου είς τήν Ιταλίαν, με τας ύφηλοτέρας σκέ­

ψεις ευγνωμοσύνης. Τόσον με συνεκίνησεν, ώστε iτρεχαν τά δάκρυά

μου, τά οποία προσεπάθουν νά κρύψω δια να μη τον λυπήσω περισ­

σότερον.

Το γε\ιμα έναυάγησε, εχά-&ησαν τά μακαρόνια. Η ευγενfις εκείνη

καρδία μου εζήτησε συγνώμην διότι έμείνα νηστικός.

·Ηγάπα υπερδολικa την μουσικήν. Ενθυμούμαι ότι είς τον επι­

τάφιον μιας μεγάλης Π αρaσκεvής εγω και ο ποιητfις ακολουθούσαμεν 1-ην μουσικi]ν τής Φιλαρμονικής. Ιδ<Ι>ν ο ποιητης ότι εγω εθαύμαζα

διότι ακολουθεί καθ' όλον τον δρόμον πλησίον μου, μου είπε:

-Σε τιμώ δια νά τιμήσω την τέχνην καί να σε εκτιμήσουν.

Τον ήρώtησα αν το πένθιμον εμ6ατήριον τό οποίον έπαιξεν η

Φιλαρμονικfι τού ήρε σε ( ηγνόει οτι '{)το έργον μου)· μου απήντησε με

γλυκε·ίαν πραότητα: ·

-Είναι πολv συγκινητικόν, αλλa δεν ε(ναι έργον μεγάλου διδα­σκάλου, είναι νεανικον έργον, και υποθέτω ότι ε(ναι. ίδικόν σου.

Όταν τφ 1846 επέστρεψα απq την Βονωνίαν, του εl.πα οτι 1> Ρο­

σίνης μ' εξετίμησε πολυ και με ήθελε πάντοτε πλησίον του. Ο Σολω­

μος μού απήντησε :

- Φαίνεται ότι εκείνη η μεγαλοφυtα εvρεν εις σε, εκεινο το οποίον εγω ακόμη προσπαθώ ·να άνακaλύψω.

129

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛWΙΟΙ

Uλίγην εκτίμησιν είχε εις τον Μουστοξύδην, δι.ότι τον ενόμιζε ματαιόδοξον, και διαφώνει με τον θωμαζαίον. Δεν του ήρεσε ό -Αλφιέ­

ρης διότι ήτο ο στίχος του τριαχύς. Εξετίμα και ηyάπα πολiι τον Ρε­γάλδην διά την εuκολίαν του να αύτοσχεδιάζ-rι στίχους καί δια τήν ηθL­

κήν του. Εξετίμα τόν · Ιούλιον Τυπάλδον και τον Γεράσιμον Μαρκοράν. Ηγάπα και εξετίμα τον Κοuαρτάνον. Όμως ημέραν τινa δuσηρε­

στήθη και επήλθε ψυχρότης. ΑλλΆ όταν 6αρέως · ό Κουαρτάνος ησθέ­\rησε, πολu ελυπήθη.

· Ενθυμούμαι ότι μίαν ημέραν με συνήντησε και μου ε &τε : . -Να με συνοδεύστις εις τού Κοuαρτάνου· έμαθα ότι έ6ελτιώθη

πολiι η tιγεία το~:

Όταν εφΜσαμεν εις την οικίαν του, εκ.τύπησα την θύραν. Ήλ-6εν η κόρη του να ανοίξτι, και άμα ή κόρη εtδε τόν κόμητα εκοκκίνισε.

Ιδών ο ποιητijς τό ερύθημα της κόρης εtπεν αμέσως χαρούμενος: - Ειπε είς τον πατέρα σου ότι ήλθα νά εορτάσω την καλλιτέρευ­

σίν του.

Η κόρη τον προσεκάλεσε,να ανέλ{}τι.

Ηγάπα όλους τΟύς πρόσφυγας Ιταλούς.

ΗγαπΟ.το ·πολv απο .τους Άγγλους.

Ενθυμούμαι εν περίεργον γεγονός.

Διερχόμεθα από φρουράν, ψις άμα είδε τον ποιητήν, παρετάχθη

καί παρουσίασε όπλα. Μου είπε.

Οι Άγγλοι ηξέρουνε να τιμήσουν.

Είχε την άδυναμίαν νά κάμτι συχνa την εξής ερώτησιν:

- Πως με δλέπεις από υγείαν;

-Καλά, του έλεγον και ευχαριστείτο».

Ο κ. Δημήτριος Λούντζης Σολωμός μας είπε τα εξής: Ο πατήρ του Νικόλαος Λούντζης, ο ποιητijς Σολωμος και άλλοι

οικογενειακοl φίλοι είχον αποφασίσει νά κάμουν μίαν έκδρομήν. Ο Λούντζης είχε μαζί του ένα διδλίον, το οποίον διατηρεί ακόμη ό υιός

του Δημήτριος και είς το οποίον έγραφε τά έξοδα και εσχεδίαζε τοπία διαρκούσης της εκδρομής. Εις το 6ι6λίον τούτο ο ποιητης α\ιτοσχεδία­σε τό έξής επίγραμμα:

130

Ζακ\Μtου ζa καί άνθη σύ ζήτα, Ζακmrfi'ίους, Ζακύν{}ιε, δε φεύγα.

Ο κ. Π. Μπαμπάκος, ζακύνθιος, πρώην νομάρχης μάς διηγή­

θη τα εξ1jς:

Ως γνωστον ο Σολωμος ε&έλγετο απο τα αυτοσχέδια ποιήματα του τυφλού ζακυνθίου επαίτου Νικολάου ΚοκονδQ'\. Μlαν εσπέραν, ενφ ο

ποιητης διήρχετο απο ένα οινοπωλείον, 6λέπει εκει άπειρον κόσμον προ­σεκτικόν. Σταματά. Ήτο μέσα ο επαίτης ραψ<ι>δΟς καi. διηγεlτο τήν πυρ­

κα·ίάν εις τα Ιεροσόλυμα. Ήτο η πρώτη φορ(χ ΠΟύ ό ΣολωμΟς την ή­

κουε. Μένει σιωπηλΟς και προσεκ~ικός. Αφού ο επaίτης ετελείωσεν, ο Σολωμός προχωρει σοβαρός κα;. παρακαλει τόν αυτοσχέδιον ποιητην να επαναλά6u τό ωραtον ποίημα, του οποίου εσώθη μόνον το δίστιχον:

Ο άγιος τάφος του Χριστού, εκείνος δεν εκάη Εκε( πού 6γαίνει τ'

1 Α γιο Φως, άλλη φωτιa δεν πάει.

Μόλις ετελείωσεν, ο Σολωμος συγκινημένος και με σο6αρότητα εtπεν

είς τόν οινοπώλην:

- Κέρασε όλους, όσο κρασt πιούνε απόψε εινε όλο δικό μου, έλα

αύριο σπίτι νά σε πληρώσω.

Και tφυγεν ενθουσιασμένος.

Ο Σολωμος π.άντοτε ~διδε χρήματα εις τόν πτωχον αυτον ραψωδόν.

Ο ζωγράφος κ. Σπυρίδων Π ελεκάσης έμαθε παριl του φίλου του Νικολάου Βολτέρρα κόμητος Χρυσο6έργη το εξής επεισόδιον.

Π υρκαϊΟ. έξερράγη εις την οικίαν εί!γενο'ός · ζακυνθίου ήτις απε· τεφρώθη. Επιτροπη iι:εριεφέρετο άκολού3ως προς σνλλογην εράνων διά τοος παθόντας εκ της πνρκαί:άς. Μέλος της επιτροπής ήτο καί ο ρηθείς

Βολτέρρας, φίλος τον ποιητοό.

Η επιτροπi} μετέ6η εις την οικίαν τοϋ ποιητού ζητούσα την σνν­

δρομήν του.

-Άνοιξε και πάρε όσα θέλεις, Νικολή μ®, λέγει ο ποιητής προς

τον Βολτέρρα.

- Επήρα, Ν ιόνιο μου, δεκαέξη τάλλαρα.

131

-Νικολή μου, δεν σού είπα νά μου πης πόσα 6ά πάρτις, σου 'πα να πάρτις όσα Μλεις.

Η σε6αστη δέσποινα Λαύρα Βολτέρρα το γένος Μελισσηνού, γραία υπερε6δομηκοντούτις, ήτις εγνώρισε τQν ποιητήν, μας εCπεν ότι συχνa ο ποιητης επεσχέπ•ε•ο •οvς γονεfς της και. με•έ6αινεν εις . 'tό πε­ριβόλι όπου εσ•έκετο έκθαμβος προ των ανθέ<ι>ν, τα οποία εθαύμaζε.

