Post on 06-Aug-2015
Σχέδιο | | | ΚΠρογράμματος του Κόμματος της Εργατικής Τάξης
ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΟΛΩΝ ΤΟΝ ΧΩΡΟΝ ΕΝΩΘΕΙΤΕ
Μαρξιστική Λενινισηκη ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΣΑΚΕ
ΤΕΥΧΟΣ 7 ΜΑΗΣ 1993
Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν ΑΣΧΟΛΙΑ Της Σύνταξης: Νέο ξεκίνημα
ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ
Εισαγωγικό σημείωμα της ΚΕ της ΣΑΚΕI. Γενικό μέρος του ΠρογράμματοςII. Ο ελληνικός καπιταλιστικός σχηματισμόςIII. Η Λαϊκή - Σοσιαλιστική Δημοκρατία
7112850
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Πέτρος Γιώτης: Το μέσο επίπεδο ανάπτυξηςτου ελληνικού καπιταλισμού και ολαικοδημοκρατικός - σοσιαλιστικός χαρακτήραςτης επανάστασης 71Τάκης Κολοκούρης: Αναφορά στην ταξικήαντίθεση και οριοθέτηση 84Γεράσιμος Λιόντος: Τι σχολείο θέλουμε 92
Δημήτρης Γληνός: Ποιοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά στους νέους 103
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ • Η κρίση του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, η αναγκαιότητα της ρήξης και ηταξική ανασυγκρότηση 107• Μια πολεμική με τις μαοϊκές οργανώσεις 117
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ Τάκης Καλλιανιώτης: Τα Βαλκάνια και οι αντιθέσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος 124
ΙΙΠΟΦΙ̂ ΙΡΙΙτΙΙΒτ]ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
__________ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΣΑΚΕ________ΔΙΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΕΚΔΟΤΗΣ: Πέτρος Γιώτης, Καποδιστρίου 12, 2ος όροφος, Τηλ. 3641007, FAX 3646107. ΕΚΤΥΠΩΣΗ: Σταμάτης Κορδιστός, Σπετσών 4, Νέα Λιόσια, Τηλ. 2638283. ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ-ΕΜΒΑΣΜΑΤΑ: Πέτρος Γιώτης, Καποδιστρίου 12, 106 82, Αθήνα.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΟΛΙΑ
CONTENTSCOMMENTARY
Editorial: A Fresh Start
A DRAFT PROGRAMME FOR THE PARTY OF THE WORKING CLASS
• An Introductary Note from thw CC of the SAKEI. The General Part of thw ProgrammII. Greek Capitalist FormationIII. People's - Socialist Democracy
A DEBATE ON THE DRAFT PROGRAMME
Petros Yotis: The intermediate level of development of Greek capitalism and the people's-democratic socialist character of revolution
Takis Kolokouris: A reference to class antagonisms and their delimiting Yerassimos Liondos: The kind of school we want
Dimitris Glinos: New perspectives for our young people
WORKERS’ MOVEMENT
• The crisis of the bourgeois bureaucratic trade-unions, the necessity of rupture with them and class reconstruction• A polemic against the maoist organizations
OUR EPOCH
Takis Kalianotis: The Balkans and the antagonism of the world capitalist system
m m m wTHEORETICAL AND POLITICAL JOURNAL
ORGAN OP THE CC OF THE SAKE
12 Kapodistriou str. - 106 82 ATHENS - GREECE TEL. and FAX 3641007
Ι ϋ Ι Ι ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΟΛΙΑ
της Σύνταξης £d
Νέο ξεκίνημαέρασε αχρφώς ένας χρόνος από την κυκλοφορία του προηγούμενου τεύχους της Μ ΑΛΕΉ . Μέσα σ' αυτό το χρόνο δεν μπορέσαμε να κρατήσουμε την υπόσχεσή
μας για ταχτική έκδοση του περιοδικού, που είχε δοθεί και από την 4η Συνδιάσκεψη της ΣΑ Κ Ε, το καλοκαίρι του 1992.
Η απάντηση στο «γιατί αυτή η καθυστέρηση?» βρίσκεται στο τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας. Ηταν η απασχόληση του Ιδεολογικού Τμήματος της Κ Ε της Σ Α Κ Ε με την εκπόνηση του Σχεδίου Προγράμματος του Κόμματος της Εργατικής Τάξης. Δουλειά που με τις δυσκολίες που παρουσίασε και με την ένταση που απαίτησε δεν επέτρεψε την έκδοση του περιοδικού. Και όπως κατ' επανάληψη έχουμε δηλώσει, εκείνο που ποτέ δεν πρόκειται να προδώσουμε είναι το επιστημονικό επίπεδο της Μ Α ΛΕΠ . Προτιμήσαμε λοιπόν να υποστούμε τα επικριτικά σχόλια των αναγνωστών μας, παρά να προχωρήσουμε σε εκδόσεις πρόχειρων τευχών, με Θέματα που δεν Θα είχαν γίνει αντικείμενο σοβαρής μελέτης και βαθειάς επεξεργασίας. Προτιμήσαμε να αφήσουμε αδημοσίευτες κάποιες αναλύσεις πάνω σε επίκαιρα ζητήματα, που ήταν έτοιμες, ή να τις δουλέψουμε για δεύτερη φορά, επειδή δεν συγκεντρωνόταν η ύλη για μια πλήρη έκδοση του περιοδικού.
Η έκδοση του τεύχους που κρατάτε στα χέρια σας είναι από κάθε άποψη ένας σταθμός στην εκδοτική προσπάθεια του περιοδικού μας. Οχι μόνο γιατί δημοσιεύει ένα τόσο σημαντικό ντοκουμέντο, όπως είναι το σχέδιο προγράμματος του κόμματος. Αλλά και γιατί σηματοδοτεί ένα καινούργιο ξεκίνημα της Μ Α ΛΕΠ . Η ολοκλήρωση του σχεδίου προγράμματος έχει στη βάση της έναν τεράστιο όγκο θεωρητική; δουλειάς, δημοσιευμένης και αδημοσίευτης. Αυτή η δουλειά μας έχει πάει πολλά βήματα μπροστά, σε σχέση με το σημείο που βρισκόμασταν ακόμα και πριν ένα χρόνο. Και αποτελεί ταυτόχρονα βάση για την ταχτική έκδοση του περιοδικού από δω και πέρα και εφαλτήριο για εκτίναξη σε ύψη ανώτερη; ποιότητας στο περιεχόμενο της αρθρογραφίας του.
Η Συζήτηση πάνω στο σχέδιο προγράμματος
ανοίγει ήδη απ' αυτό το τεύχος. Ελπίζουμε ότι από το επόμενο θα έχουμε περισσότερα άρθρα για δημοσίευση, από συντρόφους που ο χώρος του «Οχτωβρη» δεν θα είναι αρκετός για να φιλοξενήσει τις απόψεις τους. Μέσα στο σχέδιο προγράμματος υπάρχουν ζητήματα που «σηκώνουν» ολόκληρες μονογραφίες και που έτσι κι αλλιώς θα εξακολουθήσουν να τροφοδοτούν τις θεωρητικές μας συζητήσεις, ακόμη και μετά το ιδρυτικό συνέδριο του κόμματος.
Στο χρόνο που μεσολάβησε από την έκδοση του προηγούμενου τεύχους έγιναν πολλά και στην Ελλάδα και στον κόσμο. Ο χαρακτήρας αυτού του τεύχους δεν μας επέτρεψε να ασχοληθούμε με αυτά τα τόσο σοβαρό ζητήματα της εσωτερικής και διεθνούς επικαιρότητας, επιχειρώντας τις θεωρητικές γενικεύσεις, που είναι γνωστές στους αναγνώστες από τα προηγούμενα τεύχη του περιοδικού. Δημοσιεύουμε μόνο μια ανάλυση για τις πρόσφατες εξελίξεις στα Βαλκάνια. Σύντομα όμως, το Φθινόπωρο, που θα κυκλοφορήσει το όγδοο τεύχος, η Μ Α ΛΕΠ θα αποχτήσει ξανά την επαφή της με τη ζέουσα επικαιρότητα. Οι παράγραφοι που ακολουθούν καταγράφουν απλώς, με τη μορφή τίτλων, τις σημαντικότερες από τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις.
Η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος οξύνθηκε ακόμη περισσότερο και η διαπλοκή της με την κυκλική οικονομική κρίση δημιούργησε εκρηκτική κατάσταση σ' όλες τις καπιταλιστικές οικονομίες και έφερε ακόμη πιο καταστροφικές συνέπειες για το προλεταριάτο και τους λαούς όλου του κόσμου.
Ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, που απειλεί να σπάσει τα σύνορα του πρώην ομοσπονδιακού κρότους και να γίνει βαλκανικός και παγκόσμιος, αποτελεί την πιο παραστατική επιβεβαίωση της όξυνσης όλων των αντιθέσεων του παγκόσμιου καπιταλισμού, που οδηγούν σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους και έκρηξη προλεταριακών επαναστάσεων.
Στην Ελλάδα, βάθυνε η οικονομική και πολιτική κρίση. Οι εκτιμήσεις που περιέχονταν στο άρθρο
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 3
ΣΧΟΛΙΑ
«Πολιτική κρίση και επαναστατική απάντηση», που δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο τεύχος της Μ Α ΛΕΠ , επιβεβαιώθηκαν. Οι τάσεις έχουν δια φανεί καθαρά και αδιαμφισβήτητα. Ο ελληνικός καπιταλισμός βυθίζεται όλο και πιο βαθειά στην οικονομική κρίση και η αστική τάξη εντείνει τους ρυθμούς της συντηρητικής ανασυγκρότησης, σαρώνοντας σαν χιονιστιβάδα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα και καταχτήσεις.
Τα αστικά πολιτικά κόμματα, κάτω από την απειλή της λαϊκής εξέγερσης, στην οποία οδηγεί η συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, απειλή της οποίος προανακρούσματα αποτέλεσαν η μαχητική απεργία των εργατών της ΕΑ Σ και το νέο κύμα μαθητικών καταλήψεων, επιτίθενται το ένα ενάντια στο άλλο, αναζητώντας διέξοδο που θα επιτρέψει στο σύστημα να αιχμαλωτίσει τη λαϊκή διαμαρτυρία και να αποτρέψει τη μετατροπή της σε μαχητική αντίσταση. Οι τάσεις για αναδιάταξη και αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού και του αστικού κομματικού χάρτη γίνονται πιο δυνατές. Οξύνονται οι αντιθέσεις ανάμεσα στην αστική τάξη και τους φιλολογικούς της εκπροσώπους, από τη μια, και τις ηγεσίες των αστικών πολιτικών κομμάτων, από την άλλη.
Η σκανδαλολογία, που γνωρίζει νέο φούντωμα, αποτελεί την πιο κραυγαλέα εκδήλωση της πολιτικής κρίσης. Στη βάση της υπάρχουν βέβαια υπαρκτά σκάνδαλα και υπαρκτές αντιθέσεις. Συγκρούονται πολιτικές φατρίες και οικονομικά συμφέροντα, που δένονται με τη μια ή την άλλη μερίδα της αστικής πολιτικής, που έχουν συμφέροντα στις «ιδιωτικοποιήσεις» ή στην προνομιακή νομή των κρατικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων, συγκρούονται πανίσχυρα πολίτικο—οικονομικά «λόμπι».
Στις εκδηλώσεις της σκανδαλολογίας όμως διαφαίνεται και η τάση της οικονομικής ολιγαρχίας να θέσει υπό πλήρη έλεγχο τα αστικά πολιτικά κόμματα και τις ηγεσίες τους, να τους περιορίσει τη σχετική αυτονομία, να εξαφανίσει κάθε ίχνος προσωρινής αντανάκλασης των λαϊκών αιτημάτων στην πολιτική των αστικών κομμάτων, ώστε η συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού όχι μόνο να συνεχιστεί απρόσκοπτη, αλλά και να επιταχυνθεί και να βαθύνει, όπως απαιτούν οι νέες συνθήκες της κρίσης.
Από την άλλη, στα σκάνδαλα, στη σκανδαλολογία και στην εξ αυτών απορρέουσα πολιτική σύγκρουση φωτογραφίζεται η σαπίλα και η αντιλαϊκότητα του καπιταλισμού, καταδείχνεται στις εργαζόμενες μάζες και στη νεολαία η απάτη όλων των κατά καιρούς «καθαρτήριων» εξορμήσεων του συστήματος και στη συνείδησή τους κορυφώνεται το αγωνιώδες ερώτημα: μπορεί να υπάρξει κάθαρση και με ποιους όρους; Η παρέμβαση των κομμουνιστών λειτουργεί σαν καταλύτης για να δοθεί απάντηση σ' αυτό το ερώτημα και να γίνεται αυτή η απάντηση συνείδηση: κάθαρση μπορεί να υπάρξει με την ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης, με τη συντριβή του κράτους της και τη διάλυση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής, κάθαρση μπορεί να υπάρξει μόνο σ' ένα άλλο κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό καθεστώς, στο καθεστώς της Λαϊκής-Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας.
Η εθνικιστική υστερία και η προετοιμασία του πολέμου δίνουν ώθηση στη φασιστικοποίηση της δημόσιας ζωής και η προετοιμασία για τη δημιουργία ενός «σύγχρονου» φασιστικού κόμματος έφτασε στο τέλος της. Η ελληνική αστική τάξη προσπαθεί να αναβαθμίσει το ρόλο της στα Βαλκάνια, προσπαθεί να «καταχτήσει» ένα πόστο ενωμοτάρχη των ιμπεριαλιστών, αναζητά θέση σ' έναν λίγο πολύ σταθερό άξονα ιμπεριαλιστικών και εξαρτημένων χωρών στην περιοχή. Οι φιλειρηνικές της διακηρύξεις κρύβουν την προετοιμασία του πολέμου. Η τάση για επέκταση, που είναι εγγενής σε κάθε κεφαλαιοκρατικό κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, θα εκδηλωθεί αναπόφευκτα με τη συμμετοχή σε πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς, όπου η ελληνική αστική τάξη θα προσπαθήσει να προσφέρει την ελληνική νεολαία σαν κρέας για τα ιμπεριαλιστικά κανόνια, για να εισπράξει η ίδια ένα μερίδιο από τη λεία.
Στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, η αστικοποίηση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, που ολοκληρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 80, οδηγεί τα ι όλο και πιο γρήγορα στην αντιστοίχισή της με το γενικό σύστημα της αστικής εξουσίας. Το αστικοποιημένο συνδικαλιστικό σύστημα έγινε θεσμός τον καθεστώτος και οι φορείς που το διοικούν αγωνίζονται για να το στηρίξουν οικονομικά και πολιτικά και με τις απανωτές συμφωνίες τους με τις κεφαλαιοκρατικές οργανώσεις και τις υπηρεσίες του αστικού κράτους και της ΕΟ Κ, έχουν κάνει πολλά και σημαντικά βήματα σ' αυτή την κατεύθυνση.
Το χάσμα ανάμεσα στην αστογραφειοκρατία και τις εργαζόμενες μάζες μεγαλώνει, ενώ είναι τεράστιο με τη νέα εργατική βάρδια. Οπως αποδεικνύεται και σε μια πρωτότυπη μελέτη, που έστω και καθυστερημένα δημοσιεύεται σ' αυτό το τεύχος, η οργανωτική ρήξη των εργατικών και εργαζόμενων μαζών με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει αυθόρμητα συντελεστεί. Ζητούμενο είναι να δοθεί ταξικό, ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό, περιεχόμενο σ' αυτή τη ρήξη, να δημιουργηθούν και να δυναμώσουν τα κύτταρα του νέου, του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Η γραμμή της συγκρότησης και ισχυροποίησης του ΤΑ Ξ ΙΚ Ο Υ ΠΟ ΛΟ Υ στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου, που ψήφισε η 4η Συνδιάσκεψη της Σ Α Κ Ε , αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική πολιτική πρόταση απέναντι στον αστικό τετρακομματισμό (που εξελίσσεται σε πεντακομματισμό), που στηρίζει και προωθεί τη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού.
Διανύουμε μια εξ αντικειμένου προεκλογική περίοδο, ανεξάρτητα από το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών. Σ ' αυτή την περίοδο, που το πολιτικό θερμόμετρο ανεβαίνει, που το πολιτικό ενδιαφέρον οξύνεται, η προβολή και εκλαϊκενση αυτής της γραμμής πρέπει να πάρει το χαρακτήρα μιας πλατιάς και παρατεταμένης πολιτικής καμπάνιας, που θα δένει τα μέτωπα πάλης της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας με την ταξική πολιτική πρόταση των κομμουνιστών, δέσιμο που θα εκφραστεί και στις ίδιες τις εκλογές.
Μάης 1993
4 'Ί ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑ Μ Μ Α ΤΟΣ
ΣΧΕΔΙΟΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
του Κόμματος της Εργατικής Τάξης
Εγκρίθηκε στην 3η Ολομέλεια της ΚΕ της ΣΑΚΕ
Μάης 1993
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 5ν>Λ·Χ«ί«·
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΚΕ ΤΗΣ ΣΑΚΕ
ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣΜε τη δημοσίευση του Σχεδίου Προγράμματος μπαίνουμε στην τελική ευθεία
για την πραγματοποίηση του ιδρυτικού συνέδριου του Κόμματος της Εργατικής Τάξης, όπως αποφάσισε η 4η Συνδιάσκεψη της ΣΑΚΕ το καλοκαίρι του 1992.
Το Σχέδιο Προγράμματος είναι καρπός μιας δεκαοχτάχρονης κυοφορίας του κομμουνιστικού πυρήνα της Ελλάδας. Μια δεκαοχτάχρονης βασανιστικής πορείας κατάχτησης του επιστημονικού βάθους της μαρξισπκής-λενινιστικής θεωρίας, κριτικής μελέτης της ιστορίας του παγκόσμιου και του ελληνικού κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος, θεωρητικής γενίκευσης της πείρας της πρώτης σοσιαλιστικής κοινωνίας στον κόσμο, της σοβιετικής, και της αντεπαναστατικής διαδικασίας παλινόρθωσης του καπιταλισμού σ’ αυτή, μελέτης της σύγχρονης φάσης ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού και των ταξικών ανακατατάξεων που επήλθαν στην ελληνική κοινωνία, ολοκλήρωσης μιας επαναστατικής αντίληψης για τη στρατηγική και την ταχτική του σοσιαλιστικού τρολεταριάτου, εκπόνησης της στρατηγικής του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας.
Η εκπόνηση του σχεδίου Προγράμματος δεν ήταν απλώς μια διανοητική εργασία. Ηταν πάνω απ' όλα μια διαδικασία συμμετοχής της ΣΑΚΕ στην ταξική πάλη, θεωρητικής γενίκευσης της πείρας απ' αυτή τη συμμετοχή, συνεχούς αναδίφησης στο επιστημονικό βάθρο του μαρξισμού-λενινισμού και ανάπτυξής του πέρα από τα όρια που τον άφησε η επιστημονική σκέψη των αρχών της δεκαετίας του 50.
Η δεκαοχτάχρονη αυτή πορεία ήταν βασανιστική, για διάφορους λόγους. Πρώτο, γιατί ξεκίνησε μετά από ένα κενό ανάπτυξης της μαρξισπκολενινισπκής θεωρίας για πάνω από 20 χρόνια Δεύτερο, γιατί οι «μαραθωνοδρόμοι» αυτής της πορείας ήταν στο ξεκίνημά της νεαροί επαναστάτες, με πίστη μεν στις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού, αλλά χωρίς εκείνη την εμπειρία και τη σε βάθος γνώση αυτής της «επιστήμης των επιστημών··, που θα έκανε πιο εύκολο το έργο τους. Τρίτο, γιατί τα αρνητικά στοιχεία της κληρονομιάς του παρελθόντος, οι θεωρητικές καθυστερήσεις που αναπόφευκτα συνόδευαν το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα, βάραιναν ιδιαίτερα στις πλάτες των νεαρών επαναστατών, που δεν ήταν σε θέση να τα ξεπεράσουν άμεσα, να τα ξεπεράσουν χωρίς σκληρή δουλειά. Τέταρτο, γιατί η καταθλιππκή κυριαρχία των διάφορων ρευμάτων της σύγχρονης αναθεώρησης προσέθετε νέες δυσκολίες, που δεν μπορούσαν να υπερνικηθούν, σε συνδυασμό και με τους άλλους παράγοντες που προαναφέρθηκαν, χωρίς αδράνειες και καθυστερήσεις, χωρίς λάθη και πισωγυρίσματα.
Η εμβάθυνση στις φιλοσοφικές βάσεις του διαλεχτικού και ιστορικού υλισμού, η κατανόηση της γνωσιοθεωρίας, η συνειδητοποίηση ότι η απόλυτη αλήθεια προσεγγίζεται μέσα από το ξεπέρασμα των σχετικών πλανών, έδωσε σημαντική ώθηση στη θεωρητική αναζήτηση και στην προγραμματική δουλειά. Ετσι, το τέλος της πορείας βρίσκει τους «μαραθωνοδρόμους» νικητές. Αυτό το Σχέδιο Προγράμματος είναι πιστεύουμε η απόδειξη. Πίσω από τις λίγες σελίδες του, πίσω από τον επιγραμματικό, σχεδόν «αξιωματικό» τρόπο διατύπωσης των άρθρων του, υπάρχει ένας τεράστιος όγκος θεωρητικής δουλειάς, δημοσιευμένης κατά καιρούς στα έντυπα της ΣΑΚΕ και μη δημοσιευμένης.
Το Σχέδιο Προγράμματος αποτελείται από τρία μέρη.α) Το γενικό μέρος, που ξεκινά με την έκθεση των γενικών νόμων κίνησης του
καπιταλισμού, περνά στη διερεύνηση των ειδικών νόμων κίνησης του μονοπωλιακού καπιταλισμού και της ωρίμανσης των όρων της προλεταριακής επανάστασης και στέκεται αναλυτικά στην εμφάνιση της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος και στην πορεία της παγκόσμιας προλεταριακής επανά-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 7
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
στάσης. Κεντρική θέση σ' αυτή την ανάλυση κατέχει η διερεύνηση της ανάπτυξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής και κοινωνικής οργάνωσης στη Σοβιετική Ενωση και των αιτίων που έκαναν δυνατή την ανάπτυξη της αντεπαναστατι- κής διαδικασίας της παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Υπό το φως αυτής της ανάλυσης, αναπτύσσεται το τελευταίο κεφάλαιο του γενικού μέρους, που αναφέρεται στη νομοτέλεια της προλεταριακής επανάστασης, στον κομμουνισμό σαν τελικό σκοπό του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος και στη μεταβατική περίοδο προς αυτόν, την περίοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
β) Το δεύτερο μέρος του Σχεδίου Προγράμματος μελετά τους νόμους κίνησης του ελληνικού καπιταλισμού, την ιστορική του πορεία μέχρι σήμερα, την ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας και την αντίθεση που κυριαρχεί σ' αυτή και βάσει αυτής της μελέτης καθορίζει το χαρακτήρα της επανάστασης (λαϊκσδημο- κρατικός-σοσιαλιστικός) και περιγράφει το στρατηγικό σχέδιο του σοσιαλιστικού προλεταριάτου για τη νίκη της επανάστασης.
γ) Το τελευταίο μέρος περιέχει το πρόγραμμα της Λαϊκής - Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, το πρόγραμμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, το πρόγραμμα με το οποίο οι κομμουνιστές θα εξασφαλίσουν την υλοποίηση του στρατηγικού τους σχεδίου, συσπειρώνοντας στη βάση του πς επαναστατικές τάξεις και στρώματα της κοινωνίας.
Στη διαμόρφωση των αιτημάτων-στόχων του Προγράμματος πάρθηκαν υπόψη όχι μόνο οι αντικειμενικές συνθήκες της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και οι πόθοι και οι επιθυμίες των λαϊκών μαζών, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μέσα σε πολύχρονους ταξικούς και λαϊκούς αγώνες. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, το Κόμμα του σοσιαλιστικού προλεταριάτου να αγνοήσει τη μαζική λαϊκή απαίτηση για κατάχτηση πανεπιστημιακής μόρφωσης, όσο κι αν σ' αυτή την απαίτηση ενυπάρχει και μια περιφρόνηση προς τη χειρωνακτική δουλειά. Ακόμη, στο Σχέδιο Προγράμματος δεν διατυπώνονται μόνο εκείνα τα αιτήματα που θ' αρχίσουν να ικανοποιούνται με την κατάχτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο και τους συμμάχους του, αλλά και αιτήματα που τα διεκδικούμε και μέσα στον καπιταλισμό (αιτήματα που απορρέουν από τις θεμελιώδεις απαιτήσεις του προγράμματος και καθορίζουν το σύνολο των μερικών διεκδικήσεων του Κόμματος) και που η ίδια η ταξική πάλη θα αποφασίσει για το αν και πόσα θα καταχτηθούν.
Αυτή η πολύχρονη κυοφορία δεν καθιστά το Πρόγραμμα <·τελικό··. Στοιχεία ελλείψεων, καθυστερήσεων, ακόμη και λαθών θα αντιμετωπιστούν στο μέλλον, με διορθωτικές παρεμβάσεις. Η προγραμματική δουλειά δεν τελειώνει ποτέ, γιατί πάντα συνεχίζεται το ξεπέρασμα των σχετικών πλανών, γιατί πάντα η ζωή «τροποποιεί·· ορισμένες από τις αρχικές «προβλέψεις», γιατί πάντα οι κομμουνιστές ωριμάζουν και βλέπουν από καλύτερη σκοπιά κάποιες από τις θέσεις τους. Η αντίληψη αυτή δεν αμφισβητεί, αλλά αντίθετα αναδείχνει την επιστημονική δουλειά που βρίσκεται στη βάση του Σχεδίου Προγράμματος. Το σύνδρομο που θα χαρακτηρίζαμε σαν «φόβο του λάθους» δεν υπάρχει πια κι αυτό ανοίγει δρόμους πολύ πιο γρήγορης ανέλιξης της θεωρητικής σκέψης.
Το Σχέδιο Προγράμματος συνδέει το «σήμερα» με το «αύριο··, αλλά και με το «χτες». Γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στην περίοδο της θυελλώδους ανάπτυξης του σοσιαλισμού και του παγκόσμιου προλεταριακού κινήματος και στη σημερινή περίοδο. Το γεφυρώνει όμως όχι με έναν τυπικό, μηχανικό τρόπο, αλλά με τρόπο δημιουργικό, που από τη μια επαναβεβαιώνει την επιστημονικότητα του μαρξι- σμού-λενινισμού και από την άλλη καταχτά νέες σφαίρες αυτής της επιστημονι- κότητας. Αυτό αφορά βασικά τη θεωρητική γενίκευση της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης και τη μετατροπή αυτής της πείρας σε προγραμματικό «λόγο», σε θέσεις για την οργάνωση της σοσιαλιστικής κοινωνίας υπό το φως αυτής της πείρας, θετικής και αρνητικής.
Σημαντική συμβολή επίσης στα θεωρητικά ζητήματα του μαρξισμού-λενινισμού στην Ελλάδα πρέπει να θεωρηθεί το συμπέρασμα ότι, παρά το μέσο επίπεδο ανάπτυξής του, ο ελληνικός καπιταλισμός είναι καπιταλισμός που σαπίζει, σύστημα που καταστρέφει τον άνθρωπο και γι' αυτό η συντριβή του είναι υπερώριμο οικονομικό και κοινωνικό αίτημα. Τέλος, στα ζητήματα της νεολαίας και της παιδείας, καταχτιούνται νέα, πιο ψηλά επίπεδα της θεωρίας. Η αρνητική πείρα της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, από τη μια, και η μελέτη της διαδικασίας αστικοποίησης των σημερινών μαζικών εργατικών οργανώσεων, από την άλλη, βοήθησαν στην επεξεργασία αυτών των τμημάτων του προγράμματος, γεγονός που αποτελεί μια ακόμη επιβεβαίωση για το «νεολαιίσπκο» χαρακτήρα της μαρξιστι- κής-λενινιστικής κοσμοθεωρίας.
Υπερβατικό είναι το Σχέδιο Προγράμματος σε σχέση με τις θεωρηπκές καταχτήσεις του κομμουνιστικού κινήματος της Ελλάδας, όπως αυτές αποτυπώθηκαν
I I ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑ ΜΜΑ ΤΟΣ
στην προγραμματική του δουλειά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 50. Δεν πρόκειται μόνο για τις αλλαγές που σημειώθηκαν στον παγκόσμιο και τον ελληνικό καπιταλισμό από τότε μέχρι σήμερα, αλλά και για τις ίδιες τις δυνατότητες που είχαν τότε καταχτήσει σι κομμουνιστές της Ελλάδας. Η μαρξιστικσλενινιστική σκέψη έχει φτάσει σήμερα σε πολύ πιο ψηλές σφαίρες ανάλυσης και σύνθεσης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων, σε σχέση με το επίπεδο των κομμουνιστών της Ελλάδας στη δεκαετία του 50, κι αυτό δεν μπορούσε παρά να αντανακλαστεί και στο επίπεδο του προγραμματικού «λόγου». Η επισήμανση αυτή δεν περιέχει κανενός είδους υπαινιγμό ή μομφή για το επαναστατικό ΚΚΕ και τη ζαχαριαδική ηγεσία.
Το ΚΚΕ ήταν ένα αναπτυσσόμενο επαναστατικό Κόμμα, που ακόμη δεν είχε φτάσει στην ολοκλήρωσή του, στην πλέρια μπολσεβικοποίηση, αλλά που βάδιζε με συνέπεια σ' αυτό το βασανιστικό δρόμο, μέχρ» που η αναθεωρητική αντεπανάσταση το εκτροχίασε. Μόλις το 1934 το ΚΚΕ κάνει το πρώτο ουσιαστικό βήμα του από την αφηρημένη θεωρία στο πρόγραμμα, που πατάει στο έδαφος της νεοελληνικής πραγματικότητας, με την απόφαση της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ. Από το 1936 μέχρι το 1949, με εξαίρεση ένα σύντομο διάστημα το 1945-46, το ΚΚΕ ηταν μπλεγμένο σε αδυσώπητο ταξικό αγώνα με ξένους και ντόπιους δυνάστες, ο ηγετικός του πυρήνας ήταν καταδικασμένος σε ανελέητο διωγμό, η ίδια η θεωρητική του σκέψη δεν μπορούσε να διαμορφωθεί σε λίγο-πολύ ομαλές συνθήκες. Ο ελληνικός καπιταλισμός εγκλημάτισε έτσι και ενάντια στο σώμα των κοινωνικών επιστημών. Μέχρι την αναθεωρητική ανατροπή του 1956, ο χρόνος για μια ομαλή ανάπτυξη της θεωρητικής δουλειάς του ηγετικού πυρήνα του ΚΚΕ ήταν πολύ λίγος κι είναι απόλυτα λογικό σήμερα να βρίσκουμε στη θεωρητική κληρονομιά και λάθη και κενά και έλλειψη σύμπτωσης με τη θεωρητική δουλειά που ανέπτυξαν μαρξιστές-λενινιστές διανοούμενοι παράλληλα με το Κόμμα.
Οι δυο πιο σημαντικές προσωπικότητες, που έχει να εμφανίσει ο ελληνικός μαρξισμός-λενινισμός, ο Νίκος Ζαχαριάδης και ο Δημήτρης Γληνός, για διάφορους λόγους, δεν δούλεψαν μαζί, η θεωρητική τους σκέψη, η αναλυτική και συνθετική τους ικανότητα δεν συναντήθηκαν στο έδαφος κοινής θεωρητικής και προγραμματικής δουλειάς. Σήμερα, αισθανόμαστε πως έχουμε χρέος να αφιερώσουμε αυτή τη συμπύκνωση των θεωρητικών μας επεξεργασιών σ' αυτούς τους προσκόπους της μαρξιστικής-λενινιστικής σκέψης στην Ελλάδα, που άνοιξαν πρώτοι το δρόμο μέσα από τα σκοτάδια της αρχαιοπληξίας και του μεσαιωνισμού.
Στόχος του Σχεδίου Προγράμματος δεν είναι να προσφέρει ένα εγχειρίδιο για την αυτομόρφωση των κομμουνιστών, που μετά από την ανάγνωσή του θα κοσμεί τις βιβλιοθήκες τους. Στόχος του είναι να αποτελέσει ένα «εργαλείο καθημερινής χρήσης», μια ισχυρή και διαρκή πηγή ενέργειας, που θα ξαναθερμάνει το συλλογικό, το σοσιαλιστικό όραμα στις συνειδήσεις των καταπιεσμένων και ιδιαίτερα της νέας γενιάς, που έχει δεχτεί τα πιο ισχυρά πλήγματα από την ιδεολογική επίθεση της αστικής τάξης και των αναθεωρητικών παραφυάδων της. Να πείσει τη νεολαία, ότι οι πόθοι και τα οράματά της δεν χωράνε μέσα στο σάπιο καπιταλιστικό σύστημα, ότι η κομμουνιστική οργάνωση της κοινωνίας είναι όχι μόνο ανώτερη μορφή κοινωνικής συγκρότησης, αλλά και οργάνωση που απελευθερώνει τον άνθρωπο από τα δεσμά του καταναγκασμού και του επιτρέπει να ζήσει στο βασίλειο της ελευθερίας. Γι' αυτό και πρέπει να αγωνιστούμε για τη νίκη της λαϊκοδημοκρατικής-σοσιαλιστικής επανάστασης, που αποτελεί το νεοελληνικό δρόμο προς τον κομμουνισμό. Δόθηκε έτσι μα σχετική έκταση στην ανάλυση, σε βάρος της λιτότητας που πρέπει να χαρακτηρίζει ένα Πρόγραμμα, ώστε να μπορεί να «λειτουργήσει» σαν αυτόνομο ντοκουμέντο, σαν «συλλογικός αγκιτάτορας και προπαγανδιστής» της κομμουνιστικής κατεύθυνσης.
Με τη δημοσίευση του Σχεδίου Προγράμματος αρχίζει και η δημόσια συζήτησή του, που θα διαρκέσει μέχρι το ιδρυτικό συνέδριο του Κόμματος της Εργατικής Τάξης. Επιδίωξή μας είναι να πάρουν μέρος ϋ αυτή τη συζήτηση όσο το δυνατόν περισσότεροι αγωνιστές, ειδικά νέοι, καταθέτοντας τον προβληματισμό και τη συμβολή τους στην καλύτερη επεξεργασία του Σχεδίου. Οι σμίλες του «Οχτώ- βρη» και της ΜΑΛΕΠ θα είναι μόνιμα ανοιχτές σ' αυτή τη συζήτηση, ενώ παράλληλα θα γίνουν εκδηλώσεις πάνω σε ειδικές θεματικές ενότητες του Προγράμματος. Η συζήτηση πάνω στο Σχέδιο Προγράμματος όμως δεν πρέπει να εξελιχτεί σε μια «ιδιωτική υπόθεση» των κομμουνιστών. Πρέπει να εξελιχτεί σε συζήτηση των κομμουνιστών με την εργατική τάξη και με τη νεολαία. Πρέπει η συζήτηση να πάρει το χαρακτήρα μιας μεγάλης και παρατεταμένης πολιτικής εξόρμησης, που θα δώσει ώθηση στη διαδικασία συγχώνευσής μας με το αυθόρμητο εργατικό και νεολαΰσπκο κίνημα, ώστε να φτάσουμε στο ιδρυτικό συνέδριο του Κόμματος της Εργατικής Τάξης πιο δυνατοί απ' όλες τις απόψεις.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 9
ΣΧΕΔ10 ΠΡΟΓΡΑ ΜΜΑ ΤΟΣ
Αν μέχρι τώρα η εκλαΐκευση του προγράμματος και ειδικά η προβολή βασικών προγραμματικών διεκδικήσεων-στόχων αποτελουσε συστατικό στοιχείο της δράσης του Κόμματος, σήμερα τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα. Η δράση αυτή απέκτησε καίρια σημασία, η εκλαΐκευση των προγραμματικών διεκδικήσεων- στόχων έγινε κεντρικό ζήτημα της κομματικής δράσης, έγινε το κλειδί που θα δώσει μεγάλη όπλα στην ανάπτυξη του στρατηγικού σχεδίου της λάίκοδημοκρα- τικής-σοσιαλισπκής επανάστασης. Γιατί η εποχή που αρκούσε η επίκληση της ανωτερότητας του σοσιαλιστικού συστήματος για την προσέλκυση των λαϊκών μαζών πέρασε.
Σήμερα, πρέπει να δείξουμε στις μάζες, όπ ο καπιταλισμός που σαπίζει ξώφλη- σε ιστορικά, ότι είναι στενός για να χωρέσει τα οράματα και τους πόθους τους, ότι χρειάζεται να περάσουμε — μέσα από σκληρές ταξικές συγκρούσεις, που θα κορυφωθούν στην ένοπλη εξέγερση — σε μια ανώτερη μορφή κοινωνικής συγκρότησης, απαλλαγμένης από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ότι σήμερα είμαστε πολύ πιο ώριμοι, γιατί έχουμε μελετήσει δημιουργικά την πείρα, αρνητική και θετική, της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και επομένως δεν θα οδηγηθούμε «μοιραία» σε νέα παλινόρθωση του καπιταλισμού.
Η ΚΕ της ΣΑΚΕ Μάης 1993
| | | | ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔ 10 ΠΡΟΓΡΑ Μ Μ Α ΤΟΣ
I. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
1. Οι γενικοί νόμοι ανάπτυξης του καπιταλισμού(1 ) Η κεφαλαιοκρατική κοινωνία, που αναπτύχθηκε πάνω στη βάση της εμπο-
ρευματικής παραγωγής, χαρακτηρίζεται από το μονοπώλιο της τάξης των κεφαλαιοκρατών και των μεγάλων γαιοκτημόνων πάνω στα σπουδαιότερα και αποφασιστικότερα μέσα παραγωγής, από την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μισθωτών, από την υποταγή και την εκμετάλλευση των μικρών παραγωγών, πρώτα πρώτα των φτωχών και μεσαίων αγροτών, από την παραγωγή εμπορευμάτων για την αποκόμιση κέρδους και από την αναρχία της παραγωγής στο σύνολό της. Πάνω στην οικονομική βάση της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας υψώνεται ένα πολιτικό και νομικό εποικοδόμημα. Οι σχέσεις εκμετάλλευσης και η οικονομική κυριαρχία της κεφαλαιοκρατίας βρίσκουν την πολιτική τους έκφραση στην κρατική οργάνωση του κεφάλαιου, σαν μηχανισμού κατάπνιξης του προλεταριάτου και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων.
(2 ) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού, που πραγματοποιείται σαν αποτέλεσμα του κυνηγητού του κέρδους, αναπαράγει διαρκώς σε ευρύτερη βάση όλες πς εσωτερικές αντιθέσεις του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και πρωταρχικά τη βασική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στον ατομικό χαρακτήρα της ιδιοποίησης, ανάμεσα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και στις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής. Η κυριαρχία της ατομικής ι- διοχτησίας στα μέσα παραγωγής, η άναρχη-<ιυθόρμητη πορεία της παραγωγής, οδηγούν στη ρήξη της οικονομικής ισορροπίας ανάμεσα στους διάφορους κλάδους της παραγωγής, που συνδυάζεται με την αντίθεση ανάμεσα στην τάση προς την απεριόριστη επέκταση της παραγωγής, από τη μια, και την περιορισμένη κατανάλωση των προλεταριακών και εργαζόμενων μαζών, από την άλλη, καθώς και με τη διαρκή όξυνση του ανταγωνισμού των κεφαλαιοκρατικών χωρών στην παγκόσμια αγορά, και κάνουν όλο και πιο δύσκολη την πούληση των εμπορευμάτων. Η υπερπαραγωγή εκδηλώνεται σε περισσότερο ή λιγότερο βαθιές βιομηχανικές κρίσεις, τις οποίες ακολουθούν μεγαλύτερες ή μικρότερες περίοδοι βιομηχανικής στασιμότητας. Οι κρίσεις καταστρέφουν ακόμη πιο πολύ τους μικρούς παραγωγούς, μεγαλώνουν ακόμη πιο πολύ την εξάρτηση της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο, οδηγούν ακόμη πιο γρήγορα στη σχετική και καμά φορά στην απόλυτη επιδείνωση της κατάστασης της εργατικής τάξης.
(3 ) Τα τεχνικά και οικονομικά πλεονε)αήματα της μεγάλης παραγωγής οδήγησαν, μέσω του ανταγωνισμού, στην εκτόπιση και καταστροφή των προκαπιταλι- σπκών οικονομικών μορφών και στην ολοένα αυξανόμενη συγκέντρωση και συ- γκεντροποίηση του κεφάλαιου. Στον τομέα της βιομηχανίας, ο νόμος αυτός εκδηλώθηκε πρώτ' απ' όλα με την άμεση καταστροφή της μικρής παραγωγής και τον υποβιβασμό της στο ρόλο των βοηθητικών εργαστηρίων της μεγάλης βιομηχανίας. Στον τομέα της αγροτικής οικονομίας, που αναγκαστικά καθυστερεί από το γενικό ρυθμό ανάπτυξης, λόγω του μονοπωλίου του εδάφους και της απόλυτης γαιοπροσόδου, ο νόμος αυτός βρήκε την έκφρασή του όχι μόνο στη διαφοροποίηση της αγροτιάς και στην προλεταριοποίηση πλατιών της στρωμάτων, αλλά κυρίως στις ανοιχτές και καλυμένες μορφές υποταγής της μικρής αγροτικής οικονομίας στην κυριαρχία του μεγάλου κεφάλαιου. Η μικρή οικονομία μπόρεσε να διατηρήσει φαινομενικά την ανεξαρτησία της μόνο με τη μεγάλη ένταση της εργασίας και τη συστηματική υποκατανάλωση.
(4 ) Η διευρυνόμενη εφαρμογή των μηχανών, η διαρκής τελειοποίηση της τεχνικής και πάνω σ' αυτή τη βάση η συνεχής ανάπτυξη της οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου, που συνοδεύεται από την ανάπτυξη του καταμερισμού της εργασίας
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 § 11
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
και την αύξηση της 'Παραγωγικότητας και εντατικότητας της εργασίας, έδωσε στο κεφάλαιο τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα τη δουλειά των γυναικών και των παιδιών στις διαδικασίες της παραγωγής και της κυκλοφορίας, ρίχνοντας έτσι την αξία της εργατικής δύναμης και αυξάνοντας την κερδοφορία του κεφάλαιου. Παράλληλα, σχηματίστηκαν τεράστιοι εφεδρικοί βιομηχανικοί στρατοί, που διαρκώς αυξάνονται με την αγροτιά που προλεταριο- ποιείται κι εκτοπίζεται από τα χωριά και με την εξαθλιούμκντ μικρή και μεσαία αστική τάξη των πόλεων.
(5) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού οδήγησε σε μια βαθιο .·. κροπή στον πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμα της αστικής κοινωνίας. Ο παρασιτικός εκφυλισμός των ομάδων της κεφαλαιοκρατίας, η αποσύνθεση της οικογένειας, που εκφράζει την οξυνόμενη αντίθεση ανάμεσα στη μαζική συμμετοχή των γυναικών στην κοινωνική παραγωγή και στις μορφές της οικογενειακής ζωής και των εθίμων του σπιτιού, που κληρονομήθηκαν σε σημαντικό βαθμό από τις προηγούμενες οικονομικές εποχές, και που βάζει επί τάπητος το ζήτημα για μια άλλη προοδευτική οργάνωση πις οικογένειας, ριζικά διαφορετική και από τη φεουδαρχική κληρονομιά και από την καπιταλιστική αποσύνθεση, η τεράστια ανάπτυξη των πόλεων και η περιορισμένη αγροτική ζωή (αποτέλεσμα του καταμερισμού και της ειδίκευσης της εργασίας), που αυξάνουν την αλλοτρίωση και αποξένωση των ανθρώπων, προσθέτοντας στην εργαζόμενη κοινωνία νέες μάστιγες, θέτοντας επί τάπητος το ζήτημα για μια άλλη οργάνωση των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους, που ν' ανταποκρίνεται στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην έμφυτη κοινωνικότητα του ανθρώπου, η τεράστια καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος (αποτέλεσμα της ληστρικής συμπεριφοράς του κεφάλαιου), η φτώχεια και ο εκφυλισμός της διανόησης και του πολιτισμού, η ανικανότητα της κεφαλαιοκρατίας (παρά τις τεράστιες επιτυχίες των φυσιογνωστικών επιστημών) να δημιουργήσει συνθετική επιστημονική κοσμοθεωρία, η έξαρση των ιδεαλιστικών, μυστικιστικών και θρησκευτικών δοξασιών, όλα αυτά αποτελούν πρόσθετες επιβεβαιώσεις για το όπ ο καπιταλισμός πλησιάζει στο ιστορικό του τέλος.
(6) Η συγκέντρωση στον ένα πόλο των κοινωνικών σχέσεων των μεγιστάνων του πλούτου και στον άλλο πόλο τεράστιων μαζών προλεταριάτου, η διαρκής αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, η αναπαραγωγή σε πλατιά κλίμακα των βαθύτερων αντιθέσεων του καπιταλισμού και των συνεπειών τους (κρίσεων, πολέμων κ.λπ ), η διαρκής ανάπτυξη της κοινωνικής ανισότητας, η αύξηση της αγανάκτησης του προλεταριάτου, που ενώνεται και διαπαιδαγωγεί- ται από τον ίδιο το μηχανισμό της κεφαλαιοκραπκής παραγωγής, οδήγησαν αναπόφευκτα στην υπόσκαψη των βάσεων του καπιταλισμού, που προαναγγέλει την καταστροφή του. Η καταστροφή του καπιταλισμού είναι νομοτέλεια, που πραγματώνεται μέσω της ταξικής πάλης του προλεταριάτου και των συμμάχων του εργαζόμενων στρωμάτων. Ο καπιταλισμός δεν θα πέσει μόνος του, σαν ώριμο φρούτο, αλλά μόνο κάτω από τα χτυπήματα της προλεταριακής επανάστασης, προϋπόθεση για την οργάνωση, την ανάπτυξη και τη νίκη της οποίας είναι η συγχώνευση του αυθόρμητου εργατικού κινήματος με το επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου.
2. Ο Ιμπεριαλισμός(7) Η περίοδος του βιομηχανικού καπιταλισμού, περίοδος βασικά του ελεύθε
ρου ανταγωνισμού, περίοδος σχετικά γοργής ανάπτυξης και επέκτασης του καπιταλισμού σε όλο τον πλανήτη, με το μοίρασμα των ελεύθερων ακόμη αγορών και την ένοπλη κατάκτησή τους, με τη συνεχή ανάπτυξη των εσωτερικών αντιθέσεων του καπιταλισμού, παραχώρησε τη θέση της, στις αρχές του 20ού αιώνα στην περίοδο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Ο ιμπεριαλισμός είναι η εποχή του χρηματιστικού κεφάλαιου, όπου η ανάπτυξη του καπιταλισμού γίνεται με απότομα άλματα και συγκρούσεις, όπου αποφασιστική σημασία α- ποχτά η εξαγωγή κεφάλαιου, σε αντίθεση με την εξαγωγή εμπορευμάτων, που κυριαρχούσε στο στάδιο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού, όπου ο ελεύθερος ανταγωνισμός παραχωρεί τη θέση του στο μονοπώλιο, όπου τέλειωσε το εδαφικό μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και άρχισε το οικονομικό μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα σης μονοπωλιακές ενώσεις και όπου η πάλη για το μοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής αναπόφευκτα καταλήγει σε ένοπλη πάλη.
(8) Οι αντιθέσεις του καπιταλισμού σε όλο τους το μέγεθος και σε παγκόσμια κλίμακα βρήκαν την πιο καθαρή έκφρασή τους στην εποχή του ιμπεριαλισμού, που ιστορικά σημαίνει νέα σχέση ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της παγκόσμιας
t i l ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
καπιταλιστικής οικονομίας και τροποποίηση της μορφής των σχέσεων ανάμεσα στις βασικές τάξεις της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας Ο ιμπεριαλισμός αναπτύχθηκε πάνω στη βάση των γενικών νόμων κίνησης της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Δημιουργήθηκε από την ανάπτυξη του βιομηχανικού καπιταλισμού, σαν ιστορική του συνέχεια. Οξυνε την εκδήλωση όλων των βασικών αντιθέσεων. Ο νόμος της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφάλαιου οδήγησε στο σχηματισμό ισχυρών μονοπωλιακών ενώσεων. Η συγχώνευση του βιομηχανικού κεφάλαιου με το τραπεζικό κεφάλαιο, το τράβηγμα της μεγάλης γαιοκτησίας στο γενικό σύστημα των κεφαλαιοκρατικών οργανώσεων και ο μονοπωλιακός χαρακτήρας αυτής της μορφής του καπιταλισμού, μετέτρεψαν την εποχή του βιομηχανικού κεφάλαιου σε εποχή του χρηματιστικού κεφάλαιου. Ο ελεύθερος ανταγωνισμός του βιομηχανικού καπιταλισμού μετατράπηκε σε μονοπώλιο του χρηματιστι- κού κεφάλαιου. Ταυτόχρονα, ξεπηδώντας από τον ελεύθερο ανταγωνισμό, τα μονοπώλια δεν τον καταργούν, μα συνυπάρχουν μ' αυτόν, προκαλώντας έτσι σειρά οξύτατων αντιθέσεων, προστριβών και συγκρούσεων. Στην εποχή του ιμπεριαλισμού οι περιοδικές κρίσεις όχι μόνο δεν εξαλείφονται, αλλά γίνονται πιο ε- πώδυνες και καταστροφικές, γιατί αναπτύσσονται στο έδαφος ψηλών μονοπωλιακών τιμών, σε αντίθεση με το στάδιο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού, όπου σε περιόδους κρίσης παρατηρούνταν κατακόρυφη πτώση των τιμών.
(9 ) Η αυξανόμενη χρήση σύνθετων μηχανών, χημικών μεθόδων, ηλεκτρικής και ατομικής ενέργειας, η ανάπτυξη της πληροφορικής και των συστημάτων αυτοματισμού, η αύξηση πάνω σ' αυτή τη βάση της οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου, με αποτέλεσμα την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους, πτώση που παραλύει προσωρινά μόνο στις μεγάλες μονοπωλιακές ενώσεις, με την πολιτική των ψηλών μονοπωλιακών τιμών, προκαλούν το πιο έντονο κυνήγι του υπερκέρδους στις αποικιακές, μισοαποικιακές και εξαρτημένες χώρες και την πάλη για το ξα- ναμοίρασμα του κόσμου. Η μαζική παραγωγή απαιτεί νέες εξωτερικές αγορές. Η αυξανόμενη ζήτηση πρώτων υλών και ενέργειας προκαλεί το εντατικό κυνήγι για τον έλεγχο των πηγών τους. Η προστατευτική δασμολογική πολιτική, που εμποδίζει την εξαγωγή εμπορευμάτων, δημιουργεί συμπληρωματικά κίνητρα για την εξαγωγή κεφάλαιου, στο οποίο εξασφαλίζει πρόσθετα κέρδη. Ετσι, η εξαγωγή κε- φάλαιου γίνεται αποφασιστική και ειδική μορφή οικονομικής σύνδεσης ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της παγκόσμιας κεφαλαιοκρατικής οικονομίας. Τέλος, η μονοπωλιακή κατοχή των αγορών κατανάλωσης, των πηγών πρώτων υλών και των σφαιρών τοποθέτησης κεφάλαιου δυναμώνει στο έπακρο τη γενική ανισομέ- ρεια της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης και οξύνει τις συγκρούσεις ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής.
(10) Ο ιμπεριαλισμός χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη δυο αντιφατικών φαινομένων: του ανταγωνισμού και του μονοπώλιου. Το μονοπώλιο, από την ίδια του τη φύση, γεννά αναπόφευκτα μια τάση προς τη στασιμότητα και το σάπισμα. Επειδή όμως μαζί με το μονοπώλιο λειτουργεί και ο ανταγωνισμός, που έχει σπάσει τα σύνορα των εθνικών κρατών και έχει γίνει παγκόσμιος ανταγωνισμός των μονοπωλίων, δίπλα στην τάση για σάπισμα υπάρχει η τάση για ανάπτυξη, που γεννιέται από την προσπάθεια των μονοπωλίων να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό, αξιοποιώντας τα σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνικής και αναπτύσσοντας έτσι τις παραγωγικές δυνάμεις. Αυτή η τάση για ανάπτυξη όμως είναι μονόπλευρη. Δεν αφορά το σύνολο του καπιταλιστικού κόσμου, αλλά ορισμένες χώρες και ορισμένους κλάδους στο εσωτερικό των εθνικών οικονομιών, που για ορισμένες χρονικές περιόδους γνωρίζουν αλματική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, αυτή η τάση για ανάπτυξη προσκρούει διαρκώς στο σκληρό περίβλημα των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής και αποτελεί παράγοντα που τροφοδοτεί τις κρίσεις.
(11) Η ανισομετρία της ανάπτυξης είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Στην περίοδο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού οι διαφορές στην ταχύτητα με την οποία αναπτύσσονταν τα διάφορα τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας ήταν σχετικές μικρές. Αντίθετα, στην εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού οι διαφορές αυτές είναι τεράστιες. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της παγκόσμιας οικονομίας οδηγεί στην παραπέρα διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής και ταυτόχρονα, λόγω της έντασης με την οποία εκδηλώνεται η ανισόμετρη ανάπτυξη, στην πάλη για το ξαναμοίρασμα του ήδη μοιρασμένου κόσμου, στην αλλαγή και όξυνση των μορφών της πάλης αυτής, στην ολοένα και σε μεγαλύτερο βαθμό αντικατάσταση της μεθόδου των χαμηλών τιμών με τις μεθόδους του ανοιχτού οικονομικού πολέμου (μποϋκοτάζ, ψιηλή προστατευτική πολιτική, τελωνειακοί, νομσματικοί και πόλεμοι επιτοκίων), που οδηγούνται σε ένοπλες συγκρούσεις. Η μονοπωλιακή μορφή του καπιταλισμού συνοδεύεται από αναπόφευκτους ιμπερια-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 13
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
λιστικούς πολέμους, που σε έκταση και καταστροφικότητα ξεπερνούν κάθε προηγούμενο στην ιστορία.
(12) Με την ανάπτυξη σε ψηλό βαθμό των παραγωγικών δυνάμεων, ο ιμπεριαλισμός τέλειωσε την προετοιμασία των υλικών προϋποθέσεων για τη σοσιαλιστική οργάνωση της κοινωνίας. Οι πόλεμοι αποτελούν την καλύτερη απόδειξη για το ότι οι παραγωγικές δυνάμεις της παγκόσμιας οικονομίας ξεπέρασαν τα περιορισμένα όρια των κεφαλαιοκρατικών κρατών και απαιτούν οργάνωση της οικονομίας σε παγκόσμια κλίμακα. Ο ιμπεριαλισμός προσπαθεί να λύσει αυτή την αντίθεση, ανοίγοντας το δρόμο σε ένα ενιαίο παγκόσμιο κρατικο-κεφαλαιοκρατικό τραστ. Εκφράσεις αυτής της τάσης αποτελούν και οι περιφερειακές ενώσεις διάφορων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (π.χ. ΕΟΚ και NAFTA). Ο νόμος της ανισόμε- τρης ανάπτυξης του καπιταλισμού, που οξύνεται στην εποχή του ιμπεριαλισμού, κάνει αδύνατες τις διαρκείς και σταθερές διεθνείς ενώσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Από την άλλη, σειρά ιμπεριαλιστικών πολέμων, που μετατρέπονται σε παγκόσμιους και που μέσω αυτών ο νόμος της συγκεντροποίησης του κεφάλαιου προσπαθεί να φτάσει το παγκόσμιό του όριο - το ενιαίο παγκόσμιο τραστ - συνοδεύονται από τέτιες καταστροφές, φορτώνουν τέτια βάρη στις πλάτες των εκατομμυρίων εργατών και εργαζόμενων μικροαστών, που πολύ πριν φτάσει το παγκόσμιό του όριο ο καπιταλισμός θα χαθεί αναπόφευκτα κάτω από το βάρος των αντιθέσεών του, κάτω από τα χτυπήματα της προλεταριακής επανάστασης.
3. Η Προλεταριακή Επανάσταση(13) Η ιμπεριαλιστική μορφή του καπιταλισμού, εκφράζοντας την τάση για συ
σπείρωση των διάφορων ομάδων της κυρίαρχης τάξης, αντιπαρατάσσει τις πλατιές μάζες του προλεταριάτου όχι στον ξεχωριστό κεφαλαιοκράτη, αλλά ολοένα και σε μεγαλύτερο βαθμό στην τάξη των κεφαλαιοκρατών συνολικά και στην κρατική της εξουσία. Ταυτόχρονα, ο ιμπεριαλισμός αναπνάζει τα περιφράγματα του εθνικού κράτους και πλαταίνει τα πλαίσια της εξουσίας των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, αντιπαρατάσσοντας στην εξουσία αυτή εκατομμύρια μάζες κα- ταπιεζόμενων λαών των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών. Τέλος, ο ιμπεριαλισμός αντιπαρατάσσει με τον πιο οξύ τρόπο τα ιμπεριαλιστικά κράτη το ένα ενάντια στο άλλο.
(1 4 ). Σ' αυτές τις συνθήκες ιδιαίτερη σημασία για την κεφαλαιοκρατία αποχτά η κρατική εξουσία, που γίνεται δικτατορία της χρημαπστικής ολιγαρχίας, έκφραση της συγκεντρωμένης δύναμής της. Η ανάπτυξη των κρατικοκαπιταλιστικών μορφών, που διευκολύνουν τόσο την πάλη στην εξωτερική αγορά όσο και την πάλη ενάντια στην εργατική τάξη, η τερατώδης ανάπτυξη του μιλιταρισμού, η αυξανόμενη πίεση του κράτους πάνω στην εργατική τάξη (σε συνδυασμό με την εξαγορά του γραφειοκρατικού ρεφορμιστικού μηχανισμού), η κρατική ενίσχυση όλων
14 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993>><yyyyy-<>>
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
των μέσων ιδεολογικής, πολιτικής και πολιτιστικής επιρροής πάνω στις εργαζόμενες μάζες, με στόχο την ενσωμάτωσή τους στη λογική της αιωνιότητας του καπιταλιστικού συστήματος, η εξαγορά της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, εκφράζουν την τεράσπα αύξηση του ειδικού βάρους της κρατικής εξουσίας στα πλαίσια του μονοπωλιακού καπιταλισμού.
(15) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού και κυρίως το ιμπεριαλιστικό στάδιο αυτής της ανάπτυξης, η αντικατάσταση του ελεύθερου ανταγωνισμού από το μονοπωλιακό καπιταλισμό, η προετοιμασία από μέρους των τραπεζών και των ενώσεων των κεφαλαιοκρατών του μηχανισμού για την κοινωνική ρύθμιση του προτσές της παραγωγής και της κατανομής των προϊόντων, η αύξηση της εκμετάλλευσης και καταπίεσης της εργατικής τάξης και οι τεράστιες δυσκολίες της οικονομικής και πολιτικής πάλης της, τα βάσανα, οι δυστυχίες, οι καταστροφές, η αποκτήνωση που γεννά ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, ο παρασιτικός εκφυλισμός της κεφαλαιο- κρατίας και η δημιουργία ολόκληρων κρατών-δανειστών, που απομυζούν τεράστια ποσά υπερκερδών από την εκμετάλλευση των εργατών και εργαζόμενων των εξαρτημένων χωρών, η πολιτιστική βαρβαρότητα, η κυριαρχία του υποκειμενικού ιδεαλισμού και του σκοταδισμού στον τομέα των κοινωνικών επιστημών, η τεράσπα καταστροφή του περιβάλλοντος και όλες οι άλλες μάστιγες ενάντια στην εργαζόμενη κοινωνία, όλ' αυτά μετατρέπουν τον ιμπεριαλισμό σε καπιταλισμό που σαπίζει και πεθαίνει, σε τελευταίο στάδιο της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης γενικά. Ανοίγουν την εποχή της προλεταριακής, της σοσιαλιστικής επανάστασης.
(16) Η παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση απορρέει από τις συνθήκες της ανάπτυξης του καπιταλισμού γενικά, από την ιμπεριαλιστική του φάση ιδιαίτερα. Ενάντια στις ισχυρά οργανωμένες δυνάμεις του χρηματιστικού κεφάλαιου οργανώνονται δυο βασικές επαναστατικές δυνάμεις: οι εργάτες των καπιταλιστικών χωρών και οι καταπιεζόμενες από το διπλό ζυγό, του μονοπωλιακού κεφάλαιου και της ντόπιας αστικής τάξης, λαϊκές μάζες των εξαρτημένων χωρών, που κάτω από την καθοδήγηση του παγκόσμιου επαναστατικού προλεταριακού κινήματος θα γίνουν οι νεκροθάφτες του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Για να νικήσει στην προλεταριακή επανάσταση, το προλεταριάτο πρέπει να έχει έναν ψηλό βαθμό συνειδητότητας και οργανωτικότητας, που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την οργάνωση της πρωτοπορίας του σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμμα. Το αυθόρμητο κίνημα του προλεταριάτου δεν είναι σε θέση να βγει έξω από τα όρια της συνδικαλιστικής συνείδησης, της πάλης για τη βελτίωση της θέσης του μέσα στο κεφαλαιοκρατικό καθεστώς. Για να αποκτήσει η εργατική τάξη συνείδηση της ιστορικής της αποστολής, για να μετατραπεί από «τάξη καθεαυτή» σε «τάξη για τον εαυτό της», πρέπει η πρωτοπορία της να οργανωθεί σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμμα, καθοδηγούμενο από την κοσμοθεωρία του διαλεχτικού και ιστορικού υλισμού, εξοπλισμένο με επαναστατικό πρόγραμμα ανατροπής του καπιταλισμού και οικοδόμησης του σοσιαλισμού, εξοπλισμένο με στρατηγική που θα οδηγεί στη συγκέντρωση των δυνάμεων γι' αυτή την ανατροπή και με ταχτική που σε κάθε φάση θα αναπτύσσει το στρατηγικό σχέδιο.
Η ηγεσία του προλεταριάτου στην επανάσταση είναι απαραίτητος όρος και για τις εξαρτημένες χώρες, όπου τα μικροαστικά στρώματα είναι σχετικά εκτεταμένα και πολυάριθμα, ακόμη και για κείνες τις χώρες όπου το προλεταριάτο είναι η μειοψηφία του πληθυσμού. Γιατί το προλεταριάτο είναι η μοναδική μέχρι το τέλος επαναστατική τάξη, η τάξη που συνδέεται με την πιο αναπτυγμένη μορφή των παραγωγικών δυνάμεων, τη βιομηχανική παραγωγή, η τάξη που λόγω της θέσης της στην κεφαλαιοκρατική παραγωγή δεν μπορεί να απελευθερώσει τον εαυτό της από τη μισθωτή δουλεία, αν δεν απελευθερώσει ταυτόχρονα όλη την εργαζόμενη κοινωνία από το ζυγό του κεφάλαιου.
(17) Μόνο η προλεταριακή, η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να βγάλει την ανθρωπότητα από το αδιέξοδο που δημιούργησε ο ιμπεριαλισμός. Οποιες κι αν είναι οι δυσκολίες της επανάστασης και οι προσωρινές αποτυχίες της ή τα κύματα της αντεπανάστασης, η τελική νίκη του προλεταριάτου είναι αναπόφευκτη.
Η επαναστατική τάση παραλύει προσωρινά λόγω της προδοσίας των συμφερόντων του προλεταριάτου και του περάσματος με το μέρος της αστικής τάξης, δυνάμεων που βρέθηκαν επικεφαλής του παγκόσμιου προλεταριακού κινήματος. Αυτό έγινε με τη σοσιαλδημοκρατία, στην περίοδο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν επέφερε ισχυρό πλήγμα στο επαναστατικό προλεταριακό κίνημα της Ευρώπης, και με το σύγχρονο αναθεωρηπσμό, από το 1953 και μετά, που οδήγησε στην παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ και τις Λαϊκές Δημοκρατίες και μετέτρεψε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα σε εξάρτημα του αστικού συστήματος εξουσίας, συκοφαντώντας το όραμα του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού στη συνείδηση των πλατιών μαζών του παγκόσμιου
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 15
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
προλεταριάτου, της φτωχομεοαίας αγροτιάς, των γυναικών, των νέων.
4. Η γενική κρίση του καπιταλισμού και η πορεία της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης
(18) Η ανελέητη πάλη ανάμεσα στις μεγαλύτερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για το ξαναμοίρασμα του κόσμου οδήγησε στον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ο πόλεμος αυτός τράνταξε όλο το σύστημα του παγκόσμιου καπιταλισμού και εγκαινίασε την περίοδο της γενικής του κρίσης. Η όξυνση της ταξικής πάλης, που ήρθε σαν αναπόφευκτη συνέπεια, οδήγησε τις μάζες σε ανοιχτές επαναστατικές εκδηλώσεις και σε εμφύλιο πόλεμο. Το ιμπεριαλιστικό μέτωπο έσπασε στον πιο αδύνατο κρίκο του, την τσαρική Ρωσία. Η Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση γκρέμισε την κυριαρχία της κεφαλαιοκρατίας, εγκαθίδρυσε τη δικτατορία του προλεταριάτου και έβαλε την ΕΣΣΔ στην τροχιά της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, αποσπώντας την από τη σφαίρα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς.
(19) Κάτω από την επίδραση της Οχτωβριανής Επανάστασης και στα πλαίσια του ισχυρού κλονισμού που είχε δεχτεί το παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, αναπτύχθηκαν μια σειρά επαναστάσεις, που ανεξάρτητα από το ότι δεν υπήρξαν νικηφόρες, απέδειξαν ότι αποτελούν κρίκους μιας παγκόσμιας επαναστατικής αλυσίδας, τα συστατικά μέρη της γενικής κρίσης του καπιταλισμού. Η παγκόσμια αυτή επαναστατική διαδικασία αγκάλιασε και την άμεση πάλη για τη δικτατορία του προλεταριάτου και τους εθνικοαπελευθερωτικούς πολέμους και τις αποικιακές εξεγέρσεις ενάντια στον ιμπεριαλισμό, αδιάρρηχτα δεμένες με το επαναστατικό κίνημα των εκατομμυρίων μαζών της αγροτιάς.
(2 0 ) Μετά από μια σύντομη περίοδο σχετικής σταθεροποίησης του καπιταλισμού, η γενική κρίση πέρασε σε μια δεύτερη φάση όξυνσης. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος είχε σαν βασικό αποτέλεσμα αρχικά την απόσπαση από τη σφαίρα του καπιταλισμού μιας σειράς χωρών της Ευρώπης και στη συνέχεια της Κίνας, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας δεύτερης παγκόσμιας αγοράς, της σοσιαλιστικής αγοράς. Το στένεμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, η αδυναμία του καπιταλισμού να αναπτυχθεί με άλματα όπως προηγούμενα, σε συνδυασμό με τη λειτουργία όλων των γενικών νόμων του καπιταλισμού και την ένταση της ανισό- μετρης ανάπτυξης στις μεταπολεμικές συνθήκες, οδήγησαν σε νέα όξυνση των βασικών αντιθέσεων του παγκόσμιου καπιταλισμού. Το κομμουνιστικό κίνημα στις ιμπεριαλιστικές και τις εξαρτημένες χώρες δυνάμωσε και τέθηκε επικεφαλής των ταξικών αγώνων του προλεταριάτου και των συμμάχων του μισοπρολετα- ριακών στρωμάτων του χωριού και της πόλης. Αρχισε η ανάπτυξη ενός δεύτερου γύρου αστικοδημο- κρατικών αντιαποικιακών επαναστάσεων, σε συνθήκες ύπαρξης ενός ισχυρού σοσιαλιστικού στρατοπέδου, που θα μπορούσε να βοηθήσει τις πρώην αποικιακές χώρες να ξεπεράσουν το καπιταλιστικό στάδιο ανάπτυξης. Οξύνθηκαν οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες, για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής, που τώρα απλώνονταν μόνο στα 2/3 της γήινης σφαίρας.
Αυτή η πορεία της παγκόσμιας επανάστασης ανα- κόπηκε βίαια από την κυριαρχία του χρουτσιοφισμού στην ΕΣΣΔ και το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα και την πορεία παλινόρθωσης του καπιταλισμού στο πρώην σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Πορεία στην οποία είχε τη δική του συμβολή ο μαοϊσμός καθώς και τα διάφορα ρεύματα του ριζοσπαστικού μικροαστικού εθνικισμού (π.χ. Αλβανία, Βιετνάμ, Κούβα). Η ανατροπή αυτή ήταν κοσμοιστορικής σημασίας και άφησε τα σημάδια της στο παγκόσμιο προλεταριακό και επανασταπκό κίνημα, σημάδια που επηρεάζουν αποφασιστικά την πορεία της παγκόσμιας επανάστασης.
(21) Η πρώτη νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση στην ιστορία της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης πραγματοποιήθηκε στη Ρωσία, στην πιο καθυστερημένη οικονομικά, πολίτικά και πολιτιστικά
16 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
από τις «μεγάλες δυνάμεις» της εποχής. Τα καθήκοντα που έμπαιναν μπροστά στους μπολσεβίκους και την πρωτοπορία του προλεταριάτου ήταν κοσμοϊστορι- κής σημασίας. Δεν έπρεπε μόνο να νικήσουν ολοκληρωτικά την αστική τάξη, με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, αλλά να καταφέρουν να αναπτύξουν με γρήγορους ρυθμούς το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων, να τραβήξουν στο δρόμο του σοσιαλισμού τα εκατομμύρια της εξαθλιωμένης αγροτιάς, να ανεβάσουν το πολιτιστικό επίπεδο (στοιχείο απαραίτητο για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση) ενός λαού βυθισμένου στην αγραμματοσύνη και την αμορφωσιά, που τον είχε καταδικάσει το τσαρικό απολυταρχικό καθεστώς. Κι όλα αυτά έπρεπε να πραγματοποιηθούν χωρίς προηγούμενη ιστορική εμπειρία σοσιαλιστικής οικοδόμησης και μέσα σ’ ένα περιβάλλον ασφυκτικής ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης.
Βαδίζοντας με βάση τις στρατηγικές υποδείξεις των κλασσικών του μαρξισμού, μέσα από διαρκείς πειραματισμούς, που αναπόφευκτα συνοδεύονταν από λάθη, γενικεύοντας θεωρητικά την πείρα που συσσωρεύονταν σε κάθε φάση, οι μπολσεβίκοι κατάφεραν να οικοδομήσουν την πρώτη στην ιστορία της ανθρωπότητας σοσιαλιστική κοινωνία. Μια κοινωνία, που ανεξάρτητα από το ότι λειτουργούσε με γνώμονα την ικανοποίηση των αναγκών της, δεν ήταν απαλλαγμένη από καθυστερήσεις και προβλήματα, που έβαζαν μπροστά της νέα, πρωτοφανή ζητήματα για λύση.
Εχοντας μια βιομηχανία κατεστραμμένη και μια αγροτική οικονομία, που χαρακτηρίζονταν από τη μικρή εμπορευματική παραγωγή, οι μπολσεβίκοι εφάρμοσαν στην αρχή τη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ), που ήταν αναπόφευκτη για ένα διάστημα, στο οποίο έπρεπε να ανορθωθεί η βιομηχανία και να δημιουργηθούν οι όροι για το πέρασμα της αγροτικής οικονομίας στο σοσιαλιστικό συνεταιρισμό.Μέσα σε μια δεκαετία έγινε δυνατό να κατανικηθεί η αστική τάξη στον εμφύλιο πόλεμο, να στερεωθεί η δικτατορία του προλεταριάτου, να ανορθωθεί βασικά η μεγάλη βιομηχανία και να δημιουργηθούν οι όροι για τη σοσιαλιστική συνεταιρι- σπκοποίηση της αγροτικής οικονομίας. Σ' αυτή τη φάση, η εργατική τάξη έδινε ακόμη μάχη τάξης προς τάξη, όχι μόνο στα πολεμικά μέτωπα του εμφύλιου, αλλά και στο μέτωπο της αγροτικής οικονομίας, ενάντια στην αστική τάξη του χωριού, και στο μέτωπο της βιομηχανίας, ενάντια στους αστούς ειδικούς, που αναγκαστικά χρησιμοποιούσε η διχτατορία του προλεταριάτου, χρυσοπληρώνοντάς τους, επειδή δεν είχε δική της κόκκινη διανόηση. Ταυτόχρονα, η πρωτοπορία της εργατικής τάξης έπρεπε να αναπτύσσει και μια ριζικά διαφορετικού περιεχομένου ταξική πάλη, μέσα στους ίδιους τους κόλπους της τάξης, ενάντια σ' όλα εκείνα τα φαινόμενα που κληρονομήθηκαν στη νέα κοινωνία από την προηγούμενη, την καπιταλιστική. Να ανεβάζει το επίπεδο συνείδησης των εργατών, να προωθεί τη σοσιαλιστική αυτενέργεια και τη συνειδητή πειθαρχία στη δουλειά, να καταπολεμά τις εκδηλώσεις γραφειοκρατισμού.
Απαιτήθηκαν άλλα 8 χρόνια, ώστε το 1936 να έχουν εγκαθιδρυθεί σ' όλη την έκταση της οικονομίας οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, με την κατάπνιξη της αστικής τάξης του χωριού και την οργάνωση της πρώην φτωχής και μεσαίας αγροτιάς στο σοσιαλιστικό συνεταιρισμό, αλλά και με τη δημιουργία των πρώτων τμημάτων της κόκκινης διανόησης, που προέρχονταν από πς γραμμές της εργατικής τάξης και της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Η ταξική σύνθεση της σοβιετικής κοινωνίας άλλαξε και μαζί της άλλαξε ο χαρακτήρας της ταξικής πάλης, που έγι- νε μη ανταγωνιστικός, αφού οι εκμεταλλευτικές τάξεις είχαν εξαλειφτεί από όλη τη σφαίρα της κοινωνικής παραγωγής. Δίπλα στην ταξική πάλη προστέθηκαν νέες κινητήριες δυνάμεις της κοινωνικής εξέλιξης, ο σοβιετικός πατριωτισμός και η ηθικοπολιτική ενότητα ανάμεσα στην εργατική τάξη, τη συνεταιρισμένη αγροτιά και τη σοβιετική διανόηση. Αναπτύχθηκαν θυελλώδη κινήματα πρωτοπόρων, το σταχανοφικό στη βιομηχανία και το ουντάρνικο στην αγροτική οικονομία. Η παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας γνώρισε πρωτοφανείς ρυθμούς ανάπτυξης, το παγκρατικό σχέδιο εξασφάλιζε μια ισόρροπη και αναλογική ανάπτυξη όλης της κλίμακας της σοσιαλιστικής οικονομίας και η πιο καθυστερημένη χώρα της Ευρώπης έφτασε τις ιμπεριαλιστικές χώρες και ξεπέρασε αρκετές απ’ αυτές, φροντίζοντας ταυτόχρονα για την ικανοποίηση των υλικών και εκπολιτιστικών αναγκών της κοινωνίας, τείνοντας προς την ικανοποίησή τους στον ανώτατο βαθμό. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, με τα εκατομμύρια των νεκρών και τραυματιών και τις πρωτοφανείς καταστροφές και λεηλασίες, έφερε πίσω τη σοβιετική κοινωνία, δεν κατάφερε όμως να την εκτρέφει από το δρόμο της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, που συνεχίστηκε με θυελλώδεις ρυθμούς και μετά το 1945.
Η κοινωνία αυτή όμως δεν ήταν μια ειδυλλιακή κοινωνία, όπου όλα βάδιζαν ήσυχα το δρόμο τους, χωρίς ταξική πάλη, χωρίς προβλήματα και καθυστερήσεις. Η κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής δεν εξασφαλίζει αυτόματα την κοινωνικοποίησή τους. Η κοινωνικοποίηση εξασφαλίζεται μόνο όταν η κρατικοποίηση συ
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 111!
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
νοδεύεται από τη σοσιαλιστική αυτενέργεια των μαζών, από τη συνειδητή πειθαρχία στη δουλειά, από την εξάλειψη φαινομένων καταχρήσεων, γραφειοκρατι- σμού, απειθαρχίας κ.λπ., από το ανέβασμα του πολιτιστικού και του μορφωτικού επιπέδου ως το επίπεδο της πολυτεχνικής μόρφωσης και το τράβηγμα των πλατιών μαζών των εργαζόμενων στη διαχείριση όλων των κρατικών υποθέσεων. Ο συνεταιρισμός ήταν μεν μορφή των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, αλλά καθυστερούσε σε σχέση με τη βιομηχανία, αφού το προϊόν αποτελούσε συλλογική ιδιοκτησία των συνεταιριστών και όχι παλλαϊκή ιδιοκτησία, επομένως πραγματοποιούνταν σαν εμπόρευμα μέσω των σχέσεων της σοσιαλιστικής αγοράς. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να επιβιώνει στον αγρότη η ατομική ψυχολογία, που ενι- σχυόταν κάθε φορά που παρουσιάζονταν προβλήματα στην παραγωγή. Υπήρχε λοιπόν αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, ανάμεσα στην εργατική τάξη και τη συνεταιρισμένη αγροτιά, η οποία βέβαια δεν είχε ανταγωνιστικό χαρακτήρα, όπως στον καπιταλισμό. Αυτή η ψυχολογία του αγρότη μπορεί να ξεπεραστεί μόνο σαν αποτέλεσμα της αλματώδους ανάπτυξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής και της παράλληλης ανάπτυξης του βιοτικού και πολιτιστικού επιπέδου της αγροτιάς.
Η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά διατηρούνταν, στην παραγωγή εξακολουθούσε να υφίσταται ο ιεραρχικός καταμερισμός. Λόγω της καλύτερης θέσης της στην παραγωγή, του ανώτερου πολιτιστικού της επιπέδου, των καλύτερων αμοιβών σε πολλές περιπτώσεις, η σοσιαλιστική διανόηση είναι επιρρεπής στην ανάπτυξη μικροαστικής ψυχολογίας, της ψυχολογίας του βολέματος και της ρουτίνας, που ερχόταν σε σύγκρουση με το νεωτεριστικό πνεύμα των πρωτοπόρων εργατών. Υπήρχε λοιπόν αντίθεση ανάμεσα στην εργατική τάξη και τη σοσιαλιστική διανόηση, η οποία επίσης δεν είχε ανταγωνιστικό χαρακτήρα. Προϋπόθεση για τη λύση αυτής της αντίθεσης είναι το ανέβασμα του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου της εργατικής τάξης ως το επίπεδο των ειδικών της παραγωγής και της οικονομίας.
Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω, προβλήματα εμφανίζονταν και στην εκπόνηση και υλοποίηση του παγκρατικού σχεδίου, μέσω του οποίου προωθείται το στρατηγικής σημασίας καθήκον της παλλαϊκής καταγραφής και του ελέγχου στην παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων. Το παγκρατικό σχέδιο λειτουργούσε, η ανάπτυξη της οικονομίας γινόταν ισόρροπα και αναλογικά, όμως εξακολουθούσε να υφίσταται μια μη ανταγωνιστική αντίθεση ανάμεσα στις παραγωγικές σχέσεις και τις παραγωγικές δυνάμεις, καθώς και ανάμεσα στην οικονομική βάση και το πολιτικό εποικοδόμημα.
Πάνω στη βάση αυτών όλων των καθυστερήσεων, που δεν συνιστούσαν σημάδια κρίσης και κατάπτωσης, αλλά σημάδια ανάπτυξης, εμφανίζονταν φαινόμενα γραφειοκρατισμού, που δεν αφορούσαν μόνο τον κρατικό μηχανισμό και το μηχανισμό διεύθυνσης της οικονομίας, αλλά και τις ίδιες τις μαζικές οργανώσεις και το κόμμα, που απαιτούσαν συνεχή πάλη για το ξεπέρασμά τους, πάλη την οποία έδιναν με συνέπεια οι πρωτοπόροι άνθρωποι της σοβιετικής κοινωνίας, κάτω από την καθοδήγηση των μπολσεβίκων. Ο γραφειοκραπσμός υπήρχε γιατί γεννιόταν πάνω στο έδαφος της ίδιας της σοσιαλιστικής κοινωνίας, γιατί το επίπεδο ανάπτυξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής δεν επέτρεπε ακόμη αφθονία προϊόντων και πάνω σ' αυτή τη βάση ψηλό υλικό και πολιτιστικό επίπεδο, ανεβα- σμένη κομμουνιστική συνειδητότητα και στάση στη δουλειά και εξάλειψη των ουσιωδών διάφορων ανάμεσα στην πόλη και το χωριό και ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, που αποτελούν προϋποθέσεις για το οριστικό ξεπέρασμα των γραφειοκρατικών φαινομένων.
Η πορεία λύσης αυτών των αντιθέσεων εξασφαλίζεται με την ταξική πάλη, μια ταξική πάλη ανάμεσα σε φιλικές τάξεις και στρώματα, που διεξαγόταν υπό την καθοδήγηση της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, του μπολσεβίκικου κόμματος. Μια ταξική πάλη που ποτέ πριν δεν είχε εμφανιστεί στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών, και που έβαζε συνεχώς για λύση νέα, πρωτόφαντα ζητήματα. Η οριστική εξάλειψη αυτών των αντιθέσεων, και κάθε αντίθεσης γενικά, θα γινόταν με το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, με την εξάλειψη χων τάξεων γενικά, πέρασμα για το οποίο απαιτούνταν μια σειρά όροι, όπως η τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ώστε να υπάρχει αφθονία προϊόντων και να απαιτείται λίγος χρόνος κοινωνικής εργασίας, το πέρασμα και της συνεταιριστικής αγροτικής ιδιοκτησίας σε παλλαϊκή ιδιοκτησία και η πολυτεχνική μόρφωση όλων των εργαζόμενων, ώστε να μη μένουν εφ' όρου ζωής καθηλωμένοι σ' ένα επάγγελμα και να σβήνεται βαθμιαία η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά.
Η θεωρητική γενίκευση της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης από το 1936 και μετά, δηλαδή μετά την εξάλειψη των εκμεταλλευτικών τάξεων και η κατάληξη
l i p ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
σε στρατηγικής σημασίας υποδείξεις για το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, μόλις είχε αρχίσει να γίνεται μετά το 1950 από τον Ι.Β. Στάλιν, χωρίς όμως ακόμη και τα πρώτα συμπεράσματα του Στάλιν να έχουν κατανοηθεί σε βάθος ακόμη και από τον ηγετικό πυρήνα των μπολσεβίκων. Ο θάνατος του Στάλιν, από ιστορική (και όχι Βιολογική) άποψη πρόωρος, ήταν ένα βαρύ πλήγμα για τη σοβιετική κοινωνία, αλλά και για το παγκόσμιο προλεταριακό κίνημα. Οι θεωρητικές γενικεύσεις της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, που είχε ξεκινήσει, και οι στρατηγικής σημασίας υποδείξεις για το πέρασμα στον κομμουνισμό, σας οποίες είχε καταλήξει, βρίσκονταν ακόμη στα πρώτα στάδια και, όπως αποδείχτηκε, έμειναν ανολοκλήρωτες από τον μπολσεβίκικο ηγετικό πυρήνα. Ο ρόλος της εξαιρετικής προσωπικότητας (η απουσία της), σε κείνη τη φάση της ιστορικής εξέλιξης, λειτούργησε καταλυτικά και δυστυχώς σε βάρος της εργατικής τάξης και της υπόθεσης του κομμουνισμού, αντίθετα από τις προηγούμενες φάσεις, όπου είχε λειτουργήσει καταλυτικά υπέρ (ρόλος του Λένιν στην Οκτωβριανή επανάσταση και στις στρατηγικές υποδείξεις για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, ρόλος του Στάλιν στη συνέχεια).
(22)0 χρουτσιοφισμός πάτησε πάνω σπς καθυστερήσεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας και στα προβλήματα που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος και που ακόμη δεν είχαν επουλωθεί σε όλη τους την έκταση (προβλήματα στην αγροτική οικονομία, κυρίως στην κτηνοτροφία, χαμός ενός μεγάλου τμήματος του πρωτοπόρου στελεχικού δυναμικού του κόμματος και της οικονομίας). Ενίσχυσε την ατομική ψυχολογία, που ακόμη επιβίωνε στον αγρότη συνεταιριστή, με μέτρα που στα μάτια της αγροτιάς φάνταζαν σαν θετικά, αλλά που στην ουσία υπονόμευαν το σοσιαλισμό και ξεκινούσαν προτσές παλινόρθωσης του καπιταλισμού (ενίσχυση του ατομικού νοικοκυριού, διάλυση των Μηχανοτρακτερικών Σταθμών και πούληση των βασικών μέσων παραγωγής στους αγρότες, αύξηση των κρατικών τιμών συγκέντρωσης κόντρα στο παγκρατικό σχέδιο κ.ά.). Πριμοδότησε τη σοσιαλιστική διανόηση και ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη θέση της στη διεύθυνση των κομματικών και κρατικών υποθέσεων, ενισχύοντας έτσι το γραφειοκρατισμά. Μ’ αυτόν τον τρόπο, η υπό τον Χρουτστόφ αναθεωρητική ομάδα δημιούργησε κοινωνικά στηρίγματα και στη συνέχεια κατάφερε να καταπνίξει την αντίσταση των μπολσεβίκων ηγετών (που εκδηλώθηκε με χρονική καθυστέρηση τεσσάρων ετών, ακριβώς γιατί δεν έβλεπαν που οδηγούσαν οι αλλαγές αυτές) και να ανα- τρέψει το πρόγραμμα του μπολσεβίκικου κόμματος και τις στρατηγικές υποδείξεις σπς οποίες είχε καταλήξει ο Στάλιν. Ετσι, η πορεία δημιουργίας των όρων για το πέρασμα στον κομμουνισμό αναστράφηκε και βαθμιαία άρχισε να παλινορ- θώνεται ο καπιταλισμός, παλινόρθωση που ολοκληρώθηκε περίπου σε μια δεκαετία.
Η ΕΣΣΔ έγινε χώρα του κρατικού καπιταλισμού, όπου κάτω από το περίβλημα της κρατικής ιδιοκτησίας λειτουργούσαν οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής, με την αστική τάξη να διαχειρίζεται την παραγωγή και το κράτος και να απομυζά την υπεραξία της εργατικής τάξης. Η σοσιαλιστική αυτενέργεια των μαζών απονεκρώθηκε. Το ατομικό συμφέρον μπήκε στη θέση της σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών. Η παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας άρχισε να πέφτει κατακόρυφα και μαζί της άρχισαν να πέφτουν και οι ρυθμοί ανάπτυξης. Στο εξωτερικό άρχισε να ασκείται ιμπεριαλιστική πολιτική, που απαίτησε μια τεράστια στρατιωτικοποίηση της οικονομίας, γεγονός που έρριξε ακόμη περισσότερο τους ρυθμούς ανάπτυξης. Προκειμένου να διατηρηθεί το ψευτοσοσιαλιστικό περίβλημα και να εξασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη, οι ηγέτες του παλινορθωμένου καπιταλισμού εφάρμοσαν μια εκτεταμένη ρεφορμιστική πολιτική, ένα δυνατό αστικό «κράτος πρόνοιας», που στηριζόταν βασικά στην επιδότηση των τιμών και των θέσεων εργασίας.
Αυτή η πολιτική όμως υπέσκαψε ακόμη περισσότερο τα σαθρά θεμέλια της σοβιετικής κεφαλαιοκρατικής οικονομίας και οδήγησε σε μια καταστροφική κρίση. Αγορές και σφαίρες επιρροής άρχισαν να χάνονται, ολόκληροι βιομηχανικοί και αγροτικοί κλάδοι υπολειτουργούσαν, τα ελλείμματα έπνιγαν πια τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι αλλαγές που επιχείρησε η κλίκα Γκορμπατσόφ από το 1985 δεν μπόρεσαν να αντιστρέψουν την πορεία. Η κρίση λειτουργούσε αυθόρμητα, τυφλά, καταστροφικά και οδήγησε σε διάλυση του ίδιου του κρατικού ιστού, σε απώλεια ακρινών πρώην συνομόσπονδων δημοκρατιών, που ανεξαρτοποιήθηκαν, σε ισχυρή πολιτική κρίση, με συγκρούσεις των κέντρων εξουσίας, που συνεχίζεται και βαθαίνει.
(2 3 ) Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ δεν ήταν νομοτέλεια. Το τυχαίο (από ιστορική άποψη) γεγονός του θανάτου του Στάλιν, της ιστορικής εκείνης προσωπικότητας, που στη δοσμένη φάση ήταν η μοναδική που είχε συλ- λάβει τον τρόπο ξεπεράσματος των καθυστερήσεων και ανέλιξης της κομμουνι-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 19
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
σπκής κοινωνίας προς το ανώτερο στάδιό της, σφράγισε τις εξελίξεις και αποτέ- λεσε το καθοριστικό στοιχείο, που έκανε δυνατή την έναρξη του αντεπαναστατι- κού προτσές της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, που ξεκίνησε από το πολιτικό εποικοδόμημα και πέρασε στην οικονομική βάση. Η ήττα τελικά της πρώτης νικηφόρας σοσιαλιστικής επανάστασης αποτέλεσε ένα γτγάντιο ιστορικό άλμα προς τα πίσω.
Ταυτόχρονα όμως εξόπλισε το παγκόσμιο προλεταριάτο με μια τεράστια πείρα οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Οπως η ήττα της Κομμούνας του Παρισιού επέτρεψε στο Μαρξ να γενικεύσει θεωρητικά την πείρα της και να καταλήξει στα συ- μπεράσματά του για τη δικτατορία του προλεταριάτου (χωρίς την οποία η Οχτω- βριανή Επανάσταση δεν θα είχε καν νικήσει), έτσι και η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ μας επιτρέπει να γενικεύσουμε θεωρητικά την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και να δούμε την τεράστια σημασία που έχουν οι μη ανταγωνιστικές αντιθέσεις ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, καθώς και τις μορφές ανάπτυξης της ταξικής πάλης για τη λύση αυτών των αντιθέσεων. Οι μπολσεβίκοι ξεκίνησαν το 1917 έχοντας στη διάθεσή τους μόνο γενικές κατευθύνσεις. Οι πρωτοπόροι εκπρόσωποι του προλεταριάτου σήμερα έχουν στη διάθεσή τους και τη θεωρία που δημιούργησαν οι μπολσεβίκοι μέσα από το πρωτοφανές κοινωνικό πείραμα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, και την αρνητική πείρα της παλινόρθωσης. Ετσι, το παγκόσμιο προλεταριάτο, θα είναι απείρως περισσότερο εξοπλισμένο στο νέο γύρο των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, που έρχεται.
(2 4 ) Οι χώρες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ευρώπης διένυαν ακόμη το μεταβατικό στάδιο για την εγκαθίδρυση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, όταν η ΕΣΣΔ μπήκε στην τροχιά της παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Η μετάβαση αντιστράφηκε και σ' αυτές, γεγονός που απαίτησε ακόμη και πραξικοπήματα στις ηγεσίες τους και δολοφονίες ηγετών. Σύντομα μετατράπηκαν σε οικονομικά εξαρτήματα της σοβιετικής καπιταλιστικής οικονομίας και σε χώρες πολιτικά υποτελείς του σοβιετικού ιμπεριαλισμού, που τις εμπόδισε όταν χρειάστηκε ακόμη και με την ένοπλη βία να αλλάξουν στρατόπεδο. Στην Κίνα συνέβη το ίδιο, αφού ο μαοϊσμός ακολούθησε πλέον μια πορεία παράλληλη με τον χρουτσιοφισμό. Η σύγκρουσή τους δεν ήταν σύγκρουση σοσιαλισμού - παλινορθωμένου καπιταλισμού, αλλά μια μεγαλοκρατική σύγκρουση, για τα σκήπτρα της ηγεμονίας στο άλλοτε σοσιαλιστικό στρατόπεδο και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Στην Αλβανία, η ηγεσία της οποίας αντιστάθηκε στο χρου-τσιοφισμό, ο μικροαστικός εθνικισμός και το χαμηλό θεωρητικό-επιστημονικό επίπεδο της ηγεσίας, δεν επέτρεψαν να χαραχτεί μα γραμμή βαθμιαίας και πιο αργής ολοκλήρωσης της μεταβατικής περιόδου προς το σοσιαλισμό. Το κλείσιμο σ’ ένα επίπεδο καθυστερημένης αγροτοβιομηχανικής χώρας, που δεν μπορεί να εξασφαλίσει πιν ευημερία του πληθυσμού δεν μπορούσε να κρατήσει πολύ και οδήγησε στην κατάρρευση και του αλβανικού καθεστώτος, τελευταίου στη σειρά των καταρρεύσεων που από το 1989 γνώρισε όλη η κεντρική και ανατολική Ευρώπη.
(2 5 ) Η αλλαγή πλεύσης στην ΕΣΣΔ πέρασε και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, όχι χωρίς προβλήματα και πραξικοπήματα στα διάφορα κόμματα.Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πραξικόπημα της «6ης Πλατιάς Ολομέλειας», που έγινε το 1956 στο ΚΚΕ, με το οποίο επιβλήθηκε ο χρουτσιοφισμός, επιβολή που συνοδεύτηκε με ένα άγριο πογκρόμ ενάντια στους επαναστάτες πολιτικούς πρόσφυγες και τη φυσική εξόντωση του επαναστάτη ηγέτη Νίκου Ζαχαριάδη, που μετά από πολύχρονη εξορία δολο- φονήθηκε το 1973 στη Σιβηρία.
Τα Κομμουνιστικά Κόμματα των καπιταλιστικών χωρών μετατράπηκαν σε κόμματα αστικά, σε κόμματα εξαπάτησης των εργατικών και λαϊκών μαζών, σε φορείς της αντεπανάστασης, συνδεμένα και με το σοβιετικό ιμπεριαλισμό και με την αστική τάξη των χωρών τους. Το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να μη γεννά αντιθέσεις στο εσωτερικό των αναθεωρητικών κομμάτων, που αντανακλούσαν τις αντιθέσεις ανάμεσα στο μπλοκ της σοβιετικής επιρροής και στο
20 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
μπλοκ των χωρών της δύσης. Αντιθέσεις που οδήγησαν σε συγκρούσεις αναθεωρητικών κομμάτων με τη σοβιετική «ορθοδοξία» και σε διασπάσεις πολλών απ' αυτά.
Ομάδες επαναστατών, που αποσπάστηκαν από τα αναθεωρητικά κόμματα, δεν κατάφεραν να συγκροτηθούν σε πραγματικά κομμουνιστική βάση. Δεχόμενες την καταστροφική επιρροή άλλοτε του μαοϊσμού και άλλοτε του αλβανικού μικροαστικού εθνικισμού, με σημαντικές καθυστερήσεις στον τομέα της θεωρίας και του προγράμματος, με αδυναμία να συγκροτήσουν μια συνεκτική, πραγματική επαναστατική θεωρητική - πολιτική - οργανωτική βάση, βυθίστηκαν στην κρίση, γνώρισαν απανωτές διασπάσεις και περιθωριοποιήθηκαν.
(2 6 ) Η λήξη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου σήμανε μια νέα φάση στην ανάπτυξη των αστικών αντιαποικιακών επαναστάσεων, που ολοκληρώθηκαν σχεδόν σε όλο τον κόσμο τη δεκαετία του 70. Το αποικιοκρατικό σύστημα κατέρρευ- σε. Επειδή όμως οι επαναστάσεις αυτές έγιναν υπό την ηγεμονία της αστικής τάξης και όχι του μετώπου εργατών-αγροτών και σε συνθήκες παλινόρθωσης του καπιταλισμού στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο, οδήγησαν μεν στην αυτοτελή κρατική συγκρότηση αυτών των χωρών, αλλά σε συνθήκες ολοένα αυξανόμενης εξάρτησης από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Τα νεοδημιουργημένα κράτη εξακολούθησαν να αποτελούν εξαρτήματα του παγκόσμιου συστήματος των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων.
(2 7 ) Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ , η διάλυση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και η μετατροπή του σ' ένα ιμπεριαλιστικό-καπιταλιστικό μπλοκ και η κατάρρευση στη συνέχεια των καθεστώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού, η μη ολοκλήρωση των αντιαποικιοκρατικών επαναστάσεων και η γέννηση απ’ αυτές νέων εξαρτημένων χωρών, καθώς και η αστικοποίηση των κομμουνιστικών κομμάτων και η προδοσία των ταξικών συμφερόντων του προλεταριάτου, έφερε ένα τεράστιο πισωγύρισμα στην πορεία της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης. Τα ιδανικά του σοσιαλισμού συκοφαντήθηκαν. Γενιές ολόκληρες πρωτοπόρων εργατών διαφθάρηκαν και μετατράπηκαν σε γραφειοκράτες υπερασπιστές του καπιταλιστικού συστήματος. Στη συνείδηση των μαζών ο σοσιαλισμός ταυτίστηκε με τον κρατικό καπιταλισμό, με την πολιτική καταπίεση και το γραφειοκρατισμό, με την «αξιοπρεπή φτώχεια», με τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, με τη χοντροκομένη προπαγάνδα και τον πολιτιστικό μαρασμό. Η σοσιαλδημοκρατία πέρασε στην αντεπίθεση διαφημίζοντας το «κράτος δικαίου» και το «κράτος πρόνοιας» των καπιταλιστικών χωρών. Η συνεργασία των αναθεωρητικών κομμάτων με τη σοσιαλδημοκρατία ενίσχυσε την προπαγάνδα της. Το κομμουνιστικό κόμμα έγινε για τις πλατιές μάζες συνώνυμο του γραφειοκρατισμού, της κατάπνιξης της κριτικής στάσής, της θεωρητικής αποστέωσης και του δογματισμού, του μικροαστικού εθνικισμού και του κοινωνικού κονφορμισμού, της μυστικής διπλωματίας και του αστικού κυβερ- νητισμού, του πασιφισμού και της υποταγής στην αστική νομιμότητα. Μια πανσπερμία μικροαστικών ριζοσπαστικών ή ριζοσπαστιζόντων ρευμάτων, παλιών και νέων, ενισχύθηκαν και θόλωσαν με τη σειρά τους ακόμη περισσότερο τον ορίζοντα των μαζών.
Ιδιαίτερα τ̂ νήγματα απ’ αυτή την εξέλιξη δέχτηκε η νεολαία. Η συλλογική συνείδηση αλλοιώθηκε, η οργανωμένη πάλη έγινε αποκρουσπκή στα μάτια της, ο μαρ- ξισμός-λενινισμός τής παρουσιάστηκε σαν ό,τι πιο οπισθοδρομικό και δογματικό υπάρχει. Τα φαινόμενα αυτά εντάθηκαν μετά την οριστική κατάρρευση των καθεστώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού, τις διασπάσεις στα αναθεωρητικά κόμματα και την πτώση τους σε πλήρη ανυποληψία.
(2 8 ) Η κυριαρχία του χρουτσιοφικού αναθεωρητισμού και η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ και στο υπόλοιπο σοσιαλιστικό στρατόπεδο, οδήγησαν στην ενότητα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, που σε συνδυασμό με την υποχώρηση του παγκόσμιου επαναστατικού προλεταριακού κινήματος, οδήγησαν σε μια νέα φάση σχετικής σταθεροποίησης του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Ομως, η σχετική σταθεροποίηση δεν σταμάτησε τη λειτουργία των νόμων κίνησης του παγκόσμιου καπιταλισμού, που συνέχισαν το καταστροφικό τους έργο. Οι θεωρίες του «οργανωμένου καπιταλισμού», της «παγκόσμιας ρύθμισης των οικονομικών προβλημάτων» και των «περιφερειακών υπερεθνικών ολοκληρώσεων», της «οικουμενικότητας των προβλημάτων» και της «ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών», όλ' αυτά που συμπυκνώθηκαν στο σύνθημα για το «τέλος της ιστορίας», πρόσκαιρα μόνο μπόρεσαν να κυριαρχήσουν.
Η περίοδος της σχετικής σταθεροποίησης του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος, που άρχισε τη δεκαετία του 60, με την ολοκλήρωση της παλινόρθωσης του καπιταλισμού και την αποκατάσταση της ενότητας της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, έληξε. Η γενική κρίση, που συνδέεται άρρηκτα με το ιμπερια-
<ίίίίί̂ ίή%·ί
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 21
7 YEA IΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
λισηκό στάδιο του καπιταλισμού, οδηγείται σε νέα κορύφωσή της, που φέρνει από τη μια ιμπεριαλιστικούς πολέμους και από την άλλη προλεταριακές επαναστάσεις.
(2 9 ) Η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος διαπλέκεται με την κυκλική οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις αυτής της διαπλοκής είναι καταστροφικές πάνω στις καπιταλιστικές οικονομίες. Οι φάσεις της αναζωογόνησης και της άνθισης γίνονται όλο και πιο σύντομες, ενώ μακραίνουν οι φάσεις της κρίσης και της ύφεσης. Οι ιμπεριαλιστές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την υπερπαραγωγή διατηρώντας ψηλές μονοπωλιακές τιμές και αυτό παρατείνει την κρίση. Χαρακτηριστικό της όξυνσης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού είναι η προοδευτική όξυνση του προβλήματος των αγορών, που οδηγεί σε χρόνια υποαπασχόληση των επιχειρήσεων και σε χρόνια μαζική ανεργία. Η ανι- σομέρεια στην ανάπτυξη των διάφορων τμημάτων της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας οδηγεί τις ιμπεριαλιστικές χώρες σε σκληρό αγώνα για να υπερ- σκελίσουν τους αντιπάλους τους. Ο αγώνας για το ξαναμοίρασμα των σφαιρών επιρροής, που αποτελούν τη βάση του οικονομικού μοιράσματος του κόσμου, για τον έλεγχο των πηγών πρώτων υλών, των αγορών κατανάλωσης και των σφαιρών τοποθέτησης κεφαλαίων μαίνεται ανελέητος σ' όλο τον κόσμο. Ο εμπορικός πόλεμος παίρνει τρωτοφανείς διαστάσεις. Οι αντιθέσεις διαπερνούν και το εσωτερικό των διεθνών ενώσεων των ιμπεριαλιστικών χωρών (π.χ. ΕΟΚ) και παίρνουν όλο και οξύτερες διαστάσεις, απειλώντας αυτές τις ενώσεις με πλήρη διάλυση. Ταυτόχρονα με την όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες οξύνονται και οι αντιθέσεις τους με τις εξαρτημένες χώρες, πάνω στις οποίες οι ιμπεριαλιστές αυξάνουν την πίεση, λόγω του βαθέματος της κρίσης. Πόλεμοι ξεσπούν σε διάφορα σημεία του πλανήτη και όλα δείχνουν ότι οι ιμπεριαλιστές ετοιμάζονται να περάσουν από τον οικονομικό πόλεμο και από τους περιφερειακούς πολέμους σ' ένα ακόμη γενικευμένο πολεμικό μακελειό.
Η εργατική τάξη και τα πλατιά λαιΚά στρώματα δέχονται μια πρωτοφανή επίθεση Ακόμη και στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού ξηλώνονται οι ελάχιστες εγγυήσεις του αστικού «κράτους πρόνοιας», με πς οποίες διατηρήθηκε μεταπολεμικά η κοινωνική ειρήνη και διευθετούνταν ειρηνικά οι ταξικές συγκρούσεις. Εκατομμύρια εργατών σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο καταδικάζονται σε χρόνια ανεργία. Η ανεργία πλήττει ιδιαίτερα τους νέους, θάβοντάς τους τα όνειρα για μια αξιοπρεπή ζωή, ακόμη και για την ίδια την επιβίωση. Η απόλυτη εξαθλίωση πλήττει το προλεταριάτο και στις ίδιες πς μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού, ενώ σε καθυστερημένες χώρες παίρνει τη μορφή λιμού, που δημιουργεί συνεχείς ανθρώπινες εκατόμβες. Τα κοινωνικά δικαιώματα, όπως η παιδεία, η υγεία, η πρόνοια η κοινωνική ασφάλιση περικόβονται σε βαθμό που να συντελείται επιστροφή στις συνθήκες της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφάλαιου. Η φτωχή και μεσαία αγροτιά δέχεται ιδιαίτερα πλήγματα, καθώς η κρίση πλήττει με δριμύτητα την αγροτική παραγωγή και τα καπιταλιστικά κράτη περικόβουν τις επιδοτήσεις που μέχρι τώρα έδιναν στην αγροτική οικονομία, για να στηρίξουν την υποταγή της φτωχομεσαίας αγροτιάς στο καπιταλιστικό σύστημα.
Η νεολαία δέχεται άγρια την επίθεση της αστικής τάξης. Δεν είναι μόνο το δικαίωμα στη δουλειά, που αποτελεί υποκριτική διακήρυξη των καπιταλιστικών συνταγμάτων. Από τη νεολαία αφαιρείται και το δικαίωμα στη μόρφωση. Το σχολείο γίνεται ολοένα και περισσότερο εξάρτημα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, γίνεται ολοένα και περισσότερο χώρος προετοιμασίας μερικών εργαλείων της καπιταλιστικής παραγωγής, συνειδήσεων φοβισμένων και υποταγμένων στην καθε- στηκυία τάξη της αστικής δικτατορίας, ανθρώπων αλλοτριωμένων και αποξενωμένων από τη συσσωρευμένη γνώση της ανθρωπότητας, που κόβεται ολοένα και περισσότερο σε «πληροφορίες» και δίνεται ανάλογα με την κοινωνική θέση και τη θέση στην καπιταλιστική παραγωγή, οξύνοντας στο έπακρο την αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά.
Η φύση καταστρέφεται με ρυθμούς επιδημίας από την άναρχη καπιταλιστική ανάπτυξη, που ενδιαφέρεται μόνο για το κέρδος. Δίπλα στα εργατικά ατυχήματα, οι επαγγελματικές αρρώστιες θερίζουν την υγεία των εργαζόμενων, παρά τις υποκριτικές διακηρύξεις των αστών υπέρ της υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας. Ο καπιταλισμός απέδειξε ότι είναι καταστροφέας της ίδιας της γήινης σφαίρας, καταστροφέας του βασικότερου αγαθού, της ίδιας της ανθρώπινης ζωής.
Ο πολιτισμός επιστρέφει στη μεσαιωνική βαρβαρότητα. Ενα πέπλο ανορθολο- γισμού καλύπτει ακόμη και τις φυσιογνωστικές επιστήμες, που από τη μια φτάνουν σε νέες ανακαλύψεις και από την άλλη ντύνονται με μυστικιστικά περιβλήματα. Οι θρησκευτικές προλήψεις και μια σειρά άλλες αντιδραστικές δοξασίες απλώνονται με μορφή χιονοστιβάδας και κατακυριεύουν την κοινωνική ζωή. Η τέχνη μπαίνει στα ίδια καλούπια, του ανορθολογισμού και του μυστικισμού, των
• ■22 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
φιλοσοφικών δοξασιών και του παράλογου, πις αισθηπκής παρακμής και της χυδαιότητας. Τα ναρκωτικά και ο αλκοολισμός θερίζουν τη νέα γενιά σε βαθμό που δεν ξαναγνώρισε η ανθρωπότητα. Η επαιτεία, η πορνεία και η πορνογραφία, η εγκληματικότητα θυμίζουν εποχές που ο αναπτυγμένος καπιταλισμός δεν θέλει να θυμάται. Ο εργαζόμενος αποξενώνεται από τη χαρά της ζωής, τον έρωτα, την απόλαυση της φύσης.
(3 0 ) Αυτή η βάρβαρη εκμετάλλευση και καταπίεση της εργατικής τάξης και των άλλων λάικών στρωμάτων αυξάνει την αγανάκτησή τους και πς κατεβάζει στο στίβο του ταξικού αγώνα. Τα «κοινωνικά συμβόλαια» με τα οποία η αστική τάξη αιχμαλώτισε τις εργαζόμενες μάζες, εκμεταλλευόμενη και τη μεγάλη υποχώρηση του παγκόσμιου κινήματος του σοσιαλιστικού προλεταριάτου, σπάνε και οι ταξικές αναθέσεις προσδιορίζουν πς κοινωνικές συμπεριφορές. Το προλεταριάτο και οι άλλοι εργαζόμενοι βγαίνουν στο στίβο του ταξικού αγώνα, που παίρνει τη μορφή μαχητικών απεργιών, διαδηλώσεων, αλλά και εξεγέρσεων, που ξεσπάνε ξαφνικά με την παραμικρή αφορμή, αποκαλύπτοντας έτσι ότι σ' ολόκληρο τον πλανήτη έχει συσσωρευτεί πάρα πολύ εύφλεκτο υλικό.
Η απάντηση της αστικής τάξης σ' αυτή την υπόκωφη απειλή του προλεταριάτου και των άλλων εργαζόμενων μαζών είναι η ένταση της πολιτικής αντίδρασης. Ο κρατικός μηχανισμός καταστολής δυναμώνει και γίνεται όλο και πιο αδίστακτος. Φουντώνουν ο εθνικισμός και ο ρατσισμός, ενώ ο φασισμός ξανασηκώνει κεφάλι και γίνεται ολοένα και πιο πολύ συνείδηση των αστών ότι θα είναι ξανά «η τελευταία τους λύση» για να ξεφύγουν από την πολιτική κρίση και να αντιμετω- πίουν με σιδερένια γροθιά την εξεγερτική δράση του προλεταριάτου και των λαϊκών μαζών.
(3 1 ) Ολα δείχνουν ότι ωριμάζουν από τη μια νέοι καταστροφικοί πόλεμοι ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές και από την άλλη νέες επαναστάσεις του προλεταριάτου και των εργαζόμενων μικροαστών, πρώτα πρώτα των φτωχομεσαίων αγροτών. Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να βρει διέξοδο και βαδίζει στην καταστροφή μέσω της όξυνσης των αντιθέσεών του, στις οποίες κυριαρχεί η αντίθεση ανάμεσα στην ασπκή τάξη και το προλεταριάτο, που μόνο αυτό, με την επανάστασή του, μπορεί να βάλει τέρμα στα δεινά που μαστίζουν την ανθρωπότητα και να δώσει διέξοδο σ' ολόκληρη την εργαζόμενη κοινωνία. Η κοινωνική επανάσταση ωριμάζει, ένας νέος κύκλος προλεταριακών επαναστάσεων ανοίγει.