Εις τινα μέρη ήσαν φυτευμένοι ωριαίοι κρίνοι, και ενψ τους εθαύ­μαζε είπε: Είνε ωραίος στολισμός δια τάφον, για να φανερώσουν την αγνότητα της ψυχής τον πεθαμένου.

Η επιθυμία του έγινε, χωρlς να έχουν γνώσιν οι εκτελέσαντες αmήν.

Ο :Σπυρίδων Μελισσηνός ποιητης Κερκυραίος τφ 1860 έγραψε « .I Ο τε προ ενος έτους επορεvθημεν να επισχεφθώμεν τον τάφον του

Ποιητού μας, ο φύλαξ μας έδειξεν αυτόν, διακρινόμενον των άλλων μόνον wτΟ δύο κρίνων άτινα τον εσ•όλιζον. < Αν έλειπον και αντο(l ... .»

μας είπε ο απλούς άνθρωπο~ 1,

Η ρηθείσα αξιόλογος δέσποινα μας είπεν, 6τι ο ποιητής ήτο δρο­μεvς πρώτης δυνάμεως κατa την νεότητά του. Επήγαινε εις τον π ρό­δρομον και αυθημερόν εγύιnζε. Με μεγάλην ευκολίαν διέτρεχε πολλα χιλιόμετρα.

Ο ποιψijς επεθύμει να είνε πάντοτε ανενόχλητος. Οι φl.λοι του

έπρεπε να είνε της εκλογής του. Εις τον δρόμον δεν ήitελε να τον στα­

ματούν οι γνώριμοί του ουδ' οι φίλοι άνευ αιτίας. Και εις αυτσVς τους

χαιρετισμοVς σπαν(ως αντεχαιρέτα. Η ρηθείσ~ δέσποινα Λαύρα Βολ­

τέρρα μας διηγήθη το εξής: Ο σύζυγός της Δημήτριος Βολτέρρας ήτο

εις Κέρκυραν. Ήτο και αυτή. Ημέραν τινa ήσαν εις τον περlπατον και συνάντησαν τον ποιητήν, φ(λον οικογενειακόν. ·ο Βολτέρρας πρώτος αποκαλύπτεται χαιρετών τον ποιητήν, όστις τους εκύrταξε και σοβα­

ρώς επροχώρησε χωρiς να ανταποδώση τον χαιρετισμόν.

1. Πρ6λ. Τα. μV'ήμ.α.τα. ιπο, Σπtιρ. :Μελισσ'Ιjνοό. 1\'eρχύρ~ 1860. Όλον 'tO ΠΟ!'Ιj­μa. τοότο a.cpop~ τον Σολωμόν.

132

Μ k:Ab:ΨllMA'lΆ

Ί'ην επομένην ό ποιητfις 6λέπει τόν φίλτατόν του Βολτέρα καί

τον λέγει: - ΜCμη I δεν σου ε &τα που όταν -&έλω σέ χαιeετ&ω εγ<h ~ceΦτα;

τι μ' εχαιρέτησες χθές;

Η μήτηρ της, 6ταν ήτο άκόμη κόρη, σuνωμίλει ποτέ σοδαρώς και μυστικώς μετά τιν"ος συνομηλίκου της. Ο θείος, ό ποιητής, διερχόμε­

νος τυχαίως, είδεν αvτaς καί μετa πονηρού μειδιάματος εCπεν αμέσως:

Κοπελούλαις μου, που πάτε Και σuχνοκρυφομιλείτε; Σας παρακαλώ να πήτε Το τι λέτε σεις ή δυό!

Ο ποιητης ηγάπα πολv την τοποθεσίαν Στράνη -- όπου, ως γνω­

στόν, έγραψε καί τόν αθάνατον 'Τμνον - διότι εκεί έ6λεπε το ιδεώ­

δες του, την ωραιοτάτην Σωσσάνην άδελφfιν του Λοuδο6ίκοu Στράνη, κατόπιν σύζυγον τού Γεωργίου δε Ρώσση. Ητο έρως 6λως πλατωνι­

κός. · Ο ποιηηΊς δεν έτρΕψε συμπαθείας προς την σvζvγον τον αδελψο\ι

του Ρο6έρτου καί προς την πρώτην σvζυγον του άδελφού Δημητρίου.

Ο Φραγκίσκος Καρα6άνας, διδάσκαλος τής Φιλαρμονικής Κερκύ­

ρας και μαθητfις του . Μαντζάροu, έtsλεπε συχνa τόν Σολωμον εις του Μαντζάρου και συνώδευε τόν Μάντζαρον και -tον Σολωμον όταν επή­γαινον εις τον περίπατον. Ο Καραβάνας μας εlπεν 6τι ο ποιητfις επρό­

σεχε πολύ όταν ψωυε νά ομιλούν ελληνικa οί άνθρωποι τού λαού. Ηρέ­

σκετο εις τας εξοχaς να ομιλεί με χωρικούς, με τον σκοπον να ακούn λέ­

ξεις ,δια να τας αποθησαvρίζτι. Όταν ήκουε καμμίαν λέξιν, · την οποί­αν ενόμιζε νέαν η ποιητικήν, αν την ήκοvεν απο πτωχον διερχόμενον,

αμέσως έμενε και του έλεγε : - Τί είπες; ματαπές το. BRAYO, BELLA, BELLA. Και του

έδιδε τούλάχιστον δύο σελίνια.

Πολλάκις ό ποιητfις μετa του δεινού ιταλού φιλολόγου περιεφέρετο

δια να άποθησαυρίζτι λέξεις. Ο μέν ποιητfις εκuνήγα τάς ελληνικάς, ο

133

ΑΠΑΝΤΑ :ΣΟΛgΜοr

δε ιταλΟς φιλόλογος τας ιταλικaς λέξεις, διότι ως γνωστόν, ιδίως κατα

την εποχην εκείνην, εν Κερκύρ~ - εις την πόλιν - ήτο κοινη η ιτα~

λική.

Ο λόγιος δικηγόρος κ. Διονύσιος Δ&σης μας διηγήθη τό εξής άνέκδοτον, το οποίον ήκουσε από τον κερκυραίον Ι. Αγγελικόπουλον

πταισματοδίκην εν Ζακύνθφ προ ετών. Ο Αγγελικόπουλος μαθητής, νεώτατος, ήτο μετά τινων συμμαθη­

τών εις την Σπινιάδαν. Ο ποtητiJς με την συνή{)η σο6αρότητα διήρ­

χετο πλησίον των ~ μαθητών. Αίφνης σταματt'f και λέγει ι::ις τα παιδία: - Ο δίπαππος, ο τριίπαππος της μα'ίμούς, μαντέψατε ,εινε ποιός;

Ι:<-:πανέλα6ε τούτο τρίς. Οι μαθηταl τά είχαν κυριολεκτικώς χάσει καί έμενον σιωπηλοl και έκθαμ6οι.

Ο ποιητης προσέθεσεν iπειτα: - Όλοι ενωμένοι λέγετε: ο Λεοπόλδος Γιος.

Ο Λεοπόλδος JOSS 1~το γερμανος την πατρίδα, δικηγόρος δια­πρεπης εν Κερκύρ~, και ήτο καθηγητης του εμπορικού δικαίου εν τφ

Ιονίφ Π ανεπιστημίφ. · Ο Σολωμος έτρεφε αντιπά6ειαν προς τον γερ­

μανόν επιστήμονα διότι ήτο άσχημος. ~

Ο ποιητης επε{}ύμει νά εκτελήται πάσα διαταγή του και λογικη

επιθυμία του. Ο διχηγόρος κ. Νικόλαος Αρ6ανιτάκης Κόκκιαρης, γραμματεvς τωy εν Κερκύρq. Πρωτοδιχών, μας διηγήθη tά έξής: Πα­

ρ(χ τη οιχ~ έν1'tα εν Κερκύρ~ κατώκει ο ποιητής. ημέραν τινa είργ&­ζετο ένας λιθοτόμος. Τα κτυπήματα της σφύρας φο6ερa ήνόχλουν την

ησυχίαν του ποιητού μελετώντος. Δια τούτο πρόδαλε χαί παρα'Χ.άλεσε

τον λιθοτόμον νά μεταφέρη την εργασίαν μακρύτερα της οικίας του,

διότι τά κτυπήματα τον ηνόχλουν.

Ο λιθοτόμος άΠήντησεν αποτόμως :

- Ω αδερφέ, που θα φύγω αφ' τή δουλειό. μου για την ησν·

χία σου!

Ο ποιητης ερωτ~:

Απο που εlσαι;

134

- Απο τη Ζάκυνθο.

- Τό εκατάλα6α, επανέλα6εν ο ποιητής, απο την αύθάδειά σου.

Απο τον Μάντζαρον είχον ακούση το έξής χαρακτηριστικόν.

Ημέραν τινa εις συζήτησιν του ποιητού μετά τινος φίλου του, ο ποι:ητης εξεφράσθη κάπως ζωηριbς. Η συζήτησις ετελείωσε και οι φί­λοι απεχωρίσθησαν. Ο ποιητi]ς μετέ6η εις την οικίαν του δια να κοι­

μηθtJ. Ηλθεν η ώρα νά πλαγιάση, αλλ' αδύνατον να αποκοιμηθ'fι, διότι ενόμιζεν ότι η ζωηρa• συζήτησις θά ελύπησε τον φlλον. ενφ δεν έπeεπε

να τον λυΠήστι αδί·ιιώς. Ήτο αδύνατον νά άΠοκοιμη'3iJ απο τήν ίδέαν ταύτην. Εσηκώθη, ενεδύθη και μετέ6η εις την οικίαν του φίλου. Κυτ­

π~ την θύραν. Π ροδαίνει ή υπηρέτρια και ο ποιητης λέγει: - Ειπε του φίλου που τον θέλω δια νά του ζητήσω συμπάθειο. Ο φίλος συνεκινήθη και ό ποιητi]ς χαρούμενος lφυγεν.

Ο λόγιος δικηγόρος κ. Ναθαναi]λ Δομενεγίνης μας διηγήθη ότι ο

Σολωμος συχνa το εσπέρας μετέ6αινεν Είς την συναναστροφi)ν του πάπ­

που του, όπου εσύχναζεν ο Παύλος Μερκάτης και· ο ίατρος Διονύσιος

Ταλιαπιέρας. Διήρχοντο δε την 6ραδυa κάμνοντες αινίγματα ιταλιστί.

Ο Δομενεγίνης αντέγραφε τα καλλίτερα και ακόμη διαφυλάττουσιν αυτά.

οι εγγονοί του. Δυστυχώς δέν φέρουσι τα ονόματα, ώς μας εlπεν ο άνω

φίλος, και οmως άγνοούμεν ποια εινε εκείνα τα οποία έκαμεν ο ποιη­

τής. Ο Σολωμος ηρέσκετο εν Ζακ{ινθφ να αυτοσχεδιάζτι και νά λ{rn αινίγματα.

Ο Σολωμος ηγάπα όλα τα ωραία πράγματα, και μεγάλως ενεθου­

σιάζετο όπου και αν έ6λεπε το ωραίον.

Κι' αυτο το μικρότ.ατον λονλουδά-χι t)ρ-χει νά .-ον ένθουσιάστι.

Ημέραν . τι να μετa του αδελφού του Δημητρίου μετέ6η εις περί­

πα τον εις την Μπόχαλιν. Έξαφνα ωραιον γα·ίδουράκι τρέχει πηδών προς τον ποιητήν. Ο αδελφός του εφο6ήθη και προσεπάi)-ησε να διώ­ξτι το ζψον.

135

ΑΠΑΝ'l'Α ~OAQMQ).'

- Μη, λέγει ο ποιητής απα-Ιtέστατος. Και θέτει την χείρα εις τά

θυλάκι& του καtι δ(δει εις το ωραίΟν μικρόν ζώον γλυκίσματα. Άμα τά έφαγεν έΚ της παλάμης του ποιητού, το ζφον δεικνύον . χαρaν και πη­δών έψύγεν. Ο ποιητης ηγάπα τα ζΦα.

Ο ποιητi}ς μετέ6αινεν συχνa εις την Μπόχαλιν μόνος του κα~ εις

το ωραίον γα·ίδουράκι έδιδεν, οσάκις το έβλεπε, γλυκύσματα. Το ζΦΟν

τον εγνώριζε και άμα απο μακρΟ.ν έ6λεπε τον ποιητήν, χαρούμενον έτρε­χε δια να φάΎtΙ τα γλυκύσμα'tα.

0 ΠΟιητi}ς ως γνωστόν, πάντοτε είχε τα -ltuλάκιά 'tΟυ γεμάi'α ωtο

γλuκύσ~'tα δια τα μικρΟ. παιδία.

Γυμνος 'ς τον κόσμον εμπήκα, Γυμνος -&ε να ταφώ Ο κόσμος είνε ξένος Δεν εινε κανενος Διονύσιος Σολωμός.

Εν τ~ αρ. 40 των Παναθηναίων εδημοσιεύσαμεν επίγραμμα το οποίον απέστειλεν είς τον αδελφόν του, αλλΟ. απο τυπογραφικΟν λάθος

παρελείφθη ο τελευταίος στίχος, διο το αναδημοσιεύομεν πλήρες.

Η δευτέρα σύζυγος του αδελφοv 'tΟυ ποιητού Δημητρίου, γενο­

μένη μετέπειτα εις δεύτερον γάμον σύζυγος του Κοκκίδου καθηγητού

του εθνικού π ανεπιστημ(ου, μας διηγήθη τα εξής: Ο ποιητi}ς ήτο ανήρ συμπαθειών και aντιπαθειών. Όταν είχε

σχηματ(σει καλην ιδέαν περί τινος αν~ρώπου, ήτο αδύνατον να την χά-

Εμπ ι 'λ . ' ι Ο δ λ ι ι O'n. ιστευετο εuκο ως και ποσα χρηματων. α ε φος τον εις μα-

την του έλεγεν ό~ ο δεινα η 'δεινα είνε εύκολον να τον απατήσrι. Δεν έδιδεν ουδεμίαν σημασίαν εις τα χρήματα.

Η ιδία σεδαστi} δέσποινα μας διηγήθη ότι κατa την νύκτα του θανάτου του ποιητού, παρετηρήθη ποι.ά τις δελτf.ωσις.

Ο ασ{}ενt)ς την νύκτα εlχε διέλθη καλά, μάλιστα καθ' όλον το

136

"&ΙΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

διάστημα της συνήθους αγρυπνίας του εψαλλε ποίημα αυτοσχέδιον διά τον διδάσκαλον της παιδικής τον ηλικίας.

Την πρωίαν ο θάνατος αιφνιδίως τού άφήρεσε την πολύτιμον ζω" ήντον.

Η είδησις του θα,•άτου του απο στόματος εις στόμα διεδόθη ανa πά­

σαν τήV πόλιν. Τους πάvτας ελύπησε δννατa διότι εν Κερκύρq. ελα­τρεύετο.

Η Ιόνιος Βουλη άπΟ τής δεκάτης . της πρω'tας εlχεν αρχίσει την σuνεδρίασιν.

Εις τα πρακτικa Π}ς Βουλης άναγινώσκονται τα ~πόμεvα εν σε­λίδι 48:

Ο προσωρινος πρόεδρος διακόπτει επί εν τέταρτον της <δρας την συνεδρίασιν. Μετ' ου πολu ο προσωρινος πρόεδρος ανέλαβε την έδραν

αυτού και δακρυρροών ανήγγει.λε τη σuνελεύσει την κατa την στιγμην

ταύτην φθάσασαν λυπηρ(ιν είδησιν του θανάτου του μεγάλου ποιητού

του · Ιονίου, Διονυσίου Σολωμού. Π ροι; απόδειξιν της λίΙΠης, ην όλος ο

λαΟς της Επτανtiσου μέλλει να αισθανθι~ ένεκεν τοιούτου δυστυχήματος,

επρότεινε η Συνέλευσις διακόΨιl τας έργασίας τη~. :ι>Βα{}εία λύπη καταλαμβάνει την Σuνέλευσιν καί άπαν τό ακροα­

τήριον. Ο Κ. Μεταξας λέγει, ότι ο θάνατος .-οιί διασήμου ποιητού Οφfί­

λει νά θεωρηθiι ως εθνικον δυσηJχημα. Η Συνέλευσις συμμερίζεται την γνώμην ταύτην καί ομοφώνως παραδέχεται την πρότασι'' του προ­σωρινοο προέδρου. Προσέτι ο προσωρινος πρόεδρος προτείνει και

άπαντες παραδέχονται, ίνα οι εκλεχireντες αντιπρόσωποι συνέλθωσιν ομού κατa την ώραν της κηδείας και συνοδεύσωσι τόν νεκρόν.

:.Μετa ταύτα ο προσωρινος πρόεδρος απέλυσε τήν σννεδρίασιν,

όπως εξακολουθήση την προσεχή Δευτέ(Ιαν:ι>.

Ο πqοσωρινος πρόεδρος ήτο ο συγγραφεύς Αντώνιος Δάνδολος,

Κερκυραίος.

Εις τα «Παναθήναια» σuνεχίζομεν τiιν δημοσίευσιν σημειωμάτων,

τα οποία θα ε(νε χρήσιμα εις τον μέλλοντα 6ιογράφον του εθνικού μας

πσiητοv.