Η ενότητα της παγκόσμιας οικονομίας βρίσκει την έκφρασή της στον παγκόσμιο χαρακτήρα της επανάστασης, ενώ η ανισομέρεια στην ανάπτυξη των διάφορων τμημάτων της βρίσκει την έκφρασή της στο γεγονός ότι οι επαναστάσεις δεν ξεσπάνε ταυτόχρονα στις διάφορες χώρες. Η προλεταριακή επανάσταση μπορεί να ξεσπάσει και να νικήσει στον πιο αδύνατο κρίκο της παγκόσμιας καπιταλιστικής αλυσίδας και το νέο κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου μπορεί να προχωρήσει στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της οικονομίας και της κοινωνίας, έχοντας τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του παγκόσμιου προλεταριάτου. Κάθε τέτια νίκη του προλεταριάτου επεκτείνει τη βάση της παγκόσμιας επανάστασης και οξύνει ακόμη περισσότερο τη γενική κρίση του καπιταλισμού.
(3 2 ) Για να μπορέσει το προλεταριάτο να αναπτύξει και να καταστήσει νικηφό-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 23
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
ρα την επανάστασή του, πρέπει πέρα από τη μορφή των συνδικαλιστικών ενώσεων να οργανωθεί και με τη μορφή ανεξάρτητου πολιτικού κόμματος, που θα αντι- παρατίθεται σ’ όλα τα αστικά κόμματα και θα έχει σαν στόχο του να συγχωνευτεί με το αυθόρμητο κίνημα, να συνενώσει όλα τα ρυάκια της καθημερινής αγανάκτησης και των σκόρπιων εκδηλώσεων της ταξικής πάλης και να οδηγήσει το προλεταριάτο στην τελική έφοδο, στην ένοπλη εξέγερση για την κατάχτηση της πολιτικής εξουσίας. Το κόμμα του σοσιαλιστικού προλεταριάτου, το κομμουνιστικό κόμμα, πρέπει να στηρίζεται στη θεωρία του μαρξισμού-λενινισμού (και στα τρία συστατικά της μέρη: διαλεχτικό και ιστορικό υλισμό, πολιτική οικονομία και επιστημονικό σοσιαλισμό), η οποία δεν αποτελεί κλειστό δόγμα, αλλά επιστημονική θεωρία, που στηρίζεται σε θεμελιώδεις αρχές που έχουν την ισχύ απόλυτων αληθειών.
Ο μαρξισμός-λενινισμός εξελίσσεται, σε μια αέναη διαδικασία κατάχτησης της σχετικής αλήθειας, τείνει προς την απόλυτη αλήθεια, μέσα από το ξεπέρασμα των σχετικών πλανών, μέσα από το ξεπέρασμα της αντίθεσης ανάμεσα στην απόλυτη δυνατότητα της σκέι|ης να γνωρίσει την αντικειμενική πραγματικότητα και τον περιορισμένο χαρακτήρα της κάθε ιστορικής εποχής και της νόησης των κομμουνιστών. Κάθε νέα κατάχτηση της επισπΐμης και της ιστορίας πείρας μέχρι τα τώρα επιβεβαίωσε την ισχύ των απόλυτων αληθειών της μαρξιστικής- λενινιστικής επιστήμης και απέδειξε, ότι η όποια αναθεώρηση του μαρξισμού- λενινισμού σαν απόλυτης αλήθειας (όχι όμως και τελειωμένης, συστηματοποιημένης, οριστικής) οδηγεί αναπόφευκτα στην αγκαλιά του ιδεαλισμού και τελικά στην εγκατάλειψη της επαναστατικής προοπτικής του προλεταριάτου, δηλαδή στην ισχυροποίηση του καπιταλισμού και στην καθυστέρηση της προλεταριακής επανάστασης.
Στηριγμένοι στις επιστημονικές βάσεις του μαρξισμού-λενινισμού, γενικεύο- ντας θεωρητικά και αξιοποιώντας την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην ΕΣΣΔ, όντας ό,τι πιο σύγχρονο και προοδευτικό υπάρχει στον παγκόσμιο πολιτικό χάρτη, οι κομμουνιστές θα ξανακάνουν ελκτικό το σοσιαλιστικό όραμα, θα ξαναδώσουν συλλογική συνείδηση στην εργαζόμενη ανθρωπότητα και ιδιαίτερα στις νέες γενιές του προλεταριάτου, που πληρώνουν βαριά την κρίση του καπιταλισμού και την κρίση του αναθεωρητισμού, και θα καθοδηγήσουν ξανά το κοινωνικό κίνημα στις εφόδους του για την κατάχτηση των ουρανών, που ωριμάζουν κάθε μέρα και περισσότερο.
Τα επαναστατικά προλεταριακά κόμματα κάθε χώρας έχουν καθήκον να ενωθούν σε παγκόσμιο επίπεδο, με τη μορφή μιας νέας Διεθνούς οργάνωσης του παγκόσμιου προλεταριάτου, στηριγμένης στις αρχές του μαρξισμού λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού.
5. Ο Κομμουνισμός, η μεταβατική περίοδος από τον καπιταλισμός στον Κομμουνισμό
και η Δικτατορία του Προλεταριάτου
(3 3 ) Ο τελικός σκοπός προς τον οποίο τείνει το κομμουνιστικό κίνημα είναι η αντικατάσταση της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας από το παγκόσμιο σύστημα του κομμουνισμού. Η κομμουνιστική κοινωνία προετοιμάζεται απ' όλη την πορεία της ιστορικής εξέλιξης και είναι η μοναδική διέξοδος για την ανθρωπότητα από την κατάπτωση και καταστροφή που φέρνει ο καπιταλισμός._ (3 4 ) Ο κομμουνισμός εξαφανίζει το χωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, εξαφανίζοντας μαζί με την αναρχία στην παραγωγή και κάθε μορφή εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Στη θέση των αντιμαχόμενων τάξεων μπαίνουν τα μέλη της ενιαίας παγκόσμιας κοινωνίας των εργαζόμενων. Εξαφανίζοντας την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και μετατρέποντάς τα σε κοινωνική ιδιοκτησία, ο παγκόσμιος κομμουνισμός αντικαθιστά την αυθόρμητη πορεία της παγκόσμιας αγοράς και του συναγωνισμού, την τυφλή πορεία της κοινωνικής παραγωγής, με τη συνειδητή και σχεδιασμένη οργάνωσή της, που αποσκοπεί στην ικανοποίηση των συνεχώς και γρήγορα αυξανόμενων κοινωνικών αναγκών, με βάση την απεριόριστη, γοργή και αρμονική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και με απόλυτο σεβασμό στη φύση, το περιβάλλον και την υγεία των ανθρώπων. Η δουλειά παύει να είναι μόνο μέσο για την επιβίωση και μετατρέπεται σε πρώτιστη ζωτική ανάγκη. Εξαφανίζεται η φτώχεια, η οικονομική ανισότητα, η αθλιότητα των υποδουλωμένων τάξεων. Εξαφανίζεται η ιεραρχία των ανθρώπων στον καταμερισμό της δουλειάς και αποκαθίσταται η διαταραγμένη από τον ταξικό χωρισμό της κοι-
«βΜΜΜΜΒ24 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
111
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
νωνίας ενότητα της πνευματικής και της σωματικής δουλειάς. Εξαφανίζεται κάθε ίχνος ανισότητας των δυο φύλων. Ταυτόχρονα εξαφανίζονται και τα όργανα της ταξικής κυριαρχίας, σε πρώτη σειρά η κρατική εξουσία. Αποτελώντας την ενσάρκωση της ταξικής κυριαρχίας, η κρατική εξουσία σβήνει μαζί με τις τάξεις και μαζί της σβήνουν βαθμιαία και όλες οι μορφές καταναγκασμού.
(3 5 ) Η εξαφάνιση των τάξεων συνοδεύεται με την εξαφάνιση κάθε μονοπώλιου στη μόρφωση. Ο πολιτισμός γίνεται κοινό κτήμα της ανθρωπότητας και οι παλιές ταξικές ιδεολογίες παραχωρούν τη θέση τους στην επιστημονική υλιστική κοσμοθεωρία. Σ' αυτές τις συνθήκες γίνεται αδύνατη οποιαδήποτε κυριαρχία ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο και ανοίγεται τεράστιο έδαφος για την κοινωνική επιλογή και την αρμονική ανάπτυξη όλων των ικανοτήτων που ενυπάρχουν στην ανθρωπότητα.
(3 6 ) Κανένας περιοριομός κοινωνικού χαρακτήρα δεν μπαίνει μπροστά στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Ούτε η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής ούτε οι ιδιοτελείς σκοποί του κέρδους ούτε η αμάθεια των μαζών, που ενι- σχύεται τεχνητά, ούτε η φτώχεια τους, που παρεμποδίζει την τεχνική πρόοδο στην καπιταλιστική κοινωνία, ούτε τα τεράστια μη παραγωγικά έξοδα, που δεν υπάρχουν στην κομμουνιστική κοινωνία. Η σχεδιασμένη, σκόπιμη, μη ληστρική χρησιμοποίηση των δυνάμεων της φύσης, που αποτελεί το ανόργανο σώμα του ανθρώπου, και των φυσικών όρων της παραγωγής στα διάφορα μέρη του κόσμου, η εξάλειψη της αντίθεσης ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, αντίθεσης που είναι συνδεδεμένη με τη συστηματική καθυστέρηση της αγροτικής οικονομίας και με το χαμηλό επίπεδο της τεχνικής της, η συνένωση σε ανώτατο βαθμό της επιστήμης με την τεχνική, των επιστημονικών ερευνών με την πραχτική εφαρμογή τους στην πιο πλατιά κοινωνική κλίμακα, η σχεδιασμένη οργάνωση της πιο επιστημονικής δουλειάς, η εφαρμογή των πιο τελειοποιημένων μεθόδων σχεδιασμένης ρύθμισης της οικονομίας, όλ' αυτά εξασφαλίζουν το ανώτατο όριο παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας και απελευθερώνουν την ανθρώπινη δραστηριότητα για την πιο ισχυρή ανάπτυξη της επιστήμης και του πολιτισμού.
(3 7 ) Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της παγκόσμιας κομμουνιστικής κοινωνίας δίνει τη δυνατότητα για την ευημερία όλων των μαζών της ανθρωπότητας και για την ελάττωση στο ελάχιστο του χρόνου που διατίθεται στην υλική παραγωγή και συνεπώς για μια πρωτοφανή στην ιστορία άνθιση του πολιτισμού.Ο νέος αυτός πολιτισμός της ενωμένης για πρώτη φορά ανθρωπότητας, που εξάλειψε όλα και τα κάθε είδους σύνορα (κρατικά, εθνικά, οικονομικά, μορφωτικά), αντίθετα από τον καπιταλισμό, θα στηρίζεται στις σαφείς και ξεκάθαρες αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Γί αυτό θα θάψει για πάντα κάθε μυστικισμό, θρησκεία, πρόληψη, δοξασία και θα δώσει ισχυρή ώθηση στην ανάπτυξη της ακατανίκητης επιστημονικής γνώσης.
(3 8 ) Το ανώτατο αυτό στάδιο του κομμουνισμού, όπου η κομμουνιστική κοινωνία θα έχει πια αναπτυχθεί πάνω στη δική της βάση, όπου μαζί με την ολόπλευρη ανάπτυξη των ανθρώπων θα έχουν αναπτυχθεί σε τεράστιο βαθμό και οι κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις, όπου η κοινωνία θα έχει ήδη γράψει στη σημαία της:«Ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του», προϋποθέτει σαν προκαταρκτικό όριο ένα κατώτερο στάδιο ανάπτυξης, το στάδιο του σοσιαλισμού.
(3 9 ) Μεταξύ της κεφαλαιοκρατικής και της κομμουνιστικής κοινωνίας βρίσκεται η περίοδος του επαναστατικού μετασχηματισμού της μιας στην άλλη. Στην περίοδο αυτή αντιστοιχεί μια πολιτική μεταβατική περίοδος, το κράτος της οποίας δεν μπορεί να είναι άλλο εκτός από την επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου. Το πέρασμα από την παγκόσμια δικτατορία του ιμπεριαλισμού στην παγκόσμια δικτατορία του προλεταριάτου περιλαμβάνει μια μακρόχρονη περίοδο πάλης του προλεταριάτου, γεμάτη από νίκες και ήττες του. Περίοδο συνεχιζόμενης γενικής κρίσης του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος κι ανάπτυξης των σοσιαλιστικών και των λαίκοδημοκρατικών επαναστάσεων. Περίοδο που περιλαμβάνει την ταυτόχρονη ύπαρξη καπιταλιστικών και σοσιαλιστικών κοινωνικοοικονομικών συστημάτων μέσα στην παγκόσμια οικονομία, με «ειρηνικές» σχέσεις και ένοπλη πάλη ανάμεσά τους. Περίοδο ιμπεριαλιστικών πολέμων, περίοδο σύνδεσης των σοσιαλιστικών κρατών με το παγκόσμιο προλεταριακό και λαϊκο- δημοκρατικό κίνημα.
Τσακίζοντας την κυριαρχία των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων σε σειρά ξεχωριστών επαναστάσεων, η παγκόσμια επανάσταση του προλεταριάτου, αν και δεν είναι καθόλου ταυτόχρονη πράξη, αν και περιλαμβάνει ολόκληρη εποχή, θα μπορέσει, χάρη στην πιο στενή σύνδεση, να εκπληρώσει το καθήκον της σε διάστημα πολύ πιο σύντομο απ' αυτό που οι ασπκές επαναστάσεις έθεσαν τέρμα στην πο
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 25
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
λιτική κυριαρχία της φεουδαρχικής αριστοκρατίας, απελευθερώνοντας πολιτικά το κεφαλαιοκρατικό σύστημα που είχε πια διαμορφωθεί. Μόνο μετά την πλήρη παγκόσμια νίκη του προλεταριάτου και τη στερέωση της εξουσίας του σ' όλο τον κόσμο θα επακολουθήσει μακρόχρονη εποχή εντατικής οικοδόμησης της παγκόσμιας σοσιαλιστικής οικονομίας. Είναι όμως δυνατόν να συντελεστεί το πέρασμα στον κομμουνισμό και μιας ή περισσότερων χωρών, στις οποίες θα έχει αναπτυχθεί ο σοσιαλισμός, ακόμη και σε συνθήκες ιμπεριαλιστικού περίγυρου. Σ' αυτή την περίπτωση θα διατηρηθεί τμήμα της κρατικής δομής, μόνο για να εξασφαλίζει την άμυνα από τον εχθρικό περίγυρο.
(4 0 ) Η κατάχτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη των σοσιαλιστικών μορφών της οικονομίας και για την εκπολιτιστική ανάπτυξη όλης της κοινωνίας. Το προλεταριάτο διαπλάθοντας τον εαυτό του, γίνεται ο καθοδηγητής της κοινωνίας & όλα τα επίπεδα της ζωής, τραβά στο δρόμο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού και πς υπόλοιπες τάξεις και έτσι δημιουργεί το έδαφος για την εξαφάνιση των τάξεων γενικά.
(4 1 ) Στην πάλη για τη δικτατορία του προλεταριάτου και για τον κατοπινό με- τασχημαπσμό του κεφαλαιοκρατικού καθεστώτος, ενάνπα στο αστικό μπλοκ, οργανώνεται η συμμαχία του προλεταριάτου με τη φτωχή και — σε ορισμένες χώρες — με τη μεσαία αγροτιά, κάτω από την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία του προλεταριάτου, συμμαχία που αποτελεί τη βάση της δικτατορίας του προλεταριάτου.
(4 2 ) Η κατάχτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο δεν είναι ειρηνική κατάχτηση της έτοιμης αστικής κρατικής μηχανής με την εξασφάλιση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Η αστική τάξη δεν μπορεί να παραχωρήσει την ιστορική της θέση στη νέα τάξη, χωρίς την πιο απεγνωσμένη και λυσσασμένη πάλη. Γι’ αυτό η βία της κεφαλαιοκρατίας μπορεί να τσακιστεί μόνο με τη βία του προλεταριάτου. Η κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο είναι η βίαιη ανατροπή της κεφαλαιοκρατικής εξουσίας, η καταστροφή της κεφαλαιοκρατικής μηχανής και η αντικατάστασή της με νέα όργανα προλεταριακής εξουσίας, που είναι πρώτ' απ' όλα όργανα κατάπνιξης των εκμεταλλευτών. Η μεταβατική περίοδος χαρακτηρίζεται από την αμείλιχτη κατάπνιξη της αντίστασης των εκμεταλλευτών, από την ανώτερη μορφή δημοκρατίας για τις πρώην εκμεταλλευόμενες μάζες, από τη οργάνωση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, από τη μαζική ανάπλαση των ανθρώπων στο πνεύμα του σοσιαλισμού, από τη βαθμιαία εξαφάνιση των τάξεων.
(4 3 ) Στο σοσιαλισμό, η κομμουνιστική κοινωνία μόλις βγαίνει, γεμάτη απ' όλες τις απόψεις - οικονομικά, πνευματικά, ηθικά - από τα στίγματα της παλιάς κοινωνίας από τους κόλπους της οποίας γεννιέται. Οι παραγωγικές δυνάμεις δεν είναι ακόμη αρκετά αναπτυγμένες ώστε να εξασφαλίσουν το μοίρασμα των προϊόντων της δουλειάς σύμφωνα με τις ανάγκες, και η κατανομή γίνεται σύμφωνα με τη δουλειά. Οι νέες σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής δίνουν όπλα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, βρίσκονται σε πλήρη ανπστοιχία με τις παραγωγικές δυνάμεις, χωρίς όμως και να έχει εξαλειφτεί κάθε αντίθεση ανάμεσά τους. Οι παραγωγικές δυνάμεις όντας το πιο δυναμικό, το πιο επαναστατικό στοιχείο της παραγωγής, μπορεί να προσκρούσουν σε καθυστερημένες πλευρές των παραγωγικών σχέσεων, σε λαθεμένες επιλογές της κραπκής και οικονομικής διεύθυνσης της κοινωνίας. Αν τα προβλήματα που δημιουργούνται απ' αυτή την πρόσκρουση δε λυθούν έγκαιρα και σωστά, μπορεί να ξεπηδήσουν ανταγωνισμοί και να υπονομευτεί η πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού.
Στο σοσιαλισμό η ιεραρχία των εργαζόμενων στον καταμερισμό της δουλειάς δεν έχει ακόμη εξαλειφθεί και ιδιαίτερα δεν έχει εξαλειφθεί η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά. Σε μια πρώτη φάση, που το σοσιαλιστικό σύστημα αναγκάζεται να χρησιμοποιεί την παλιά αστική διανόηση, η αντίθεση αυτή έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα και η δικτατορία του προλεταριάτου πρέπει να είναι έτοιμη να χτυπήσει κάθε σαμποταριστική ενέργεια της εχθρικής διανόησης. Βαθμιαία, με τη δημιουργία νέας, σοσιαλιστικής διανόησης, εξαλείφεται ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά, χωρίς όμως και να εξαλειφτεί κάθε αντίθεση. Η επαγρύπνηση της εργατικής τάξης και η ανάπτυξη της ταξικής πάλης, βασικά με τη μορφή της κριτικής και αυτοκριτικής, με τη νέα, τη σοσιαλιστική διανόηση, αποτελεί το εχέγγυο για να μην ξεπηδήσουν νέα προνομιούχα στρώματα, τα οποία μπορούν να αποτε- λέσουν κοινωνική βάση για την παλινόρθωση του καπιταλισμού.
Η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά μπορεί να εξαλειφτεί μόνο με την άνοδο του πολιτιστικού και τεχνικού επιπέδου της εργατικής τάξης ως το επίπεδο των τεχνικών και διευθυντικών στελεχών της παραγωγής και με την ανάπτυξη της κομμουνιστικής συνείδησης. Γι' αυτό και το σοσιαλιστικό
26 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
σύστημα δίνει ιδιαίτερο βάρος στη μόρφωση. Μεγαλώνει τα χρόνια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, αποδεσμεύει τη διαδικασία της μόρφωσης από το επάγγελμα και ωθεί ιδιαίτερα τη νεολαία στην απόκτηση της ανώτερης δυνατής γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, που μειώνει έτσι την απόσταση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, επιτρέπει στον εργαζόμενο να αλλάζει επαγγέλματα και να γνωρίζει την κοινωνική παραγωγή σε μεγαλύτερη έκταση και βάθος, του δίνει τη δυνατότητα να ασκεί ουσιαστικό έλεγχο σ όλα τα στελέχη της παραγωγής, που χάνουν το μονοπώλιο της γνώσης, και δημιουργεί έτσι πς προϋποθέσεις για την εξάλειψη της ουσιώδικης διαφοράς ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά.
Ακόμη και μετά την εξάλειψη των εκμεταλλευτριών τάξεων, εξακολουθεί να υ- φίσταται ο χωρισμός της σοσιαλιστικής κοινωνίας σε τάξεις και να λειτουργεί η ταξιιρί πάλη, που δεν έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα, αλλά παίρνει νέες πρωτοφανέρωτες στην ιστορία μορφές. Δεν εξαλείφτηκε η αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, αν και εξαλείφτηκε ο ανταγωνιστικός της χαρακτήρας. Η συνεταιριστική αγροτική οικονομία αποτελεί μεν μορφή των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, σαφώς όμως πιο ανώριμη από την κρατική-παλλάιΚή οικονομία, γιατί το προϊόν αποτελεί συλλογική ιδιοκτησία των συνεταιριστών αγροτών, που πραγματοποιείται σαν εμπόρευμα, γεγονός που επιτρέπει την επιβίωση της ατομικής ψυχολογίας στον αγρότη. Η εργατική τάξη πρέπει να αναπτύσσει την ταξική πάλη προς τη συνεταιρισμένη αγροτιά, χρησιμοποιώντας σαν μέθοδο την πειθώ, ώστε να επιτυγχάνονται βαθμιαία περάσματα της αγροτικής οικονομίας από τη συνεταιριστική προς την παλλαϊκή ιδιοκτησία. Περάσματα που δεν μπορεί να γίνουν παρά μόνο όταν το αποτέλεσμά τους είναι προς όφελος των αγροτών, στους οποίους εξακολουθεί να επιβιώνει η ατομική ψυχολογία για πολύ καιρό ακόμη και μετά τη συνεταιριστικοποίησή τους.
Στο σοσιαλισμό εξακολουθεί να υφίσταται η κρατική εξουσία, βασισμένη στους νέους ταξικούς συσχετισμούς, επομένως παραμένουν υπολείμματα της ανισότητας, του καταναγκασμού και του δικαίου. Ακόμη, η κρατικοποίηση δεν σημαίνει αυτόματα και κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Η κοινωνικοποίηση εξασφαλίζεται μόνο με το τράβηγμα των πιο πλατιών μαζών των εργαζόμενων (και όχι μόνο της πρωτοπορίας) στη διοίκηση όλων των κρατικών και οικονομικών υποθέσεων, με την ανάπτυξη πλατιού κινήματος σοσιαλιστικής άμιλλας και αυτενέργειας των μαζών, με την ανάπτυξη συνειδητής πειθαρχίας στη δουλειά, προϋποθέσεις που μόνο αυτές δίνουν τη δυνατότητα να λειτουργεί αποτελεσματικά η παλλαϊκή καταγραφή και ο έλεγχος στην παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων και η οικονομία να αναπτύσσεται ισόμετρα και αναλογικά με βάση το παγ- κρατικό σχέδιο. Μόνο η συνεχής ανάπτυξη του επαναστατικού πνεύματος, η άνοδος του μορφωτικού και πολιτιστικού επιπέδου των μαζών, η ανάπτυξη της κομμουνιστικής συνείδησης, μπορεί να εξασφαλίσει τη συνεχή πάλη ενάντια στα φαινόμενα γραφειοκρατισμού που ξεπηδάνε από τις καθυστερήσεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
(4 4 ) Συνδεμένες με ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, οι καθυστερήσεις αυτές εξαλείφονται στο μέτρο που η απελευθερωμένη από τα δεσμά του κεφαλαιοκρατικού συστήματος ανθρωπότητα, υποτάσσει με γρήγορο ρυθμό τις δυνάμεις της φύσης, αναμορφώνει τον εαυτό της στο πνεύμα του κομμουνισμού και περνά από το κατώτερο (σοσιαλιστικό) στο ανώτερο στάδιο της κομμουνιστικής κοινωνίας. Στοιχείο καθοριστικό για την εξασφάλιση αυτής της ανέλιξης από την κατώτερη στην ανώτερη βαθμίδα της κομμουνιστικής κοινωνίας και την αποφυγή πισωγυρίσματος στον καπιταλισμό, είναι η ανάπτυξη της ταξικής πάλης, με τις νέες μορφές που αυτή παίρνει στη σοσιαλιστική κοινωνία, στη βάση των μη ανταγωνιστικών αντιθέσεων ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό. Η ανάλυση και θεωρητική γενίκευση της πείρας της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ, εξόπλισε το παγκόσμιο επαναστατικό προλεταριακό κίνημα με νέα πολύτιμα στοιχεία, στο δρόμο του προς την παγκόσμια κομμουνιστική κοινωνία.
XfiyjJgHj»ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 27
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Π. Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
1. Μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο
(4 5 ) Το νεοελληνικό έθνος έχει τις ρίζες του στο βυζαντινό μεσαίωνα, όπου άρχισαν να εμφανίζονται οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής, με την ανάπτυξη του εμπόριου ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, που κύριο δρόμο είχε τη Μεσόγειο, όπου κυριαρχούσε το Βυζάντιο, με την ανάπτυξη του εμπόριου μέσα στο ίδιο το Βυζάντιο και με την εξέλιξη της χειροτεχνίας, που ακόμη ήταν υποτυπώδης και αδύνατη. Τη βασική του διαμόρφωση το νεοελληνικό έθνος την πήρε στις συνθήκες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που άσκησε και πάνω σ' αυτό, στις βασικές του μάζες, την αγροτιά και την αστική τάξη, την πιο άγρια καταπίεση. Στην πάλη ενάντια σ' αυτή την καταπίεση ζυμώθηκε η νεοελληνική εθνική συνείδηση και ανδρώθηκε το έθνος, σε ατέλειωτη σειρά εθνικών και δημοκρατικών αγώνων.
Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα συντελούνταν για μια πολύ μακριά περίοδο στις συνθήκες της στρατιωτικοφεουδαρχικής κυριαρχίας της οθωμανικής αυτοκρατορίας, γι' αυτό και είχε εξαιρετικά αργούς ρυθμούς. Πήρε κυρίως τη μορφή εμπορικής και διαμετακομιστικής δραστηριότητας. Οι έλληνες έμποροι και πλοιοκτήτες, στα τέλη του 18ου αιώνα, είχαν στα χέρια τους ένα σημαντικό μέρος του εξωτερικού και εσωτερικού εμπόριου της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Σε αντίθεση όμως μ’ αυτό που γινόταν στη Δυτική Ευρώπη, όπου τα έσοδα από τα εμπόριο συσσωρεύονταν με τη μορφή βιομηχανικού κεφάλαιου και οδηγούσαν στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, στην οθωμανική αυτοκρατορία δεν υπήρχε τέ- τια δυνατότητα. Ετσι, το κεφάλαιο συσσωρευόταν με τη μορφή του εμπορικού και εφοπλιστικού κεφάλαιου, διαδικασία που προσέδινε βαθμιαία στην ελληνική αστική τάξη εμπορομεσιτικό (κομπραντόρικο) χαρακτήρα. Με την εξασθένιση της οθωμανικής αυτοκρατορίας επιταχύνθηκε η αποσύνθεση των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής και δόθηκε έτσι η δυνατότητα για την παραπέρα ανάπτυξη της χειροτεχνίας και τη δημιουργία των πρώτων σπερμάτων της βιομηχανικής (βιοτεχνικής) παραγωγής, ανάπτυξη που στην Ελλάδα ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με τις άλλες περιοχές των Βαλκανίων, γεγονός που ωρίμασε πιο γρήγορα τους όρους για το ξέσπασμα της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης.
Οσο δυνάμωνε η λαϊκή, κυρίως η αγροτική, αντίσταση στον καταχτητή τόσο αναπτυσσόταν το εθνικό αίσθημα. Ο ραγιαδισμός άρχισε να αποτινάζεται και η εθνική αφύπνιση έπαιρνε καθαρά πολιτικό περιεχόμενο και εκδηλωνόταν με τη μορφή του ένοπλου αγώνα. Η αγροτιά, που κυρίως αυτή δεχόταν το μεγάλο βάρος της φεουδαρχικής καταλήστευσης (από ξένους και ντόπιους φεουδάρχες) και της οθωμανικής καταπίεσης, αποτελούσε το βασικό εθνικό κορμό, ήταν αυτή που γέννησε από τις τάξεις της την κλεφτουριά, το φορέα της ένοπλης πάλης κατά του καταχτητή. Το ίδιο συνέβαινε με τη φτωχολογιά των πόλεων, της ο- ποίας όμως το ειδικό βάρος στο σύνολο του πληθυσμού ήταν ακόμη μικρό. Η αστική τάξη των πόλεων της οθωμανικής αυτοκρατορίας και των παροικιών του εξωτερικού και η εμπορο-ναυτική αστική τάξη επεδίωκε να δημιουργήσει το δικό της εθνικό κράτος, με δική του αγορά, που θα απάλλασσε την αστική τάξη από τις ληστρικές επιβαρύνσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αυτές ήταν οι κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης του 1821.
(4 6 ) Η επανάσταση του 1821 ήταν ένας ακόμη κρίκος στη σειρά των εθνικών και αστικοδημοκρατικών επαναστάσεων, που αγκάλιασαν την Ευρώπη στα τέλη του 18ου και σπς αρχές του 19ου αιώνα, κάτω από την ιδεολογική και πολιτική ε-2$ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
πίδραση της μεγάλης γαλλικής επανάστασης του 1789. Ο χαρακτήρας της επανάστασης του 1821 ήταν δημοκρατικός - εθνικοαπελευθερωτικός. Η αστική τάξη ήταν ο ηγεμόνας αυτής της επανάστασης και η αγροτιά ο κύριος φορέας της. Αντίθετα, τα κοτζαμπάσικα στοιχεία κράτησαν στην πλειοψηφία τους προδοτικό ρόλο, απόρροια της κοινωνικής τους θέσης στα πλαίσια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπου σε συνεργασία με τον καταχτητή ασκούσαν εκμετάλλευση και καταπίεση σε βάρος κυρίως της αγροτιάς. Ο σκοπός της επανάστασης, όπως τον συνέλαβε η Φιλική Εταιρία, το κόμμα της αστικής τάξης, ήταν ασπκοδημο- κρατικός. Απέβλεπε στη δημιουργία αυτοτελούς εθνικού κράτους και στην επίλυση του αγροτικού ζητήματος, με την απαλλαγή της χώρας από την κοτζαμπάσι- κη-φεουδαρχική εκμετάλλευση και τη δημιουργία ενιαίας εσωτερικής αγοράς, με τον αγρότη λεύτερο εμπορευματοπαραγωγό.
Η επανάσταση, παρόλο που είχε εξασφαλίσει την ολόθερμη και μαζική συμμετοχή του λαού, χαρακτηριζόταν από την αρχή από μια εσωτερική αντινομία, που σφράγισε την εξέλιξή της και στη συνέχεια σφράγισε το χαρακτήρα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Η Φιλική Εταιρία δεν μπόρεσε με το ξέσπασμα της επανάστασης να εξασφαλίσει επιτόπου ενιαία πολιτική-στρατιωτική καθοδήγηση, με καθαρό πολιτικό πρόγραμμα, που θα έδινε ενότητα στις πολιτικές ενέργειες της επανάστασης, θα επέτρεπε να διαμορφωθεί ενιαία στρατηγική και ταχτική και θα συσπείρωνε το λαό γύρω από την ενιαία πολιτική και στρατιωτική καθοδήγηση. Το πολιτικό αυτό κενό εκμεταλλεύτηκε η κοτζαμπάσικη αντίδραση, που αφού αρχικά απέτυχε να εμπόδισα το ξέσπασμα της επανάστασης, πάλαιψε για να την υποτάξει στους δικούς της σκοπούς, καταφέρνοντας να περνά βασικά στα δικά της χέρια την αρχικά διασπασμένη πολιτική-στρατιωτική καθοδήγηση της επανάστασης, καθώς η ίδια διέθετε, κυρίως από τα αρματολίκια, σοβαρή στρατιωτική δύναμη και έμπειρους πολέμαρχους.
Η αστική τάξη, αφού δεν κατάφερε (βασικά από δικές της αδυναμίες, αλλά και λόγω της δυσμενούς επίδρασης του τότε ανπδρασπκού ευρωπαϊκού κλίματος, της ιερής συμμαχίας) να δώσει στην επανάσταση αυτοτελή ανττφεουδαρχική πολιτική και στραπωτική ηγεσία, συνθηκολόγησε με την κοτζαμπάσικη αντίδραση, πρόδωσε την επανάσταση και ευνούχισε το βασικό εσωτερικό της στόχο, τη λύση του αγροτικού ζητήματος, με το ξεκαθάρισμα των φεουδαρχικών σχέσεων στο χωριό. Ταυτόχρονα, υπονομεύτηκε και ο εξωτερικός (εθνικός) στόχος της επανάστασης. Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος περιορίστηκε σε σύνορα που άφηναν εκτός μεγάλο μέρος του εθνικού χώρου, εξακολουθούσε να πληρώνει φόρο υποτέλειας στην οθωμανική αυτοκρατορία και, το κυριότερο, βρέθηκε υπό την εξάρτηση του δυτικοευρωπαϊκού αποικιακού κεφάλαιου, κυρίως του αγγλικού, που άρχισε να διεισδύει στην οικονομία της Ελλάδας από τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, δίνοντας δυο δάνεια (ένα το 1824 και ένα το 1825) συνολικού ύψους 2,8 εκατομμυρίων στερλινών.
(4 7 ) Η κοινωνία που βγήκε από την επανάσταση του 1821 ήταν αστοτσιφλικά- δικη. Διαμορφώθηκε ένας αστοτσιφλίκάδικος συνασπισμός, που κυριαρχούσε στο κράτος, ενώ παράλληλα εντεινόταν η εξάρτηση από το ξένο κεφάλαιο, που μαζί με την αστοτσιφλικάδικη αντίδραση εκμεταλλευόταν και καταπίεζε στυγνά τις πλατιές μάζες της αγροτιάς και της φτωχολογιάς των πόλεων. Οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής, με τα δεσμά των φεουδαρχικών σχέσεων στο χωριό και τη ληστρική αποικιακή εκμετάλλευση του ξένου κεφάλαιου, αναπτύσσονταν πολύ αργά και βασανιστικά και καθώς η διαδικασία αυτή συνοδευόταν από την τερατώδη εκμετάλλευση του λαού, γέννησε και φούντωσε την ταξική πάλη, την κινητήρια δύναμη της κοινωνικής εξέλιξης.
Η διείσδυση του ξένου κεφάλαιου εντάθηκε κατά πς δυο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, περίοδο που στη Δυτική Ευρώπη ο καπιταλισμός αρχίζει να περνά στο μονοπωλιακό του στάδιο, που χαρακτηρίζεται από την εξαγωγή κεφάλαι- ου. Το ξένο κεφάλαιο έθεσε υπό τον απόλυτο έλεγχό του πς πηγές πρώτων υλών και το τραπεζικό σύστημα, ασκώντας ληστρική εκμετάλλευση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και εμποδίζοντας έτσι την εσωτερική συσσώρευση, γεγονός που προσέδωσε στην ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού εξαιρετικά αργό χαρακτήρα.
Στην αγροτική οικονομία ο Τούρκος δυνάστης ανπκαταστάθηκε από το ντόπιο τσιφλικά. Ο αγρότης, που έδωσε το αίμα του στην επανάσταση, δεν έγινε ελεύθερος εμπορευματοπαραγωγός, γεγονός που θα τον καθιστούσε και καταναλωτή για τα βιομηχανικά εμπορεύματα και θα είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία κινήτρου για την ανάπτυξη και της βιομηχανικής παραγωγής και γενικότερα της εσωτερικής αγοράς. Η πάλη του αγρότη για να γίνει λεύτερος εμπορευματοπαρα- γωγός σφράγισε τη νεοελληνική ιστορία του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, με δεκάδες αγροτικών κινημάτων και εξεγέρσεων.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 29
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
*
Η ελληνική αστική τάξη είχε βασικά διαμορφωθεί σαν εμπορομεσιτική από την περίοδο της τουρκοκρατίας. Μέσω αυτών της των δραστηριοτήτων συνδέθηκε από τότε στενά με το ξένο κεφάλαιο. Ο συμβιβασμός της με την τσιφλικάδικη αντίδραση στη διάρκεια της επανάστασης, η μεγάλη στενότητα της εσωτερικής αγοράς του νεοσύστατου κράτους και η εντατική διείσδυση του ξένου αποικιακού κεφάλαιου στην ελληνική οικονομία, ενίσχυσε τα εξαρχής κομπραντόρικα χαρακτηριστικά της ελληνικής αστικής τάξης. Αλλά και το τμήμα εκείνο της αστικής τάξης, που προσανατολίστηκε σε παραγωγικές δραστηριότητες στην εσωτερική αγορά, βρισκόταν σε μειονεκτική θέση σε σχέση με το ξένο κεφάλαιο, που διείσ- δυε όλο και πιο πλατιά και δυναμικά, και αναγκαστικά υποτασσόταν σ' αυτό.
Η κατάσταση αυτή επιβράδυνε ακόμη περισσότερο την εσωτερική βιομηχανική ανάπτυξη και έστρεφε τμήματα του ντόπιου κεφάλαιου σε δραστηριοποίηση σε μη παραγωγικές σφαίρες. Μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα, στην Ελλάδα βιομηχανία δεν υπήρχε, με εξαίρεση κάποιες εξορυκτικές μονάδες, που ανήκαν στο ξένο κεφάλαιο. Οι μικρές βιοτεχνικές και χειροτεχνικές επιχειρήσεις λειτουργούσαν με απαρχαιωμένα τεχνικά μέσα και στηρίζονταν στην εντατικότητα της χειρωνακτικής εργασίας. Χαρακτηριστικό για τους ανππαραγωγικούς προσανατολισμούς του ελληνικού καπιταλισμού αυτή την περίοδο είναι το γεγονός ότι οι τόκοι για βιομηχανικά δάνεια καθ' όλο τον 19ο αιώνα κυμαίνονταν μεταξύ 30% και 50%, ενώ για γεωργική δραστηριότητα ήταν ακόμη μεγαλύτερα. Εδώ φαίνεται η ληστρική επιδρομή του εμπορομεσιτικού κεφάλαιου ακόμη και σε βάρος της βιομηχανικής αστικής τάξης.
(4 8 ) Ο καπιταλισμός στην Ελλάδα άρχισε να αναπτύσσεται εντατικότερα στις παραμονές και μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Στην επιτάχυνση αυτή της οικονομικής ανάπτυξης συνέτειναν: Πρώτο, η επέκταση του εθνικού κράτους, με την προσάρτηση σ’ αυτό διαδοχικά της Θεσσαλίας, των νησιών του Ιόνιου, της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θράκης και η αύξηση του πληθυσμού με τον πληθυσμό των νέων περιφερειών και τη μεταφορά μεγάλων πληθυσμών από τις τουρκικές περιοχές (1 .200.000 πρόσφυγες το 1922), επέκταση που δημιουργούσε αντικειμενικά καλύτερες προϋποθέσεις για τη διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς και την ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής. Δεύτερο, η πιο εντατική διείσδυση του ξένου κεφάλαιου, λόγω της ολοκλήρωσης του περάσματος του καπιταλισμού στο μονοπωλιακό του στάδιο. Τρίτο, η βαθμιαία διανομή της γης στους αγρότες, σαν αποτέλεσμα της πάλης της αγροτιάς ενάντια στην τσιφλικάδικη ολιγαρχία (δυο μεγάλες αγροτικές μεταρρυθμίσεις έγιναν το 1917 και το 1923).
Την περίοδο αυτή αλλάζουν και οι συσχετισμοί μέσα στον αστοτσιφλικάδικο συνασπισμό. Η αστική τάξη παίρνει στα χέρια της την ηγεμονία, την οποία στεριώ-
ΝΕΑ ΣΥΛΛΑΛΗΤΗΡΙΑ ΣΤΑΦΙΔΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝΣ' ΟΛΗ ΤΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ ΑΝΤΗΧΕΙ: KATD 0 ΛΗΣΤΡΙΚΟΣ Α.Σ\θ ΗΕΡΓΑΤΙΑΣΤΟΠΛΕΥΡΟΤΠΝΑΓΟΝΙΙΖΟΜΕΝΠΝΣΤΑΦΙΔΟΠΑΡΑΓΓίΓιίϊΙ
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
νει μετά τις αγροτικές μεταρρυθμίσεις, που αφαίρεσαν τη γη από τους τσιφλικάδες και τους έστειλαν στις πόλεις να ζουν σαν παράσιτα απομυζώντας τις τεράστιες αποζημιώσεις, που εξαναγκάστηκε να καταβάλει η αγροτιά, και ενισχύο- ντας το εμπορομεσιτικό κεφάλαιο. Η ελληνική αστική τάξη, που έχει έτσι κι αλλιώς εξαντλήσει τον επαναστατισμό της στην επανάσταση του 1821, ζει αυτή την περίοδο μια προσωρινή αστικοδημοκρατική άνοιξη. Στα πλαίσια του ενιαίου αστικού μπλοκ ενισχύεται η βιομηχανική αστική τάξη, που επιχειρεί ορισμένους εκσυγχρονισμούς και στο πολιτικό σύστημα και σε κοινωνικούς τομείς όπως η παιδεία, προκειμένου να εξυπηρετήσει καλύτερα τις παραγωγικές της ανάγκες και να προσαρμόσει κάπως το πολιτικό εποικοδόμημα στα αστικοκοινοβουλευτι- κά πρότυπα της δυτικής Ευρώπης. Σε καμιά περίπτωση όμως η αστική τάξη δεν ξεφεύγει από τα όρια του αστοτσιφλικάδικου συνασπισμού (απλώς γίνεται ή κυρίαρχη δύναμη στα πλαίσιά του) ούτε χαράζει μια πορεία ταχείας βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας και αλλαγής των σχέσεών της με το ξένο κεφάλαιο.
Αυτό ήταν νομοτελειακό, δεδομένου του ιστορικού παρελθόντος της ελληνικής αστικής τάξης, αλλά κυρίως δεδομένου του περάσματος του καπιταλισμού στο μονοπωλιακού του στάδιου, που διαμόρφωσε ένα παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, στο οποίο κυριαρχούσαν μια χούφτα ιμπεριαλιστικά κράτη επί μιας πλειάδας αποικιακών και μισοαποικιακών χωρών, από τη μια, και εξαρτημένων καπιταλιστικών χωρών μέσου επίπεδου ανάπτυξης, όπως η Ελλάδα, από την άλλη.Δεν ήταν δυνατόν η ελληνική αστική τάξη να ζήσει ετεροχρονισμένα τη δική της δυναμική εφηβεία, όταν ο παγκόσμιος καπιταλισμός είχε ήδη μπει στη φάση της γήρανσης και της παρακμής, όταν είχε κάνει την εμφάνισή της στο ιστορικό προσκήνιο η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, που γνώρισε την πρώτη κορύφωσή της με τον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, την έκρηξη του επαναστατικού προλεταριακού κύματος και τη νίκη της Οχτωβριανής Επανάστασης στην τσαρική Ρωσία.
Εκείνο που έβαλε οριστικά τέρμα σ' αυτή τη σύντομη αστικοδημοκρατική άνοιξη της ελληνικής αστικής τάξης ήταν η εμφάνιση στον κοινωνικό στίβο του νεαρού ελληνικού προλεταριάτου και η συγκρότησή του σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμμα, κάτω από την καταλυτική επιρροή της νικηφόρας Σοσιαλιστικής Επανάστασης του Οχτώβρη. Η συγκρότηση του προλεταριάτου της Ελλάδας σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμμα διέγραφε την προοπτική μιας νέας λαϊκής επανάστασης, που θα συνένωνε υπό την ηγεμονία του προλεταριάτου τις τεράστιες μάζες της αγροτιάς και θα γκρέμιζε το αστικό σύστημα εξουσίας, λύνοντας ταχύτατα τα άλυτα α- στικοδημοκρατικά προβλήματα, για ν' ανοίξει το δρόμο στην ανάπτυξη της χώρας και στη σοσιαλιστική της αναγέννηση. Αυτή η προοπτική σκόρπισε τρόμο στο στρατόπεδο της αστικής τάξης, που συνασπίστηκε πιο αποφασιστικά στον α- στοτσιφλικάδικο συνασπισμό και, πριν ακόμη από το 1930, προχώρησε στην εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος πολιτικής αντίδρασης, που μπροστά στο φόβο του μεγάλου ταξικού εχθρού, έβαλε τέρμα σε κάθε εκσυγχρονιστική - αστικοδημο- κρατική προσπάθεια.
(4 9 ) Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα, την περίοδο μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, εξακολουθούσε να είναι αργή και βασανιστική και μονόπλευρα προσανατολισμένη. Ο καπιταλισμός αναπτυσσόταν περισσότερο στις σφαίρες του εμπόριου και της πίστης και λιγότερο στη σφαίρα της βιομηχανίας και γενικότερα της υλικής παραγωγής. Η βιομηχανία προσανατολιζόταν σχεδόν αποκλειστικά στις σφαίρες της ελαφρός, κυρίως επισιτιστικής, βιομηχανίας, πάντα υπό τον ασφυχτικό έλεγχο (οικονομικό-χρηματοδοτικό και τεχνολογικό) του ξένου κεφάλαιου, που στα χρόνια πριν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο υπολογίζεται πως κατείχε πάνω από το μισό του επενδυμένου στην ελληνική οικονομία κε- φάλαιου. Ανάμεσα στην εξορυχτική και τη μεταποιητική βιομηχανία δεν υπήρχε καμιά οργανική σύνδεση. Οι ορυκτές πρώτες ύλες εξάγονταν στο εξωτερικό ακατέργαστες, γεγονός που αφαιρούσε σημαντικές πηγές εσωτερικής συσσώρευσης και συνιστούσε μορφή ληστρικής αποικιακής εκμετάλλευσης της χώρας από το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Το ίδιο ίσχυε σε πολύ μεγάλο βαθμό και για τις αγροτικές πρώτες ύλες, που επίσης εξάγονταν ακατέργαστες στο εξωτερικό.Βασικός κλάδος της βιομηχανίας ήταν η μεταποίηση (περίπου 90% του συνόλου της βιομηχανικής παραγωγής), ενώ η εξόρυξη και η παραγωγή ηλεκτρενέργειας βρίσκονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα (4-5% η εξόρυξη και 5-6% η ηλεκτρενέρ- γεια). Οι κλάδοι της βαριάς βιομηχανίας (μεταλλουργία, μεταφορικά μέσα, οικοδομικά υλικά) καταλάμβαναν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνόλου της μεταποιητικής βιομηχανικής παραγωγής, ενώ απουσίαζε εντελώς η παραγωγή εργαλειο- μηχανών.
Η συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου ήταν πολύ αργή. Οι μικρές βιοτεχνικές επιχειρήσεις απασχολούσαν εκείνη την περίοδο το 70% των
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 31
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
εργαζόμενων στη βιομηχανία και παρήγαγαν το 50% του όγκου της βιομηχανικής παραγωγής. Την περίοδο αυτή ολοκληρώθηκε η υποταγή της ελλη\ΛΚής αστικής τάξης στο ξένο κεφάλαιο και η σύνδεση των συμφερόντων της μ' αυτό, μέσω της κοινής ληστρικής εκμετάλλευσης του ελληνικού λαού και των φυσικών πόρων της χώρας.
Την περίοδο αυτή η Ελλάδα ήταν βασικά μια αγροτική χώρα. Το μεγαλύτερο τμήμα του εθνικού εισοδήματος παραγόταν στην αγροτική οικονομία, όπου απασχολούνταν πάνω από το μσό του πληθυσμού της χώρας, και το μικρότερο στη βιομηχανία, που το μερίδιό της στο εθνικό εισόδημα δεν έφτανε ούτε στο 20%. Η αγροτική οικονομία όμως εξακολουθούσε να περιορίζεται από τα μισοφεουδαρχι- κά δεσμά. Ο αγρότης πήρε γη, όμως με όρους που δεν τον καθιστούσαν λεύτερο εμπορευματοπαραγωγό, δεν του επέτρεπαν να κάνει διευρυμένη αναπαραγωγή και σε μεγάλο τμήμα της αγροτιάς ούτε απλή αναπαραγωγή. Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην αγροτική οικονομία γινόταν πολύ πιο αργά σε σχέση και με τους αργούς ρυθμούς ανάπτυξης του καπιταλισμού στην ελληνική βιομηχανία. Η μηχανοποίηση και η χρήση σύγχρονων μεθόδων ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας (εγγειοβελτιωτικά έργα, λιπάσματα κ.λπ.) σχεδόν απούσιαζαν, με αποτέλεσμα η παραγωγικότητα να είναι ιδιαίτερα χαμηλή και η επιβίωση να εξασφαλίζεται σχεδόν αποκλειστικά από τη βαριά και ιδιαίτερα εντατική δουλειά των μελών του αγροτικού νοικοκυριού και από τη συστηματική υποκατανάλωση της αγροτικής οικογένειας.
Η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφάλαιου όμως, αν και αργά, προχωρούσε. Ηδη, τη δεκαετία του 30 είχαν δημιουργηθεί μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις στην υφαντουργία, την καπνοβιομηχανία, τη χημική και την επισνπστική
?.ομηχανία. Με βάση την Εθνική δημιουργήθηκε ένα δίχτυ μεγάλων Τραπεζών. Οιράπεζες αυτές και η μεγάλη βιομηχανία δορυφοροποίησαν γύρω τους την παν
σπερμία των βιοτεχνικών επιχειρήσεων και το μικρό αγροτικό νοικοκυριό, μειώνοντας συνεχώς την οικονομική τους σημασία, γεγονός που συνέτεινε στην παραπέρα συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφάλαιου, αν και η συγκεντρο- ποίηση εξακολουθούσε να είναι ιδιαίτερα αργή, γεγονός που αντικαθρεφτίζει το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού.
Η αργή και βασανιστική, ανισόμετρη και μονόπλευρη διαδικασία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού φαίνεται ανάγλυφα στο μόνιμα αρνητικό ισοζύγιο τρε- χουσών συναλλαγών. Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζύγιου συνέχεια αυξανόταν. Η εισαγωγή ξένου κεφάλαιου δεν ήταν τόσο μεγάλη για να καλύψει το έλλειμμα, που ολοένα και περισσότερο καλυπτόταν με εξωτερικό δανεισμό. Ανοιξε έτσι ένας φαύλος κύκλος, στα πλαίσια του οποίου συνάπτονταν νέα δάνεια για να αποπληρωθούν τα παλιά, η τοκογλυφική απομύζηση γινόταν όλο και πιο σκληρή, ο παρασιτισμός της οικονομίας βάθαινε και η εξάρτηση από το ξένο κεφάλαιο μεγάλωνε.
(5 0 ) Η διαδικασία διαμόρφωσης και ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού σφράγισε και την ιδεολογική, πολιτική και πνευματική ζωή της χώρας. Τα πιο φωτισμένα μυαλά του ελληνικού διαφωτισμού (ο Ρήγας Βελεστινλής, οι Φιλικοί κ.ά.) συνέλαβαν την ιδέα της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης με πανβαλκανική διάσταση. Ομως ο επαναστατικός ξεσηκωμός των Ελλήνων δεν συνταιριάστηκε με τους άλλους βαλκανικούς λαούς και αυτό, εκτός των αντικειμενικών αιτιών (καθυστέρηση του επαναστατικού κύματος στις άλλες περιοχές των Βαλκανίων) οφείλεται και στη μεγαλοελλαδίτικη σοβινιστική πολιτική, που εκπορευόταν κυρίως από το Πατριαρχείο, την κοτζαμπάσικη αντίδραση, αλλά και την ελληνική αστική τάξη. Ο μεγαλοελλαδισμός έσπερνε την εχθρότητα και τη δυσπιστία ανάμεσα στους βαλκανικούς λαούς και εμπόδιζε και την ίδια την αστική ανάπτυξη της περιοχής, επιβραδύνοντας έτσι την αποσύνθεση της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Μετά την απελευθέρωση, η ξενοδουλεία και ο μεγαλοελλαδισμός του αστοτσι- φλικάδικου συνασπισμού βρήκαν την έκφρασή τους στην ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας», που σφράγισε το πολιτικό, ιδεολογικό και πνευματικό εποικοδόμημα του ελληνικού καπιταλισμού. Προδίνοντας την εθνική και δημοκρατική αποστολή του 21, προσδένοντας τη χώρα στο άρμα ξένων συμφερόντων, οι κυρίαρχες τάξεις έβαλαν στη θέση των προδομένων ιδανικών του 21 την ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας», για να κρατήσουν το λαό κάτω από την κυριαρχία τους. Σύμφωνα με τη «Μεγάλη Ιδέα», ο ελληνικός λαός αποτελούσε τον κληρονόμο της αρχαίας Ελλάδας, του κράτους του Μεγάλου Αλέξανδρου και της βυζαντινής αυτοκρατορίας, που έπρεπε να «αποκατασταθεί» στα εδάφη τουλάχιστον του Βυζάντιου. Η έλλειψη αυτής της «αποκατάστασης» παρουσιαζόταν σαν αιτία της φτώχειας και της εξαθλίωσης του λαού, ενώ ο εξωτερικός δανεισμός δικαιολογούνταν σαν στοιχείο απαραίτητο για την πραγμάτωση της «Μεγάλης Ιδέας». Η
>>>Χ-£Χ-Χν>:
111 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
«Μεγάλη Ιδέα» κυριάρχησε για μια εκατονταετία στη λαϊκή συνείδηση και άρχισε να καταρρέει όταν ο λαός γνώρισε τις καταστροφές και τα ανείπωτα βάσανα «πετυχημένων» και αποτυχημένων πολέμων, όταν το προλεταριάτο άρχισε να συγκροτείται σε τάξη και οι πρωτοπόροι πολιτικοί και φιλολογικοί του εκπρόσωποι άρχισαν να ανασκευάζουν επιστημονικά όλη αυτή την αντιδραστική μυθοπλασία και να μπολιάζουν τη λαϊκή συνείδηση με το πρωτοπόρο επιστημονικό τους έργο.
(5 1 ) Η πολιτική ζωή της Ελλάδας όλη αυτή την περίοδο χαρακτηρίζεται από μια μόνιμη ανωμαλία, από μια διαρκή κρίση, που παρουσίαζε σύντομα διαλείμματα σχετικής σταθερότητας, πότε με την προσάρτηση νέων εδαφών και πότε με την ανάληψη κάποιου μεγάλου εξωτερικού δανείου, που επέτρεπε στις κυρίαρχες τάξεις να κατευνάζουν με κάποια μέτρα τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Βασικός τροφοδότης αυτής της εσωτερικής κρίσης ήταν οι απανωτοί λαϊκοί ξεσηκωμοί, που έφερναν τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού αντιμέτωπη με τον αστοτσιφλικάδικο συνασπισμό. Ξεσηκωμοί αρχικά της αγροτιάς, που πάλευε να σπάσει τα τσιφλικάδικα δεσμά, και στη συνέχεια και της εργατικής τάξης, που βγήκε ορμητικά στο στίβο της ταξικής πάλης. Λαϊκοί ξεσηκωμοί, ξένες επεμβάσεις, δυναστικές μεταβολές, στρατιωτικά πραξικοπήματα και κοινοβουλευτικά διαλείμματα, ατέλειωτη φαγωμάρα μέσα στον αστοτσιφλικάδικο συνασπισμό, αυτή είναι με λίγα λόγια η πολιτική ιστορία της Ελλάδας μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Στις αρχές του 20ου αιώνα διακρίνονταν ουσιαστικά δυο μερίδες της οικονομικής ολιγαρχίας του τόπου. Από τη μια ήταν η ολιγαρχία του χρήματος, συνασπισμένη γύρω από την Εθνική Τράπεζα και την «προστάτιδα» Αγγλία, που συσπείρωνε επίσης την εμπορομεσιτική αστική τάξη και την τσιφλικάδικη ολιγαρχία, και από την άλλη ήταν η βιομηχανική αστική τάξη, που όμως είχε προσαρμοστεί απόλυτα στα δεδομένα της ξένης εξάρτησης. Η ενότητα όλων αυτών των στρωμάτων στα πλαίσια του αστοτσιφλικάδικου συνασπισμού, μέσω του οποίου αντιπα- ραθέτονταν στις λαϊκές μάζες, ήταν δεδομένη. Στα πλαίσια όμως αυτού του συνασπισμού αναπτύσσονταν ισχυρές αντιθέσεις ανάμεσα στα διάφορα τμήματα της ολιγαρχίας, αντιθέσεις που πήγαζαν από τη διαφορετική τους θέση στα πλαίσια του καπιταλιστικού (με φεουδαρχικές επιβιώσεις) κοινωνικοοικονομικού σχη- μαπσμού. Στη διαμάχη αυτή παρενέβαινε ενεργά και ο ξένος παράγοντας, προσ- δίνοντάς τους συχνά εκρηκτικές διαστάσεις, που έφτασαν μέχρι και τον διχασμό της χώρας, στις συνθήκες του πρώτου παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Η εξάλειψη των τσιφλικάδων σαν τάξης, που ήρθε σαν αποτέλεσμα της πάλης της αγροπάς, πέρασε οριστικά την ηγεμονία στα χέρια της αστικής τάξης. Η αντίθεση ανάμεσα στην αστική τάξη και την τσιφλικάδικη γαιοκτησία έπαψε να υφί- σταται. Την περίοδο αυτή (μετά το 1922) διαμορφώθηκαν οριστικά οι δυο μεγάλες πολιτικές φατρίες της αστικής τάΕης, φιλελεύθερη και συντηρητική- μοναρχική. Αυτό που χωρίζει τις δυο αστικές παρατάξεις είναι στην πραγματικότητα η νομή της εξουσίας και ο τρόπος άσκησής της, χωρίς το δεύτερο να παίζει τον καθοριστικό ρόλο (οι Φιλελεύθεροι στήριξαν την παλινόρθωση της μοναρχίας και οι ίδιοι στήριξαν στρατιωτικά πραξικοπήματα). Η καθυστέρηση στην οικονομική ανάπτυξη είχε την αντανάκλασή της και στην καθυστέρηση του πολιτικού εποικοδομήματος. Τα αστικά κόμματα δρούσαν σαν ρουσφετολογικοί μηχανισμοί, που νέμονται προνομιακά τον κρατικό μηχανισμό, κάθε φορά που κερδίζουν τις εκλογές (είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για μια μεγάλη περίοδο κάθε κυβέρνηση απέλυε τους δημόσιους υπάλληλους, που είχε διορίσει η προηγούμενη, και διόριζε δικούς της οπαδούς). Η μοναρχία, στοιχείο ξενόφερτο, που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από τις «προστάτιδες δυνάμεις», πότε ξηλώνεται και πότε παλι- νορθώνεται. Ο κοινοβουλευτισμός δεν μπορούσε να λειτουργήσει ομαλά για μεγάλη χρονική περίοδο. Διακόπτεται από στρατιωτικά κινήματα, που υποθάλπονται από τις πολιτικές φατρίες, με τελική κατάληξη την επιβολή της φασιστικής διχτατορίας του Μεταξά, το 1936.
(5 2 ) Η αργή και βασανιστική ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα είχε επίπτωση και στη διαμόρφωση της ελληνικής εργατικής τάξης, ενώ η καταθλιπτική κυριαρχία της «Μεγάλης Ιδέας» στην πνευματική ζωή του τόπου είχε αρνητική επίδραση και στην ανάπτυξη της μαρξιστικής θεωρίας, που ήταν επίσης αργή, χρονικά και από άποψη ρυθμών. Μετά τα πρώτα σοσιαλιστικά σκιρτήματα, που ήρθαν ταυτόχρονα με την ταξική αφύπνιση της εργατικής τάξης και τα πρώτα βήματα του αυθόρμητου κινήματός της, καταλυτική επίδραση στην πορεία του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα έπαιξε ο αντίχτυπος της νίκης της Μεγάλης Σοσιαλιστικής Οχτωβριανής Επανάστασης.
Το 1918 ιδρύθηκε το ΣΕΚΕ, το κόμμα της εργατικής τάξης της Ελλάδας, που σύντομα προσχώρησε στην Κομμουνιστική Διεθνή και μετονομάστηκε σε ΚΚΕ - Ελληνικό Τμήμα της Κ.Δ. Αν και θεωρητικά και προγραμματικά ανώριμο, αν και
ffMs4MMSMO&XΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 ΐ 33
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
χωρίς επιστημονικά επεξεργασμένη στρατηγική και ταχτική, το ΚΚΕ σηματοδότησε από τη στιγμή της ίδρυσής του ένα μεγάλο κίνδυνο για την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές πάτρωνές της, γιατί άρχισε να δένεται με το πιο πρωτοπόρο και μαχητικό κομμάτι της εργατικής τάξης, άρχισε να καθοδηγεί τους μαζικούς της αγώνες, άρχισε να τραβά την προοδευτική - ριζοσπαστική μερίδα της ασα- κής διανόησης, που απογοητευμένη από το βίαιο σταμάτημα του αστικού εκσυγχρονισμού, καταπιεζόμενη από την καταθλιπτικότητα και την αντιδραστικότητα της «Μεγάλης Ιδέας» και του προγονόπληκτου κλασσικισμού, άρχισε να προσεγγίζει τις νέες επαναστατικές ιδέες, άρχισε ν' ανασαίνει τον αέρα της ανερχόμε- νης κοινωνικής τάξης, του προλεταριάτου, και να καταθέτει τη δική της συμβολή στην επεξεργασία του μαρξισμού-λενινισμού στην Ελλάδα. Γι* αυτό και η αστική τάξη, φιλελεύθερη και συντηρητική, επετέθηκε με μανία ενάντια στο ΚΚΕ και στην προοδευτική διανόηση που περνούσε με το μέρος των κομμουνιστικών ιδεών, ασκώντας πάνω τους την πιο βάρβαρη καταπίεση και καταστολή, μεθόδους καθαρά φασιστικού τύπου, που κορυφώθηκαν στη μεταξική δικτατορία.
(5 3 ) Η ταξική πάλη έφτασε στην κορύφωσή της στη διάρκεια και αμέσως μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Στη διάρκεια της ναζιφασιστικής κατοχής το ΚΚΕ αναδείχτηκε σε καθοδηγητική δύναμη όλης της εργαζόμενης κοινωνίας και συσπείρωσε υπό την καθοδήγησή του τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού. Αμέσως μετά την απελευθέρωση της χώρας, εκμεταλλευόμενη σοβαρά λάθη του Κόμματος, η αστική τάξη, με την άμεση βοήθεια του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού αρχικά και του αμερικάνικου στη συνέχεια ξαπέλυσε εμφύλιο πόλεμο ενάντια στο προλεταριάτο και τη φτωχολογιά του χωριού και της πόλης. Αποκορύφωμα αυτού
34 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
του εμφύλιου υπήρξε ο τρίχρονος ένοπλος αγώνας του ΔΣΕ, που παρά τον ηρωισμό του δεν στέφθηκε με τη νίκη. Μετά τη νίκη της αστικής τάξης στον εμφύλιο και την εγκαθίδρυση ενός βάρβαρου μοναρχοφασιστικού καθεστώτος, μιας παρωδίας κοινοβουλευπσμού, άρχισε μια νέα περίοδος στην ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, σαν αποτέλεσμα αλλαγής στις εσωτερικές και τις διεθνείς συνθήκες.
2. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο(5 4 ) Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ειδικά στις δεκαετίες του 60 και του
70, ο ελληνικός καπιταλισμός γνώρισε μια άνθιση, μια ανάπτυξη με αρκετά γρήγορους ρυθμούς, που αντικαθρεφίζεται ανάγλυφα στη σημαντική αύξηση του εθνικού εισοδήματος. Με ρυθμό μεγαλύτερο από το μέσο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας αναπτυσσόταν η βιομηχανία. Ετσι, βαθμιαία άλλαξε η αναλογία ανάλογα στους διάφορους κλάδους της καπιταλιστικής οικονομίας και ο τομέας της βιομηχανίας εκτόπισε τον αγροτικό και κατέλαβε την πρώτη θέση. Ο ελληνικός καπιταλισμός, που μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο χαρακτηριζόταν από τον καθυστερημένο αγροτικό χαρακτήρα, μετατράπηκε βαθμιαία σε βιομηχανικό καπιταλισμό, εξακολουθώντας όμως να χαρακτηρίζεται από μέσο επίπεδο ανάπτυξης. Ο καπιταλισμός άρχισε να αναπτύσσεται και στην αγροτική οικονομία, οδηγώντας στην οριστική εξάλειψη των μισοφεουδαρχικών υπολειμμάτων, από τη μια, αλλά και στη διατήρηση ενός εξαιρετικά εκτεταμένου στρώματος φτωχών και μεσαίων αγροτών, από την άλλη, σαν αποτέλεσμα του μέσου επίπεδου ανάπτυξης. Οι αλλαγές αυτές στην οικονομική δομή του ελληνικού καπιταλισμού επέφεραν αντίστοιχες αλλαγές στο εποικοδόμημα και, το κυριότερο, αλλαγές στην ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας και στους συσχετισμούς ανάμεσα στις διάφορες τάξεις. Η εργατική τάξη έγινε η πολυπληθέστερη τάξη της ελληνικής κοινωνίας και στους κόλπους της πολυπληθέστερο τμήμα έγινε το βιομηχανικό προλεταριάτο. Η αγροτιά διασπάστηκε σε αγροτική αστική τάξη και φτωχή και μεσαία αγροτιά. Δημιουργήθηκαν νέα μισθωτά μικροαστικά στρώματα.
Οπως συνέβη και προπολεμικά, οι διαφορές στους ρυθμούς ανάπτυξης του καπιταλισμού στη μεταπολεμική Ελλάδα δεν ήρθαν σαν αποτέλεσμα κάποιας επαναστατικής έκρηξης της ελληνικής αστικής τάξης, κάποιας όψιμης νεότητάς της.Εξηγούνται πρωταρχικά από τις αλλαγές που έγιναν εκείνη την περίοδο στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και από τη θέση που κατέλαβε σ αυτό ο ελληνικός καπιταλισμός. Την περίοδο αυτή εντάθηκε το φαινόμενο της εξαγωγής κε- φάλαιου από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις προς τις εξαρτημένες χώρες. Το μονοπωλιακό κεφάλαιο δεν τοποθετούνταν στις εξαρτημένες χώρες μόνο στις σφαίρες της εξόρυξης, της πίστης και του εμπόριου, αλλά και στη σφαίρα της βιομηχανικής παραγωγής, ώστε με την άγρια εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης τής εξαρτημένης χώρας να αντιρροπείται η πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους, που γίνεται ιδιαίτερα έντονη στη μονοπωλιακή φάση του καπιταλισμού.
Μετά το στένεμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς, λόγω της δημιουργίας του σοσιαλιστικού στρατόπεδου στο ένα τρίτο της γης, εντάθηκε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα μεγάλα μονοπώλια για τον έλεγχο των πηγών πρώτων υλών, των αγορών και των σφαιρών τοποθέτησης κεφάλαιου, και ο ανταγωνισμός των ιμπεριαλιστικών χωρών για τον έλεγχο σφαιρών επιρροής, με αποτέλεσμα τη δημιουργία εκτεταμένων κεφαλαιοκρατικών βάσεων των ιμπεριαλιστικών χωρών στις εξαρτημένες χώρες. Τα πολιτικά κριτήρια άρχισαν να δένονται πιο στενά με τα οικονομικά, σε σχέση με τις επενδύσεις των μονοπωλίων στις εξαρτημένες χώρες. Οι εξαγωγές κεφάλαιου κατευθύνονταν ολοένα και περισσότερο σε εξαρτημένες χώρες, που μπορούσαν να εξασφαλίσουν όρους υπερεκμετάλλευ- σης της εργατικής δύναμης, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις σε σταθερό κεφάλαιο, και κατά συνέπεια όρους μέγιστης κερδοφορίας του κεφάλαιου. Η μεταπολεμική Ελλάδα ήταν χώρα που πληρούσε αυτούς τους όρους, αφού μετά τη νίκη της αστικής τάξης επί του προλεταριάτου στον εμφύλιο πόλεμο, είχε εγκαθιδρυθεί ένα καθεστώς μοναρχοφασιστικής τρομοκρατίας και στυγνής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Ακόμη, η Ελλάδα πληρούσε και γεωγραφικά (πέρα από πολΐτικά-οικονομικά) τους όρους για τη διείσδυση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων στις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, που βαθμιαία αποτίναζαν την αποικιοκρατία και δημιουργούσαν αυτοτελή εθνικά κράτη, με δική τους εσωτερική αγορά. Ετσι, πολλά μονοπώλια, ευρωπαϊκά και αμερικάνικα, δημιουργούσαν παραγωγική βάση στην Ελλάδα,Via να εξάγουν εμπορεύματα σ' αυτές τις νέες καπιταλιστικές αγορές.
Τις συνθήκες αυτές εκμεταλλεύτηκε και η ελληνική αστική τάξη, που εκμεταλ
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 I 35
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
λεύτηκε και τις πηγές της εσωτερικής συσσώρευσης και την εξαγωγή κεφάλαιου από τις ιμπεριαλιστικές χώρες προς την Ελλάδα και τα κονδύλια του «σχεδίου Μάρσαλ», με τα οποία οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές προσπαθούσαν να ισχυροποιήσουν το προγεφύρωμά τους στα Βαλκάνια ενάντια στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο, για να στραφεί προς τη σφαίρα της βιομηχανίας, είτε σαν συνεταίρος είτε σαν δορυφόρος σε παραγωγικό επίπεδο (υπεργολάβος, φασονατζής κ.λπ.), των επιχειρήσεων που έστηνε το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο.
Ο τύπος αυτός της μεταπολεμικής ανάπτυξης βάθυνε ακόμη περισσότερο την εξάρτηση της ελληνικής αστικής τάξης από το ξένο κεφάλαιο. Ανάδειξε τη βιομηχανική αστική τάξη σε κυρίαρχο τμήμα μέσα στο αστικό μπλοκ. Εδεσε ακόμη πιο άμεσα το αστικό κράτος με τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες απομυζούσαν τα κρατικά κονδύλια με τη μορφή «παραγωγικών κινήτρων» και φόρτωναν στο κράτος τις καταπτώσεις εγγυήσεων και τα χρέη τους, με αποτέλεσμα η δημοσιονομική διαχείριση να παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερα ελλείμματα, που αντιμετωπίζονταν με ακόμη πιο βαριά και αντιλαϊκή φορολογία και με νέο δανεισμό, που διεύρυνε συνεχώς το ήδη μεγάλο δημόσιο χρέος, εξωτερικό και εσωτερικό. Ετσι, αυτή η μεταπολεμική ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα δεν σήμαινε κάποια χρονικά καθυστερημένη συνειδητοποίηση από την αστική τάξη της ιστορικής της αποστολής. Η εξάρτηση της οικονομίας και της χώρας από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις βάθυνε, αφού βασικός φορέας αυτής της ανάπτυξης του καπιταλισμού και ειδικά της βιομηχανίας ήταν το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο. Συνεχίστηκε με νέους τρόπους και εντάθηκε στο έπακρο η ληστρική εκμετάλλευση των ανθρώπινων και φυσικών πόρων της χώρας. Συνεχίστηκε η στρεβλή και μονόπλευρη ανάπτυξη της βιομηχανίας και της οικονομίας, διευρύν- θηκε το εμπορικό έλλειμμα και ο εξωτερικός δανεισμός και γενικά η Ελλάδα πα- ρέμεινε μια μέσου επιπέδου ανάπτυξης εξαρτημένη καπιταλιστική χώρα.
(55) Η βιομηχανία ήταν η ατμομηχανή της μεταπολεμικής σχετικής ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της βιομηχανίας ήταν τα μεταπολεμικά χρόνια ψηλότεροι από τους ρυθμούς ανάπτυξης των άλλων οικονομικών κλάδων και του εθνικού εισοδήματος γενικά. Αυξήθηκε ο όγκος της βιομηχανικής παραγωγής γενικά, αλλά άλλαξαν και οι αναλογίες ανάμεσα στους διάφορους κλάδους της βιομηχανικής παραγωγής.
Η εξορυκτική βιομηχανία αναπτύχθηκε με ρυθμό πάνω από το μέσο όρο ανάπτυξης της βιομηχανίας. Η κυριαρχία του ξένου κεφάλαιου ήταν σχεδόν πλήρης σ' αυτή την ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας. Οι ορυκτές πρώτες ύλες εξακολουθούν να εξάγοντα ακατέργαστες ή μετά από ένα πρώτο στάδιο επεξεργασίας στο εξωτερικό. Αν συνυπολογίσουμε κα την πολιτική χαμηλών τιμών, που επιβάλλουν τα ξένα μονοπώλια, φτάνουμε στο συμπέρασμα, ότι εξακολουθεί να ασκείτα ληστρική πολιτική σε βάρος του φυσικού πλούτου της χώρας κα να χά- νοντα σημαντικές πηγές εσωτερικής συσσώρευσης. Η εικόνα αυτή της εξορυκτικής βιομηχανίας αποδείχνει, ότι οι αλλαγές στη δομή κα τους ρυθμούς ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού επιβλήθηκαν πρωταρχικά από τις νέες μεταπολεμικές ανάγκες του ξένου μονοπωλιακού κεφάλαου.
Γοργά αναπτύχθηκε στα μεταπολεμικά χρόνια κα η ενεργειακή βιομηχανία, με βάση την παραγωγή ηλεκτρενέργειας, που στη δεκαετία του 70 είχε αυξηθεί σε όγκο πάνω από 20 φορές, σε σχέση με το προπολεμικό της επίπεδο. Το αστικό κράτος συγκέντρωσε στα χέρια του την παραγωγή ηλεκτρενέργειας, μέσω της ΔΕΗ, προκειμένου σαν συλλογικός καπιταλιστής να προσφέρει φτηνή ενεργειακή πρώτη ύλη στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Καμιά καπιταλιστική επιχείρηση χωριστά δεν μπορούσε να αναλάβει αυτό το τεράστιο έργο, γιατί ο ενεργειακός εξοπλισμός απαιτούσε επενδύσεις ιδιαίτερα ψηλής οργανικής σύνθεσης κεφάλαου, που εμποδίζει τη γρήγορη κερδοφορία (ενισχύει την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους). Ο εξηλεκτρισμός όμως πραγματοποιήθηκε υπό τον ασφυκτικό έλεγχο του ξένου μονοπωλιακού κεφάλαου, που ασκούνταν μέσω του πουλήματος τεχνογνωσίας και βιομηχανικών εγκαταστάσεων και μέσω του δανεισμού από τραπεζικά κονσόρταουμ για τις ανάγκες σε σταθερό κεφάλαο.
Η μεταποιητική βιομηχανία αναπτύχθηκε και ποσοτικά κα ποιοτικά, αν κα οι ρυθμοί ανάπτυξής της ήταν χαμηλότερα απ’ αυτούς της εξορυκτικής και της ενεργειακής βιομηχανίας (πάνω πάντως από τους ρυθμούς αύξησης του εθνικού εισοδήματος). Το ποιοτικό στοιχείο στην ανάπτυξη της μεταποιητικής βιομηχανίας αναφέρετα στην ανάπτυξη νέων βιομηχανικών κλάδων κα στη μείωση του ποσοστού που καταλαμβάνουν α παραδοσιακοί κλάδα της ελληνικής ελαφριάς βιομηχανίας (επιατισμός, κλωστοϋφαντουργία, καπνοβιομηχανία, ιματισμός, ξυλουργική) στο σύνολο της μεταποίησης. Αναπτύχθηκαν σχετικά περισσότερο η μεταλλουργία, η χημική βιομηχανία, η βιομηχανία παραγωγής μεταφορικών μέσων, η ναυπηγική βιομηχανία, η βιομηχανία παραγωγής δομικών υλικών (τσιμέ
30 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
ντο, μάρμαρα κ.ά.).Και η ανάπτυξη της μεταποίησης έγινε κάτω από τον απόλυτο έλεγχο του ξέ
νου κεφάλαιου, γι' αυτό και διατηρήθηκαν τα βασικά χαρακτηριστικά που διαμορφώθηκαν από τη γέννηση του ελληνικού καπιταλισμού. Το ξένο κεφάλαιο, είτε απευθείας είτε σε συνεταιρισμό (υπό την κυριαρχία του) με έλληνες κεφαλαιοκράτες, πραγματοποίησε πς περισσότερες επενδύσεις στη μεταποιητική βιομηχανία. Μια σειρά νόμοι αυξημένης τυπικής ισχύος (συνταγματική προστασία) προστάτευαν τα συμφέροντα του ξένου κεφάλαιου και του επέτρεπαν με νόμιμους τρόπους να εξάγει και να συσσωρεύει στο εξωτερικό αξίες που παράχθηκαν στην Ελλάδα, με τη μορφή αποσβέσεων (επανεξαγωγή του σταθερού κεφάλαιου) και εξαγωγής κερδών. Φυσικά εδώ οργιάζουν οι υπερτιμολογήσεις (σε μηχανήματα, πρώτες ύλες, τεχνογνωσία, που εισάγονται στην Ελλάδα) και οι υποτιμολογήσεις (σε τελικά εμπορεύματα που εξάγονται) και έτσι η ληστρική επιδρομή ενάντια σπς αξίες που παράγονται στην Ελλάδα γίνεται πολύ μεγαλύτερη και η εσωτερική συσσώρευση εξακολουθεί να παραμένει εξαιρετικά χαμηλή, σε σχέση με τη συσσώρευση που πραγματοποιούν τα μονοπώλια των ιμπεριαλιστικών χωρών.
Το ξένο κεφάλαιο εξαρτά τη βιομηχανική παραγωγή της Ελλάδας και με μια σειρά άλλους τρόπους, όπως είναι η πώληση τεχνογνωσίας (Know How) και η είσπραξη ενός σταθερού ενοικίου για την εκχώρηση δικαιωμάτων πάνω σε πατέντες, μάρκες εμπορευμάτων κ.λπ. (Royalties). Σημαντική είναι η εξάρτηση μέσω δανεισμού από ξένες Τράπεζες, όπου μεσολαβεί σαν εγγυητής το ελληνικό δημόσιο (η Τράπεζα της Ελλάδος). Τέλος, μια ολόκληρη σειρά ελληνικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων της μεταποιητικής βιομηχανίας δρουν σαν απλά φασονατζί- δικα βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων του εξωτερικού, εξαρτώμενες αποκλειστικά από τις παραγγελίες τους, που γίνονται φυσικά με όρους επαχθείς και έχουν σαν τελικό αποτέλεσμα την ακόμη πιο άγρια εκμετάλλευση της ντόπιας εργατικής δύναμης, προκειμένου οι έλληνες καπιταλιστές να ανταποκρι- θούν στους όίρους των παραγγελιών και να εξασφαλίσουν τα δικά τους κέρδη. Στον τομέα αυτό της βιομηχανικής παραγωγής, που τείνει να κυριαρχήσει σε ορισμένους κλάδους, όπως ο ιματισμός, αντικαθρεφτίζεται με τον καλύτερο τρόπο ο εξαρτημένος και κομπραντόρικος χαρακτήρας του ελληνικού καπιταλισμού, α- ντικαθρεφτίζεται η ολοκληρωτική υποταγή της ελληνικής αστικής τάξης στο πρότυπο της ξενοδουλείας, προκειμένου να εξασφαλίσει την κυριαρχία της στην ελληνική κοινωνία.
Εχοντας έναν τέτιο ασφυκτικό οικονομικό και τεχνολογικό έλεγχο πάνω στη βιομηχανική παραγωγή, το ξένο κεφάλαιο μπορεί και διαμορφώνει κυριαρχικά και τη δομή της και τους παραγωγικούς της προσανατολισμούς. Οργανική σύνδεση ανάμεσα στους διάφορους κλάδους και καθετοποίηση της βιομηχανικής παραγωγής δεν υπάρχει ή υπάρχει σε πολύ μικρό βαθμό. Το «παιχνίδι» ανάμεσα στους διάφορους βιομηχανικούς κλάδους το ρυθμίζουν τα ξένα μονοπώλια. Ειδικά στους κλάδους της βαριάς βιομηχανίας κρατούν στα χέρια τους τα «κλειδιά» της παραγωγικής αλυσίδας, ελέγχοντας έτσι όλη τη διαδικασία μέχρι το τελικό προϊόν. Για παράδειγμα, στην παραγωγή μεταφορικών μέσων η εγχώρια βιομηχανία περιορίστηκε στην παραγωγή αμαξωμάτων, ενώ η παραγωγή των κινητήρων γίνεται στο εξωτερικό και η τεχνογνωσία παραμένει αποκλειστικό δικαίωμα των ξένων μονοπωλίων. Η μεταλλουργία περιορίζεται στην κατασκευή τελικών και ενδιάμεσων προϊόντων από ανοξείδωτο χάλυβα που εισάγεται από το εξωτερικό. Και το σημαντικότερο: η βιομηχανία παραγωγής μέσων παραγωγής κρατιέται σε εντελώς στοιχειώδη επίπεδα, ενώ απουσιάζει εντελώς η βιομηχανία παραγωγής εργαλειομηχανών, καθώς και η βιομηχανία προϊόντων πληροφορικής και αυτοματισμών. Ετσι, εξασφαλίζεται η τεχνολογική εξάρτηση από το εξωτερικό, από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις.
Ακόμη πιο σημαντική είναι η τεχνολογική καθυστέρηση της βιομηχανίας. Ο βαθμός παραγωγικής αξιοποίησης της σύγχρονης τεχνολογίας στην ελληνική καπιταλιστική βιομηχανία είναι πάρα πολύ χαμηλός. Αυτό γίνεται σκόπιμα από το ξένο κεφάλαιο, όχι μόνο για να εξασφαλίζει τον τεχνολογικό έλεγχο, αλλά και για να διατηρήσει ένα χαμηλό βαθμό οργανικής σύνθεσης κεφάλαιου στη βιομηχανία της εξαρτημένης χώρας, να στρέφει το κεφάλαιο σε εντατική εφαρμογή των μεθόδων αποκόμισης απόλυτης υπεραξίας (μέσω της ανοιχτής και καλυμμένης παράτασης της εργάσιμης μέρας και της εντατικοποίησης της δουλειάς) και να α- ντιρροπεί έτσι την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους, που προκαλεί σπς Χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού η συνεχής αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου, μέσω της εφαρμογής νέων σύνθετων μηχανών και τεχνολογικών προτσές, που εκτοπίζουν εργάτες από την παραγωγή.
Η ανάπτυξη της βιομηχανίας, η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφάλαι- ου και η δημιουργία μεγάλων βιομηχανικών επιχειρήσεων δεν συνοδεύτηκε από
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 37
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΣ
μια αντίστοιχη συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου, όπως έγινε στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Ο κατακερματισμός της βιομηχανικής παραγωγής δεν ξεπεράστηκε και ο ελληνικός καπιταλισμός εξακολουθεί να είναι ο καπιταλισμός της μικρής επιχείρησης. Σημαντικό ποσοστό του εργατικού δυναμικού εξακολουθεί να απασχολείται σε μικρές επιχειρήσεις, που εξακολουθούν να παράγουν σημαντικό ποσοστό του όγκου της βιομηχανικής παραγωγής, δυσανάλογο πάντως σε σχέση με το προσωπικό που απασχολούν. Η οικονομική σημασία αυτών των επιχειρήσεων μειώνεται (λειτουργούν σαν δορυφόροι των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων), όμως η μη εξαφάνισή τους είναι αποτέλεσμα των επιλογών του ξένου κεφάλαιου και του χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού γενικά. Χρησιμοποιώντας απαρχαιωμένη τεχνολογία, με ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας, α επιχειρήσεις αυτές καταφεύγουν στην υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης (στην οποία σε πολλές περιπτώσεις συμπεριλαμβάνονται οι ιδιοκτήτες τους και τα μέλη των οικογενειών τους) και όντας οι ίδιες αντικείμενο εκμετάλλευσης, προσφέρουν τη δική τους συνδρομή στην εξασφάλιση της μέγιστης κερδοφορίας του ξένου μονοπωλιακού και του ντόπιου μεγάλου κεφάλαιου, που αντιρροπεί και μέσω αυτών των επιχειρήσεων την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους.
Ασκώντας αυτόν τον απόλυτο έλεγχο, το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο μπορεί να «μεταφέρει» τις συνέπειες της κρίσης σπς εξαρτημένες χώρες σαν την Ελλάδα, απαλύνοντας σε ένα κάποιο βαθμό αυτές τις συνέπειες στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών χωρών. Για παράδειγμα, οι ιδιαίτερα στενοί (χρονικά) κύκλοι της κρίσης, μετά τα μέσα της δεκαετίας του 70, επέφεραν σημαντικά πλήγματα στη βιομηχανία του ελληνικού καπιταλισμού, καθιστώντας προβληματικούς μερικούς από τους πιο δυναμικούς κλάδους της (κλωστοϋφαντουργία, ναυπηγική, χαλυβουργία, βιομηχανία μεταφορικών μέσων κ.ά.). Αποφάσεις για κλείσιμο ή μείωση της παραγωγής τέπων επιχειρήσεων πάρθηκαν είτε απευθείας από τα μονοπώλια που πς έλεγχαν είτε από την ΕΟΚ (δηλαδή από το υπερεθνικά συνασπισμένο δυτικοευρωπαϊκό μονοπωλιακό κεφάλαιο). Κι αυτό αποτελεί μια επιπλέον απόδειξη για τον ολοκληρωτικά εξαρτημένο χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού, μια επιπλέον απόδειξη του στρεβλού και μονόπλευρου χαρακτήρα της ανάπτυξής του, που τον κάνει να στέκεται κυριολεκτικά σε πήλινα πόδια.
(56) Σημαντικές αλλαγές έγιναν τα μεταπολεμικά χρόνια κα στην αγροτική οικονομία, που εξακολουθεί να αποτελεί βασικό κλάδο του ελληνικού καπιταλισμού, αν και το ειδικό της βάρος έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με τη βιομηχανία και τους άλλους τομείς της υλικής και της μη υλικής παραγωγής. Ο όγκος της αγροτικής παραγωγής αυξήθηκε σε σχέση με το προπολεμικό επίπεδο. Αυτή η αύξηση όμως πραγματοποιήθηκε μέσα από περιόδους σημαντικής αγροτικής κρίσης, που προκαλούσε μαζική καταστροφή και ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς, που κατέφευγε είτε στα μεγάλα αστικά κέντρα είτε στα σκλαβοπάζαρα της εξωτερικής μετανάστευσης. Ετσι, η αλλαγή στις αναλογίες των διάφορων τμημάτων του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (ΟΕΠ) της χώρας, πραγματοποιή- θηκε μέσω της καταστροφής και της προλεταριοποίησης τμημάτων της φτωχομεσαίας αγροτιάς.
Αν και μειώθηκε σημαντικά ο αγροτικός πληθυσμός και δεν αυξήθηκε αισθητά η καλλιεργήσιμη έκταση, ο όγκος της αγροτικής παραγωγής υπερδιπλασιάστηκε σε σχέση με το προπολεμικό επίπεδο. Αυτή η αύξηση ήταν αποτέλεσμα της εξάλειψης των μισοφεουδαρχικών υπολειμμάτων στην αγροτική οικονομία, της εισβολής του καπιταλισμού σ' αυτή, που είχε σαν αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση της παραγωγικότητας της αγροτικής οικονομίας. Προχώρησε η συγκέντρωση της γης και του κεφάλαιου στην αγροτική οικονομία, αυξήθηκε η μηχανοποίηση της γεωργικής παραγωγής, έγιναν εγγειοβελπωτικά έργα, άρχισαν να χρησιμοποιούνται σύγχρονοι μέθοδοι γεωπονίας και δασοπονίας, βελτιώθηκε η χρήση χημικών μεθόδων κ.λπ. Ταυτόχρονα με τη γεωργική παραγωγή αυξήθηκε (με τους πιο γρήγορους ρυθμούς απ' όλους τους κλάδους της αγροτικής οικονομίας) η κτηνοτροφία. Δίπλα στις παραδοσιακές μορφές κτηνοτροφίας, που βελτιώθηκαν σημαντικά, εμφανίστηκαν μεγάλες φάρμες, σύγχρονες καπιταλιστικές επιχειρήσεις της κτηνοτροφίας.
Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην ελληνική αγροτική οικονομία όμως έμεινε πολύ πίσω σε σχέση με τους αντίστοιχους κλάδους των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών. Η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν ήταν αποτέλεσμα της επανασταπ- κής ανατροπής των φεουδαρχικών δεσμών, δεν ήταν αποτέλεσμα της ανάδειξης του νοικοκύρη αγρότη σε καπιταλιστή επιχειρηματία. Η ανάπτυξη του καπιταλισμού και η ταξική διάσπαση της αγροτιάς πραγματώθηκαν νομοτελειακά, μέσα από τον πλάγιο και βασανιστικό δρόμο της αστοτσιφλικάδικης κυριαρχίας, της αργής και αδύναμης καπιταλιστικής ανάπτυξης γενικά.
38 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Το μικρό και μεσαίο νοικοκυριό εξακολουθεί να κυριαρχεί στην αγροτική οικονομία της Ελλάδας. Η συγκέντρωση της γης και του κεφάλαιου προχώρησε — αργά και βασανιστικά, πάντως προχώρησε — χωρίς όμως να εξαλείψει ή να περιορίσει δραστικά τον κατακερματισμό της γης και την ύπαρξη μιας μεγάλης πλειοψηφίας μικρών και μεσαίων αγροτικών νοικοκυριών, που σε πλείστες περιπτώσεις αδυνατούν να πραγματοποιήσουν ακόμη και απλή αναπαραγωγή και επιβιώνουν χάρη στη σκληρή δουλειά και την υποκατανάλωση των μελών τους, καθώς και χάρη σε άλλες, μη αγροτικές εργασίες. Ενα σημαντικό μέρος της γης συγκεντρώθηκε στην ιδιοκτησία αστικών στρωμάτων της πόλης, που επενδύουν τα κέρδη τους στην αγορά γης, νοικιάζοντάς την στους αγρότες καλλιεργητές. Περίπου το ένα τρίτο της καλλιεργούμενης γης νοικιάζεται από τους αγρότες και το νοίκιασμα αποτελεί ένα βραχνά, που εμποδίζει τη διευρυμένη αναπαραγωγή του φτωχομεσαίου αγρότη και, σε συνδυασμό με την εκμετάλλευση από το πιστωτικό κεφάλαιο, το εμπορικό κεφάλαιο και τη βιομηχανική αστική τάξη, κάνει προβληματική ακόμη και την επιβίωση του φτωχού και μεσαίου αγροτικού νοικοκυριού. Η οργανική σύνθεση του κεφάλαιου στην αγροτική οικονομία της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα χαμηλή σε σχέση με πς χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Στο έδαφος του μικίρού και μεσαίου νοικοκυριού και του κατακερμαπσμού της γης, η παραγωγικότητα της εργασίας, ακόμη και με τη χρήση των πιο σύγχρονων γεωργικών μηχανών, είναι ιδιαίτερα χαμηλή, γεγονός που δρα ανασταλτικά στους ρυθμούς συγκέντρωσης και τους κρατά σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο.
Προκειμένου να αντιμετωπίσει την απειλή μιας επαναστατικής έκρηξης της φτωχομεσαίας αγροτιάς, το αστικό κράτος ακολούθησε μια πολιτική επιδοτήσεων της αγροτικής παραγωγής. Η πολιτική αυτή ενισχύθηκε, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 80, και από την ιμπεριαλιστική ΕΟΚ, στα πλαίσια της ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική), που υπαγορεύτηκε από πς ανάγκες διατήρησης της κοινωνικής συνοχής σπς χώρες-μέλη της ΕΟΚ και της διεξαγωγής του εμπορικού πολέμου με πς Η ΠΑ και άλλες χώρες παραγωγούς αγροτικών εμπορευμάτων. Η πολιτική αυτή ήδη αναθεωρείται, σαν συνέπεια της βαθιάς κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, και το φάσμα ενός νέου μαζικού ξεκληρίσμα- τος απλώνεται και πάλι πάνω από τη φτωχή και μεσαία αγροπά.
Η ρεφορμιστική πολιτική της ΕΟΚ και του ελληνικού αστικού κράτους υλοποιή- θηκε σε μεγάλο βαθμό μέσω των αγροτικών συνεταιρισμών, οι οποίοι συσπείρωναν την αγροτική φτωχολογιά μαζί με την αστική τάξη του χωριού, υπό την ηγεμονία της δεύτερης και του αστικού συστήματος εξουσίας γενικότερα. Ετσι, οι συνεταιρισμοί έγιναν ελκυστικοί στη συνείδηση της φτωχομεσαίας αγροπάς, γιατί στα πλαίσιά τους κατάφερνε να βελπώνει σχετικά την οικονομική της κατάσταση και να εξασφαλίζει την επιβίωσή της. Η ίδια η καπιταλιστική πραγματικότητα όμως αποδείχνει, όπ στα πλαίσια του καπιταλισμού και της αναθεωρημένης ΚΑΠ της ΕΟΚ, ο συνεταιρισμός δεν μπορεί να μετατρέψει την οικογενειακή εκμετάλλευση σε βιώσιμη και ανταγωνιστική και να αποτρέψει έτσι την προλεταριοποίηση ενός σημαντικού τμήματος της φτωχομεσαίας αγροπάς. Γιατί το κόστος παραγωγής είναι ιδιαίτερα ψηλό, γιατί οι συνεταιρισμοί δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το εμπορικό κεφάλαιο στη διακίνηση των αγροτικών εμπορευμάτων, γιατί το χρημαπστικό κεφάλαιο — που εκμεταλλεύεται διπλά τους αγρότες, πουλώντας ακριβά την πίστη και τα εφόδια και αγοράζοντας φτηνά τα αγροτικά προϊόντα — δεν αφήνει περιθώρια κέρδους στις συνεταιριστικές οργανώσεις, γιατί οι συνεταιρισμοί — που είναι οικονομικές οργανώσεις καπιταλιστικού τύπου — δεν μπορούν, στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, να αποτρέψουν την υπονομευτική πολιτική της αστικής τάξης του χωριού, που προωθεί και μέσω των συνεταιρισμών, όπου κυριαρχεί, τα ιδιαίτερα ταξικά της συμφέροντα.
(57) Τα μεταπολεμικά χρόνια ο ελληνικός καπιταλισμός ανέπτυξε μια σημαντική τουριστική υποδομή, εκμεταλλευόμενες πς φυσικές ομορφιές της χώρας, το κλίμα και τα μνημεία του αρχαιοελληνικού, ρωμαϊκού και βυζαντινού πολιτισμού, που γεμίζουν το έδαφος της. Δίπλα στις μεγάλες τουριστικές επιχειρήσεις, που άρχισαν να δημιουργούντα και να αναπτύσσονται στις δεκαετίες του 60 και του 70, δραστηριοποιείται μια πλειάδα μικρών βιοτεχνικών και χειροτεχνικών επιχειρήσεων, καθώς και επιχειρήσεων οικογενειακού χαρακτήρα. Για τον ελληνικό καπιταλισμό ο τουρισμός είναι μια σημαντική πηγή εξασφάλισης συναλλάγματος, που σε ένα κάποιο βαθμό ισορροπεί τη συναλλαγματική αιμορραγία του εμπορικού ισοζύγιου και την εξαγωγή κεφαλαίων κα κερδών των ξένων μονοπωλιακών επιχειρήσεων.
(58) Το ελληνικό αστικό κράτος παίζει σημαντικό ρόλο στη συνολική κεφαλαοκρατική παραγωγή κα αναπαραγωγή. Ο δημόσιος τομέας έχει επεκταθεί κα τον τομέα της βιομηχανίας (βασικά στους τομείς της ενέργειας κα της πολεμικής βιομηχανίας), των επικοινωνιών, των μεταφορών. Στόχος της επέκτασης του α-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 ■ I
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
σηκού κράτους σ' αυτούς τους τομείς είναι η εξυπηρέτηση των συλλογικών αναγκών της ασπκής τάξης, προς την οποία παρέχει φτηνές «υπηρεσίες», εξασφαλίζοντας τη λειτουργία αυτών των επιχειρήσεων μέσω των ιδιαίτερα ακριβών τιμολογίων της λαϊκής κατανάλωσης και μέσω των επιχορηγήσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό (που στηρίζεται στην έμμεση και άμεση υπερφορολόγηση του λαού). Στα χέρια του αστικού κράτους περνούν κατά καιρούς και μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού καπιταλιστικού τομέα, που αντιμετωπίζουν πρόβλημα βιωσιμότητας λόγω της κρίσης. Φορτώνοντας στον κρατικό προϋπολογισμό τα χρέη των καπιταλιστών, το αστικό κράτος διευκολύνει τη συνολική αναπαραγωγή του κεφάλαιου και τις αναδιαρθρώσεις σπς σφαίρες τοποθέτησής του, που κάθε φορά επιβάλλει η καπιταλιστική κρίση.' Ο βασικός οικονομικός ρόλος του αστικού κράτους όμως δεν είναι η παρέμβασή του στη διαδικασία της παραγωγής, αλλά η αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος προς όφελος της κεφαλαιοκρατίας, που γίνεται μέσω του κρατικού προϋπολογισμού. Τα τεράσπα ποσά που απορροφά κάθε χρόνο το αστικό κράτος, μέσω της βαριάς άμεσης και έμμεσης φορολογίας της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων, από τη μια, δαπανώνται για τη συντήρηση ενός τεράστιου κατασταλτικού και γραφειοκρατικού μηχανισμού και, από την άλλη, εκχωρούνται στην κεφαλαιοκρατία, είτε σαν απευθείας παροχές είτε μέσω των κραπ- κών προμηθειών και έργων, που αποτελούν εξολοκλήρου ένα σκάνδαλο, στο οποίο πρωταγωνιστούν τα αστικά πολιτικά κόμματα - νομείς της κρατικής εξουσίας και οι διάφορες ομάδες της ντόπιας και ξένης κεφαλαιοκρατίας. Ετσι, δημιουργούνται τεράστια ελλείμματα, τα οποία αυξάνουν συνέχεια τον εξωτερικό και εσωτερικό δανεισμό, που έχ& πάρει τεράστιες διαστάσεις και η εξυπηρέτησή του απορροφά ένα συνεχώς αυξανόμενο μέρος του εθνικού εισοδήματος.
(59) Ο εξαρτημένος χαρακτήρας και το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού αντικαθρεφτίζεται ανάγλυφα στη διάρθρωση του εξωτερικού εμπόριου και στην εξέλιξη του ισοζύγιου εξωτερικών πληρωμών.
Οι αλλαγές στις αναλογίες των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας και μέσα στον κάθε κλάδο χωριστά οδήγησαν σε αλλαγή και της διάρθρωσης του εξωτερικού εμπόριου της Ελλάδας. Ο όγκος του εξωτερικού εμπόριου μεγάλωσε σημαντικά, το κέντρο βάρους μεταφέρθηκε από τα αγροτικά στα βιομηχανικά εμπορεύματα, όμως το εμπορικό ισοζύγιο γίνεται ολοένα και περισσότερο αρνητικό, ακόμη και σε περιόδους κρίσης και πτώσης της ατομικής και παραγωγικής κατανάλωσης. Σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο οι εισαγωγές αυξάνονται σταθερά σε βαθμό μεγαλύτερο από πς εξαγωγές κι ακόμη σε βαθμό μεγαλύτερο από την αύξηση του εθνικού εισοδήματος. Ετσι διευρύνεται το εμπορικό έλλειμμα.
Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζύγιου καλύπτεται μερικά μόνο από το ισοζύγιο αδήλων, που είναι θετικό λόγω του τουριστικού, του ναυτιλιακού και του μετανα- στευτικού συναλλάγματος. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που δημιουργείται έτσι, καλύπτεται σε ορισμένες περιόδους από την εισροή ιδιωτικών επιχειρηματικών κεφαλαίων και σε άλλες περιόδους από αναγκαστικό εξωτερικό δανεισμό, είτε με τη σύναψη δανείων του ελληνικού δημόσιου απευθείας από ξένες τράπεζες είτε με την έκδοση ομολογιακών δανείων με ρήτρες ξένου συναλλάγματος και επιτόκια πάνω από τα διεθνή, μέρος των οποίων αγοράζεται με εισαγωγή κεφάλαιου από ξένους σπεκουλάντες.
(60) Η οικονομική εξάρτηση συνοδεύεται αναπόφευκτα από την πολιτική και τη στραπωτική εξάρτηση του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους από τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Την κυριαρχία του αγγλικού ιμπεριαλισμού διαδέχτηκε, μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η κυριαρχία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, που στήριξε την ελληνική αστική τάξη στον εμφύλιό της ενάνπα στην εργατοα- γροτική επανάσταση του 1946-49. Η Ελλάδα έγινε μέλος του ΝΑΤΟ και το έδα- φός της μετατράπηκε σε μια απέραντη στρατιωτική βάση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Υπήρξαν περίοδοι που οι εκπρόσωποι των ιμπεριαλιστικών κρατών παρε- νέβαιναν ωμά και απροκάλυπτα και ρύθμιζαν πς πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, ανεβοκατεβάζοντας κυβερνήσεις, οργανώνοντας στρατιωτικά πραξικοπήματα, ρυθμίζοντας ακόμη και τους εσωτερικούς συσχεπσμούς των αστικών κομμάτων. Αλλά και στις περιόδους όπου ο ξένος παράγοντας δεν παρενέβαινε με τόσο ωμό και απροκάλυπτο τρόπο, είχε πάντα τη δυνατότητα να υπαγορεύει, να επηρεάζει και να κατευθύνει τα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Από το 1980 η Ελλάδα έγινε μέλος της ιμπεριαλιστικής ΕΟΚ. Η ένταξη δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, που τον έφερε σε ισότιμη θέση με πς ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρώπης. Η ένταξη έγινε με τους όρους της εξάρτησης και είχε καταστροφικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα στον τομέα της αγροτικής οικονομίας και του εξωτερικού εμπόριου, που έγινε ακόμη πιο ελλειμματικό. Ακόμη και το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων, που ήταν πάντα
401 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
θετικό για τον ελληνικό καπιταλισμό, έγινε αρνητικό αμέσως μετά την ένταξη. Οι αλλαγές που γίνονται στην ΕΟΚ, σαν συνέπεια της όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης, οδηγούν τον ελληνικό καπιταλισμό σε ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση και περιθωριοποίηση, που αντιμετωπίζεται με ακόμη πιο σκληρή επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα του χωριού και της πόλης.
Οι μορφές της πολιτικής εξάρτησης διαφοροποιήθηκαν βέβαια μέσα στην ιστορική διαδρομή των μεταπολεμικών χρόνων. Από την ανοιχτή ξενοδουλεία των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων, όπου ο αμερικάνος πρεσβευτής και ο σταθμάρχης της CIA στην Αθήνα ανεβοκατέβαζαν κυβερνήσεις και διόριζαν υπουργούς, στρατηγούς και κρατικούς παράγοντες, ο ελληνικός καπιταλισμός πέρασε στην πολιτική ανωμαλία και τη σύγκρουση των διάφορων κέντρων εξουσίας της δεκαετίας του 60, επανήλθε στην ανοιχτή ξενοδουλεία στην εφταετία της χούντας και έφτασε στο μάξιμουμ της σχετικής του ανεξαρτησίας στα χρόνια της «μεταπολίτευσης», όπου — ειδικά μετά την ένταξη στην ΕΟΚ — απέκτησε τη δυνατότητα σχετικών ελιγμών ανάμεσα στα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα και εκμετάλλευσης των μεταξύ τους ανταγωνισμών.
(61) Η καθυστέρηση του πολιτικού συστήματος σε σχέση με πς αρχές του αστικού κοινοβουλευπσμού, η διαρκής πολιτική ανωμαλία του ελληνικού καπιταλιστικού σχημαπσμού, συνεχίστηκαν και στα μεταπολεμικά χρόνια. Για μια ολόκληρη δεκαετία, μετά τη νίκη της αστικής τάξης στον εμφύλιο, το δικομματικό σύστημα δεν μπορούσε να λειτουργήσει κανονικά. Το μοναρχοφασιστικό καθεστώς ενάνπα στην εργατική τάξη και το λαό, το καθεστώς των έκτακτων στρατοδικείων και των εκτελέσεων, της εξορίας και του μαζικού βασανισμού των λαϊκών αγωνιστών, ανπστοιχούσε σε πολιτικό επίπεδο σε μια καρικατούρα κοινοβουλευ- πσμού, σε απανωτές αλλαγές εκλογικών συστημάτων, σε εκλογική βία και νοθεία και σε μια παρατεταμένη παραμονή της συντηρητικής πολιτικής φατρίας στην κυβερνητική εξουσία, αφού το ψευτοδημοκρατικό Κέντρο (αστοφιλελεύθερη φατρία), που μαζί με τη δεξιά είχε διεξάγει τον εμφύλιο, δεν έδινε τα εχέγγυα ότι μπορεί να φέρει επιτυχημένα σε πέρας αυτό το όργιο της αντιλαϊκής τρομοκρατίας και βίας.
Ενας κάποιος εκσυγχρονισμός του πολιτικού συστήματος επιχειρήθηκε το 1963-64, όμως κατέρρευσε στα πλαίσια μιας ισχυρής πολιτικής κρίσης, καταλύ- της της οποίας υπήρξε ο εργατικός και λάιΚός ριζοσπασπσμός, που αποδεσμεύ- τηκε λες κι άνοιξαν ξαφνικά οι ασκοί του Αιόλου. Το στραπωτικό πραξικόπημα του 1967 και η εφτάχρονη στραπωτικοφασιστική δικτατορία ήταν η διέξοδος που βρήκαν η αστική τάξη και οι ιμπεριαλιστές πάτρωνές της (σε πρώτη γραμμή α Α- μερικάνοι) από την πολιτική κρίση του 1965-67.
Τα χρόνια που ακολούθησαν τη «μεταπολίτευση» του 1974, μετά την κατάρρευση της χούντας και την προδοσία πις Κύπρου, σήμαναν την πιο δημιουργική περίοδο του αστικού κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα. Η μοναρχία έφυγε από το πολιτικό εποικοδόμημα και εγκαθιδρύθηκε μια προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία, αντιγράφοντας στοιχεία από το δυτικοευρωπαϊκό αστικό πολιτικό σύστημα. Δημιουργήθηκε ένας νέος πολιτικός-κομματικός χάρτης, κατ’ ανπστοι- χία των δυτικοευρωπαϊκών κοινοβουλευτικών δημοκραπών. Λειτούργησε ομαλά η εναλλαγή των αστικών κομμάτων στην κυβερνητική εξουσία. Διαμορφώθηκε βαθμιαία μια πλέρια αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, για να ελέγχει το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και να το προσανατολίζει σύμφωνα με τις
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
κάθε φορά ανάγκες του κεφάλαιου.Οι χρόνιες καθυστερήσεις του πολιτικού συστήματος όμως έβαλαν τη σφραγί
δα τους και σ' όλους αυτούς τους ασπκοκοινοβουλευπκούς εκσυγχρονισμούς που επχχειρήθηκαν. Τα αστικά κόμματα εξουσίας δεν έπαψαν να αποτελούν ρου- σφετολογικούς μηχανισμούς κα ο κρατικός μηχανισμός (και γενικότερα ο κραπ- κοκαπιταλισπκός τομέας της οικονομίας) εξακολουθεί να παραμένει πεδίο άσκησης της ρουσφετολογικής πολιτικής τους. Τα αστικά κόμματα διατήρησαν προσωποπαγή χαρακτηριστικά, ενώ τα «τζάκια» στην ασπκή πολιτική ζωή διατηρήθη- καν (δίπλα στα παλιά προστέθηκαν νέα). Νέοι «παρακρατικοί» μηχανισμοί στήθηκαν για να εξυπηρετούν όχι μόνο τα ιδιαίτερα συμφέροντα του κάθε αστικού κόμματος, αλλά ακόμη και τα προσωπικά συμφέροντα των ηγετών τους. Οσο δε βαθαίνει η πολιτική κρίση τόσο το πολιτικό σύστημα συντηρητικοποιείται και η «κουλτούρα» των στραπωτικών πραξικοπημάτων, ακόμη και της μοναρχίας, «παίζει» στο πολιτικό παιχνίδι.
(62) Η ιδεολογική και πνευματική ζωή της Ελλάδας ακολούθησε τις αλλαγές στην οικονομική βάση. Η «Μεγάλη Ιδέα», που ταίριαζε απόλυτα στις συνθήκες της καθυστερημένης αγροτικής Ελλάδας και της αποικιοκρατικής εκμετάλλευσής της από το ξένο κεφάλαιο, είχε έτσι κι αλλιώς καταρρεύσα. Η ασπκή τάξη, με το στίγμα του δοσιλογισμού και της πλήρους εγκατάλειψης του εθνικοαπελευθερω- τικού αγώνα ενάνπα στη ναζιφασισπκή κατοχή, αλλά και με πς δυνατότητες που άνοιγε η σχετική καπιταλιστική ανάπτυξη των μεταπολεμικών χρόνων, διαμόρφωσε νέες μυθοπλασίες για να εγκλωβίσει στη στρατηγική της την εργατική τάξη και πς άλλες εργαζόμενες μάζες.
Ο ανπκομμουνισμός και το «ανήκομεν εις την Δύσιν» έγιναν η ιδεολογική σημαία της αστικής τάξης στην περίοδο μέχρι τη χούντα. Το βιομηχανικό κεφάλαιο διέδιδε πς ιδέες του αστικού κοσμοπολιπσμού, για να αντιμετωπίσει την απελευθερωτική διεθνισπκή ιδεολογία του προλεταριάτου. Η επαναστατική διανόηση για μια ολόκληρη περίοδο τέθηκε σε καθεστώς άγριου διωγμού. Στην τέχνη άρχισαν να κυριαρχούν, από τη μια, ο στρατευμένος αντιδραστικός κοσμοπολιτισμός, διανθισμένος με τις αναγκαίες δόσεις αρχαιοπληξίας, που ουδέποτε εγκαταλεί- φτηκε από την ελληνική αστική τάξη, και από την άλλη, η φτήνια και η χυδαιότητα της μαζικής υποκουλτούρας. Σημαντικές μονάδες της αστικής διανόησης κλείστηκαν στο καβούκι του πιο αντιδραστικού απομονωτισμού, της «τέχνης για την τέχνη».