137

AIIANTA JJOΛΩMOr

Επl ενετοκρατίας ό πατηρ του ποιητού, τφ 1871, μετιl του αδελ. φού αυτού Σπυρίδωνος, έλαδε παριl της Κυδερνήσεως την μίσθωσιν

των δώδεκα φόρων τής νήσου Ζάκύνθου, αντl τσεκινίων χρυσ&ν 19. 722 κατ' έτος, επl εξ έτη, ήτοι από 6 · Ιουνίου 1792, έως 28 Μαίου 1798. 'Αμα εις την Επτάνησον αφίκοντο οι Δημσκρατικοl Γάλλοι, OL

αδελφοl Σολωμού έξηκολούθουν να είνε οι μισθωταl -εών φόρων.

Ο πατηρ του Σολωμού ήτο εν Ζακύν{Κρ πρόξενος της Π ρωσσίας.

Όταν η Επτάνησος Πολιτεία έλαδεν ανάγκην χρημάτων, ό Νι­

κόλαος :Σολωμος εδάνεισε την Κυδέρνησιν τάλληρα 4000.

Ο πατηρ του Σολωμού είχε αποκτήσει με τήν νόμιμον αυτού γυ­

ναίκα Μαρνέταν Κάκνη τά έξής τέκνα: Ελένην, γεννηθεlσαν τφ 17GG, η οποία μετ' ολίγον άπέitανε. Ροδέρτον, γεννηθέντα τφ 1767, οστις διέπρt:ψε, άΠέθανε δέ τψ 1832. Δημήτριον, γεννηθέντα τφ 1768, ο

ο οποίος απέθανε μετιl μήνας. Ελένην, γεννηθείσαν τφ 1769 καί συζευ­χθείσαν τη 21 Απριλίου 1789 τον Στυλιανόν Στρα6οπόδην. Ήσαν δε κουμπάροι εις τΟύς γάμους ο Π ρο6λεπτος Φραγκtσκος Μανολέσος, Γρα­δενιγος Μακρής, Αντώνιος Κομούτος, Αντώνιος Καπνίσης και Δράκος

Μελισσινός. Άνναν, γενννηθείσαν τφ 1774 και αποθανούσαν τριών

μηνών.

·ο :Σολωμός εtχε και τον ομομήτριον αδελφόν Δημήτριον 6στις

έδρασε σπουδαίως έπl Αγγλικής Προστασίας ως '*ταρχος, γερουσια­

στης και πρόεδρος της Γ~ρουσίας. Ανήκε.Υ εις τu κόμμα των κυδερ­νητικών, λεγόμενον κοινώς των καταχθονίων. -Εγεννήθη τφ 1801 και απέ-&ανε τφ 1883. Ο Σολωμος ηγάπα . τούς αδελφούς του, αλλ' είχεν

αντιπάθειαν μεγάλην δια τας συζύγους αυτών, δηλαδiι την σύζυγον του Ρο6έρτου και την του Δημητρίου, τας δποίας εσατύρισε. Αι σάτυραι

αύται σώζονται ανέκδοτοι. 1

Ό Λευκάδιος Άγγελος Καλκάνης, ο γνωστος διά πολλα έμμετρα και

1. Περ! Ροδέρτοu Σολωμού 6λέπε Π. Χιώτοu, Ιστορ!σ. τού loν!ou Κρά.τοu,. Τόμ. Α' σελ. 318, 423 χσ.ι 447. Περ! Δ'Ι)μ'Ι)τρ!οu Σολωμοu !5λέπε Π. Χιώτοu tνθοr. οr.νωτέρω κ?ιt ει, τον Α' κor.t Β' Τόμον. Μελέτ"Ι) π~ρι τοu πολιτικοό. /!(ου τοιJ Δ"Ι)μ"Ι)τρ!οt1 Σcλωμ.οiι δεν εγρciφ"Ι). Ήτο cir.ν'ljρ πεποιθ1jσεων στσ.θερών.

138

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

πεζ(ι έργα ιταλικa και ελληνικά, τη 26 Δεκεμ6ρίοv τοv έτους 1890 μου έγραψε τα εξής προς τοις άλλοις, απαντο>ν εις μίαν επιστολήν μουt δι' ης του εζήτοvν πληροφορίας περt των. εν Λευκάδι Ιταλών προσφύγων: « ... δι διαπρεπfις NANNUCCI, φιλόΜ>γος έξοχος διευθυντής τοv Λυκείου Λευ. κάδος, ... ένθα έμεινεν επι τέσσαρα έτη. Καίτοι ήμοvν μικρος τότε, ενθυ­μούμαι ότι Ύjτο εύφραδijς την ομιλίαν, προσηνiJς και φίλος φίλτατος του

αναδόχου μου ιππότου Π ετριτσοπούλοv, προέδρου τής Ιονίου Γερουσίας,

του θείου μου'Ιωάννου Ζαμπελίου του τραγικού και του κόμητος Δ. Σο­λωμο-ι), αγαπητού ηi οικογενε(q. μου, ο οποίος μ' έκραζεν Αvγού'λα, και

νομίζω ότι μ' εκ&λει ούτως ενεκα του ηπίου χαρακτήρος μου. Μάλιστα εν­

θυμούμαι ότι καta την πρωτοχρονwν του 1837, ο ανάδοχός μου εtχε προσ­καλέσει εις πολυτελες γεύμα τους φίλους του, εν οις καί ο Σολωμός. Α­

πήγγειλα εych μέγα μέρος του 'Τμνου του, τον οποίον, από τινων ήμε­

ρών, η μήτηρ μου με είχε 6ιάσει να μάθω εκ στήθους. Ο Σολωμος ευ­

ρίσκετο εν εκστάσει, μ' εφίλησε πολλάκις κα~ είπεν εις την μητέρα μου «η ΑυγfΥύλα θα γίνυ ποιητής». Τό ίδιον εσπέρας ο ΣολωμΟς μου έφερε γενναία δώρα, γλυκίσματα δηλαδή και ωραtα παιγνίδια α'ί6ασιλιάτικα.

Ήμοvν τότε οκτch ετών κα• έκτοτε ήμην προσφιλi}ς τφ Σολωμ4>. Μά­

λιστα όταν ανεχώρησα δ~α τήν · Ι ταλίαν την πρώτην φoQilν προς εκ­

παίδευσιν, μου έδωκε πατρικaς συμ6ουλ&ς. Άλλοτε θά σας εl.πω επει­

σόδια του 6ίου του ••• ».

Αμέσως του έγραψα νά μου διηγη*η ό,τι γνωρίζει περl του Σο­λωμού, και τη 10 Ιανουαρίου του 1891, ήτοι μετa 15 ημέρας μου απήν­

τησε τα εξής:

« ... Μου ζητείτε ανέκδοτα περl του βίου του Σολωμού. Ιδου αυ­

τά. Ο φCλος της οικογενείας μου Σολωμος είχε φωνi}ν περιπα{)ή εις το

τραγούδι, φωνfιν αργυρόηχον, γλυκυτάτην, άΠο τας φωνaς εκείνας, αι οποίαι ακούονται εις τον μαγικόν αιγιαλόν της Ζακύνθου. ·Άμα τού­

το εγένετο γνωστον εις την οικογένειάν μας, ο ανάδοχός μου και η μή­τηρ μου παρεκάλεσαν τον φίλον ποιητiιν να τραγουδήσυ τα ποιήματά ·

του. Συνήνεσεν υπό τον όρον να είναι παρόντα μόνον τά μέλη της οικο­γενείας. Δυστυχώς τούτο διεδόθη εις την Κ~κυραν, και η μήτηρ μοv

παρεκλήθη παρa παλλών κυριών . αι όποίαι επεθύμουν να άκούσωσιν ιlδοντα τον ποιητήν, αφου ήσαν της σvντροφιάς. Η μήτηρ μου συνήνε-

1. At επιστολσι.! εiνε -rρσι.μμtνσι.ι ι'tσι.λισ't!. Ο Κσι.λχ~νrις; ε(χε με-rσι.λεt'tέρσι.ν ευ­χολ!er.ν vot rpιiφη ιτι:ιιλι>ι<i, 8ι6τι ιοι,; τ·φ Ιτοtλ!οtν eieΠotteeόθη, χσι.ι η ι,;σι.λιχή 1j,;o τ6τε πολ~ εν χp~σεt εν · Επ,;σι.νήσφ.

139

ΑΙΙΑΝΊΆ .ΣΟΛQ:ΜΟf

σεν εις τας παρακλήσεις των, 1:ιπο τον όρον να μείνουν εις τον αντιθά­

λαμον χωρίς φως, διότι άλλοίμονον αν l6λεπεν ο ποιητής, ότι δεν ~με­

νε πιστη εις την δοΟείσαν αυτφ ύπόσχεσιν. Ο Σολώμός εφθασε χατά

το σύνηθες με άσπρα χειρόκτια, με άσπρον λαιμοδέτην καί με μελανον

φόρεμα, όλως ξυρισμένος, Υ.ατά το σύστημα της εποχής, εύθυμος περισ­

σότερον του συνι1θους. Εκάθησε καί εμειδίασε γλυκ.a ευρων την ησυ­χίαν την συμφωνηθε{σαν.

-Καλά, Μυλαίδη, τί επιθυμείτε να τραγουδήaω;

- Τήν Φαρμακωμένην.

Ο ποιητης ολίγον εμελαγχόλησε , αλλά δεν έχασε το θάρρος χαί

τjρχισε να τραγουδή. Φωνη γλυκειά , περιπα6ής, αργuρόηχος. Όλοι ή­με{}α εν εκστάσει. Εγω επανελάμ6ανα ο,τι ήγγιζε την καρδίαν μου, αν

και ήμην μικρος ακόμη . Έξαφνα η θύρα ήνοιξε: Αι κρυφθείσαι κυ­

ρίαι μεγάλως ενθουσιασθε{σαι απο το γλυκΟ τραγούδι, έκαμαν έφοδον δια να συγχαρούν τον ποιητήν.

Η πρώτη ήτις έκαμε την έφοδον, ήτο η κόμησσα Μ. Θεοτόκη. Ο ποιηη1ς εις την θέαν εκε(νην, αιργισμένος εσηκώθη, επήρε το

καπέλον του και έφυγε.

Απο την νύκτα εκείνην παρήλθαν τρεις μήνες και ο ποιητi]ς δεν

1)ρχετο εις την οικίαν μας.

Μάλιστα, όταν μας συνήντα εις την άμαξαν, ~ιας έστρεφε τα νώ~ τα του. E;."tt τέλους αι παρακλήσεις μου καt της μικράς αδελφής μου

Αγάθη; -κατόπιν κυρίας Γεντιλίνη - επανέφεραν τον Σολωμον εις

την οιχογένειάν μας και έκτοτε έξηκολούθησε νά είναι φίλος φιλτατος. Εις την συναναστροφήν μας έμενε.ν ευχαρίστως, αλλ' ανεχώρε-ι

μόλις έφθανε μiα κυρία.

Εις την Κέρκυραν εγιο ουδέποτε ήκουσα ερωτικον επεισόδιόν του. Συμπεραίνω _ότι δεν ηρέσκετο με τας γυναίκας . Όμως πολv ησθάνε-rο

τον πλατωνικον έρωτα, ό οποίος έχει περισσότερον πνεύμα παρfι. καρ­

δίαν. · ο τρογικος ποιητης Ιωάννης Ζαμπέλιος, γαμδρός του αναδό­χου μου ιππάτου π. π ε.τριτσόπούλου, ως στενος συγγενής, ')ρχε-rο

καθ' εσπέραν εις την οικίαν .. Ούτος ηγάπα πολiι τον Σολωμόν, μάλιστα τη ενέργειf/: του Ζαμπελίου είχε. ~ημοσιευθ{l δια του τύπου, το πρώτον, ο 'Ί'μνος ε.ις την ελευθε(Ιίαν.

Ο Σολωμος ήτο ευγενέστατος τους τρόπους και χρηστοήθης, ενφ

τουναντίον ό ποι't)της Ζαμπέλιος ήτο σ.πλο'\1ς τους τ(Ιόπους, ALLA BUONA, και ολίγον, δια να μη ε.ίπο πολύ, απρεπ{lς. Ο ανάδοχός μου c.υχαριστείτο i'α ερεθίζη τους δύο ποιητ<ίς. . &"tρόδαλλεν εις αuτouC;

140

ερωτήσεις. Ο Σολωμ.Ος πάντοτε ευγενιδς επραγματεύετο τά θέματα τά δοθέντα εν<{> ο Ζαμπέλιος τα επραγματεύετο άπρεπώς. Ο Σολωμος τον

έπέπληττε τότε δια τόν τρόπον του, έπαιρνε το καπέλο\ι του καί iφευγε''• ενφ ο Ζαμπέλιος έσκαζεν ctπo τα γέλια είς την πολυθρόναν του. · Ο Ζα­

μπέλιος όμως, την πρωtαν, προτού μετα6ή εις το ανι&τατον Συμβούλιον

της δικαιοσύνης, του οποίου ητο μέλος, μετέβαινε προς επίσκεψιν του

Σολωμού και εζήτει συγγνώμην, Καί έν είρήνη ποιητικώτατα έπινον την

τσοκολάταν των.

Ηγάπησεν ο Σολωμός:

Νομίζω ότι ε{χε συμπαθείας τότε δια μίαν κυρίαν Ζακυνθίαν, την

σύζυγον του Π λέσσα1 τότε γερουσιαστο'i'ι Ζακύνθου. Την εν3υμούμαι.

Δεν 1)το ωραία άλλ' Έ{χε τι ελκυστικόν, χλωμή, με κόμην μελανην ω;

ε6ενον, μέ μεγάλα μαύρα μάτια και αναλάμποντα. Νομίζω ότι αύτη του

ήγγισε την καρδ(αν ολιγον διότι, ενθυμούμαι ότι προς αύτην προσηλώ­

νετο μετa πολλού ενθουσιασμού, τό οποίον δεν έπραττε δια τας άλλας κυe(ας. Ο κόμης Σολωμος πολλα έγραψεν αλλa δεν είχε π(στιν εις τα γραφόμενά του, καί πολλa εξ αυτο'>ν έκαιε.

Ο κόμης Σολωμος ήτο ό τύπος του ευγενούς ανθρώπου, ομγον τι μισάνθρωπος. Τούτο διότι ήτο ποιητής, αρεσκόμενος εις την μοναξίαν.

Ηγάπα απο καρ-δίας, διόtι πράγματι ε(χε μεγάλην καρδίαν. Τότε εί­χον φθάσει εις την Κέρκυραν δύο Άγγλοι ίεραπό('Jτολοι. ·Ήτο η εορ­

τή του Αγ(ου Σπυρίδωνος. 01ιτοι έλα6ον το θράσος να προσβάλουν εν

πλήρει εκκλησί~ τον Άγιον. Q λαος εταράχθη μεγάλως, και επί τινας ημέ.ρας εγίνοντο αψατηραl σκηναl fλεταξv · του λαού και των στρατιω­τών. Ως καλιός γνωρίζετε, οι διαμαρτυρόμενοι ιερε(ς φορούν μαύρα,

με λενχόν περιλαίμιον ( COLE'Ί'TO). IδoiJ λοιπον τι συνέβη. Ο δια­.πρεπή; μαθηματικός Κοντούρης, εκ Κεφαλληνίας, ήτο ένας των στε­νών φίλων του ποιητοu μας Σολωμού, μάλιστα και τά απογεύματα έκα­

μναν ομού μακρυνοiις περιπάτους , αλλ' εν 6αθε(~ σιγή• Ο εις έσκέ­

πτετtl τας ποιήσεις του, ο δ' άλλος τούς κύκλους και τα τρίγωνα. Συνέ­

βη, κατa τας ταραχιίJδε:ις εκείνας ημέρας ανα6ρασμού, οι δύο φίλοι

να κ&μουν τον περίπατόν των εις τον Ποταμόν. Και οι δύο μαυροφο­

ρεμένοι με περιλαίμιον λευκόν. Οι χωρικοl του Ποτιtμού νομίζουν ότι

ε(ναι οι ιεραπόστολοι, οί περιφρονήσαντες τον Άγιον. Ο μαθηματι-, Ι , ξ λ 'θ 'Ο I I I κος και ο ποιητης έ υ οφορτω ησαν. ταν εγινε γνωστον, μεγιστη

UΠΙίt)ξεν η λύπη. Ο ποιητi]ς μείνας κλιν11ρης επί τινας ημέρας, εδέχετο

τας επισκέψεις των φίλων. Καλώς ενθυμούμαι ότι έλεγε;

- Κύριοί μου, δεν με έλύπησε το ξυλοκόπημα, λυπούμαι οτι μ'

\41

ΑΠΑΝΤΑ .ΣΟΛQΜΟr

εξέλαδαν ως ίεραπόστολον. Ο καλός μας διΜσκαλος Κοντούρης θά άργήστι να δώστι μαθήματα, διότι εις αύτόν περισσότερον ε6άρυνε τό

ξυλοκόπημα παρa ότι τον εξέλαδον ως ιεραπόστολον. Είχον συστήσει εις τον Σολωμόν τον ποιητην Ρεγάλδην, ο οποίος,

επιστρέψας εις τψ Λευκάδα μου tλεγε :

- Ο Σολωμος εtναι μέγιστος ποιητής, ιδίως τον εθαύμαζα, μετa

τα πολυτελή δείπνα του. Όταν άδειαζεν αυτος το ποτήρι της μαρσάλας,

εγω έμενα με το στόμα άνοικτόν δια νά ακούσω τας γλυκείας έκφράσει;

του, την σαφήνειαν καί τό gαθύ τών ιδε<f>ν του».