Μόνο όταν η τρομοκρατία χαλάρωσε κάπως, κατά τα τέλη της δεκαετίας του 50 με αρχές της δεκαετίας του 60, μπόρεσε να «ξεμυτίσει» ξανά η προοδευτική τέχνη, η τέχνη που αφουγκραζόταν το εργατολάίκό κίνημα και ήθελε να υπηρετήσει το δυναμισμό του, και ν’ ανοίξει μέτωπο με την παρακμιακή αστική τέχνη. Η χουντική εφταετία έβαλε ένα ακόμη τέρμα σ' αυτό το προτσές. Η χούντα, όντας πολιτικά σε διάσταση από τον αστικό κοινοβουλευτισμό, κατέφυγε αναγκαστικά στην προγονοπληξία και το μεγαλοϊδεαπσμό σαν μηχανισμούς ιδεολογικής χειραγώγησης των μαζών. Αυτή τη φορά όμως, όλα ήταν μια φάρσα. Η χούντα δεν μπόρεσε να βρει ούτε στους κόλπους της αστικής διανόησης μονάδες που να υπηρετήσουν τους ιδεολογικούς και πολιπσπκούς της στόχους. Η Ελλάδα πνίγηκε σ' ένα βούρκο πολιπστικής ευτέλειας και κραυγαλέας κακογουστιάς.
Με τη «μεταπολίτευση» του 1974 η ασπκή τάξη ανανέωσε το ιδεολογικό και πολιτιστικό της οπλοστάσιο. Η σοσιαλδημοκρατία και ο σύγχρονος αναθεωρητισμός ήρθαν να προσφέρουν τη δική τους σημαντική συμβολή σ' αυτό, με τις ρεφορμιστικές ιδέες και το χάρτινο αντιιμπεριαλισμό τους. Η «αναπτυξιολογία», κοινή αφετηρία και κατάληξη όλων των παραλλαγών της αστικής ιδεολογίας, έγι- νε η νέα «μεγάλη ιδέα του έθνους». Η διαλυτική δουλειά του αναθεωρητισμού και η κατάρρευση των καθεστώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού επέφερε νέα ισχυρά πλήγματα στο συλλογικό όραμα. Η ατομική αναζήτηση και το βόλεμα, η «επιτυχία», βάρυναν στη συνείδηση ιδιαίτερα των νέων γενιών. Οι διάφορες παραλλαγές της αστικής ιδεολογίας συναντήθηκαν τελικά στο έδαφος του εθνικισμού, που φούντωσε και πάλι, καθώς μπήκε επί τάπητος ζήτημα επαναχάραξης των συνόρων στα Βαλκάνια. Η επιστροφή στον κλασσικισμό κα την αρχαοπλη- ξία, που είχαν σχετικά υποχωρήσει με πς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, στα πλαίσια των οποίων η αστική τάξη παραδέχτηκε κα επίσημα την ήττα της στο γλωσσικό ζήτημα, αναγορεύτηκαν κα πάλι σε ασφαλές καταφύγιο της αστικής ιδεολογίας.
Η απόκρυψη της ιστορικής αλήθειας έγινε κυρίαρχο ρεύμα στον τομέα του πολιτισμού. Μέσα από διάφορες φόρμες, μέσα από δημιουργήματα αισθητικής αξίας κα άλλα που ξεπερνούν κα το τελευταίο σκαλί του πολιτιστικού ξεπεσμού, φουντώνει ο αγνωστικισμός, το παράλογο, η αναζήτηση υπέρβασης του πραγματικού, ο ανορθολογισμός κα ο μυστικισμός. Οι πολιτισμικές εκδηλώσεις όχι επα-
42 ί ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΣ
ναστατικού, αλλά απλά ρεαλιστικού περιεχόμενου, γίνονται όλο και πιο σπάνιο είδος. Η όξυνση τηο γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος φέρνει όλο και μεγαλύτερη πολιπσμική παρακμή του αστικού κόσμου.
(63) Η Παιδεία ακολούθησε πς γενικότερες εξελίξεις, την πορεία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, πς παραγωγικές του ανάγκες και πς ανάγκες διεξαγωγής της ταξικής πάλης από τη μεριά της αστικής τάξης. Για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, από το 1834 μέχρι το 1958, το ελληνικό σχολείο είναι βασικά προσανατολισμένο προς τη γενική - εγκυκλοπαιδική μόρφωση, για λόγους που υπαγορεύτηκαν κύρια από την αργή, βασανιστική ανάπτυξη του καπιταλισμού και από πς επιλογές του αστοτσιφλϊκάδικου συνασπισμού. Στα μεταπολεμικά χρόνια και ιδιαίτερα στα τέλη της δεκαετίας του 50, όπου συντελείται για δυο περίπου δεκαετίες μια σχετικά γοργή ανάπτυξη του καπιταλισμού, ενισχύεται και το στοιχείο της επαγγελματικής εκπαίδευσης (σχετικός νόμος ψηφίστηκε το 1958), για να καλυφτούν οι ανάγκες σε ειδικευμένους εργάτες, χωρίς όμως να αρθεί και ο βασικός προσανατολισμός προς τη γενική - εγκυκλοπαιδική μόρφωση. Μια μόρφωση, που έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα το νεκρό γράμμα και όχι το πνεύμα των λεγόμενων ανθρωπιστικών σπουδών.
Ο αστοτσιφλικάδικος συνασπισμός αγωνίστηκε, ακόμη και την περίοδο που το πάνω χέρι το είχε η αστική τάξη, και πέτυχε να διατηρήσει για έναν αιώνα το σχολείο ολιγαρχικό, δηλαδή σχολείο μόνο για τα παιδιά των κυρίαρχων τάξεων. Μόλις το 1929 θεσμοθετήθηκε το εξάχρονο δημοτικό σχολείο, υποχρεωτικό για όλους τους Ελληνες.
Γ ια μια σειρά ιστορικούς λόγους διαμορφώθηκε στην εργαζόμενη ελληνική κοινωνία η τάση για μόρφωση στο γυμνάσιο και στο πανεπιστήμιο, με στόχο την επαγγελματική αποκατάσταση. Τάση που με την πάροδο του χρόνου φούντωσε και αποτέλεσε μόνιμο πρόβλημα για το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου, παρά το γεγονός όπ έλεγχε και ελέγχει ασφυχπκά το ελληνικό σχολείο. Η αγωνία της αστικής τάξης για την κοινωνική συμπεριφορά της μορφωμένης εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας ήταν πάντα τόσο μεγάλη, που ο Ε. Βενιζέλος έφτασε να τη χαρακτηρίσα το 1929, μέσα στη Βουλή, «στρατό της κοινωνικής ανατροπής»!!
Η μόνιμη και διαρκώς αυξανόμενη πίεση από την εργαζόμενη ελληνική κοινωνία για μόρφωση (μέσω της οποίας επιδίωκε να ξεφύγει από τη μίζερη και κουραστική χειρωνακτική δουλειά) ανάγκασε την αστική τάξη να κάνει σημαντικές παραχω- ρήσεις. Παραχωρήσεις που έδωσαν τη δυνατότητα σε ένα ιδιαίτερα σημαντικό κομμάπ της νεολαίας, που ξεπερνά σήμερα πς 300.000 νέους και νέες, να φοιτά στο Λύκειο όλων των τύπων, και δημιούργησαν τους όρους που μετέτρεψαν σε υπερώριμο το αίτημα για επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και στο Λύκειο (καθώς επίσης και στο Νηπιαγωγείο, σαν αρχικό εκπαιδευτικό στάδιο). Στα πλαίσια της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού, η αστική τάξη επιχειρεί, με την επιβολή πρόσθετων ταξικών φραγμών, να φρενάρει την ισχυρή τάση της εργαζόμενης κοινωνίας για λυκειακή και πανεπιστημιακή μόρφωση. Τάση που θα δυναμώσει κι άλλο, γιατί θα επιταχυνθεί η διαδικασία προλεταριοποίησης της φτωχομεσαίας αγροτιάς, που θα διευρύνει τον εφεδρικό στρατό των ανέργων.
Ο ασφυχπκός ιδεολογικός έλεγχος του ελληνικού σχολείου από τη μεριά της αστικής τάξης είναι δεδομένος και αδιαπραγμάτευτος γι' αυτήν. Αυτός ο έλεγχος επιβάλλεται από την αστική τάξη και γιατί στρατηγική της επιδίωξη είναι να κερδίσει ιδεολογκοπολιτικά το «στρατό της κοινωνικής ανατροπής» και να τον μετατρέψει σε σύμμαχό της, αφού δεν μπορεί να τον συρρικνώσει. Το σχολείο, με τα αναλυτικά προγράμματα και τον τρόπο διδασκαλίας αναπαράγει και οξύνει ακόμη περισσότερο την ανταγωνιστική αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά. Με την επαγγελματική εκπαίδευση, που πλασάρεται σαν πανάκεια που τάχα ικανοποιεί τους νεολαιίστικους πόθους για πανεπιστημιακού επιπέδου μόρφωση, αναπαράγεται η αντίθεση πνευματικής - σωματικής δουλειάς και ανατίθεται ισοβίως στον εργαζόμενο ο άχαρος ρόλος του μερικού εργαλείου, για όσο χρονικό διάστημα δεν βρίσκεται στην εφεδρική στρατιά των ανέργων.
Ολες οι ««αξιολογικές κρίσεις» (εξετάσεις κ.λπ.) επιβλήθηκαν και στο ελληνικό σχολείο για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του ιεραρχικού καπιταλιστικού καταμερισμού της εργασίας. Οι κρίσεις αυτές όχι μόνο δεν συμβάλλουν στη «μαθησιακή διαδικασία», αλλά σταθερά την υπονομεύουν. Σε συνδυασμό μάλιστα με τον βασικό προσανατολισμό στη γενική - εγκυκλοπαιδική μόρφωση, οδηγούν σε παραπέρα υποβάθμιση της όλης διαδικασίας κατάχτησης της γνώσης. Οι «αξιολογικές κρίσεις» εντείνονται ιδιαίτερα κατά περιόδους, γιατί εκτός των άλλων επιδιώκεται και η συρρίκνωση του «κοινωνικού ανατροπέα», που παίρνει έτσι βίαιο τρόπο, όσο κι αν δεν χρησιμοποιούνται μορφές ανοιχτής βίας.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
3. Γενική εκτίμηση του ελληνικού καπιταλισμού και ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας
(64) Η Ελλάδα είναι χώρα καπιταλιστική μέσου επιπέδου ανάπτυξης. Οι κεφαλαιοκρατικές παραγωγικές σχέσεις έχουν εξαπλωθεί σ’ όλη την κλίμακα της κοινωνικής παραγωγής και κυκλοφορίας, εξαλείφοντας πς μισοφεουδαρχικές επιβιώσεις, που μέχρι και πς πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίας υπήρχαν στην αγροτική παραγωγή.
Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης αναφέρεται στο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και των κεφαλαιοκρατικών παραγωγικών σχέσεων, που διαχωρίζει χώρες σαν την Ελλάδα και από πς χώρες του αναπτυγμένου μονοπωλιακού καπιταλισμού και από τις αναπτυσσόμενες χώρες του λεγάμενου «τρίτου κόσμου» και πς κατατάσσει σε μια ιδιαίτερη, ενδιάμεση βαθμίδα. Το μέσο επίπεδο α- νάπτυξηςτου ελληνικού καπιταλισμού προσδιορίζεται από τα εξής χαρακτηριστικά:
Πρώτο, από την ολοκληρωτική εξάρτηση όλης της καπιταλιστικής οικονομίας και ιδιαίτερα της βιομηχανίας, που αποτελεί τον πιο δυναμικό της κλάδο, από το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο, που αποφασίζει κυριαρχικά για τους παραγωγικούς προσανατολισμούς του ελληνικού καπιταλισμού.
Δεύτερο, από το στρεβλό και μονόπλευρο προσανατολισμό της βιομηχανικής παραγωγής και την απουσία βασικά παραγωγής σύγχρονων μέσων παραγωγής.
Τρίτο, από τον κατακερμαπσμό της βιομηχανικής παραγωγής και τη διατήρηση ενός μεγάλου τομέα μικρών και μεσαίων βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων.
Τέταρτο, από τη χαμηλή παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας, αποτέλεσμα της χαμηλής οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου και του μικρού βαθμού παραγωγικής αξιοποίησης των σύγχρονων επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνικής.
Πέμπτο, από το χαμηλό βαθμό συγκέντρωσης της γης και του κεφάλαιου στην αγροτική οικονομία, τη διατήρηση σαν βασικού τύπου αγροτικής επιχείρησης της οικογενειακής εκμετάλλευσης και την εξ αυτών ιδιαίτερα χαμηλή παραγωγικότητα της αγροτικής οικονομίας.
Εκτο, από την υπερβολική, σε σχέση με το συνολικό επίπεδο ανάπτυξης, διόγκωση του τομέα του εμπορίου και των «υπηρεσιών».
Εβδομο, από τη μόνιμη ελλειμματικότητα του εμπορικού ισοζύγιου και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από το εξωτερικό και σε συνεχή διεύρυνση του εξωτερικού χρέους.
(65) Μη μπορώντας να ξεπεράσει το μέσο επίπεδο ανάπτυξης, ο ελληνικός καπιταλισμός δεν έφτασε στο μονοπωλιακό στάδιο ούτε διαμορφώθηκε στην Ελλάδα κρατικός μονοπωλιακός καπιταλισμός (ΚΜΚ). Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός προϋποθέτει μια τόσο ψηλή βαθμίδα συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης της παραγωγής και τρυ κεφάλαου, από την οποία ξεπηδά το μονοπώλιο, βαθμίδα στην οποία ουδέποτε έφτασε ο ελληνικός καπιταλισμός, ο οποίος, παρόλη τη σχεπκή ανάπτυξή του, παρέμενε στο μέσο επίπεδο, εξατίας των ιδιαίτερων συνθηκών γέννησης κα ανάπτυξής του, που τον έφεραν από την αρχή σε σχέσεις εξάρτησης από το ξένο κεφάλαιο και προσέδωσαν έναν εξαιρετικά αργό ρυθμό στη συγκέντρωση κα συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου. Ο ΚΜΚ δεν είνα ένα παραπέρα στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, αλλά ένα εποικοδόμημα πάνω στη βάση του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στα πλαίσια του οποίου το κράτος υποτάσσεται στα μονοπώλια. Επειδή λοιπόν ο ελληνικός καπιταλισμός δεν έφτασε στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης, δεν αναπτύχθηκε κα το εποικοδόμημα του κρατικού μονοπωλιακού καπιταλισμού. Είνα άλλο ζήτημα η υποταγή του κρατικού μηχανισμού σπς απατήσεις της ντόπιας αστικής τάξης κα των μονοπωλιστών πατρώνων της, υποταγή που πάντως παίρνει υπόψη κα πς α- νπθέσεις που αναπτύσσοντα ανάμεσα στη ντόπια ασπκή τάξη κα το ξένο κεφά- λαο.
(66) Η ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού πραγματοποιήθηκε με τη ληστρική αποστράγγιση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, με την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, με την καταστροφή και την προλεταριοποίηση σημαντικού τμήματος της αγροτιάς, που πήρε το δρόμο της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, με την εκτόπιση της οικονομικής σημασίας των μικρών παραγωγών κα όλων των άλλων (πέραν του αγροτικού) κλάδων.
Η εργατική τάξη της Ελλάδας εξαναγκάζετα να δουλεύει κάτω από πς πιο ά
44 ; ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993"1
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
θλιες συνθήκες και σε ό,τι αφορά το χρόνο εργασίας κα σε ό,τχ αφορά την εντατικοποίηση της δουλειάς κα σε ό,τι αφορά την υγιεινή κα ασφάλεια της εργασίας. Ο δείκτης εργατικών ατυχημάτων εξακολουθεί να είνα ιδιαίτερα ψηλός, σε σχέση με πς χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, σαν αποτέλεσμα της χρήσης των πιο απαρχαιωμένων παραγωγικών μεθόδων κα τεχνικών μέσων, της ψηλής εντατικότητας της εργασίας κα της πλήρους αδιαφορίας του κεφάλαιου να πάρει ακόμη κα τα πιο στοιχειώδη μέτρα ασφάλειας των εργατών. Οι επαγγελματικές αρρώστιες κάνουν θραύση, σαν αποτέλεσμα της ανεξέλεγκτης χρήσης το- ξικών κα άλλων βλαπτικών παραγόντων κα της ολοκληρωτικής απουσίας ακόμη κα του πιο στοιχειώδους μηχανισμού στατιστικής καταγραφής των επαγγελματικών ασθενειών. Το επίπεδο υγειονομικής περίθαλψης, παρά τις βελτιώσεις που έγιναν, εξακολουθεί να παραμένει άθλιο κα απέχει πολύ από τα αντίστοιχα επίπεδα των χωρών του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Η πρόληψη, σαν στοιχείο της προστασίας της υγείας των εργαζόμενων, απουσιάζει από το σύστημα υγείας.Παρά αυτή την άγρια υπερεκμετάλλευση, η τιμή της εργατικής δύναμης στην Ελλάδα είνα η χαμηλότερη ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΟΚ. Οι εργαζόμενοι αναγκάζονται να δουλεύουν κα σε δεύτερη δουλειά για να εξασφαλίσουν τη συντήρησή τους. Το επίπεδο της κανωνικής ασφάλισης είνα άθλιο κα έχει μπει σε μια τροχιά ακόμη μεγαλύτερης εξαθλίωσής του. Η μεγάλη πλειοψηφία των συνταξιούχων λιμοκτονεί. *
Η εργαζόμενη γυναίκα δεν έχει τη στοιχειώδη προστασία. Η νεολαία σπρώχνεται στη φυτοζώηση κα στο μαρασμό. Στερείτα όχι μόνο του δικαιώματος στη δουλειά, αλλά κα του δικαώματος στη μόρφωση, στον πολιτισμό, στη ζωή. Η ύ- παθρος είνα καταδικασμένη σε μια μόνιμη υλική κα πολιτιστική υποκατανάλωση.Η νεολαία αναγκάζετα να εγκαταλείψει το χωριό κα ο αγροτικός πληθυσμός γη- ράσκει.
Η δραματική αυτή κατάσταση προοιωνίζετα ακόμη πιο δραματική. Προσπαθώντας, σπς συνθήκες της όξυνσης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, να εξασφαλίσει την ομαλή αναπαραγωγή του συστήματός της κα την κερδοφορία του κεφάλαου, η ελληνική αστική τάξη ξεκίνησε μια εκτεταμένη επιχείρηση συντηρητικής ανασυγκρότησης του συστήματος, που υλο- ποιείτα σε συνθήκες καταστροφής παραδοσιακών παραγωγικών κλάδων κα περιορισμένων παραγωγικών αναδιαρθρώσεων, με το πούλημα μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων στο ιδιωτικό κεφάλαο, με μεγάλη μείωση της απασχόλησης κα αύξηση της ανεργίας, με σκληρή αντιλαϊκή «δημοσιονομική πειθαρχία», με ξεκλήρι- σμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς, ώστε να υλοποιηθούν α απατήσεις της ΕΟΚ, με σάρωμα ακόμη κα εκείνων των μεταρρυθμίσεων που με πολύχρονους αγώνες κατάχτησε το προλεταριάτο κα ο λαός της Ελλάδας κα για πολλά χρόνια απο- τέλεσαν ένα είδος «κοινωνικού συμβόλαιου», αποτρέποντας την επαναστατική έκρηξη.
Παράλληλα, η προώθηση της συντηρητικής ανασυγκρότησης φέρνει μια φασι- στικοποίηση της δημόαας ζωής, ντυμένη με εθνικιστικά χρώματα. Η συνθήκη του Μάαστριχτ και το ψευτοόραμα της «οικονομικής σύγκλισης» χρησιμοποιούντα από την αστική τάξη για να επιταχυνθεί η συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού κα να επιμηκυνθεί ο ορίζοντάς της.
(67) Η πορεία της καπιταλιστικής ανάπτυξης όξυνε όλες τις αντιθέσεις της ελληνικής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Οξυνε κατ' αρχήν τη βασική αντίθεση του κεφαλαοκρατικού συστήματος, την αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής κα στην ατομική ιδιοποίηση του προϊόντος της. Οξύνθηκε η αντίθεση ανάμεσα στην εργατική κα την ασπκή τάξη, όξυνση που εκφράστηκε με την ανεξάρτητη ταξική οργάνωση του προλεταριάτου κα την ανάπτυξη του διεκ- δικητικού του κινήματος, που δυο φορές στον αώνα μας εξελίχτηκε σε ένοπλη πάλη της εργατικής τάξης για την κατάληψη της εξουσίας. Η πάλη της ενιαίας αγροτιάς ενάντια στον αστοτσιφλικάδικο συνασπισμό, πάλη που πήρε αρκετές φορές τη μορφή αγροτικών εξεγέρσεων, οδήγησε στην εξάλειψη των φεουδαρχικών υπολειμμάτων, στην ανάπτυξη του καπιταλισμού στην αγροτική οικονομία και στη διάσπαση της αγροτιάς, που αντιπαραθέτει τη μεγάλη μάζα των μικρών κα μεσαίων παραγωγών συνολικά απέναντι στην αστική τάξη (κα την αγροτική αστική τάξη). Η εργατοαγροτική συμμαχία, στην ανώτερή της μορφή, στην πάλη για την κατάχτηση της εξουσίας, αναπτύχθηκε κα στην επανάσταση του 1940-45 κα σ' αυτή του 1946-49. Οξύνθηκε ταυτόχρονα η αντίθεση ανάμεσα στο σύνολο των εργαζόμενων τάξεων κα στρωμάτων κα στους ιμπεριαλιστές πάτρωνες. Το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, όχι με την έννοια της κατάχτησης της κρατικής αυτοτέλειας, αλλά με την ένναα της αποτίναξης της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, τροφοδότησε τους εργατικούς κα λαϊκούς αγώνες, πριν κα μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 45
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
(68) Η εξάλειψη των φεουδαρχικών υπολειμμάτων και η ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού επέφεραν αλλαγές και στην ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας. Αυξήθηκε σημαντικά η εργατική τάξη και μειώθηκε ο αγροτικός πληθυσμός. Διασπάστηκε η αγροπά και σχηματίστηκε από τη μια η ασπκή τάξη του χωριού και από την άλλη ένα ευρύ στρώμα φτωχών και μεσαίων αγροτών, μαζί με ένα ολιγάριθμο στρώμα αγροτικού προλεταριάτου. Διαφοροποιήθηκαν ακόμη περισσότερο τα μεσαία στρώματα της πόλης. Δημιουργήθηκαν νέα μισθωτά μικροαστικά στρώματα (βασικά εργαζόμενη διανόηση).
(69) Η εργατική τάξη είναι πια η πολυπληθέστερη τάξη της ελληνικής κοινωνίας. Στην εργατική τάξη περιλαμβάνονται οι μισθωτοί όλων των κλάδων της κοινωνικής παραγωγής και της κυκλοφορίας (δηλαδή σε όλο το εύρος της κύκλησης του κεφάλαιου), καθώς και οι μισθωτοί των μη παραγωγικών για το κεφάλαιο κλάδων (κρατικός τομέας υπηρεσιών), οι οποίοι δεν κατέχουν μέσα παραγωγής, ασκούν αποκλειστικά εκτελεστική εργασία και ανταλλάσσουν την εργατική τους δύναμη με μέσα συντήρησης. Με βάση την κρατική απογραφή του 1981 και κατά προσέγγιση υπολογισμούς, η εργατική τάξη της χώρας ξεπερνά το 42% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (ΟΕΠ) της χώρας, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι ξένοι εργάτες, α οποίοι ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους ανήκουν στην εργατική τάξη της χώρας. Η εργατική τάξη είναι η βασική παραγωγική δύναμη της κοινωνίας. Το μεγαλύτερο τμήμα της εργατικής τάξης της Ελλάδας είναι το εργοστασιακό προλεταριάτο (περίπου το 1/3 της τάξης) και αν σ' αυτό προσθέσουμε το οικοδομικό προλεταριάτο φτάνουμε στην απόλυτη πλειοψηφία της τάξης (50%). Το υπόλοιπο ποσοστό είναι το προλεταριάτο που απασχολείται σπς άλλες σφαίρες της υλικής και μη υλικής παραγωγής και της κυκλοφορίας.
Κοντά στην εργατική τάξη βρίσκονται τα μισθωτά μικροαστικά στρώματα, που έχουν πληθύνει στη χώρα σαν αποτέλεσμα της μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης. Στα στρώματα αυτά κατατάσσονται μισθωτοί που δεν κατέχουν μέσα παραγωγής, δεν ασκούν ούτε καθαρά εκτελεστική ούτε καθαρά διευθυνπκή εργασία, ενώ η αμοιβή τους, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι καλύτερη απ’ αυτή των εργατών, γενικά δεν ξεπερνά τα όρια των αναγκαίων μέσων συντήρησης. Ο διαχωρισμός αυτών των στρωμάτων από την εργατική τάξη είναι απαραίτητος, γιατί η θέση τους στο προτσές της παραγωγής, η εκτέλεση και διευθυντικής εργασίας, που τα φέρνει σε ανππαράθεση με την εργατική τάξη, λόγω του ανταγωνιστικού χαρακτήρα της αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, οι δυνατότητες εξέλιξής τους προς ανώτερα διευθυντικά πόστα, η θέση τους μέσα στο κοινωνικό σύστημα του καπιταλισμού και μια σειρά άλλοι παράγοντες, τους δημιουργεί μια διαφορετικού τύπου συνείδηση, μικροαστικού χαρακτήρα. Τα στρώματα αυτά όμως αποτελούν σταθερό σύμμαχο του προλεταριάτου στην επερχόμενη επανάσταση.
Αν στην εργατική τάξη προσθέσουμε, τους ξένους εργάτες και τα μισθωτά μικροαστικά στρώματα, το ποσοστό εργατών - μισθωτών εργαζόμενων στο σύνολο του ΟΕΠ ξεπερνά το 53%.
(70) Παρά τη σημαντική μείωση του αγροτικού πληθυσμού τα μεταπολεμικά χρόνια, ο αγροτικός πληθυσμός αποτελεί (με βάση την απογραφή του 1981) το 26% του ΟΕΠ (δεν περιλαμβάνεται το ολιγάριθμο αγροπκό προλεταριάτο). Η διάσπαση της αγροπάς έχει συντελεστεί και εξακολουθεί να συντελείται. Η συντριπτική πλειοψηφία του αγροτικού πληθυσμού αποτελείται από φτωχούς και μεσαίους αγρότες, που αποτελούν το αγροτικό μισοπρολεταριάτο. Οι ακριβείς αναλογίες ανάμεσα στα τρία βασικά στρώματα της αγροπάς είναι ιδιαίτερα δύσκολο να καθοριστούν.
(71) Από τα πολυάριθμα μεσαία στρώματα της πόλης ένα τμήμα (που δεν μπο- ρει να προσδιοριστεί με ακρίβεια), αυτό που στηρίζεται βασικά στη δική του εργασία και όχι στην εκμετάλλευση μισθωτής εργασίας, βρίσκεται στην κατάσταση του μισοπρολεταριάτου.
4. Ο χαρακτήρας της επερχόμενης Επανάστασης
(72) Παρά το μέσο επίπεδο ανάπτυξής του, ο ελληνικός καπιταλισμός είναι καπιταλισμός που σαπίζει. Σπς συνθήκες της κρίσης γίνεται ολοένα και πιο παρασι- πκός, με την καταστροφή ολόκληρων βιομηχανικών κλάδων, την υποαπασχόληση των επιχειρήσεων και τη χρόνια μαζική ανεργία. Η όποια ανάπτυξή του στο μέλλον, αν υπάρξει αυτό το μέλλον, θα εξακολουθήσει να είναι στρεβλή και μονόπλευρη, υποταγμένη σπς απαιτήσεις των ξένων μονοπωλιακών μεγαθηρίων και θα στηρίζεται σε εκτεταμένη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και κυρίως
40 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7 Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
της βασικότερης παραγωγικής δύναμης, του ανθρώπου. Ηδη οδηγεί στην ανεργία τεράστιες μάζες εργαζόμενων, ιδιαίτερα νέων. Διαγράφει νέο κύμα καταστροφής και ξεκληρίσματος σημαντικών τμημάτων της φτωχομεσαίας αγροτιάς.Πετσοκόβει κοινωνικά δικαιώματα και καταχτήσεις. Αφαιρεί τα πιο στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα και δημιουργεί ένα απάνθρωπο κοινωνικό καθεστώς.
Ο ελληνικός λαός δεν μπορεί να ελπίζει σε τίποτα όσο στη χώρα θα επικρατεί ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής, όσο στην εξουσία θα βρίσκεται η αστική τάξη. Διέξοδος προς όφελος του εργαζόμενου λαού μπορεί να υπάρξει μόνο με την κατάργηση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής, που θα οδηγήσει στην κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και θ' ανοίξει το δρόμο για μια πρωτοφανή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, για μια πρωτοφανή άνοδο του βιοτικού επιπέδου της εργαζόμενης κοινωνίας, για να γίνει η γνώση κτήμα όλης της κοινωνίας, για ένα νέο παλλαϊκό πολιπσμό. Η κατάργηση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής δεν μπορεί να γίνει μέσα από μια εξελικτική πορεία συνεχών μεταρρυθμίσεων. Θα είναι αναγκαστικά μια επαναστατική διαδικασία, πρώτη φάση της οποίας θα είναι η κατάληψη της εξουσίας από εκείνες πς κοινωνικές δυνάμεις που έχουν όφελος και επιδιώκουν την κοινωνική αλλαγή, δηλαδή από τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.
(73) Από το βαθμό ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, από το χαρακτήρα των παραγωγικών σχέσεων και από την ταξική διάρθρωση πηγάζουν οι αντιθέσεις της ελληνικής κοινωνίας και υπαγορεύεται ο τρόπος λύσης τους. Η αντίθεση που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία είναι η αντίθεση ανάμεσα στην ξένη και ντόπια κεφαλαιοκρατία, από τη μια, και στην εργατική τάξη, τη φτωχομεσαία α- γροπά, τους μισθωτούς εργαζόμενους μικροαστούς και το μισοπρολεταριάτο των πόλεων, από την άλλη. Ετσι, απέναντι στην κεφαλαιοκρατία αντιπαρατίθεται η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας, πάνω από το 80%.
Η ελληνική κεφαλαιοκρατία έχει προ πολλού κλείσει τον ιστορικό της κύκλο. Ακόμη και στο ζήτημα της εξάρτησης βρίσκεται σε αντίθεση με το προλεταριάτο και τους συμμάχους του, γιατί αυτή έχει δέσει την ίδια την ύπαρξη και αναπαραγωγή της με την ιμπεριαλιστική εξάρτηση σ' όλες της πς μορφές. Από την άποψη αυτή, στην Ελλάδα δεν υπάρχει εθνική αστική τάξη. Για ν' απαλλαγεί η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού από τη φτώχεια, την εξαθλίωση, τον πνευματικό μαρασμό και την υποδούλωση, για V ανοίξει ο δρόμος στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, για να γίνει ο λαός αφέντης στον τόπο του και στο προϊόν της δουλειάς του, για ν’ ανοίξει ο δρόμος στη μόρφωση του λαού και στην κατάχτηση ενός ανώτερου πολιπσμού, πρέπει να εξαφανιστεί το σύστημα του καπιταλισμού και της εξάρτησης, πρέπει να ανατραπεί από την εξουσία η ξενόδουλη ασπκή τάξη-
(74) Η επερχόμενη επανάσταση στην Ελλάδα θα είναι λάϊκοδημοκραπκή - σοσιαλιστική.
Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης καθορίζεται από το γεγονός όπ η Ελλάδα είναι κεφαλαιοκρατική χώρα, όπου τα μισοφεουδαρχικά υπολλείμμα- τα έχουν εξαφανιστεί και οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής έχουν εγκαθι- δρυθεί σ' όλη την κλίμακα της οικονομίας. Ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός αποτελεί ώριμο αίτημα της οικονομίας και της κοινωνίας, γιατί ο ελληνικός καπιταλισμός παρά το μέσο επίπεδο ανάπτυξής του, είναι καπιταλισμός που σαπίζει.
Ο λαϊκοδημοκρατικός χαρακτήρας της επανάστασης καθορίζεται από την ύπαρξη πλατιών μισοπρολεταριακών στρωμάτων, βασικά της φτωχής και μεσαίας αγροπάς, από την εκτεταμένη ύπαρξη μικρόίδιοκτησίας (κατοικία, γη, κρατικά ομόλογα), καθώς και από τη μεγάλη κατάτμηση της βιομηχανίας, του εμπόριου, των υτηρεσιών, που είναι αποτελέσματα του μέσου επίπεδου ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Αν το προλεταριάτο δεν συμμαχήσει με τη φτωχή και μεσαία αγροπά, που αποτελεί την πλειοψηφία του αγροτικού πληθυσμού, είναι δύσκολο να νικήσει στην επανάστασή του. Κι αν όμως νικήσει και καταφέρει να καταχτήσει την εξουσία, δεν θα μπορέσει να προχωρήσει το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, γιατί το ένα σκέλος της εθνικής οικονομίας, η αγροτική οικονομία θα βρίσκεται σε μόνιμη αντίθεση με τη σοσιαλιστική εξουσία, με αποτέλεσμα να διευρύνεται η κοινωνική βάση της αντεπανάστασης, να υπονομεύεται η όλη πορεία του σοσιαλιστικού μετασχημαπσμού και να μπαίνει σε κίνδυνο η ίδια η ύπαρξη του σοσιαλιστικού συστήματος. Αν το προλεταριάτο δεν συμμαχήσει με τα μισοπρο- λεταριακά στρώματα της πόλης και προχωρήσει στην απαλλοτρίωσή τους, θα αντιμετωπίσει τεράστια προβλήματα στην οργάνωση του μηχανισμού διανομής, καθώς και στην οργάνωση τομέων της υλικής παραγωγής και των υπηρεσιών. Ακόμη, η εθνικοποίηση της γης κα της κατοικίας, πρέπει να πάρει υπόψη της τη μι- κρόίδιοκτησία, που βρίσκετα στα χέρια προλετάριων και μισοπρολετάριων του χωριού κα της πόλης.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Από την άλλη, ο μεγάλος κατακερμαπσμός πις βιομηχανίας, του εμπόριου, των υπηρεσιών θέτει ιδιαίτερες δυσκολίες στο δρόμο της ανοικοδόμησης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής και στο πέρασμα όλων αυτών των τομέων στο σύστημα μιας ενιαίας παγκρατικής οικονομίας. Θα απαιτηθεί λοιπόν μια μεταβατική περίοδος, στη διάρκεια της οποίας θα εφαρμοστεί μια «ελληνική ΝΕΠ» (Νέα Οικονομική Πολιτική), στη διάρκεια της οποίας η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της θα αφήσουν έναν τομέα οικονομικής δραστηριότητας στο ιδιωτικό κεφάλαιο (μικρές επιχειρήσεις βασικά), ώστε αναδιοργανώνοντας τη μεγάλη σοσιαλιστική βιομηχανία, το μεγάλο κρατικό και σοσιαλιστικό εμπόριο και την παροχή υπηρεσιών από το κράτος, να μπορούν στη συνέχεια να περάσουν στην τελική επίθεση, για την εξάλειψη των αστικών στοιχείων.
Η νίκη της λαϊκοδημοκραπκής-σοσιαλισπκής επανάστασης, περνώντας την εξουσία στα χέρια του προλεταριάτου και των συμμάχων του, θα δώσει το έναυ- σμα για την έναρξη του σοσιαλιστικού μετασχημαπσμού της οικονομίας σ' όλες τις σφαίρες της υλικής κα μη υλικής παραγωγής κα της κυκλοφορίας. Ανάμεσα στον καπιταλισμό κα στο σοσιαλισμό στην Ελλάδα δεν υπάρχει ενδιάμεση βαθμίδα. Υπάρχει μόνο η μεταβατική περίοδος του περάσματος από το ένα κανωνικο- οικονομικό σύστημα στο άλλο, που αρχίζει με τη νίκη της λάϊκοδημοκρατικής- σοσιαλισπκής επανάστασης.
(75) Στρατηγικό καθήκον του Κόμματος της Εργατικής Τάξης είνα να καταχτήσει την πλειοψηφία των μελών της τάξης του, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών εργατριών, της εργατικής νεολαίας κα των ξένων εργατών, και να εξασφαλίσει την ηγεμονία του προλεταριάτου πάνω στα πλαπά στρώματα των εργαζόμενων μικροαστών, πρωταρχικά της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς, την οποία πρέπει να τραβήξει από την επιρροή της αστικής τάξης του χωριού, ώστε να συγκροτηθεί η επαναστατική λάίκοδημοκραπκή συμμαχία.
Η στρατηγική του Κόμματος της Εργατικής Τάξης κατευθύνει τα βέλη της ενάντια στην acmwi πολιτική όλων των αποχρώσεων κα σπς εργατοσυνδικαλιστικές κα αγροτοσυνεταιριστικές εκβολές της. Αποβλέπει στο ξεσκέπασμα της αστικής πολιτικής στα μάπα της εργατικής τάξης, της φτωχομεσαίας αγροπάς, των εργαζόμενων μισθωτών, των νέων, των γυναικών, ώστε να αποτραβηχτούν αυτά τα πλαπά λαϊκά στρώματα από την επιρροή των αστικών κομμάτων κα να απογυμνωθούν έτα τα πολιτικά στηρίγματα της κεφαλαοκρατίας.
(76) Στον καθορισμό της ταχτικής του, που πάντα πρέπει να υπηρετεί τη στρατηγική, το Κόμμα της Εργατικής Τάξης μελετά τη συγκεκριμένη εσωτερική κα εξωτερική κατάσταση, το συσχεπσμό των ταξικών δυνάμεων, το βαθμό της σταθερότητας κα της δύναμης του αστικού καθεστώτος, το βαθμό της προετοιμασίας του προλεταριάτου, τη θέση των συμμάχων του κα ανάλογα καθορίζει τα συνθήματα κα πς μορφές της πάλης του, ξεκινώντας από την ανάγκη της κινητοποίη-
48 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993ι..::::-·.
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
σης και οργάνωσης όσο το δυνατόν πλατύτερων μαζών σε όσο το δυνατόν ανώτερο επίπεδο πάλης.
Σε συνθήκες που δεν υπάρχει επαναστατική κατάσταση, αναπόσπαστο στοιχείο της ταχτικής του Κόμματος πρέπει να αποτελούν οι μερικές διεκδικήσεις. Με τη σωστή επεξεργασία και προβολή μερικών διεκδικήσεων, που θα προστατεύουν την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους μισθωτούς από το φυσικό και ηθικό εκφυλισμό, μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, μερικών διεκδικήσεων που δεν θα υπονομεύουν το στρατηγικό στόχο και δεν θα οδηγούν σε ρεφορμιστικές αυταπάτες, αλλά θα απορρέουν από τις επαναστατικές διεκδικήσεις του προγράμματος του Κόμματος, το Κόμμα θα διευρύνει την επιρροή του, θα αναπτύσσει το στρατηγικό του σχέδιο και θα οργανώνει τις στρατιές του προλεταριάτου και των συμμάχων του.
Σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, το Κόμμα πρέπει να είναι έτοιμο για την αλλαγή της ταχτικής του, ώστε ρίχνοντας σειρά μεταβατικών συνθημάτων και υποτάσσοντας όλες τις μερικές διεκδικήσεις στον επαναστατικό σκοπό της κατάχτησης της εξουσίας και της ανατροπής της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, πρέπει να κινητοποιεί όσο το δυνατόν πλατύτερες μάζες στην τελική έφοδο.
(77) Η ανάπτυξη της λαϊκοδημοκρατικής-σοσιαλισπκής επανάστασης θα είναι μια μακρόχρονη διαδικασία, στη διάρκεια της οποίας το Κόμμα της Εργατικής Τάξης θα συσπειρώνει την τάξη και τους συμμάχους της και θα αναπτύσσει τον αγώνα τους με όλες τις κοινοβουλευτικές και εξωκοινοβουλευτικές μέθοδες, με τις δεύτερες να κυριαρχούν πάνω στις πρώτες.
Ωστόσο, η νίκη της λαϊκοδημοκρατικής-σοσιαλιστικής επανάστασης δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ένοπλη εξέγερση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Η κρατική συγκρότηση της αστικής τάξης, η στήριξή της σ’ ένα πολύ διογκωμένο κατασταλτικό μηχανισμό, η στήριξη της εξουσίας της από τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα, κάνουν αδύνατη κάθε προσπάθεια για κατάχτηση της εξουσίας μέσω της κατάχτησης της πλειοψηφίας στο κοινοβούλιο.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993 ί 49
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
III. Η ΛΑΙΚΗ-ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
1. Ο χαρακτήρας της Λαϊκής-Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας
(78) Η Λαική-Σοσιαλισπκή Δημοκρατία (ΛΣΔ) είναι ο νεοελληνικός δρόμος προς τον κομμουνισμό. Με το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια της επαναστατικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τη φτωχομεσαία αγροτιά και το μισοπρο- λεταριάτο της πόλης, κάτω από την καθοδήγηση του προλεταριάτου, με τη στήριξη στη δημιουργική δουλειά όλων των εργαζόμενων τάξεων και στρωμάτων και το βάθεμα του κινήματος σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών, με την αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, με τη χρησιμοποίηση των επιτευγμάτων της νεότερης επιστήμης και τεχνικής, με τη διεθνιστική βοήθεια του παγκόσμιου προλεταριάτου, θα οικοδομηθούν οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής σ' όλη την κλίμακα της οικονομίας, θα αναπτυχθούν με πρωτόφαντους ρυθμούς οι παραγωγικές δυνάμεις, στη βάση μιας ισόμετρης και αναλογικής ανάπτυξης όλης της κλίμακας της λαϊκής οικονομίας, θα εξασφαλιστεί — στη διάρκεια μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου — η παλλαϊκή καταγραφή και ο έλεγχος της παραγωγής και της κατανομής, θα διαπλαστεί στη βάση του σοσιαλιστικού συστήματος ο νέος άνθρωπος, ο άνθρωπος της κομμουνιστικής κοινωνίας, και θ' αρχίσει το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, που θα οδηγήσει στην εξαφάνιση των τάξεων και μαζί της στην εξαφάνιση κάθε διαφοράς ανάμεσα στη σωμαπκή και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, στην απονέκρωση του κράτους σαν οργάνου ταξικής δικτατορίας στο εσωτερικό της χώρας και στην εφαρμογή της αρχής: «από τον καθένα ανάλογα με πς ικανότητές του - στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του».
Προϋποθέσεις για την υλοποίηση του προγράμματος της ΛΣΔ είναι: Να πάρει η επαναστατική συμμαχία του προλεταριάτου και των συμμάχων του την εξουσία και να οικοδομήσει το δικό της κράτος, συντρίβοντας το κράτος της αστικής τάξης. Να αναπτυχθεί πλατύ κίνημα σοσιαλιστικής άμιλλας και συνειδητής πειθαρχίας στη δουλειά, που αποτελεί την επαναστατική μέθοδο οικοδόμησης της κομμουνιστικής κοινωνίας. Να αξιοποιηθούν οι πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες πις χώρας, να αρχίσει να αναπτύσσεται ισόρροπα και αναλογικά η οικονομία σε όλη της την κλίμακα, βάσει παγκρατικού σχεδίου, που θα στηρίζεται στην αξιοποίηση των πιο σύγχρονων επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνικής.
(79) Επειδή η ΛΣΔ θα λύσει το πρόβλημα της εξουσίας και θα στηριχτεί από την πρώτη στιγμή σ' έναν εκτεταμένο σοσιαλιστικό τομέα, δεν θα απαιτηθεί δεύτερη επανάσταση για το πέρασμα στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που αποτελεί την κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού. Το Κόμμα της Εργατικής Τάξης, καθοδηγηπκή δύναμη στη νίκη της επανάστασης και στην οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, έχει σαν καθήκον του να εξασφαλίσει πς προϋποθέσεις του περάσματος στον κομμουνισμό, οδηγώντας πς επαναστατικές τάξεις, πρώτα στη συντριβή των εκμεταλλευτών και ύστερα στην πλέρια οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, στην εξάλειψη των εκμεταλλευτριών τάξεων και στη νέου τύπου ταξική πάλη για τη λύση των αντιθέσεων ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ανάμεσα στην πόλη και το χωριό. Από τη σωστή καθοδήγηση του κομμουνιστικού κόμματος, από την ικανότητά του να κινητοποιεί πς μάζες, βάζοντας μπροστά τους για λύση τα προβλήματα που είναι ώριμα, να στηρίζεται στην ταξική πάλη και σπς νέες κινητήριες δυνάμεις, που γεννά η σο-
ΧΜ90ΗΗ9«! § Ί ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
οιαλισπκή οικοδόμηση, και να δίνει έτσι ώθηση στο κίνημα σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών και στην προώθηση της παλλαϊκής καταγραφής και του ελέγχου στην παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων (καταγραφής και ελέγχου, που προωθούνται μόνο στο βαθμό που ξεπερνιούνται οι αστικές επιβιώσεις στην ψυχολογία και τη συμπεριφορά των εργαζόμενων) εξαρτάται η σταθερότητα και η συνεχής πρόοδος της νέας κοινωνίας και η αποτροπή κάθε πισωγυρί- οματος προς τον καπιταλισμό.
(80) Η οικονομία και η κοινωνία της ΛΣΔ θα φέρνει στα πρώτα στάδιά της έντονα τα σημάδια του καπιταλιστικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος από το οποίο θα έχει βγει. Καθυστερήσεις και στρεβλώσεις οικονομικές, λόγω του εξαρτημένου χαρακτήρα και του μέσου επιπέδου ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Επιβίωση για ένα διάστημα, δίπλα στη μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή και κατανομή, ιδιωτικών επιχειρήσεων, που δεν μπορούν να κρατικοποιηθούν συνολικά, λόγω του μέσου επιπέδου ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, και που θα αναπαράγουν τον καπιταλισμό. Καθυστερήσεις στο επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης και ψυχολογίας, επιβιώσεις του ατομικισμού, των ανταγωνιστικών σχέσεων της καπιταλιστικής κοινωνίας, προλήψεις και δοξασίες ριζωμένες μετά από εκατονταετίες αστοτσιφλικάδικης και αστικής κυριαρχίας. Προκαταλήψεις απέναντι στο κράτος και τα όργανα της εξουσίας, λόγω του εχθρικού χαρακτήρα που είχαν απέναντι στο λαό όλοι οι θεσμοί της αστικής κοινωνίας. Ελλειψη συνει- δητότητας απέναντι στη δουλειά, λόγω του εκμεταλλευτικού και καταπιεστικού χαρακτήρα που είχε η δουλειά στον καπιταλισμό. Προσπάθεια βολέματος σε θέσεις του κρατικού μηχανισμού, που για πάρα πολλά χρόνια αποτελεί μορφή κοινωνικής συνείδησης στον ελληνικό καπιταλισμό. Προσήλωση σε καθυστερημένες «αξίες», όπως οι αστικές οικογενειακές σχέσεις, η ανδροκρατία, η θρησκεία, η επιβολή των γονιών πάνω στα παιδιά, η προκατάληψη απένανπ στη νεολαία κ.ά. Μανδαρινισμός και γραφειοκρατία στη δημόσια διοίκηση. Κ,λπ., κ.λπ.
Το ξεπέρασμα όλων αυτών των καθυστερήσεων και επιβιώσεων, που κληρονομούνται από τον καπιταλισμό, δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Ούτε μπορεί να· εξασφαλιστεί αυτόματα με τη δημιουργία των νέων θεσμών κραπ- κής, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Οι νέοι θεσμοί είναι απαραίτητοι, αν όμως αντιμετωπιστούν όχι απλώς σαν αναγκαία, αλλά και σαν ικανή συνθήκη, θα οδηγήσουν σε απόσπασή τους από τις μάζες και στην επιβολή τους πάνω στην κοινωνία, με αποτέλεσμα το πισωγύρισμα στον καπιταλισμό, μέσω της δημιουργίας προνομιούχων στρωμάτων, που θα μετεξελιχτούν σε μια νέα εκμεταλλευπ- κή τάξη. Οι νέοι θεσμοί πρέπει όχι απλά να δημιουργηθούν, αλλά να λειτουργήσουν ουσιαστικά, εξασφαλίζοντας την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, που βαθμιαία, μέσα σε μια μακρόχρονη ιστορική περίοδο, θα οδηγήσει στην απονέκρωση κι αυτών των νέων θεσμών. Θα απαιτηθεί γι* αυτό μια τεράσπα προσπάθεια της κοινωνικής πρωτοπορίας, κάτω από το συνεχή και αμείλικτο έλεγχο της εργαπ- κής τάξης και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων.
Τα προβλήματα που πραχτικά, άμεσα, επιταχτικά θα τεθούν για λύση μπροστά στη ΛΣΔ δεν μπορεί να τα συλλάβει ούτε η πιο πλούσια φαντασία. Το στοιχείο του πειραμαπσμού, στους τομείς της οικονομίας, των κρατικών θεσμών, του συστήματος των μαζικών οργανώσεων, των κοινωνικών ρυθμίσεων, θα συνοδεύει απαραίτητα τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Τα λάθη θα είναι αναπόφευκτα σ' αυτή την κοσμογονική πορεία. Κι αυτό ακόμη το Πρόγραμμα του κόμματος του σοσιαλιστικού προλεταριάτου θα χρειαστεί να τροποποιηθεί σε μια σειρά επιμέρους τομείς, σαν συνέπεια των νέων προβλημάτων που θα βάλλει για λύση η ζωή, σαν συνέπεια ακόμη της παραπέρα ωρίμανσης της κομμουνιστικής σκέψης και της καλύτερης προσέγγισης ζητημάτων, που σήμερα είναι ακόμη θολά, γιατί λείπει η πραχτική πείρα, γιατί τα φύτρα νέων φαινομένων δεν έχουν ακόμη φανεί στη ζωή. Οταν όμως υπάρχει σταθερή ρότα, όταν διατηρείται αδιάσπαστο το καθοδη- γητικό νήμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, υπάρχουν όλα τα εχέγγυα για το ξεπέρασμα των καθυστερήσεων, για τη διόρθωση των λαθών, για τη συνεχή ανέλιξη προς τον κομμουνισμό.
Εχοντας μελετήσει και γενικεύσει θεωρητικά την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην ΕΣΣΔ, η εργατική τάξη της Ελλάδας έχει όλα τα εφόδια να αρχίσει και να τελειώσει το έργο του κομμουνιστικού μετασχηματισμού, σε αρμονική συνεργασία με όλο τον εργαζόμενο λαό της Ελλάδας και σε αρραγή ενότητα με το παγκόσμιο προλεταριάτο.
2. Το κράτος της Λαϊκής-Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας(81) Η πρώτη πράξη της λάικοδημοκρατικής-σοσταλιστικής επανάστασης θα
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης *993 51
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
είναι το τσάκισμα, η καταστροφή του αστικού κράτους. Πάνω στα συντρίμια του οι νικήτριες τάξεις της κοινωνικής επανάστασης θα οικοδομήσουν ένα νέο κράτος, που δεν θα είναι κράτος με την καθαυτό σημασία της λέξης, αλλά κράτος νέου τύπου, που από τη δημιουργία του θα έχει μπει στη διαδικασία της απονέ- κρωσής του. Καθήκοντα αυτού του κράτους, σε μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, θα είναι η κατάπνιξη της αντίστασης των εκμεταλλευτών και η εξάλειψή τους σαν τάξης, η εξασφάλιση της άμυνας της ΛΣΔ από εξωτερικές επιβουλές, όσο διατηρείται ο καπιταλιστικός-ιμπεριαλιστικός περίγυρός της, και η προώθηση της οι- κονομικής-οργανωπκής και εκπολιπστικής αναμόρφωσης της κοινωνίας. Στη διάρκεια αυτής της ιστορικής περιόδου, ανάλογα με πς εσωτερικές και πς εξωτερικές συνθήκες, θα μεταβάλλονται οι λειτουργίες του κράτους της ΛΣΔ, θα εξαφανίζεται η λειτουργία της καταστολής και θα αντικατασταίνεται από τη λειτουργία της περιφρούρησης της κοινωνικής ιδιοχτησίας, θα αναπτύσσεται η λειτουργία της οικονομικής-οργανωτικής και εκπολιπσπκής δράσης των κρστικών οργάνων και θα δημιουργούνται οι όροι ώστε η παρέμβαση της κρατικής εξουσίας σπς κοινωνικές σχέσεις να γίνεται περιττή, ώστε στη θέση της διακυβέρνησης προσώπων να μπει η διαχείριση πραγμάτων και η διεύθυνση λειτουργιών της κοινωνικής παραγωγής και κατανομής.
Η ΛΣΔ είναι νέος τύπος κράτους, μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου, ριζικά διαφορετικός από το ασπκό κράτος όχι μόνο ως προς την ταξική του ουσία, αλλά και ως προς την εσωτερική του συγκρότηση και λειτουργία. Η εξουσία ανήκει στη συμμαχία της εργατικής τάξης με τη φτωχή και μεσαία αγροτιά και το μισοπρολεταριάτο των πόλεων, υπό την ηγεμονία του προλεταριάτου. Αντίθετα από την ασπκή δημοκρατία, που διακήρυσσε την τυπική ισότητα των δικαιωμάτων των πολιτών, συγκαλύπτοντας στην πράξη την κυριαρχία των κεφαλαιοκρατών, η ΛΣΔ διακηρύσσει ανοιχτά τον ταξικό της χαρακτήρα και βάζει σαν καθήκον την κατάπνιξη των εκμεταλλευτών προς όφελος της τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού. Γ ι' αυτό και αφαιρεί τα πολιτικά δικαιώματα από τους εκμεταλλευτές, διαλύει τα πολιτικά κόμματα και πς άλλες οργανώσεις της αστικής τάξης, επίσημες και καμουφλαρισμένες.
(82) Στόχος της ΛΣΔ είναι να ενώσει όλο και πιο στενά πς διασκορπισμένες μάζες των προλετάριων και μισοπρολετάριων με τα πιο πρωτοπόρα στρώματα των εργατών, όρος που είναι απαραίτητος για να υπερνικηθεί βαθμιαία και συστηματικά ο ταξικός χωρισμός γενικά. Η ΛΣΔ θα τραβήξει στην πάλη για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και στην πραχτική διοίκηση του κράτους πς πιο πλατιές εργαζόμενες μάζες. Αυτό είναι το πιο κρίσιμο ζήτημα για τη νίκη του σοσιαλιστικού μετασχημαπσμού και το πέρασμα στον κομμουνισμό.
Κάθε κράτος εμπεριέχει την τάση για απόσπασή του από την κοινωνία, για κατάχτηση «ελευθερίας» απένανπ στους πολίτες του. Πραγματική ελευθερία όμως σημαίνει να μεταβάλλουμε το κράτος σε όργανο πέρα για πέρα υποταγμένο στην κοινωνία κι αυτό μπορεί να συμβεί μόνο όταν στην πραχτική διοίκηση των κραπ- κών υποθέσεων τραβιούνται οι πλατιές εργαζόμενες μάζες της κοινωνίας, όταν οι μάζες αυτές έχουν όχι μόνο το τυπικό δικαίωμα, αλλά την πραχτική δυνατότητα αυτής της συμμετοχής, όταν τα ιδιαίτερα όργανα του κράτους βρίσκονται κάτω από τον καθημερινό, αμείλικτο κοινωνικό έλεγχο, που θα τα εμποδίζει να με- τατραπούν σε όργανα πάνω από την κοινωνία.
Οι νέοι θεσμοί κα το δίκαο της ΛΣΔ θα εξασφαλίζουν αυτή ακριβώς την πραχτική δυνατότητα των εργαζόμενων μαζών να συμμετέχουν α ίδιες στη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων κα να ασκούν έλεγχο σε όλα τα ιδιαίτερα όργανα του κράτους. Η δυνατότητα αυτή, πέρα από την αναγνώριση των τυπικών δικαω- μάτων και τη δημιουργία νέων θεσμών, είνα άμεσα συνυφασμένη με την άνοδο του μορφωτικού κα πολιπστικού επιπέδου των εργαζόμενων μαζών, με τη μείωση του αναγκαίου χρόνου κοινωνικής εργασίας κα με την αναμόρφωση όλων των κοινωνικών σχέσεων.
Η ΛΣΔ θα έχει να αντιμετωπίσει πιεστικά προβλήματα στον τομέα της οικονομικής - οργανωτικής ανοικοδόμησης. Θα πρέπει να προωθήσει αυτή την οικοδόμηση, τραβώντας στο σοσιαλιστικό συνεταιρισμό πς πλατιές μάζες της φτωχής κα μεσαίας αγροπάς, εκτοπίζοντας την οικονομική σημασία κα εξαφανίζοντας τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που αναγκαστικά θα παραμείνουν σε πρώτη φάση, λόγω του μέσου επίπεδου ανάπτυξης κα της πανσπερμίας των επιχειρήσεων, που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό καπιταλισμό, ξεπερνώντας την ατομικισπκή ψυχολογία κα την απειθαρχία απένανπ στη δουλειά, που έχουν ριζώσει στη συνείδηση κα προσδιορίζουν τη συμπεριφορά των εργαζόμενων, σαν αποτέλεσμα της αναρχίας στην παραγωγή κα του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα του καπιταλισμού, κα αναπτύσσοντας πλατύ κίνημα σοααλιστικής αυτενέργειας κα κομμουνιστικής πειθαρχίας απένανπ στη δουλειά. Η ύπαρξη του κράτους κα του δικαίου (πληρω-
52 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
μή ανάλονα με την ποιότητα και την ποσότητα της δουλειάς, ύπαρξη διοικητικών κανόνων κλπ.) δεν πρέπει σε καμιά περίπωτωση όμως να μετατραπούν σε αυτοσκοπό, να οδηγήσουν σε υπονόμευση του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου και σε επιβολή των κρατικών οργάνων πάνω στην κοινωνία, στο όνομα της εξασφάλισης της πειθαρχίας στη δουλειά και της περιφρούρησης της κοινωνικής ιδιοκτησίας. Η οικονομική ανάπτυξη θα πραγματοποιείται, από τη μια, με πλήρη σεβασμό στη φύση και στη λαϊκή υγεία και, από την άλλη, σε συνθήκες ανάπτυξης της πιο πλαπάς δημοκρατίας για πς εργαζόμενες μάζες.
(83) Στον τομέα των γενικών πολιτικών δικαιωμάτων, η ΛΣΔ, στερώντας από τους εκμεταλλευτές αυτά τα δικαιώματα, εξαλείφει κάθε πολιπκή ανισότητα ανάμεσα στους εργαζόμενους, που στηρίζεται στην εθνικότητα, στη θρησκεία, στο φύλο, στη σεξουαλική συμπεριφορά κ.λπ. Οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν την πιο πλατειά δημοκρατία, σε συνθήκες που δεν μπορεί να εξασφαλίσει καμιά, ακόμη και η πιο δημοκρατική ασπκή δημοκρατία.
Βάση του κράτους της ΛΣΔ, όργανα άσκησης της εξουσίας είναι τα Λάικά Συμβούλια (Σοβιέτ), αιρετά όργανα σε τοπικό, περιφερειακό και παγκραπκό επίπεδο.Η ΛΣΔ συνενώνει την νομοθετική με την εκτελεστική εξουσία, εξαλείφοντας έτσι τον ενδιάμεσο κρίκο, που στην ασπκή δημοκρατία είναι το κοινοβούλιο, που έχει σαν στόχο να εξαπατά πς μάζες και να εξασφαλίζει το απαραβίαστο του αστικού κρατικού μηχανισμού και της εκτελεστικής εξουσίας.
Στη ΛΣΔ όλη η εξουσία ασκείται από τα Λαϊκά Συμβούλια και τα εντολοδόχα τους όργανα, που λογοδοτούν σ' αυτά. Κανένα εκτελεστικό (εντολοδόχο) όργανο δεν μπορεί να αποφασίσει ενάντια στη θέληση του σώματος που το εξέλεξε.Ο καθοδηγηπκός ρόλος αυτών των οργάνων, που συσπειρώνουν τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία της σοσιαλιστικής κοινωνίας, πρέπει να εξασφαλίζεται μέσω των εισηγήσεών τους προς τα Λάικά Συμβούλια, που έχουν τον τελικό λόγο. Τα δικαιώματα αυτών των οργάνων ορίζονται αυστηρά από το Σύνταγμα και τους νόμους, ώστε να μη μπορούν να φαλκιδεύουν τη θέληση των εκλεκτορικών σωμάτων κα να αίροντα πάνω απ' αυτά, γεγονός που εγκυμονεί τον κίνδυνο της μετατροπής τους βαθμιαία σε μηχανισμούς επιβολής πάνω στην κοινωνία. Ο συγκεντρωτισμός στη λειτουργία αυτών των οργάνων μπορεί να δικαολογηθεί μόνο σε εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις, που ορίζονται αυστηρά, ώστε να μην υπάρξει περίπτωση κυριαρχίας του συγκεντρωπσμού πάνω στη δημοκρατία. Τα Λαϊκά Συμβούλια αποφασίζουν κυριαρχικά στο χώρο όπου ασκούν την εξουσία.Αυτή τους η κυριαρχία δεν μπορεί να αρθεί με αποφάσεις άλλων οργάνων, εκτός από περιπτώσεις που ορίζοντα με σαφήνεια από το Σύνταγμα κα τους νόμους.Υπάρχουν δηλαδή όλες α εγγυήσεις για την ουσιαστική αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση.
Ολα α εκλεγμένα αναπρόσωπα στα Λαϊκά Συμβούλια κα τα εκτελεστικά όργανα αυτών των Συμβουλίων, από το κατώτερο μέχρι το ανώτερο επίπεδο (κυβέρνηση) μπορούν κάθε σπγμή να ανακληθούν από τους εκλογείς τους, στους οποίους είνα υποχρεωμένα να λογοδοτούν συνεχώς. Τα μέλη των Λαϊκών Συμβουλίων και των εκτελεστικών τους οργάνων, σε όλη την κλίμακα της κραπκής οργάνωσης, δεν απολαμβάνουν κανένα ιδιαίτερο προνόμιο σαν αποτέλεσμα της εκλογής τους. Οταν αποσπούντα από την κοινωνική παραγωγική εργασία, εξακολουθούν να πληρώνονται με το μισθό που είχαν σαν εργαζόμενοι. Κανένα ιδιαίτερο προνόμιο δεν υπάρχει για τα μέλη των οικογενειών τους. Ετα, τα όργανα άσκησης της κραπκής εξουσίας είνα εργαζόμενα σώματα, υποταγμένα στην κοινωνία, κα όχι αποσπασμένα κα επιβαλλόμενα πάνω σ' αυτή. Η ανάδειξη σ’ αυτά τα όργανα γίνετα έτα τίτλος τιμής για τον εργαζόμενο κα όχι τίτλος εξασφάλισης ιδιαίτερων οικονομικών και κοινωνικών προνομίων. Η ανάδειξη σε υπεύθυνες θέσεις έρχετα σαν αποτέλεσμα πρωτοπόρας κανωνικής δράσης, ανιδιοτελούς προσφοράς κα κατάθεσης ζωής, κα σημαίνει για τον εκλεγμένο όχι περισσότερα δικαώματα, αλλά περισσότερες υποχρεώσεις σε σχέση μ’ αυτές που είχε σαν εργαζόμενος.
Οι εκλογές έχουν σαν βάση την οικονομία (υλική κα μη υλική παραγωγή, διανομή κα διοίκηση) κα όχι τις εδαφικές περιφέρειες, ώστε να εξασφαλίζετα στην εργατική τάξη κα σας άλλες εργαζόμενες μάζες η συστηματική, διαρκής κα δραστήρια συμμετοχή σ' όλες τις κοινωνικές υποθέσεις (οικονομικές, πολιτικές, στρατιωτικές, πολιπστικές). Ολα τα εκλεκτορικά σώματα έχουν το δικαίωμα του ελέγχου όχι μόνο στο επίπεδο της παραγωγικής μονάδας, αλλά κα στο τοπικό, το περιφερειακό κα το παγκρατικό επίπεδο. Για την άσκηση αυτού του ελέγχου οι εργαζόμενα έχουν στη διάθεσή τους όλα τα μέσα: αίθουσες συνελεύσεων, τύπο, ραδιοτηλεόραση. Κανένα κρατικό όργανο δεν δικαούτα να βάλλει εμπόδια στην άσκηση του εργατικού κα κοινωνικού ελέγχου.
Σ’ αυτά συνίστατα η ριζική αντίθεση του κράτους της ΛΣΔ από την ασπκή κοι-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1S93
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
νοβουλευπκή δημοκρατία.Η ΛΣΔ εφαρμόζει τον πλήρη αφοπλισμό της αστικής τάξης και των κατασταλ
τικών της μηχανισμών (αστυνομία, στρατός, παραστρατιωτικές οργανώσεις), τους οποίους και διαλύει. Ο ένοπλος μηχανισμός της αστικής τάξης αντικατα- σταίνεται από τον καθολικά εξοπλισμένο λαό. Η οργάνωση των ένοπλων δυνάμεων γίνεται με βάση την ταξική αρχή, που διαπνέει όλο το καθεστώς της ΛΣΔ και που εξασφαλίζει τον καθοδηγητικό ρόλο στην εργατική τάξη. Στηριζόμενη στην επαναστατική πειθαρχία και έχοντας σαν βασικό της καθήκον την απόκρουση της απειλής που συνιστά η καπιταλιστική περικύκλωση, η οργάνωση αυτή εξασφαλίζει μια διαρκή και στενή σύνδεση των αγωνιστών των λαϊκών ένοπλων δυνάμεων με τις εργαζόμενες μάζες, τη συμμετοχή τους στην παραγωγική εργασία, στη διοίκηση της χώρας και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Τα μόνιμα στελέχη των λαϊκών ένοπλων δυνάμεων δεν έχουν κανένα ειδικό προνόμιο σε σχέση με τους άλλους πολίτες της ΛΣΔ. Η θητεία των νέων στο στρατό θα είναι 12 μήνες. Οι ανάγκες της παλλάιΚής άμυνας, που αποτελεί το θεμέλιο της αμυντικής ικανότητας της ΛΣΔ, ικανοποιούνται με το συνδυασμό του μικρού αριθμητικά στρατού (ώστε να μειώνονται τα μη παραγωγικά έξοδα της κοινωνίας και να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις της οικονομικής αναδιοργάνωσης και ανάπτυξης) με τη στραπωπκή εκπαίδευση όλου του πληθυσμού, που πρέπει ν' αρχίζει από το σχολείο (μετά από μια ορισμένη ηλικία) και να αγκαλιάζει όλο το σύστημα των κοινωνικών οργανώσεων (κομμουνιστική νεολαία, συνδικάτα, αγροπκοί συνεταιρισμοί, γυναικείες οργανώσεις κ.λπ.).
Τα αστυνομικά σώματα ανπκατασταίνονται από λαϊκή πολιτοφυλακή, που έχει σαν πρωταρχικό καθήκον την αμείλικτη συντριβή της αντίστασης των εκμεταλλευτών. Η λαϊκή πολιτοφυλακή δεν βρίσκεται εκτός κοινωνικού ελέγχου. Αντίθετα, ο κοινωνικός έλεγχος, συνταγματικά αναγνωρισμένος και πραχπκά - οργανωτικά θεσμοθετημένος, είναι όρος απαραίτητος για την προστασία των εργαζόμενων από καταχρήσεις εξουσίας και άδικη συμπεριφορά της λαϊκής πολιτοφυλακής απένανπ τους, που σημαίνει προστασία του ίδιου του λαϊκού - σοσιαλιστικού συστήματος.
(85) Στο δρόμο προς την πλέρια οικοδόμηση του σοσιαλισμού και τον κομμού̂ νισμό, η ΛΣΔ καταργεί και τα άλλα όργανα της αστικής κυριαρχίας, όπως είναι η αστική δικαιοσύνη. Επειδή η σοσιαλιστική κοινωνία, αν και έχει εξαλείψει την ταξική εκμετάλλευση, εξακολουθεί να διέπεται από αστικούς περιορισμούς στον τομέα της κατανομής (αμοιβή ανάλογη με την ποιότητα και την ποσότητα της δουλειάς), επειδή αν και καταργεί τον υποδουλωπκό διαχωρισμό της πνευματικής από τη σωμαπκή δουλειά, εξακολουθεί να διατηρεί τον ιεραρχικό καταμερισμό των εργαζόμενων στη δουλειά, επειδή το οικονομικό και το πολιπσηκό της επίπεδο δεν έχει φτάσει σε κείνο το σημείο που στη θέση της διακυβέρνησης προσώπων θα βάλλει τη διαχείριση πραγμάτων και τη διεύθυνση των λειτουργιών της παραγωγής και της κατανομής, επειδή μ' άλλα λόγια σπς σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και απένανπ στο κραπκό και οικονομικό σύστημα θα εξακολουθήσουν να εμφανίζονται διαφορές (πέρα από πς φυσικές), στη ΛΣΔ θα διατηρηθεί το δίκαιο, το οποίο θα στηρίζεται στις νέες παραγωγικές σχέσεις των ανθρώπων.
Το σύστημα των νόμων θα είναι απλό, κατανοητό από τους εργαζόμενους και η απονομή του δικαίου δεν θα συνεπάγεται κανένα κόστος (δικηγόροι, δικαστικά έξοδα) για τους πολίτες που θα καταφεύγουν σ’ αυτή. Φορείς διαμόρφωσης των κανόνων του δικαίου θα είναι τα Λαϊκά Συμβούλια και φορείς απόδοσής του θα είναι τα λαϊκά δικαστήρια, συγκροτημένα σε ταξική βάση. Αντί για το διορισμό και την ισοβιότητα των δικαστών, μηχανισμού μέσω του οποίου η ασπκή δημοκρατία εξασφαλίζει την υπεράσπιση της ατομικής ιδιοκτησίας και γενικότερα των συμφερόντων της αστικής τάξης, η ΛΣΔ στηρίζεται στην αιρετότητα των δικαστών μέσα από πς γραμμές των εργαζόμενων και μόνο από τους εργαζόμενους, χωρίς καμιά διάκριση ανάμεσα στα δυο φύλα ή άλλου είδους διακρίσεις.
Καταργώντας τους νόμους του αστικού συστήματος, η ΛΣΔ δίνει στους εκλεγμένους άμεσα από το λαό δικαστές την εντολή να εφαρμόζουν τους νόμους που θα εγκρίνουν τα Λαϊκά Συμβούλια και στην περίπτωση που λείπει ο σχετικός νόμος ή είναι ανολοκλήρωτος, να καθοδηγούνται από τη σοσιαλιστική αντίληψη δικαίου, απορρίπτοντας τους νόμους του αστικού καθεστώτος.
Κάθε πολίτης της ΛΣΔ, που εγκαλείται μπροστά στα Λαϊκά Δικαστήρια οποιοσδήποτε βαθμίδας έχει το δικαίωμα της υπεράσπισης του εαυτού του, κατοχυρωμένο με δικονομικές διατάξεις. Δικαιούται να ορίσα ο ίδιος τον υπερασπιστή και τους μάρτυρές του, χωρίς να υποβληθεί γι’ αυτό σε κανένα έξοδο. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στην εκδίκαση υποθέσεων όπου αντίδικοι είναι πολίτες και κρατικά όργανα. Οι μαζικές οργανώσεις έχουν δικαίωμα παρέμβασης σ' αυτές
54 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
τις υποθέσεις, ώστε να εξασφαλίζεται ο κοινωνικός έλεγχος και οι εγγυήσεις απονομής του δικαίου απένανπ σε φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας σε βάρος των πολιτών.
Τα λαϊκά δικαστήρια δεν δρουν ανεξέλεγκτα. Ελέγχονται ως προς τον τρόπο απονομής του δικαίου από τα σώματα των εκλογέων, που μπορούν οποτεδήποτε να ανακαλέσουν όποιον δικαστή δεν ανταποκρίνεται στο σοσιαλιστικό δίκαιο. Η δημοσιότητα των δικών είναι απαραίτητη για την άσκηση του κοινωνικού ελέγχου. Οι λαϊκοί δικαστές δεν έχουν κανένα ειδικό προνόμιο, που να απορρέει από τη θέση τους.(86) Ο διοικητικός κρατικός μηχανισμός αναδιοργανώνεται σε νέα βάση και τί
θεται υπό την εξουσία των Λαϊκών Συμβουλίων. Ο υπερτροφικός και γραφειοκρατικός χαρακτήρας, που έχει η «δημόσια» διοίκηση στον καπιταλισμό, εξαλείφεται βαθμαία, με την απλοποίηση των σχέσεων του πολίτη με το κράτος, με την κατάργηση μιας σειράς δαιδαλώδικων μηχανισμών μεσολάβησης, στο πνεύμα της συνεχούς μείωσης της αναγκαίας για τη δημόσια διοίκηση κατανάλωσης κοινωνικής εργασίας.
Οι κρατικοί υπάλληλοι, που δεν εφαρμόζουν πς εντολές των Λαϊκών Συμβουλίων, που παραβιάζουν το λαϊκό δίκαιο, που σαμποτάρουν το έργο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, που ταλαιπωρούν τους πολίτες της ΛΣΔ, διώχνονται με αποφάσεις των Λαϊκών Συμβουλίων. Κάθε κρατικός υπάλληλος που κατηγορείται έχει το δικαίωμα να υπερασπίσει τον εαυτό του και η συνδικαλιστική οργάνωση στην οποία ανήκει πρέπει να συμφωνήσει για να γίνει εκτελεστή η απόφαση του Λαϊκού Συμβουλίου για την εκδίωξη του υπάλληλου. Ετσι δημιουργείται ένα σύστημα προστασίας του σοσιαλισμού και των πολιτών από το μανδαρινισμό των κρατικών υπαλλήλων, και προστασίας των κραπκώ' υπαλλήλων από συκοφαντία και αυθαιρεσία.
(87 ) Η ΛΣΔ καθιερώνει την πλέρια ισοτιμία των εθνικών μαονοτήτων, αναγνωρίζοντας σ' αυτές όλα τα εθνικά, οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά δικαιώματα.Η φιλία και η αδερφική συμβίωση όλων των εργαζόμενων, ανεξάρτητα από εθνικότητα, είναι ένα από τα θεμέλια ύπαρξης και ανάπτυξης της ΛΣΔ. Η ΛΣΔ εξασφαλίζει πλήρη εθνική, φυλετική, γλωσσική, θρησκευτική κλπ. ισότητα.
(88) Η ΛΣΔ διαχώριζα πλήρως την εκκλησία από το κράτος και το σχολείο από την εκκλησία. Εφαρμόζει πλήρη ισοπολιτεία όλων των θρησκειών και δογμάτων.Στόχος της ΛΣΔ δεν είνα μόνο να εκπληρώσει αυτά τα καθήκοντα, που άφησε άλυτα η ασπκή επανάσταση, παρά πς διακηρύξεις της, αλλά να σπάσει εντελώς τη σύνδεση ανάμεσα στις εκμεταλλεύτριες τάξεις κα την οργάνωση της θρησκευτικής προπαγάνδας, γιατί αυτή η σύνδεση είνα στήριγμα της καθυστέρησης των μαζών. Η ΛΣΔ θα πραγματοποιεί σταθερά την πραγματική απελευθέρωση των εργαζόμενων από πς θρησκευτικές προλήψεις, ανεβάζοντας το επίπεδο της συνείδησής τους, κάνοντας χτήμα τους πς καταχτήσεις όλων των επιστημών, αναπτύσσοντας συστηματικά την ανπθρησκευπκή προπαγάνδα, αποφεύγοντας όμως ταυτόχρονα με προσοχή κάθε ενέργεια που προσβάλλει τα αισθήματα της θρησκευόμενης μερίδας του πληθυσμού κα εξάπτει τον θρησκευτικό φανατισμό.
(89 ) Στόχος της ΛΣΔ στον τομέα της παδείας είνα η μετατροπή της από όπλο ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης σε όπλο εξαφάνισης αυτής της κυριαρχίας κα στη συνέχεια, σπς συνθήκες της πλέριας οικοδόμησης του σοααλι- σμού κα του βαθμιαίου περάσματος στον κομμουνισμό, σε όπλο ολοκληρωτικής εξάλειψης του χωρισμού της κανωνίας σε τάξεις. Η ΛΣΔ χρησιμοποιεί τα κραπ- κοπαημένα μέσα της πνευματικής παραγωγής για την πιο πλαπά πολιτική κα γενική μόρφωση των εργαζόμενων, για την ανάπτυξη ενός νέου σοσιαλιστικού πο- λιπσμού πάνω σε ταξική βάση. Η Παδεία και ο Πολιπσμός είνα υπόθεση όλης της κοινωνίας κα όχι μόνο των οργάνων κα των εργαζόμενων σ’ αυτούς τους τομείς. Ο κοινωνικός έλεγχος πάνω στα όργανα της λαϊκής παδείας και στους εργαζόμενους του πνεύματος κα του πολιτισμού είνα απαραίτητος για την εκπλήρωση της ταξικής τους αποστολής.
(90) Η εξωτερική πολιτική της ΛΣΔ είναι πριν απ’ όλα πολιτική ενίσχυσης του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος, γιατί μόνο η νίκη της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης μπορεί να εγγυηθεί απόλυτα την ασφάλεια της νεοελληνικής ΛΣΔ. Είνα πολιτική αδελφικής συνεργασίας κα αλληλοβοήθειας με άλλες χώρες σπς οποίες θα έχει νικήσει η προλεταριακή επανάσταση. Πολιτική ειρηνικής συνύπαρξης κα οικονομικών σχέσεων με τις κεφαλαοκρατικές χώρες, στο βαθμό που αυτό δεν βλάπτει τα συμφέροντα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και δεν βάζει εμπόδια στην ανάπτυξη της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης.Η Ελλάδα φεύγει από την ΕΟΚ, το ΝΑΤΟ κα κάθε άλλη ιμπεριαλιστική συμμαχία.Η ξένη στραπωτική παρουσία διώχνετα από τη χώρα. Οι εγκαταστάσας κατά-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 > 55
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
σχοντα και εθνικοποιούνται.(9 1 ) Το κραπκό και κοινωνικό σύστημα οργάνωσης της ΛΣΔ δεν θα είναι απαλ
λαγμένο από γραφειοκρατικά φαινόμενα. Η εμφάνιση τέπων φαινομένων είναι αναπόφευκτη και συνδέεται με πς καθυστερήσεις του νέου κανωνικο-οικονομκού συστήματος και πς επιβιώσεις της παλιάς, της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Η ύπαρξη του χωρισμού και της αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά και ο ιεραρχικός καταμερισμός των ανθρώπων στη δουλειά, δίνουν στη διανόηση (όχι μόνο στη διανόηση που θα κληρονομηθεί από το παλιό καθεστώς, αλλά και στη νέα, τη σοσιαλιστική διανόηση) μια ιδιαίτερη θέση μέσα στο κράτος και την κοινωνία, η οποία γεννά την τάση προς το γραφειοκραπσμά. Οι πιεστικές ανάγκες της οικονομικής ανόρθωσης ωθούν συχνά προς ένα ορισμένο συγκε- ντρωπσμό των εκτελεστικών οργάνων, που αν δεν αντιμετωπιστεί γεννά και αναπαράγει το γραφειοκραπσμό. Η ίδια η ύπαρξη των κρατικών δομών εμπεριέχει την τάση προς το γραφειοκραπσμό. Η μορφωτική και πολιπσπκή καθυστέρηση των εργαζόμενων, κληρονομιά από τον καπιταλισμό, που μπορεί να εξαλειφτεί μόνο μέσα σε μια μακρόχρονη περίοδο, προκαλεί συχνά την έμπρακτη αδυναμία τους να παρέμβουν αποφασιστικά και να ασκήσουν ουσιαστικό έλεγχο στα όργανα διοίκησης και διεύθυνσης της οικονομίας. Η υποχώρηση του επαναστατικού πνεύματος, σε ορισμένες περιόδους, που αντιμετωπίζονται δυσκολίες, σπρώχνει στο φούντωμα του γραφειοκρατισμού, αφού αδυνατίζει ο εργατικός έλεγχος. Η μετατροπή των μέσων παραγωγής σε κρατική ιδιοκτησία οδηγεί σε υποχώρηση του ατομικού ενδιαφέροντος στα στρώματα που προέρχονται από την πρώην μ- κρή εμπορευμαπκή παραγωγή (βασικά στη συνεταιρισμένη αγροπά), με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται γραφειοκρατικά φαινόμενα ακόμη και στις μαζικές οργανώσεις των ίδιων των παραγωγών. Αυτές και μα σειρά άλλες καθυστερήσεις του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής είναι που επιτρέπουν την εμφάνιση των γραφειοκρατικών φαινομένων.
Ο αγώνας ενάντια στο γραφειοκραπσμό θα είναι μακρόχρονος και συνδέεται αναπόσπαστα με τη γοργή ανάπτυξη του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής, με την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών και τη σωστή διεξαγωγή της ταξικής πάλης, ειδικά από τη μεριά της εργατικής τάξης, στη νέα κοινωνία. Αυτός ο αγώνας όμως δεν θα είναι μια αυθόρμητη διαδικασία. Η πρωτοπορία της εργατικής τάξης πρέπει να μπει επικεφαλής σε μια μεγαλειώδη προσπάθεια για το τράβηγμα των πλατιών μαζών των εργαζόμενων στη διοίκηση όλων των οικονομικών, (φατικών κα κανωνικών υποθέσεων. Οι θεσμοί της ΛΣΔ πρέπει να διευκολύνουν την άσκηση του εργατικού ελέγχου και όχι να την πνίγουν μέσα από σειρά «εξαιρέσεων». Το εκπαδευτικό σύστημα πρέπει να καταβάλλει ιδιαίτερες προσπάθειες για τη γοργή άνοδο του μορφωτικού επίπεδου του λαού. Η σοσιαλιστική κανωνία δεν πρέπει να λογαριάσει θυσίες, προκειμένου να μορφώσει ολόπλευρα τη νεολαία, εξασφαλίζοντας έτα το ίδιο το μέλλον του σοααλισμού. Αυτές είνα α εγγυήσεις για τη συνεχή και συνεπή καταπολέμηση του γραφειο- κραπσμού, μέχρι την ολοκληρωτική εξαφάνισή του, στη διαδικασία του περάσματος στον κομμουνισμό.
3. Το οικονομικό πρόγραμμα της ΛΣΔ(9 2 ) Στόχος της ΛΣΔ στον οικονομικό τομέα είνα αρχικά η ολοκλήρωση της
μεταβατικής περιόδου, στη διάρκεια της οποίας θα εξαλειφτούν α καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και η ιμπεριαλιστική εξάρτηση κα θα οικοδομηθούν σ' όλη την κλίμακα της λαϊκής οικονομίας α σοααλισπκές σχέσεις παραγωγής και, στη συνέχεια, η ανάπτυξη του σοααλισπκού τρόπου παραγωγής ώστε, στη βάση της αφθονίας των προϊόντων, της μείωσης του κανωνικά αναγκαίου χρόνου για την παραγωγή τους κα της ανόδου του μορφωτικού κα πολιπστικού επίπεδου όλων των εργαζόμενων, να γίνει το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κανωνίας. Κριτήριο της οικονομικής αναδιοργάνωσης κα ανάπτυξης είνα η ικανοποίηση στον ανώτατο βαθμό των διαρκώς αυξανόμενων υλικών και πολιπσπ- κών αναγκών της κανωνίας, μέσω της αδιάκοπης ανάπτυξης κα τελειοποίησης της σοααλιστικής παραγωγής πάνω στη βάση της πιο ψηλής τεχνικής, με απόλυτο σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον κα στην υγεία του ανθρώπου.
(9 3 ) Ολα τα βασικά μέσα παραγωγής, όλη η μεγάλη βιομηχανία, βαριά κα ελαφριά, τα μαζικά μέσα μεταφοράς στην ξηρά, τη θάλασσα κα τον αέρα, α τράπεζες κα α ασφαλιστικές εταιρίες, α μεγάλες οικοδομές κα η μεγάλη ακίνητη ιδιοκτησία, όλο το χονδρεμπόριο κα α μεγάλες επιχειρήσεις του λιανικού εμπόριου, ο φυσικός πλούτος της χώρας, η γη, τα δάση, ο θαλάσαος πλούτος, α πηγές ενέργειας, α αρχαιολογικοί κα καλλιτεχνικοί θησαυροί, τα μέσα πνευματικής δη
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
μιουργίας (μεγάλα τυπογραφεία, εκδοτικοί οίκα, εφημερίδες και ραδιοτηλεοπτικά μέσα, κινηματογραφικές και θεατρικές επιχειρήσεις κ.λπ.) απαλλοτριώνονται χωρίς εξαγορά, γίνονται κρατική-παλλαϊκή ιδιοκτησία και περνούν στη διαχείριση των Λαϊκών Συμβουλίων.
Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού και η χαμηλή συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφάλαιου αφήνουν «κληρονομιά» στη ΛΣΔ μια πανσπερμία μικρών επιχειρήσεων, που ξεκινούν από τα μικρά εμπορικά κα χειροτεχνικά καταστήματα (πολλά από τα οποία στηρίζοντα στην εξαιρετικά ειδικευμένη εργασία που παρέχουν) κα φτάνουν μέχρι πς μικρές βιομηχανικές (βιοτεχνικές) επιχειρήσεις. Αμεση κρατικοποίηση όλων αυτών των επιχειρήσεων, από τη μια, θα έφερνε σε αντίθεση προς τη ΛΣΔ τμήματα του μσοπρολεταριάτου των πόλεων και, από την άλλη, θα δημιουργούσε οικονομικό χάος, αφού α σο- ααλισπκοί μηχανισμοί διεύθυνσης της παραγωγής κα της οικονομίας είνα ακόμη εξαιρετικά αδύνατα κα δεν μπορούν να εντάξουν την πανσπερμία αυτών των επιχειρήσεων σε μια παγκρατικά σχεδιασμένη παραγωγή. Ο δορυφορικός ρόλος πολλών απ' αυτές πς επιχειρήσεις γύρω από τη μεγάλη καπιταλιστική παραγωγή δημιουργεί μια ορισμένη εξάρτηση της δεύτερης από την ειδικευμένη εργασία των χειροτεχνών κα των μικροβιοτεχνών, που είνα απαραίτητη για ορισμένες λειτουργίες του παραγωγικού προτσές (π.χ. επισκευές, κατασκευή εξαρτημάτων μηχανών κ.λπ.). Το μικρό λιανεμπόριο επίσης, μολονόπ η οικονομική του σημασία συνεχώς εκτοπίζετα, εξακολουθεί να αποτελεί μηχανισμό απαραίτητο για την ομαλή τροφοδοσία του πληθυσμού με μια σειρά είδη κατανάλωσης.
Ετα, το αρχικό στάδιο κρατικοποίησης της ΛΣΔ θα αφήσει εκτός έναν ιδιωτικό τομέα στη βιομηχανία (χειροτεχνία, βιοτεχνία), το εμπόριο κα πς υπηρεσίες, η έκταση του οποίου δεν μπορεί να καθοριστεί σήμερα με ακρίβεια. Αν επιχειρού- νταν κάπ τέπο θα ήταν μια εγκεφαλική σύλληψη, γιατί οι παράγοντες που θα προσδιορίσουν την ακριβή έκταση της κρατικοποίησης δεν έχουν ακόμη διαμορφωθεί επακριβώς. Η λειτουργία αυτών των ιδιωτικών επιχειρήσεων όμως δεν θα είναι η κλασσική καπιταλιστική λειτουργία. Θα προσειδιάζει προς το φαινόμενο του κρατικού καπιταλισμού, αφού το κράτος της ΛΣΔ θα έχει στα χέρια του τη μεγάλη βιομηχανία, το εξωτερικό εμπόριο μονοπωλιακά, το χοντρεμπόριο, την πίστη, την ενέργεια, τομείς από τους οποίους εξαρτάτα απόλυτα η λειτουργία αυτών των επιχειρήσεων, ενώ τα εργατικά συνδικάτα θα ορίζουν την τιμή της εργατικής δύναμης στο βαθμό που αυτές α επιχειρήσεις θα μισθώνουν εργάτες. Αν κα θα περιορίζοντα από τη λειτουργία του κρατικού σοααλιστικού τομέα, αυτές α επιχειρήσεις δεν θα πάψουν να λειτουργούν με καπιταλιστικά κριτήρια κα να αναπαράγουν τον καπιταλισμό. Οσο θα αναπτύσσετα η μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή κα κατανομή τόσο θα μειώνετα η ακονομική τους σημασία κα θα σβήνουν.
Η εφαρμογή αυτής της «ελληνικής ΝΕΠ» είνα ένα αναγκαίο στάδιο για τη σο- ααλιστική αναδιοργάνωση της οικονομίας, που σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει συμμαχία του προλεταριάτου με το κατώτερο τμήμα της αστικής τάξης ή αναγνώριση όπ υπάρχει εθνική ασπκή τάξη, που μπορεί να περάσει στο σοσιαλισμό.Πρέπει να γίνεται σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο μικροαστικό στοιχείο (τη φτωχή κα μεσαία αγροτιά κα το μισοπρολεταριάτο της πόλης), από τη μια, που ζει κυρίως με τη δική του εργασία και αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης από το κεφάλαο, κα στα κατώτερα αστικά στρώματα, από την άλλη, που στηρίζοντα στην εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας κα πραγματοπαούν (έστω κα σε χαμηλό βαθμό) διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή. Η ανοχή της επιχειρημαπ- κής δράσης τέπων στρωμάτων, στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, είνα λύση ανάγκης, που θα συνοδεύέτα από την ταξική πάλη της εργατικής τάξης ενάντιά τους, μέχρι που η ανάπτυξη του σοααλιστικού τρόπου παραγωγής να επιτρέψει την πλήρη εξάλειψή τους, σε αντίθεση με το μισοπρολεταριάτο, που όντας σύμμαχο προς την εργατική τάξη στρώμα θα περάσει στο γενικό σύστημα των σοααλισπκών οικονομικών οργανώσεων, εγκαταλείποντας την προηγούμενη θέση του.
(94 ) Ολες ανεξαίρετα α επιχειρήσεις του ξένου κεφάλαου απαλλοτριώνοντα, χωρίς εξαγορά. Το εξωτερικό χρέος, δημόαο και ιδιωτικό, δεν αναγνωρίζεται, γιατί τα ξένα μονοπώλια το έχουν εισπράξει εκατοντάδες φορές με την πολύχρονη ληστρική εκμετάλλευση του φυσικού κα ανθρώπινου πλούτου της χώρας.Το εσωτερικό δημόαο χρέος, που βρίσκετα υπό τη μορφή εντόκων ομολόγων κα γραμματίων στα χέρια της κεφαλαοκρατίας παραγράφετα. Η ΛΣΔ θα αναγνωρίσει μόνο το χρέος που βρίσκετα στα χέρια μικροκάτοχων τίτλων του δημοσίου, που επένδυσαν σ' οπούς πς αποταμιεύσεις τους.
(9 5 ) Στον τομέα των δημόαων οικονομικών, το κράτος της ΛΣΔ, έχοντας στην ιδιοκτησία του τα βασικότερα μέσα παραγωγής, στηρίζετα στην άμεση συ
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 Ι Β
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
γκέντρωση ενός μέρους των εσόδων από τις παραγωγικές μονάδες που έχει στην ιδιοκτησία του. Η έμμεση φορολογία καταργείτα. Στο βαθμό που διατηρείται σε ορισμένη κλίμακα η ατομική ιδιοκτησία και α ιδιαίτερα ψηλή αμοιβή διάφορων ειδικών του προηγούμενου καθεστώτος, επιβάλλεται προοδευτική άμεση φορολογία του εισοδήματος. Βαθμιαία, με το πέρασμα όλων των οικονομικών μονάδων στο σοσιαλιστικό σύστημα παραγωγής, καταργείται και η άμεση φορολογία.
(96) Η βιομηχανία θα ανοικοδομηθεί σε νέα βάση. Το βάρος θα πέσει στην ανάπτυξη της παραγωγής μέσων παραγωγής, που είναι απαραίτητη για να αντιμετωπιστεί η πίεση από τον καπιταλιστικό περίγυρο και να εξασφαλιστούν ταχείς ρυθμοί ανάπτυξης όλης της λαϊκής οικονομίας (βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής). Οι τομείς της βαριάς βιομηχανίας (σιδηροβιομηχανία, έγχρωμη μεταλλουργία, ηλεκτροχαλυβουργία, βιομηχανία αλουμινίου, παραγωγή εργαλειομηχανών, κινητήρων και μέσων μεταφοράς — ξηράς αέρα, θάλασσας —, μέσων παραγωγής για την αγροτική οικονομία, ενεργειακή βιομηχανία, με την εφαρμογή και προγράμματος πυρηνικής ενέργειας), της χημικής και πετροχημικής βιομηχανίας και των σύγχρονων δυναμικών κλάδων (π.χ. πληροφορική και αυτομαπσμοί), είναι αυτοί που θα καταστήσουν την ελληνική οικονομία αυτοδύναμη και ικανή να ανπ- μετωπίσει την πίεση του καπιταλιστικού περίγυρου. Ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί στους κλάδους της βιομηχανίας που συντείνουν στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας (μεταφορικά μέσα, γεωργικά μηχανήματα, λιπάσματα κ.λπ ), ώστε η σοσιαλιστική βιομηχανία να μπορεί να τροφοδοτεί την αγροτική οικονομία με τα απαραίτητα μέσα παραγωγής, να ενισχύει τη σοσιαλιστική συνεταιριστικοποίηση και να επιταχύνεται έτσι ο ρυθμός ανάπτυξης όλης της λαϊκής οικονομίας. Η όλη δουλειά της βιομηχανίας θα προσαρμοστεί σε τρόπο ώστε να εξυπηρετούνται οι ανάγκες των πλαπών μαζών των εργαζόμενων. Δίπλα στην ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας και πάνω στη βάση της, στην επιβαλλόμενη αναλογία και σχέση, ώστε να ικανοποιούνται ποσοτικά και ποιοτικά οι ανάγκες του λαού, θα αναπτυχθεί και η ελαφριά βιομηχανία (επισιτιστική, κλωστοϋφαντουργία, ένδυση, υπόδηση, ξυλοβιομηχανία, ηλεκτρικών συσκευών, ειδών καθαριότητας και καλλυντικών κ.λπ.).
Η Ελλάδα είναι χώρα με μεγάλο γεωφυσικό πλούτο, με ιδιαίτερα σημαντικές πλουτοπαραγωγικές πηγές, που μέχρι σήμερα γίνονται αντικείμενο ληστρικής εκμετάλλευσης από το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο. Η ορθολογική αξιοποίηση αυτών των πλουτοπαραγωγικών πήγών και προπαντός η λειτουργία του βασικού οικονομικού νόμου του σοσιαλισμού, που απαιτεί την ικανοποίηση στον ανώτατο βαθμό των διαρκώς αυξανόμενων υλικών και πολιπστικών αναγκών της κοινωνίας, μέσω της αδιάκοπης ανάπτυξης και τελειοποίησης της σοσιαλιστικής παραγωγής, πάνω στη βάση της πιο ψηλής τεχνικής, θα δώσουν την ώθηση για την πραγματοποίηση διευρυμένης σοσιαλιστικής αναπαραγωγής κα τη γρήγορη ανάπτυξη των κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων και των σοααλιστικών σχέσεων στην παραγωγή.
(9 7 ) Το πέρασμα της αγροτικής παραγωγής στο γενικό σύστημα του σοααλι- σμού είνα ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να λύσει η ΛΣΔ. Από τη λύση του εξαρτάται η εγκαθίδρυση των σοααλιστικών σχέσεων παραγωγής σ’ όλη την κλίμακα της οικονομίας κα η γοργή ανάπτυξη όλου του σοααλιστικού συστήματος. Η λύση του αγροτικού ζητήματος πραχπκά θ' αρχίσει να προωθείτα μετά τη νίκη της λάικοδημοκρατικής-σοααλισπκής επανάστασης, οι βάσεις της όμως θα τεθούν μέσα στον καπιταλισμό, με το τράβηγμα της φτωχομεσαίας α- γροπάς από την επιρροή της ασπκής τάξης του χωριού και την αποκατάσταση της συμμαχίας της με το προλεταριάτο, τράβηγμα που μπορεί να γίνει μόνο όταν η πολιτική του προλεταριάτου, εκφρασμένη από το Κόμμα του, παίρνει υπόψη της τους πόθους της αγροτιάς, διαλύει τις αυταπάτες της — με βάση την ίδια της την πείρα — κα οδηγεί σε κανό ταξικό αγώνα του προλεταριάτου κα της φτωχομεσαίας αγροτιάς ενάντια στην κεφαλαοκρατική εκμετάλλευση.
Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού έχει οδηγήσει σε δυο προτσές που εξελίσσοντα παράλληλα στην αγροτική οικονομία. Από τη μια, σαν αποτέλεσμα της ανάπτυξης του καπιταλισμού, συντελέστηκε κα συνεχίζετα ασταμάτητα το προτσές της διάσπασης της αγροπάς σε εργάτες γης, φτωχομε- σαίους αγρότες κα αστική τάξη του χωριού κα, από την άλλη, — παρά την εξάλειψη των φεουδαρχικών υπολειμμάτων — συντελείτα το προτσές της διατήρησης του μικρού κλήρου κα της μικρομεσαίας οικογενειακής εκμετάλλευσης, που αδυνατεί να κάνει ακόμη και απλή αναπαραγωγή. Η φτωχομεσαία αγροτιά, στη συντριπτική της πλειοψηφία, είνα οργανωμένη στους συνεταιρισμούς, μαζί με την ασπκή τάξη του χωριού, γιατί η δημιουργία των συνεταιρισμών, ακόμη κα μέσα στα πλαίαα του καπιταλισμού, αποτελούσε πρόοδο σε σχέση με τον ανοργά
1111 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
νωτο ατομικό εμπορευματοπαραγωγό.Ο συνεταιρισμός καπιταλιστικού τύπου δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα της μι-
κρομεσαίας οικογενειακής εκμετάλλευσης, δεν αποτρέπει την προλεταριοποίηση τμημάτων της φτωχομεσαίας αγροτιάς, δεν αποτρέπει την παραπέρα συγκέντρωση της γης στα χέρια της αστικής τάξης του χωριού και αστικών στρωμάτων της πόλης, είτε αυτή η συγκέντρωση γίνεται με τη μέθοδο της εξαγοράς είτε γίνεται με τη μέθοδο του νοικιάσματος. Οι παράγοντες που δεν επιτρέπουν, στον καπιταλισμό, τη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα του μικρομεσαίου νοικοκυριού ακόμη και μέσω του συνεταιρισμού είναι: Πρώτο, η ατομική ιδιοκτησία και ο κατακερματισμός της γης που αναγκάζει τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες να νοικιάζουν γη, πληρώνοντας βαρύ ενοίκιο (απόλυτη γαιοπρόσοδος) στους ιδιοκτήτες της γης (είτε παλιούς ιδιοκτήτες, πρώην αγρότες, είτε αστικά στρώματα που αγόρασαν γη), που τους καταδικάζει σε ιδιαίτερα χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας και σε ψηλό κόστος παραγωγής. Δεύτερο, η εκμετάλλευση της αγροτιάς από το βιομηχανικό κεφάλαιο, μέσω της ιδιαίτερα ψηλής τιμής πούλησης των μέσων παραγωγής και των γεωργικών εφοδίων. Τρίτο, η εκμετάλλευση της αγροτιάς από το πιστωτικό κεφάλαιο, μέσω των ψηλών επιτοκίων δανεισμού, και από το εμπορικό κεφάλαιο, που πουλά ακριβά τα γεωργικά εφόδια και αγοράζει φτηνά την αγροτική παραγωγή, έχοντας την πρωτοκαθεδρία στη διακίνηση των γεωργικών εμπορευμάτων. Τέταρτο, η συρρίκνωση της επιδοματικής πολιτικής που ακολουθούσε το αστικό κράτος και η υπερεθνική ιμπεριαλιστική ΕΟΚ (μέσω της ΚΑΠ), σαν αποτέλεσμα της όξυνοης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος και της διάπλους της με την κυκλική οικονομική κρίση.
Ο καπιταλιστικός συνεταιρισμός λοιπόν δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του μι- κρομεσαίου αγροτικού νοικοκυριού, διαγράφει ζοφερό το μέλλον της φτωχομεσαίας αγροπάς. Η λύση για τους φτωχομεσαίους αγρότες είναι να αγωνιστούν, μέσα απ' αυτούς τους συνεταιρισμούς, ενάντια σ' όλους εκείνους τους παράγοντες που οδηγούν στο ξεκλήρισμά τους. Μόνο αυτή η πάλη της φτωχομεσαίας αγροτιάς μπορεί να της διαλύσει τις αυταπάτες, μέσα από την ίδια της την πείρα, να την πείσει τελικά ότι η διέξοδος γι' αυτή είναι το γκρέμισμα του καπιταλισμού και η μεγάλη σοσιαλιστική συνεταιριστική παραγωγή, και να την οδηγήσει στη συμμαχία με το προλεταριάτο στη λαίκοδημοκρατική-σοσιαλιστική επανάσταση.
Η ΛΣΔ θα προχωρήσει αμέσως στην εθνικοποίηση της γης, εξαλείφοντας την απόλυτη γαιοπρόσοδο, απαλλάσσοντας έτσι τη φτωχομεσαία αγροτιά από τη μάστιγα του ενοικίου, δίνοντας τη γη σ’ αυτούς που τη δουλεύουν, χωρίς εξαγορά.Η εθνικοποίηση θα πάρει υπόψη της τους τίτλους ιδιοκτησίας που βρίσκονται στα χέρια προλετάριων και μισοπρολετάριων της πόλης. Η ΛΣΔ θα αποζημιώσει αυτούς τους μικροκάτοχους γης. Η έκταση της απαλλοτρίωσης της γης και των μέσων παραγωγής των πλούσιων αγροτών και παράδοσής τους στους φτωχομεσαίους αγρότες θα καθοριστεί από τους ρυθμούς ανάπτυξης της ταξικής πάλης στο χωριό, από τους ρυθμούς περάσματος της φτωχομεσαίας αγροτιάς στη συνεταιριστική καλλιέργεια και από τις ανάγκες συνένωσης της γης για τη συνεταιριστική καλλιέργεια.
Το κράτος της ΛΣΔ θα διαγράψει όλα τα υποδουλωτικά χρέη, θα χορηγήσει στους φτωχομεσαίους αγρότες άτοκα και χαμηλότοκα δάνεια, θα τους απαλλάξει από το δυσβάσταχτο φορτίο της αγοράς των βασικών μέσων παραγωγής (οργανώνοντας κρατικούς σταθμούς μηχανοκαλλιέργειας), θα χτυπήσει το εμπορικό και τοκογλυφικό κεφάλαιο, εκχωρώντας στους αγροτικούς συνεταιρισμούς το αποκλειστικό δικαίωμα διακίνησης των αγροτικών προϊόντων και στηρίζοντας με όλα τα μέσα (οικονομικά, τεχνικά, οργανωτικά) το συνεταιριστικό εμπόριο, θα τους δείξει το δρόμο της συνένωσης της εθνικοποιημένης γης, της απαλλοτρίωσης της αστικής τάξης του χωριού και της κοινής συνεταιριστικής της καλλιέργειας. Ετσι, ο πόθος της φτωχομεσαίας αγροτιάς, που μάταια προσπαθεί μέσα στον καπιταλισμό να γίνει εύπορη, θα γίνει πραγματικότητα στα πλαίσια του σοσιαλιστικού παραγωγικού συνεταιρισμού (κολχόζ).
(98 ) Με την εθνικοποίηση των Τραπεζών όλες οι τραπεζικές υποθέσεις συγκε- ντροποιούνται στην Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας. Στο εξωτερικό εμπόριο εφαρμόζεται το κρατικό μονοπώλιο. Οι επιχειρήσεις του χοντρεμπόριου και του μεγάλου λιανικού εμπόριου (πολυκαταστήματα, σούπερ-μάρκετ, μεγάλα εμπορικά καταστήματα κ.λπ.) περνούν στα χέρια των οργάνων του κράτους της ΛΣΔ. Ετσι, το κράτος της ΛΣΔ συγκεντρώνει από την πρώτη στιγμή στα χέρια του, εκτός από τη βιομηχανία, και το βασικό μηχανισμό κατανομής και μπορεί έτσι να περιορίζει τη σφαίρα ενέργειας του νόμου της αξίας και της εμπορευματικής παραγωγής, εξαλείφοντας τα φαινόμενα κερδοσκοπίας σε βάρος των εργαζόμενων.
Το μεγάλο κρατικό λιανεμπόριο στις πόλεις και το συνεταιριστικό λιανεμπόριο
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 59
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
στο χωριό αποτελούν τα σπουδαιότερα συστατικά στοιχεία του μηχανισμού κατανομής και αποτελούν το πρώτο βήμα στην κατεύθυνση αντικατάστασης του εμπόριου με μια σχέδιο μετρική, οργανωμένη σε παγκρατική κλίμακα κατανομή, το πρώτο βήμα του περάσματος όλου του μηχανισμού κατανομής στα χέρια του σοσιαλιστικού κράτους, που θα μπορεί να κατανέμει με τη μεγαλύτερη ταχύτητα, συστηματικότητα, οικονομία και τη μικρότερη κατανάλωση εργασίας όλα τα προϊόντα, προετοιμάζοντας το πέρασμα από την ανταλλαγή μέσω του χρήματος στην ανταλλαγή προϊόντων, προετοιμάζοντας δηλαδή το πέρασμα στον κομμουνισμό, που θα σημάνει συγκέντρωση στα χέρια των ίδιων των παραγωγών όλης της παραγωγής και της κατανομής των προϊόντων. Στο μικρό λιανικό εμπόριο, που παραμένει στα χέρια ιδιωτών ασκείται έλεγχος του κράτους, για να χτυπιούνται φαινόμενα κερδοσκοπίας σε βάρος του λαού. Η σημασία αυτού του εμπόριου βαθμιαία θα εκτοπίζεται από το μεγάλο κρατικό λιανεμπόριο και τελικά οι ατομικοί έμπορα θα εκλείψουν.
(99 ) Στόχος της ΛΣΔ είνα να καταστήσει ισοσκελισμένο τσ ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της χώρας με τον καπιταλιστικό κόσμο, αξιοπαώντας όλες πς πηγές εμπορικών εσόδων κα άδηλων πόρων. Οικονομικές δραστηριότητες όπως ο τουρισμός θα φανούν πολύ χρήσιμες, ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδο της σοαα- λισπκής οικοδόμησης, όπου η ανάγκη για τη γρήγορη ανοικοδόμηση της βιομηχανίας θα απατήσει εκτεταμένες εισαγωγές μέσων παραγωγής από το εξωτερικό, που το κόστος τους δεν θα μπορεί να αντισταθμιστεί από πς εξαγωγές. Στόχος της ΛΣΔ όμως δεν θα είναι η ανπστάθμιση του εμπορικού ελλείμματος με ένα θετικό ισοζύγιο αδήλων, αλλά η ισοσκέλιση του εμπορικού ισοζύγιου, που θα επιτυγχάνετα όσο θα αναπτύσσετα η οικονομία γενικά κα ειδικά η βιομηχανία.
(100) Η εθνικοποίηση της γης αποτελεί τη βάση για τη λύση του προβλήματος της κατοικίας. Κατάσχοντας κα εθνικοποιώντας τις κατοικίες των αστών, καθώς κα τα διαμερίσματα που βρίσκονται συγκεντρωμένα στα χέρια καπιταλιστών ετπ- χειρημαπών και χρησιμοποιούνται σαν αντικείμενο εκμετάλλευσης, η ΛΣΔ τις περνάει στα χέρια των Λαϊκών Συμβουλίων, για να εγκαταστήσουν σ' αυτές πς εργαζόμενες οικογένειες που δεν έχουν δική τους στέγη. Επειδή το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού ανπκαθρεφτίζετα κα στο ζήτημα της κατοικίας, όπου πολλά διαμερίσματα βρίσκοντα στην ιδιοκτησία των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων κα σε πολλές περιπτώσεις αυτές α κατοικίες νοικιάζονται, η ΛΣΔ δεν πρόκειτα να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση αυτών των κατοικιών κα όπου χρειαστεί να το κάνει θα αποζημιώσει τους ιδιοκτήτες τους, αντιμετωπί- ζοντάς τους όπως αντιμετωπίζει κα τους μικροκάτοχους τίτλων των εσωτερικών δανείων.
Ταυτόχρονα με την εθνικοποίηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, η ΛΣΔ θα αρχίσει να εφαρμόζει πλατύ πρόγραμμα ανέγερσης εργατικών κα λαϊκών κατοικιών, με δαπάνες του κράτους. Το πρόγραμμα αυτό θα είνα αναγκαστικά μακρόχρονο, πρώτο γιατί ο καπιταλισμός έχει δημιουργήσει στενότητα κατοικίας, ιδιαίτερα στα μεγάλα προλεταριακά κέντρα, δεύτερο, γιατί στην περίοδο ανόρθωσης της σοααλισπκής βιομηχανίας τα κονδύλια που θα μπορούν να διατεθούν για το πρόγραμμα εργατικής κα λαϊκής στέγης αναγκαστικά θα είνα περιορισμένα από πς απατήσεις της αναγκαίας σοααλισπκής συσσώρευσης, τρίτο γιατί θα υπάρξει παραπέρα αύξηση του πληθυσμού, αφού το δημογραφικό πρόβλημα θ' αρχίσει να λύνετα στα νέα οικονομικά κα κοινωνικά πλαίαα που θα δημιουργηθούν, με την άνοδο του βιοτικού κα πολιπσπκού επιπέδου των εργαζόμενων, με την κοινωνική προστασία της μητρότητας και του παιδιού, με την εξάλειψη της ανεργίας κ.λπ.
(1 0 1 ) Η ύπαρξη δυο μορφών σοααλισπκής ιδιοκτησίας, της κραπκής - παλλαϊκής κα της συνεταιριστικής (η ύπαρξη κα μικρών ιδιωτικών παραγωγικών μονάδων δίπλα στη μεγάλη σοααλιστική παραγωγή, κα μικρών ιδιωπκών εμπορικών μονάδων δίπλα στο μεγάλο κρατικό κα συνεταιριστικό λιανεμπόριο, στο μεταβατικό στάδιο προς την πλέρια οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής) κάνει απαραίτητη τη διατήρηση της αγοράς σαν μορφής οικονομικής σύνδεσης, όπως κα τη διατήρηση του χρηματικού συστήματος κα άλλων μορφών οικονομικής δραστηριότητας, που εξωτερικά μοιάζουν κεφαλαοκρατικές (υπολογισμός σε αξίες, πληρωμή της δουλειάς σε χρήμα, αγορά κα πούλη- ση, πίστωση, τράπεζες κ.λπ.), αλλά όμως παίζουν το ρόλο μοχλών της σοααλι- στικής οικοδόμησης, στο βαθμό που εξυπηρετούν σε όλο κα μεγαλύτερο βαθμό πς επιχειρήσεις συνεπούς σοααλιστικού τύπου, τον σοσιαλιστικό τομέα της α- κονομίας.