Ο Σολωμός, όταν ανέγνωσε τας μεσαιωνικΟ.ς μελέτας του Σπυρί­

δωνος Ζαμπελίου, είπε:

- Καλέ, τι έπαθε ο Σπύρος; ~ντυσε τον Έγελ με το φελόνι του

πwτά μας;

Τούτο ηκούσαμεν από τον Μάντζαρον καί από τον Φρεδ. Αλ6άναν.

Ο δυτικΟς ιερεύς, κανονικος Μ. Σουριάγας, σύγχρονος του Σο­

λωμού, ερωτηθεlς παρ' εμού τι γνωρίζει περl του ποιητού μας, μου

άΠήντησε τά εξής:

«0 Σολωμος περιεπάτει ποτέ με τον Σ.Μ., υπάλληλον του τυπο­

γραφείου της Κυ6ερνήσεως. Ένας Άγγλος κατέχων ανωτάτην θέσιν

έσταμάτησε τον Σολωμόν, και, μετa τας συνήθεις φιλοφρονήσεις, ηρώ­

τησε τίς ήτο ο παρακολουθών αυτόν, διότι ο Σολωμος δεν τον εtχε

παρουσιάσει, νομίζων 6τι τού ήτο γνωστός. Ο Σολωμος αμέσως απήν­

τησεν ιταλιστί:

-Ε LA I>IU INJ<'AME LINGUA CHE ESISTE SOTTO LA CAPP Α DEL CIELO : ε(ναι ή άτιμοτέρα γλώσσα που ύπάρχει

υπο τον ουρανόν.

Εχαιρετίσθησαν καί έφυγον. Ο Μ. ήτο εν Κερκύρ~ γνωστος ως

ο μεγαλείτερος κακολόγος· δια τούτο ο ειλικρινf)ς Σολωμος δέν εδίστα­

σε νά εmτι την αλήθειαν καί. ενώπιόν του, διότι ο Σολωμός είχεν aντι­

πά3ειαν προς την κακολογίαν. Κάποιος εlπεν ότι ο Σολωμος iπραξε

τούτο δια να ελευθερ'ωθfι απο την φιλίαν του, ή οποία του 'ήτο οχληρά.

142

ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ

Μεγάλη ήτο τι φιλlα τοv ΣολωμσU μετa του θωμαζαίογ ήσαν ως

δύο αδελφοί.

Δημοσιεύομεν μετάφρασιν αποσπάσματος επιστολής, του ποιητού -καί φιλέλληνος Ιταλού BESENGHI DEGLI UGHI γραφείσης εξ

Ιθάκης την 1 · Απριλίου του 1830, εξ ου μανθάνομεν ποία f.ργα καί

ποία ποιήματα ήθελε τότιο νά μελετήστι ό _Σολωμός. · Ιδού το απόσπα­σμα:

« ... Ο επιφανiις φίλος μου κόμης Σολωμός, ο Βύρων των χωρών τούτων, επιθυμεί παρά σον τά εξής έργα:

SCHLEGEL, ιστορίαν της παλαιάς καί νέας φιλολογίας κατa

μετάφρασιν τοίί AMBROSOLI. Λνρικa τον SCHILLER, εις ιταλικtΊν η γαλλικήν μετάφρασιν

εις πεζόν.

LA SPOSA DI MESSINA μεtάφρασιν του Μαφέη. CAMILLO PORZIO, iκδοσις η τ&U ΒΈΙ'τΟΝΙ η του SILVE-

STRI, κατ' αυτaς εκδοθείσα.

DEL DIALOGO Ε DELLO STILE του PALLAVICINI. Μετάφρασιν γερμανικιδν ποιήσεων του BELLATI είς τόμους δύο. Τα λυρικa του SCHILLER, κατa πρώτον. Και να είναι (ειξεύ-

ρω ότι είναι) εις πεζον γαλλιστt η ιταλιστί. Και εάν δέν τά έχετε, όπερ

δυνατόν, να τα ζητήσετε η καί να τα κλέψετε, αν θέλετε. ·Εν ενί wγφ,

καλέ μου Ο(tλανδίνη προσπαθήσετε να τά λά6ω δια του πρώτον ταχυ­

δρομείου~ Στέλλετε καί τον λογαριασμον αλλα νά εiναι χριστιανικός,

όπερ θα παρακινήσυ τον Σολωμόν, όστις iχει χρήματα, να σας κάμ:n και μεγαλειτέρας παραγγελίας. Δια του ιδίου ταχvδρομείο:ιι θ(i λά6ετε και

τα χρήματα:..

Ο BESENGHI DEGLI UGHI είχε γνωρίσει τον Σολωμον πο­λύ. ·Ο φιλέλλην ούτος περιηγήθη την Επτάνησον καί την λοιπiιν Ελλα­δα καί επολέμησεν υπέρ της ελληνικής ελευθiρίας.

Ο Αδόλφος GEMMA γράφει ότι ό Σολωμός έδημοσίευσεν εν

Πα6ίQ τφ 1823 την πρώτην συλλογήν των ποιημάτων του. Τόύtο είναι άνακρι6ές. Η πρώτη συλλογη των ποιημάτων του Σολωμοu εδημοσιεύ-

143

ΑΙΙΑΝτΑ ΣΟΛιnt:Οr

θη εν Κερκύρq. τφ 1823 υπΟ Λουδο6(κου Στράνη υπο τόν τ(τλον: RI­ME IMPROVISATE DAL NOBIL SIGNOR DIONISIO SA­I~AMON ZACINTIO. CORFU NELLA STAMPERIA DEL GO­YANO 1822, εις 8ον εκ σελίδων ;η. Είναι τριάντα Σονέττα. Τφ 1823 έγινε επίσης εν Κερκύρι_χ δεvτέρα έκδοσις.

Τπο τον τίτλον Ν ΟΖΖΕ ROSSI - Β ΟΖΖΟττΙ εδημοσιεύθη εν

Βενετί~ τφ 1877 υπο Γαετάνου Ρώση, πλήρες το ποίημα του Σολωμού ODE PER MESSA NOVELLA, μετa μικράς εισαγωγής ιαιι βιογρα­φίας; υπο του γνωστού Βελούδου. Η ωδη αύτη εiχε nmωθη ελλι.πη~ εί~ την κερκυραϊκijν έκδοσιν των Ευρισκομένων τού ποιητού.

Εις την πρόσοψιν της εν Οδφ Αρσενlου οικ(ας, εις ην απέ3ανεν

ο Σολωμός, ο Δήμος Κερκιιρα(ωv έ6εσε την εξής επιγραφήν:

-Εν τη οικ~ ταύτη τφ 1857 απέθανεν ο εν Ζακύνθφ μέν γεννη­~ίς, την 8ε Κέρκυραν ως ετέραν πα.fρίδα αγαπήσας καί επt μακρόν εν ταύτη διατρίψας, εθνικός ποιητης και τι1ς ελευθερίας υμνητης Διονύ­

σιος Σολω~.

144

Εις τα «Παναθήναιω c:tυνεχίζομεν την δημοσίευσιν σημει­ωμ&των, τα όΠοία θα εfναι χρήσιμα εις τον μlλλοντα τ()'Ι) εθνικο<ι

μας ποιητού 6ιογράφον .. Τα σημειώματα, τά οποία δημόσιεοομεν τώρα, προσθέτοvν γραμμaς νέας εις τον 6ίον του ποιητού. Οφεί­

λομεν χάριτας εις την παραδειγματικην ευγένειαν του αξιοτίμου

κόμητος Δημητρίου Λούντζη - Σόλωμού, όστις, άνευρων εις τα οικογενειακά του έγγραφα αρκετόν μέρος της αλληλογQαφ(ας του εθνικού μας ποιητού μtτa του άδελφού αυτο'\1 Δημητρlου και άλ­

λα aφορώντα τόV 6ίον του μεγάλου συγγενούς του, μας τα παρε­χώρησε προς μελέi-ην και δημοσίευσιν. Ευχαριστούμεν καί δημο­σ(Q. τον πολύτιμον φίλον μας.

Δυστυχώς, ο Σολωμός, οσ:άκις έγραφε προς τον αδελφόν του απόρρητα, του παρήγγελλε να καύσn τας επιστολάς του, μετa την

ανάγνωσιν. Το αύτό Ε'πραττε καί ο ίδιος οσάκις ελάμ6ανεν btι­

στολάς, αι οπο(αι ενόμιζεν ότι έπρεπε να κα<bσι. Τόσον ήτο προ­

φυλακτικός, ώστε, μετa συνεννόησιν μετa του <tδελφο{ι του, πρό-

ΜΕΛΕΤΗΜΑ'lΆ

σωπά τινα, Κατa την αλληλογρ-αφίαν, ως Ο αναγνώστΙjς θa ίδη

κατωτέρφ, κρυπτογραφικώς καλεί ο ποιητής, γάττα, μπάρμπα,

κατσίδι κλ. Και ανταί αι απλαί επιστολαί του δέν επεθύμει να παραπέσοvν. Διο ο αδελφός του εις επιστολην της 11 Αυγο-ύστου

του 1835 του γράφει οτι εκτελεί την παραγγελίαν της καταστρο­φής των επιστολών, όσαι περιείχον απόρρητα και ότι αι άλλαι

επιστολαί εσφραγισμέναι διαφυλλάττονται μνστικώτατα.

Εφοδείτο ενίοτε μήπως εις το ταχυδρομείον παρεδιάζετο

αι επιστολαί τον η εξηφανίζοντο. Ως προς τούτο ο αδελφός του εις τινα επιστολήν του τον καθησύχαζε και τον επιϋεδαίωνεν ότι

ο ίδιος «Πάντοτε παρευρίσκετο εντος του ταχυδρομείου οσάκις ο ταχυδρομικΟς σάκκος μετέϋαινεν εις το ταχυδρομείον και παρευ­

ρίσκετο εις την διαλογην όπως λά6η αμέσως την αλληΛ.ογραφίαν

τον». Σημειωτέον ότι ο αδελφός του ήτο ρέκτης, φιλόπονος και

ένεκα της προσωπικότητος αύτού ηδύνατο παντού να παρευρεθΏ. 'Ητο πολιτευόμενος, αρχηγός του εν Ζακύνθφ κυδερνητικού κόμ­

ματος. Τπηρξεν 'Τπαρχος. ΓερουσιαστΎjς κα•, πρόεδρος της Γε­

ρουσίας.

Εφο6είτο ο ποιητijς την περιπλάνησιν των επιστολών, διό­

τι ήτο κατα πολv λεπτός, προφνλακτικος και δεν ήθελε να παρε­

ξηγηθiι ποτέ. Είχε μεγάλην πείραν των ανθρώπων, διότι ήτο και

ΨVΧ,ολόγος. Είχε μεγάλο θάρρος. Περιεφρόνει εκείνους οίτινες ησαν dξιοι περιφρονήσεως. Εφοϋειτο πολυ τους ραδιούργους,

τους μοχθηρούς, τους κόλακας και τους ιδιοτελείς' προσεπάθει δε να μη δώσ.ο αφορμaς εις τας μαύρας ψυχάς. Είχεν αντιπάθειαν

προς τοvς φιλαργύρους. Ταύτα αποδεικνύουσιν αι διασωθε(σαι επιστολαί του και εκείναι που απευ{}ύνονται προς αυτόν.

Εις την αλληλογραφίαν ο ποιητης ·ιετεχειρίζετο το γρηγορια­

νον ημερολόγιον. Έγραφεν εις ό,τι χαρτt ε(χεν ενώπιόν του. Ως

ο αναγνώστης θα ίδη Ης πολλας επιστολάς, δεν έθετε την ημε­

ρομηνίαν η το έτος. Αι πλείσται είναι γραμμέναι εν 6(~. Μετε­

χειρίζετο 6ουλοκέρι. Αι περισσότεραι είναι σφραγισμέναι με

σφραγίδα φέρουσαν τα οικόσημα της κομητείας του. Ο ποιητΎjς επροτ(μα το ταχυδρομείον. Μόνον οσάκις εύρισκε πρόσωπον απο­

λύτον εμπι.στοσόνης, τας ενεπιστεύετο εις αύτο δια να δοθούν εις

τας ιδ(αι; χειραι; του άδελφ&ό η φίλων.

Εκ των επιστολών του αδελφού του δημοσιεύομεν αποσπά­

σματα η επιτομήν, οσάκις i.χovv ιστοιιικην αξίαν.

145

AIIANTA ΣΟΛωΙΟr

Τaς εvρεθείσας ταvtας επιστολας του ποιητού δημοσιεύομεν χρονολογικ&ς εν μεταφράσει διότι (γραφε πάντοτε ίταλι.χά. Πολ­λάκις παρεμ6άλλομεν γεγονότα άφοQ{Οντα τον 6ίον του ποιητού.

Ta νέα ταύτα σημειώματα διαιρούμεν εις δύο. Το πρώτον αφορq. τον εν Ζακύνθφ 6ίον, το δεVτερον τον εν Κερκ~.

Α'

Τφ 1818 ο Σολωμός ήτο τριετής του εν Πα6ίq Πανεπιστημίου. και πρtν η συμπληρώσn τό έτος, επανηλθεν εις τήν Ζάκννθον καί οό­

τως ούτε τάς νομι~ς μελέ.τας έτελείωσεν, ούτε ποτέ έφρόντιζε περί δι­

πλώματος. -, Αχρηστον δι' αυτον ήτο.

:Ερχόμενος εις την Ζάκννθον ό ποιητής λεπτομερώς iμαθε τά της

Φιλι11.ής Έταιρείας .ότι συνήρχοντο είς την προς το Ψήλωμα εκκλησίαν του Αγίου Γεωργίου του οΙκου Λατίνου και συνεσκέπτοντο περί τής

ελευθερώσεως της δούλης πατρίδος. · Ηιtέλησε και αυτος νά γίνυ Φι­λικός. Είς τον θείον τούτον ναον τον οδηγεί ο Ν. Καλwας· τήν μύη­

σιν λαμ6άνει ιiπο τόν Φ. Καρ6ελαν, και ενώπιον το-ϋ άομμάτου ίερέως

Α. Αργυροπούλου, ορκίζεται εις τήν εικόνα του Τριμόρφου η οποία

σώζεται.

Εις την Ζάκυνθον ο Σολωμος εξηκολούθησε τάς φιλολογικaς και φιλοσοφικάς του μελέτας. Εγνώριζεν όλίγα έλληνικά, τα Οποία ε(χε μάθει προ της άναχωρήσεώς του διά την ·Ι ταλίαν άΠό τον παιδαγωγον

ίερέα Νικόλαον Κασψάτην και απο τον Αντώνιον Μαρτελάον, άγα­

πητον της εποχής εκείνης διδάσκαλον. Επιστρέψας είς την Ζάκννθον ηθέλησε να μάθυ και τα <iρχα(α ελληνικά· διό Ελα6εν <1>ς διδάσκαλον

τόν εξ Ιθάκης Αναστάσιον Καρα6ίαν, διδάσκοντα είς την δημοσίαν

λ ' Ζ _ι ___ Q. Ο ' - ' 1 I<'~ Λ 1 ζ ' σχο ην ακvvυου: γνωστος ιστορ-ικος -'-"\'μαννος ουντ :ης, οστις

ύπήρξε μαθητης -του Καρα6ία, γράφει ότι ο Ι-ιtακήσως ού-τος διδάσκα­λος ήτο μεταξύ των σχολαστικών σχολαστικώτατος. Όμως fιτο έκ των νεωτεριζόντων. Ε(χεν αφαιρέσει απο τας εξηγήσεις την πολυλεξίαν.

Μετεχειρίζετο τήν γραμματικi]ν του Κούμα.

146

Ο :Σολωμός, όπως δήποτε ωφελήθη. Ο σύγχρονος αυτού Γεώρ­

γιος Καν&λης, γρ&φει &τι απο του στόματος του Καραβία ήκουσε ότι ο ποιητής μας εμελέτησε τους 'Ελληνας ποιητaς ~ι ιστοeικούς, ότι μετa

ενθουσιασμσύ ανεγίνωσκε κατ' επανάληψιν τον Πλάτωνα ~ι τον θου­κυδιδην.

Ο Σολωμός ηρέσκετο είς την μελέτην του Βασιλε(ου καί του Χρυ­

σοστόμου ιδίως. Και άλλους πατέρας ανεγίνωσκε. Πολλάκις ανέγνωσε

την Παλαtttν και Νέαν Διαθήκην. Ηρέσκετο εις την αποστήθισιν των Ψαλμο>ν του Δαυίδ, τών θρήνων του Ιερεμ(ου, των Δοκιμασιών του Ιώ6, και του Άσματος Ασμάτων.

Ο Σολωμος έμαθεν απο Ι ταλΟ'uς σοφο\ις την μεγάλην σημασία ν της λαογραφίας. Επρόσεχεν οσάκις ο λαός ωμίλει. Με προσοχi}ν περι­

συνέλεγε δημοτικ(χ τραγούδια. Τφ 1822, ως τοίς πάσι γνωστόν, αφ(κετο εις Ζάκυνθον ο Σπυρίδων Τρικούπης, οστις του ει'.πεν &τι ο πeοορισμός του ήτο νά γίντι θεμελιωτi]ς νέας φιλολογίας της Ελλάδος. Τπrjρξε

προφήτης.

Λαδων θάρρος ο ποιητi}ς εξηκολούθησεν, ώς γνωστόν, την μελέ­

την της ζωντανής γλώό'σης, 6οηθοίιμενος άπο τον ίδιον τόν Τρικούπην.