Στη μεταβατική περίοδο, η ποικιλία των οικονομικών μορφών (από τη μεγάλη σοααλιστική βιομηχανία, μέχρι τη συνεταιριστική αγροτική οικονομία, την οικονομία του μικρού εμπορευματοπαραγωγού και τη μικρή ιδιωτική καπιταλιστική επι-
sagwaflBgW ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
χείρηση), αναπόφευκτα θα συνοδεύεται από πάλη των διάφορων οικονομικών μορφών. Η πουαλομορφία των τάξεων και των στρωμάτων που ανπστοιχεί σ' αυτές πς οικονομικές μορφές, η ύπαρξη σ' όλους τους τομείς της οικονομικής ζωής συνηθειών και παραδόσεων κληρονομημένων από την αστική κοινωνία, που δεν μπορούν να εξαλειφτούν αμέσως, όλ’ αυτά απαιτούν από την οικονομική καθοδήγηση του προλεταριάτου ένα σωστό συνδυασμό - με βάση πς σχέσεις της αγοράς - της μεγάλης σοσιαλιστικής βιομηχανίας με τη συνεταιριστική αγροτική οικονομία, τη μικρή οικονομία των εμπορευματοπαραγωγών και την ιδιωτική επιχείρηση, που να εξασφαλίζει την καθοδήγηση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας στο σύνολο της οικονομίας, το ανώτατο όριο ανόδου όλης της οικονομίας και ταυτόχρονα τον περιορισμό και την εξάλειψη των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Το γρήγορο πέρασμα της φτωχής και μεσαίας αγροπάς στο συνεταιρισμό σοσιαλιστικού τύπου μικραίνει τα προβλήματα της μεταβατικής περιόδου, επειδή η οικονομική σημασία των μικροπαραγωγών και μικρεμπόρων της πόλης θα είναι πολύ μικρή και συνέχεια θα μειώνεται, με την εξαφάνιση αυτών των οικονομικών μορφών και το πέρασμα στη μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή και το κρατικό και συνεταιριστικό λιανεμπόριο, επειδή η ανάπτυξη της μεγάλης σοσιαλιστικής παραγωγής θα επιτρέπει την πιο αποφασιστική πάλη ενάνπα σπς ιδιωτικές επιχειρήσεις που θα έχουν απομείνει, μέχρι το ολοκληρωτικό σβήσιμό τους.
Η αγορά όμως θα εξακολουθήσει να υφίσταται και μετά την ολοκλήρωση της μεταβατικής περιόδου. Επειδή τα προϊόντα της συνεταιριστικής αγροτικής οικονομίας θα εξακολουθήσουν να πραγματοποιούνται σαν εμπορεύματα, η αγορά είναι η μοναδική παραδεκτή μορφή σύνδεσης ανάμεσα στην πόλη και το χωριό. Αυτού του είδους η εμπορευματΐκή παραγωγή όμως δεν έχει καμά σχέση με την καπιταλιστική εμπορευματική παραγωγή, γιατί τα μέσα παραγωγής δεν είναι ατομική ή συλλογική-καπιταλιστική, αλλά σοσιαλιστική ιδιοκτησία, γιατί η εργαπ- κή δύναμη δεν είναι εμπόρευμα, γιατί η τάξη των εκμεταλλευτών έχει συνολικά εξαλειφτεί απ' όλη τη κλίμακα της οικονομίας, και σαν συνέπεια ο νόμος της αξίας έχει περιορισμένη σφαίρα δράσης (μόνο στα καταναλωτικά προϊόντα, που πραγματοποιούνται σαν εμπορεύματα) και δεν παίζει ρόλο ρυθμιστή ούτε στη βιομηχανία ούτε στην αγροτική οικονομία ούτε στον καθορισμό των αναλογιών της εργασίας στην κατανομή της στους διάφορους κλάδους της σοσιαλιστικής οικονομίας. Στη βάση αυτών των οικονομικών σχέσεων όμως, που συνδέουν την πόλη με το χωριό, αναπτύσσεται και η ταξική πάλη ανάμεσα στην εργατική τάξη και τη συνεταιρισμένη αγροπά. Μια ταξική πάλη που δεν έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα, αφού τα συμφέροντα αυτών των δυο τάξεων είναι κοινά, αλλά που αποβλέπει στο να πειστεί η αγροπά να ακολουθεί το παγκραπκό σχέδιο,' παραδίνοντας στις κρατικές τιμές συγκέντρωσης τις απαραίτητες ποσότητες καταναλωτικών και βιομηχανικών αγροτικών προϊόντων, και παραπέρα να αποδεχτεί το πέρασμα από το σοσιαλιστικό συνεταιρισμό στη μεγάλη κρατική παραγωγή, που θα γίνει στη βάση της ανάπτυξης της οικονομίας και με τρόπους που θα είναι προς όφελος της αγροπάς. Αυτή η ταξική πάλη της εργατικής τάξης είναι απαραίτητη προκειμένου να υπερνικηθούν οι επιβιώσεις της ατομικής ψυχολογίας, που εξακολουθούν να παραμένουν στη συνείδηση και του συνεταιρισμένου αγρότη, του οποίου η παραγωγική δραστηριότητα είναι μεν σοσιαλιστικού τύπου, αλλά σαφώς πιο καθυστερημένη από τη σοσιαλιστική βιομηχανία.
(1 0 2 ) Η σχεδιασμένη οικονομική ανάπτυξη θα εφαρμοστεί εξαρχής σ' όλη την κλίμακα της σοσιαλιστικής οικονομίας. Οσο πιο γρήγορα θα προχωρά το πέρασμα των μικρών παραγωγικών μονάδων (βασικά των αγροτικών) στη σφαίρα της σοσιαλισπκής συνεταιριστικής παραγωγής, όσο πιο γρήγορα θα εκτοπίζεται η οικονομική σημασία και θα εξαφανίζονται οι μικρές μονάδες, στους τομείς της παραγωγής, του εμπόριου και των υπηρεσιών, τόσο θα μικραίνει το μέγεθος των σχέσεων αγοράς, τόσο θα μεγαλώνει η σημασία του σχεδίου — που θα γίνεται παγκραπκό — σε σχέση με το αυθόρμητο που γεννά η αγορά. Στον καθορισμό των μεγεθών του σχεδίου ενεργό ρόλο θα παίζουν οι ίδιοι α εργαζόμενοι, που θα παίρνουν ενεργά μέρος στη συζήτηση και με πς απόψεις τους θα βοηθούν και θα ελέγχουν τα όργανα της οικονομικής πολιτικής του κράτους. Η άνοδος του μορφωτικού και πολιπσπκού επιπέδου των εργαζόμενων είναι κρίσιμο ζήτημα για να αποχτήσει ουσιαστικό χαρακτήρα αυτή η συμμετοχή και ο έλεγχος των οικονομικών καθοδηγητικών οργάνων, αφού μόνο πάνω στη βάση ενός ψηλού επιπέδου γνώσεων μπορούν οι εργάτες και οι συνεταιρισμένοι αγρότες να ελέγξουν τους ειδικούς της οικονομίας και της παραγωγής. Η ύπαρξη δυο μορφών ιδιοκτησίας, της κρατική ς-παλλαϊκής και της συνεταιριστικής, που εξακολουθούν να συνδέονται μέσω της σοσιαλιστικής αγοράς, αντικειμενικά θέτει δυσκολίες και γεννά προβλήματα στην εκπόνηση και περισσότερο στην εφαρμογή του σχεδίου, αφού η συνεταιριστική ιδιοκτησία καθυστερεί σε σχέση με την κρατική-παλλάϊκή, αφού το προϊόν της αγροτικής οικονομίας αποτελεί συλλογική ιδιοκτησία των αγροτών
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 61
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
και όχι παλλαϊκή ιδιοκτησία.Η πλέρια λειτουργία του νόμου της ισόμετρης αναλογικής ανάπτυξης όλης της
λαϊκής οικονομίας δεν εξαρτάται μόνο από την αποκατάσταση ενός ενιαίου μηχανισμού διεύθυνσης της οικονομίας. Εξαρτάται και από την πορεία του κινήματος σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών και από την αποτελεσματικότητα της παλλαϊκής καταγραφής και του ελέγχου στην παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων. Η κρατικοποίηση μετατρέπει τα μέσα παραγωγής σε παλλαϊκή ιδιοκτησία, δεν εξασφαλίζει όμως και την κοινωνικοποίησή τους. Η κρατικοποίηση αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα προς την κοινωνικοποίηση, είναι ανώριμη μορφή κοινωνικοποίησης. Η κοινωνικοποίηση έρχεται μόνο σαν αποτέλεσμα της ανάπτυξης του κινήματος σοσιαλιστικής αυτενέργειας των μαζών, σε τρόπο ώστε να αγκαλιάζει πς πιο πλατιές μάζες των εργαζόμενων, και της υπερνίκησης των φαινομένων αδιαφορίας προς τη σοσιαλιστική παραγωγή, καταχρήσεων, καθυστερήσεων σε σχέση με το πλάνο, ευνοιοκρατίας και παρασιπσμού σε βάρος της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που εξακολουθούν να επιβιώνουν και σ' ένα βαθμό να αναπαράγονται, εξαιτίας των επιβιώσεων της αστικής ψυχολογίας, εξαιτίας των ανισοτήτων του δικαίου στον τομέα της κατανομής, εξαιτίας της λειτουργίας (έστω και χωρίς το καπιταλιστικό τους περιεχόμενο) του νόμου της αξίας και της ε- μπορευματικής παραγωγής, εξαιτίας της ύπαρξης των ουσιωδών διαφορών ανάμεσα στην πόλη και το χωριό και ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, που γεννούν αντιθέσεις (μη ανταγωνιστικού χαρακτήρα, αλλά ιδιαίτερης σημασίας για την πρόοδο του σοσιαλισμού) ανάμεσα στην εργατική τάξη και την αγροπά και ανάμεσα στην εργατική τάξη και την αγροπά (από τη μια) και τη σοσιαλιστική διανόηση (από την άλλη).
(1 0 3 ) Η εργατική τάξη, που είναι η καθοδηγητική δύναμη της νέας κοινωνίας, αξιοποιώντας τα τεχνικά και οικονομικά πλεονεκτήματα της μεγάλης σοσιαλιστικής παραγωγής, τη συγκέντρωση των βασικών παραγωγικών μέσων και των μοχλών διεύθυνσης της οικονομίας στα χέρια του κράτους, τη σχεδιασμένη καθοδήγηση της οικονομίας, πς δυνατότητες του κρατικού μηχανισμού (προϋπολογισμός, φορολογία, διοικητική νομοθεσία), μελετώντας σωστά το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων, ώστε ούτε στιγμή να μη διασαλεύεται η συμμαχία της με τα πλαπά μισοπρολεταριακά στρώματα, βασικά με τη φτωχή και μεσαία αγροπά, αναπτύσσει την ταξική της πάλη ενάνπα στην ασπκή τάξη και στα νέα κεφαλαιοκρατικά στοιχεία, που θα ξεφυτρώνουν στη μεταβατική περίοδο από πς ιδιωτικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις και τη μικρή εμπορευματική παραγωγή, και αποσκο- πεί στο γρήγορο τράβηγμα της φτωχομεσαίας αγροπάς στο σοσιαλιστικό συνεταιριστικό σύστημα, και μέσω αυτού στο γενικό σύστημα του αναπτυσσόμενου σοσιαλισμού. Ετσι, οι σχέσεις αγοράς, μέσα σπς συνθήκες της ΛΣΔ, με τη σωστή πολιτική, οδηγούνται στην καταστροφή τους, συντελώντας στην εκτόπιση του ιδιωτικού κεφάλαιου, στη σοσιαλιστική αναδιοργάνωση της αγροτικής οικονομίας, στην παραπέρα συγκέντρωση και ouyκεντροποίηση των μέσων παραγωγής στα χέρια του κράτους της ΛΣΔ, που είναι απαραίτητος όρος για ν' αρχίσει η κρατικοποίηση να μετατρέπεται σε πραγματική κοινωνικοποίηση και να πραγματοποιείται το πέρασμα στον κομμουνισμό.
(1 0 4 ) Στην πρώτη φάση της οικοδόμησης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, το κράτος της ΛΣΔ αναγκαστικά θα καταφύγει στη χρησιμοποίηση των ειδικών του ασπκού καθεστώτος. Γ Γ αυτό και είναι απαραίτητο όχι μόνο να ασκείται ο πιο αυστηρός εργατικός έλεγχος πάνω σ' αυτούς τους ειδικούς, αλλά και να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στον τομέα της εκπαίδευσης, που θα δημιουργήσει τους νέους ειδικούς της ΛΣΔ, προερχόμενους από πς γραμμές των φιλικών τάξεων και στρωμάτων.
Η ταξική πάλη της εργατικής τάξης και της συνεταιρισμένης αγροτιάς θα συνεχιστεί και απέναντι στη νέα, τη σοσιαλιστική διανόηση, χωρίς όμως να έχει ανταγωνιστικό χαρακτήρα. Αυτή η πάλη είναι απαραίτητη, ώστε να αποφευχθεί' η δημιουργία προνομιούχου στρώματος από τη σοσιαλιστική διανόηση, που κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να αποτελέσει κοινωνικό στήριγμα της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, μετεξελισσόμενο σε νέα ασπκή τάξη. Ο κίνδυνος αυτός υπάρχει λόγω των διευθυντικών θέσεων που κατέχει η σοσιαλιστική διανόηση στην οικονομία και στη διοίκηση, λόγω της διαφοροποιημένης κλίμακας μισθών, λόγω των αντικειμενικά ευνοϊκότερων κοινωνικών συνθηκών κάτω από πς οποίες ζει, στη φάση που ο σοσιαλισμός δεν έχει καταχτήσει ακόμη εκείνο το επίπεδο ωρίμανσης, που απαιτείται για το πέρασμα στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Γ ια να μπορέσει να αναπτυχθεί αυτή η ταξική πάλη πρέπει να διευκολύνεται από όλο το σύστημα της κοινωνικής οργάνωσης και των θεσμών. Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη διαφοροποίηση της κλίμακας των μισθών, ώστε η κατάσταση που αντικειμενικά διαμορφώνεται στα πρώτα στάδια α
62 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
νάπτυξης του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής να μη παγιώνεται, αλλά να μεταβάλλεται δυναμικά, με το κλείσιμο της φολίδας, από τη μια, κα με την άνοδο συνολικά του βιοτικού κα πολιτιστικού επιπέδου της κανωνίας, από την άλλη. Πρέπει να εξασφαλίζονται στον ανώτατο βαθμό τα δικαιώματα των εργαζόμενων κολλεκτίβων στην άσκηση του εργατικού ελέγχου πάνω στα διευθυντικά κα τεχνικά στελέχη της παραγωγής κα της κατανομής, καθώς κα τα δικαώματα των Λαϊκών Συμβουλίων για την άσκηση του ελέγχου στα εκτελεστικά τους όργανα.
4. Φροντίδα για τον εργαζόμενο(1 0 5 ) Το καθεστώς της ΛΣΔ όχι μόνο θα ικανοποιήσει χρόνια ατήματα, για τα
οποία α εργαζόμενα δίνουν σκληρούς αγώνες μέσα στον καπιταλισμό, αλλά θα πάρει τέπα μέτρα, που θα ελαφρύνουν τη δουλειά κα θα επιτρέπουν στον εργαζόμενο να παίρνει μέρος σ' όλες πς εκδηλώσεις της κανωνικής ζωής, να ανεβάζει το μορφωτικό κα το πολιτιστικό του επίπεδο, να συμμετέχει άμεσα στη διαχείριση όλων των κρατικών κα οικονομικών υποθέσεων. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο θα εξαλειφτεί. Μαζί της θα εξαλειφτεί κα η ανεργία. Ο εργαζόμενος θα γίνει πραγματικός αφέντης στη δουλειά κα στο προϊόν της, πρωταγωνιστής όλων των εκδηλώσεων της κανωνικής ζωής κα όχι απόβλητός της.
Στη μεταβατική περίοδο προς την οικοδόμηση των σοααλιστικών σχέσεων παραγωγής σ' όλη την κλίμακα της οικονομίας, α μισθοί των εργαζόμενων σε ιδιωπ- κές επιχειρήσεις θα είνα ίσα με τους μισθούς των εργαζόμενων στο σοααλισπ- κό τομέα της οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση, κανένας εργαζόμενος δεν θα παίρνει μισθό κατώτερο από εκείνον που απατείτα για να απολαμβάνει μια άνετη ζωή, σύμφωνα με τα πρότυπα της σοααλισπκής κα όχι της καπιταλιστικής κοινωνίας. Με την πλέρια οικοδόμηση των σοααλιστικών σχέσεων παραγωγής κα την εξάλειψη της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο θα εξαφανιστούν και α κατηγορίες που προσδιορίζουν τις κοινωνικές σχέσεις στον καπιταλισμό, όπως αναγκαία εργασία και υπερεργασία, αξία της εργατικής δύναμης κα υπεραξία. Οι νέες αξίες που παράγοντα ανήκουν εξολοκλήρου στους εργαζόμενους. Ενα τμήμα τους θα το παίρνουν με το μισθό, ώστε να μπορούν μέσω αυτού να αγοράζουν τα προϊόντα ατομικής κατανάλωσης που ανήκουν στην εμπορευμαπκή κυκλοφορία. Ενα άλλο τμήμα τους θα πηγαίνει για πς ανάγκες της σοααλισπκής συσσώρευσης, για τη διαρκή επέκταση κα τελειοποίηση της σοααλισπκής παραγωγής, με τελικό στόχο την αφθονία προϊόντων σε ύψος που θα επιτρέπει την εξάλειψη κάθε κοινωνικής ανισότητας. Και ένα τρίτο μέρος θα διατίθετα από το κράτος της ΛΣΔ, έξω από τη σφαίρα της εμπορευματικής οικονομίας, για τη συνεχή άνοδο των κανωνικών υπηρεαών προς τους πολίτες (παδεία, πολιτισμός, υγεία, προστασία της μητρότητας κα των γηραπών κ.λπ.), για την ενίσχυση του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και της άμυνας της σοααλισπκής πατρίδας.
Μια κλίμακα μισθών είνα απαραίτητη στο οικονομικό καθεστώς της ΛΣΔ. Αν δεν παίρνοντα υπόψη οι διαφορές ανάμεσα στην ειδικευμένη κα την ανειδίκευτη εργασία, ανάμεσα στη βαριά και την ελαφριά εργασία, το σοααλιστικό σύστημα θα κατατρύχετα από συνεχή διαρροή εργατών από ορισμένες επιχειρήσεις προς άλλες, από ορισμένους οικονομικούς κλάδους προς άλλους, καθώς κα από την υποχώρηση του ενδιαφέροντος για την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω της τελειοποίησης της τεχνολογίας κα της τεχνικής της παραγωγής. Κι αυτό γιατί η σοααλιστική κανωνία μόλις έχει βγει από τον καπιταλισμό, γιατί η κοινωνία δεν έχει εξασφαλίσει ακόμη εκείνη την ιδιαίτερα ψηλή συσσώρευση και αφθονία προϊόντων, γιατί τα μέσα ατομικής κατανάλωσης πραγματοποιούντο ακόμη σαν εμπορεύματα, γιατί τέλος η συνείδηση των εργαζόμενων δεν έχει φτά- σει σε κείνο το επίπεδο που να αντιμετωπίζει τη δουλειά σαν φυσική ανάγκη κα όχι σαν καταναγκασμό. Αυτή η κλίμακα μισθών όμως δεν θα δημιουργεί ταξικές ανισότητες κα συνέχεια θα σμικρύνεται. Αποφααστικός παράγοντας γι' αυτό θα είνα η ίδια η πρόοδος του σοααλιστικού συστήματος, που θα παρέχει όλο και περισσότερες κοινωνικές υπηρεσίες στους εργαζόμενους, ώστε βαθμιαία ένας μεγαλύτερος όγκος των μέσων συντήρησης κα των δημιουργημάτων της πνευματικής παραγωγής να παραχωρούντα στους εργαζόμενους έξω από τη σφαίρα της εμπορευματικής κυκλοφορίας, διαδικασία που συνεχώς θα μειώνει την οικονομική σημασία του μισθού.
Οι ημερήσιες ώρες δουλειάς θα μειωθούν σε 6 (πενθήμερη βδομάδα) κα στις βαριές κα ανθυγιεινές εργασίες σε 5. Ανάλογα με την άνοδο της παραγωγικότητας της κανωνικής εργασίας α ώρες εργασίας θα μειώνονται κι άλλο. Οι υπερω
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 63
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
ρίες θα απαγορευτούν. Η εργατική τάξη, μέσα στον καπιταλισμό, θεωρεί πως είναι υπερώριμο το αίτημα του 7ωρου - δημερου, το έχει διατυπώσει, το διεκδικεί και το έχει καταχτήσει σε ορισμένους (λίγους) κλάδους. Η ύπαρξη της στρατιάς των ανέργων, η ιδιαίτερα χαμηλή παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας, που χαρακτηρίζει τον ελληνικό καπιταλισμό, ο υπερπληθυσμός της φτωχής και μεσαίας αγροπάς, αποτέλεσμα της ιδιαίτερα χαμηλής παραγωγικότητας της αγροτικής οικονομίας, φαινόμενα που θα εξαλείψει η οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, σε συνδυασμό με το σημερινό επίπεδο της τεχνικοεπιστη- μονικής προόδου, θα επιτρέψουν στη ΛΣΔ να εφαρμόσει εξαρχής αυτή τη γενική μείωση του ημερήσιου χρόνου δουλειάς σπς 6 ώρες και σπς 5 για τους κλάδους της βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας.
Η νυχτερινή δουλειά θα περιοριστεί μόνο στους κλάδους όπου είναι εντελώς απαραίτητη. Θα απαγορευτεί η νυχτερινή δουλειά για πς γυναίκες, καθώς και η δουλειά σε ανθυγιεινές εργασίες.
Θα καθοριστούν νόρμες εντατικότητας της δουλειάς, σύμφωνα με πς απαιτήσεις προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζόμενων, όπως αυτές καθορίζονται από τη σύγχρονη επιστήμη της υγιεινολογίας, της εργονομίας και της ιατρικής. Η άνοδος της παραγωγής και η σοσιαλιστική συσσώρευση θα επιτυγχάνονται με την άνοδο της παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας και τη μείωση ταυτόχρονα της εντατικότητας. Ο σχεδιασμός μηχανών και παραγωγικών διαδικασιών θα γίνεται όχι με στεγνά τεχνοκρατικά κριτήρια, αλλά με πρωταρχικό κριτήριο τη μείωση της έντασης της δουλειάς των εργαζόμενων, τη μετατροπή των βαριών εργασιών σε ελαφριές, την ασφάλεια και την υγιεινή της δουλειάς.
Ολα α πολίτες της ΛΣΔ θα έχουν πλήρη Κανωνική Ασφάλιση, που θα τους καλύπτει στα γηρατειά, καθώς και από ανικανότητα, ατυχήματα, ανεργία (στη φάση της μεταβατικής περιόδου) κ.λπ. Οι εργαζόμενοι θα συνταξιοδοτούντα στα 60 χρόνια α άνδρες κα στα 55 α γυναίκες, κα σε βαριές κα ανθυγιεινές εργασίες (που θα καθοριστούν με νέα σοααλισπκά κριτήρια κα όχι με τα κριτήρια του καπιταλισμού) στα 55 α άνδρες κα στα 50 α γυναίκες. Οι δαπάνες της Κοινωνικής Ασφάλισης θα καλύπτοντα αποκλειστικά από το κράτος κα από τους εργοδότες, στο βαθμό κα για όσο θα υπάρχουν ακόμη ιδιώτες επιχειρηματίες. Τα ασφαλιστικά ταμεία θα διοικούνται από τους ίδιους τους ασφαλισμένους και συνταξιούχους.
Η μητρότητα θα τύχει πλήρους προστασίας. Η εργαζόμενη γυναίκα θα έχει όση άδεια χρειάζετα στη διάρκεια της εγκυμοσύνης κα μετά απ' αυτή. Θα υπάρχει μειωμένο ωράριο για τη μητέρα με ανήλικα παδιά. Θα δημιουργηθεί πλήρες δίκτυο βρεφονηπιακών σταθμών κα παδικών πάρκων, με προσανατολισμό το χώρο δουλειάς κα όχι το χώρο κατοικίας.
(1 0 6 ) Η υγεία του λαού θα αποτελεί πρώτη προτεραότητα για το κράτος της ΛΣΔ. Με την εθνικοποίηση όλων των ιδιωτικών νοσηλευτικών και διαγνωστικών κέντρων, καθώς κα της φαρμακοβιομηχανίας, όλα α πολίτες θα έχουν πλήρη ιατρική, νοσοκομειακή κα φαρμακευτική περίθαλψη, με δαπάνες του κράτους. Το βάρος θα πέσει ιδιαίτερα στον τομέα της πρόληψης, που είνα ο πιο σημαντικός για την προστασία της υγείας του λαού.
Σε εντελώς νέες βάσεις θα τεθεί η Υγιεινή κα Ασφάλεια της Εργασίας. Το κράτος της ΛΣΔ δεν θα περιοριστεί στα διεθνή στάνταρ για την ασφάλεια των μηχανών κα των παραγωγικών διαδικααών κα για πς τιμές συγκέντρωσης των ρλα- πτικών παραγόντων, στάνταρ που είνα φτιαγμένα έτα ώστε να προστατεύουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών κα να συσκοτίζουν την καθημερινή υπόσκαψη της υγείας των εργαζόμενων, αλλά χρησιμοποιώντας την επιστημονική έρευνα στο πιο ψηλό επίπεδο, θα δημιουργήσει νέα στάνταρ, που θα ανταποκρίνοντα στις ανάγκες της πλέριας προστασίας της ασφάλειας κα της υγείας των εργαζόμενων από κινδύνους ατυχημάτων κα βλαπτικούς παράγοντες (φυσικούς κα χημικούς) στο χώρο δουλειάς. Καμιά νέα χημική ουσία δεν θα μπαίνει στην παραγωγή αν προηγούμενα δεν ελεγχθεί τοξικολογικά. Παράλληλα, τα τοξικολογικά εργαστήρια θα προχωρήσουν σε έλεγχο των ουαών που χρησιμοποιούντο στην καπιταλιστική παραγωγή χωρίς να έχουν ελεγχθεί κα σε επανέλεγχο εκείνων των ουαών για πς οποίες υπάρχουν καπιταλιστικά στάνταρ (σε πρώτη προτεραότητα εκείνων των ουαών για πς οποίες έχουν εγερθεί αμφισβητήσεις κα υπάρχουν συγκρουόμενες απόψεις), που όμως έχουν δημιουργηθεί με κριτήριο την εξασφάλιση της μέγιστης κερδοφορίας των καπιταλιστικών επιχειρήσεων.
(1 0 7 ) Η οικονομική ανάπτυξη θα γίνετα με απόλυτο σεβασμό στην προστασία των φυσικών πόρων κα του περιβάλλοντος. Η οικολογική καταστροφή αποτελεί μια ακόμη πλευρά της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, ένα ακόμη βαρύ φόρο που πληρώνει η ανθρωπότητα στο κεφάλαο. Η οικολογική καταστροφή δεν είνα αποτέλεσμα του βιομηχανικού πολιτισμού γενικά, όπως ισχυρίζετα η μικροαστική
i l l I ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993•χ :
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
οικολογία, αλλά αποτέλεσμα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού στο κυνήγι του μεγίστου κέρδους. Ο σοσιαλισμός θα αποδείξει την υπεροχή του και σ' αυτόν τον τομέα. Θα αποδείξει, όπ η ανθρωπότητα δεν χρειάζεται να επιστρέφει στην εποχή της φυσικής οικονομίας, προκειμένου να προστατεύσει τον πλανήτη από την οικολογική καταστροφή, αλλά μπορεί να πετύχει το πιο ψηλό επίπεδο ανάπτυξης και αφθονία προϊόντων, στη βάση ενός σοσιαλιστικού βιομηχανικού πολιπσμού, που θα προστατεύει τον άνθρωπο και το «ανόργανο σώμα του», τη φύση. Σ’ αυτόν τον απαράβατο κανόνα, που θα αποτελεί χαρακτηριστικό του βασικού οικονομικού νόμου του σοσιαλισμού, θα υποταχτεί και η ανάπτυξη της πυρηνικής τεχνολογίας.
Οι πληγές που έχει δημιουργήσει η ληστρική δράση του καπιταλισμού στην Ελλάδα είναι πολλές. Η ΛΣΔ θα ξεκινήσει ένα ταχύ πρόγραμμα επούλωσής τους, χωρίς να υπολογίσει το οικονομικό κόστος που θα απαιτηθεί.
5. Φροντίδα για τη Νεολαία - Παιδεία - Πολιτισμός(1 0 8 ) Επειδή η άνοδος του μορφωτικού και πολιπσπκού επιπέδου της νεολαί
ας και όλου του λαού και η διαμόρφωση του νέου ανθρώπου, του ανθρώπου της κομμουνιστικής κοινωνίας, αποτελεί όρο για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής και της ανέλιξής του προς την ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, η Παιδεία αποτελεί για τη ΛΣΔ τομέα πρώτης προτεραιότητας, για την οργάνωση και την πρόοδο του οποίου δεν θα λογαριάσει κανένα κόστος.
Η μόρφωση της νεολαίας και του λαού θα γίνει υπόθεση αποκλειστικά του κράτους της ΛΣΔ κα θα παρέχετα δωρεάν σε όλους. Ολα, χωρίς καμιά εξαίρεση, τα ιδιωτικά εκπαδευτήρια κάθε βαθμίδας θα εθνικοποιηθούν.
Η ΛΣΔ θα καθιερώσει άμεσα το δεκατετράχρονο υποχρεωτικό σχολείο, που θ' αρχίζει στην ηλικία των 4 ετών κα θα τελειώνει στα 18 (2 χρόνια νηπιαγωγείο, 6 δημοτικό, 6 γυμνάαο). Το αίτημα αυτό είνα υπερώριμο κα οι εργαζόμενοι το διεκδικούν κα μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, ανεξάρτητα από το γεγονός όπ προσκρούει στην πολιτική της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού. Η δουλειά των παδιών κα των νέων μέχρι τα 18 χρόνια θα απαγορευτεί.
Η ΛΣΔ θα καθιερώσει τον ενιαίο τύπο σχολείου, το σχολείο της γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης. Είνα ο μοναδικός τύπος σχολείου που συνδέει την ολόπλευρη μόρφωση με την παρατήρηση κα το πείραμα στη μαθηαακή διαδικασία κα την παραγωγική εργασία στη βιομηχανία κα την αγροτική οικονομία.
Στο εκπαδευτικό σύστημα της ΛΣΔ θα καταργηθούν όλες οι «αξιολογικές κρίσεις» (εξετάσεις, αριθμητική βαθμολογία κ.λπ.), γιατί όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά υπονομεύουν τη μαθηαακή διαδικασία, καλλιεργούν τον ανταγωνισμό κα εξυπηρετούν βασικά τις απαιτήσεις του ιεραρχικού καπιταλιστικού καταμερισμού της εργααας. Στα πλαίαα αυτής της βασικής κατεύθυνσης θα καταργηθούν τόσο οι προαγωγικές εξετάσεις μέσα στο δεκατετράχρονο υποχρεωτικό σχολείο κα οι εισαγωγικές εξετάσεις για την πανεπιστημιακή βαθμίδα της εκπαίδευσης. Με την κατάργηση των εξετάσεων κα ειδικά των εισαγωγικών εξετάσεων για την πανεπιστημιακή βαθμίδα, όχι μόνο ικανοποιείται ο λαϊκός πόθος για πανεπιστημιακή μόρφωση, αλλά κα αποτρέπετα — σε συνθήκες σοσιαλιστικής οικοδόμησης — η αναπαραγωγή της μη ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική κα την πνευματική δουλειά κα επιταχύνετα η διαδικασία της εξάλειψής της.
Η κατάργηση των εξετάσεων δεν δημιουργεί κανένα «χάος» ή «κενό», γιατί συ- νοδεύετα από αλλαγή στην ίδια τη διαδικασία κατάχτησης της γνώσης, αφού η λειτουργία του σχολείου της ΛΣΔ θα στηριχτεί σπς βάσεις της μαρξιστικολενινι- σπκής παδαγωγικής επιστήμης, που βρίσκετα σε ευθεία αντίθεση με την αστική.Η μαρξιστικολενινιστική παδαγωγική επιστήμη δεν υπηρετεί απλά τη διαδικασία κατάχτησης της γνώσης, αλλά κα τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου. Στηριγμένη στην ομαδική δουλειά κα στο συλλογικό πνεύμα, χρησιμοποιώντας την αναλυ- τικοσυνθετική μέθοδο κα τον διαλεχτικό κα ιστορικό υλισμό και προωθώντας την ταξική πάλη μέσα στην ίδια τη σχολική κολλεχτίβα (στην οποία περιλαμβάνονται δάσκαλα κα διδασκόμενα), έχει σαν στόχο να μετατρέψει τη μόρφωση από ατομική σε συλλογική υπόθεση, σε μοχλό για την πρόοδο του σοααλιστικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Ο μαθητής του σοααλιστικού σχολείου αποχτά συνείδηση των τεράστιων θυαών σπς οποίες υποβάλλετα η κανωνία για να του εξασφαλίσει απρόσκοππη από ταξικούς φραγμούς πρόσβαση στη γνώση, αποχτά συνείδηση των υποχρεώσεών του κα βλέπει την κατάχτηση της γνώσης όχι σαν μια στενά προσωπική του υπόθεση, αλλά σαν μέσο όπου μέσω της προσωπικής
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
του τελείωσης θα υπηρετήσει την κοινή υπόθεση της κοινωνίας. Ο δάσκαλος του σοσιαλιστικού σχολείου δεν είναι ο κυρίαρχος του αστικού σχολείου. Εχει τις δικές του υποχρεώσεις απένανπ στους μαθητές και την κοινωνία και υποβάλλεται σε κριτική απ' αυτούς. Ετσι λειτουργεί η ταξική πάλη μέσα στο σοσιαλιστικό σχολείο και αποτελεί την κινητήρια δύναμη για το ξεπέρασμα των καθυστερήσεων και τη συνεχή πρόοδό του.
Στο ξεκίνημα αυτών των επαναστατικών αλλαγών στο εκπαιδευτικό σύστημα, που γκρεμίζουν εκ θεμελίων το αστικό σχολείο, η ΛΣΔ θα έχει να επιλύσει πολλά προβλήματα, θα πρέπει να ξεπεράσει μια ολόκληρη κληρονομιά από τον καπιταλισμό. Ταυτόχρονα όμως θα διαθέτει και πλούσια πεφα (από το έργο των μαρξι- στών-λενινιστών εκπαιδευπκών και τη θετική και αρνητική πείρα της σοσιαλιστικής ΕΣΣΔ) και το θάρρος να πειραματίζεται συνέχεια και να γενικεύει θεωρητικά τη νέα πείρα, γιατί το στοιχείο του πειραμαπσμού είναι περισσότερο επιβεβλημένο ατά ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη μόρφωση, όπου κάθε συντηρηπ- σμός πρέπει να πεταχτεί στα σκουπίδια.
Από τον καπιταλισμό θα κληρονομηθεί μια μεγάλη μάζα εκπαιδευπκών όλων των βαθμιδών, γαλουχημένων στο πνεύμα της αστικής παιδαγωγικής, συνηθισμένων στα ιδιαίτερα μαθήματα σαν δεύτερη δουλειά, και θα απαιτηθούν μια σειρά μέτρα για την προσέλκυσή τους στη δουλειά του σοσιαλιστικού σχολείου. Το πρόβλημα της δημιουργία «κόκκινων» εκπαιδευτικών θα υφίσταται, παρά το γεγονός όπ από τον καπιταλισμό η ΛΣΔ θα κληρονομήσει πληθώρα εκπαιδευτικών, παρά το γεγονός όπ τα κατώτερα στρώματα της διανόησης είναι σύμμαχοι του προλεταριάτου και της φτωχομεσαίας αγροτιάς στη λάϊκοδημοκραπκή - σοσιαλιστική επανάσταση.
Η ΛΣΔ αναγκαστικά θα εφαρμόσει μια σειρά μεταβατικά μέτρα για να αντιμετωπίσει μια σειρά άλλα προβλήματα. Θα δημιουργηθούν ενδιάμεσος εκπαιδευπκές βαθμίδες ανάμεσα στο δεκατετράχρονο σχολείο και το πανεπιστήμιο, για τους νέους που δεν θα θελήσουν να συνεχίσουν στο πανεπιστήμιο (η ύπαρξη του ταξικού χωρισμού, των πολλαπλών μορφών οικονομικής δραστηριότητας στη μεταβατική περίοδο και των δυο μορφών σοσιαλιστικής παραγωγής στη συνέχεια, καθώς και η διατήρηση του αστικού δικαίου στην κατανομή, θα δημιουργήσουν και τέπες διαφορετικές τάσεις στον τομέα της μόρφωσης). Εκπαιδευτικές βαθμίδες όμως που πάντα θα στηρίζονται στην αρχή της παροχής γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, ώστε ο πολίτης της ΛΣΔ να μπορεί οποτεδήποτε να συνεχίσει πς σπουδές του μέχρι την ανώτατη εκπαιδευτική βαθμίδα. Θα δοθεί η δυνατότητα, με διάφορους τρόπους, να συνεχίσουν πς σπουδές τους οι ενήλικες εργαζόμενοι, που στον καπιταλισμό πετάχτηκαν έξω από το εκπαιδευτικό σύστημα σε κάποια από πς δυο πρώτες βαθμίδες του. Η τάση αυτή ανάμεσα στους ενήλικες εργαζόμενους της ΛΣΔ θα μεγαλώνει συνέχεια όσο θα αυξάνεται το γενικό βιοπ- κό και πολιπσπκό επίπεδο της κοινωνίας.
Ο διαχωρισμός της μόρφωσης από το επάγγελμα είναι το βάθρο πάνω στο οποίο η ΛΣΔ θα στηρίξει το εκπαιδευτικό της σύστημα. Γ ια να διαμορφωθεί πλα- τειά μια τέπα συνείδηση στους εργαζόμενους θα απαιτηθεί χρόνος και κόπος. Θα πρέπει να υπερνικηθεί η ριζωμένη από τον καπιταλισμό περιφρόνηση προς τη σωματική δουλειά. Θα πρέπει οι ίδιες οι κολλεχτίβες των ανώτερων εκπαιδευπ- κών ιδρυμάτων, σε συνεργασία με πς κολλεκτίβες των οικονομικών μονάδων, να αποφασίζουν συλλογικά για την κατανομή των εργαζόμενων με το ίδιο επίπεδο μόρφωσης ανάμεσα στους κλάδους και τις ειδικότητες της λαϊκής οικονομίας, σύμφωνα με το σχέδιο. Οταν απουσιάζει το στοιχείο της ευνοιοκορατίας και των προνομίων, που μπορεί να οδηγήσει σε νέα ταξική διάσπαση, όταν η σωματική δουλειά αλαφραίνει και μειώνονται οι ώρες εργασίας, όταν γεφυρώνεται η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και τη πνευματική δουλειά, όταν η ύπαιθρος ανθίζει και γεφυρώνεται η αντίθεση ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, όταν αναπτύσσεται ραγδαία και σ’ όλα τα επίπεδα ο σοσιαλιστικός τρόπος παραγωγής, τότε και στη συνείδηση του κάθε εργαζόμενου και νέου θα εδραιώνεται ο διαχωρισμός της μόρφωσης από το επάγγελμα, θα παύει να θεωρεί ντροπή τη χειρωνακτική δουλειά και θα αναζητά τα φώτα της γνώσης πανεπιστημιακού επίπεδου, ακόμη κι αν δουλεύει σαν μεταλλωρύχος.
(109) Τα μεγάλα τυπογραφεία, οι εφημερίδες, οι εκδοτικοί οίκοι, οι κινηματογραφικές και θεατρικές επιχειρήσεις απαλλοτριώνονται, περνούν στη διαχείριση των Λαϊκών Συμβουλίων και των μαζικών οργανώσεων και χρησιμοποιούνται για την πολιπσπκή αναγέννηση του λαού και του τόπου. Οι εργαζόμενοι του πνεύματος και της τέχνης θα τύχουν της πιο ισχυρής υποστήριξης από τη μεριά του κράτους, ώστε απερίσπαστοι να μπορούν να επιδοθούν στο δημιουργικό τους έργο, στα πλαίσια του παγκόσμιου επαναστατικού και προοδευτικού πολιτισμού. Καμιά ικανότητα και κανένα ταλέντο δεν θα βρίσκει στο σύστημα της ΛΣΔ ανυ-
66 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
πέρβλητα εμπόδια για την ανάπτυξη κα καταξίωσή του. Ο νέος σοααλιστικός πολιπομός θα αξιοπαήσει όχι μόνο πς εθνικές παραδόσεις κα την προοδευτική καλλιτεχνική δημιουργία του λαού μας, αλλά - μακρυά από κάθε εθνική στενότητα - την παγκόσμια προοδευτική καλλιτεχνική δημιουργία, υλοπαώντας το διε- θνιστικό όραμα του προλεταριάτου και υπηρετώντας τα ιδανικά του κομμουνισμού, τα ιδανικά της κανωνικοποιημένης ανθρωπότητας. Στα πλαίαα αυτού του πολιπσμού θα αναπτυχθούν τα πιο διαφορετικά καλλιτεχνικά ρεύματα, θα γίνει η πιο πλούσια αναζήτηση, συζήτηση κα σύγκρουσή τους, πάνω στη βάση των κανών ταξικών αναφορών τους.
(110)0 αθληπσμός θα απαλλαγεί από την εμπορευματοποίηση που τον χαρακτηρίζει στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα και που τον καταδικάζει στο ανθρωποεμπόριο, τη βαρβαρότητα κα τον αγριανθρωπισμό. Θα γίνει μέσο ανάπτυξης του σοααλιστικού πολιπσμού, μέσο βελτίωσης της υγείας του λαού κα της νεολαίας, μέσο ανόδου της σοααλισπκής συνείδησης, του πνεύματος ευγενούς άμιλλας των νέων. Δίπλα στο μαζικό λάικό αθληπσμό θα αναπτυχθεί κα ο αθληπσμός ψηλού επιπέδου, στα ατομικά κα τα ομαδικά αθλήματα, που προσφέρει ξεχωριστές συγκινήσεις στο λαό, σαν στοιχείο του πολιπσμού. Ο αθληπσμός θα ενισχύεται από το κράτος κα πς κοινωνικές οργανώσεις, που θα παρέχουν στους αθλητές ψηλών επιδόσεων όλα τα μέσα για να καλλιεργήσουν πς ικανότητές τους, όπως ακριβώς κα στους εργαζόμενους του πολιπσμού. Σε καμιά περίπτωση οι αθλητές δεν θα οδηγηθούν στο πνεύμα του ανταγωνιστικού πρωταθληπσμού, που χαρακτηρίζει τον αθληπσμό στον καπιταλισμό, κα οδηγεί στο ντοπάρισμα κα στην καταστροφή της σωματικής και ψυχικής υγείας των πρωταθλητών στο βωμό της «σόου μπίζνες».
6. Οι τάξεις στη ΛΣΔ(111) Η ΛΣΔ, μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου, είνα συνέχιση της
ταξικής πάλης κάτω από νέες συνθήκες. Είνα σκληρή, πεισματώδης πάλη, βίαη κα ειρηνική, αιματηρή κα αναίμακτη, οικονομική κα πολιτική, διαπαδαγωγητική κα διοικητική, ενάνπα στα υπολείμματα των εκμεταλλευτικών τάξεων, ενάντια στην εξωτερική καπιταλιστική επιβουλή κα εκβίαση, ενάνπα στα νέα ασπκά στα- χεία που γεννά η μικροεμπορευματική παραγωγή, όσο αυτή διατηρείτα, ενάνπα σπς επιβιώσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας στους τομείς της ιδεολογίας, του πολιπσμού, των κοινωνικών συνηθειών, της ηθικής.
Η ταξική πάλη συνεχίζετα σ' όλη τη διάρκεια του λάικοδημοκρατικού - σοααλι- στικού συστήματος, αλλά α μορφές και το περιεχόμενό της αλλάζουν, ανάλογα με πς αλλαγές στην ταξική διάρθρωση της κοινωνίας κα στους αμοιβαίους συ- σχεπσμούς των διάφορων τάξεών της.
(112) Στη μεταβατική περίοδο από την κατάχτηση της εξουσίας μέχρι την εγκαθίδρυση των σοααλιστικών σχέσεων παραγωγής σ όλη την κλίμακα της οικονομίας, το βασικό καθήκον της ΛΣΔ είνα να συντρίψει την αντίσταση των εκμεταλλευτών, ολοκληρώνοντας τη συντριβή του αστικού κρατικού μηχανισμού, την απαλλοτρίωση της αστικής τάξης κα των ξένων μονοπωλίων στη Βιομηχανία, την αγροτική οικονομία, την πίστη, τις τράπεζες κα όλους τους υπόλαπους τομείς της υλικής κα μη υλικής παραγωγής κα κατανομής. Ενάνπα στην κεφαλαο-. κρατία του χωριού και της πόλης, στις πολιτικές κάστες του αστικού συστήματος, στην ανώτερη κρατική, οικονομική, στραπωτική κα αστυνομική γραφειοκρατία πρέπει να ασκηθεί η πιο ανελέητη δικτατορία των νικητριών τάξεων και στρωμάτων της ΛΣΔ, υπό την καθοδήγηση της εργατικής τάξης.
Η χρησιμοποίηση των οργανωτικών κα επιστημονικών γνώσεων κα ικανοτήτων ενός τμήματος του διευθυντικού στρώματος της αστικής κοινωνίας, που αποτελεί αναγκαία ειδικευμένη κανωνική δύναμη, μπορεί να γίνει μόνο μετά τη στερέωση της εξουσίας της ΛΣΔ κα υπό τον όρο της άσκησης πάνω σ' αυτό το στρώμα του πιο αυστηρού εργατικού κα κανωνικού ελέγχου κα της κατάπνιξης κάθε αντεπανασταπκής εκδήλωσης από τη μεριά του.
Η ταξική πάλη που διεξάγουν η εργατική τάξη, η φτωχομεσαία αγροτιά και το μισοπρολεταριάτο των πόλεων απέναντι στην αστική τάξη, κα σ' αυτή που έχει απαλλοτριωθεί κα στο κατώτερο τμήμα της, που ακόμη δεν απαλλοτριώθηκε, έχει καθαρά ανταγωνιστικό χαρακτήρα, αποσκοπεί στην εξάλειψη της αστικής τάξης σαν τέπας, με το ξερίζωμά της απ' όλες πς σφαίρες της οικονομίας. Η φτωχομεσαία αγροπά θα βοηθηθεί απεριόριστα από το κράτος της ΛΣΔ ώστε να φέρει σε πέρας την πάλη ενάντια στην ασπκή τάξη του χωριού κα να μετατρέψει τους συνεταιρισμούς καπιταλιστικού τύπου σε συνεταιρισμούς συνεπούς σοαα- λισπκού τύπου, με την κοινή συνεταιριστική καλλιέργεια, πάνω στη βάση της μη-
ΜΑΡΞΙΣΤ1ΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
χανοποίησης και της χρήσης των επιτευγμάτων της πιο σύγχρονης επιστήμης και τεχνολογίας. Την ίδια περίοδο θα συνεχίζεται η πάλη για το τράβηγμα των μι- σοπρολετάριων της πόλης στο γενικό σύστημα της σοσιαλιστικής οικονομίας. Την ίδια περίοδο και ανάλογα με τους ρυθμούς ανόρθωσης της μεγάλης σοσιαλιστικής παραγωγής, η ταξική πάλη της εργατικής τάξης και της συνεταιρισμένης αγροπάς θα στρέψει τα βέλη της στα αστικά στρώματα που έμειναν ανέγγιχτα αρχικά από πς κρατικοποιήσεις, ώστε βαθμιαία να εξαλείψει αυτή τη μορφή παραγωγής, που αναπαράγει τον καπιταλισμό και πς εμπορευμαπκές σχέσεις.
(113) Η μεταβατική περίοδος από τον καπιταλισμό στην εγκαθίδρυση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής σ όλη την κλίμακα της οικονομίας δεν θα είναι μακρόχρονη. Το τέλος της θα σημάνει εκτεταμένες αλλαγές στην ταξική διάρθρωση της κοινωνίας κα σπς αμοιβαίες σχέσεις των διάφορων τάξεων κα στρωμάτων. Η ασπκή τάξη θα εξαφανιστεί σαν τάξη. Από τη φτωχομεσαία αγροπά του καπιταλισμού κα της μεταβατικής περιόδου θα ξεπηδήσει μια νέα τάξη, η συνεταιρισμένη αγροτιά της ΛΣΔ, τάξη που θα συνδέετα με σχέσεις φιλίας κα αμοιβαίας συνεργασίας με την εργατική τάξη, αλλά ταυτόχρονα κα με σχέσεις αντίθεσης, που απορρέει από τη διαφορετική θέση αυτών των δυο τάξεων στο σο- ααλιστικό σύστημα. Το μισοπρολεταριάτο των πόλεων θα έχει περάσει στην εργατική τάξη, αφού η θέση του στο σοααλιστικό σύστημα παραγωγής θα του εξασφαλίζει καλύτερες υλικές κα πολιπσπκές συνθήκες, σε σχέση με τη θέση του σαν μικροπαραγωγού κα μικρέμπορου. Ενα μικρό τμήμα, που μπορεί να επιμένει σπς αυταπάτες της ατομικής οικονομικής δραστηριότητας, δεν θα διαδραματίζει κανένα σημαντικό οικονομικό κα κοινωνικό ρόλο κα βαθμαία θα εξαφανίζετα. Η παλιά ασπκή διανόηση θα διασπαστεί οριστικά. Το κατώτερο τμήμα της θα προσχωρήσει στο σοααλισμό. Ενα ενδιάμεσο τμήμα θα υποταχτεί αναγκαστικά στο νέο κανωνικοοικονομικό καθεστώς, αφού θα έχει χάσει κάθε ελπίδα παλινόρθωσης του καπιταλισμού κα των προνομίων του. Κα το ανώτερο τμήμα, αυτό που έχει συνδεθεί απόλυτα με την αστική τάξη, θα ακολουθήσει το δρόμο των άλλων αστών. Ενα κανούργιο κοινωνικό στρώμα, η σοααλιστική διανόηση, θα κάνει την εμφάνισή της στον κοινωνικό στίβο, συνδεόμενη με σχέσεις αλληλοβοήθειας κα φιλικής συνεργασίας με την εργαπκή τάξη κα τη συνεταιρισμένη αγροπά, αλλά κα με σχέσεις αντίθεσης, που απορρέει από τη συνέχιση του διαχωρισμού ανάμεσα στη σωματική κα την πνευματική δουλειά κα από την ειδική θέση της διανόησης στο οικονομικό κα κοινωνικό σύστημα του σοααλισμού.
Αυτή η νέα ταξική διάρθρωση θα γεννήσει νέες κινητήριες δυνάμεις, για την παραπέρα άνοδο της ΛΣΔ. Η ηθικοπολιπκή ενότητα των τάξεων κα στρωμάτων της ΛΣΔ κα ο σοααλιστικός πατριωτισμός θα είναι οι νέες κινητήριες δυνάμεις. Η ταξική πάλη όμως δεν θα καταργηθεί, αφού δεν θα έχουν καταργηθεί οι τάξεις ούτε θα έχει εξαλειφτεί κάθε αντίθεση σπς σχέσεις τους. Θα αλλάξει το περιεχόμενο κα α μορφές διεξαγωγής της ταξικής πάλης. Η εργατική τάξη θα αναπτύσσει την ταξική της πάλη για να πείσα τη συνεταιρισμένη αγροπά να τηρεί πς υποχρεώσας που απορρέουν από τον οικονομικό σχεδιασμό, για να οδηγήσει κα την αγροτική οικονομία στο σύστημα των κρατικών σοααλιστικών επιχειρήσεων, που αποτελεί όρο για την κοινωνικοποίηση. Η εργατική τάξη κα η συνεταιρισμένη αγροπά θα ασκούν τον εργατικό κα λαϊκό έλεγχο πάνω στα διευθυντικά στελέχη της οικονομίας, πάνω στη σοααλιστική διανόηση γενικά, αποτρέποντας φανόμενα ευναοκρατίας, καθυστέρησης της οικονομικής προόδου, καταχρήσεων, γραφειοκραπσμού, μεταφοράς αστικών πολιπσμικών προτύπων κ.λπ., και εξασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα του σοααλιστικού συστήματος κα την αποτροπή πισωγυρίσματος στον καπιταλισμό.
(1 1 4 ) Κατά την εκπλήρωση όλων αυτών των καθηκόντων της ΛΣΔ, αλλάζουν ριζικά τα καθήκοντα κα α λειτουργίες των μαζικών οργανώσεων, κατά κύριο λόγο των εργατικών οργανώσεων.
Οι μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης, όπου για πρώτη φορά συσπειρώ- νοντα οργανωμένα κα διαπαδαγωγούντα α πιο πλατιές μάζες του προλεταριάτου, τα συνδικάτα, είνα μέσα στον καπιταλισμό όργανα πάλης ενάνπα στο κεφά- λαο κα το κράτος τους. Σε μεγάλα χρονικά διαστήματα όμως τα συνδικάτα πέφτουν κάτω από την επιρροή της αστικής τάξης, που χρηαμοποιώντας τη ρεφορμσπκή συνδικαλιστική γραφειοκρατία μετατρέπει τα εργατικά συνδικάτα σε μοχλούς στήριξης της αστικής εξουσίας, σε όργανα υπονόμευσης ακόμη κα του σταχειώδους διεκδικηπκού αγώνα για καλύτερους όρους πούλησης κα προστασίας της εργατικής δύναμης.
7. Οι μαζικές οργανώσεις στη ΛΣΔ
6* ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Στη ΛΣΔ τα συνδικάτα, απαλλαγμένα από την αστική επιρροή, μετατρέπονται σε βασικούς μοχλούς του νέου συστήματος, σε σχολειό του κομμουνισμού, που τραβάει τις πιο πλατιές μάζες της εργατικής τάξης στο έργο της ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας, στο έργο της διεύθυνσης της κοινωνικής παραγωγής και της κατανομής, σε οργάνωση που συνδέεται άμεσα με όλα τα τμήματα του κρατικού μηχανισμού, που επιδρά σ' όλους τους κλάδους της δουλειάς, που στέκεται φρουρός των γενικών και καθημερινών συμφερόντων της εργατικής τάξης και που διεξάγει αμείλικτη πάλη ενάνπα στις γραφειοκρατικές στρεβλώσεις των οργάνων του κράτους της ΛΣΔ και των οργάνων διεύθυνσης των οικονομικών μονάδων.
Τα συνδικάτα μετατρέπονται έτσι σε βασικό σκελετό της οργάνωσης της εργατικής τάξης, αφού έχουν σαν καθήκον τους να τραβήξουν στην ανοικοδομητική και στην κρατική δουλειά πς πλατιές μάζες των εργαζόμενων, να αναδείξουν κα- θοδηγητικά στελέχη για όλους τους τομείς της οικονομικής και κραπκής ανοικοδόμησης και να καταπολεμήσουν πς γραφειοκρατικές στρεβλώσεις των κραπ- κών και οικονομικών οργάνων.
Για να μπορέσουν να ασκήσουν αυτό το ρόλο τους οι μαζικές οργανώσεις της εργατικής τάξης πρέπει να έχουν όχι μόνο το δικαίωμα της παρέμβασης και της αναφοράς προς όλα τα οικονομικά και κρατικά όργανα, αλλά και το δικαίωμα της απεργίας, προκειμένου να αποτρέψουν αποφάσεις και στάσεις εχθρικές προς τα συμφέροντα του σοσιαλιστικού συστήματος. Η εργατική τάξη είναι σε θέση να εκτιμήσει πότε θα χρησιμοποιήσει το όπλο της απεργίας. Και είναι σίγουρο όπ δεν θα το χρησιμοποιήσει ενάνπα στον εαυτό της, αλλά ενάνπα σε κείνα τα οικονομικά και κρατικά όργανα που θα στραφούν ενάνπα στο γενικό συμφέρον, όταν όλες οι άλλες μέθοδοι χτυπήματος του γραφειοκραπσμού δεν θα αποδώσουν.
(115) Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί στον καπιταλισμό, εφόσον αποδειχτούν βιώσιμοι, μετατρέπονται αναπόφευκτα σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις, σπς οποίες κάνει κουμάντο η αγροτική αστική τάξη και α οποίες αναπόφευκτα υποτάσσονται στην κεφαλαιοκρατική βιομηχανία, στις τράπεζες και το εμπόριο. Αντίθετα, στις συνθήκες της ΛΣΔ οι αγροτικοί συνεταιρισμοί αναπτύσσονται σε σύστημα άλλων σχέσεων, εξαρτώντα από τη σοσιαλιστική βιομηχανία και την Κεντρική Τράπεζα της ΛΣΔ και μετατρέπονται στη βασική οργανωτική μορφή της σύνδεσης της πόλης με το χωριό. Κάτω από την καθοδήγηση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας, με την αμείλικτη ταξική πάλη ενάνπα στην αγροτική κεφαλαιοκρατία και το τοκογλυφ ικό κεφάλαιο, οι αγροτικοί συνεταιρισμοί γίνονται όργανο της σοσιαλιστικής αναδιοργάνωσης στο χωριό, της κολλεχτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας. Μέσω των συνεταιριστικών της οργανώσεων, η σοσιαλιστική αγροπά δεν αναπτύσσει μόνο πς συναλλαγές της με τη σοσιαλιστική βιομηχανία και το κράτος της ΛΣΔ, αλλά και ασκεί τον έλεγχό της στα κρατικά όργανα και στα διευθυντικά όργανα της αγροτικής οικονομίας.
(116) Ειδικό ρόλο στο σύστημα της ΛΣΔ θα διαδραματίζουν οι οργανώσεις των γυναικών, της σοσιαλιστικής νεολαίας, καθώς και οι οργανώσεις των εργαζόμενων του πολιπσμού και του πνεύματος. Η οργάνωση της σοσιαλιστικής νεολαίας θα έχει σαν στόχο να συνενώσει τις πλατιές μάζες της νεολαίας, των αυριανών οικοδόμων της νέας κοινωνίας, να πς τραβήξει σ' ένα ορμητικό κύμα κατάχτησης μεγάλων στόχων και εκπλήρωσης οραμάτων στους τομείς της μόρφωσης, του πολιτισμού, της οικονομικής προόδου, της άμυνας της σοσιαλιστικής πατρίδας, και γι’ αυτό πρέπει να περιβληθεί με την αγάπη και την αμέριστη υποστήριξη όλου του κρατικού και κοινωνικού συστήματος.
(117) Η εργατική τάξη, καθοδηγητική δύναμη της κανωνίας, εξασφαλίζει την ενότητα θέλησης κα δράσης, ενώνοντας όλες πς μαζικές οργανώσεις της, ενότητα που πραγματοποιείται μέσω του καθοδηγητικού ρόλου του κόμματος της εργατικής τάξης στο σύστημα της ΛΣΔ, μέσω της ανάδειξης της επαναστατικής κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου, του μαρξισμού-λενινισμού σε καθοδηγητική ιδεολογία ολόκληρης της κοινωνίας, που θάρθει όχι σαν αποτέλεσμα διοικητικής επιβολής, αλλά σαν αποτέλεσμα διατήρησης στην πράξη του καθοδηγητικού ρόλου του κόμματος κα συνεχούς ανόδου του βιοτικού και του μορφωτικού- πολιτισπκού επίπεδου όλης της κανωνίας.
Το κόμμα της εργατικής τάξης στηρίζετα άμεσα στα εργατικά συνδικάτα κα σε όλες τις άλλες μαζικές οργανώσεις, που αγκαλιάζουν πς μάζες των εργατών, των αγροτών, των νέων, των γυναικών, της διανόησης, κα μέσω αυτών των μοχλών καθοδηγεί το σύστημα της ΛΣΔ στο σύνολό του. Μόνο με την απεριόριστη υποστήριξη της ΛΣΔ απ’ όλες τις μαζικές οργανώσεις, μόνο με την πλέρια ενότητα θέλησης κα δράσης ανάμεσα στο κόμμα κα την τάξη, μπορεί η εργατική τάξη να εκπληρώσει το ρόλο του οργανωτή κα καθοδηγητή της νέας κοινωνίας.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 $9Β ρΙ Ι
ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Το κόμμα της εργατικής τάξης όμως δεν είναι απαλλαγμένο από προβλήματα καθόλη την περίοδο της ΛΣΔ. Οντας κόμμα εξουσίας αντιμετωπίζει πίεση από καριερίσπκα και διεφθαρμένα στοιχεία, που εισχωρούν σπς γραμμές του κόμματος για να υπηρετήσουν ιδιοτελή συμφέροντα. Στελέχη του, που παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην οικονομία και το κράτος, υποκύπτουν στη γοητεία του ατομικού συμφέροντος και τείνουν να μετατραπούν σε εξουααστές των εργαζόμενων. Γ ι' αυτό και το κόμμα πρέπει να κρατήσει τον εαυτό του στο ύψος του πϊρωτοπόρου αποσπάσματος της εργατικής τάξης. Οι πόρτες του ν' ανοίγουν μόνο για τους πραγματικά άξιους να φέρουν τον τίτλο του μέλους του κόμματος. Η ιδιότητα του κομματικού μέλους να μην συνεπάγεται κανένα προνόμιο, αλλά αντίθετα να συνεπάγεται μεγαλύτερες υποχρεώσεις απένανπ στην κοινωνία. Περιοδικά να γίνονται κομματικές ανακαταγραφές, με τη συμμετοχή και της πλαπάς μάζας των εξωκομματικών εργατών, αγροτών και διανοούμενων, που έχουν κάθε δικαίωμα να κρίνουν το κόμμα και το παοί είναι άξιοι να φέρουν τον τίτλο του μέλους του. Αν το κόμμα βρεθεί σε διάσταση (πολύ περισσότερο σε αντίθεση) με πς πλατιές εξωκομματικές μάζες, αν προσπαθεί με διοικητικά μέτρα να επιβάλλει τον καθο- δηγηπκό του ρόλο, τότε το ίδιο θα μετατραπεί σε δυνάστη της κοινωνίας και από πς γραμμές του θα ξεπηδήσει μια διαδικασία παλινόρθωσης του καπιταλισμού και μια καινούργια ασπκή τάξη.
Η εσωτερική λειτουργία του κόμματος, στηριγμένη σπς αρχές του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, πρέπει να αναδεικνύει σε βασικούς μοχλούς της οργανωτικής του πολιτικής την ελευθερία κριτικής και τη ζωντανή συλλογική καθοδήγηση. Η ελευθερία κριτικής προφυλάσσει το κόμμα από πς γραφειοκρατικές παρεκκλίσεις και τον φραξιονισμό. Επιτρέπει στα μέλη του κόμματος να ελέγχουν όλα τα καθοδηγηπκά όργανα και να εμποδίζουν τυχόν απόσπασή τους από το κομματικό σώμα και ανάδειξή τους, μέσα από συγκεντρωτικές διαδικασίες σε αποκλειστικούς διαχειριστές των κομματικών υποθέσεων. Η ζωντανή συλλογική καθοδήγηση είναι απαραίτητη για να μη μετατρέπονται τα κομματικά μέλη σε διεκπεραίωσές αποφάσεων που παίρνουν τα καθοδηγηπκά όργανα.
Η σωστή λειτουργία του κόμματος εξασφαλίζεται όταν, εφαρμόζεται σωστά η αρχή της κριτικής και αυτοκριτικής, ειδικά όταν εφαρμόζεται μόνιμα κα όχι αποσπασματικά η κριτική των κομματικών μαζών σ' όλες πς κομματικές οργανώσεις κα πάνω σ' όλα τα καθοδηγηπκά όργανα. Οταν λειτουργεί το καθεστώς της εσωκομματικής δημοκρατίας κα της συλλογικής καθοδήγησης σ' όλες πς κομματικές οργανώσεις, χωρίς εξαίρεση. Οταν γίνετα σωστή επιλογή, ανάδειξη κα κατανομή των στελεχών στους διάφορους κρίκους της κομματικής αλυσίδας, όταν γίνετα σωστός, διαρκής (κα όχι ευκαιριακά κα κατά κύματα) έλεγχος στην εκτέλεση των αποφάσεων. Οταν εξασφαλίζετα σταθερά η άνοδος του ιδεολογικοπολιτικού επίπεδου των κομματικών μελών, ώστε να μπορούν να αντιλαμβάνοντα στοιχειωδώς πς απατήσεις της πολιτικής ταχτικής κα να τείνει το επίπεδο συνείδησής τους να φτάσει ως πς απατήσεις της πολιτικής γραμμής.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού και ο λαϊκοδημοκρατικός- σοσιαλιστικός χαρακτήρας
ιης επανάστασηςτου Πέτρου Γιώτη
Ε ΝΑ από τα βασικότερα ζητήματα που θέτει το σχέδιο προγράμματος, που εκπόνησε η ΚΕ της ΣΑΚΕ και τέθηκε ήδη σε δημόσια συζήτηση, είναι ο χαρακτήρας
και οι προοπτικές του ελληνικού καπιταλισμού, ο χαρακτήρας και οι κινητήριες δυνάμεις της επερ- χόμενης επανάστασης.ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ αυτά έχουν απασχολήσει το ερ
γατικό και κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας από τις αρχές του αιώνα, έχουν τροφοδοτήσει και θα εξακολουθήσουν να τροφοδοτούν πολιτικές αντιπαραθέσεις και θεωρητικές συζητήσεις, για το λόγο ότι είναι τα κρίσιμα ζητήματα που καθορίζουν τη στρατηγική και τη μετάβαση στο σοσιαλισμό. Ολόκληρες θεωρίες έχουν οικοδομηθεί, τόμοι βιβλίων έχουν εκδοθεί, με αποτέλεσμα κάποιες σημαντικές συγχίσεις να εξακολουθούν να επικρατούν, συσκοτίζοντας ακόμη και ζητήματα απλά στη βάση τους (απλά για κείνους που στέκονται στο έδαφος του μαρξισμού-λενινισμού).ΤΟ ΑΡΘΡΟ αυτό δεν έχει στόχο να επαναλάβει
με διαφορετικά λόγια τα όσα εν εκτάσει αναφέρο- νται στο σχέδιο προγράμματος, αλλά πρώτο να δώσει κάποια στοιχεία, που επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις του σχεδίου προγράμματος, και δεύτερο VQ λειτούργησα σαν μεγεθυντικός φακός πάνω σε ορισμένα κρίσιμα ζητήματα που τίθενται απ’ αυτό. ' ΙαΡάλληλα, και μόνο στο βαθμό που χρειάζεται, »α γίνει πολεμική σε θεωρίες που έρχονται σε αντίθεση με τα βασικά συμπεράσματα του σχεδίου ^γράμματος και έχουν συντελέσει τα μέγιστα “ 1̂ διάδοση των συγχίσεων στις οποίες αναφερ
θήκαμε παραπάνω.1. Μεθοδολογικά ζητήματαΠΡΙΝ ΠΡΟΧΩΡΗΣΟΥΜΕ στην ανάλυσή μας,
πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα μεθοδολογικά και εννοιολογικά ζητήματα, για να μη χρειαστεί να επανέλθουμε παρακάτω.
ΟΤΑΝ στο σχέδιο προγράμματος χρησιμοποιείται ο όρος «ελληνικός καπιταλισμός», υπονοείται ο συγκεκριμένος τρόπος παραγωγής που υπάρχει στην Ελλάδα, όπως αυτός χαρακτηρίζεται από την ενότητα των παραγωγικών του δυνάμεων και των διαμορφωμένων σχέσεων παραγωγής.
Κατά συνέπεια, όταν γίνεται αναφορά στο «επίπεδο ανάπτυξης» δεν διαχωρίζονται οι παραγωγικές δυνάμεις από τις παραγωγικές σχέσεις, δεν υπονοείται κάποιο διαφορετικό στάδιο ανάπτυξης των μεν και των δε, αλλά ο όρος αναφέρεται στο επίπεδο ανάπτυξης του τρόπου παραγωγής συνολικά. Αυτό, όπως θα δούμε, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί εκείνοι που έχουν την άποψη ότι στην Ελλάδα υπάρχει μονοπωλιακός και κρατικομονοπωλια- κός καπιταλισμός διαχωρίζουν σκόπιμα πς παραγωγικές σχέσεις από τις παραγωγικές δυνάμεις και δεν εξετάζουν ενιαία τον τρόπο παραγωγής.
ΦΤΑΝΟΥΝ ΕΤΣΙ να μιλούν για «μέσο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και διαμορφωμένο κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό», συμπέρασμα που συνιστά «αντίφαση εν τοις όροις», όπως λένε οι φιλόσοφοι. Αυτό είναι το βασικό μεθοδολογικό ζήτημα, που εξαρχής πρέπει να ξεκαθαρίσουμε. Και επειδή όλοι όσοι χρησιμοποιούν.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 71
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
τους όρους μονοπωλιακός και κρατικομονοπωλια- κός καπιταλισμός αναφέρονται στη λενινιστική ανάλυση, θα ξεκαθαρίσουμε μεθοδολογικό το ζήτημα δεχόμενοι απριόρι τα συμπεράσματα του Λένιν για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό.
Ο ΧΩΡΟΣ δεν μας επιτρέπει άλλου είδους αποδεικτική διαδικασία, που θα έτεινε στην επαναβεβαίωση των λενινιστικών συμπερασμάτων για το μονοπώλιο και τον ιμπεριαλισμό. Κάπ τέτιο δεν είναι γενικά άσκοπο, ούτε θα αποτελούσε «ιεροσυλία» και «αμφισβήτηση του λενινισμού». Ισα-ίσα, που οι ίδιοι οι κλασσικοί μάς έχουν υποδείξει αυτό τον τρόπο δουλειάς, ούτως ώστε να επιβεβαιώνουμε συνεχώς εκείνα τα στοιχεία της θεωρίας που εξακολουθούν να ισχύουν σαν απόλυτες αλήθειες και να συμπληρώνουμε ή να απορρίπτουμε εκείνα που εμπεριέχουν το στοιχείο της σχετικής πλάνης, προωθώντας γενικά την ίδια τη θεωρία μας. Ομως στόχος αυτής της ανάλυσης δεν είναι κάπ τέτιο, σε σχέση με τα συμπεράσματα του Λένιν για το μονοπωλιακό καπιταλισμό. Αν αποδείξουμε, όπ οι οπαδοί της άποψης «μέσο επίπεδο - μονοπωλιακός καπιταλισμός» διαστρέφουν τη λε- νινισπκή ανάλυση, την οποία επικαλούνται, θα έχουμε πετύχει το στόχο μας.
ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΟΥΜΕ όμως μόνο σ' αυτό, που άλλωστε δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Εξετάζοντας την πορεία διαμόρφωσης του ελληνικού καπιταλισμού, θα επαναβεβαιώσουμε ταυτόχρονα ορισμένες πλευρές της λενινιστικής θεωρίας για την εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού και το σύστημα των διεθνών οικονομικών σχέσεων που τη χαρακτηρίζει.
Ο ΛΕΝΙΝ συμπύκνωσε την ανάλυσή του για το μονοπωλιακό καπιταλισμό σ' έναν οριομό, που περιγράφει όλες τις βασικές πλευρές του φαινομένου. Ας τον θυμηθούμε:
«Χωρίς να ξεχνάμε τη συμβατική και σχετική σημασία όλω ν των ορισμών γενικά, που ποτέ δεν μπορούν ν ' αγκαλιάσσυν τις ολόπλευρες σχέσεις του φαινομένου στην πλήρη ανάπτυξή του, πρέπει να δύσουμε έναν τέπο ορισμό του ιμπεριαλισμού, που θα περιέκλεινε τα παρακάτω πέντε βασικά του γνωρίσματα: 1) συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου που έχει φτύσει σε τέτια υψηλή βαθμίδα ανάπτυξης, ώστε να δημιουργεί μονοπώλια που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή, 2 ) συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και δημιουργία μιας χρηματιστι- κής ολιγαρχίας πάνω στη βάση αυτού του “χρήμα- τιστικού κεφαλαίου", 3) εξαιρετικά σπουδαία σημασία αποχτάει η εξαγωγή κεφαλαίου, σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων, 4) συγκροτούνται διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλιστών, οι οποίες μοιράζουν τον κόσμο και 5) έχει τελειώσει το εδαφικό μοίρασμα της γης ανάμεσα στις μεγαλύτερες καπιταλιστικές Δυνάμεις. Ο ιμπεριαλισμός είναι ο καπιταλισμός στο στάδιο ε κείνο της ανάπτυξης, στο οποίο έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων και του χρηματιστι- κού κεφαλαίου, έχει αρχίσει το μοίρασμα του κόσμου από τα διεθνή τραστ και έχει τελειώσει το μοίρασμα όλων των εδαφών της γης από νς μεγαλύτερες καπιταλιστικές χώ ρες».' (Οι εμφάσεις δικές μας).
ΑΠΟ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ λοιπόν, όταν θέλουμε να διαπιστώσουμε αν το συγκεκριμένο επίπεδο ανάπτυξης ενός δοσμένου καπιταλιστικού κοινωνικο-οικονομικού σχηματισμού έχει φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο, θα πρέπει να δούμε αν υπάρχουν αυτά τα βασικά γνωρίσματα, παρμένα οτην ολότητά τους. Είναι βέβαια περιττό να σημειώσουμε, ότι στη λενινιστική ανάλυση οι έννοιες «μονοπωλιακός καπιταλισμός» και «ιμπεριαλισμός» είναι ταυτόσημες, με τη δεύτερη να περιγράφει και την κρατική (πέραν της οικονομικής) πλευρά του φαινομένου. «Ο ιμπεριαλισμός όμως δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μονοπωλιακός καπιταλισμός».2
Σε ό,τι αφορά τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό, αυτός είναι το εποικοδόμημα του μονοπωλιακού καπιταλισμού, είναι η υποταγή του κρατικού μηχανισμού της ασπκής τάξης στη χρημαπσπκή ολιγαρχία, η χρήση της κρατικής δύναμης στο εσωτερικό και το εξωτερικό της δοσμένης χώρας για την πραγματοποίηση των κοσμοκρατορικών βλέψεων του χρηματιστικού κεφαλαίου.
ΜΕΝΕΙ ΑΚΟΜΗ να ορίσουμε Όΐν έννοια του «μέσου επιπέδου ανάπτυξης». Ο όρος δεν είναι καινούργιος στη μαρξιστική-λενινιστική φιλολογία. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή, στο Πρόγραμμα που ψήφισε το 6ο συνέδριό της, το 1928. Η ΚΔ, μελετώντας την πάλη για την παγκόσμια διχτατορία του προλεταριάτου και τους βασικούς τύπους των επαναστάσεων, στηρίχτηκε σε πολλές προσεγγίσεις που είχε κάνει ο Λένιν στις οικονομικές του εργασίες και κατέληξε σε ορισμένα πολύ σωστά συμπεράσματα:
«Η ανισομερής ανάπτυξη του καπιταλισμού, που οξύνθηκε στην περίοδο του ιμπεριαλισμού, προκά- λεσε την ποικιλομορφία των τύπων του καπιταλισμού, διαφορετικές βαθμίδες της ανάπτυξής του στις διάφορες χώρες, καθώς και ποικιλόμορφους και ιδιαίτερους όρους του επαναστατικού προτσές. Τα γεγονότα αυτά κάνουν ιστορικά εντελώς αναπόφευχτη την ποικιλομορφία των δρόμων και των ρυθμών της κατάχτησης της εξουσίας απ'το προλεταριάτο, την ανάγκη, σε σειρά από χώρες, ορισμένω ν μεταβατικών σταθμών, που οδηγούνε στη διχτατορία του προλεταριάτου, καθώς επίσης και την ποικιλομορφία των μορφών της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού στις διάφορες χώρες».3
ΣΤΗ ΒΑΣΗ αυτής της γενικής αρχής, η ΚΔ μιλούσε για τρεις βασικούς τύπους χωρών, που προσδιόριζαν αντίστοιχους τύπους περάσματος στη δι- χτατορία του προλεταριάτου και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Πρώτο, χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, δεύτερο, χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού και, τρίτο, αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες και κάποιες εξαρτημένες χώρες. Ορίζοντας πιο συγκεκριμένα το μέσο επίπεδο ανάπτυξης, η ΚΔ σημείωνε:
«Χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού (Ισπανία, Πορτογαλία, Πολωνία, Ουγγαρία, Βαλκανικές χώ ρες κλπ.) που έχουνε σημαντικά υ- πολλείμματα μισοφεσυδαρχικών σχέσεω ν στην α
1. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 27, σελ. 392-393.2. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 34, σελ. 191.3. Πρόγραμμα και Καταστατικό της Γ Κομμουνιστικής
Διεθνούς, ελλην. έκδοση, «Ειρήνη», σελ. 59-60.
§2. .. ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
γροτική οικονομία, με ορισμένο μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων, αναγκαίων για τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, κι όπου δεν έχει ακόμα αποτελειωθεί ο αστικο-δημοκρατικός μετασχηματισμός. Σε μερικές απ' αυτές τις χώρες είναι δυνατό ένα λίγο πολύ γρήγορο πέρασμα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική. Σε άλλες χώ ρες είναι δυνατοί τύποι προλεταριακών ε παναστάσεων, που έχουν όμως να εκπληρώσουν καθήκοντα ασπκοδημοκρατικού χαρακτήρα σε μεγάλη έχταση. Εδώ συνεπώς μπορεί να μην επέλθει μονομιάς η διχτατορία του προλεταριάτου, μα να επέλθει στο προτσές του περάσματος απ' τη δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς προς τη διχτατορία του προλεταριάτου».*
ΜΙΑ ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΗ αντιγραφή των συμπερασμάτων της ΚΔ για τις χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης του καπιταλισμού, στην οποία συμπεριλ,άμβανε και την Ελλάδα, θα μας οδηγούσε σήμερα σε πα- ραλογισμούς. Από το 1928 η εικόνα όλου του καπιταλιστικού κόσμου έχει αλλάξει. Το αποικιοκρατικό σύστημα του ιμπεριαλισμού έχει καταρρεύσει, οι σχέσεις εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό χαρακτηρίζουν τα νέα αυτοτελή εθνικά κράτη που δη- μιουργήθηκαν, στη συντριπτική πλειοψηφία (αν όχι σ' όλες) των χωρών της μέσης βαθμίδας τα μισο- φεουδαρχικά υπολείμματα έχουν εξαλειφτεί, χώρες της τρίτης βαθμίδας (π.χ. Βραζιλία, Αργεντινή) έχουν περάσει στη δεύτερη κ,λπ.
Ομως ο βασικός διαχωρισμός εξακολουθεί να παραμένει, με διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά. Και μας επιβάλλει να διαχωρίζουμε τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού (ιμπεριαλιστικές χώρες) από τις χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης και τις δεύτερες από τις αναπτυσσόμενες χώρες, που έχουν βγει από το καθεστώς της αποικιοκρατίας.
ΕΠΟΜΕΝΩΣ, όταν μιλούμε για μέσο επίπεδο ανάπτυξης, εννοούμε τις χώρες που ο καπιταλισμός δεν έχει φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης και που βρίσκονται σε κατάσταση εξάρτησης από τις ιμπεριαλιστικές χώρες, αποτελώ- ντας κι αυτές συστατικά στοιχεία του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, όπως διαμορφώθηκε μετά την κατάρρευση του αποικιοκρατικού συστήματος.
2. Η πορεία ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ προγράμματος κάνει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση για τη γέννηση και την ιστορική διαμόρφωση του ελληνικού καπιταλισμού, που τον οδήγησε στο μέσο επίπεδο ανάπτυξης, ανάλυση που δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβουμε εδώ. Μπορούμε όμως να δούμε το ίδιο ζήτημα από μια άλλη σκοπιά, δίνοντας ταυτόχρονα και ορισμένα συμπληρωματικά στοιχεία.
Υπάρχει μια πλατιά διαδεδομένη σύγχιση σχετικά με το τί είναι προμονοπωλιακός και τί μονοπωλιακός καπιταλισμός, τί είναι και πώς δημιουργείται το μονοπώλιο, ποιός ο χαρακτήρας των οικονομικών (και πολιτικών) σχέσεων ανάμεσα στις βασικές ομάδες χωρών στο παγκόσμιο σύστημα του καπιταλισμού, στην περίοδο της ιμπεριαλιστικής του φάσης. Το μονοπώλιο, για παράδειγμα, αντιμε
τωπίζεται απλά σαν μεγάλη επιχείρηση, η οποία παίζει κυριαρχικό ρόλο σε μια οικονομία, και όχι σαν μα βαθμίδα ανάπτυξης του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, που περικλείνει μα ολόκληρη σειρά σχέσεις. Ας ξεκαθαρίσουμε κάπως τα πράγματα.
Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ χαρακτηρίζεται από πς διαδικασίες της συγκέντρωσης και της συγκεντροποίη- σης της παραγωγής και του κεφαλαίου. Το πέρασμα στα χέρια μεγάλων επιχειρήσεων ενός όλο και μεγαλύτερου μέρους των μέσων παραγωγής, της εργατικής δύναμης και της παραγωγής εμπορευμάτων, που έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση του ειδικού βάρους αυτών των επιχειρήσεων, είναι η διαδικασία της συγκέντρωσης, η οποία γίνεται με τη συγκέντρωση του κεφάλαιου (δηλαδή με τη μετατροπή μέρους της υπεραξίας σε κεφάλαιο), που οδηγεί στη συγκέντρωση της παραγωγής. Η συ- γκεντροποίηση είναι η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου, που συντελείται είτε μέσω της απαλλοτρίωσης ορισμένων καπιταλιστικών επιχειρήσεων από άλλες είτε μέσω της ενοποίησης καπιταλιστικών επιχειρήσεων, που πριν δρούσαν χωριστά.
ΓΙΑ ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ιστορική περίοδο, η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου πραγματοποιούνταν με εντατικούς ρυθμούς και ο καπιταλισμός αναπτυσσόταν στη βάση του ελεύθερου συναγωνισμού των καπιταλιστικών επιχειρήσεων στο εσωτερικό των καπιταλιστικών χωρών και σπς εξωτερικές αγορές, με μοχλό το εμπόριο. Απ' αυτή τη διαδικασία, τη χαρακτηριστική για τον προμονο- πωλιακό καπιταλισμό, ξεπήδησε ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, του οποίου τα χαρακτηριστικά - όπως τα ανέλυσε ο Λένιν, φθάνοντας στο βάθος μια ανάλυση που είχαν επιχειρήσει και αστοί και μαρξιστές οικονομολόγοι - αναφέραμε παραπάνω.
Το μονοπώλιο δεν ξεπήδησε τυχαία, δεν ξεπήδησε απλώς από τη συγκέντρωση της παραγωγής, αλλά σε μια συγκεκριμένη βαθμίδα της συγκέντρωσης, σε μα βαθμδα που ο Λένιν χαρακτηρίζει «ιδιαίτερα ψηλή», «γιγάντια». Μεγάλες επιχειρήσεις υπήρχαν και σ' ολόκληρη τη φάση του προμο- νοπωλιακού καπιταλισμού, όμως το μονοπώλιο ξεπήδησε όταν ο βαθμός συγκέντρωσης έφτασε σ’ αυτή την ιδιαίτερα ψηλή βαθμίδα, όταν ο ρόλος των τραπεζών άλλαξε και από απλοί μεσολαβητές έγιναν καθοδηγητές της βιομηχανίας, πετυχαίνοντας τη συγχώνευση του τραπεζικού με το βιομηχανικό κεφάλαιο και τη δημιουργία του χρηματισπ- κού κεφαλαίου, όταν μέσα στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού άρχισε να περισσεύει το κεφάλαιο, να μη μπορεί να βρα σφαίρες επικερδούς τοποθέτησης (εξαιτίας της καθυστέρησης της αγροτικής οικονομίας σε σχέση με τη βιομηχανία, λόγω της χαμηλής οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου που επενδύεται στην αγροτική οικονομά, και εξαιτίας της καταδίκης των εργαζόμενων μαζών σε εξαθλιωτικούς όρους κατανάλωσης) και να δημιουργείται έτσι η τάση της εξαγωγής κεφαλαίου, που γίνεται η κυρίαρχη τάση, σε σχέση με την εξαγωγή εμπορευμάτων που χαρακτήριζε την περίοδο του προμονοπωλιακού καπιταλισμού. Πά
4. Πρόγραμμα και Καταστατικό της Γ Κομμουνιστικής Διεθνούς, ελλην. έκδοση, <■Ειρήνη», σελ. 60-61
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 73
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
νω σ' αυτή τη βάση, της γέννησης και ανάπτυξης των μονοπωλίων, της δημουργίας του χρηματτσπ- κού κεφαλαίου και της εξαγωγής κεφαλαίου, άλλαξε ο χαρακτήρας της αποικιακής πολιτικής των μεγάλων καπιταλιστικών χωρών, που έγινε αγώνας για τη μονοπωλιακή κατοχή πηγών πρώτων υλών και σφαιρών τοποθέτησης κεφαλαίου, αγώνας για το οικονομικό μοίρασμα του κόσμου.
Η ΦΑΣΗ του προμονοπωλιακού καπιταλισμού ολοκληρώθηκε στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο πρώτος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος, 1914-18, αποτέλεσε την πληρέστερη επιβεβαίωση για το τέλος της εποχής του ελεύθερου συναγωνισμού και τη διαμόρφωση ενός παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος, όπου μια χούφτα μητροπόλεις του μονοπωλιακού καπιταλισμού βρίσκονται σε μια διαδικασία συνεχούς ξανα- μοιράσματος του κόσμου, κρατώντας σε σταθερή τροχιά εξάρτησης τις αποικίες και τις τυπικά αυτοτελείς χώρες όπου ο καπιταλισμός δεν πρόλαβε να αναπτυχθεί στο μονοπωλιακό του στάδιο.
Αναφερόμενες σ' αυτό το φαινόμενο, των σχέσεων εξάρτησης, ο Λένιν έγραφε:
«Το χρηματιστικό κεφάλαιο είναι μια τόσο μεγάλη, μπορούμε να πούμε, αποφασιστική δύναμη σ ' όλες τις οικονομικές και σ ' όλες πς διεθνείς σχέσεις, που είναι σε θέση να υποτάξει, και υποτάσσει πραγματικά, ακόμη και τα κράτη, που απολαβαίνουν την πιο πλήρη πολιτική ανεξαρτησία. [...]
«Μια και γίνεται λόγος για την αποικιακή πολιτική της εποχής του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι το χρηματι- σπκό κεφάλαιο και η αντίστοιχη σ ' αυτό διεθνής πολιτική, που οδηγεί στον αγώνα των μεγάλων δυνάμεων για το οικονομικό και πολιτικό μοίρασμα του κόσμου, δημιουργούν ολόκληρη σειρά από μεταβατικές μορφές κρατικής εξάρτησης. Χαρακτηριστικό γι' αυτή την εποχή δεν είναι μόνο οι δυο βασικές ομάδες χωρών: οι χώρες που κατέχουν αποικίες και οι αποικιακές χώρες, αλλά και οι ποικίλες μορφές των εξαρτημένων χωρών, που πολιτικά, τυπικά είναι ανεξάρτητες, στην πράξη όμως είναι μπλεγμένες στα δίχτυα της χρηματισπκής και διπλωματικής εξάρτησης. [...]
«Τέτιου είδους σχέσεις ανάμεσα σε διάφορα μεγάλα και μικρά κράτη υπήρχαν πάντα, στην εποχή όμως του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού γίνονται γενικό σύστημα, αποτελούν μέρος του συνόλου των σχέσεω ν του “μοιράσματος του κόσμου", με- τατρέπονται σε κρίκους της αλυσσίδας των πράξεων του παγκόσμιου χρηματισπκού κεφαλαίου
ΑΣ ΔΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ παά ήταν η εξέλιξη του ελληνικού καπιταλισμού, όλη αυτή την περίοδο της ωρίμανσης του καπιταλισμού των «μεγάλων δυνάμεων» της εποχής, του περάσματός του στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης και του ολοκληρωτικού μοιράσματος του κόσμου ανάμεσα στις οικονομικές ενώσεις των μονοπωλίων και τις ιμπεριαλιστικές χώρες. Αναφερόμαστε μ' άλλα λόγια στην ιστορία του ελληνικού καπιταλισμού κατά τον 19ο μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα.
Καθ' όλη αυτή την περίοδο, που στις καπιταλιστικές χώρες λειτουργεί ο ελεύθερος συναγωνισμός, που ο καπιταλισμός εισδύει ορμητικά στη γεωργία και ξεκαθαρίζει κάθε φεουδαρχικό υπόλειμμα, που προχωρά με γοργούς ρυθμούς η συγκέντρωση της
παραγωγής και του κεφαλαίου και δημιουργούνται οι όροι για να ξεπηδήσει το μονοπώλιο, ο ελληνικός καπιταλισμός γνωρίζει ένα μαρασμό και μια φυτοζώηση, που παϊρά τον τυπικά ανεξάρτητο χαρακτήρα του κράτους του, από οικονομική άποψη βρίσκεται σε κατάσταση μισοαποικίας. Χαρακτηρίζεται κατ' αρχήν από μα ιδιαίτερα στενή εσωτερική αγορά. Τα σημερινά όρια του ελληνικού κράτους διαμορφώνονται μετά τον πρώτο παγκόσμο πόλεμο, μετά τη διαμόρφωση του παγκόσμιου γενικού συστήματος του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού. Και μάλιστα, για να διαμορφωθούν αυτά τα όρια καταβλήθηκε ισχυρό «μη παραγωγικό» τίμημα, σε μα αλυσίδα πολέμων. Ο παρακάτω πίνακας μας δίνει μα εικόνα της διαμόρφωσης των γεωγραφικών και πληθυσμακών δεδομένων του ελληνικού καπιταλισμού.
Επιφάνεια και πληθυσμός της Ελλάδας
ΕΤΟΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ σε τετρ. χιλ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ανά τετρ. χιλ
1821 47.516 938.765 19.761838 47.516 752.077 15.831864 50.211 1.359.064 27.071881 63.606 2.004.991 31.521913 121.794 4.819.793 39.571922 130.199 5.943.000 45.651928 130.199 6.204.684 47.66
Πηγή: ΕΣΥ Ε
Η ΣΤΕΝΟΤΗΤΑ της εσωτερικής αγοράς όμως δεν καθορίζονταν βασικά από γεωγραφικούς και πληθυσμιακούς όρους, αλλά από όρους οικονομικούς, από το χαρακτήρα των παραγωγικών σχέσεων και από το επίπεδο και τη δυναμική ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Στην αγροτική οικονομία, όλη αυτή την περίοδο, που στον καπιταλιστικό κόσμο δημιουργούνται οι όροι και τελικά συ- ντελείται το πέρασμα στο μονοπωλιακό στάδιο, κυριαρχούσε το τσιφλικάδικο στοιχείο και η αγροτιά πάλευε όχι για να αναπτύξει τον καπιταλισμό, αλλά για να πάρει τη γη και ν’ αρχίσει να δημουρ- γεί τους όρους για την καπιταλιστική ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας. Δεν υπάρχει λοιπόν καπιταλιστική εμπόρευμαπκή παραγωγή, δεν αναπτύσσονται οργανικές σχέσεις ανάμεσα στην αγροτική οικονομία και τη βιομηχανία, η εσωτερική αγορά παραμένει στενή, δεν πραγματοποιείται κεφαλαιοκρατική συσσώρευση.
ΟΠΩΣ ΣΩΣΤΑ σημειώνει το σχέδιο προγράμματος, την ίδια περίοδο έχουμε πλήρη απουσία βιομηχανίας, εκτός από κάποια χειροτεχνικά και βιοτεχνικά εργαστήρια. Το ελληνικό κεφάλαιο είναι προσανατολισμένο σε εμποροναυτικές δραστηριότητες και στην τοκογλυφία, όπου η Εθνική Τράπεζα, κάτω από την κυριαρχία των Ρότσιλδ, απομυζά κάθε ικμάδα εσωτερικών αξιών, με κύρια μορφή τα κρατικά δάνεια. Για να δώσουμε ένα μέτρο σύγκρισης, αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με αστικές πηγές, μόνο από το 1880 άρχισε να γίνεται εισαγωγή μηχανών στη βιομηχανία. Το 1890 το επενδυμένο κεφάλαιο έφτασε μόλις τα 26 εκατομμύρια
5. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 27, σελ 385, 389 καt 390.
74 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
δραχμές. Το ποσό είναι αστείο όχι μόνο σε σύγκριση με τις βιομηχανικές επενδύσεις στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, αλλά και σε σχέση με τα αλλεπάλληλα κρατικά δάνεια, που ήταν 50 φορές περισσότερα!
ΕΙΝΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ, ότι αυτή την περίοδο τα επιτόκια δανεισμού για βιομηχανικές επενδύσεις κυμαίνονται μεταξύ 30% και 50% και για την αγροτική οικονομία είναι ακόμη μεγαλύτερα, γεγονός που δρα αποτρεπτικά για παραγωγική δραστηριότητα, αφού δεν επιτρέπει την πραγματοποίηση διευρυμένης αναπαραγωγής ή την επιτρέπει σε πολύ μικρή κλίμακα, που στην καλύτερη περίπτωση αφήνει περιθώρια για μια πολύ αργή συσσώρευση. Ετσι, η εσωτερική αγορά ήταν στενή όχι τόσο από γεωγραφική και πληθυσμιακή άποψη, όπως ισχυρίζεται σχεδόν το σύνολο της αστικής οικονομικής φιλολογίας, αλλά από άποψη οικονομική, λόγω της προδοσίας της αστικής τάξης στην εθνικοαπελευ- θερωτική επανάσταση, του συμβιβασμού της με τον τσιφλικάδικο κοτζαμπασισμό και της υποταγής του αστοτσιφλικάδικου συνασπισμού στο ξένο α- ποικιοκρατικό κεφάλαιο.
ΚΑΘΟΛΗ ΛΟΙΠΟΝ τη διάρκεια του 19ου αιώνα, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα, για λειτουργία του ελεύθερου συναγωνισμού, για συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου σε κείνη τη γιγάντκι βαθμίδα από την οποία ξεπηδούν τα μονοπώλια, για εξαγωγή κεφαλαίου, για συμμετοχή του ελληνικού καπιταλισμού στο διεθνές μοίρασμα των αγορών και των σφαιρών τοποθέτησης κεφαλαίου, για κατοχή αποικιών από τη μεριά του. Ολη αυτή την περίοδο ο ελληνικός καπιταλισμός, και στη βιομηχανία και στην αγροτική οικονομία, χαρακτηρίζεται από στενότητα, από έλλειψη κεφαλαίων και όχι από περίσσευμα, που χαρακτηρίζεται ο διαμορφω- νόμενος μονοπωλιακός καπιταλισμός των αναπτυγμένων χωρών. Οταν λοιπόν διαμορφώνεται το παγκόσμιο γενικό σύστημα του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται στη θέση του απλού κρίκου στην αλυσίδα της εξάρτησης από το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο.Ως προς αυτό, η λενινιστική θεωρία επιβεβαιώνεται απόλυτα από τα οικονομικά δεδομένα.
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ παγκόσμιο πόλεμο, που ε- ντείνεται η εξαγωγή κεφαλαίου από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις, αρχίζει μια σχετική βιομηχανική ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού, που στηρίζεται βασικά στην εισαγωγή κεφαλαίων από το εξωτερικό και δευτερευόντως στις εσωτερικές πηγές συσσώρευσης. Ετσι, παρά τη σχετική ανάπτυξη, η εικόνα δεν αλλάζει. Και γι’ αυτό θα επικαλεστούμε τη μαρτυρία ενός φασίστα, υφυπουργού Συνεταιρισμών της δικτατορικής κυβέρνησης του Μεταξά, που το 1939 περιγράφει ως εξής τον ελληνικό καπιταλισμό:
«Η Ελλάς υπήρξε πάντοτε Χώρα κατ' εξοχήν Γ ε- ωργική, παρ' όλην δε την ταχείαν ανάπτυξιν της βιομηχανίας από τα τέλη του παρελθόντος αιώνος και ιδίως μετά τον παγκόσμιον Πόλεμον, η γεωργία εξακολουθεί να κατέχη την πρωτεύουσαν θέ- οιν. Από απόψεως Εθνικής παραγωγής τα 80 και πλέον τοις εκατόν της συνολικής αξίας αυτής καλύπτονται υπό της γεωργικής παραγωγής και των συναφών παραγωγικών κλάδων. Η Γεωργία επί πλέον καλύπτει το ήμισυ περίπου του Εθνικού Ει
4 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ
σοδήματος της Χώρας. Από απόψεως εξαγωγικού εμπορίου τα Γεωργικά προϊόντα καταλαμβάνουν ποσοστόν κυμαινόμενον, αναλόγως των ετών, μεταξύ 80-90% του συνόλου των Ελληνικών εξαγωγών, αποτελούν δε σοβαρώτατον στοιχείον διά την ισορρόπησιν του ισοζυγίου των Πληρωμών της Ελλάδος.
Η σημασία αύτη της Γεωργίας αυξάνει έτι περισσότερον αν ληφθή υπ' όψιν, ό ν τα Γεωργικά προϊόντα αποτελούν την πρώτην ύλην διά τις κυριώτε- ρες και ζω τικότερες βιομηχανίες της Ελλάδος. Πράγματι α περισσότερον προοδεύσασαι βιομηχανία! εις την Ελλάδα είναι αι επεξεργαζόμεναι εγχώρια Γεωργικά προϊόντα. Αι Βιομηχανίαι αύται, αι λειτουργούσα με την επεξεργασίαν αποκλειστι- κώς εγχωρίων προϊόντων, αποτελούν τα 44-50% των Ελληνικώ ν Βιομηχανιώ ν και καλύπτουν τα 40% περίπου των εις Βιομηχανικός Επιχειρήσεις Επ ενδεδυμένω ν Κεφαλαίων. Εις τους αριθμούς τούτους δεν περιλαμβάνονται αι Βιομηχανίαι εκείνοι, αι οποίαι χρησιμοποιούν παραλλήλως εγχώρια Γεωργικά προϊόντα και ξένα τοιαύτα και των οποίων η σημασία είναι σοβαρωτάτη»β
Αν στην περιγραφή μιας καθυστερημένης αγροτικής χώρας, που μας δίνει ο φασίστας υπουργός, προστεθεί πρώτο η κυριαρχία του ξένου κεφαλαίου στις ισχνές αυτές βιομηχανικές επενδύσεις (πάνω από 50% τότε) και η απομύζηση της υπεραξίας με τη μεταφορά της στο εξωτερικό, δεύτερο η παραπέρα απομύζηση της υπεραξίας με τα τοκογλυφικά κρατικά δάνεια και τρίτο το γεγονός ότι η αγροτική παραγωγή γινόταν σε συνθήκες τοκογλυφικής- μισοφεουδαρχικής απομύζησης του αγρότη (έπρε- πε να πληρώσει με δόσεις τη γη που του δόθηκε, μετά τις αλλεπάλληλες αγροτικές εξεγέρσεις), που δεν του επέτρεπε να κάνει ούτε απλή (πόσο μάλλον διευρυμένη) αναπαραγωγή, θα φτάσουμε στο συμπέρασμα ότι μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο:
α) Δεν λειτούργησε κανονικά ο ελεύθερος συναγωνισμός στην ελληνική καπιταλιστική οικονομία, αρχικά γιατί δεν υπήρξε βιομηχανική ανάπτυξη και στη συνέχεια γιατί η βιομηχανική ανάπτυξη έγινε με όρους κυριαρχίας του ξένου χρηματιστικού κεφαλαίου.
β) Η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου γινόταν με ιδιαίτερα αργούς ρυθμούς, εξαιτίας της εκμετάλλευσης από το ξένο χρηματισπκό κεφάλαιο, που απομυζούσε την εγχώρια υπεραξία και τη συσσώρευε όπου αυτό θεωρούσε χρήσιμο.
γ) Στην αγροτική οικονομία, εξαιτίας της κατα- χρέωσης του αγρότη και του ιδιαίτερα ψηλού κόστους παραγωγής, που επέβαλε το βιομηχανικό, το τραπεζικό και το εμπορικό κεφάλαιο, δεν αναπτυσσόταν ο καπιταλισμός ή αναπτυσσόταν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, γιατί ο αγρότης δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει συσσώρευση, δεν μπορούσε να αυξήσει τη γη και να μπάσει τα σύγχρονα μέσα μηχανικής καλλιέργειας
δ) Ο ελληνικός καπιταλισμός έχασε την «ευκαιρία» να ανελιχτεί μέχρι το μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης.
6. Μπάμπη Αλιβιζάτου: Η Γεωργική Ελλάς κα η εξέλιξή της, Αθήνα 1939, σελ. 6-7.
ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 75
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
3. Το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού
ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ παγκόσμο πόλεμο, η κατάσταση άλλαξε στα ποσοτικά της στοιχεία, ενώ πα- ρέμεινε ίδια ως προς τα ποιοτκά. Υπήρξε μα σχετική ανάπτυξη του καπιταλισμού (για τον ελληνικό καπιταλισμό ήταν «εκρηκτική», όμως σε σχέση με την ανάπτυξη στις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, την ίδια περίοδο, ήταν πολύ καθυστερημένη), η οποία όμως δεν οδήγησε στο ξεπέρασμα του μέσου επιπέδου, ούτε στην αποτίναξη της εξάρτησης.
Ο ΛΟΓΟΣ που συνέβη αυτό ήταν και πάλι η κατα- θλιππκή κυριαρχία του ξένου μονοπωλιακού κεφαλαίου στις μεταπολεμικές οικονομικές εξελίξεις, στα πλαίσια του γενικού συστήματος του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού.
ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, η ανάπτυξη, και από ποσοτική και από ποιοτική άποψη, καθορίστηκε από τις επιλογές του εισαγόμενου χρηματισπκού κεφαλαίου, που ελέγχει ουσιαστικά όλη την παραγωγή, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Ο διπλανός πίνακας δείχνει τη συμμετοχή του ξένου κεφαλαίου σε άμεσες επενδύσεις, στην πιο ανθηρή περίοδο του ελληνικού καπιταλισμού. Πρέπει να σημειωθεί όμως και μια άλλη πλευρά, που τονίζεται στο σχέδιο προγράμματος. Το ξένο κεφάλαιο ελέγχει την ελληνική καπιταλιστική βιομηχανία όχι μόνο με άμεσες επενδύσεις, αλλά και με πούληση ή νοίκιασμα τεχνογνωσίας (Know how, Royalties), και με εκχώρηση δανείων (που συνοδεύονται από βιομηχανικές ντιρεκτίβες, δεδομένου ότι οι μονοπωλιακές τράπεζες δεν είναι πια απλοί μεσολαβητές, αλλά «βασιλιάδες» της καπιταλιστικής παραγωγής, σαν κάτοχοι και διαχειριστές του χρηματισπκού κεφαλαίου), και με έλεγχο μέσω του συστήματος εργολαβιών και υπεργολαβιών. Επομένως, ο βαθμός ελέγχου του ξένου χρηματισπκού κεφαλαίου στην ελληνική (ακριβέστερα: στην εγκατεστημένη στην Ελλάδα) βιομηχανία είναι πολύ μεγαλύτερος απ' αυτόν που δείχνει η άμεση συμμετοχή του στις επενδύσεις και κατά συνέπεια μεγαλύτερη είναι η απομύζηση υπεραξίας από την Ελλάδα, η οποία δεν αποτυπώνεται πιστά (καθόλου πιστά) στην ειδική στήλη του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών. Να συμπληρώσουμε ακόμη, ότι με το προκλητικό πλαίσιο των νόμων της ξενοδουλείας, που ψηφίστηκαν μεταπολεμικά και έχουν αυξημένη τυπική ισχύ (προσφέρουν συνταγματική προστασία στα προνόμια του ξένου κεφαλαίου), το ξένο κεφάλαιο συχνά δεν χρειαζόταν να εισαχθεί στην ποσότητα που απαιτούσε η επένδυση. Χρησιμοποιούσε δανεισμό από ντόπιες τράπεζες, με ιδιαίτερα επωφελείς γι' αυτό όρους και κρατική εγγύηση, καθώς και τα κρστικά κίνητρα, και έτσι απομυζούσε διπλά τον εργαζόμενο ελληνικό λαό, που πλήρωνε όλους αυτούς τους χαριστικούς όρους, με συνεχή αύξηση της φορολογίας, με καταλήστευση των αποθεματτ- κών των ασφαλιστικών ταμείων κλπ.
ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗ βιομηχανία, σε απόλυτη εξάρτηση από το χρηματιστικό κεφάλαιο των ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων βρέθηκε και η αγροτική οικονομία, που τα μεταπολεμικά χρόνια μπήκε στην τροχιά της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Τα βασικά μέσα παραγωγής για την αγροτική οικονομία (τρα-
Ποσοστό των ξένων επενδύσεων στο ούνολο των επενδύσεων στην Ελλάδα
(Μέσος όρος 1961-1968)
ΤΟΜΕΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ %Τρόφιμα 4.6Υφαντουργία 5.6Ενδυση - Υπόδηση 16.7Ξύλο 23.6Χαρτί 17.9Χημικά και προϊόντα πετρελαίου 82.6Μη μεταλλικά ορυκτά 12.6Βασική βιομηχανία μετάλλου 64.4Επεξεργασία μετάλλου 0.7Μηχανές —Ηλεκτρολογικό υλικό 12.6Υλικό συγκοινωνιών 81.6
Πηγή: Bulletin Economique pour I ’ Europe, όπως παρουσιάζεται στο: Μάριου Νικολινάκου: Εξάρτηση και Οικονομική Ανάπτυξη.
κτέρ, κομπάιν κ.λπ.) δεν παράγονταν (το ίδιο συμβαίνει και τώρα) στο εσωτερικό, αλλά εισάγονταν σε ιδιαίτερα ψηλές μονοπωλιακές τιμές, που εκτός των άλλων συνεπάγονταν και συναλλαγματική αιμορραγία. Ετσι, σε συνδυασμό με το χαμηλό βαθμό παραγωγικής αξιοποίησής τους, εξαιτίας του κατακερματισμού και της χαμηλής συγκέντρωσης της γης, με τους άλλους παράγοντες που δημουργού- σαν ένα ιδιαίτερα ψηλό κόστος παραγωγής (δανεισμός, πούληση γεωργικών εφοδίων), καθώς και με την εκμετάλλευση της αγροτικής παραγωγής από το εμπορικό και τοκογλυφικό κύκλωμα, η διαδικασία κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής δυσκολευόταν ιδιαίτερα και η πλειοψηφία των αγροτικών νοικοκυριών δεν κατάφερνε να πραγματοποιήσει ούτε απλή αναπαραγωγή. Σημαντικό τμήμα των νέων αξιών που παράγονταν στην αγροτική οικονομία έφευγε μ' αυτό τον τρόπο στο εξωτερικό και αν σ' αυτό προσθέσουμε και την επιβολή χαμηλών τιμών στα εξαγόμενα αγροτικά εμπορεύματα, θα βρούμε μα ακόμη εξήγηση για τους ιδιαίτερα αργούς ρυθμούς με τους οποίους πραγματοποιούνταν η συγκέντρωση της γης και του κεφαλαίου στην αγροτική οικονομία.
ΤΕΛΟΣ, πρέπει να σημειώσουμε τον συνεχώς διευρυνόμενο κρατικό δανεισμό, τους επαχθείς όρους που έθεταν οι δανείστριες τράπεζες του εξωτερικού, που επίσης απομυζούσε πς αξίες που συγκέντρωνε (με τη φορολογία) στα χέρια του το ελληνικό αστικό κράτος.
ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ οι βασικοί λόγοι για τους οποίους, παρά τη σχετική ανάπτυξη, ιδιαίτερα στον τομέα της βιομηχανίας, η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου στον ελληνικό καπιταλισμό δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τους μέσους ρυθμούς, δεν μπόρεσε να φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο, και ο ελληνικός καπιταλισμός - στο γενικό σύστημα του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού - παρέμεινε σαν ένας κρίκος στην αλυσίδα των εξαρτημένων χωρών.
ΠΩΣ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ σήμερα αυτό το μέσο επίπεδο ανάπτυξης; Η σύγκριση, σε όλα τα πεδία, με τις χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού αναδείχνει
76 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
τις διαφορές. Πρέπει όμως να εστιάσουμε την προσοχή μας περισσότερο σε ποιοτικούς και λιγό- τερο σε ποσοτικούς δείκτες. Αν για παράδειγμα, παίρναμε σαν μέτρο σύγκρισης τον δείκτη «κατά κεφαλήν ΑΕΠ», όπου υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, θα βλέπαμε ότι όντως οι χώρες του μέσου επιπέδου ανάπτυξης (όπως η Ελλάδα, η Τουρκία, η Ισπανία, η Αργεντινή κ.ά.) ξεχωρίζουν όχι μόνο από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά και από χώρες που μολονότι·δεν ανήκουν στην αφρόκρεμα του ιμπεριαλισμού (Group 7) έχουν φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης (π.χ. Σκανδιναβικές χώρες). Αυτή η σύγκριση όμως θα εγκυμονούσε μια σειρά κινδύνους, δεδομένου ότι το ΑΕΠ είναι ένα πλαστό μέγεθος, που δεν έχα σχέση με το εθνικό εισόδημα (οι αστοί περιλαμβάνουν στο ΑΕΠ και όλους τους μη παραγωγικούς - από άποψη παραγωγής υλικών αξιών και όχι από άποψη παραγωγικής αξιοποίησης του κεφαλαίου - κλάδους των κα
πιταλιστικών οικονομιών). ΓΓ αυτό και εντελώς ενδεικτικά θα χρησιμοποιήσουμε μερικούς ποιοτικούς δείκτες. Σημειώνουμε ότι απόλυτος δείκτης σύγκρισης για το επίπεδο ανάπτυξης των διάφορων οικονομιών θα ήταν μόνο η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, όμως τέτια στοιχεία δεν υπολογίζει η αστική στατιστική, δεδομένου ότι αυτός ο δείκτης δεν της λέει τίποτα από τη σκοπιά που αυτή εξετάζει τα πράγματα. Είναι βέβαια δυνατό, με μια επιστημονική εργασία, να γίνουν υπολογισμοί που θα αφορούν την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, όμως κάτι τέτιο ξεφεύγει από τις δυνατότητες αυτής της ανάλυσης,
ΕΝΑΣ ΔΕΙΚΤΗΣ του επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης είναι η κατ' άτομο παραγωγή ηλεκτρε- νέργειας (στο βαθμό που η βιομηχανική παραγωγή δεν χρησιμοποιεί σε έκταση άλλες μορφές ενέργειας). Ετσι, ενώ στην Ελλάδα είχαμε το 1989 ετήσια παραγωγή 3.451 κιλοβατωρών κατ’ άτομο πληθυσμού, στο Βέλγιο είχαμε 6.768, στη Γαλλία
Π ίν α κ α ς 2 0 . Ισ ο ζύ γ ιο δ ιεθ ν ώ ν σ υναλλαγώ ν
T a b le 20 . In te rn a tio n a l tra n s a c tio n sΣε εκ o r δρχ — Σε τρέχουσες τιμές In million drs — A t current pnces
1988 1989· 1990· 1991'·
1 Εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών 1.451.910 1 685.093 1 864 130 2.425.327 1. Sales of goods and services
2. Δαπάνες αλλοδαπών στην ημεδαπή
348.974 333.740 414.945 480.277 2. Expenditure of non-residents
3. Εισπράξεις εισοδημάτων από την αλλοδαπή
197.768 229.590 277.932 341.817 3. Income receipts
Σύνολο πωλήσεων αγαθών και υπηρεσιών στην αλλοδαπή και εισπράξεων εισοδημάτων από την αλλοδαπή
1.998.652 2.248.423 2.557.007 3.247.421 T o ta l s a le s of goods and s e rv ic e s to th e re s t of the world and Income receipts
4 Εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών (1)
2.160.549" 2.644.600 3.233.820 4.027.592 4. Purchases of goods and services (1)
5. Δαπάνες ημεδαπών στην αλλοδαπή
130.137 165 665 211.446 225.859 5 Expenditure of residents abroad
6. Πληρωμές εισοδημάτων στην αλλοδαπή
254 431 314.824 324 006 392.218 6. Income payments
Σύνολο αγορών και υπηρεσιών από την αλλοδαπή και πληρωμών εισοδημάτων στην αλλοδαπή
2.545.117 3.125.089 3.769.272 4.645.669 Total purchases ot goods and services from the rest of the world and Income payments
7. Ισοζύγιο αγαθών, υπηρεσιών και εισοδημάτων
-546.465 -876.666 -1.212.265 -1.398.248 7. Balance of goods, services and income
8. Τρέχουσες μεταβιβάσεις από την αλλοδαπή
485.166 546064 686 397 924 774 8. Current transfers from the rest of the world
9 Μείον : Τρέχουσες μεταβιβάσεις στην αλλοδαπή
91.335 110.601 123.286 186.374 9. Less : Current transfers to the rest of the world
10. Μεταβιβάσεις κεφαλαίων από την αλλοδαπή
65.287 92.367 141.500 180.469 10. Capital transfers from the rest ol the world
11. Μείον : Μεταβιβάσεις κεφαλαίων στην αλλοδαπή
2.231 2 850 3.186 4.170 11. Less: Capital transfers to the rest of the world
12. Καθαρός δανεισμός της Χώρας από την αλλοδαπή
89.578 351.686 510.840 483.549 12. Net lending
( ! ) Χωρίς ποντοπόρα πλοία Προσωρινά στοιχεία
" Εκτιμήσεις
(1) Excluding ships operating overseas Provisional data
" Estimates
Πηγή: Προσωρινοί Εθνικοί Λογαριασμοί της Ελλάδος, 1991.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | 77
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
7.282, στη Γερμανία 7.781, στις ΗΠΑ 11.983, στην Ιαπωνία 6.496.
ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΔΕΙΚΤΗΣ είναι ο βαθμός μηχανοποίησης της αγροτικής οικονομίας. Το 1986, ο αριθμός των τρακτέρ ανά 1000 στρέμματα καλλιεργούμενης γης ήταν στην Ελλάδα 5,45, ενώ το 1970 (αρκετά χρόνια πριν δηλαδή) ήταν στην Ολλανδία 16 και στο Βέλγιο 9. Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση σε ό,τι αφορά τα πιο βαριά γεωργικά μηχανήματα.
ΜΠΟΡΟΥΜΕ να δούμε και άλλα στοιχεία του ελληνικού καπιταλισμού, όπως είναι η σύνθεση του εξωτερικού εμπόριου (εισαγωγές και εξαγωγές), η ποσοστιαία κατανομή των διάφορων κλάδων της βιομηχανικής παραγωγής, αλλά η συνεχής παράθεση πινάκων δεν θα προσέθετε τίποτα περισσότερο εκτός από επιπλέον επιβεβαιώσεις του βασικού μας συμπεράσματος. Υπάρχει όμως ένα στοιχείο στο οποίο πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή, αφού είναι αυτό που διαλύει κάθε αμφιβολία σχετικά με το χαρακτήρα της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.
Η ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ της οικονομικής ζωής είναι βασικό χαρακτηριστικό της εποχής του ιμπεριαλισμού. Η εξαγωγή κεφαλαίου, όπως είδαμε, διαχωρίζει το μονοπωλιακό από τον προμονοπωλιακό καπιταλισμό, ο οποίος χαρακτηριζόταν από την εξαγωγή εμπορευμάτων. Επομένως, το σύνολο των οικονομικών σχέσεων μιας καπιταλιστικής χώρας με το εξωτερικό αποτελεί ασφαλέστατο δείκτη για το επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού σ' αυτή. Ο πίνακας της προηγούμενης σελίδας δείχνει το ισοζύγιο διεθνών συναλλαγών της Ελλάδας, απεικονίζει δηλαδή τις σχέσεις του ελληνικού καπιταλισμού με τον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο σ' όλους τους τομείς.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ που διαπιστώνει κανένας είναι το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο (σύγκριση γραμμών 1 και 4), που οδηγεί τελικά σε αρνητικό ισοζύγιο τρε- χουσών συναλλαγών. Αυτό δείχνει, ότι ο ελληνικός καπιταλισμός είναι αδύναμος να ελέγξει ακόμη και σε εμπορικό επίπεδο κάποιες αγορές, αδύναμος να ελέγξει ακόμη και τη δική του εσωτερική αγορά. Αν μάλιστα κοιτάξουμε και την ποιοτική πλευρά του εξωτερικού εμπόριου, θα δούμε ότι οι εξαγωγές του ελληνικού καπιταλισμού αφορούν κυρίως βιομηχανικά εμπορεύματα της ελαφριάς βιομηχανίας και αγροτικά εμπορεύματα, ενώ οι εισαγωγές του περιλαμβάνουν σχεδόν το σύνολο του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού.
ΕΙΔΑΜΕ ΟΜΩΣ, ότι βασικό χαρακτηριστικό του μονοπωλιακού καπιταλισμού είναι η εξαγωγή κεφαλαίου και όχι η εξαγωγή εμπορευμάτων, ότι αποφασιστική σημασία στις οικονομικές σχέσεις έχει η κίνηση κεφαλαίων και όχι το εξωτερικό εμπόριο. Οι γραμμές 10 και 11 του πίνακα δείχνουν την κίνηση κεφαλαίων προς και από την Ελλάδα και δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για το όπ η Ελλάδα είναι χώρα εισαγωγής και όχι εξαγωγής κεφαλαίου. Τα κεφάλαια που εισάγονται στη χώρα από το εξωτερικό είναι από 30 μέχρι 45 φορές περισσότερα από αυτά που εξάγονται. Πρέπει δε να σημειώσουμε, ότι αυτά που εμφανίζονται σαν εξαγώγιμα κεφάλαια δεν είναι επιχειρηματικά κεφάλαια, δεν είναι κεφάλαια που πάνε να επενδυθούν κάπου στο εξωτερικό, αλλά κυρίως κεφάλαια απο
πληρωμής δανείων (και στα εισαγόμενα κεφάλαια συμπεριλαμβάνονται δάνεια, όμως αυτά είναι επιχειρηματικά κεφάλαια για τις χώρες που τα εξάγουν δανείζοντας τον ελληνικό καπιταλισμό).
ΑΠ' ΟΛΑ λοιπόν τα παραπάνω, φαίνεται καθαρά, ότι τα βασικά χαρακτηριστικά με τα οποία ο Λένιν προσδιόρισε το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού δεν συναντιούνται στον ελληνικό καπιταλισμό, που παρά τη σχετική μεταπολεμική του ανάπτυξη εξακολουθεί να αποτελεί εξάρτημα του μονοπωλιακού κεφαλαίου των ιμπεριαλιστικών χωρών. Παρά ταύτα, πολλοί επιμένουν να μιλούν για «ελληνικό ΚΜΚ». Γι' αυτό και χρειάζεται μα σύντομη απάντηση στις δοξασίες τους.
4. Η θεωρία του «ελληνικού ΚΜΚ»Η ΘΕΩΡΙΑ του «ελληνικού ΚΜΚ» κατασκευάστη
κε από τους αναθεωρητές και δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας θεωρητικής πλάνης. Κατασκευάστηκε προκειμένου να υπηρετήσει τη στρατηγική των «αντιμονοπωλιακών μεταρρυθμίσεων», που ήταν κοινή για όλα τα αναθεωρητικά κόμματα την εποχή της ακμής του μπρεζνιεφισμού.
Σύμφωνα μ' αυτή τη θεωρία, το προλεταριάτο επιβάλλεται να συμμαχήσει με τη «μη μονοπωλιακή αστική τάξη» και μέσα από μα σειρά «αντιμονοπω- λιακές μεταρρυθμίσεις», που δεν θα θίγουν την οικονομική βάση του καπιταλισμού, να επιχειρήσει το «πέρασμα στο σοσιαλισμό».7 Για να δικαιολογηθεί λοιπόν η στρατηγική της συμμαχίας με την ελληνική αστική τάξη, κατασκευάστηκε και από τους εγχώριους αναθεωρητές η θεωρία του «εξαρτημένου ελληνικού ΚΜΚ», η οποία με την πάροδο του χρόνου και με την ωρίμανση του αναθεωρητισμού σαν αστικού κόμματος πήρε τη μορφή των σύγχρονων αναπτυξιολογικών θεωριών.
ΑΠΟ ΤΟΥΣ αναθεωρητές αυτή η θεωρία πέρασε στον μικροαστικό ριζοσπαστίζοντα χώρο, που καθώς χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη θεωρητική ένδεια και την πνευματική οκνηρία, βρήκε εύκολη την αντιγραφή, χωρίς να συνειδητοποιεί τί ακριβώς α- νπγράφει και πού οδηγείται. Ετσι φτάσαμε σε άλλες τραγελαφικές παραδοξότητες. Να μιλούν για «ελληνικό ΚΜΚ» και ταυτόχρονα να «εκπονούν» στρατηγική... λαϊκοδημοκρατικής επανάστασης (κατά το μαοϊκό πρότυπο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης «νέου τύπου»), σφυρίζοντας αδιάφορα ακόμα και μπροστά σε κάποιες κραυγαλέες προειδοποιήσεις του Λένιν, όπως η παρακάτω:
«Ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός είναι η πληρέστερη υλική προετοιμασία του σοσιαλισμού, είναι τα πρόθυρά του, είναι το σκαλοπατάκι εκείνο της ιστορικής κλίμακας, που ανάμεσα σ ' αυτό και το σκαλοπατάκι που λέγεται σοσιαλισμός, δεν υπάρχουν άλλα ενδιάμεσα σκαλοπάτια»β
Κάθε φορά δε, που οι πιο σοβαροί από τους μελετητές του «ελληνικού ΚΜΚ» έβρισκαν δυσκολίες στο να επιχειρηματολογήσουν υπέρ των από- ψεών τους με βάση τη λενινιστική ανάλυση για τον ιμπεριαλισμό, κατέφευγαν στις... ιδιομορφίες του
7. Για περισσότερα πάνω σ' αυτό το θέμα, δες τη μπροσούρα της Κ Ε της ΣΑΚΕ: «Η ωρίμανση του ελληνικού αναθεοφητισμού».
8. Β.Ι. Λένιν: Απαντα, τόμ. 34, σελ. 193.
δ ϊίΐίν :·:™
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
«ελληνικού ΚΜΚ» και «καθάριζαν». Γενικότερα, οι λέξεις «ιδιόμορφος», «ιδιομορφίες», «ιδιότυπος» είναι από τις πιο κακοπαθημένες στην ελληνική πολιτική φιλολογία. Με τη γενικότητα και την ασάφειά τους (ζεν φταίνε οι λέξεις γι' αυτό) αποτέλε- σαν και αποτελούν το πιο ασφαλές καταφύγιο όλων όσων έχουν αναγαγάγει την αβάσταχτη ελαφρότητα και την τσαπατσουλιά σε αρετές της θεωρητικής ανάλυσης.
ΑΠ' ΟΛΟΥΣ όσους ασχολήθηκαν με το ζήτημα, την mo σοβαρή (σοβαρή από την άποψη της δια- στρεβλωτικής δύναμης) ανάλυση έκανε ο αναθεωρητής συγγραφέας Μιχάλης Μάλλιος, στο βιβλίο του «Η σύγχρονη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα», όπου προσπάθησε να προσ- δώσει επιστημονικό κύρος στη στρατηγική που το μπρεζνιεφικό τμήμα του αναθεωρητισμού είχε επεξεργαστεί στο 9ο συνέδριό του.
Η λαθροχειρία του Μάλλιου στηρίζεται στη νοη- τική (νοητική, γιατί δεν υπάρχει στη ζωή) διάσπαση του τρόπου παραγωγής ανάμεσα σε παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις. Ο Μάλλιος λοιπόν καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων του ελληνικού καπιταλισμού είναι μέσο, ενώ το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών σχέσεων έχει φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο. Ετσι, διασπώντας την ενότητα των στοιχείων που συναπαρτίζουν κάθε συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής, μετατρέπει τον ιμπεριαλισμό σε φαινόμενο που αφορά μόνο τις παραγωγικές σχέσεις και όχι και τις παραγωγικές δυνάμεις.
φΥΣΙΚΑ, αυτό γίνεται αυθαίρετα, δεν στηρίζεται σε κανένα επιστημονικό δεδομένο, σε κανενός είδους επιστημονική ανάλυση. Γίνεται απλώς επειδή βόλευε τους αναθεωρητές. Εδώ όμως δεν έχουμε σύγκρουση με τη λενινιστική ανάλυση για τον ιμπεριαλισμό, αλλά ευθεία επίθεση και αναίρεση της θεμελιώδους ιστορικοφιλοσοφικής αντίληψης του μαρξισμού για την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών, πάνω στην οποία έχει θεμελιωθεί και η μαρξιστική πολιτική οικονομία, η αντίληψη του Μαρξ και του Ενγκελς για την εξέλιξη των τρόπων παραγωγής.
ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ Μαρξ και Ενγκελς, κάθε τρόπος παραγωγής αποτελείται από τη διαλεχτική ενότητα των παραγωγικών δυνάμεων και των παραγωγικών σχέσεων. Σ' αυτή τη διαλεχτική ενότητα, το πιο κινητικό, το πιο επαναστατικό τμήμα είναι οι παραγωγικές δυνάμεις. Η ανάπτυξή τους τις φέρνει σε κάποια φάση σε σύγκρουση με τις παραγωγικές σχέσεις, που μετατρέπονται σε εμπόδιο της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Τότε ανοίγει μια εποχή κοινωνικής επανάστασης, η νίκη της ο- ποίας οδηγεί σε νέες παραγωγικές σχέσεις, που αρχικά δίνουν άπλα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία μαζί τους, για να μετατραπούν στη συνέχεια σε τροχοπέδη τους.
Ο αναθεωρητής οικονομολόγος λοιπόν, για να εξυπηρετήσει τη θεωρητική του κατασκευή, ισχυρίζεται ότι οι παραγωγικές δυνάμεις, το πιο επαναστατικό στοιχείο του τρόπου παραγωγής, έμειναν πίσω, δεν ξεπέράσαν ένα στάδιο ανάπτυξης, που ο ίδιος χαρακτηρίζει μέσο, ενώ αντίθετα α παραγωγικές σχέσεις έφτασαν στο μονοπωλιακό στά
ΜΑΡΞ
διο, δηλαδή στο ανώτατο στάδιο ανάπτυξης που μπορούν να φτάσουν μέσα στον καπιταλισμό, και γεννιέται το ερώτημα: γιατί δεν αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις, ώστε να φτάσουν κι αυτές στο ανώτατο σημείο που μπορούν να χωρέσουν α παραγωγικές σχέσεις του μονοπωλιακού καπιταλισμού; Ποιός τις εμποδίζει; Η ίδια η βάση δηλαδή, πάνω στην οποία στηρίζει όλο το οικοδόμημά του, είναι σαθρή, δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Γιατί η πραγματικότητα επιβεβαιώνει την ενότητα παραγωγικών σχέσεων και παραγωγικών δυνάμεων του ελληνικού καπιταλιστικού κοινωνι- κο-οικονομικού σχηματισμού, επιβεβαιώνει ότι οι παραγωγικές δυνάμεις δεν αναπτύσσονται απεριόριστα, δεν ξεπερνούν αυτό που ονομάζουμε μέσο επίπεδο, γιατί πς εμποδίζουν οι διαμορφωμένες σχέσεις παραγωγής, που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Και απ' αυτή τη πρόσκρουση των παραγωγικών δυνάμεων στις κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις απορρέει το σάπισμα του ελληνικού καπιταλισμού, για το οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω.
Ο Μάλλιος ακόμη απολυτοποιεί τη μεταπολεμική συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της παραγωγής και του κεφαλαίου στην Ελλάδα και την εμφάνιση μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, για να βαφτίσει αυτές τις επιχειρήσεις «μονοπώλια». Για να γίνει μάλιστα πιο πιστευτή η άποψή του, ανακαλύπτει ότι και προπολεμικά «διαμορφώθηκε στην Ελλάδα ένα ισχυρό σύστημα τραπεζών με επικεφαλής δυο τρεις μεγάλες τράπεζες α οποίες τόσο από άποψη μεγέθους ενεργητικού, όσο και από άποψη έκτασης της πιστωτικής του δραστηριότητας σημείωσαν ψηλό επίπεδο μονοπωλιακής ανάπτυξης·»β
Ετσι, το επιστημονικό βάθρο πις λενινισπκής ανάλυσης για την ιδιαίτερα ψηλή βαθμίδα ανάπτυξης, από την οποία ξεπηδά το μονοπώλιο, εκχυ- δαίζεται στο επίπεδο της ετυμολογικής ερμηνείας της λέξης μονοπώλιο (μονοπώλιο = μονό-πωλώ, όπως ακριβώς λέμε: ο μπακάλης του χωριού είναι μονοπώλιο, αφού δεν υπάρχει άλλος μπακάλης να τον ανταγωνιστεί). Αν ακολουθήσουμε αυτή τη συλλογιστική, τότε θα οδηγηθούμε στο συμπέρασμα, ότι όσο πιο καθυστερημένη είναι μια καπιταλιστική χώρα τόσο αναπτυγμένος είναι σ' αυτή ο... μονοπωλιακός καπιταλισμός. Γιατί στις καθυστερημένες καπιταλιστικές χώρες παρατηρείται το φαινόμενο ελάχιστες επιχειρήσεις, συνδεμένες κατά κανόνα με το ξένο κεφάλαιο, να ασκούν μονοπωλιακό (με την έννοια του μονό-πωλώ) έλεγχο στην οικονομία και δίπλα τους να υπάρχει μια τεράστια μάζα βιοτεχνικών και χειροτεχνικών επιχειρήσεων.
ΕΠΕΙΔΗ όμως ο αναθεωρητής οικονομολόγος ξέρει ότι κι αν ακόμη κάποιος δεχτεί την άποψή του για τα «μονοπώλια της ελληνικής παραγωγής», θα του ζητήσει να επιβεβαιώσει στην πραγματικότητα του ελληνικού καπιταλισμού, και τα άλλα συμπεράσματα του λενινισπκού ορισμού, φροντίζει να κρατήσει τις αποστάσεις του από το Λένιν, γράφοντας: «Δεν υπάρχει κάποιο υποχρεωτικό μίνιμουμ οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας σαν απαραίτητος όρος για την εμφάνιση του ΚΜΚ.
9. Μ. Μάλλιος: Η σύγχρονη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα, «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 46.
88888818888ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 § £ ||
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Ενα συμπέρασμα που θα υποστήριζε όπ δήθεν υπάρχει τέτιο μίνιμουμ για την εμφάνιση του ΚΜ Κ θα ερχόταν σε αντίθεση και με τη θεωρία (σ.σ. παά θεωρία;), και με την ιστορία της ανάπτυξης του ΚΜ Κ στις διάφορες χώ ρες και θα οδηγούσε στη σχηματοποίηση ορισμένω ν πλευρών της λενινι- στικής Θεωρίας για τον ΚΜ Κ».™ (Η έμφαση δική μας).
Ωστε η αναζήτηση στον ελληνικό καπιταλισμό τέτιων βασικών χαρακτηριστικών του μονοπωλιακού καπιταλισμού, όπως η εξαγωγή κεφαλαίου, που ξεχωρίζει τον μονοπωλιακό από τον προμονο- πωλιακό καπιταλισμό, η δημιουργία μονοπωλιακών ενώσεων, που συμμετέχουν στο οικονομικό μοίρασμα του κόσμου, και η συμμετοχή του ελληνικού αστικού κρότους στο εδαφικό μοίρασμα του κόσμου σε σφαίρες επιρροής, δεν είναι παρά... σχηματοποίηση ορισμένων πλευρών της λενινιστικής θεωρίας. Ας είναι. Εστω και έμμεσα, οι αναθεωρητές παραδέχονται ότι η άποψή τους για «ελληνικό ΚΜΚ» δεν «κολλάει» με τη λενινιστική ανάλυση. Για να γίνει όμως σαφέστερο τί ακριβώς εννοεί ο Μάλλιος, γράφοντας για «σχηματοποίηση ορισμένων πλευρών της λενινιστικής θεωρίας», πρέπει να πούμε ότι αυτό αποτελεί κομψή διατύπωση κάποιων απόψεων που ξένοι ομογάλακτοι του διατύπωναν την ίδια περίοδο. Σε ειδικό συμπόσιο που διοργάνωσε η Ακαδημία Επιστημών της μπρεζνιε- φικής ΕΣΣΔ, εκφράστηκε η άποί|ηη, ότι ο ΚΜΚ είναι ιδιαίτερο στάδιο στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, όπου από τα βασικά γνωρίσματα με τα οποία ο Λένιν όρισε τον ιμπεριαλισμό ισχύει μόνο το πρώτο (δημιουργία μονοπωλίων), ενώ τα άλλα τέσσερα έ- παψαν να ισχύουν.11
ΤΕΛΟΣ, ένα επιχείρημα που προβάλλεται συχνά, για να δικαιολογηθεί η θεωρία του «ελληνικού ΚΜΚ» είναι το γεγονός της υποταγής του κρατικού μηχανισμού στα μονοπώλια. Πρόκειται μάλλον για φαιδρό επιχείρημα, το οποίο δεν απαντά καθόλου στο ερώτημα, ποιό είναι το επίπεδο ανάπτυξης του συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής. Γιατί η μετατροπή του χρηματισπκού κεφαλαίου σε παγκόσμια δύναμη έχει οδηγήσει σε υποταγή και του κρατικού μηχανισμού των εξαρτημένων χωρών σ’ αυτό. Μάλιστα, όσο περισσότερο οικονομικά εξαρτημένη είναι μα χώρα τόσο μεγαλύτερη είναι αυτή η υποταγή.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ λόγος να επεκταθούμε περισσότερο στην πολεμική στην αναθεωρητική θεωρία για τον «ελληνικό ΚΜΚ». Οποιος θέλει να αποδείξει επιστημονικά ότι ο ελληνικός καπιταλισμός έφτασε στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης, θα πρέπει να αποδείξει με στοιχεία, ότι κατά τον 19ο αιώνα είχαμε τη λ!ειτουργία του ελεύθερου συναγωνισμού, είχαμε τη συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου σε κείνη πι γιγάντια βαθμίδα ανάπτυξης από την οποία ξεπήδησε το μονοπώλιο. 0α πρέπει να εξηγήσει πώς γίνεται μια χώρα του μονοπωλιακού καπιταλισμού να χαρακτηρίζεται από την τόσο χαμηλή συγκέντρωση της γης, από την εισαγωγή και όχι την εξαγωγή κεφαλαίου, από την αδυναμία οικονομικού ελέγχου ακόμη και της εσωτερικής της αγοράς κλπ. κλπ. Ολα τα υπόλοιπα είναι είτε εκ του πονηρού είτε εκ της βλακείας. Τα λίγα που αναφέρθηκαν παραπάνω επιβεβαιώνουν από μια άλλη σκοπιά το μέσο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, το οποίο κανένας δεν τολ
μά να αμφισβητήσει. Υπενθυμίζουμε απλώς και πάλι, ότι μέσο επίπεδο και ΚΜΚ, σε οντολογικό επίπεδο είναι πράγματα αλληλοαποκλειόμενα, ενώ σε λογικό επίπεδο συνιστούν «αντίφαση εν τοις ό-ρας».
5. Καπιταλισμός που σαπίζειΑΠΟ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ όπ ο ελληνικός καπιταλι
σμός είναι μέσου επιπέδου ανάπτυξης προκύπτει ένα κρίσιμο ερώτημα: υπάρχουν προοπτικές ανάπτυξής του, ώστε ο ελληνικός καπιταλισμός να φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο; Εχει, μ1 άλλα λόγια, η ελληνική αστική τάξη ένα ανεξάντλητο δυναμικό, από το οποίο θα πηγάσει στο μέλλον κά- ποια σημαντική αναπτυξιακή δυναμική;
Η απάντηση στο ερώτημα δεν έχει φιλολογική σημασία. Είναι κρίσιμο ζήτημα που παίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της στρατηγικής του συνειδητού προλεταριάτου. Αν ο ελληνικός καπιταλισμός έχει ακόμη σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, αν του μέλλεται να φτάσει τις αναπτυγμένες χώρες, πς χώρες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, τότε το συνειδητό προλεταριάτο θα βρει μπροστά του σημαντικά προβλήματα, θα δυσκολευτεί ιδιαίτερα να αναπτύξει το στρατηγικό του σχέδιο, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την κατάχτηση της πλειοψη- φίας των μισοπρολεταριακών στρωμάτων του χωριού και της πόλης, αλλά και σε ό,τι αφορά την κατάχτηση της πλειοψηφίας της ίδιας της εργατικής τάξης.
ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ δείχνει παραστατικά τί ακριβώς θέλουμε να πούμε. Το ψευτοόραμα της «οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης» με τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της ΕΟΚ, μολονόπ στο οικονομικό και το κοινωνικό πεδίο αντιστοιχείται μόνο σε πραχτικά μέτρα σκληρής λιτότητας και κοινωνικής βαρβαρότητας, λειτουργεί σε ένα βαθμό σαν προπαγανδιστικός μηχανισμός της ασπκής τάξης, που παραλύει συνειδήσεις και φρενάρει (μαζί με άλλους παράγοντες) την ανάπτυξη της ταξικής πάλης εκ μέρους της εργατικής τάξης και της φτωχομεσαιας αγροτιάς. Ας φανταστούμε λοιπόν τί μπορεί να γίνει, αν δεν πρόκειται για ψευτοόραμα, αλλά για πραγματικό όραμα της αστικής τάξης, που έχει τα φόντα να το πραγματοποιήσει.
ΜΠΟΡΕΙ ΑΚΟΜΗ να τεθεί το ερώτημα: Η οικονομική ανάλυση αποδείχνει, ότι τα μεταπολεμικά χρόνια ο ελληνικός καπιταλισμός άλλαξε όψη, αναπτύχθηκε σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα στον τομέα της βιομηχανικής παραγωγής. Γιατί λοιπόν να μη γνωρίσει άλλη μια τέτια φάση ανάπτυξης, που θα τον εκτινάξει μέχρι και το μονοπωλιακό στάδιο; Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν αρχικά κά- ποια πράγματα σχετικά με τη μεταπολεμική ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού.
Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί, είναι ότι αυτή η ανάπτυξη δεν ήρθε βασικά σαν αποτέλεσμα της εσωτερικής δυναμικής του ελληνικού καπιταλι-
10. Μάλλιος, ό.π., σελ. 147-148.11. Ο απόψεις αυτές περιέχονται στο: Ακαδημίας Επι
στημών ΕΣΣΔ: Η διδασκαλία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και η εποχή μας, ελλην. έκδοση «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1968. Αναλυτική πολεμική δες στη μπροσούρα της Κ Ε της ΣΑΚΕ: Η ωρίμανση του ελληνικού αναθεωρητισμού.
H ! ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάπς 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
σμού, αλλά σαν αποτέλεσμα γενικότερων αλλαγών στον καπιταλιστικό κόσμο, νέων αναγκών του μονοπωλιακού καπιταλισμού, που τις περιγράφει το σχέδιο προγράμματος. Δεύτερο, αυτή η ανάπτυξη, επειδή ακριβώς στηρίχτηκε στην εισαγωγή ξένου χρημαπσπκού κεφαλαίου και στην εισαγωγή των βασικών μέσων παραγωγής, ήταν σχετκή και δεν οδήγησε (ούτε μπορούσε να οδηγήσει) τον ελληνικό καπιταλισμό σε υπέρβαση του μέσου επιπέδου ανάπτυξης. (Η ανάλυση του Λένιν για τη μετατροπή του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού σε γενικό σύστημα, όπου ο» ιμπεριαλιστικές χώρες εξαρτούν με διάφορους τρόπους όχι μόνο τις αποικίες, αλλά το σύνολο των χωρών, που γίνονται υποδοχείς του εξαγόμενου κεφαλαίου, επιβεβαιώθηκε απόλυτα και από τη μεταπολεμική ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού). Τρίτο, αυτή η ανάπτυξη ήταν ιδιαίτερα καταστροφική για τον εργαζόμενο ελληνικό λαό. Το σχέδιο προγράμματος περιγράφει τις βασικές πλευρές αυτής της καταστροφικότητας.
ΕΔΩ ΠΡΕΠΕΙ να σημειώσουμε, ότι δεν πρόκειται για τις συνέπειες που γενικά έχει σε βάρος των εργαζόμενων η καπιταλιστική ανάπτυξη, αλλά για την ιδιαίτερη ένταση που είχαν αυτές οι συνέπειες στην Ελλάδα, από τη μια, επειδή η ανάπτυξη γινόταν με τη διατήρηση ιδιαίτερα χαμηλής οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου και, από την άλλη, επειδή η ανάπτυξη ήταν μονόπλευρη, με αποτέλεσμα - παρά τη χαμηλή οργανική σύνθεση κεφαλαίου - να συνοδεύεται από ιδιαίτερα ψηλή ανεργία. Αυτό βρήκε την έκφρασή του στη μαζική εξωτερική μετανάστευση. Περίπου ένα εκατομμύριο Ελληνες, στην πλειοψηφία τους νέοι, αναγκάστηκαν να πάρουν το δρόμο της μετανάστευσης στα μεταπολεμικά χρόνια. Δηλαδή, το ένα τρίτο περίπου του εργαζόμενου πληθυσμού δεν μπορούσε να εξασφαλίσει θέση εργασίας στον «αναπτυσσόμενο» ελληνικό καπιταλισμό. Η μαζική ανεργία λοιπόν δεν ήταν αποτέλεσμα εκτόπισης εργατών από την παραγωγή, λόγω της ανόδου της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, αλλά αποτέλεσμα του ακριβώς αντίθετου προτσές, αποτέλεσμα της μαζικής καταστροφής της αγροτιάς και της καθυστέρησης της βιομηχανικής παραγωγής. Αυτή η εξέλιξη αποτελεί την καλύτερη απόδίειξη για το ότι δίπλα στην τάση της σχετικής ανάπτυξης αναπτυσσόταν η τάση του σαπίσματος του ελληνικού καπιταλισμού.
ΑΣ ΣΗΜΕΙΩΣΟΥΜΕ, όπ και σ' αυτό το φαινόμενο έχουμε την, μετά από 40 χρόνια, επαναβεβαίωση ενός ακόμη από τα συμπεράσματα του Λένιν για την εποχή του ιμπεριαλισμού:
«Στον αριθμό των ιδιομορφιών του ιμπεριαλισμού, που συνδέονται με τον κύκλο των φαινομένων που περιγράφουμε, ανήκα η μείωση της μετανάστευσης από νς ιμπεριαλιστικές χώρες και η αύξηση της εγκατάστασης (του ερχομού εργατών και 'της μετοίκηοης) σ ' αυτές τις χώρες από τις πιο καθυστερημένες χώρες, όπου ο μισθός εργασίας είναι κατώ τερος».'2ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθα
νότητα να ξαναζήσει ο ελληνικός καπιταλισμός μια παρόμοια φάση σχετικής ανάπτυξης. Η όξυνση της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος άνοιξε ένα νέο γύρο ιμπεριαλιστικών πολέμων και προλεταριακών επαναστάσεων. Αν το προλεταριάτο της Ελλάδας δεν βγει νικηφόρο από αυτό το γύρο, αν ο παγκόσμιος καπιταλισμός
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ
μπει σε μια φάση σχετικής σταθεροποίησης, που δεν θα είναι βέβαια μακρόχρονη, τότε και ο ελληνικός καπιταλισμός μπορεί να γνωρίσει μια φάση όπου θα αναστραφούν α σημερινές τάσεις και θα υπάρξει μια σχετική ανάπτυξη.
Και αυτή η ανάπτυξη όμως δεν θα οδηγήσει τον ελληνικό καπιταλισμό σε ξεπέρασμα του μέσου επιπέδου, ενώ από την άλλη θα είναι για τις εργαζόμενες μάζες ακόμη πιο καταστροφική από εκείνη των δεκαεπών του 50 και του 60. Τις τάσεις καταστροφής πς βλέπουμε ήδη τώρα, στη φάση της κρίσης. Η φτωχομεσαία αγροτιά, αυτή που κρατή- θηκε στο χωριό μετά το πρώτο μεγάλο κύμα μαζικού ξεκληρίσματος, μετά βίας κρατιέται στο επίπεδο της επιβίωσης, χάρη στις κρατικές (και ΕΟΚι- κές) επιδοτήσεις. Η προχωρητική συρρίκνωση της επιδοματικής πολιτικής, αποτέλεσμα της ισχυρής δημοσιονομικής κρίσης που σαρώνει όλη την καπιταλιστική Ευρώπη (και όχι μόνο) ήδη άρχισε να προκαλεί καταστροφή μικρομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών, να σπρώχνει την αγροτική νεολαία προς τις πόλεις, όπου οι θέσεις εργασίας γίνονται ολοένα και λιγότερες. Η ανεργία παίρνει ήδη επιδημικές διαστάσεις και χαρακτηριστικά της γίνονται η μακροχρόνια ανεργία και η ανεργία των νέων.
ΑΥΤΗ Η ΤΑΣΗ μερικά μόνο θα αναστραφεί, αν στο μέλλον υπάρξει μια σχετική αναπτυξιακή ροπή της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας. Αυτό αποτελεί νομοτέλεια για τον ελληνικό καπιταλισμό. Γιατί ο καπιταλισμός αποτελεί πια παγκόσμιο σύστημα και από τη στιγμή που όλος ο κόσμος μοιράστηκε, που δεν υπάρχουν πια εδάφη για μοίρασμα, μοίρασμα που θα έδινε ώθηση στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, τα περιθώρια για πς εξαρτημένες χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης είναι περιορισμένα και δεδομένα. Πάνω στο έδαφος αυτού του μοιρασμένου κόσμου μπορούν να γίνουν μόνο περιοδικά ξαναμοιράσματα, με μοχλούς τον οικονομικό πόλεμο και την ανοιχτή στρατιωτική βία, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Αυτά τα ξαναμοιράσματα γίνονται στη βάση της οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης των διάφορων χωρών. Με τί φόντα λοιπόν μπορεί ο ελληνικός καπιταλισμός να πάρει μέρος σ' αυτά τα περιοδικά ξαναμοιράσματα των αγορών και των σφαιρών επιρροής;
Η επίκληση του μεγαλοϊδεαπσμού, ντυμένου με σύγχρονες ιδεοληψίες περί «πατρίδας του πνεύματος» και «κοιτίδας του παγκόσμιου πολιπσμού» μόνο γέλια προκαλεί στα ιμπεριαλιστικά διαβούλια και προορίζεται αποκλειστικά για εσωτερική κατανάλωση. Μπορεί όμως αυτός ο μεγαλοίδεαπσμός να πάρει σάρκα και οστά σε βαλκανικό επίπεδο, με τη συμμετοχή της ελληνικής αστικής τάξης στο πολεμικό μακελειό που προετοιμάζεται. Κανένας όμως δεν ξέρει ποιό θα είναι το αποτέλεσμα αυτού του μακελειού. Μπορεί ο ελληνικός καπιταλισμός να βγει ηττημένος, με συρρικνωμένη ακόμη και την εσωτερική αγορά που σήμερα διαθέτει. Αλλά κι αν ακόμη βγει νικητής, αν η προσάρτηση νέων εδαφών του δώσει τη δυνατότητα για μια κάποια ανάπτυξη, πρώτο, αυτή η ανάπτυξη θα είναι και πάλι σχετική, θα γίνει με όρους υποταγής στο ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο, όπου θα κυριαρχεί το κεφάλαιο των χωρών της νικήτριας ιμπεριαλιστικής
12. Β.Ι. Λένιν, Απαντα, τόμ. 27, σελ. 410-411.
ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 Γβΐ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
συμμαχίας, και δεύτερο, θα σημάνει για τον ελληνικό λαό ανείπωτες καταστροφές και βάσανα πολύ περισσότερα απ' αυτά που έφεραν οι νικηφόροι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-13 και η πανωλεθρία του 1922 και θα στηριχτεί στην κατάχτηση γειτονικών λαών, που θα αποτελεί μόνιμη εστία αναταραχής και απελευθερωτικής δράσης και θα οδηγεί σε καταπιεστικά μέτρα και φασιστικοποίηση της δημόσιας ζωής και σε βάρος του ελληνικού λαού.
ΣΕ ΚΑΘΕ περίπτωση λοιπόν, ο ελληνικός καπιταλισμός δεν έχει προοπτικές απεριόριστης ανάπτυξης, δεν έχει τη δυνατότητα να φτάσει στο μονοπωλιακό στάδιο. Παρά το μέσο επίπεδό του, είναι καπιταλισμός που σαπίζει μαζί με το μονοπωλιακό καπιταλισμό των ιμπεριαλιστικών χωρών, καπιταλισμός που - όπως τονίζει το σχέδιο προγράμματος - καταστρέφει τη φύση και τις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και πρωταρχικά τη βασικότερη παραγωγική δύναμη, τον άνθρωπο.
ΓΓ ΑΥΤΟ και η ανάπτυξη της Ελλάδας, μια ανάπτυξη που θα υπηρετεί τα συμφέροντα της εργαζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο στα πλαίσια μιας άλλης κοινωνικής συγκρότησης, μη εκμεταλλευτικής, που μαζί με την εκμετάλλευση θα καταργήσει και κάθε είδους φραγμό στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, δίνοντάς τους την άπλα που απαιτεί ο εσωτερικός δυναμισμός τους.
6. Ο χαρακτήρας της επανάστασηςΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΛΥΣΗ του σχεδίου προγράμμα
τος και από τα συμπληρωματικά στοιχεία που δώσαμε εδώ βγαίνει το συμπέρασμα ότι η σημερινή εικόνα του ελληνικού καπιταλισμού δεν είναι η εικόνα που έδινε για πς χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης το Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1928 ή η εικόνα που έδινε η απόφαση της ιστορικής 6ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ το 1934.
Η ΚΔ το 1928 και το ΚΚΕ το 1934 μιλούσαν για σημαντικά υπολείμματα μισοφεουδαρχικών σχέσεων στην αγροτική οικονομία και για επερχόμενη επανάσταση, που θα ξεκινήσει σαν αστικοδημοκρα- πκή και θα μετεξελιχτεί γρήγορα σε σοσιαλιστική.
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ προγράμματος πολύ σωστά σημειώνει, ότι τα μισοφεουδαρχικά υπολείμματα έχουν εξαλειφτεί, σαν αποτέλεσμα της ίδιας της σχετικής ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, ο οποίος εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από το μέσο επίπεδο ανάπτυξης. Και ορίζει τον χαρακτήρα της ε- περχόμενης επανάστασης σαν λαϊκοδημοκρατι- κό-σοσιαλιστικό. Θεωρεί δηλαδή, όπ δεν υπάρχουν προβλήματα της ασπκοδημοκρατικής επανάστασης, που θα πρέπει να λυθούν για να προχωρήσει η σοσιαλιστική οικοδόμηση. Ζητήματα του εποικοδομήματος, όπως ο μη χωρισμός της εκκλησίας από το κράτος, είναι δευτερεύοντα και δεν παίζουν κανένα ουσιαστικό ρόλο στον καθορισμό του χαρακτήρα της επανάστασης. Ακόμη και σπς αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες μπορεί να βρει κανένας πολλά τέτια ζητήματα, που άφησε άλυτα η ασπκή επανάσταση, παρά πς διακηρύξεις της.
Ο ΟΡΙΣΜΟΣ του χαρακτήρα της επανάστασης σαν λαϊκοδημοκρατικού-σοοιαλιστικού μπορεί να εγείρει την εξής ένσταση: αφού το σχέδιο προγράμματος διαπιστώνει όπ δεν υπάρχουν σημανπ-
κά άλυτα ζητήματα της ασπκοδημοκρατικής επανάστασης, αφού ακόμη το οικονομικό μέρος του προγράμματος της λάίκής-σοσιαλιστικής δημοκρατίας προβλέπει όπ είναι ώριμο αίτημα όχι απλώς η εθνικοποίηση της γης και η εκχώρησή της στους φτωχομεσαίους αγρότες, αλλά το άμεσο πέρασμα της αγροτικής οικονομίας στη μεγάλη συνεταιριστική παραγωγή, γιατί λοιπόν θεωρεί όπ η επανάσταση έχει και λαϊκό χαρακτήρα και δεν την ορίζει απλώς σαν σοσιαλιστική επανάσταση, αφού σε τελευταία ανάλυση η σοσιαλιστική είναι η βασική πλευρά των προτεινόμενων από το σχέδιο προγράμματος οικονομικών μετασχημαπσμών;
Το πρόβλημα δεν συνίσταται στη χρήση κάποιων όρων. Ούτε η αναφορά σε λάίκοδημοκραπκό χαρακτήρα της επανάστασης είναι ζήτημα ζύμωσης. Είναι ζήτημα ουσίας και οι όροι έρχονται ακριβώς αυτή την ουσία να αποδώσουν. Γι' αυτό θα σταθούμε αναλυτικά σ' αυτό το ζήτημα.
ΑΣ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΟΥΜΕ κατ’ αρχήν μια πλευρά του ζητήματος, που αν δεν κατανοηθεί σωστά ίσως δημιουργήσει παρανοήσεις. Το σχέδιο προγράμματος μιλά για εφαρμογή μιας «ελληνικής ΝΕΠ», στα πλαίσια της οποίας θα μείνει άθικτος από τη σοσιαλιστική κρατικοποίηση ένας τομέας της βιομηχανίας, του εμπόριου και των υπηρεσιών και ένα τμήμα της αστικής τάξης του χωριού. Πρέπει λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε, όπ η εφαρμογή αυτής της «ελληνικής ΝΕΠ» δεν καθορίζει το λαϊκό χαρακτήρα της επανάστασης.
Τα αστικά αυτά στρώματα, που δεν θα απαλλο- τριωθούν σε πρώτη φάση, δεν αποτελούν συμμάχους του προλεταριάτου στην επερχόμενη επανάσταση ούτε στρώματα που θα ουδετεροποιηθούν. Είναι στρώματα απόλυτα εχθρικά προς την επανάσταση και το σοσιαλισμό, που μόνο οι οικονομι- κές-οργανωτικές δυνατότητες της πρώτης φάσης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης επιβάλλουν να μείνουν άθιχτα, προκειμένου να μην υπάρξει απορρύθμιση του μηχανισμού παραγωγής και κατανομής. Για να το πούμε απλά, επειδή η μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή και κατανομή δεν θα μπορεί από την πρώτη σπγμή να καλύψει το κομμάπ που ελέγχουν αυτοί οι καπιταλιστές (λόγω της κατάστασης που θα κληρονομηθεί από τον μέσο επιπέδου ανάπτυξης ελληνικό καπιταλισμό), αναγκαστικά θα ανεχτεί για ένα διάστημα την ύπαρξή τους.
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ προγράμματος αναφέρει σαφώς όπ, πρώτο, στόχος της μεταβατικής περιόδου είναι η σοσιαλιστική απαλλοτρίωση (χωρίς εξαγορά) και αυτών των ασπκών στρωμάτων (δεν θα έχουμε πέρασμά τους στο σοσιαλισμό, κατά το μπουχαρινικό και μαοϊκό πρότυπο) και, δεύτερο, όπ αυτή η «ελληνική ΝΕΠ» δεν θα είναι μακρόχρονη. Μ’ άλλα λόγια, αν επρόκειτο μόνο γι’ αυτή τη σύντομη ανοχή κάποιων ασπκών στοιχείων, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να μιλάμε για λαϊκό χαρακτήρα της επανάστασης. Θα μιλούσαμε μόνο για σοσιαλιστική επανάσταση, με την επισήμανση όπ θα έχει αυτή την ιδιομορφία στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου από τον καπιταλισμό προς την πλέρια εγκαθίδρυση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής
Ο ΛΑΪΚΟΣ χαρακτήρας της επανάστασης καθορίζεται από το μικροϊδιοκτησιακό στοιχείο, από την ύπαρξη πολυάριθμων μισοπρολεταριακών και
82 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
μικροαστικών στοιχείων όχι μόνο στο χωριό, αλλά και στην πόλη, που αποτελούν σταθερούς συμμάχους του προλεταριάτου στην επερχόμενη επανάσταση, συμμάχους που μαζί τους το προλεταριάτο θα οικοδομήσει το σοσιαλισμό.
Ο χαρακτήρας της επανάστασης - έγραφε συχνά ο Νίκος Ζαχαριάδης - καθορίζεται τελικά από το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων. Στην ίδια λογική στηρίζεται και το σχέδιο προγράμματος. Η ανάγκη της σταθερής συμμαχίας με τα μισοπρολε- ταριακά στρώματα όχι μόνο του χωριού αλλά και της πόλης είναι που προσδιορίζει κατ' αρχήν το λαϊκό χαρακτήρα της επανάστασης δίπλα στο σοσιαλιστικό. Μ' άλλα λόγια, το στρατηγικό σχέδιο περιλαμβάνει σπς κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης όχι μόνο το προλεταριάτο και τη φτωχή αγροτιά, αλλά και τους μισθωτούς μικροαστούς, και τη μεσαία αγροπά, και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης (μικροπαραγωγούς, χειροτέχνες, μικρέμπορους), που συνολικά στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν ένα ιδιαίτερα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού. Μικρότερο από την εργατική τάξη, αλλά σημαντικό όχι μόνο από αριθμητική, αλλά και από οικονομική άποψη. Ας σκεφτούμε μόνο ποιά είναι η σημασία όλων των μικρεμπόρων της πόλης για το μηχανισμό κατανομής ή ποιά η παραγωγική σημασία χειροτεχνικών επιχειρήσεων όπως τα αρτοποιεία, τα συνεργεία επισκευής αυτοκινήτων, τα εργαστήρια των υδραυλικών και των ηλεκτρολόγων κλπ. κλπ.
ΤΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ αυτά θα περάσουν στο σοσιαλισμό, αλλάζοντας την προηγούμενη ταξική τους θέση. Επομένως, το πέρασμά τους στο σοσιαλισμό δεν μπορεί να γίνει μέσω της απαλλοτρίωσης, αλλά μέσω άλλων μεθόδων, όπως είναι ο συνεταιρισμός για τη μεσαία αγροτιά και άλλες μέθοδοι για τα μικροαστικά στρώματα της πόλης, που δεν μπορούν με ακρίβεια να περιγράφουν από τώρα.
ΤΟ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟ δηλαδή είναι υποχρεωμένο να σεβαστεί το μικροϊδιοκτησιακό στοιχείο, για να μπορέσει να συμμαχήσει σταθερά μ' αυτά τα στρώματα και να τα τραβήξει στην επανάσταση και στη συνέχεια στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Το μικροϊ- διοκτησιακό στοιχείο μάλιστα αφορά σε αρκετές περιπτώσεις και το ίδιο το προλεταριάτο. Το σχέδιο προγράμματος αναφέρεται σε αρκετές περιπτώσεις, όπου το μικροϊδιοκτησιακό στοιχείο δεν θα απαλλοτριωθεί, αλλά αν πρέπει να θιχτεί θα αποζημιωθεί.
ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ, για παράδειγμα, στο ζήτημα της κατοικίας, που στην Ελλάδα δεν εμφανίζει την εικόνα των χωρών του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Από τα διαμερίσματα που νοικιάζονται πολλά αποτελούν ιδιοκτησία εργατών, φτωχομεσαίων αγροτών και μικροαστών της πόλης. Για να μπορέσει ο
σοσιαλισμός να βγάλει την κατοικία από τη σφαίρα των εμπορευματικών σχέσεων και με δεδομένο ότι σε πρώτη φάση η ανέγερση νέων κατοικιών θα καθυστερεί (λόγω των τεράστιων αναγκών συσσώρευσης στη σοσιαλιστική βιομηχανία), πρέπει να βρει εκείνα τα μεταβατικά μέτρα που να μη θίξουν τη μικρή ιδιοχτησία στην κατοικία.
ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ η εθνικοποίηση της γης αποτελεί βάση του αγροτικού μέρους, πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί ο σοσιαλιστικός συνεταιρισμός. Αν η εθνικοποίηση σημαίνει προχωρητική απαλλοτρίωση των πλούσιων αγροτών και των αστικών στοιχείων της πόλης που έχουν στην ιδιοκτησία τους γη, το πρόβλημα τίθεται εντελώς διαφορετικά για τα μικροαστικά και προλεταριακά στρώματα της πόλης, που έχουν στην ιδιοκτησία τους γη (είτε επειδή την κληρονόμησαν είτε επειδή την αγόρασαν) και στον καπιταλισμό τη νοικιάζουν στους αγρότες. Εδώ λοιπόν δεν μπορεί να υπάρξει απαλλοτρίωση, αλλά εξαγορά για να δοθεί η γη στους αγροτικούς συνεταιρισμούς.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΚΟΜΗ και άλλες πλευρές. Τα μέσα παραγωγής της πλούσιας αγροτιάς θα εθνικοποιηθούν μαζί με τη γη. Ομως μέσα παραγωγής έχουν και οι μεσαίοι αγρότες και σ ένα βαθμό και οι φτωχοί αγρότες. Πάνω σ' αυτά τα μέσα παραγωγής δεν χωρά απαλλοτρίωση, ούτε καν εξαγορά, δεδομένου ότι η φτωχομεσαία αγροπά χρησιμοποιεί τα μέσα παραγωγής που έχει στην ιδιοκτησία της και δεν τα νοικιάζει σε τρίτους. Πρέπει λοιπόν να βρεθούν τέτιες μεταβατικές μορφές οικονομικών και οργανωτικών σχέσεων, ώστε τα κρατικοποιημένα μέσα παραγωγής να συνδυάζονται με τα μέσα παραγωγής που βρίσκονται στην ιδιοκτησία της συνεταιρισμένης αγροτιάς, με στόχο να περιορίζεται βαθμιαία η σφαίρα της συνεταιριστικής ή ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής και μαζί της να περιορίζεται η σφαίρα δράσης του νόμου της αξίας και της εμπορευμαπκής παραγωγής.
ΑΚΟΜΗ ΠΙΟ ΣΥΝΘΕΤΑ θα είναι τα προβλήματα που πρέπει να λυθούν στον μικροεμπορευματικό και χειροτεχνικό τομέα, που στην Ελλάδα παρουσιάζει, λόγω του μέσου επιπέδου ανάπτυξης, μια ιδιαίτερη αντοχή και διασπορά.
ΝΑ ΛΟΙΠΟΝ γιατί η επανάσταση έχει και λάικο- δημοκρατικό χαρακτήρα. Χαρακτήρα που πρέπει να διακηρυχτεί από το προλεταριάτο, για να μπορέσει να αναπτύξει το στρατηγικό του σχέδιο, αλλά και χαρακτήρα που πρέπει να τοποθετηθεί στις ακριβείς του διαστάσεις, ώστε να μη φτάσει να υπονομεύσει την οικοδόμηση των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής, να μη φτάσει το μικροϊδιο- κτησιακό στοιχείο, που - για να θυμηθούμε το Λένιν - γεννά κι αυτό τον καπιταλισμό, να πνίξει τη μετάβαση στον πλήρη σοσιαλισμό.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 83Β Β
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Αναφορά στην ταξική αντίθεση και οριοθέτηση
του Τάκη Κολοκούρη
Ο καθορισμός των ορίων της εργατικής τάξης, ο ορισμός της σαν τάξης, είναι σημαντικότατο ζήτημα από θεωρητική και πολιτική άποψη για το κόμμα του προλετα
ριάτου.Είναι αυτονόητο, πως η γνώση της τάξης, και συ
νεπώς η γνώση της ταξικής της θέσης, αποτελεί όρο και προϋπόθεση για τη μελέτη των ταξικών αντιθέσεων, για την καθοδήγηση του ταξικού αγώνα ενάντια στην αντίπαλη αστική τάξη. Ακόμη περισσότερο, η ταξική αυτογνωσία επιτρέπει στο επαναστατικό κόμμα να αναγνωρίσει και όλες τις υπαρκτές αντιθέσεις της εργατικής τάξης με τις άλλες τάξεις και στρώματα της κοινωνίας, στον αγώνα για την πλήρη εξάλειψη κάθε ταξικής αντίθεσης, για την αταξική κοινωνία.
Η εργατική τάξη, η ύπαρξή της και ταυτόχρονα η ταξική της αντίθεση με την αστική τάξη, είναι στον καπιταλισμό ένα αντικειμενικό γεγονός, που δεν προσδιορίζεται διόλου από ιδεολογικές παραμέτρους και προϋποθέσεις. Το προλεταριάτο υπάρχει σαν τάξη καθεαυτή, ανεξάρτητα από τις υπάρ- χουσες ιδεολογικές απόψεις των άλλων κοινωνικών τάξεων, ανεξάρτητα και από την ίδια την δική του ιδεολογική αντίληψη για την κοινωνία. Η εργατική τάξη δεν πρέπει να γίνει τάξη για τον εαυτό της για να υπάρξει, αλλά υπάρχοντας αντικειμενικά στην οικονομική βάση της κοινωνίας, έχει τη δυνατότητα της ταξικής συνείδησης και αυτογνωσίας, που πραγματώνεται μέσω του Κόμματός της.
Οι ιδεολογικές προδιαγραφές για την αναγνώριση των τάξεων αντιστρέφουν την πραγματικότητα, αντικαθιστώντας την ταξική και οικονομική ανάλυση με την ανάλυση της συνείδησης της τάξης. Σύμφωνα μ' αυτές τις απόψεις, η τάξη υπάρχει και καθορίζεται κυρίως στο επίπεδο της ταξικής συνείδησης, στο επίπεδο της ιδεολογίας, και πάντως είναι αδιανόητη η όποια ταξική αναφορά που στηρίζεται μόνο στην οικονομική και κοινωνική ανάλυση.
Αφήνοντας κατά μέρος μια λεπτομερή εξέταση του «ιδεολογικού ρεύματος», στο πρόβλημα της ταξικής ανάλυσης, συνοπτικά μπορεί να συμπερά- νει κάποιος, πως εδώ έχουμε ασφαλώς την αντιστροφή των ρόλων. Οχι το Είναι, όχι η τάξη, όχι η ταξική αντίθεση, αλλά η συνείδηση καθορίζει το κοινωνικό Είναι, η συνείδηση της τάξης καθορίζει
την ύπαρξή της, να το συμπέρασμα και η κατάληξη της «ιδεολογικής», της ιδεαλιστικής διαστρέβλωσης του Μαρξισμού. Και όμως, σ' όλους τους ορισμούς και τις αναφορές, οι κλασσικοί φρόντισαν να αποφύγουν ακριβώς αυτό: την εισαγωγή της συνείδησης και της ιδεολογίας σαν στοιχείων που καθορίζουν την ύπαρξη της ταξικής διαίρεσης, σαν στοιχείων καθορισμού της εργατικής τάξης.
Αναλύοντας εξαντλητικά τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, ο Μαρξ ανέλυσε στο «Κεφάλαιο» και την ταξική διάρθρωση της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, περιέγραψε εξαντληπκά τα χαρακτηριστικά των διάφορων τάξεων και στρωμάτων και πς αμοιβαίες σχέσεις τους. -εκίνησε δε να κάνει την τελική σύνθεση όλων αυτών των επι- μέρους αναλύσεων, σε ένα χωριστό κεφάλαιο για πς τάξεις της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, αλλά δεν πρόλαβε. Το χειρόγραφο του τρίτου τόμου του «Κεφαλαίου», που εξέδωσε ο Ενγκελς μετά το θάνατο του Μαρξ, διακόπτεται ακριβώς σ αυτό το σημείο και ο Ενγκελς, σεβόμενος απόλυτα μια εργασία που ανήκε αποκλειστικά στον Μαρξ - όπως ο ίδιος δηλώνει στον πρόλογο του τρίτου τόμου - δεν συμπλήρωσε ούτε αυτό το ημιτελές κεφάλαιο. Το άφησε όπως ακριβώς ήταν στα μισοτελειωμένα χειρόγραφα του Μαρξ.
Το γεγονός αυτό έχει δώσει λαβή για μια σειρά παρανοήσεις και διαστρεβλώσεις της μαρξιστικής ανάλυσης, που χρόνια τώρα ταλαιπωρούν το κίνημα. Διάφοροι αναθεωρητές, για παράδειγμα, ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο Μαρξ δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη σύνθεσή του στο κεφάλαιο για πς τάξεις, προχωρούν στο δικό τους «δημιουργικό προχώρημα του μαρξισμού», διαστρεβλώνοντας συνειδητά όλη την ουσία του μαρξιστικού έργου, για να υπηρετήσουν πολιπκές σκοπιμότητες, ορίζοντας πς τάξεις ανάλογα με τα συμφέροντα της πολιτικής κατεύθυνσης που υπηρετούν, άλλοτε διευρύνοντας και άλλοτε συρρικνώνοντας τα όρια της εργατικής τάξης.
Αλλοι, ξεκινώντας καλοπροαίρετα στην ανάλυσή τους, μελετούν αποσπασματικά το Μαρξ, μπερδεύονται μέσα στα διαδοχικά επίπεδα αφαίρεσης του «Κεφαλαίου», πιάνονται από ζητήματα που δεν έχουν σχέση με τον ορισμό των τάξεων (π.χ. παραγωγή υπεραξίας ή παραγωγική και μη παραγωγική
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
εργασία) και οδηγούνται σε εξίσου αντιεπιστημονικά συμπεράσματα σχετικά με τα όρια της εργατικής τάξης (κατά κανόνα τα συρρικνώνουν).
Κι όμως, η μαρξιστική ανάλυση, όταν κανένας την κατανοήσει και ως προς τη μέθοδο και ως προς την ουσία της, δεν αφήνει αμφιβολίες. Αναλύοντας τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, ο Μαρξ ξεκινά αρχικά μόνο από τη σφαίρα της υλικής παραγωγής, αγνοώντας τη σφαίρα της κυκλοφορίας και τη σφαίρα του εποικοδομήματος. Στον πρώτο τόμο του «Κεφάλαιου» υπάρχουν για τον Μαρξ αρχικά μόνο κεφαλαιοκράτες βιομήχανοι και βιομηχανικοί εργάτες. Αναλύοντας όμως το πέρασμα από την απλή συνεργασία στη μανουφακτούρα και από κει στη μεγάλη βιομηχανική παραγωγή, αναλύει τη διάσπαση της ενότητας του πρωτύτερα αυτοτελούς εργάτη, τη διάσπαση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, στα πλαίσια του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, και την ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσά τους, η οποία σφραγίζει επίσης την ταξική διαίρεση της κοινωνίας. Στην ανάλυση δεν εμφανίζονται μόνο οι κεφαλαιοκράτες και οι εργάτες της βιομηχανίας, αλλά και οι «αξιωματικοί του κεφαλαίου», τα διευθυντικά στελέχη της παραγωγής.
Στον δεύτερο και τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου», ο Μαρξ φεύγει από το επίπεδο της παραγωγής και μελετά την κύκληση του κεφαλαίου, μελετά και τις άλλες μορφές που αυτό εμφανίζεται, μελετά δηλαδή το συνολικό κοινωνικό κεφάλαιο και τις ταξικές σχέσεις στο επίπεδο ολόκληρου του κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Ετσι, εδώ δεν υπάρχουν μόνο οι βιομήχανοι καπιταλιστές, αλλά και οι καπιταλιστές του εμπόριου και της πίστης, καθώς και οι γαιοκτήμονες. Αντίστοιχα, δεν υπάρχουν μόνο οι βιομηχανικοί εργάτες, αλλά και οι εργάτες των άλλων οικονομικών σφαιρών, όπως και οι αντίστοιχοι «αξιωματικοί του κεφαλαίου» σ' αυτές πς σφαίρες. Ετσι, από την ανάλυση των τάξεων στο επίπεδο ολόκληρου του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, ο Μαρξ είναι έτοιμος να περάσει στη σύνθεση των συμπερασμάτων του για πς τάξεις, που όπως είδαμε δεν πρόλαβε να τελειώσει.
Είναι χαρακτηριοτπκός ο τρόπος με τον οποίο ξεκινά αυτό το κεφάλαιο (μιάμιση σελίδα στον τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου»:
«Οι ιδιοκτήτες απλής εργατικής δύναμης, οι ιδιοκτήτες κεφαλαίου και οι ιδιοκτήτες γης, οι αντίστοιχες πηγές εισοδήματος των οποίων είναι ο μισθός εργασίας, το κέρδος και η γαιοπρόσοδος, δηλαδή οι μισθωτοί εργάτες, οι κεφαλαιοκράτες και a γαιοκτήμονες αποτελούν τις τρεις μεγάλες τάξεις της σύγχρονης κοινωνίας, που βασίζεται στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής«Ο
Ο Μαρξ θεωρεί τις τρεις βασικές τάξεις της κοινωνίας σαν τάξεις ενιαίες, ανεξάρτητα από τη μορφή που έχει το κεφάλαιο ή η εργασία που μισθώνεται σ' αυτό. Χωρίζει ουσιαστικά εδώ τις τάξεις με το κριτήριο «έχοντες» και «μη έχοντες» σε σχέση με τα μέσα παραγωγής. Αμέσως παρακάτω όμως προειδοποιεί:
«Ωστόσο, και εδώ (σ.σ. στην Αγγλία) ακόμα, αυτή η ταξική διάρθρωση δεν προβάλλει καθαρά. Ενδιάμεσες και μεταβατικές βαθμίδες συγκαλύπτουν και εδώ (παρ' όλο που στην ύπαιθρο αυτό γίνεται ασύγκριτα λιγότερο από ό,τι στις πόλεις) παντού τα
ακριβή όρια ανάμεσα στις τάξεις»2Και αμέσως μετά φεύγει από το πρώτο επίπεδο
αφαίρεσης και αναζητά και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του ταξικού προσδιορισμού:
«Το αμέσως επόμενο ερώτημα, στο οποίο πρέπει να δοθεί απάντηση είναι το εξής: Τί αποτελεί μια τάξη; — αυτό προκύπτει μάλιστα μόνο του από την απάντηση στο άλλο ερώτημα: Τί είναι αυτό που κάνει τους εργάτες, τους κεφαλαιοκράτες, τους γαιοκτήμονες να αποτελούν πς τρεις μεγάλες κοινωνικές τάξεις;
Από πρώτη ματιά φαίνεται να είναι η ταυτότητα των εισοδημάτων και των πηγών του εισοδήματος. [...]
Ωστόσο, από την άποψη αυτή λ.χ. οι γιατροί και οι δημόσιοι υπάλληλα θα αποτελούσαν επίσης δυο τάξεις, γιατί ανήκουν σε δυο διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, στις οποίες τα εισοδήματα των μελών της καθεμιάς απ' αυτές προέρχονται από την ίδια πηγή. Το ίδιο θα ίσχυε για τον ατέλειωτο κατακερματισμό των συμφερόντων και των θέσεων στις οποίες ο καταμερισμός της κοινωνικής εργασίας διασπά τους εργάτες, τους κεφαλαιοκράτες και τους γαιοκτήμονες — τους τελευταίους λ.χ. σε κατόχους αμπελώνων, αγρών, δασών, ορυχείων, ψαρότοπων κλπ.».3
Εδώ ακριβώς διακόπτεται το χειρόγραφο του Μαρξ. Από τον τρόπο που τοποθετεί το ζήτημα όμως, γίνεται φανερό, ότι τοποθετεί τις τάξεις κατ' αρχήν σε σχέση με τα μέσα παραγωγής, και αρχίζει να διερευνά το ύψος και την πηγή προέλευσης του εισοδήματος, καθώς και τη θέση στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας. Αρχίζει δηλαδή να συνθέτει, σε ό,π αφορά πς τάξεις, όλα εκείνα τα στοιχεία που ανέλυσε σε όλη την προηγούμενη εργασία του. Η μέθοδος που ακολουθεί και εδώ ο Μαρξ είναι η γενική μέθοδος του «Κεφαλαίου»: μας μεταφέρει από τα έξω προς τα μέσα, στο φαινόμενο που αναλύει. Αφού λοιπόν έχει τοποθετήσει πς τάξεις σε σχέση με την κατοχή των μέσων παραγωγής, θέτει το ερώτημα κατά πόσο το ύψος και η προέλευση του εισοδήματος (δηλαδή η διανομή) μπορούν να πς καθορίσουν. Και απαντά αρνητικά, θεωρώντας ότι το ύψος και η προέλευση του ασο- δήματος δεν αρκούν, αλλά χρειάζεται να μελετηθεί και η θέση τους στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, μ' άλλα λόγια να μελετηθεί η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά, η οποία είναι εξίσου σημαντική για τον καθορισμό των τάξεων, όπως ο ίδιος ο Μαρξ απέδειξε αναλύοντας εξαντλητικά αυτή την αντίθεση στον πρώτο τόμο του «Κεφαλαίου».
Την ανάλυση των τάξεων της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, που κάνει ο Μαρξ στα διάφορα τμήματα του «Κεφαλαίου», συμπύκνωσε αργότερα ο Λένιν, δίνοντας έναν ορισμό των τάξεων, που αποτελεί την πληρέστερη συμπύκνωση των απόψεων που αναπτύσσει ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο». Τα πορίσματα μιας πολύπλευρης και εξαντλητικής ανάλυσης συμπυκνώνονται εδώ στον ύψιστο βαθμό. Εδώ δηλαδή δεν έχουμε κάποιο προχώρημα του Λένιν στη
1. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Γ, σελ. 1086.2. Στο ίδιο.3 Στο ίδιο, σελ. 1087.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993BHWHC
m
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
θεωρία, όπως είπαν διάφοροι αναθεωρητές, προ- κειμένου να βγάλουν το Λένιν «αντιμαρξιστή» και να διατυπώσουν το δικό τους «δημιουργικό οριομό των τάξεων», αλλά απλώς τη συμπυκνωμένη διατύπωση όλων όσων ανέλυσε ο Μαρξ.
«Τάξεις — γράφει ο Λένιν — ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους από τη θέση που κατέχουν μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους (στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη σε νόμους) προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και από το μέγεθος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλειά της άλλης χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα σ ' ένα καθορισμένο σύστημα κοινωνικής οικονομίας».*
Είναι φανερό, πως ο Λένιν αναγνωρίζει και ορίζει πς τάξεις χωρίς καμμιά ιδεολογική βοήθεια, χωρίς καν να ενδιαφερθεί εδώ για την αυτοσυνείδηση των κοινωνικών τάξεων και το εποικοδόμημα. Ο ταξικός προσδιορισμός εξάλλου περιλαμβάνει ένα σύνολο από χαρακτηριστικά γνωρίσματα, που μόνο έτσι, στο σύνολό τους δηλαδή, μπορεί να καθορίσουν την ταξική φυσιογνωμία. Η μελέτη και ανάλυση των Μαρξ και Ενγκελς για τον καπιταλισμό συμπυκνώνεται, όπως είπαμε ήδη, στο λενινιστικό ορισμό, αναδεικνύοντας τα βασικά και καθοριστικά γνωρίσματα των τάξεων της αστικής κοινωνίας. Μόνο η συνολική αυτή αντίληψη, μόνο η διαλεχτική και σύγχρονα υλιστική μέθοδος, μπορεί να μας προφυλάξει από τη μονομέρεια, μπορεί να μας επιτρέψει να διεισδύσουμε στην ουσία τέτιων φαινομένων, όπως η ταξική διαίρεση και η ταξική αντίθεση.
Το πρώτο ταξικό γνώρισμα, στον ορισμό του Λένιν, είναι η γενίκευση όλων όσων ακολουθούν, αφού από την αρχή κιόλας εισάγει την άποψη της ταξικής διαίρεσης και αντίθεσης σε κάθε '-ιστορικά καθορισμένο σύστημα κοινωνικής παραγωγής», υπογραμμίζοντας ξανά τη γνωστή θέση του Μαρξ, πως όλη η ιστορική πορεία της ανθρώπινης κοινωνίας είναι ουσιαστικά η ιστορία των ταξικών ανπθέ- σεων.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό της ταξικής διαίρεσης, και ασφαλώς εκείνο που καθορίζει σύμφωνα με το Μαρξισμό την αντίθεση των κοινωνικών τάξεων, είναι η σχέση τους προς τα μέσα παραγωγής, η κατοχή τους ή όχι.
Το τρίτο γνώρισμα της ταξικής διαίρεσης είναι ο ρόλος των τάξεων στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας. Ο ρόλος αυτός δεν καθορίζεται μόνο από τη σχέση των τάξεων προς τα μέσα παραγωγής, αλλά έχει να κάνει με τη συμμετοχή στη διεύθυνση της εργασιακής διαδικασίας ή στην απλή εκτελεστική λειτουργία, με την εποπτεία της εργασίας ή με τον περιορισμό στην εκτέλεση εντολών και αποφάσεων. Το χαρακτηριστικό του λενινιστι- κού ορισμού όμως αναφέρεται και στις προϋποθέσεις της εκπλήρωσης του ρόλου στην εργασιακή διαδικασία, στην αντίθεση δηλαδή ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική εργασία, σαν μια αντίθεση άρρηκτα συνυφασμένη με την ταξική αντίθε
ση, που απορρέει από τη σχέση προς τα μέσα παραγωγής.
Τέλος, το μέγεθος του κοινωνικού πλούτου και ο τρόπος που τον ιδιοποιούνται, αναφέρεται στη μισθωτή εργασία, από τη μια, και στην αποκόμιση υπεραξίας, από την άλλη, τρόπους ιδιοποίησης που αφορούν πς κύριες αντίπαλες τάξεις, το προλεταριάτο και την αστική τάξη. Ασφαλώς, το τελευταίο αυτό σημείο αφορά και άλλες κοινωνικές τάξεις, που όμως δεν καθορίζονται μόνο από τον τρόπο που ιδιοποιούνται και από το μέγεθος της κοινωνικής μερίδας.
Η αντίθεση πνευματικής και σωματικής εργασίας
Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική εργασία αποτελεί ένα σημαντικό κριτήριο της ταξικής οριοθέτησης και κατάταξης, αφού αποτελεί ουσιώδες γνώρισμα - περιεχόμενο της ίδιας της ταξικής αντίθεσης. Η αντίθεση αυτή δεν ταυτίζεται ασφαλώς με την ταξική αντίθεση, μα ξε- πηδάει απ' αυτήν, ολοκληρώνοντάς την και προσδιορίζοντας με τη σειρά της την ταξική φυσιογνωμία των αντίπαλων κοινωνικών τάξεων.
Η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και πνευμαπ- κή εργασία ανάγεται ασφαλώς στην αντίθεση ανάμεσα στην απλή και τη σύνθετη εργασία. Είναι όμως ταυτόχρονα μια αντίθεση που οξύνεται συνεχώς, στην πορεία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, διευρύνοντας έτσι το φάσμα της, αποτελώντας καθοριστικό και ουσιώδες γνώρισμα της ταξικής αντίθεσης. Ακριβώς γι* αυτό, η απονέκρωση των μη ανταγωνιστικών ανπθέσεων της κοινωνίας στο σοσιαλισμό δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς πριν απ' όλα την απονέκρωση αυτής της σημαντικής αντίθεσης. Και είναι ασφαλώς κριτήριο της πορείας προς την αταξική κοινωνία η γεφύρωση αυτής της αντίθεσης ή, καλύτερα, η πορεία της λύσης της, που γίνεται μέσω της ταξικής πάλης, όπως εξαντλητικά αναλύεται στο σχέδιο προγράμματος.
Η αντίθεση αυτή είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό της μαρξιστικής ανάλυσης και των απόψεων των κλασσικών στη μελέτη των καπιταλιστικών ανπθέσεων. Περιγράφοντας την αλλοτρίωση του προλεταριάτου και τη μονόπλευρη ανάπτυξή του, ο Μαρξ σημείωνε:
«Η καθαυτό μανουφακτούρα δεν καθυποτάσσει μόνο τον πρωτύτερα αυτοτελή εργάτη στο πρόσταγμα και την πειθαρχία του κεφαλαίου, μα δημιουργεί επιπλέον και μια ιεραρχική κλιμάκωση των ίδιων των εργατών. Ενώ η απλή συνεργασία αφή να γενικά αναλλοίωτο τον τρόπο εργασίας των ξεχωριστών ατόμων, η μανουφακτούρα επαναστατικο- ποιεί αυτόν τον τρόπο από τη βάση της και χτυπά στη ρίζα της την ατομική εργατική δύναμη. Σακατεύει τον εργάτη και τον μετατρέπει σε εξάμβλωμα, καλλιεργώντας σαν μέσα σ ' ένα θερμοκήπιο τη μικρότερη επιδεξιότητά του και πνίγοντας ένα ο λόκληρο κόσμο από παραγωγικές κλίσεις και χαρίσματα, ακριβώς όπως στις πολιτείες του Λα Πλάτα σφάζουν ένα ολόκληρο ζώο μόνο και μόνο για να
4. Β.Ι. Λένιν: Η μεγάλη πρωτοβουλία, Απαντα, Τόμος39, σελ 15.
86 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
πάρουν το τομάρι ή το λίπος του»βΗ προηγούμενη ενότητα του ατομικού εργαζόμε
νου διασπάται λοιπόν με την εμφάνιση της καπιταλιστής παραγωγής, διασπάται η ενότητα της πνευματικής και σωματικής εργασίας, αφού η μεν πρώτη αποσπάται από την παραγωγή σαν το ιδιαίτερο προτσές της γνώσης, η δε δεύτερη αποτελεί απλώς το συμπλήρωμα της μηχανής. Είναι αυτονόητο, πόας αναφερόμαστε στην αντίθεση σωματι- κής-πνευματικής εργασίας, όπως αυτή αναπτύχθηκε στα πλαίσια της εμφάνισης και ανάπτυξης του καπιταλισμού. Η ιδιαιτερότητα της μορφής αυτής έχει να κάνει με τον ίδιο τον καπιταλιστικό καταμερισμό και τη διάσπαση της ενότητας της εργασίας, που υπήρχε στην απλή συνεργασία και στην απλή εμπορευματική παραγωγή. Μ' αυτή την έννοια, η αντίθεση σωματικής-πνευματικής εργασίας έχει την αφετηρία της στην εμφάνιση του καπιταλισμού. Σαν αντίθεση βέβαια γενικά ανάμεσα σε πνευματικά και σωματικά εργαζόμενους έχει την αφετηρία της πολύ παλιότερα, στην εμφάνιση μόλις της ταξικής αντίθεσης και της ταξικής κοινωνίας, φαινόμενο που έχουν αναλύσει ο Μαρξ και ο Εν- γκελς στη «Γερμανική Ιδεολογία» και ο Ενγκελς στο «Αντι - Ντύρινγκ».
Το προτσές αυτό, της δημιουργίας και της όξυν- σης της αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική εργασία, δεν μπορεί να κατανοηθεί έξω από το προτσές της γνώσης και της διαμόρφωσης των αστικών σχέσεων παραγωγής. Και πάλι ο Μαρξ περιγράφει με σαφήνεια την εξέλιξη της βασικής αυτής καπιταλιστικής αντίθεσης:
«Οι πνευματικές δυνάμεις της παραγωγής αναπτύσσονται προς μια πλευρά, γιατί εξαφανίζονται από πολλές άλλες πλευρές. Αυτό που χάνουν οι μερικοί εργάτες συγκεντρώνεται ακτίκρυ τους, στο κεφάλαιο. Είναι προϊόν του μανουφακτουρικού καταμερισμού της εργασίας. Το γεγονός όπ οι πνευματικές δυνάμεις του υλικού προτσές παραγωγής αντιπαραθέτονται σ ' αυτούς σαν ξένη ιδιοχτησία και σαν δύναμη που τους εξουσιάζει είναι προϊόν του μανουφακτουρικού καταμερισμού της εργασίας. Το προτσές αυτό του χωρισμού αρχίζει στην απλή συνεργασία, όπου απένανπ στους ξεχωριστούς εργάτες ο κεφαλαιοκράτης αντιπροσωπεύει την ενότητα και τη θέληση του κοινωνικού σώματος εργασίας. Αναπτύσσεται παραπέρα στη μανουφακτούρα που σακατεύει τον εργάτη και τον μετατρέπει σε μερικό εργάτη. Ολοκληρώνεται στη μεγάλη βιομηχανία που την επιστήμη την χωρίζει σαν αυτοτελή παραγωγική δύναμη από την εργασία και την βάζει με το στανιό στην υπηρεσία του κεφαλαίου».̂
Είναι επίσης χαρακτηριστικό της αποξένωσης του εργάτη από την πνευματική εργασία και της αντίθεσης που αναπτύσσται, το γεγονός ότι το εργασιακό προτσές, βασισμένο στη γνώση αυτή και στις τεχνολογικές εφαρμογές της, διευθύνεται και εποπτεύεται από τους κατόχους αυτής της γνώσης. «Η θέληση και η νόηση» της εργασίας ανήκα πλέον στην αντίπαλη τάξη και στους ανθρώπους της, ενώ το προλεταριάτο παρουσιάζεται εδώ σαν ένα εκτελεστικό όργανο, αποδέκτης εντολών και αντικείμενο εκμετάλλευσης. Ακριβώς όπως το περιγράφει ο Μαρξ :
«Στο συνδυασμό τους η εργασία αυτή εμφανίζε
ται να υπηρετεί μια ξένη βούληση και νόηση και να καθοδηγείται απ' αυτές — έχοντας την ψυχική της ενότητα έξω από τον εαυτό της — όπως ακριβώς και στην υλική της ενότητα εμφανίζεται υποταγμένη στην αντικειμενική ενότητα των μηχανημάτων, του πάγιου κεφαλαίου, που σαν έμι{νχο τέρας αντικειμενοποιεί την επιστημονική σκέψη και αποτελεί στην πράξη τον συνεκτικό δεσμό, καθόλου δεν σχετίζεται σαν εργαλείο προς τον ξεχωριστό εργάτη, αλλά αντίθετα ο τελευταίος υπάρχει σαν έμψυχο μεμονωμένο στίγμα, ζωντανό απομονωμένο εξάρτημά του»7
Ο ρόλος στην κοινωνική οργάνωση εργασίας, για τον οποίο μίλησε ο Λένιν, έχει άμεση σχέση μ' αυτή την αντίθεση, αφού η εποπτεία και η διεύθυνση, σ' όλα τα επίπεδα του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, εκτελούνται από εκείνους που έχουν «τη νόηση και τη βούληση», σύμφωνα με το Μαρξ. Είναι φανερό, πως η δυνατότητα αυτή πηγάζει από το βασικό όρο της καπιταλιστικής οργάνωσης του εργασιακού προτσές, από την αλλοτρίωση δηλαδή του εργάτη από τα μέσα παραγωγής, από τη μετατροπή του σε εξάρτημα και αντικείμενο του εργασιακού προτσές.
Οι πνευματικές δυνάμεις, που χάθηκαν οριστικά από τον μεμονωμένο εργαζόμενο, πέρασαν στην αντίπαλη και συγχρόνως άρχουσα τάξη, σαν αποκλειστικό προνόμιο και δυνατότητα. Η αστική τάξη, σαν τάξη που κατέχει τα μέσα παραγωγής, επιβάλλει τη θέλησή της, ενώ σαν τάξη που κατέχει την επιστημονική γνώση, εποπτεύει με τους ανθρώπους της την εργασιακή διαδικασία. Η εποπτεία και η διεύθυνση του εργασιακού προτσές είναι οι λειτουργίες όπου υλοποιείται θα λέγαμε η αντίθεση, όπου γίνεται φανερή.
Συνεπώς, οι άνθρωποι που εποπτεύουν και διευθύνουν το εργασιακό προτσές είναι «το έμψυχο σώμα» αυτής της αντίθεσης, σε αντίθεση βέβαια με τον αντίποδα, το προλεταριάτο. Η αντίθεσή τους με την εργατική τάξη δεν είναι μια αντίθεση απλού καταμερισμού, αλλά ανάγεται απευθείας στην ταξική αντίθεση, στον ταξικό ανταγωνισμό. Χωρίς την πρόθεση να επεκταθούμε εδώ στη μελέτη μιας τέ- τιας αντίθεσης, αξίζει να υπογραμμίσουμε, πως μιλούμε φυσικά για την αντίθεση πνευματικής και σωματικής εργασίας, που πηγάζει από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και οξύνεται στην πορεία της ολοκλήρωσής του. Η αντίθεση στην οποία αναφερόμαστε, στην ευρύτερη θεώρησή της, ασφαλώς έχει να κάνει και με την πολιτισμική συμπεριφορά, με την κοινωνική καταξίωση και με τους αστικούς όρους της κ λπ.
Οι αστικές αντιλήψεις για την γνώση και την επιστήμη, η αστική αντίληψη για το ρόλο της σωματικής εργασίας, για το ρόλο τελικά του προλεταριάτου, ανάγονται και περιλαμβάνονται στο τρόπο με τον οποίο η άρχουσα τάξη αντιμετωπίζει αυτή την αντίθεση. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να αναφερθούμε στη νομική αντανάκλαση αυτής της αντίθεσης, όπως εμφανίζεται στην ελληνική εργατική
5. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Α, σελ. 374.6. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Α, σελ. 375.7. Κ. Μαρξ: Grundrisse der kritik der politischen
okonomie, Τόμος B, σελ. 357, ελλην. έκδοση «Στοχαστής
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 87
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
νομοθεσία. Ο γνωστός νόμος 2112/1920, που χωρίζει τους μισθωτούς σε υπάλληλους και εργατοτε- χνίτες, ψηφίστηκε σε μια εποχή ιδιαίτερης καθυστέρησης του ελληνικού καπιταλισμού, όπου τα πράγματα ήταν λίγο πολύ απλά, όπου δεν υπήρχαν πολλές ενδιάμεσες βαθμίδες κι έτσι απλά καθόρισε, όπ υπάλληλος θεωρείται όποιος παρέχει εργασία «αποκλειστικούς ή κατά κύριον χαρακτήρα μη σωματικήν». Με την ανάπτυξη του καπιταλισμού όμως, με τον πολλαπλασιασμό των εργαπκών στρωμάτων που κάνουν «μη σωματική» εργασία, αλλά που αποτελούν απλά εκτελεστικά όργανα, δηλαδή είναι εργάτες, χρειάστηκε ο νόμος αυτός να τροποποιηθεί και χρειάστηκε να βγουν πάμπολλες δικαστικές αποφάσεις, που ορίζουν την πνευματική εργασία όχι απλά ως «μη σωματική», αλλά ως εργασία «για την οποία απαιτείται εξιδιασμένη εμπειρία, θεωρητική μόρφωση, ανάπτυξη πρωτοβουλίας και ανάληψη ευθύνης». Το ίδιο το νομικό εποικοδόμημα δηλαδή, μολονόπ πάντα καθυστερεί σε σχέση με την οικονομική βάση, σπεύδει βαθμιαία να προσαρμόζεται προς την πραγματική μορφή με την οποία εμφανίζεται η αντίθεση ανάμεσα στη σωμαπ- κή και την πνευματυο1) δουλειά, ακόμη και σ' αυτό το πλέον στοιχειώδες επίπεδο. Είναι βέβαια άλλο πράγμα το γεγονός όπ το πνεύμα αυτού του νομικού εποικοδομήματος σε αρκετές περιπτώσεις έχει παραβιαστεί, με την ένταξη στην κατηγορία του «υπαλλήλου» και χειρωνακτικά εργαζόμενων. Εδώ μας ενδιαφέρει το ίδιο το πνεύμα, η ίδια η αντίληψη της αστικής τάξης, που μας αποκαλύπτει την αντίθεση σωματικής και πνευματικής εργασίας.
Θα μπορούσαμε να αναλύσουμε ακόμη περισσότερο αυτό το ζήτημα, επειδή όμως εδώ μας ενδιαφέρει μόνο ο τομέας της καπιταλιστικής παραγωγής και κυκλοφορίας καθώς και του εποικοδομήματος, σε σχέση με την ταξική αντίθεση και την ταξική οριοθέτηση, περιοριζόμαστε στην αντίθεση όπως αυτή εμφανίζεται στο εργασιακό προτσές, αφήνοντας κατά μέρος την «ιδεολογική του αντανάκλαση». Η αντίθεση πνευματικής - σωματικής εργασίας δεν μπορεί να κατανοηθεί και να αναλυθεί σαν αντίθεση ανάμεσα στα χέρια και το μυαλό. Ούτε βέβαια οι χυδαίες αστικές απόψεις για το «πνεύμα» και το «χέρι» μπορούν να πλησιάσουν έστω το πρόβλημα. Γ κι τον Μαρξ, η ίδια η εργατική δύναμη ορίζεται σαν το σύνολο των μυϊκών και πνευμαπ- κών δεξιοτήτων του εργάτη. Ούτε το ανώτερο μορφωτικό επίπεδο της σημερινής εργατικής τάξης, σε σχέση με πς παλιότερες γενιές των εργατών, αποτελεί απόδειξη για άρση της αντίθεσης ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική δουλειά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως η πρόοδος της γνώσης και της επιστήμης έχει την αφετηρία της ακριβώς στην παραγωγική διαδικασία, αφού οι ανάγκες της τελευταίας αποτελούν πάντα την κινητήρια δύναμη της επιστήμης.
Η αποξένωση όμως του εργάτη απ' αυτή τη γνώση, η αποξένωσή του από τη συνθετική και αφαιρετική λειτουργία στα πλαίσια της επιστημονικής έρευνας, η μετατροπή του σε εκτελεστικό όργανο και συμπλήρωμα της μηχανής, γίνεται δυνατή μόνο στα πλαίσια του αστικού τρόπου παραγωγής και αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό αυτού του τρόπου παραγωγής, ανεξάρτητα από το αν ανεβαίνει το μορφωτικό επίπεδο των εργατών. Ο εργάτης όλο και περισσότερο μετατρέπεται σε μερικό εργαλείο,
ανεξάρτητα από το αν στην εργασία του αλλάζει ο συσχετισμός ανάμεσα στις μυϊκές και πνευματικές δυνάμεις που χρησιμοποιεί. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, αυτό εμφανίζεται με εντελώς στρεβλό τρόπο. Για παράδειγμα, ο χειριστής ενός αυτόματου τόρνου, που καθοδηγείται από ηλεκτρονικό υπολογιστή, μολονόπ καταβάλλει μικρότερη μυϊκή προσπάθεια, είναι εντούτοις πολύ πιο μερικό εργαλείο από τον ειδικευμένο χειριστή ενός τόρνου παραδοσιακού τύπου, ο οποίος κατανάλωνε μεν μεγαλύτερη ποσότητα μυϊκών δυνάμεων, αλλά ταυτόχρονα χρησιμοποιούσε και ένα σύνολο πνευματικών δεξιοτήτων, που καθόλου δεν χρειάζονται στον χειριστή του νέου μηχανήματος.
Επομένως, η αποξένωση αυτή από την πνευματική εργασία και τη γνώση και ο ανταγωνισμός με τους «ειδικούς» της επιστήμης, που διευθύνουν και εποπτεύουν, δεν σημαίνει πως η σωματική εργασία είναι απαλλαγμένη και «καθαρή» από κάθε προτσές σκέψης και γνώσης. Ο ανταγωνισμός της πνευματικής και της σωματικής εργασίας, ο ανταγωνισμός του προλεταριάτου και των εργαζόμενων με τους ειδικούς και τους επόπτες της παραγωγικής διαδικασίας, πραγματοποιείται στα πλαίσια του ταξικού ανταγωνισμού, αποτελώντας οργανικό και αναπόσπαστο τμήμα του.
ΣυμπέρασμαΕίναι λοιπόν φανερό, πως η ταξική οριοθέτηση
της εργατικής τάξης πρέπει να λαμβάνει υπόψη το σύνολο των λενινιστικών γνωρισμάτων, χωρίς να απομονώνει ή να παραλείπει κάποιο. Η σχέση με τα μέσα παραγωγής είναι ασφαλώς το βασικό και καθοριστικό γνώρισμα, αλλά δεν αρκεί για να οριστούν σωστά τα όρια του προλεταριάτου. Ο ρόλος κάθε τάξης ή στρώματος στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας, η αντίθεση δηλαδή ανάμεσα στη σωμαπκή και την πνευματική εργασία, καθώς επίσης και το μέγεθος της μερίδας του κοινωνικού πλούτου που ιδιοποιούνται, είναι επίσης ουσιασπ- κά και καθοριστικά κριτήρια, που οριοθετούν το προλεταριάτο απένανπ στα μικροαστικά στρώματα (και τα μισθωτά). Επίσης, η αντίθεση ανάμεσα στη σωματική και την πνευματική εργασία, σε συνδυασμό με το ύψος του μισθού, διαχωρίζει αποφασιστικά την εργατική τάξη από τους «αξιωματικούς του κεφαλαίου», που εποπτεύουν και διευθύνουν την παραγωγική διαδικασία. 1
Η εκλεκτική αναφορά στον Μαρξ και η διαστρέβλωσή του καταλήγουν στην κατάργηση των ορίων αυτών, στην ένταξη των μισθωτών μικροαστικών στρωμάτων στους κόλπους του προλεταριάτου, στην «προλεταριοποίηση της πνευματικής εργασίας», στο συμπέρασμα τελικά της άμβλυνσης του ανταγωνισμού της με τη σωματική εργασία.
Συμπυκνώνοντας λοιπόν αυτή τη σύντομη αναφορά στην ταξική αντίθεση και οριοθέτηση, καταλήγουμε στο συμπέρασμα, όπ ο ορισμός της εργατικής τάξης, όπως αναφέρεται στο σχέδιο προγράμματος, που εκπόνησε η ΚΕ της ΣΑΚΕ και με βάση τον οποίο έγινε ο υπολογισμός των ορίων της εργατικής τάξης στην Ελλάδα, ανταποκρίνεται πλέρια στη μαρξισπκή-λενινισπκή θεωρία.
«Στην εργατική τάξη - αναφέρει το σχέδιο προγράμματος - περιλαμβάνονται οι μισθωτοί όλων
ίΙΙΙ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
των κλάδων της κοινωνικής παραγωγής κα της κυκλοφορίας (δηλαδή σε όλο το εύρος της κύκλησης του κεφαλαίου), καθώς και οι μισθωτοί των μη παραγωγικών για το κεφάλαιο κλάδων (κρατικός τομέας υπηρεσιών), οι οποίοι δεν κατέχουν μέσα παραγωγής, ασκούν αποκλειστικά εκτελεστική εργασία και ανταλλάσσουν την εργατική τους δύναμη με μέσα συντήρησης».
Σύγχιση σχετικά με την παραγωγή υπεραξίας
και τα όρια της εργατικής τάξηςΜια από τις πλέον διαδεδομένες ουγχίοεις στο
ζήτημα του καθορισμού των ορίων της εργατικής τάξης, είναι αυτή που περιορίζει την εργατική τάξη μόνο στη σφαίρα της παραγωγής, εκεί όπου παρά- γεται υπεραξία, αφήνοντας έξω από τα όρια της τάξης τους εργάτες της σφαίρας της κυκλοφορίας και του εποικοδομήματος.
Αναλύοντας τις μεταμορφώσεις του κεφαλαίου, ο Μαρξ προσδιόρισε και ανέλυσε τις διαδοχικές μορφές που αυτό παρουσιάζει στη διαδικασία της κύκλησής του. Καθοριστική μορφή, «πρωταρχική αιτία» του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, «τόπος» όπου αναπτύσσεται ο κορμός και η μάζα της εργατικής τάξης είναι το βιομηχανικό κεφάλαιο. Αξίζει να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από τη μαρξιστική ανάλυση:
«Το βιομηχανικό κεφάλαιο είναι ο μοναδικός τρόπος ύπαρξης του κεφαλαίου όπου λειτουργία του κεφαλαίου δεν είναι μόνο η ιδιοποίηση υπεραξίας, ή υπερπροϊόντος, αλλά ταυτόχρονα και η δημιουργία τους. Γ ι' αυτό το λόγο το βιομηχανικό κεφάλαιο καθορίζει τον κεφαλαιοκρατικό χαρακτήρα της παραγωγής- η ύπαρξή του περιλαμβάνει τη ν ύπαρξη της ταξικής αντίθεσης κεφαλαιοκρατών και μισθωτών εργατών».6
Είναι φανερό, πως ο κορμός και η βάση της ύπαρξης του προλεταριάτου είναι η σφαίρα δράσης του βιομηχανικού κεφαλαίου. Η οριοθέτησή του και η αναγνώρισή του αρχίζει ακριβώς από την ύπαρξη και την ανάπτυξη του βιομηχανικού κεφαλαίου. Η κύ- κληση όμως του κεφαλαίου περιλαμβάνει και τις μεταμορφώσεις του, από την παραγωγική του μορφή σ' εκείνες του χρηματικού και του εμπορευματικού κεφαλαίου. Η ύπαρξη της ταξικής αντίθεσης και η δημιουργία της εργατικής τάξης αναφέρεται σε όλες τις μεταμορφώσεις του βιομηχανικού κεφαλαίου, από το παραγωγικό στο κυκλοφοριακό στάδιο. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως, σύμφωνα με τον Μαρξ, η ταξική αντίθεση στα πλαίσια του βιομηχανικού κεφαλαίου αναλύεται στις επιμέρους αντιθέσεις, όπως αυτές εμφανίζονται στα πλαίσια του παραγωγικού, του χρηματικού και του εμπορευματι- κού κεφαλαίου.
Οσοι αδυνατούν να κατανοήσουν τα διαδοχικά επίπεδα αφαίρεσης του «Κεφαλαίου» και μένουν μόνο στην ανάλυση του πρώτου τόμου, όπου η κύκλη- ση του κεφαλαίου δεν αναλύεται από τον Μαρξ, ας προσέξουν την τοποθέτηση των τάξεων που κάνε» ο Μαρξ στο ημτελές χειρόγραφό του, που δεν αφήνει καμιά αμφιβολία. Η εργατική τάξη ορίζεται κατ’ αρχήν σαν τάξη που είναι ιδιοκτήτης απλής εργατικής δύναμης, με πηγή εισοδήματος το μισθό
εργασίας, δηλαδή σαν το σύνολο των μιθωτών εργατών, ανεξάρτητα από από τη φάση της κύκλησης του κεφαλαίου στην οποία μισθώνει την εργατική της δύναμη, ανεξάρτητα δηλαδή από το αν παράγει υπεραξία ή αν απλώς με την υπερεργασία της βοηθά το κεφάλαιο να αυτοαξιοποιείται, αποκομίζοντας υπεραξία που έχει παραχθεί στην παραγωγική φάση. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η μελέτη του λενινιστικού ορισμού. Και σε τελευταία ανάλυση, αν δεν δεχόμασταν αυτό το συμπέρασμα, θα οδηγούμασταν στον παραλογισμό να απο- κλείσουμε από την εργατική τάξη τεράσια τμήματά της, που είναι οι εργάτες στις σφαίρες της κυκλοφορίας και του επικοδομήματος, θα βαφτίζαμε μικροαστούς ένα μεγάλο τμήμα των εργατών.
Επαναλαμβάνουμε λοιπόν το μαρξιστικό συμπέρασμα για την έκταση και τα όρια της ταξικής αντίθεσης. Η ταξική αντίθεση, η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, ανεξάρτητα από τη μορφή της τελευταίας (αν δηλαδή είναι εργασία βιομηχανικού εργάτη ή εργάτη του εμπορίου κ.λπ.), δεν περιορίζεται μόνο στο παραγωγικό στάδιο της ύπαρξης του κεφαλαίου, αλλά περιλαμβάνει όλη την κύκληση, από το παραγωγικό στο εμπορευματικό και στο χρηματικό κεφάλαιο. Τόσο ο Μαρξ όσο και ο Λένιν «αδιαφορούν» για τη μορφή της ταξικής αντίθεσης και στέκονται στα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ύπαρξής της. Μια συνολική αντίληψη της μαρξιστικής ανάλυσης δείχνει, πως για τον Μαρξ η ύπαρξη και οριοθέτηση του προλεταριάτου δεν προσδιορίζεται από τη μορφή του κεφαλαίου και συνεπώς από τη συγκεκριμένη μορφή της εκτελούμενης εργασίας. Και ο λενινισπκός ορισμός των τάξεων δεν στέκεται στις μορφές της ύπαρξης του κεφαλαίου, μα στα καθοριστικά γνωρίσματα που οριοθετούν και α- ντιπαραθέτουν τις τάξεις, τόσο στην παραγωγή όσο και στην κυκλοφορία. Η εργατική τάξη υπάρχει και πρέπει να αναγνωρισθεί σε όλα τα στάδια της κύκλησης του κεφαλαίου, λαμβάνοντας υπόψη μόνο τα καθοριστικά γνωρίσματα που περιέγραψε ο Λένιν, στο σύνολά τους και όχι αποσπασματικά.
Συγχίσεις και διαστρεβλώσεις σχετικά με την παραγωγική
και τη μη παραγωγική εργασίαΑσφαλώς, μια εκτενής ανάλυση του θέματος της
παραγωγικής και της μη παραγωγικής εργασίας είναι έξω από τους στόχους αυτής της παρουσίασης. Αξίζει όμως μα συνοπτική αναφορά στο θέμα, αν ληφθεί υπόψη, πως ο Μαρξ έγινε πρόσχημα για κάθε αστική αντίληψη, που επικράτησε χρόνια τώρα, σχετικά με τον καθορισμό και τα όρια της εργατικής τάξης. Η ιδεαλισπκή και αντιδιαλεχτική αυτή στάση αφορά τόσο τη διεύρυνση του προλεταριάτου, για την οποία μίλησαν οι αναθεωρητές, εντάσσοντας στην εργατική τάξη όλους εκείνους που υπάγονται στην κατηγορία των «παραγωγικών εργατών», όσο και τη μικροαστική περιχαράκωση της «αριστερής» αντιπολίτευσης, που από τη μια συγ- χέοντας την παραγωγική εργασία με την παραγωγή υπεραξίας και από την άλλη στενεύοντας τα όρια της εργατικής τάξης μόνο στην παραγωγική
8. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, Τόμος Β, σελ 54.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 89
ΖΗΤΗΣΗ
ιση της κύκλησης του κεφαλαίου, βγάζει έξω από την τάξη σημαντικά τμήματά της, που είτε απασχολούνται στη σφαίρα της κυκλοφορίας είτε σε «μη παραγωγικές» (από την άποψη του κεφαλαίου) σφαίρες (κρατικός μηχανισμός).
Η επιφανειακή αναφορά στον Μαρξ και η αποδιδόμενη αοριστία ή ασάφεια στη μαρξιστική ανάλυση, προφανώς εξυπηρετεί τις τάσεις σπς οποίες μόλις αναφερθήκαμε. Αντίθετα, πιστεύουμε, πως η αναφορά του Μαρξ στο ζήτημα της παραγωγικής και της μη παραγωγικής εργασίας αποτελεί μια εξαντλητική και πολύπλευρη ανάλυση, ακόμη και αν έμεινε ανεκπλήρωτη η πρόθεσή του για μια συνθετική εργασία στο ζήτημα αυτό.
Το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε, είναι ότι ο Μαρξ αναφερόμενος στο ζήτημα της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας δεν έχει σαν στόχο να ορίσει τις τάξεις (κάτι τέτιο άλλωστε θα αντέφασκε με όλη την ανάλυσή του). Στόχος του είναι να διαλύσει μια σειρά συγχίσεις, να κάνει πολεμική σε κρατούσες αστικές οικονομικές αντιλήψεις και να αποκαλύψει τη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ο οποίος, έχοντας σαν σκοπό του όχι τις κοινωνικές ανάγκες αλλά το κέρδος, θεωρεί παραγωγική μόνο την εργασία που αξιοποιεί το κεφάλαιο και αντιπαραγωγικές μια σειρά κοινωνικά ωφέλιμες εργασίες, οι οποίες όμως δεν αξιοποιούν το κεφάλαιο. Αποτελεί λοιπόν κατ' αρχήν μεθοδολογικό λάθος η αναζήτηση της ταξικής οριοθέπισης στη βάση της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας. Κι αυτό το μεθοδολογικό λάθος οδηγεί, όπως θα δούμε, σε παραλογισμούς.
Η παραγωγική εργασία εξετάζεται από το Μαρξ αρχικά αφηρημένα, ανεξάρτητα δηλαδή από τις κοινωνικές συνθήκες σπς οποίες αναπτύσσεται.
«Το προτσές εργασίας — γράφει ο Μαρξ — το εξετάσαμε πρώτα αφηρημένα, ανεξάρτητα από τις ιστορικές του μορφές, σαν προτσές ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Εκεί είπαμε: Α ν όλο το προτσές εργασίας το εξετάσουμε από την άποψη του αποτελέσματός του τότε και τα δυο, το μέσο εργασίας και το αντικείμενο εργασίας εμφανίζονται σαν μέσα παραγωγής και η εργασία η ίδια σαν παραγωγική εργασία... Ο ορισμός αυτός: παραγωγική εργασία, που απορρέει από την άποψη του απλού προτσές παραγωγής είναι τελείως ανεπαρκής για το κεφαλαιοκρατικό προτσές παραγωγής»9 (υπογ. δική μας).
Αφηρημένα λοιπόν, «από την άποψη του αποτελέσματος» της εργασιακής διαδικασίας», η παραγωγική εργασία αναφέρεται στην παραγωγή υλικών «αξιών». Επειδή όμως αφηρημένο προτσές παραγωγής δεν υπήρξε ούτε θα υπάρξει ποτέ, ο Μαρξ υπογραμμίζει αμέσως την αδυναμία μιας τέ- τιας γενικής τοποθέτησης να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο ζήτημα του καπιταλιστικού παραγωγικού προτσές.
Μιλώντας λοιπόν συγκεκριμένα για την παραγωγική εργασία, στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ο Μαρξ έχει σαφή άποψη για τη φύση της, αρκετά πριν την ανάλυση του «Κεφαλαίου»:
«Παραγωγική εργασία είναι απλά εκείνη που παράγει κεφάλαο [...]
Παραγωγική είναι η εργασία μόνο στο βαθμό που παράγει το αντίθετό της».110
Η άποψη αυτή αναπτύσσεται εκτεταμένα στο «Κεφάλαιο», όπου η παραγωγική εργασία καθορίζεται βέβαια όχι μόνο αφηρημένα, όχι στη γενίκευσή της σαν διαδικασία, αλλά σαν συγκεκριμένη και ορισμένη διαδικασία στα πλαίσια του καπιταλισμού.
«Η έννοια λοιπόν του παραγωγικού εργάτη - γράφει ο Μαρξ - καθόλου δεν περικλείνει μονάχα μια σχέση ανάμεσα στη δράση και στο ωφέλιμο αποτέλεσμα, ανάμεσα στον εργάτη και στο προϊόν εργασίας, αλλά περικλείνει και μια σχέση παραγωγής άδικά κοινωνική, που έχει γεννηθεί ιστορικά και βάζει στον εργάτη τη σφραγίδα του άμεσου μέσου αξιοποίησης του κεφαλαίου»V
Και ας έρθουμε σπς διαστρεβλώσεις και τις συγ- χίσεις, που ξεκινούν από το ζήτημα της παραγωγικής και της μη παραγωγικής εργασίας. Ο αναθεωρητισμός, ταυτίζοντας την εργατική τάξη με όλους τους παραγωγικά εργαζόμενους, όπως τους ορίζει ο Μαρξ, περιλαμβάνει στα πλαίσια της εργατικής τάξης μια σειρά από ομάδες, κυρίως διανοούμενων και μικροαστικών στρωμάτων, ξεκινώντας από τη θεωρητική θέση, ότι σήμερα η επιστήμη είναι άμεσα παραγωγική δύναμη, ενώ η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική εργασία αμβλύνεται. Ετσι, η ίδια η αντίληψη του Μαρξ για τις τάξεις, τα χαρακτηριστικά του λενινιστικού ορισμού καιν ειδικά το τρίτο, που αναφέρεται στο ρόλο των τάξεων στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας, πάνε περίπατο. Γιατί κατά τον Μαρξ, παραγωγικά εργαζόμενος είναι και ο μάνατζερ της παραγωγής, αφού με την εργασία του επιτρέπει στο κεφάλαιο να αυ- τοαξιοποιείται. Η συγκεκριμένη όμως ιδιότητα του παραγωγικά εργαζόμενου δεν τον εντάσσει στα πλαίσια της εργατικής τάξης, αλλά απέναντί της, στη στρατιά των αξιωματικών του κεφαλαίου.
Η αναφορά στην παραγωγική και τη μη παραγωγική εργασία, τόσο από γενική άποψη όσο και συγκεκριμένα, από την άποψη δηλαδή της αυτοαξιοποίη- σης του κεφαλαίου, δεν αρκεί για να καθοριστούν τα όρια της εργατικής τάξης. Οσο και αν η γνώση της ουσίας και του περιεχομένου της εργασίας πλησιάζει την αλήθεια, η αναγόρευση εντούτοις της παραγωγικής ή μη εργασίας σε κριτήριο του ταξικού διαχωρισμού οδηγεί στη μονομέρεια και το λάθος. Αυτό ακριβώς αποφεύγει ο Λένιν στον ορισμό των τάξεων, όταν στη θεώρησή του στέκεται μόνο στα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ταξικής συγκρότησης και αντίθεσης.
Ας το ξανατονίσουμε λοιπόν: Οταν ο Μαρξ αναλύει συγκεκριμένα τις έννοιες της παραγωγικής και μη παραγωγικής εργασίας, δεν έχει σαν στόχο να ορίσει τα όρια των τάξεων, αλλά να αποκαλύψει το περιεχόμενο αυτών των εννοιών στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που δεν έχει να κάνει με την παραγωγή ή όχι υλικών αξιών, αλλά με την αξιοποίηση του κεφαλαίου. Ετσι, στα πλαίσια του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και από την άποψη της αξιοποίησης του κεφαλαίου, που χαρακτηρίζει αυτόν τον τρόπο παραγωγής, παραγωγικοί είναι εργαζόμενοι, που δεν εργάζονται σε σφαίρες παραγωγής υλικών αξιών (αλλά
9. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαο, Τόμος Λ σελ. 523.10. Κ. Μαρξ: Grundrisse der kritik der politischen
okonome, Τόμος B, σελ. 225.11. Κ. Μαρξ: To Κεφάλαο, Τόμος Α, σελ 524.
«CMKWOMM
$0 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993··'
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
που με την εργασία τους αξιοποιουν το κεφάλαιο, που τους μισθώνει) και μη παραγωγικοί είναι εργαζόμενα, που παράγουν υλικές αξίες, αλλά έξω από τη σφαίρα αξιοποίησης του κεφαλαίου. Την αντίληψη αυτή του κεφαλαιοκρατικού συστήματος τη βλέπουμε να παρουσιάζεται ανάγλυφα στη διαχείριση των λεγόμενων κοινωφελών υπηρεσιών του αστικού κράτους, α οποίες - παρά την τεράστια κοινωνική ωφελιμότητά τους - είναι για το κεφάλαιο α- ντιπαραγωγικές. Ετσι, σε συνθήκες κρίσης, όπου αντιμετωπίζονται δυσκολίες στην αναπαραγωγή του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου, η αστική τάξη προσπαθεί να συρρικνώσει στο ελάχιστο αυτές πς υπηρεσίες, που σε κάποια άλλη φάση είχε εξαναγκαστεί να δημιουργήσει, στα πλαίσια του αστικού «κράτους πρόνοιας».
Να πως περιγράφει ο Μαρξ τα φαινόμενα της παραγωγικής και της μη παραγωγικής εργασίας στον καπιταλισμό, δίνοντας άφθονα παραδείγματα, ώστε να μην κινδυνεύει να παρεξηγηθεί η άποψή του:
«Εδώ κατηγορηματικότατα παραγωγικός εργάτης είναι εκείνος, που αναπαράγει για τον κεφαλαιοκράτη όχι μόνο όλη την αξία των μέσων συντήρησης που περιέχοντα στο μισθό, αλλά που του την αναπαράγει μαζί με ένα κέρδος.
Μόνο η εργασία που παράγει κεφάλαιο είναι παραγωγική εργασία. [...] Σ'αυτούς τους παραγωγικούς εργάτες ανήκουν φυσικά όλοι, όσοι συνεργάζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην παραγωγή του εμπορεύματος, από τονκαθεαυτό χειρώνα- κτα εργάτη ως τονμάνατζερ και τον μηχανικό (που διαφέρει από τον κεφ αλαιοκράτη)» . '2 (Η υπογράμμιση δική μας).
«Ενας ηθοποιός, λ.χ. ακόμα και ένας παλιάτσος, είναι επομένως ένας παραγωγικός εργάτης, όταν δουλεύει στην υπηρεσία ενός καπιταλιστή (του επιχειρηματία), στον οποίο επιστρέφει περισσότερη εργασία, από εκείνη που παίρνει απ' αυτόν με τη μορφή του μισθού, ενώ ένας μπαλωματής ράφτης, που πάει στο στίπ του καπιταλιστή, για να του μπαλώσει τα παντελόνια του τού δημιουργεί μόνο μια αξία χρήσης, είναι ένας μη παραγωγικός εργάτης. Η εργασία του πρώτου ανταλάσσεται με κεφάλαιο, ενώ η εργασία του δεύτερου με εισόδημα. Η πρώτη δημιουργεί μια υπεραξία, με τη δεύτερη καταναλώνεται ένα εισόδημα».'3
«Ενας συγγραφέας είναι παραγωγικός εργάτης, όχι γιατί παράγει ιδέες, αλλά γιατί πλουτίζει τον βιβλιοπώλη, που εκδίδει τα συγγράμματά του ή γιατί είναι ο μισθωτός εργάτης ενός καπιταλιστή.