Αί φιλολογικαί, ούτως είΠείν, συναναστροφαί, κατa τας οποίας ο

ποιητi}ς αυτοσχεδίαζε, εγίνοντο εις την οικίαν του και είς τάς οiκία;

του Λούντζη, τοϋ Δ. Π ελεκάση, τού Ταγιαπιέρα, του Π. Μερκάτη, του

Στράνη και Ν. Δομενεγίνη. Τα προσφιλέστερα μέρη δι' αυτόν ήσαν :Στου Στράνη, ένθα διέ­

μενε τον περισσότερον καιρόν και έγραψε τον αθάνατον 'Τμνον, 1 η

τοποθεσία του Δα6ία, την οποίαν ύμνησε με δύο ίταλικa σοννέτα και η

παρα τu Λαγκά&z. ~ξωθεν της πόλεως εκκλησία της -Αγίας Τριάδος με

την ποιητικi}ν περγουλιάν. Όταν μετέ6αινεν εις του Δα6ία -κτήμα του Δομενεγίτη, οικογενειακού φίλου-- διέμενεν αρκετaς ημέρας. Εις

δε την Άγίαν Τριάδα χάριν περιπάτου συχνότατα επήγαινε _ με εκλε­

κτούς φίλους, ιδιω<; με τον λόγιον Παύλον Μερκάτην. Εδώ ο ποιητi}ς

ε-όρισκε την ησυχίαν· το ομολογει είς το σοννέτο τούτο, προς τον Μερ­κάτην, ό ίδιος. Το μεταφράζομεν.

1. Ο σεισμό~: τοιι 1893 κσιτιστρaψs 't'tjν ιστορικijν_ οικ!σιν ένθσι ο 'tμνοι; eyρciφη. Eox'l)~ έρyον θα. 'ήτο σ.ν ο Δ~μο' όψώσ'!) εκεί στήληΙΙ aηλούσσιΙΙ το yεyο116ς;. Οότως; οι κσιτdr. κσιιρόν σέμπροι θdr. '1\εειιρον δτι ό τ6πος; εχε{νος; ι!χeι c:ti!coν χοr.ι δέ11 θι;; aιώ;οιιν ποτέ τοιι, μετci tεpoιJ ζ'r'/λΟιJ tπtσκεπτόμενοιιι; et\IOtι\;, 6>~ κσιμ!α. φορdr. σιιμ6σι!νει.

147

AllANTA ΣO.WMOr

«:Ελαφρο φλίφλισμα απο τρνφερο κλαράκι, που φιλάει τον τοίχο του ωραίου ναού, φλοίσ6ισμα ρυακιού, ΠΟύ ωτο τά ύφη της , ραχης ρέει

για νά δροσίσn.

Φαίνεται ότι ή 6ασανισμένη ψνχή τρέφεται απο τα άγια πράγμα­τα κι' ότι Μ' τήν πρασινάδα κι' απο το τρεμουλιαστο ρυάκι, την αρπά­

ζει και την φέρει στόν ουρανόt όπου ε(ναι ή σωτηρία. Σε το&tο τον τόπο, όπου 6ασιλεύει ή ησυχία, ίσως γιατt ή θρη­

σκεία γύρω τριγυρίζει, κάνει σκεφτικΟ κάθε θνητο νου. Συ, λοιπον 1 άνοιξε τα χείλη σε νέο &iμα. Δεν ξέρω αν το μάτι

ί-:δώ ξανοίγει το νου πού φο6ε(ται, η το χέρι που τρέμει».

Είς τας συναναστροφaς ο ποιητής ήτο μελαγχολικΟς και σκυθρω­πος οσάκις 1Ίκουε τα συνή-8η μωρολογήματα· αλλ' όταν ο λόγος ήτο

περl. σπουδαίων αντικειμένων, αμέσως εγίνετο εύγλωττος, {}αυμαστός,

ζωηρος και η μεγαλοφυ'ία αυτού εσπινθηροδόλει. Απέφευγε τας κακο­λογίας και τα επικίνδυνα αστεία. Εvχαριστείτο εις τά άθώα καί α6λα6ή

αστεία, και ταύτα εις στενον κύκλον.

Εις τας συναναστροφας λογίων ήτο {}είος. Τότε αυτοσχεδίαζε σον­νέτα, ως επt το πλείστον με ρίμες υποχρεωτικες (RIME OBBLIGA­'ΓE). Ένας επιστήθιος τού ποιητού φίλος, ο ιατροφιλόσοφος Διονύσιος Ταγιαπιέρας, ε6ε6αίωνεν ότι άμα εδίδοντο εις τον ποιητf)ν υποχρεω­

τικες ρίζες, επt του χάρτου η γραφlς έτρεχε μετa θαυμαστης ταχύτη­

τος και πολλάκις με τας αυτας εκείνας υποχρεωτικας ρίμας ·αντοσχε­

δίαζε Μο σοννέτα άντιθέτου θέματος. Δυστυχώς τα πλεtστα απωλέσθη­

σαν, διότι, ούδεtς των συγχρόνων τα περιέσωσε, η αν τις τά εφύλαττε,

επειδη ο Σολωμος δεν τα ύπέγραφε, θά σώζωνται άνωνύμως. Επίσης

αυτοσχεδίαζε χωρlς να γράφη. Ο κύριος Δημήτριος Λούντζης Σολω­

μος κατέχει πολύτιμον 6ιδλίον περιέχον τεσσαράκοντα τέσσαρα σοννέ­

τα. Είναι είδος συναγωνισμού μεταξ\ι τον Σολωμο~ καί του Ιωάννο"

Λο~ντζη. Δυστυχώς ό αντιγράψας αυτa .δεν εσημείωσε ποια ε(ναι του

ποιητού μας, καί ποια τον Λούντζη. Ανέγνωμεν αυτά, άλλα δεν τολ­μώμεν να δημοσιεύσωμεοq εκείνα, τα οποία νομίζομεν ότι είναι του Σο­

λωμού.

Ο Λούντζης ούτος ήτο ανηρ> γραμμάτων, κάτοχος της ιταλικής.

1. Τόν llιχυλον Μeρχctτrιν, 6στι, tγρσ.φε χσ.ι ποι'ήμσ.τσ. χσ.ι fιτο το ctxρ('J'I θεοσε6Υj'ό μέχρι q:>σtνοιτισμοd μιtλιστσι.

14Χ

JΊ[ΕΑΕΤΗΜΑΊΆ

Προς τοις άλλοις μετέφρασε και τον ''fμνον εις η)ν Ελευ~ρίαν ιτα­λιστί, κα~ η μετάφρασις σώζεται ανέκδοτος παρa .τφ κ. Δημητρίφ

Λο~τζΌ Σολωμφ.

Εκτος των σονέττων αυτοσχεδίαζε δίστιχα, τετράστιχα όταν έ-

6λεΠέ τι προσφιλες αvτφ, η ήκουε κάτι, η συνέ6αινέ τι. · Ενίοτε αντα τα έγραφεν ο ίδιος εις τεμάχια χάρτου ή έξωφύλλου 6ι6λίου, η τα ε­

γραφον οι οικεlοι του. Εκ i:ούτων πολλa απωλέσθησαν η παρέπεσαν,

· και κατa καιρούς, τυχαίως ευρίσκονται. Εδημοσιεύσαμεν άλλοτε εις τα π θ , ' ' ' . « ανα ηναια» τοιαυτα μικρα ποιηματα.

Εσχάτως ο πεφιλημένος ημίν κ. Δημήτριός Λο~τζης ευηρεστήθη

να μας κάμη γνωστa τα εξής, τα οποlα ανεύρεν:

-Αγάπα για να ζήσεις,

Ζήσε για ν' αγαπάς.

Σημειωτέον ότι ενίοτε ο ποιηη1ς εκ γνωστού aποφθέγματος έκαμνε

δίστιχον. IδoiJ τώρα και τι να ιταλικά, τα οποία και μεταφράζομεν:

Μετάφρασις : «Το κου6άρι»

<<Σε δροσάτο aπριλιάτικο αέρι, η Φίλιδα εμάζωνε άσπρο γνέμα­

κ' έκανε κου6άρια. Εκείνα πότε ξεφεύγανε μακρυά της, πότε εσφίγ­

γοντο στα χέρια της. Α! να μην είμαι 'γ<b έκειο τό κουδάρι I Ποτέ μου δε 1'tά της ή­

μουνα άγροικος καί Οε να εστριμονόμουνα πάντα κοντά της».

« Ο Τιθωνος κ' η Αvγtν~

«Καθ<bς την παμπάλαιη 6ελανιδιιl περικυκλώνει ο πράσινος κισ­

σός, έτσι η χαριτωμένη Αυγο1J"ΜJ. αγκαλιάζει τον τιθωνό της.

Μονάχα κρ-ί'<Χ φιλιa πλημμvρίζουνε το όμορφό της πρόσωπο. Μπο­

ρούσε να τον ξανανιώσΌ εκείνη, που ξανανιώνει την ημέρα».

149