Η αξία χρήσης του εμπορεύματος, στο οποίο ενσαρκώνεται η εργασία ενός παραγωγικού εργάτη, μπορεί να είναι του πιο πποτένιου είδους. Αυτό το υλικό χαρακτηριστικό της εργασίας δεν συνδέεται καθόλου με αυτή την ιδιότητά του, που μάλλον εκφράζει μόνο μια καθορισμένη κοινωνική σχέση παραγωγής».'*
«Η υλική ιδιότητα της εργασίας, επομένως και του προϊόντος της, αύπ) καθεαυτή δεν έχει καμιά σχέση με τη διάκριση αυτή ανάμεσα στην παραγωγική κα μη παραγωγική εργασία. Λογουχάρη, οι μάγειροι και τα γκαρσόνια ενός εστιατορίου είναι παραγωγικοί εργάτες, εφόσον η εργασία τους μετα- τρέπεται σε κεφάλαιο για τον ιδιοκτήτη του εοτιατορίου. Τα ίδια πρόσωπα είναι μη παραγωγικοί
εργάτες, όταν είναι υπηρέτες σ ' ένα σπίπ, εφόσον δεν δημιουργώ κεφάλαιο από την υπηρεσία τους, αλλά ξοδεύω εισόδημα. Πράγμαπ, τα ίδια επίσης πρόσωπα είναι για μένα, τον καταναλωτή, μη παραγωγικοί εργάτες στο εστιατόριο».'5
Ας μας συγχωρήσει ο αναγνώστης για τα εκτεταμένα αποσπάσματα, όμως τα θεωρήσαμε απαραίτητα, γιατί - πέρα από πς διαστρεβλώσεις των διάφορων αναθεωρητών - υπάρχει μια ευρύτατα διαδεδομένη σύγχιση σχετικά με την παραγωγική και μη παραγωγική εργασία, που τη συσχετίζει όχι με την αξιοποίηση του κεφαλαίου, αλλά με την παραγωγή αξιών χρήσης (υλικών αξιών). Ετσι, με βάση αυτή τη (σκόπιμη ή όχι αδιάφορο) σύγχιση, άλλοι φτάνουν στον παραλογισμό να εντάσσουν στην εργατική τάξη τους μάνατζερ και τα τεχνικά στελέχη της παραγωγής, που ασκούν διευθυντική εργασία, αλλά είναι μισθωτοί, και άλλοι να αποκλείουν από την εργατική τάξη μεγάλα τμήματά της, που από την άποψη της αξιοποίησης του κεφαλαίου είναι μη παραγωγικοί εργάτες, όπως π.χ. α εργάτες καθαριότητας των δήμων ή οι οικοδόμοι που είναι κρατικοί υπάλληλοι και χτίζουν ένα σχολείο.
Η καπιταλιστική ανάπτυξη και η ανάπτυξη του αστικού κράτους δημιούργησε τέτια τμήματα του προλεταριάτου, που με οποιαδήποτε αναφορά στην παραγωγική ή μη εργασία είναι αδύνατο να τοποθετηθούν σωστά. Ενας τέτιος τομέας είναι αυτός των λεγόμενων «υπηρεσιών» (υγεία, καθαριότητα κλπ.), όπου όταν απουσιάζει το κεφάλαιο (με την έννοια της άμεσης επένδυσής του με σκοπό την αποκόμιση υπεραξίας) αποτελούν υπηρεσίες του κράτους, ενώ οι εργαζόμενα σ' αυτούς είναι βέβαια τμήμα της εργατικής τάξης, ανεξάρτητα από τη φύση της εργασίας τους, που είναι μη παραγωγική από την άποψη του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Είνα φανερό πως αυτά τα τμήματα των εργαζόμενων, σύμφωνα με όλα τα κριτήρια του λενινιστικού ορισμού, αποτελούν τμήμα του προλεταριάτου, ενώ η προσπάθεια της ταξινόμησής τους δεν συναντά απλά αξεπέραστες δυσκολίες, αν υιοθετήσουμε το κριτήριο της φύσης της εργασίας τους, αλλά οδηγεί σε παραλογισμούς, όπως δείξαμε αμέσως παραπάνω.
Η έννοια της τάξης λοιπόν καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά στα οποία ήδη αναφερθήκαμε, ανεξάρτητα από τη μορφή της συγκεκριμένης εργασίας που εκτελούν τα διάφορα τμήματά της. Η παραγωγή υπεραξίας ή η παραγωγική και μη παραγωγική εργασία δεν μπορούν να αποτελέσουν κριτήρια ταξινόμησης για το σύνολο της τάξης.
12. Κ. Μαρξ: Θεωρίες για την υπεραξία, Μέρος Α, σελ. 150.
13. Κ. Μαρξ: Στο ίδιο, σελ. 151.14. Κ. Μαρξ: Στο ίδιο, σελ. 152.15. Κ. Μαρξ: Στο ίδιο, σελ. 153.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 91
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Τί σχολείο θέλουμε
Αφιερώνεται_ , , στα πενηντάχρονα
το» Γεράσιμου Λιόντου ατχ̂ τ0 β^νατο του δάσκαλουΔημήτρη Γ ληνού
«Εμείς λέμε: η δουλιά μας στον τομέα της εκπαίδευσης είναι η ίδια, πάλη για την ανατροπή της αστικής τάξης, δηλώνουμε ανοιχτά όπ σχολείο έξω από τη ζωή, έξω από την πολιτική είναι ψέμα και υποκρισία».
Β.Ι. Λένιν
Στο άρθρο μας αυτό, που σαν ελάχιστο φόρο τιμής το αφιερώνουμε στη μνήμη του μεγάλου δια- νοητή Δημήτρη Γληνού, θα αναλύσουμε από το σχέδιο προγράμματος του νέου κόμματος, που χτίζεται βήμα- βήμα, πς θέσεις για την εκπαίδευση, θέσεις που στο σχέδιο προγράμματος διατυπώθηκαν, όπως ήταν λογικό, πολύ επιγραμματικά.
Είναι γνωστό, ότι στον ενάμιση χρόνο που πέρα- σε από την 6η Ολομέλεια της ΚΕ της ΣΑΚΕ, όταν συνειδητοποιήσαμε πλέρια την ανάγκη να δουλέψουμε στη νέα εργατική βάρδια, μελετήσαμε ολόπλευρα τα έργα επιφανών διανοητών - εκπαιδευτικών, Ελλήνων και ξένων. Ομως ήταν το έργο του Δ. Γληνού - πολύ πλούσιο σε έκταση και βάθος - που επέδρασε καταλυτικά πάνω μας, στη διαμόρφωση των θέσεών μας, χωρίς καθόλου να υποβαθμίζουμε τις λενινισπκές υποδείξεις.
Δεν υπήρξαμε οι πρώτοι, ούτε ποτέ ισχυριστήκαμε, όπ εμείς αναγνώσαμε πρώτοι το έργο του Δ. Γληνού και των άλλων επιφανών εκπαιδευτικών και διανοητών, όπως ο Κ. Βάρναλης, ο Μ. Παπαμαύ- ρος, ο Κ. Σωτηρίου, η Ρόζα Ιμβριώτη και τόσοι άλλοι, που συσπειρώθηκαν γύρω από τον Δ. Γληνό. Ομως δεν θα αποφύγουμε τον πειρασμό να εκφρά- σουμε την «κακία» μας, για όλους αυτούς, που πριν από μας «ανέγνωσαν» και ««αναγνώρισαν» το έργο του μεγάλου δάσκαλου. Ηταν μια «αναγνώριση», που αποσιωπούσε τις επαναστατικές μαρξιστικό- λενινιστικές ιδέες του ώριμου πια Δ. Γληνού και πρόβαλε βασικά τις πρώτες του χεγκελιανές και α- στοφιλελεύθερες αναζητήσεις (που στην εποχή τους είχαν προοδευτικό και ανορθωτικό χαρακτήρα), αναζητήσεις που ο ίδιος απέρριψε αργότερα, δείχνοντας έτσι και το μεγαλείο και τη συνθετική ικανότητα της σκέψης του.
Κακά τα ψέμματα. Ο ώριμος Δ. Γληνός, της περιόδου 1927 - 1943, δεν χωρά στο σχήμα ενός σχολειού συνδεδεμένου με την καπιταλιστική παραγωγή ή στη «βελπωμένη» έκδοση (της περιόδου της συντηρητικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού) ενός σχολειού συνδεδεμένου με την αγορά εργασίας ή τέλος στο βελτιωμένο σχήμα του σχολειού της ειδίκευσης, δηλαδή του σχολειού που προετοιμάζει το νέο άνθρωπο να ενταχθεί «ομαλά» στον ιεραρχικό καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας, σαν μερικό εργαλείο.
Και για του λόγου το αληθές, ας μας επιτραπεί να παραθέσουμε ένα δείγμα της σκέψης του Δ. Γληνού, όπως διατυπώνεται στο άρθρο του: «Σχέδιο για το πρόγραμμα του εκπαιδευτικού ομίλου», το Φλεβάρη του 1929, δυο χρόνια μετά τη διάσπαση του Εκπαιδευτικού Ομίλου:
A. Α. ΓΛΗΝ Ο Υ
ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΕΚΠΑΜΕΦΤΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ
Α! Σ Ο Σ ΙΑ Λ ΙΣ Τ ΙΚ Η ΚΟ ΙΝ Ω Ν ΙΑ Κ Α Ι Σ Ο Σ ΙΑ Λ ΙΣ Τ ΙΚ Η Π Α ΙΔ Ε ΙΑ
Ο Εκπαιδεφτικός Ομιλος έχοντας για σκοπό του να βοηθήσει να αναμορφωθεί ριζικά η παιδεία του ελληνικού λαού, βρίσκει πως μέσα στο πλαίσιο της σημερινής αστικής κοινωνίας δεν υπάρχουν οι όροι για μια τέτια ολοκληρωτική αναμόρφωση, που θα υψώσει πνεβματικά και ηθικά ολόκληρο το λαό. Γι αυτό πι- στέβει απόλυτα στο σοσιαλιστικό ιδανικό της κοινωνίας. Πκπέβει δηλαδή πως οι αντικειμενικοί όροι της παραγωγής και ανταλαγής των υλικών αγαθών οδηγουν σιγά - σιγά στη μεταβολή της ατομικής καπιταλιστικής οικονομίας σε ομαδική σοσιαλιστική οικονομία με βάση την κατάργηση της εκμετάλεψης του ανθρώπου από τον άνθρωπο και την κατάργηση των κοινωνικών τάξεων. Πκπέβει ακόμη, πως η μεταβολή αψτή, όσο προετοιμάζεται αντικειμενικά, φέρνει μαζί της τη συνειόητοποίηση του κοινωνικού προβλήματος σε όλες τις απόψεις του στην τάξη, που είναι ο κύριος
92 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
φορέας της αλαγής, δηλαδή την εργατική και την κάνει πρωταγωνίστρια στον αγώνα για τη νέα μορφή της ανθρώπινης ζωής.
Κάτω από την πίεση της βασικής αυτής κίνησης γε- νιέται για όλες τις κοινωνικές λειτουργίες μια νέα προοπτική, η προοπτική της νέας μορφής τους μέσα στην ερχόμενη κοινωνία. Ετσι και για την παιδεία, που είναι μια απόλυτα κοινά/νικά καθορισμένη λει- τουργίαι προβάλσνται από τώρα και μέσα από τα δεδομένα της πραγματικότητας οι ιδανικές γραμές της καινούργιας, της σοσιαλιστικής μορφής της.
Ο Εκπαιδεφτικός Ομιλος θέλει να υπηρετήσει όσο μπορεί τη μελέτη, την προετοιμασία και την πραγμάτωση της σοσιαλιστικής παιδείας. Γιατί αυτή θα ανεβάσει και το άτομο και το σύνολο πληρέστερα προς το ιδανικό μιας ζωής ανθρώπινης, όπου η σκλαβιά, η ταπείνωση, η αδικία, το μίσος, η πίκρα της ζωής θα είναι λιγότερη, και η λεφτεριά, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ανθρώπινη αληλεγγύη, η δικαιοσύνη, η αγάπη και η χαρά της ζωής, θα είναι αξίες πιο άμεσες και πιο πραγματικές για όλα τα μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας. Μέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία εργάζονται όλοι για όλους, ο καθένας ανάλογα με τη δύναμή του, για να ικανοποιούν όλοι τις κοινές ανθρώπινες ανάγκες τους. Η πρώτη λοιπόν αρχή για τη σοσιαλιστική παιδεία θα είναι να παρέχει ίση δυνατότητα σε όλους τους ανθρώπους, άντρες και γυναίκες, να μορφώνεται ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, για να μπορεί αργότερα μέσα στη σοσιαλιστική εργατική κοινότητα να επιτελεί τη λειτουργία, που ανταποκρίνεται καλύτερα στις σωματικές και ψυχικές του ικανότητες.Ο ιδανικός σκοπός της σοσιαλιστικής αγωγής και μόρφωσης θα είναι να κάμει τον κάθε άνθρωπο ικανό με βάση τη σωματική του υγεία, την πλέρια ανάπτυξη των ικανοτήτων του, τη δημιουργική εργασία, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ηθική εφθύνη για το σύνολο και την καθολική ανθρώπινη αληλεγγύη, να υψώνεται προς τη λευτεριά και τη χαρά της ζωής.
Ομάδα και άτομο είναι συναρτημένα στην ανάπτυξή τους. Οσο αυξαίνει και πλαταίνει η ομαδικότητα, τόσο απολυτρώνεται το άτομο στις ανώτερες λειτουργίες του και κινιέται μέσα στη σφαίρα της λευτεριάς.
Η υπερνίκηση και ρύθμιση του υλικού σημαίνει την απολύτρωση του ανθρώπινου. Η μετάθεση της αξίας του ανθρώπου από τα έξω προς τα μέσα, από το υλικό αγαθό στον άνθρωπο, είναι η πραγμάτωση του ανθρωπισμού.
Η εθνική πατρίδα, διάμεσος σταθμός του ομαδι- σμού, δημιούργημα της ατομικιστικής οικονομίας, θα δώσει τη θέση της στην υπερεθνική ολότητα, την ανθρώπινη πατρίδα, την κοινωνία των ανθρώπων, δημιούργημα της ομαδικής οικονομίας. Η σοσιαλιστική κοινωνία πραγματώνει τον ανθρωπισμό. Ετσι η σοσιαλιστική κοινωνία δημιουργεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την αληθινή μόρφωση του ανθρώπου. Μόνο μέσα σαφτή το σύνολο μορφώνει το άτομο και το άτομο μορφώνεται για το σύνολο. Ενώ στη σημερινή ταξική κοινωνία, το άτομο μορφώνεται για την τάξη ή την εθνική πατρίδα, άρα ενάντια στην άλλη τάξη ή στις άλλες πατρίδες, ενάντια στο σύνολο. Γιατί το σύνολο είναι πραγματικά σήμερα ανύπαρχτο. Απ' α- φτούς τους γενικούς στοχασμούς βγαίνουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
1. Στη σοσιαλιστική κοινωνία το σύνολο έχει συμφέρον στην πλέρια ανάπτυξη του κάθε ατόμου και του δημιουργεί τη δυνατότητα της πλέριας ανάπτυξης.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ
Για την ανάπτυξη αυτή απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σωματική υγεία του κάθε ανθρώπου. Η πρόνοια για τη σωματική υγεία και τη σωματική αγωγή μπαίνει αληθινά μέσα στον κύκλο της παιδείας. Η καλή τροφή, η καλή περιποίηση, η υγιεινή αγωγή του κάθε παιδιού είναι το πρώτο οργανικό στοιχείο της σοσιαλιστικής παιδείας.
2. Το δέφτερο οργανικό στοιχείο της είναι η δυνατότητα για την πλέρια ανάπτυξη των ψυχικών ικανοτήτων του. Η επιστημονική μελέτη και ανάλτυξη των ψυχικών ικανοτήτων του κάθε παιδιού, η καθοδήγησή του αυτή και η παροχή όλων των μέσων, που της χρειάζονται, γίνονται για τη σοσιαλιστική παιδεία κανόνες.
3. Το κάθε άτομο έχει δικαίωμα να υπάρχει μέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία μόνο γιατί εργάζεται, μόνο γιατί είναι ένα κύταρο του ομαδικού οργανισμού. Η δημιουργική εργασία είναι το μέσο της ύπαρξης του ανθρώπου. Μέσα στη σοσιαλιστική κοινωνία η δημιουργική εργασία είναι η εβγενέστατη και τιμιότατη του ανθρώπου ενέργεια. Αυτή είναι η βάση της ζωής και της ανθρώπινης αξίας. Δημιουργική εργασία είναι κάθε ενέργεια του ανθρώπου, που παράγει υλικά και πνεβματικά αγαθά απαραίτητα στην ύπαρξη της ανθρώπινης κοινωνίας. Η δημιουργική εργασία είναι αξία απόλυτη για την ανθρώπινη κοινωνία. Μόνο ο εργάτης είναι άνθρωπος. Για να γίνεις άνθρωπος, πρέπει να γίνεις εργάτης. Η παιδεία πρέπει να κάμει το κάθε παιδί εργάτη, δυναμικό φορέα δημιουργικής εργασίας. Η δημιουργική εργασία δεν έχει διαφορι- σμό στην αξία της, μπορεί να έχει διαφορισμό μόνο στο είδος της και οι άνθρωποι διαφοροποιούνται κατά το είδος της δημιουργικής εργασίας, που είναι ικανοί να κάμουν, όσο μπορεί καλύτερα, χωρίς αυτό να σημαίνει διαφοροποίηση στην αξία τους και στα δι- καιώματά τους στη ζωή.
Και ακόμα για να μη σκοτώνεται το άτομο μέσα στην απόλυτη ειδίκευση, η ικανότητά του για εργασία πρέπει να γίνεται με την παιδεία όσο μπορεί πιο πολύτροπη, όπως πολύτροπη θα είναι και η δσυλιά που θα προσφέρνει στην κοινωνία και οι κοινωνικές λειτουργίες, που θα υπηρετεί. Η μέθοδος της πολύτροπης δημιουργικής εργασίας είναι η μόνη, που ασφαλίζει τη δημιουργία της πλέρια αναπτυγμένης ατομικότητας. Ετσι το κάθε σχολειό πρέπει να είναι σχολειό εργασίας, να προετοιμάζει τον άνθρωπο για την εργασία και με μέσο την εργασία. Η δημιουργική εργασία είναι και σκοπός μορφωτικός και μέσο μορφωτικό. Το σχολειό είναι εργαστήριο.
4. Κάθε έργο αποτελείται από δυο στοιχεία βασικά, την ουσία και τη μορφή.
Ουσία και μορφή είναι αληλένδετα και συνεξαρτη- μένα. Ομως την ικανότητα για τη δημιουργία της ουσίας του έργου δίνει στον άνθρωπο η γνώση, η επιστήμη. Την ικανότητα για τη δημιουργία της μορφής του έργου δίνει στον άνθρωπο η τέχνη. Επιστήμη και τέχνη είναι τα δυο μέσα που οπλίζουν την ικανότητα για δημιουργική εργασία, οι δυο στύλοι της παιδείας. Το επιστέγασμα είναι η επιστημονική θεωρία του κόσμου και της ζωής. Τίποτε άλλο δεν έχει θέση μέσα στα σύνορα της κοινής παιδείας.
Και ο πιο δύσπιστος αναγνώστης θα συμφωνήσει μαζί μας, ότι οι απόψεις αυτές του Δ. Γληνού δια- κρίνονται για την πληρότητά τους και για τον επίκαιρο χαρακτήρα τους, παρά το γεγονός ότι διατυ-
ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 ) 93
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
πώθηκαν πριν από 64 χρόνια. Αν κάποιες λέξεις, όπως για παράδειγμα η λέξη αγωγή, παραπέμπουν συνειρμικά σε πατερναλιστική πραχτική προς τη νεολαία, ας μη κάνουν το λάθος οι νεολαίοι αναγνώστες μας να μας καταλογίσουν πατερναλιστική νοοτροπία και συμπεριφορά. Γιατί είναι κάτι που α- πεχθανόμαστε όσο δεν το φαντάζονται και όσο κι αν τους φαίνεται παράξενο να μη συμβαίνει αυτό και στο Γληνό και σε μας, αφού συμβαίνει στο σχολείο τους και στο συγγενικό και φιλικό τους περιβάλλον.
Ας μας συγχωρήσει ο αναγνώστης για το προσωρινό ξεστράτισμά μας, είναι όμως αναγκαίο να ειπωθούν κάποια πράγματα.
Οπως είναι ευαίσθητοι οι νεολαίοι και εναντιώνονται στον έρποντα ανηνεολαιίστικο κοινωνικό ρατσισμό (που φούντωσε μέσα στους εκπαιδευτικούς και της 2ης βαθμίδας και στην εργατική οικογένεια), το ίδιο ευαίσθητοι πρέπει να είναι και ενάντια στην ατομικισπκή ψυχολογία και πραχτική, όχι μόνο γιατί υποθάλπονται από την αστική τάξη και όλους τους εκπροσώπους της, αλλά και γιατί (το σπουδαιότερο) ο πόθος τους για ολόπλευρη μόρφωση και ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, ο πόθος τους για ολόπλευρη ικανοποίηση των υλικών και πολιτιστικών τους αναγκών, πόθοι που προσκρούουν στην ανπνεολαιίσπκη λογική και πραχτική της αστικής τάξης και όλων των εκπροσώπων της, υπονομεύονται και από τον αντι- νεολαιίστικο ρατσισμό, αλλά και από την ατομικι- σπκή ψυχολογία και πρακτκή. Ας μπουν στον κόπο να θυμηθούν τη στάση όλου του αστικού πολιτικού κόσμου απέναντι στα ΙΕΚ, απέναντι στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ - ΤΕΙ, απέναντι στο εκδικητικό μέτρο της παράτασης της σχολικής χρονιάς κ.ά.
Η λύση λοιπόν δεν βρίσκεται στον ατομικισμό, αλλά στη χαμένη συλλογικότητα, στην επαναστατική συλλογικότητα της εργατικής τάξης. Βρίσκεται στην ανατροπή του καπιταλισμού και στην οικοδόμηση μιας ανώτερης κοινωνίας, που καταργεί την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, που οικοδομεί τη συλλογικότητα και μέσα σ' αυτή επιτρέπει να αναπτύσσεται ολόπλευρα η προσωπικότητα, που... που...
Τόσο το άρθρο του Δ. Γληνού: «Ποιοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά στους νέους», που δημοσιεύτηκε στα 1932 σε ένα φοιτητικό περιοδικό, όσο και όλο το έργο και η πραχτική του πιστοποιούν τη νε- ολαιίσπκη στάση αυτού του επιφανούς διανοητή. Σε ό,τι δε αφορά το Κόμμα μας, πολλά είναι αυτά που πιστοποιούν τη νεολαιίστικη νοοτροπία και πραχτική του. Αυτή πιστοποιείται από το κεντρικό πολιτικό μας όργανο, τον «ΟΧΤΩΒΡΗ», από τις μπροσούρες και τα φυλλάδια για τη νεολαία και από το σχέδιο προγράμματος. Πιστοποιείται τέλος από όλη την πραχτική μας δράση και συμπεριφορά.
Επανερχόμενοι στην «αναγνώριση» του Δ. Γληνού, πιστεύουμε ότι, ύστερα από όσα εκθέσαμε, έ- γινε καθαρό στους αναγνώστες μας το πού απέβλεπαν οι θιασώτες της πρώτης ανάγνωσης με την «αναγνώριση» αυτή. Απέβλεπαν τότε βασικά στο να επενδύσουν την όψη τους με αριστερό επίχρισμα.
Οι θέσεις που διατυπώνονται στο σχέδιο προγράμματος δεν αποτελούν αναμάσημα των θέσεων
του Δ. Γληνού και του Λένιν. Στηρίζονται σίγουρα σ' αυτές, αλλά πάνε πιο πέρα. Σε κάποιες πλευρές τείνουν πιο πολύ προς την αντικειμενική αλήθεια, χωρίς να ταυτίζονται απόλυτα μ' αυτήν. Αλλωστε, ήταν φυσικό να συμβεί αυτό, αφού εμείς δρούμε πολύ μεταγενέστερα απ' αυτούς και έτσι μας δόθηκε η δυνατότητα να ξεπεράσουμε μια σειρά σχετικές πλάνες, απόρροια του ιστορικού πεπερασμένου και του προσωπικού πεπερασμένου της σκέψης αυτών των επιφανών διανοητών.
Μας δόθηκε η δυνατότητα να κάνουμε νέες θεωρητικές προσεγγίσεις, μέσα από τη μελέτη του αντιδραστικού προτσές της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ, όπως για παράδειγμα να μελετήσουμε την ιδιαίτερη σημασία της συνέχισης της ταξικής πάλης και μετά την εξάλειψη των εκ- μεταλλευτριών τάξεων στο σοσιαλισμό, για τη λύση των μη ανταγωνιστικών αντιθέσεων ανάμεσα στην πόλη και το χωριό και ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά. Οι αναγνώστες μας θα διαπιστώσουν στη συνέχεια, όπ στηριχθήκαμε σ' αυτή τη νέα θεωρητική γενίκευση για να καταλήξουμε στη θέση για κατάργηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων και στο σοσιαλιστικό εκπαιδευτικό σύστημα, γιατί μέσω αυτών ανσπαρά- γεται η μη ανταγωνιστική αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά.
Στα χρόνια που πέρασαν από την εποχή του Λένιν και του Γληνού συντελέσθηκαν πολλές αλλαγές στον καπιταλισμό, σαν συνέπεια της ταξικής πάλης του προλεταριάτου. Αλλαγές που, χωρίς να αναιρούν τα βασικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού (σαν καπιταλισμού που σαπίζει, που πεθαίνει), επέδρασαν στη συνείδηση και όχι μόνο των λαϊκών μαζών. Αναφέρουμε δυο παραδείγματα τέτοιων αλλαγών, που επιβάλλουν την επαναπροσέγγιση για το ξεπέρασμα ακόμη και σχετικών πλανών, χωρίς όμως να αφήνουν περιθώρια για ξαναφούντωμα του αγνωστικισμού.
Πρώτο παράδειγμα: Ακόμη και μέχρι το 1943, που πέθανε ο Δ. Γληνός, το σχολείο 2ης βαθμίδας αλλά και τα ΑΕΙ στη χώρα μας, εξακολουθούν να παραμένουν ολιγαρχικά. Την ίδια ίσως και χειρότερη κατάσταση κληρονομεί η ΕΣΣΔ από τον καπιταλισμό, μετά την Οχτωβριανή επανάσταση.
Πως έχουν τα πράγματα στη χώρα μας σήμερα, στα 1993; Μπορεί έστω και στο ελάχιστο να συγ- κριθούν οι δυο αυτές περίοδοι; Σίγουρα όχι. Σήμερα στη χώρα μας γιγαντώθηκε η τάση της νεολαίας της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας για πανεπιστημιακή μόρφωση. Για παράδειγμα, σήμερα ο αριθμός αυτών που επιθυμούν (και έχουν αποδεδειγμένα τις προϋποθέσεις για) πανεπιστημιακή μόρφωση είναι τετραπλάσιος περίπου από τον αριθμό αυτών που τελικά εισάγονται.
Ας δούμε πως προσέγγιζε το ζήτημα ο Λένιν, στα 1918, δηλαδή σε μα εποχή που στην ΕΣΣΔ ο αριθμός αυτών που επιθυμούσαν πανεπιστημιακή μόρφωση ήταν σχετικά μικρός.
«Το Σ Λ .Ε . (σ.σ. Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων) αναθέτει στο Επιτροπάτο Λαϊκής Παιδείας να επεξεργασθεί αμέσως μια σειρά αποφάσεις και μέτρα ώστε σε περίπτωση που ο αριθμός των επιθυ- μούντων να μπουν στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα ξεπεράσει το συνηθισμένο αριθμό Θέσεων, να πορθούν τα πιο επείγοντα μέτρα που να
94 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
εξασφαλίζουν τη δυνατότητα να φοιτήσουν όλοι οι επιθυμούντες». (Β .Ι. Λ ένιν: Για την Αγωγή και την Παιδεία, Τόμος II, σελ. 43, «Σύγχρονη Εποχή»)
Διαπιστώνουμε ότι τότε καθορίζονταν συγκεκριμένος αριθμός εισαγόμενων Και ο Λένιν αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο οι επιθυμούντες πανεπιστημιακή μόρφωση να είναι περισσότεροι, προτείνο- ντας να μπούν όλοι. Στην ουσία, με τη θέση αυτή, καταργούσε τον κλειστό αριθμό εισαγόμενων και πς εισαγωγικές εξετάσεις. Σ' αυτή τη λύση βοηθούσε και ο σχετικά μικρός αριθμός. Η προσέγγιση αυτή όμως είναι ανεπαρκής για τις σημερινές ελλοδικές συνθήκες, γιατί ο αριθμός των επιθυμού- ντων να πάρουν πανεπιστημιακή μόρφωση είναι τουλάχιστον τετραπλάσιος από τον κλειστό αριθμό εισαγόμενων! Ετσι, στις σημερινές συνθήκες, μοναδική ταξική προσέγγιση του ζητήματος είναι αυτή της κατάργησης του κλειστού αριθμού και των εισαγωγικών εξετάσεων.
Μπορεί μεν αυτή η προσέγγιση του Λένιν να έγι- νε ανεπαρκής και άρα μη εφαρμόσιμη στη σημερινή πραγματικότητα, όμως θα ήταν λειψή και μονομερής και η δική μας προσέγγιση στις απόψεις του Λένιν, αν δεν υπογραμμίζαμε αυτό που βγαίνει από τη φιλοσοφία με την οποία προσεγγίζει το ζήτημα:Αν είχε να αντιμετωπίσει ζήτημα «υπεράριθμων» στην ίδια με μας έκταση, και ο Λένιν θα το χειριζόταν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και μάλιστα με πολύ μεγαλύτερη ευκολία από εμάς. Το λέμε αυτό τόσο κατηγορηματικά, γιατί εμείς, για να καταλήξουμε στη θέση για κατάργηση των εξετάσεων, στηριχτήκαμε σπς υποδείξεις του Λένιν για σχολείο γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, για τη λύση και της μη ανταγωνιστικής αντίθεσης πνευματικής και σωματικής δουλειάς.
Από τις προσεγγίσεις του Δ. Γληνού, που είναι σε μας γνωστές, και ειδικά αυτές των πρώτων χρόνων (π.χ. νομοσχέδια του 1913), διαπιστώνουμε όπ ο μεγάλος αυτός διανοητής είναι ακόμη εκείνη την περίοδο επηρεασμένος από τις απόψεις της αστικής τάξης για καθιέρωση αυστηρών εξετάσεων και κλειστού αριθμού εισαγόμενων, αφού τότε ήταν ακόμη ένας προοδευτικός αστός διανοούμε- ’ νος. Ετα, σπς απόψεις του αυτές, πριν και λίγο μετά την Οχτωβριανή επανάσταση, ο Δ. Γληνός είναι πολύ πίσω από πς λενινιστικές θέσεις, και άρα οι θέσεις του είναι ξεπερασμένες για τη σημερινή νεοελληνική πραγματικότητα.
Δεύτερο παράδειγμα: Μέσα στη νεολαία παραμένει ακόμη πολύ ισχυρή η ατομικιστική ψυχολογία, παρά το γεγονός όπ τα τρία τελευταία χρόνια πήρε μέρος σε μαζικούς και μαχητικούς αγώνες, διεκ- δικώντας το δικαίωμα στη μόρφωση και στη δουλειά. Η νεολαία αδυνατεί να αντνετωπίσει σωστά τον αντινεολαιίστικο ρατσισμό της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας, ρατσισμό που η αστική τάξη έχει συμφέρον να υποθάλπει, μιας και έτσι κατορθώνει να διασπά τους εργαζόμενους. Η νεολαία αρνείται τον παιδαγωγικό ρόλο του σχολειού, όχι μόνο στο σημερινό αστικό σχολείο, αλλά γενικά στο σχολείο. Βλέπει το σχολείο σαν ένα χώρο όπου μπορεί να αποκτήσει την καθαρή γνώση, μα- κρυά όμως από την πολιτική. Αυτή η τάση, ιστορικά μέχρι σήμερα, εμφανίστηκε πολλές φορές μέσα στη νεολαία.
Η νεολαία της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας
όμως, κοντά σ' αυτά έχει να επιδείξει και πολλά χαρίσματα, και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Παά είναι αυτά τα χαρίσματα;
Ο προβλημαπσμός και η μεγάλη απαιτητικότητα της σημερινής νεολαίας σε τίποτα δεν μοιάζει και δεν μπορεί να συγκριθεί μ' αυτόν της νεολαίας προηγούμενων δεκαεπών, ούτε ακόμη και με τον προβληματισμό και την απαιτικότητα της νεολαίας της ΕΠΟΝ. Το τελευταίο δεν το λέμε για να χαϊδέψουμε τα αυπά της σημερινής νεολαίας, αλλά το εννοούμε, γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα. Οσοι λοιπόν αρνούνται ή καθυστερούν να καταλάβουν αυτό το γεγονός, κινδυνεύουν να κόψουν οριστικά κάθε δεσμό με τη νεολαία της εργαζόμενης ελλη- νκής κοινωνίας.
Η νεολαία απαιτεί πανεπιστημιακή μόρφωση και δεν βολεύεται με τα ΙΕΚ, που της ουνιστά όλος χωρίς εξαίρεση ο αστικός πολιτικός κόσμος. Η νεολαία απαιτεί ολόπευρη ικανοποίηση των υλικών και πολιτιστικών της αναγκών. Ενα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας απαιτεί να τεθεί τέρμα στην εθνικιστική υστερία. Οι νεολαιίσηκες αυτές απαιτήσεις τρομάζουν την αστική τάξη, γιατί διαισθάνεται ότι αργά ή γρήγορα θα φέρουν τη νεολαία σε σύγκρουση και πλήρη ρήξη με το καπιταλιστικό σύστημα.
Οι αστοί πολιτικοί (που πάντα είχαν μεγάλο πρόβλημα με τη μαζική λαϊκή απαίτηση για πανεπιστημιακή μόρφωση) συνειδητοποίησαν, όπ το αίτημα για κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων αργά ή γρήγορα θα κερδίσει μαζικά τη συμπάθεια της νεολαίας και ότι αυτό θα δημιουργήσει εκρηκτικές καταστάσεις. Γιατί είδαν όπ, στη διάρκεια του φεπ- νού κύματος των καταλήψεων, οι πρωτοπόροι μαθητές των ΤΕΛ (που στη συντριπτική τους πλειο- ψηφία θα διευρύνουν τις γραμμές του προλεταριάτου) πολύ γρήγορα υιοθέτησαν το αίτημα για γενική και πολυτεχνική μόρφωση και απέρριψαν τη λογική της ειδίκευσης, που τους κάνει μερικό εργαλείο. Και δεν αρκέσθηκαν σ' αυτό, αλλά πήγαν ακόμη παραπέρα, δίνοντας έντονες ιδεολογικές μάχες για να βγεί από το ψήφισμα του Συντονιστικού των Καταλήψεων το αίτημα για επαγγελματική ειδίκευση, πράγμα που στο τέλος πέτυχαν.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι επήλθαν σημαντικές αλλαγές μέσα στη νεολαία της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας. Αλλαγές που έχουν να κάνουν και με την κοσμοθεωρητική της προσέγγιση, αλλά και με τη στάση ζωής. Μπαίνουν κατά συνέπεια τα ερωτήματα: Πώς θα προσεγγίσουμε εμείς σήμερα τη νεολαία; Παά στοιχεία του σχεδίου προγράμματος θα αναδείξουμε; θα κάνουμε κυρίαρχα ζητήματα την ατομικισπκή ψυχολογία και την απέχθεια προς τη δουλειά, κουνώντας σαν σημαία μπροστά στη νεολαία «τα παλιά βάσανα τα δικά μας», (που υποχρεωνόμασταν να δουλεύουμε και πριν από τα 15), υπονομεύοντας έτσι, εκτός των άλλων, και το παλλαϊκό αίτημα για υποχρεωτικό σχολείο και απαγόρευση της εργασίας μέχρι τα 18 χρόνια;
θα συνεχίσουμε να συμπεριφερόμαστε πολλές φορές (παρά το γεγονός όπ το απεχθανόμαστε) πατερναλιστικά προς τους νέους, υπονομεύοντας έτσι τη συλλογικότητα της εργαπκής τάξης; Ή θα κάνουμε σημαία τις θέσεις των επιφανών μαρξιστών - λενινιστών παιδαγωγών, όπ η «μαθησιακή» διαδικασία συντελεί όχι μόνο στην κατάκτηση της γνώσης, αλλά και στη διαμόρφωση της προσωπι-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |95
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
κότητας; (Ας μη σπεύσουν κάποιοι να ισχυριστούν, άτι εισάγουμε «καινά δαιμόνια» ή ότι βλέπουμε την κατάχτηση της γνώσης είτε σαν προτσές καθαρά τεχνοκραπκό είτε στην υπηρεσία του ατόμου).
Τα ρητορικά ερωτήματα, που θέσαμε παραπάνω, δείχνουν τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουμε.
Σήμερα χρειάζεται να προσεγγίσουμε τη νεολαία, αυτό το καμάρι της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας, με νέο τρόπο, όχι για να χαϊδέψουμε τα αυτιά της. Εχουμε σημαντικά κοινά σημεία μαζί της εμείς οι κομμουνιστές. Ποιά είναι αυτά; Η μεγάλη της απαιτκότητα για μάρψωση και δουλειά, για ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς της, για ολόπλευρη απόλαυση της υλκής και πολιτιστικής ζωής. Η μεγάλη της απαιτητικάτητα να χαρεί την παιδική και εφηβική της ηλικία, που τόσο πολύ τη στερηθήκαμε εμείς οι μεγαλύτερα.
Να η κοινή βάση, για να κερδίσουμε τη χαμένη συλλογικότητα της νεολαίας με την εργατική τάξη και το λαό, για να επιταχύνουμε τα προτσές της ενίσχυσης, της ανάπτυξης του καινούργιου κόμματος, της ΣΑΚΕ, για να επιταχύνουμε το προτσές της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού κα την οικοδόμηση της Λαϊκής-Σοααλισπκής Δημοκρατίας.
Οι «ενήλικες» εργάτες, εργαζόμενα κα φτωχο- μεσαία αγρότες πολλά έχουν να κερδίσουν από τη μαχητικότητα κα τη μεγάλη απατηπκότητα της νεολαίας. Θα συνειδητοποιήσουν το βαθύ ταξικό μίσος που τρέψουν σε βάρος τους όλα τα αντιπολιτευόμενα αστικά κόμματα (από το ΠΑΣΟΚ μέχρι τον Περισσό) κα α αστογραφειοκράτες συνδικαλιστές. Θα γράψουν κα αυτοί στη σημαία τους, αντί του «ρεαλιστικού» συνθήματος «ένα δίκαο μεροκάματο για μια δίκαα εργάσιμη μέρα», τα επαναστατικά συνθήματα: ΚΑΤΩ Η ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΚΑΤΩ Η ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΚΑΙ Η ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ.
Ο ρόλος του σχολειού στον καπιταλισμό
«Μια απ' αυτές πς ααπκές υποκρισίες eivca η γνώμη ότι το σχολείο μπορεί να μένει έξω από την πολιτική, -έρετε πολύ καλά πόσο κίβδηλη είναι η γνώμη αυτή. Η ίδια η αστική τάξη, που λάνσαρε αυτή τη θέση, θεωρούσε σαν το mo βασικό στοιχείο της εκπαίδευσης την αστική πολιτική της και προσπαθούσε να υποβιβάσει την εκπαίδευση στο ρόλο πειθήνιων και επιδέξιων υπηρετών της ασπκής τάξης, προσπαθούσε να υποβιβάσει ακόμη και τη γενική εκπαίδευση από τα κάτω ως τα πάνω... χωρίς να φροντίσει ποτέ να κάνει το σχολειό όργανο διάπλασης της ανθρώπινης προσωπικότητας».
Β. I. Λένιν
Ο μονόλευρος προσανατολισμός που δόθηκε από τον αστοταφλικάδικο συνασπισμό στο ελληνικό σχολειό, από το 1834, προσανατολισμός προς τον τύπο κα όχι το πνεύμα των λεγόμενων ανθρωπιστικών σπουδών, δηλαδή προς το σχολειό της ε- γκυκλοπαδικής αποκλειστικά μόρφωσης, φούντωνε, από πς πρώτες ακόμη δεκαετίες του 20ου αιώνα, στο προοδευτικό κομμάτι της αστικής διανόησης (που συγκρότησε τον Εκπαδευτικό Ομι
λο) ακόμη περισσότερο την ιδέα της σύνδεσης της εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης τόσο με τη νεοελληνική πραγματικότητα όσο και με την τεχνκοεπαγ- γελματκή εκπαίδευση.
Η σκέψη της προοδευτικής τότε αστικής διανόησης κα ειδικά του Δ. Γληνού μπορεί μεν να διέγραφε ανοδική τροχιά κα να ξεπέρναγε σχετικές πλάνες, δεν έπαυε όμως να είναι ακόμη πρωτόλλεια κα έτα να μη μπορεί να αναλύσει και να ερμηνεύσει τα σύγχρονα προτσές του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπως για παράδειγμα το προτσές της διάσπασης της ενότητας ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική εργασία και της δημιουργίας της νέας ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσά τους. Οι σπουδές πολλών από αυτούς τους διανοούμενους στην αναπτυγμένη καπιταλιστικά Δ. Ευρώπη δεν τους αρκούσαν φαίνεται να ερμηνεύσουν τα σύγχρονα προτσές, που συντελούνταν στην καπιταλιστική παραγωγή, γιατί είτε δεν είχαν έρθει σε επαφή με τις ιδέες που αναπτύσσει στο «ΚΕΦΑΛΑΙΟ» ο Κ. Μαρξ είτε δεν τις είχαν ασπα- στεί.
Με αυτό το δεδομένο ήταν επόμενο να μην μπορεί η διανόηση, που είχε συσπειρωθεί γύρω από τον Ε.Ο., να διακρίνει, ότι η στενή σύνδεση του σχολειού με την καπιταλιστική παραγωγή (μέσω της ανάπτυξης της τεχνικοεπαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης) δεν μορφώνει ολόπλευρα την προσωπικότητα του νέου ανθρώπου (μέσω της ολόπλευρης ανάπτυξης όλων των κανοτήτων και δεξιοτήτων), δεν του δίνει τη δυνατότητα να ζήσει και να χαρεί τον υλικό και πνευματικό πολιτισμό, δεν του δίνει τη δυνατότητα να αλλάζει συχνά επάγγελμα, αλλά τον καθηλώνει στο ατέλειωτο μαρτύριο της μονοτονίας της δουλειάς, που διακόπτεται μόνο από τα περιοδικά πετάγματα στον εφεδρικό στρατό των ανέργων. Αν κα δεν είνα του παρόντος, οφείλουμε όμως να το πούμε (κα από σεβασμό προς την μνήμη του Γληνού), όπ γύρω στα 1927 ο Γληνός συνειδητοποιεί, μέσα όμως από άλλες εμπειρίες και δρόμους, τη στενότητα του συνθήματος «σύνδεση του σχολειού με την παραγωγή, μέσω της ειδίκευσης» κα δεν συνεχίζει πια την προβολή του.
Γ ια μια σειρά λόγους, που δεν είνα του παρόντος να εκθέσουμε, η προβολή αυτού του συνθήματος συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Κα το χειρότερο: Το σύνθημα αυτό είτε είναι ακόμη ελκυστικό είτε προκαλεί σύγχιση και σε τάσεις εκπαιδευτικών, που μπορεί μεν να μην είναι συνολικά ταξικές, έχουν όμως και ταξικές θέσεις. Εξακολουθεί λοιπόν να υφίσταται η ανάγκη μιας ολοκληρωμένης και εμπεριστατωμένης αντίκρουσης αυτού του συνθήματος. Πρέπει βέβαια να διευκρινίσουμε, όπ το θέμα αυτό δεν το αντιμετωπίζουμε για πρώτη φορά τώρα. Είνα γνωστό, όπ στην πολιτική φιλολογία της ΣΑΚΕ προβλήθηκε πολύ δυνατά η θέση, όπ η ειδίκευση και η τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση κάνουν τον άνθρωπο μερικό εργαλείο.
Σαν εισαγωγή στο θέμα μας, ενημερώνουμε τον αναγνώστη, όπ τη βάση για να θεμελιώσουμε πς απόψεις μας αποτελούν τα έργα του Μαρξ «ΚΕΦΑΛΑΙΟ» κα «ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ γΠΕΡΑΞΙΑ». Η μεγάλη χρονική απόσταση που χωρίζει πς απόψεις του MAPr από τη σημερινή πραγματικότητα δεν μειώνει στο ελάχιστο την απόλυτη αλήθεια τους, γιατί είνα απαλλαγμένες από σχετικές πλάνες.
$ Ρ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Ως γνωστόν, ο καπιταλισμός στην ιστορική του διαδρομή διάνυσε τρία στάδια: τη συνεργασία, τη μανουφακτοϋρα και τη μεγάλη μηχανική παραγωγή. Το τελευταίο άρχισε στα 1770 στην Αγγλία και συνεχίζεται ως σήμερα. Οι μεγάλες αλλαγές στο προτσές εργασίας, που είναι ταυτόχρονα και προτσές αξιοποίησης του κεφαλαίου, παρατηρούνται στο μανουφακτουρικό στάδιο του καπιταλισμού, που αρχίζει περίπου στα 1550 στην Αγγλία. Στο στάδιο αυτό (που διαρκεί μέχρι το 1770), ο καπιταλισμός παίρνε» σαν αφετηρία τον καταμερισμό που βρίσκει έτοιμο μέσα στην κοινωνία και τον αναπτύσσει παραπέρα μέσα στην επιχείρηση. Ποιά είναι τα πρώτα αποτελέσματα;
Πρώτο: «Σακατεύει τον εργάτη κα τον μετατρέπει σε εξάμβλωμα, καλλιεργώντας σαν μέσα σ'ένα θερμοκήπιο τη μικρότερη επιδεξιότητά του και πνίγοντας ένα ολόκληρο κόσμο από παραγωγικές κλίσεις και χαρίσματα, ακριβώς όπως σπς πολιτείες του Λα Πλάτα σφάζουν ένα ολόκληρο ζώο μόνο και μόνο για να πάρουν το τομάρι ή το λίπος του» (Μαρξ: Το Κεφάλαιο, τόμ. Α', σελ. 374, επισήμανση δική μας). Δηλαδή, αρχίζει και αναπτύσσεται το προτσές της δημιουργίας του μερικού εργάτη, που αναπτύσσει μερικές δεξιότητες σε βάρος της ολόπλευρης ανάπτυξης όλων των χαρισμάτων και προσωπικών του κλίσεων.
Δεύτερο: «Η καθαυτό μανουφακτούρα δεν καθυ- ποτάσει μόνο τον πρωτύτερα αυτοτελή εργάτη στα προστάγματα του κεφαλαίου, μα δημιουργεί επιπλέον και μια ιεραρχική κλιμάκωση των ίδιων των εργατών». Δηλαδή, αρχίζει να αναπτύσσεται ο ιεραρχικός καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας.
Τρίτο: Εξίσου σημαντικό είναι «γο γεγονός ότι οι πνευματικές δυνάμεις του υλικού προτσές αντιπα- ραθέτονται σ'αυτούς (σ.σ. στους μερικούς εργάτες) σαν ξένη ιδιοκτησία που τους εξουσιάζει». Ειδικά αυτό το προτσές, του χωρισμού των πνευμαπ- κών δυνάμεων της παραγωγής, άρχισε στο στάδιο της συνεργασίας και ολοκληρώθηκε «στη μεγάλη βιομηχανία που την επιστήμη τη χωρίζει σαν αυτοτελή παραγωγική δύναμη από την εργασία και τη βάζει με το στανιό στην υπηρεσία του κεφαλαίου».
Στο στάδιο της μεγάλης βιομηχανίας (που όπως είπαμε άρχισε στα 1770 και συνεχίζεται και σήμερα), που αλλάζει η τεχνική βάση του καταμερισμού της εργασίας, τα προτσές της μερικοποίησης του εργάτη, του ιεραρχικού καταμερισμού της εργασίας και του χωρισμού των πνευματικών δυνάμεων από την εργασία, αναπτύσσονται αλματκά και οι επιπτώσεις τους είναι τρομακτικές.
Να πώς ζωγραφίζει αυτά τα προτσές ο Μαρξ: «Μαζί με το εργαλείο δουλειάς περνάει από τον εργάτη στη μηχανή και η δεξιοτεχνία του χειρισμού του. Η παραγωγική ικανότητα του εργαλείου έχει χειραφετηθεί από τους προσωπικούς φραγμούς που της βάζει η εργατική δύναμη του ανθρώπου. Ετσι καταργείται η τεχνική βάση που πάνω της στηρίζεται ο καταμερισμός της εργασίας στη μανουφακτούρα». (Μαρξ: όπως παραπάνω, σελ. 435, επισήμανση δική μας).
«Ακόμα και το ξαλάφρωμα της δουλιάς γίνεται μέσο βασανισμού, γιατί η μηχανή δεν απελευθερώνει τον εργάτη από την εργασία, αλλά την εργασία από το περιεχόμενό της». (Στο ίδιο, σελ. 438, επι
σήμανση δική μας).«Οπως είπαμε κιόλας πιο πάνω, ο χωρισμός των
πνευματικών δυνάμεων του προτσές παραγωγής από τη χειρωνακτική εργασία και η μετατροπή τους σε δυνάμεις ιεραρχίας πάνω στην εργασία ολοκληρώνονται στη μεγάλη βιομηχανία που στηρίζεται σπς μηχανές. Η μερική δεξιότητα του μεμονωμένου εργάτη, που δουλεύει στη μηχανή και που του αφαίρεσαν κάθε περιεχόμενο, εξαφανίζεται σαν μηδαμινό πάρεργο μπρος στην επιστήμη, μπρος σπς τεράστιες φυσικές δυνάμεις και μπρος στη μαζική κοινωνική εργασία που ενσωματώνονται στο σύστημα των μηχανών και αποτελούν μαζί του τη δύναμη του "αφεντικού"». (Στο ίδιο, σελ. 438, επισήμανση δική μας).
Αν σταθούμε λίγο σπς τελευταίες επισημάνσεις του Μαρξ, που αναλύουν σε όλες πς πλευρές το προτσές της διάσπασης της διαλεκτικής ενότητας πνευματικής - σωματικής δουλιάς, θα καταλήξουμε σε δυο βασικά συμπεράσματα.
Πρώτο, ότι δεν υπάρχει καθαρή επιστήμη, ότι αυτή μπαίνει στην υπηρεσία του κεφαλαίου, όπ όσα από τους νέους μπορέσουν να μπουν σε μια σχολή του πανεπιστήμιου και να την τελειώσουν, όταν στη συνέχεια βρουν δουλιά, θα κληθούν από το κε- φάλαο να επανδρώσουν το στρατοκραπκό μηχανισμό (που συγκρότησε στο μεγάλο εργοστάαο), θα σκέπτοντα κα θα αγωνίζοντα για το πώς θα αξιο- παηθεί περισσότερο το κεφάλαο.
Δεύτερο, ότι η καπιταλιστική παραγωγή (στην περίοδο της μεγάλης βιομηχανίας κα της πληροφορικής, συμπληρώνουμε) αναπαράγει σε μαζική κλίμακα τον εργάτη της μερικής δεξιότητας. Δεξιότητας που γρήγορα αποχτιέται και γρήγορα αλλάζει, γιατί αυτό απατούν η καπιταλιστική παραγωγή κα ο ιεραρχικός καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας μέσα στο εργοστααακό κάτεργο. Δεξιότητας, που συγκρινόμενη με τις κατακτήσεις της επιστήμης, είναι μηδαμινό πάρεργο και που για να αποκτηθεί «κοστίζει» πολύ λίγο στο κεφάλαιο.
« Γr' αυτό - γράφει ο Μαρξ - σε περίπτωση σύγκρουσης με τα “χέρια" (σ.σ. εννοεί τους εργάτες της μερικής δεξιότητας), το αφεντικό, αυτό που στο μυαλό του είναι αχώριστα συνυφασμένα οι μηχανές και το μονοπώλιό του σ ' αυτές, αναφωνεί περιφρονητικά απευθυνόμενος στα “χ έ ρ ια "Οι εργοστασιακοί εργάτες θάκαναν καλά να θυμούνται όπ στην πραγματικότητα η εργασία τους είναι ένα πολύ κατώτερο είδος ειδικευμένης δουλειάς, όπ καμιά άλλη δουλειά δεν μπορεί να μαθευτεί πιο εύκολα και ότι, παίρνοντας υπόψη την ποιότητά της, καμιά άλλη δεν πληρώνεται καλύτερα, ότι καμιά εργασία δεν μπορεί, με μιά τόσο σύντομη διδασκαλία στο λιγότερο έμπειρο, να προσφερθεί σε τέτια αφθονία και σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Στην πραγματικότητα οι μηχανές του αφεντικού παίζουν στην υπόθεση της παραγωγής πολύ σημαντικότερο ρόλο από το ρόλο της εργασίας και της δεξιότητας του εργάτη, που μπορεί να τη διδαχτεί κανείς με μαθήτευση 6 μηνών κα που μπορεί να τη μάθει κα ο τελευταίος σκαφτιάς"». (Στο ίδιο, σελ. 438-439, επισήμανση δική μας).
Φτάσαμε έτα στο σημείο εκείνο της ανάλυσης, όπου μπορούμε πια να δείξουμε πιο καθαρά τη σχέση της καπιταλιστικής παραγωγής με το λαϊκό σχολειό (αρχικά δημοτικό σχολειό). Το πρώτο διά
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
στημα, το λαϊκό σχολειό διαχωρίζεται αυστηρό από τη μέση εκπαίδευση, (όπου φοιτούσαν μόνο οι γόνοι της μεγαλοαστικής τάξης και των γαιοκτημόνων), με την καθιέρωση πολύ αυστηρών εξετάσεων -φραγμών, για να μη συντελείτα μεταπήδηση. μέσω της μέσης εκπαίδευσης, από την «πλέμπα» στην ασπκή τάξη.
Στο λαϊκό σχολειό προσφερόταν η λεγόμενη εγκυκλοπαιδική μόρφωση, σε συνδυασμό με κάποιες τεχνικές γνώσεις, και μετά από αυτό υπήρχαν μια ή δυο τάξεις, στις οποίες προσφερόταν και «ειδίκευση». Ετσι, το λαϊκό σχολειό ήταν εκείνο που έβγαζε τους ειδικευμένους εργάτες μερικής δεξιότητας (είτε μόνο πνευματικής είτε πνευματικής και σωματικής ταυτόχρονα)
Τη δημουργία του λαϊκού σχολειού δεν την επέβαλαν μόνο οι ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής σε μισοειδικευμένα εργατικά χέρια. Την επέβαλε ακόμη και η ταξική πάλη του προλεταριάτου. Οσο ανέβαινε η καπιταλιστική παραγωγή (και αναπτυσσόταν στο εργοστάσιο ο καταμερισμός της εργασίας) τόσο περισσότερο προέκυπτε η ανάγκη, για χρονική διεύρυνση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, για αύξηση της ειδίκευσης (ειδίκευσης, που αποκτιέται γρήγορα, που σβήνει σχετικά γρήγορα, που «κοστίζει» φτηνά στο κεφάλαιο) και για αναπροσαρμογή στην αναλογία της προσφε- ρόμενης εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης με την παρεχόμενη «ειδίκευση».
Η αναλογία αυτή παρουσιάζει μεγάλη απόκλιση σπς χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού. Στην Ελλάδα κυριάρχησε ιστορικά η γενική εγκυκλοπαιδική μόρφωση χωρίς ουσιαστική σύνδεση με την παρατήρηση και το πείραμα. Μόλις στα 1959 ψηφίστηκε νόμος, που καθιέρωσε για πρώτη φορά τη δημόσια τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση.
Το λαϊκό σχολειό (δημοτικό) και στη συνέχεια το 9χρονο υποχρεωτικό σχολειό λειτούργησε και λειτουργεί σ όλες τις καπιταλιστικές χώρες σαν προ- βαθμίδα του Λυκείου (όλων των τύπων) και του πανεπιστήμιου. Οι συνέπειες από το ρόλο αυτό του λαϊκού σχολειού στην παρεχόμενη γνώση είναι πολύ μεγάλες τώρα, και θα υφίστανται για όσο διάστημα θα διατηρούνται οι εισαγωγικές εξετάσεις για ΑΕΙ -ΤΕΙ. Η ασπκή τάξη δεν αναθέτει στο σχολειό όλων των βαθμιδών μόνο το ρόλο να βγάζει τους ειδικευμένους εργάτες μερικής ή μερικών δεξιοτήτων και τα στελέχη που απαιτούνται για την επάνδρωση των μηχανισμών καταστολής του αστικού κράτους και του ιεραρχικού μηχανισμού του εργοστασιακού κάτεργου. Το σχολειό αναλαμβάνει και τον ιδεολογικό - πολιτικό επηρεασμό της νεολαίας, για να διαμορφωθούν χαρακτήρες υπάκουοι στη βουλιμία του κεφαλαίου. Σαν βασικό όπλο σ όλες τις καπιταλιστικές χώρες χρησιμοποιή- θηκαν και χρησιμοποιούνται (ιδιαίτερα σήμερα, στην εποχή της συντηρητικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού) οι λεγόμενες ανθρωπιστικές σπουδές. Για παράδειγμα, η επαναφορά των αρχαίων κειμένων από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο εξυπηρετεί βασικά αυτή τη σκοπιμότητα.
Στο σχέδιο προγράμματος τονίζεται, ότι »η μόνιμη και διαρκώς αυξανόμενη πίεση από την εργαζόμενη ελληνική κοινωνία για μόρφωση (μέσω της οποίας επεδίωκε να ξεφύγει από την μίζερη και κου
ραστική χειρωνακτική δουλειά) ανάγκασε την αστική τάξη να κάνει σημαντικές παραχωρήσεις». Η τάση της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας να βρει για τη νεολαία της διέξοδο για «επαγγελματική αποκατάσταση», στη γενική εγκυκλοπαιδική μόρφωση αρχίζει να διαμορφώνεται στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Η Ελλάδα τότε είναι χώρα ακόμη αγροτοβιομηχανική, με βασανιστικά αργή ανάπτυξη του καπιταλισμού και με έντονα μισοφε- ουδαρχικά υπολείματα. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού είναι αγρότες, που για να αποκτήσουν μικροαγροττκό κλήρο, με τις δυο μεταρρυθμίσεις του 1917 και 1923, αναγκάστηκαν να πληρώσουν βαρύ φόρο αίματος στην τσιφλικάδικη γαιοκτησία. Ετσι, η ελληνική αγροτιά υποχρεώνεται να δουλέψει πολλά χρόνια σκληρά μόνο και μόνο για να ξεπληρώσει τα χρέη της. Επόμενο ήταν η αγροτιά όχι μόνο να αδυνατεί να κάνει απλή αναπαραγωγή — να διατηρεί δηλαδή στα ίδια επίπεδα την ατομική της εκμετάλλευση — αλλά και να αποφύγει το ξεκλήρισμα και τον υποσιτισμό. Επόμενο ήταν ακόμη η αγροτική νεολαία να απεχθάνεται τη σκυλίσια αγροτική δουλειά και τη σκυλίσια ζωή και να ψάχνει να βρει διέξοδο προς τη βιομηχανική πόλη
Ομως, η βασανιστική, αργή ανάπτυξη της βιομηχανίας δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στο σύνολο της νεολαίας της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας και περιορίζει πς επιλογές της. Τί της απέμενε; Είτε να μεταναστεύσει σε άλλες χώρες είτε να πάει στο γυμνάσιο και πανεπιστήμιο, ξεπερ- νώντας τον ταξικό φραγμό των εξετάσεων και των δαπανών που απαιτοΰνταν τότε.
Η ασπκή τάξη και το σύνολο του αστικού πολιπ- κού κόσμου αρχίζει να θορυβείται από την τάση αυτή, να μιλά για δημιουργία του «στρατού της κοινωνικής ανατροπής», να προβληματίζεται αν θα πρέπει να κάνει αυστηρές πς εισαγωγικές εξετάσεις από το 6χρονο δημοτικό προς το γυμνάσιο ή από το γυμνάσιο προς το πανεπιστήμιο. Υποχρεώνεται να κάνει την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, που καθιερώνει το βχρονο υποχρεωτικό δημοτικό σχολειό. Το γεγονός όπ η κουτσουρεμένη μεταρρύθμιση «περπατάει» το 1929 και όχι το 1914 (τότε επιχειρείται, με γραμματέα του ΥΠΕΠΘ τον Δ. Γληνό, μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μεγαλύτερου πλάτους και βάθους, που όμως έμεινε στα χαρπά) ενισχύει την άποψή μας, ότι είχε πια διαμορφωθεί η τάση αυτή, που επέβαλε τη μεταρρύθμιση στην αστική τάξη.
Η τάση της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας δυναμώνει ακόμη περισσότερο μεταπολεμικά. Το μεγάλο κύμα εσωτερικής μετανάστευσης της ξεκληρισμένης φτωχομεσαίας αγροτιάς δεν μπορέι να απορροφηθεί από την ανάπτυξη της βιομηχανίας στα προλεταριακά κέντρα, που τότε διαμορφώνονταν. Υφίστανται λοιπόν οι λόγοι, που σπρώχνουν την εργαζόμενη κοινωνία να ζητά «επαγγελματική διέξοδο» μέσα από το πτυχίο του γυμνάσιου και του πανεπιστήμιου.
Επιβάλλει στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 (Ν. 4372/64), που καθιερώνει το 9χρονο υποχρεωτικό σχολειό και τη «δωρεάν» παιδεία. Στο διάστημα 1929 - 1964 ο Γ. Παπανδρέου άλλαξε τρεις φορές τη θέση του για πς εισαγωγικές εξετάσεις. Στα 1929, που ψηφίσθηκε ο νόμος για το δχρονο υποχρεωπ- κό σχολειό, ο Γ. Παπανδρέου ζητά να καθιερωθούν
Ρ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
πολύ αυστηρές εισαγωγικές εξετάσεις στο Δημοτικό προς Γυμνάσιο. Στα 1959, που ψηφίστηκε ο νόμος για τη δημόσια τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση, ο Γ.Π. ζητά να γίνονται πολύ χαλαρές αυτές οι εξετάσεις. Στα 1964, στο νόμο 4379/64, καταργεί πς εισαγωγικές εξετάσεις από το δημοπ- κό στο γυμνάσιο.
Στην περίοδο από τα μέσα της δεκαετίας του 60 μέχρι σήμερα η τόση αυτή της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας γη̂ αντώνεται.
Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα, που τελευταία συσκοτίζονται και δημιουργούν την εντύπωση (άσχετα που δεν λέγεται), όπ το αίτημα για κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων δεν είναι «ρεαλιστικό», όπ δηλαδή είναι ένα σύνθημα που δεν πρέπει να προβάλουμε άμεσα τώρα, όπ σήμερα υπάρχουν άλλες προτεραιότητες, μια και σήμερα για παράδειγμα «στα προλεταριακά κέντρα η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών δεν ολοκληρώνουν το 9χρόνο υποχρεωτικό σχολειό»!!
Είναι ανεπίτρεπτο να χρησιμοποιούμε τους πίνακες της ΕΣΥΕ, που δίνουν τα ποσοστά αυτών που δεν τελείωσαν το 9χρονο σχολειό, στο σύνολο του πληθυσμού, κλπ., αν θέλουμε να βρούμε ερωτήσεις στα παρακάτω ερωτήματα: Συνέβαλαν και πόσο οι εξετάσεις (προαγωγικές από τάξη σε τάξη και εισαγωγικές από βαθμίδα σε βαθμίδα) στη μείωση του μαθητικού πληθυσμού; Τί ρόλο έπαιξαν οι άλλοι ταξικοί φραγμοί; Υπάρχει ή δεν υπάρχει διαρροή στο 9χρονο; γπάρχει ή δεν υπάρχει ισχυρή τόση από την εργαζόμενη ελληνική κοινωνία για Λυ- κειακή και Πανεπιστημιακή μόρφωση;
Γ ια να μην πάμε πολύ παλιά (σπς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις), όπου θα δούμε την πίεση αυτής της τάσης της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας πάνω στην αστική τάξη, ας αναρωτηθούμε, ποιός για παράδειγμα υποχρέωσε το ΠΑΣΟΚ να καταργήσει τις εξετάσεις από την Γ' Γυμνασίου στην Α' Λυκείου, με τον ν. 1566/85; Δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε αυτούς τους πίνακες, για ένα ακόμη σοβαρό λόγο. Γ ιατί το 9χρονο υποχρεωτικό σχολειό καθιερώνεται για πρώτη φορά με το ν. 309/76, τον Απρίλη του 1976. Πώς λοιπόν μπορεί να βγαίνουν συμπεράσματα για πς τάσεις αυτές, όταν στο στατιστικό υλικό ανακατεύονται γενιές του 6χρο- νου υποχρεωτικού και γενιές του 9χρονου υποχρεωτικού σχολειού;
Τις διαρροές στο 9χρονο υποχρεωτικό (όπου είχαν καταργηθεί οι εξετάσεις) μπορούμε να πς διαπιστώσουμε μόνο (το υπογραμμίζουμε) με τη μελέτη πις κίνησης του μαθητικού πληθυσμού, όπως αυτή αποτυπώνεται στους ετήσιους πίνακες της ΕΣΥΕ, καθ' όλη την περίοδο 1976-1993 και όχι πριν από αυτή. Εμείς μελετήσαμε την πραγματική κίνηση του πληθυσμού, τόσο από τάξη σε τάξη μέσα στην ίδια την βαθμίδα, όσο και από βαθμίδα σε βαθμίδα, και βγάλαμε τα παρακάτω συμπεράσματα:
Πρώτο: Η διαρροή του μαθητικού πληθυσμού διαγράφει αισθητά πτωτική πορεία σ’ όλες τις βαθμίδες Μέχρι το 1984, στο δημοτικό και από το δημοτικό στο γυμνάσιο το ποσοστό διαρροών είναι πολύ ασήμαντο, αμελητέο, ενώ στο γυμνάσιο, στο Λύκειο και από Γυμνάσιο προς Λύκειο (υπήρχαν ακόμη τότε οι εισαγωγικές από Γ' Γ υμνασίου σε Α’ Λυκείου) το ποσοστό διαρροών κυμαίνεται γύρω στο 22%.
Δεύτερο: Κυριαρχεί η τάση της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας να στέλνει την νεολαία στο Λύκειο και Πανεπιστήμιο.
Τρίτο: Από το 1966-67 διαγράφεται μκ,α πτωτική τάση του μαθητικού πληθυσμού στο Δημοτικό σχολειό, με παράλληλη μείωση του ποσοστού διαρροής. Η τάση αυτή οφείλεται στην υπογεννη- τικότητα και τη μετανάστευση, που εκείνη την περίοδο έχει κορυφωθεί.
Τέταρτο: Οι προαγωγικές και εισαγωγικές εξετάσεις ήταν σοβαρός ταξικός φραγμός, χωρίς φυσικά να είναι και ο μοναδικός στην καπιταλιστική κοινωνία. Σπς βαθμίδες που κατοργήθηκαν ex εξετάσεις ή έγιναν πιο χαλαρές, αυτό επιβλήθηκκ από τα κάτω. Είναι χαρακτηριστική η στάση του Γ. Παπανδρέου, που (ίναφέραμε παραπάνω.
Πέμπτο: Ωρίμασαν οι υλικές συνθήκες για να καθιερωθεί το 14χρονο υποχρεωτικό σχολειό: 2 Νηπιαγωγείο, 6 Δημοτικό, 3 Γυμνάσιο, 3 Λύκειο. Δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικοί όλων των ειδικοτήτων είναι άνεργα. Ετα δεν θα προκύψει πρόβλημα έλλειψης εκπαιδευτικών από την άμεση εφαρμογή του μέτρου. Οι νέες ανάγκες που θα δημιουργη- θούν σε εκπαδευτικούς, από την παραμονή όλου του ποσοστού μαθητών που τώρα διαρρέει, πολύ εύκολα θα καλυφθούν.
Εκτο: Το αίτημα για κατάργηση των πανελλαδικών εισαγωγικών εξετάσεων σε ΑΕΙ - ΤΕΙ είναι υπερώριμο Αργά ή γρήγορα θα το επιβάλει το νεο- λαιίσπκο κίνημα, απαλλάσσοντας από αυτό το βραχνά την εργαζόμενη ελληνική κοινωνία, και θα συμβάλλει στην αποκατάσταση της χαμένης επαναστατικής συλλογικότητας της νεολαίας με την εργατική τάξη και το λαό. Η (σημερινή κατάσταση, που με αυτόν τον ταξικό φραγμό εισάγετα μόνο ένας στους τέσσερεις, δεν πάει άλλο.
Θα μας αντιτείνουν, όπ υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες άνεργα πτυχιούχοι. Τί θα γίνουν αυτοί; Θα το πούμε για μια ακόμη φορά. Δεν φταίει η μόρφωση για την ανεργία, φταίει ο καπιταλισμός που το μόνο που ξέρει κα για το μόνο που ενδιαφέρετα είνα η αξιοποίηση του κεφαλαίου, σε βάρος της ολόπλευρης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ανθρώπου, σε βάρος της ολόπλευρης ικανοποίησης των υλικών και πολιτιστικών του αναγκών. Είναι καιρός κάπαα να σταματήσουν να κατασκευάζουν φαντάσματα και να υπονομεύουν το υπερώριμο παλλαϊκό αυτό αίτημα. Αν τελικά παγιδεύτηκαν από άγνοια στη μελέτη του προτσές κίνησης του μαθητικού πληθυσμού, με τη λαθεμένη χρήση άσχετων προς το θέμα πινάκων, ας κάνουν το πρώτο βήμα, όσο είνα ακόμη νωρίς. Το δρόμο θα τον βρουν οι ίδιοι. Συνηθισμένοι άλλωστε είναι σε τέ- τιες αναπροσαρμογές είτε μεταμορφώσεις
Σωστά λοιπόν επισημαίνεται στο σχέδιο προγράμματος, όπ είνα πολύ ισχυρή (κυρίαρχη, αν θέλουμε να ακριβολογήσουμε) η τάση της εργαζόμενης ελληνικής κανωνίας για λυκειακή και πανεπιστημιακή μόρφωση και ότι η αστική τάξη υποχρεώθηκε σε σημαντικές παραχωρήσεις. Παραχωρήσεις όμως που δεν αλλοίωσαν και ούτε μπορούσαν να αλλοιώσουν το χαρακτήρα του σχολειού στον καπιταλισμό, που είνα: Να διαπαιδαγωγεί τη νεολαία στο πνεύμα της πλήρους υποταγής στη βουλιμία του κεφαλαίου Να βγάζει μαζικά τον εργάτη της μερικής δεξιότητας ή μερικών δεξιοτήτων,
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 9$\
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
που η εργασία του απογυμνώνεται από κάθε ουσιαστικό περιεχόμενο. Να βγάζει το «απαραίτητο» στελεχκό δυναμικό για να επανδρώνει τους μηχανισμούς της αστικής τάξης, τόσο στην οικονομική βάση όσο και στο εποικοδόμημα. Εδώ, η ασπκή τάξη έπεσε πάρα πολύ έξω στον αριθμό και θα συνεχίζει να πέφτει έξω, γιατί όπως τονίσαμε είναι πολύ ισχυρή και μαζική η λαϊκή απαίτηση για πανεπιστημιακή μόρφωση και δεν επιτρέπει σχεδιασμούς ακρίβειας.
Εκτός από τη χυδαία ασπκή αντίληψη για σύνδεση του σχολειού με την παραγωγή και την αγορά εργασίας, που υιοθετείται και από τα τέσσερα ασπ- κά κόμματα της Βουλής, κυκλοφορούν δυο ακόμη απόψεις, μικροαστικές - οπορτουνιστικές. Η μια λέει: να κερδίσουμε τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του αστικού κράτους. Αποψη που διατυπώθηκε αρχικά από τους θεωρητικούς του λεγάμενου «αριστερού ευρωκομμουνισμού» και συνεχίζει να υιοθετείται και σήμερα από εκείνους τους μικροαστούς διανοούμενους, που ιδεολογικά κινούνται γύρω από το χώρο της ΑΚΟΑ και του ΝΑΡ. Η άλλη άποψη ξεκινά και από σωστές διαπιστώσεις για το ρόλο του αστικού σχολειού, για να καταλήξει από αμηχανία, από έλλεή|ιη ολοκληρωμένης πλατφόρμας, στο σύνθημα για απομάκρυνση της νεολαίας από το αστικό σχολειό. Η άποψη αυτή βασικά υιοθετείται από τους αναρχικούς.
Κανείς από τους οπαδούς της πρώτης άποψης δεν απόρριψε, δεν αντιπάλεψε, την κλασσική ασπκή αντίληψη, για σύνδεση του σχολειού με την παραγωγή, γιατί είναι αντιλήψεις συγγενικές. Δεν θα προσθέσουμε τίποτα άλλο στην αντίκρουση αυτής της ιδεολογικής λόξας. Αρκούν αυτά που είπαμε παραπάνω. Θα σταθούμε λίγο στην αντίκρουση της ιδεολογικής λόξας των αναρχικών, για απομάκρυνση της νεολαίας από το σχολειό, που στους λιγότερο «μυημένους» και λιγότερο «ψιλιασμέ- νους» φαντάζει σαν επαναστατική άποψη.
Μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα, η νεολαία της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας δεν μπορεί να εξασφαλίσει καμιά ιδεολογική καθαρότητα, με το να μην πηγαίνει στο σχολειό, γιατί η αστική τάξη διαθέτει ουκ ολίγους μηχανισμούς διαμόρφωσής της. Το μόνο που θα πετύχαινε η νεολαία, αν υιοθετούσε αυτή την ιδεολογική λόξα, θα ήταν: Να διατηρεί ψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού σπς γραμμές της. Να αναπαράγει με τη θέλησή της και σε μαζική κλίμακα τον εργάτη της μερικής ή των μερικών δεξιοτήτων. Να διευκολύνει την αστική τάξη, που στην Ελλάδα ειδικά πασχίζει από το 1929 να μειώσει δραστκά το «στρατό της κοινωνικής ανατροπής». Ας μη μπουν στον κόπο οι οπαδοί αυτής της αντίληψης να επιχειρηματολογήσουν, όπ μπορούν οι ίδιοι, με δικά τους υλικά μέσα, οικονομικούς πόρους, δασκάλους κλπ. να μορφώσουν ολόπλευρα την προσωπικότητα της νεολαίας, για να μπορεί να χαρεί, να ζήσει ολόπλευρα τον υλικό και πνευματικό πολιτισμό. Γιατί το μόνο που θα καταφέρουν θα είναι να βγάλουν πολύ γέλιο και να αναδείξουν τα αδιέξοδά τους σ’ όλο τους το μεγαλείο.
Ξεπηδάει λοιπόν η ανάγκη για τους συναγωνιστές του αναρχικού χώρου να ξαναψαχτούν, να ξα- ναδούν αυτή την ιδεολογική τους λόξα. Να μην κάνουν σημαία την αδυναμία τους να προσφέρουν μια συγκροτημένη πλατφόρμα, για ένα σχολειό που θα αναπτύσει ολόπλευρα όλα τα χαρίσματα
και προσωπκές κλίσεις της νεολαίας, που θα εξυπηρετεί πραγματικά την ταξκή πάλη του προλεταριάτου για την ανατροπή του καπιταλισμού.
Σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης
«Στον τομέα της λαϊκής παιδείας το Κ Κ Ρ βάζει για καθήκον του να αποτελειώσει το έργο που άρχισε με την Οχτωβριανή Επανάσταση του 1917, το έργο της μετατροπής του σχο- λειόύ από όπλο ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης σε όπλο εξαφάνισης αυτής της κυριαρχίας και σε όπλο ολοκληρωτικής εξάλειψης του χωρισμού της κοινωνίας σε τάξεις».
(Από το πρόγραμμα του Κ Κ ΣΕ)
Ξεκαθαρίσαμε παραπάνω, όπ η ασπκή τάξη στην Ελλάδα χρησιμοποιεί το σχολειό της γενικής εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης και επαγγελματικής ειδίκευσης. Οπ οι υποχωρήσεις που εξαναγκάσθηκε να κάνει (που ήταν και είναι σημαντικές για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης του προλεταριάτου) δεν αλλοίωσαν την φυσιογνωμία του σχολειού. Εδώ θα συμπληρώσουμε, όπ και οι μελλοντικές υποχωρήσεις της αστικής τάξης, για παράδειγμα η κατάργηση των εισαγωγικών για ΑΕΙ - ΤΕΙ, δεν θα αλλοιώσουν τη φυσιογνωμία του αστικού σχολειού, που θα εξακολουθήσει να παράγει μαζικά τον άνθρωπο - μερικό εργαλείο.
Η βεβαιότητά μας αυτή δεν είναι απόρροια μοιρολατρικής θεώρησης των πραγμάτων και δεν καταλήγει (όπως ίσως σπεύσουν να την ερμηνεύσουν διάφοροι καλοθελητές) στην πραχτική αποδοχή του αστικού σχολειού. Απορρέει από το σχέδιο προγράμματος και έρχεται να υπογραμμίσει τον πολύ στενό χαρακτήρα του αστικού σχολειού, της γενικής εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης και επαγγελματικής ειδίκευσης, την αδυναμία του να αναπτύξει ολόπλευρα την προσωπικότητα. Με τη βεβαιότητά μας αυτή θέλουμε ακόμη να τονίσουμε τη μεγάλη σημασία του σχολειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης.
Το σχολειό αυτό (που δεν χωρά μέσα στα πολύ στενά πλαίσια του καπιταλισμού, που σαπίζει και πεθαίνει) είναι ένα σχολειό που αναπτύσσει ολόπλευρα την προσωπικότητα, μέσα από την συλλο- γικότητα, που εξυπηρετεί την πάλη για την εξάλειψη κάθε αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά και οδηγεί στην αποκατάσταση της ενότητάς τους σε πολύ όμως ανώτερο επίπεδο.
Οπως θα ήταν λάθος να μην υπσγραμίζαμε όπ είναι στενός ο καπιταλισμός για να χωρέσει το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, άλλο τόσο λάθος θα ήταν να περιοριζόμασταν μόνο στην επίκληση αυτής της στενότητας και να είχαμε την απαίτηση να αποδεχθεί την άποψή μας η νεολαία. Πρέπει να αποφύγουμε και τα δυο αυτά λάθη, σαν λάθη εξίσου καταστροφικά στην προσπάθειά μας να αποκαταστήσουμε τη χαμένη συλλογικότητα της νεολαίας της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας με την εργατική τάξη.
Προσεγγίσαμε τον τύπο αυτό του σχολειού όχι μεμιάς και από μόνοι μας. Βασιστήκαμε σπς απόψεις του Β.Ι. Λένιν και της Ν.Κ. Κρούπσκαγια. Πι
100 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
στεύουμε όμως, όπ με το σχέδιο προγράμματος πς προωθούμε ακόμη παραπέρα. Το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης το προσέγγισαν, πολύ πριν από εμάς, άλλος λίγο άλλος πολύ, οι μαρξιστές - λενινιστές παιδαγωγοί Μ. Παπαμαύ- ρος, Ρ. Ιμβριώτη, Δ. Γληνός. Αναφέρουμε μόνο αυτούς, γιατί ως τώρα μόνο αυτών πς απόψεις γνωρίζουμε.
Το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης αποσκοττεί να φέρει τη νεολαία σε ουσιαστκή επαφή τόσο με πς κττορικοφιλοσοφικές όσο και με πς φυσικές επιστήμες.
Να δείξει στη νεολαία, όπ αυτές μας βοηθούν στην κατανόηση των αντικειμενικών προτσές της κοινωνίας και της φύσης, να της δείξει όπ οι επιστήμες μελετούν αντικειμενικές νομοτέλειες στη φύση και την κοινωνία, που αλληλοεξαρτώνται και αλληλοεπηρεάζονται.
Να την γνωρίσει μ' όλα τα φυσικοτεχνικά προτσές της παραγωγής και της κοινωνικής εργασίας γενικά.
Να της γνωρίσει όλα τα επιτεύγματα της τέχνης και γενικά τα επιτεύγματα του παγκόσμιου πολιπ- σμού. Τον γραπτό αρχαιοελληνικό πολιπσμό, που ανήκει σ' όλους τους λαούς και όχι μόνο στον ελληνικό, η νεολαία μας μπορεί να τον γνωρίσει μόνο από καλές μεταφράσεις, που υπάρχουν πολλές. Ετσι θα πρέπει να καταργηθεί σ' όλες πς βαθμίδες του νέου αυτού τύπου σχολειού το μάθημα των αρχαίων, να καθιερωθούν οι πολύ καλές μεταφράσεις για να γίνει ο αρχαιοελληνικός πολιπσμός κτήμα όλου του λαού και όχι μόνο των ειδικών.
Στο σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης δεν έχουν θέση τα Θρησκευτικά, και πρέπει να καταργηθούν.
Διαπιστώνετε, φίλοι αναγνώστες, όπ στο νέο αυτό τύπο σχολειού ανατίθεται μεγάλος όγκος ποιοτικής δουλειάς, μας και σήμερα έχουν προχωρήσει πάρα πολύ οι επιστήμες. Επόμενο είναι λοιπόν, σήμερα, το αίτημα για καθιέρωση του σχολειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης να πηγαίνει «πακέτο» με το αίτημα για υποχρεωτικό σχολειό ως τα 18 χρόνια.
Γιατί διαφορετικά όλοι οι μεγαλεπήβολοι στόχοι αυτού του σχολειού θα μείνουν στα χαρπά. Και όπως είπαμε παραπάνω, το 14χρονο υποχρεωτικό σχολειό είναι υπερώριμο αίτημα και υπάρχουν όλοι οι υλικοί όροι. Με μόνη τη διαφορά, όπ παραπάνω αναφερόμασταν στο σχολειό γενικής εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης και επαγγελματικής ειδίκευσης. Εδώ προσθέτουμε, όπ για την εφαρμογή του σχολειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης θα α- παιτηθεί, εκτός των άλλων σημαντικών, επανεκπαίδευση του προσωπικού σε πάρα πολλά πράγματα, όπως η εκπαίδευσή τους στα νέα δεδομένα της επιστήμης στην οποία «ειδικεύτηκαν», στα δε·**» δομένα της μαρξιστικής - λενινιστικής αλλά και αστικής παιδαγωγικής και τέλος στη φιλοσοφία του νέου σχολειού.
Γίνεται φανερό, από αυτά που εκτέθηκαν για το νέο τύπο σχολειού, όπ η καθιέρωσή του καθιστά περιττή την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση, (που καλλιεργεί σαν σε θερμοκήπιο τον μονοτεχνι- σμό και το μερικό εργαλείο και που στα πλαίσια του καταμερισμού εργασίας αλυσοδένει τον εργαζόμενο με τη μονοτονία της μερικής δεξιότητας) και βά
ζει το ζήτημα της άμεσης ένταξής της στο σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης.
Παραπάνω εξηγήσαμε γιατί το αίτημα της κατάργησης των εισαγωγικών για το πανεπιστήμιο είναι ένα υπερώριμο παλλαϊκό αίτημα και γιατί απαλλάσσει από ένα πολύ μεγάλο βραχνά την εργαζόμενη κοινωνία. Να συμπληρώσουμε εδώ, όπ το αίτημα αυτό είναι προαπαπούμενο για την καθιέρωση του νέου τύπου σχολειού. Διαφορεπκά, το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης θα λειτουργεί σαν προθαθμίδα του πανεπιστήμιου, με τις γνωστές καταστροφικές συνέπειες στο προτσές της μαθησιακής διαδικασίας.
Το νέο σχολειό θα προετοιμάζει τη νεολαία να ενταχθεί ελεύθερα, είτε στο πανεπιστήμιο (για να βγούν έτσι α «ειδικοί», όσοι και αν είναι αυτοί) είτε (για όσους δεν «θέλουν» πανεπιστημιακή μόρφωση) στην κοινωνική εργασία (με γρήγορη ένταξη), μιας και οι νέοι θα μπορούν να εξοικειωθούν πολύ γρήγορα με όλα τα προτσές σ' όλες τις σφαίρες της κοινωνικής παραγωγής, της κατανομής και του εποικοδομήματος.
Επειδή πολλά λέχθηκαν και λέγονται για τη διαμόρφωση του «θέλω», που στόχο είχαν και έχουν την συσκόπση των ταξικών ανισοτήτων στην καπιταλιστική κοινωνία, είναι απαραίτητο να διευκρινιστούν κάποια πράγματα. Στη διαμόρφωση του «θέλω» επιδρούν σίγουρα καθοριστικά οι ταξικές ανταγωνιστικές ανπθέσεις, που πνίγουν φυσικά χαρίσματα και κλίσεις. Δεν σημαίνει όμως, όπ με την εξάλειψη των ανταγωνιστικών ανπθέσεων και πάνω tf αυτό το έδαφος με την εξάλειψη των ταξικών φραγμών, αυτόματα όλοι «θέλουν» πανεπιστημιακή μόρφωση και αυτόματα οδηγούμαστε στην εξάλειψη των φυσικών διαφορών ανάμεσα στους ανθρώπους.
Σίγουρα, για ένα διάστημα, θα υπάρχουν νέοι που δεν θα θέλουν πραγματικά να συνεχίσουν μετά το 14χρονο υποχρεωτικό σχολειό, γιατί η ΛΣΔ θα κληρονομήσει πολλές καθυστερήσεις, παρά το γεγονός όπ θα είναι ελεύθερη η πρόσβαση στο πανεπιστήμιο. Η διαφορά είναι όπ η ΛΣΔ θα δημιουργεί πς προϋποθέσεις για να διαμορφώνεται νέα θέληση. Γ ιατί η ΛΣΔ θα αγωνίζεται και για την εξάλειψη κάθε αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά.
Εδώ υπάρχει μια λεπτή διαφορά. Είναι άλλο πράγμα η εξάλειψη αυτής της ανταγωνιστικής αντίθεσης και άλλο πράγμα η εξάλειψη των φυσικών διαφορών. Για τις τελευταίες δεν μπαίνει καν ο στόχος της εξάλειψης και θα υφίστανται και στην κομμουνιστική κοινωνία, όπου η εργασία θα γίνει πηγή χαράς και δημιουργίας για όλους τους ανθρώπους, όπου θα αποκατασταθεί η ενότητα πνευματικής και σωματικής δουλειάς.
Το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης για την κατάχτηση και εμπέδωση της ολόπλευρης γνώσης, (γνώσης που αναπτύσσει ολόπλευρα την προσωπικότητα) θα βασίζεται:
Πρώτο: Στην παρατήρηση και στο πείραμα. Αυτό προϋποθέτει εργαστήρια άρπα εξοπλισμένα και με σύγχρονο εξοπλισμό. Αυτά με τη σειρά τους απαιτούν μεγάλες δαπάνες, που για το κεφάλαιο είναι αντιπαραγωγικές μιας και δεν βοηθούν στην παραπέρα αξιοποίησή του. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, όπ η ασπκή τάξη στην χώρα μας σ' αυτό το ζήτημα
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |θΤ
1
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
έχει να ετηδείξει ελάχιστα πράγματα. Οι λόγοι είναι πολλοί, πρέπει όμως να διευκρινίσουμε ότι αυτό δεν αποτελεί ελλαδική ιδιομορφία, αλλά σχετίζεται άμεσα με την όλη φιλοσοφία της αστικής παιδαγωγικής.
Δεύτερο: Στην εθελοντική παραγωγική εργασία,εργασία που δεν Θα αποβαίνει σε βάρος της ανάπτυξης της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Εργασία που δεν θα αφαιρέί με πλάγιο τρόπο από τη νεολαία τη δυνατότητα να ζήσει και να χαρεί την ηλικία αυτή.
Μια απαραίτητη και σημαντική διευκρίνηση. Παραπάνω εκθέσαμε για ποιούς λόγους θα προβάλουμε από τώρα το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, σαν τη μοναδική εναλλακτική λύση στο σχολειό γενικής εγκυκλοπαιδικής μόρφωσης και επαγγελματικής ειδίκευσές. Ομως, όσο θα υφίστα- ται ο καπιταλισμός, θα αποσυνδέουμε το σχολειό αυτό από την καπιταλιστική παραγωγή, για λόγους που επίσης εκθέσαμε παί>απάνω.
Τρίτο: Στην αναιλυτικοσυνθετική μέθοδο και στο διαλεκτικό υλισμό. Δηλαδή, στην κατάκτηση της γνώσης οι μαθητές θα ενεργούν όπως ο κάθε επιστήμονας.
Τέταρτο: Στη συλλογική δουλειά. Για τη σχολική κολλεκτίβα θα είναι άγνωστη η ατομική εργασία και ο ανταγωνισμός. Μέσαι στη συλλογικότητα αναπτύσσονται όλα τα χαρίσματα και κλίσεις της κάθε ατομικότητας και αυτή με τη σειρά της συμβάλλει στη συνολική πρόοδο της συλλογικότητας.
Πέμπτο: Στην ταξική πάλη. Μέσω αυτής ο μαθητής του σοσιαλιστικού σχολειού θα αποκτά συνείδηση των τεράστιων θυσιών στις οποίες υποβάλλεται η κοινωνία για να του εξασφαλίσει απρόσκοπτη από τους ταξικού*; φραγμούς την πρόσβαση στη γνώση, θα αποκτά συνείδηση των υποχρεώ- σεών του και θα βλέπει την κατάκτηση της γνώσης όχι σαν μια στενά προ σωπική του υπόθεση, αλλά σαν μέσο, ώστε μέσω της προσωπικής του τελείωσης να υπηρετεί την ικοινή υπόθεση της κοινωνίας.
Δεν χρειάζεται εδώ να επαναλάβουμε, όπ οι πέντε αυτοί όροι, πάνω ίπους οποίους θα στηρίζεται το σχολειό γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, δεν μπορούν να δημιουργηθούν μέσα στον καπιταλισμό. Εμείς θα τους προβάλουμε δυνατά, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να δείξουμε τον πολύ στενό χαρακτήρα του αστικού σχολειού. Και γιατί μόνο έτσι θα πείσουμε την νεολαία να παλέψει για την πραγμάτωση του σχολειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης.
Στο άρθρο αυτό, για οικονομία χώρου, δεν θα επαναλάβουμε τις θέσεις μας για την αξιολόγηση και την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, που εξάλλου είναι διεξοδικά «αναλυμένες στη φιλολογία μας και η επανάληψή τους δεν θα πρόσφερε τίποτα το ουσιαστικό.
Αφήσαμε σκόπιμα για το κλείσιμο του άρθρου τη θέση του σχεδίου προγράμματος για κατάργηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων και στο σοσιαλισμό. Παραπάνω, δείξαμε όσο μπορούσαμε πιο αναλυτικά το ρόλο που έπαιζαν και παίζουν οι εξετάσεις στο αστικό σχολειό. Εδώ το ζήτημα θα το ερευνήσουμε και από μια άλλη σκοπιά. Παίζουν οι εξετάσεις θετικό ή αρνητικό ρόλο στο προτσές της μιαθησιακής διαδικασίας;
Θα αναφερθούμε στις απόψεις του X. Φράγκου, ενός γνωστού εκπροσώπου της φιλελεύθερης αστικής παιδαγωγικής, που κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει όπ συνηγορεί υπέρ της κατάργησης των εξετάσεων Μιλώντας για το θεσμό των εξετάσεων ο Φράγκος αρχίζει από την επισήμανση των αρνητικών πλευρών:
«Τα αρνητικά στοιχεία που παρουσιάζουν οι εξετάσεις σύμφωνα με μελέτες ειδικών, μπορούν να συνοψιστούν στα παρακάτω σημεία: α) Οι εξετάσεις είναι ένα σώμα ξένο και επένθετο στην αγωγή, γιατί αποτελεί εξάρτημα μιας ξεπερασμένης παιδαγωγικής η οποία αναπτύχθηκε κάτω από ειδικούς κοινω νικούς όρους στο Μεσαίωνα και πήρε συγκεκριμένη μορφή στα τέλη του 19ου αιώνα με την ανάπτυξη της βιομηχανίας και των αναγκών της αποικιοκρατίας, β ) Οι εξετάσεις καλλιεργούν το άγχος και τις περισσότερες φορές δεν καλλιεργούν παρά τη δύναμη αντίστασης στην αγωνία, γ) Με τις εξετάσεις καθιερώνεται η ανισότητα και η κοινωνική αδικία. Αποτελεί εξάλλου ένα είδος αξιώματος το ότι όσο πιο αυστηρές είνα οι εξετάσεις σε μια χώρα, τόσο πιο τταλιότερες μορφές κοινωνικής ζωής διατηρεί αυτή η χώρα. Για την κοινωνική αδικία άλλωστε που καθιερώνουν οι εξετάσεις, πολύ πειστικά είνα τα αποτελέσματα μιας έρευνας του Β. Bloom, με την οποία διαπιστώνεται ότι η διαφορά ανάμεσα σε παιδιά περιοχών με περιορισμένη βιομηχανική ανάπτυξη, με τα ίδια κριτήρια εξετάσεων, είναι τέσσερα ως έξι χρόνια, δ) Η αποτυχία στις εξετάσεις σπάνια αποτελεί κέντρι- σμα και κίνητρο για περισσότερες προσπάθειες τις πιο πολλές φορές η αποτυχία είνα “δημιουργός" άλλης αποτυχίας, ε) Ολες οι μορφές των εξετάσεων, αλλά προπαντός οι παραδοσιακές εξετάσεις, δεν έχουν αντικειμενικότητα και αξιοπιστία, στ) Τέλος οι εξετάσεις αποτελούν όργανο κοινωνικής ακινησίας κα προπαντός δεν είνα κοινωνικά ουδέτερες, όπως υποστηρίζετα από πολλούς. Με τις εξετάσεις δηλαδή προωθούνται τα παιδιά ορισμένων τάξεων και αποκλείονται τα παιδιά των εργατικών ή αγροτικών τάξεων» (οι επισημάνσεις δικές μας).
Εδώ ο X. Φράγκος μας λέει αποκαλυπτικά πράγματα. Μας λέει, ανάμεσα στ' άλλα, όπ οι εξετάσεις καλλιεργούν το άγχος και την αγωνία, όπ καθιερώνουν την ανισότητα κα κοινωνική αδικία, όπ η αποτυχία αποκαρδιώνει και δεν σπρώχνει την νεολαία να καταβάλει νέες μεγαλύτερες προσπάθειες κ.ά. Ενας πλατιά αναγνωρισμένος εκπρόσωπος της αστικής παιδαγωγικής στην Ελλάδα, λοιπόν, επισημαίνει όπ είναι πάρα πολλές οι αρνητικές επιδράσεις των εξετάσεων στη μαθησιακή διαδικασία. Αντίθετα, αυτά που ανακαλύπτει ως θετικά στοιχεία των εξετάσεων δεν προωθούν στο ελάχιστο τη μαθησιακή διαδικασία. Ο θεπκός χαρακτήρας των εξετάσεων αλλού ανάγεται για τον X. φράγκο και τους ομοίους του. Ανάγεται στο όπ οι εξετάσεις «ετοιμάζουν τους μαθητές για τη ζωή, όπου υπάρ-
χει'Λαυστηρός κανόνας της επιλογής». Το θετικό λοιπόν των εξετάσεων είναι για τον X. φράγκο, ότι εξυπηρετούν («σχετικά και όχι απόλυτα με αντικειμενικό τρόπο») τον ιεραρχικό καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας!
Ο X. Φράγκος μας λέει λοιπόν, συμπερασματικά, όπ οι εξετάσεις μόνο αρνητικό ρόλο παίζουν στο προτσές της κατάκτησης της γνώσης Και αυτή η
102 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚ Η ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
άποψη δεν είνα μόνο δική του, αλλά όλων των δυ- πκοευρωπαίων αστών παδαγωγών. Συμπέρασμα: Οι εξετάσεις, σε κάθε περίπτωση, μόνο προβλήματα δημιουργούν στη μαθησιακή διαδικασία και γι' αυτό επιβάλλεται η κατάργησή τους.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε εμείς, α οπαδοί του νέου σχολειού, του σχολειού που αναπτύσσει ολόπλευρα την προσωπικότητα μέσα όμως στη συλλογικότητα, του σχολειού γενικής και πολυτεχνικής μόρφωσης, έχουμε ένα λόγο παραπάνω να αγωνιζόμαστε για την κατάργηση των εξετάσεων στο σοσιαλιστικό σχολειό, μέχρι και την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Φυσικά, στη θέση μας αυτή δεν ε- τεροκαθοριζόμαστε, ούτε οδηγούμαστε σ' αυτή μόνο αρνητικά, μέσω της απόρριψης αυτών που συμβαίνουν στο σημερινό σχολειό. Εχουμε συγκροτημένη άποψη, είμαστε άρτια εξοπλισμένοι σε ό,τι αφορά το προτσές κατάχτησης της γνώσης, όπου στηριζόμαστε: α) στην παρατήρηση κα το πείραμα, β) στην εθελοντική παραγωγική εργασία, γ) στην α- ναλυτικοσυνθεττκή μέθοδο κα στον διαλεχτικό κα ιστορικό υλισμό, δ) στη συλλογική δουλειά κα ε) στην ταξική πάλη που είνα μια από τις κινητήριες δυνάμεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Απορρίπτουμε το θεσμό των εξετάσεων κα «αξιολογικών» κρίσεων για ένα ακόμη σημαντικό λόγο. Γ ιατί κα στο σοσιαλιστικό σύστημα από αυτές θα ευνοούντν περισσότερο τα παδιά της κόκκινης κα της αστικής διανόησης και θα καταλάμβαναν τις περισσότερες κα καλύτερες θέσεις στις πανεπιστημιακές σχολές. Και θα συνέβαινε αυτό, γιατί η διανόηση κα τα παδιά της (ακόμη κα μετά την εξάλειψη της αστικής διανόησης) θα εξακολουθούν για πολύ καιρό να ζουν καλύτερα, να έχουν πολύ ψηλότερο πνευματτκό κα πολιτιστικό επίπεδο κα έτα να έχουν πολύ καλύτερες προϋποθέσεις από τα παιδιά της εργατικής τάξης και της συνεταιρισμένης αγροτιάς Επομένως, με τη διατήρηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων θα ευνοούνταν τα παδιά της σοσιαλιστικής διανόησης, που πάνω τους είνα έντονα τα στοιχεία του μικρο
αστισμού, της απάθειας, του γραφειοκραπσμού κ.ά. κα έτσι θα υπονομευόταν η ταξική πάλη και ο στρατηγικός στόχος της αποκατάστασης της ενότητας ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά.
Το αίτημα για κατάργηση των εξετάσεων κα των «αξιολογικών·· κρίσεων πάει «πακέτο» με το αίτημα για διαχωρισμό της μόρφωσης από το επάγγελμα Αυτός ο διαχωρισμός, όπως σημειώνει το σχέδιο προγράμματος, δεν θα δημιουργήσει κανένα αυθόρμητο χάος στη σοσιαλιστική κοινωνία. Αντίθετα, θα βοηθήσει την εργατική τάξη και τη συνεταιρισμένη αγροτιά να διεξάγει πιο σωστά την ταξική πάλη με τη σοααλιστική διανόηση, μιας και μεγάλο τμήμα τους θα κατέχει και πανεπιστημιακή μόρφωση.
Παραπάνω, αναφερθήκαμε στην προσέγγιση του Λένιν στο ζήτημα των εξετάσεων κα επισημάναμε, ανάμεσα στ' άλλα, τις αλλαγές που συντελέστηκαν από το 1917 μέχρι σήμερα, αλλαγές που υπαγορεύουν άλλη προσέγγιση του ζητήματος. Εδώ πρέπει να συμπληρώσουμε, ότι αργά ή γρήγορα α σοβιετικοί παιδαγωγοί (που για πολλά χρόνια πειραματίζονταν και ορθά ενεργούσαν) θα συνειδητο- παούσαν ότι είνα μεγάλη αντίφαση από τη μια να είσα οπαδός της συλλογικής δουλειάς στη μαθηαακή διαδικασία κα από την άλλη να διατηρείς τις εξετάσεις, που προκαλούν μεγάλη ζημιά στο προτσές κατάχτησης της γνώσης κα καλλιεργούν τον ατομισμό κα τον ανταγωνισμό. Οτι δεν πρέπει να διατηρείς μια παλιά μορφή, που δεν ανταποκρίνε- τα στο νέο περιεχόμενο του σχολειού γενικής κα πολυτεχνικής μόρφωσης.
Με τη θέση του σχεδίου προγράμματος για κατάργηση των εξετάσεων και των «αξιολογικών» κρίσεων στο σοααλισμό γίνεται ένα προχώρημο στη θεωρία μας, τον επιστημονικό σοααλισμό, γί- νετα ένα σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση της αποκατάστασης της ενότητας ανάμεσα στη σωμαπ- κή κα την πνευματική δουλειά.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 103
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΛΗΝΟΣ
Ποιοί δρόμοι ανοίγονται μπροστά στους νέους*
Αγαπητοί μου νέοι,Με ρωτάτε να σας πω κ' εγώ, ποιοί δρόμοι α
νοίγονται μπροστά σας και φυσικά, ποιόν απ’ όλους θα σας συμβούλευα ν' ακολουθήσετε. Ισως αρμοδιότεροι απ’ όλους εμάς της ώριμης γενιάς, είσαστε εσείς οι ίδιοι, για Υ απαντήσετε σ' αυτό το ερώτημα. Γ ιατί το αντίκρυσμα της ζωής, που ζείτε τώρα σείς στα είκοσι χρόνια σας και στη σημερινή κρίσιμη θέση του κόσμου, εμείς δεν το ζήσαμε και ούτε μπορούσαμε να το ζήσουμε, όταν είμαστε στη δική σας θέση στα πανεπιστημιακά θρανία. Γ ι αυτό μπορείτε βέβαια ν' ακούσε- τε τί θα σας πούμε εμείς οι άλλοι, να τραβήξετε όμως το δρόμο, που θα νοιώσετε μέσα σας να σας δείχνει με εσωτερική αναγκαιότητα ο ίδιος ο εαυτός σας. Ν' ακολουθήσετε τη φωνή της συνείδησής σας, γιατί μέσα σ' αυτή θα μιλάει και κάτι πλατύτερο από το άτομό σας, η κοινωνική και ταξική συνείδηση, που ζει χωρίς άλλο μέσα σας.
Οι δρόμοι που ανοίγονται σήμερα μπροστά σας, δεν είνε πολλοί, είνε δυο. Είτε θελήσετε να τους αναγνωρίσετε είτε όχι, είτε προσπαθήσουν να σας τους κρύψουν μέσα στην ομίχλη ιδεαλι- στικών σοφισμάτων, οι δρόμοι, που ανοίγονται μπροστά σας, είνε και μένουν δυο: ή θα πάτε με το μέρος της συντήρησης και της αντίδρασης, ή
* Το άρθρο αυτό αποτελούοε γραφτή απάντηση του Δημήτρη Γληνού, σε έρευνα που έκανε το φοιτητικό περιοδικό «Μελέτη - Κριτική» σχετικά με τις πνευματικές κατευθύνσεις των νέων. Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 4 του περιοδικού, το Μάη του 1932.
Η αναδημοσίευσή του εδώ γίνεται όχι μόνο ως φόρος τιμής στο μεγάλο διανοητή του κομμουνιστικού μας κινήματος, αλλά και για την επικαιρότητα των απόψεων που παρουσιάζει, οι οποίες συναρτώνται άμεσα με τις θέσεις για την Παιδεία, που παρουσιάζονται στο Σχέδιο Προγράμματος του Κόμματος της Εργατικής Τάξης.
Διατηρήσαμε τη σύνταξη και την ορθογραφία του πρωτότυπου, αλλάζοντας μόνο το πολυτονικό σε μονοτονικό σύστημα.
θα πάτε με το μέρος της επανάστασης. Tertium non datur.
Μα θα μου πείτε: Τι δουλειά έχουμε μεις με την αντίδραση ή με την επανάσταση; Πολιτικάντηδες ήρθαμε να γίνουμε; Ηρθαμε να σπουδάσουμε μιαν επιστήμη και να ζήσουμε έπειτα στην κοινωνία με την άσκηση της επιστήμης αυτής. Τί δουλειά έχει η μελέτη της επιστήμης μας με την πολιτική;
Αλήθεια υπάρχουν άνθρωποι, που θα σας μιλήσουνε με φρίκη και αηδία και με έσχατη περιφρόνηση για την «πολιτική» και θα σας ξορκίσουνε να μην έχετε καμιά σχέση μ' αυτή την κατάρα του καιρού μας, την «πολιτική», που χώνει σαν τον Μεφιστοφελή την ουρά της στην «καθαρή φιλοσοφία», στην «καθαρή επι
t04 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
στήμη», στην «καθαρή τέχνη» κα τα μολύνει όλαΚα όμως κα όμως! Δεν πιστεύω να σας ξέφυγε,
αγαπητοί μου νέα, πόας κα άλλοι συμβουλάτορες, που προηγήθηκαν από μένα, ας αναφέρω τους κ. Λούβαρι, θεοδωρακόπουλο και Κανελλόπουλο, κάτω από τις βαθυστόχαστες φιλοσοφοντυμένες συμβουλές, που σας έδωκαν, δεν έκαμαν τίποτα άλλο από πολιτική, απ' αυτή την καταραμένη πολιτική, που πάει να χωθεί σήμερα και μέσα στο 2+2=4. Κα α τρεις τους κρατώντας από μια φιλοσοφική αγιαστούρα ξόρκιζαν τον «ιστορικό υλισμό» κα τίποτα άλλο. Εκαναν καθαρή, καθαρότατη, αλλά... ανομολόγητη πολιτική.
Εγώ πάλι από την άλλη μεριά πιστεύω, πως είνε των αδυνάτων αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς οπαο- δήποτε κλάδο της ανθρώπινης πνευματικής ενέργειας από την πολιτική. Γιατί ο άνθρωπος ούτε σαν άτομο (που ουσιαστικά δεν υπάρχει) ούτε σα σύνολο, μπορεί να μεταβληθεί ποτέ σ' ένα απλό κα μόνο θεωρητικό πλάσμα. Ζωή σημαίνει ενέργεια κα τρόπος ενέργειας. Τρόπος ενέργειας σημαίνει πολιτική, είτε συνειδητή, είτε όχι. Γιατί δεν υπάρχει ενέργεια του ανθρώπου, που δεν είνε κοινωνικά καθορισμένη. Ο τρόπος λοιπόν, που πραγματώνετα η ομαδική βούληση, είτε μέσα στις ομαδικές, είτε μέσα στις ατομικές ενέργειες, είνε πολιτική, αφού στον έναν τρόπο μπορεί να αντιταχθεί ένας άλλος τρόπος.
Μα ας εξετάσουμε τα ζητήματα κάπως ειδικότερα με τη δική σας περίπτωση. Ας υποθέσουμε λα- πόν, «έξω από κάθε πολιτική», όπ ο δρόμος που α- νοίγετα μπροστά σας και το μοναδικό χρέος που έχετε, είνε να γίνετε επιστήμονες. Τί είνε όμως επιστήμη; Θα μου απαντήσετε: «ένα συστηματοποιημένο σύνολο από γνώσες, που αναφέροντα σε μια περιοχή από φανόμενα του φυσικού κόσμου ή της ανθρώπινης κοινωνίας». Ωραία. Παός είνε λαπόν ο σκοπός σας, όταν λέτε πως πρέπει να γίνετε επιστήμονες; Θα μου απαντήσετε: «να οικειο- παηθούμε αυτό το συστηματοποιημένο σύνολο σε μια περιοχή του επιστητού κα V αποχτήσουμε την ικανότητα από τη μια μεριά να το πλουτίζουμε με νέες έρευνες κα από την άλλη να εφαρμόζουμε ένα μέρος από πς γνώσες αυτές για την ωφέλεια των συνανθρώπων μας». Ετα λοιπόν αντιλαμβάνεστε την κάθε επιστήμη σαν ένα άθροισμα από μερικές θεωρητικές κα πραχπκές ικανότητες, που θα σας προσπορίζουνε κα τα μέσα της ζωής σας.
Ο επιστήμονας είνε ουααστικά για σας ένας δεξιοτέχνης γιατρός, δικηγόρος, δάσκαλος, θεολόγος κλπ.
Μα εδώ αμέσως γεννιέτα μια σειρά από απορίες. Πώς δημιουργήθηκε αυτό το συστηματοποιημένο σύνολο από γνώσες, που το καλούμε επιστήμη; Γιατί έχει τούτη τη μορφή, που έχει σήμερα κα τούτη τη θέση, που έχει σήμερα στη ζωή;
Κα α απορίες αυτές μας φέρνουν αμέσως έξω από το γυάλινο πύργο της «καθαρής επιστήμης» κα μας οδηγούνε ν1 αναζητήσουμε τα κανωνικά αίτια, που ευνοούνε τη γέννηση, την ανάπτυξη κα τη θέση, που έχει σήμερα η κάθε επιστήμη στη ζωή.
Επειτα μια δεύτερη απορία. Με τον τρόπο της ζωής σας έξω από τον κύκλο αυτής της δεξιοτε- χνίας, που θα ασκείτε για επάγγελμα, δεν έχει να κάμει τίποτε η επιστήμη; Η επιστήμη διαλύεται σε ατομικές δεξιοτεχνίες και δεν επιδρά καθόλου α
πάνω στον τρόπο της ζωής, που πρόκειτα να ζή- σετε σα μέλη μας κοινωνίας; Η επιστήμη είνε χωρισμένη από τη ζωή;
Εδώ κα σεις α ίδιοι, όσα δεν είσαστε διαλεχπκοί ματεριαλιστές, μα κα η ολότητα ίσως από τους δασκάλους σας, θα απαντήσουνε μ’ ένα στόμα. Ncu\ Τη ζωή ρυθμίζουνε, θα σας πούνε, άλλες «αξίες», ηθικές, θρησκευτικές, κανωνικές, πολιτικές. Κα α αξίες αυτές δεν πηγάζουν από τη γνώση. Αρα η επιστήμη μπορεί να μελετάει τις αξίες σα δεδομένα, ποτέ όμως δε μπορεί να γίνει ρυθμιστής τους. Μα αν ρωτήσετε παά είνε η πηγή αυτών των αξιών, θα πάρετε πς πιο σκοτεινές, πς ruo αόριστες, πς πιο θολές απάντησες απάντησες, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλες οδηγούνε στο μυστήριο, στην αποκάλυψη, στο υπερκοσμικό κα φανταστικό.
Αυτή όμως η επίμονη τάση να χωριστεί η αξία, που ρυθμίζει τη ζωή από τη γνώση, φαντάζεσθε πως δεν είνε κα αυτή κανωνικά καθορισμένη; Είνε γνώρισμα όλων των κοινωνιών, που είνε χωρισμένες σε κοινωνικές τάξεις κα στηρίζοντα στην κυριαρχία μιας τάξης απάνω σπς άλλες. Κα το λόγο του χωρισμού θα τόνε δείτε παρακάτω.
Αν όμως ακολουθήσετε μια άλλη σειρά στοχασμών, θα φτάσετε σε διαφορετικό συμπέρασμα. Γ ια θέσετε παρακαλώ το ερώτημα, παά είνε η σχέση, που κάθε φορά, σε κάθε ιστορική στιγμή της ανθρωπότητας, υπάρχει ανάμεσα στο «είναι», στο «νοείν» κα στο «πράττειν»; Η μόνη απάντηση, που μπορείτε να έχετε σε μιαν αντικειμενική έρευνα του προβλήματος αυτού, είνε, πως σε κάθε στιγμή της ιστορικής διαδρομής, σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία, το «είναι», το «νοείν» κα το «πράττειν» είνε αλληλένδετα κα αλληλοεξαρτημένα. Το είναι, δηλαδή οι αντικειμενικοί όροι της ανθρώπινης ζωής, καθορίζουνε τη γνώση κα αυτή οδηγεί στην πράξη, που από την άλλη μεριά κι αυτή είνε κάθε φορά το κίνητρο και το κριτήριο της γνώσης. Κα η πράξη πάλι με τη γνώση μαζί επιδρούνε απάνω στην πραγματικότητα κα τήνε μεταβάλλουν.
Γ ι αυτό κα ότάν αλλάζουν οι αντικειμενικοί όροι κα δημουργιέτα νέα γνώση κα βγαίνει ένα κανούριο πρέπει, ξεσπάει η αντίθεση με το παλιό κα δη- μιουργιέτα η ανάγκη μιας κανούριας σύνθεσης. Γ ι αυτό κα η τάξη, που άρχει κάθε φορά, θέλει από τη μια μεριά να μονοπωλεί κα να κοντρολάρει τη γνώση, δηλαδή την επιστήμη κα από την άλλη μεριά να χωρίζει απ’ αυτή το «πρέπει» (το «πρέπει» που της συμφέρει) κα να το ανάγει σε θεία καταγωγή, για να μην επηρεαστεί από την αλλαγή της γνώσης (δέκα εντολές δοσμένες από το Θεό στο Μωυσή, ηθικός νόμος, που πηγάζει από την υπερβατική φύση του ανθρώπου κλπ. κλπ ).
Αν αυτό είνε έτα, τότες η αντίληψη, που περιορίζει την έννοια της επιστήμης στην κατάχτηση μας περιορισμένης περιοχής του επιστητού, ξεχωρι- σμένης με ανικά τείχη από κάθε γενική επισκόπηση του επιστητού κα από την άλλη μεριά χωρίζει με στεγανά και αδιαπέραστα χωρίσματα την επιστήμη από τη ρύθμιση της ζωής, η αντίληψη λαπόν αυτής της «καθαρής επιστήμης» είνε και αυτή μια «πολιτική αντίληψη» της επιστήμης. Οπερ έδει δεί- ξα.
Δικαούμαστε λοιπόν σ' αυτή την αντίληψη της επιστήμης ν’ αντιτάξουμε τη δική μας, που δε χωρί
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 105
Ρ ^ * 6 ι κ ι α π κ ε τΑ ί / C T A N * Η θ Κ ϋ ΣI α* ΑΙ * ΑδΗί:
ζει την επκτήμη από τη ρύθμιση της ζωής. Και την αντίληψη τούτη για την ενότητα επιστήμης και πράξης τη βλέπουμε να εφαρμόζεται πέρα για πέρα στη μόνη χώρα, που θέτει τα θεμέλια μιας νέας αταξικής κοινωνίας, που καταργεί την εκμετάλλε- ψη και βαδίζει προς τον κομμουνισμό, δηλαδή στη Σοβιετική Ενωση
Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή η σπουδή της επιστήμης είνε αναπόσπαστα ενωμένη με γενική θεώρηση της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Και η γενική αυτή θεώρηση είνε μα επιστημονική φιλοσοφία.
Επιστήμονας χωρίς τέτια γενική επιστημονική κοσμοθεωρία είνε ένας απλός δεξιοτέχνης, ένας επαγγελματίας, πολύ κατώτερος από έναν εργάτη, γιατί ο τελευταίος, όταν είνε συνειδητός, έχει, έστω και στις γενικές γραμμές, την επιστημονική θεώρηση του κόσμου.
Με την έννοια αυτή μπορώ λοιπόν να σας πω κ' εγώ: Ο δρόμος, που ανοίγεται μπροστά σας είνε να γίνετε επιστήμονες. Μου αρκεί αυτό. Γιατί είμαι βέβαιος, πως τότες τα εννιά δέκατα από σας θα δεχτούνε για μόνη επιστημονική κοσμοθεωρία, που θα τους ικανοποιήσει το διαλεχπκό ματεριαλισμό
Κ' έτσι λέγοντάς σας να γίνετε αληθινοί επιστήμονες, είνε το ίδιο σα να σας λέω: Γενείτε οπαδοί του διαλεχνκού υλισμού.
Κ' έχω τούτη την πεποίθηση, γιατί αυτός είνε και ο μόνος γνήσιος κοινωνικός σας καθορισμός
Αλήθεια! Σκεφτείτε λιγάκι Από πού έρχεστε σεις. παιδιά μου; Από ποιά κοινωνικά στρώματα; Πού ανήκετε; Το μεγαλύτερο πλήθος από σας είνε φτωχά παιδιά Η αστική τάξη βέβαια υψώνει μπροστά στα μάτια όλων σας το τίμημα της προδοσίας: θέσεις κρατικές, πελατεία, αξιώματα, τίτλους, για να γίνετε οι πνευματικοί στυλοβάτες της. Ενα τραγικό παιδομάζωμα! Ετσι και οι γιανίτσαροι γίνονταν α πιο φανατικοί διώχτες των χριστιανών, όπως τα παιδιά των φτωχών, που σπουδάζουν στα πανεπιστήμια και αλλάζουν κοινωνική κατάσταση, γίνου- νται οι πιο φανατικοί αντιδραστικοί.
Αν όμως ακούσετε τί σας λέει κατάβαθα το αίμα σας, δε θ' αλλαξοπιστήσετε, δε θα προδώσετε τη τάξη σας. Θα πάτε με το μέρος των φτωχών και θά- γωνιστείτε και σεις για να θεμελιώσετε τη νέα ζωή
Και τότε θα βαδίσετε με βήμα ακλόνητο στο μόνο δρόμο, που αληθινά ανοίγεται μπροστά σας
106 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Η κρίση του αστογραφειοκρατικού
συνδικαλισμού η αναγκαιότητα της ρήξης
και η ταξική ανασυγκρότηση• Η εργατική τάξη έχει γυρίσει τις πλάτες της στα αστικοποιημένα συνδικάτα
Η οργανωτική ρήξη είναι ήδη γεγονός · Θεσμός του αστικού κράτους έχει γίνει ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός. Οπλο του οι πελατειακές σχέσεις
• Χρέος του ταξικού συνδικαλισμού να δώσει πολίτικο ιδεολογικό περιεχόμενο και να αποκρυσταλλώσει οργανωτικά τη ρήξη που έχει
συντελεστεί αυθόρμητα
Η ΘΕΣΗ της ΣΑΚΕ και της ΤΑζΑΝ για πλήρη ρήξη με τον αστογραφειοκρατικό συνδικαλισμό, ώστε να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί η ταξική ανασυγκρότη
ση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, εξακολουθεί ακόμη να θεωρείται «αιρετική».
Δεν αναφερόμαστε βέβαια στις ηγετικές ομάδες των τάσεων του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, που είναι απόλυτα φυσικό (στα πλαίσια της στοιχειώδους αυτοπροστασίας τους) να αντιμάχονται αυτή την προγραμματική και ταχτική πρόταση, αλλά σε άτομα και ομάδες, που στέκονται σε
ταξικές θέσεις. Από μια άποψη, όλη η ταξική ασυνέπεια και ταλάντευση αυτών των ομάδων συμπυκνώνεται στην αδυναμία τους να κατανοήσουν τη γραμμή της πλήρους ρήξης και στην εξ αυτής πη- γάζουσα άρνησή τους να την υιοθετήσουν και να την εφαρμόσουν στην_πράξη μέσα στο κίνημα, σε συνεργασία με την ΤΑ-ΑΝ.
ΟΤΑΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ του ζητήματος, αυτή συνήθως επικεντρώνεται στην οργανωτική διάστασή του. Η οργανωτική ρήξη κατανοείται (αδιάφορο αν αυτό γίνεται σκόπιμα ή από αδυναμία κατανόησης) σαν γραμμή «εγκατάλειψης των ρεφορμιστικών συνδικάτων». Εγκαλείται μάλιστα ακόμη και ως «αναρχοσυνδικαλιστική-·!1
ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ να επανέρθουμε σ' αυτό το ζήτημα, όχι τόσο για να διευκρινίσουμε την πρότασή μας και για οργανωτική ρήξη (αυτή έχει διατυπωθεί αναλυπκότατα και χωρίς να αφήνει την παραμικρή ασάφεια, σε σωρεία κειμένων2), αλλά κύρια για να τη στηρίξουμε με περισσότερα στοιχεία.
1. Δες σ' αυτό το τεύχος την πολεμική σχετικά με κά- ποιες απόψεις των μαοϊκών οργανώσεων2 Ενδεικτικά, δες πς σχετικές αναλύσεις στο 3ο και στο 4ο τεύχος της ΜΑΛΕΠ.
Τα δυο άρθρα που περιέχονται σ' αυτό ίο τμήμα του περιοδικού γράφτηκαν το Δεκέμβρη του 1992. Επειδή δεν έγι- νε κατορθωτό να κυκλοφορήσει η ΜΑΛΕΠ τότε, το πρώτο άρθρο κυκλοφόρησε σε περιορισμένο αριθμό φωτοαντιγράφων, που διανεμήθηκαν από συντρόφους της ΤΑΞΑΝ.
Το δεύτερο άρθρο, άρθρο πολεμικής, ξεκινά από ένα γεγονός, που έγινε πριν περίπου ένα χρόνο, όχι για να το αναλύσει σαν τέηο, αλλά για να αναφερθεί γενικά στις αντιλήψεις που αρνούνται την αναγκαιότητα της ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία
Κρίθηκε λοιπόν σκόπιμη η δημοσίευση αυτών των δυο άρθρων σε τούτο το τεύχος, επειδή - μολονόη αναφέρονται σε ζητήματα ταχτικής - παρουσιάζουν σημαντική συνάφεια με τα ζητήματα του προγράμματος.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 107
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Γ ιατί η οργανωτική ρήξη έχει ήδη συντελεστείαυθόρμητα, είναι γεγονός «της ζωής» πια, και εκείνο που αποτελεί το κύριο καθήκον του ταξικού συνδικαλισμού είναι να μπορέσει να την εκφράσει, πολιτικά ιδεολογικά και οργανωτικά. Δηλαδή να μετασχηματίσει την αυθόρμητη αποστροφή των εργατών και εργαζόμενων μισθωτών προς τα α- στογραφειοκρατικά συνδικάτα σε συνειδητή ταξική στράτευση.
ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΖΗΤΗΜΑ, με το οποίο συσκοτίζεται η ουσία του προβλήματος είναι ο διαχωρισμός ανάμεσα σε πρωτοβάθμια σωματεία και δευτεροβάθμιες - τριτοβάθμια οργανώσεις. Πρέπει και σ' αυτό να δοθεί μια πιο αναλυτική απάντηση, γιατί η σύγχυση είναι τεράστια και εξίσου τεράστια η βοήθεια που προσφέρεται στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, ώστε να μπορεί να διαιωνίζει και να αναπαράγει το σύστημά της. (Η έμφαση στη λέξη σύστημα δεν δίνεται τυχαία. Μόνο αν κατανοήσει κανένας τον αστογραφειοκρατικό συνδικαλισμό σαν σύστημα, δηλαδή σαν ένα εξουσιαστικό σύνολο, που έχει τα επιμέρους κέντρα του, με τις αντιθέσεις και τη σχετική τους αυτονομία, μπορεί να συνειδητοποιήσει το ψευδεπίγραφο της αντίθεσης ανάμεσα σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια - τριτοβάθμιο συνδικάτα).
Η εργατική τάξη γυρίζει την πλάτη στα αστικοποιημένα συνδικάτα
Η ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΡΗΞΗ της πλειοψηφίας των εργαζόμενων με τα αστικοποιημένα συνδικάτα έχει ήδη συντελεστεί κι αυτό αποδείχνεται από την απομαζικοποίηση και τη συρρίκνωση αυτών των συνδικάτων. Ο Πίνακας I, που περιγράφει την εξέλιξη της «δύναμης» του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, του μεγαλύτερου και αντιπροσωπευτικότερου ως προς τη σύνθεσή του Εργατικού Κέντρου της χώρας, μας δίνει μια σαφή εικόνα αυτής της
συρρίκνωσης.Πριν προχωρήσουμε στην αναλυτική διερεύνηση
των δεδομένων του πίνακα, πρέπει να δώσουμε κάποιες απαραίτητες διευκρινίσεις.
ΠΡΩΤΟ: Οι αριθμοί ασφαλώς και δεν επαρκούν από μόνοι τους για να περιγράψουν σύνθετες κοινωνικές διεργασίες. Χρησιμεύουν όμως σαν βάση για την ανάπτυξη συλλογισμών και επιχειρημάτων και την επιβεβαίωση συμπερασμάτων της πολιτικής ανάλυσης.
ΔΕΥΤΕΡΟ: Η μείωση της δύναμης ενός συνδικαλιστικού κινήματος δεν σημαίνει παντού και πάντα οργανωτική ρήξη της τάξης με τα συνδικάτα της. Και ένα ταξικά συγκροτημένο συνδικαλιστικό κίνημα μπορεί να έχει σε κάποια φάση της ζωής του μείωση δύναμης, οφειλόμενη σε διάφορους λόγους. Ομως εδώ δεν έχουμε απλώς μείωση, αλλά ραγδαία συρρίκνωση, η οποία πρωταρχικά ο- φείλεται όχι σε εξωγενείς παράγοντες, που πάντα είναι αναστρέψιμοι, αλλά σε ενδογενείς παράγοντες, που συνιστούν αυτό που ονομάζουμε αστικοποίηση.
ΑΣ ΔΟΥΜΕ όμως αναλυτικά τα δεδομένα.Η μελέτη μας αναφέρεται στην εξέλιξη της
«δύναμης» του ΕΚΑ σε αριθμό σωματείων, σύνολο εγγεγραμμένων μελών των σωματείων του, σύνολο μελών που είναι ταμειακώς ταχτοποιημένα και σύνολο μελών που συμμετείχαν στις εκλογές, κατά την περίοδο 1983 - 1992. Η περίοδος αυτή δεν έχει επιλεγεί τυχαία. Πρόκειται κατ’ αρχήν για μια περίοδο αντιπροσωπευτική από άπο- ΨΠ κυβερνήσεων (κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, Τζαννετά- κη, Ζολώτα, ΝΔ), αλλά κυρίως για μα περίοδο στη διάρκεια της οποίας ολοκληρώνεται το πέρασμα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας από τον ρεφορμιστικό διεκδικητισμό στην πλήρη αστικοποίηση.
Ο ΑΡΙΘΜΟΣ των Σωματείων μελών του ΕΚΑ (στήλη 2) μέσα σ' αυτή τη δεκαετία πέφτει στο μι-
ΠΙΝΑΚΑΣ I Εξέλιξη της «δύναμης» του Εργατικού Κέντρου Αθήνας3
ΧΡΟΝΟΣ(2)
ΑΡΙΘΜΟΣΣΩΜΑΤΕΙΩΝ
(3)ΕΓΓΕΓΡΑΜ.
ΜΕΛΗ(4)
ΤΑΜΕΙΑΚΩΣΕΝΤΑΞΕΙ
(5)ΠΟΣΟΣΤΟ
(4) / (3)
(6)ΨΗΦΙΣΑΝΤΑ
ΜΕΛΗ(7)
ΠΟΣΟΣΤΟ(6) / (3)
(8)ΠΟΣΟΣΤΟ
(6) / (4)
1983 765 426.748 344.971 80,83% 260.183 60,97% 75,42%
1986 637 350.947 278.024 79,22% 208.445 59,40% 74,97%(-16,7%)
528
(·Ί7,8%) (-19,4%) Μ 9.9%)
1989 334.174 253.649 75,90% 183.087 54,79% 72,18%5-17.1%) (-4 8%) (-8,8%) ί-12,2%)
1992 382 280.021 197.445 70,51% 137.665 49,16% 69,72%, 2 f- (-16,2%) ; -22 (-24.8%)
3. Τα στοιχεία έχουν παρθεί από τα επίσημα πραχτικά των συνεδρίων του ΕΚΑ. Η στατιστική επεξεργασία είνα δική μας.
10» ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
σό. Από 765 που ήταν το 1983 έπεσαν στα 382 στο τελευταίο συνέδριο (Οκτώβρης 1992). Υπάρχουν μια σειρά παράγοντες που συνετέλεσαν σ' αυτή τη μείωση, όπως το κλείσιμο επιχειρήσεων, προβληματικών και μη, η συγχώνευση σωματείων, η μονιμοποίηση εργατών δήμων και νοσηλευτικών, που οδήγησε σε διάλυση σωματείων. Ο βασικότερος όμως παράγοντας είναι ο μαρασμός και η διάλυση δεκάδων επιχειρησιακών σωματείων.
Ο εργοστασιακός και γενικότερα ο επιχειρησιακός συνδικαλισμός, που γνώρισε πρωτοφανή άνθιση τα μεταπολιτευτικά χρόνια, τσακίστηκε κυριολεκτικά από τη βία των καπιταλιστών. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία των δευτεροβάθμιων οργανώσεων και της ΓΣΕΕ δεν έδωσε στην ουσία καμιά μάχη για την υπεράσπιση του εργοστασιακού συνδικαλισμού, όπως αποδείχτηκε σε δεκάδες περιπτώσεις.
Ταυτόχρονα, αυτή η εξέλιξη διαλύει και το μύθο του δήθεν φιλεργατικού νόμου 1264/82, που υποτίθεται πως προστάτευε την ελεύθερη συνδικαλιστική δράση. Για μια ακόμη φορά αποδείχτηκε, όπ η ταξική πάλη είναι αυτή που κρίνει τις εξελίξεις. Και στην περίπτωση που εξετάζουμε, η ταξική πάλη έγειρε την πλάστιγγα προς τη μεριά των καπιταλιστών, όχι μόνο γιατί αυτοί είχαν με το μέρος τους τη δύναμη του χρήματος και του κράτους, αλλά και γιατί απέναντι τους υπήρχε μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που βαθμιαία απαγγιστρω- νόταν από τις «βαρβαρότητες» της ταξικής πάλης (έστω και σε ρεφορμιστική κατεύθυνση) και αποθέωνε τον «κοινωνικό διάλογο».
ΤΟ ΧΤΥΠΗΜΑ του εργοστασιακού και επιχειρησιακού συνδικαλισμού αντικαθρεφτίστηκε και στη δύναμη ως προς τα εγγεγραμμένα μέλη, που
μειώνονταν χρόνο με το χρόνο κα το 1992 έφτα- σαν να είναι μόνο το 65% των εγγεγραμμένων μελών του 1983 (στήλη 3 του Πίνακα I).
Η μείωση των εργαζόμενων που είναι γραμμένοι στα συνδικάτα οφείλεται βέβαια και στην αύξηση της ανεργίας και σ' ένα κάποιο βαθμό στις μονιμοποιήσεις εργαζόμενων, που πέρασαν στις δημοσιοϋπαλληλικές οργανώσεις (ΟΤΑ, νοσοκομεία και γενικότερα πρώην συμβασιούχοι του δημοσίου). Εδώ όμως μιλάμε για μια μείωση σχεδόν 147.000 μελών, που ξεπερνά κατά πολύ τις επιπτώσεις της ανεργίας και των μονιμοποιήσεων.
Η ΕΞΕΛΙΞΗ των εγγεγραμμένων στα συνδικάτα αποτελεί ένδειξη της απομαζικοποίησης, όμως δεν αντικαθρεφτίζει με ακρίβεια τις πραγματικές εξελίξεις. Γιατί οι εκκαθαρίσεις μητρώων είναι σπάνιες, όπως θα δούμε αναλυτικά παρακάτω. Η πραγματική μείωση δηλαδή είναι ακόμα μεγαλύτερη. Από τη μείωση των εγγεγραμμένων μπορεί να βγάλουμε δυο σίγουρα συμπεράσματα.
ΠΡΩΤΟ, ότι οι εργαζόμενοι των επιχειρησιακών σωματείων, που έκλεισαν, δεν συνδικαλίστηκαν ξανά (στα κλαδικά συνδικάτα). Και δεύτερο, όπ δεν ανανεώθηκε η σύνθεση των συνδικάτων. Ολη αυτή την περίοδο δηλαδή, η νέα βάρδια της εργατικής τάξης, που αντικαθιστούσε στην παραγωγή τους συνταξιοδοτούμενους, δεν τους αντικαθιστούσε και σαν μέλη των συνδικάτων. Ολοένα και πιο πολύ απομακρυνόταν απ' αυτά τα συνδικάτα. Κι αυτό είναι οργανωτική ρήξη.
ΑΚΡΙΒΕΣΤΕΡΗ εικόνα για τις εξελίξεις μας δίνουν οι στήλες που αναφέρονται στα ταμειακώς ταχτοποιημένα μέλη (στήλη 4) και σ' αυτά που συμμετείχαν στις εκλογές των συνδικάτων (στήλη 6). Η πορεία είναι και εδώ φθίνουσα και μάλιστα
Η εικόνα όταν σχεδόν καθημερινή, για αρκετά χρόνια. Εργάτες κα ι εργάτριες εργοστασίων, μέλη πρωτοβάθμιων σωματείων, αγω νίζονταν μόνοι, απομονω μένοι, έχοντας μόνο την... αμέριστη συμπαράσταση στα λόγια της συνδικαλιστικός γραφειοκρατίας. Η σύγκρουση ήταν σφοδρό κα ι η ζυγαριά έγειρε υαέρ των καπιταλιστών.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 109i i i l l
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
με γοργότερους ρυθμούς. Ετσι, τα ταμειακώς ταχτοποιημένα μέλη των συνδικάτων του ΕΚΑ ήταν το 1992 το 57% των ταμειακώς ταχτοποιημένων του 1983 (197.445 αντί για 344.971), ενώ αυτά που ψήφισαν στις εκλογές ήταν το 1992 μόλις το 53% αυτών που είχαν ψηφίσει το 1983 (137.665 αντί για 260 183)
ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ λοιπόν είναι, ότι μειώνεται συνεχώς ο αριθμός των εργατών και εργαζόμενων, που είναι γραμμένοι στα συνδικάτα, ότι μειώνεται σε μεγαλύτερο ποσοστό ο αριθμός αυτών που πληρώνουν τη συνδρομή τους και σε ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό ο αριθμός αυτών που παίρνουν μέρος στις εκλογές. Ετσι, όπως φαίνεται στη στήλη 5 του Πίνακα I, το 1983 πλήρωνε τη συνδρομή του το 80,83% των εγγεγραμμένων μελών, το 1986 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 79,22%, το 1989 στο 75,9% και στο 1992 στο 70,51%. Αντίστοιχα, όπως φαίνεται στη στήλη 7 του ίδιου πίνακα, το 1983 συμμετείχε στις εκλογές το 60,97% των εγγεγραμμένων μελών, το 1986 το 59,4%, το 1989 το 54,79% και το 1992 ψήφισε μόλις το 49,16% των εγγεγραμμένων στα συνδικάτα μελών.
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ παρουσιάζει ακόμη και η στήλη 8 του Πίνακα I, όπου φαίνεται η σχέση ανάμεσα στα ταμειακώς εντάξει μέλη και σ' αυτά που ψηφίζουν στις εκλογές Σχέση που και πάλι είναι φθίνουσα, ξεκινώντας από το 75,42% το 1983 και φτάνο-
ντας στο 69,72% το 1992 Βλέπουμε δηλαδή, ότι στις εκλογές των συνδικάτων συμμετέχουν όλο και λιγότεροι ακόμη και απ' αυτούς, που η συνδικαλιστική γραφειοκρατία καταφέρνει να τους εισπράττει τη συνδικαλιστική συνδρομή.
Αυτή η επισήμανση παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αν προχωρήσουμε την ανάλυσή μας σε μεγαλύτερο βάθος Στη δύναμη του ΕΚΑ είναι γραμμένα και τα μεγαλύτερα σωματεία του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Τα σωματεία αυτά, επειδή έχουν υποχρεωτική συνδικαλιστική συνδρομή (σύστημα check of - παρακράτηση της συνδρομής από τον εργοδότη), παρουσιάζουν ταύτιση των εγγεγραμμένων με τα ταμειακώς ταχτοποιημένα μέλη. Ταυτόχρονα παρουσιάζουν και υψηλό ποσοστό συμμετοχής στις εκλογές. Ετσι, επηρεάζουν προς τα πάνω το μέσο όρο όλης της δύναμης του ΕΚΑ και η απομαζικοποίηση εμφανίζεται πιο συγκροτημένη.
ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ καπιταλιστικό τομέα η εικόνα είναι πολύ χειρότερη από το μέσο όσο του ΕΚΑ, γεγονός που μας αποκαλύπτει όλη την κρίση του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, την εγκατάλειψή του από τους εργαζόμενους και ειδικότερα από τη νέα γενιά.
Στον Πίνακα II παρακολουθούμε την πορεία μιας σειράς από τα μεγαλύτερα κλαδικά συνδικάτα του ΕΚΑ. Στον πίνακα δεν περιλαμβάνεται το 1983, γιατί μεταξύ 1983 και 1986 έχουν γίνει μια σειρά
ΠΙΝΑΚΑΣ II Εξέλιξη της «δύναμης» ορισμένων κλαδικών σωματείων του ΕΚΑ
TVMAIIf ΔΤΠ 1986 1989 1992ί τ ronirvM I U
ΕΓΓΕΓΡ ΤΑΜΕΙΑ. ΨΗΦΙΣΑ ΕΓΓΕΓΡ ΤΑΜΕΙΑ ΨΗΦΙΣΑ ΕΓΓΕΓΡ ΤΑΜΕΙΑ ΨΗΦΙΣΑ.
ΑΕ και Γραφείων 2.663 1.416 850 2.302 1.319 886 2.275 257 247Ασφαλιστ Επιχ. 1.646 1.646 565 1.934 750 691 1.934 755 403Εμπορ. Τροφίμων 1 877 1.676 736 1.571 1.500 1.183 1.990 1.990 846Ηλεκτρολόγων 772 532 148 1.105 650 311 2.328 800 534Μαγείρων 2.741 1 500 1.014 3 085 1.134 762 2.714 800 507-ενοδοχουπαλ 3 439 1.992 1.494 4.505 1.810 1.174 5.218 1.500 973Πετρελ και Υγρ. 855 762 672 850 850 488 704 647 316Ιμαπσμού 2.090 1.110 952 2.172 1.050 864 2691 379 377Εργοδ. Σχεδιαστ. 1.011 700 328 1 034 494 247 1.100 258 168Φαρμακουπαλλήλ. 1.866 670 420 1.961 638 431 2.157 360 253Εμπορούπαλλήλ. 3.975 1.027 878 2.638 925 712 2.883 443 363Εσταιατορίων κλπ 3.367 1.450 1.211 2.559 1.100 849 2.784 1.000 664Κλωστουφαντουρ. 1.951 1.240 855 4.312 1.577 971 1.917 367 339Λιθογράφων κλπ. 3.041 1 836 1.771 4.000 1.600 1.272 1.560 1.050 795Λογιστών 4.871 2.521 1.610 3.774 2.200 1.169 3.133 1 777 963Μετάλλου 4017 1.823 1.611 3.374 1.369 1.133 1.512 512 408ζύλου 1.946 621 589 2223 548 357 2.314 180 152Δέρματος 4 070 1.148 864 4.181 1.253 812 4.500 600 392Οικοδόμων 24.298 18.964 18 246 36137 20.834 18 645 40 883 22.530 15.643
ΣΥΝΟΛΟ 70.496 42.634 34.814 83717 41.601 32.957 84.597 36.205 24.343
% ΣΥΝΟΛ. ΕΚΑ 20.1% 15 3% 16.7% 25.1% 16.4% 18% 30.2% 18.3% 17.7%
% ΕΓΓΕΓΡΑΜΜ.
ΣΥΝΟΛΟ ΕΚΑ
60.5%
79.2%
49.1%
59.4%
49.7%
75.9%
394%
54.8%
42.8%
70.5%
28.8%
49.2%
115 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
συγχωνεύσεις συνδικάτων κι έτσι η σύγκριση δεν θα ήταν ακριβής. Φροντίσαμε το δείγμα να είναι όσο το δυνατόν αντιπροσωπευτικότερο. Δηλαδή να περιέχει και βιομηχανικά συνδικάτα και συνδικάτα από το χώρο του εμπορίου και των υπηρεσιών. Πρόκειται για ένα δείγμα ιδιαίτερα μεγάλο, αφού το 1986 αντιπροσώπευε το 20,1% της συνολικής εγγεγραμμένης δύναμης του ΕΚΑ και το 1992 αντιπροσώπευε το 30,2%.
ΑΠΟ ΠΡΩΤΗ ΑΠΟΨΗ εμφανίζεται ένα παράδοξο φαινόμενο. Ο αριθμός των εγγεγραμμένων μελών αυξάνεται (έστω και λίγο), ενώ ο αριθμός των ταμειακώς ταχτοποιημένων και των ψηφισάντων μειώνεται. Υπάρχει όμως η εξήγηση. Τα συνδικάτα αυτά δεν κάνουν εκκαθάριση των μητρώων τους, γι' αυτό και οι ελάχιστες νέες εγγραφές προστίθενται στην πληθώρα των αδρανοποιημέ- νων μελών και εμφανίζεται να αυξάνεται η δύναμη των εγγεγραμμένων, που όμως δεν είναι και πραγματική δύναμη. Οταν γίνεται εκκαθάριση, τότε πραγματικά εμφανίζεται πολύ μειωμένη η δύναμη των εγγεγραμμένων μελών. Προσέξτε για παράδειγμα το Συνδικάτο Μετάλλου, που έχει κάνει εκκαθάριση των μητρώων του. Από 4.017 και 3.374, που ήταν τα εγγεγραμμένα μέλη το 1986 και το 1989 αντίστοιχα, μειώθηκαν στα 1.512 (κάτω από τα μισό) το 1992, αφού στο μεταξύ μεσολάβησε εκκαθάριση του μητρώου μελών. Κι απ' αυτά ταχτοποιήθηκαν ταμειακά 512 μέλη και ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές μόλις 408 (το 27%)!
Οι γραφειοκράτες των συνδικάτων κάνουν από καιρού εις καιρόν (συνήθως στις παραμονές εκλογών) κάποιες εξορμήσεις, γράφουν κάποια μέλη στα συνδικάτα, τα οποία όμως μένουν απλά εγγεγραμμένα μέλη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, με τη χρήση των γνωστών κακόφημων ΕΟΚικών προγραμμάτων (μέσω των Ομοσπονδιών βασικά) καταφέρνουν να στήσουν έναν πελατειακό μηχανισμό και να κρατήσουν γύρω από τα απονεκρωμέ- να συνδικάτα έναν αριθμό εργαζόμενων.
ΥΠΑΡΧΕΙ ένα Συνδικάτο που έχει οργανώσει καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο τον πελατειακό μηχανισμό του και μας δίνει την πιο παραστατική εικόνα για τις πραγματικές τάσεις του αστογρα- φειοκρατικού συνδικαλισμού: το Συνδικάτο Οικοδόμων (τελευταίο στη σειρά στον Πίνακα II). Στο συνδικάτο αυτό λοιπόν εμφανίζεται όχι μόνο αύξηση των εγγεγραμμένων μελών, αλλά αύξηση και των ταμειακώς εντάξει. Αντίθετα, αυτοί που ψηφίζουν στις εκλογές συνέχεια λιγοστεύουν και μάλιστα με ρυθμό πολύ μεγαλύτερο απ' αυτόν που αυξάνουν τα εγγεγραμμένα και τα ταμειακώς εντάξει μέλη. Ετσι, το 1986 ψήφισε το 75,1% των εγγεγραμμένων μελών, το 1989 ψήφισε το 51,6% και το 1992 ψήφισε μόλις το 38,3%.
Η εξέλιξη αυτή δεν είναι καθόλου παράδοξη. Χρησιμοποιώντας τα τελευταία χρόνια σαν όπλο τη χορήγηση της κάρτας προτεραιότητας για το χειμερινό επίδομα των Οικοδόμων, η γραφειοκρατία του κλάδου εισπράττει υποχρεωτικά τη συνδικαλιστική συνδρομή και γράφει τους εργάτες στα Συνδικάτα Τους γράφει όμως σαν πελάτες μιας υπηρεσίας και όχι σαν ενεργά μέλη, γεγονός που αντικαθρεφτίζεται στη συνεχή μείωση αυτών που ψηφίζουν.
ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ, πρέπει να σημειώσουμε, όπ
έχουμε στη διάθεσή μας στατιστική που περιέχει μόνο αυτά τα μεγέθη (εγγεγραμμένοι, ταμειακώς εντάξει, ψηφίσαντες) Αν υπήρχε σταπστική, που να μας έδινε πόσοι συμμετείχαν σπς Γενικές Συνελεύσεις, στις συγκεντρώσεις, γενικότερα στη ζωή των συνδικάτων, τα πράγματα θα ήταν ακόμη χειρότερα για τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Γ ιατί μπορεί να ψηφίζουν δεκαπεντέμιση χιλιάδες εργάτες σπς εκλογές του Συνδικάτου Οικοδόμων, όμως στις Γενικές του Συνελεύσεις συμμετέχουν από 500 μέχρι 700 άτομα.
ΣΕ ΣΧΕΣΗ με την ομάδα των Συνδικάτων του Πίνακα II, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συγκρίσεις των δυο τελευταίων γραμμών Στην προ τελευταία γραμμή εμφανίζεται το επί τοις εκατό ποσοστό των ταμειακώς εντάξει και των ψηφισάντων μελών, ως προς το σύνολο των εγγεγραμμένων και στην τελευταία γραμμή εμφανίζεται το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο του ΕΚΑ (παρμένο από τον Πίνακα I). Βλέπουμε λοιπόν, όπ το ποσοστό ταμειακώς εντάξει και ψηφισάντων στα μεγαλύτερα πρωτοβάθμια συνδικάτα του ιδιωτικού καπιταλιστικού τομέα είναι πολύ μικρότερο από το μέσο όρο του ΕΚΑ. Γεγονός που έρχεται να επιβεβαιώσει ένα συμπέρασμα που βγάλαμε παραπάνω: ότι η εικόνα της απομαζικο- ποίησης του ΕΚΑ εμφανίζεται πιο συγκροτημένη χάρη στη συμμετοχή των συνδικάτων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Οτι στα συνδικάτα του ιδιωτικού καπιταλισπκού τομέα υπάρχει πλήρης απο- μαζικοποίηση.
ΑΚΟΜΗ, ο Πίνακας II δίνει και μια αποστομωτική απάντηση στους γραφειοκράτες του Περισσού, που παρουσιάζουν τη μεγάλη πτώση της δύναμής τους στο αστογραφειοκρατικό συνδικαλιστικό κίνημα σαν αποτέλεσμα της «κλοπής ψήφων» εκ μέρους του ΣΥΝ, μετά τη διάσπαση Σ' αυτά τα κλαδικά συνδικάτα είναι συγκεντρωμένη η μεγάλη δύναμη της ΕΣΑΚ. Και η απομαζικοποίησή τους είναι αυτή που κύρια στερεί από τους γραφειοκράτες του Περισσού τα «κουκιά» στα συνέδρια των δευτεροβάθμιων οργανώσεων, σε αντίθεση με την ΠΑΣΚΕ και τη ΔΑΚΕ, που έχουν μεγάλη δύναμη στα συνδικάτα του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
ΤΕΛΟΣ, η χρονική κλιμάκωση της απομαζικο- ποίησης του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, όπως εμφανίζεται στους Πίνακες I και II, έρχεται να επιβεβαιώσει την ανάλυσή μας για το πέρασμα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας από τον ρεφορμιστικό διεκδικητισμό στην πλήρη αστικοποίηση. Και το διάστημα 1986 - 89, αλλά ιδιαίτερα το διάστημα 1989 - 92, είναι οι περίοδοι της μεγάλης κρίσης. Είναι η περίοδος όπου η συνδικαλιστική γραφειοκρατία ολοκληρώνει την αστικοποίησή της. Οι παλιοί εργατοπατέρες της δεξιάς φεύγουν από τη μέση και εμφανίζεται η ΔΑΚΕ. Γίνεται η διάσπαση του 1985 και εμφανίζεται από τη μια ο νέου τύπου κυβερνητικός συνδικαλισμός της ΠΑΣΚΕ και από την άλλη τα «ανππροσωπευ- πκά προεδρεία·· της ΕΣΑΚ με τη ΔΑΚΕ Το ΠΑ- ΣΟΚ περνάει το πρόγραμμα σκληρής λιτότητας του 1985 - 87, χωρίς ο ανππολιτευόμενος συνδικαλισμός να υψώσει καμιά ουσιαστική αντίθεση. Εχουμε την «ήπια» λιτότητα του 1988 - 89 και τη «μεσοβασιλεία» των κυβερνήσεων Τζαννετάκη και Ζολώτα, όπου η συνδικαλισπκή γραφειοκρατία ο
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 111
ΕΡΓΑ ΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
λοκληρώνεται σαν «κοινωνικός εταίρος» των καπιταλιστών, σαν ένα από τα βάθρα του αστικού συστήματος εξουσίας. Και τέλος, έχουμε τη γραφειοκρατία απέναντι στην επέλαση της κυβέρνησης της ΝΔ, με το διετές «μορατόριουμ» με το ΣΕΒ, με την υπονόμευση και το χτύπημα κάθε ουσιαστικής ταξικής αντίστασης στη νεοσυντηρητι- κή βαρβαρότητα.
ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ απόλυτα λογική η εγκατάλειψη των αστικοποιημένων συνδικάτων από τη μεγάλη πλειοψηφία των εργατών και εργαζόμενων, ειδικά από τη νέα γενιά, αφού δεν βλέπουν σ' αυτά τα συνδικάτα τον υπερασπιστή των ταξικών τους συμφερόντων. Η άποψη «μας πούλησε η ΓΣΕΕ» ακούγεται όλο και πιο συχνά από εργατικά χείλη, άδικά μετά από αγώνες που ξεκίνησαν με αξιώσεις και σημαντική δυναμική, για να οδηγηθούν βαθμιαία στον εκφυλισμό και την ήττα. Και βέβαια, για την πλατιά μάζα των εργαζόμενων «η ΓΣΕΕ» δεν είναι μόνο οι τρεις δεκάδες των γραφειοκρατικών στελεχών της διοίκησης της ΓΣΕΕ, αλλά ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός στο σύνολό του.
Πελατειακός μηχανισμόςΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ γραφειοκρατία έχει πλήρη
συνείδηση αυτής της κατάστασης. Δεν την ενοχλεί όμως καθόλου, μολονότι κάποιες τάσεις της πλήττονται ιδιαίτερα στους εσωτερικούς συσχετισμούς του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού (ΕΣΑΚ). Γϊ αυτό και δεν έχει γίνει καμιά συζήτηση σ' όλες τις διαδικασίες των τελευταίων χρόνων για το φαινόμενο της απομαζικοποίησης και την αντιμετώπισή του.
Εκείνο που συζητιέται είναι πώς θα μπορέσει η γραφειοκρατία να οικοδομήσει το σύστημά της σ' αυτές τις νέες συνθήκες, ώστε η απομαζικοποίη- ση να λειτουργήσει τελικά προς όφελός της. Και θα λειτουργήσει προς όφελος της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, όταν συνοδευτεί από παραπέρα γραφειοκρατικοποίηση των συνδικαλιστικών μηχανισμών, σε συνδυασμό με τη μετατροπή τους σε πελατειακούς μηχανισμούς.
Η ΠΙΟ ΣΟΒΑΡΗ συζήτηση που έκανε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία τα τελευταία χρόνια αφορούσε την οικοδόμηση τέτιων μηχανισμών, που θα μετέτρεπαν το όλο συνδικαλιστικό σύστημα σε θεσμό του αστικού κράτους. Βασική επιδίωξη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας ήταν η εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης για το σύστημά της, ώστε να μην εξαρτάται από τον αριθμό των εγγεγραμμένων και ταμειακώς ταχτοποιημένων στα συνδικάτα μελών. Δοκίμασε λοιπόν, με τις αποφάσεις του 26ου (καταστατικού) συνέδριου της ΓΣΕΕ, να περάσει την υποχρεωτική παρακράτηση συνδικαλιστικής συνδρομής, μέσω των εργοδοτών, όχι μόνο για τους εργαζόμενους που είναι μέλη των συνδικάτων, αλλά και για εκείνους που δεν είναι.
Η προσπάθεια αυτή σκόνταψε στην αντίθεση της πλειοψηφίας της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας με την κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία πέρασε διατάξεις στο γνωστό σαν «απεργκοτόνο» νόμο, που όχι μόνο απαγόρευαν την υποχρεωτική είσπραξη συνδικαλιστικής συνδρομής (χωρίς τη θέληση του εργαζόμενου), αλλά και έκοβαν από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία το παραδάκι της
Εργατικής Εστίας. Οι γραφειοκράτες τότε έσπευ- σαν στους «κοινωνικούς τους εταίρους», τα καπιταλιστικά συνδικάτα, με τα οποία συμφώνησαν και πίεσαν από κοινού την κυβέρνηση να αλλάξει αυτή την τελευταία ρύθμιση του νόμου. Η σχετική συμφωνία επικυρώθηκε τελικά με νόμο το Νοέμβρη του 1992 και από δω και πέρα η συνδικαλιστική γραφειοκρατία θα έχει το κεφάλι της ήσυχο, ότι τα λειτουργικά έξοδα του συστήματός της θα καλύπτονται από την υποχρεωτική συνδρομή που πληρώνουν οι εργαζόμενοι (0,25% των συνολικών αποδοχών τους) στην Εργατική Εστία.
Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας όμως δεν σταματά στο χρήμα της Εργατικής Εστίας. Επεκτείνεται σε μια σειρά άλλες δραστηριότητες, που έχουν στο κέντρο τους τα κακόφημα ΕΟΚικά προγράμματα. Εδώ, η συνεργασία με τα καπιταλιστικά συνδικάτα είναι πραγματικά άψογη. Σε τέτιο σημείο που ο ΣΕΒ να έχει προσφέρει στη ΓΣΕΕ μια θέση στο ΔΣ της Ε- ΛΑΝΕΤ ΑΕ, της εταιρίας που έχει συστήσει για να κάνει κουμάντο στο σύνολο των κονδυλίων που έρχονται στην ελληνική περιφέρεια της ΕΟΚ.
Τα προγράμματα αυτά είναι ένα γερό όπλο στα χέρια της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, για να οικοδομήσει πελατειακούς μηχανισμούς, για να μπορεί να διαφθείρει σινειδήσεις και να μπορεί να αναπαράγεται και η ίδια σαν θεσμός του συστήματος. Ολόκληρη στρατιά αργόμισθων γραφειοκρατών παριστάνει τους «εκπαιδευτές», συμμετέχει σε διάφορες «επιτροπές» και διαφθείρει εργαζόμενους, που σπεύδουν στα διάφορα προγράμματα για να πάρουν ένα μεροκάματο.
ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ και πολλά ακόμη αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες για τις επιλογές που έχει κάνει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Από τη στιγμή που η ίδια εξασφαλίζει την επιβίωση, την αναπαραγωγή και την αναβάθμισή της στα πλαίσια του αστικού συστήματος εξουσίας, δεν έχει κανένα λόγο να αισθάνεται πίεση από την απομαζικο- ποίηση των συνδικάτων της, στο βαθμό που αυτή δεν μετατρέπεται σε μαζικοποίηση του ταξικού συνδικαλισμού (σ' αυτό θα επανέρθουμε).
Γ ιατί το δόγμα των αστών, στις σχέσεις τους με τις εργαζόμενες μάζες, είναι: «όσο πιο μακρυά τόσο πιο καλά». Οσο πιο γραφειοκρατικοποιημέ- να είναι τα συνδικάτα, όσο λιγότερο οι αστογρα- φειοκρατικές ηγεσίες αισθάνονται πάνω τους την «ανάσα» της εργατικής βάσης, τόσο το καλύτερο γι* αυτούς. Φτάνει να πληρούνται δυο προϋποθέσεις: Πρώτο, οι γραφειοκράτες να θεωρούνται σε κάθε περίπτωση «εκπρόσωποι των εργαζομένων» και δεύτερο, να μπορούν να εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του «συστήματός» τους.
ΟΤΑΝ ΛΕΜΕ -βιωσιμότητα» δεν αναφερόμαστε μόνο στην οικονομική, αλλά και στην πολιτική πλευρά. Δηλαδή, στη δυνατότητα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας να διατηρεί τον έλεγχο του συνόλου των εργαζόμενων, ανεξάρτητα αν αυτοί είναι μέλη των συνδικάτων ή όχι (αφού το συνδικαλιστικό χαράτσι εισπράττεται από το κράτος ή τους καπιταλιστές).
Φτάνουμε έτσι στην καρδιά του ζητήματος. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει πλήρη γνώση και συνείδηση της απομαζικοποίησης των συνδικάτων της, όμως δεν ενοχλείται απ' αυτή, αφού
ι«ΜΒΜΜΜ̂112 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
κατάφερε να την μετατρέψει από αδυναμία σε «δύναμή» της, στα πλαίσια της πλήρους αστικοποίησής της. Πώς λοιπόν πρέπει να απαντήσει ο ταξικός συνδικαλισμός σ' αυτό το φαινόμενο;
Περί συνειδητότηταςΗ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΡΗΞΗ λοιπόν της μεγάλης
πλειοψηφίας των εργατών και εργαζόμενων, ιδιαίτερα της νέας εργατικής βάρδιας, με τα αστικοποιημένα συνδικάτα είναι γεγονός αναμφισβήτητο, επιβεβαιωμένο και... στατιστικά. Ναι, αλλά δεν πρόκειται για συνειδητή ρήξη, απαντούν εκείνοι που δεν δέχονται τη γραμμή της ΣΑΚΕ και της ΤΑ=ΑΝ. Κατ’ αρχήν, είναι τουλάχιστον αντιφατικά, δυνάμεις που σε κάθε περίπτωση αποθεώνουν το αυθόρμητο να βάζουν στη συγκεκριμένη περίπτωση ενστάσεις... συνειδητότητας. Κάτι άλλο συμβαίνει, που θα το δούμε παρακάτω. Ας εξετάσουμε όμως την ένσταση επί της ουσίας.
Σίγουρο, η απομάκρυση των εργατών και εργαζόμενων από τα αστικοποιημένα συνδικάτα είναι αυθόρμητη εκδήλωση της ταξική πάλης. Αυτό όμως δεν λέει τίποτα. Γ ιατί η συντριπτική πλειοψηφία των εκδηλώσεων της ταξικής πάλης κινείται στη σφαίρα του αυθόρμητου. Απ’ αυτή την άποψη, το ερώτημα: «συνειδητό ή αυθόρμητο» είναι κυριολεκτικά ένα ψευτοδίλημμα. Αλλο είναι το ερώτημα που πρέπει να τεθεί, και συγκεκριμένα: είναι αντιστρεπτή αυτή η διαδικασία ή όχι; Μ1 άλλα λόγια, υπάρχει η προοπτική να μαζικοποιηθούν και πάλι τα αστικοποιημένα συνδικάτα ή όχι; Και παραπέρα: π ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος περνά μέσα από τα αστικοποιημένα συνδικάτα, θα αρχίσει και θα ολοκληρωθεί στο έδαφός τους ή όχι;
Η απάντηση και στα δυο ερωτήματα είναι όχι.ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ: Τα αστικοποιημένα συνδικάτα δεν
πρόκειται να μαζικοποιηθούν και πάλι. Αντίθετα, θα γραφειοκρατικό ποιούνται ολοένα και περισσότερο, θα γίνονται όλο και πιο καλοκουρδισμένοι πελατειακοί μηχανισμοί της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Η ίδια η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, με την πλήρη αστικοποίησή της έχει κάνα αυτή την επιλογή.
Εκτός πια κι αν θεωρήσουμε ότι η αστικοποίηση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας είναι μια... προσωρινή αρρώσπα, που θα ξαναδώσει τη θέση της στον ρεφορμιστικό διεκδικηπσμό, που θα ξα- ναφέρει τους εργαζόμενους στις τάξεις των σημερινών συνδικάτων. Αυτό όμως δεν αξίζει ούτε καν να το διερευνήσουμε, όταν βλέπουμε τη συμπεριφορά του συνόλου της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας την τριετία 1990 - 92, την τριετία της πιο βάρβαρης επίθεσης ενάντια στην εργατική τάξη και τους εργαζόμενους μισθωτούς.
ΕΧΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ δυο δεδομένα: πρώτο, έχει συντελεστεί αυθόρμητα η οργανωτική ρήξη των πλαπών εργαζόμενων μαζών με τα αστικοποιημένα συνδικάτα και δεύτερο, αυτή η διαδικασία είναι μη αντιστρεπτή. Ποιές όμως είναι οι προοππκές της; θα εξακολουθεί να παραμένει η σημερινή κατάσταση, με πς εργαζόμενες μάζες μακρυά μεν από τα συνδικάτα, αλλά αποδεχόμενες έστω και κατ’ ανάγκη το αστογραφειοκραπκό σύστημα σαν εκφραστή τους (π.χ. στο επίπεδο των ΣΣΕ);
Η απάντηση είναι και πάλι όχι. Η ταξική πάλη θα οξυνθεί και στο βαθμό που θα οξύνεται θα οξύνε- ται και η σύγκρουση των εργαζόμενων με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Και σαν αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης αυθόρμητα θα έχουμε και οργανωτικά αποκρυσταλλώματα, που θα αποτελούν πιο προωθημένες εκφράσεις της σημερινής οργανωτικής ρήξης, που έχει περισσότερο παθητικό χαρακτήρα.
Η ΕΞΕΛΙΞΗ αυτή δεν θα είναι καινοφανής. Πα- ρατηρείται εδώ και χρόνια στη Δυτική Ευρώπη, όπου η ασπκοποίηση του επίσημου συνδικαλισμού αριθμεί ήδη κάμποσες δεκαετίες. Σε συνθήκες ό- ξυνσης της ταξικής πάλης δημιουργούνται εργατικές επιτροπές, που σε συνθήκες άμεσης δημοκρατίας αναλαμβάνουν την καθοδήγηση του αγώνα. Κι έχουμε έναν αγώνα δρόμου από τις αστικογραφειοκρατικές ηγεσίες, που προσπαθούν να βάλλουν στη μπάντα αυτές τις επιτροπές ή να πς εντάξουν στη δύναμή τους σαν επιτροπές των διάφορων συνδικάτων. Και η Ελλάδα, όπου η πλήρης αστικοποίηση του ρεφορμιστικού συνδικαλισμού είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο (για λόγους που έχουν σχέση με το σύνολο των μεταπολεμικών εξελίξεων στη χώρα μας), δεν πρόκειται να αποτελέσει εξαίρεση. Τα πράγματα αυθόρμητα θα τείνουν σ' αυτή την κατεύθυνση. Αυτό είναι σίγουρο.
ΕΥΚΟΛΑ ΛΟΙΠΟΝ προκύπτει η αρνητική απάντηση στο δεύτερο ερώτημα, που θέσαμε παραπάνω, αν η ταξική ανασυγκρότηση θα συντελεστεί στο έδαφος των σημερινών συνδικάτων. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει προοπτική μαζικοποίησης αυτών των συνδικάτων, αλλά προοπτική παραπέρα γραφειοκρατικοποίησής τους και μετατροπής τους σε ισχυρούς πελατειακούς μηχανισμούς, ενώ παράλληλα η ταξική πάλη θα γεννά περιοδικά σχήματα της βάσης ανταγωνιστικά προς τα ασπ- κοποιημένα συνδικάτα, το ερώτημα που τέθηκε παίρνει άλλη μορφή: πώς πρέπει να επιδράσει ο ταξικός συνδικαλισμός σ' αυτή την αυθόρμητη πορεία των πραγμάτων;
ΠΡΙΝ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ για την ταχτική της πλήρους ρήξης, που αποτελεί μονόδρομο για τον ταξικό συνδικαλισμό, πρέπει να κλείσουμε μ’ ένα ζήτημα που αφήσαμε ανοιχτό στην αρχή αυτού του κεφαλαίου: Γ ιατί οι αυθορμητίστικες ομάδες στέκονται αρνητικές σ' αυτή την ταχτική γραμμή;
Ασφαλώς και δεν αποφάσισαν ξαφνικά να εγκα- ταλείψουν την αυθορμητίστικη γραμμή τους. Αντίθετα, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, ο αυθορμητί- στικος χαρακτήρας τους είν’ αυτός που κρατά άτομα και ομάδες αυτού του χώρου στη γραμμή άρνησης της ρήξης με την αστικοποιημένη γραφειοκρατία. Γ ιατί αυθορμητίστικος χαρακτήρας σημαίνει απουσία προγράμματος και ταχτικής. Και, κακά τα ψέμματα, για να προωθήσεις γραμμή ρήξης πρέπει να έχεις πρόγραμμα (αυτό είναι το βασικότερο) και κατόπιν ταχπκή.
Πρέπει μ' άλλα λόγια να αυτοπροσδιορίζεσαι και όχι να ετεροπροσδιορίζεσαι. Πρέπει να απευθύνεσαι σπς εργαζόμενες μάζες με το δικό σου πρόγραμμα, ν’ ανοίγεις τα μέτωπα πάλης με τη δική σου ταχτική-σχέδιο και να μην περιορίζεσαι απλώς να λειτουργείς σαν αριστερή ανππολίτευση στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Ολες οι αυ-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 113
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
θορμητίστικες ομάδες όχι απλώς ετεροπροσδιορίζονται, αλλά κυριολεκτικά δεν μπορούν να υπάρξουν παρά μόνο σαν η αριστερή αντιπολίτευση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και σε πολλές περιπτώσεις (ειδικά στο πρωτοβάθμιο επίπεδο) σαν η αριστερή συνείδηση των αστογραφειο- κρατών.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ υπάρχουν πολλά. Η απεργία του Απρίλη - Μάη στους ΟΤΑ, η απεργία ης ΕΑΣ, ο αγώνας ενάντια στον αντιασφαλιστικό νόμο 2084/92 είναι μερικά πρόσφατα. Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις, οι αυθορμητίστικες ομάδες ούτε που ήθελαν να ακούσουν για συγκρότηση επιτροπών ταξικών συνδικαλιστών. Εκαναν απλώς κριτική και... δημιουργικές υποδείξεις στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, η οποία βέβαια μπορεί και αφομοιώνει αυτή τη στάση, μετατρέποντάς την σε στοιχείο του συστήματός της. Γ ιατί κάθε σύστημα, που στηρίζεται στις αρχές της αιρετότητας (όπως ο κοινοβουλευτισμός) χρειάζεται και την αριστερή του αντιπολίτευση. Μπορεί τα κυρίαρχα κέντρα να ενοχλούνται απ' αυτή, δεν μπορούν όμως να κάνουν χωρίς αυτή.
ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ο βασικός λόγος που η αυθορμη- τίστικη αριστερή αντιπολίτευση δεν μπορεί να υιοθετήσει και να εφαρμόσει στην πράξη την ταχπκή της πλήρους ρήξης με την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφαοκρατία. Πάνω σ' αυτόν, όπως έχουμε ξαναπεί, αντανακλάται όλη η έλλειψη αρχών και η ταξική ασυνέπεια και ταλάντευση του αυθορμητισμού σαν συνδικαλιστικού ρεύματος. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι λόγοι, όπως οι ιστορικοί δεσμοί τμημάτων του αυθορμητίστικου χώρου με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, ο παραγοντι- σμός, η προσπάθεια να σωθούν κάποια πολιτικο- συνδικαλιστικά «μαγαζάκια» στις παρυφές του α- στογραφειοκρατικού συνδικαλιστικού κινήματος κ.ά.
Τα πρωτοβάθμια σωματείαΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ επιχειρήματα, με τα οποία
οι αυθορμητιστές αρνούνται τη ρήξη, είναι η «διαφορετικότητα» των πρωτοβάθμιων σωματείων σε σχέση με τα δευτεροβάθμια και τη ΓΣΕΕ. Δεν είναι βέβαια τυχαίο, ότι στις διοικήσεις των πρωτοβάθμιων σωματείων διαθέτουν κάποιες εκπροσωπήσεις και οι αυθορμητιστές. Ούτε είναι τυχαίο, ότι ορισμένοι από τους αυθορμητιστές έχουν κάνει την αδυναμία τους αρετή, έχουν θεωρητικοποιήσει τον οπορτουνισμό τους, αναζητώντας ριζοσπαστικές στάσεις σε συνδικαλιστές του Περισσού και της λεγόμενης «αυριανικής» ή «λαίκι- στικής» πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ.
Την απάντηση σ’ αυτό το σόφισμα (γιατί περί σοφίσματος πρόκειται) την έχει ήδη δώσει η εξέλιξη της ταξικής πάλης τα τελευταία χρόνια. Τί να πρωτοθυμηθεί κανένας; Τα πρωτοβάθμια σωματεία των προβληματικών (τις διοικήσεις εννοούμε πάντα), που ξεπούλησαν εν ψυχρώ τον αγώνα; Τα σωματεία της ΕΑΣ, που έπνιξαν την πιο μαχητική απεργία των τελευταίων χρόνων; Τα συνδικάτα των Οικοδόμων, που συμπεριφέρονται κυριολεκτικά σαν νταβατζήδες της εργατικής τάξης, «πουλώντας» στους εργάτες την κάρτα προτεραιότητας για το χειμερινό επίδομα (τη δυνατότητα τους την έδωσε η κυβέρνηση, όχι «δωρεάν» βέβαια) με
αντίτιμο την υποχρεωτική καταβολή συνδικαλιστικής συνδρομής δεόντως προσαυξημένης; Ή τα ίδια συνδικάτα, που δημιουργούν «τάγματα εφόδου» ενάντια στους ξένους εργάτες;
Η ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ και η σήψη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας έχει ολοκληρωθεί μέχρις επιπέδου... συνοικιακών παραρτημάτων. Και δεν αξίζει να συζητά κανένας γΓ αυτό το γεγονός. Αλλωστε, και οι αυθορμητιστές έχουν πληρώσει τις αυταπάτες τους σχετικά με τη «διαφορετικότητα» των πρωτοβάθμιων σωματείων Μαι σε ορισμένες περιπτώσεις προχώρησαν και σε κάποιου είδους κριτική (έχουμε υπόψη μας την κριτική του ΕΑΜ για τις περιπτώσεις της ΕΒΟ και της ΠΕΙΡΑΙΚΗΣ ΠΑΤΡΑΙΚΗΣ).
Παρά ταύτα όμως, ο διαχωρισμός ανάμεσα σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια-τριτοβάθμιο εξακολουθεί να γίνεται και να προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό την ταχτική των αυθορμητιστών. Ταχτική που έχει βέβαια διαβαθμίσεις (π.χ. το ΝΑΡ έχει την πιο δεξιά θέση και στάση, «παίζοντας» φανερά με τη γραφειοκρατία του Περισσού και τα συνδικάτα που αυτή ελέγχει, το Μ-Λ ΚΚΕ δεν δίστασε ακόμη και να συνεργαστεί εκλογικά με τον Περισσό - και το ΝΑΡ - στους καθηγητές μέσης εκπαίδευσης, το ΚΚΕ μ-λ κρατάει μεγαλύτερες αποστάσεις) όμως στη βάση της είναι η ίδια, αφού αρνείται τη ρήξη.
ΟΙ ΑΥΘΟΡΜΗΤΙΣΤΕΣ όλων των τάσεων και δια- βαθμίσεων δείχνουν εδώ πλήρη αδυναμία να κατανοήσουν τον χαρακτήρα και τη συγκρότηση του αστογραφειοκρατικού συνδικαλιστικού συστήματος και να το αντιμετωπίσουν ταξικά. (Δεν μιλάμε μόνο για αδυναμία στο επίπεδο της θεωρητικής ανάλυσης, αλλά για αδυναμία που μπορεί να έχει ποικίλες αιτιολογίες, ακόμη και τις παραγοντίστικες ανάγκες. Δεν είναι δουλειά δική μας να κάνουμε διερεύνηση προθέσεων, αλλά να ξεκινάμε από τα φαινόμενα και τις διαπιστώσεις της ζωής και να βγάζουμε πολιτικά συμπεράσματα).
ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού έχει μα σειρά κέντρα. Υπάρχει η διαβάθ- μιση από το πρωτοβάθμιο μέχρι το τριτοβάθμιο επίπεδο, που δημιουργεί μια σειρά κέντρα. Υπάρχουν οι παρατάξεις - προεκτάσεις των αστικών κομμάτων, που επίσης αποτελούν κέντρα του όλου συστήματος. Υπάρχουν ακόμη οι διάφορες τάσεις μέσα στις αστογραφειοκρατικές παρατάξεις, που επίσης λειτουργούν σαν κέντρα του όλου συστήματος.
Ολα αυτά τα κέντρα έχουν τη σχετική τους αυτονομία στα πλαίσια του συστήματος. Εχουν τις μεταξύ τους αντιθέσεις, που συχνότατα εκφράζονται και ανοιχτά, φτάνουν ακόμη και στο επίπεδο της σύγκρουσης. Το βασικό χαρακτηριστικό του συστήματος όμως δεν είναι η σχετική αυτονομία και οι αντιθέσεις ανάμεσα στα διάφορα κέντρα του, αλλά η ΕΝΟΤΗΤΑ όλων αυτών των κέντρων ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Οπως ακριβώς το συνολικό σύστημα εξουσίας της αστικής τάξης έχει διάφορα κέντρα (κυβέρνηση, αστικά κόμματα, προεδρία δημοκρατίας, καπιταλιστικά «λόμπι», αστικός τύπος, στρατός, μυστικές υπηρεσίες, αστικά συνδικάτα κ.ά ), που έχουν τη σχετική αυτονομία τους, που έχουν τις αντιθέσεις τους, οι οποίες συχνά παίρνουν το χα·
114 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
ρακτήρα πολιτικής κρίσης κορυφών, αλλά δεν οδηγούν ποτέ στην «αυτόματη» κατάρρευση του καπιταλιστικού συστήματος, γιατί όλα αυτά τα κέντρα υπερασπίζονται εξίσου την καπιταλιστική τάξη πραγμάτων, έτσι και το αστογραφειοκρατικό συνδικαλιστικό σύστημα, που αποτελεί ένα υποσύστημα του συνολικού αστικού συστήματος εξουσίας, εμφανίζει την ίδια εικόνα στο εσωτερικό του.
Γ ια να το πούμε διαφορετικά, οι αντιθέσεις ανάμεσα στα διάφορα κέντρα του αστογραφειοκρατι- κού συνδικαλιστικού συστήματος, είτε πρόκειται για αντιθέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές βαθμίδες συνδικαλιστικής οργάνωσης είτε πρόκειται για αντιθέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές αστο- γραφειοκρατικές τάσεις, δεν είναι ταξικές αντιθέσεις. Δεν αφορούν την αντίθεση της εργατικής τάξης με την αστική τάξη, αλλά ενδοαστικές αντιθέσεις, κοινοβουλευτικού χαρακτήρα, που έχουν να κάνουν με την κατανομή ισχύος ανάμεσα σπς διάφορες αστικές φατρίες.
ΟΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ανάμεσα στις διάφορες αστο- γραφειοκρατικές τάσεις έφτασαν ακόμη και στη διάσπαση με το πασοκικό πραξικόπημα του 1985 στη ΓΣΕΕ. Κι όμως η περίοδος που ακολούθησε αυτή τη διάσπαση ήταν η περίοδος της ολοκλήρωσης της αστικοποίησης της αριστερής (αριστερής με τη σχετική έννοια του όρου) πτέρυγας του ρεφορμιστικού συνδικαλισμού, της ΕΣΑΚ. Η κρίση βρήκε διέξοδο στο ενωτικό συνέδριο όλων των τάσεων τον Απρίλη του 1989, δυο μόνο μήνες πριν αρχίσει η «μεσοβασιλεία» των κυβερνήσεων Τζαννετάκη και Ζολώτα. Κι είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι η πολιτική κρίση των ετών 1988 - 89 - 90 επέδρασε ευεργετικά στον αστογραφειο- κρατικό συνδικαλισμό, που διατήρησε τη σχετική του αυτονομία από τις εξελίξεις στη διαμάχη των αστικών κομμάτων. Την περίοδο που ΝΔ και ενιαίος ΣΥΝ χτυπούσαν αλύπητα τους «ψεύτες και κλέφτες του ΠΑΣΟΚ», στη ΓΣΕΕ πραγματοποιείται το ενωτικό συνέδριο. Και όταν οι εταίροι της κυβέρνησης Τζαννετάκη έστελναν στο Ειδικό Δικαστήριο τον Παπανδρέου, η ΓΣΕΕ συνέχιζε α- διατάρακτη την πορεία των «κοινωνικών εταίρων».
Σ' ΑΥΤΗ ΤΗ ΒΑΣΗ μπορούμε απόλυτα να κατανοήσουμε πς αντιθέσεις και ανάμεσα σπς διάφορες πτέρυγες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και ανάμεσα στα διάφορα επίπεδα συνδικαλιστικής οργάνωσης.
Ενα πρωτοβάθμιο σωματείο, για παράδειγμα, σε περιόδους όξυνσης της ταξικής πάλης, δέχεται mo έντονα την πίεση της βάσης, αφού η απόσταση ανάμεσα στα γραφειοκρατικά στελέχη και την εργατική βάση είναι πολύ μικρότερη από την απόσταση ανάμεσα στη βάση κα τους εντελώς απομονωμένους γραφειοκράτες της Ομοσπονδίας, του ΕΚ και της ΓΣΕΕ. Αλλος είναι ο ρόλος των μεν και άλλος των δε. Οι πρωτοβάθμιοι έχουν τότε πιο δύσκολο έργο. Πρέπει να ελιχθούν με μαεστρία, ώστε να μπορέσουν να εκτονώσουν την ταξική πίεση. Στοιχείο αυτών των ελιγμών είναι ακόμη και οι κόντρες με τις παραπάνω συνδικαλιστικές βαθμίδες. Πολλές φορές μάλιστα, γραφειοκράτες πρωτοβάθμιων σωματείων, που δέχονται σκληρή επίθεση, παίζουν ακόμη και τη δική τους την καριέρα, γι' αυτό και γίνονται πιο επιθε
τικοί. Το δρόμο της ταξικής πάλης όμως δεν τον ακολουθούν ποτέ και έχουμε δεκάδες τέτια παραδείγματα, ειδικά την τελευταία τριετία.
Τα ίδια ισχύουν και για τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες τάσεις του αστογραφειοκρατικού συνδικαλισμού, που είναι κατευθείαν προεκτάσεις (με πς συνδικαλιστικές ιδιαιτερότητες) των ανπ- θέσεων ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Κάνει για παράδειγμα η ΕΣΑΚ μια σύσκεψη πρωτοβάθμιων σωματείων, που ελέγχει, με θέμα το ασφαλιστικό και στέλνει τάχα προειδοποίηση στη ΓΣΕΕ. Και σπεύδουν να χαιρετίσουν την ενέργεια και διάφοροι αυθορμητιστές, κλείνοντας τα μάτια ακόμη και μπροστά στα όσα την ίδια στιγμή διαδραματίζονταν στη ΓΣΕΕ, όπου με πλήρη ομοφωνία (και της ΕΣΑΚ δηλαδή) γίνονταν όλα όσα έγιναν (πόρισμα συντηρητικής κατεύθυνσης, συμφωνία με την κυβέρνηση, συμφωνία με το ΣΕΒ κ.ά.). Παίζει πολιτικά ο Περισσός με αντι-Μάαστριχτ διακηρύξεις και σπεύδουν οι αυθορμηπστές να μιλήσουν για «ριζοσπαστικό τόξο». Κλπ. κλπ.
ΤΕΛΙΚΑ εκείνο που μετράει είναι το αποτέλεσμα. Και κείνοι που κάνουν αυτού του είδους τους διαχωρισμούς ανάμεσα στα διάφορα κέντρα του αστογραφειοκρατικού συνδικαλιστικού κινήματος οφείλουν να απαντήσουν: πότε η συνδικαλιστική γραφειοκρατία του πρωτοβάθμιου επίπεδου ήρθε σε ρήξη με τη γραφειοκρατία των ανώτερων βαθμιδών, υπερασπίζοντας τα ταξικά συμφέροντα; Πότε η αριστερή πτέρυγα του αστογραφειοκρατι- κού φάσματος ήρθε σε ρήξη με τις άλλες πτέρυγες; Από κανού δεν έχουν πάρει όλες τις κρία- μες αποφάσεις, για πς Συμβάσεις, για το Ασφαλιστικό, για τις προβληματικές, για τη χρηματοδότηση από το αστικό κράτος, για την Υγιεινή κα Ασφάλεια, για τα ΕΟΚικά προγράμματα κα σεμινάρια, για τα κοινά Ινστιτούτα με τον ΣΕΒ κα για τόσα ακόμη ζητήματα «ων ουκ έστιν αριθμός»; Η απάντηση είνα βέβαα: ποτέ.
Η ταχτική της ρήξης και η οργανωτική της διάσταση
ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ γεγονός αδιαμφισβήτητο, όπ η οργανωτική ρήξη της μεγάλης πλειοψηφίας των εργατών και εργαζόμενων, της συντριπτικής πλειοψηφίας των νέων, με τον αστσγραφειοκραπ- κό συνδικαλισμό έχει αυθόρμητα συντελεστεί.
Είνα επίσης σίγουρο, ότι αυτή η πορεία δεν θα μείνει στα μισά του δρόμου, αλλά επίσης αυθόρμητα θα προχωρήσει, με τη δημιουργία παράλληλων σχημάτων (επιτροπών βάσης), που δεν θα έχουν βέβαια τη διάρκεια κα τη μονιμότητα του οργανωμένου αστογραφειοκρατικού συστήματος, αλλά θα γεννιούντα μέσα στη φωτιά της ταξικής πάλης κα θα έρχοντα αναγκαστικά σε σύγκρουση μαζί του.
Στις ανάγκες αυτής της πραγματικότητας έρχε- τα να ανταποκριθεί η ταχτική της πλήρους ρήξης με τον αστικογραφειοκραπκό συνδικαλισμό στο σύνολό του.
ΑΣ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΟΥΜΕ κατ' αρχήν ένα ζήτημα, που δεν αξίζει να ασχολείτα κανένας μαζί του, αναγκαζόμαστε όμως, γιατί διάφοροι καλοθελητές του αυθορμητίστικου χώρου κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, για να μην πούμε πως διαστρεβλώ
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 | | |
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
νουν και προβοκάρουν.Οργανωτκή ρήξη δεν σημαίνει εγκατάλειψη των
σημερινών αστικοποιημένων συνδικάτων. Οι κομμουνιστές δούλεψαν ακόμη και στα φασιστικά συνδικάτα, στο βαθμό που αυτό απαιτούσε η ταχπκή τους. Και η ΤΑ^ΑΝ έχει ξεκαθαρίσει (όχι βέβαια απολογούμενη), όπ δεν πρέπει να εγκατα- λειφτούν τα σημερινά αστικοποιημένα συνδικάτα, ακόμη και τώρα που απομαζικοποιούνται. Η γραφειοκρατία πρέπει να αισθάνεται την ανάσα των κομμουνιστών και των ταξικών συνδικαλιστών στο σβέρκο της, ακόμη και μέσα στο ίδιο της το άντρο. Αλλο πράγμα σημαίνει οργανωτική ρήξη και θα το (ξανα)δούμε αμέσως παρακάτω.
ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΡΗΞΗ σημαίνει οικοδόμηση του ταξικού πόλου μέσα κι έξω από τα αστικοποιημένα συνδικάτα. Με το κέντρο βάρους να πέφτει στο «έξω». Γιατί «έξω» είναι η πλαοψηφία της εργαπ- κής τάξης και ειδικά (εμείς επιμένουμε σ' αυτό το «ειδικά») η νέα βάρδια της.
Σ’ αυτή την ταχτική υπάρχουν μερικά κρίσιμα ζητήματα. Θα πρέπει οι ταξικοί συνδικαλιστές να προσπαθούν να μαζικοποιήσουν τα αστικοποιημένα συνδικάτα; Η δική μας απάντηση είναι όχι κι είναι ευνόητο γιατί. Γ ιατί κάθε τέτια προσπάθεια θα υψώσει τείχη ανάμεσα στον ταξικό συνδικαλισμό και τους εργάτες κι εργαζόμενους, ειδικά τους νέους.
ΠΩΣ ΟΜΩΣ θα λυθεί το ζήτημα της οργάνωσης, αφού ακόμη δεν υπάρχουν οι όροι για δημιουργία ταξικών συνδικάτων; Στο ερώτημα αυτό έρχεται να απαντήσει η δημιουργία επιτροπών ταξικών συνδικαλιστών, που θα είναι ανοιχτές στους εργάτες και θα αποτελούν πόλο συσπείρωσης. Γ ια να αποτελούν όμως πόλο συσπείρωσης στην πράξη και όχι στα λόγια, πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση με την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αλλά και (προπαντός αυτό) να αναλαμβάνουν αγωνιστικές πρωτοβουλίες, που θα πς καταξιώνουν σαν ταξική πρωτοπορία, σαν έμβρυο των μελλοντικών ταξικών συνδικάτων.
ΑΥΤΗ Η ΤΑΧΤΙΚΗ σημαίνει εκ των πραγμάτων δυϊσμό μέσα στο εργατικό κίνημα. Οι επιτροπές ταξικών συνδικαλιστών συμβολίζουν το καινούργιο, που μπορεί μεν να μην είναι ακόμη τόσο δυνατό, όμως βρίσκεται σε διαρκή πάλη ζωής και θανάτου με το παλιό, με τον αστικοποιημένο γραφειοκρατικό συνδικαλισμό.
Και είναι πια εύκολο να αντιληφτεί κανείς, ότι αυτή η ταχτική μεταφέρεται και στο εσωτερικό των αστικοποιημένων συνδικάτων. Η ταξική γραμμή επιβάλλει τη διαρκή σύγκρουση με τις αστο- γραφειοκρατικές ηγεσίες. Δεν μπορεί ο ταξικός συνδικαλισμός να εμφανίζεται με δυο πρόσωπα, ένα για το εσωτερικό των συνδικάτων και ένα έξω απ’ αυτά. Η δράση των επιτροπών θα απλώνεται μεσα κι έξω από τα συνδικάτα, χωρίς να υπάρχει ο όρος να γίνεται κάποιος μέλος του συνδικάτου για να γίνει δεκτός σε μια ταξική επιτροπή.
ΜΟΝΟ ΕΤΣΙ θα μπορέσει ο ταξικός συνδικαλισμός να σπάσει το κέλυφος που κρατά ιδιαίτερα την εργατική νεολαία σε απόσταση όχι μόνο από τα αστικοποιημένα συνδικάτα, αλλά από κάθε μορφή οργάνωσης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, θα δίνει την εντύπωση όπ αποτελεί κι αυτός μια πτέρυγα (έστω την αριστερή) του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού και θα πληρώνει το σχετικό κόστος.
Αυτοί οι προβληματισμοί ούτε που περνούν από το μυαλό των αυθορμητιστών. Μπλεγμένοι στο δίχτυ των «καλών σχέσεων» με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, περιορισμένοι σε μια περιθωριακή δράση στο στενό έδαφος των αστικοποιημένων συνδικάτων, αδυνατούν να δουν πς πραγματικές κοινωνικές τάσεις, αδυνατούν ν’ ακούσουν το υπόκωφο βογγητό της νέας εργατικής βάρδιας, που «βράζει» μέσα στον ριζοσπαστισμό της και ψάχνει διέξοδο να τον διοχετεύσει σε μαχητική δράση.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥΣ να επιμείνουν σ αυτή την τυφλή και αδιέξοδη γραμμή. Εμείς δεν πρόκειται να τους ακολουθήσουμε στο περιθώριο.
11$ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Μια πολεμική με τις μαοϊκές οργανώσεις
Σ ΧΕΤΙΚΗ με το ζήτημα που πραγματευτήκαμε στο προηγούμενο άρθρο είναι μια πολεμική ανάμεσα στην ΤΑζΑΝ και τις μαοϊκές οργανώσεις (ΚΚΕ μ-λ και Μ-Λ
ΚΚΕ), που έγινε γύρω από το ζήτημα της συνεργασίας στο 19ο_συνέδριο του ΕΚΑ (Αθήνα, Οκτώβρης 1992). Η ΤΑ-ΑΝ, στα πλαίσια της ενιαιομετωπικής της πολιτικής, πρότεινε στους συνδικαλιστές των εν λόγω οργανώσεων να παρέμβουν από κοινού στο συνέδριο του ΕΚΑ, μη αποκλείοντας ακόμη και τη συγκρότηση κοινού ψηφοδέλπου στις αρχιαιρε- σίες, στο βαθμό που υπήρχε κατάληξη σε μια ταξική πλατφόρμα.
Στις συζητήσεις που έγιναν η ΤΑΞΑΝ κατέθεσε μια συγκροτημένη πλατφόρμα - πλαίσιο. Μ’ αυτή την πλατφόρμα δεν συμφώνησαν οι άλλες οργανώσεις, αντιπροτείνοντας ένα δικό τους σχέδιο, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να δεχτεί η ΤΑ-ΑΝ (θα δούμε παρακάτω γιατί). Ετσι, η συνεργασία δεν έγινε, η ΤΑ-ΑΝ κατέβηκε στο συνέδριο με τη δική της πλατφόρμα και οι συνδικαλιστές των δυο μαοϊκών οργανώσεων με τη δική τους, που ήταν ελαφρώς τροποποιημένο το κείμενο που είχαν προτείνει στην TArAN.
Προκληθήκαμε βέβαια από την «Προλεταριακή Σημαία» (εφημερίδα του ΚΚΕ μ-λ), που έγραψε όπ δεν επιτεύχθηκε συμφωνία «στη βάση σημαντικών διαφωνιών, που έχουν να κάνουν με αναρχοσυνδι- καλιστικές και ρεφορμιστικές απόψεις που εξέ- φρασαν α εκπρόσωποι της ΣΑ Κ Ε»', χωρίς να εξηγήσει ταυτόχρονα ποιές ήταν αυτές οι «αναρχο- συνδικαλιστικές και ρεφορμιστικές απόψεις», όμως είχαμε εξαρχής σχεδιάσει να ασχοληθούμε αναλυτικά μ' αυτή την πολεμική, γιατί - όπως γράψαμε και στον «Οχτώβρη» - «το πρόβλημα δεν είναι αν έγινε ή όχι μια συνεργασία κάπου, αλλά η αντίθεση των ασυνεπών ταξικών δυνάμεων στη γραμμή κα το περιεχόμενο της πλήρους ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία».2 ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ ο αναγνώστης να παρακο
λουθήσει την ουσία της πολεμικής, παραθέτουμε αρχικά τις δυο πλατφόρμες, της ΤΑ-ΑΝ και των μαοϊκών οργανώσεων. Σε σχέση με την πλατφόρμα των μαοϊκών παραθέτουμε το χειρόγραφο κείμενο, που δόθηκε στην ΤΑ-ΑΝ σαν απάντηση στο δικό της σχέδιο και όπου χρειαστεί θα αναφέρουμε
πς μικρές διαφοροποιήσεις που έγιναν στο κείμενο, που υπό μορφή προκήρυξης κυκλοφόρησε στο συνέδριο του ΕΚΑ. Επιλέξαμε αυτόν τον τρόπο παρουσίασης όχι μόνο για λόγους δεοντολογίας (η πολεμική με την ΤΑζΑΝ έγινε στη βάση των δυο αρχικών κειμένων), αλλά και για να δείξουμε ποιές ήταν οι συνέπειες αυτής της πολεμικής στην ίδια τη διαμόρφωση της σκέψης των συνδικαλιστών των μαοϊκών οργανώσεων.
Η πλατφόρμα της ΤΑΞΑΝ1. Η βάρβαρη επίθεση ενάντια στα πιο στοιχειώδη
δικαιώματα των εργαζόμενων δεν αποτελεί απλώς πολιτική επιλογή της σημερινής κυβέρνησης, αλλά αδήριτη ανάγκη της αστικής τάξης, που προσπαθεί να διαχειριστεί τη βαθειά κρίση του ελληνικού καπιταλισμού μέσω της συντηρητικής του ανασυγκρότησης.
Η επίθεση αυτή θα έχει αναγκαστικά μακρό ορίζοντα, γιατί ο εξαρτημένος και παρασιτικός χαρακτήρας του ελληνικού καπιταλισμού, σε συνθήκες όξυν- σης της γενικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, δεν επιτρέπει την έξοδο από την κρίση, αλλά δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο ελλειμμάτων, τεράστιου εξωτερικού χρέους, πληθωρισμού, που «αναγκάζουν» την αστική τάξη να επιτίθεται με όλο και μεγαλύτερη μανία ενάντια στην εργατική τάξη, το λαό και τη νεολαία.
2. Η κυβέρνηση της ΝΔ αποτελεί την αιχμή του δό- ρατος της επίθεσης της αστικής τάξης. Στηρίζεται όμως σ' αυτό από την αστική αντιπολίτευση, με επικεφαλής το ΠΑΣΟΚ, και από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Η αστική αντιπολίτευση, επειδή ακριβώς κινείται προγραμματικά στο ίδιο μήκος κύματος με την κυβέρνηση, στηρίζει την αντεργατική-αντιλαϊκή επίθεση, υπονομεύοντας ακόμη και τους αμυντικούς αγώνες των μαζών, οδηγώντας τους στον εκφυλισμό και την ήττα.
Βλέποντας την τεράστια φθορά που έχει υποστεί η κυβέρνηση της ΝΔ, η αστική τάξη προετοιμάζει από τώρα το σκηνικό ομαλής κυβερνητικής εναλλαγής, που έχει σαν πρωταγωνιστή του το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑ-
1. Προλεταριακή Σημαία, 17.10.19922. Οχτώβρης, αρ. φύλλου 157, 31.10.1992
yyyyyyyyyyy.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 117
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
ΣΟΚ σπεκουλάρει με το μίσος των εργαζόμενων και νεολαιίστικων μαζών ενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ και «πολιτικοποιεί» τους αγώνες τους με μια κούφια αντιδεξιά ρητορεία, πίσω από την οποία προσπαθεί να κρύψει την προγραμματική σύμπλευσή του με την κυβέρνηση (π.χ. θέσεις επιτροπής Τζουμάκα για την ασφάλιση, την πρόνοια και τις εργασιακές σχέσεις, θέσεις επιτροπής Σημίτη για την Παιδεία, θέσεις για την τοπική αυτοδιοίκηση, τις αστικές συγκοινωνίες κ.ά.).
3. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, κινούμενη στη γραμμή της συνεργασίας με τις καπιταλιστικές οργανώσεις και την ΕΟΚ, στηρίζοντας με το δικό της τρόπο τη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, προσπαθεί με κάθε τρόπο να ανακόψει το νέο εργατικό και λαϊκό ριζοσπαστισμό ή, αν δεν μπορέσει να τον ανακόψει, να τον ελέγξει κρατώντας τον στο ακίνδυνο κανάλι της αστικής κυβερνητικής εναλλαγής.
Με την αποθέωση της αστικής νομιμότητας και την υποταγή σ' αυτή, με την αποκήρυξη της εργατικής βίας και τη συκοφάντηση κάθε μαχητικής ενέργειας, με ταχτική εκτόνωσης και εκφυλισμού των εργατικών αγώνων, προσφέρει τη δική της μεγάλη συνεισφορά στο πέρασμα των αντεργατικών μέτρων της συντηρητικής ανασυγκρότησης.
4. Στις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, ο αγώνας για την υπεράσπιση των πιο στοιχειοϊδίών δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας απαιτεί για την ανάπτυξή του μια γραμμή ρήξης με την αστική πολιτική στο σύνολό της και όχι μόνο με την κυβέρνηση της ΝΔ.
Ειδικά στο συνδικαλιστικό κίνημα, η ταξική ανασυγκρότηση δεν μπορεί να προωθηθεί, αν δεν στηριχτεί σε μια γραμμή πλήρους ρηξης με την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που έχει προ πολλού αποκηρύξει ακόμη και τον ρεφορμιστικό διεκδικητισμό και λειτουργεί σαν πέμπτη φάλαγγα της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού.
5. Η ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος δεν είναι μια οργανοπίστικη διαδικασία. Είναι ένα σύνθετο ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτικό προτσές, που έχει στην αφετηρία του τον προσανατολισμό του κινήματος, στη βάση μιας ολοκληρωμένης ταξικής προγραμματικής πλατφόρμας.
Αυτή η πλατφόρμα ειδικότερα πρέπει να αναφέρε- ται στα παρακάτω ζητήματα.
6. Ασφαλιστικό. Να καταργηθούν και οι τρεις αντ ιασφαλιστικοί νόμοι, που ψηφίστηκαν μετά το 1990. Οχι στην ανταποδοτικότητα, όχι στην τριμερή χρηματοδότηση. Πλήρη ασφάλιση των εργαζόμενων και πλήρη χρηματοδότησή της από τους καπιταλιστές και το αστικό κράτος.
7. Δημοσιονομική πολιτική. Πρόσθετο αφορολόγητο ποσό για μισθωτούς και συνταξιούχους, ίσο με το δεκατετραπλάσιο του ορίου φτώχιας της ΕΣΥΕ. Πλήρη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και των αφορολόγητων ποσών. Ενταξη όλων των ειδών πλατιάς κατανάλωσης σε μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ. Κατάργηση της φορολογίας της αποζημίωσης των μι- σθωτων κατά την απόλυση. Προοδευτική φορολογική κλίμακα, με διεύρυνση των ανώτερων κλιμακίων και αύξηση των ανώτερων συντελεστών. Αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Κάλυψη από τον κρατικό προϋπολογισμό των ελλειμμάτων των κοινωφελίτικων ε
πιχειρήσεων, με επιβολή ειδικής φορολογίας επί του επενδυμένου κεφαλαίου όλων των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Κατάργηση όλων των φοροαπαλλαγών του κεφαλαίου, που έχουν θεσπιστεί με τους λεγάμενους «αναπτυξιακούς» νόμους.
8. Εργασιακές σχέσεις. Απόρριψη κάθε ιδέας σύνδεσης του μισθού με την «παραγωγικότητα». Απόρριψη του ωρομίσθιου, της μερικής απασχόλησης, του «συνολικού χρόνου εργασίας», του σπαστού ωράριου. Πενθήμερο - 35ωρο. Επέκταση του ν. 2112 και στους εργατοτεχνίτες.
9. Ανεργία. Οχι στην «απελευθέρωση της αγοράς εργασίας» (ομαδικές απολύσεις). Ασφάλιση όλων των ανέργων (και των νέων). Επιδότηση όλων των ανέργων, Ιση τουλάχιστον με το μισθό της ΕΓΣΣΕ, για όσο διάστημα θα είναι άνεργοι.
10. Μισθολογικά. Διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς, που θα τείνουν να τους φέρουν τουλάχιστον στο όριο της αξίας της εργατικής δύναμης.
11 Ξένοι εργάτες. Να καταργηθεί ο ρατσιστικός νόμος για τους ξένους εργάτες. Ισοι όροι δουλειάς, αμοιβής, ασφάλισης για όλους τους ξένους εργάτες. Εγγραφή όλων των ξένων εργατών στα συνδικάτα, χωρίς κανένα ειδικό όρο. Εμπρακτη αλληλεγγύη των ελλήνων εργαζόμενων στους μετανάστες, με οργάνωση συσσιτίων, προστασία από τα αστυνομικά πογ- κρόμ κλπ.
12. — Να καταργηθούν όλοι οι ανελεύθεροι νόμοι, που βάζουν φραγμούς στην ανάπτυξη της εργατικής και λαϊκής πάλης. Ιδιαίτερα ο απεργοκτόνος και ο «αντιτρομοκρατικός» νόμος.
— Κανένα δικαίωμα στα δικαστήρια να κρίνουν το δικαίωμα της απεργίας.
— Να καταργηθούν οι μηχανισμοί μεσολάβησης και διαιτησίας του νόμου 1876/90.
— Να καταργηθεί το άρθρο 69 του ΑΚ, που αναγορεύει τα δικαστήρια σε κριτές της συνδικαλιστικής νομιμότητας.
— Εξω από τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς ΕΟΚ, ΝΑΤΟ, ΔΕΕ.
— Εξω οι βάσεις και τα πυρηνικά.
Η πλατφόρμα των μαοϊκώνΕχουμε μπει σε μια περίοδο, που το κύριο χαρακτη
ριστικό της είναι η ξέφρενη επίθεση του ιμπεριαλιστικού - καπιταλιστικού κόσμου ενάντια στην εργατική τάξη και τους λαούς. Μια επίθεση που οδηγεί τεράστια στρώματα των εργαζομένων στην ανεργία, την πείνα και την εξαθλίωση.
Ταυτόχρονα, στα πλαίσια της γενικευμένης κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, οξύνο- νται οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για το ξαναμοίρασμα του κόσμου, όπου οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Τρανό παράδειγμα τέτοιων επεμβάσεων αποτελούν τα Βαλκάνια και ειδικότερα η Γιουγκοσλαβία. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές πρωταγωνιστούν σε αυτές τις τυχοδιωκτικές επεμβάσεις, και που έχουν σαν στόχο την ενίσχυση της κάθε ιμπεριαλιστικής χώρας σε βάρος των ανταγωνιστών της και τη διαμόρφωση συσχετισμών και αυμμαχιών, που θα τους επιτρέπει από καλύτερες θέσεις να μπουν στο ξαναμοίρασμα των αγορών.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, συνθήκες καπιταλι
!1| ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
στικής βαρβαρότητας, οι εργαζόμενες μάζες αντιστέκονται και μέσα από τους καθημερινούς τους αγώνες διαμορφώνουν τη δική τους αντίσταση.
Η ελληνική ολιγαρχία, υποταγμένη στους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς και οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ σαν πολιτικοί εκφραστές αυτής της υποταγής, Θέτουν σε κίνδυνο τα συμφέροντα του λαού και της χώρας.
Σ' αυτές τις συνθήκες, είναι απαραίτητο να δυναμώσουν οι αγώνες του λαού μας, ενάντια στον ιμπεριαλισμό, τον πόλεμο και τον εθνικισμό.
Στο εσωτερικό της χώρας, η κυβέρνηση της Δεξιάς, για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης και των μονοπωλίων της ΕΟΚ, έχει εξαπολύσει μια βάρβαρη επίθεση σε βάρος της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας. Η διάλυση της κοινωνικής ασφάλισης, το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων, το πέταγμα στο δρόμο δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων, η πολιτική της πείνας και της εξαθλίωσης, αποτελούν τον βασικό χαρακτήρα της αντιλαϊκής και αντεργατικής επίθεσης. Στόχος αυτής της πολιτικής είναι η οικονομική αφαίμαξη των μαζών προς όφελος του ξένου και ντόπιου κεφαλαίου. Ακόμη παραπέρα, η επίθεση αυτή έχει σαν στόχο την διάλυση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, με την αφαίρεση των δυνατοτήτων να απεργούν και να διαδηλώνουν οι εργαζόμενες μάζες.
Αυτό το στόχο έχει η ένταση της κρατικής τρομοκρατίας, οι διώξεις και φυλακίσεις απεργών. Στοχεύει επίσης στην παραπέρα κλιμάκωση της φασιστικό- ποίησης της πολιτικής ζωής, όπου η τρομοκρατία των ΜΑΤ και η καταστολή ν' αποτελούν αρνητικό παράγοντα για την εκδήλωση των εργατικών και κοινωνικών αντιστάσεων.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, αναπτύχθηκε και συγ- κρούστηκε με την κυβερνητική πολιτική και τις δυνάμεις καταστολής ο πρόσφατος ηρωικός απεργιακός αγώνας. Ενας αγώνας που έφερε για ένα μεγάλο διάστημα σε δύσκολη θέση την κυρέρνηση και την πλουτοκρατία.
Μέσα απ’ αυτόν τον παρατεταμένο αγώνα, οι εργαζόμενες μάζες έδειξαν τη δύναμή τους, αφού μετέτρεψαν την οργή τους σε μαζική δράση. Διαμόρφωσαν μέσα από τις καθημερινές απεργιακές τους κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις ένα αγωνιστικό κλίμα, που έδινε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχιση του αγώνα σε κάθε εργαζόμενο. Αποφασιστικό ρόλο στην πυροδότηση αυτού του κινήματος έπαιξαν οι ηρωικοί αγώνες των απεργών της ΕΑΣ.
Δυστυχώς, οι αγώνες αυτοί δεν ριόρεσαν να συνεχιστούν, ώστε να οδηγήσουν το μαζικό κίνημα στη νίκη. Οι μόνοι που δεν έχουν ευθύνη για την υποχώρηση του κινήματος είναι οι εργαζόμενοι. Αυτοί που οδήγησαν το μεγαλειώδες απεργιακό κίνημα σε υποχώρηση δεν είναι άλλοι από την ρεφορμιστική συνδικαλιστική ηγεσία και την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση. Οι δυνάμεις αυτές, ευθύς εξ αρχής, δεν είχαν σαν στόχο την ανατροπή των αντιλαϊκών και α- ντεργατικών μέτρων της Δεξιάς. Οι θέσεις τους κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος με αυτές της κυβέρνησης, και αυτό έχει γίνει φανερό, τόσο με το ασφαλιστικό σχέδιο Τζουμάκα όσο και με τη συμφωνία για to ασφαλιστικό ανάμεσα ΓΣΕΕ -ΣΕΒ, με τα γνωστά 6 σημείαΤαυτόχρονα οι δυνάμεις αυτές τρόμαξαν από την
Παρέμβαση του απεργιακού κινήματος. Τρόμαξαν
από τη διάθεση και πραχτική του απεργιακού κινήματος, να συγκρσυστεί με τις δυνάμεις καταστολής.
Ετσι, οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ προτίμησαν το ξεπούλημα των απεργιακών αγώνων και την επαναφορά του διαλόγου τους με την κυβέρνηση και την εργοδοσία, πάντα στα πλαίσια της πολιτικής της ταξικής συνεργασίας. Εναν διάλογο, που δεν σταμάτησαν ούτε στη διάρκεια των απεργιακών αγώνων.
Οφείλουμε σαν εργαζόμενοι να βγάλουμε τ’ αναγκαία συμπεράσματα από τους πρόσφατους αγώνες μας και πάνω απ' όλα να αποκαλύψουμε πλατιά στους εργαζόμενους το βρώμικο απεργοσπαστικό ρόλο της ρεφορμιστικής ηγεσίας του κινήματος.
Ταυτόχρονα οφείλουμε να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις για την ανασυγκρότηση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση αυτού του στόχου αποτελεί η κοινή δράση των ταξικών συνδικαλιστών και πρωτοπόρων εργατών.
Το σύνθημα Συνδικάτα ταξικά και όχι ρεφορμιστικά οφείλει να πάρει μια συγκεκριμένη έκφραση, με πρωτοβουλίες που να επιταχύνουν τον ταξικό προσανατολισμό του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Αυτό σημαίνει πως τα Συνδικάτα θα πρέπει να γίνουν σχολειά διαπαιδαγώγησης της εργατικής τάξης. Να γίνουν εργαλεία όπου μέσα απ' αυτά να προωθούνται τα ταξικά συμφέροντα, τόσο τα άμεσα όσο και αυτά της προοπτικής τους. Τέτοιου είδους συνδικάτα δεν μπορούν να είναι εξαρτημένα με οποιαδή- ποτε μορφή από το κράτος και την εργοδοσία. Απεναντίας τα συμφέροντα των εργαζόμενων απαιτούν από τα συνδικάτα να έρχονται σε μόνιμη ρήξη με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και τις κυβερνήσεις τους.
Αμεσα το εργατικό κίνημα οφείλει να προετοιμαστεί για να δώσει τη μάχη των Συλλογικών Συμβάσεων. Να πετύχουμε μέσα από ένα νέο απεργιακό ξέσπασμα αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα, που να ανταποκρίνονται στο σημερινό κόστος ζωής.
Παράλληλα να τεθεί ξανά η ανατροπή του αντια- σφαλιστικού νομοσχεδίου της Δεξιάς και όλων των αντεργατικών της μέτρων.
Οι πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων και η ανατροπή του αντιασφαλιστικου θα πρέπει να αποτελέσουν τον κεντρικό διεκδικητικό άξονα της νέας μάχης των εργαζομένων. Οι εργαζόμενες μάζες πρόσφατα έκαναν φανερές τις διαθέσεις τους. Στις διαθέσεις αυτές οφείλουν να στηριχτούν οι ταξικές δυνάμεις και να πρωτοστατήσουν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους για την προώθηση αυτού του στόχου.
Περί ρεφορμισμού Και ουτοπίαςΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΜΑΤΙΑ στα δυο κείμενα αποκαλύ
πτει μια πρώτη βασική τους διαφορά: το κείμενο της ΤΑ^ΑΝ είναι μια πλατφόρμα συγκροτημένη, με κατάληξη σε συγκεκριμένη ταχπκή και πλαίσιο αιτημάτων, ενώ το δεύτερο είναι ένα φλύαρο, εντελώς γενικόλογο κείμενο, από το οποίο απουσιάζει εντελώς κάθε προγραμματική και ταχτική συγκρότηση.
Αυτή η πρώτη ματιά έρχεται να επιβεβαιώσει τα συμπεράσματα που βγάλαμε στο προηγούμενο άρθρο για τον αυθορμητίσπκο μικροαστικό χώρο: όπ στερείται παντελώς προγράμματος και ταχτικής, όπ ετεροπροσδιορίζεται σε σχέση πάντα με πς κυ
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 119
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
ρίαρχες αστογραφειοκρατικές δυνάμεις, στις οποίες αναγκαστικά αφήνει κάθε πρωτοβουλία, για να τοποθετηθεί κατόπιν θετικά ή αρνητικά ως προς αυτή, ότι τελικά δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά μόνο - κι αυτό στην καλύτερη περίπτωση - σαν αριστερή αντιπολίτευση στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Η ΤΑΞΑΝ δεν θα μπορούσε ποτέ να συμφωνήσει σ ένα τέτιο κείμενο, όσο κι αν συμφωνεί με επίμέ- ρους επισημάνσεις του, για το λόγο ότι η παρέμβασή της θα ξέπεφτε στο επίπεδο της ανππολιτευπ- κής λογοκοπίας, που δεν έχει τίποτα να προσφέρει στο κίνημα και που σε σημαντικό βαθμό μπορεί να απορροφηθεί από τον αριστερό πόλο του αστο- γραφειοκραπκού μπλοκ, τον Περισσό.
Ας έρθουμε όμως στην ουσία.Η ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ της ΤΑΞΑΝ κατηγορήθηκε κατ’
αρχήν για... ρεφορμιστική παρέκλιση! Απ’ όσο μπορέσαμε να καταλάβουμε από τις συζητήσεις, η κατηγορία αφορούσε βασικά τις θέσεις για το ασφαλιστικό και τη δημοσιονομική πολιτική. Είναι όμως απορίας άξιο, πώς μπορεί να γίνεται πολεμική για ρεφορμισμό, όταν δεν υπάρχουν θέσεις που να στηρίζουν αυτή την πολεμική ,_θέσεις θετικές σε αντιπαράθεση μ' αυτές της ΤΑ-ΑΝ, για να μπορέσει να γίνει συζήτηση έστω και σε επίπεδο πολεμικής. Οπως θα έχει ήδη παρατηρήσει ο αναγνώστης, για μεν το ασφαλιστικό η πλατφμόρμα των μαοϊκών περιορίζεται στο αίτημα: «ανατροπή του ανπασφα- λισπκού νομοσχεδίου (σ.σ. προφανώς θέλει να πει νόμου) της Δεξιάς», για δε τη δημοσιονομική πολιτική δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά! Εύλογα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα: ποιές είναι οι «μη ρεφορμιστικές» θέσεις σε αντιπαράθεση προς πς «ρεφορμιστικές» της ΤΑ=ΑΝ;
Αν κανένας ήθελε να εξαντλήσει το πολεμικό του μένος, θα μπορούσε να ξετινάξει το κείμενο των μαοϊκών λέξη προς λέξη και ν’ αποδείξει όπ πίσω από κάθε παράγραφό του δεν κρύβεται κυριολεκτικά τίποτα. Οπ είναι γραμμένο στο πόδι, έτσι για να γραφτεί ένα κείμενο, που απλώς θα αμύνεται απέναντι στην «επίθεση», που για πς συγκεκριμένες οργανώσεις συνιστούσε η πλατφόρμα της ΤΑ^ΑΝ. Για να γίνει κατανοητό αυτό που λέμε θα φέρουμε ένα παράδειγμα. Το κείμενο που παραθέσαμε παραπάνω έχει μια γενικά σωστή διατύπωση για τη γενική κρίση του καπιταλισμού. Οι συντάκτες του όμως μάλλον... τυχαία έβαλαν αυτή τη διατύπωση. Μάλλον αγνοούν τί είναι γενική κρίση. Το όπ τη χαρακτηρίζουν «γενικευμένη» δεν είναι τυχαίο, αλλά αποκαλύπτει όπ την αντιλαμβάνονται απλώς σαν ολόπλευρη κρίση (οικονομική, πολιτική, πολιτιστική κλπ.) και όχι όπως την ανέλυσαν ο Λένιν και ο Στάλιν: γενική κρίση, που οδηγεί από τη μια σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους και από την άλλη σε προλεταριακές επαναστάσεις.
Πέτυχαν λοιπόν στην τύχη (ή αντέγραψαν) μια διατύπωση, που κατόπιν δεν τους άρεσε και γι' αυτό στο κείμενο που διένειμαν σαν προκήρυξη στο συνέδριο του ΕΚΑ την τροποποίησαν ως εξής: «Η γενικευμένη κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος οξύνει τους ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για το ξαναμοίρασμα του κόσμου». Αυτό που αποτελεί στοιχείο της γενικής κρίσης (ο ενδόίμπεριαλιστικός ανταγωνισμός) εμφανίζεται πια σαν αποτέλεσμά της! (ενώ η αρχική
διατύπωση: «στα πλαίσια της γενικευμένης κρίσης οξύνονται οι ενδοιμπεριαλισπκές αντιθέσεις», έδινε κατά κάποιον τρόπο την ουσία του ζητήματος). Ετσι, η γενική κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος εμφανίζεται απλώς σαν η περιοδική, κυκλική κρίση Και οι φίλοι μας χάνουν εντελώς από τον ορίζοντά τους τη διαπλοκή της κυκλικής κρίσης με τη νέα φάση όξυνσης της γενικής κρίσης, που προσδιορίζει το τέλος του 20ού αιώνα και οδηγεί σε νέα κοσμογονία, σε παγκόσμιο επίπεδο. «Ψιλά γράμματα», θα πείτε, αλλά απ' αυτά τα «ψιλά γράμματα» εξαρτάται η επεξεργασία μιας επαναστατικής ταχτικής απένανπ στην κρίση.
ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ακόμη να... υπενθυμίσουμε στους συντάκτες του κειμένου, όπ την τελευταία τριετία ψηφίστηκαν τρεις και όχι ένας ανπασφαλι- στικοί νόμοι «της δεξιάς». Κι ότι όταν ζητάς απλώς την κατάργηση κάποιου νόμου σημαίνει όπ αποδέχεσαι την προηγούμενη κατάσταση, για την οποία ασφαλώς και οι μαοϊκοί θα συμφωνήσουν, όπ ήταν ληστρική, κρισιακή και αδιέξοδη. Εν πάση περιπτώσει, όποιος παρακολουθεί την προγραμματική «παραγωγή» του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου θα γνωρίζει όπ δεν έχει παρουσιάσει τίποτα στο ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης, ένα από τα πιο καίρια ζητήματα, όπου «παίχτηκαν» πολλά την τελευταία τριετία.
ΘΕΛΟΥΜΕ με τα παραπάνω να πούμε, όπ ο ταξικός συνδικαλισμός (για να είναι τέπος) πρέπει να έχει μερικές διεκδικήσεις σ όλα τα ζητήματα που αφορούν τους όρους συντήρησης και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης κι όχι απλώς να ζητά την κατάργηση κάποιων νόμων και διατάξεων. Διεκδικήσεις που αποτελούν τμήμα του μεταρρυθ- μιστκού τμήματος του προγράμματος του Κόμματος της εργατικής τάξης και όχι ευχολόγια. Διεκδικήσεις που ανοίγουν το δρόμο στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, που φέρνουν πς εργαζόμενες μάζες πιο κοντά στο σύνολο του επαναστατικού προγράμματος του σοσιαλιστικού προλεταριάτου και αποτελούν τη βάση για τη συγκρότηση και ισχυροποίηση του ταξικού-επανασταπκού πόλου.
Οι φίλοι μας όμως έχουν κάνει την αδυναμία τους αρετή. Επειδή δεν μπορούν να εκφράσουν την εργαπκή τάξη ούτε καν σ' αυτό το μίνιμουμ επίπεδο, των μεταρρυθμίσεων μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, θεωρούν όπ είναι... ρεφορμισμός η διατύπωση τέτιων διεκδικήσεων, θυμίζοντας έτσι το μύθο της κωλοβής αλεπούς, που έχασε την ουρά της στο δόκανο και ζητούσε απ’ όλες πς αλεπούδες να κόψουν πς ουρές τους γιατί... δεν είναι όμορφες. Ας σταθούμε για παράδειγμα σπς δημοσιονομικές διεκδικήσεις, όπου οι φίλοι μας εμφανίζονται πραγματικά πελαγωμένοι. Ετσι, θεωρούν ρεφορμισμό πς διεκδικήσεις της ΣΑΚΕ στον τομέα της φορολογίας και των δημόσιων δαπανών, ενώ ταυτόχρονα αναφέρονται σ αυτόν τον τομέα, χωρίς ίσως να το καταλαβαίνουν. Καταγγέλουν την κυβέρνηση για «ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων», χωρίς καν να υποψιάζονται όχι μόνο όπ καταπιάνονται με ένα ζήτημα της δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά προπαντός όπ, με τον τρόπο που καταπιάνονται, ανπγράφουν την ασπκή ανππολί- τευση και διολισθαίνουν στην υπεράσπιση του κρατικού καπιταλισμού.
ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα να μην έχει δημοσιονομικές διεκδικήσεις, όταν
129 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
ο κρατικός προϋπολογισμός συγκεντρώνει κάθε χρόνο και αναδιανέμει προς όφελος της πλουτοκρατίας πάνω από το μισό του εθνικού εισοδήματος, όταν η λειτουργία του τομέα της «κοινής ωφέλειας» (παιδεία, υγεία, πρόνοια, κοινωνική ασφάλιση κ ά ) εξαρτάται από τη δημοσιονομική πολιτική, όταν μ' άλλα λόγια η δημοσιονομική πολιτική επιδρά στη διαμόρφωση των όρων συντήρησης και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης σε βαθμό ισοδύναμο μ' αυτόν που επιδρά το ύψος του μεροκάματου;
ΠΡΕΠΕΙ να το ξανατονίσουμε: εδώ δεν γίνεται κριτική για τη μια ή την άλλη διεκδίκηση από το «πακέτο» που προβάλλει η ΤΑζΑΝ. Εδώ θεωρείται ρεφορμισμός και μόνο το γεγονός ότι γίνεται διεκ- δικητική παρέμβαση σ' αυτούς τους τομείς. Πίσω απ' αυτόν τον πρωτόγονο αριστερισμό κρύβεται η προγραμματική ανεπάρκεια και η πολιτική περιθωριοποίηση.
Για να δείξουμε, όπ η παρέμβαση & αυτούς τους τομείς δεν είναι ανακάλυψη της ΤΑ-ΑΝ, παραθέτουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που ψηφίστηκε στο 6ο Συνέδριό της, το 1928:
«Μέσα σε συνθήκες μη ύπαρξης επαναστατικής ανόδου τα κομμουνιστικά κόμματα οφείλουν, ξεκινώντας απ' πς καθημερινές ανάγκες των εργαζομένων, να θέτουν μερικά συνθήματα και απαιτήσεις, συνδέοντάς τα με τα βασικά καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Τα κομμουνιστικά κόμματα δεν πρέπει όμαχ; να ρίχνουν τέτοια μεταβατικά συνθήματα που είναι υπολογισμένα ειδικά πάνω σε μια μεταβατική κατάσταση και που έξω απ' αυτή μετατρέπονται σε συνθήματα που συγχωνεύονται με το σύστημα των καπιταλιστικών οργανώσεων (π.χ. το σύνθημα του εργατικού ελέγχου κλπ ). Οι μερικές διεκδικήσεις και τα συνθήματα είναι απαραίτητος όρος της ορθής ταχτικής γενικά, ενώ τα μεταβατικά συνθήματα είναι αδιάρρηχτα συνδεμένα με την ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης. Απ' την άλλη μεριά, η “κατ' αρχήν" άρνηση των μερικών διεκδικήσεων και των μεταβατικών συνθημάτων είναι ασυμβίβαστη με τις αρχές της ταχπκής του κομμουνισμού και η άρνηση αυτή καταδικάζει στην πράξη το κόμμα στην παθητικό τη τα και το αποσπά από τις μάζες. [...]
Στον τομέα των εργατικών ζητημάτων με τη στενή έννοια της λέξης: ζητήματα της οικονομικής πάλης (πάλη ενάντια στην επίθεση του τραστο- ποιημένου κεφαλαίου, ζήτημα μεροκάματου, ωρών δουλειάς, υποχρεωτικής διαιτησίας, ανεργίας), που μετατρέπονται σε ζητήματα γενικής πολιτικής πάλης (μεγάλες συγκρούσεις στη βιομηχανία, δικαίωμα οργάνωσης και απεργίας κλπ.) ζητήματα, που έχουν άμεσο πολιτικό χαρακτήρα (φόροι, ακρίβεια της ζωής, φασισμός, καταδίωξη των επαναστατικών κομμάτων, λευκή τρομοκρατία, τρέ- χουσα πολιτική της κυβέρνησης γενικά)».3
01 ΜΕΡΙΚΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ λοιπόν δεν είναι ρεφορμισμός. Πότε; Οταν αποτελούν τμήμα ενός επαναστατικού προγράμματος, όταν διατυπώνονται με στόχο την ανάπτυξη της ταξικής πάλης και όχι την ενσωμάτωση. Και δεν πρέπει να μας φοβίζει το γεγονός, ότι σε κάποιες περιπτώσεις ορισμένες από τις μερικές μας διεκδικήσεις μπορεί να είναι ίδιες μ' αυτές των αστορεφορμιστικών δυνάμεων
(κάτι τέτιο συνέβαινε στην περίοδο του ρεφορμιστικού διεκδικητισμού, ενώ στη φάση της πλήρους αστικοποίησης και της στήριξης απ' αυτές πς δυνάμεις της συντηρητικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού μπορεί να συμβεί πολύ σπάνια και μόνο κατ' εξαίρεση). Η σύμπτωση θα είναι μερική και όχι γενική: αποκλείεται να υπάρξει πλήρης προγραμματική επικάλυψη του ταξικού με τον ρεφορμιστικό συνδικαλισμό, ακόμη και στη φάση που ο δεύτερος υιοθετεί μια γραμμή διεκδικηπκού οικονομισμού. Δεύτερο και κυριότερο, ο ταξικός συνδικαλισμός δεν σταματά στις μερικές διεκδικήσεις, αλλά χρησιμοποιεί τις μερικές διεκδικήσεις για να προωθεί το σύνολο του προγράμματός του. Για παράδειγμα, _στον τομέα των ασφαλιστικών διεκδικήσεων, η ΤΑΞΑΝ παρουσίασε ένα «πακέτο». Κάποιες απ' αυτές αποτελούσαν και διεκδικήσεις των αστογρα- φειοκρατών. Κίνδυνος ταύτισης όμως δεν υπήρξε ούτε θα υπάρξει, από τη στιγμή που όλες οι επιμέ- ρους διεκδικήσεις της ΤΑζΑΝ «πατούν» πάνω στη θεμελιώδη ασφαλιστική διεκδίκηση: πλήρη ασφάλιση και πλήρη χρηματοδότησή της από τους καπιταλιστές και το αστικό κράτος.
ΕΝΩ ΟΜΩΣ αρνούνται γενικά πς μερικές διεκδικήσεις, στον τομέα της τιμής της εργατικής δύναμης οι μαοϊκοί ζητούν... τα πάντα: -Να πετύχουμε μέσα από ένα νέο απεργιακό ξέσπασμα αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα που να σνταπο- κρίνονται στο σημερινό κόστος ζωής».
Εδώ τίθεται και ένα μεγάλο ζήτημα ταχτικής: το να μιλάς γενικά και αόριστα για «νέο απεργιακό ξέσπασμα», χωρίς να διατυπώνεις τους όρους κάτω από τους οποίους αυτό μπορεί να γίνει πράξη, είναι σαν να παίρνεις το λόγο για να μην πεις τίποτα. Είναι σαν να διατυπώνεις απλώς μα καλοκάγαθη ευχή. Ομως αφήνουμε το ζήτημα ταχτικής για να ασχοληθούμε με το πολύ πιο σημαντικό προγραμματικό ζήτημα.
ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ «αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα που να ανταποκρίνονται στο σημερινά κόστος ζωής» είναι σταθερό στη φιλολογία των μαοϊκών εδώ και πολλά χρόνια. Από μια άποψη είναι και μια... ευκολία. Δεν χρειάζεται να μπουν στον κόπο να καταστρώνουν σχέδια συλλογικών συμβάσεων. Εχουν ένα έτοιμο «πατρόν» πάνω στο οποίο «φορμάρονται» α συμβάσεις κάθε χρονιάς. Εκτός αυτού, βγαίνουν και πρώτοι στην αγωνιστική... πλειοδοσία, αφού για παράδειγμα σήμερα εμφανίζονται να ζητούν... υπερδιπλασιασμό του μεροκάματου.
Στην πραγματικότητα βέβαια μένουν προσκο- λημμένα σ’ ένα ουτοπικό (και γι’ αυτό πολιτικά αντιδραστικό) αίτημα. Γ ια τους φίλους μας το μεροκάματο είναι κάποιο ηθικό ζητούμενο και όχι η τιμή ενός εμπορεύματος της καπιταλιστικής αγοράς, του εμπορεύματος «εργατική δύναμη», που όπως όλα τα εμπορεύματα μπορεί να πουληθεί πάνω ή κάτω από την αξία του, ανάλογα με πς συνθήκες που διαμορφώνονται στην αγορά. Αρκεί το ηθικό ζήτημα: ο εργάτης να πληρώνεται ανάλογα με το κόστος ζωής (που κι αυτό βέβαια σηκώνει πολλή συζήτηση: πώς ορίζεται το κόστος ζωής, πόσα μεροκάματα πρέπει να μπαίνουν στην εργατική οικο
3. Πρόγραμμα και Καταστατικό της Γ Κομμουνιστικής Διεθνούς, εκδόσεις Ειρήνη, σελ. 88, 89.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 1 21
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
γένεια κ.ά.). Αυτός ο μαξιμαλισμός μπορεί να ικανοποιεί έναν μικρό περιθωριοποιημένο κύκλο, όμως είναι παντελώς ανίκανος να προσεγγίσει τις πλατιές μάζες της τάξης και πολύ περισσότερο να δημιουργήσει κίνημα. Γ ιατί το κίνημα δεν αναπτύσσεται στη βάση ηθικών ζητούμενων, αλλά στη βάση οικονομικών και πολιτικών διεκδικήσεων, που παίρνουν υπόψη την αντικειμενική πραγματικότητα, ττς συνθήκες της αγοράς εργασίας, το συσχετισμό των δυνάμεων, το επίπεδο ανάπτυξης της ταξικής πάλης κ.ά.
ΠΡΟΣΕΞΤΕ, πώς διατυπώνεται το αίτημα στην πλατφόρμα της ΤΑ-ΑΝ: «Διεκδίκηση αυξήσεων στους μισθούς, που θα τείνουν να τους φέρουν τουλάχιστον στο όριο της αξίας της εργατικής δύναμης». Η διατύπωση εδώ είναι γενική, αλλά επεξεργασμένη με απόλυτα επιστημονικό τρόπο: ξεκινά από την αντικειμενική πραγματικότητα (οι μισθοί είναι κάτω από την αξία της εργατικής δύναμης) και ζητά αυξήσεις που θα πλησιάζουν τουλάχιστον το όριο της αξίας της εργατικής δύναμης (δεν θεωρεί απόλυτο φράγμα αυτό το όριο, γι' αυτό και υπάρχει η λέξη «τουλάχιστον»). Πόσο θα το πλησιάσουν; Εδώ περνάμε από το γενικό στο συγκεκριμένο: κάθε χρόνο η ΤΑ-ΑΝ επεξεργάζεται συγκεκριμένα σχέδια Συλλογικών Συμβάσεων, που παίρνουν υπόψη τους όλους τους παράγοντες της συγκυρίας. Παραδείγματος χάριν, για το 1993, το σχέδιο ΕΓΣΣΕ της TArAN διεκδικεί: α) αυξήσεις ίσες με τις απώλειες των ετών 1990, 91, 92 (βασικό μεροκάματο την 1.1.1993 4.600 δρχ. και βασικό μ αθό 102.000 δρχ.), β) Διορθωτικό ποσό για τα κλε- μένα των ίδιων ετών και γ) Τιμαριθμική αναπροσαρμογή ανά τετράμηνο μέσα στο 1993. Και παράλληλα διευκρινίζει, ότι και αν καταχτηθούν αυτοί οι στόχοι, πάλι δεν θα καλυφτεί το επίσημο όριο φτώχιας (αυτό που ονομάζουν «κόστος ζωής»). Δηλαδή, η τιμή του εμπορεύματος «εργατική δύναμη» θα εξακολουθήσει να είναι κάτω από την αξία του.
Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΜΑΣ έχει στόχο να ασχοληθεί περισσότερο με το ζήτημα της πλήρους ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Από τη στιγμή όμως που υπήρξε η κατηγορία περί ρεφορμσμού εί- μασταν υποχρεωμένοι να κάνουμε τις παραπάνω σύντομες επισημάνσεις, για να φανεί, ότι η... ντούρα τοξικότητα των μαοϊκών δεν είνα παρά μια πανικόβλητη άμυνα, από ουτοπικές και πολιτικά αντιδραστικές θέσεις, που είναι βουτηγμένες σε μα μεταφυσική, ηθικολογική προσέγγιση των κοινωνικών δεδομένων (μόνιμο κουσούρι των μικροαστικών ριζοσπαστικών δυνάμεων).
Ουρά της γραφειοκρατίαςΑΣ ΕΡΘΟΥΜΕ λοιπόν στο ζήτημα του... αναρχο-
συνδικαλισμού της ΣΑΚΕ (ΤΑζΑΝ). Είναι προφανές, ότι η πολεμική (αν μπορεί να θεωρηθεί πολεμική μια χωρίς επιχειρηματολογία ρετσέτα) αφορά την ταχτική της πλήρους ρήξης με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
θα ήταν οπωσδήποτε κουραστικό να επαναλά- βουμε εδώ όλη την ανάλυση του προηγούμενου άρθρου, για να δείξουμε, ότι δεν υπάρχει τίποτα το αναρχοσυνδικαλιστικό στην ταχτική της ΤΑ-ΑΝ (πέρα βέβαια από το ότι θα σήκωνε πολλή συζήτηση το ερώτημα: τί είναι αναρχοσυνδικαλισμός, ό
που α φίλοι μας δεν (ραίνεται να έχουν σαφή άποψη). θα περιοριστούμε λοιπόν να δείξουμε την ταχτική ουράς των μαοϊκών οργανώσεων προς την αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, έτσι όπως παρουσιάζεται μέσα από τις θέσεις της πλατφόρμας τους.
Πριν από οτιδήποτε άλλο, πρέπει να επισημά- νουμε, ότι ακόμη και εκείνο το σημείο, που μιλούσε για «μόνιμη ρήξη (σ.σ. των συνδικάτων) με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και τις κυβερνήσεις τους», έφυγε από το τελικό κείμενο που οι δυο μαοϊκές οργανώσεις μοίρασαν στο συνέδριο του ΕΚΑ. Γ ιατί άραγε; Η απάντηση δεν είναι και τόσο δύσκολη. Βρίσκεται σ' ένα άλλο σημείο του κειμένου τους: «οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ σαν πολιτικοί εκφραστές αυτής της υποταγής» (σ.σ. της ελληνικής ολιγαρχίας στους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς). Να συμπληρώσουμε και κάτι ακόμη: στο σημείο που αναφερόταν, όπ η αστική αντιπολίτευση έχει πολιτική, που κινείται στο «ίδιο μήκος κύματος» με την κυβέρνηση, η φράση έγινε «ανάλογο μήκος κύματος», προφανώς για να απα- λυνθεί και να σηματοδοτηθεί διαχωρισμός ανάμεσα σε κυβέρνηση και αστική αντιπολίτευση.
ΕΚΕΙΝΟ όμως που «βγάζει μάτι» είναι ο διαχωρισμός των δυο μικρότερων αστικών κομμάτων (Περισσός και ΣΥΝ) από τα δυο μεγάλα, που αναγορεύονται (εμμέσως πλην σαφώς) σε αποκλειστικούς πολιτικούς εκφραστές της αστικής τάξης. Αυτό σημαίνει όπ δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός από την αστική πολιτική στο σύνολό της. Δεν υπάρχει δηλαδή γραμμή πλήρους ρήξης με τον αστισμό στο σύνολό του στο πολιτικό επίπεδο. Πώς λοιπόν να υπάρξει αντίστοιχη γραμμή στο συνδικαλιστικό επίπεδο, όπου τα πράγματα εμφανίζονται πιο σύνθετα, λόγω της σχετικής αυτονομίας πολιτικού - συνδικαλιστικού; Κι αυτό δεν γίνεται τυχαία ούτε αποτελεί δικό μας τραβηγμένο συμπέρασμα. Η μια από πς δυο μαοϊκές οργανώσεις (Μ-Λ ΚΚΕ) έχει βαφτίσει τον Περισσό «μικροαστικό ριζοσπαστικό ρεύμα» και «εν δυνάμει σύμμαχο του προλεταριάτου», ενώ συνεργάστηκε με τη συνδικαλιστική του παράταξη στις εκλογές (κάθοδος σε κοινό ψηφοδέλπο) για τα υπηρεσιακά συμβούλια των εκπαιδευτικών. Πώς λοιπόν θα μπορούσε, τουλάχιστον αυτή η οργάνωση, να μιλήσει για πλήρη ρήξη με τον αστισμό στο σύνολό του;
ΣΥΝΥΦΑΣΜΕΝΗ μ' αυτή την κεντριστική θεώρηση των πολιτικών εξελίξεων είναι η θέση των μαοϊκών γι' αυτό που ονομάζουν «ανασυγκρότηση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος». Η σχετική παράγραφος του κειμένου τους (τέταρτη παράγραφος πριν το τέλος: «Το σύνθημα ... κυβερνήσεις τους») είναι σαφέστατη.
Αυτό που ονομάζουν «ανασυγκρότηση του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος» αρχίζει και τελειώνει στο έδαφος των σημερινών αστικοποιημένων συνδικάτων, τα οποία μπορεί και πρέπει να γίνουν «σχολειά διαπαιδαγώγησης της εργατικής τάξης», «εργαλεία όπου μέσα απ' αυτά να προωθούνται τα ταξικά συμφέροντα». Και η «κοινή δράση των ταξικών συνδικαλιστών» πρέπει να υπηρετεί αυτό το στόχο.
ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΦΑΝΕΡΟ, όπ οι μαοϊκοί αντιλαμβάνονται την εξέλιξη της πάλης ανάμεσα στον ταξικό συνδικαλισμό και τον αστικορεφορμιστικό συνδικα
122 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
λισμό με τον ίδιο τρόπο που ο θεωρητικός τους (ο Μόο Τσετούνγκ) αντιλαμβανόταν την εξέλιξη της πάλης και τη λϋση της ανταγωνιστικής αντίθεσης ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο: όχι σαν λύση με την εξαφάνιση και των δυο πόλων της αντίθεσης, αλλά σαν μια απλή αντιμετάθεση των πόλων, στα πλαίσια της οποίας η αστική τάξη από κυρίαρχη θα γίνει κυριαρχούμενη και το προλεταριάτο από κυριαρχούμενο θα γίνει κυρίαρχο, ενώ η αντίθεση θα εξακολουθήσει να υφίσταται με όλη την ανταγωνισπκότητά της.
Γ ια τους μαοϊκούς λοιπόν, η ταξική ανασυγκρότηση δεν είναι παρά μια αλλαγή του συσχετισμού δύναμης, υπέρ του ταξικού συνδικαλισμού, μέσα στο σημερινό αστογροφειοκρατικό συνδικαλιστικό σύστημα. Μέσω αυτής της αλλαγής, τα συνδικάτα θα γίνουν «σχολειά διαπαιδαγώγησης της εργατικής τάξης» και «εργαλεία προώθησης των τα&κών συμφερόντων». Είναι λοιπόν απόλυτα λογικό, να αντιμετωπίζουν την ταξική ανασυγκρότηση σαν μα οργανωτίσπκη διαδικασία, που θα οδηγήσει σ' αυτή την αλλαγή των συσχετισμών, που φυσικά θα εκφραστεί στο επίπεδο των αιρετών οργάνων. Στις ενστάσεις που ενδεχομένως θα εγερθούν, ότι αυτοί προβάλλουν και πολιτικές και ιδεολογικές θέσεις, απαντάμε, ότι κάθε οργανωτίσπκη διαδικασία έχει τις πολιτικές και ιδεολογικές της παραμέτρους, που όμως δεν αλλάζουν τον χαρακτήρα της.
Η ΑΝΑΛΥΣΗ που κάναμε στο προηγούμενο άρθρο αποκαλύπτει, με τρόπο εντελώς πραχτικό (χωρίς να απαιτούνται θεωρητικές αναφορές), ότι η αντίληψη για μετατροπή των ασπκορεφορμσπ- κών συνδικάτων - θεσμών του αστικού συστήματος εξουσίας σε ταξικά είναι ουτοπία. Ουτοπία που πραχτικά-πολιτικά οδηγεί στην ουρά του αστογρα- φειοκρατικού συνδικαλισμού και γι' αυτό είναι αντιδραστική.
Μια σειρά σημαντικές πλευρές του ζητήματος, φαινόμενα της ζωής, όπως το αυθόρμητο προτσές της εγκατάλειψης των αστικοποιημένων συνδικάτων από τους εργάτες, την απέχθεια της νέας εργατικής βάρδιας γι' αυτά, που φτάνει μέχρι την αποστροφή για την οργάνωση γενικά, οι μαοϊκοί μάλλον δεν τα υποψιάζονται και σε κάθε περίπτωση τους αφήνουν αδιάφορους. Μένουν δογματικά προσηλωμένοι σε κάποιες αντιλήψεις, που είχαν κάποια βάση στην περίοδο του ρεφορμιστικού
διεκδικητισμού όμως είναι εντελώς πισωδρομικές και ανεδαφικές στην περίοδο της πλήρους αστικοποίησης της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.
Πλήρης αστικοποίηση σημαίνει, όπ σχηματίστηκε ήδη ένα συνδικαλιστικό σύστημα στην υπηρεσία της αστικής τάξης, το οποίο δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να μετατραπεί σε ταξικό, όπως ακριβώς το κοινοβούλιο και οι άλλοι ανππροσωπευπ- κοί θεσμοί δεν μπορούν να γίνουν όργανα υπεράσπισης των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού. Επιβάλλεται μεν να δουλεύει ο ταξικός συνδικαλισμός μέσα σ' αυτό το σύστημα, ειδικά σε περιόδους που δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί επαναστατική δραστηριότητα των μαζών (όπως - τηρουμένων των αναλογιών - επιβάλλεται να δουλεύουν οι κομμουνιστές σ’ όλους τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς), χωρίς όμως αυταπάτες όπ μπορεί «να πάρα» αυτό το σύστημα και να του αλλάξει τον χαρακτήρα.
Ο ταξικός συνδικαλισμός, πριν απ’ όλα και πάνω απ’ όλα, πρέπει να δώσει ταξικό περιεχόμενο σπς τάσεις που αναπτύσσονται αυθόρμητα μέσα στο ίδιο το εργατικό κίνημα. Οι μαοϊκοί όμως δεν αντιλαμβάνονται την τάση εγκατάλειψης των αστικοποιημένων συνδικάτων από τους εργάτες σαν ένα αντικειμενικό προτσές. Την αντιλαμβάνονται σαν μα αντιδραστική εξέλιξη, την οποία πρέπει ο ταξικός συνδικαλισμός να αναστρέψει, επαναφέρο- ντας τους εργάτες σ’ αυτά τα συνδικάτα, για να γίνουν (ή μήπως να ξαναγίνουν;) ταξικά. Σ’ αυτό το πραχτικό αίτημά τους αντικαθρεφτίζεται με τον πιο καθαρό τρόπο η πολιτική τους ουράς προς τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που - για να το πούμε καθαρά - είναι ταχτική ουράς προς την αστική τάξη και ιδιαίτερα προς τη σοσιαλδημοκρατία και τον αναθεωρηπσμό.
Ο ΜΑΟΪΣΜΟΣ είναι μια ασυνεπής ταξική τάση. Η στάση του θα εξαρτηθεί τελικά από την πορεία της πάλης ανάμεσα στην αστική και την κομμουνιστική πολιτική. Οσο περισσότερο δυναμώνει η κομμουνιστική κατεύθυνση, όσο πιο πλατιά δένεται με την εργατική τάξη και τη νεολαία, τόσο θα μεγαλώνει και η επίδρασή της στις ταλαντευόμενες μικροαστικές δυνάμεις, δημιουργώντας καλύτερες προϋποθέσεις όχι για την εξαφάνιση της ασυνέπειάς τους (αυτό είναι ταξικό γνώρισμα), αλλά για το τράβηγμά τους στο ενιαίο μέτωπο υπό την καθοδήγηση του σοσιαλιστικού προλεταριάτου.
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |23
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Τα Βαλκάνια και οι αντιθέσεις του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος
του Τάκη Καλλιανιώτη
Σ τα Βαλκάνια και στο πολεμικό τους θέατρο, την πρώην Γιουγκοσλαβία, παίζεται σήμερα ένα από τα σημαντικότερα πολι- τικά-στραπωτικά-οικονομικά «παιχνίδι
α». Το σύνολο των αντιθέσεων που χαρακτηρίζουν το παγκόσμιο «γίγνεσθαι» εμφανίζονται στην πολύπαθη αυτή περιοχή, που ξανάγινε η πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης, και μας «προκαλούν» να τις αναλύσουμε, να βγάλουμε απ' αυτή την ανάλυση συμπεράσματα, να καθορίσουμε τη στρατηγική και την ταχπκή του προλεταριάτου και των συμμάχων του εργαζόμενων μαζών.
Η κατάσταση χαρακτηρίζεται από μια πολύ έντονη κινητικότητα. Ολοι οι εμπλεκόμενοι αλλάζουν συνεχώς θέσεις, που η ανάλυση ενός περιοδικού σαν το δικό μας δύσκολα μπορεί να παρακολουθήσει με δημοσιογραφική πιστότητα. Οι βασικές τάσεις όμως έχουν διαφανεί και τα συμπεράσματα που βγαίνουν απ' αυτές τις τάσεις είναι σίγουρα, ώστε κάθε νέο στοιχείο να αποτελεί απλά πρόσθετα επιχείρημα και όχι μοχλό ανατροπής αυτών των συμπερασμάτων.
Ηττα των ιμπεριαλιστώνΕίναι αναμφισβήτητο, ότι στη Βοσνία - Ερζεγοβί
νη οι ιμπεριαλιστές υπέστησαν μια σημαντική πολιτική κα διπλωματική ήττα. Μετά το ΟΧΙ του Πάλε αναδιπλώθηκαν κα άλλαξαν τα σχέδιά τους.
Επί μήνες οι ιμπεριαλιστές προσπαθούσαν να περάσουν όχι μόνο προς τη Σερβία, αλλά προς όλο τον κόσμο, το μήνυμα ότι είνα ακατανίκητα, ότι η «νέα τάξη» θα επικρατήσει σ' ολόκληρη την
υφήλιο. Οι απειλές τους ενάντια στη Σερβία ήταν σχεδόν καθημερινές. Μιλούσαν με υπεροψία για πς καταστροφές που θα έφερναν οι αεροπορικές επιδρομές, καλούσαν το σέρβικο λαό να υποκύψει, να δεχτεί τα διαλυτικά σχέδιά τους. Αυτοί όμως που απειλούσαν και εκβίαζαν αναγκάστηκαν να αναδιπλωθούν κα να αλλάξουν σχέδια. Το σχέδιο Βανς κα Οουεν κατέρρευσε μετά την άρνηση των Σέρβων της Βοσνίας να αποδεχτούν την απροκάλυπτη ιμπεριαλιστική επέμβαση σπς υποθέσεις τους. Οπως έγραφε χαρακτηριστικά η «Καθημερινή», σπς 25-5-93, αναφερόμενη στις εξελίξεις που ακολούθησαν, «επί της ουσίας επικυρώθηκε από τον διεθνή παράγοντα η απόφαση του Πάλε της 6ης Μαίου».
Τα πράγματα βέβαα είνα πολύ πιο σύνθετα από- π παρουσιάζονται στην τρέχουσα παραφιλολογία των αστικών ΜΜΕ, όμως είνα πέρα από κάθε αμφιβολία, όπ οι ιμπεριαλιστές δέχτηκαν ένα γερό χτύπημα κι αυτό αφορά ιδιαίτερα τους Αμερικά- νους, που αναγκάστηκαν να αναγγείλουν την υποχώρησή τους κα να ανακαλύψουν κι αυτοί τον... ειρηνιστή Μιλόσεβιτς. Χαρακτηριστική απ' αυτή την άποψη είνα μια δήλωση του Κρίστοφερ για τη Βοσνία: «Δεν επηρεάζει τα ζωτικά μας συμφέροντα, παρά μόνο στο μέτρο που ενδιαφερόμαοτε για την ανθρώπινη πλευρά των πραγμάτων»!! Το κύρος του Κλίντον κα της αμερικάνικης ηγεσίας έπεσε κατακόρυφα, καθώς αποδείχτηκε με τον πιο σαφή τρόπο, ότι η παντοδυναμία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού είναι ένα μύθος, ότι η αντίληψη της «μοναδικής υπερδύναμης», που κάνει ό,τι θέλει στον κόσμο, αντίληψη που φούντωσε μετά τον πόλεμο του Κόλπου, ήταν ένα ακόμη προπαγανδισπ-
124 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993IIsIIIhS
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
κό δημιούργημα.Τα νέα σχέδια, που άρχισαν να εκπονούνται από
τους ιμπεριαλιστές, εκφράζουν την υποχώρηση και την αμηχανία στην οποία βρέθηκαν. Προτιμούμε να μην ασχοληθούμε μ' αυτά, γιατί δεν διαφέρουν στην ουσία από τα προηγούμενα, γιατί αλλάζουν κι αυτά με κινηματογραφική ταχύτητα, καθώς όλες οι αντιθέσεις, όπως ακριβώς αναπτύσσονται στο πρόβλημα της Γιουγκοσλαβίας, παραμένουν άλυτες και θα παραμένουν για καιρό ακόμη. Εχει λοιπόν μεγαλύτερη αξία από την ανάλυση των διαδοχικών σχεδίων που κατατίθενται από τους ιμπεριαλιστές, η ανάδειξη του συμπεράσματος που βγαίνει από τις πρόσφατες εξελίξεις: Οι ιμπεριαλιστές δεν είναι παντοδύναμοι και αήττητοι. Το απελευθερωτικό κίνημα του προλεταράτου και των λαών, θα σημειώσει λαμπρές επιτυχίες, όταν απο- δεσμευτεί από την επιρροή του αστικού εθνικισμού και κινηθεί σε επαναστατική - διεθνιστική κατεύθυνση.
Τί έγινε στη Βοσνία;Οι ιμπεριαλιστές λοιπόν, βασικά οι Αμερικάνοι,
δεν πραγματοποίησαν πς απειλές τους για στρα- τιωτική εισβολή στη Βοσνία. Αποτρεπτικά λειτούργησαν εδώ όλες οι αντιθέσεις του παγκόσμιου καπιταλισμού, όπως αυτές εκφράζονται στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Οι Αμερικάνοι είχαν σκληρή κόντρα με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις: με τους Αγγλους και Γ άλλους, που είχαν προσεγγίσει τη Σερβία, με τους Ρώσους, που διατηρούν ακόμη ισχυρά ερείσματα στο σερβικό καθεστώς και ειδικά στον στραπωτικό τομέα, αλλά και με τους Γερμα- νούς, που δεν είναι ακόμη έτοιμοι να παίξουν ισότιμα σε πολεμικό παιχνίδι. Οι Αμερικάνοι είχαν σκληρή κόντρα με τη σέρβικη αστική τάξη, η οποία δεν ήθελε να ψαλιδιστεί κι άλλο ο «εθνικός» της χώρος και διέθετε, από τη μια, μια αξιόλογη πολεμική μηχανή (και εξασφαλισμένη στήριξη σε πολεμικό υλικό από τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και βασικά τη Ρωσία) και, από την άλλη, πλατιά λαϊκή στήριξη, αφού ο σέρβικος εθνικισμός μπλέκεται και σκεπάζει τη θέληση του σέρβικου λαού να προασπίσει την εθνική ανεξαρτησία και την κρατική αυτοτέλεια της πατρίδας του. Οι Αμερικάνοι τέλος, αλλά και όλοι οι άλλοι ιμπεριαλιστές, φοβούνταν, όπ η πολεμική τους επίθεση στη Βοσνία θα ξεσήκωνε όχι μόνο το σέρβικο λαό, αλλά γενικότερα τους βαλκανικούς λαούς και τους λαούς της Ευρώπης. Ενας τέπος πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης δεν μπορεί παρά να εξελιχτεί σε παγκόσμιο, δεν μπορεί παρά να ξανασηκώσει το «φάντασμα του κομμουνισμού», το «φάντασμα» της προλεταριακής επανάστασης.
Απ’ όλους αυτούς τους παράγοντες, ο τελευταίος ήταν που κυριάρχησε και καθόρισε την αποτροπή των πολεμικών επιχειρήσεων σ’ αυτή τη φάση. Και είναι πραγματικά αξιοθρήνητοι κάποιοι τρομαγμένοι μικροαστοί, που αναμασούν συνέχεια τα «νεοταξικά» ιδεολογήματα, θεωρώντας όπ ο ιμπεριαλισμός είναι παντοδύναμος, όπ στα ηγετικά του επιτελεία δεν υπάρχουν άνθρωποι που να μελετούν πς επιπτώσεις από κάθε ενέργεια, όπ η ιστορική πείρα δεν έχει διδάξει και τα ίδια τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία.
ΜΑΡΞ
Ολοι οι «σοφοί» της Ουάσιγκτον τάχθηκαν με τον ένα ή άλλο τρόπο ενάντια σε μα στραπωπκή επέμβαση στη Σερβία, γιατί φοβούνται πς αντιδράσεις όχι μόνο των λαών της Βαλκανικής, αλλά και των λαών ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου. Είναι χαρακτηριστικά αυτά που διατύπωσε σε άρθρο του στην «Ουάσιγκτον Ποστ» ο Χένρι Κίσιγκερ, του οποίου η φωνή αποτελεί τη συνισταμένη της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Αφού τάχθηκε ενάντια σε μια στρατιωτική επέμβαση στη Βοσνία, πρότεινε να δημιουργηθεί ένα «μουσουλμανικό» κράτος, ενώ τα σέρβικα και τα κροατικά εδάφη να «ενωθούν με πς μητέρες πατρίδες» τους. Και κατέληξε: «Μ όνον έτσι θα έχουμε μακροπρόθεσμα ειρήνη, αλλιώς, αν επικρατήσει η λογική της επέμβασης, τα στρατεύματά μας θα βρεθούν όμηροι, όπως οι πεζοναύτες στο Λίβανο». Παρόμοια δήλωση έκανε και ο αρχηγός του γενικού επιτελείου των ΗΠΑ Κόλιν Πάουελ: «Δύστε μου πεντακόσιες χιλιάδες στραπώτες, εκατό χιλιάδες φέρετρα και δέκα χρόνια, για να κάνω πόλεμο στη Βοσνία». Στη δήλωση αυτή ανπκαθρεπτίζεται με τον καλύτερο τρόπο ο μεγάλος φόβος των ιμπεριαλιστών μπροστά σε μια στραπωπκή επίθεσή τους ενάνπα στη Σερβία.
Οι ιμπεριαλιστές φοβούνται ένα νέο Βιετνάμ. Ξέρουν, όπ σε συνθήκες γενικής όξυνσης των αντι- θέσεων του καπιταλισμού, μια επέμβαση στην περιοχή της Βοσνίας θα τραντάξει ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα, θα οξύνει αναπόφευκτα τον κοινωνικό πόλεμο. Η εργατική τάξη των χωρών της Βαλκανικής, που άρχισε ήδη να ξεπερνά την αδράνεια που ακολούθησε την κατάρρευση των καθεστώτων του παλινορθωμένου καπιταλισμού και να βγαίνει στο προσκήνιο, αναπτύσσοντας την ταξική της πάλη, σε συνθήκες πολέμου, όπου θα φτάσει στο έπακρο ο κοινωνικός πόλεμος του κε- φάλαιου, όπου δίπλα στα οικονομικά δεινά θα προστεθούν το αίμα και τα δάκρυα του πολέμου, θα αναπτύξει το δικό της ταξικό πόλεμο, θα αμφισβητήσει έντονα το καπιταλιστικό σύστημα. Οι «σοφοί» των ιμπεριαλιστών σκέφτονται, όπ μια επιχείρηση τύπου Βιετνάμ στο κέντρο της Ευρώπης θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα για το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, τόσο για την Ευρώπη όσο και για τις ΗΠΑ, σε περίοδο έντονης αστάθειας και κλονισμών του καπιταλισμού.
Η εκρηκτική κατάσταση που επικρατεί στη Βαλκανική χερσόνησο οδηγεί στην όξυνση του κοινωνικού πολέμου και σε επαναστατικές εκρήξεις. Ολες οι αντιθέσεις του καπιταλισμού οξύνονται. Μέσα στην εργατιά και την αγροτιά επικρατεί μεγάλος αναβρασμός καθώς η επέμβαση των ιμπεριαλιστών για το μοίρασμα της λείας οδηγεί οττην εξαθλίωση και στον πόλεμο. Οι βαλκανικοί λαοί θ' αρχίσουν να πείθονται με την πείρα τους, όπ ο βαλκανικός πόλεμος που ετοιμάζουν οι ιμπεριαλιστές γίνεται για να πλουτίσει μια χούφτα από Κροίσους του κεφαλαίου, ενώ η εργαπά και η αγροτιά θα κληθούν να γίνουν κρέας για τα κανόνια των εμπρηστών του πολέμου. Οι πρωτοπόροι εκπρόσωποι του προλεταριάτου, σ' αυτές τις συνθήκες, θα ανεβάσουν την ωριμότητα και τη συνειδητότητά τους, οι όροι για τη δημουργία και την ισχυροποίηση νέων κομμουνιστικών κομμάτων θα πολλάπλα- σιαστούν και θα γίνουν πιο ευνοϊκοί.
Η όξυνση της ταξικής πάλης, ο φόβος της ωρί-
ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 125:|χ:>>χχχχ
SIB
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
μανσης επαναστάσεων στην περίπτωση ιμπεριαλιστικής στρατιωτικής επέμβασης στη Βαλκανική, προβληματίζει πολύ τους ιμπεριαλιστές ηγέτες, αλλά και τις αστικές ηγεσίες των χωρών της περιοχής. Οι ιμπεριαλιστές διστάζουν, αναβάλλουν τις αποφάσεις τους, όχι μόνο γιατί τρώγονται μεταξύ τους, αλλά και γιατί φοβούνται τις αντιδράσεις των λαών, τη δημιουργία επαναστατικής κατάστασης στην περιοχή.
Αλλά φοβούνται και το εσωτερικό τους μέτωπο, γιατί και στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών χωρών ωριμάζουν σιγά - σιγά οι όροι για κοινωνική έκρηξη. Η κατάσταση στις ιμπεριαλιστικές χώρες είναι οξυμένη. Υπόσχονταν ότι μετά την πτώση του «κομμουνισμού» θα έφερναν την ευημερία, την ειρήνη και την συνεννόηση. Και τώρα οι ίδιοι ομολογούν τη χρεοκοπία τους. Η ανεργία, η φτώχεια και η εξαθλίωση μεγαλώνουν. Οι συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων οδηγούν σε πολεμική ανάφλεξη ολόκληρο τον πλανήτη.
Αυτή η κατάσταση περιγράφεται συχνά, με ζωντανά χρώματα σπς στήλες των αστικών εφημερίδων. Ιδού τί έγραφε πάλι η συντηρητική «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», με τίτλο «Περιμένοντας τη θύελλα», σπς 27/9/92:
«Πριν ακόμη συμπληρωθεί χρόνος από την παταγώδη κατάρρευση του “σοσιαλισμού", ο θριαμβεύ- σας “καπιταλισμός" εμφανίζεται αμφίβολος, προβληματικός και επικίνδυνος όσο ποτέ άλλοτε. Ολοι οι μύθοι για μια ορθολογισμένη και χωρίς κρίσεις και ανπθέσεις ανάπτυξη για το “καλό όλω ν" τείνουν να καταρρεύσουν εξίσου παταγωδώς όσο και οι μύθοι του “σοσιαλισμού". Οι απαισιόδοξοι προβλέπουν μέλλον “όχι μακρινό” ζοφερό και βάρβαρο, με αιματηρούς πολέμους, με γιγανπαίες μετακινήσεις πληθυσμών, με πείνα, αρρώστιες και ολική καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.
Τα πρώτα μηνύματα του κυκλώνα είναι ήδη αισθητά στη χώρα μας κα στην περιοχή μας. Η αυτονόητη λογική της λιτότητας έχει πάρει τις διαστάσεις άγριας κα βίαιης επιδρομής εναντίον των μικρών και μέσω ν εισοδημάτων, εν ονόμαπ της συνθήκης του Μάαστριχτ, η οποία καταρρρέει πριν ακόμη επιχειρήσει το πρώτο βήμα της ζωής της. Στον περίγυρό μας, ακόμη χειρότερα, η απειλητική για μας κρίση πήρε τη μορφή της πλήρους κοινωνικής διαλύσης κα των αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ των εθνών, εθνοτήτων, μειονοτήτων κα των ενόπλων “συμμοριών" που διατείνονται ότι νς εκπροσωπούν.
Η καρδιά του θριαμβεύσαντος “καπιταλισμού" οι αναπτυγμένες χώ ρες της Δύσης κα η Ιαπωνία με τον πολινσμό κα τη δημοκρατία τους, διέρχοντα βαθύτατη κρίση, με εμφανή έκφραση τη μακροχρόνια οικονομική ύφεση και τις ελάχιστες ελπίδες γρήγορης ανάπτυξης. Η πρόσφατη νομισματική αναστάτωση ήταν η ένδειξη της μεγάλης θύελλας που δεν ξέσπασε ακόμη, πίσω από την οποία υποθέτουν όπ κρύβε τα μια βίαιη (έστω και χωρίς πόλεμο) ανακατανομή των δυνάμεων κα των επιρροών.
Στην πρώην Σοβιετική Ενωση και τις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης η μεσαία τάξη έχει καταστραφεί ολοσχερώς ενώ οι κατώτερες τάξεις οδηγούντα στην εξαθλίωση με αποτέλεσμα ούτε η διαδικασία της ανάπτυξης να είνα εφικτή, ούτε το
126 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ,
πολιτικό καθεστώς βιώσιμο. Η ασυγκράτητη διάλυση της σοβιετικής αυτοκρατορίας δεν δικαίωσε πς ελπίδες για ελευθερία και δημοκρατία αλλά ούτε τις ελπίδες για μια αποτελεσματική βοήθεια από την πλούσια κα προβληματική Δύση.
Αυτή η εικόνα του κόσμου... θα ξαναφέρει στο νου πολλών νς ξεχασμένες θεωρίες του Λένιν για την “ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού", την οποία θεωρούσε ως βασική κα κύρια ατία των πολέμων κα των επαναστάσεων».
Η ασπκή εφημερίδα καταλήγει σε συμπεράσματα που είναι πιο ισχυρά, πιο διδακτικά και πιο χειροπιαστά από οποιοδήποτε συμπέρασμα κομμουνιστή, γιατί τα βγάζουν καραμπινάτοι αστοί, αμείλικτοι εχθροί του κομμουνισμού και π-|ς επανάστασης. Οι αστοί δημοσιολόγοι καταλήγουν στο συμπέρασμα, πως η Ευρώπη και όλος ο καπιταλιστικός κόσμος οδηγούνται στη χρεοκοπία. Κι αυτό αποτελεί μια άλλου είδους πρόβλεψη για το ότι το επαναστατικό και το κομμουνιστικό κίνημα θα σημειώσει λαμπρές επιτυχίες.
Αναστροφή του κλίματοςΗ αναστροφή του κλίματος, που είχε δημιουργη-
θεί με την κατάρευση των καθεστώτων του παλι- νορθωμένου καπιταλισμού, και η αφύπνηση του προλεταριακού κινήματος σε όλες τις χώρες των Βαλκανίων είναι πια γεγονός. Η οργή και η αγανάκτηση των λαών της περιοχής εκδηλώνεται με μαζικές απεργίες, διαδηλώσεις, πολιτική κρίση. Οι λαοί πείθονται ότι η ευημερία, η συνεννόηση και η ειρήνη, που υπόσχονταν οι ιμπεριαλιστές μετά τη λήξη του «ψυχρού πολέμου», δεν είναι παρά απάτη κα δημαγωγία.
Ας δούμε τί γίνεται στη γειτονική Αλβανία, στη Βουλγαρία, τη Σερβία, τη Σλοβενία, την Κροατία, στη χώρα μας. Σ' όλες αυτές τις χώρες επικρατεί αγανάκτηση κα αναβρασμός.
Στην Αλβανία γίνονται συχνά απεργίες των εργατών και κινητοποιήσεις της αγροτιάς. Οι απεργίες των εργατών στα ορυχεία είνα πολυήμερες. Πέρα τον Αύγουστο η τρίμηνη απεργία των απεργών στην πόλη Πολικάν μετατράπηκε σε εξέγερση. Οι εργάτες προχώρησαν σε εκτεταμένες συγκρούσεις με την αστυνομία, σε πυρπόληση των γραφείων της διοίκησης του εργοστασίου, στην πολιορκία του δημαρχείου κα τη σύλληψη του διοικητή της αστυνομίας κα ενός ανώτερου κυβερνητικού αξιωματούχου. Πρόσφατα α αγρότες κατέβηκαν σε διαδηλώσεις, ενώ στα νότια της χώρας εκατοντάδες πορτοκαλιές ξεριζώθηκαν, σαν απάντηση στην πολιτική της κυβέρνησης Μπερίσα, που δίνει στους προπολεμικούς μπέηδες το 50% της γης.
Η οικονομική κα πολιτική κρίση στην Αλβανία έχει πάρει παροξυσμικές διαστάσεις. Εκλεισαν σχεδόν όλες οι βιομηχανίες, τα ορυχεία, α πετρελαο- πηγές, εγκαταλείφθηκαν α καλλιέργειες. Οι εξαγωγές πετρελαίου και χρωμίου μειώθηκαν σημαντικά. Η ανεργία φτάνει στο ύψος ρεκόρ του 50%. Οι περισσότεροι από τους ανέργους ζουν στην περιφέρεια των Τιράνων, σε άθλιες συνθήκες, μέσα σε παράγκες, σε τενεκεδουπόλεις που δη- μιουργήθηκαν τα δυο τελευταία χρόνια. Οι εργάτες, ιδιαίτερα α νέα, εγκαταλείπουν μαζικά τη χώ
Λάης 1993
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
ρα.Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση ο Μ περίσα ανα
βιώνει το «όραμα» της «Μεγάλης Αλβανίας». Οι τυχοδιωκτισμοί στην εξωτερική πολιτική πάντα α- ποτελούσαν όπλο της αστικής τάξης για αποπροσανατολισμό του λαού στο εσωτερικό της χώρας. Η αστυνομοκρατία και η φασισπκοποίηση κυριαρχούν στην πολιτική ζωή του τόπου.
Τα ίδια συμβαίνουν στην Βουλγαρία. Η οργή και η αγανάκτηση του λαού βαθαίνει την πολιτική κρίση στη χώρα και δημιουργεί ρήγματα στο πολιτικό εποικοδόμημα. Η απάτη όπ δήθεν η «ελεύθερη οικονομία» και οι ιδιωτικοποιήσεις θα έφερναν την ευημερία, οδηγεί σε αναβρασμό την εργατική τάξη. Η πολιτική κρίση εκφράστηκε ήδη με την πτώση της πρώτης, υπό τον Ντιμιτρόφ, κυβέρνησης, λίγο μόλις καιρό μετά την άνοδό της στην εξουσία. Η νέα, υπό τον Μπέροφ, κυβέρνηση είναι το ίδιο ασταθής. Η κρίση που μαστίζει τη Βουλγαρία εκφράζεται με ψηλά ποσοστά ανεργίας, με την αύξηση του δημόσιου χρέους και των ελλειμμάτων, με τη συνεχή πτώση της παραγωγής, με τα ψηλά επίπεδα πληθωρισμού, με τη συνεχή επιδείνωση του βιοτικού εππέδου του λαού. Στην τριετία '90 - '92 η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 20% το χρόνο. Η ανεργία έφτασε στο 15%. Ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε στο 500% το 1991 και στο 100% το 1992.
Η βιομηχανική παραγωγή της χώρας και η αγροτική παραγωγή βρίσκονται σε συνεχή πτώση. Η βιομηχανία «αναδιαρθρώνεται», πολλά ορυχεία κλείνουν, εργάτες πετάγονται στο δρόμο. Η αγροτική παραγωγή μειώθηκε πέρσι κατά 9% και η παραγωγή καπνού μειώθηκε στο μισό. Το εισόδημα των εργαζόμενων έπεσε κατακόρυφα και το ποσοστό του πληθυσμού που ζει κάτω από τα όρια φτώχιας έφτασε στο ύψος ρεκόρ του 76,4%. Μόνο η ασπκή τάξη της χώρας, ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού, κερδίζει αμύθητα πλούτη απ' τον ιδρώτα και το αίμα της εργατιάς και της αγροτιάς.
Η κρίση στο εσωτερικό της Βουλγαρίας, επί κυβέρνησης Ντιμιτρόφ, έφτασε σε τέτια οξύτητα, που η κυβέρνηση συγκρούστηκε με τα συνδικάτο που η ίδια έλεγχε. Η σύγκρουση ήταν τόσο μεγάλη που το κόμμα της Ενωσης Δημοκρατικών Δυνάμεων (Ε.Δ.Δ.) κινδύνεψε να διαλυθεί σε πολλά κομμάτια. Ο βουλγάρικος λαός πείθεται με την ίδια του την πείρα, ότι ο δυτικός παράδεισος που του υπόσχονταν δεν είναι παρά αμέτρητα βάσανα γι' αυτόν και αμύθητα πλούτη και χλιδή για την ασπκή τάξη. Το καζάνι κουφοβράζει και δίπλα σ' αυτό η πάλη των αστικών κομμάτων για την κυβερνητική εξουσία και η διαπλοκή αυτής της πάλης με την προσπάθεια ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, βασικά των ΗΠΑ και της Γερμανίας, να εκτοπίσουν τη Ρωσική επιρροή, η δημιουργία ισχυρών «λόμπι» επιρροής των διάφορων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων μέσα στα βουλγάρικα ασπκά κόμματα και τα άλλα κέντρα εξουσίας του συστήματος, τροφοδοτούν συνεχώς και οξύνουν την πολιτική κρίση, προσδί- νοντάς της εκρηκτικές διαστάσεις.
Και στις άλλες βαλκανικές χώρες η κατάσταση είναι παρόμοια. Στην Κροατική κοινωνία όπως και στη Σλοβένικη, τα συμπτώματα μιας κοινωνικής έκρηξης είναι ορατά. Στη Σλοβενία οι υπουργοί κάνουν συνεχείς εκκλήσεις για λιτότητα. Η δεινή κα
τάσταση στην οποία έχει περιέλθει η σλοβένικη οικονομία αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην κατάρρευση της ενιαίας γιουγκοσλάβικης αγοράς, η οποία στο παρελθόν απορροφούσε το μισό περίπου των εξαγωγών της χώρας. Η οικονομική κρίση και η πίεση του λαού στη χώρα αυτή οδηγεί σε αναστάτωση το πολιτικό σκηνικό. Είναι ενδεικτικό ότι η τελευταία βδομάδα του Απρίλη χαρακτηρίστηκε σαν «εβδομάδα των συνεδρίων διάσπασης», αφού μια σειρά από κόμματα χωρίστηκαν σε δυο ή περισσότερα τμήματα.
Η Κροατία επίσης γονάτισε κάτω από το βάρος του πολέμου και της κρίσης. Η χώρα γνωρίζει ήδη την πέμπτη της κυβέρνηση μετά τις πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές που είχαν διενεργηθεί εκεί το 1990. Η ανεργία στην Κροατία έχει φτάσει στα ύψη, ο πληθωρισμός το 1992 έφτασε το 1100%, α καταστροφικές συνέπειες του πολέμου είναι μεγάλες.
Τα δύσκολα για τον Μπερίσα, τον Ζέλεφ, τον Τούτζμαν και τους άλλους αστούς ηγετίσκους των βαλκανικών χωρών ήρθαν πολύ γρήγορα. Οι μέρες του θριάμβου υπό την σκιά της αστερόεσσας και του γερμανικού αετού ξεχάστηκαν. Οι υποσχέσεις των αμερικάνων και των άλλων ιμπεριαλιστών, τα παχιά λόγια της αστικής ηγεσίας δεν γεμίζουν τα άδεια στομάχια. Οι ιμπεριαλιστές πάτρωνες δεν είναι καθόλου γενναιόδωρα. Μεγαλώνει η οργή κα η αγανάκτηση των λαών της Βαλκανικής κι αυτό το ασθάνοντα, το καταλαβαίνουν καλά α αστοί ηγέτες.
Ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός
Η διάσκεψη των Αθηνών για το Βοσνιακό, η επίσκεψη Κρίστοφερ στην Ευρώπη κα τα γεγονότα που ακολούθησαν κατέδειξαν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τη σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ, των Δυτικοευρωπαίων ιμπεριαλιστών κα της Ρωσίας για το ξαναμοίρασμα της Βαλκανικής χερσονήσου. Οι πιο ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις βάζουν τρικλοποδιές η μια στην άλλη, προσπαθούν ν' αρπάξουν το καλύτερο «κομμάτι» της περιοχής.
Για το μοίρασμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας, της Κεντρικής Ασίας, των πετρελαίων της Μέσης Ανατολής, μάχονται λυσσαλέα α ΗΠΑ, η Γερμανία, η Βρετανία, η Γαλλία, η Ρωσία, που έφτασε στην τελευταία γραμμή άμυνας κα αναγκαστικά πρέπει να αντιδράσει. Οι αστικές εφημερίδες κα τα περιοδικά αυτών των χωρών είναι γεμάτα από πς πιο άγριες επιθέσεις ενάντια στους «συμμάχους» κα «εταίρους», γιατί αρπάζουν τη λεία από το στόμα τους. Η μικρή αυτή ομάδα των «μεγάλων δυνάμεων» δεν είνα σε θέση να ρυθμίσει πς μεταξύ τους σχέσεις και όλοι κατευθύνουν την πολιτική τους στο τορπιλισμα της πολιτικής των «συμμάχων».
Ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός για το ξαναμοίρασμα της βαλκανικής χερσονήσου, πατώντας πάνω στα άλυτα εθνικά προβλήματα κα στους εθνικιστικούς ανταγωνισμούς, οδήγησε στη διάλυση της πρώην Γ ιουγκοσλαβίας, στον πόλεμο στη Βοσνία. Ο πόλεμος κινδυνεύει να επεκταθεί σ' ολόκληρα τα Βαλκάνια. Οι ιμπεριαλιστές έλεγαν ότι μετά τον «ψυχρό πόλεμο» θα έφερναν την «ειρήνη» κα τη «συνεννόηση» κα έφεραν τον πό
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 127
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
λεμο. Από δω προέρχεται και η κρίση, ο αναβρασμός και η αγανάκτηση των πλατιών εργαζόμενων μαζών της Βαλκανικής. Οι εργαζόμενοι βλέπουν καθημερινά απ' τις τηλεοράσεις και ακούνε απ’ τα ραδιόφωνα πς απειλές του ενός ιμπεριαλιστή ενάντια στον άλλο, πς απειλές των ιμπεριαλιστών ενάνπα στη Σερβία, ενάντια στους λαούς της περιοχής. Ολοι ακούσαμε την αμερικάνικη ηγεσία να απειλεί τους δυτικοευρωπαίους συμμάχους, όλοι ακούσαμε τον Χερντ και τον Οουεν να εκτοξεύουν απειλητικές φάσεις ενάνπα στην αμερικάνικη ηγεσία. Σ’ όλη αυτή την περίοδο το ΝΑΤΟ «ανακατεύεται» απ’ πς διαφωνίες και τις απειλές του ενός συμμάχου ενάνπα στον άλλο. Πίσω απ’ πς κομψές διπλωματικές φράσεις δεν μπόρεσαν οι ιμπεριαλιστές να κρύψουν τις τεράστιες διαφορές απόψεων αλλά και πς απειλές του ενός ενάνπα στον άλλο.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του γερουσιαστή Μπάιντεν, εκπροσώπου του Κλίντον, που ακούσαμε όλοι πρόσφατα απ' τη τηλεόραση: «Ο πρόεδρος Κλίντον επεδίωξε να συσπειρώσει τους συμμάχους γύρω από μια καλά σχεδιασμένη δυτική συμμαχία. Η ευρωπαϊκή πολιπκή θύμιζα την πολιτική Τσάμπερλεν πριν από τον Β ' παγκόσμιο πόλεμο. Δ εν ξέρω πώς να εκφράσω την οργή μου. Μας ζητούν να αποδεχτούμε όπ κέρδισαν οι Σέρβοι και να καθίσουμε επιπλέον να υπολογίσουμε πόσα ακριβώς κέρδισαν. Αστό που συναντήσαμε στην Ευ ρώπη ήταν ένα αποκαρδιωτικό μωσαϊκό αδιαφορίας, διστακτικότητας, αυταπάτης και υποκρισίας».
Και οι δυπκοευρωπαίοι «σύμμαχοι» απάντησαν βίαια, χλευασπκά στον Κλίντον, όπ σε περίπτωση αεροπορικού βομβαρδισμού των σερβικών θέσεων, το σερβικό πυροβολικό... «θα κρυφτεί σε μουσουλμανικές περιοχές και έτσι θα θρηνήσουμε θύματα μεταξύ των μουσουλμάνων»! Η υποκρισία σ' όλο της το μεγαλείο. Αυτοί που διατείνονται όπ σκέφτονται τώρα τα θύματα, είναι οι ίδιοι που μόλις προχτές δολοφονούσαν τον Ιρακινό λαό, που έθαβαν ζωντανούς τους Ιρακινούς στρατιώτες κάτω απ' την άμμο της ερήμου. Εκείνο που ανακόπτει την επιθετικότητά τους δεν είναι το ενδιαφέρον τους για τη δημιουργία θυμάτων — αυτό ούτε που το σκέφτονται — αλλά ο φόβος από την αντίσταση των λαών και οι μεταξύ τους αγεφύρωτες αντιθέσεις. Ολες οι ασπκές εφημερίδες και τα περιοδικά γράφουν και για το λυσσαλέο πόλεμο μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για το ξαναμοίρασμα της λείας, αλλά και για την απειλή λαϊκών εξεγέρσεων.
Ο συσχεπσμός των δυνάμεων έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια μέσα στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Η δύναμη της Ρωσίας και των ΗΠΑ έχει εξασθενήσει πολύ ενώ αναδείχτηκαν νέες δυνάμεις, όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία. Η Γερμανία εδώ και πολλά χρόνια αμφισβητεί τον ηγεμονικό ρόλο των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Μέσα στο ΝΑΤΟ οι αποφάσεις δεν μπορεί πλέον να είναι ομόφωνες και η Γερμανία προσπαθεί να αλλάξει τους συσχεπσμούς μέσα στο εσωτερικό του, προ- τείνοντας την είσοδο χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, με εξαίρεση τη Ρωσία. Η Βρετανία και η Γαλλία αντιτίθενται στα σχέδια της Γερμανίας και των ΗΠΑ και έτσι οι ιμπεριαλιστές τορπιλίζουν ο ένας την πολιτική του άλλου με τη
βοήθεια του κρατικού τους μηχανισμού.Η Γ ερμανία πάλεψε με όλες της πς δυνάμεις για
τη διάλυση της πρώην Γ ιουγκοσλαβίας, για την απόκτηση ζωνών επιρροής στην Κροατία και στη Σλοβενία. Η ίδια δύναμη προσπάθησε στη συνέχεια να ελέγξει ορισμένες χώρες στο Νότο των Βαλκανίων, για να ανοίξει διαδρόμους προς τη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Οι ΗΠΑ αντέ- δρασαν έντονα, προσπάθησαν να διατηρήσουν τα παλιά τους ερείσματα και ο ανταγωνισμός έγινε δριμύτατος.
Η Γερμανία κατέκτησε σημαντικές θέσεις στην Τουρκία η οποία είναι και μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη, που μπορεί να επηρεάσει πς εξελίξεις στη Βαλκανική, στην Κεντρική Ασία, στη Μέση Ανατολή. Η «αναβάθμιση» των σχέσεων των δυο χωρών φάνηκε και κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Κολ σπιν Τουρκία. Η Γερμανία όχι μόνο δεν προβάλλει τώρα καμιά αντίδραση για την επίθεση του τούρκικου στρατού ενάνπα στον Κούρδικο λαό, αλλά υποστηρίζει ανοικτά αυτή την επίθεση. Η αλλαγή της στάσης της Γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στην Τουρκία είναι προφανής. Ας θυμηθούμε τί έγι- νε το Μάρτη του περασμένου χρόνου, όταν ξέσπασε ο άγριος καυγάς μεταξύ των κυβερνητικών παραγόντων της Γερμανίας και της Τουρκίας. Ο τούρκικος τύπος είχε ξεσπαθώσει σε τέπο βαθμό ενάντια στη γερμανική κυβέρνηση και ιδιαίτερα ενάντια στον Γκένσερ, ώστε έφτασε στο σημείο να δημοσιεύσει σκίτσο που εμφάνιζε τον γερμανό υπουργό εξωτερικών σαν νέο Χίτλερ. Η Γερμανία εκμεταλλεύονταν το Κούρδικο αντάρτικο κα πίεζε την Τουρκία για ν' αλλάξει τη φιλοαμερικάνικη πολιτική της. Οι πιέσεις αυτές απέδοσαν κα τα γερμανικά συμφέροντα αποτυπώνονται πια στην τούρκικη πολιτική. Χαρακτηριστική απ' αυτή την άποψη είναι η προσπάθεια διείσδυσης της Γερμα- νίας στο Ουζμπεκιστάν κα στις άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας μέσω της Τουρκίας
Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση και προκειμένου να μην απομονωθούν, οι ΗΠΑ αλλάζουν ταχύτατα πολιτική και προσπαθούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Βλέποντας ότι δεν μπορούν να χτυπήσουν στρατιωτικά τον Μιλόσεβιτς και μπροστά στις αντιδράσεις των άλλων ιμπεριαλιστών κάνουν στροφή κα προσπαθούν τώρα να προσεγγίσουν την Σερβία. Αυτοί που πριν λίγο καιρό μιλούσαν με τόση μανία ενάντια στην Σερβία, που απειλούσαν με βομβαρδισμούς και καταστροφή, τώρα ξαφνικά ανακαλύπτουν τον «ειρηνοπαό» Μιλόσεβιτς κα ρίχνουν γέφυρες προσέγγισης.
Στο Νότο των Βαλκανίων, α ΗΠΑ χάνουν συνεχώς έδαφος. Η Βουλγαρία όντας μέσα στη δίνη μας ισχυρής εσωτερικής κρίσης, άρχισε να παίρνα τις αποστάσεις της απ’ πς ΗΠΑ κα την Τουρκία και δέχετα έντονες πιέσεις τόσο από τη Γ ερμανία όσο κα από τη Ρωσία. Στην Αλβανία η κρίση κα η αποσύνθεση του καθεστώτος Μπερίσα είνα τόσο μεγάλη που είνα αμφίβολο αν η επιρροή των ΗΠΑ αντέξει για πολύ ακόμα. Γ ενικά η κατάσταση στο Νότο των Βαλκανίων είνα ρευστή κα ασταθής κα α δημουργούμενα άξονες επίσης.
Οι ΗΠΑ έχουν στρατηγικά συμφέροντα στο Νότο των Βαλκανίων. Ενδιαφέροντα για τα συμφέροντά τους στην Κεντρική Ασία, στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή. Θέλουν να εκτοπίσουν τη Γ ερμανία, αλ
||2 * ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
λά τα σχέδιά τους βρίσκουν σοβαρές αντιστάσεις. Μια στρατιωτική επέμβαση και μα ήττα τύπου Βιετνάμ στη Βοσνία θα ήταν γι' αυτούς στρατηγική ήττα. Ας θυμηθούμε ότι μετά την ήττα στο Βιετνάμ η δύναμή τους εξασθένησε σημαντικά στη Νοτιοανατολική Ασία, με αποτέλεσμα η Ιαπωνία να τους εκτοπίσει σιγά σιγά απ* τις αγορές και τις σφαίρες επιρροής.
Η κατάσταση στο Νότο των Βαλκανίων είναι εκρηκτική. Οι ΗΠΑ δεν ανέχονται να τους αρπάζουν πς σφαίρες επιρροής και πς αγορές, απειλούν πς αστικές τάξεις της περιοχής. Η υπόθεση με τον κατάσκοπο Σ. Λάλα και οι απειλές ενάνπα στην ελληνική ασπκή τάξη για να ευθυγραμμιστεί με πς επιταγές τους είναι προφανείς. Αλλά πιο προφανείς είναι οι στόχοι τους για το Κοσσυφοπέδιο και τη Γιουγκοσλάβικη Μακεδονία. Μια όξυνση της κατάστασης στο Κοσσυφοπέδιο και στη Γιου- γκοσλάβικη Μακεδονία δεν μπορεί παρά να δράσει αποσταθεροποιητικά σ' ολόκληρο το Νότο των Βαλκανίων, να πυροδοτήσει τη γενίκευση του πολέμου, να του δώσει πανβαλκανικές διαστάσεις.
Οι Αμερικάνοι προσπάθησαν να στείλουν στρατό στη Γιουγκοσλάβικη Μακεδονία, «αδειάζοντας» έτσι και την ελληνική κυβέρνηση. Οι άλλοι ιμπεριαλιστές, βασικά οι Αγγλογάλλοι, αντέδρασαν και στη νατοική σύνοδο της Βουλιαγμένης επιτεύχθηκε ένας συμβιβασμός που σώνει τα προσχήματα και για πς δυο πλευρές. Οι Αμερικάνοι έστειλαν μερικές εκατοντάδες στραπωπκούς, που τέθηκαν υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ, ενώ στο Κοσσυφοπέδιο συμφωνήθηκε απλώς να σταλούν «διεθνείς παρατηρητές». Το ζήτημα της ονομασίας της Γιουγκοσλάβικης Μακεδονίας, στο οποίο εστιάστηκαν τα μεγαλοίδεάπκα σχέδια της ελληνικής αστικής τάξης, παραμένει ακόμη εκκρεμές. Ο ενδοίμπεριαλι- στικός ανταγωνισμός βόλεψε μέχρι στιγμής τα σχέδια της ελληνικής αστικής τάξης και η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάφερε να μη πιει μέχρι στιγμής το «πικρό ποτήρι». Καμία ιμπεριαλιστική δύναμη βέβαια δεν ενθάρρυνε μέχρι στιγμής πς επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης, η οποία φυσικά δεν μπορεί να προχωρήσει μόνη της. Γ Γ αυτό και αρνήθηκε την πρόταση Μιλόσεβιτς για διαμελισμό της Γιουγκοσλάβικης Μακεδονίας ανάμεσα στη Σερβία και την Ελλάδα. Η εκκρεμότητα του ζητήματος όμως, σε συνδυασμό με την προσπάθεια των διάφορων ιμπεριαλιστικών κέντρων να δημιουργήσουν άξονες με πς εξαρτημένες χώρες της περιοχής, αποτελεί μια ακόμη «αδρανή εστία πυρός», έναν ακόμη παράγοντα που οξύνει την πολεμική κατάσταση, που καλλιεργεί το εθνικιστικό μίσος ανάμεσα στους βαλκανικούς λαούς και απειλεί να τους μετατρέψει σε κρέας για τα κανόνια ενός άδικου ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Τα παλιά ερείσματά της στα Βαλκάνια προσπαθεί να διατηρήσει και η Ρωσία. Η στάση του Γιέλτσιν και της ρώσικης κυβέρνησης στο ζήτημα της βαλκανικής κρίσης είναι ταλαντευόμενη. Ο πόλεμος στη Βοσνία δημουργεί από μόνος του πολιτική κρίση στο εσωτερικό της Ρωσίας. Η πολιτική Γ ιέλτσιν είναι υπέρ των ««ανοιγμάτων» προς την Ουάσιγ- κτον και τη Δύση γενικότερα, δεν μπορεί όμως να αγνοήσει τα συμφέροντα του ρώσικου ιμπεριαλισμού στα Βαλκάνια. Εξάλλου η ανππολίτευση είναι υπέρ πις συμμαχίας με τη Σερβία και ενάνπα σε ο- ποιαδήποτε ιδέα στραπωτικής επέμβασης στη χώ
ρα αυτή. Οι Ρώσοι ηγέτες καταλαβαίνουν όπ εάν χάσουν τα ερείσματά τους στα Βαλκάνια, τότε η κρίση θα μεταφερθεί πιο κοντά στα σύνορά τους και στο ίδιο το εσωτερικό της χώρας τους. Ηδη άρχισαν να χάνουν έδαφος στην Κεντρική Ασία και σπς Βαλτικές Δημοκρατίες κι αυτό τους ενοχλεί πάρα πολύ.
Ο σέρβικος εθνικισμόςΟ σέρβικος εθνικισμός βρίσκεται στο στόχαστρο
όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ολα τα ιμπεριαλιστικά κράτη θέλουν να κτυπήσουν τη σέρβικη αστική τάξη, γιατί τους στέκεται εμπόδιο στην απόσταση τμημάτων απ' την πρώην Γιουγκοσλαβία. Στόχος των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων είναι να διαλύσουν πλήρως την πρώην Γιουγκοσ- λαβία, να δημιουργήσουν μικρά κράτη, τα οποία θα ελέγχουν όσο το δυνατόν καλύτερα.
Γεννιέται φυσικά το ερώτημα. Πίσω απ' το σέρβικο εθνικισμό δεν υπάρχει κανένα ιμπεριαλιστικό κράτος, δεν υπάρχει καμιά ιμπεριαλιστική δύναμη που να ελέγχει τη Σερβία; Το ερώτημα είναι δικαιολογημένο, δεδομένης, για παράδειγμα, της εξάρτησης της ελληνικής αστικής τάξης κα της ελληνικής κυβέρνησης από ορισμένα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Για να απαντήσουμε πρέπει να δούμε σε συντομία πς μεταβολές που συντελέστηκαν στον πλανήτη μας κυρίως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η κατάρρευση της παλιάς αποικιοκρατίας, ένα φανόμενο που ολοκληρώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 70, οδήγησε στη δημουργία πολλών εξαρτημένων χωρών με αυτοτελή κρατική υπόσταση. Οι χώρες αυτές εξαρτήθηκαν οικονομικά, στραπωτικά κα πολιτικά απ' τα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Η εξάρτηση αυτή δεν επέτρεψε σ' αυτές πς χώρες ν’ αναπτυχθούν μέχρι το ιμπεριαλιστικό στάδιο αλλά τις οδήγησε σε μια στρεβλή κα μέσου επιπέδου ανάπτυξη. Σπς εξαρτημένες χώρες όμως υπάρχουν κρατικές δομές, που δεν υπήρχαν σπς αποικίες, και σχετική ανάπτυξη του καπιταλισμού, που δημιουργεί ανπθέσεις με πς ιμπεριαλιστικές χώρες στην εσωτερική αγορά, αλλά κα σπς ξένες αγορές. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις βέβαα εξακολουθούν να ελέγχουν την εσωτερική αγορά των εξαρτημένων χωρών, αφού κα η ντόπια παραγωγική βάση είτε ανήκει άμεσα στο μονοπωλιακό κεφάλαιο των ιμπεριαλιστικών χωρών είτε ελέγχετα με διάφορους τρόπους απ’ αυτό. Ομως αναπτύσσονται κα αντιθέσεις ανάμεσα στη ντόπια ασπκή τάξη κα σπς ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που εκφράζονται πολλές φορές με την προσπάθεια εξαρτημένων χωρών να ελέγξουν ορισμένες σημαντικές πρώτες ύλες και να παζαρέψουν καλύτερα την πούλησή τους σπς ιμπεριαλι- ,σπκές δυνάμεις. Οι αντιθέσεις αυτές μπορούν να φτάσουν ακόμα κα μέχρι τη σύγκρουση κα γενικά αδυνατίζουν το αντεπανασταπκό στρατόπεδο κα βαθανουν την πολιτική κρίση.
Η αστική τάξη όμως στις εξαρτημένες χώρες, παρ' όλες πς ανπθέσεις της με πς ιμπεριαλιστικές χώρες, δεν μπορεί να οδηγήσει σε αποτίναξη της εξάρτησης και στην εθνική ανεξαρτησία. Η αστική τάξη των εξαρτημένων χωρών έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό της κύκλο. Πάνω στο έδαφος των κε-
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 12$
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
φαλαοκραπκών σχέσεων παραγωγής, η ασπκή τάξη των εξαρτημένων χωρών είναι υποχρεωμένη να υποτάσσεται στο ξένο κεφάλαιο, να έχει σχέσεις εξάρτησης κα όχι σχέσεις ισοτιμίας. Η ίδια η ύπαρξή της εξαρτάτα από τις σχέσεις εξάρτησης με το ξένο μονοπωλιακό κεφάλαο, που είναι επενδυμένο στην παραγωγική βάση των εξαρτημένων χωρών, που αγοράζει τις πρώτες ύλες ακατέργαστες ή μισοκατεργασμένες (αφού στις εξαρτημένες χώρες απουαάζει η καθετοποιημένη παραγωγή), που δανείζει το κράτος κα τις επιχειρήσεις των εξαρτημένων χωρών, που «νοικιάζει» σ’ αυτές τεχνογνωσία, που της εξασφαλίζει μ' άλλα λόγια την καπιταλιστική βιωσιμότητα και την κυριαρχία της πάνω στη «δική της» εργατική τάξη, πάνω στο «δικό της» λαό.
Μόνο η επανάσταση του προλεταριάτου κα των συμμάχων του μπορεί να οδηγήσει πς εξαρτημένες χώρες σε μια ανεξάρτητη ζωή, με την οικοδόμηση σοσιαλιστικών σχέσεων στην παραγωγή. Αυτό ισχύει και για περιόδους όπου υπάρχει σύγκρουση μεταξύ της αστικής τάξης της εξαρτημένης χώρας κα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Είνα δυνατόν λαπόν η σχετική αυτονομία των εξαρτημένων χωρών απέναντι στις ιμπεριαλιστικές δυ,νάμας να πάρει πρόσκαιρα κα οξύ χαρακτήρα. Αυτό γίνετα για παράδειγμα τώρα με την περίπτωση της Σερβίας. Αντίθετα, η σχετική αυτονομία της ελληνικής ασπκής τάξης είνα πολύ περιορισμένη κα δεν βγαίνει έξω από ορισμένα πλαίαα, αφού η χώρα μας εκτός απ' την οικονομική εΕάρτηση είνα δεμένη με χίλια νήματα κα με ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς όπως το ΝΑΤΟ, η ΕΟΚ κα η ΔΕΕ.
Για να δούμε την περίπτωση του σέρβικου εθνικισμού πρέπει να εξετάσουμε σε συντομία πς μεταβολές που συντελέστηκαν στον πλανήτη μας τα τελευταία χρόνια. Να δούμε ποιές ήταν α σχέσεις της σέρβικης αστικής τάξης με το ρώσικο ιμπεριαλισμό και παές ήταν α επιπτώσεις απ' την τεράσπα μείωση της δύναμης του ιμπεριαλισμού αυτού στη διεθνή σκηνή κα ιδιαίτερα στα Βαλκάνια.
Η εξάρτηση του σέρβικου καπιταλισμού απ' το ρώσικο ιμπεριαλισμό ήταν μεγάλη. Εξάρτηση οικονομική, στραπωπκή, πολιτική. Η τεράστια μείωση της επιρροής του ρώσικου ιμπεριαλισμού στη διεθνή σκηνή έφερε κα μα ανάλογη μείωση στο χώρο των Βαλκανίων. Ετα, η επιρροή της Ρωσίας στη Σερβία εξασθένισε πάρα πολύ, όχι σαν αποτέλεσμα τάσεων αυτονομίας της σέρβικης ασπκής τάξης, αλλά σαν αποτέλεσμα της δυσπραγίας του ρωσικού ιμπεριαλισμού (ανάλογα φανόμενα είχαμε σ’ όλο το φάσμα των σφαιρών επιρροής της Ρωσίας, ακόμη κα στην ίδια την «επικράτεια» του άλλοτε ενιαίου ομοσπονδιακού κράτους της ιμπεριαλιστικής ΕΣΣΔ). Αυτό το κενό είνα που ήρθαν να καλύψουν οι άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Και δεν ήρθαν απλώς να εξαρτήσουν όλη την πρώην Γιουγκοσλαβία. Ηρθαν απειλητικά να τη διαλύ- σουν, να τη μοιράσουν σε κομμάτια. Ηδη έχει διαλυθεί στη «μικρή» Γιουγκοσλαβία, στη Σλοβενία, την Κροατία, τη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, τη Γιουγκοσλάβικη Μακεδονία. Και οι ιμπεριαλιστές δεν είνα ικανοποιημένοι. Θέλουν να αποσπάσουν κα άλλα τμήματα, όπως το Κοσσυφοπέδιο.
Σ’ αυτή ακριβώς την προοππκή αντιτάχθηκε ο σέρβικος εθνικισμός. Η σέρβικη ασπκή τάξη κα η
σέρβικη ηγεσία πολεμά γιατί με την απόσπαση ε- * δαφών συρρικνώνεται η εσωτερική αγορά, χάνει οικονομική και πολιτική ισχύ. Ο Μιλόσεβιτς ανα- γκάζετα για να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση, να κάνει προσωρινές συμφωνίες με τους ιμπεριαλιστές, αλλά οι πιέσεις που δέχονταν απ' το λαό, από τη μια, και η αχορταγία των ιμπεριαλιστών' από την άλλη, τον ανάγκαζαν να διαλύει αυτές τις συμφωνίες. Ας θυμηθούμε τα γεγονότα.
Το Δεκέμβρη του *91 κα μετά από έντονες πιέσεις, η Γ ερμανία καταφέρνει να αναγνωριστούν σαν ανεξάρτητα κράτη η Σλοβενία κα η Κροατία Η Ουάαγκτον σ' όλο το προηγούμενο διάστημα πίεζε ακριβώς για το αντίθετο, γιατί η πολιτική της ερχόταν σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της Γερμανίας. Ολοι τότε μιλούσαν για τον «μήνα του μέ- λιτος» Μιλόσεβιτς κα Ουάαγκτον. Ενάνπα στην απόσχιση της Σλοβενίας κα της Κροατίας τάχθηκαν επίσης η Βρετανία κα η Γαλλία, που αναγκάστηκαν στο τέλος να συμβιβαστούν, αφού πήραν σοβαρά ανταλλάγματα στις ρυθμίσεις του Μάα- στριχτ.
Σε κείνη τη φάση καμιά ιμπεριαλιστική δύναμη δεν στάθηκε πίσω απ’ τη Σερβία, καμά ιμπεριαλιστική δύναμη δεν απείλησε τη Γερμανία. Πολύ σύντομα, όπως θα δούμε, κα α ΗΠΑ άλλαξαν στάση.Ο μόνος που αντιτάχθηκε ήταν ο σέρβικος εθνικισμός, που έβλεπε να διαλύετα η πρώην Γιουγκοσ- λαβία, να χάνονται οι αγορές της Σλοβενίας και της Κροατίας. Η Σερβία πολέμησε στη Σλοβενία κα στην Κροατία, αλλά στο τέλος αναγκάστηκε να συμβιβαστεί, αφού ο συσχεπσμός των δυνάμεων ήταν συντριπτικά σε βάρος της.
Μετά απ' την απόσχιση της Σλοβενίας κα της Κροατίας και με την προοπτική αναγνώρισης και των άλλων Δημοκρατιών εκ μέρους της ΕΟΚ, σι ΗΠΑ κάνουν ριζική στροφή στην πολιτική τους και αρχίζουν κι αυτές να μπαίνουν στο παιχνίδι της μοιρααάς. Η κοινή διακήρυξη, που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες μεταξύ των ΗΠΑ κα της ΕΟΚ, δεν αποτελούσε παρά μια συμφωνία μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ταυτόχρονα α Αμερικάνοι ηγέτες συνεχίζουν να πιέζουν τον Μιλόσεβιτς και ο τελευταίος αναγκάζετα να καλέσει απ’ πς ΗΠΑ τον αμερικανό πολίτη Πάνιτς και να τον διορίσει σρι θέση του πρωθυπουργού. Ο Πάνιτς, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ΗΠΑ, ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση με τον Μιλόσεβιτς και τη σέρβικη ηγεσία, ήρθε σε σύγκρουση με το σέρβικο εθνικισμό. Ας θυμηθούμε πς θέσεις του Πάνιτς για την «αυτονομία» του Κοσσυφοπεδίου, πς απειλές του εναντίον της ελληνικής ασπκής ηγεσίας, κλπ.
Η σύγκρουση μεταξύ Μιλόσεβιτς κα Πάνιτς έφτασε στο αποκορύφωμά της με την αναμέτρηση για την ανάληψη της προεδρίας της Σερβίας. Εκεί φάνηκε καθαρά ότι ο σέρβικος εθνικισμός δεν ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει κυριαρχικά δι- καιώματά του στους Αμερικάνους κα έτα ο Πάνιτς ηττήθηκε. Φυσικά α πιέσεις ενάνπα στον Μιλόσεβιτς κα το σέρβικο εθνικισμό δεν σταμάτησαν εκεί.Οι ιμπεριαλιστές άναψαν τη φωπά στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη για να κρατούν συνέχεια ανοιχτό το μέτωπο ενάντια στη Σερβία, για να πιέζουν ασφυκτικά τη σέρβικη ηγεσία. Η συγκεκριμένη έκφραση αυτών των πιέσεων γίνεται μέσω του σχεδίου Βανς κα Οουεν, που είνα εντελώς ανεφάρμοστο,
130 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
όπως παραδέχονται οι πάντες. Το μόνο που καταφέρνει το σχέδιο είναι να αναζωπυρώνει πς συγκρούσεις και τον πόλεμο σ' αυτή την πολύπαθη περιοχή.
Βλέπουμε λοιπόν, όπ ο σέρβικος εθνικισμός δείχνει μια σχετική αυτονομία απένανπ στα ιμπεριαλιστικά κέντρα, που φτάνει μέχρι το σημείο της σύγκρουσης. Μπορεί να κάνει προσωρινές συμφωνίες με τον ένα ή τον άλλο ιμπεριαλιστή, αλλά - κάτω απ' την πίεση του λαού - δεν μπορεί να κάνει τέ- τιου είδους παραχωρήσεις που να οδηγήσουν στην πτώση του. Οι διάφοροι Σέρβοι ηγέτες δηλώνουν όπ θα «πολεμήσουν μέχρι εσχάτων» σε περίπτωση ιμπεριαλιστικής στραπωτικής επέμβασης, όχι γιατί το πιστεύουν, αλλά γιατί δέχονται την έντονη πίεση του λαού, που δεν είναι διατεθειμένος να παραχωρήσει την κρατική αυτοτέλεια της χώρας στους ιμπεριαλιστές.
Φυσικά αυτή δεν θα είναι μια μόνιμη κατάσταση, δεν μπορεί ο σέρβικος εθνικισμός να παραμένει για πάντα «υπεράνω» όλων των ιμπεριαλιστών. Η σέρβικη ασπκή τάξη είναι εξαρτημένη και δεν μπορεί να μετατραπεί σε ιμπεριαλιστική αστική τάξη. Και ούτε μπορούμε να ξέρουμε πού θα καταλήξουν τα «φλερτ» του Μιλόσεβιτς με τον ένα ή τον άλλο ιμπεριαλιστή.
Αλλά υπάρχει και ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που καθορίζει πς εξελίξεις στη Σερβία. Η σέρβικη εργατική τάξη δεν αμφισβητεί σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα και έτσι αφήνει περιθώρια στον Μιλόσεβιτς να ελίσσεται. Η σύγκρουση της σέρβικης αστικής τάξης με τον ιμπεριαλισμό οφεί- λεται και σ αυτόν τον παράγοντα. Οσο περισσότερο το εργατικό και λαίκό κίνημα αγωνίζεται ενάνπα στο καπιταλιστικό σύστημα τόσο και η ντόπια ασπκή τάξη προσπαθεί να στηριχτεί στους ιμπεριαλιστές για να αντιμετωπίσει αυτό το κίνημα. Οταν ο λαός της Σερβίας αποδεσμευτεί από τον εθνικισμό και από την επιρροή της ασπκής ηγεσίας, όταν το προλεταριάτο αποκτήσει την ταξική του αυτογνωσία και τεθεί επικεφαλής ενός επαναστατικού, πραγματικά απελευθερωτικού κινήματος, τότε οι διάφορα Μιλόσεβιτς θα συνασπιστούν αναπόφευκτα με τους ιμπεριαλιστές για να αντιμετωπίσουν αυτό το κίνημα.
Η σέρβικη αστική τάξη δεν είνα εθνική αστική τάξη αλλά εξαρτημένη. Στη Σερβία, η αποτίναξη της εξάρτησης είνα υπόθεση της προλεταριακής επανάστασης κα όχι της ασπκής τάξης που έχει ξω- φλήσει ιστορικά. Η σύγκρουση όμως μεταξύ της σέρβικης αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστών αδυνατίζει το αντεπανασταπκό στρατόπεδο κα βαθαίνει την κρίση.
Η ελληνική αστική τάξηΔεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, όπ σπς εξελίξεις
που συντελούντα στη Βαλκανική η ελληνική ασπκή τάξη παίρνει ενεργά μέρος. Αυτό αποδεικνύουν εξάλλου α επανειλημμένες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να αναδειχθεί σε ενωμοτάρχη της περιοχής, η συμμετοχή της χώρας σε επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ κα α προετοιμασίες για συμμετοχή σ ένα γενικευμένο πόλεμο.
Από την έναρξη της Βαλκανικής κρίσης, η ελληνική αστική τάξη μέσω της κυβέρνησής της, προ
σπαθεί να στηριχτεί στον ένα ή στον άλλο ι̂περια- λιστή, για να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κρίση. Αυτό δείχνουν όλες α κινήσεις της στο λεγόμενο «Βορειοηπειρωπκό» κλπ. Αυτή η πολιτική άλλαξε πολλές φορές, ανάλογα με πς πιέσεις που δεχόταν η ελληνική κυβέρνηση στο εσωτερικό της χώρας κα ανάλογα με πς πιέσεις του ιμπεριαλιστικού παράγοντα. Πάντοτε όμως αυτή η πολιτική κινούνταν μέσα στα όρια της εξάρτησης κα των διεκδικήσεων απ' τα γειτονικά κράτη. Οι εξελίξεις αποδεικνύουν, όπ η ελληνική κυβέρνηση προσάρμοζε την πολιτική της παίρνοντας υπόψη απ' τη μα την επιδίωξη να έχει το μέγιστο των πλεονεκτημάτων στην εξωτερική πολίτική (χωρίς να φτάνει όχι σε ρήξη, αλλά ούτε καν σε σύγκρουση με τους ιμπεριαλιστές) κα απ’ την άλλη η πολιτική της να μην προκαλεί κλυδωνισμούς στο εσωτερικό της χώρας, -έρει πολύ καλά, κι αυτό το ξέρουν βέβαια όλοι οι έλληνες αστοί πολιτικοί, όπ μια τραγωδία όπως αυτή με το Κυπριακό το 1974, δεν θα μείνει χωρίς απάντηση απ' τον ελληνικό λαό. Τραγούδια βέβαα δεν θα είναι η ονομασία της Γιουγκοσλά- βιας Μακεδονίας με το όνομα που ιστορικά φέρει κα που εθνικά χαρακτηρίζει τη μεγαλύτερη εθνότητα στο εσωτερικό της, αλλά με το κύμα εθνικιστικής υστερίας που δημιουργήθηκε αυτό θα φανό- ταν σαν τραγωδία, θα πλήγωνε το στρεβλωμένο εθνικό φιλότιμο και θα αποδέσμευε εθνικιστικές δυνάμεις, κάπ που δεν το θέλουν ούτε α ιμπεριαλιστές, γι' αυτό κα υπήρξαν πάντοτε προσεχτικοί σπς κινήσεις τους κα στο χειρισμό του ζητήματος.
Μια σύντομη ματιά σπς πρόσφατες εξελίξεις α- ποδεικνύει τους παραπάνω συλλογισμούς μας. Κατ' αρχήν, η ελληνική αστική τάξη προσπαθεί να «παίξει» με το ζήτημα του ονόματος της Γιουγκοσ- λάβικης Μακεδονίας. Ολοι οι αστοί πολιτικοί, οι διανοούμενοι, α καλλιτέχνες, πυροδοτούν τον εθνικισμό γύρω απ' το όνομα «Μακεδονία». Οι εφημερίδες θυμούνται ξαφνικά τους απογόνους του Φιλίππου κα του Μ. Αλεξάνδρου κα η «Καθημερινή» γράφει για τη δημιουργία «μακεδονικής φάλαγγας», που θα γυμνάζεται στα ελληνογιουγκοσ- λαβικά σύνορα κα θα είνα έτοιμη να «μπουκάρει»! Τα συλλαλητήρια κα α φιέστες εθνικοφααστικού τύπου φουντώνουν.
Σε ριζική αντίθεση με τις επιδιώξεις της ελληνικής κυβέρνησης έρχεται βέβαια η πολιτική της Τουρκίας, που προσπαθεί με την υποστήριξη των ΗΠΑ να δημιουργήσει το λεγόμενο «μουσουλμανικό τόξο» στο Νότο των Βαλκανίων. Να σχηματίσει δηλαδή ένα άξονα με την Αλβανία, τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλάβικη Μακεδονία. Είνα αποκαλυπτική η τότε δήλωση του πρώην υπουργού Εξωτερικών κα μέλους του ΕΓ του ΠΑΣΟΚ Ο. Πάγκαλου, που δήλωσε με πολύ κυνισμό, όπ αν το «κράτος των Σκοτΐων» αρχίσει να διαμελίζετα πάνω απ' τα βόρεια σύνορά μας, υπάρχει κίνδυνος να ενωθούν Βουλγαρία κα Αλβανία κα να ολοκληρωθεί το μουσουλμανικό τόξο. Σε μια τέτοια περίπτωση — κατέληξε ο Πάγκαλος — θα πρέπει να μας παραχω- ρηθεί ένας διάδρομος μέχρι το Μοναστήρι, που θα μας επιτρέπει να διατηρήσουμε την επικανωνία με την ορθόδοξη κα παραδοαακά φίλη Σερβία.
Αυτή η πολιτική της ελληνικής αστικής τάξης βρήκε «δικαίωση·· μετά από λίγο καρό με την απόφαση της Λισαβόνας. Ο Μητσοτάκης, κάνοντας σημαντικές παραχωρήσεις προς τη Γ ερμανία, βρή
ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993 |3Τ
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
κε υποστήριξη στο ζήτημα του ονόματος. Η Γερμανία ήθελε προφανώς να εφαρμόσει την πολιτική της σε βάρος των συμφερόντων των ΗΠΑ, αλλά και για να στρχμώξει την τούρκικη ασπκή τάξη. Κάπ που ανετράπη στη συνέχεια, όταν η Γ ερμανία άρχισε να «εξομαλύνει» πς σχέσεις της με την Τουρκία και να εγκαταλείπει την ελληνική κυβέρνηση. Αυτή η εξέλιξη αποτέλεσε μια σημαντική ήττα για την ελληνική κυβέρνηση και την ελληνική ασπκή τάξη τόσο στο εσωτερικό όσο και για πς επιδιώξεις της στο εξωτερικό της χώρας. Ηταν αναγκασμένη πια να επιδιώξει την απεμπλοκή απ' το «μακεδονικό». Αυτό όμως οδηγούσε αναπόφευκτα σε τριγμούς στο εσωτερικό της χώρας, απόδειξη το γεγονός όπ δεν τα κατάφερε ακόμα να περάσει την πολιτική της για αλλαγή στο ζήτημα του ονόματος.
Η ελληνική κυβέρνηση, πέρα απ' τον προσωρινό άξονα που προσπάθησε να κάνει με τη Γ ερμανία, πιεζόμενη απ' πς ΗΠΑ, προσπάθησε να προσεγγίσει και την Τουρκία αλλά απέτυχε παταγωδώς. Ο Μητσοτάκης ανήγγειλε πολλές φορές συμφωνία με την Τουρκία, έκανε δηλώσεις, όπ «δεν υπάρχει κίνδυνος εξ Ανατολών», όμως αυτές του οι δηλώσεις διαψεύδονταν σύντομα απ' τη ζωή και αναγκάζονταν να πς «διορθώσει». Πρόσφατο είναι το παράδειγμα της επίσκεψης Μητσοτάκη στην Τουρκία, όπου τη στιγμή που αυτός κατέβαζε τους τόνους τα τούρκικα αεροπλάνα παραβίαζαν προκλητικά τον ελληνικό εναέριο χώρο.
Είναι προφανές, όπ ένας άξονας με την Τουρκία, τη σπγμή μάλιστα που είναι ανοιχτή η πληγή της Κύπρου, τη σπγμή που η τούρκικη αστική τάξη απειλεί να αποσπάσει και άλλα εδάφη, δεν είναι δυνατόν να περάσει εύκολα, χωρίς τη λήψη φασιστικών μέτρων στο εσωτερικό της χώρας μας. Κι αυτό δεν το θέλει ούτε ο Καραμανλής ούτε οι άλλοι αστοί ηγέτες, γιατί θα δημιουργήσει εκρηκτικές καταστάσεις, θα ξεσηκώσει τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση, που θα εκδηλωθεί με επαναστατικές πράξεις. Γ ι* αυτό και ο Καραμανλής έβαλε «πάγο» στα σχέδια του Μητσοτάκη και τον ανάγκασε να πάει σε σύσκεψη στο προεδρικό μέγαρο, όπου ουσιαστικά τέθηκε υπό επιτροπεία από τους άλλους αστούς πολιτικούς, τουλάχιστον στα ζητήματα της βαλκανικής πολιτικής, που πλέον ταυτίζεται με το σύνολο της εξωτερικής πολιτικής της ελληνικής αστικής τάξης.
Λίγες μέρες πριν είχε διεξαχθεί η διάσκεψη των Αθηνών, για την αποδοχή του σχεδίου Βανς - Ο- ουεν από τη Σερβία και τους Σέρβους της Βοσνίας. Η διάσκεψη αυτή αλλά και το μήνυμα Καραμανλή, που προσχηματικά εκδόθηκε απ' αφορμή τη γιορτή της «ευρωπαϊκής ιδέας», λένε πολλά και σημαντικά. Ολη η εξέλιξη των γεγονότων δίδαξε στην ελληνική αστική τάξη πολλά. Οταν στο εσωτερικό της χώρας λαμβάνονται πρωτοφανούς έκτασης αντιλαϊκά μέτρα και υπάρχει τόσο μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια, δύσκολα μπορείς να πυροδοτείς αυτή τη δυσαρέσκεια με πολεμικές ιαχές. Ο Καραμανλής προσπαθεί να ρίξει τους τόνους, γι' αυτό και λέει «όχι στον πόλεμο», «όχι στην ελληνική συμμετοχή».
Ο Καραμανλής όμως δεν περιορίστηκε σε κά- ποιες φράσεις αστικού πασιφισμού. Αποδοκίμασε, εμμέσως πλην σαφέστατα, την πολιτική της Γ έρμα νιας, όπως επίσης και την επιθετική πολιτική
των ΗΠΑ και της Τουρκίας. Η πολιτική Καραμανλή, που ταυτίζεται απόλυτα με την πολιτική Παπανδρέου (ας θυμηθούμε μια ακόμη δήλωση του Πάγκαλου, πριν λίγο καιρό: «εμείς σαν ΠΑΣΟΚ συνεχίσαμε την εξωτερική πολιτική του Καραμανλή, απλώς βελτιώνοντάς την»), βλέποντας ότι δεν μπορεί να στηριχτεί σε άξονα με τη Γ ερμανία ή με πς ΗΠΑ - Τουρκία, χωρίς καταστροφικά αποτελέσματα για τον ελληνικό καπιταλισμό, επιδιώκει έναν άξονα με Γαλλία και Σερβία, γιατί πιστεύει όπ αυτός ο άξονας θα οδηγήσει στους μικρότερους κλυδωνισμούς στο εσωτερικό της χώρας. Η ορθόδοξη Σερβία με την ορθόδοξη Ελλάδα, και κοντά σ αυτές η «σύμμαχος» Γαλλία, να ποιό είναι το μήνυμα που έστειλε το σύνολο της ασπκής πολιτικής ηγεσίας μετά τη διάσκεψη των Αθηνών και τη σύσκεψη του προεδρικού μεγάρου. Φυσικά, το μέλλον μόνο θα δείξει, αν θα μπορέσει να σταθεροποιηθεί ένας τέπος άξονας. Δεδομένης της αστάθειας που επικρατεί στη Βαλκανική κι αυτός ο άξονας δεν μπορεί παρά να είναι ασταθής και εύθραυστος.
Αλλά βέβαια, ούτε ο Καραμανλής ούτε κανένας αστός πολιτικός μπορεί να αρνηθεί το «ιερό» δικαίωμα της ελληνικής αστικής τάξης να ασκεί μια επιθετική πολιτική απένανπ στους γείτονες. Εξάλλου, είναι γνωστό όπ η ελληνική αστική τάξη ήδη εμπλέκεται στον πόλεμο με διάφορες ενέργειες. Η «φιλειρηνική» απόφαση του προεδρικού μεγάρου, που έβαλε πάγο και στη βιαστική δήλωση Μητσοτάκη για αποστολή «ειρηνευτικής δύναμης» στη Βοσνία, κάθε άλλο παρά εγγύηση ενάντια στον πόλεμο και την εμπλοκή της χώρας μας σ' αυτόν αποτελεί. Απλούστατα, α αστοί ηγέτες διαφωνούν με πς μεθοδεύσεις Μητσοτάκη και πς βεβιασμένες πράξεις. Θέλουν να είναι σίγουροι, όπ οι συμμαχίες και οι άξονες που θα δημιουργήσουν με άλλες χώρες, βαλκανικές και ιμπεριαλιστικές, δεν θα τους δημιουργήσουν προβλήματα τόσο στο εσωτερικό όσο και στην εξωτερική πολιτική.
Θέλουν να μπουν στον πόλεμο με τους καλύτερους όρους για την ελληνική ασπκή τάξη. Κι επειδή τα πράγματα δεν έχουν κατασταλάξει, επειδή οι συμμαχίες είναι ασταθείς, επειδή δίπλα στον λυσσαλέο ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό υπάρχει και ο κοινός στόχος όλων των ιμπεριαλιστών να αδυνατίσουν και να υποτάξουν πλήρως το σέρβικο εθνικισμό, επειδή τέλος υπάρχουν τα δεδηλωμένα και έντονα φιλειρηνικά αισθήματα του ελληνικού λαού, η αστική πολιτική ηγεσία εμφανίζεται συγκροτημένη, δεν θέλει να είναι αυτή που θα ανάψει τη φωτιά, ούτε αυτή που θα βγάλει τα κάστανα για λογαριασμό των ιμπεριαλιστών, χωρίς ικανά ανταλλάγματα.
Ο ελληνικός καπιταλισμός δεν έχει ξαπολύσει τον πόλεμο στην εξωτερική πολιτική, απλώς τον προετοιμάζει, έχει όμως ξαπολύσει τον πόλεμο στο εσωτερικό της χώρας, τον πόλεμο ενάνπα στην εργατική τάξη και πς άλλες εργαζόμενες μάζες, τον πόλεμο της συντηρητικής ανασυγκρότησης του καπιταλισμού. Αυτοί που ξαπόλυσαν τον πόλεμο ενάνπα στην εργατική τάξη στο εσωτερικό της χώρας προετοιμάζονται πυρετώδικα για να με- τάσχουν σ’ ένα γενικευμένο βαλκανικό πόλεμο. Ο ελληνικός λαός πληρώνει ακριβά τη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού και την προετοιμασία του πολέμου. Θα πληρώσει βέβαια πολύ πιο
13* ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
ακριβά την έκρηξη ενός πολέμου καθώς και την μεταπολεμική ειρήνη, είτε ανήκει στο στρατόπεδο των νικητών είτε στο στρατόπεδο των ηττημένων.
Πόλεμος στον πόλεμο του κεφαλαίου
Φοβούνται το εσωτερικό μέτωπο λοιπόν, α αστοί πολιτικοί. Φοβούνται το επαναστατικό κίνημα των λαών οι ιμπεριαλιστές. Αυτό δείχνουν τα γεγονότα. Κάνουν προσεχτικές κινήσεις, γιατί σκέφτονται τους τριγμούς που θα δημιουργήσει ένας ληστρικός πόλεμος.
Από το σύνολο των αντιθέσεων, που προσδιορίζουν τις εξελίξεις στη Βαλκανική, αντιθέσεις ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές, αντιθέσεις ανάμεσα στις εξαρτημένες αστικές τάξεις, αντιθέσεις ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους λαούς, από τη μια, και την κεφαλαιοκρατία συνολικά, από την άλλη, μόνο η τρίτη κατηγορία είναι εκείνη που μπορεί, μέσα από τη λύση της με γι νίκη της προλεταριακής επανάστασης, να οδηγήσει σε ειρήνη προς όφελος των λαών.
Οι ενδοιμπεριαλιστικές ανπθέσεις δημιουργούν σήμερα μια ισορροπία, που δρα ανασταλτικά στην έκρηξη του πολέμου. Αυτή η ισορροπία του τρόμου όμως είναι η πληρέστερη προετοιμασία του πολέμου. Γιατί δεν μπορεί να κρατήσει για πάντα, γιατί οι αγορές, οι πηγές πρώτων υλών, α σφαίρες τοποθέτησης κεφαλαίου πρέπει να ξαναμοιραστούν, η μια ιμπεριαλιστική χώρα πρέπει να εκτοπίσει πς άλλες, η μια ομάδα ιμπεριαλιστικών χωρών πρέπει να επιβληθεί πάνω στην αντίπαλη κι αυτό τελκά θα γίνει μέσω του πολέμου. Οι αντιθέσεις ανάμεσα σπς εξαρτημένες αστικές τάξεις και πς ιμπεριαλιστικές χώρες (π.χ. η αντίθεση του σέρβικου εθνικισμού με τους ιμπεριαλιστές και κύρια με ΗΠΑ και Γερμανία) δεν οδηγούν στην ειρήνη, αλλά στον πόλεμο. Γ ιατί γίνονται εφεδρεία των ενδοϊμπερια- λισπκών ανπθέσεων, γιατί όλες οι εξαρτημένες ασπκές τάξεις ασκούν πολιτική ταξικής καταπίεσης και εθνικών εκκαθαρίσεων, γιατί έχουν βλέψεις σε βάρος των γειτόνων, γιατί αναζητούν την ευκαιρία να μπουν τελικά στον πόλεμο, προσδοκώντας να είναι στο στρατόπεδο των νικητών.
Αντίθετα, η αντίθεση ανάμεσα στο προλεταριάτο και την ασπκή τάξη, η αντίθεση ανάμεσα στους λαούς και την ιμπεριαλιστική και εξαρτημένη κεφα- λαιοκρατία είναι αυτή που θα δόσει τελικά τέρμα στον πόλεμο. Η απειλή των λαϊκών εξεγέρσεων σηκώνει ανατριχίλα στους ιμπεριαλιστές και τους κάνει προσεχτικούς στο να ξαπολύσουν τον πόλεμο. Μένουν ακόμα στις προπαρασκευαστικές του πράξεις. Οσο λοιπόν πιο δυνατή είναι η λαϊκή πάλη τόσο περισσότερο «προσεχτικοί» θα γίνονται οι ιμπεριαλιστές και τα τσιράκια τους στις εξαρτημένες χώρες. Ετσι όμως ο πόλεμος μπορεί μόνο να αναβληθεί, όχι να αποστραπεί τελεσίδικα. Γ ιατί υπάρχουν όλες οι άλλες αντιθέσεις που οδηγούν σ' αυτόν. Γ Γ αυτό και το φιλειρηνικό κίνημα μπορεί να είναι απόλυτα αποτελεσματικό μόνο όταν είναι ανπκαπιταλιστικό - αντιιμπεριαλιστικό, μόνο όταν αποτελεί εφεδρεία της προλεταριακής επανάστασης.
Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στη Γιου- γκοσλαβία και τα Βαλκάνια έθεσαν ξανά επί τάπητος το ζήτημα της αυτοδιάθεσης, που μπλέχτηκε
ΜΑΡΞΙΣΤΙ
και με πς ιδιαίτερες επιδιώξεις των ντόπιων ασα- κών τάξεων και με τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, τυφλώνοντας τους λαούς με εθνικιστικό μίσος, αλλά και προκαλώντας σύγχιοη σε πολλούς, που ισχυρίζονται όπ υπερασπίζουν το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεσή τους. Εφτασαν λοιπόν πολλοί, επικαλούμενοι την ανάμιξη των ιμπεριαλιστών και το ρόλο των ντόπιων αστικών τάξεων, να αρνοάνται το ίδιο το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, υιοθετώντας το σύνθημα «όχι αλλαγή των συνόρων». Στον «Οχτώβρη» και τη ΜΑΛΕΠ έχουν δημοσιευτεί πολλά άρθα και αναλύσεις πάνω σ αυτό το ζήτημα, στηριγμένα σε σχετικές αποφάσεις της ΚΕ της ΣΑΚΕ. Εδώ απλώς υπενθυμίζουμε επιγραμματικά τις βασικές πλευρές του ζητήματος.
Μιλώντας για το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, πρέπει κατ' αρχήν να ξεκαθαρίσουμε όπ έχει νόημα μόνο όταν η αναγνώρισή του φτάνει μέχρι την αναγνώριση του δικαιώματος στον κρατικό αποχωρισμό. Δεύτερο, το ζήτημα της αυτοδιάθεσης ανπ- μετωπίζεται από το συνειδητό προλεταριάτο σαν εφεδρεία της προλεταριακής επανάστασης. Στόχος των κομμουνιστών είναι η ενότητα των εργατών, ανεξάρτητα από εθνικότητα, η κοινή επαναστατική τους πάλη ενάντια στον καπιταλισμό και την εξάρτηση. Αυτή η ενότητα όμως των εργατών του κυρίαρχου έθνους μας πουεθνικής κραπκής οντότητας με τους εργάτες των καταπιεσμένων εθνών δεν μπορεί να εξασφαλιστεί, αν οι πρώτοι δεν αναγνωρίσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης μέχρι κρατικού αποχωρισμού στο έθνος που ανήκουν α δεύτεροι.
Στην πολυεθνική Γιουγκοσλαβία υπήρχαν άλυτα εθνικά προβλήματα, υπήρχε η μεγαλοσέρβικη κυριαρχία πάνω στους Κροάτες, τους Σλοβένους, τους Αλβανούς, τους Μακεδόνες και πς άλλες κα- ταπιεζόμενες εθνότητες. Γι' αυτό και, από τη σττγ- μή που το προλεταριάτο όλων των εθνών της πρώην Γιουγκοσλαβίας δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την επαναστατική ταξική του ενότητα στα πλαίσια του πολυεθνικού κράτους, για να διαλυθούν τα εθνικιστικά νέφη και να «καθαρίσουν» οι πραγματικές ταξικές αντιθέσεις, εμείς υποστηρίξαμε το δικαίωμα του κρατικού αποχωρισμού για όλες τις εθνότητες, ανεξάρτητα από το όπ αυτό υποδαυλίζονταν από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ανεξάρτητα από το όπ επικεφαλής των υπό ανεξαρ- τοποίηση κρατών βρίσκονταν ανπδρασπκές ασπκές δυνάμεις. Για τον ίδιο λόγο υποστηρίζουμε τον αγώνα του σέρβικου λαού να υπερασπίσει την κρατική του αυτοτέλεια ενάντια σπς ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, ανεξάρτητα από το γεγονός όπ διευθύνεται από την αστική τάξη, από τους διάφορους Μιλόσεβιτς και Κάρατζιτς. Δεν υπερασπίζουμε τον Μιλόσεβιτς και την ανπδρασπκή σέρβική ασπκή τάξη, δεν υπερασπίζουμε την πολιτική των εθνικών εκκαθαρίσεων, δεν αποδεχόμαστε τη διασπορά του εθνικιστικού μίσους ανάμεσα στους λαούς. Το ζήτημα είναι κάθε φορά συγκεκριμένο και μόνο συγκεκριμένα μπορεί να τοποθετείται κανένας απένανπ του. Από τη σπγμή που η σέρβικη αστική ηγεσία εμφανίζεται προσωρινά αυτονομη- μένη από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, από τη σπγμή που η σύγκρουσή της μ’ αυτά τα κέντρα αδυνατίζει συνολικά το αντεπαναστατικό στρατόπεδο, η καταγγελία των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων πρεπει
ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993
Η ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
να είναι πλήρης και κατηγορηματική. Και η υποστήριξη πρέπει να είναι υποστήριξη του λαού της Σερβίας και όχι της ασπκής τάξης.
Η αστική τάξη ουδέποτε είχε ή μπορεί να έχει πολιτική αρχών στο εθνικό ζήτημα. Η στάση της καθορίζεται από το συμφέρον της στην κάθε ιστορική συγκυρία. Για παράδειγμα, η σέρβικη αστική τάξη, προσπαθεί να υπερασπιστεί την κρατική της αυτοτέλεια, την ίδια σπγμή που ασκεί κι αυτή πολιτική εθνικών εκκαθαρίσεων, μπλέκοντας σ' αυτή και τις λαϊκές μάζες, ενώ μόλις πριν δυο χρόνια προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να κρατήσει την κυριαρχία της πάνω σπς άλλες εθνότητες του ομόσπονδου πολυεθνικού κράτους. Το ίδιο ισχύει για την ελληνική αστική τάξη. Ξεκίνησε να αντιμετωπίσει το Γιουγκοσλαβικό με τη θέση για «ενιαία Γιουγκοσλαβία», αποδέχτηκε στη συνέχεια τον κρατικό αποχωρισμό της Σλοβενίας και της Κροατίας, προσυπέγραψε κατόπιν την αμερικανο- εοκική ανακοίνωση για ανεξαρτοποίηση όλων των Δημοκραπών, διαφωνώντας στο όνομα της Γιουγκοσλάβικης Μακεδονίας και τώρα περιμένει με αγωνία τις νεότερες αποφάσεις των ιμπεριαλιστικών διαβουλίων. Ολες οι «αρχές», που κατά καιρούς επιστρατεύονταν, πήγαν περίπατο η μα μετά την άλλη.
Το συνειδητό προλεταριάτο υπερασπίζεται από άποψη αρχών το δικαίωμα όλων των εθνών στον κρατικό αποχωρισμό, ανεξάρτητα αν επικεφαλής τους βρίσκεται η αντιδραστική αστική τάξη, ανεξάρτητα αν τα νέα κράτη που δημιουργούνται πέφτουν στην αγκαλιά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Αυτή η από άποψη αρχών θέση του προλεταριάτου όμως δεν του απαγορεύει, αλλά αντίθετα του επιβάλλει, να κάνει ζύμωση ενάνπα στον κρατικό αποχωρισμό, όταν αυτό απαιτεί το συμφέρον της προλεταριακής επανάστασης. Το συμφέρον της προλεταριακής επανάστασης απαιτεί από τους συνειδητούς εκπρόσωπους του προλεταριάτου όλων των βαλκανικών λαών να δουλέψουν εντατικά στην κατεύθυνση της ανάπτυξης μιας επαναστατικής ταξικής - διεθνιστικής ενότητας σ όλα τα Βαλκάνια, ενάνπα στους ιμπεριαλιστές και πς ντόπιες αστικές ηγεσίες.
Στον πόλεμο που προετοιμάζεται δεν έχουμε καμιά δουλειά. Δεν έχουμε να μοιράσουμε τίποτε με τους λαούς των γειτονικών χωρών. Ισα - ίσα που είμαστε αλληλέγγυοι με την πάλη τους ενάντια
στη δική τους αστική τάξη. Κι αυτή την αλληλεγγύη την αποδεικνύουμε όταν παλεύουμε ενάνπα στη συντηρητική ανασυγκρότηση στο εσωτερικό της χώρας και ενάνπα στις προετοιμασίες του πολέμου στην εξωτερική πολιτική. Η πάλη ενάνπα στη συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού και η πάλη ενάνπα στην προετοιμασία του πολέμου είναι αναπόσπαστα δεμένες. Ο πόλεμος προετοιμάζεται και κανείς δεν μπορεί να ξέρει πότε θα είναι έτοιμοι οι ιμπεριαλιστές και οι αντιδραστικοί να τον εξαπολύσουν. Ο κίνδυνος του πολέμου δεν απομακρύνεται με ηχηρά «φιλειρηνικά» συνθήματα και πορείες ειρήνης. Και ούτε βέβαια απομακρύνεται με υποδείξεις προς τον Μητσοτάκη για το τί πολιτική «πρέπει» να ακολουθήσει. Αν θέλουμε να αποτρέψουμε τον πόλεμο πρέπει να καταστρέψουμε τον καπιταλισμό. Κι αν ο πόλεμος ξεσπάσει πρέπει να τον μετατρέψουμε σε επαναστατικό εμφύλιο πόλεμο.
ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ είναι το σύνθημά μας. Να τους χαλάσουμε τα σχέδια, να τους κηρύξουμε εμείς τον πόλεμο, πριν μας ρίξουν σε μια άδικη βαλκανική αλληλοσφαγή. Πόλεμος στον καθημερινό κοινωνικό πόλεμο του κεφαλαίου, για την υπεράσπιση των πιο ζωτικών εργατικών και λαϊκών συμφερόντων. Πόλεμος στην αστική πολιτική, που είτε σαν κυβέρνηση είτε σαν ανππολίτευση εφαρμόζει την ίδια αντιλαϊκή πολιτική της συντηρητικής ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού. Πόλεμος στην εθνικιστική υστερία, που συσκοτίζει τη σκέψη, που σπέρνει το μίσος ενάνπα στους γειτονικούς λαούς, που προσπαθεί να κρύψει το μίσος των λαών ενάνπα σπς ντόπιες αστικές τάξεις και τους ιμπεριαλιστές πάτρωνές τους. Πόλεμος σπς πολεμικές προετοιμασίες. Εξω οι βάσεις και το ΝΑΤΟ. Εξω από την ιμπεριαλιστική ΕΟΚ. Οχι στις πολεμικές δαπάνες. Η πολεμική βιομηχανία να μετατραπεί σε ειρηνική. Να μειωθεί η θητεία. Πλήρη πολιτικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα στους στρατευμένους. Πόλεμος στα σκάνδαλα και την ασπκή σαπίλα. Οχι σπς ιδιωτικοποιήσεις. Παλλαϊκό μέτωπο αγώνα, που θα απαιτεί τη διατήρηση όλων των θέσεων εργασίας και φτηνές υπηρεσίες στο λαό, με κάλυψη όλων των ελλειμμάτων από τον προϋπολογισμό με φορολογία των καπιταλιστών.
Γ ια ν' ανοίξει ο δρόμος για την μετατροπή της πολιτικής κρίσης σε επαναστατική κατάσταση.
134 ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 7/Μάης 1993